Αναφορικά με την αίτηση της Επιτρόπου Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού, Αίτηση Αρ. 65/2020, 27/3/2023

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΓΟΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ

 

ΕΝΩΠΙΟΝ: [ΤΣΑΓΓΑΡΙΔΗΣ, Πρ.]

(Αίτηση Αρ. 65/2020)

 

Αναφορικά με τους περί Επιτρόπου Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού Νόμος του 2007 (Ν.74(1)/2007 και 23014 (Ν.44(Ι)/2014,

 

Αναφορικά με τους περί της Σύμβασης περί των Δικαιωμάτων του Παιδιού (Κυρωτικούς) Νόμους του 1990 (Ν.243/90) και του 2000 (Ν.5(ΙΙΙ)/2000,

 

Αναφορικά με τον περί της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Άσκηση των Δικαιωμάτων του Παιδιού (Κυρωτικό) Νόμο του 2005 (Ν.5(ΙΙΙ)/2005,

 

Αναφορικά με τους ανήλικους Χ. Κ. και Ά. Κ.,

                                                                                                Ανήλικοι,

 

Αναφορικά με την αίτηση της Επιτρόπου Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού,

                                                                                                Αιτήτριας.

-----------------------------------

Αίτηση δια κλήσεως από την Επίτροπο Προστασίας των

Δικαιωμάτων του Παιδιού ημερομηνίας 11/1/23

 

27 Μαρτίου 2023

 

Εμφανίσεις:

Για Επίτροπο Προστασίας Δικαιωμάτων Παιδιού: κα Παπαδημήτρη

Για Καθ’ ου η αίτηση αρ. 1: κ. Μ. Παπάμιχαηλ με κ. Α. Παπάμιχαηλ

Για Καθ’ ης η αίτηση αρ. 2: κ. Αλ. Κληρίδης

Για Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας: κα Χαραλάμπους (Δικηγόρος της Δημοκρατίας για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας)

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Οι διάδικοι είναι οι γονείς δύο ανήλικων παιδιών.

 

Τέλεσαν γάμο στις 30/5/2009, βρίσκονταν δε σε διάσταση από το έτος 2018 και τελικά ο γάμος τους λύθηκε στις 8/10/2019.

 

Από τον γάμο τους απέκτησαν δύο παιδιά. Τον Χ. που γεννήθηκε στις 22/11/2010 και την Α. που γεννήθηκε στις 10/7/2012.

 

Στις 25/10/2019, εκδόθηκε από το Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας, στην αίτηση γονικής μέριμνας αρ. 342/18, διάταγμα με το οποίο ανατίθετο  στη μητέρα η φύλαξη και φροντίδα των ανήλικων παιδιών. Προηγουμένως, και πριν την επίδοση του τελικού διατάγματος, στην πιο πάνω υπόθεση, εκδόθηκαν και δύο προσωρινά διατάγματα, το ένα στις 6/7/2018 και το άλλο στις 20/11/2018.

 

Το διάταγμα φύλαξης και φροντίδας της μητέρας δεν εφαρμόσθηκε ποτέ. Από τον Μάρτιο του 2019, περίπου, τα παιδιά είναι με τον πατέρα, χωρίς έκτοτε ουσιαστική γονεϊκή σχέση/επικοινωνία/επαφή των παιδιών με τη μητέρα.

 

Η ανάμειξη των διαφόρων ειδικών, ως θα αναφερθεί αναλυτικά σε άλλο σημείο της απόφασης, δεν κατάφεραν μέχρι στιγμής να άρουν την αποξένωση της μητέρας από τα παιδιά της.

 

Τον Μάρτιο του 2021, ο πατέρας καταδικάστηκε σε φυλάκιση 45 ημερών από το Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας, για παρακοή του εν λόγω διατάγματος.

Ακολούθησε δεύτερη καταδίκη του πατέρα, από ποινικό δικαστήριο αυτή τη φορά, στις 13/1/2023, σε φυλάκιση ενός (1) έτους για παρακοή του πιο πάνω διατάγματος.

 

Στις 17/3/2022, με τη σύμφωνη γνώμη των διαδίκων εκδόθηκε το πιο κάτω διάταγμα:

 

«Εκδίδεται διάταγμα με βάση τον Κανονισμό 3 της ΔΚ 3/2014, με το οποίο διορίζεται η Επίτροπος Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού ως αντιπρόσωπος των παιδιών με σκοπό την εκπροσώπηση των παιδιών και των συμφερόντων τους στην παρούσα δικαστική διαδικασία και την καταχώρηση ή υποβολή από την Επίτροπο εγγράφων προτάσεων όπου αυτό ενδείκνυται κατά την κρίση της

 

Η Επίτροπος Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού (στο εξής (Ε.Π.Δ.Π.), καταχώρησε, στις 11/1/2023, την υπό κρίση αίτηση με την οποία αιτείται από το Δικαστήριο, τις πιο κάτω θεραπείες:

 

«Α.     Διάταγμα του Δικαστηρίου δια του οποίου να ανατίθεται προσωρινά και για όσο διάστημα κριθεί υπό των ΥΨΥΠΕ και ΥΚΕ κατάλληλο και/ή αναγκαίο και/ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου και/ή μέχρι εκδίκασης της κυρίως αίτησης στις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας (Υ.Κ.Ε) και/ή στην Διευθύντρια των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας οι πτυχές της γονικής μέριμνας που αφορούν τον τόπο διαμονής και/ή φύλαξης και/ή φροντίδας και/ή επιμέλειας των ανηλίκων Χ. Κ. και Α. Κ.

 

και/ή

 

Β.      Διάταγμα του Δικαστηρίου δια του οποίου να διατάσσονται οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας (Υ.Κ.Ε) και/ή η Διευθύντρια των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας να εξεύρουν κατάλληλο και/ή ουδέτερο και/ή πρόσφορο περιβάλλον για την προσωρινή τοποθέτηση των ανηλίκων Χ. Κ. και Ά. Κ. και/ή για όσο χρόνο ισχύουν τα υπό (Α) και (Β) αιτούμενα Διατάγματα.

 

Γ.       Διάταγμα του Δικαστηρίου δια του οποίου να διατάσσονται οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας (Υ.Κ.Ε) και/ή η Διευθύντρια των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας να τοποθετήσουν προσωρινά και για όσο διάστημα κριθεί υπό των ΥΨΥΠΕ και ΥΚΕ κατάλληλο και/ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου και/ή μέχρι εκδίκασης της κυρίως αίτησης σε κατάλληλο και/ή ουδέτερο και/ή πρόσφορο περιβάλλον τους ανήλικους Χ. Κ. και Ά. Κ.

 

Δ.      Διάταγμα του Δικαστηρίου δια του οποίου να διατάσσονται οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας (Υ.Κ.Ε) και/ή η Διευθύντρια των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας να παραπέμψουν την παρούσα υπόθεση στις Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων (Υ.Ψ.Υ.Π.Ε.) για καθορισμό του προγράμματος αποκατάστασης της σχέσης των ανηλίκων Χ. Κ. και Ά. Κ. με την καθ ης η αίτηση 2 ενόσω αυτά διαμένουν σε ουδέτερο χώρο και/ή για όσο χρειάζεται και/ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου και/ή άλλως πως.

 

Ε.      Διάταγμα του Δικαστηρίου δια του οποίου να διατάσσονται οι ΥΨΥΠΕ να καθορίσουν και εφαρμόσουν κατάλληλα χρονοδιαγράμματα και/ή προγράμματα και/ή θεραπείες και/ή να καθορίσουν το κατά πόσο ενδείκνυται ή όχι επαφή των ανηλίκων Χ. Κ. και Ά. Κ. με τον καθ’ ου η αίτηση 1 και/ή με ποιο τρόπο και/ή συχνότητα και/ή προϋποθέσεις.

 

Στ.     Διάταγμα του Δικαστηρίου δια του οποίου να απαγορεύεται προσωρινά η επικοινωνία του καθ’ ου η αίτηση 1 με τα ανήλικα τέκνα του Χ. Κ. και Ά. Κ. μέχρι να υλοποιηθεί το Διάταγμα υπό «Ε» ανωτέρω της παρούσας αίτησης και/ή μέχρι νεωτέρας Διαταγή του Δικαστηρίου.

 

Ζ.       Διάταγμα του Δικαστηρίου δια του οποίου να διατάσσονται οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας (Υ.Κ.Ε) και/ή η Διευθύντρια των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας όπως μεριμνήσουν έτσι ώστε οι ανήλικοι Χ. Κ. και Ά. Κ. μεταφέρονται και/ή παρακολουθούν και/ή συμμετέχουν και/ή έχουν πρόσβαση σε όποιο πρόγραμμα καθορίσουν οι Υ.Ψ.Υ.Π.Ε.

 

Η.      Διάταγμα του Δικαστηρίου δια του οποίου να διατάσσονται οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας (Υ.Κ.Ε) και/ή η Διευθύντρια των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας να ετοιμάσουν και παραδώσουν στο Δικαστήριο έκθεση αναφορικά με τα αποτελέσματα των ανωτέρω και/ή τις αξιολογήσεις των ανηλίκων και να παραδώσουν αντίγραφο εις την αιτήτρια.

 

Θ.      Διάταγμα δια του οποίου να διατάσσεται ο καθ’ ου η αίτηση 1 να παραδώσει στις Υ.Κ.Ε. αμέσως με την έκδοση των Διαταγμάτων τα ανήλικα τέκνα των καθ ων η αίτηση 1 και 2  Χ. Κ. και Ά. Κ.»

 

Στην πιο πάνω αίτηση της Ε.Π.Δ.Π., οι γονείς καταχώρησαν ενστάσεις.

 

Τόσο η αίτηση όσο και οι ενστάσεις υποστηρίζονται με τις δικονομικά αναγκαίες ένορκες δηλώσεις.

Κρίνω στο σημείο αυτό κατάλληλο, επειδή πρόκειται για εξέταση αίτησης που αφορά υπόθεση γονικής μέριμνας, και κατ’ επέκταση το συμφέρον ανήλικων παιδιών, να παραθέσω τα πιο κάτω.

 

Σύμφωνα με τη νομολογία του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου, σε διαδικασίες αιτήσεων γονικής μέριμνας δεν υπάρχει το στοιχείο της αντιπαράθεσης μεταξύ των γονέων. Πρόκειται για διαδικασία παιδοκεντρική και εξεταστικού χαρακτήρα, της οποίας ο τελικός σκοπός είναι η καλύτερη εξυπηρέτηση της ευημερίας και του συμφέροντος του ανηλίκου. Ως συμφέρον του τέκνου εννοείται το σωματικό, το υλικό, το πνευματικό, το ηθικό και γενικότερα το κάθε είδους συμφέρον. Η διαμόρφωση κρίσης από το Δικαστήριο, πάνω σε θέματα γονικής μέριμνας, δεν είναι εγχείρημα που στοχεύει στην απόδοση ευθυνών ή στην επιβολή κύρωσης για μεμπτή συμπεριφορά. Γνώμονας είναι το συμφέρον του ανηλίκου (βλ. Φ. Δαμιανού ν. Ε. Δαμιανού (1989) 1 Α.Α.Δ. 29, Ιακωβίδης ν. Ιακωβίδου (2001) 1 Α.Α.Δ. 1108, Ιωαννίδης κ.ά. ν. Ιωαννίδου (2002) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1446, Στυλιανού ν. Στυλιανού (1993) 1 Α.Α.Δ.130, Διευθύντρια Κοινωνικής Ευημερίας ν. Ντούμα κ.ά. (2001) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1944, Σοφοκλέους ν. Τσεσμελόγλου (2006) 1 (Β) Α.Α.Δ. 1153.

 

Θα ήθελα, επίσης, να παραθέσω και την πιο κάτω σοφή υπόδειξη του Δ.Ο.Δ. στην υπόθεση Δημοσθένους ν. Δημοσθένους, Έφεση Αρ. 21/19, 29/6/20, που παρόλο ότι η απόφαση αυτή αφορούσε σε διατροφή ανηλίκου, εν τούτοις, κατά την άποψή μου, έχει ακόμη μεγαλύτερη σπουδαιότητα και σημασία σε υποθέσεις γονικής μέριμνας ανηλίκου.

 

«Όπου η λογική και η έμφυτη μητρική ή πατρική αγάπη πρυτανεύουν οι σύζυγοι δεν διασταυρώνουν τα ξίφη τους, ούτε αναλώνουν τις δυνάμεις τους στα Δικαστήρια, αλλά αντίθετα τις ενώνουν χάριν της ευημερίας των παιδιών τους.»

Προς ολοκλήρωση του πιο πάνω, παραθέτω, εκ προοιμίου, τις πρόνοιες των πιο κάτω νομοθεσιών, οι οποίες αποτέλεσαν τη βάση των ενεργειών του Δικαστηρίου στις 18/1/2023, ημερομηνία πρώτης εμφάνισης στο Δικαστήριο όλων των μερών που αφορούσε η πιο πάνω αίτηση της Ε.Π.Δ.Π., ημερομηνίας 11/1/2023.

 

Ο Κανονισμός 8 του περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Διαδικαστικού Κανονισμού του 1990, διαλαμβάνει ότι:

 

«Σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας το Δικαστήριο, μπορεί είτε αυτεπαγγέλτως, είτε έπειτα από αίτηση οποιουδήποτε διαδίκου να δώσει τις οδηγίες που απαιτεί το συμφέρον της δικαιοσύνης

 

Το Άρθρο 5(3) του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου, Ν.23/1990, (στο εξής ο νόμος), διαλαμβάνει ότι:

 

«5(3)- Αν ο ένας από τους γονείς αδυνατεί να ασκήσει τη γονική μέριμνα για πραγματικούς λόγους ή γιατί είναι ανίκανος ή περιορισμένα ικανός για δικαιοπραξία, την ασκεί μόνος ο άλλος γονέας ….. »

 

Ούτως εχόντων των πραγμάτων, το Δικαστήριο εξετάζοντας την υπό κρίση αίτηση, δεν θα περιορισθεί, μόνο στα γεγονότα τα οποία περιέχονται στις ένορκες δηλώσεις των μερών.

 

Πρόκειται, όπως ήδη λέχθηκε, για διαδικασία, εξεταστικού χαρακτήρα, παιδοκεντρικής, ως αποβλέπουσας στην εξυπηρέτηση του συμφέροντος των παιδιών, και τα γεγονότα της οποίας διαδικασίας έχουν διαφοροποιηθεί μετά τις 18/1/23, ως αποτέλεσμα των οδηγιών που εκδόθηκαν από το Δικαστήριο και των ενεργειών που ακολουθήθηκαν στη βάση των οδηγιών αυτών.

 

Ό,τι καλείται να αποφασίσει το Δικαστήριο είναι το συμφέρον των παιδιών, για το παρόν και το αμεσότατο μέλλον, και όχι στη βάση μόνο του χθες, του παρελθόντος.

 

Απόφαση από το Δικαστήριο στη βάση του χθες/παρελθόντος, δηλαδή μόνο στη βάση των ενόρκων δηλώσεων, παραβιάζει τόσο τον εξεταστικό και παιδοκεντρικό χαρακτήρα των υποθέσεων αυτών αλλά και το κυριότερο, δεν αντιμετωπίζει και δεν εξυπηρετεί, ουσιαστικά, το πρωταρχικό, που είναι το συμφέρον των παιδιών.

 

Στις 18/1/2023, το Δικαστήριο κλήθηκε να αντιμετωπίσει μία εξαιρετικά σοβαρή κατάσταση πραγμάτων.

 

Ο πατέρας, με τον οποίο τα παιδιά ζουν από το 2019, καταδικάσθηκε στις 13/1/2023 από ποινικό δικαστήριο σε φυλάκιση ενός έτους.

 

Η μητέρα, η οποία έχει διάταγμα φύλαξης και φροντίδας των παιδιών ως ο αποξενωμένος γονέας, δεν μπορεί να ασκήσει, καιρό τώρα, το πιο πάνω διάταγμα, γιατί τα παιδιά είναι αρνητικά, εχθρικά απέναντί της· δεν θέλουν να έχουν οποιαδήποτε επαφή και σχέση μαζί της.

 

Περαιτέρω, τα παιδιά, από της φυλάκισης του πατέρα, παρέμεναν εγκλωβισμένα, φυλακισμένα, υπό ομηρία τρίτων προσώπων, όποια έκφραση και αν επιλέξει κανείς, απέχοντας από το σχολείο τους, τις εξωσχολικές τους δραστηριότητες και τις εν γένει κοινωνικές και ψυχαγωγικές συναναστροφές τους.

 

Σημειώνεται, ότι πρόκειται για παιδιά με διαταραγμένο ψυχοσυναισθηματικό κόσμο, ως αποτέλεσμα της μακροχρόνιας δικαστικής διαμάχης των γονέων τους.

Η τραγικότητα της κατάστασης στην οποία βρέθηκαν τα παιδιά, δεν μπορούσε να αναμένει την εκδίκαση της παρούσας αίτησης, με την καταχώρηση ενστάσεων, αγορεύσεων.

 

Ο χρόνος που θα μεσολαβούσε μέχρι την έκδοση της απόφασης, όση σπουδή και αν επιδεικνυόταν, δεν θα απέτρεπε την περαιτέρω επιδείνωση της ψυχοσυναισθηματικής κατάστασης των παιδιών, ούτε οποιεσδήποτε άλλες συνέπειες.

 

Έτσι, το Δικαστήριο, προ αυτής της εξαιρετικά επείγουσας κατάστασης των πραγμάτων, έλαβε, με πλήρη δικαστική γνώση, επίγνωση και συνείδηση, την πρωτοβουλία να δράσει αποφασιστικά, προς το συμφέρον των παιδιών, με συγκεκριμένο τρόπο.

 

Αντί άλλης αναφοράς, παραθέτω το συγκεκριμένο μέρος από το πρακτικό του Δικαστηρίου ημερομ. 18/1/2023, το οποίο μιλά από μόνο του:

 

«Δικαστήριο:

Το Δικαστήριο θα επιληφθεί σήμερα και της εναρκτήριας αίτησης, η οποία είναι ορισμένη στις 25/1/23 για υλοποίηση των συμφωνηθέντων. Δυστυχώς, και συμφωνώ επί τούτου και ευχαριστώ τους δικηγόρους, τόσο του πατέρα όσο και της μητέρας γιατί ο μεν δικηγόρος του Αιτητή με πληροφόρησε πολύ ορθά και πολύ δεοντολογικά επιβεβλημένα με σχετικό email του ημερομ. 9/1/23, όπου με πληροφορούσε για την τύχη της υπόθεσης της ποινικής, ότι δηλαδή ο πελάτης του είχε καταδικαστεί και ότι είχε οριστεί η υπόθεση στις 13/1/23 για μετριασμό και επιβολή ποινής. Με πληροφορούσε, όπως σωστά ήταν η θέση του, ότι ο σκοπός για τον οποίο ορίστηκε η εναρκτήρια αίτηση στις 25/1/23, ότι εξ αντικειμένου δεν μπορούσε να υπάρξει συμμόρφωση με τις οδηγίες του Δικαστηρίου, άρα η 25/1/23 θα διατίθετο επί ματαίω. Οφείλω να πω ότι την ίδια ημέρα, αν η μνήμη μου είναι σωστή, προφορικά, με επισκέφτηκε στο γραφείο μου ο δικηγόρος της Αιτήτριας, κ. Αλέξανδρος Κληρίδης, ο οποίος μου μετάφερε ακριβώς αυτά τα οποία εγγράφως ανέφερε ο κ. Παπάμιχαηλ. Εκφράζω την ευαρέσκεια προς αμφότερους τους δικηγόρους για τον ορθό και δεοντολογικά επιβεβλημένο τρόπο που ενέργησαν.

 

Ενώπιον του Δικαστηρίου σήμερα, κατά τη δική μου εκτίμηση και αντίληψη, έχει αποκορυφωθεί η τραγικότητα της κατάστασης δύο παιδιών. Η ιστορία, αν μου επιτρέπεται η λέξη, αυτής της παρούσας υπόθεσης, χρονολογείται. Μία απλή, αλλά ουσιαστική αναφορά στα γεγονότα της υπόθεσης, φανερώνει ότι ενώπιον του Δικαστηρίου βρίσκονται δύο παιδιά, ο Χ. με ημερομηνία γέννησης 22/11/10 και η Ά. με ημερομηνία γέννησης 10/7/12. Η μητέρα μετά από προηγούμενες δικαστικές διαδικασίες εξασφάλισε τελικό διάταγμα στις 25/10/19, με το οποίο της ανατίθετο η φύλαξη και η φροντίδα και ο τόπος διαμονής των παιδιών. Όπως καταδεικνύει η ιστορία της υπόθεσης, τα διατάγματα αυτά του Δικαστηρίου δεν εφαρμόστηκαν ποτέ. Από τον Μάρτιο περίπου του 2019 τα παιδιά είναι με τον πατέρα, κατά παραβίαση του πιο πάνω διατάγματος, χωρίς έκτοτε η μητέρα να έχει οποιαδήποτε, όχι μόνο τήρηση του διατάγματος, αλλά και ουσιαστική επαφή με τα ως άνω παιδιά, όπως αρμόζει και δικαιούται να έχει κάθε γονέας με τα παιδιά του. Είναι δυστυχώς μία θλιβερή πραγματικότητα. Παρά την πρώτη καταδίκη του πατέρα για παρακοή του ως άνω διατάγματος, σε 45 ημέρες ποινή φυλάκισης, κατά ή περί τον Μάρτιο του 21, και την προσφυγή της μητέρας για εξασφάλιση άλλων διαταγμάτων, συμπληρωματικών του υφιστάμενου αρχικού διατάγματος για παράδοση των παιδιών σε αυτήν αλλά και προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο Κύπρου με διαδικασία προνομιούχου διατάγματος, εντούτοις η κατάσταση δεν μεταβλήθηκε. Πρόκειται για μία υπόθεση όπου και θα επικαλεστώ την πιο ήπια φράση που μπορώ να χρησιμοποιήσω, οι εχθρικές σχέσεις που διατηρούν οι γονείς ξεχειλίζουν. Επανειλημμένα το Ανώτατο Δικαστήριο και βρίσκω αφορμή έστω και τώρα να το ξανά υπομνήσω στους γονείς-διαδίκους, σε μία προσπάθεια να καταστεί έτι φωτεινότερη η αντιμετώπιση του θέματος από το Δικαστήριο, η οποία θα ακολουθήσει κατωτέρω, έχει συγκεκριμένα από την πληθώρα αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, και επικαλούμαι από αυτές τη Φ. Κατσούρη ν. Μ. Χατζηνικόλα, 2010 1 ΑΑΔ 1634, 21/10/10, «Η αντιπαράθεση των γονέων και αντιπαλότητα τους μέσα από δικαστικές διαδικασίες αντιστρατεύεται στα συμφέροντα και την ευημερία των ανήλικων τέκνων τους». Θα ήθελα την πιο πάνω πραγματικότητα να τη συμπληρώσω και με ένα απόσπασμα από την υπόθεση Δημοσθένους, της οποίας την ακριβή αναφορά δεν έχω τώρα, η οποία, αν και αφορούσε ενδιάμεση αίτηση διατροφής, εντούτοις τα λεχθέντα της, έχουν ακόμα περισσότερη σημασία για υποθέσεις γονικής μέριμνας. Συγκεκριμένα, και μεταφέροντας εκ μνήμης και όσο πιο πιστά μπορώ τη ρήση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, λέχθηκε ότι, «όπου το πατρικό φίλτρο και το μητρικό φίλτρο υπερισχύουν, οι διάδικοι γονείς δεν καταφεύγουν στα Δικαστήρια για την επίλυση των διαφορών τους. Αντίθετα, οφείλουν να ενώσουν δυνάμεις γιατί μόνο έτσι προστατεύεται το συμφέρον των παιδιών τους.» Αν έγινε ή ακολουθήθηκαν από τους γονείς τα πιο πάνω, αφήνω τον καθένα να απαντήσει.

 

Μετά τη λήψη της πιο πάνω πληροφορίας γραπτής και προφορικής, ως εξήγησα,  από τους δικηγόρους των διαδίκων, επικολούθησε γεγονός το οποίο, σημειωτέον, δεν λαμβάνεται στην ένορκη δήλωση που καταχώρησε στην αίτηση η δικηγόρος που εκπροσωπεί την ΕΠΔΠ, το εξής έτι επιβαρυντικό γεγονός, ότι δηλαδή στις 13/1/23 το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας σε ποινική διαδικασία για παρακοή διατάγματος, ως υποθέτω, βρήκε ένοχο τον πατέρα σε μεγάλο αριθμό κατηγοριών, με αποτέλεσμα την καταδίκη του σε ένα χρόνο φυλάκισης, εξ ου και η σημερινή παρουσία του στο Δικαστήριο κατόπιν εντολής προς τούτο του Δικαστηρίου. Ποια είναι η πραγματική κατάσταση την οποία πέραν από τις νομικές ή νομικίστικες τοποθετήσεις που έχει να αντιμετωπίσει το Δικαστήριο σήμερα και οφείλει να τις αντιμετωπίσει και θα τις αντιμετωπίσει. Υπάρχουν δύο παιδιά τα οποία ακριβολογώντας βρέθηκαν στο μέσο μιας αδικαιολόγητης στάσης των γονέων όσον αφορά την εξασφάλιση των συμφερόντων τους. Τα παιδιά μέσα από αυτές τις δικαστικές διαδικασίες έχουν γίνει στη συνείδηση και στην αντίληψή μου το τρόπαιο της νίκης, στο Δικαστήριο, του οποιουδήποτε γονέα. Ασφαλώς αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί. Όσες προσπάθειες και αν έγιναν με βάση το υφιστάμενο, είτε νομικό καθεστώς, πρωτίστως, είτε με το πραγματικό, δυστυχώς δεν καρποφόρησαν. Και ποιος είναι ο καρπός; Το αυτονόητο. Η εξασφάλιση υγιών σχέσεων και με τους δύο γονείς, η απάμβλυνση όσο το δυνατό του ταλαιπωρημένου και ψυχολογικά τραυματισμένου κόσμου των παιδιών, η επανατοποθέτηση της όλης οικογένειας και των οικογενειακών σχέσεων, όχι μόνο εντός του πνεύματος του νόμου του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων (Ν.216/90), αλλά και στην ηθική τάξη των πραγμάτων, που πρέπει να διέπει κάθε κατάσταση.

 

Συνεχίζω επί τούτου.

 

Έχει δυστυχώς αποδειχθεί, και το λέω ως γενική αναφορά όχι μόνο για την παρούσα υπόθεση, ότι οι διαδικασίες, παρά τα 33 χρόνια που έχουν περάσει από την ίδρυση του Οικογενειακού Δικαστηρίου, θέματα τα οποία αφορούν πρωτίστως το συμφέρον των παιδιών, δεν μπορούν να εκδικάζονται, πρωτίστως σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όπως είναι η παρούσα, με τη διαδικασία εκδίκασης αστικών υποθέσεων. Ούτε βέβαια με ενδιάμεσες αιτήσεις και αναφέρομαι σε αυτές πρωτίστως, όπου το Δικαστήριο εκ των πραγμάτων και εκ της νομολογίας δεν αξιολογεί μαρτυρία ούτε καταλήγει σε ευρήματα.

 

Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω, αλλά έχοντας υπόψη ότι το καθήκον του Δικαστηρίου ως Οικογενειακός Δικαστής, είναι να διασφαλίσει στις περιπτώσεις που απαιτείται  άμεσα για το συμφέρον των παιδιών, είτε αυτό έχει την έννοια της παροχής κάθε δυνατής υποστήριξης για απάμβλυνση των τραυματικών συνεπειών, είτε για να αποτρέψει περαιτέρω επιδείνωση τους, θα πρέπει στα πλαίσια των εξουσιών που του δίνει η κείμενη νομοθεσία, αλλά και ως εκ της θέσεως του, ως είναι η δική μου αντίληψη και κρίση, ως οιονεί κηδεμόνα των παιδιών τα οποία βρίσκονται ενώπιον του, να προχωρήσει άμεσα με εφαλτήριο τις εξουσίες που έχει, κατά την κρίση του, στην αντιμετώπιση του όλου θέματος, το οποίο είναι και εξαιρετικό και σοβαρό.

Η πραγματική κατάσταση πώς έχει σήμερα; Η μητέρα έχει ένα διάταγμα για το οποίο έχω ήδη αναφερθεί, το οποίο εκ των πραγμάτων δεν μπόρεσε μέχρι σήμερα, ως εξηγήθηκε εν συντομία ανωτέρω, να το εφαρμόσει. Από την άλλη, ο πατέρας ο οποίος ουσιαστικά έχει την αποκλειστική, εντός εισαγωγικών, επιμέλεια, λόγω της διαμόρφωσης της κατάστασης των παιδιών, δεν μπορεί να την ασκήσει λόγω της φυλάκισής του.  Υπενθυμίζω την πρόνοια του άρθρου 5(3) του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου (Ν.216/90) που λέει μεταξύ άλλων, ότι «αν ο ένας γονέας δεν μπορεί να ασκήσει ……. τον άλλο γονέα».

 

Για τους λόγους που έχω εξηγήσει, αυτή τη δεδομένη στιγμή που η υπόθεση είναι ενώπιόν μου και με βάση την προϊστορία, εκ των πραγμάτων δεν μπορεί η μητέρα να την ασκήσει, παρά την αναγνώριση με δικαστικό διάταγμα ως προς τουλάχιστον τη φύλαξη και φροντίδα των παιδιών της. Περαιτέρω, όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση μετά τη φυλάκιση του πατέρα, είναι πέραν από τραγική για τα ίδια τα παιδιά. Ενώπιον του Δικαστηρίου, αλλά και ενώπιον της συνείδησής του καθενός έπρεπε να βρίσκονται δύο παιδιά τα οποία ουσιαστικά, όχι μόνο από θέμα νομικής κάλυψης των είναι έκθετα, αλλά είναι περαιτέρω φυλακισμένα ή τελούν σε ομηρία, κατά τη λέξη που χρησιμοποιήθηκε σωστά ενώπιόν μου, μέσα σε 4 τοίχους ενός σπιτιού με ήδη αναμφίβολα επιβαρυμένο έτι περισσότερο τον ψυχοσυναισθηματικό τους κόσμο λόγω, προφανώς, της φυλάκισης του γονέα με τον οποίο έχουν ταυτιστεί όλο αυτό το χρονικό διάστημα. Εκ των προτέρων, η άμεση νομική λύση του προβλήματος και η αντιμετώπιση της όλης τραγικής κατάστασης την οποία έχει ενώπιόν του σήμερα το Δικαστήριο, δεν μπορεί να αναμένει τη νομική διεκπεραίωση της ενδιάμεσης αίτησης την οποία καταχώρισε η ΕΠΔΠ. Πρέπει πρωτίστως το Δικαστήριο, άμεσα, να αντιμετωπίσει την πραγματική κατάσταση, να αντιμετωπίσει τα πράγματα με το όνομά τους χωρίς νομικές ταμπέλες ή οτιδήποτε άλλο το οποίο έχει δοκιμαστεί και δεν έχει προσφέρει οτιδήποτε θετικό για τα παιδιά.

 

Στα πλαίσια των εξουσιών που μου δίνει ο νόμος, και αναφέρομαι συγκεκριμένα στον Κανονισμό 8 του περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Διαδικαστικό Κανονισμό του 1990, και παραθέτω αυτολεξεί το κείμενό του: «Σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας το Δικαστήριο, μπορεί είτε αυτεπαγγέλτως είτε έπειτα από αίτηση οποιουδήποτε διαδίκου να δώσει τις οδηγίες που απαιτεί το συμφέρον της δικαιοσύνης.» Και το συμφέρον της δικαιοσύνης, στην παρούσα υπόθεση, δεν είναι τίποτε λιγότερο ή τίποτε περισσότερο από την εξασφάλιση υπό τις καλύτερες δυνατές προϋποθέσεις του συμφέροντος των παιδιών των διαδίκων.

 

Θα ήθελα, επίσης, προς ολοκλήρωση της σκέψης του Δικαστηρίου να τονίσω ότι τα μόνα πρόσωπα τα οποία εκ του νόμου έχουν δικαίωμα να ασκούν γονική μέριμνα ανήλικων τέκνων, με βάση τον Νόμο 216/90, είναι πρωτίστως οι γονείς, είναι η διευθύντρια των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, για τους λόγους που προβλέπονται στον νόμο. Είναι περαιτέρω ο θεσμός της επιτροπείας υπό τις προϋποθέσεις της ρύθμισης που ο ίδιος ο νόμος προβλέπει, και η περίπτωση κατά την οποία οι γονείς συμφωνούν με αίτησή τους στο Δικαστήριο όπως η γονική μέριμνα ανατεθεί σε τρίτο πρόσωπο, το οποίο οι ίδιοι υποδεικνύουν και υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι βεβαίως το πρόσωπο αυτό κριθεί από το Δικαστήριο ως κατάλληλο για εκπλήρωση του γονεϊκού καθήκοντος.

 

Με όλα αυτά, θα ήθελα να συμπληρώσω ως προς τα πραγματικά γεγονότα της παρούσας υπόθεσης ότι, η μητέρα, στην ουσία, είναι πλήρως αποξενωμένη από τα παιδιά της. Θα ήθελα να υπενθυμίσω, από την πληθώρα των εγγράφων, των πρακτικών του Δικαστηρίου, από τις αναφορές της αρμόδιας λειτουργού του Γραφείου Ευημερίας που χειριζόταν την παρούσα υπόθεση, τα αισθήματα των παιδιών προς τη μητέρα, είναι κατά την επιεικέστερη φράση εχθρικά και αρνητικά.

 

Στα πλαίσια όλων των πιο πάνω, εκδίδω τις ακόλουθες οδηγίες:

 

1.    Δίδονται οδηγίες προς τη Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας όπως αναλάβει αμέσως και χωρίς υπαίτια βραδύτητα την επιμέλεια των παιδιών των διαδίκων και προς τούτο εντέλλεται, και η παρούσα οδηγία αποτελεί επαρκή εξουσιοδότηση προς αυτή, όπως αναζητήσει τη νόμιμη συνδρομή κάθε αρμόδιας προς τούτο κρατικής υπηρεσίας έτσι ώστε να υλοποιηθεί η πιο πάνω οδηγία του Δικαστηρίου.

 

2.    Δίδονται οδηγίες προς τη Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας όπως με την ανάληψη της επιμέλειας των ανήλικων παιδιών των διαδίκων μεριμνήσει ώστε τα παιδιά να εγκατασταθούν στον προσφορότερο υπό τις περιστάσεις τόπο διαμονής.

 

3.    Δίδονται οδηγίες προς τη Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας όπως συνεχίσει την απρόσκοπτη εκπαίδευση των παιδιών στα σχολεία όπου φοιτούν η οποία δυστυχώς έχει διακοπεί και προς τούτο οι παρούσες οδηγίες του Δικαστηρίου αποτελούν επαρκή εξουσιοδότηση προς τη Διευθύντρια εάν τούτο κριθεί αναγκαίο κατόπιν συνεννόησης και λήψης υπόψη της γνώμης της Επιτρόπου Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού να προβεί ακόμη και σε αλλαγή των σχολείων φοίτησης αν τούτο απαιτεί το συμφέρον των παιδιών αφού ακούσει στον ενδεδειγμένο χρόνο και λάβει σοβαρά υπόψη τις απόψεις των αρμόδιων Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων.

 

4.    Δίδονται οδηγίες προς τη Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας όπως μεριμνήσει και διευθετήσει πάραυτα σε συνεννόηση τόσο με την Επίτροπο Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού, τα νόμιμα συμφέροντα των οποίων εκπροσωπεί στην παρούσα υπόθεση, αλλά και με τις αρμόδιες Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων την άμεση παροχή κάθε δυνατής θεραπείας, στήριξης και βοήθειας της ψυχολογικής και της εν γένει ψυχοσυναισθηματικής κατάστασης των παιδιών έτσι ώστε να αποτραπεί όσο το δυνατό η περαιτέρω επιδείνωση της ψυχολογικής και ψυχοσυναισθηματικής κατάστασης των παιδιών, αλλά και της κατά το δυνατό απάμβλυνσης και αποκατάστασης του τραυματισμένου ψυχικού κόσμου των παιδιών. Προς τούτο δίδονται οδηγίες και εντέλλονται οι αρμόδιες Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων όπως δώσουν άμεση προτεραιότητα στην παροχή της ζητουμένης από το Δικαστήριο ψυχολογικής εν γένει θεραπείας των παιδιών.

 

5.     Δίδονται οδηγίες προς τη Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας όπως το δικαίωμα επικοινωνίας ή επαφής των παιδιών με οποιονδήποτε γονέα, καθ’ οιονδήποτε χρόνο που θα είναι σε ισχύ οι παρούσες οδηγίες, το οποίο ασφαλώς και διαφυλάσσεται και αναγνωρίζεται από το Δικαστήριο πραγματοποιηθεί ως προς τον χρόνο, διάρκεια, τρόπο και τόπο άσκησης του κατόπιν διαβούλευσης της τόσο με την Επίτροπο Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού όσο και με τις αρμόδιες Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων.

 

6.    Δίδονται οδηγίες προς τη Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας αλλά και προς την Επίτροπο Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού να ενημερώνει εγγράφως σε τακτά χρονικά διαστήματα ή οσάκις παραστεί ανάγκη περί της υλοποίησης των πιο πάνω αλλά και για την εν γένει κατάσταση των παιδιών όσο και για την πρόοδο των μέτρων τα οποία λήφθηκαν κατόπιν των πιο πάνω οδηγιών.

 

Οι παρούσες οδηγίες θα παραμείνουν σε ισχύ και θα υπόκεινται σε αναθεώρηση, βελτίωση, τροποποίηση σε οποιονδήποτε χρόνο εφόσον τούτο είναι ανάγκη για την υλοποίηση του αποκλειστικού σκοπού των οδηγιών που είναι η κατά το δυνατό καλύτερη υπό τις περιστάσεις εξασφάλιση του συμφέροντος των παιδιών. Θα παραμείνουν δε σε ισχύ μέχρι την τελεσίδικη αποπεράτωση της ενδιάμεσης αίτησης την οποία καταχώρισε η Επίτροπος Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού.»

 

Κρίνω κατάλληλο το σημείο αυτό, να ασχοληθώ με τους λόγους της ένστασης του πατέρα που αφορούν την εξουσία της Ε.Π.Δ.Π. να καταχωρήσει την παρούσα αίτηση και να αιτείται την προσωρινή ανάθεση στη Διευθύντρια των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, (στο εξής η Διευθύντρια), ουσιαστικά, την επιμέλεια των παιδιών των διαδίκων. (βλ. αιτητικό «Α» της υπό κρίση αίτησης).

 

Οι λόγοι αυτοί έχουν ως κατωτέρω:

«1.     Η Αιτήτρια δεν έχει εξουσία να προβαίνει στην παρούσα αίτηση και/ή τέτοια εξουσία δεν προκύπτει από τη νομική βάση της Αίτησης.»

 

2.       Η καταχώριση της Αίτησης είναι καταχρηστική, ως προς το χρόνο που καταχωρήθηκε και το σκοπό που εξυπηρετεί.

 

3.       Η Αίτηση είναι δικονομικά λανθασμένη, αφού η Αιτήτρια δεν είναι διάδικο μέρος και/ή δεν έχει οποιοδήποτε αίτημα και ως εκ τούτου εμποδίζεται από το να καταχωρεί ενδιάμεσες Αιτήσεις

 

Συγκεκριμένα, βασίζει, ο πατέρας τη θέση του, στην πρωτόδικη απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λεμεσού Αρ. 241/15, ημερ. 18/12/2015. Olga Mirimskaya Mikhaylovna -και- Svetlana Bezpiataia Vladimirovna, κ.ά., από την οποία απόφαση παραθέτει το πιο κάτω απόσπασμα:

 

«Στην προκειμένη περίπτωση η Επίτροπος λειτούργησε ως διάδικος που δεν είναι και μάλιστα υπέρ άλλου θεσμικού οργάνου της πολιτείας που επίσης δεν είναι διάδικος· τη Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας.  Η αίτηση της Επιτρόπου τόσο από πλευράς ουσιαστικού δικαίου όσο και από δικονομικής άποψης είναι αστήρικτη και δεν την επιτρέπω.  Οι θεραπείες που επιδιώκει είναι έξω και πέραν από το θεσμικό της ρόλο  Γι' αυτό η αίτηση απορρίπτεται

 

Με όλο τον σεβασμό προς τον συνάδελφό μου, δεν υιοθετώ την πιο πάνω προσέγγισή του, η οποία προσεγγίζει το όλο θέμα στενά και με βάση τα γεγονότα που είχε ενώπιόν του, τα οποία διαφοροποιούνται από τα άκρως ιδιαίτερα και σοβαρά γεγονότα της παρούσας αίτησης, και τα οποία έχουν ήδη αναφερθεί και τονισθεί στο ήδη παρατεθέν μέρος των πρακτικών ημερομ. 18/1/2023.

 

Θα προχωρήσω, κατωτέρω, να παραθέσω τη δική μου αιτιολογημένη προσέγγιση και αντιμετώπιση του υπό κρίση ζητήματος.

 

Ως προς τον ρόλο της Ε.Π.Δ.Π., αντί άλλης δικής μου ανάλυσης, παραθέτω το πιο κάτω πλήρως διαφωτιστικό απόσπασμα από την απόφαση THEOCHARIDESKAI – ΘΕΟΧΑΡΙΔΗ, Έφ. Αρ. 13/17, ημερομ. 18/11/15:

 

«Η Επίτροπος Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού έχει διοριστεί από το Υπουργικό Συμβούλιο δυνάμει του άρθρου 10 του περί Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού Νόμου αρ. 74(Ι)/2007, ως τροποποιήθηκε με το Νόμο αρ. 44(Ι)/2014.  Ο Νόμος αυτός δίνει στην Επίτροπο την αποστολή της προάσπισης και προαγωγής των δικαιωμάτων του παιδιού με αρμοδιότητες που καθορίζονται στο άρθρο 4 που περιλαμβάνουν και την εκπροσώπηση των παιδιών και των συμφερόντων τους σε όλα τα επίπεδα.  Η Επίτροπος έχει δικαίωμα υποβολής αιτήσεων εκ μέρους οποιουδήποτε παιδιού για διορισμό ειδικού αντιπροσώπου σε δικαστικές διαδικασίες που το επηρεάζουν, καθώς επίσης και την εκπροσώπηση των παιδιών και των συμφερόντων τους σε διαδικασίες που επηρεάζουν τα παιδιά και σε δικαστικές διαδικασίες στις οποίες θα μπορεί να διορίζεται  η ίδια ως αντιπρόσωπος παιδιού από το Δικαστήριο.  Οι τελευταίες αυτές αρμοδιότητες περιέχονται στα εδάφια (1)(ζ) και (η) του άρθρου 4 του Νόμου.  Κατά το άρθρο 8, ο Επίτροπος ενεργεί ανεξάρτητα « .. υπακούοντας μόνο στο Νόμο, στην ηθική και στη συνείδηση του», υπόκειται δε σε καθήκον εχεμύθειας. 

 

Το Ανώτατο Δικαστήριο στη βάση του άρθρου 19 του Νόμου εξέδωσε τον Διαδικαστικό Κανονισμό 3 του 2014 υπό τον τίτλο, «Ο περί του Επιτρόπου Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού (Διορισμός Επιτρόπου από το Δικαστήριο ως Αντιπρόσωπος Παιδιού) Διαδικαστικός Κανονισμός του 2014.  Ο Κανονισμός αυτός δημοσιεύθηκε στις 5.12.2014 στο Παράρτημα Δεύτερο της υπ΄ αρ. 4096 Επίσημης Εφημερίδας της Δημοκρατίας.  Δυνάμει του Κανονισμού, ο Επίτροπος δύναται να αιτηθεί στο Δικαστήριο, το οποίο και αυτεπάγγελτα μπορεί να ενεργήσει, για το διορισμό του ως αντιπροσώπου του παιδιού «... με σκοπό την εκπροσώπηση του παιδιού και των συμφερόντων του στη συγκεκριμένη δικαστική διαδικασία και την καταχώρηση ή υποβολή από τον Επίτροπο εγγράφων προτάσεων, όπου αυτό ενδείκνυται.».  Η αίτηση αυτή, που προνοείται στον Κανονισμό 3, εισάγεται γραπτώς διά κλήσεως δυνάμει του Τύπου του Παραρτήματος όπως προνοείται από τον Κανονισμό 4.  Δυνάμει του Κανονισμού 5, εφόσον το Δικαστήριο προβεί στον διορισμό του Επιτρόπου ή του δικηγόρου του, το Δικαστήριο μπορεί να εκδώσει οδηγίες για τη χορήγηση στον Επίτροπο πλήρους αντιγράφου όλων των απαραιτήτων εγγράφων της δικαστικής διαδικασίας, καθώς και οδηγίες στις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας να ετοιμάσουν και αποστείλουν στον Επίτροπο σε 30 ημέρες ενδιάμεση έκθεση για τις οικογενειακές και προσωπικές συνθήκες του παιδιού. 

 

Έχοντας, με την απαραίτητη προσοχή, εξετάσει την αίτηση της Επιτρόπου για διορισμό της ως αντιπροσώπου των παιδιών κατά την ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου διαδικασία, κρίνεται ότι η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει.  Πρόδηλο είναι από τις σχετικές νομοθετικές διατάξεις, αλλά και τις πρόνοιες του σχετικού Κανονισμού, ότι ο διορισμός του ή της Επιτρόπου ως αντιπροσώπου παιδιού δυνατό να είναι ευεργετικός στις πρωτόδικες διαδικασίες Οικογενειακού Δικαστηρίου όπου διακυβεύονται κατά άμεσο τρόπο τα συμφέροντα του παιδιού σε διαδικασίες που το αφορούν, όπως διαδικασίες γονικής μέριμνας, επικοινωνίας, διατροφής κλπ.  Αυτός είναι ο λόγος που κατά τον Κανονισμό 3, το Δικαστήριο πρέπει να λάβει υπόψη σε αίτηση για διορισμό τις θέσεις του επηρεαζόμενου παιδιού, τις απόψεις των διαδίκων και τις απόψεις του προσώπου που έχει τη γονική μέριμνα.  Να σημειωθεί ότι ο Κανονισμός 3 επιτρέπει όχι μόνο στην Επίτροπο να αιτηθεί την εκπροσώπηση του παιδιού, αλλά και στο ίδιο το παιδί που είναι διάδικος ή που επηρεάζεται, καθώς και στον Διευθυντή Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας ή και στο γονέα ή το πρόσωπο που έχει τη γονική μέριμνα.

 

Προς αυτή την κατεύθυνση και ο Κανονισμός 4(7), προνοεί ακόμη και την  υποβολή προφορικού αιτήματος από το παιδί και στην περίπτωση αυτή δίδεται από τη γραμματεία του Δικαστηρίου σχετική γραπτή ειδοποίηση στους διαδίκους, στα πρόσωπα που έχουν τη γονική ευθύνη του παιδιού, στις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, στον Επίτροπο και σε κάθε πρόσωπο το οποίο κατά την κρίση του Δικαστηρίου δυνατόν να επηρεαστεί από τον αιτούμενο διορισμό. Παράλληλα, κατά τον Κανονισμό 4(4), όπου ο Επίτροπος δεν είναι ο αιτητής, η αίτηση επιδίδεται από τη γραμματεία του Δικαστηρίου σε όλα τα προαναφερθέντα πρόσωπα. Τέλος, κατά τον προαναφερθέντα Κανονισμό 5, ο διορισθείς πλέον Επίτροπος λαμβάνει με οδηγίες του Δικαστηρίου όλα τα έγγραφα της δικαστικής διαδικασίας, καθώς και έκθεση των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας.»

 

Η προσέγγιση του υπό κρίση ζητήματος και η εντεύθεν αντιμετώπισή του θα πρέπει, πρωτίστως, να λαμβάνει υπόψη και να είναι συμβατή με τον εξεταστικό και παιδοκεντρικό χαρακτήρα των υποθέσεων γονικής μέριμνας ανηλίκου, στον πυρήνα του οποίου είναι η εξασφάλιση του συμφέροντος του παιδιού. Περαιτέρω, ότι ο διορισμός της Ε.Π.Δ.Π. ως εκπροσώπου των συμφερόντων του παιδιού, στοχεύει στην πιο πάνω εξασφάλιση του συμφέροντος του ανηλίκου σε διαδικαστική διαδικασία.

 

Τα Άρθρα 3 και 4(ζ) (η) και (θ) των περί Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού Νόμος, Ν.74(Ι)/2007, διαλαμβάνει ότι:

 

«3.     Αποστολή του Επιτρόπου είναι η προάσπιση και προαγωγή των δικαιωμάτων του παιδιού.

 

4.-(1) Προς επίτευξη των σκοπών του άρθρου 3, οι αρμοδιότητες του Επιτρόπου περιλαμβάνουν:

 

………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..

(ζ)      την υποβολή αιτήσεων, εκ μέρους οποιουδήποτε παιδιού, για διορισμό ειδικού αντιπροσώπου σε δικαστικές διαδικασίες που το επηρεάζουν, όπου ο νόμος ή το δικαστήριο ήθελαν αποκλείσει τα πρόσωπα που έχουν τη γονική ευθύνη από του να αντιπροσωπεύουν το παιδί, ως αποτέλεσμα σύγκρουσης συμφερόντων με το τελευταίο,

 

(η)     την εκπροσώπηση των παιδιών και των συμφερόντων τους σε διαδικασίες που επηρεάζουν τα παιδιά, όπου τούτο προβλέπεται από νόμο, και σε δικαστικές διαδικασίες, στις οποίες θα μπορεί να διορίζεται ως αντιπρόσωπος παιδιού από το δικαστήριο,

 

(θ)     γενικά, τη λήψη οποιασδήποτε ενέργειας, την οποία ο ίδιος ήθελε κρίνει αναγκαία, προς εκπλήρωση της αποστολής του μέσα στα πλαίσια του παρόντος Νόμου.»

 

Ο περί Επιτρόπου Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού (Διορισμός Επιτρόπου από το Δικαστήριο ως Αντιπρόσωπος Παιδιού) Διαδικαστικός Κανονισμός του 2014, Δ.Κ. 3/2014, στον Κ.3 αναφέρει ότι « ….. και την καταχώρηση ή υποβολή από τον Επίτροπο έγγραφων προτάσεων, όπου αυτό ενδείκνυται

 

Ο Κ.2(1) του Δ.Κ. 3/14, διαλαμβάνει ότι:

 

«Έγγραφες προτάσεις» σημαίνει τα προβλεπόμενα, από οποιοδήποτε νόμο ή τους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας ή Κανονισμούς ή τους εκάστοτε εν ισχύ Διαδικαστικούς Κανονισμούς που εκδίδονται από το Ανώτατο Δικαστήριο, έγγραφα που καταχωρούνται ή υποβάλλονται στα πλαίσια διαδικασίας ενώπιον Δικαστηρίου∙»

 

Οι έγγραφες προτάσεις ανωτέρω, είναι στην ουσία δικόγραφα, όπως ασφαλώς είναι και η παρούσα αίτηση δια κλήσεως της Ε.Π.Δ.Π.

 

Επομένως, δικονομικά η αίτηση αυτή είναι βάσιμη και παραδεκτή.

 

Θα προχωρήσω να εξετάσω αν η αιτούμενη θεραπεία της Επιτρόπου, δια ανάληψη της επιμέλειας των παιδιών από τη Διευθύντρια των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας (στο εξής «η Διευθύντρια») είναι έξω και πέραν του θεσμικού της ρόλου.

 

Επανατονίζω, ότι κατά την κρίση μου, η αντιμετώπιση του ζητήματος δεν μπορεί να είναι αποστασιοποιημένη από τον εξεταστικό και παιδοκεντρικό χαρακτήρα των διαδικασιών που αφορούν ανήλικα παιδιά, στο επίκεντρο  των οποίων βρίσκεται ως πρωταρχικός σκοπός, η εξασφάλιση του συμφέροντος τους, συνεκτιμούμενων προς τούτο και των ιδιαιτέρων περιστατικών της παρούσας υπόθεσης.

 

Τα μέρη της νομοθεσίας που αφορά την Επίτροπο (Νόμος και Κανονισμός) και τα οποία ήδη παρατέθηκαν, κατά την κρίση μου, προσδίδουν την εξουσία στην Επίτροπο να αποταθεί στο Δικαστήριο, ως ο διορισμένος από το Δικαστήριο εκπρόσωπος των συμφερόντων των παιδιών στη διαδικασία, και να αιτηθεί, τη λήψη από το Δικαστήριο, των οποιωνδήποτε μέτρων, τα οποία κατά την κρίση της και υπό και υπό τις περιστάσεις της κάθε υπόθεσης, είναι αναγκαία και ή πρόσφορα για την προστασία των συμφερόντων των παιδιών, τα οποία νομίμως και αποκλειστικώς, εκπροσωπεί στη διαδικασία.

(1)         Η Επίτροπος δεν αιτείται την ανάθεση στην ίδια της επιμέλειας των παιδιών, έτσι ώστε να αναλαμβάνει ρόλο τον οποίο δεν της προσδίδει ο Νόμος 216/90.

 

(2)         Η αίτησή της και τα γεγονότα τα οποία επικαλείται, ουδεμία συνάφεια έχουν με τους λόγους που το Άρθρο 18 του Ν.216/90 θεωρεί ως λόγους αφαίρεσης από γονέα ή γονείς της άσκησης της γονικής μέριμνας παιδιού. Το θέμα της καταλληλότητας ή μη των γονέων είναι έξω από τη θεώρηση των πραγμάτων, και πολύ ορθά, από την Επίτροπο, στην αίτησή της, αφού το θέμα αυτό αφορά την ουσιαστική κρίση του Δικαστηρίου στην εκδίκαση της εναρκτήριας αίτησης. Ούτε ζητείται ως μόνιμο μέτρο μέχρι την πλήρη αποπεράτωση της εναρκτήριας αίτησης. Αντίθετα, ζητείται ως πρόσφορο προσωρινό μέτρο, η διάρκεια, μάλιστα, του οποίου, πολύ ορθά, αφήνεται στην κρίση του Δικαστηρίου

 

(3)         Η Διευθύντρια, δήλωσε, μέσω της Δικηγόρου της Δημοκρατίας, που την εκπροσωπεί, ότι συμφωνεί με το αίτημα της Επιτρόπου. Σημειώνεται ότι, η Διευθύντρια είναι μέρος της διαδικασίας, με διαρκή παρουσία, αφού λειτουργός της υπηρεσίας της, έχει διορισθεί από το Δικαστήριο, κατά τα προβλεπόμενα από τον Κ.5(1) του περί Κηδεμονίας Ανηλίκων και Ασώτων (Τροποποιητικός Διαδικαστικός Κανονισμός του 1972).

 

(4)         Η αίτηση της Επιτρόπου στρέφεται εναντίον και των δύο γονέων-διαδίκων, έτσι ώστε, ούτως εχόντων των πραγμάτων, να μη βρίσκει έρεισμα οποιοσδήποτε ισχυρισμός περί προκατάληψης της Επιτρόπου λαμβάνοντας θέση υπέρ του ενός ή του άλλου γονέα.

(5)         αλλά και η  πίεση του χρόνου, όχι μόνο δικαιολογούσαν, αλλά αντίθετα υπαγόρευαν άμεση προσφυγή στο Δικαστήριο, από την Επίτροπο αλλά και άμεση από το Δικαστήριο ανταπόκριση, για εξασφάλιση και προστασία του συμφέροντος των παιδιών.

 

Επιγραμματικά, ποια ήταν τα ιδιαίτερα και πιεστικά αυτά γεγονότα:

 

-      Η αναμενόμενη φυλάκιση του πατέρα, η οποία τελικά πραγματοποιήθηκε, ως ανάφερα σε άλλο σημείο της απόφασης, με την καταδίκη του σε ένα χρόνο φυλάκισης, λόγω παρακοής διατάγματος.

-      Τα παιδιά, καθόλο το χρονικό διάστημα από το 2019 και εντεύθεν ζούσαν με τον πατέρα με τις απόψεις του οποίου έχουν ταυτισθεί πλήρως.

-      Η ψυχολογική υγεία των παιδιών ήταν ήδη επιβαρυμένη λόγω της μακροχρόνιας αντιδικίας, αλλά και της μακροχρόνιας εχθρότητας των γονέων τους. Υπενθυμίζεται ότι ο πατέρας, σε πρόσφατο χρονικό διάστημα, είχε ήδη καταδικασθεί σε φυλάκιση 45 ημερών για παρακοή διατάγματος, γεγονός έτι επιβαρυντικό για την ψυχολογική κατάσταση τους, αφού πρόκειται για τον γονέα με τον οποίο έχουν ταυτίσει την καθημερινότητα της ζωής τους και τις απόψεις τους για τη μητέρα τους.

-      Η μητέρα, αν και είχε διάταγμα φύλαξης, φροντίδας και τόπου διαμονής των παιδιών, λόγω της αποξένωσης της, αδυνατούσε να το πραγματοποιήσει.

-      Ούτως εχόντων των πραγμάτων και οι δύο γονείς εκ των πραγμάτων αδυνατούσαν, για διαφορετικούς λόγους, να ασκήσουν τη γονική μέριμνα. Ο μεν πατέρας, για πραγματικούς λόγους λόγω της φυλάκισης του, (βλ. Άρθρο 5(3) Ν.216/90), η δε μητέρα λόγω της αποξένωσής της.

-      Τα παιδιά, μετά την καταδίκη των γονέων τους παρέμειναν στην πατρική οικία, υπό καθεστώς ομηρίας, ή φυλάκισης, ή περιορισμού, εφόσον απείχαν από την καθημερινότητα της ζωής τους, εκπαιδευτική, εξωσχολική επιμόρφωση, ψυχαγωγική κ.λπ. Και τούτο, προφανώς, κατόπιν οδηγιών του πατέρα, για να μην πάρει η μητέρα τα παιδιά, ευρισκόμενα αυτά σε χώρο έξω από το σπίτι. Ζούσαν έγκλειστα σύμφωνα με τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιόν μου, (περιγραφές και φωτογραφίες) σε σπίτι φρούριο.

 

Ενόψει όλων των πιο πάνω, κρίνω ότι ορθά, νόμιμα, και απόλυτα δικαιολογημένα, ενήργησε η Επίτροπος καταχωρώντας την παρούσα αίτηση και αιτούμενη την ανάθεση, προσωρινά, της επιμέλειας των παιδιών στη Διευθύντρια, η υπηρεσία της οποίας είναι η μόνη κρατική υπηρεσία που διαθέτει τον αναγκαίο εξοπλισμό, υλικό και ανθρώπινο για κάτι τέτοιο.

 

Η στενή προσέγγιση του υπό κρίση ζητήματος, αποστασιοποιημένη από τον παιδοκεντρικό και εξεταστικό χαρακτήρα της διαδικασίας αυτής, θα μετέτρεπε την Επίτροπο απλό θεατή των διαδικασιών, αλλά και των οδυνηρών πραγματικοτήτων που βιώνουν τα παιδιά και, στην ουσία θα ήταν μόνο κατ’ όνομα ο διορισμένος από το Δικαστήριο αποκλειστικός εκπρόσωπος των παιδιών.

 

Και θα πρέπει να διερωτηθούμε όλοι, αν σε μία ανάλογη περίπτωση, όπως και η παρούσα, η Διευθύντρια διαφωνεί με τη θέση της Επιτρόπου για ανάληψη της επιμέλειας από την ίδια και δεν προσφεύγει επί τούτου στο Δικαστήριο; Και είναι όντως προς το συμφέρον των παιδιών μία τέτοια κατάσταση πραγμάτων, λόγω στενής νομικής προσέγγισης του ζητήματος ή το αντίθετο, όπως είναι η άποψη και κρίση μου.

 

Η μητέρα, ενίσταται στο αίτημα της Επιτρόπου σε σχέση μόνο με τις θεραπείες «Α», «Β» και «Γ» της αίτησης.

 

Οι λόγοι της ένστασης όπως αυτοί διατυπώνονται στο σώμα της ένστασής της έχουν ως κατωτέρω:

 

«1.     Η Καθ’ ης η Αίτηση 2 και μητέρα των ανηλίκων Χ. Κ. και Α. Κ. βρίσκεται εν ζωή και είναι σε θέση να παρέχει όλες τις πτυχές της Γονικής Μέριμνας εκ φύσεως αλλά και εκ των διαταγμάτων υπάρχουν από το Οικογενειακό Δικαστήριο αναφορικά με τον τόπο διαμονής και/ή φύλαξης και/ή φροντίδας και/ή επιμέλειας των ανηλίκων.

 

2.       Η Καθ’ ης η Αίτηση 2 και μητέρα των ανηλίκων Χ. Κ. και Α. Κ. είναι σε θέση να προσφέρει κατάλληλο και/ή πρόσφορο περιβάλλον για τοποθέτηση των ανηλίκων μέχρι νεότερων οδηγιών από το σεβαστό Δικαστήριο.

 

3.       Η Καθ’ ης η Αίτηση 2 είναι σε θέση και μπορεί η ίδια είτε έχει υπό την φύλαξη και φροντίδα της τα παιδιά είτε αυτά βρίσκονται σε διαφορετική τοποθεσία, ως ήθελε αποφασίσει το Δικαστήριο, να μεταφέρει τα ανήλικα παιδιά της σε όλα τα προγράμματα θεραπείας που μπορεί να αποφασιστούν από ΥΚΕ, ΥΨΥΠΕ και το ίδιο το Δικαστήριο αλλά και να τηρήσει το οποιοδήποτε άλλο πρόγραμμα αποφασιστεί για τα ανήλικα παιδιά

 

Εξετάζοντας τους λόγους αυτούς, θα ήθελα να υποδείξω ότι η αίτηση της Επιτρόπου, δεν αφορά κρίση του Δικαστηρίου περί της καταλληλότητας των διαδίκων-γονέων.

 

Η αίτηση αυτή, έχει αποκλειστικό σκοπό την καλύτερη, υπό τις περιστάσεις, προστασία του συμφέροντος των παιδιών.

 

Συνοψίζοντας, η μητέρα, λόγω της αποξένωσής της από τα παιδιά, δεν μπορεί να ασκήσει τα γονείκά της δικαιώματα. Τονίζω ότι η καταλληλότητά της ως γονέα έχει ήδη κριθεί από το Δικαστήριο με την ανάθεση στην ίδια της φύλαξης, φροντίδας, και τόπου διαμονής των παιδιών.

Το εν λόγω διάταγμα, δεν εφαρμόσθηκε ποτέ λόγω της άρνησης και εχθρικής στάσης των παιδιών, να έχουν οποιαδήποτε επαφή/σχέση μαζί της.

 

Όλες οι προσπάθειες που έγιναν με τη συνδρομή ειδικών, δεν κατάφεραν να διαρρήξουν το τείχος της αποξένωσης.

 

Ακόμα, και μετά την έκδοση των οδηγιών του Δικαστηρίου στην εναρκτήρια αίτηση, και την υλοποίηση των οδηγιών του Δικαστηρίου από τις Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας, η κατάσταση, ουσιαστικά, παρέμεινε αμετάβλητη.

 

Από τα ενημερωτικά σημειώματα των κρατικών υπηρεσιών προς το Δικαστήριο, και στους δικηγόρους των διαδίκων, προκύπτει, ότι παρά τις συναντήσεις της μητέρας με τα παιδιά, αυτά εξακολουθούν να είναι έντονα αρνητικά να την ακολουθήσουν.

 

Αν τα παιδιά εθελούσια και όχι δια της βίας, την αποδέχονταν στη ζωή τους και την ακολουθούσαν, ασφαλώς δεν θα είχε πλέον λόγο ύπαρξης ούτε η αίτηση της Επιτρόπου, ούτε η ίδια η εναρκτήρια αίτηση.

 

Στην ένορκη δήλωση του πατέρα, πρωτίστως, διατυπώνονται, ισχυρισμοί οι οποίοι αφήνουν αιχμές για τα κίνητρα της Επιτρόπου και παραθέτει τους δικούς του ισχυρισμούς για τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης.

 

Οι ισχυρισμοί αυτοί, εκτός του ότι προβάλλονται σε ένα στάδιο της διαδικασίας όπου το Δικαστήριο δεν αξιολογεί τη μαρτυρία για σκοπούς εξαγωγής ευρημάτων, περαιτέρω δε, ουδόλως διαφοροποιούν τα αντικειμενικά γεγονότα και δεδομένα επί των οποίων θα κριθεί το αίτημα της Επιτρόπου και για τα οποία έχει ήδη γίνει εκτεταμένη αναφορά.

Η διαφορά των γονέων και η δεινή θέση στην οποία έχουν περιέλθει τα παιδιά τους, έχει ως αναφορά το φαινόμενο της αποξένωσης.

 

Όπως αναφέρουν τα ενημερωτικά σημειώματα των ειδικών των Υ.Ψ.Υ. ημερομ. 17/2/23 προς το Δικαστήριο, μετά την έκδοση και προς υλοποίηση των οδηγιών του Δικαστηρίου, η διαγνωστική εκτίμηση των διαπιστωθέντων συναισθημάτων ψυχικού αδιεξόδου, θλίψης, άγχους, εγκατάλειψης και ανασφάλειας και θυμού, των παιδιών εντάσσονται στις κατηγορίες «Παιδί επηρεαζόμενο από τη Δυσχέρεια Σχέσης των Γονέων», καθώς η εστία της κλινικής προσοχής στρέφεται στις αρνητικές συνέπειες των συγκρούσεων στη σχέση των γονέων και στην ποιότητα της σχέσης του εξεταζόμενου με τους γονείς του.

 

Οι σχέσεις των γονέων είναι σχέσεις εχθρικές. Μεταξύ των εκκρεμούν ακόμη αριθμός ποινικών υποθέσεων προς εκδίκαση, για τις οποίες γίνεται αναφορά τόσο στην ένορκη δήλωση της Επιτρόπου, όσο και στην ένορκη δήλωση του πατέρα.

 

Υπέδειξα από την αρχή, που κατέστηκα ο φυσικός δικαστής της υπόθεσης, (8/3/2021), ότι η όλη προσπάθεια για εξομάλυνση των σχέσεων των διαδίκων, δεν μπορεί να τελεσφορήσει, αν παράλληλα οι γονείς αντιδικούν και ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου. Η απάντηση που έλαβα από τη μητέρα είναι ότι η γνώμη των ειδικών που συμβουλεύτηκε, ήταν ότι η ύπαρξη των ποινικών υποθέσεων δεν επηρεάζει τις προσπάθειες που γίνονται, είτε θα γίνουν μέσα στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας.

 

Μετά την ολοκλήρωση του έργου των Υ.Ψ.Υ., για να συνεχισθεί η όλη προσπάθεια που αναλήφθηκε αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση του συμφέροντος των παιδιών, ήταν απαραίτητη η ανάμειξη ειδικού συμβούλου/ψυχολόγου. Προτάθηκε το όνομα συγκεκριμένης ειδικού, η οποία αφ’ ενός είχε τα προσόντα, γνώση και εμπειρία για να αναλάβει το έργο αυτό και αφετέρου διέθετε άμεσα χρόνο, καθώς και προσβασιμότητα στον χώρο κράτησης του πατέρα. Σε αυτή την προσπάθεια θα εμπλέκετο όλη η οικογένεια, γονείς και παιδιά.

 

Ενώ ο πατέρας, αρχικά και συγκεκριμένα στις 7/3/2023, συγκατατέθηκε, και θα προγραμματίζετο το πλάνο δράσης της ειδικού με όλη την οικογένεια, ο πατέρας στις 14/3/2023, ανακάλεσε δηλώνοντας τούτο, μέσω του δικηγόρου του, «Ο πελάτης μου είναι σε τέτοια κατάσταση αυτή τη στιγμή που λέει ότι «δεν συναινώ με τίποτα ούτε συγκατατίθεμαι σε τίποτε και αν δεν αποσυρθούν οι ποινικές υποθέσεις και αν δεν έχω επικοινωνία με τα παιδιά μου, δεν θα συνεργασθώ με κανένα.»»

 

Καταληκτικά, ούτως εχόντων των πραγμάτων και για τους λόγους που έχουν ήδη εκτεθεί, η αίτηση γίνεται δεκτή.

 

Εκδίδεται διάταγμα με το οποίο ανατίθεται προσωρινά στη Διευθύντρια η άσκηση της επιμέλειας των ανήλικων τέκνων των διαδίκων, Χ. Κ. και          Α. Κ.

 

Ως μέρος του παρόντος διατάγματος ενσωματώνονται οι πιο κάτω οδηγίες:

 

1.   Δίδονται οδηγίες προς τη Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας όπως με την ανάληψη της επιμέλειας των ανήλικων παιδιών των διαδίκων μεριμνήσει ώστε τα παιδιά να εγκατασταθούν στον προσφορότερο υπό τις περιστάσεις τόπο διαμονής.

 

2.   Δίδονται οδηγίες προς τη Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας όπως συνεχίσει την απρόσκοπτη εκπαίδευση των παιδιών στα σχολεία όπου φοιτούν η οποία δυστυχώς έχει διακοπεί και προς τούτο οι παρούσες οδηγίες του Δικαστηρίου αποτελούν επαρκή εξουσιοδότηση προς τη Διευθύντρια εάν τούτο κριθεί αναγκαίο κατόπιν συνεννόησης και λήψης υπόψη της γνώμης της Επιτρόπου Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού να προβεί ακόμη και σε αλλαγή των σχολείων φοίτησης αν τούτο απαιτεί το συμφέρον των παιδιών αφού ακούσει στον ενδεδειγμένο χρόνο και λάβει σοβαρά υπόψη τις απόψεις των αρμόδιων Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων.

 

3.   Δίδονται οδηγίες προς τη Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας όπως μεριμνήσει και διευθετήσει πάραυτα σε συνεννόηση τόσο με την Επίτροπο Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού, τα νόμιμα συμφέροντα των οποίων εκπροσωπεί στην παρούσα υπόθεση, αλλά και με τις αρμόδιες Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων την άμεση παροχή κάθε δυνατής θεραπείας, στήριξης και βοήθειας της ψυχολογικής και της εν γένει ψυχοσυναισθηματικής κατάστασης των παιδιών έτσι ώστε να αποτραπεί όσο το δυνατό η περαιτέρω επιδείνωση της ψυχολογικής και ψυχοσυναισθηματικής κατάστασης των παιδιών, αλλά και της κατά το δυνατό απάμβλυνσης και αποκατάστασης του τραυματισμένου ψυχικού κόσμου των παιδιών. Προς τούτο δίδονται οδηγίες και εντέλλονται οι αρμόδιες Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων όπως δώσουν άμεση προτεραιότητα στην παροχή της ζητουμένης από το Δικαστήριο ψυχολογικής εν γένει θεραπείας των παιδιών.

 

4.    Δίδονται οδηγίες προς τη Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας όπως το δικαίωμα επικοινωνίας ή επαφής των παιδιών με οποιονδήποτε γονέα, καθ’ οιονδήποτε χρόνο που θα είναι σε ισχύ οι παρούσες οδηγίες, το οποίο ασφαλώς και διαφυλάσσεται και αναγνωρίζεται από το Δικαστήριο πραγματοποιηθεί ως προς τον χρόνο, διάρκεια, τρόπο και τόπο άσκησης του κατόπιν διαβούλευσης της τόσο με την Επίτροπο Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού όσο και με τις αρμόδιες Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων.

 

5.   Δίδονται οδηγίες προς τη Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας αλλά και προς την Επίτροπο Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού να ενημερώνει εγγράφως σε τακτά χρονικά διαστήματα ή οσάκις παραστεί ανάγκη περί της υλοποίησης των πιο πάνω αλλά και για την εν γένει κατάσταση των παιδιών όσο και για την πρόοδο των μέτρων τα οποία λήφθηκαν κατόπιν των πιο πάνω οδηγιών.

 

Το παρόν προσωρινό διάταγμα ισχύει μέχρι την ημερομηνία της επίσημης κήρυξης της λήξης της τρέχουσας σχολικής χρονιάς των παιδιών και σε περίπτωση που δεν είναι κοινή, η μεταγενέστερη.

 

Προτού αφήσω την απόφασή μου θα ήθελα να παραθέσω το πιο κάτω χαρακτηριστικό απόσπασμα από την αγγλική νομολογία στην υπόθεση Re D and Another (minors) (1993) 1 All E.R. 693, το οποίο παρατίθεται στα ελληνικά:

 

«Είναι πασίγνωστο, πως όταν καταρρεύσει ο γάμος, στα θύματα συγκαταλέγονται όχι μόνο οι σύζυγοι αλλά, και πρωτίστως τα παιδιά τους, που στροβιλίζονται στη δίνη των πληγωμένων συναισθημάτων των γονέων τους, με κόστος πολύ δυστυχία, και, όχι σπάνια, διαρκή ψυχολογική ζημιά. Είναι, επίσης, πασίγνωστο πως, όταν ο γάμος καταρρεύσει και ανακύπτουν προβλήματα που αφορούν τα παιδιά, η επίλυση των προβλημάτων αυτών μέσω της συνήθους δικαστικής αντιπαράθεσης οδηγεί σε εξογκωμένες αλληλοκατηγορίες με αποτέλεσμα την παρόξυνση των συναισθημάτων και επίταση της έντασης

 

Το βασικό πρόβλημα της υπόθεσης αυτής είναι οι εχθρικές σχέσεις των γονέων. Οι ίδιοι δηλαδή είναι το πρόβλημα και όχι τα παιδιά τους, τα οποία είναι τα θύματα της ακραίας αντιπαλότητας τους μέσα σε δικαστικές διαδικασίες. Τούτο οι ίδιοι οι γονείς παραδέχθηκαν ενώπιόν μου και στην παρουσία των δικηγόρων τους και δήλωσαν την προθυμία τους να συνεργασθούν με ειδικό που επέλεξαν, πλην όμως αυτό δεν κατέστη δυνατό να υλοποιηθεί λόγω της καταδίκης του πατέρα σε φυλάκιση η οποία επήλθε, αμέσως, μεταγενέστερα.

 

Υπάρχει, ακόμη, ανοιχτό, για τους γονείς, παράθυρο ευκαιρίας. Θα πρέπει επιτέλους, έναντι οποιασδήποτε άλλης κατάστασης ή επιλογής, να υπερισχύει το μητρικό και πατρικό τους φίλτρο.

 

Ως προς τα έξοδα, ενόψει του Κ.6 του Δ.Κ. 3/14 δεν επιδικάζονται έξοδα υπέρ της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού. 

 

 

 

(Υπ.) ………………………………

                  Μ. Τσαγγαρίδης

Πρόεδρος Οικογενειακού Δικαστηρίου

/ΚΤ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο