Α. Θ. ν. Χ. Ψ., Αρ. Αίτησης: 17/2019, 11/1/2021

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΓΟΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ

 

ΕΝΩΠΙΟΝ:  Μ. Τσαγγαρίδη, Πρ. Οικ. Δ.

Αρ. Αίτησης:  17/2019

Μεταξύ:

Α. Θ.

Αιτήτριας

και

Χ. Ψ.

Καθ΄ ου η Αίτηση

-----------------------------------

Αίτηση δια κλήσεως στην ανταπαίτηση ημερομ. 3/6/2020

 

11 Ιανουαρίου 2021

 

Για Καθ’ ου η αίτηση - Αιτητή: κα Σάββα για Κλεόπα & Παρασκευά Δ.Ε.Π.Ε.

Για Αιτήτρια – Καθ’ ης η αίτηση: κ. Φλωρίδης για Μ. Γ. Φλωρίδης & Σία Δ.Ε.Π.Ε.

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Οι διάδικοι είναι οι γονείς του ανήλικου Δ. που γεννήθηκε στις 20/12/17. Ο ανήλικος είναι ο καρπός της σχέσης που σύνηψαν οι διάδικοι, κατά τις αρχές του 2016. Η εν λόγω σχέση των διαδίκων κατέρρευσε την 8/1/19. Ο Καθ’ ου η αίτηση, σημειώνεται ότι προέβηκε σε εκούσια αναγνώριση του ανηλίκου, νομική πράξη η οποία, σύμφωνα με το άρθρο 16 του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου (Ν.216/90), συνεπάγεται την απόκτηση γονικής μέριμνας και από τον πατέρα, αλλά και την υποχρέωση συνεισφοράς του στη διατροφή του ανηλίκου, σύμφωνα με το άρθρο 33(1) του πιο πάνω νόμου.

 

Το γεγονός της κατάρρευσης της σχέσης των διαδίκων σε συνδυασμό με το γεγονός της εκούσιας αναγνώρισης, αποτελεί τον νομιμοποιητικό αλλά και πραγματικό λόγο της προσφυγής της Αιτήτριας – Καθ’ ης η αίτηση (κατωτέρω μητέρας) στο Οικογενειακό Δικαστήριο.

 

Συγκεκριμένα, η μητέρα, στις 15/1/19, καταχώρησε εναρκτήρια αίτηση ρύθμισης της γονικής μέριμνας του παιδιού τους, η οποία ρύθμιση, δικογραφικά, συγκεκριμενοποιείται στην ανάθεση σε αυτή της φύλαξης, φροντίδας και τόπου διαμονής του παιδιού και περαιτέρω σε ρύθμιση του δικαιώματος επικοινωνίας του Καθ’ ου η αίτηση - Αιτητή (κατωτέρω ο πατέρας).

 

Παράλληλα, την ίδια ημέρα, η μητέρα καταχώρισε και μονομερή αίτηση με αντικείμενο την ίδια ρύθμιση, με αυτή της εναρκτήριας αίτησης.

 

Στις 17/1/19, ο τότε Πρόεδρος του Δικαστηρίου, επιλαμβανόμενος της μονομερούς αιτήσεως, εξέδωσε προσωρινό διάταγμα με το οποίο ανατέθηκε στη μητέρα η φύλαξη και φροντίδα του παιδιού και καθορίστηκε ως τόπος διαμονής του παιδιού ο τόπος διαμονής της μητέρας.

 

Ο πατέρας, στις 31/1/19, καταχώρησε ένσταση.

 

Η πορεία και η κατάληξη της ενδιάμεσης αίτησης και συνακόλουθα του προσωρινού διατάγματος, αποτυπώνεται στο πιο κάτω απόσπασμα από το πρακτικό του Δικαστηρίου ημερ. 1/2/19:

 

«κα Κλεόπα: Δεν θα προβούμε σε ακρόαση. Κύριε Πρόεδρε, χωρίς παραδοχή των ισχυρισμών της άλλης πλευράς, δέχομαι ως προς το προσωρινό διάταγμα ημερομηνίας 17/01/19 γίνει απόλυτο, και επιπρόσθετα ζητούμε από κοινού όπως ρυθμιστεί το δικαίωμα επικοινωνίας του Καθ' ου η Αίτηση με το ανήλικο τέκνο του Δ., ως ακολούθως:

 

·           Κάθε Τετάρτη από η ώρα 12:00 μ. έως η ώρα 2:00 μ.μ.

·           Κάθε Σάββατο από η ώρα 10:00 π.μ. έως η ώρα 12:00 μ., στον τόπο διαμονής του ανηλίκου και της αιτήτριας με τη διακριτική παρουσία της αιτήτριας.

 

            κ. Φλωρίδης: Συμφωνώ και εγώ με αυτήν τη ρύθμιση.

            Δικαστήριο:

Εκ συμφώνου το προσωρινό διάταγμα ημερομ. 17/1/19 γίνεται απόλυτο.

 

Εκ συμφώνου εκδίδεται ενδιάμεσο διάταγμα με το οποίο ο Καθ’ ου η αίτηση θα έχει επικοινωνία με τον ανήλικο Δημήτρη, ως οι ανωτέρω δηλώσεις.

 

Το παρόν διάταγμα θα ισχύει μέχρι την πλήρη αποπεράτωση της κυρίως αίτησης ή μέχρι νεότερης διαταγής του Δικαστηρίου.»

 

Ο πατέρας, στις 14/11/19, καταχώρησε Υπεράσπιση και Ανταπαίτηση, με την οποία αιτείται ουσιαστικά την ανάθεση σ’ αυτόν της επιμέλειας του παιδιού τους, τον καθορισμό του τόπου διαμονής του ως ο τόπος διαμονής του παιδιού, και περαιτέρω τη ρύθμιση του δικαιώματος επικοινωνίας της μητέρας με το παιδί τους.

 

Η δικογραφία συμπληρώθηκε με την καταχώρηση, στις 3/6/20, της Απάντησης στην Υπεράσπιση και Υπεράσπισης στην Ανταπαίτηση.

 

Μετά την πιο πάνω συμπλήρωση της δικογραφίας, την ίδια ημέρα και συγκεκριμένα στις 3/6/20, ο πατέρας καταχώρησε την παρούσα αίτηση δια κλήσεως με την οποία αιτείται την τροποποίηση του ήδη εκδοθέντος διατάγματος επικοινωνίας του ημερ. 1/2/19, ως ακολούθως:

 

«Α)      Διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου με το οποίο να τροποποιείται το Ενδιάμεσο Διάταγμα του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερομηνίας 17/01/2019 το οποίο εκδόθηκε στα πλαίσια της Αίτησης Γονικής Μέριμνας με Αριθμό 17/2019, έτσι ώστε αυτό να ρυθμίζει το δικαίωμα επικοινωνίας του Καθ’ ου η Αίτηση – Αιτητή, με το ανήλικο τέκνο του Δ. Ψ., μέχρι πλήρους εκδίκασης και αποπεράτωσης της κυρίως αίτησης και/ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου, ως ακολούθως:

 

                        1.         Κατά την πρώτη εβδομάδα εφαρμογής του παρόντος Διατάγματος:

1.1.      Από τις 13:00 το μεσημέρι της Τρίτης μέχρι τις 08:00 το πρωί της Τετάρτης            

1.2.      Από τις 13:00 της Πέμπτης μέχρι τις 08:00 το πρωί της Παρασκευής και

1.3       Από τις 09:00 το πρωί του Σαββάτου μέχρι τις 08:00 το πρωί της Δευτέρας

 

                        2.         Κατά την δεύτερη εβδομάδα εφαρμογής του παρόντος Διατάγματος:

2.1.      Από τις 13:00 της Τετάρτης μέχρι τις 08:00 το πρωί της Πέμπτης και

2.2       Από τις 13:00 της Παρασκευής μέχρι τις 08:00 το πρωί του Σαββάτου

                       

3.         Κάθε επόμενη εβδομάδα εναλλάξ ως πιο πάνω

 

4.         Κατά την διάρκεια των διακοπών των Χριστουγέννων:

4.1.      Κατά την πρώτη χρονιά εφαρμογής του παρόντος Διατάγματος, από τις 24 Δεκεμβρίου στις 09:00 το πρωί μέχρι τις 26 Δεκεμβρίου στις 18:00.

4.2.      Κατά την δεύτερη χρονιά εφαρμογής του παρόντος Διατάγματος, από τις 30 Δεκεμβρίου στις 09:00 το πρωί μέχρι την 1ην Ιανουαρίου της επόμενης χρονιάς στις 18:00.

 

                        5.         Κατά την διάρκεια των διακοπών του Πάσχα:

5.1.      Κατά την πρώτη χρονιά εφαρμογής του παρόντος Διατάγματος, από τις 09:00 το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής μέχρι τις 18:00 της Δευτέρας του Πάσχα.

5.2.      Κατά την δεύτερη χρονιά εφαρμογής του παρόντος Διατάγματος, από τις 09:00 το πρωί της Τρίτης του Πάσχα μέχρι τις 18:00 της επόμενης Παρασκευής.

 

                        6.         Κατά την διάρκεια των θερινών διακοπών:

6.1.      Κατά την πρώτη χρονιά εφαρμογής του παρόντος Διατάγματος, από τις 09:00 της 1ης Αυγούστου μέχρι τις 18:00 της 15ης Αυγούστου.

6.2.      Κατά την δεύτερη χρονιά εφαρμογής του παρόντος Διατάγματος, από τις 09:00 της 16ης Αυγούστου μέχρι τις 18:00 της 31ης Αυγούστου.

 

7.         Ο Καθ’ ου η Αίτηση να παραλαμβάνει και να παραδίδει το ανήλικο τέκνο του από τον εκάστοτε τόπο διαμονής αυτού εκτός όπου η ώρα έναρξης και λήξης του δικαιώματος επικοινωνίας συμπίπτει με την ώρα έναρξης και λήξης της σχολικής ημέρας του ανήλικου οπότε και ο ανήλικος θα παραδίδεται και παραλαμβάνεται από τον Καθ’ ου, στο σχολείο του ανήλικου.»

 

Η μητέρα, στις 24/11/20, καταχώρησε ένσταση.

 

Οι λόγοι της ένστασης είναι:

 

«1.       Δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων.

 

2.       Δεν έχει επέλθει οποιαδήποτε αλλαγή από της εκδόσεως του εκ συμφώνου διατάγματος, ημερομηνίας 17/1/2019 η οποία να δικαιολογεί την τροποποίηση και/ή ακύρωση αυτού.

 

3.       Ο αιτητής – καθ’ ου η αίτηση δεν ήλθε στο δικαστήριο με καθαρά χέρια και ούτε αποκάλυψε όλα τα σχετικά με την υπόθεση γεγονότα.

 

4.       Ο αιτητής – καθ’ ου η αίτηση παράθεσε ψευδή γεγονότα με σκοπό παραπλάνησης του Δικαστηρίου.

 

5.       Οι Αιτούμενες θεραπείες αντίκεινται προς το συμφέρον του ανήλικου παιδιού.

 

6.       Η αίτηση είναι νόμω και ουσία αβάσιμος.

 

7.       Τυχόν έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων θα είναι ενάντια στο συμφέρον του ανηλίκου και θα δημιουργήσει σοβαρή ψυχική ζημιά στο ανήλικο.

 

8.       Η αίτηση είναι εκδικητική και/ή έχει αλλότριους σκοπούς

 

Τόσο η αίτηση όσο και η ένσταση συνοδεύονται, αντίστοιχα, με τις ένορκες δηλώσεις των διαδίκων.

 

Η ακρόαση της ενδιάμεσης αίτησης διεξήχθη με τις γραπτές αγορεύσεις των δικηγόρων των διαδίκων. Δεν κρίνω αναγκαίο να παραθέσω τις μαρτυρίες των διαδίκων, όπως αυτές τέθηκαν ενώπιόν μου.

 

Η αίτηση, ουσιαστικά, για τροποποίηση του διατάγματος επικοινωνίας στηρίζεται στο άρθρο 32(2) του Ν.14/60. Το άρθρο 32 του Ν.14/60 είναι το άρθρο πάνω στο οποίο βασίστηκε το Δικαστήριο για να εκδώσει το διάταγμα του οποίου επιζητείται η τροποποίησή του.

 

Το άρθρο 32 προβλέπει τα πιο κάτω:

 

«32.-(1) Τηρoυμέvoυ oιoυδήπoτε διαδικαστικoύ καvovισμoύ έκαστov δικαστήριov, εv τη ασκήσει της πoλιτικής αυτoύ δικαιoδoσίας, δύvαται vα εκδίδη απαγoρευτικόv διάταγμα (παρεμπίπτov, διηvεκές, ή πρoστακτικόv) ή vα διoρίζη παραλήπτηv εις πάσας τας περιπτώσεις εις ας τo δικαστήριov κρίvει τoύτo δίκαιov ή πρόσφoρov, καίτoι δεv αξιoύvται ή χoρηγoύvται oμoύ μετ' αυτoύ απoζημιώσεις ή άλλη θεραπεία:

Νoείται ότι παρεμπίπτov απαγoρευτικόv διάταγμα δεv θα εκδίδεται εκτός εάv τo δικαστήριov ικαvoπoιηθή ότι υπάρχει σoβαρόv ζήτημα πρoς εκδίκασιv κατά τηv επ' ακρoατηρίoυ διαδικασίαv, ότι υπάρχει πιθαvότης ότι ο αιτών διάδικος δικαιoύται εις θεραπείαv, και ότι εκτός εάv εκδoθή παρεμπίπτov απαγoρευτικόv διάταγμα, θα είvαι δύσκoλov ή αδύvατov vα απovεμηθή πλήρης δικαιoσύvη εις μεταγεvέστερov στάδιov.

 

(2) Οιovδήπoτε παρεμπίπτov διάταγμα, εκδoθέv συμφώvως τω εδαφίω (1), δύvαται vα εκδoθή υπό τoιoύτoυς όρoυς και πρoϋπoθέσεις ως τo δικαστήριov θεωρεί δίκαιov, και τo δικαστήριov δύvαται καθ' oιovδήπoτε χρόvov, επί απoδείξει ευλόγoυ αιτίας, vα ακυρώση ή τρoπoπoιήση oιovδήπoτε τoιoύτov διάταγμα.»

 

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να λεχθεί ότι στην υπό κρίση αίτηση δεν τίθεται θέμα εφαρμογής του άρθρου 32(1) του Ν.14/60 αλλά του άρθρου 32(2) του Ν.14/60, εφόσον οτιδήποτε επιζητείται είναι, ουσιαστικά, η τροποποίηση του αρχικού διατάγματος. Στην υπόθεση AVILA MANAGEMENT κ.ά. – και – FRANTISEK STEPANEK κ.ά., Πολ. Έφ. Αρ. 54/12, 27/6/12, αναφέρθηκαν τα πιο κάτω:

 

«Κατ’ αρχάς η ενδιάμεση θεραπεία παραμένει ενδιάμεση, αναθεωρήσιμη ανά πάσα στιγμή θεωρηθεί ότι οι περιστάσεις έχουν διαφοροποιηθεί προς τροποποίηση ή ακόμη και ακύρωση του εκδοθέντος διατάγματος

 

Έχω ήδη αναφέρει ότι δεν θα παραθέσω τη μαρτυρία των διαδίκων, αλλά λαμβάνω υπόψη το σύνολό της για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, όπως και των τεθέντων ενώπιον του Δικαστηρίου, ισχυρισμών και θέσεων των διαδίκων.

 

Σημειώνω ευθύς εξ αρχής, ότι οδηγός του Δικαστηρίου στην εξέταση της παρούσας ενδιάμεσης αίτησης είναι το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου στην Αποστόλου ν. Ιωάννου (2002) 1 ΑΑΔ 604:

 

«Εκείνο το οποίο πρέπει ξανά εδώ να υπενθυμισθεί είναι η πραγματική φύση της υπό εξέταση ενδιάμεσης διαδικασίας. Με αυτή δεν κρίνονται τελικά και ουσιαστικά δικαιώματα των διαδίκων έτσι με αυστηρούς κανόνες απόδειξης να αξιολογηθεί η εκατέρωθεν προσκομισθείσα μαρτυρία, να εξαχθούν τελικά ευρήματα και να κατανεμηθούν δικαιώματα και υποχρεώσεις

 

Σύμφωνα με τη νομολογία του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου, οι υποθέσεις γονικής μέριμνας έχουν χαρακτήρα εξεταστικό, δεν ενέχουν το στοιχείο αντιπαράθεσης μεταξύ των γονέων και ο τελικός σκοπός των διαδικασιών αυτών είναι η προστασία και η εξυπηρέτηση της ευημερίας και του συμφέροντος του ανηλίκου (βλ. Ιακωβίδης ν. Ιακωβίδου (2001) ΑΑΔ 1108, Ιωαννίδη κ.ά. ν. Ιωαννίδου (2002) 1(Γ) ΑΑΔ 1446, Στυλιανού ν. Στυλιανού (1993) 1 ΑΑΔ 130, Διευθύντρια Κοινωνικής Ευημερίας ν. Ντούμα κ.ά. (2001) 1(Γ) ΑΑΔ 1911, Σοφοκλέους ν. Τσεσμελόγλου (2006) 1(Β) ΑΑΔ 1153).

 

Οι ένορκες δηλώσεις των διαδίκων, ό,τι αποκαλύπτουν είναι την έντονη αντιπαράθεση των διαδίκων, η οποία προκύπτει από τις διιστάμενες θέσεις τους ως προς τον γονεϊκό ρόλο και την ικανότητα του κάθε γονέα. Υπάρχουν ισχυρισμοί οι οποίοι αναφέρονται στον βίαιο χαρακτήρα του πατέρα, στην εν γένει αδυναμία εκπλήρωσης του γονεϊκού του καθήκοντος και δίνεται ιδιαίτερη έμφαση από τη μητέρα σε γεγονότα τα οποία, κατά την άποψή της, συνιστούν εκδήλωση βίαιης συμπεριφοράς και βίαιου χαρακτήρα απέναντί της. Από την άλλη, ο πατέρας, ενώ αμφισβητεί όλα τα πιο πάνω δίνοντας τις δικές του εκτιμήσεις, αναφέρεται στην επιθυμία, κατά τη θέση του, της μητέρας να διακόψει την κύηση, αφήνοντας σαφέστατα υπονοούμενα εναντίον της μητέρας ως προς το θέμα της μητρότητας και της εν γένει γονεϊκής της ικανότητας.

 

Θα ήθελα εκ νέου να υπενθυμίσω στο σημείο αυτό, ότι η αντιπαράθεση των γονέων και μάλιστα για ένα παιδί που σήμερα έχει την ηλικία των τριών χρόνων, αντιστρατεύεται το συμφέρον του ανηλίκου και την ευημερία του, δεν δημιουργεί το κατάλληλο κλίμα για την ανατροφή του παιδιού και το Δικαστήριο, κατά την εξέταση τέτοιων αιτήσεων, ορθά κατά τη νομολογία, δεν καταλογίζει ευθύνες στον κάθε γονέα. Θεωρώ ότι, ως σύσταση προς τους γονείς, θα πρέπει και οι δύο πλευρές να αντιληφθούν τόσο το γονεϊκό τους καθήκον απέναντι στο παιδί τους και ότι οι ανώριμες συμπεριφορές και αντιπαραθέσεις δεν έχουν θέση στο κοινό τους καθήκον για τη σωστή ανατροφή του παιδιού τους και την εν γένει ευημερία του.

 

Προβάλλεται από τη μητέρα, ότι το Δικαστήριο δεν έχει εξουσία να προχωρήσει στην εξέταση της παρούσας αίτησης καθότι αναγράφεται στην αιτούμενη θεραπεία ότι επιζητείται η τροποποίηση από τον πατέρα, του διατάγματος ημερομ. 17/1/19, ενώ το ορθό είναι ότι το διάταγμα οριστικοποιήθηκε στις 1/2/19. Δεν αποδίδω καμιά σημασία στο γεγονός αυτό, αφού όπως εμφαίνεται από το πρακτικό του Δικαστήριο και το ιστορικό της υπόθεσης, που έχει ήδη παρατεθεί, την 17/1/19 εκδόθηκε προσωρινό διάταγμα φύλαξης και τόπου διαμονής του παιδιού με τη μητέρα, διάταγμα το οποίο οριστικοποιήθηκε στις 1/2/19 με την προσθήκη σε αυτό της ρύθμισης της επικοινωνίας του πατέρα με το παιδί. Είναι ευκόλως αντιληπτό ότι το οποιοδήποτε γραφικό ή άλλο τέτοιας βαρύτητας σφάλμα που έγινε στην παρούσα υπόθεση, δεν μπορεί να έχει καμία σημασία για την τύχη της υπόθεσης, αφού το οριστικό διάταγμα το οποίο εκδόθηκε είναι ένα και είναι αυτό της 1/2/19, η τροποποίηση                                 του περιεχομένου του οποίου αποτελεί, ως προς την επικοινωνία, και το μόνο αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας.

 

Το άρθρο 17 του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου, (Ν.216/90), προβλέπει τα πιο κάτω σε σχέση με την επικοινωνία:

 

«17.-(1) Ο γονέας με τον οποίο δε διαμένει το τέκνο διατηρεί το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας με αυτό.

(2) Σε περίπτωση διαφωνίας όσο αφορά την άσκηση του δικαιώματος, προσωπικής επικοινωνίας, αποφασίζει το Δικαστήριο.

(3) Στην απόφαση του το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη και εφαρμόζει κατ’ αναλογία τις πρόνοιες του άρθρου 6.»

 

Προτού προχωρήσω στην εξέταση της υπό κρίση αίτησης, θεωρώ αναγκαίο να παραπέμψω στα πιο κάτω αποσπάσματα, από τη βιβλιογραφία και τη νομολογία, τα οποία είναι άκρως διαφωτιστικά ως προς τη φύση, τη λειτουργία και τον σκοπό του δικαιώματος επικοινωνίας.

 

Η πρώτη παραπομπή, γίνεται στο βιβλίο της Μανωλεδάκη, Οικογενειακό Δίκαιο, Τόμος ΙΙ, Έκδοση Δ΄, σελίδες 327-328, όπου αναφέρονται τα πιο κάτω:

 

«Ο κύριος σκοπός του δικαιώματος επικοινωνίας είναι η ικανοποίηση του αισθήματος της αγάπης μεταξύ του γονέα και του παιδιού και η αποφυγή της αποξένωσης τους· κατά δεύτερο λόγο όμως με το δικαίωμα επικοινωνίας πετυχαίνεται στην πράξη και κάποιος έλεγχος του γονέα με τον οποίο μένει ο ανήλικος από μέρους του άλλου γονέα».

 

            «Σύμφωνα με το άρθρο 1520 § 3 οι ειδικότερες λεπτομέρειες του δικαιώματος επικοινωνίας ρυθμίζονται κάθε φορά από το δικαστήριο, το οποίο, συνεπώς, αποφασίζει για το χρόνο (συχνότητα και χρονική διάρκεια) και τον τόπο της επικοινωνίας ή για το είδος της».

 

Η δεύτερη παραπομπή γίνεται στην πρόσφατη απόφαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου, στην υπόθεση Αθηνά Ξενίδου και Ευαγόρα Οικονομίδη, Έφεση αρ. 28/14, 7/4/2015, όπου αναφέρθηκαν τα πιο κάτω:

 

«Στην Στυλιανού v. Στυλιανού (1993) 1 ΑΑΔ 131, λέχθηκαν τ΄ ακόλουθα σχετικά με τα ζητήματα που εξετάζονται στην παρούσα αίτηση:

 

            'Όπως αναγνωρίστηκε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην R. v. U.K (1987) Times, 9thJuly (Series A Judgments and Decisions Vol. 121), η πρόσβαση του γονέα στο τέκνο αποτελεί πτυχή του δικαιώματος του ανθρώπου για οικογενειακή ζωή που κατοχυρώνεται από το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Συνθήκης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. (Βλ. επίσης Ν. 39/62).  Στην Κύπρο το δικαίωμα αυτό επίσης διασφαλίζεται από τις πρόνοιες του Άρθρου 15 του Συντάγματος.  Όπως εξηγείται όμως στην υπόθεση REKD (Aminor) (1988) 1 All E.R. 577 (H.L) το δικαίωμα μπορεί να περιοριστεί εφόσον δεν ασκείται προς όφελος του σκοπού για τον οποίο παρέχεται, που δεν είναι άλλος από την συμβολή στην ευημερία του τέκνου».

Περαιτέρω, παραπομπή γίνεται και στο πιο κάτω απόσπασμα από το βιβλίο του Βαθρακοκοίλη «Το Νέο Οικογενειακό Δίκαιο» Γ΄ ΄Εκδοση, 1994, σελίδα 612:

 

«Σκοπός επικοινωνίας:  Σκοπός του δικαιώματος αυτού είναι η διατήρηση του ψυχικού δεσμού μεταξύ γονέα και τέκνου και η δυνατότητα του άλλου γονέα άμεσης γνώσης για την ανάπτυξη της προσωπικότητας, της πνευματικής ανάπτυξης και γενικά της παρακολούθησης της όλης κατάστασης του τέκνου.

...................

Η επικοινωνία γονέα-τέκνου στοχεύει στη διατήρηση των δεσμών ανάμεσα στα δύο μέρη, στη ψυχοσωματική ανάταση του τέκνου, στην απάμβλυνση των συνεπειών της ανώμαλης εξέλιξης της έγγαμης συμβίωσης, είναι τρόπος έκφρασης αισθημάτων συμπάθειας, αγάπης, ενδιαφέροντος, στοργής στο τέκνο και το συμφέρον του τέκνου, είναι η απόλαυση όλων των ηθικών πλεονεκτημάτων και αξιών απ΄ αυτήν την επικοινωνία.» 

 

Το άρθρο 32(2) του Ν.14/60, το οποίο ήδη παρατέθηκε, προβλέπει ότι για την τροποποίηση προσωρινού διατάγματος χρειάζεται η απόδειξη εύλογης αιτίας. Θα ήθελα να σημειώσω ότι το άρθρο 32 και οι νομολογιακές αρχές οι οποίες έχουν δημιουργηθεί για την ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 32, είναι αρχές του κοινοδικαίου. Η παρούσα, όμως, υπόθεση, είναι υπόθεση οικογενειακής φύσης και ως τέτοια θα πρέπει, κατά την άποψή μου, να εξεταστεί υπό το πρίσμα και των λεχθέντων στην απόφαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου Κατσουρίδης ν. Κατσουρίδη (1997) 1 ΑΑΔ 415, όπου στη σελ. 420 αναφέρονται τα ακόλουθα:

 

       «Ο πρωτόδικος δικαστής παράθεσε στο μέρος της απόφασης του, όπου εξετάζει τα νομικά κριτήρια βάσει των οποίων εκδίδεται ενδιάμεσο προσωρινό διάταγμα, τη νομολογία μας που υιοθετεί ουσιαστικά τις αρχές του Κοινοδικαίου. Πολύ ορθά επισημαίνει όμως και τη διαφορά που ενυπάρχει σ΄ ένα τέτοιο διάταγμα λόγω του χώρου που καλύπτει, αυτού δηλαδή των συζυγικών-οικογενειακών σχέσεων.

 

       Έχουμε την άποψη πως η πιο πάνω σοβαρή διαφορά καλόν είναι να λειτουργεί στη σκέψη του δικαστή του Οικογενειακού Δικαστηρίου».

 

Έτσι, η εύλογη αιτία δεν μπορεί να ερμηνευθεί κατά τρόπο ασύνδετο με το συμφέρον και την ευημερία του ανηλίκου, την εξασφάλιση και την προστασία των οποίων αποβλέπουν οι ρυθμίσεις του δικαιώματος επικοινωνίας στο άρθρο 17 του Ν.216/90. Συμπληρώνεται ότι, το συμφέρον του ανηλίκου θα πρέπει να συνεκτιμάται και με τα συμφέροντα του δικαιούχου γονέα για τη διατήρηση των προσωπικών σχέσεων του με το παιδί του.

 

Όπως, χαρακτηριστικά, αναφέρει ο καθηγητής Απ. Γεωργιάδης στο σύγγραμμά του «ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ», σελ. 592 πιο κάτω:

 

«Αποφασιστικό κριτήριο είναι και εδώ λοιπόν το συμφέρον του παιδιού, το οποίο εξυπηρετείται όταν η επικοινωνία συντελεί στην ανάπτυξη του ψυχικού κόσμου και της προσωπικότητάς του (βλ. και ΑΚ 1511 § 2 εδ. α΄). Ωστόσο, συνεκτιμώνται και τα συμφέροντα του δικαιούχου γονέα για τη διατήρηση των προσωπικών σχέσεών του με το ανήλικο τέκνο. Εν προκειμένω δεν έχει σημασία ποιος ενδεχομένως ευθύνεται για τη διάσταση ή το διαζύγιο μεταξύ των γονέων

 

Σημειώνεται ότι, η σύμφωνη επικοινωνία των διαδίκων προέβλεπε στο διάταγμα ημερομ. 1/2/19 ότι, ο πατέρας θα έχει δικαίωμα επικοινωνίας με το παιδί του κάθε Τετάρτη από η ώρα 12:00 μ. έως η ώρα 2:00 μ.μ. και κάθε Σάββατο από η ώρα 10:00 π.μ. έως η ώρα         12:00 μ., στον τόπο διαμονής του ανηλίκου και της Αιτήτριας με τη διακριτική παρουσία της Αιτήτριας.  Αργότερα, οι ίδιοι οι διάδικοι, εξ ιδίων, τροποποίησαν στην πράξη το πιο πάνω διάταγμα με την άσκηση της επικοινωνίας του πατέρα με το παιδί σε πάρκο. Σημειώνεται ότι το παιδί σήμερα είναι ηλικίας τριών ετών, αμφότεροι οι διάδικοι μένουν με τους γονείς τους, ο πατέρας έχει διαμορφώσει, σύμφωνα με τη μαρτυρία και τα τεκμήρια τα οποία έχει παρουσιάσει ενώπιον του Δικαστηρίου, χώρο κατάλληλο για την άσκηση της επικοινωνίας στον χώρο διαμονής του. Παράλληλα, έχει εξασφαλίσει και παιδικό κάθισμα για τις μετακινήσεις του ανηλίκου με το αυτοκίνητο. Σημειώνεται, επίσης, ότι η διαμονή της μητέρας με τους γονείς της, δίδει καθημερινή δυνατότητα και ευκαιρία στους γονείς της, ως η εκ μητρός παππούς και γιαγιά, να έχουν επαφή με το παιδί, εκδηλώνοντας προς αυτό τα αισθήματα αγάπης τους, κάτι το οποίο ασφαλώς εξυπηρετεί το καλώς νοούμενο συμφέρον του παιδιού. Σημειώνεται ότι, ασφαλώς, προς το συμφέρον του παιδιού είναι και η αντίστοιχη εκδήλωση της αγάπης και παρουσίας των εκ πατρός παππού και γιαγιά στη ζωή του ανηλίκου, κάτι το οποίο, υπό τις σημερινές περιστάσεις και του τρόπου λειτουργίας του προσωρινού διατάγματος, δεν μπορεί να επιτευχθεί.

 

Κρίνω ότι το συμφέρον του ανηλίκου, συνεκτιμούμενο μετά των γονεϊκών δικαιωμάτων και καθηκόντων και των δύο γονέων, δεν εξυπηρετείται με τη συνέχιση της επικοινωνίας ενός τρίχρονου πλέον παιδιού στα πάρκα ή και σε άλλους τόπους αναψυχής. Η ενσωμάτωση του παιδιού σε αυτή την ηλικία και στο οικογενειακό περιβάλλον του πατέρα, αναμφίβολα λειτουργεί προς το συμφέρον του παιδιού

 

Υπό την πιο πάνω θεώρηση, θα κάνω αποδεκτή την αίτηση για τροποποίηση του υφιστάμενου προσωρινού διατάγματος. Η τροποποίηση αυτή, ασφαλώς δεν θα είναι της έκτασης την οποία επιζητεί ο πατέρας στην αιτούμενη θεραπεία του, ούτε θα περιλαμβάνει, επί του παρόντος, το δικαίωμα διανυκτέρευσης. Το τελευταίο αποτελεί, κατά την άποψή μου, θέμα για το οποίο το Δικαστήριο κρίνει απαραίτητο να κριθεί και με τη συνεκτίμηση της  κοινωνικής έκθεσης του Γραφείου Ευημερίας, παράγοντας ο οποίος θα πρέπει να συνεκτιμηθεί για την πλήρη και οριστική ρύθμιση της γονικής μέριμνας του παιδιού των διαδίκων, όπως επιτακτικά προβλέπει η σχετική νομοθεσία και συγκεκριμένα Ο περί Κηδεμονίας Ανηλίκων Διαδικαστικός Κανονισμός του 1972.

 

Συνακόλουθα, η αίτηση γίνεται αποδεκτή.

 

Εκδίδεται προσωρινό Διάταγμα με το οποίο τροποποιείται το προσωρινό διάταγμα ημερομ. 1/2/19 όσον αφορά την επικοινωνία του πατέρα με την αντικατάσταση της ρύθμισης με την πιο κάτω νέα ρύθμιση:

 

            (α)       Κάθε Τετάρτη από η ώρα 12:00 μέχρι η ώρα 17:30.

            (β)       Κάθε Σάββατο από η ώρα 10:00 μέχρι η ώρα 16:30.

           

Ο Καθ΄ ου η αίτηση/Αιτητής διατάσσεται όπως παραλαμβάνει από την Αιτήτρια/Καθ΄ ης η αίτηση στον τόπο διαμονής της το ως άνω ανήλικο τέκνο του και όπως επιστρέφει στην Αιτήτρια/Καθ΄ ης η αίτηση το ως άνω ανήλικο στον τόπο διαμονής της τις πιο πάνω ημέρες και ώρες επικοινωνίας.   

 

Η Αιτήτρια/Καθ’ ης η αίτηση διατάσσεται όπως παραδίδει στον Καθ΄ ου η αίτηση/Αιτητή στον τόπο διαμονής της το ως άνω ανήλικο τέκνο της και όπως παραλαμβάνει από τον Καθ΄ ου η αίτηση/Αιτητή το ως άνω ανήλικο τέκνο της στον τόπο διαμονής της κατά τις πιο πάνω ημέρες και ώρες επικοινωνίας.   

 

Το παρόν Διάταγμα ισχύει μέχρι περατώσεως της Εναρκτήριας αίτησης ή μέχρι νεότερης διαταγής του Δικαστηρίου.

 

Τα έξοδα της παρούσας αίτησης κρίνεται ορθό και δίκαιο να ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της Εναρκτήριας αίτησης.

 

 

 (Υπ.) ………………………………

                  Μ. Τσαγγαρίδης

Πρόεδρος Οικογενειακού Δικαστηρίου

/ΚΤ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο