ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ
ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΓΟΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ
Ενώπιον: Ν. Παπακωνσταντίνου Πότση, Δ.
Αρ. Αίτησης: 20/2024
Μεταξύ:
Κ. Γ,
Αιτητή
και
Μ. Τ,
Καθ’ ης η αίτηση
------------------------------
Αίτηση ημερομηνίας 27/03/2024
Ημερομηνία: 8 Ιουλίου, 2025
Εμφανίσεις:
Για την Αιτητή: Αδάμος Χατζηχριστοδούλου και Σία ΔΕΠΕ με Αργυρού και Κωνσταντίνου ΔΕΠΕ.
Για την Καθ’ ης η αίτηση: Γιώργος Φ. Πιττάτζης ΔΕΠΕ
Ε Ν Δ Ι Α Μ Ε Σ Η Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο Αιτητής καταχώρησε εναρκτήρια αίτηση με την οποία αξιώνει την ρύθμιση της άσκησης της γονικής μέριμνας των ανήλικων τέκνων των διαδίκων Α. και Α. Ν. Γ,.
Στο πλαίσιο της κύριας διαδικασίας καταχώρησε την υπό κρίση αίτηση με την οποία αξιώνει την έκδοση προσωρινού διατάγματος με το οποίο να ρυθμίζεται προσωρινά το δικαίωμα επικοινωνίας του με τα ανήλικα τέκνα του ως ακολούθως:
«1. Προσωρινό Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να ρυθμίζεται το δικαίωμα επικοινωνίας του Αιτητή με τα ανήλικα τέκνα του Α. Γ, και Α. Ν. Γ, ως ακολούθως:
Α. Την πρώτη εβδομάδα Τετάρτη η ώρα 2μ.μ. μέχρι την Παρασκευή η ώρα
9π.μ. με διανυκτέρευση και Κυριακή η ώρα 1μ.μ μέχρι τις 6μ.μ.
Β. Την δεύτερη εβδομάδα, Τρίτη από τις 2μ.μ. μέχρι τις 7μ.μ. και
από Παρασκευή η ώρα 2μ.μ. μέχρι Δευτέρα η ώρα 9π.μ. με
διανυκτέρευση.
Τις καθημερινές ο Αιτητής θα παραλαμβάνει τα ανήλικα από το
νηπιαγωγείο XXX στη Δερύνεια και τις
αργίες και τα Σαββατοκύριακα θα τα παραλαμβάνει και παραδίδει
στην κατοικία της Καθ' ης η Αίτηση.
2. Οιανδήποτε άλλο διάταγμα ή/και θεραπεία ήθελε κρίνει δίκαιο και
ορθό υπό της περιστάσεις το Σεβαστό Δικαστήρια.
3. Τα έξοδα της παρούσας αιτήσεως, πλέον Φ.Π.Α. (Αρ. Μητρώου ΦΠΑ
3001056Μ) και έξοδα επίδοσης».
Η αίτηση καταχωρίστηκε μονομερώς και με οδηγίες του Δικαστηρίου επιδόθηκε στην άλλη πλευρά η οποία καταχώρησε ένσταση, προβάλλοντας επτά (7) λόγους ένστασης. Ειδικότερα η πλευρά της Καθ’ ης η αίτηση ενίσταται ότι η υπό κρίση αίτηση είναι νόμω και ουσία αβάσιμη, παράτυπη, ότι η νομική της βάση είναι ελλιπής, ότι τα γεγονότα που στηρίζουν την αίτηση δεν δικαιολογούν την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων και δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την έκδοση τους, ότι οι αιτούμενες θεραπείες αντίκεινται στο συμφέρον των ανηλίκων και ότι ο Αιτητής καταχώρησε την υπό κρίση αίτηση για την εξυπηρέτηση αλλότριων σκοπών και ότι δεν προσήλθε με καθαρά χέρια στο Δικαστήριο και απέκρυψε ουσιώδη γεγονότα.
Αμφότερες η αίτηση και η ένσταση στηρίζονται στις ένορκες δηλώσεις των διαδίκων. Κρίνω ότι δεν θα εξυπηρετήσει οποιοδήποτε σκοπό η παράθεση αυτούσιου του περιεχομένου των ενόρκων δηλώσεων, το περιεχόμενο των οποίων έχει δεόντως ληφθεί υπόψη από το Δικαστήριο. Συνακόλουθα θα αναφερθώ κατωτέρω και όπου κρίνω σκόπιμο αποσπάσματα από το περιεχόμενο των ενόρκων δηλώσεων.
Κανένας από τους διαδίκους δεν αντεξετάστηκε και η υπό κρίση αίτηση οδηγήθηκε σε ακρόαση με γραπτές αγορεύσεις.
Νομική Πτυχή
Το άρθρο 32 του Περί Δικαστηρίου Νόμου Ν.14/60 καθορίζει τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται για να δικαιολογείται η έκδοση προσωρινού διατάγματος , οι οποίες είναι οι ακόλουθες:
α) Η ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση.
β) Η ύπαρξη ορατής πιθανότητας να δικαιούται ο ενάγων σε θεραπεία στην αγωγή, και
γ) Ότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρως δικαιοσύνη, σε μεταγενέστερο στάδιο, χωρίς την έκδοση του διατάγματος.
Οι πιο πάνω προϋποθέσεις έχουν αναλυθεί σε έκταση στη νομολογία[1].
Όσον αφορά τη δεύτερη, είναι αρκετό για το Δικαστήριο να ικανοποιηθεί ότι υπάρχει ορατή πιθανότητα επιτυχίας. Αυτή έχει ερμηνευθεί να σημαίνει κάτι περισσότερο από απλή δυνατότητα, αλλά και πολύ λιγότερο από το ισοζύγιο των πιθανοτήτων.
Η τρίτη προϋπόθεση, όπως αναλύεται στην υπόθεση Οδυσσέως[2], σχετίζεται με το θέμα επάρκειας της θεραπείας υπό το φως των γεγονότων της κάθε υπόθεσης. Αν η επιδίκαση αποζημιώσεων στο τελικό στάδιο είναι αρκετή για την κατοχύρωση των δικαιωμάτων του Αιτητή, τότε η έκδοση του παρεμπίπτοντος διατάγματος δεν είναι απαραίτητη.
Όπως έχει λεχθεί από την νομολογία[3], το κριτήριο για την έκδοση ενός ενδιάμεσου διατάγματος, είναι η αδυναμία απονομής πλήρους δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο, η έννοια δε της δικαιοσύνης δεν συναρτάται με τη στενή αντίληψη της υλικής ζημίας αλλά με την ευρύτερη προστασία των δικαιωμάτων του αιτητή.
Όπως υποδεικνύεται στην Οδυσσέως[4]το Δικαστήριο, στο τελικό στάδιο, θα πρέπει να σταθμίσει κατά πόσο είναι δίκαιο και εύλογο να εκδώσει το αιτούμενο διάταγμα[5].
Οι πιο πάνω προϋποθέσεις που απαιτεί το άρθρο 32 του Ν.14/60 , κρίνονται με βάση τα γεγονότα που τίθενται ενώπιον του Δικαστηρίου, αλλά και με βάση τις διατάξεις του Νόμου που διέπει το υπό κρίση θέμα, οι οποίες στην εξεταζόμενη περίπτωση είναι τα άρθρα 6, 7 και 17 του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990, Ν.216/90.
Το άρθρο 6 του Ν.216/1990) προνοεί
«6.-(1) Κάθε απόφαση των γονέων σχετικά με την άσκηση της γονικής μέριμνας πρέπει να αποβλέπει στο συμφέρον του τέκνου.
(2)(α) Στο συμφέρον του τέκνου πρέπει να αποβλέπει και η απόφαση του Δικαστηρίου όταν, κατά τις διατάξεις του νόμου, το Δικαστήριο αποφασίζει σχετικά με την ανάθεση της γονικής μέριμνας ή με τον τρόπο της άσκησης της.
(β) Η απόφαση του Δικαστηρίου πρέπει επίσης να σέβεται την ισότητα μεταξύ των γονέων και να μην κάνει διακρίσεις με βάση το φύλο, τη γλώσσα, τη θρησκεία, τις πεποιθήσεις, την ιθαγένεια, την εθνική ή κοινωνική προέλευση ή την περιουσία.
(3) Ανάλογα με την ωριμότητα του τέκνου και στο βαθμό που μπορεί να αντιληφθεί, πρέπει να ζητείται και να συνεκτιμάται η γνώμη του πριν από κάθε απόφαση σχετικά με τη γονική μέριμνα, εφόσον η απόφαση αφορά τα συμφέροντα του».
Το Άρθρο 7 του Ν.216/90 ορίζει ότι «Αν οι γονείς διαφωνούν κατά την άσκηση της γονικής μέριμνας και το συμφέρον του τέκνου επιβάλλει να ληφθεί απόφαση, αποφασίζει το Δικαστήριο, έπειτα από αίτηση οποιουδήποτε από τους γονείς».
Στο σύγγραμμα Οικογενειακό Δίκαιο, Τρίτη έκδοση, έκδοση 2022 του Απόστολου Σ. Γεωργιάδη, στη σελίδα 606, αναφέρεται:
«Η γονική μέριμνα είναι λειτουργικό δικαίωμα, διότι η άσκηση του δεν έχει σκοπό να ικανοποιήσει μόνο τα συμφέροντα του γονέα αλλά πρωτίστως τα συμφέροντα του τέκνου».
Επίσης στη σελ. 623 αναφέρεται:
«Ως συμφέρον του τέκνου νοείται το σωματικό, υλικό, πνευματικό, ψυχικό, ηθικό και γενικότερα το κάθε είδους συμφέρον που αποσκοπεί στην ανάπτυξη του ανηλίκου σε μια ανεξάρτητη και υπεύθυνη προσωπικότητα. Στο συμφέρον του τέκνου πρέπει να αποβλέπει και η απόφαση του δικαστηρίου, όταν κατά τις διατάξεις του νόμου το δικαστήριο αποφασίζει σχετικά με την ανάθεση της γονικής μέριμνας».
Η βούλησή δε του παιδιού, αναλόγως της ωριμότητάς του, πρέπει να αναζητείται και να συνεκτιμάται[6].
Το δικαίωμα επικοινωνίας του γονέα με τον οποίο δεν ζει το παιδί, ρυθμίζεται από το άρθρο 17 του Ν.216/90, οι πρόνοιες του οποίου έχουν ως κατωτέρω:
«17.-(1) Ο γονέας με τον οποίο δε διαμένει το τέκνο διατηρεί το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας με αυτό.
(2) Σε περίπτωση διαφωνίας όσο αφορά την άσκηση του δικαιώματος, προσωπικής επικοινωνίας, αποφασίζει το Δικαστήριο.
(3) Στην απόφαση του το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη και εφαρμόζει κατ' αναλογία τις πρόνοιες του άρθρου 6».
Το δικαίωμα επικοινωνίας του παιδιού με τον γονέα με τον οποίο δεν διαμένει, εκτός εάν κάτι τέτοιο δεν είναι προς το συμφέρον του ανήλικου, όπως αντίστοιχα και το δικαίωμα επικοινωνίας του γονέα με το παιδί του, εμπίπτει στο δικαίωμα της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής που προστατεύεται από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ). Ο αποκλεισμός ή περιορισμός της επικοινωνίας είναι δυνατός για εξαιρετικά σοβαρούς λόγους, ιδίως εξαιτίας της ακαταλληλότητας του δικαιούχου
Όπως λοιπόν συνάγεται από τα πιο πάνω, καθοριστικό κριτήριο για την απόφαση του Δικαστηρίου είναι το συμφέρον του ανήλικου.
Στα πλαίσια της εκδίκασης προσωρινού διατάγματος δεν είναι επιτρεπτό για το Δικαστήριο να υπεισέλθει στις εκατέρωθεν αντικρουόμενες εκδοχές των διαδίκων και να τις εξετάσει[7]. Θα προσεγγίσει τη μαρτυρία μόνο στο βαθμό που είναι απαραίτητο για να κριθεί το επίδικο στην ενδιάμεση αίτηση ζήτημα.
Εξέταση αίτησης
Θα προχωρήσω ακολούθως και θα εξετάσω την υπό κρίση αίτηση υπό το φως των πιο πάνω αρχών και έχοντας λάβει υπόψη μου όλα όσα έχουν τεθεί ενώπιον μου και όσα μου ανέφεραν οι δύο πλευρές με τις γραπτές αγορεύσεις τους.
Αρχικά θα εξετάσω τον προβαλλόμενο λόγο ένστασης ότι ο Αιτητής δεν προσήλθε με καθαρά χέρια στο Δικαστήριο και ότι απέκρυψε ουσιώδη γεγονότα, αναφέροντας ότι παρότι η υπό κρίση αίτηση καταχωρίστηκε μονομερώς, επιδόθηκε στην άλλη πλευρά η οποία είχε την ευκαιρία να παραθέσει την δική της θέση. Συνακόλουθα ο προβαλλόμενος λόγος ένστασης δεν μπορεί να βρει έρεισμα. Όλοι δε οι αντικρουόμενοι ισχυρισμοί των διαδίκων παραμένουν ζωντανοί για να εξεταστούν κατά την εκδίκαση της κύριας διαδικασίας.
Σε σχέση με τον προβαλλόμενο λόγο ένστασης περί παρατυπίας της αίτησης και ελλιπής νομικής βάσης, δεν εξηγεί η Καθ’ ης η αίτηση σε τι συνίσταται η κατ’ ισχυρισμό παρατυπία ούτε εντοπίζεται οποιαδήποτε παρατυπία στην υπό κρίση αίτηση ή την νομική βάση αυτής ώστε να οδηγήσει στην απόρριψη της. Συνακόλουθα οι σχετικοί λόγοι ένστασης παρέμειναν μετέωροι και έκθετοι σε απόρριψη.
Θα προχωρήσω ακολούθως να εξετάσω εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων.
Όπως προκύπτει από τα όσα έχουν τεθεί ενώπιον μου οι διάδικοι απέκτησαν από τον γάμο τους δύο παιδιά τον Α. που γεννήθηκε στις XX/XX/2020 και τον Α. Ν που γεννήθηκε στις XX/XX/2021. Ο γάμος τους έχει καταρρεύσει και περί την 15/01/2024 η Καθ’ ης η αίτηση εγκατέλειψε τη συζυγική στέγη και οι διάδικοι βρίσκονται σε διάσταση.
Με τη υπό κρίση αίτηση ο Αιτητής ζητά την προσωρινή ρύθμιση του δικαιώματος επικοινωνίας του με τα ανήλικα τέκνα του μέχρι την τελική εκδίκαση της εναρκτήριας αίτησης όπου πλέον το δικαστήριο θα αποφασίσει οριστικά για την ρύθμιση όλων των ζητημάτων που αφορούν την ρύθμιση της γονικής μέριμνας των ανηλίκων. Όπως άλλωστε η ίδια η Καθ’ ης η Αίτηση αναφέρει στην ένορκη της δήλωση, στις 15/01/2024 έφυγε από τη συζυγική οικία και την επόμενη μέρα πήρε μαζί της και τα ανήλικα τέκνα των διαδίκων για να διαμένουν μαζί της. Χωρίς λοιπόν να υπεισέρχομαι στην ουσία της διαφοράς και έχοντας κατά νου ότι η πρώτη προϋπόθεση δεν εξυπακούει τίποτα περισσότερο από την αποκάλυψη συζητήσιμης υπόθεσης με βάση τις έγγραφες προτάσεις ενώ όσον αφορά τη δεύτερη προϋπόθεση, δηλαδή την ύπαρξη ορατής πιθανότητας επιτυχίας, αυτή έχει ερμηνευθεί να σημαίνει κάτι περισσότερο από απλή δυνατότητα αλλά και πολύ λιγότερο από το ισοζύγιο των πιθανοτήτων, κρίνω ότι από τα όσα έχουν τεθεί ενώπιον μου πληρούνται οι πρώτες δύο προϋποθέσεις του άρθρου 32.
Θα προχωρήσω ακολούθως να εξετάσω κατά πόσο πληρείται η τρίτη προϋπόθεση.
Όπως έχει λεχθεί από τη νομολογία, η τρίτη προϋπόθεση δεν πρέπει να συναρτάται με τη στενή αντίληψη της υλικής ζημιάς στις υποθέσεις των πολιτικών Δικαστηρίων, πόσο μάλλον στις υποθέσεις των οικογενειακών διαφορών όπως η παρούσα. Στην απόφαση Κατσουρίδης ν. Κατσουρίδης (1997) Α.Α.Δ. 415, τονίστηκαν τα ακόλουθα (σελ. 427):
«Ο εφεσείων δεν αμφισβήτησε ούτε την τρίτη προϋπόθεση από τις προϋποθέσεις της επιφύλαξης στο άρθρο 32(1). Το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρθηκε στο σύγγραμμα του David Bean, Injunctions, 5η έκδοση σελ. 149 ως προς τη δυνατότητα του Δικαστηρίου για άμεση παρέμβαση με παρεμπίπτον διάταγμα στις περιπτώσεις οικογενειακών διαφορών που απολήγουν σε πράξεις βίας ή που επηρεάζουν την ευημερία ανηλίκων για να καταλήξει πως «οι πληγωμένες σχέσεις και τα τραυματισθέντα συναισθήματα των διαδίκων και των ανηλίκων δεν αποτιμούνται σε χρήμα και δεν αποκαθίστανται μεταγενέστερα».
Οι σχέσεις των διαδίκων έχουν καταρρεύσει όπως και ο γάμος τους, η κατάρρευση όμως αυτή των σχέσεων των διαδίκων δεν θα πρέπει να αφεθεί να συμπαρασύρει σε κατάρρευση και τη ζωή των ανηλίκων και ειδικότερα το δικαίωμα των ανηλίκων να έχουν αμφότερους τους γονείς τους σε όλες τις πτυχές και τα στάδια στη ζωή τους.
Όπως ισχυρίζεται ο Αιτητής, τα ανήλικα από την γέννηση τους διέμεναν στην συζυγική οικία, όπου ο ίδιος εξακολουθεί να διαμένει, όπου τα ανήλικα διαθέτουν το υπνοδωμάτιο τους και τα κρεβατάκια τους. Η Καθ’ ης η αίτηση δεν αμφισβητεί ότι η οικία που διαμένει ο Αιτητής ήταν το σπίτι που διέμενε η οικογένεια και ότι είναι γνώριμος τόπος για τα ανήλικα και η ίδια αναφέρει ότι την επόμενη μέρα της διάστασης πήρε τα ανήλικα τέκνα των διαδίκων να διαμένουν μαζί της.
Η Καθ’ ης η αίτηση προβάλλει περαιτέρω τη θέση ότι ουδέποτε αρνήθηκε ή έθεσε οποιοδήποτε εμπόδιο στην επικοινωνία του Αιτητή με τα ανήλικα τέκνα του. Ταυτόχρονα προβάλλει με τρόπο γενικό τον ισχυρισμό ότι ο Αιτητής δεν είναι σε θέση να φροντίσει μόνος του τα ανήλικα παρά του ότι όπως προκύπτει από το τεκμήριο 2 που η ίδια επισυνάπτει στην ένορκη της δήλωση, η ίδια εισηγήθηκε στον Αιτητή ένα πρόγραμμα επικοινωνίας στο οποίο μεταξύ άλλων να περιλαμβάνονται και διανυκτερεύσεις των ανηλίκων μαζί του. Περαιτέρω τόσο από την ένορκη της δήλωση όσο και από την γραπτή αγόρευση της συνηγόρου της Καθ’ ης η αίτηση προβάλλεται η θέση ότι ο Αιτητής ασκεί επικοινωνία με τα ανήλικα η οποία περιλαμβάνει και διανυκτερεύσεις, χωρίς να προβάλλεται οποιοδήποτε πρόβλημα.
Ότι περαιτέρω προβάλλει η Καθ’ ης η αίτηση είναι ο ισχυρισμός της ότι ο Αιτητής αξιώνει μισές διανυκτερεύσεις με τα ανήλικα προκειμένου να μην της καταβάλλει διατροφή και ότι δεν είναι προς το συμφέρον των ανηλίκων το πρόγραμμα επικοινωνίας που αξιώνει ο Αιτητής καθότι ως ισχυρίζεται ότι της ανέφερε η παιδοψυχολόγος, τα ανήλικα με βάση την ηλικία τους θα πρέπει να έχουν «μια βάση».
Οι θέσεις αμφότερων των διαδίκων όπως και όλοι οι αντικρουόμενοι ισχυρισμοί των διαδίκων είναι ζητήματα που θα εξεταστούν και αξιολογηθούν στο πλαίσιο της κύριας διαδικασίας όπου το δικαστήριο θα έχει ενώπιον του το σύνολο της μαρτυρίας καθώς επίσης και την έκθεση του γραφείου ευημερίας και θα μπορεί να καταλήξει σε ευρήματα.
Όπως εξηγώ και πιο πάνω το δικαστήριο στο πλαίσιο της ενδιάμεσης διαδικασίας προσεγγίζει τη μαρτυρία με μόνο σκοπό να διαπιστώσει κατά πόσο πληρούνται ή όχι οι προϋποθέσεις έκδοσης διατάγματος. Από τα όσα δε έχουν τεθεί ενώπιον μου και αξιολογώντας αυτά στο βαθμό που είναι επιτρεπτό για τους σκοπούς της υπό κρίση διαδικασίας, δεν διαπιστώνω την ύπαρξη οποιωνδήποτε λόγων και δει εξαιρετικών που να δικαιολογούν τον περιορισμό του δικαιώματος επικοινωνίας του πατέρα με τα ανήλικα τέκνα του.
Σημειώνω ότι στο πλαίσιο της υπό κρίση διαδικασίας και έχοντας κατά νου τις πρόνοιες του άρθρου 6 του Ν. 23/1990, είχα την ευκαιρία να διενεργήσω συνέντευξη με τον ανήλικο υιό των διαδίκων Α., ηλικίας 5 ετών. Αναφορικά με τον ανήλικο Α. Ν, ηλικίας περίπου 4 ετών, αμφότερες οι πλευρές δήλωσαν ότι λόγω της πολύ μικρής του ηλικίας δεν διαθέτει την απαραίτητη ωριμότητα για να πραγματοποιηθεί η συνέντευξη μαζί του και ότι τέτοια συνέντευξη θα του προκαλούσε αχρείαστη ταλαιπωρία, θέση η οποία με βρίσκει σύμφωνη.
Αναφορικά με τον ανήλικο Α, όπως φαίνεται και από τα πρακτικά της συνέντευξης, η συνέντευξη κράτησε πολύ λίγο καθότι όπως διαπίστωσα ο ανήλικος λόγω της πολύ μικρής ηλικίας του δεν διέθετε την απαραίτητη ωριμότητα ώστε να μπορεί να συνεχιστεί η συνέντευξη. Αντίθετα διαπίστωσα ότι η περαιτέρω συνέχιση της συνέντευξης προκαλούσε αχρείαστη ταλαιπωρία στον ανήλικο και ήταν άσκοπη.
Παρά την σε γενικές γραμμές ανωριμότητα του ανήλικου, ήταν εμφανής η αγάπη του ανήλικου και προς τους δύο του γονείς αλλά και η επιθυμία του να βρίσκεται εξίσου και με τους δύο γονείς κάτι, το οποίο σαφώς και συνεκτιμάται. Εξέφρασε δε με τρόπο θετικό ότι περνά ωραία όταν βρίσκεται με τον πατέρα του και ότι επιθυμεί να περνά περισσότερο χρόνο με τον πατέρα του.
Χωρίς λοιπόν να υπεισέρχομαι στην ουσία της υπόθεσης και χωρίς να εξετάζω στο στάδιο αυτό λεπτομερώς την μαρτυρία, χωρίς να παραγνωρίζω την πολύ μικρή ηλικία των ανηλίκων και συνεκτιμώντας ότι από τα όσα έχουν τεθεί ενώπιον μου, δεν έχουν καταδειχθεί τέτοιοι λόγοι που να δικαιολογούν τον περιορισμό του δικαιώματος επικοινωνίας του πατέρα με τα ανήλικα τέκνα του και αναγνωρίζοντας ότι η συμμετοχή του πατέρα στις διάφορες χρονικές περιόδους της ζωής των παιδιών του θα είναι προς το συμφέρον των ανηλίκων και θα συμβάλει στην ανάπτυξη μιας υγιής σχέσης αυτών με αμφότερους τους γονείς τους, κρίνω ότι πληρείται και η τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32, αφού η μη ικανοποιητική και επαρκής επικοινωνία του πατέρα με τα ανήλικα τέκνα του αναπόφευκτα θα δημιουργήσει αισθήματα αποξένωσης μεταξύ τους με συνέπειες ανεπανόρθωτες. Όπως δε προκύπτει τα ανήλικα από την γέννηση τους μέχρι την διάσταση των γονέων τους διέμεναν στην συζυγική οικία, όπου εξακολουθεί να διαμένει ο Αιτητής, διαθέτοντας εκεί το δικό τους χώρο. Άλλωστε και ο ανήλικος Α. μέσα από την συνέντευξη του, παρά το ανώριμο της ηλικίας του, ήταν σε θέση να διατυπώσει με σαφήνεια και με τρόπο θετικό την ευχαρίστηση του στο να περνά περισσότερο χρόνο με τον πατέρα του, εκφράζοντας συναισθήματα χαράς σε σχέση με τον χρόνο που περνά με τον πατέρα του.
Συνεκτιμώντας λοιπόν όλα τα πιο πάνω κρίνω ότι θα είναι προς το συμφέρον των ανηλίκων η έκδοση ενός διατάγματος με το οποίο να ρυθμίζεται το δικαίωμα επικοινωνίας του Αιτητή, με τα ανήλικα τέκνα του σε ένα επιθυμητό βαθμό ώστε, να αποφευχθεί η αποξένωση των ανηλίκων με τον Αιτητή και να διατηρηθεί τέτοια επικοινωνίας μεταξύ τους που να είναι συμβατή με το Νόμο και τη Νομολογία ώσπου τα θέματα γονικής μέριμνας να επιλυθούν οριστικά από το Δικαστήριο.[8] Με την έκδοση του πιο κάτω προσωρινού διατάγματος θα ρυθμιστεί με τρόπο σταθερό η επικοινωνία των ανηλίκων με τον πατέρα τους, κάτι το οποίο σαφώς και θα είναι προς όφελος των ανηλίκων ενόψει των τεταμένων σχέσεων των διαδίκων και της διαφωνίας τους σε σχέση με την ρύθμιση του ζητήματος αυτού. Περαιτέρω θα εξασφαλιστεί ικανοποιητική επικοινωνία του Αιτητή με τα ανήλικα τέκνα του και συνακόλουθα δεν θα ελλοχεύει ο κίνδυνος αποξένωσης τους μέχρι την εκδίκαση της κύριας διαδικασίας, όπου πλέον το ζήτημα θα ρυθμιστεί με τρόπο τελικό. Για όλους λοιπόν τους λόγους που εξηγώ πιο πάνω, κρίνω ότι πληρείται και η τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32 και το ισοζύγιο της ευχέρειες κλίνει υπέρ της έκδοσης του προσωρινού διατάγματος.
Υπο το φως των πιο πάνω, κρίνω ότι θα είναι προς το συμφέρον των ανηλίκων όπως εκδοθεί προσωρινό διάταγμα με το οποίο να ρυθμίζεται το δικαίωμα επικοινωνίας του Αιτητή με τα ανήλικα τέκνα του την πρώτη εβδομάδα εφαρμογής του διατάγματος την Τετάρτη από η ώρα 14:00μ.μ μέχρι την Παρασκευή η ώρα 09:00π.μ με δικαίωμα διανυκτέρευσης, και την δεύτερη εβδομάδα εφαρμογής του παρόντος διατάγματος την Τρίτη από η ώρα 14:00μ.μ μέχρι τις 19:00μ.μ της ίδιας ημέρας χωρίς διανυκτέρευση και την Παρασκευή από η ώρα 14:00μ.μ μέχρι την Κυριακή η ώρα 19:00μ.μ με δικαίωμα διανυκτέρευσης.
Συνακόλουθα εκδίδεται προσωρινό διάταγμα με το οποίο ρυθμίζεται το δικαίωμα επικοινωνίας του Αιτητή με τα ανήλικα τέκνα του Α. Γ, και Α. Ν.Γ, ως ακολούθως:
Β) Την δεύτερη εβδομάδα εφαρμογής του παρόντος διατάγματος την Τρίτη από η ώρα 14:00μ.μ μέχρι τις 19:00μ.μ χωρίς διανυκτέρευση και την Παρασκευή από η ώρα 14:00μ.μ μέχρι την Κυριακή η ώρα 19:00μ.μ με δικαίωμα διανυκτέρευσης.
ούτω καθεξής και εναλλάξ
Ο Αιτητής θα παραλαμβάνει τα ανήλικα τέκνα του από το σχολείο στο οποίο φοιτούν και θα τα παραδίδει στη λήξη του δικαιώματος επικοινωνίας τους στο σχολείο που φοιτούν. Όπου ο χρόνος παράδοσης είναι εκτός ωρών σχολείου θα τα παραδίδει στο τόπο διαμονής της Καθ’ ης η αίτηση. Σε περίπτωση αργίας ή που για οποιοδήποτε λόγο τα ανήλικα δεν θα πάνε στο σχολείο, ως τόπος παράδοσης και παραλαβής των ανηλίκων καθορίζεται ο τόπος διαμονής της Καθ’ ης η αίτηση.
Ο Αιτητής διατάσσεται όπως παραλαμβάνει και παραδίδει τα ανήλικα από και προς την Καθ’ ης η αίτηση, ως προνοείται ανωτέρω, και
Η Καθ’ ης η αίτηση διατάσσεται όπως παραδίδει και παραλαμβάνει τα ανήλικα στον και από τον Αιτητή, ως προνοείται ανωτέρω,
Το διάταγμα καθίσταται απόλυτο μέχρι την εκδίκαση της κύριας διαδικασίας και/ή μέχρι νεότερης διαταγής του δικαστηρίου και ισχύει από την έκδοση του.
Τα έξοδα ακολουθώντας το αποτέλεσμα της διαδικασίας επιδικάζονται υπέρ του Αιτητή και εναντίον της Καθ’ ης η αίτηση, όπως υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
[Υπ.] ………………………….
Ν. Παπακωνσταντίνου Πότση, Δ.
Πιστόν Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
[1] βλ. Οδυσσέως v. Pieris Estates (1982) 1 Α.Α.Δ. 557, Κυτάλα κ.ά. v. Χρυσάνθου κ.α. (1996) 1 (Α) Α.Α.Δ. 253, Κ.Ο.Τ. v. Θεωρή (1989) 1 (Ε) Α.Α.Δ. 255, M. Ch. Mitsingas Tr. Ltd κ.ά. v. Timberland (1997) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1791, Parico Aluminium Designs Ltd. v. Muskita Aluminium Co. Ltd. κ. ά. (2002) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 2015 κ.α
[2][2] Βλ. ανωτέρω.
[3] Mitsingas Ltd v. Timberland (1997) 1 ΑΑΔ 1791
[4] Βλ. ανωτέρω
[5] βλ. Ιπποδρομιακή Αρχή v. Χ" Βασίλη (1989) 1 Α.Α.Δ. (Ε) 152
[6] βλ. Στυλιανού ν. Στυλιανού (1993) 1 ΑΑΔ 130, Πασιαρδή ν. Θεοδοσίου (2004) 1 ΑΑΔ 338, Π. Ε. ν. K R U, Έφεση Αρ. 23/2018, 3/12/2019
[7] Ν.Γ.Χ. ν. Τ.L., Έφ. Αρ.32/2021, ημερ.23.6.2022
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο