Μ. Σ. ν. Ν. Σ., Αρ. Αίτησης: 36/2021, 15/4/2021

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ

 

ΕΝΩΠΙΟΝ:  Μ. Τσαγγαρίδη, Πρ. Οικ. Δ.

Αρ. Αίτησης:  36/2021

Μεταξύ:

Μ. Σ.

Αιτήτρια

και

 

Ν. Σ.

Καθ΄ ου η Αίτηση

-----------------------------------

Μονομερής αίτηση ημερομ. 26/2/21

 

15 Απριλίου 2021

 

Εμφανίσεις:

Για Αιτήτρια: κα Μ. Ιωαννίδου για Θ. Μ. Ιωαννίδη & Σία Δ.Ε.Π.Ε.

Για Καθ’ ου η αίτηση: κα Κ. Κουππαρή

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Η Αιτήτρια, μέσα στα πλαίσια καταχώρησης εναρκτήριας αίτησης, καταχώρησε και την παρούσα μονομερή αίτηση, με την οποία αιτείται, προσωρινά, τον καθορισμό της συνεισφοράς του Καθ’ ου η αίτηση στη διατροφή και συντήρηση της ανήλικης θυγατέρας του Ε., στο ποσό των €200 μηνιαίως.

 

Το Δικαστήριο, επιλαμβανόμενο της πιο πάνω μονομερούς αίτησης, διέταξε την επίδοσή της στον Καθ’ ου η αίτηση για να ακουσθεί. Έτσι, ο Καθ’ ου η αίτηση, στις 16/3/21, καταχώρησε ένσταση.

 

Οι λόγοι ένστασης είναι οι πιο κάτω:

 

«1.       Η παρούσα αίτηση γίνεται καταχρηστικά αφού οι καταθέσεις της αιτήτριας είναι πέραν των €30.000 ευρώ και/ή η αιτήτρια εμποδίζεται λόγω συμπεριφοράς να προβαίνει στην παρούσα αφού έχει να λαμβάνει €8000 από την οικογένεια του αιτητή η οποία σκόπιμα αμελεί να παραλάβει και/ή να αποκαλύψει.

 

2.         Δεν δικαιολογείται και/ή δεν υπάρχει το στοιχείο του κατεπείγοντος καθότι ήδη ο Καθ’ ου η αίτηση καταβάλλει ανελλιπώς €400 ευρώ συνολικά και για τα δύο ανήλικα.

 

3.         Η αίτηση πάσχει και/ή είναι νομικά και/ή ουσιαστικά και/ή τυπικά αβάσιμη και/ή απαράδεκτη και/ή λανθασμένη και/ή δεν ακολουθήθηκε ο σωστός τύπος και/ή δέον να απορριφθεί.

 

4.         Δεν ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις για την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων.

 

5.         Η αίτηση της Αιτήτριας είναι αδικαιολόγητη και/ή καταχρηστική, παράτυπη και/ή ανεπίτρεπτη και αντίθετη των διαδικαστικών κανονισμών και πρακτικής του Δικαστηρίου.

 

6.         Η αίτηση αποτελεί κατάχρηση του δικαιώματος ή και μέτρο πίεσης εναντίον του Καθ’ ου η Αίτηση.

 

7.         Η Αιτήτρια παρέλειψε να προβεί σε πλήρη και ειλικρινή αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων και/ή δεν προσήλθε στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια και/ή προβαίνει σε αναλήθειες και σε ψευδείς ισχυρισμούς και παραπλανά το Δικαστήριο.

 

8.         Το ποσό που διεκδικά η Αιτήτρια για συνεισφορά του Καθ’ ου η Αίτηση βασίζεται σε εσφαλμένους ισχυρισμούς της Αιτήτριας ως προς τη δική της εισοδηματική ικανότητα και περιουσιακή κατάσταση και την εισοδηματική ικανότητα και περιουσιακή κατάσταση του Καθ’ ου η αίτηση και ειδικές συνθήκες και καταστάσεις του Καθ’ ου η αίτηση.

 

9.         Τα γεγονότα πάνω στα οποία στηρίζεται η ένορκη δήλωση της Αιτήτριας δεν είναι τα πραγματικά γεγονότα.

 

10.       Η Ένορκος δήλωση της Αιτήτριας δεν στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα και δεν αναφέρεται η πηγή των πληροφοριών.

 

11.       Η Μονομερής αίτηση καταχωρήθηκε για σκοπούς εκδίκησης και καταπίεσης του Καθ’ ου η Αίτηση.

 

12.       Η Αιτήτρια δεν δικαιούται σε ικανοποίηση των απαιτήσεων της και η υπό εκδίκαση αίτηση της πρέπει να απορριφθεί με έξοδα εις βάρος της.

 

13.       Ο Καθ’ ου η Αίτηση, επιφυλάσσει το δικαίωμα του όπως βασισθεί και σε άλλους λόγους ένστασης με συμπληρωματικές ένορκες δηλώσεις.

 

14.       Άνευ βλάβης των ανωτέρω, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρνείται και απορρίπτει την αίτηση της Αιτήτριας καθότι ήδη καταβάλλονται €100 ευρώ μηνιαίως για συνεισφορά του Καθ’ ου για την ανήλικη τα οποία υπεραρκούν ως μηνιαία συνεισφορά του Καθ’ ου για τα τωρινά έξοδα της ανήλικης και με βάση την εισοδηματική ικανότητα και/ή έσοδα των διαδίκων.

 

Τόσο η αίτηση, όσο και η ένσταση, υποστηρίζονται, αντίστοιχα, από τις ένορκες δηλώσεις των διαδίκων, στις οποίες αμφότεροι έχουν επισυνάψει αριθμό εγγράφων ως τεκμήρια, προκειμένου να ενισχύσουν τους ισχυρισμούς τους.

 

Αποτελεί παραδεχτό γεγονός ότι η Αιτήτρια και ο Καθ’ ου η αίτηση είναι σύζυγοι και γονείς των ανηλίκων Α. που γεννήθηκε στις 31/10/17 και της Ε. που γεννήθηκε στις 28/1/21.

Η διάσταση στις σχέσεις τους επήλθε στις 11/6/20, χρόνο κατά τον οποίο ο Καθ’ ου η αίτηση αποχώρισε από τον συζυγικό οίκο ενώ η Αιτήτρια ήτο ήδη έγκυος το δεύτερό τους παιδί, συγκεκριμένα την Ε., την οποία αφορά η παρούσα αίτηση.

 

Στις 30/11/20, εκδόθηκε στην αίτηση διατροφής υπ’ αριθμό 198/20, εκ συμφώνου διάταγμα, με το οποίο καθορίστηκε η συνεισφορά του Καθ’ ου η αίτηση στη διατροφή του ανήλικου τέκνου τους Α., στο ποσό των €300 μηνιαίως. Την ίδια ημέρα, στο πρακτικό του Δικαστηρίου στην πιο πάνω υπόθεση, έγινε από κοινού δήλωση των διαδίκων ότι μόλις γεννηθεί το ανήλικο τέκνο που κυοφορούσε η Αιτήτρια, θα καταχωρήσει νέα αίτηση διατροφής και θα εκδοθεί διάταγμα για το ποσό των €200 μηνιαίως, ως συνεισφορά του Καθ’ ου η αίτηση στη διατροφή της Ε. από την ημέρα γέννησής της, (Τεκμ. 5 και 6). Ο Καθ’ ου η αίτηση, παρά την πιο πάνω δέσμευσή του, τον Φεβρουάριο του 2020 κατέβαλε για τη διατροφή της Ε. το ποσό των €50 (Τεκμ. 7).

 

Η Αιτήτρια, στην ένορκη της δήλωση, υποστηρίζει ότι εργαζόταν μέχρι το τέλος του Μαΐου του 2020 στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, ως συμβασιούχος λέκτορας μερικής απασχόλησης με μηνιαίο μισθό €258,45, το δε συμβόλαιο εργασίας της έχει λήξει από τον περασμένο Μάιο (Τεκμ. 1). Έκτοτε, δεν έχει κάποια μόνιμη εργασία με σταθερό μισθό, εργάζεται περιστασιακά για υπηρεσίες που προσφέρει, όπως στο Υπουργείο Παιδείας, Αθλητισμού και Νεολαίας, ως δε αποτέλεσμα εργοδότησής της για τους μήνες Νοέμβριο του 2020 και Δεκέμβριο του 2020 έλαβε τα ποσά των €249,60 και €482,56 (Τεκμ. 2α και β αντίστοιχα). Επισύναψε ως τεκμήριο 3 και πληρωμές που έγιναν από εταιρεία με συνολικά εισοδήματα €245 για τους μήνες Οκτώβριο, Νοέμβριο και Δεκέμβριο του 2020. Ως αποτέλεσμα της εργοδότησής της πληρώνει από μόνη της τις κοινωνικές της ασφαλίσεις και έτσι το συνολικό ποσό που λαμβάνει μειώθηκε στο ποσοστό των 15,6%. Έχει, επίσης, εργαστεί και στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας κατά τους μήνες Οκτώβριο και Νοέμβριο για τα ποσά των €701,49 και €599,08, (Τεκμ. 4α και β) αντίστοιχα.

 

Τώρα, είναι με άδεια μητρότητας η οποία θα λήξει αρχές Μαΐου του 2021, πλην όμως δεν θα μπορεί να εργαστεί, γιατί τα σχολεία θα έχουν κλείσει, όπως και τα πανεπιστήμια και θα μπορεί να ξαναεργαστεί και πάλι περιστασιακά από τον Οκτώβριο του 2021 που ανοίγουν τα σχολεία και τα πανεπιστήμια, χωρίς βεβαίως να είναι βέβαιη πότε θα επαναπροσληφθεί και θα έχει μόνιμο συμβόλαιο εργοδότησης.

Σύμφωνα με την Αιτήτρια, οι μηνιαίες ανάγκες για διατροφή και συντήρηση της ανήλικης θυγατέρας της, είναι της τάξης των €400 μηνιαίως και έχουν ως κατωτέρω:

 

            «α.       Διατροφή/Εξοπλισμός διατροφής βρέφους/αποστείρωση:  €70

β.       Ένδυση:          €100

γ.       Είδη υγιεινής:  €80

γ.       Ιατροφαρμακευτική περίθαλψη:  €50

δ.       Αναλογία ρεύματος/νερού:     €100»

 

Σε σχέση με τον Καθ’ ου η αίτηση, η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι αυτός εργάζεται για δεύτερη χρονιά ως συμβασιούχος καθηγητής με τις ιδιότητες ηλεκτρολόγου μηχανικού και του μηχανικού ηλεκτρονικών υπολογιστών με καθαρά εισοδήματα €1.600 μηνιαίως και ότι επιπρόσθετα έχει εισόδημα από ενοικίαση διαμερίσματος στον Στρόβολο ενοίκιο €450 τον μήνα. Ταυτόχρονα, όπως η ίδια γνωρίζει, έχει και αρκετά επιπλέον εισοδήματα από εργασίες τις οποίες ο ίδιος προβαίνει, όπως π.χ. ηλεκτρολογικές μελέτες. Ουδέποτε της έχει αποκαλύψει το ύψος αυτών των εισοδημάτων του.

 

Ο Καθ’ ου η αίτηση, στην ένορκή του δήλωση, σε σχέση με τα εισοδήματά του αναφέρει ότι ανέρχονται σε €1.610,51 μηνιαίως, διότι η σύμβασή του λήγει περί τα τέλη Αυγούστου του 2021 και ως εκ τούτου είναι αβέβαιο αν θα επαναπροσληφθεί, πράγμα το οποίο έγινε για τη φετινή χρονιά, με αποτέλεσμα να υπογράφει ως άνεργος και να λαμβάνει μηνιαίο ανεργιακό εισόδημα (Τεκμ. 2).

 

Τα εισοδήματά του, ανέρχονται στα €1.610 μηνιαίως, πλην όμως έχει έξοδα λόγω της διάστασης, όπως η ενοικίαση διαμερίσματος ύψους €680 μηνιαίως (Τεκμ. 3). Παράλληλα, καταβάλλει ένα μεγάλο κονδύλι καυσίμων ύψους €300 τον μήνα, λόγω του ότι έχει διοριστεί εκτός Λευκωσίας και καταβάλλει για τα προσωπικά έξοδα διαβίωσής του ένα ποσό πέριξ των €388 μηνιαίως, (Τεκμ. 4). Ο Καθ’ ου η αίτηση, αν και παραδέχεται τις περιστασιακές εργασίες της Αιτήτριας, εντούτοις απορρίπτει τους ισχυρισμούς της για τις απολαβές της και ισχυρίζεται ότι η Αιτήτρια, με το διδακτορικό πτυχίο που έχει, διατηρεί την ικανότητα να εργάζεται και να αμείβεται με την ίδια εισοδηματική κλίμακα όπως ο ίδιος. Περαιτέρω, η Αιτήτρια κατέχει και ακίνητη περιουσία στην Κύπρο, αλλά έχει και καταθέσεις στο εξωτερικό πέραν των €30.000 (Τεκμ. 5Α). Περαιτέρω, η Αιτήτρια έχει να λαμβάνει από τον ίδιο, ποσό €8.000 στα πλαίσια των περιουσιακών τους διαφορών, το οποίο ποσό είναι το μερίδιο που της αντιστοιχεί, από το προσφυγικό επίδομα το οποίο έλαβαν και οι δύο και είχε καταβληθεί αρχικά για το μονάρι διαμέρισμά τους, και το οποίο η ίδια αμελεί να παραλάβει (Τεκμ. 5Β).

Ο Καθ’ ου η αίτηση, ισχυρίζεται ότι λόγω του ότι έχει δρομολογηθεί η έκδοση του διαζυγίου τους, η Αιτήτρια μπορεί να αιτηθεί, αν δεν αιτήθηκε ήδη, επίδομα μονογονιού, το οποίο είναι €180 μηνιαίως για κάθε τέκνο, ήτοι €360 μηνιαίως. Περαιτέρω, η Αιτήτρια δικαιούται να λαμβάνει και επίδομα τέκνου €570 ετησίως, από την ημέρα της γέννησης της ανήλικης θυγατέρας τους.

 

Σύμφωνα με τον Καθ’ ου η αίτηση, τα συνολικά έξοδα της ανήλικης ανέρχονται στα €200 μηνιαίως, ήτοι €20 για διατροφή αφού η ανήλικη τρέφεται αποκλειστικά με μητρικό γάλα, €40 μηνιαίως για ένδυση, €60 για είδη υγιεινής, €40 για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και €40 για αναλογία ρεύματος και νερού για την ανήλικη.

 

Περαιτέρω, ισχυρίζεται ότι το ποσό των €50 μηνιαίως για τον μήνα Φεβρουάριο, το κατέβαλε διότι αναγκάστηκε να αγοράσει εις διπλούν φάρμακα για την ανήλικη, όμως μεταγενέστερα κατέβαλλε €100 μηνιαίως, ως η μηνιαία συνεισφορά του για την ανήλικη (Τεκμ. 6 και 7). Σε σχέση με την ανάληψη υποχρέωσής του να καταβάλλει για τις ανάγκες της ανήλικης, όπως εμφαίνεται στο σχετικό πρακτικό του Δικαστηρίου €200 μηνιαίως, ισχυρίζεται ότι αδυνατεί να εκπληρώσει την υποχρέωσή του αυτή, γιατί τότε δεν είχε τα προβλήματα υγείας που παρουσίασε μεταγενέστερα της ημερομηνίας δέσμευσής του, καθότι  επιβαρύνεται πλέον €100 μηνιαίως, γιατί έχει παρουσιάσει όζους, διογκωμένους λεμφαδένες στον λαιμό και θα πρέπει να παρακολουθείται κάθε μήνα, για να μην εξελιχτεί η κατάσταση αυτή σε κακοήθεια (Τεκμ. 8 και 9). Έτσι, λόγω της πιο πάνω αδυναμίας του, ενημέρωσε τους δικηγόρους της Αιτήτριας ότι αδυνατεί να καταβάλλει το συνολικό ποσό των €500 μηνιαίως για τα δύο παιδιά του και ότι μπορεί να καταβάλλει μόνο €400 μηνιαίως (Τεκμ. 10).

 

Έχει καταχωρήσει αίτηση για μείωση διατροφής για το ανήλικο τέκνο του Α., από τα €300 μηνιαίως σε €200 και εφόσον πετύχει η αίτηση μείωσής του, μόνο τότε θα μπορεί να καταβάλλει για την ανήλικη Ε. το ποσό των €200 μηνιαίως το οποίο είχε συμφωνηθεί, διότι με αυτό τον τρόπο η συνολική υποχρέωσή του θα είναι €400 μηνιαίως, για την οποία δύναται να ανταπεξέλθει οικονομικά.

 

Η ακρόαση της ενδιάμεσης αίτησης διεξήχθηκε με τις γραπτές αγορεύσεις των διαδίκων, οι θέσεις των οποίων θα απαντηθούν κατωτέρω:

 

Προβάλλεται από τον Καθ' ου η αίτηση η θέση ότι στη συγκεκριμένη ενδιάμεση αίτηση υπήρξε εκ μέρους της Αιτήτριας απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων. Το Δικαστήριο, όπως ήδη έχει αναφερθεί, δεν εξέδωσε προσωρινό διάταγμα.  Αντίθετα, διέταξε την επίδοση της στον Καθ' ου η αίτηση.  Η ενέργεια αυτή του Δικαστηρίου, σύμφωνα με την νομολογία, μετέτρεψε την μονομερή αίτηση σε αίτηση δια κλήσεως, (βλ. Κώστας Σμυρνιός(2000) 1 Α.Α.Δ. 43Μαρκιτανή ν. Μαρκιτανή (2000) 1 Α.Α.Δ.).  Στην Κυριακίδης ν. Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ (2011) 1Β Α.Α.Δ. 816, κρίθηκε ότι στις περιπτώσεις όπου διατάσσεται η επίδοση της αίτησης δεν ισχύουν οι αυστηροί κανόνες αποκάλυψης αφού το Δικαστήριο δεν ασκεί την διακριτική του εξουσία στην απουσία των διαδίκων, (βλ. επίσης The Royal Bank of Scotland v. Πλοίου Kallia", Αγωγή Ναυτοδικείου 14/11- 12/1/02).

 

Υπό το φως των πιο πάνω νομολογιακών αρχών και δεδομένου του γεγονότος ότι το Δικαστήριο δεν άσκησε διακριτική εξουσία ως προς την έκδοση διατάγματος, θεωρώ, υπό τις περιστάσεις, ότι το Δικαστήριο δεν εμποδίζεται στο στάδιο αυτό, να εκδώσει οποιοδήποτε διάταγμα, εφόσον τώρα έχει όλα τα ενώπιον του γεγονότα, ως αυτά προκύπτουν από τις ένορκες δηλώσεις των διαδίκων.  Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, στο στάδιο αυτό, οι αντικρουόμενες μεταξύ των διαδίκων εκδοχές δεν συνιστούν απόκρυψη ουσιώδους γεγονότος.  Όπως λέχθηκε στην Κατσουρίδης ν. Κατσουρίδη(1997) 1 ΑΑΔ 415, οι επιμέρους διαφορές ως προς τη μαρτυρία δεν συνιστούν απόκρυψη ή μη ειλικρινή αποκάλυψη γεγονότος, ουσιώδους για τους σκοπούς έκδοσης περιπίπτοντος διατάγματος.  Υπενθυμίζεται ότι στο στάδιο αυτό, το Δικαστήριο δεν αξιολογεί την ενώπιον του μαρτυρία με σκοπό την εξαγωγή ευρημάτων, κάτι το οποίο αποτελεί το αντικείμενο της κυρίως δίκης (βλ. Jonitexo vAdidas (1984) 1 ΑΔΔ 263). 

 

Οι προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν κατά το άρθρο 32 του Ν.14/60 είναι οι πιο κάτω:

 

α)         Η ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση.

β)         Η ύπαρξη ορατής πιθανότητας να δικαιούται ο ενάγων σε θεραπεία στην αγωγή, και

γ)         Ότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρως δικαιοσύνη, σε μεταγενέστερο στάδιο, χωρίς την έκδοση του διατάγματος (βλ. μεταξύ άλλων Odysseos v. Pieris Estates and others (1982) 1 Α.Α.Δ. 557, Κυτάλα κ.α. v. Χρυσάνθου κ.α. (1996) 1 (Α) Α.Α.Δ. 253).

 

Το Δικαστήριο πρέπει επίσης στο τελικό στάδιο να σταθμίσει το κατά πόσο είναι δίκαιο και εύλογο το αιτούμενο διάταγμα (Ιπποδρομιακή Αρχή v. Χατζηβασίλη (1989) 1 Α.Α.Δ. 152).  Πρόσθετα, στο στάδιο αυτό, το Δικαστήριο εξετάζει την ενώπιον του μαρτυρία με μόνο σκοπό να αποφασίσει κατά πόσο είναι δίκαιο ή όχι να εκδοθεί το διάταγμα και δεν αποφασίζει πάνω στα διαφιλονικούμενα θέματα επί των οποίων θα κριθεί η κυρίως αίτηση (Jonitexo Ltd. v. Adidas (1984) 1 Α.Α.Δ. 263). 

 

Επίσης, οι οποιεσδήποτε διαπιστώσεις στις οποίες προβαίνει το Δικαστήριο, γίνονται για τους σκοπούς της εξέτασης της έκδοσης ή μη του προσωρινού διατάγματος.  Όλα τα ζητήματα που εγείρονται στην αγωγή παραμένουν ζωντανά για να αποφασιστούν όταν θα εκδικασθεί η ουσία της (Δημοκρατία της Σλοβενίας ν. Beograska Banka D.D. (1999) 1 (A) Α.Α.Δ. 225, 236).

 

Οι προϋποθέσεις που απαιτεί το άρθρο 32 του Ν.14/60 και οι οποίες αναφέρθηκαν ανωτέρω, κρίνονται με βάση τα γεγονότα που τίθενται ενώπιον του Δικαστηρίου, αλλά και με βάση τις διατάξεις του Νόμου που διέπει το υπό κρίση θέμα, οι οποίες στην εξεταζόμενη περίπτωση είναι τα άρθρα 33(1) και 37 του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990, Ν.216/90.

 

Συγκεκριμένα το άρθρο 33(1) ορίζει ότι:

 

"Οι γονείς έχουν υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους από κοινού ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του".

 

            Το άρθρο 37 ορίζει ότι:

 

"(α)      Η διατροφή προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του δικαιούχου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του και τις οικονομικές δυνατότητες που υπάρχουν για διατροφή προσώπου.

(β)       Η διατροφή περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση και ευημερία του δικαιούχου και επιπλέον, ανάλογα με την περίπτωση, τα έξοδα για την εν γένει εκπαίδευση του".

 

Η διατροφή ανηλίκων, όπως προκύπτει από τα άρθρα 33(1) και 37 του Ν.216/90, συνιστά νομική υποχρέωση των γονέων, υποχρέωση η οποία ουσιαστικά αποβλέπει στην αντιμετώπιση των αναγκών των ανηλίκων, όπως αυτές εύστοχα καθορίζονται στο άρθρο 37 του Ν.216/90.  Επομένως, κρίνω ότι στην προκείμενη περίπτωση υπάρχει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση και ότι η Αιτήτρια έχει ορατές πιθανότητες επιτυχίας στην εναρκτήρια αίτηση.

 

Περαιτέρω, το θέμα διατροφής ανηλίκου είναι άμεσα συνυφασμένο με την καθημερινή διαβίωση και ευημερία του ανηλίκου και η μη συνεισφορά του γονέα εύλογου ποσού για τη διατροφή του ανηλίκου είναι κάτι το οποίο αναπόφευκτα επηρεάζει δυσμενώς την καθημερινή διαβίωση και την εν γένει ευημερία του. 

 

Ειδικότερα, ως προς τη συνδρομή της τρίτης προϋπόθεσης του άρθρου 32 του Ν. 14/60 παραπέμπω στο πιο πάνω απόσπασμα από την πρόσφατη απόφαση του Δ.Ο.Δ. στην υπόθεση Γ.Γ και Ι.Γ, ΄Εφεση αρ. 29/2017, ημερ. 12.4.19. 

 

       «Ορθή, επίσης, κρίνουμε και την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο εφόσον οι ανάγκες διατροφής και εκπαίδευσης είναι τρέχουσες και σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να αποζημιωθούν μεταγενέστερα

 

Υπενθυμίζεται, ότι στην παρούσα υπόθεση, αν και ο Καθ’ ου η αίτηση, στις 30/11/20 (Τεκμ. 6) ο ίδιος καθόρισε, στο εν λόγω πρακτικό του Δικαστηρίου, ότι η συνεισφορά του, για την εξασφάλιση της διατροφής και της ευημερίας του παιδιού του, είναι €200.- μηνιαίως, εν τούτοις, ο ίδιος λίγους μήνες αργότερα, τον Φεβρουάριο του 2021 και μεταγενέστερα, μείωσε μονομερώς τη συνεισφορά του στα €100.- μηνιαίως.

 

Στην παρούσα υπόθεση, συνέβη ακριβώς, εκείνο το οποίο συνέβηκε στην Υπόθεση Δημοσθένους ν. Δημοσθένους, Έφ. Αρ. 21/19, ημερ. 29/6/20, εξ αφορμής του οποίου το Δ.Ο.Δ. ανέφερε τα πιο κάτω ως προς την συνδρομή της τρίτης προϋπόθεσης του άρθρου 32 του Ν.14/60.

 

«Τα πιο πάνω επιλύουν και τα όσα ο εφεσείων αναφέρει αναφορικά με την τρίτη προϋπόθεση ότι είναι αδύνατο χωρίς δικαστικό διάταγμα να αποδοθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο.  Ακόμη και με δεδομένο ότι ο εφεσείων όντως συνεισφέρει ήδη στη διατροφή, τι θα τον εμπόδιζε να διαφοροποιήσει τη θέση του ή να μειώσει δραστικά το ποσό το οποίο συνεισφέρει.  Υπενθυμίζεται ότι η φύση της παρούσας διαφοράς είναι πολύ διαφορετική από τα συνηθισμένα άλλα προσωρινά διατάγματα που αφορούν συμβατικές, κατά κανόνα, σχέσεις μεταξύ των διαδίκων.  Υπερίπταται εδώ η νομοθετική υποχρέωση συνεισφοράς προς όφελος των ανηλίκων.»

 

Έτσι, στη βάση όλων των πιο πάνω, κρίνω ότι πληρείται και η τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32 του Ν.14/60.

 

Κατωτέρω, θα προχωρήσω στην εξέταση, κατά πόσον σφαιρικά εξεταζόμενη η παρούσα υπόθεση και οι εκατέρωθεν θέσεις των διαδίκων, είναι λογικό και δίκαιο το Δικαστήριο να προχωρήσει με την έκδοση προσωρινού διατάγματος διατροφής.

 

Θα αρχίσω την εξέταση μου από το τεκμήριο 6 της ένορκης δήλωσης της Αιτήτριας, το οποίο περιέχει το διάταγμα διατροφής που εκδόθηκε για το παιδί των διαδίκων τον Α. και το πρακτικό που έλαβε χώρα σε σχέση με το παιδί των διαδίκων, την Ε., που αφορά η παρούσα απόφαση. Και τα δύο είναι ημερομηνίας 30/11/20. Το διάταγμα που εκδόθηκε για το παιδί των διαδίκων τον Α. καθόρισε, εκ συμφώνου, τη συνεισφορά του Καθ’ ου η αίτηση στη διατροφή του, στο ποσό των €300 μηνιαίως.

 

Στο πρακτικό καταγράφεται η πιο κάτω κοινή δήλωση των διαδίκων:

 

«Μόλις γεννηθεί το ανήλικο τέκνο που κυοφορεί η Αιτήτρια θα καταχωρηθεί νέα αίτηση διατροφής και θα εκδοθεί διάταγμα για το ποσό €200 μηνιαίως για το νέο ανήλικο από την ημέρα της γέννησης του

 

Όπως προελέγχθηκε, η ανήλικη Ε. γεννήθηκε στις 28/1/21. Σε σχέση με τις διάφορες αιτιάσεις τις οποίες προβάλλει ο Καθ’ ου η αίτηση, έτσι ώστε, το οποιοδήποτε προσωρινό διάταγμα ήθελε εκδοθεί, να καθορίζει τη συνεισφορά του στα €100 μηνιαίως, όπως ο ίδιος μονομερώς έπραξε από τον Φεβρουάριο του 2021, δεν μπορεί να γίνουν αποδεκτές από το Δικαστήριο.

 

Ο Καθ’ ου η αίτηση, είχε ήδη ένα παιδί και επομένως είχε γνώση των εξόδων τα οποία απαιτούνται για τη διατροφή ενός παιδιού μόλις γεννηθεί. Επίσης, γνώριζε πολύ καλά τόσο τις εισοδηματικές του δυνατότητες όσο και της εισοδηματικές δυνατότητες της Αιτήτριας.  Γνώριζε επίσης, ασφαλώς, εφόσον ο γάμος τους είχε γίνει στις 20/9/15, ότι η Αιτήτρια στις 23/7/18, σύμφωνα με το τεκμήριο 3 που επικαλείται, έδωσε περίπου €30.000 για την αγορά αυτοκινήτου. Εν πάση περιπτώσει, το τεκμήριο 3 ουδόλως δεικνύει και/ή αποδεικνύει ότι η Αιτήτρια διατηρεί οποιοδήποτε τραπεζικό λογαριασμό στον οποίο να έχει κατατεθειμένο το ποσό των €50.000 ή οποιοδήποτε άλλο ποσό.

 

Το ποσό των €680 μηνιαίως, το οποίο επικαλείται ως δαπάνη για τη στέγασή του, ήτοι €650 για το ενοίκιο, πλέον €30 μηνιαίως για τα κοινόχρηστα, ήταν και αυτό εις γνώση του, εφόσον η συμφωνία ενοικίασης την οποία είχε επισυνάψει, τεκμήριο 4, έχει καταρτιστεί στις 11/6/20.  Όπως επίσης σε γνώση του ήταν και τα ποσά για την κατανάλωση νερού και ρεύματος. Περαιτέρω, ο Καθ’ ου η αίτηση, έχει επισυνάψει ως τεκμήρια και συγκεκριμένα ως τεκμήρια 8 και 9 κάποιες ιατρικές εκθέσεις σχετικά με την κατάσταση της υγείας του. Από την ιατρική έκθεση (Τεκμ. 8) προκύπτει ότι τα ιατρικά θέματα τα οποία επικαλείται προϋπήρχαν και δεν εμφανίστηκαν ξαφνικά τον Ιανουάριο του 2021. Εν πάση περιπτώσει, ουδεμία μαρτυρία έχει τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου ότι η κατάσταση της υγείας του, όπως αναφέρεται στα ιατρικά πιστοποιητικά, επηρέασε καθ’ οιονδήποτε τρόπο την εργασία του και συναφώς την ικανότητά του να κερδαίνει εισόδημα από την εν λόγω εργασία του.

 

Ισχυρίζεται, περαιτέρω, ο Καθ’ ου η αίτηση, ότι θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η Αιτήτρια έχει να λαμβάνει από τον ίδιο ποσό €8.000 στα πλαίσια των περιουσιακών τους διαφορών. Η Αιτήτρια βέβαια δεν έχει αποδεχτεί την πρόταση αυτή προς διευθέτηση των περιουσιακών διαφορών των διαδίκων. Εν πάση περιπτώσει, όταν στις 30/11/20, ο ίδιος καθόριζε τη συνεισφορά του στα €200 μηνιαίως για τη διατροφή του παιδιού του, ήταν σε γνώση του ή μπορούσε να είχε γνώση και αυτού του γεγονότος. Να προσθέσω, ότι γνωστό στον Καθ’ ου η αίτηση ήταν επίσης ότι η Αιτήτρια ήταν δικαιούχος διαφόρων επιδομάτων, όπως επίδομα μητρότητας, επίδομα μονογονιού, επίδομα τέκνου και οποιουδήποτε άλλου επιδόματος πιθανόν να παρέχεται σε τέτοιες περιπτώσεις.

 

Αν και μπορούσα να αφήσω την απόφασή μου στο σημείο αυτό, εντούτοις δεν μπορώ παρά να σχολιάσω μια συγκεκριμένη θέση του Καθ’ ου η αίτηση που περιέχεται στην παράγρ. 21 της ένορκής του δήλωσης. Συγκεκριμένα, επειδή ο Καθ’ ου η αίτηση έχει καταχωρήσει αίτηση για μείωση της συνεισφοράς του στο διάταγμα διατροφής, το οποίο εκδόθηκε για το άλλο του το παιδί τον Α., από τα €300 μηνιαίως σε €200 μηνιαίως, έκρινε δίκαιο, κατά τη δική του πάντοτε αντίληψη, να μειώσει το ποσό της συνεισφοράς από €200 σε €100 μηνιαίως, έτσι ώστε, αν πετύχει η αίτησή του, να καταβάλλει συνολικά €400 μηνιαίως και για τα δύο του παιδιά, ήτοι €200 μηνιαίως για τον Α. και €200 μηνιαίως για την Ε., παρά το γεγονός ότι και ο ίδιος παραδέχεται ότι ο Α. έχει επιπλέον και έξοδο του νηπιαγωγείου το οποίο δεν έχει στην παρούσα φάση η Ε. Πρόκειται για ένα ισχυρισμό, ο οποίος είναι παντελώς αυθαίρετος και μη αποδεκτός από το Δικαστήριο και έγινε εκ του πονηρού, διότι γνωρίζει πολύ καλά ο Καθ’ ου η αίτηση, ότι η οποιαδήποτε ενδεχόμενη επιτυχία του στην αίτηση, ανατρέχει αναδρομικά από την καταχώρηση της εναρκτήριας αίτησης και επομένως το οποιοδήποτε ποσό σωρευτικά θα συγκεντρωθεί, θα μπορέσει να το χρησιμοποιήσει ή να το πιστώσει για τις μελλοντικές του υποχρεώσεις συνεισφοράς του στη διατροφή των παιδιών του. Το οικονομικό του όφελος από τέτοιο ενδεχόμενο, είναι, μαθηματικά, πασιφανές. Τέτοιες τακτικές δεν μπορεί παρά να είναι αποδοκιμαστέες από το Δικαστήριο. Το ορθό θα ήταν, να διατηρήσει την υπόσχεσή του και να αναμένει την εκδίκαση της εναρκτήριας αίτησης για μείωση της συνεισφοράς του, την οποία ο ίδιος καταχώρησε στο Οικογενειακό Δικαστήριο και όχι το αντίθετο.

Πριν αφήσω την απόφασή μου, θα ήθελα να θέσω υπόψη των διαδίκων το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση Δημοσθένους (ανωτέρω), όπου το Δ.Ο.Δ. πολύ σοφά αναφέρει τα πιο κάτω:

 

«Σύζυγοι που διαζεύγονται ή τελούν υπό διάσταση, παραμένουν υπόχρεοι για τη διατροφή των τέκνων τους.  Όπου η λογική και η έμφυτη μητρική ή πατρική αγάπη πρυτανεύουν οι σύζυγοι δεν διασταυρώνουν τα ξίφη τους, ούτε αναλώνουν τις δυνάμεις τους στα Δικαστήρια, αλλά αντίθετα τις ενώνουν χάριν της ευημερίας των παιδιών

 

Στη βάση όλων των πιο πάνω, η μονομερής αίτηση επιτυγχάνει.

 

Εκδίδεται προσωρινό διάταγμα με το οποίο διατάσσεται ο Καθ’ ου η αίτηση όπως από 26/2/21 την αντίστοιχη ημερά κάθε επόμενου μηνός καταβάλλει στην Αιτήτρια το ποσό των €200 μηνιαίως ως συνεισφορά του για τη διατροφή και συντήρηση της ανήλικης θυγατέρας των διαδίκων Ε.

 

Το παρόν προσωρινό διάταγμα ισχύει μέχρι περατώσεως της εναρκτήριας αίτησης ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου.

 

Ως προς τα έξοδα, κρίνω ορθό και δίκαιο, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, να επιδικασθούν υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον του Καθ’ ου η αίτηση, καταβλητέα όμως μετά το τέλος της εναρκτήριας αίτησης.

 

 

 

 

 (Υπ.) ………………………………

                  Μ. Τσαγγαρίδης

Πρόεδρος Οικογενειακού Δικαστηρίου

/ΚΤ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο