Κ. Ν. ν. Ν. Μ., Αρ. Αίτησης: 377/2020, 6/4/2021

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ

 

ΕΝΩΠΙΟΝ:  Μ. Τσαγγαρίδη, Πρ. Οικ. Δ.

Αρ. Αίτησης:  377/2020

Μεταξύ:

Κ. Ν.

Αιτήτρια

και

 

Ν. Μ.

Καθ΄ ου η Αίτηση

-----------------------------------

Μονομερής Αίτηση ημερομ. 3/11/20

 

6 Απριλίου 2021

 

Εμφανίσεις:

Για Αιτήτρια: κ. Α. Καρεκλάς

Για Καθ’ ου η αίτηση: κα Α. Φλουρέντζου

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Η Αιτήτρια είναι φοιτήτρια στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.

 

Γεννήθηκε στις 4/7/02. Είναι ο καρπός της ερωτικής σχέσης του Καθ’ ου η αίτηση και της μητέρας της. Ο Καθ’ ου η αίτηση ήταν τότε παντρεμένος και εξακολουθεί να είναι παντρεμένος με παιδιά.

 

Ο Καθ’ ου η αίτηση μετά την ενηλικίωση της έπαυσε να συνεισφέρει στη διατροφή της.

 

Ως εκ του λόγου τούτου, η Αιτήτρια μέσα στα πλαίσια καταχώρησης εναρκτήριας αίτησης, καταχώρησε και την παρούσα μονομερή αίτηση, με την οποία αιτείται την επίδοση προσωρινού διατάγματος, με το οποίο να καθορίζεται η συνεισφορά του Καθ’ ου η αίτηση στη διατροφή και συντήρησή της στο ποσό των €370.- μηνιαίως.

Το Δικαστήριο, διέταξε την επίδοση της μονομερούς αιτήσεως στον Καθ’ ου η αίτηση για να ακουσθεί.

 

Έτσι, ο Καθ’ ου η αίτηση, στις 18/12/20, καταχώρησε ένσταση.

 

Οι λόγοι της ένστασης είναι:

 

            «1.       Υπάρχει απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων.

 

            2.         Μη αποκάλυψη πραγματικών γεγονότων.

 

3.         Τα γεγονότα στα οποία καλείται να στηριχθεί το Δικαστήριο για την έκδοση του Διατάγματος είναι ψευδή.

 

4.         Το εκζητούμενο ποσό είναι άδικο και το Δικαστήριο καλείται να στηριχθεί σε λανθασμένα στοιχεία και πληροφορίες.

 

5.         Οι οικονομικές δυνατότητες του καθ’ ου η αίτηση δεν του επιτρέπουν να καταβάλλει το ζητούμενο ποσό.

 

6.         Η αίτηση είναι νόμω και ουσία αβάσιμη.

 

7.         Δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Νόμου για την έκδοση του Διατάγματος

 

Η αίτηση και η ένσταση, υποστηρίζονται, αντίστοιχα, από τις ένορκες δηλώσεις των διαδίκων, στις οποίες, αμφότεροι, έχουν επισυνάψει διάφορα έγγραφα, ως τεκμήρια, προς επίρρωση των ισχυρισμών τους.

 

Η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι λόγω της φοίτησης στο Πανεπιστήμιο και της συνακόλουθης μελέτης, αδυνατεί να εργασθεί, έτσι ώστε να καλύπτει τη διατροφή της.

 

Ο Καθ’ ου η αίτηση είναι συνταξιούχος και η σύνταξή του και/ή τα εισοδήματά του, είναι πέραν των €1.200.- μηνιαίως.

 

Η μητέρα της εργάζεται με μισθό €1.000 μηνιαίως και αδυνατεί να καλύψει όλο το οικονομικό βάρος και της δικής της διατροφής και διαβίωσής της. Έτσι, η μητέρα της αναγκάζεται να δανείζεται για να καλύψει τις ανάγκες της.

 

Τα έξοδα, τα οποία απαιτούνται για τη διατροφή και συντήρησή της είναι €745.- μηνιαίως και έχουν ως ακολούθως:

 

«12.     Οι μηνιαίες ανάγκες μου για διατροφή και συντήρηση μου, λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία και τις προσωπικές μου συνθήκες καθώς και το επίπεδο ζωής που είχα πριν τη διάσταση των γονιών μου, είναι ενδεικτικά οι ακόλουθες:

 

                                                                                                                                            €

α)         Δίδακτρα Πανεπιστημίου (Δωρεάν) – Βιβλία – Γραφική ύλη                             50,00

β)         Ενοίκιο                                                                                                             200,00

γ)         Ένδυση – Υπόδηση                                                                                            75,00

δ)         Διατροφή                                                                                                           150,00

ε)         Μεταφορικά                                                                                                      120,00

στ)       Φωτισμός – Θέρμανση Κλιματισμός – Υδατοπρομήθεια – Τηλ. –

            Ίντερνετ                                                                                                              70,00

ζ)         Έξοδα Διακοπών – γενεθλίων και απρόβλεπτα έξοδα                                      80,00

                                                                                                            ΣΥΝΟΛΟ           745,00»

 

Ο Καθ’ ου η αίτηση, στην ένορκή του δήλωση, ισχυρίζεται ότι ποτέ, παρά την επιθυμία του, δεν είχε ενεργό ρόλο στην ανατροφή της Αιτήτριας. Μέσα στα 18 χρόνια της ανηλικότητας της Αιτήτριας, μετά από δική του επιμονή, είχε 7-8 συναντήσεις μαζί της. Τα τελευταία 2 χρόνια, ούτε την έχει συναντήσει, ούτε έχει μιλήσει μαζί της τηλεφωνικώς, και δηλώνει άγνοια για την απόφαση της Αιτήτριας να σπουδάσει, πράγμα το οποίο πληροφορήθηκε για πρώτη φορά με την καταχώρηση της αίτησης.

 

Πάντοτε συμμορφωνόταν με το διάταγμα διατροφής. Όμως τα πράγματα, τώρα, έχουν αλλάξει.

 

Συγκεκριμένα είναι συνταξιούχος με εισοδήματα €895,40.- μηνιαίως. Επιπρόσθετα, εργάζεται περιστασιακά σε εταιρεία, όταν υπάρχει δουλειά και τον καλούν. Από τις 23/10/20 η σύζυγος του κατέστη συνταξιούχος, και ως εκ τούτου  η σύνταξή του, θα μειωθεί κατά €200.- μηνιαίως, λόγω του ότι η σύζυγός του θα παύσει να είναι εξαρτώμενή του.

 

Από την 1/10/20, καταβάλλει μηνιαία δόση €530.- έναντι αποπληρωμής δανείου στο σχέδιο ΕΣΤΙΑ. Περαιτέρω καταβάλλει €50.- μηνιαίως για τη διευθέτηση υπολοίπου τραπεζικού λογαριασμού. Έχει επίσης διευθετήσει την αποπληρωμή δια μηνιαίων δόσεων των λογαριασμών ρεύματος, νερού και της φορολογίας.

 

Ο Καθ’ ου η αίτηση, προβάλλει, περαιτέρω τον ισχυρισμό ότι η Αιτήτρια, παρά τη φοίτησή της, είναι σε θέση να εργασθεί όπως συμβαίνει και με άλλους φοιτητές, η δε οικονομική του κατάσταση είναι τέτοια, που δεν του επιτρέπει να συνεισφέρει στη διατροφή της Αιτήτριας. Η οικονομική του κατάσταση είναι τέτοια που τον αναγκάζει να δανείζεται από τη συνταξιούχα μητέρα του.

Ισχυρίζεται τέλος, ότι το ποσό που του απομένει από τα εισοδήματά του, μετά την πληρωμή των υποχρεώσεών του, αρκεί μόνο για τις πάρα πολύ βασικές ανάγκες του ιδίου και της συζύγου του.

 

Η ακρόαση της ενδιάμεσης αίτησης διεξήχθηκε με τις γραπτές αγορεύσεις των δικηγόρων των διαδίκων, οι θέσεις των οποίων θα απαντηθούν κατωτέρω.

 

Το άρθρο 32 του Περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν.14/60, παρέχει στο Δικαστήριο ευρεία διακριτική εξουσία, εφόσον συντρέχουν οι ουσιαστικές προϋποθέσεις που θέτει το εν λόγω άρθρο να εκδώσει οποιοδήποτε προστακτικό ή απαγορευτικό παρεμπίπτον διάταγμα που το Δικαστήριο θα έκρινε δίκαιο και πρόσφορο.

 

Οι προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν κατά το άρθρο 32 είναι οι πιο κάτω:

 

α)         Η ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση.

β)         Η ύπαρξη ορατής πιθανότητας να δικαιούται ο ενάγων σε θεραπεία στην αγωγή, και 

γ)         Ότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρως δικαιοσύνη, σε μεταγενέστερο στάδιο, χωρίς την έκδοση του διατάγματος (βλ. μεταξύ άλλων Odysseos v. Pieris Estates and other (1982) 1 Α.Α.Δ. 557Κυτάλα κ.α. ν. Χρυσάνθου κ.α. (1996) 1 (Α) Α.Α.Δ. 253). 

 

Το Δικαστήριο πρέπει επίσης στο τελικό στάδιο να σταθμίσει το κατά πόσο είναι δίκαιο και εύλογο το αιτούμενο διάταγμα (Ιπποδρομιακή Αρχή ν. Χατζηβασίλη (1989) 1 Α.Α.Δ. 152).  Πρόσθετα, στο στάδιο αυτό, το Δικαστήριο εξετάζει την ενώπιον του μαρτυρία, με μόνο σκοπό να αποφασίσει κατά πόσο είναι δίκαιο ή όχι να εκδοθεί το διάταγμα και δεν αποφασίζει πάνω στα διαφιλονικούμενα θέματα επί των οποίων θα κριθεί η κυρίως αίτηση (Jonitexo Ltd v. Adidas (1984) 1 A.A.Δ. 263).

 

Επίσης, οι οποιεσδήποτε διαπιστώσεις στις οποίες προβαίνει το Δικαστήριο, γίνονται για τους σκοπούς της εξέτασης της έκδοσης ή μη του προσωρινού διατάγματος.  Όλα τα ζητήματα που εγείρονται στην αγωγή παραμένουν ζωντανά για να αποφασιστούν όταν θα εκδικασθεί η ουσία της (Δημοκρατία της Σλοβενίας ν. Beograska Banka D.D. (1999) 1 (A) Α.Α.Δ. 225, 236).

Οι προϋποθέσεις που απαιτεί το άρθρο 32 του Ν. 14/60 και οι οποίες αναφέρθηκαν ανωτέρω, κρίνονται με βάση τα γεγονότα που τίθενται ενώπιον του Δικαστηρίου, αλλά και με βάση τις διατάξεις του Νόμου που διέπει το υπό κρίση θέμα, οι οποίες στην εξεταζόμενη περίπτωση είναι τo άρθρο 33 (2) του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990, Ν. 216/90.

 

       Συγκεκριμένα το άρθρο 33 (2) ορίζει ότι:

 

«Με απόφαση και σχετική ρύθμιση από το Δικαστήριο, η υποχρέωση των γονέων δυνάμει του εδαφίου (1) είναι δυνατό να συνεχίσει και μετά την ενηλικίωση του τέκνου, στις περιπτώσεις όπου ειδικές περιστάσεις επιβάλλουν τούτο, όπως σε περίπτωση ανικανότητας ή αναπηρίας του τέκνου ή υπηρεσίας θητείας του στην Εθνική Φρουρά ή φοίτησης του σε εκπαιδευτικό ίδρυμα ή επαγγελματική σχολή.»

 

Σύμφωνα με την νομολογία του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου, η έκδοση δικαστικής απόφασης βάσει του άρθρου 33 (2) (ανωτέρω) αποτελεί προϋπόθεση για την συνέχιση της υποχρέωσης. Βλ. Τσιτσινίδη ν. Τσιτσινίδη (1994) 1 Α.Α.Δ. 385Βουνού ν. Βουνού (1998) 1 Α.Α.Δ. 400, Χρίστου ν. Χρίστου (2000) 1 Α.Α.Δ. 1891Κυπριανίδης ν. Κυπριανίδη (2010) 1 Α.Α.Δ. 382.

 

Η Αιτήτρια είναι φοιτήτρια στο Πανεπιστήμιο Κύπρου. Η φοίτηση σε εκπαιδευτικό ίδρυμα είναι μία από τις περιπτώσεις που ενδεικτικά αναφέρονται στο άρθρο 38(2) του Ν.216/90 και που δίνει στο Δικαστήριο την εξουσία να διατάξει τη συνέχιση της υποχρέωσης των γονέων για διατροφή του ανήλικου τέκνου και μετά την ενηλικίωσή του.

 

Έτσι, στη βάση των ανωτέρω, κρίνω ότι οι δύο πρώτες προϋποθέσεις του άρθρου 32 ικανοποιούνται.

 

Ως προς τη συνδρομή της τρίτης προϋπόθεσης, η απάντηση δίνεται από το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση του Δ.Ο.Δ. στην υπόθεση Γ. Γ. και Ι. Γ., Έφ. Αρ. 29/17, ημερ. 12/4/19.

 

«Ορθή επίσης κρίνουμε και την κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο εφόσον οι ανάγκες διατροφής και εκπαίδευσης είναι τρέχουσες και σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να αποζημιωθούν μεταγενέστερα

 

Με βάση τα πιο πάνω, είναι προφανές ότι στην παρούσα υπόθεση συντρέχει και η τρίτη προϋπόθεση.

 

Πέραν της συνδρομής των τριών προϋποθέσεων, το Δικαστήριο θα πρέπει να εξετάσει εάν είναι ορθό και δίκαιο η έκδοση του προσωρινού διατάγματος .

 

Η προϋπόθεση αυτή διασυνδέεται, με την ένσταση που προβάλλει ο Καθ’ ου η αίτηση και η οποία επικεντρώνεται στην αδυναμία του να καταβάλει, λόγω του εισοδήματός του και των συνθηκών της ζωής του, οποιοδήποτε ποσό ως συνεισφορά του στη διατροφή και εκπαίδευση της Αιτήτριας. Προβάλλει αυτό που στο Ελληνικό Οικογενειακό Δίκαιο είναι γνωστό ως ένσταση διακινδύνευσης ιδίας διατροφής, αν δηλαδή με την καταβολή διατροφής από τον υπόχρεο γονέα, επέρχεται ως άμεση συνέπεια η διακινδύνευση της διατροφής του υπόχρεου γονέα και όχι η πλήρης απορία του (βλ. σχετικά Βαθρακοκοίλης «Το Νέο Οικογενειακό Δίκαιο», σελ. 491, 492 Ε. Κουνουγέρη-Μανωλεδάκη «ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ», Τόμος II, σελ. 124, Γεωργιάδη –Σταθόπουλου, «ΑΣΤΙΚΟΣ ΚΩΔΙΞ», Τόμος VII, σελ. 717-718).

 

Η ένσταση της διακινδύνευσης της ιδίας διατροφής, έχει αναγνωρισθεί και από τη νομοολογία μας. Αναφέρομαι στην απόφαση του Δ.Ο.Δ. στην Ανδρέας Χατζιήκος ν. Μαρία Χριστοδούλου (2011) (1) ΑΑΔ 205.

 

Το Δ.Ο.Δ. στην απόφαση αυτή, δέχθηκε ότι ο υπόχρεος γονέας με εισόδημα €580.- μηνιαίως, καθίστατο, λόγω του εισοδήματός του, σε κατάσταση αδυναμίας συνεισφοράς διατροφής.

 

Συγκεκριμένα, το Δ.Ο.Δ., στην απόφαση αυτή, ανέφερε τα πιο κάτω:

 

«Η διαπίστωση ότι η εφεσίβλητη δεν μπορεί να συνεισφέρει αφού το εισόδημά της μόλις επαρκεί (αν επαρκεί) για την κάλυψη της δικής της διατροφής σαφώς εκπηγάζει από την πείρα της καθημερινής ζωής της κοινωνίας των ανθρώπων αυτού του τόπου μέλος της οποίας είναι και ο δικαστής

 

Σύμφωνα με τη μαρτυρία που παρέθεσε ο Καθ’ ου η αίτηση και η οποία σημειωτέον παρέμεινε αναντίλεκτη, τα εισοδήματά του, προέρχονται βασικά ως συνταξιούχος, από τη μηνιαία σύνταξή του, η οποία είναι €895,40 και η οποία αναμένεται, προσεχώς να μειωθεί κατά €200.- μηνιαίως, διότι η σύζυγός του θα καταστεί συνταξιούχος και έτσι θα παύσει να είναι εξαρτώμενή του.

 

Άλλη πηγή εισοδήματός του, είναι η περιστασιακή του απασχόληση σε εταιρεία (τεκμ. 2, 3 της ένστασης).

 

-       Καταβάλλει μηνιαίως €530.- ως δόση δανείου ενταγμένου στο σχέδιο ΕΣΤΙΑ.

-       Καταβάλλει μηνιαίως, €50.- προς εξόφληση τραπεζικού υπολοίπου λογαριασμού του, (τεκμ. 5), 6 της ένστασης).

-       Πληρώνει μετά από διευθέτηση αποπληρωμής δια μηνιαίων δόσεων τους λογαριασμούς ρεύματος, νερού (τεκμ. 7 της ένστασης).

 

Είναι απλά μαθηματικά ότι, αν στα πιο πάνω, συνυπολογισθούν και τα έξοδα αυτοσυντήρησης του ιδίου του Καθ’ ου η αίτηση, το συμπέρασμα το οποίο εξάγεται είναι ότι ο Καθ’ ου η αίτηση αδυνατεί να καταβάλει οποιοδήποτε ποσό συνεισφοράς του στη διατροφή της Αιτήτριας.

 

Συνακόλουθα, στη βάση όλων των πιο πάνω αναφερθέντων, η μονομερής αίτηση ημερ. 3/11/20 απορρίπτεται.

 

Τα έξοδα, να ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της εναρκτήριας αίτησης, σε καμία όμως περίπτωση να είναι εναντίον του Καθ’ ου η αίτηση.

 

 

 

 (Υπ.) ………………………………

                  Μ. Τσαγγαρίδης

Πρόεδρος Οικογενειακού Δικαστηρίου

/ΚΤ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο