Π. Γ. ν. Λ. Γ. Γ. (L. G.), Αίτηση Αρ 13/2022, 25/1/2023

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗΣ ΧΡΗΣΗΣ

 

ΕΝΩΠΙΟΝ: [ΤΣΑΓΓΑΡΙΔΗΣ, Πρ.]

(Αίτηση Αρ 13/2022)

(iJUSTICE)

 

Μεταξύ:

Π. Γ.,

                                                Αιτητής,

ΚΑΙ

 

Λ. Γ. Γ. (L. G.),

                                                          Καθ’ ης η αίτηση.

-----------------------------------

Μονομερής αίτηση ημερομ. 4/11/22

25 Ιανουαρίου 2023

 

Εμφανίσεις:

Για Αιτητή: κ. Δ. Παπαδόπουλος με κα Χαραλάμπους για Παπαδόπουλος, Λυκούργος & Σία Δ.Ε.Π.Ε.

Για Καθ’ ης η αίτηση: κ. Μούσουλος με κα Κανέλλα για MOUSOULOS, KANELLA & ASSOCIATES LLC

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Ο Αιτητής, μέσα στα πλαίσια καταχώρισης εναρκτήριας αίτησης ρύθμισης χρήσης οικογενειακής στέγης, καταχώρησε, στις 4/11/22, την παρούσα μονομερή αίτηση με την οποία αιτείται τα ακόλουθα:

 

«Α)    Προσωρινό διάταγμα με το οποίο να παραχωρείται στον Αιτητή η αποκλειστική χρήση της οικίας που βρίσκεται στην οδό [ ] 4, στην Έγκωμη [ ] στη Λευκωσία και η οποία χρησιμοποιείται ως κύρια διαμονή των διαδίκων (συζυγική στέγη) μέχρι την εκδίκαση της κυρίως Αίτησης ή άλλης Διαταγής του Δικαστηρίου.

 

Β)      Προσωρινό διάταγμα που να απαγορεύει στη Καθ’ ης η Αίτηση να παρενοχλεί, χρησιμοποιεί ή με άλλο τρόπο επεμβαίνει στην ελεύθερη χρήση της αναφερόμενη κατοικίας από τον Αιτητή μέχρι την εκδίκαση της κυρίως Αίτησης ή άλλης Διαταγής του Δικαστηρίου.

 

Γ)      Προσωρινό διάταγμα που να απαγορεύει στη Καθ’ ης η Αίτηση να εισέρχεται στην πιο πάνω κατοικία μέχρι την εκδίκαση της κυρίως Αίτησης ή άλλης Διαταγής του Δικαστηρίου

 

Το Δικαστήριο, επιλαμβανόμενο της μονομερούς αίτησης, διέταξε την επίδοσή της στην Καθ’ ης η αίτηση.

 

Ακολούθως, στις 24/11/22, καταχώρισε ένσταση.

 

Στο σώμα της ένστασης καταγράφονται 25 λόγοι ένστασης, των οποίων η παράθεση δεν κρίνεται αναγκαία. Το Δικαστήριο θα ασχοληθεί με όσους λόγους ένστασης προωθούνται με τη γραπτή αγόρευση του δικηγόρου της Καθ’ ης η αίτηση και οι οποίοι είναι ουσιώδεις για την κρίση του ενώπιον του Δικαστηρίου, αιτήματος.

 

Η αίτηση συνοδεύεται με ένορκη δήλωση του Αιτητή. Αντίθετα, η ένσταση συνοδεύεται τόσο με την ένορκη δήλωση της Καθ’ ης η αίτηση αλλά και με τις ένορκες δηλώσεις των Χ. Χ., Φ. Χ. και Χ. Ξ.

 

Αποτελεί παραδεκτό γεγονός ότι ο Αιτητής είναι Κύπριος πολίτης, η δε Καθ’ ης η αίτηση Ρωσίδα υπήκοος με καταγωγή από τη Μολδαβία και μεταγενέστερα, λόγω του γάμου της με τον Αιτητή, απέκτησε και την Κυπριακή υπηκοότητα.  Οι διάδικοι τέλεσαν πολιτικό γάμο στις 8/7/2003. Όταν παντρεύτηκαν, ο Αιτητής ήταν 65 χρονών ενώ η Καθ’ ης η αίτηση 43 χρονών. Δεν απέκτησαν παιδιά. Ο Αιτητής, όμως, έχει 4 παιδιά (κόρες) από προηγούμενο γάμο και όταν παντρεύτηκε ο Αιτητής τα παιδιά ήταν ήδη ενήλικα. 

 

Ο Αιτητής στην ένορκή του δήλωση, ισχυρίζεται ότι με την Καθ’ ης η αίτηση είχε μία αρμονική σχέση, ο ίδιος είχε συνταξιοδοτηθεί και ασχολείτο περιστασιακά με το εμπόριο, η Καθ’ ης η αίτηση ήταν απόφοιτος της ιατρικής και προσπαθούσε να αναγνωριστεί η ειδικότητά της, ώστε να αποκτήσει το επάγγελμα του γιατρού στην Κύπρο. Με τη βοήθειά του και μετά από χρόνια τα κατάφερε και διατηρεί τα τελευταία χρόνια δικό της ιατρείο ως γενικός γιατρός. Το ιατρείο της βρίσκεται σε χώρο τον οποίo της παραχώρησε ο ίδιος και πρόκειται για ένα γραφείο που έχει η οικογενειακή του εταιρεία στην Έγκωμη.

 

Η σχέση της Καθ’ ης η αίτηση με τις κόρες του δεν ήταν ποτέ καλή. Δημιουργούσε ένταση όποτε τον επισκέπτοντο οι κόρες του, με αποτέλεσμα να τον αποξενώσει σιγά-σιγά από αυτές. Έτσι, αναγκαστικά, αποφεύγει ή και περιορίζει με διάφορους τρόπους τις συναντήσεις μεταξύ τους, ώστε να μη δημιουργούνται εντάσεις και έχθρες, κάτι το οποίο τον στενοχωρούσε αφάνταστα. 

 

Απόκτησε τον συζυγικό οίκο ένα με δύο χρόνια μετά το γάμο τους, με αποκλειστικά δικούς του πόρους από τις εργασίες του ως έμπορος και με χρήματα τα οποία είχε αποταμιεύσει πολύ πριν παντρευτεί την Καθ’ ης η αίτηση. Τα πρώτα χρόνια του γάμου τους, η Καθ’ ης η αίτηση δεν εργαζόταν και το εν λόγω ακίνητο αποτελεί τη συζυγική τους στέγη τα τελευταία περίπου 18 χρόνια. Το ακίνητο αυτό ήταν εγγεγραμμένο στο όνομά του, αλλά μετά από πιέσεις από την Καθ’ ης η αίτηση και διάφορους γείτονες τους, τον Φεβρουάριο-Μάρτιο του 2018, εξ όσων θυμάται, το μεταβίβασε στην Καθ’ ης η αίτηση υπό τον όρο της εγγραφής υπέρ του αποκλειστικού δικαιώματος διαβίωσης και επικαρπίας εφ’ όρου ζωής. Ο όρος αυτός γράφτηκε ως επιβάρυνση στο ακίνητο κατά τη μεταβίβαση. Η Καθ’ ης η αίτηση πίεζε να της μεταβιβάσει το ακίνητο και σχεδόν του το επέβαλε διότι, όπως ισχυρίζετο, σε περίπτωση θανάτου του, οι κόρες του θα την έδιωχναν από το σπίτι. Ένιωθε μια εξάρτηση μαζί της, ιδιαίτερα λόγω της ηλικίας του και ένιωθε αδύνατος να της αρνηθεί τη μεταβίβαση. Εκ των υστέρων, φάνηκε ότι η ίδια δημιούργησε κατά τη διάρκεια του γάμου τους μεγάλη περιουσία. Οι ανησυχίες της ήταν αβάσιμες και προφανώς για να τον ξεγελάσει έτσι ώστε να της μεταβιβάσει το ακίνητο.

 

Οι σχέσεις τους άρχισαν να διαταράσσονται πιο έντονα όταν η Καθ’ ης η αίτηση στην αρχή της πανδημίας, το έτος 2020, ξεκίνησε διαδικασίες για να φέρει ένα παιδί για να γίνει ανάδοχος γονιός. Παρόλο που δυσαρεστήθηκε, δεν μπόρεσε να αντιδράσει ή να αρνηθεί λόγω της κυριαρχίας της Καθ’ ης η αίτηση στη βούλησή του και στην προσωπικότητά του και έτσι δέχτηκε παθητικά την απόφαση. Πήγε στη Ρωσία και επέστρεψε με ένα ανήλικο παιδί για να μείνει μαζί τους. Το παιδί N. G. ήταν τότε 8 χρονών και ήρθε στην Κύπρο με την Καθ’ ης η αίτηση. Του ανάφερε ότι το παιδί ήταν συγγενής της και ότι είχε την κηδεμονία του από το Ρωσικό κράτος. Δεν μιλούσε Ελληνικά, αλλά μόνο Ρωσικά, το άφησε μαζί του για λίγες μέρες και αργότερα έφυγε ξανά για τη Ρωσία για να διευθετήσει τα χαρτιά του, έτσι ώστε να παίρνει επίδομα από τη Ρωσία, όπως του είπε. Τον άφησε μόνο του με το παιδί για περίπου ένα με ενάμιση μήνα, όταν αυτή ήταν στη Ρωσία. Ο ίδιος πρόσεχε το παιδί, το οποίο έμαθε και Ελληνικά. Σήμερα φοιτά σε Ρωσικό σχολείο και είναι 10 ετών.

Από τότε, η συμπεριφορά της προς τον ίδιο άρχισε να χειροτερεύει, ήταν απότομη με πολλές συχνές κρίσεις θυμού και μάλιστα την είδε μια φορά να χειροδικεί στο παιδί και ο ίδιος επενέβη για το προστατέψει.

Η Καθ’ ης η αίτηση συχνά έπαιρνε το κινητό του τηλέφωνο ενώ κοιμόταν και του έσβηνε τα μηνύματα των παιδιών του και κάποτε απαντούσε στα μηνύματα η ίδια στη θέση του. Έκανε και ανάρτηση στη σελίδα Facebook, που ο ίδιος διατηρούσε, χωρίς να το γνωρίζει. Έχει λογαριασμό ο ίδιος στο Facebook, αλλά δεν γνωρίζει να κάνει αναρτήσεις και ούτε ασχολείται λόγω της ηλικίας του, είναι 85 ετών, δεν έχει τις ψυχικές ή σωματικές δυνάμεις να αντισταθεί ή να απαντήσει στις αυθαιρεσίες και τις επιβολές της Καθ’ ης η αίτηση.

 

Τα πράγματα στις σχέσεις χειροτέρεψαν τις τελευταίες ημέρες επειδή η Καθ’ ης η αίτηση ξεκίνησε μία τρομακτική λεκτική βία με φωνές και απειλές εναντίον του ίδιου και των παιδιών του, έτσι ώστε ένιωθε ότι απειλείται η ζωή του. Στις 8/12/22, ενώ ήταν πολύ άρρωστος με κορονοϊό, η μια του του κόρη, η Λ., προσπάθησε να επικοινωνήσει μαζί του, αλλά η Καθ’ ης η αίτηση του πήρε το τηλέφωνο του και απαντούσε αυτή στη θέση του. Η κόρη του είχε τηλεφωνήσει για να μάθει για την υγεία του και η Καθ’ ης η αίτηση εξαπέλυσε μένος και απειλές εναντίον της κόρης του, αποκαλύπτοντας τις εμμονές που είχε για την περιουσία του, λέγοντας ότι οι κόρες του δεν θέλουν να πάρει μέρος του μεριδίου του από την οικογενειακή επιχείρηση και όπως είπε μάζευε στοιχεία για το μέλλον για τον δικηγόρο της για να διεκδικήσει και την περιουσία που έχει στον Άγιο Επιφάνιο. Όταν η κόρη του, της είπε ότι θέλει να έρθει να τον δει, η Καθ’ ης η αίτηση είπε ότι θα φύγει για να μην τους δει όταν θα έρθουν να την επισκεφθούν. Ο ίδιος είχε πυρετό και ρίγος όταν ήρθε η κόρη του να τον επισκεφθεί και επέμενε η κόρη του να του γίνει έλεγχος Covid, αφού η Καθ’ ης η αίτηση είναι γιατρός. Η Καθ’ ης η αίτηση αδιαφόρησε για την κατάστασή του, παρόλο που γνωρίζει ότι στην ηλικία του, των 85 του χρόνων, πόσο επικίνδυνο μπορεί να είναι για τον ίδιο η κατάσταση της υγείας του, ιδιαίτερα επειδή έχει βηματοδότη στην καρδιά. Όταν η Καθ’ ης η αίτηση επέστρεψε στο σπίτι, μπήκε στο δωμάτιο του, είχε άγριες διαθέσεις, ενώ ο ίδιος ήταν ξαπλωμένος και περιτριγυρισμένος από την οικογένεια της κόρης του και άρχισε να φωνάζει και να βιντεογραφεί τα πάντα και να λέει ότι θα πάει στον δικηγόρο της. Για τον ίδιο, το γεγονός αυτό αποτέλεσε μία αφύπνιση, φοβήθηκε για τη ζωή του, γιατί αντιλήφθηκε ότι η Καθ’ ης η αίτηση αδιαφόρησε για την υγεία του, ενώ η ίδια είναι γιατρός, δεν προέβηκε σε εξέτασή του για τον κορονοϊό, το μόνο που την ενδιέφερε ήταν τι άλλα περιουσιακά στοιχεία θα μπορούσε να υφαρπάξει από τον ίδιο.

 

Μόλις βρήκε τις δυνάμεις του, λίγες ημέρες μετά, έφυγε από τον συζυγικό οίκο και λόγω φόβου ζήτησε από μία από τις κόρες του να τον φιλοξενήσει για λίγες ημέρες στο σπίτι της. Έφυγε την περασμένη εβδομάδα, όταν η Καθ’ ης η αίτηση έλειπε από το σπίτι, παίρνοντας μόνο κάποια ρούχα, η δε Καθ’ ης η αίτηση δεν επικοινώνησε ξανά μαζί του και ούτε ενδιαφέρθηκε για τον ίδιο από την ημέρα που έφυγε. Η Καθ’ ης η αίτηση είχε πάρει από προηγουμένως όλα τα προσωπικά του έγγραφα τα οποία φόρτωσε στο αυτοκίνητό της και αναχώρησε για τα κατεχόμενα.

 

Ο ίδιος νιώθει φόβο να επιστρέψει στον συζυγικό οίκο λόγω της επιθετικής συμπεριφοράς της Καθ’ ης η αίτηση. Δεν έχει πουθενά αλλού να πάει, ενώ αντίθετα η Καθ’ ης η αίτηση έχει περιουσία αλλού και εισοδήματα από την εργασία της ως γιατρός. Ο ίδιος ζει από μία σύνταξη των €1.275 μηνιαίως.

 

Η Καθ’ ης η αίτηση έχει ακίνητη περιουσία στον Στρόβολο, ένα διαμέρισμα 3 υπνοδωματίων και ένα στα Λειβάδια Λάρνακας, συγκεκριμένα διαμέρισμα ενός υπνοδωματίου. Επίσης, έχει και ένα διαμέρισμα στη Ρωσία για το οποίο στο παρελθόν της είχε δώσει €40.000 για να το αποκτήσει.

 

Με το εισόδημά του, δηλαδή τη σύνταξη των €1.275 μηνιαίως, είναι αδύνατο για τον ίδιο να βρει άλλο χώρο να ενοικιάσει και να του μένουν αρκετά χρήματα για να ζήσει. Έμενε προσωρινά σε μία του κόρη και τώρα φιλοξενείται από τον πρώην γαμπρό του, αλλά ο ίδιος δεν θέλει να είναι συνεχώς βάρος. Όταν έφυγε, μόλις που πρόλαβε να πάρει κάποια βασικά είδη διαβίωσης. Έχει αρχαία νομίσματα, συλλογή μινιατούρων και άλλα πράγματα αξίας που παρέμειναν στον συζυγικό οίκο.

 

Η Καθ’ ης η αίτηση, στην ένορκή της δήλωση, ισχυρίζεται ότι η μονομερής αυτή αίτηση αποτελεί έκπληξη για την ίδια, διότι από την αρχή του γάμου τους και μέχρι σήμερα είχαν μία αρμονική σχέση. Μπορεί να είχαν τις διαφωνίες τους, όπως όλα τα παντρεμένα ζευγάρια, αλλά αμέσως μετά συμφιλιώνονταν. Όταν παντρεύτηκαν, ο Αιτητής δεν της επέτρεπε να εργαστεί ως γιατρός, διότι ήταν πολύ ευκατάστατος και δεν θα χρειαζόταν να εργαστεί για το υπόλοιπο της ζωής της. Ως γιατρός, έκτοτε τον φροντίζει η ίδια σαν προσωπική του γιατρός και φροντίστρια, διότι ο Αιτητής έχει πολύ σοβαρό πρόβλημα υγείας, ιδίως καρδιακό πρόβλημα, όπως επίσης και πρόβλημα γεροντικής άνοιας. Τελικά, κατάφερε να εγγραφεί ως γιατρός στον Παγκύπριο Ιατρικό Σύλλογο και έκτοτε εργάζεται ως γιατρός, (ΤΕΚ 1).

 

Μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2022, διατηρούσε το ιατρείο της σε ιδιόκτητο κτήριο της, λόγω όμως του όγκου της δουλειάς της ανάφερε στον Αιτητή ότι θα μεταφέρει το ιατρείο της στο διαμέρισμά της στον Στρόβολο, γεγονός για το οποίο ο Αιτητής ήταν αρνητικός. Έτσι, από τις αρχές Οκτωβρίου του έτους 2022, το ιατρείο της έχει ήδη μεταφερθεί στο ιδιόκτητο διαμέρισμά της στον Στρόβολο, (ΤΕΚ 2).

 

Παρόλες τις προσπάθειές της, από την αρχή της γνωριμίας της με τον Αιτητή, για να δημιουργηθεί μία καλή σχέση με τις κόρες του, δυστυχώς οι κόρες του Αιτητή δεν της έδωσαν καμία ευκαιρία και ανέκαθεν την εξύβριζαν και χρησιμοποιούσαν απαίσιους χαρακτηρισμούς για το πρόσωπό της, αν και ο ίδιος, ο Αιτητής, δεν συμφωνούσε και στεναχωριόταν με τη στάση αυτή των κόρων του. Έτσι τις απέκλεισε από τη ζωή του για να μπορούν και οι δύο τους να ζουν ευτυχισμένα και αρμονικά ως σύζυγοι. Οι κόρες του Αιτητή ουδέποτε είχαν σχέση μαζί του και δεν ασχολούνταν με αυτόν, ειδικότερα για τον λόγο ότι ο Αιτητής ήταν παντρεμένος τρεις φορές, από δε τους γάμους του απέκτησε τις κόρες του με τις προηγούμενες συζύγους του, (ΤΕΚ 3).

 

Η Καθ’ ης η αίτηση ισχυρίζεται, περαιτέρω, ότι ο συζυγικός οίκος αποκτήθηκε με τη μεγαλύτερη συνεισφορά να είναι από μέρους της, αφού κόστισε περίπου £75.000 και η ίδια είχε καταβάλει, μεταξύ άλλων, $50.000, ποσό το οποίο είχε λάβει από την αδελφή της στις 23/12/2004, (ΤΕΚ 4).

 

Η ίδια ουδέποτε πίεσε τον Αιτητή να της μεταβιβάσει τον συζυγικό οίκο, αλλά τον Σεπτέμβριο του 2014, ο Αιτητής είχε συμβουλευτεί τον τότε δικηγόρο του Χ. Χ. για να του ετοιμάσει μία διαθήκη με την οποία να μοιράζει όλη την περιουσία του στις κόρες του και στην ίδια να δίδεται το δικαίωμα επικαρπίας και οίκησης στον συζυγικό οίκο. Ακολούθως, το 2018, ο Αιτητής, αφού συζήτησε το όλο θέμα με τον τότε δικηγόρο του, ηθελημένα της μεταβίβασε τον συζυγικό οίκο, χωρίς οποιαδήποτε πίεση από την ίδια ή από τους γείτονες, λόγω αγάπης και στοργής προς το πρόσωπό της. Η πιο πάνω μεταβίβαση ήταν προϊόν της ελεύθερης βούλησης του Αιτητή.

 

Η Καθ’ ης η αίτηση, ισχυρίζεται, επίσης, ότι ο Αιτητής γνώριζε από την αρχή την πρόθεσή της περί υιοθεσίας, αφού ως σύζυγοι λάμβαναν από κοινού τις αποφάσεις τους για όλα τα σοβαρά θέματα και ήταν εξ αρχής θετικός στην υιοθεσία του συγκεκριμένου παιδιού, το οποίο είναι το εγγόνι της αδελφής του πατέρα της, το οποίο έμεινε ορφανό λόγω αυτοκινητιστικού δυστυχήματος των γονιών του, αλλά και της μοναδικής του θείας, το οποίο δυστυχώς είχε ως αποτέλεσμα το παιδί να μην έχει άλλους συγγενείς εκτός από την ίδια και την αδελφή της και αυτός ήταν και ο λόγος που ο Αιτητής την είχε συνοδεύσει στη Ρωσία, (ΤΕΚ 5).

 

Λαμβάνει επίδομα μονογονιού από τη Ρωσία για το ποσό των €78 περίπου μηνιαίως, ποσό το οποίο αφορά τις καθημερινές ανάγκες του παιδιού και είναι άσχετο με το επίδικο θέμα. Ουδέποτε άφησε τον ανήλικο μόνο με τον Αιτητή και πάντοτε ασκούσε και συνεχίζει να ασκεί ορθά τον γονεϊκό της ρόλο. Επισυνάπτει δε, ως Τεκμήριο 8, τη δικαστική απόφαση υιοθεσίας του παιδιού. Ο ανήλικος φοιτά στο Ρωσικό σχολείο το οποίο εδρεύει στη Ρωσική Πρεσβεία, στην Έγκωμη, σε πολύ κοντινή απόσταση από τον συζυγικό οίκο, (ΤΕΚ 7). Η συμπεριφορά της, όπως ισχυρίζεται, παραμένει η ίδια από την πρώτη ημέρα γνωριμίας τους μέχρι σήμερα και θεωρεί ότι οι κόρες του τον έχουν στρέψει εναντίον της, εκμεταλλευόμενες την ηλικία του και την αδυναμία του, με απώτερο σκοπό να αποσπάσουν την κινητή και ακίνητη περιουσία του. Ουδέποτε χειροδίκησε ή διανοήθηκε να χειροδικήσει εναντίον του παιδιού.

 

Η Καθ’ ης η αίτηση αρνείται ότι έπαιρνε το κινητό του Αιτητή χωρίς ο ίδιος να της το παραδώσει. Ο Αιτητής δεν άφηνε ποτέ το κινητό του εκτεθειμένο, πάντα το είχε δίπλα του στην τσέπη του και είναι ο ίδιος ο Αιτητής που της προωθούσε τα μηνύματα που του έστελλαν οι κόρες του και η πρώην σύζυγός του και τα οποία μηνύματα είχαν απαίσιους χαρακτηρισμούς για την ίδια. Περαιτέρω δε, ως προς τον ισχυρισμό για τον λογαριασμό Facebook του Αιτητή, η ίδια, όπως ισχυρίζεται, έλαβε γνώση του λογαριασμού, για πρώτη φορά, με την ένορκη δήλωση του Αιτητή.

 

Ανέκαθεν, σεβόταν και σέβεται και αγαπά τον Αιτητή, του οποίου θέλει το καλό του. Τον φροντίζει και τον περιθάλπει, ειδικότερα τα τελευταία χρόνια, λόγω των σοβαρών προβλημάτων υγείας του. Τον συνοδεύει σε όλους τους θεράποντες γιατρούς του και αναλαμβάνει την ιατρική του θεραπεία και φροντίδα επί καθημερινής βάσης. Αναλαμβάνει την χορήγηση των φαρμάκων του, τη χορήγηση των απαραίτητων ιατρικών ορών και βηματοδότη του και των καρδιακών του προβλημάτων και τον περιθάλπει κάθε φορά που υποβάλλεται σε χειρουργική επέμβαση και ειδικότερα φέτος όπου έχει υποβληθεί σε 4 επεμβάσεις, 2 στους οφθαλμούς και 2 στην καρδιά, (ΤΕΚ 8).

 

Αναφορικά με τα πραγματικά γεγονότα που συνέβησαν στις 8/10/22, η ίδια ισχυρίζεται ότι και σε αυτή την περίπτωση περιέθαλπε και φρόντιζε τον Αιτητή, παρόλο που και η ίδια ήταν επιβεβαιωμένο κρούσμα και είχε νοσήσει βαριά. Μία εκ των κόρων του Αιτητή, η Λ. Σ. κάλεσε τον Αιτητή τηλεφωνικά και τον πίεζε για να μεταφερθεί στο νοσοκομείο, αλλά ο ίδιος της είχε πει ότι δεν επιθυμεί κάτι τέτοιο και ότι επιθυμούσε να παραμείνει σπίτι του, μαζί με την Καθ’ ης η αίτηση, λόγω του ότι μαζί της ένιωθε σιγουριά και ασφάλεια.

 

Η Καθ’ ης η αίτηση, απορρίπτει τον ισχυρισμό ότι η ίδια έχει εμμονή με την περιουσία του Αιτητή και αναφέρει ότι γνώριζε από το 2003, ότι υπήρχε διαθήκη και επίσης ότι είχε ετοιμάσει και διαθήκη το 2014, με την οποία καθόριζε τις κληροδοσίες του και ότι το 2018 η ίδια είχε ετοιμάσει και υπογράψει δήλωση αποποίησης κληρονομιάς, (ΤΕΚ 9). Σε σχέση με το πιο πάνω γεγονός, ο Αιτητής απαγόρευσε στις κόρες του και στον γαμπρό του να έρθουν στο σπίτι του, πλην όμως οι ίδιοι ήρθαν και επέμεναν να πάρουν τον Αιτητή στο νοσοκομείο, χωρίς ο ίδιος να το επιθυμεί. Ο ίδιος τους φώναζε να τον αφήσουν ήσυχο και να φύγουν και η ίδια επενέβηκε για να τους προτρέψει να αποχωρήσουν, για την υγεία του πατέρα τους και για να μην κινδυνεύσει η υγεία τους με νόσηση από κορονοϊό. Την ημέρα αυτή, η κόρη του Λ. Σ. την έσπρωξε βίαια και αποχώρησε από το σπίτι.

 

Η Καθ’ ης η αίτηση παραδέχτηκε ότι λίγες ημέρες μετά το πιο πάνω γεγονός, ο Αιτητής έφυγε από το σπίτι, αλλά δεν έφυγε από μόνος του, έφυγαν όλοι μαζί οικογενειακώς και επήγαν στο άλλο οικογενειακό σπίτι της οικογένειας, στην Αγία Κορώνη. Πήγαν στην Αγία Κορώνη στις 14/10/22, η ίδια ο Αιτητής και το παιδί της, για να ξεφύγουν και να ηρεμήσουν από την ένταση που δημιουργήθηκε τις προηγούμενες ημέρες από τις κόρες του, (ΤΕΚ 10). Στις 14/10/22, επέστρεψε στον συζυγικό οίκο και ο Αιτητής, στις 14/10/22 πήγε ξανά στο εξοχικό του στην Αγία Κορώνη, γιατί ήθελε να μείνει επιπλέον ημέρες εκεί, έτσι ώστε να ξεκουραστεί και στις 18/10/22 επέστρεψε στον συζυγικό οίκο και μετά που έφυγαν όλοι μαζί, την ενημέρωσε ότι ο ίδιος θέλει να πάρει κάποια ρούχα του στο σπίτι της Αγίας Κορώνης για να μείνει ακόμα λίγες ημέρες για να ηρεμήσει και να ξεκουραστεί. Έκτοτε, ο Αιτητής χωρίς οποιοδήποτε λόγο δεν ξανά επικοινώνησε μαζί της και απλά στις 10/11/22 της επιδόθηκε η παρούσα αίτηση Αποκλειστικής Χρήσης.

 

Ο Αιτητής είναι ευπρόσδεκτος να επιστρέψει όποτε θέλει στον συζυγικό τους οίκο και έχει επικαρπία και δικαίωμα οίκησης στο οικογενειακό σπίτι στην Αγία Κορώνη, το οποίο είναι ευρύχωρο, διαθέτει δύο υπνοδωμάτια και απέχει μόνο 28 χιλιόμετρα από τον συζυγικό οίκο, (ΤΕΚ 11). Ο Αιτητής, πέραν της σύνταξής του, €1.275 μηνιαίως, λαμβάνει ως διευθυντής σε εταιρεία μηνιαίο μισθό €500, (ΤΕΚ 13). Επίσης, έχει και την πλειοψηφία των μετοχών και κατέχει και εμπορική επωνυμία και είναι και επίσημος αντιπρόσωπος Ιαπωνικής εταιρείας, (ΤΕΚ 14).

 

Περαιτέρω, ο Αιτητής είναι ιδιοκτήτης ακινήτων από τα οποία η ίδια εισέπραττε για λογαριασμό του ενοίκια, τα οποία κάθε φορά του παρέδιδε, (ΤΕΚ 15).

 

Η Καθ’ ης η αίτηση παραδέχεται ότι έχει ακίνητη ιδιοκτησία στον Στρόβολο, όμως το εν λόγω υποστατικό λειτουργεί ως το ιατρείο της από την 1/10/22, αφού το έχει διαμορφώσει η ίδια ως ιατρείο και δεν αποτελεί πλέον κατοικία αλλά επαγγελματική στέγη. Διαθέτει, επίσης, ένα μικρό διαμέρισμα ενός υπνοδωματίου στη Λάρνακα, με το οποίο μετέβαινε με τον Αιτητή για μονοήμερα μπάνια στη θάλασσα και το οποίο σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να λειτουργήσει ως οικία, διότι είναι περιορισμένου μεγέθους και δεν διαθέτει και τον κατάλληλο εξοπλισμό. Η Καθ’ ης η αίτηση αρνείται ότι ο Αιτητής της έδωσε χρήματα. Η Καθ’ ης η αίτηση, επίσης, ισχυρίζεται ότι ουδέποτε της έδωσε οποιαδήποτε χρήματα για αγορά οποιουδήποτε διαμερίσματος, τα δε μοναδικά χρήματα που έλαβε, ήταν από την αδελφή της, για να μπορεί η ίδια να αγοράσει το στούντιο στα Λειβάδια της Επαρχίας Λάρνακας, (ΤΕΚ 16). Η Καθ’ ης η αίτηση, τέλος, επαναλαμβάνει ότι τα εισοδήματα του Αιτητή είναι περισσότερα από όσα ισχυρίζεται στην ένορκή του δήλωση, ότι διαθέτει σπίτι στην Αγία Κορώνη, στο οποίο διατηρεί δικαίωμα επικαρπίας και οίκησης, στο οποίο μπορεί να διαμένει και ισχυρίζεται, περαιτέρω, ότι στις 15/11/22 διαπίστωσε ότι έλειπαν ορισμένα αντικείμενα από τον συζυγικό οίκο, γεγονός το οποίο κατάγγειλε στην Αστυνομία και ο Αιτητής παραδέχτηκε στον αστυνομικό ότι είχε έρθει στον συζυγικό οίκο και παρέλαβε τα προσωπικά του αντικείμενα. Η Καθ’ ης η αίτηση ισχυρίζεται ότι δεν διαθέτει άλλη οποιαδήποτε ακίνητη ιδιοκτησία, η οποία να είναι τέτοια ώστε να μπορεί να διαμένει αξιοπρεπώς με το παιδί της, στο οποίο το παιδί διαμένει πέραν των 3 ετών και το θεωρεί σπίτι του και στο οποίο έχει διαμορφώσει ένα ασφαλές περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνει, γεγονός το οποίο γνώριζε εξ αρχής ο Αιτητής.

Ο  Χ. Χ. στην ένορκή του δήλωση αναφέρει ότι είναι ο οικογενειακός δικηγόρος των διαδίκων και ότι αφυπηρέτησε την 1/1/2016. Από τον καιρό της γνωριμίας του με τους διαδίκους, η Καθ’ ης η αίτηση παρέχει κάθε φροντίδα στον Αιτητή λόγω των προβλημάτων υγείας του με την καρδία του, ο οποίος και του εξέφραζε πάντοτε την ευγνωμοσύνη του για το πρόσωπο της Καθ’ ης η αίτηση.

 

Ο Αιτητής είχε πάντοτε παράπονα για το γεγονός ότι τον εγκατέλειψαν οι κόρες του και ότι δεν τον ρώτησαν ούτε καν για την υγεία του, ούτε καν για την ύπαρξή του.

 

Τον Σεπτέμβριο του 2014, ο Αιτητής του έδωσε εντολή να συντάξει διαθήκη της οποίας να είναι ο ίδιος εκτελεστής και την οποία του ζήτησε να καταχωρίσει στο ειδικό μητρώο διαθηκών του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, (ΤΕΚ 1). Από το εν λόγω τεκμήριο γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι ο Αιτητής επιθυμούσε να παραχωρήσει στην Καθ’ ης η αίτηση δικαίωμα επικαρπίας και οίκησης στον συζυγικό του οίκο και παράλληλα να κληροδοτήσει στις θυγατέρες του τη σύνολη περιουσία του, παρόλα τα παράπονα που είχε από αυτές.

 

Μετά πάροδο 3 περίπου ετών, περί τον Φεβρουάριο του 2018, ο Αιτητής τον αναζήτησε εκφράζοντάς του και πάλι τις ανησυχίες του αναφορικά με τη διαθήκη που σύνταξε και την εξασφάλιση της συζύγου του και του ανάφερε ότι επιθυμία του ήταν να τον επισκεφτεί στο σπίτι του για να το συζητήσουν, τον πληροφόρησε ότι δεν μπορεί πλέον να ασκεί τα καθήκοντά του ως δικηγόρος διότι είχε συνταξιοδοτηθεί.

 

Παρόλα ταύτα, τον επισκέφτηκε στον συζυγικό τους οίκο, όπου ο Αιτητής του εξέφρασε την ανησυχία του αναφορικά με την εξασφάλιση της Καθ’ ης η αίτηση. Του εξήγησε ότι δεν εξασφαλίζεται η Καθ’ ης η αίτηση στο ακέραιο καθότι, όπως του έλεγε πάντοτε ο Αιτητής, οι θυγατέρες του δεν ήθελαν ούτε να δουν ούτε και να αντικρύσουν την Καθ’ ης η αίτηση και ότι θα της δημιουργούσαν μεγάλα προβλήματα, με σκοπό να την εξαναγκάσουν να εγκαταλείψει τον συζυγικό οίκο. Έτσι, του εξήγησε, περαιτέρω, ότι θα ήταν δυνατό να της το μεταβιβάσει και ότι με αυτό τον τρόπο θα εξασφάλιζε και θα προστάτευε την Καθ’ ης η αίτηση από την έχθρα των θυγατέρων του. Με την παρέλευση λίγων ημερών, ο Αιτητής τον κάλεσε στο τηλέφωνο και του ανακοίνωσε ότι προέβηκε στη μεταβίβαση του συζυγικού οίκου επ' ονόματι της Καθ’ ης η αίτηση διατηρώντας, όμως, το δικαίωμά του στην επικαρπία του συζυγικού οίκου. Κατά τον χρόνο της διαθήκης και μεταβίβασης, ο Αιτητής είχε σώας τα φρένας και πλήρη διαύγεια, πάντα του εξέφραζε το παράπονό του για τις κόρες του και είναι με έκπληξη που πληροφορήθηκε ότι ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι προέβηκε στη μεταβίβαση του ακινήτου λόγω των θέσεων της Καθ' ης η αίτηση και, δήθεν, των γειτόνων των.

 

Η Χ. Ξ. στην ένορκη δήλωσή της, αναφέρει ότι είναι οικογενειακή φίλη των διαδίκων και γειτόνισσά τους, τους οποίους γνωρίζει για περίοδο 20 ετών, και από την αρχή σύναψαν πολύ φιλικές σχέσεις με τους διαδίκους και περνούσαν όλοι χρόνο μαζί, είτε στην οικία της είτε στην οικία των διαδίκων, ιδίως την περίοδο που τα παιδιά της ήταν ανήλικα.  Οι διάδικοι ήταν αγαπημένοι και ιδίως ο Αιτητής λάτρευε την Καθ’ ης η αίτηση γιατί ήταν το στήριγμά του σε όλα, τον βοηθούσε σε επαγγελματικό επίπεδο, του διευθετούσε όλα όσα αφορούσαν τη δουλειά του και τον περιέθαλπε διότι ήταν γιατρός και κυρίως ήταν ευτυχισμένοι μαζί. Οι θυγατέρες του Αιτητή δεν ήθελαν να έχουν καμία επαφή μαζί του διότι, όπως έλεγε, χωρίς οποιοδήποτε λόγο ή αιτία έτρεφαν μίσος για το πρόσωπο της Καθ’ ης η αίτηση.

 

Τον τελευταίο καιρό, παρατηρούσε μια αλλαγή στη συμπεριφορά του Αιτητή και τακτικότατα τον άκουγε να φωνάζει στην Καθ’ ης η αίτηση, ακόμα και να την εξυβρίζει. Όταν ρωτούσε σχετικά γι’ αυτόν την Καθ’ ης η αίτηση, η Καθ’ ης η αίτηση το προσπερνούσε. Της ανέφερε ότι ο Αιτητής περνά δύσκολες μέρες λόγω της παρακμής της υγείας του. Η ίδια η μάρτυρας, ως ισχυρίζεται, τον Οκτώβριο του έτους αυτού, λόγω προβλημάτων υγείας της, της έγινε εισαγωγή στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας με αρχική υποψία ότι πάσχει από κατά πλάκα σκλήρυνση και αναμένονται τα αποτελέσματα των σχετικών εξετάσεων της, (ΤΕΚ 1).

 

Όταν στις 6/11/22 επήρε εξιτήριο από το νοσοκομείο, λόγω αδυναμίας της να περπατήσει, η Καθ’ ης η αίτηση βρισκόταν καθημερινά στην οικία της και της παρείχε ιατρική φροντίδα χωρίς κάποια αμοιβή. Στις 8/10/22, κατά το απόγευμα, άκουσε φωνές από το σπίτι των διαδίκων, διαπίστωσε ότι στο σπίτι ήταν και οι κόρες του Αιτητή, οι οποίες φώναζαν στην Καθ’ ης η αίτηση, υπήρχε μεγάλη αναστάτωση και την παραξένεψε το εν λόγω γεγονός, διότι στον συζυγικό οίκο γνώριζε ότι οι διάδικοι και ο ανήλικος ήταν θετικοί σε κρούσμα κορονοϊού. Είδε το ανήλικο παιδί της Καθ’ ης η αίτηση να βρίσκεται εκτός της οικίας, για να αποφύγει την εμπλοκή του στην πιο πάνω κατάσταση και η ίδια, λόγω της κατάστασης της υγείας της, αδυνατούσε να παρέμβει με σκοπό να κατευνάσει τα πνεύματα.

 

Στις 22/11/22, ο Αιτητής είχε έρθει στον συζυγικό οίκο με ένα άλλο πρόσωπο το οποίο δεν γνώριζε, έσπευσε να χαιρετίσει τον Αιτητή, αλλά όταν τους προσέγγισε, το άλλο πρόσωπο μίλησε απαξιωτικά και μειωτικά και όταν αποπειράθηκε να της μιλήσει ο Αιτητής, το πρόσωπο αυτό δεν του επέτρεψε. Ο Αιτητής της φάνηκε καταταλαιπωρημένος και βασανισμένος και του έλειπε η λάμψη που είχε όταν ήταν με την Καθ’ ης η αίτηση.

 

Η ενόρκως δηλούσα Φ. Χ., στην ένορκή της δήλωση, αναφέρει ότι είναι γειτόνισσα και οικογενειακή φίλη των διαδίκων από τότε που αυτή μετακόμισε στη γειτονιά τους, όταν η ίδια ήταν ανήλικη και ότι η Καθ’ ης η αίτηση επεδείκνυε καθημερινά αγάπη, στοργή και φροντίδα στον Αιτητή. Οι σχέσεις, δε, τον διαδίκων ήταν από ανέκαθεν εξαιρετικές. Στις 8/10/22, το απόγευμα, ενώ βρισκόταν στην οικία της μητέρας της Χ. Ξ., άκουσε φωνές από το σπίτι των διαδίκων, το οποίο είναι απέναντι από το δικό τους σε απόσταση περίπου 10 μέτρα και όπως διαπίστωσε, στο σπίτι των διαδίκων υπήρχαν και κάποια τρίτα άτομα τα οποία φώναζαν κατά της Καθ’ ης η αίτηση και είχαν δημιουργήσει μεγάλη αναστάτωση στη γειτονιά.

 

Ήταν σε γνώση της ότι οι διάδικοι και το παιδί της Καθ’ ης η αίτηση ήταν άρρωστοι, λόγω του ότι την προηγούμενη ημέρα είχαν μεταβεί στο σπίτι των διαδίκων για να πληροφορηθούν για τα αποτελέσματα των εξετάσεων της μητέρας της, την οποία φρόντιζε η Καθ’ ης η αίτηση. Την ίδια ημέρα είδε την Καθ’ ης η αίτηση και πάλι να περιθάλπει τον Αιτητή, παρόλο που και η ίδια ήταν βαριά άρρωστη. Στις 8/10/22, την ημέρα του πιο πάνω περιστατικού, μετά το περιστατικό, μετέβηκε στο σπίτι των διαδίκων για να δει αν οι διάδικοι και ο ανήλικος ήταν καλά και για να κάμει τεστ κορονοϊού στον Αιτητή και το παιδί της Καθ’ ης η αίτηση. Τους έκαμε το τεστ κορονοϊού και διαπιστώθηκε ότι αμφότεροι ήταν θετικοί. Την ημέρα εκείνη είδε μια γυναικεία φιγούρα να είναι εξαγριωμένη και να σπρώχνει βίαια την εξώπορτα για να εισέλθει στην οικία των διαδίκων, σπρώχνοντας παράλληλα και την Καθ’ ης η αίτηση η οποία βρισκόταν πίσω από την πόρτα.

 

Η ακρόαση της αίτησης διεξήχθηκε με τις γραπτές αγορεύσεις και τις προφορικές διευκρινίσεις των δικηγόρων των διαδίκων.

 

 

Η Καθ’ ης η αίτηση, προβάλλει ως λόγους ένστασης ότι η αίτηση είναι παράτυπη, παράνομη, καταχρηστική και δεν συνάδει με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

 

Συγκεκριμενοποιείται η πιο πάνω ένσταση, στο γεγονός ότι η μονομερής αίτηση φέρει ημερομηνία 4/11/22, ενώ η ένορκη δήλωση του Αιτητή που την υποστηρίζει είναι ημερομηνίας 3/11/22.

 

Για τους λόγους που θα εκτεθούν κατωτέρω, η πιο πάνω ένσταση δεν ευσταθεί.

 

Η Δ.39 θ.3 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, έχει τροποποιηθεί δυνάμει του περί Πολιτικής Δικονομίας (Τροποποιητικός) (Αρ. 3) Διαδικαστικός Κανονισμός του 2022, ο οποίος προνοεί.

 

«2-     Ο Κανονισμός 3 της Διαταγής 39 τροποποιείται δια της διαγραφής της φράσης «every affidavit shall be instituted in the cause of matter in which it is sworn;” και την αντικατάσταση της με τη φράση: «Κάθε ένορκη δήλωση θα τιτλοφορείται με αναφορά στην αιτία ή στο ζήτημα που αυτή αφορά, ανεξαρτήτως του χρόνου όρκισης»».

 

Θα πρέπει, περαιτέρω, να σημειωθεί ότι και πριν την τροποποίηση της Δ.39 θ.3, σύμφωνα με τη νομολογία, επιτρεπόταν, ο χρόνος όρκισης ενδιάμεσης αίτησης, στα πλαίσια αγωγής, εδώ εναρκτήριας αίτησης, να ήταν προγενέστερος της ημερομηνίας καταχώρησης της ενδιάμεσης αίτησης. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα από την S. A. CONSTANTINOY LTD, κ.ά. v. MARFIN POPULAR BANK, (2009) 1 Α.Α.Δ. 754:

 

«Η πιο πάνω εισήγηση είναι ανεδαφική. Κανένας από τους θεσμούς που έχουν επικληθεί δεν απαγορεύει την υπογραφή μιας ένορκης δήλωσης πριν από την καταχώριση μιας ενδιάμεσης αίτησης σε αγωγή που εκκρεμεί ενώπιον Δικαστηρίου. Η Διαταγή 39, Θεσμός 3 προνοεί απλά ότι μια ένορκη δήλωση θα τιτλοφορείται με το θέμα ή για το ζήτημα στο οποίο αναφέρεται. Μια ένορκη δήλωση θα μπορούσε να θεωρηθεί ως αντικανονική όταν αυτή καταχωρείται πριν από την καταχώριση της αγωγής, αν και το πρόβλημα θα μπορούσε να θεραπευθεί με την κατάθεση νέας ένορκης δήλωσης. Όπως έχει τονιστεί στη Stavros Hotels Apartments Ltd. κ.ά. (Aρ. 1) (1994) 1 Α.Α.Δ. 389, μια ένορκη δήλωση θεωρείται αντικανονική και δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη όταν υπογράφηκε πριν από την καταχώριση της αγωγής, αν και σε μια τέτοια περίπτωση το Δικαστήριο μπορεί να απαιτήσει την ανάληψη υποχρέωσης επανόρκισης και κατάθεση μια νέας ένορκης δήλωσης.

 

Στην παρούσα περίπτωση ο τίτλος της ένορκης δήλωσης είναι αρκούντως ικανοποιητικός, αφού αναφέρεται στον τίτλο της αγωγής που ήδη εκκρεμεί και έχει επισυναφθεί στην ένσταση που έχει καταχωρηθεί, η οποία αναφέρεται "ως πρόθεση ένστασης στη συνέχιση του εκδοθέντος διατάγματος της 8/5/2007".»

 

Η Καθ’ ης η αίτηση, προβάλλει ως λόγο απόρριψης της αίτησης, ότι ο Αιτητής δεν έχει αποδείξει τη διάσταση των διαδίκων εφόσον, στην ένορκη δήλωσή του δεν δηλώνει και ούτε διευκρινίζει εάν υπάρχει διάσταση.

 

Το Άρθρο 17(1) του περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Νόμου, του 1990, (Ν.23/90), προνοεί τα εξής:

 

«Σε περίπτωση διακοπής της συμβίωσης ή σε περίπτωση που δίνεται γνωστοποίηση στον Επίσκοπο σύμφωνα με το άρθρο 3 του περί Απόπειρας Συνδιαλλαγής και Πνευματικής Λύσης του Γάμου Νόμου ή σε περίπτωση που καταχωρείται αγωγή διαζυγίου, το Οικογενειακό Δικαστήριο  μπορεί, ύστερα από αίτηση ενός από τους συζύγους, εφόσο το επιβάλλουν λόγοι επιείκειας και ενόψει των ειδικών συνθηκών του καθενός από τους συζύγους και του συμφέροντος των παιδιών, να παραχωρήσει στον ένα σύζυγο την αποκλειστική χρήση ολόκληρου ή τμήματος του ακινήτου που χρησιμεύει ως κύρια διαμονή των ιδίων (οικογενειακή στέγη), ανεξάρτητα από το ποιος από αυτούς είναι κύριος ή έχει απέναντι στον κύριο το δικαίωμα της χρήσης του.  Η απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου υπόκειται σε αναθεώρηση όταν το επιβάλλουν οι περιστάσεις..»  

 

Για να δικαιολογείται η άσκηση της εξουσίας του Δικαστηρίου να εκδώσει διάταγμα αποκλειστικής χρήσης σύμφωνα με το Άρθρο 17(1) του Ν.23/90, πρέπει να συντρέχει διαζευκτικά μία από τις πιο κάτω προϋποθέσεις:

 

i.             Να υπάρχει διακοπή της συμβίωσης, ή

ii.            Αποστολή γνωστοποίησης στον οικείο Επίσκοπο, ή

iii.          Καταχώρηση αγωγής διαζυγίου.

 

Ο Άρειος Πάγος, σε μια πρόσφατη απόφασή του, στην Α. Π. 124/2019, όρισε τη διάσταση ως ακολούθως:

 

«Ως διάσταση νοείται εκείνη κατά την οποία οι σύζυγοι απομακρύνονται φυσικώς και ψυχικώς μεταξύ τους, με τη θέληση να μην έχουν πλέον κοινωνία βίου, ανεξάρτητα από το αν η απομάκρυνση αυτή, ως πραγματικό γεγονός, είναι αποτέλεσμα της πρωτοβουλίας του ενός από τους συζύγους ή και των δύο και ανεξάρτητα από το αν διαμένουν στην ίδια κατοικία, αλλά υπό το καθεστώς χωρισμού «από τραπέζης και κοίτης»».

 

Επίσης, όπως λέχθηκε στην απόφαση του Δ.Ο.Δ. Πηχίδης v. Πηχίδης (1997) 1 Α.Α.Δ. 1612, η λέξη «συμβίωσης», στο άρθρο 17(1) του Ν.23/90, έχει την έννοια της γενικά αποδεκτής συλλειτουργίας του έγγαμου ζεύγους σε όλες τις εκφάνσεις της σχέσης και δεν συνδέεται με τη συγκατοίκηση ή μη του ζεύγους.

 

Σύμφωνα με τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιόν μου, προκύπτει κατά τρόπο αναμφισβήτητο ότι μεταξύ των διαδίκων επήλθε διάσταση. Είναι αναμφισβήτητο ότι ο Αιτητής έχει εγκαταλείψει τον συζυγικό οίκο, ότι διέμενε αρχικά με τη μία του κόρη και μετέπειτα φιλοξενείται από τον πρώην γαμπρό του και ότι από την ημέρα αποχώρησης του Αιτητή από τον συζυγικό οίκο, οι διάδικοι δεν διατηρούν καμία επικοινωνία.

 

Στο στάδιο αυτό, όπου το Δικαστήριο δεν προβαίνει σε αξιολόγηση της ενώπιόν του μαρτυρίας, δεν αποδίδεται ιδιαίτερη σημασία στους λόγους που οδήγησαν στην κατάρρευση του γάμου των διαδίκων, ούτε εξάγονται ευρήματα και συμπεράσματα, κάτι το οποίο είναι ανεπίτρεπτο.

 

Εγείρεται, περαιτέρω από την Καθ’ ης η αίτηση, η ένσταση ότι το Δικαστήριο θα πρέπει να απορρίψει την αίτηση, διότι η ενδιάμεση θεραπεία την οποία επιζητεί ο Αιτητής είναι ταυτόσημη με τη θεραπεία, της εναρκτήριας αίτησης.

 

Το πιο πάνω θέμα, έτυχε νομολογιακής εξέτασης στην υπόθεση Penderhill Holdings Ltd κ.α.ν. Ambramchyk κ.α., Έφεση  αρ. 319/11, ημερ. 13.1.14, όπου τονίσθηκε ότι το ζήτημα παροχής ταυτοσήμων θεραπειών με την αγωγή δεν αποκλείεται και ότι το ανεπιθύμητο δεν μπορεί να εξισωθεί με απαγόρευση. Παραθέτω κατωτέρω το σχετικό απόσπασμα:

 

«Όπως παρατηρεί ορθώς και το πρωτόδικο Δικαστήριο, με παραπομπή στην Parico Aluminium Designs v. Muskita Aluminium Co Ltd κ.α., (2002) 1 ΑΑΔ 2015  και Κουνούνα ν. F & A Simonos Ltd (2002) 1 AAΔ.1361, το ζήτημα παροχής ταυτόσημων θεραπειών  με την αγωγή, δεν αποκλείεται.  Το ζήτημα πάντοτε εξετάζεται ως προς τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης και αποτελεί ζήτημα ειδικών περιστάσεων.  Επίσης είναι ορθό ότι δεν χορηγείται ουσιαστική θεραπεία από το ενδιάμεσο αυτό στάδιο, και κάτω από τον μανδύα της αίτησης για προσωρινό μέτρο (Michael vBrevinos (1969) 1 CLR 578.  Το ανεπιθύμητο όμως δεν εξισούται με απαγόρευση.  Δεν υπάρχει άκαμπτος κανόνας αποκλεισμού της θεραπείας ενδιαμέσως, αν αυτή ορθά και δίκαια ζητείται, επειδή και η αγωγή ουσιαστικά επιδιώκει το ίδιο πράγμα.  Κατ΄ αρχάς η ενδιάμεση θεραπεία παραμένει ενδιάμεση και αναθεωρήσιμη ανά πάσα στιγμή αν θεωρηθεί ότι οι περιστάσεις έχουν διαφοροποιηθεί προς τροποποίηση ή ακόμη και ακύρωση του εκδοθέντος διατάγματος. Πρόσθετα, ενώ το εκδοθέν διάταγμα παραχωρείται ως λύση επείγουσας και παρεμπίπτουσας μορφής, οι ίδιες οι θεραπείες που ζητούνται με το κλητήριο, εάν επιτύχουν, χορηγούνται τελεσίδικα και στο διηνεκές.  (Zena Company Ltd. v. Demenian Catering Ltd, Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 304/2008, ημερ  21.10.2011). Εξαρτάται πάντοτε από την κρίση του Δικαστηρίου, αναλόγως των περιστάσεων (Parico Aluminium Designs v. Muskita Aluminium Co Ltd κ.α. (ανωτέρω))

 

Επισημαίνεται ότι η εξουσία στο Δικαστήριο, να χορηγήσει το δικαίωμα στον ένα σύζυγο να χρησιμοποιεί την οικογενειακή στέγη κατ΄ αποκλεισμό του άλλου συζύγου, παρέχεται  από το Άρθρο 17(Ι) του Ν. 23/90.  Αυτή η θεραπεία είναι και η μόνη θεραπεία η οποία παρέχεται σε σύζυγο από το άρθρο αυτό. 

 

Είναι επομένως, όχι μόνο αυτονόητο, αλλά και αναπόφευκτο το ταυτόσημο της θεραπείας της εναρκτήριας αίτησης με αυτή του ενδιάμεσου σταδίου.

 

Τέλος, επισημαίνεται ότι ακόμη και η τελική θεραπεία η οποία παρέχεται μέσα στα πλαίσια της εναρκτήριας αίτησης, έχει και αυτή προσωρινό χαρακτήρα, αφού το οποίο διάταγμα αποκλειστικής χρήσης παύει να ισχύει με τη λύση του γάμου (Όπως λέχθηκε από τη νομολογία του Δ.Ο.Δ., η αξίωση του Άρθρου 17(1) του Ν.23/90 γεννιέται με τη διακοπή της συμβίωσης και αποσβένεται με τη λύση του γάμου, (βλ. Χριστοδούλου ν. Χριστοδούλου 1996 (1) Α.Α.Δ. 280 και Γ. Κωνσταντίνου ν. Γ. Χ. Κωνσταντίνου (2004) 1 Α.Α.Δ. 1192).

 

Η Καθ’ ης η αίτηση, προβάλλει ως ενστάσεις: (i) την απόκρυψη από τον Αιτητή ουσιωδών γεγονότων, και (ii) ότι δεν υφίστατο η προϋπόθεση του κατεπείγοντος και/ή δεν υπάρχουν άλλες ιδιαίτερες περιστάσεις που να δικαιολογούν την έκδοση του διατάγματος.

 

Το Δικαστήριο, όταν επιλήφθηκε της μονομερούς αιτήσεως, δεν έκδωσε προσωρινό διάταγμα. Αντίθετα, διέταξε την επίδοσή της στον Καθ’ ου η αίτηση για να ακουσθεί. Το γεγονός αυτό, σύμφωνα με τη νομολογία, μετέτρεψε τη μονομερή αίτηση, σε αίτηση διά κλήσεως (βλ. Κώστας Σμυρνιός (2000) 1 Α.Α.Δ. 43, Μαρκιτανή ν. Μουτζούρη (2000) 1 Α.Α.Δ. 923). Περαιτέρω, με τη μετατροπή της μονομερούς αίτησης σε αίτηση διά κλήσεως δεν τυγχάνει αυστηρής εφαρμογής ο κανόνας που επιβάλλει υποχρέωση στον Αιτητή για αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων (βλ. Κυριακίδης ν. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ, 2011 (1) Α.Α.Δ. 816).

 

Σύμφωνα με τη νομολογία του Δ.Ο.Δ. στην υπόθεση Ελένης Αμβροσιάδου ν. Martin Coward, 15/1/13, το θέμα του κατεπείγοντος, σε συνάρτηση με τις προϋποθέσεις του Άρθρου 32 του Ν.14/60 είναι δύο πράγματα ξεχωριστά: Δεν αποφασίζεται πρώτα αν οι προϋποθέσεις του Άρθρου 32 ικανοποιούνται και έπειτα αν συντρέχει το κατεπείγον. Το κατεπείγον εξετάζεται πρώτο, εφόσον αφορά δικαιοδοτικό όρο και ανεξάρτητα από την ικανοποίηση των ουσιαστικών προϋποθέσεων του Άρθρου 32 του Ν.14/60.

 

Στην προκείμενη περίπτωση δεν τίθεται θέμα εξέτασης του κατεπείγοντος, εφόσον το Δικαστήριο δεν έκδωσε προσωρινό διάταγμα με βάση το Άρθρο 9 του Κεφ. 6. Όπως προελέχθηκε, το Δικαστήριο διέταξε την επίδοσή της μονομερούς αίτησης στον Καθ’ ου η αίτηση, μετατρέποντας την σε αίτηση διά κλήσεως.

 

Τέλος, θα ήθελα να τονίσω, κατά την κρίση μου, ότι μέσα στα πλαίσια μίας ενδιάμεσης διαδικασίας, όπου το Δικαστήριο, αφενός δεν εξέδωσε προσωρινό διάταγμα αλλά και αφετέρου δεν αξιολογεί την ενώπιόν του μαρτυρία προς εξαγωγή ευρημάτων, ή μεταξύ των διαδίκων διαφορετική εκδοχή γεγονότων, δεν συνιστά αφ’ εαυτής παραβίαση του καθήκοντος του Αιτητή ή της Αιτήτριας, ανάλογα με την περίπτωση, για πλήρη αποκάλυψη, ή παραπλάνηση του Δικαστηρίου, ή παράθεση ψευδών γεγονότων.

 

Θα προχωρήσω κατωτέρω, στην εξέταση των προϋποθέσεων που θέτει το Άρθρο 32 του Ν.14/60.

 

Για να δικαιολογείται η έκδοση διατάγματος με βάση το άρθρο 32 του Ν. 14/60 πρέπει να συντρέχουν οι πιο κάτω προϋποθέσεις:

 

α)      Η ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση.

β)      Η ύπαρξη πιθανότητας ότι ο ενάγοντας δικαιούται σε θεραπεία ή ότι έχει ορατή πιθανότητα επιτυχίας και

γ)      Ότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη, σε κατοπινό στάδιο, εκτός αν εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα

 

(βλ. μεταξύ άλλων Odysseos v. Pieris Estates and others (1982) 1 ΑΑΔ 557, Τσολάκη και άλλοι ν. Στυλιανίδη (1992) 1 (Β) Α.Α.Δ. 782Πουργουρίδη ν. Μέζου (1994) 1 Α.Α.Δ. 201,  Κύταλα κ.ά ν. Χρυσάνθου κ.ά. (1996) 1 (Α) ΑΑΔ 253 και M. Ch. Mitsingas Tr. Ltd κ.άν. Timberland Co. (1997) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1971).

 

Το Δικαστήριο πρέπει επίσης στο τελικό στάδιο να σταθμίσει το κατά πόσο είναι δίκαιο και εύλογο το αιτούμενο διάταγμα (Ιπποδρομιακή Αρχή Κύπρου ν. Χατζηβασίλη (1989) 1 ΑΑΔ 152).  Πρόσθετα, στο στάδιο αυτό, το Δικαστήριο εξετάζει την ενώπιον του μαρτυρία, με μόνο σκοπό να αποφασίσει κατά πόσο είναι δίκαιο ή όχι να εκδοθεί το διάταγμα και δεν αποφασίζει πάνω στα διαφιλονικούμενα θέματα επί των οποίων θα κριθεί η κυρίως αίτηση (Jonitexo Ltd vAdidas (1984) 1 ΑΑΔ 263). 

 

Ειδικότερα, ως προς τη συνδρομή της τρίτης προϋπόθεσης του Άρθρου 32(1), ότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο εκτός αν εκδοθεί το ενδιάμεσο διάταγμα, παραπέμπω στην απόφαση M & Ch. Mitsingas Tr. Ltd κ.ά. vTimberland Co. (1997) 1Γ Α.Α.Δ. 1791, όπου τονίστηκαν τα πιο κάτω (σελ. 1799):

 

       «Όπως επισημαίνεται στην Papastratis vPetrides (1979) 1 CLR 231, 240, την οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο επικαλείται στην απόφαση του, το κριτήριο για την έκδοση ενδιάμεση διατάγματος είναι η αδυναμία απονομής πλήρους δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο. Η έννοια της δικαιοσύνης δεν συναρτάται με τη στενή αντίληψη της υλικής ζημιάς αλλά, με την ευρύτερη προστασία των δικαιωμάτων του αιτούμενου σε θεραπεία».

 

Η παρούσα υπόθεση αφορά στην ουσία της, οικογενειακής φύσης υπόθεση και λόγω αυτού του χαρακτήρα της, η πιο πάνω νομολογιακή αρχή συμπληρώνεται και εξειδικεύεται από το πιο κάτω απόσπασμα της απόφασης Κατσουρίδης v. Κατσουρίδη (1997) 1 Α.Α.Δ. 415, όπου στη σελίδα 420 αναφέρονται:

 

«Ο πρωτόδικος δικαστής παράθεσε στο μέρος της απόφασης του, όπου εξετάζει τα νομικά κριτήρια βάσει των οποίων εκδίδεται ενδιάμεσο προσωρινό διάταγμα, τη νομολογία μας που υιοθετεί ουσιαστικά τις αρχές του Κοινοδικαίου. Πολύ ορθά επισημαίνει όμως και τη διαφορά που ενυπάρχει σ΄ ένα τέτοιο διάταγμα λόγω του χώρου που καλύπτει, αυτού δηλαδή των συζυγικών-οικογενειακών σχέσεων.

 

Έχουμε την άποψη πως η πιο πάνω σοβαρή διαφορά καλόν είναι να λειτουργεί στη σκέψη του δικαστή του Οικογενειακού Δικαστηρίου».

 

Σημειώνω ότι, κατά την εξέταση μιας ενδιάμεσης αίτησης, το Δικαστήριο θα πρέπει να εξετάζει την αίτηση αυτή έχοντας υπόψη τις υποδείξεις της νομολογίας.  Παραπέμπω στο πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση MILTON INVESTEMENTS COMPANY LTD v. DRYDEN GROUP LTD,Πολ. Έφ. αρ. 424/11, ημερ. 27.3.14, όπου λέχθηκαν τα πιο κάτω:

 

«Για όλους τους πιο πάνω λόγους κρίνουμε ότι το πρώτο παράπονο δεν ευσταθεί και σ΄ ότι αφορά το δεύτερο, συμφωνούμε με τους εφεσείοντες ότι κατά πάγια νομολογία (Jonitexo (ανωτέρω) και Γρηγόριου κ.α. ν. Χριστοφόρου κ.α. (1995) 1 Α.Α.Δ. 248) το Δικαστήριο, κατά την εκδίκαση αίτησης για προσωρινό διάταγμα, πρέπει να αποφεύγει να καταλήγει σε συμπεράσματα αναφορικά με την πλήρη εξέταση του πραγματικού και νομικού καθεστώτος της υπόθεσης καθ΄ ότι αυτό γίνεται κατά τη δίκη της ουσίας της υπόθεσης.  Πρόκειται, να τονίσουμε, για αρχή που πρέπει να τηρείται με ευλάβεια και κατά το ενδιάμεσο αυτό στάδιο, το Δικαστήριο όχι μόνο πρέπει να αποφεύγει να καταλήγει στα προαναφερθέντα συμπεράσματα, αλλά και να μην αφήνει να αιωρείται η σκιά ότι έχει αποφασίσει την ουσία της υπόθεσης ή κάποια ουσιώδη πτυχή της».

 

Θα προχωρήσω, κατωτέρω, στην εξέταση της νομικής πτυχής της παρούσας υπόθεσης στη βάση της σφαιρικής προσέγγισης της ενώπιόν μου τεθείσας συνολικής μαρτυρίας, επικεντρώνοντας την προσέγγιση αυτή, σε ότι το Άρθρο 17(1) του Ν.23/90, το οποίο ήδη παρατέθηκε, θεωρεί ως ουσιώδες για την παραχώρηση από το Δικαστήριο, έστω και προσωρινά, του δικαιώματος αποκλειστικής χρήσης του συζυγικού οίκου, στον ένα σύζυγο κατ’ αποκλεισμό του άλλου συζύγου.

 

-      Προκύπτει ως δεδομένο ότι, οι διάδικοι βρίσκονται σε διάσταση, ανεξάρτητα δε με τους λόγους που προκάλεσαν τη διάσταση, ο γάμος τους, για τον Αιτητή έχει ανεπανόρθωτα κλονισθεί όπως προκύπτει εξάλλου από την καταχώρηση ή προτειθέμενη καταχώρηση αγωγής διαζυγίου.

 

-      Προκύπτει επίσης, ως δεδομένο, ότι ο Αιτητής βρίσκεται στην προχωρημένη ηλικία των 85 ετών με καρδιακά προβλήματα υγείας και φέρει προς τούτο βηματοδότη, και επίσης, κατά την Καθ’ ης η αίτηση, βρίσκεται στα αρχικά στάδια της άνοιας.

 

-      Προκύπτει επίσης, ότι ο Αιτητής είναι συνταξιούχος και ότι η Καθ’ ης η αίτηση ασκεί το επάγγελμα του ιατρού.

 

-      Προκύπτει, περαιτέρω, ότι η Καθ’ ης η αίτηση έχει, σύμφωνα με τη θέση της, υιοθετήσει ένα παιδί, το οποίο φοιτά σε ιδιωτικό Ρωσικό Σχολείο, του καταβάλλει η ίδια τα δίδακτρα, και για το οποίο παιδί ο Αιτητής δεν έχει κανένα γονεϊκό δικαίωμα ή υποχρέωση, αντίθετα με την Καθ’ ης η αίτηση η οποία έχει την αποκλειστική γονική μέριμνα του παιδιού.

 

-      Προκύπτει ως δεδομένο, ότι τα ακίνητα της οικογένειας είναι ο συζυγικός οίκος, του οποίου η κυριότητα ανήκει στην Καθ’ ης η αίτηση, με αποκλειστικό δικαίωμα του Αιτητή να ζει εκεί εφ’ όρου ζωής και επικαρπίας, το εξοχικό στην Αγία Κορώνη το οποίο φαίνεται ότι ανήκει στα παιδιά του Αιτητή με δικαίωμα επικαρπίας του Αιτητή, το διαμέρισμα (Ιατρείο) στον Στρόβολο, το διαμέρισμα-εξοχικό στα Λειβάδια Λάρνακας, ιδιοκτησίας της Καθ’ ης η αίτηση. Επίσης, σύμφωνα με τη θέση του Αιτητή, η Καθ’ ης η αίτηση αγόρασε, κατά τη διάρκεια του γάμου τους, ένα διαμέρισμα στη Ρωσία, για το οποίο, εν πάση περιπτώσει, δεν γίνεται οποιαδήποτε αναφορά από την Καθ’ ης η αίτηση στην ένορκή της δήλωση.

 

Σύμφωνα με την Μανωλεδάκη «ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ» Τόμος Ι, σελίδα 325:

 

«Η αξίωση του συζύγου για παραχώρηση της χρήσης της οικογενειακής στέγης κατά το άρθρο 1393 είναι ενοχική, αγώγιμη και εκτελεστή αξίωση που στρέφεται κατά του άλλου συζύγου

Η ενοχική φύση της αξίωσης αποτυπώνεται και στο γράμμα του Άρθρου 17(1) του Ν.23/90 «να παραχωρήσει στον ένα σύζυγο την αποκλειστική χρήση ολόκληρου ή τμήματος του ακινήτου που χρησιμεύει ως κύρια διαμονή των ιδίων (οικογενειακή στέγη) ανεξάρτητα από ποιος από αυτούς είναι κύριος … ».

 

Ούτως εχόντων των πραγμάτων, το Δικαστήριο, στα πλαίσια της φύσεως της παρούσας διαδικασίας αποκλειστικής χρήσης, δεν καθορίζει, επανακαθορίζει ή διαφοροποιεί υφιστάμενα περιουσιακά δικαιώματα των συζύγων.

 

Έτσι, είναι αδιάφορο για το Δικαστήριο και δεν εξετάζεται συνεπώς, εάν ο συζυγικός οίκος μεταβιβάστηκε από τον Αιτητή στην Καθ’ ης η αίτηση ως προϊόν της ελεύθερης ή μη βούλησης, ή εάν τα λοιπά περιουσιακά στοιχεία τα οποία αποκτήθηκαν κατά τη διάρκεια του γάμου τους και για τα οποία οι διάδικοι έκαναν εκτενή αναφορά τόσο στη μαρτυρία τους, αλλά και στις αγορεύσεις τους, αποκτήθηκαν με αποκλειστική συνεισφορά του ενός ή του άλλου συζύγου, ή με κοινή συνεισφορά και των δύο συζύγων.

 

Τα θέματα της εγκυρότητας της μεταβίβασης του συζυγικού οίκου και η συμβολή του κάθε συζύγου στην απόκτηση των λοιπών περιουσιακών στοιχείων, αποτελούν θέματα άλλων διαδικασιών και όχι της παρούσας

 

Ως προς τις οικονομικές δυνάμεις των διαδίκων, από το σύνολο της μαρτυρίας που τέθηκε ενώπιόν μου είναι βέβαιο ότι ο Αιτητής λαμβάνει €1.275 μηνιαίως. Μπορεί, όμως, βάσιμα να υποστηριχθεί ότι ενδεχόμενα ο Αιτητής να λαμβάνει από ενοίκια ένα ποσό μέχρι και €300.- μηνιαίως. Από τη συγκεκριμένη εταιρεία Ρ …………… δεν προκύπτει, από τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιόν μου ότι λαμβάνει, ως διευθυντής, €500.- μηνιαίως, ως μισθό.

Οι οικονομικές δυνάμεις της Καθ΄ ης η αίτηση είναι κατά πολύ καλύτερες απ’ αυτές του Αιτητή.

 

Όπως η ίδια αναφέρει στην ένορκή της δήλωση, λόγω όγκου δουλειάς αναγκάστηκε να μεταφέρει το ιατρείο της στο ιδιόκτητο διαμέρισμα της στον Στρόβολο.

 

Περαιτέρω, όπως η ίδια ισχυρίζεται, πληρώνει τα δίδακτρα φοίτησης του παιδιού στο ιδιωτικό Ρωσικό Σχολείο όπου φοιτά, και έχει αποκτήσει αποκλειστικά, ως η ίδια ισχυρίζεται, με δικούς της πόρους περιουσιακά στοιχεία.

 

Η ίδια, σημειώνεται ότι στην ένορκη της δήλωση δεν αποκάλυψε τα μηνιαία εισοδήματά της.

 

Τα πιο πάνω, από οικονομικής άποψης, δεικνύουν ότι η Καθ’ ης η αίτηση είναι σε πολύ καλύτερη θέση απ’ ότι ο Αιτητής για εξεύρεση νέας κατοικίας.

 

Αποτελεί θέση της Καθ’ ης η αίτηση ότι, ο Αιτητής μπορεί να διαμένει στο εξοχικό στην Αγία Κορώνη, εφόσον ο ίδιος διατηρεί την επικαρπία και το δικαίωμα οίκησης στην οικία αυτή και η οποία απέχει μόνο 28 χιλιόμετρα από τη συζυγική οικία.

 

Η ηλικία των 85 χρόνων με τη βεβαρημένη εικόνα της υγείας του, όχι μόνο δεν του το επιτρέπει, αλλά αντίθετα συνιστά σοβαρό κίνδυνο για τη ζωή του, εφόσον αυτή επιτάσσει όπως ο Αιτητής διαμένει όσο το δυνατό εγγύτερα στα κέντρα παροχής της ιατρικής φροντίδας του. Μπορεί η εξοχική οικία να απέχει μόλις 28 χιλιόμετρα από την οικία τους, αλλά με τις δεδομένες συνθήκες οδικής κίνησης της Κύπρου, ο χρόνος μετάβασης από το εξοχικό, σε ιατρικό κέντρο δεν είναι 28 λεπτά, αλλά πολύ μεγαλύτερος, χρόνος ο οποίος σε περίπτωση σοβαρού έκτακτου περιστατικού της υγείας του Αιτητή, βάσιμα μπορεί να είναι καθοριστικός για τη ζωή του.

 

Η μόνιμη διαβίωση του Αιτητή ή ο εξαναγκασμός του σε διαβίωση στην εξοχική κατοικία, μακριά από τα παιδιά του, ισοδυναμεί με είδος «φυλάκισης» του Αιτητή για το οποίο υπόλοιπο της ζωής του, πράγμα άδικο και σκληρό, κατά την άποψή μου, για κάθε άνθρωπο.

 

Η προσωρινή φιλοξενία του Αιτητή από την αποχώρησή του από τον συζυγικό οίκο, είτε στο σπίτι της κόρης του, είτε του πρώην γαμβρού του, επ’ ουδενί μπορούν να θεωρηθούν ως δυνατότητα μόνιμης διαμονής του σε άλλη οικία.

 

Στη βάση όλων των πιο πάνω αναφερθέντων, κρίνω ότι αφ’ ης στιγμής είναι αδύνατη η συνύπαρξη των διαδίκων στον συζυγικό οίκο, εφόσον ο γάμος έχει καταρρεύσει ανεπανόρθωτα, και τα όσα ο ένας σύζυγος καταλογίζει στον άλλο ως συμπεριφορά του, κρίνω ότι πληρούνται και οι τρεις προϋποθέσεις του Άρθρου 32 του Ν.14/60, και ότι είναι δίκαιο και πρόσφορο για το δικαστήριο να εκδώσει τα αιτούμενα διατάγματα, εφόσον ο Αιτητής ο οποίος λόγω ηλικίας βρίσκεται στο λυκόφως της ζωής του, θα πρέπει να συνεχίσει να διαμένει αποκλειστικά στον συζυγικό οίκο, για τον οποίο έχει δικαίωμα εφ’ όρου ζωής οίκησης και επικαρπίας, είτε ο γάμος ευδοκιμούσε είτε κατέρρεε, όπως και συνέβηκε.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η αίτηση γίνεται δεκτή. Θα πρέπει όμως να δοθεί και ένας λογικός χρόνος συμμόρφωσης της Καθ’ ης η αίτηση, τον οποίο καθορίζω στις δέκα (10) ημέρες.

 

Συνακόλουθα, εκδίδονται προσωρινά διατάγματα ως οι παράγραφοι Α, Β και Γ της μονομερούς αίτησης.

 

Τα παρόντα προσωρινά διατάγματα αρχίζουν την εφαρμογή τους μετά την πάροδο 10 ημερών από την επίδοσή τους στην Καθ’ ης η αίτηση και ισχύουν μέχρι περατώσεως της εναρκτήριας αίτησης ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου.

 

Τα έξοδα, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο επιδικάζονται υπέρ του Αιτητή και εναντίον της Καθ' ης η αίτηση, καταβλητέα όμως μετά το πέρας της εναρκτήριας αίτησης.

 

 

(Υπ.)………………………………

        Μ. Τσαγγαρίδης

Πρόεδρος Οικογενειακού Δικαστηρίου

/ΚΤ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο