Αίτηση από τη Βουλγαρία στη βάση του άρθρου 56(1)(β) για εκτέλεση διατάγματος διατροφής κατά του Χ. Χ., Αρ. Αίτησης: 2/2023, 19/6/2025
print
Τίτλος:
Αίτηση από τη Βουλγαρία στη βάση του άρθρου 56(1)(β) για εκτέλεση διατάγματος διατροφής κατά του Χ. Χ., Αρ. Αίτησης: 2/2023, 19/6/2025

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ

Ενώπιον: Ν. Παπακωνσταντίνου Πότση, Δ.

Αρ. Αίτησης: 2/2023

 

Ευρωπαϊκός Κανονισμός (Ε.Κ) αρ. 4/2009 για τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων και τη συνεργασία σε θέματα υποχρεώσεων διατροφής

 

Αίτηση από τη Βουλγαρία στη βάση του άρθρου 56(1)(β) για εκτέλεση διατάγματος διατροφής κατά του Χ. Χ.

 

Ημερομηνία: 19 Ιουνίου, 2025

 

Εμφανίσεις:

Για την Αιτήτρια:  κα Θ. Κουμή, Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

 

Για τον Καθ’ ου η αίτηση: Νίκος Νικολάου για Νικόλας Γ. Νικολάου & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

Η I.A.A. υπέβαλε μέσω του έντυπου VI δυνάμει του άρθρου 56(1)(β) του Ευρωπαϊκού Κανονισμού αρ. 4/2009 αίτηση για εκτέλεση της απόφασης διατροφής που εκδόθηκε στις 26/10/2022 από Δικαστήριο Regional Court- Town of Svishton στη Βουλγαρία κατά του υπόχρεου της διατροφής Χ. Χ, αναφορικά με τα ανήλικα τέκνα του A.Χ (ημερ. Γέννησης XX/XX//2012) και Μ. Π. Χ (ημερ. Γέννησης XX/XX/2014).

Στη βάση της ένορκης δήλωσης της I.A. A ημερομηνίας 16/06/2023, η οποία συνοδευόταν από τα έντυπα καθυστερημένων οφειλών, εκδόθηκε στο πλαίσιο της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αίτησης, κλήση ημερομηνίας 14/09/2023, σύμφωνα με το Άρθρο 124Α του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφάλαιο 155.  Με αυτήν καλείτο ο Καθ' ου η αίτηση όπως εμφανιστεί στο Δικαστήριο, για να εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους παρέλειψε να συμμορφωθεί με το διάταγμα διατροφής και ειδικότερα γιατί παρέλειψε να πληρώσει το ποσό των €2.127,46, το οποίο αφορά διατροφές ως αναφέρεται στην ένορκη δήλωση της μητέρας των ανηλίκων και στο έντυπο καθυστερημένων διατροφών που την συνοδεύει.

Ο Καθ’ ου η αίτηση αντέδρασε καταχωρώντας ένσταση, η οποία στηρίζεται στην ένορκη του δήλωση ημερομηνίας 17/01/2024, προβάλλοντας τους πιο κάτω λόγους ένστασης.

«1        Η παρούσα αίτηση γίνεται καταχρηστικά και κακόπιστα από την Αιτήτρια και όχι με γνώμονα το καλώς νοούμενο συμφέρον των ανήλικων τέκνων των διαδίκων.

2.         Ο Καθ’ ου η αίτηση ανέκαθεν συνείσφερε οικειοθελώς, χωρίς να του έχει επιδοθεί οποιαδήποτε διάταγμα διατροφής και/ή οποιαδήποτε αίτηση διατροφής, στη διατροφή των ανήλικων τέκνων του και εν πάση περιπτώσει  το κατ’ ισχυρισμό οφειλόμενο ποσό το οποίο αξιώνει η Αιτήτρια έχει καταβληθεί από τον Καθ’ ου η αίτηση.

3.         Η Αιτήτρια καταχράζεται δικαστικές διαδικασίες και σπαταλά πολύτιμο δικαστικό χρόνο, προωθώντας εκδικητικές αιτήσεις εναντίον του Καθ’ ου η Αίτηση επιζητώντας συνεισφορά στη διατροφή των ανήλικων τέκνων των διαδίκων από τον τελευταίο, η οποία καταβάλλεται δεόντως.

4.          Ή έκδοση διατάγματος φυλάκισης για κατ’ ισχυρισμό οφειλόμενη διατροφή που έχει καταβληθεί και/ή λόγω αδυναμίας καταβολής κατ’ ισχυρισμό οφειλόμενης διατροφής είναι εκδήλως παράνομη, παραβιάζουσα τις διατάξεις του Άρθρου 11 του Συντάγματος, του Άρθρου 5 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και του Άρθρου 1 του Πρωτόκολλου 4 της Σύμβασης.

5.         Η Αιτήτρια παραβιάζει το δικαίωμα του Καθ’ ου η αίτηση σε δίκαιη δίκη».

Η πλευρά της Αιτήτριας μετά που έλαβε την ένσταση του Καθ’ ου η αίτηση ζήτησε επανειλημμένως χρόνο από το Δικαστήριο προκειμένου να προβεί σε περαιτέρω νομικά διαβήματα καθυστερώντας με αυτό το τρόπο τη διαδικασία και η υπόθεση επαναορίστηκε αρκετές φορές σε νέες ημερομηνίες κατόπιν αιτήματος της πλευράς της Αιτήτριας. Στις 3/10/2024 η πλευρά της Αιτήτριας καταχώρησε συμπληρωματική ένορκη δήλωση την οποία υπογράφει η I.A.A. Ακολούθως την 01/11/2024 καταχωρίστηκε συμπληρωματική ένορκη δήλωση και από την πλευρά του Καθ’ ου η αίτηση.

Στη συνέχεια καταχωρίστηκε αίτηση αντεξέτασης από την πλευρά του Καθ’ ου η αίτηση, η οποία όμως απορρίφθηκε κατόπιν ακρόασης και η υπόθεση οδηγήθηκε σε ακρόαση με γραπτές αγορεύσεις.

Δεν θεωρώ ότι θα εξυπηρετήσει οποιοδήποτε σκοπό η παράθεση αυτούσιου του περιεχομένου των ενόρκων δηλώσεων των μερών, στο περιεχόμενο των οποίων θα αναφερθώ κατωτέρω όπου θεωρώ σκόπιμο, οι οποίες έχουν δεόντως ληφθεί υπόψη.

Νομική Πτυχή

Η υπό κρίση διαδικασία στηρίζεται στον Ευρωπαϊκό Κανονισμό (Ε.Κ) αρ. 4/2009, στο εξής ο «Κανονισμός», ο οποίος εφαρμόζεται στις υποχρεώσεις διατροφής που απορρέουν από οικογενειακές σχέσεις ή σχέσεις συγγένειας, γάμου ή αγχιστείας (άρθρο 1). 

 

Ο Κανονισμός εφαρμόζεται χωρίς να παρίσταται ανάγκη ιδιαίτερου καθορισμού πρακτικής και διαδικασίας και είναι αρκετό για την ενεργοποίηση της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, η υποβολή αίτησης δυνάμει του Κανονισμού και του σχετικού εντύπου του Κανονισμού.[1]

 

Το άρθρο 56 του Κανονισμού προνοεί τα ακόλουθα:

1. Δικαιούχος διατροφής που επιδιώκει την είσπραξη διατροφής δυνάμει του παρόντος κανονισμού δύναται να υποβάλλει τις ακόλουθες αιτήσεις:

    ........... 

    β)   την εκτέλεση απόφασης που έχει ληφθεί ή αναγνωρισθεί στο κράτος μέλος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση

Βασικός σκοπός του Κανονισμού[2] όπως διαλαμβάνεται στην παρ. 9 του προοιμίου του Κανονισμού είναι:

 

       «Ο δικαιούχος διατροφής  θα πρέπει να είναι σε θέση να επιτυγχάνει εύκολα, σε ένα κράτος μέλος, απόφαση που θα είναι αυτομάτως εκτελεστή σε άλλο κράτος μέλος χωρίς να απαιτείται καμία διαδικασία».

Το άρθρο 17 του Κανονισμού προνοεί :

  «Οι αποφάσεις που εκδίδονται σε κράτος μέλος που δεσμεύεται από το Πρωτόκολλο της Χάγης του 2007 αναγνωρίζονται σε άλλο κράτος μέλος χωρίς να πρέπει να εφαρμοσθεί καμία διαδικασία και χωρίς δυνατότητα προσβολής της αναγνωρίσεώς τους.

2.   Οι αποφάσεις που εκδίδονται σε κράτος μέλος το οποίο δεσμεύεται από το Πρωτόκολλο της Χάγης του 2007, οι οποίες είναι εκτελεστές στο εν λόγω κράτος, είναι εκτελεστές σε άλλο κράτος μέλος χωρίς να απαιτείται να κηρυχθεί η εκτελεστότητά τους».

Στο Άρθρο 20 του Κανονισμού αναφέρονται τα έγγραφα που θα πρέπει να προσκομιστούν για σκοπούς εκτέλεσης απόφασης σε άλλο κράτος. 

 

Στο άρθρο 41 του Κανονισμού προνοείται :

“1.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, η διαδικασία εκτέλεσης αποφάσεων που εκδόθηκαν σε άλλο κράτος μέλος διέπεται από το δίκαιο του κράτους μέλους της εκτέλεσης. Απόφαση που έχει εκδοθεί σε κράτος μέλος και είναι εκτελεστή στο κράτος μέλος εκτέλεσης εκτελείται υπό τους ίδιους όρους με τις αποφάσεις που εκδίδονται στο τελευταίο αυτό κράτος μέλος εκτέλεσης.

2.   Ο διάδικος που επιδιώκει την εκτέλεση απόφασης που εκδόθηκε σε άλλο κράτος μέλος δεν απαιτείται να έχει, στο κράτος μέλος εκτέλεσης, ταχυδρομική διεύθυνση ούτε εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, εκτός των αρμόδιων επί της διαδικασίας εκτέλεσης προσώπων.”

 

Κατ' εφαρμογή των προαναφερόμενων προνοιών του πιο πάνω Κανονισμού, το ημεδαπό δίκαιο που ρυθμίζει τα ζητήματα εκτέλεσης διαταγμάτων διατροφής καθώς και την είσπραξη τους, προνοεί στο άρθρο 40 του περί σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου 216/90, που υπό τον τίτλο 'Εκτέλεση' τα ακόλουθα։

 

«40. Τα διατάγματα διατροφής που εκδίδονται δυνάμει των προνοιών του παρόντος Νόμου μπορούν να εκτελεσθούν και ως χρηματικές ποινές σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου νόμου που τον καταργεί ή τον τροποποιεί».

 

Το άρθρο 124Α του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου (Κεφ. 155),  όπως τροποποιήθηκε, προνοεί τη διαδικασία που ακολουθείται λόγω παράλειψης πληρωμής διατροφής:

      «124Α.(1)  Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των άρθρων 118 έως 124 του παρόντος Μέρους, στις περιπτώσεις που πρόσωπο παραλείπει να συμμορφωθεί με διάταγμα διατροφής, που εκδίδεται δυνάμει του περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμου και του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου, το πρόσωπο προς όφελος του οποίου εκδόθηκε το διάταγμα δύναται να καταχωρίσει στο Δικαστήριο ένορκη δήλωση για την έκδοση εντάλματος φυλάκισης του προσώπου που παρέλειψε να συμμορφωθεί και το Δικαστήριο, αφού καλέσει το επηρεαζόμενο πρόσωπο να εμφανιστεί ενώπιον του κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (2), δύναται να εκδώσει ένταλμα φυλάκισης εναντίον του επηρεαζόμενου προσώπου για την περίοδο που ορίζεται στο ένταλμα και για τέτοια περαιτέρω περίοδο στην οποία το πρόσωπο δυνατό να υπόκειται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 128 σε σχέση με τα έξοδα εκτέλεσης του εντάλματος φυλάκισης.

      (2)  Για να καταστεί δυνατή η εμφάνιση του επηρεαζόμενου προσώπου και να εκδοθεί το ένταλμα φυλάκισης δυνάμει του παρόντος άρθρου, το Δικαστήριο καλεί γραπτώς το επηρεαζόμενο πρόσωπο να εμφανιστεί ενώπιον του κατά την καθοριζόμενη στην κλήση ημερομηνία, που ορίζεται το αργότερο εντός δεκαπέντε ημερών από την καταχώριση της ένορκης δήλωσης, για να εξηγήσει τους λόγους γιατί παρέλειψε να συμμορφωθεί με το διάταγμα διατροφής και τον πληροφορεί ότι σε περίπτωση μη εμφάνισής του το ένταλμα φυλάκισης δύναται να εκδοθεί:

Η επίδοση της κλήσης σύμφωνα με το παρόν άρθρο γίνεται στον καθορισμένο τύπο και δύναται να επιτευχθεί με την αποστολή της κλήσης στο επηρεαζόμενο πρόσωπο με το σύνηθες ταχυδρομείο με επιστολή που απευθύνεται σε αυτό στον τελευταίο γνωστό ή το συνήθη τόπο διαμονής του».

Το Δικαστήριο εφαρμόζοντας τις πρόνοιες της παραπάνω διάταξης κάλεσε τον  Καθ’ ου η Αίτηση να εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους παρέλειψε να συμμορφωθεί με το διάταγμα διατροφής, δίνοντας του έτσι την ευκαιρία να ακουστεί επί του θέματος. Συνακόλουθα ακολουθήθηκε η προβλεπόμενη από τον νόμο διαδικασία.

Αρχικά θα εξετάσω το λόγο ένστασης που προβάλλει ο Καθ’ ου η αίτηση ότι ουδέποτε του επιδόθηκε το διάταγμα διατροφής, αφού για να συμμορφωθεί ένα πρόσωπο με κάποιο διάταγμα αυτό εξυπακούει ότι θα πρέπει να έχει λάβει γνώση προηγουμένως του διατάγματος.

Στην ένορκη δήλωση της I.A. ημερομηνίας 16/06/2023, στη βάση της οποίας εκδόθηκε η υπό κρίση κλήση, αναφέρεται ότι το διάταγμα διατροφής επιδόθηκε στον Καθ’ ου η αίτηση την 12/08/2022.

Ο Καθ’ ου η αίτηση αρνείται ότι του επιδόθηκε το διάταγμα διατροφής και ισχυρίζεται ότι από το 2017, που όπως ισχυρίζεται τον εγκατέλειψε η Αιτήτρια, της κατέβαλλε οικειοθελώς διάφορα ποσά ως διατροφή στο λογαριασμό που του είχε υποδείξει η Αιτήτρια χωρίς όμως να γνωρίζει την ύπαρξη του διατάγματος διατροφής, το οποίο όπως αναφέρει εκδόθηκε ερήμην του χωρίς να του επιδοθεί η αίτηση διατροφής.

Προβάλλει τη θέση ότι το ποσό που αναφέρεται στη κλήση το κατέβαλε στην Αιτήτρια όχι επειδή γνώριζε την ύπαρξη του διατάγματος διατροφής αλλά ως ευσυνείδητος πατέρας.  Από το τεκμήριο 2  που επισυνάπτεται στην ένορκη του δήλωση ημερομηνίας 17/01/2024, πράγματι προκύπτει να γίνονταν καταβολές ποσών από τον Καθ’ ου η αίτηση και πριν από τον χρόνο έκδοσης της απόφασης στην Βουλγαρία. Άλλωστε ούτε η πλευρά της Αιτήτριας δεν αμφισβήτησε την καταβολή ποσών από τον Καθ’ ου η αίτηση και πριν την έκδοση της απόφασης στη Βουλγαρία.

 Στην συμπληρωματική ένορκη δήλωση που καταχώρησε ο Καθ’ ου η αίτηση, επαναλαμβάνει τη θέση ότι δεν του είχε επιδοθεί το διάταγμα διατροφής πριν την έναρξη της παρούσας διαδικασίας και ότι έλαβε γνώση του διατάγματος διατροφής που εκδόθηκε στη Βουλγαρία στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, θέση την οποία προωθεί ο συνήγορος του και μέσα από τη γραπτή του αγόρευση.

Η πλευρά της Αιτήτριας μετά την καταχώρηση της ένστασης του Καθ’ ου η αίτηση ζήτησε άδεια να καταχωρήσει συμπληρωματική ένορκη δήλωση. Στην συμπληρωματική ένορκη δήλωση που καταχώρησε περιορίστηκε απλά στο να αναφέρει με τρόπο γενικό ότι ο Καθ’ ου η αίτηση ήταν ενήμερος ότι εκδόθηκε απόφαση εναντίον του από το Δικαστήριο στη Βουλγαρία και ότι η ίδια θα προχωρούσε σε διαδικασία εναντίον του μέσω του Υπουργείου Δικαιοσύνης, χωρίς ωστόσο να επισυνάπτει οποιοδήποτε έγγραφο, όπως εύλογα θα αναμενόταν, που αν μη τι άλλο να επιβεβαιώνει τον ισχυρισμό της περί επίδοσης του διατάγματος διατροφής στο Καθ’ ου η αίτηση. Στην απουσία λοιπόν οποιουδήποτε εγγράφου ή άλλου αποδεικτικού που να αποδεικνύει τον ισχυρισμό της πλευράς της Αιτήτριας ότι πράγματι το διάταγμα διατροφής που εκδόθηκε από το Δικαστήριο Regional court-Town of Svishtov επιδόθηκε στο Καθ’ ου η αίτηση ως η ίδια ισχυρίζεται στην αρχική της ένορκη δήλωση, θέση την οποία όπως εξηγώ αρνείται κατηγορηματικά ο Καθ’ ου η αίτηση, ο εν λόγω ισχυρισμός της Αιτήτριας ότι δηλαδή το διάταγμα διατροφής πράγματι επιδόθηκε στο Καθ’ ου η αίτηση πριν την έκδοση της υπό κρίση κλήσης παρέμεινε μετέωρος και έκθετος σε απόρριψη. Άλλωστε η προβαλλόμενη από την Αιτήτρια στην αρχική της ένορκη δήλωση ως ημερομηνία επίδοσης του διατάγματος διατροφής (12/08/2022) είναι προγενέστερη του χρόνου έκδοσης του διατάγματος διατροφής (ημερομηνίας 26/10/2022).

Το άρθρο 41 του Κανονισμού προνοεί ότι «Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, η διαδικασία εκτέλεσης αποφάσεων που εκδόθηκαν σε άλλο κράτος μέλος διέπεται από το δίκαιο του κράτους μέλους της εκτέλεσης. Απόφαση που έχει εκδοθεί σε κράτος μέλος και είναι εκτελεστή στο κράτος μέλος εκτέλεσης εκτελείται υπό τους ίδιους όρους με τις αποφάσεις που εκδίδονται στο τελευταίο αυτό κράτος μέλος εκτέλεσης».

(*υπογράμμιση και έμφαση από το Δικαστήριο)

Αφ’ ης στιγμής η διαδικασία εκτέλεσης διέπεται από το δίκαιο του κράτους μέλους της εκτέλεσης και εκτελείται υπό τους ίδιους όρους με τις αποφάσεις που εκδίδονται στο κράτος μέλος εκτέλεσης, η πλευρά της Αιτήτριας όφειλε πριν την καταχώρηση της ένορκης της δήλωση στη βάση της οποίας εκδόθηκε η υπό κρίση κλήση, να μεριμνούσε για την επίδοση του διατάγματος διατροφής στο Καθ’ ου η αίτηση, κάτι το οποίο απέτυχε να αποδείξει ότι έπραξε.

 Η γνώση από μέρους του Καθ’ ου η αίτηση του διατάγματος διατροφής με το οποίο είχε υποχρέωση να συμμορφωθεί, αποτελεί προϋπόθεση για την στοιχειοθέτηση αιτήματος για έκδοση εντάλματος φυλάκισης του και είναι συνυφασμένη με την αρχή της Φυσικής Δικαιοσύνης. Άλλωστε και η πλευρά της Αιτήτριας αναγνωρίζοντας την υποχρέωση για επίδοση του διατάγματος διατροφής παραπέμπει με  την γραπτή της αγόρευση στην Mardon Jason Mark (2011) 1 ΑΑΔ 1537, στην οποία αποφασίστηκε ότι τα εκδοθέντα εντάλματα φυλάκισης ήταν άκυρα επειδή, μεταξύ άλλων, το διάταγμα διατροφής ουδέποτε επιδόθηκε προσωπικά στον εκεί αιτητή. Στο σύγγραμμα Διατάγματα στο Οικογενειακό Δίκαιο, Σωτήρης Αθ. Λιασίδης, 2018, σελ 186, με αναφορά στην πιο πάνω απόφαση υποδεικνύεται ότι το διάταγμα διατροφής επιβάλλεται όπως επιδοθεί προηγουμένως στον υπόχρεο της διατροφής.

Όπως επίσης εξηγείται από τον Πρόεδρο, όπως ήταν τότε, του Οικογενειακού Δικαστηρίου Γ.Α. Σεργίδη στην πρωτόδικη απόφαση Μαρίας Ζωγράφου ν Αντώνη Αντωνίου[3], η οποία αν και μη είναι δεσμευτική είναι καθοδηγητική και συμφωνώ με την προσέγγιση επί του ζητήματος :

«Η προσωπική επίδοση ενός διατάγματος διατροφής είναι αναγκαία για την εκτέλεσή του με την έκδοση εντάλματος φυλακίσεως ή για να στοιχειοθετηθεί αίτηση παρακοής. Αφ’ ης στιγμής ένα Διάταγμα επιδόθηκε προσωπικά, τότε σε περίπτωση παράλειψης καταβολής διατροφής του οφειλόμενου ποσού διατροφής, δύναται να στοιχειοθετηθεί λόγος για έκδοση φυλακιστηρίου, ακόμα και για διατροφή που οφείλεται για περίοδο πριν από την επίδοση του διατάγματος. Τούτο δε, γιατί το Διάταγμα του Δικαστηρίου ισχύει ανεξαρτήτως αν επιδόθηκε ή όχι, και η υποχρέωση για καταβολή του οφειλόμενου ποσού διατροφής παραμένει και συνεχίζεται μέχρι την καταβολή του στον δικαιούχο. Η επίδοση του Διατάγματος αποτελεί προϋπόθεση μόνο για στοιχειοθέτηση αιτήματος για έκδοση εντάλματος φυλάκισης ή αίτησης για παρακοή σε διάταγμα διατροφής, και όχι για να ενεργοποιήσει την υποχρέωση για καταβολή διατροφής, η οποία, όπως προελέχθη, υφίσταται, και ως εκ τούτου, δεν χρειάζεται ενεργοποίηση».

Η πλευρά της Αιτήτριας στη γραπτή της αγόρευση εισηγείται ότι εάν ο Καθ’ ου η αίτηση επιθυμούσε να προσβάλλει την Απόφαση του Δικαστηρίου της Βουλγαρίας θα έπρεπε να το πράξει ακολουθώντας την προβλεπόμενη από τον Κανονισμό διαδικασία.

Ο Κανονισμός στο άρθρο 19 προβλέπει το δικαίωμα υποβολής αίτησης ελέγχου σε περίπτωση που δεν κοινοποιήθηκε ή δεν επιδόθηκε εγκαίρως στον ερημοδικήσαν το εισαγωγικό έγγραφο της δίκης ή σε περίπτωση που ο εναγόμενος δεν είχε τη δυνατότητα να αμφισβητήσει την αξίωση διατροφής χωρίς δική του υπαιτιότητα. Προνοεί δε συγκεκριμένη προθεσμία εντός της οποίας δύναται να καταχωριστεί αίτηση ελέγχου.

Το άρθρο αυτό όμως του κανονισμού θεωρώ ότι αφορά τη διαδικασία ελέγχου της απόφασης που εκδόθηκε στο κράτος μέλος προέλευσης. Το αν όμως ο Καθ’ ου η αίτηση επέλεξε να ασκήσει ή όχι το προβλεπόμενο από τον Κανονισμό δικαίωμα του για έλεγχο της απόφασης, είναι διαφορετικό από την υποχρέωση της Αιτήτριας να του επιδώσει το διάταγμα διατροφής ως προϋπόθεση για την στοιχειοθέτηση αιτήματος για έκδοση εντάλματος φυλάκισης.

Η Αιτήτρια στην γραπτή της αγόρευση επικαλείται επίσης την εφαρμογή του άρθρου 32 του Κανονισμού, το οποίο όμως περιλαμβάνεται στο Τμήμα 2 του Κανονισμού που αφορά αποφάσεις εκδιδόμενες σε κράτος μέλος το οποίο δεν δεσμεύεται από το Πρωτόκολλο της Χάγης του 2007. Στην υπό κρίση περίπτωση δεν τυγχάνει εφαρμογής το άρθρο 32 που προνοεί την δυνατότητα καταχώρησης προσφυγής κατά της απόφασης επί της αιτήσεως κήρυξης της εκτελεστότητας και αυτό γιατί οι αποφάσεις που εκδίδονται σε κράτος μέλος που δεσμεύεται από το Πρωτόκολλο της Χάγης (όπως η Κύπρος και η Βουλγαρία) είναι εκτελεστές χωρίς να απαιτείται να κηρυχθεί η εκτελεστότητα τους.[4]

Η πλευρά της Αιτήτριας έχοντας ζητήσει επανειλημμένως χρόνο από το Δικαστήριο προκειμένου να παρουσιάσει νέα στοιχεία και έχοντας λάβει άδεια για καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, θα μπορούσε πολύ απλά να επισυνάψει το έγγραφο/ένορκη δήλωση επίδοσης του διατάγματος διατροφής στον Καθ’ ου η αίτηση, εάν πράγματι αυτό είχε επιδοθεί, ως η ίδια ισχυρίζεται. Η αποτυχία της Αιτήτριας να αποδείξει την επίδοση του διατάγματος διατροφής στον Καθ’ ου η αίτηση πριν από την καταχώρηση της ένορκης της δήλωσης στη βάση της οποίας εκδόθηκε η υπό κρίση κλήση δεν μπορεί παρά να αποβεί μοιραία για την τύχη της υπό κρίση κλήσης για τους λόγους που εξηγώ πιο πάνω.

Ενόψει της πιο πάνω κατάληξης μου παρέλκει η ανάγκη για εξέταση των υπόλοιπων λόγων ένστασης.

            Συνακόλουθα, υπό το φως των όσων αναφέρω πιο πάνω η κλήση ημερομηνίας 14/09/2023 απορρίπτεται.

Τα έξοδα επιδικάζονται σε βάρος της Αιτήτριας και υπέρ του Καθ’ ου η αίτηση όπως υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

                                                                       

 [Υπ.] .…..……….……………………….

                                                                                        Ν. Παπακωνσταντίνου Πότση, Δ.

 

Πιστόν Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής

 



[2] Αίτηση της Κεντρικής Αρχής της Λιθουανίας ημερομηνίας 18/07/2013, Αναφορικά με τον Χαράλαμπο Φυλακτού, (Έφεση με Αρ. 20/2014)

[3] Αρ. Αίτησης 22/2003 Μαρίας Ζωγράφου ν Αντώνη Αντωνίου, Απόφαση ημερομηνίας 30/07/2013 που αφορούσε κλήση βάση του άρθρου 124Α του Κεφ.155

[4] Άρθρο 17 του Κανονισμού.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο