ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ
ΕΝΩΠΙΟΝ: [ΤΣΑΓΓΑΡΙΔΗΣ, Πρ.]
(Αίτηση Αρ 415/2019)
Ε. Τ.,
Αιτήτρια,
ΚΑΙ
K. U.-O. A.,
Καθ΄ ου η Αίτηση.
-----------------------------------
29 Σεπτεμβρίου, 2022
Εμφανίσεις:
Για Αιτήτρια: κα Τ. Τζίρτη
Για Καθ’ ου η αίτηση: κ. Μαρκίδης για M.CH. MICHAEL LLC
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Αντικείμενο της παρούσας απόφασης, είναι ο καθορισμός της συνεισφοράς των υπόχρεων γονέων-διαδίκων, στη διατροφή των ανήλικων παιδιών τους, λόγω της διάστασης που επήλθε στην έγγαμη τους σχέση.
Η Αιτήτρια είναι Κύπρια πολίτης, Χριστιανή Ορθόδοξη, και ο Καθ’ ου η αίτηση είναι Χριστιανός Ορθόδοξος, Νιγηριανής καταγωγής και μόνιμος κάτοικος Κύπρου.
Τέλεσαν πολιτικό γάμο στις 29/11/2016. Από τον γάμο τους απόκτησαν δύο παιδιά, την Ολ. η οποία γεννήθηκε στις 16/12/2016 και την Λ. η οποία γεννήθηκε στις 30/4/2019.
Η διάσταση, στην έγγαμη τους σχέση, επήλθε στις 5/10/2019.
Η Αιτήτρια, μετά τη διάσταση, και συγκεκριμένα στις 5/12/2019, ως ο γονέας με τον οποίο διαμένουν τα παιδιά, καταχώρησε την παρούσα εναρκτήρια αίτηση, με την οποία αιτείται τον δικαστικό καθορισμό της συνεισφοράς του Καθ’ ου η αίτηση στη διατροφή των παιδιών τους, στο ποσό των €800.- μηνιαίως.
Την ίδια ημέρα, δηλαδή στις 5/12/19, η Αιτήτρια καταχώρησε και μονομερή αίτηση για προσωρινό καθορισμό της συνεισφοράς του Καθ’ ου η αίτηση, στο ποσό των €700.- μηνιαίως.
Το Δικαστήριο, (υπό άλλη σύνθεση), διέταξε την επίδοση της μονομερούς αίτησης στον Καθ’ ου η αίτηση, ο οποίος όμως επέλεξε να μην εμφανισθεί στο Δικαστήριο.
Έτσι, το Δικαστήριο, στις 19/12/19 εξέδωσε προσωρινό διάταγμα εναντίον του Καθ’ ου η αίτηση για το ποσό των €450.- μηνιαίως, ως προσωρινή συνεισφορά του στη διατροφή των παιδιών τους.
Ο Καθ’ ου η αίτηση, στις 11/3/20, καταχώρησε Υπεράσπιση.
Ακολούθως, η Αιτήτρια στις 4/6/20 καταχώρησε την Απάντηση στην Υπεράσπιση.
Μετά τη συμπλήρωση της δικογραφίας, ακολουθήθηκαν οι πρόνοιες της Δ.30 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.
Έτσι, μετά την έκδοση των αντιστοίχων οδηγιών, κατά συνοπτική αναφορά, η Αιτήτρια καταχώρησε, στις 26/11/20, ένορκη δήλωση αποκάλυψης εγγράφων.
Ο Καθ’ ου η αίτηση, παρά τις επανειλημμένες παρατάσεις του χρόνου που του δόθηκαν για καταχώρηση ένορκης δήλωσης αποκάλυψης εγγράφων, δεν συμμορφώθηκε και τελικά, δεν καταχώρησε ένορκη δήλωση αποκάλυψης των εγγράφων του.
Η μαρτυρία των διαδίκων τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου με τη μορφή των ενόρκων δηλώσεών τους, στις οποίες αμφότεροι οι διάδικοι επισύναψαν, ως τεκμήρια, διάφορα έγγραφα.
Συγκεκριμένα, η Αιτήτρια κατέθεσε τη μαρτυρία της, στις 29/4/21 και ο Καθ’ ου η αίτηση, αντίστοιχα, στις 24/1/22.
Ακολούθως, η Αιτήτρια, στις 8/2/22, καταχώρησε αίτηση δια κλήσεως, για έκδοση διατάγματος αντεξέτασης του Καθ’ ου η αίτηση επί συγκεκριμένων παραγράφων της ένορκης δήλωσής του.
Στις 24/2/22, εκδόθηκε εκ συμφώνου το πιο πάνω αιτηθέν διάταγμα αντεξέτασης του Καθ’ ου η αίτηση, ο οποίος και αντεξετάσθηκε σε μεταγενέστερη ημερομηνία.
Σημειώνεται, ότι ο Καθ’ ου η αίτηση δεν υπέβαλε, στο Δικαστήριο, αντίστοιχο αίτημα αντεξέτασης της Αιτήτριας.
Στις 27/5/22, οι δικηγόροι των διαδίκων κατάθεσαν στο Δικαστήριο τις γραπτές τους αγορεύσεις και ακολούθως, την ίδια ημέρα, το Δικαστήριο επιφύλαξε την απόφασή του.
Θα προχωρήσω, κατωτέρω, στην αξιολόγηση της προσφερθείσας ενώπιόν μου μαρτυρίας, με δεδομένο ότι η διατροφή ανηλίκων και ο εντεύθεν καθορισμός της συνεισφοράς των υπόχρεων προς τούτο γονέων, γίνεται αποκλειστικά στη βάση των παραμέτρων που θέτουν τα Άρθρα 33(1) και 37 του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου, Ν. 216/90. Οι παράμετροι αυτοί είναι, με βάση τα Άρθρα αυτά: (i) οι ανάγκες του δικαιούχου ανηλίκου και (ii) οι δυνάμεις των υπόχρεων γονέων.
Συγκεκριμένα το Άρθρο 33(1) ορίζει ότι, «Οι γονείς έχουν υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους από κοινού ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του».
Το Άρθρο 37 ορίζει ότι, «(α) Η διατροφή προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του δικαιούχου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του και τις οικονομικές δυνατότητες που υπάρχουν για διατροφή προσώπου. (β) Η διατροφή περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση και ευημερία του δικαιούχου και επιπλέον, ανάλογα με την περίπτωση, τα έξοδα για την εν γένει εκπαίδευση του».
Σύμφωνα με τη νομολογία του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου, το μέτρο με το οποίο θα καθοριστεί η διατροφή δεν μπορεί να αποτιμάται με απόλυτους αριθμούς, ούτε αναμένεται η απόδειξη των κονδυλίων με περισσή αυστηρότητα, ενώ η κοινή λογική και η πείρα της ζωής είναι παράγοντες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τις ανάγκες των συγκεκριμένων ενώπιον του Δικαστηρίου ατόμων. Επίσης, το Δικαστήριο πρέπει να εξετάσει το εύλογο των κονδυλίων που απαιτούνται για τη διατροφή και συντήρηση του δικαιούχου (βλ. Μαρκουλίδης ν. Μαρκουλίδη κ.ά. (1998) 1 ΑΑΔ 1386, Παναγιώτου ν. Σφικτού (2001) 1 ΑΑΔ 625, Χαραλάμπους ν. Χαραλάμπους (2010) 1 (Β) ΑΑΔ 951).
Στην απόφαση του Δ.Ο.Δ. στην υπόθεση Κορελλίδης ν. Κορελλίδη (2012) 1 ΑΑΔ 1975, λέχθηκε ότι, «το δικαστήριο δεν είναι υποχρεωμένο να υπεισέρχεται σε λεπτομέρειες που να οδηγούν σε υπολογισμό με σεντ, αλλά θα πρέπει να σταθμίζει τις ανάγκες και να καταλήγει σε συμπεράσματα που θα επαναφέρουν, ή δυνατό, τα ανήλικα παιδιά σε μία πλησιέστερη κατάσταση, όπως θα ήταν εάν οι γονείς τους ζούσαν μαζί».
Το Άρθρο 37(α) και (β) του Ν. 216/90, είναι ειλημμένο από το αντίστοιχο Άρθρο Α.Κ. 1493 του Ελληνικού Οικογενειακού Δικαίου.
Επομένως, ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του Άρθρου 37(α), (β), του Ν. 216/90, είναι δυνατή η άντληση καθοδήγησης από τα συγγράμματα των Ελλήνων Πανεπιστημιακών.
«4. Το περιεχόμενο και το μέτρο (έκταση) της υποχρέωσης
α. Η ανάλογη ή πλήρης διατροφή
ΑΚ 1493: Μέτρο και περιεχόμενο της διατροφής. Το μέτρο διατροφής προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του δικαιούχου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του (ανάλογη διατροφή). Η διατροφή περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση του δικαιούχου και επιπλέον τα έξοδα για την ανατροφή, καθώς και την επαγγελματική και την εν γένει εκπαίδευσή του.
Όπως προκύπτει και από τον ορισμό της, η διατροφή αποσκοπεί στην ικανοποίηση των άμεσων βιοτικών αναγκών του προσώπου· το περιεχόμενο, επομένως, της διατροφής αναφέρεται ακριβώς στον κύκλο των αναγκών που καλύπτονται μ΄ αυτήν, ενώ ως μέτρο ή έκταση της διατροφής εννοούμε το βαθμό ή το επίπεδο στο οποίο ικανοποιούνται αυτές οι ανάγκες.
Σε ό,τι αφορά το περιεχόμενο της διατροφής, το άρθρο 1493 εδ. 2 ορίζει ότι η διατροφή περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση του δικαιούχου και επιπλέον τα έξοδα της ανατροφής, καθώς και της επαγγελματικής και της εν γένει εκπαίδευσής του. Με τη διατροφή καλύπτονται συνεπώς ανάγκες όπως η τροφή, η κατοικία, η θέρμανση, ο φωτισμός, η ύδρευση, το ντύσιμο, η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, η ψυχαγωγία, η παρακολούθηση κοινωνικών εκδηλώσεων, ο παραθερισμός.»
Σχετική παραπομπή γίνεται επίσης στον Απόστολο Σ. Γεωργιάδη «ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ» όπου στη σελίδα 652 αναφέρονται τα πιο κάτω:
«V. Έκταση αξίωσης διατροφής
1. Ανάγκες του δικαιούχου
Η διατροφή περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση του δικαιούχου και επιπλέον τα έξοδα για την ανατροφή, καθώς και την επαγγελματική και την εν γένει εκπαίδευσή του (πλήρης διατροφή: ΑΚ 1493 εδ. β΄). Στο περιεχόμενο της διατροφής περιλαμβάνονται ειδικότερα βιοτικές ανάγκες του δικαιούχου που είτε υφίστανται πραγματικά κατά το χρόνο συζήτησης της αγωγής είτε μπορούν με βεβαιότητα να προβλεφθούν μελλοντικά. Η διατροφή λοιπόν περιλαμβάνει κάθε αναγκαία βιοτική δαπάνη: τροφή, στέγη, ένδυση, θέρμανση, φωτισμό, λοιπά λειτουργικά έξοδα της οικίας διαμονής, ψυχαγωγία, μόρφωση (π.χ. αγορά βιβλίων), διαπαιδαγώγηση, νοσηλεία και δαπάνες ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, παραθέριση, συγκοινωνία και επικοινωνία. Ιδίως περιλαμβάνονται δαπάνες θεωρητικής, επαγγελματικής ή τεχνικής μόρφωσης, ακόμη και μεταπτυχιακής. Προϋπόθεση όμως είναι οι επικαλούμενες σπουδές να συνδυάζονται με αντίστοιχες επιδόσεις του δικαιούχου, δηλαδή με την ικανότητά του να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις ορισμένου βαθμού και επιπέδου σπουδών.»
Στο σύγγραμμα των καθηγητών Γεωργιάδη-Σταθόπουλου, «ΑΣΤΙΚΟΣ ΚΩΔΙΞ», Τόμος VII στη σελίδα 762, αναφέρονται τα πιο κάτω:
«VII. Ειδικότερο, η ανάλογη διατροφή ανηλίκου δικαιούχου
Όταν ο δικαιούχος είναι ανήλικος οι ανάγκες του, όπως προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του, καθορίζονται καταρχήν από το επίπεδο ζωής των γονέων του, αν αυτοί είναι υπόχρεοι διατροφής του.
Όπως και για τους ενήλικους στις ανάγκες διατροφής του ανήλικου περιλαμβάνονται έξοδα για τροφή, για στέγαση (στέγη, φωτισμό, θέρμανση), ένδυση, νοσηλεία και φάρμακα, ψυχαγωγία, συγκοινωνία.
Επιπλέον όμως ο ανήλικος μπορεί να αξιώσει τα έξοδα για τη γενική του εκπαίδευση και για την επαγγελματική του εκπαίδευση.»
Η ίδια προσέγγιση, ακολουθείται και από τον Εφέτη Βαθρακοκοίλη στο σύγγραμμα του «ΤΟ ΝΕΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ» Γ΄ Έκδοση όπου η σχετική ανάλυση είναι στις σελίδες 512 έως 513.
Σχετική, με τα πιο πάνω είναι η απόφαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου Λ. Λ. – ΚΑΙ – I. S., Έφεση Αρ. 37/15, ημερ. 4/9/18.
Στην πρόσφατη απόφαση του Δ.Ο.Δ. στη Ρουσουνίδης ν. Ρουσουνίδου, Έφεση Αρ. 25/2019, 15/12/21, σε σχέση με τα έξοδα των παιδιών, λέχθηκαν τα πιο κάτω:
«Τα έξοδα των παιδιών πληρώνονται από τον γονέα με τον οποίο τα παιδιά διαμένουν και ο άλλος γονέας δεν απαλλάσσεται της υποχρέωσης συνεισφοράς του σε αυτά επειδή επιθυμεί, κατά την επικοινωνία του με το παιδί του ή σε οποιοδήποτε χρόνο, να του προσφέρει, είτε αγοράζοντας του κάποιο είδος, είτε προσφέροντας του αναψυχή. Αυτά προσφέρονται οικειοθελώς και το παιδί τα απολαμβάνει επιπλέον των αναγκών του, όπως καθορίζονται στη δικαστική απόφαση. Από την άλλη, τα έξοδα διατροφής του παιδιού κατά τις ημέρες που διαμένει με τον υπόχρεο για καταβολή διατροφής γονέα μπορούν να συνυπολογιστούν. Κατά κύριο λόγο στις περιπτώσεις όπου υπάρχει ιδιαίτερο οικονομικό πρόβλημα.»
Η πιο πάνω αναφορά από την Ρουσουνίδης κρίνεται αναγκαία, ενόψει του γεγονότος ότι ο Καθ’ ου η αίτηση κατά την αντεξέτασή του επιβεβαίωσε, ουσιαστικά, την αναντίλεκτη θέση της Αιτήτριας, ότι έχει πολύ περιορισμένη επικοινωνία με τα παιδιά του, έως 2 φορές τον μήνα για 2 περίπου ώρες, στην παρουσία της, και επομένως, κατά την άσκηση της επικοινωνίας του με τα παιδιά δεν καταβάλλει οποιαδήποτε ποσά για τη διατροφή τους.
Η Αιτήτρια, στα δικόγραφά της και στη μαρτυρία της, αναφέρεται ξεχωριστά, για κάθε συγκεκριμένο παιδί, ως προς το ποσό το οποίο, κατά τη θέση της, απαιτείται για την κάλυψη της κάθε ανάγκης του. Δεν θα ακολουθήσω στην απόφασή μου, αυτή τη μεθοδολογία. Όπως λέχθηκε στη Ρουσουνίδης, (ανωτέρω), «Καθίσταται πρόδηλο ότι το ποσό των €1570 (από το οποίο €1247 διατάχτηκε να πληρώνει ο Εφεσείων) αποτελούσε, κατά τη κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, το σύνολο των εξόδων των ανηλίκων. Αυτό προκύπτει και από τον τρόπο που κατέληξε στο ποσό αυτό, τους υπολογισμούς του, αλλά και την αναφορά του στο μαθηματικό τύπο που χρησιμοποίησε σε «σύνολο αναγκών». Δεν βρίσκουμε ότι ήταν αναγκαίο, ούτε καν χρήσιμο, να γινόταν διαχωρισμός των εξόδων των παιδιών. Το πρωτόδικο Δικαστήριο ακολούθησε τη συνήθη και αποδεκτή μεθοδολογία του υπολογισμού των μηνιαίων εξόδων των παιδιών και στη συνέχεια της κατανομής του οικονομικού βάρους στους γονείς ανάλογα με τις οικονομικές τους δυνάμεις.»
Ως προς την εξέταση του εύλογου των εξόδων που απαιτούνται για τη διατροφή και συντήρηση των παιδιών, στην οποία το παρόν Δικαστήριο θα προβεί κατωτέρω, αντλεί περαιτέρω καθοδήγηση και από το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση στη Ρουσουνίδης (ανωτέρω):
«Κονδύλια που κατ' ισχυρισμό απαιτούνται για συγκεκριμένες ανάγκες μπορεί να μην γίνουν αποδεκτά από το δικαστήριο, είτε στη βάση ότι δεν υπήρξε ικανοποιητική τεκμηρίωση, είτε γιατί διαπιστώθηκε υπερβολή, οπόταν και μπορεί να μειωθούν. Άλλα μπορεί να κριθεί ότι δεν αφορούν βασικές ανάγκες και να μην γίνουν καθόλου αποδεκτά (Παναγιώτου v. Σφικτού (2001) 1(Α) Α.Α.Δ. 625, 630). Εάν για συγκεκριμένο κονδύλι δεν υπάρχει περί του αντιθέτου μαρτυρία, αυτό δεν οδηγεί απαρέγκλιτα στην αποδοχή του. Το Δικαστήριο θα πρέπει να ασχοληθεί με το εύλογο των κονδυλίων και δεν δεσμεύεται από τη μαρτυρία των διαδίκων (Μαρκουλίδης v. Μαρκουλίδη κ.ά. (1998) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1386, 1391).»
Θα ήθελα ευθύς εξ αρχής να σημειώσω ότι ο Καθ’ ου η αίτηση, στο δικόγραφό του, αλλά και στη μαρτυρία του, δεν προβάλλει οποιοδήποτε ισχυρισμό σε σχέση με τη δική του εκτίμηση για το ποσό το οποίο απαιτείται για την κάλυψη της κάθε συγκεκριμένης ανάγκης των παιδιών. Τούτο το πράττει, στη γραπτή του αγόρευση, όπου γίνεται σχετική αναφορά, και τούτο κατά παράβαση της νομολογιακής αρχής, ότι οι αγορεύσεις των διαδίκων δεν αποτελούν μέσο προσαγωγής μαρτυρίας ή διεύρυνσης των επίδικων θεμάτων, (βλ. Μισιρλής ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 379, Κοινότης Λυσού ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 537).
Η Αιτήτρια, στη μαρτυρία της, ισχυρίζεται ότι για τη διατροφή των παιδιών, ήτοι φαγητό, σκόνη γάλα, πάνες απαιτείται το συνολικό ποσό των €500.- μηνιαίως.
Κρίνω ότι το ποσό των €300.- μηνιαίως είναι εύλογο ποσό για την κάλυψη της υπό αναφορά ανάγκης.
Ως λογικό ποσό, κρίνω και το ποσό των €215.- μηνιαίως το οποίο απαιτείται για το νηπιαγωγείο.
Ως προς την ψυχαγωγία, η Αιτήτρια απαιτεί συνολικά και για τα δύο παιδία το ποσό των €110.- μηνιαίως.
Επιδικάζω, κατά την κρίση μου, το ποσό των €75.- μηνιαίως, ως εύλογο ποσό για την κάλυψη της ανάγκης ψυχαγωγίας των παιδιών.
Ως προς το έξοδο της μεταφοράς των παιδιών, δηλαδή καύσιμα για τη μεταφορά τους στο νηπιαγωγείο και στους τόπους ψυχαγωγίας κ.τ.λ., η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι απαιτείται το ποσό των €100.- μηνιαίως.
Κρίνω ότι ένα ποσό της τάξης των €80.- μηνιαίως είναι λογικό για την κάλυψη της ανάγκης αυτής.
Για την ένδυση και υπόδηση των παιδιών, η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι απαιτείται το ποσό των €200.- μηνιαίως.
Πρόκειται κατά την κρίση μου, για υπερβολικό ποσό, και καθορίζω ως εύλογο ποσό για την κάλυψη της ανάγκης αυτής, το ποσό των €120.- μηνιαίως.
Ως λογικά ποσά θεωρώ, τα ποσά των €46.- μηνιαίως και €42.- μηνιαίως που αφορούν τα μαθήματα, κολύμπι και χορός (Τεκμ. 10 και 11) τα οποία και επιδικάζω.
Ως προς την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των παιδιών, όπως ιατροί, οδοντίατροι, φαρμακείο, εμβόλια κ.λπ., η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι απαιτείται το ποσό των €150.- μηνιαίως για την κάλυψη αυτής της ανάγκης.
Κρίνω υπερβολικό, ενόψει και της θέσπισης του ΓΕΣΥ, όπου πλείστα έξοδα καλύπτονται από τον θεσμό αυτό, το πιο πάνω ποσό.
Αντίθετα, κρίνω ότι ένα ποσό της τάξης των €20.- μηνιαίως είναι λογικό για την κάλυψη της ανάγκης αυτής, στον χρηματικό καθορισμό της οποίας, λαμβάνω υπόψη ότι η ανήλικη Λ. γεννήθηκε στις 30/4/19, η εναρκτήρια αίτηση καταχωρήθηκε στις 5/12/19, οπότε η πιο πάνω ανήλικη λόγω της ηλικίας της είχε ανάγκη εμβολιασμού, επισκέψεων σε παιδίατρο, και άλλων συναφών ιατρικών εξόδων που από την κοινή πείρα χρειάζονται τα βρέφη. Η ανάγκη για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των παιδιών θα υφίσταται και για το μέλλον, οπότε θεωρώ ότι η επιδίκαση του πιο πάνω ποσού είναι αντισταθμιστική και/ή εξισορροπητική της πιο πάνω πραγματικής κατάστασης.
Ως προς την κάλυψη της ανάγκης για κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος και νερού, η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι απαιτείται €76.- και €9.- μηνιαίως, συνολικά €85.- μηνιαίως.
Κρίνω ότι ένα ποσό της τάξης των €70.- μηνιαίως, είναι λογικό για την κάλυψη των αναγκών ηλεκτρικού ρεύματος και υδατοπρομήθειας.
Ως προς την ανάγκη στέγασης των παιδιών, η Αιτήτρια ενοικιάζει κατοικία με μηνιαίο ενοίκιο €350.-. Αιτείται τα 2/3 του ποσού αυτού, ήτοι €234.- μηνιαίως, ως αναλογία των παιδιών.
Έχω την άποψη, ότι η ορθή προσέγγιση είναι να πιστωθεί το ήμισυ της δαπάνης αυτής στα παιδιά και όχι τα 2/3. Έτσι, καθορίζω το ποσό για κάλυψη της στεγαστικής ανάγκης των παιδιών στο ποσό των €175.- μηνιαίως.
Με την ίδια προσέγγιση καθορίζω το ποσό των €20.- μηνιαίως, ως εύλογο ποσό για το Internet και όχι το ποσό των €27.- μηνιαίως που απαιτεί η Αιτήτρια.
Το ποσό των €7.- μηνιαίως που απαιτεί η Αιτήτρια, ως αναλογία των παιδιών στην πληρωμή Δημοτικών φόρων, δεν επιδικάζεται εφόσον δεν εμπίπτουν και δεν αφορούν ικανοποίηση άμεσων βιοτικών αναγκών των παιδιών.
Στη βάση όλων των πιο πάνω, κρίνω ότι για την κάλυψη των αναγκών διατροφής των δύο ανηλίκων παιδιών των διαδίκων απαιτείται συνολικά το ποσό των €1.163 μηνιαίως.
Οικονομικές Δυνάμεις Διαδίκων
Η εξέταση των οικονομικών δυνάμεων των διαδίκων, από το Δικαστήριο, θα γίνει με γνώμονα τις αρχές που καθιέρωσε η νομολογία.
Σύμφωνα με τη νομολογία του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου, οι γονείς έχουν και οι δύο την υποχρέωση όπως προβούν σε πλήρη και ειλικρινή αποκάλυψη των εισοδημάτων τους. Σχετικά παραπέμπω στην υπόθεση Δημητρίου v. Περδίου, (2005) 1 (Β) ΑΑΔ 1418 όπου λέχθηκαν τα πιο κάτω:
«Όπως έχει η σχετική νομοθετική διάταξη (βλ. Άρθρο 33(1) του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990, Ν.216/90) η υποχρέωση για διατροφή των ανηλίκων τέκνων μίας οικογένειας ανήκει και στους δύο γονείς, ανάλογα με την οικονομική κατάσταση του καθενός. Έχουν και οι δύο υποχρέωση όπως προβαίνουν σε πλήρη και ειλικρινή αποκάλυψη των πραγματικών τους εισοδημάτων και όχι μόνο των εξόδων τους. Στην υπόθεση Ette v. Ette (1965) 1 All E.R. 341, 346 έχει λεχθεί ότι όταν ο Καθ΄ ού η αίτηση δεν προβαίνει ο ίδιος σε ειλικρινή και πλήρη αποκάλυψη σχετικά με την οικονομική του κατάσταση, τότε το Δικαστήριο μπορεί, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση του επαγγέλματος του και το τι κερδίζουν άλλοι στο ίδιο το επάγγελμα, να υπολογίσει ότι ο Καθ΄ ού η αίτηση έχει ψηλότερα, απ΄ ότι ισχυρίζεται, εισοδήματα. Η αρχή αυτή συνάδει και με τον κανόνα ότι εκεί που κάποιος έχει την αποκλειστική γνώση γεγονότων, οφείλει να τα αποδείξει (βλ. Tarapoulouzis v. District Officer (1962) C.L.R. 91 και Μαρκουλίδης v. Μαρκουλίδης κ.α. (1998) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1386, 1390). Επομένως σε υποθέσεις διατροφής των ανηλίκων τέκνων μιας οικογένειας, η οικονομική δυνατότητα του καθενός από τους γονείς δεν είναι θέμα που θα πρέπει να αποδεικνύεται από τον Αιτητή ή την Αιτήτρια, ανάλογα με την περίπτωση, αλλά θέμα αληθινής αποκάλυψης από τους ίδιους τους γονείς, των αντιστοίχων εισοδημάτων τους. Το δε δικαστήριο, προβαίνει σε πλήρη έρευνα αυτών των στοιχείων.
Περαιτέρω αναφέρουμε ότι από σχετική νομολογία φαίνεται ότι το δικαστήριο μπορεί να λάβει υπόψη όχι μόνο τα πραγματικά εισοδήματα αλλά και την ικανότητα του Καθ΄ ού η αίτηση να κερδίζει (his potential earning capacity). (Βλ. Klucinsky v. Klucinsky (1953) 1 All E.R. 683 και McEwan v. McEwan (1972) 2 All E.R. 708).»
Για το ίδιο θέμα, παραπομπή γίνεται επίσης στην απόφαση του Δ.Ο.Δ., Ε.Σ. – και – Ε. Σ., Έφεση Αρ. 17/2019, ημερομ. 5/2/21.
Η Αιτήτρια, σύμφωνα με την αναντίλεκτη μαρτυρία της, εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα και σύμφωνα με το Τεκμήριο 2, ο μισθός της είναι, καθαρός, €1.420.- μηνιαίως αφού της αποκόπτεται δάνειο το οποίο οφείλει στην εταιρεία που εργάζεται, με δόση €200.- μηνιαίως.
Το ποσό των €200.- μηνιαίως δεν μπορεί, σύμφωνα με τη νομολογία του Δ.Ο.Δ. να αφαιρεθεί από τις δυνάμεις της Αιτήτριας, (βλ. Χ. Χαραλάμπους ν. Χ. Χαραλάμπους (2010) 1 Α.Α.Δ. 951, Λ. Λ. και Κ. Κ., Έφ. Αρ. 1/2019, 17/5/22).
Περαιτέρω, στις δυνάμεις της Αιτήτριας θα πρέπει να συνυπολογισθεί το γεγονός ότι η Αιτήτρια είναι λήπτης ή εν δυνάμει δικαιούχος των επιδομάτων, μονογονιού και τέκνου, τα οποία επιδόματα, με βάση τη δικαστική γνώση του Δικαστηρίου από τη συνεχή ενασχόλησή του με υποθέσεις διατροφής ανηλίκων, είναι, περίπου, της τάξης των €400.- μηνιαίως.
Ούτως εχόντων των πραγμάτων, οι δυνάμεις της Αιτήτριας είναι στο ποσό των €2.020.- μηνιαίως.
Εξετάζοντας το θέμα των οικονομικών δυνάμεων του Καθ’ ου η αίτηση, για τους λόγους που θα εξηγηθούν κατωτέρω, θεωρώ ότι δεν προέβη σε ειλικρινή αποκάλυψη των δυνάμεων του στο Δικαστήριο, και προσπάθησε, μέσω της μαρτυρίας του και της αντεξέτασής του, να πείσει το Δικαστήριο ότι η οικονομική κατάστασή του είναι τέτοια, που δεν του επιτρέπει να καταβάλλει, ως συνεισφορά του, οποιοδήποτε ποσό.
Εξηγούνται αμέσως κατωτέρω οι λόγοι.
Η Αιτήτρια, με την αναντίλεκτη μαρτυρία της, και αναφέρομαι στο Τεκμήριο 1, παρουσίασε την κατάσταση μισθοδοσίας του Καθ’ ου η αίτηση για τον μήνα Ιανουάριο του 2019, όπου εμφαίνεται ότι έλαβε ως μισθό το ποσό των €3.694,79. Από το Τεκμήριο 1, προκύπτει ότι ο βασικός του μισθός είναι €1.500.- και το μεγαλύτερο μέρος του υπόλοιπου ποσού αφορά προμήθειες.
Ο Καθ’ ου η αίτηση, στη μαρτυρία του, παρουσίασε το Τεκμήριο 1, που συνιστά βεβαίωση εργοδότησής του ημερομ. 3/1/20, όπου ο εργοδότης του, αναφέρει ότι ο μισθός του είναι €1.500.- και ότι “is entitled to a monthly commission payment based on performance and targets achievement are being set by the company”.
Ανοίγω στο σημείο αυτό, μία παρένθεση για να αναφέρω ότι τα έγγραφα-τεκμήρια τα οποία επισύναψε στην ένορκη δήλωσή του, ο Καθ’ ου η αίτηση, δεν προέβη σε αποκάλυψή τους κατά το προβλεπόμενο από τη Δ.30 στάδιο. Παρά ταύτα, για σκοπούς απόδοσης δικαιοσύνης, εφόσον το επίδικο θέμα αφορά συνεισφορά διατροφής ανηλίκων, θα τα συνεκτιμήσω.
Ο Καθ’ ου η αίτηση, κατά τη μαρτυρία του, αλλά και κατά την αντεξέτασή του, ισχυρίσθηκε ότι από 19/5/21 είναι άνεργος.
Σημειώνεται ότι στην Υπεράσπισή του δεν υπάρχει τέτοιος δικογραφημένος ισχυρισμός, ούτε ζητήθηκε η τροποποίηση του δικογράφου του, και ως εκ του λόγου τούτου απορρίπτεται.
Παρά ταύτα, εξετάζοντας τον πιο πάνω ισχυρισμό, υπό το πνεύμα που ανάφερα ανωτέρω, σημειώνω ότι καμία μαρτυρία παρουσίασε στο Δικαστήριο, περί εγγραφής του ως άνεργος από την υπηρεσία Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Περαιτέρω, ο Καθ’ ου η αίτηση, πέραν του Τεκμηρίου 1, το οποίο παρουσίασε η Αιτήτρια, ουδεμία κατάσταση μισθοδοσίας του ή πιστοποιητικό αποδοχών από τις Κοινωνικές Ασφαλίσεις παρουσίασε στο Δικαστήριο, ούτε αντίστοιχες φορολογικές του δηλώσεις, προκειμένου αφενός να διαφωτίσει το Δικαστήριο περί των πραγματικών οικονομικών του δυνάμεων και αφετέρου, να αποδείξει τον ισχυρισμό του, όπως τον προβάλλει στην αντεξέτασή του, ότι δεν είχε προμήθειες.
Παραθέτω κατωτέρω το σχετικό απόσπασμα από την αντεξέτασή του:
«Ε. Με βάση το τεκμήριο 1 αναφέρετε ότι το εισόδημα σας ήταν €1500 πλέον προμήθειες.
Α. Το commission ήταν βάσει του τι δούλευα, του τι παρήγαγα. Δεν είχε παραγωγή γιατί μετά από το διαζύγιο έπεσε η απόδοση μου και είχα απολυθεί και από δύο δουλειές γι’ αυτό το θέμα.
Ε. Η ερώτηση μου ήταν απλή αν είχες και commission όπως λέει το τεκμήριο.
Α. Όχι δεν είχα.»
Ως προς την πιο πάνω θέση του Καθ’ ου η αίτηση, ότι ο μισθός του ήταν πάντοτε €1.500.-, χωρίς προμήθειες, αυτή δεν γίνεται αποδεκτή για τους πιο κάτω λόγους.
Συγκεκριμένα, ενώ στην υπεράσπισή του διατυπώνει την πιο πάνω θέση, την οποία επανέλαβε, ως προελέχθη και στη μαρτυρία του, ότι δηλαδή ο μισθός του είναι €1.500.- μηνιαίως, στην παράγραφο 6 της υπεράσπισής του, τοποθετεί τα έξοδα αυτοδιατροφής του στο ποσό των €1.730.- μηνιαίως, και περαιτέρω, πάντοτε στη βάση του μισθού του αλλά και των εξόδων αυτοδιατροφής του, δηλώνει στις παραγράφους 9 και 14 της υπεράσπισής του, ότι για την διατροφή των παιδιών του καταβάλλει το ποσό των €300.- μηνιαίως, το οποίο είναι πρόθυμος να συνεχίσει να το καταβάλλει προφανώς με σχετικό διάταγμα του Δικαστηρίου.
Ενώ ισχυρίζεται ότι ο μισθός ή οι οικονομικές του δυνάμεις είναι μόνο €1.500.- εντούτοις διαθέτει για τη στέγασή του €700.- μηνιαίως, σχεδόν το ήμισυ του μισθού του, και μάλιστα, ως ο ίδιος ανέφερε κατά την αντεξέτασή του, τον Μάρτιο του 2021, υπό συνθήκες ανεργίας του ή επικείμενης ανεργίας του, διέθεσε για την αυτοστέγασή του, το ποσό των €650.- μηνιαίως.
Τα πιο πάνω αντικρούονται, πρωτίστως, από την ίδια τη λογική. Βέβαια, ο Καθ’ ου η αίτηση, κατά την αντεξέτασή του, συναισθανόμενος προφανώς την αδυναμία των θέσεων του, προσπάθησε να δικαιολογηθεί, αναφέροντας «έχω βοήθεια από τους συγγενείς και φίλους. Με αυτό τον τρόπο επιβιώνω.»
Πρόκειται για ένα γενικό και αόριστο ισχυρισμό, ο οποίος δεν γίνεται αποδεκτός από το Δικαστήριο, τον οποίο επικαλέστηκε γενικά και αόριστα, ως σανίδα σωτηρίας των θέσεων του έναντι της έκδηλης αντίθεσής τους με τη λογική των πράγματων.
Λαμβανομένων υπόψη όλων των πιο πάνω, κρίνω ότι οι δυνάμεις του Καθ’ ου η αίτηση, δηλαδή πραγματικά εισοδήματα και η ικανότητά του να κερδίζει (his potential earning capacity), (βλ. Δημητρίου ν. Περδίου, ανωτέρω) είναι της τάξης των €2.500.- μηνιαίως.
Θα προχωρήσω κατωτέρω, στον καθορισμό της συνεισφοράς του Καθ’ ου η αίτηση.
- Μηνιαία έξοδα παιδιών: €1.163.- μηνιαίως
- Δυνάμεις Αιτήτριας: €2.020.- μηνιαίως
- Δυνάμεις Καθ’ ου η αίτηση €2.500.- μηνιαίως
- Σύνολο δυνάμεων γονέων: €4.520.- μηνιαίως
Συνεισφορά Καθ’ ου η αίτηση:
€1.163 (έξοδα) Χ 2.500 (δυνάμεις Καθ’ ου η αίτηση) = €643.- μηνιαίως
€4.520 (σύνολο δυνάμεων γονέων)
Το διάταγμα, θα πρέπει κατά την κρίση μου, να ανατρέξει στον χρόνο καταχώρησης της εναρκτήριας αίτησης, που είναι η 5/12/19.
Συνακόλουθα, η εναρκτήρια αίτηση γίνεται δεκτή.
Εκδίδεται διάταγμα με το οποίο διατάσσεται ο Καθ’ ου η αίτηση όπως από 5/12/19, την αντίστοιχη ημέρα κάθε επόμενου μηνός καταβάλλει στην Αιτήτρια το ποσό των €643.- μηνιαίως ως συνεισφορά του για τη διατροφή και συντήρηση των ανήλικων τέκνων των διαδίκων Ολ. και Λ.
Νοείται ότι ο Καθ’ ου η αίτηση δύναται να συνυπολογίσει στην πιο πάνω υποχρέωσή του ό,τι εν τω μεταξύ κατέβαλε στην Αιτήτρια δυνάμει του προσωρινού διατάγματος διατροφής.
Τα έξοδα, όπως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, επιδικάζονται υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον του Καθ’ ου η αίτηση.
(Υπ.) ………………………………
Μ. Τσαγγαρίδης
Πρόεδρος Οικογενειακού Δικαστηρίου
/ΚΤ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο