Χ. L. (Ξ. Λ.) ν. Ι. Τ., Αίτηση Αρ 4/2004, 16/11/2022

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΠΑΤΡΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ

 

ΕΝΩΠΙΟΝ:  [ΤΣΑΓΓΑΡΙΔΗΣ, Πρ.]

(Αίτηση Αρ 4/2004)

                                                                            

Χ. L. (Ξ. Λ.),

 

Αιτήτρια,

 

ΚΑΙ

 

 

Ι. Τ.,

Καθ΄ ου η Αίτηση.

-----------------------------------

Αίτηση ημερομ. 18/5/22

 

16 Νοεμβρίου, 2022

 

Εμφανίσεις:

Για Αιτήτρια: κ. Λ. Βραχίμης

Για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας: κα Σαββίδου

 

ΝΟΜΙΚΟ ΕΡΩΤΗΜΑ

 

Η Αιτήτρια, στην υπό εκδίκαση υπόθεση, ζήτησε από το Δικαστήριο όπως παραπέμψει στο Ανώτατο Δικαστήριο, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο Άρθρο 144 του Συντάγματος, ορισμένα ζητήματα ισχυριζόμενης αντισυνταγματικότητας του Άρθρου 9(2) του περί Νομικής Αρωγής Νόμου του 2002 (Ν.165(Ι)/02), όπως τροποποιήθηκε μεταγενέστερα, τα οποία κατά κοινή θέση τόσο του δικηγόρου της Αιτήτριας αλλά και της δικηγόρου, η οποία εμφανίζεται για τον έντιμο Γενικό Εισαγγελέα της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι ουσιώδη για τη διάγνωση της υπόθεσης η οποία εκκρεμεί ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Τα ζητήματα τα οποία έχουν εγερθεί στα πλαίσια της αίτησης, την οποία η Αιτήτρια καταχώρισε την 1η/11/18, έχουν ως ακολούθως:

 

«(Α)  Συμπληρωματικό διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να εκδίδεται διαταγή όπως τα έξοδα στις δυο αποφάσεις που εκδόθηκαν στις 3 Απριλίου 2015 και 25 Ιουνίου 2015 καταβληθούν στους δικηγόρους της αιτήτριας από το Ταμείο Νομικής Αρωγής στη Νομική Αρωγή με αριθμό 43/03.

 

(Β)   Περαιτέρω ή άλλη θεραπεία

 

Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, την 21/12/20 καταχώρισε ένσταση.

 

Η ένσταση της Εισαγγελίας επικεντρώθηκε στις πρόνοιες του Άρθρου 9(2) του του περί Νομικής Αρωγής Νόμου του 2002 (Ν.165(Ι)/02), το οποίο προβλέπει ως ακολούθως:

 

«(2) Χωρίς να επηρεάζεται η γενικότητα της παραγράφου (β) του εδαφίου (1), για σκοπούς υπολογισμού των εξόδων του επιτυχόντος δικαιούχου, οι υπηρεσίες δικηγόρου δε θεωρούνται ότι έχουν παρασχεθεί δυνάμει του παρόντος Νόμου:

 

Νοείται ότι, σε περίπτωση που το δικαστήριο επιδικάζει έξοδα υπέρ του επιτυχόντος δικαιούχου, δεν καταβάλλεται οποιοδήποτε ποσό                             για σκοπούς νομικής αρωγής και οποιοδήποτε ποσό κατεβλήθη επιστρέφεται

 

Σημειώνεται ότι, παρά τις προσπάθειες οι οποίες, ειλικρινώς, καταβλήθηκαν και από τα δύο μέρη για φιλική διευθέτηση της διαφοράς, εντούτοις, αυτές, δεν καρποφόρησαν.

 

Τα γεγονότα τα οποία στοιχειοθετούν την όλη υπόθεση και τα οποία είναι κοινώς παραδεκτά έχουν ως ακολούθως:

 

«2.    Στις 19 Δεκεμβρίου 2003 εκδόθηκε από το Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας πιστοποιητικό δωρεάν νομικής αρωγής υπέρ της αιτήτριας με αριθμό 43/03 για την πιο πάνω υπόθεση.

 

3.     Όπως φαίνεται από το φάκελο του Δικαστηρίου, η πιο πάνω αίτηση πατρικής αναγνώρισης καταχωρήθηκε στις 17 Φεβρουαρίου 2004 και περατώθηκε μετά από επανεκδίκαση σύμφωνα με απόφαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου στις 3 Απριλίου 2015.

 

4.     Σύμφωνα με την απόφαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου ημερομηνίας 9 Ιουνίου 2011, τα έξοδα της πρώτης δίκης, θα ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της δεύτερης δίκης. Τα έξοδα της πρώτης δίκης έχουν υπολογιστεί από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθεί από το Δικαστήριο στο ποσό των 5.511 € πλέον ΦΠΑ πλέον 60 € πραγματικά έξοδα.

 

5.     Όσον αφορά τα έξοδα της δεύτερης δίκης, σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου ο καθ’ ου η αίτηση διατάσσεται να τα καταβάλει, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο. Τα έξοδα υπολογίστηκαν από τον Πρωτοκολλητή και εγκρίθηκαν από το Δικαστήριο στο ποσό των 5.621  € πλέον ΦΠΑ, πλέον 65 € πραγματικά έξοδα.

 

6.     Όσον αφορά τα έξοδα της πρώτης δίκης, αυτά καταβλήθηκαν αρχικά από το Ταμείο Νομικής Αρωγής. Στη συνέχεια, μετά την έκδοση της απόφασης του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου ημερομηνίας 9 Ιουνίου 2011, σύμφωνα με την οποία τα έξοδα της πρώτης δίκης θα ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της δεύτερης, το Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας με επιστολή της τότε Πρωτοκολλητή Α΄ κας Ανδριάνας Μαλεκίδου, ζήτησε όπως επιστραφεί το συνολικό ποσό των 6397,51 € το οποίο αφορούσε τα έξοδα της πρώτης δίκης στο Λογιστήριο του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

 

7.     Στη συνέχεια, με οδηγίες της τότε Πρωτοκολλητή του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, το συνολικό ποσό των 6397,51 €, που αφορούσε υπολογισθέντα και εγκριθέντα έξοδα από το Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας σε μια σειρά υποθέσεων για τις οποίες τα έξοδα θα έπρεπε να καλυφθούν από το Ταμείο Νομικής Αρωγής, κατακρατήθηκε από το Λογιστήριο του Ανωτάτου Δικαστηρίου έναντι των εξόδων της πρώτης δίκης στην αίτηση πατρικής αναγνώρισης. Έτσι με αυτό τον τρόπο επιστράφηκε ολόκληρο το ποσό των 6397,51 € στο Ταμείο Νομικής Αρωγής.

 

8.     Εν τω μεταξύ, μετά την έκδοση της δεύτερης πρωτόδικης απόφασης ο καθ’ ου η αίτηση καταχώρησε αίτηση αναστολής της απόφασης. Στις 25 Ιουνίου 2015 εκδόθηκε απόφαση από το Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας σύμφωνα με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση αναστολής του καθ’ ού η αίτηση ημερομηνίας 29 Απριλίου 2015 με έξοδα εναντίον του καθ’ ού η αίτηση όπως αυτά υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο. Τα έξοδα υπολογίστηκαν από τον Πρωτοκολλητή και εγκρίθηκαν από το Δικαστήριο στο ποσό των 725 € πλέον ΦΠΑ, πλέον 9 € πραγματικά  έξοδα.

 

9.     Στις 8 Ιουνίου 2016 καταχωρήθηκε εκ μέρους της αιτήτριας αίτηση έρευνας εναντίον του καθ’ ού η αίτηση για εξόφληση όλων των δικαστικών εξόδων τα οποία είχαν δημιουργηθεί στη διαδικασία. Στις 5 Φεβρουαρίου 2018 εκδόθηκε απόφαση σύμφωνα με την οποία η αίτηση έρευνας της απορρίπτεται

 

Τα συνταγματικά ζητήματα των οποίων ζητείται η παραπομπή προς απόφαση στο Ανώτατο Δικαστήριο, διατυπώνονται κατωτέρω:

 

-      Κατά πόσον το Άρθρο 9(2) του περί Νομικής Αρωγής Νόμου                             του 2002 (Ν.165(Ι)/02) όπως τροποποιήθηκε μεταγενέστερα είναι αντισυνταγματικό, γιατί η εν λόγω διάταξη του Νόμου συγκρούεται και/ή παραβιάζει τα Άρθρα 10, 26(1), 23, 28(1) και (2) και 30 (1), (2) και (3) του Συντάγματος.

 

-      Οι δικηγόροι των διάδικων μερών, στην παρούσα διαδικασία, συμφώνησαν ότι η παραπομπή είναι αναγκαία και ουσιώδης για τη διάγνωση της εκκρεμούσης ενώπιον του Δικαστηρίου υπόθεσης.

 

Αποφασίζω να παραπέμψω προς το Ανώτατο Δικαστήριο τα πιο πάνω διατυπωθέντα συνταγματικά θέματα, γιατί κρίνω ότι η διάγνωση των θεμάτων αυτών είναι αναγκαία και ουσιώδης για την έκβαση της αίτησης η οποία εκκρεμεί ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Καθίσταται εμφανής η σημασία της επίλυσης του θέματος για την έκβαση της πιο πάνω αίτησης, από το γεγονός ότι το αποτέλεσμα της κρίσης επί του θέματος της συνταγματικότητας καθορίζει και σφραγίζει την τύχη της εκκρεμούσης αιτήσεως, γιατί αν το Άρθρο 9(2) του περί Νομικής Αρωγής Νόμου του 2002 (Ν.165(Ι)/02) κριθεί ως αντισυνταγματικό, τότε ο δικηγόρος της Αιτήτριας θα δικαιούται σε πληρωμή των υπηρεσιών του από το Ταμείο Νομικής Αρωγής, σε αντίθετη δε περίπτωση, η υπό κρίση αίτηση αναπόφευκτα υπόκειται σε απόρριψη.

 

ΕΠΕΙΔΗ σύμφωνα με το Άρθρο 144 του Συντάγματος αρμόδιο να αποφασίζει επί της συνταγματικότητας των Νόμων είναι το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, και

 

ΕΠΕΙΔΗ όπως αποφασίστηκε στη Ναυσικά Νικολάου και άλλου, (1991) 1 ΑΑΔ 1045, η διαδικασία παραπομπής που καθιερώνει το άρθρο 144 δεν έχει ατονήσει σε σχέση με παραπομπή συνταγματικών θεμάτων που γίνονται από τα Οικογενειακά Δικαστήρια,

 

ΓΙ’ ΑΥΤΟ το Οικογενειακό Δικαστήριο παραπέμπει στο Ανώτατο Δικαστήριο τα εγερθέντα συνταγματικά ζητήματα και ταυτόχρονα αναστέλλει την πρόοδο της υπό αναφορά αίτησης μέχρις ότου αποφανθεί επ’ αυτών το Ανώτατο Δικαστήριο.

 

(Υπ.) ………………………………

                 Μ. Τσαγγαρίδης

        Πρόεδρος Οικογενειακού Δικαστηρίου

/ΚΤ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο