ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
Δικαιοδοσία Γονικής Μέριμνας
Ενώπιον: Σ. Νεοφύτου, Δ.
Αρ. Αίτησης: 279/19
Μεταξύ:
Ι.Β.
Αιτήτρια
Και
F.Z.
Καθ’ ου η αίτηση
Ημερομηνία: 16 Ιανουαρίου 2023
Εμφανίσεις:
Για την Αιτήτρια: Π. Γιανναράς για Νικολέττα Χαραλαμπίδου ΔΕΠΕ
Για τον Καθ’ ου η αίτηση: Π. Κτίστη (κα) για Αντρέας Γιωρκάτζης ΔΕΠΕ
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Αντικείμενο της παρούσας απόφασης αποτελεί η ενδιάμεση αίτηση τροποποίησης της εναρκτήριας αίτησης, η οποία θα εξεταστεί υπό το πρίσμα της Νέας Διαταγής 25, των Περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών.
Η Αιτήτρια με την εναρκτήρια αίτηση της, αιτείται την έκδοση διατάγματος με το οποίο να τροποποιείται το διάταγμα γονικής μέριμνας ημερομηνίας 20.03.2015, λόγω μεταβολής των συνθηκών, ως αυτές ίσχυαν κατά την έκδοση του διατάγματος.
Μετά τη συμπλήρωση των δικογράφων και την έκδοση διαταγμάτων στη βάση της νέας Δ.30 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, η Αιτήτρια καταχώρισε την παρούσα αίτηση με την οποία αξιώνει την τροποποίηση της εναρκτήριας αίτησης ως ακολούθως:
«A. Διάταγμα με το οποίο να επιτρέπεται η τροποποίηση της Εναρκτήριας Αίτησης ημερομηνίας 21/06/2019 ως αυτή έχει τροποποιηθεί την 19/12/2019 ως ακολούθως:
Στην παράγραφο 7, στην τρίτη γραμμή, δια της διαγραφής της λέξης «και» μετά την ημερομηνία «24/03/2019» και την αντικατάσταση της κόμμα «,» και δια της προσθήκης μετά την ημερομηνία «22/05/2019» της ακόλουθης πρότασης «05/09/2019, 06/09/2019, 05/10/2019, 24/03/2020, 27/03/2020, 05/04/2020, 11/02/2021, 18/02/2021, 19/02/2021, 13/04/2021, 26/05/2021, 27/05/2021, 17/11/2021 και 27/05/2021».
Β. Δια της προσθήκης στην παράγραφο 7, μετά το τέλος της παραγράφου (ii), τις ακόλουθες νέες παραγράφους (iii), (iv), (v), (vi) και (vii) :
«(iii) Την 05/09/2019, 06/09/2019, 05/10/2019, 24/03/2020, 27/03/2020 και 05/04/2020 οι διάδικοι είχαν περιορισμένη επικοινωνία μέσω ανταλλαγής ηλεκτρονικών μηνυμάτων, μέσω της υπηρεσίας viber και/ή whats app και/ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, αναφορικά με τη διατροφή του ανήλικου.
(iv) Την 11/02/2021, 18/02/2021 και 19/02/2021 οι διάδικοι είχαν περιορισμένη επικοινωνία μέσω ανταλλαγής ηλεκτρονικών μηνυμάτων, μέσω της υπηρεσίας viber και/ή whats app και/ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, αναφορικά με το θέμα της αξιολόγησης του παιδιού από παιδοψυχολόγο και/ή παιδοψυχίατρο μετά από αίτημα του σχολείου που φοιτούσε. Λόγω αδιαφορίας και/ή αμέλειας του Καθ’ου η αίτηση να συνεργαστεί με την Αιτήτρια σε σχέση με το εν λόγω θέμα, η Αιτήτρια αναγκάστηκε να καταχωρήσει στο Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας, στα πλαίσια της παρούσας αίτησης Γονικής Μέριμνας, την ενδιάμεση αίτηση ημερομηνίας 26/03/2021. Εν τέλει, μετά από ακρόαση της ενδιάμεσης αίτησης εκδόθηκε το ενδιάμεσο Διάταγμα ημερομηνίας 25/05/2021 που επέτρεπε την αξιολόγηση του ανήλικου τέκνου των διαδίκων από παιδοψυχίατρο και/ή άλλους επαγγελματίες.
(v) Την 13/04/2021 η Αιτήτρια ενημέρωσε τον Καθ’ου η αίτηση πως διέγραψε από το κινητό της την υπηρεσία επικοινωνίας whats app.
(vi) Tην 26/05/2021 και 27/05/2021 οι διάδικοι είχαν περιορισμένη επικοινωνία μέσω ανταλλαγής ηλεκτρονικών μηνυμάτων, μέσω της υπηρεσίας viber και/ή whats app και/ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, αναφορικά με την έκθεση αξιολόγησης του ανήλικου τέκνου των διαδίκων και την αλλαγή του σχολείου του ανήλικου.
(vi) Την 17/11/2021 η Αιτήτρια απέστειλε ηλεκτρονικό μήνυμα στον Καθ’ου η αίτηση αναφορικά με τη διατροφή του ανήλικου τέκνου των διαδίκων χωρίς καμία απάντηση και/ή ανταπόκριση από τον Καθ’ου η αίτηση.»
Γ. Δια της προσθήκης μετά την παράγραφο 8, της νέας παραγράφου 8Α ως ακολούθως:
«8Α. Πρόσφατα το ανήλικο τέκνο των διαδίκων, μετά από αξιολόγηση που έτυχε από παιδοψυχίατρο κατά ή περί τον Μάρτιο 2021, διαγνώστηκε με τη Διαταραχή Αυτιστικού Φάσματος και έκτοτε παρακολουθείτε από παιδοψυχίατρο και κατόπιν εισηγήσεων της παιδοψυχιάτρου και/ή των άλλων θεραπευτών λαμβάνει θεραπευτικά προγράμματα όπως λογοθεραπεία, εργοθεραπεία και άλλα. Επίσης το ανήλικο τέκνο των διαδίκων έτυχε αξιολόγησης και από την Επαρχιακή Επιτροπή Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης Λευκωσίας κατά ή περί τον Μάη-Σεπτέμβρη 2021 και στη συνέχεια κατά ή περί τις αρχές Οκτωβρίου 2021 αξιολογήθηκε από το Τμήμα Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων Με Αναπηρίες όπου σύμφωνα με την «Εκθεση Ολοκληρωμένου Πορίσματος Αξιολόγησης Αναπηρίας» η ψυχική του υγεία κρίθηκε σοβαρή.»
Η αίτηση βασίζεται στους Περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμούς Δ.19, Δ.21, Δ.25, στο Θ.1(3), Δ.48 θθ.1-9 και Δ.64, στον Περί Δικαστηρίων Νόμο Ν.14/60 άρθρο 31, στο άρθρο 30(3) του Συντάγματος, στο άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, στο άρθρο 20 του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμο του 1990 (216/1990) ως έχει τροποποιηθεί, στη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στη Διακριτική Ευχέρεια και τις Συμφυείς Εξουσίες του Δικαστηρίου.
Ας σημειωθεί ότι η ακρόαση της εναρκτήριας αίτησης δεν έχει ακόμα ξεκινήσει, εν αναμονή της ετοιμασίας Έκθεσης από την αρμόδια Λειτουργό Ευημερίας.
Τα γεγονότα επί των οποίων στηρίζεται η αίτηση εκτίθενται στην επισυνημμένη ένορκο δήλωση της Αιτήτριας. Η Αιτήτρια αναφέρεται στην πορεία της υπόθεσης και στο γεγονός ότι σήμερα βρίσκεται στο στάδιο όπου αναμένεται η ετοιμασία της Έκθεσης από την αρμόδια Λειτουργό του Γραφείου Ευημερίας ούτως ώστε να αρχίσει η ακροαματική διαδικασία.
Υποδεικνύει ότι από το χρόνο καταχώρισης αίτησης έχουν προκύψει σημαντικά γεγονότα, άμεσα συναρτώμενα με το επίδικο θέμα, τα οποία πρέπει να τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας.
Πιστεύει ότι το αίτημα της δεν προβάλλεται με καθυστέρηση, εφόσον έχουν γίνει πολλές προσπάθειες για εξώδικο διευθέτηση της υπόθεσης και από τις δύο πλευρές, ενώ τα περισσότερα γεγονότα που επιθυμεί να δικογραφήσει έλαβαν χώρα κατά το 2021.
Ισχυρίζεται ότι με την αιτούμενη τροποποίηση δεν επηρεάζονται δυσμενώς τα δικαιώματα του Καθ’ ου η αίτηση, πέραν της οικονομικής ταλαιπωρίας που ενδεχομένως θα υποστεί, ζήτημα που όμως αντιμετωπίζεται με την κατάλληλη διαταγή ως προς τα έξοδα. Αντίθετα, σε περίπτωση μη έγκρισης του αιτήματος της, θα αποστερηθεί του δικαιώματος να προωθήσει την υπόθεση της αποτελεσματικά και θα πληγούν ανεπανόρθωτα τα συμφέροντα της ιδίας και του ανήλικου τέκνου της. Αναφέρει ότι με την αιτούμενη τροποποίηση, το Δικαστήριο θα έχει ενώπιον του ολοκληρωμένη εικόνα των γεγονότων που περιστοιχίζουν την παρούσα υπόθεση, καθότι θα συμπεριληφθούν στα δικόγραφα τα νέα δεδομένα τα οποία δεν ήταν υπαρκτά κατά το χρόνο που έδωσε οδηγίες στους δικηγόρους της να καταχωρήσουν την παρούσα αίτηση.
Ο Καθ’ ου η αίτηση καταχώρισε ένσταση εγείροντας συνολικά δέκα λόγους για τους οποίους η αίτηση πρέπει να απορριφθεί. Συνοπτικά αποδιδόμενοι οι λόγοι ένστασης, αφορούν σε θέσεις όπως ότι δεν πληρούνται οι απαιτούμενες προϋποθέσεις που θέτει ο Νόμος και η Νομολογία για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ της έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων, η αίτηση είναι νομικά αβάσιμη, γενική, παράτυπη και δεν στηρίζεται σε γεγονότα που να δικαιολογούν την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων, η αίτηση καταχωρίστηκε κακόπιστα, αποτελεί κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας και αποκλειστικό σκοπό έχει τον εκτροχιασμό της εκδίκασης της υπόθεσης, η αίτηση καταχωρίστηκε με υπέρμετρη καθυστέρηση, οι αιτούμενες τροποποιήσεις θα επιφέρουν κατάφωρη αδικία και βλάβη στον Καθ’ ου η αίτηση και θα επηρεάσουν δυσμενώς τα δικαιώματα του κάτι που δεν θεραπεύεται με έξοδα και τέλος, ότι η Αιτήτρια επιδιώκει να εισάγει ισχυρισμούς άσχετους με τα επίδικα θέματα.
Η ένσταση υποστηρίζεται από ένορκο δήλωση της κας Ζώης Παπά, δικηγόρου που εργοδοτείται στο δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί τον Καθ’ ου η αίτηση. Επί της ουσίας της αίτησης, η ενόρκως δηλούσα επαναλαμβάνει τους λόγους ένστασης και περαιτέρω ισχυρίζεται ότι δεν προβάλλεται κανένας επαρκής, ουσιώδης και βάσιμος λόγος που να δικαιολογεί την άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου υπέρ της έγκρισης της αίτησης, ειδικά στο τόσο προχωρημένο στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας.
Υποστηρίζει ότι με την αιτούμενη τροποποίηση η Αιτήτρια επιθυμεί να εισάγει ισχυρισμούς που άπτονται θεμάτων που αφορούν την υποχρέωση του Καθ’ ου η αίτηση να διατρέφει τον ανήλικο, με στόχο να πλήξει τον χαρακτήρα του Καθ’ ου η αίτηση. Υποστηρίζει επίσης ότι οι σχετικοί ισχυρισμοί είναι άσχετοι με τα επίδικα θέματα.
Υποστηρίζει περαιτέρω ότι η αίτηση καταχωρίστηκε με υπέρμετρη καθυστέρηση, χωρίς να δίδεται κάποια εξήγηση προς τούτο, τη στιγμή που η Αιτήτρια παραδέχεται ότι τα γεγονότα που επιθυμεί να προσθέσει έλαβαν χώρα σε όλο το διάστημα που μεσολάβησε μέχρι σήμερα και απορρίπτει την προσπάθεια εξώδικου διευθέτησης της υπόθεσης ως δικαιολογία για τη καθυστέρηση.
Τέλος, ισχυρίζεται ότι σε περίπτωση έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων, ο Καθ’ ου η αίτηση θα υποστεί βλάβη και αδικία σε τέτοιο βαθμό που δεν θα είναι δυνατό να αποζημιωθεί με την κατάλληλη διαταγή ως προς τα έξοδα.
ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ
Η τροποποίηση των δικογράφων ρυθμίζεται από την Διαταγή 25 των Περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών. Από 01.01.2016 οι διατάξεις της Νέας Διαταγής 25 εφαρμόζονται σε όλες τις αγωγές ανεξαρτήτως κλίμακας, οι οποίες καταχωρήθηκαν μετά την 01/01/2015. Οι διατάξεις της Δ.25 εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και στις διαδικασίες ενώπιον των Δικαστηρίων Ειδικής Δικαιοδοσίας, ανεξαρτήτως του τρόπου έναρξης της διαδικασίας σε αυτά και οι έννοιες του κλητηρίου και της αγωγής διαβάζονται αναλόγως. Ότι εδώ ενδιαφέρει είναι ο θεσμός (3) της νέας Διαταγής 25 όπου προβλέπονται τα εξής:
«(3) Μετά την έκδοση της Κλήσης για Οδηγίες ως προνοείται από τη Διαταγή 30, ουδεμία τροποποίηση επιτρέπεται με εξαίρεση το εκ παραδρομής καλόπιστο λάθος στη σύνταξη της δικογραφίας, και τις περιπτώσεις εκείνες που έχουν, προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου, προκύψει νέα δεδομένα μη υπαρκτά κατά τη λήψη των οδηγιών για έγερση της αγωγής ή της καταχώρησης του κλητηρίου εντάλματος ή της δικογραφίας, αναλόγως της περίπτωσης.»
Πριν την τροποποίηση της Δ.25, το θέμα της τροποποίησης δικογράφων ενέπιπτε στην διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, η οποία ασκείτο με γνώμονα το συμφέρον της δικαιοσύνης. Σωρεία Νομολογίας έχει ερμηνεύσει τις αρχές και έθεσε τα κριτήρια που εφαρμόζονται για την έγκριση ή όχι ενός αιτήματος για τροποποίηση δικογράφων με βάση την παλαιά Δ.25. Επιγραμματικά αναφέρω ότι η τάση που διαφαίνεται από αυτήν, είναι ότι η τροποποίηση δικογράφου επιτρέπεται ακόμα και όταν αυτή είναι αποτέλεσμα αμέλειας ή καθυστέρησης, νοουμένου ότι δεν προκαλείται αδικία στην άλλη πλευρά που δεν θα μπορούσε να αποζημιωθεί με χρήματα. Η τροποποίηση δικογράφων είναι εφικτή σε κάθε περίπτωση που κρίνεται ότι είναι αναγκαία για την προσδιορισμό της ουσίας της διαφοράς και την αποφυγή πολλαπλότητας των διαδικασιών, εκτός εάν η τροποποίηση δυνατόν να επιφέρει βλάβη στον αντίδικο, για την οποία δεν μπορεί να αποζημιωθεί με έξοδα ή όπου υπάρχει κακή πίστη εκ μέρους του Αιτητή. (βλ. Χρίστου Αζά (1992) 1 β ΑΑΔ 704) Ο παράγοντας χρόνος είναι σχετικός, όχι όμως απαραιτήτως αποφασιστικής σημασίας (βλ. Χριστοδούλου v. Χριστοδούλου, (1991) 1ΑΑΔ 934, Astor Manufacturing and Exporting Co και άλλων v. A.G. Levendis και άλλων (1993) 1ΑΑΔ 726), πρέπει όμως να συνεκτιμάται ως απόρροια της επιταγής του αρ. 30.2 του Συντάγματος, για περάτωση της δίκης μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, που αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα κάθε διαδίκου. (βλ. Στέλιος Φοινιώτης v. Greenmar Navigation Ltd, κ.α (1989) 1 Ε33) Σε κάθε περίπτωση, τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης διαδραματίζουν κυρίαρχο ρόλο στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου (βλ. Βαρδιάνος ν. Richards (1998) 1 Α.Α.Δ. 698) και Evand Promotions Ltd κ.α. ν. Rutman (Αρ. 1) (1998) 1 Α.Α.Δ. 92).
Μετά την τροποποίηση της Δ.25 και την υφιστάμενη διατύπωση της, το δικαίωμα τροποποίησης δικογράφων έχει διαβαθμίσεις, με καθοριστικό παράγοντα το στάδιο της διαδικασίας κατά το οποίο ζητείται. Η διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου δεν είναι πλέον ευρεία κατά τον τρόπο που η υφιστάμενη νομολογία ανέλυσε την Δ.25, αλλά έχει περιοριστεί σε πολύ μεγάλο βαθμό. Η υπό εξέταση αίτηση, ως έχει αναφερθεί, εμπίπτει στις πρόνοιες της Δ.25 Κ 1 (3) καθότι καταχωρήθηκε μετά την έκδοση της κλήσης για οδηγίες, όπου ουδεμία τροποποίηση επιτρέπεται κατά κανόνα. Ο κανόνας αυτός επιδέχεται εξαίρεσης μόνο σε δύο περιπτώσεις:
Α. Στην περίπτωση του εκ παραδρομής καλόπιστου λάθους στην σύνταξη της δικογραφίας και
Β. Στις περιπτώσεις όπου έχουν προκύψει νέα δεδομένα, μη υπαρκτά κατά τη λήψη των οδηγιών για καταχώριση της κυρίως αίτησης και ή της δικογραφίας, αναλόγως της περίπτωσης.
Ό,τι επομένως εξετάζει το Δικαστήριο στο στάδιο αυτό, προκειμένου να εγκρίνει τέτοιο αίτημα είναι πρωτίστως το κατά πόσο συντρέχουν οι πιο πάνω προϋποθέσεις. Εάν το Δικαστήριο ικανοποιηθεί προς τούτο, τότε εξετάζει και συνεκτιμά και άλλους παράγοντες, όπως για παράδειγμα τον παράγοντα της βλάβης ή αδικίας και της ανεπανόρθωτης ζημιάς που είναι δυνατό να προκληθεί στην άλλη πλευρά, βλάβη που δεν θα μπορούσε να αποζημιωθεί με χρήμα (βλ. Χρίστου Αζά ανωτέρω).
Περαιτέρω, ενώ η νέα Δ.25 δίνει τη διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να επιτρέπει την τροποποίηση ακόμα και μετά την Κλήση για Οδηγίες υπό προϋποθέσεις, εξακολουθεί να εφαρμόζεται αναλογικά η αρχή ότι εάν η αίτηση εισάγεται σε αρχικό στάδιο της υπόθεσης και πριν την έναρξη της ακρόασης, εγκρίνεται με μεγαλύτερη ευχέρεια. Αντίθετα, εάν η διαδικασία της ακρόασης έχει ήδη αρχίσει, η έγκριση του αιτήματος γίνεται με μεγαλύτερη δυσκολία, ιδιαίτερα όπου διαφαίνεται ότι η αναγκαιότητα τροποποίησης υπήρχε από πριν χωρίς να προσφερθεί επαρκής επεξήγηση για την καθυστέρηση. Όσο πιο καθυστερημένο είναι το στάδιο έγερσης του σχετικού αιτήματος, τόσο περισσότερο ο Αιτητής θα πρέπει να αποσείσει το βάρος που έχει για να γίνει δεκτή (βλ. Φοινιώτης v. Greenmar Navigation Ltd, κ.α ).
Η Αιτήτρια φέρει το βάρος να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις οι οποίες έχουν τεθεί από τη Νομολογία για την έγκριση του αιτήματος της .
Η παρούσα υπόθεση αφορά την τροποποίηση του υφιστάμενου διατάγματος γονικής μέριμνας του ανήλικου τέκνου των διαδίκων. Η Αιτήτρια αξιώνει την εκ βάθρων τροποποίηση του διατάγματος με την ανάθεση αποκλειστικά σε αυτήν της άσκησης της γονικής μέριμνας του παιδιού και της τροποποίησης του διατάγματος επικοινωνίας του Καθ’ ου η αίτηση. Προς υποστήριξη της αίτησης, μεταξύ άλλων, ισχυρίζεται ότι από το 2018 ο καθ’ ου η εγκατέλειψε την Κύπρο και έκτοτε ουδεμία προσπάθεια επικοινωνίας υπήρξε από μέρους του, είτε με την Αιτήτρια, είτε με τον ανήλικο, με εξαίρεση κάποιες μεμονωμένες περιπτώσεις όπου οι διάδικοι επικοινώνησαν με ανταλλαγή μηνυμάτων και άλλων μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
Με τις αιτούμενες θεραπείες Α και Β της αίτησης τροποποίησης, η Αιτήτρια επιθυμεί να προσθέσει τις ημερομηνίες που οι διάδικοι επικοινώνησαν την περίοδο που μεσολάβησε από την καταχώριση της τροποποιημένης εναρκτήριας αίτησης μέχρι και τον Νοέμβριο του 2021. Επιθυμεί επίσης να προσθέσει ισχυρισμούς που αφορούν την γενικότερη συμπεριφορά του Καθ’ ου η αίτηση στις προσπάθειες της να επικοινωνήσει και τις ενέργειες στις οποίες η ίδια προέβη προκειμένου να επιλύσει θέματα γονικής μέριμνας για τα οποία οι διάδικοι δεν κατέστη δυνατό να συμφωνήσουν εξωδικαστικώς. Αναφορά επίσης γίνεται στην επικοινωνία των διαδίκων προκειμένου η Αιτήτρια να ενημερώσει τον Καθ’ ου η αίτηση για το σχολείο και την υγεία του ανηλίκου.
Με την αιτούμενη θεραπεία Γ της αίτησης τροποποίησης, η Αιτήτρια επιθυμεί να προσθέσει στο δικόγραφο της το αποτέλεσμα της αξιολόγησης του ανηλίκου από παιδοψυχίατρο και άλλους Οργανισμούς και Επιτροπές καθώς και τα θεραπευτικά προγράμματα στα οποία συμμετέχει για τα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει. Όλα τα πιο πάνω έλαβαν χώρα το 2021.
Εξετάζοντας το περιεχόμενο της προτεινόμενης τροποποίησης καθίσταται πρόδηλο ότι η Αιτήτρια στηρίζει το αίτημα της στο δεύτερο σκέλος της Δ.25 Κ 1 (3), δηλαδή στο ότι έχουν προκύψει νέα δεδομένα, μη υπαρκτά κατά την λήψη οδηγιών για καταχώριση της δικογραφίας. Το γεγονός αυτό εξάλλου δεν αμφισβητείται από την πλευρά του καθ’ ου η αίτηση.
Ο καθ’ ου η αίτηση ωστόσο υποστηρίζει ότι η αίτηση καταχωρίστηκε με υπέρμετρη καθυστέρηση, γεγονός που πλήττει τα δικαιώματα του. Η θέση αυτή τίθεται γενικά και αόριστα από τον Καθ’ ου η αίτηση, εφόσον δε εξειδικεύει με ποιο τρόπο επηρεάζονται δυσμενώς τα δικαιώματα του. Είναι γεγονός ότι η αίτηση θα μπορούσε να υποβληθεί ενωρίτερα, εφόσον όλα τα γεγονότα που η Αιτήτρια επικαλείται της ήταν γνωστά από τα τέλη του 2021. Αν και ο χρόνος είναι στοιχείο που συνυπολογίζεται, στην υπό κρίση περίπτωση δεν θεωρώ ότι είναι ανασταλτικός παράγοντας έγκρισης του αιτήματος τροποποίησης, κυρίως δεδομένου ότι η ακρόαση της υπόθεσης δεν έχει ακόμα ξεκινήσει, αφού αναμένεται η ετοιμασία της Έκθεσης από την αρμόδια Λειτουργό Ευημερίας.
Ο Καθ’ ου η αίτηση περαιτέρω υποστηρίζει ότι η Αιτήτρια επιθυμεί να προσθέσει ισχυρισμούς άσχετους με τα επίδικα θέματα που τείνουν να πλήξουν τον χαρακτήρα του. Υποδεικνύω προς τούτο ότι η φύση της παρούσας διαδικασίας είναι τέτοια που την διαφοροποιεί από κάθε άλλη υπόθεση αστικής φύσεως. Η παρούσα υπόθεση είναι μια οικογενειακή διαφορά μεταξύ των γονέων, πρώην συμβίων, αναφορικά με την άσκηση της γονικής μέριμνας και την εν γένει ευημερία του παιδιού τους. Όπως έχει πολλές φορές τονιστεί από τη Νομολογία, σε αυτού του είδους τις υποθέσεις δεν υπάρχει το στοιχείο της αντιπαράθεσης μεταξύ των διαδίκων, αλλά πρόκειται για διαδικασία εξεταστικού χαρακτήρα, με στόχο την καλύτερη εξυπηρέτηση της ευημερίας και του συμφέροντος του ανηλίκου, χωρίς να επιρρίπτονται ευθύνες για μεμπτή συμπεριφορά (βλ. Στυλιανού v. Στυλιανού (1993) 1 ΑΑΔ 130, Ιακωβίδης ν. Ιακωβίδου (2000) 1 ΑΑΔ 1108 και Κκουφού ν. Κκουφού (1997) 1 (Γ) ΑΑΔ 1588, 1593). Τα όσα η Αιτήτρια επιθυμεί να προσθέσει στο δικόγραφο της είναι συμπληρωματικά των όσων ήδη έχει καταγράψει, δεν αποτελούν ισχυρισμούς άσχετους με τα επίδικα θέματα, ούτε μεταβάλλουν το νόημα ή το υπόβαθρο της αξίωσης της. Αντίθετα, κρίνεται ότι πρόκειται για ουσιώδεις ισχυρισμούς που διασυνδέονται με τα επίδικα θέματα και που επιβάλλεται να τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου για μια σφαιρική αντίληψη των γεγονότων κατά την εκδίκαση της ουσίας της διαφοράς.
Σε κάθε περίπτωση, από τα όσα ο Καθ’ ου η αίτηση ισχυρίζεται, δεν έχει καταδειχθεί οποιοσδήποτε βάσιμος λόγος που να παραπέμπει σε επηρεασμό των δικαιωμάτων του με τρόπο που να μην δύναται να αποζημιωθεί με την κατάλληλη διαταγή ως προς τα έξοδα. Οι ισχυρισμοί περί καταχρηστικής προώθησης της αίτησης και αντικανονικότητας της αίτησης παρέμειναν σε θεωρητικό επίπεδο, εφόσον δεν υποδείχθηκαν στοιχεία που να δικαιολογούν μια τέτοια κατάληξη. Το δικαίωμα του διαδίκου να προβάλει τους ισχυρισμούς του ενώπιον του Δικαστηρίου διασφαλίζεται από το αρ. 30.3(β) του Συντάγματος και η ενέργεια της Αιτήτριας να προβεί σε αίτηση για τροποποίηση της εναρκτήριας αίτησης δεν μπορεί να θεωρηθεί καταχρηστική ή κακόπιστη. Υποδεικνύω εκ νέου ότι αναμένεται ακόμα η ετοιμασία της Έκθεσης και η ακροαματική διαδικασία δεν έχει ακόμα αρχίσει. Συνεπώς, δεν βλέπω πως με την έγκριση της αίτησης επηρεάζονται αρνητικά με οποιονδήποτε τρόπο τα δικαιώματα του Καθ’ ου η αίτηση όπως ο ίδιος ισχυρίζεται.
Με βάση όλα τα ανωτέρω, κρίνεται ότι η παρούσα υπόθεση είναι κατάλληλη για έγκριση του αιτήματος τροποποίησης της εναρκτήριας αίτησης. Η επιδιωκόμενη τροποποίηση είναι απαραίτητη για τον προσδιορισμό της ουσίας της διαφοράς των διαδίκων και είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης να τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου όλα τα σχετικά γεγονότα τα οποία δυνατόν να διαδραματίσουν ουσιαστικό ρόλο στην επίλυση της διαφοράς των διαδίκων.
Το αίτημα εγκρίνεται και εκδίδονται διατάγματα ως τα αιτητικά Α, Β και Γ αυτής.
Τροποποιημένη εναρκτήρια αίτηση να καταχωρηθεί εντός 10 ημερών από την σύνταξη του διατάγματος τροποποίησης.
Τροποποιημένη υπεράσπιση να καταχωρηθεί εντός 10 ημερών από την παράδοση της τροποποιημένης εναρκτήριας αίτησης.
Απάντηση στην τροποποιημένη υπεράσπιση να καταχωρηθεί εντός 10 ημερών από την παράδοση της τροποποιημένης υπεράσπισης.
Τα έξοδα που θα σπαταληθούν λόγω της τροποποίησης (thrown away expenses) όπως και τα έξοδα της παρούσας αίτησης, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, επιδικάζονται υπέρ του Καθ’ ου η αίτηση και εναντίον της Αιτήτριας. Θα είναι εισπρακτέα στο τέλος της εναρκτήριας αίτησης.
(Υπ.)…………………….
Σ. Νεοφύτου, Δ.
ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο