ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΓΟΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Μ. Τσαγγαρίδη, Πρ. Οικ. Δ.
Αρ. Αίτησης: 334/2019
Μεταξύ:
Μ. Χ.
Αιτήτρια
και
Α. Σ.
Καθ΄ ου η Αίτηση
-----------------------------------
Αίτηση δια κλήσεως ημερομ. 11/12/20
29 Απριλίου 2021
Εμφανίσεις:
Για Αιτήτρια: κα Μιχαήλ για Γ. Α. Βασιλείου Δ.Ε.Π.Ε.
Για Καθ’ ου η αίτηση: κ. Κουνιάς
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Η Αιτήτρια, μέσα στα πλαίσια καταχώρησης εναρκτήριας αίτησης ρύθμισης γονικής μέριμνας ανηλίκων, καταχώρησε και την παρούσα αίτηση με την οποία αιτείται:
«Α. Προσωρινό διάταγμα του Δικαστηρίου που να διατάσσει και να επιτρέπει στην Αιτήτρια να προβεί και/ή προβαίνει σε όλες τις αναγκαίες πράξεις και/ή ενέργειες για εξασφάλιση της μεταγραφής και/ή εγγραφής του ανήλικου τέκνου των διαδίκων, Π. Σ. από το Δημοτικό Σχολείο Ακρόπολης στην Λευκωσία στο Γυμνάσιο Διανέλλου και Θεοδότου στο Στρόβολο, Λευκωσίας για τα σχολικά έτη 2021-2022, 2022-2023, 2023-2024, χωρίς τη συγκατάθεση του Καθ’ ου η αίτηση, μέχρι αποπερατώσεως της κυρίως αίτησης υπό τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου.
Β. Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να απαγορεύεται στον Καθ’ ου η αίτηση να προβεί ή να προβαίνει σε οποιεσδήποτε πράξεις και/ή ενέργειες και/ή παραλείψεις κατά τρόπον που να παρεμποδίζουν και/ή αποτρέπουν την εξασφάλιση της μεταγραφής και/ή εγγραφής του ανήλικου τέκνου των διαδίκων Π. Σ., από το Δημοτικό Σχολείο Ακρόπολης στο Στρόβολο, Λευκωσίας, μέχρι αποπερατώσεως της κυρίως αίτησης υπό τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου.
Γ. Διάταγμα του Δικαστηρίου που να διατάσσει την εγγραφή/μεταγραφή του ανήλικου τέκνου των διαδίκων Π. Σ., από το Δημοτικό Σχολείο Ακρόπολης στη Λευκωσία στο Γυμνάσιο Διανέλλου και Θεοδότου στο Στρόβολο, στο Στρόβολο Λευκωσίας, μέχρι αποπερατώσεως της κυρίως αίτησης υπό τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου.»
Ο Καθ’ ου η αίτηση εμφανίστηκε στη διαδικασία στις 24/2/21 καταχωρώντας ένσταση, οι λόγοι της οποίας είναι:
«1. Η αίτηση στηρίζεται σε λανθασμένη νομική βάση και/ή η νομική βάση της και/ή η ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση είναι αόριστη και/ή ελλιπής σε καίρια και ουσιαστικά σημεία και/ή συνεπεία αυτού πρέπει να απορριφθεί από το Δικαστήριο και/ή συνεπεία αυτού το Δικαστήριο δεν μπορούσε και/ή δεν μπορεί να αποδώσει στην αιτήτρια θεραπείες ως οι αιτούμενες.
2. Το Δικαστήριο δεν μπορεί να εκδώσει το αιτούμενο διάταγμα και/ή να αποδώσει στην αιτήτρια θεραπείες ως οι αιτούμενες αφού κάτι τέτοιο είναι αντίθετο με την υπάρχουσα επί του θέματος νομοθεσία και νομολογία.
Ειδικότερα:
(α) Δεν πληρούνται τα κριτήρια που βάσει της νομοθεσίας και/ή της νομολογίας πρέπει να πληρούνται για την παροχή θεραπειών ως οι αιτούμενες.
(β) Η αιτήτρια δεν έχει βάση αγωγής και/ή, καλή βάση αγωγής.
(δ) Ουδεμία ανεπανόρθωτη ζημία θα προκληθεί στην αιτήτρια και/ή τον ανήλικο από την μη έκδοση του αιτούμενου διατάγματος. Τέτοιος ισχυρισμός δεν στοιχειοθετείται. Αντίθετα η αιτήτρια με την συμπεριφορά της στο επίδικο θέμα δημιουργεί αχρείαστη ψυχολογική πίεση στον ανήλικο και/ή η έγκριση της παρούσας θα προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη στον ανήλικο.
(ε) Η αίτηση και η συνοδεύουσα αυτή ένορκη δήλωση είναι ελλιπής σε ουσιώδη σημεία τους και δη σε τέτοιο βαθμό που δεν αφήνουν άλλα περιθώρια στο Δικαστήριο από την απόρριψη της.
(στ) οι αιτούμενες θεραπείες ΔΕΝ μπορούν να αποδοθούν στα πλαίσια ενδιάμεσης αίτησης και/ή υπό την μορφή προσωρινού διατάγματος. Ουσιαστικά με την ενδιάμεση αίτηση ζητείται από το Δικαστήριο να αποφασίσει την κυρίως αίτηση γεγονός ανεπίτρεπτο.
(ζ) το ισοζύγιο της ευχέρειας και/ή το καλώς νοούμενο συμφέρον του ανήλικου επιβάλλει την απόρριψη της παρούσας.
3. Η αιτήτρια απέκρυψε ουσιώδη γεγονότα από το Δικαστήριο και δεν προσήλθε σε αυτό με καθαρά χέρια. Η αιτήτρια απέκρυψε από το Δικαστήριο βασικά γεγονότα τα οποία είχε καθήκον να αποκαλύψει σε αυτό.
4. Το Δικαστήριο δεν μπορεί βάσει των αρχών της επιείκειας να εγκρίνει τις αιτούμενες θεραπείες. Η αιτήτρια δεν πράττει τα της επιείκειας και εξ αυτού εμποδίζεται από του να ζητεί θεραπείες ως οι αιτούμενες υπό του Δικαστηρίου.
5. Η υπό εκδίκαση αίτηση και διάταγμα αποτελούν κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας και/ή μέτρο πίεσης του καθ’ ου η αίτηση και συνεπεία αυτού πρέπει να απορριφθεί από το Δικαστήριο.»
Με βάση τις ένορκες δηλώσεις των διαδίκων που συνοδεύουν την αίτηση και την ένσταση και τα επισυναφθέντα σε αυτές τεκμήρια, προκύπτουν ως παραδεκτά γεγονότα τα πιο κάτω.
Οι διάδικοι είναι σύζυγοι με τον γάμο τους να έχει τελεστεί στις 3/2/07. Ο συζυγικός οίκος των διαδίκων βρισκόταν στο χωριό Σια όπου εξακολουθεί να είναι ο τόπος διαμονής της Αιτήτριας και των ανήλικων παιδιών τους, μετά την επελθούσα διάσταση.
Η διάσταση των διαδίκων επήλθε τον Αύγουστο του 2016, με την αποχώρηση του Καθ’ ου η αίτηση από τον συζυγικό οίκο. Τα παιδιά τα οποία απέκτησαν οι διάδικοι από τον γάμο τους είναι ο Π., ο οποίος γεννήθηκε στις 8/4/09 και ο Α., ο οποίος γεννήθηκε την 1/5/11. Ο γάμος των διαδίκων έχει λυθεί με απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας στις 2/7/18. Στις 7/3/18 εκδόθηκε από το Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας διάταγμα με το οποίο ρυθμίστηκε οριστικά το δικαίωμα επικοινωνίας του Καθ’ ου η αίτηση. Η ρύθμιση η οποία έγινε εκ συμφώνου έχει ως ακολούθως:
«1. ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΕΚΔΙΔΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑ με το οποίο ΡΥΘΜΙΖΕΤΑΙ η άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας του Αιτητή με τα ανήλικα τέκνα του Π. και Α. ως ακολούθως:
(α) κάθε Τρίτη και Πέμπτη από η ώρα 3:00 μ.μ. έως η ώρα 6:30 μ.μ.
(β) κάθε Κυριακή από η ώρα 9.00 π.μ. έως η ώρα 6.30 μ.μ.
(γ) κατά τις θερινές διακοπές για περίοδο 7 συνεχόμενων ημερών κατά τον μήνα Αύγουστο από η ώρα 10.00 π.μ. της πρώτης ημέρας έως η ώρα 10.00 π.μ. της τελευταίας, όπου θα συμφωνούνται μετά από προηγούμενη γραπτή συνεννόηση των μερών, όπου η πρώτη επιλογή θα προέρχεται από τον Αιτητή ένα τουλάχιστον μήνα προηγουμένως.
2. Ο Αιτητής ΥΠΟΧΡΕΟΥΤΑΙ να παραλαμβάνει τα ανήλικα τέκνα του από τον τόπο διαμονής τους και να τα επιστρέφει στον ίδιο τόπο, ως ανωτέρω αναφέρεται.
3. Η Καθ’ ης η αίτηση ΥΠΟΧΡΕΟΥΤΑΙ να παραδίδει και να παραλαμβάνει τα ανήλικα τέκνα της ως ανωτέρω αναφέρεται.»
Την 1η/7/20, κατόπιν ακρόασης, το Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας, στην παρούσα υπόθεση, εξέδωσε προσωρινό διάταγμα, με το οποίο καθορίστηκε ως τόπος διαμονής των ανήλικων τέκνων των διαδίκων, ο εκάστοτε τόπος διαμονής της Αιτήτριας. Κατά τον χρόνο που οι διάδικοι συζούσαν αρμονικά, ως αντρόγυνο, κατόπιν συντονισμένων ενεργειών τους κατάφεραν έτσι ώστε το παιδί τους ο Π. να εγγραφεί και να φοιτήσει στο δημόσιο και κοινοτικό νηπιαγωγείο Ακρόπολης, Λευκωσίας και μεταγενέστερα στο δημοτικό σχολείο Ακρόπολης, όπου φοιτά μέχρι σήμερα. Το εν λόγω σχολείο βρίσκεται δίπλα από την εργασία της Αιτήτριας η οποία, σημειωτέον, εργάζεται στην Κεντρική Τράπεζα Κύπρου. Υπό διαφορετικές συνθήκες, το παιδί τους ο Π. θα έπρεπε να εγγραφεί στο δημόσιο νηπιαγωγείο του χωριού Σια όπου είναι και ο τόπος διαμονής του και ακολούθως στο δημοτικό σχολείο του εν λόγω χωριού. Σήμερα, ο Π. είναι στην τελευταία τάξη του δημοτικού σχολείου Ακρόπολης. Την ίδια διαδικασία ακολούθησαν και ως προς το μικρότερο παιδί τους τον Α., με αποτέλεσμα και αυτό να φοιτήσει, κατ’ αρχάς, στο δημόσιο και δημοτικό νηπιαγωγείο Ακρόπολης και ακολούθως στο δημόσιο δημοτικό σχολείο Ακρόπολης. Σημειωτέον ότι, το παιδί τους, ο Π., που αφορά η απόφαση αυτή, κατά τη νέα σχολική χρονιά 2021-2022, θα πρέπει να εγγραφεί και να φοιτήσει στην Α΄ τάξη γυμνασίου.
Η Αιτήτρια, περαιτέρω, στην ένορκη της δήλωση ισχυρίζεται ότι το καλώς νοούμενο συμφέρον του παιδιού τους, υπαγορεύει όπως το παιδί εγγραφεί στο γυμνάσιο Διανέλλου και Θεοδότου στον Στρόβολο, το οποίο ανήκει στην εκπαιδευτική περιφέρεια που φοιτά ήδη το παιδί και κοντά στην εργασία της. Είναι, κατά τη θέση της, το επόμενο τετράγωνο από την εργασία της. Ισχυρίζεται, δε, περαιτέρω, η Αιτήτρια, ότι κάθε πρωί η ίδια μεταφέρει τα ανήλικα παιδιά τους στο δημοτικό σχολείο Ακρόπολης, αφού το πρόγραμμα επικοινωνίας του Καθ’ ου η αίτηση δεν συμπεριλαμβάνει διανυκτερεύσεις. Τα δε παιδιά τους, μετά το σχολείο, πηγαίνουν στην παιδική λέσχη Στροβόλου, η οποία στεγάζεται εντός του σχολείου, αργότερα, δε, μεταβαίνουν με μεταφορικό στο μελετητήριο και ακολούθως τα παραλαμβάνει από εκεί κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή.
Ο Καθ’ ου η αίτηση αρνήθηκε να υπογράψει τα έντυπα τα οποία είναι αναγκαία για την εγγραφή του Π. στο γυμνάσιο Διανέλλου και Θεοδότου, κατέστησε, δε, σαφές ο Καθ’ ου η αίτηση, ότι δεν πρόκειται να υπογράψει οποιοδήποτε έγγραφο για εγγραφή του Π. στο γυμνάσιο Διανέλλου και Θεοδότου. Συγκεκριμένα της ανέφερε «γιατί να γραφτεί κοντά στη δουλειά σου; Εγώ θέλω να γραφτεί κοντά στη δουλειά μου ή κοντά στο σπίτι μου.» Μεταγενέστερα, ο Καθ’ ου η αίτηση, της ανακοίνωσε ότι πρόθεσή του είναι να εγγράψει το παιδί στο γυμνάσιο Αρχαγγέλου, κοντά στο σπίτι του, όπως της ανέφερε. Η ίδια, δε, του εξήγησε ότι εκ των πραγμάτων είναι αδύνατο να μεταφέρει τον Π. στο συγκεκριμένο γυμνάσιο, δηλαδή αυτό του Αρχαγγέλου.
Ισχυρίζεται, περαιτέρω, η Αιτήτρια, ότι ο Καθ’ ου η αίτηση εργαζόταν στο Τμήμα Αλιείας στο Ζύγι και πρόσφατα μετατέθηκε στο Τμήμα Αλιείας στη Λευκωσία και έτσι εγκατέλειψε το διαμέρισμα που ενοικίαζε στη Λάρνακα και εγκαταστάθηκε σε ενοικιαζόμενο διαμέρισμα στον Αρχάγγελο, στη Λευκωσία. Θεωρεί, δε, στη βάση των πιο πάνω, ότι ο Καθ’ ου η αίτηση δεν έχει σταθερό τόπο διαμονής και δεν είναι βέβαιο ότι δεν θα μετατεθεί ξανά σε άλλη επαρχία.
Έχει ενημερωθεί από τη Σχολική Εφορεία ότι, με βάση τον τόπο διαμονής της, το χωριό Σια υπάγεται στη Σχολική Εφορεία Αγίας Βαρβάρας, και επομένως για να μη φοιτήσει ο Π. στο περιφερειακό γυμνάσιο Αγίας Βαρβάρας θα πρέπει να γίνει ένσταση στο Υπουργείο Παιδείας με τη συγκατάθεση και των δύο γονέων, αφού δεν έχει εκδοθεί διάταγμα για τη γονική μέριμνα, έτσι ώστε να μπορεί να εγγραφεί ο ανήλικος στο γυμνάσιο Διανέλλου και Θεοδότου. Παρά ταύτα, ο Καθ’ ου η αίτηση αρνείται. Το μόνο που συμφωνούν είναι ότι και οι δύο δεν επιθυμούν το παιδί τους, ο Π., να φοιτήσει στο περιφερειακό γυμνάσιο Αγίας Βαρβάρας. Λόγω της πιο πάνω διαφωνίας του, προσφεύγει με την παρούσα αίτηση ενώπιον του Δικαστηρίου, έτσι ώστε να λυθεί η διαφωνία στη βάση του συμφέροντος του παιδιού τους, του Π.
Ο Καθ’ ου η αίτηση, στην ένορκη δήλωσή του, ισχυρίζεται ότι ο λόγος για τον οποίο το διάταγμα επικοινωνίας δεν περιλαμβάνει διανυκτερεύσεις του με τα παιδιά, ήταν γιατί τότε διέμενε σε μικρό διαμέρισμα στη Λάρνακα και έτσι τα παιδιά δεν μπορούσαν να διανυκτερεύσουν μαζί του, πράγμα το οποίο διαπίστωσε η αρμόδια λειτουργός του Τμήματος Κοινωνικής Ευημερίας. Είναι η θέση του, ότι πλέον ο μόνιμος τόπος εργασίας του, ο οποίος δεν πρόκειται να αλλάξει πλέον, είναι στο Τμήμα Αλιείας στη Λευκωσία και ότι το συμφέρον του παιδιού τους δεν ικανοποιείται με την εγγραφή του στο γυμνάσιο Διανέλλου και Θεοδότου, αλλά στο γυμνάσιο Αρχαγγέλου, το οποίο είναι πλησίον της οικίας του την οποία έχει ενοικιάσει με ενοικιαστήριο συμβόλαιο διάρκειας μέχρι και το έτος 2023. Η κατοικία πληροί όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις, χώρους και εξοπλισμό για τη διαμονή των ανηλίκων. Αποτελεί, περαιτέρω, θέση του Καθ’ ου η αίτηση και ισχυρισμό του, ότι είναι και η επιθυμία του υιού τους Π. όπως εγγραφεί και φοιτήσει στο γυμνάσιο Αρχαγγέλου, το οποίο βρίσκεται σε απόσταση 10 λεπτών από την οικία των παππούδων του. Οι γονείς του κατοικούν στην Κοκκινοτριμιθιά, και θα παραλαμβάνουν τον Π. από το γυμνάσιο Αρχαγγέλου καθημερινά, μετά από την ολοκλήρωση του σχολείου του, στις 13:35 και θα τον μεταφέρουν στην οικία του όπου θα τρώει το φαγητό του και θα έχει τον χρόνο να ασχοληθεί με τα μαθήματά του σε ένα ήσυχο και ασφαλές περιβάλλον, σε αντίθεση με τυχόν φοίτησή του στο γυμνάσιο Διανέλλου και Θεοδότου, ως η απαίτηση της Αιτήτριας. Τον Π. θα τον παραδίδει καθημερινά στην Αιτήτρια στον χώρο εργασίας της και/ή όπου αλλού η Αιτήτρια επιθυμεί. Θεωρεί, επίσης, ότι είναι προς το συμφέρον του ανηλίκου όπως φοιτήσει στο γυμνάσιο Αρχαγγέλου, λαμβάνοντας υπόψη και τα σοβαρά περιστατικά τα οποία κατάγγειλε στην Αστυνομία εναντίον της.
Η αποτυχία των διαδίκων, παρά τις πολλές προσπάθειες που κατέβαλαν, για φιλική διευθέτηση της συγκεκριμένης διαφοράς τους, οδήγησε, αναπόφευκτα, την παρούσα αίτηση σε ακρόαση.
Η ακρόαση της παρούσας αίτησης, διεξήχθηκε με τις γραπτές αγορεύσεις των δικηγόρων των διαδίκων.
Προβάλλονται από τον Καθ’ ου η αίτηση, ως λόγοι απόρριψης της παρούσας αίτησης, ότι (α) Απόκρυψη ή μη αποκάλυψη από την Αιτήτρια όλων των ουσιωδών γεγονότων και (β) Ότι δεν συντρέχει το στοιχείο του κατεπείγοντος που αποτελεί δικαιοδοτικό όρο, σύμφωνα με το άρθρο 9 του Κεφ. 6.
Οι πιο πάνω λόγοι ένστασης του Καθ’ ου η αίτηση, για τους λόγους που θα εξηγηθούν κατωτέρω, δεν μπορούν να γίνουν δεκτοί από το Δικαστήριο.
Η παρούσα ενδιάμεση αίτηση έχει τη μορφή της αίτησης δια κλήσεως. Στις αιτήσεις δια κλήσεως δεν τυγχάνει εφαρμογής ο κανόνας που επιβάλλει υποχρέωση στον Αιτητή για αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων (βλ. The Royal Bank of Scotland v. Πλοίου «Καρία», Αγ. Ναυτοδικείου, 14/11, 12/1/2012, Κυριακίδης ν. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ (2011 ) 1 (Β) Α.Α.Δ. 816).
Επίσης, η μορφή της παρούσας αίτησης ως δια κλήσεως, εξυπακούει ότι δεν τυγχάνει εφαρμογής ο όρος του κατεπείγοντος, όπως προβλέπεται στο άρθρο 9 του Κεφ. 6 και ο οποίος συνιστά δικαιοδοτικό όρο. Συνεπάγεται, ότι στις αιτήσεις δια κλήσεως, όπου δίδεται η ευκαιρία στον αντίδικο να ακουσθεί, οι προϋποθέσεις του άρθρου 9 του Κεφ. 6 δεν έχουν τόπο. (βλ. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ ν. Δέσπω Στυλιανού, Πολιτική Έφεση Αρ. 354/13, ημερομ. 4/12/15).
Το άρθρο 32 του Περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν.14/60, παρέχει στο Δικαστήριο ευρεία διακριτική εξουσία, εφόσον συντρέχουν οι ουσιαστικές προϋποθέσεις που θέτει το εν λόγω άρθρο, να εκδώσει οποιοδήποτε προστακτικό ή απαγορευτικό παρεμπίπτον διάταγμα που το Δικαστήριο θα έκρινε δίκαιο και πρόσφορο.
Οι προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν κατά το άρθρο 32 είναι οι πιο κάτω:
α) Η ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση.
β) Η ύπαρξη ορατής πιθανότητας να δικαιούται ο ενάγων σε θεραπεία.
γ) Ότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρως δικαιοσύνη, σε μεταγενέστερο στάδιο, χωρίς την έκδοση του διατάγματος (βλ. μεταξύ άλλων Odysseos v. Pieris Estates and others (1982) 1 Α.Α.Δ. 557, Κυτάλα κ.α. ν. Χρυσάνθου κ.α. (1996) 1 (Α) Α.Α.Δ. 253).
Το Δικαστήριο πρέπει επίσης στο τελικό στάδιο να σταθμίσει το κατά πόσο είναι δίκαιο και εύλογο το αιτούμενο διάταγμα (Ιπποδρομιακή Αρχή ν. Χατζηβασίλη (1989) 1 Α.Α.Δ. 152). Πρόσθετα, στο στάδιο αυτό, το Δικαστήριο εξετάζει την ενώπιον του μαρτυρία, με μόνο σκοπό να αποφασίσει κατά πόσο είναι δίκαιο ή όχι να εκδοθεί το διάταγμα και δεν αποφασίζει πάνω στα διαφιλονικούμενα θέματα επί των οποίων θα κριθεί η κυρίως αίτηση (Jonitexo Ltd v. Adidas (1984) 1 A.A.Δ. 263). Επιπλέον, υπάρχει η υποχρέωση του Αιτητή όταν αιτείται την έκδοση προσωρινού διατάγματος μονομερώς να αποκαλύπτει όλα τα ουσιώδη γεγονότα (βλ. Στυλιανού ν. Στυλιανού (1992) 1 (Α) Α.Α.Δ. 583, Σάββα ν. Τηλεμάχου (2001) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 2081).
Επίσης, οι οποιεσδήποτε διαπιστώσεις στις οποίες προβαίνει το Δικαστήριο, γίνονται για τους σκοπούς της εξέτασης της έκδοσης ή μη του προσωρινού διατάγματος. Όλα τα ζητήματα που εγείρονται στην αγωγή παραμένουν ζωντανά για να αποφασιστούν όταν θα εκδικασθεί η ουσία της (Δημοκρατία της Σλοβενίας ν. Beograska Banka D.D. (1999) 1 (A) A.Α.Δ. 225, 236).
Οι προϋποθέσεις που απαιτεί το άρθρο 32 του Ν.14/60, κρίνονται με βάση τα γεγονότα που τίθενται ενώπιον του Δικαστηρίου, αλλά και με βάση τις διατάξεις του Νόμου που διέπει το υπό κρίση θέμα.
Ο νόμος αυτός, στην εξεταζόμενη υπόθεση, είναι ο περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμος, Ν.216/90.
Το άρθρο 5(1)(α) του Ν.216/90 ορίζει ότι η γονική μέριμνα είναι καθήκον και δικαίωμα των γονέων, οι οποίοι το ασκούν από κοινού.
Σύμφωνα με το άρθρο 7 του Ν.216/90, αν οι γονείς διαφωνούν κατά την άσκηση της γονικής μέριμνας και το συμφέρον του τέκνου επιβάλλει να ληφθεί απόφαση, αποφασίζει το Δικαστήριο, έπειτα από αίτηση οποιουδήποτε από τους γονείς.
Η απόφαση του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 6(2)(α) του Ν.216/90, πρέπει να αποβλέπει προς το συμφέρον του τέκνου.
Σύμφωνα με τη νομολογία του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου, οι υποθέσεις γονικής μέριμνας έχουν χαρακτήρα εξεταστικό, δεν ενέχουν το στοιχείο αντιπαράθεσης μεταξύ των γονέων και ο τελικός σκοπός των διαδικασιών αυτών είναι η προστασία και η εξυπηρέτηση της ευημερίας και του συμφέροντος του ανηλίκου (βλ. Ιακωβίδης ν. Ιακωβίδου (2001) ΑΑΔ 1108, Ιωαννίδη κ.ά. ν. Ιωαννίδου (2002) 1(Γ) ΑΑΔ 1446, Στυλιανού ν. Στυλιανού (1993) 1 ΑΑΔ 130, Διευθύντρια Κοινωνικής Ευημερίας ν. Ντούμα κ.ά. (2001) 1(Γ) ΑΑΔ 1911, Σοφοκλέους ν. Τσεσμενόγλου (2006) 1(Β) ΑΑΔ 1153).
Στην παρούσα υπόθεση, εξετάζοντας σφαιρικά τα γεγονότα, όπως αυτά έχουν τεθεί ενώπιον μου, δεν έχω, για τους λόγους που θα εξηγηθούν κατωτέρω, καμία αμφιβολία, να αποφανθώ ότι και οι τρεις προϋποθέσεις του άρθρου 32 του Ν.14/60 συντρέχουν.
Οι διάδικοι, ως γονείς του ανηλίκου, είναι οι φορείς της γονικής μέριμνάς του. Η ασυμφωνία τους ως προς τη ρύθμισή της, είναι έκδηλη αφού και οι δύο γονείς διεκδικούν, με την εναρκτήρια αίτηση και την ανταπαίτηση, την ανάθεση σ’ αυτούς της φύλαξης και φροντίδας και του τόπου διαμονής του. Ασυμφωνία εκδηλώνεται και σε ειδικότερη πτυχή της γονικής μέριμνας του παιδιού τους, αυτή της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης του παιδιού τους. Έτσι, η ασυμφωνία των γονέων του επί της πτυχής της γονικής μέριμνας, έχει ενεργοποιήσει τον μηχανισμό του Νόμου 216/90, για λήψη απόφασης από το Δικαστήριο, με γνώμονα πάντοτε το συμφέρον του παιδιού.
Συνεπώς, στη βάση των πιο πάνω, κρίνω ότι οι πρώτες δύο προϋποθέσεις του άρθρου 32 του Ν.14/60, ικανοποιούνται.
Η παρούσα υπόθεση αφορά το δικαίωμα του παιδιού στην εκπαίδευση. Οι γονείς, ομολογουμένως, δεν αμφισβητούν ότι το παιδί τους θα πρέπει να συνεχίσει την εκπαίδευσή του σε Γυμνάσιο. Ό,τι ερίζουν, αφορά τη συνέχιση της εκπαίδευσης του παιδιού, σε συγκεκριμένο γυμνάσιο το οποίο κάθε γονέας, για τους λόγους του, προκρίνει.
Η συνέχιση της φοίτησης του παιδιού με την εγγραφή του παιδιού σε συγκεκριμένο γυμνάσιο, αρχίζει από τη σχολική χρονιά 2021-22, δηλαδή τον προσεχή Σεπτέμβριο του 2021. Είναι προφανές ότι το σοβαρό αυτό θέμα, το οποίο στην ουσία αφορά στην πραγμάτωση του δικαιώματος του παιδιού, δεν μπορεί η ρύθμισή του, να αναμένει την εκδίκαση της εναρκτήριας αίτησης. Κάτι τέτοιο, στην πραγματικότητα, θα ισοδυναμούσε με αναίρεση και/ή εξουδετέρωση του δικαιώματος του παιδιού στην εκπαίδευση.
Υπό την πιο πάνω θεώρηση, κρίνω ότι πληρείται και η τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32 του Ν.14/60.
Πέραν των πιο πάνω τριών προϋποθέσεων του άρθρου 32 του Ν.14/60, το Δικαστήριο θα πρέπει να προχωρήσει στην εξέταση του κατά πόσον είναι δίκαιο και εύλογο να εκδώσει το Διάταγμα. Ο παράγοντας αυτός προσδίδει ευρεία διακριτική εξουσία στο Δικαστήριο και απαντάται και με τον όρο «το ισοζύγιο της ευχέρειας».
Στο Σύγγραμμα των κ.κ. Γιώργου Ερωτοκρίτου και Πέτρου Αρτέμη «Διατάγματα», Έκδ. 2016, στη σελ. 145 αναφέρονται τα ακόλουθα:
«Αποφασίζοντας κατά πόσον είναι «δίκαιο ή πρόσφορον» να εκδοθεί ένα διάταγμα, το δικαστήριο θα πρέπει να σταθμίσει όλους τους σχετικούς παράγοντες και να αποδώσει σ’ αυτούς την πρέπουσα βαρύτητα. Η βαρύτητα κάθε παράγοντα δεν είναι πάντα η ίδια και εξαρτάται από τα ιδιαίτερα περιστατικά κάθε υπόθεσης. Γι’ αυτό και η διακριτική εξουσία του δικαστηρίου έχει τόση μεγάλη, και πολλές φορές καθοριστική, σημασία.
Ως γενική αρχή το δικαστήριο, κατά την άσκηση της διακριτικής του εξουσίας, λαμβάνει πρωτίστως υπόψη (i) τις ανάγκες της δικαιοσύνης σε συνδυασμό με τα ιδιαίτερα γεγονότα της υπόθεσης και (ii) κατά πόσο θα πρέπει να διατηρηθεί η κατάσταση που επικρατούσε πριν ο εναγόμενος αρχίσει τη δραστηριότητα του (status quo ante). Πέραν τούτου, δεν είναι δυνατή η εκ των προτέρων απαρίθμηση των παραγόντων οι οποίοι ενδεχομένων θα έχουν επίδραση στη διακριτική εξουσία του δικαστηρίου. Ορισμένοι παράγοντες μπορεί να αποδειχθεί ότι έχουν μεγαλύτερη σημασία από άλλους. Μπορεί ένας παράγοντας να αποδειχθεί ο πιο σημαντικός από όλους. Γι’ αυτό και κανένας παράγοντας δεν μπορεί να αγνοείται ή να υποτιμάται.»
Οι θέσεις της μητέρας και του πατέρα, όπως έχουν μέσα από τις ένορκες δηλώσεις καταγραφεί στην παρούσα απόφαση, θα εξετασθούν κατωτέρω.
Αποτελεί παραδεκτό γεγονός ότι και τα δύο παιδιά των διαδίκων φοιτούν στο Δημοτικό Σχολείο Ακροπόλεως. Δεν μπορεί να παραγνωρισθεί το γεγονός ότι η εργασία της Αιτήτριας στην Κεντρική Τράπεζα Κύπρου είναι πάρα πολύ κοντά στο σχολείο των παιδιών. Είναι δεδομένο ότι καθημερινά τα παιδιά μεταφέρονται αποκλειστικά στο σχολείο από την Αιτήτρια. Αντίθετα, μεγάλη ταλαιπωρία και δη καθημερινή, αναπόφευκτα θα δημιουργηθεί σε περίπτωση φοίτησης του ενός παιδιού στην Ακρόπολη και του άλλου στον Αρχάγγελο και μάλιστα σε ώρες κυκλοφοριακής αιχμής. Σε περίπτωση φοίτησης του παιδιού στο Γυμνάσιο Διανέλλου και Θεοδότου, στην ουσία θα διατηρηθεί το status quo ante, και το οποίο status λειτουργούσε και λειτουργεί χωρίς προβλήματα, αφού το εν λόγω γυμνάσιο, είναι, καλώς γνωστό ότι βρίσκεται πολύ πλησίον της Κεντρικής Τράπεζας που εργάζεται η Αιτήτρια.
Περαιτέρω, η εγγύτητα του ιδρύματος φοίτησης των παιδιών, η οποία δεν θα διαταραχθεί με τη φοίτηση του παιδιού στο Γυμνάσιο Διανέλλου και Θεοδότου, θα εξακολουθήσει να παρέχει όπως και πριν, τη δυνατότητα άμεσης πρόσβασης της Αιτήτριας στο σχολείο σε περίπτωση ανάγκης, λόγω π.χ. κάποιου έκτακτου προβλήματος του παιδιού.
Περαιτέρω, με τη φοίτηση του Π. στο Γυμνάσιο Διανέλλου και Θεοδότου, ο Π. θα έχει τη δυνατότητα να συνεχίσει τη φοίτησή του σε ένα γνώριμο γι’ αυτόν σχολικό περιβάλλον, αφού εκεί θα φοιτήσουν οι πλείστοι των φίλων του και των συμμαθητών του από το Δημοτικό Σχολείο Ακροπόλεως, πράγμα το οποίο δεν θα υπάρχει στο άγνωστο γι’ αυτόν σχολικό περιβάλλον του Γυμνασίου Ακροπόλεως, με το οποίο δεν θα έχει καμία σύνδεση.
Ο Καθ’ ου η αίτηση, στηρίζει τη δική του θέση, στο γεγονός ότι ενοικίασε, με ισχύ συμβολαίου μέχρι το 2023, διαμέρισμα το οποίο βρίσκεται πλησίον του Γυμνασίου Αρχαγγέλου. Περαιτέρω, ισχυρίζεται στην παράγρ. 13 της ένορκης του δήλωσης ότι «Οι γονείς μου κατοικούν στην Κοκκινοτριμιθιά, οι οποίοι θα παραλαμβάνουν τον Π. από το γυμνάσιο Αρχαγγέλου καθημερινά μετά από την ολοκλήρωση του σχολείου τους 13:32 μ.μ. Ο ανήλικος μαζί με τους παππούδες του θα πηγαίνει στην οικία μου, θα βρίσκει το φαγητό και θα έχει τον χρόνο να ασχοληθεί με τα μαθήματα του, σε ένα ήσυχο και ασφαλές περιβάλλον.»
Αναγάγει, δε, επίσης, το όλο θέμα σε επιθυμία του παιδιού τους Π. Αναφορικά με την προθυμία των γονέων του να παραλαμβάνουν καθημερινά το παιδί από το σχολείο, θα ήθελα να σημειώσω ότι η εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη γονική μέριμνα ανηλίκου, είναι υποχρεώσεις τις οποίες ο νόμος εναποθέτει την εκπλήρωσή τους αποκλειστικά και μόνο στους γονείς. Συνάγεται από τα πιο πάνω ότι, ο Καθ’ ου η αίτηση δεν είναι σε θέση ο ίδιος να εκπληρώσει αυτό το συγκεκριμένο γονεϊκό του καθήκον και το μεταθέτει και/ή το μεταβιβάζει στους γονείς του. Όσο σημαντική και αν είναι η βοήθεια των παππούδων στις σημερινές πραγματικότητες που βιώνει η κοινωνία μας, σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να υποκαθιστούν τον γονέα εκείνο, ο οποίος προσφέρεται και είναι έτοιμος να εκπληρώσει συγκεκριμένο γονεϊκό του καθήκον, όπως στην προκείμενη περίπτωση της Αιτήτριας. Εν πάση περιπτώσει, θα ήθελα να υποδείξω ότι το καθήκον αυτό, το οποίο ο Καθ’ ου η αίτηση προσπαθεί να μεταθέσει στους γονείς του, θα είναι ένα συνεχές καθήκον για περίοδο τουλάχιστον έξι ετών και το Δικαστήριο βρίσκεται σε πλήρη άγνοια σχετικά με την ηλικία, την κατάσταση υγείας και την εν γένει δυνατότητα των γονέων του Καθ’ ου η αίτηση να εκπληρώσουν το καθήκον αυτό για έξι συναπτά έτη.
Περαιτέρω, σε σχέση, δε, με την επιθυμία του ανηλίκου, όπως επιγραμματικά την επικαλείται ο Καθ’ ου η αίτηση, υπογραμμίζω ότι οι επιθυμίες του ανηλίκου λαμβάνονται υπόψη και έχουν τη σημασία τους σε υποθέσεις γονικής μέριμνας, όταν αυτές είναι το αποτέλεσμα συνέντευξης του ανηλίκου με το Δικαστήριο, όπως προβλέπεται, υποχρεωτικά, από το άρθρο 6, παράγρ. 3 του Ν.216/90. Το Δικαστήριο, δεν έχει στο στάδιο αυτό τη δυνατότητα να δει το παιδί, έτσι ώστε να συνεκτιμήσει τη γνώμη του παιδιού, εφόσον διαπιστώσει βέβαια ότι πρόκειται για τις πραγματικές επιθυμίες ενός ώριμου παιδιού που έχει την ικανότητα να αντιληφθεί το συμφέρον του, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το Δικαστήριο είναι και υπόχρεο να την ακολουθήσει.
Υπό την πιο πάνω θεώρηση των πραγμάτων, δεν προσδίδεται οποιαδήποτε βαρύτητα στη λεγόμενη από τον Καθ’ ου η αίτηση επιθυμία του παιδιού, εφόσον δεν υπάρχουν ενώπιον του Δικαστηρίου τα πιο πάνω αναφερθέντα εχέγγυα.
Πριν αφήσω την απόφαση, δεν θα ήθελα να αφήσω ασχολίαστα δύο θέματα τα οποία εγείρονται από τους διαδίκους. Το πρώτο αφορά τις περιουσιακές τους διαφορές και το δεύτερο αφορά ισχυρισμό του Καθ’ ου η αίτηση περί σοβαρών περιστατικών (Τεκμ. 4 της ένορκης του δήλωσης). Πρόκειται, προφανώς, για περιστατικά για τα οποία το Δικαστήριο δεν έχει οποιαδήποτε πληροφόρηση περί της προώθησής τους ή όχι εναντίον της Αιτήτριας, γεγονότα τα οποία χρονολογούνται, αρχής γενομένης από το 2018 και τα οποία εν πάση περιπτώσει, ουδέποτε αποτέλεσαν εμπόδιο για τη de jure ή de facto, παραμονή των παιδιών με την Αιτήτρια και περαιτέρω τη ρύθμιση δια διατάγματος του δικαιώματος επικοινωνίας του Καθ’ ου η αίτηση με τα ως άνω παιδιά του.
Στη βάση όλων των πιο πάνω, κρίνω ότι το ισοζύγιο της ευχέρειας κλίνει υπέρ της ικανοποίησης του αιτήματος της Αιτήτριας.
Συνακόλουθα, εκδίδεται προσωρινό διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο παρέχεται η άδεια στην Αιτήτρια όπως ενεργώντας από μόνη της και χωρίς τη συγκατάθεση του Καθ’ ου η αίτηση προβεί σε όλες τις αναγκαίες πράξεις, ενέργειες και υπογραφές οποιωνδήποτε εγγράφων για εξασφάλιση και/ή πραγμάτωση της εγγραφής του ανήλικου τέκνου των διαδίκων Π. Σ., από το Δημοτικό Σχολείο Ακροπόλεως στη Λευκωσία, στο Γυμνάσιο Διανέλλου και Θεοδότου στον Στρόβολο Λευκωσίας, δια τα σχολικά έτη 2021 και εντεύθεν.
Το παρόν προσωρινό διάταγμα ισχύει μέχρι περατώσεως της εναρκτήριας αίτησης και/ή μέχρι νεότερης διαταγής του Δικαστηρίου.
Ως προς τα έξοδα, κρίνω ορθό και δίκαιο αυτά να ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της εναρκτήριας αίτηση σε καμία περίπτωση όμως να είναι εναντίον της Αιτήτριας.
(Υπ.) ………………………………
Μ. Τσαγγαρίδης
Πρόεδρος Οικογενειακού Δικαστηρίου
/ΚΤ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο