
ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑ
ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Σ. Νεοφύτου, Δ.
Αρ. Αίτησης: 343 /23
Μεταξύ:
Ι.Μ.
Αιτητής
Και
M.Ε.Κ.
Καθ’ ης η αίτηση
Ημερομηνία: 22 Μαΐου 2025
Εμφανίσεις:
Για τον Αιτητή: Αυγ. Τσάρκατζιης για Χρίστος Πατσαλίδης ΔΕΠΕ
Για την Καθ’ ης η αίτηση: Στ. Κ. Αυγουστή για Στυλιανός Κ. Αυγουστή και Συνεργάτες
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Αντικείμενο της παρούσας απόφασης αποτελεί το αίτημα του Αιτητή για καθορισμό της συνεισφοράς της Καθ’ ης η αίτηση στα έξοδα διατροφής και συντήρησης του ανήλικου τέκνου τους Α. στο ποσό των €500 μηνιαίως.
Η ακρόαση της αίτησης διεξήχθη με την καταχώριση έγγραφης μαρτυρίας. Οι διάδικοι κατέθεσαν τη μαρτυρία τους υπό μορφή ενόρκων δηλώσεων, επί των οποίων αμφότεροι επισύναψαν τα αναγκαία κατά την κρίση τους τεκμήρια προς απόδειξη των ισχυρισμών τους. Η ακρόαση ολοκληρώθηκε με τις γραπτές αγορεύσεις των ευπαίδευτων συνηγόρων των διαδίκων.
Προτού προχωρήσω με την παράθεση της μαρτυρίας των διαδίκων, κρίνω σκόπιμο να τονίσω ότι η εκατέρωθεν μαρτυρία θα αξιολογηθεί, λαμβάνοντας υπόψη τις παραμέτρους που θέτουν τα αρ. 33 (1) και 37 του Περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου, Ν. 216/90, επί των οποίων καθορίζεται η συνεισφορά των υπόχρεων γονέων στην διατροφή των ανηλίκων τέκνων τους. Οι παράμετροι αυτοί είναι από την μία οι ανάγκες του δικαιούχου και από την άλλη οι δυνάμεις των υπόχρεων γονέων.
Έτσι, οι ισχυρισμοί των διαδίκων που σχετίζονται με τους λόγους που δεν εφαρμόζεται το διάταγμα επικοινωνίας της Καθ’ ης η αίτηση με την ανήλικη και οι ισχυρισμοί που σχετίζονται με άλλες δικαστικές διαδικασίες που εκκρεμούν μεταξύ των διαδίκων, δεν θα ληφθούν υπόψη, ως άσχετοι με τα επίδικα θέματα, χωρίς βεβαίως να σημαίνει ότι αυτοί αγνοούνται.
Μέσα από τη δικογραφία αλλά και τη σχετική με αυτή μαρτυρία που έχει τεθεί ενώπιον μου, προκύπτουν ως παραδεκτά γεγονότα τα πιο κάτω:
· Οι διάδικοι είναι Έλληνες υπήκοοι. Από το καλοκαίρι του 2022 ο Αιτητής διαμένει μόνιμα στην Κύπρο με την ανήλικη Α. Η Καθ’ ης η αίτηση διαμένει στην Ελλάδα. Η ανήλικη είναι 10 ετών.
· Οι διάδικοι τέλεσαν πολιτικό γάμο στις 31.10.2009. Ο γάμος τους λύθηκε με απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών στις 08.04.2021.
· Με απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών ημερομηνίας 21.03.2022 η επιμέλεια της ανήλικης ανατέθηκε στον Αιτητή (τεκμήριο 1 μαρτυρίας Αιτητή).
· Με απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών ημερομηνίας 14.08.2023, αναγνωρίστηκε ως προσωρινός τόπος διαμονής της ανήλικης η Λευκωσία και καθορίστηκε το δικαίωμα επικοινωνίας της Καθ’ ης η αίτηση (τεκμήριο 3 μαρτυρίας Αιτητή.)
· Τα εισοδήματα του Αιτητή είναι της τάξεως των €2.000 μηνιαίως.
Τα πιο πάνω παραδεκτά γεγονότα καθίστανται και ευρήματα του Δικαστηρίου.
Νομική Πτυχή
Σύμφωνα με το άρθρο 33(1) του Περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990 (Νόμος 216/90) οι γονείς έχουν υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους από κοινού ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του. Καθιερώνεται έτσι η αρχή της υποχρέωσης και των δύο γονέων για την από κοινού διατροφή των ανήλικων τέκνων τους, αναλόγως των δυνάμεων τους (Π. Μαρκουλίδη v. Α. Μαρκουλίδη κ.α (1998) 1 ΑΑΔ 1386).
Το άρθρο 37 (1) του Νόμου αναφέρει ότι η διατροφή προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του δικαιούχου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του και τις οικονομικές δυνατότητες που υπάρχουν για διατροφή προσώπου, ενώ το άρθρο 37 (2) ορίζει ότι η διατροφή περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση και ευημερία του δικαιούχου και επιπλέον, ανάλογα με την περίπτωση, τα έξοδα για την εν γένει εκπαίδευσή του.
Οικονομικές δυνάμεις Καθ’ ης η αίτηση
Οι οικονομικές δυνάμεις του Αιτητή δεν αμφισβητούνται, ως έχει ήδη αναφερθεί και λαμβάνεται υπόψη ότι αυτές είναι της τάξεως των €2.000 μηνιαίως.
Συνεπώς ό,τι παραμένει προς εξέταση είναι οι οικονομικές δυνάμεις της Καθ’ ης η αίτηση. Αντλώ καθοδήγηση από την νομολογία, σύμφωνα με την οποία στη διαδικασία εξέτασης αιτήσεων για καθορισμό της συνεισφοράς στη διατροφή ανηλίκων οι γονείς έχουν την ευθύνη να προβαίνουν σε πλήρη και αληθινή αποκάλυψη των οικονομικών τους πόρων και δυνατοτήτων, έτσι ώστε να καθορίζεται ανάλογα και η υποχρέωση τους για καταβολή ενός ποσού. Στην υπόθεση Δημητρίου V. Περδίου (2005) 1 Α.Α.Δ.1418 αναφέρθηκαν τα εξής σχετικά:
«όπως έχει η σχετική Νομοθετική διάταξη (αρ.33(1) Ν.216/1990) η υποχρέωση για διατροφή των ανηλίκων τέκνων μιας οικογένειας ανήκει και στους δύο γονείς, ανάλογα με την οικονομική κατάσταση του καθενός. Έχουν και οι δύο υποχρέωση όπως προβαίνουν σε πλήρη και ειλικρινή αποκάλυψη των πραγματικών τους εισοδημάτων και όχι μόνο των εξόδων τους. Στην υπόθεση Ette v. Ette (1965) 1 AII E.R. 341, 346 έχει λεχθεί ότι όταν ο καθ’ ου η αίτηση δεν προβαίνει ο ίδιος σε ειλικρινή και πλήρη αποκάλυψη σχετικά με την οικονομική του κατάσταση, τότε το Δικαστήριο μπορεί λαμβάνοντας υπόψη την φύση του επαγγέλματος του και το τι κερδίζουν οι άλλοι στο ίδιο επάγγελμα, να υπολογίσει ότι ο καθ’ ου η αίτηση έχει ψηλότερα, απ’ ότι ισχυρίζεται, εισοδήματα. Η αρχή αυτή συνάδει και με τον κανόνα ότι εκεί που κάποιος έχει την αποκλειστική γνώση των γεγονότων, οφείλει να τα αποδείξει. (βλ. Tarapoulouzis v. District Officer (1962) C.L.R. 91 και Μαρκουλίδης V. Μαρκουλίδη κ.α (1998) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1386,1390) Επομένως, σε υποθέσεις διατροφής των ανηλίκων τέκνων μια οικογένειας, η οικονομική δυνατότητα του καθενός από τους γονείς δεν είναι θέμα που πρέπει να αποδεικνύεται από τον αιτητή ή την αιτήτρια, ανάλογα με την περίπτωση αλλά θέμα αληθινής αποκάλυψης από τους ίδιους τους γονείς, των αντιστοίχων εισοδημάτων τους. Το δε Δικαστήριο προβαίνει σε πλήρη έρευνα αυτών των στοιχείων. Περαιτέρω αναφέρουμε ότι από σχετική νομολογία φαίνεται ότι το Δικαστήριο μπορεί να λάβει υπόψη όχι μόνο τα πραματικά εισοδήματα αλλά και την ικανότητα του καθ’ ου η αίτηση να κερδίζει (his potential earning capacity) (Βλ.Klucinsky v. Klucinsky (1953) 1 All E.R. 683 και McEwan v. McEwan (1972) 2 All E.R. 708)».
Ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι η Καθ’ ης η αίτηση είναι υπάλληλος σε υπεραγορά με μηνιαίο μισθό €780 και παράλληλα εργάζεται σε ινστιτούτο αισθητικής με εισόδημα ύψους €500 μηνιαίως. Λόγω του ότι είναι διαβητική λαμβάνει επίδομα ασθενείας ύψους €250 μηνιαίως. Η Καθ’ ης η αίτηση αν και στην Υπεράσπιση της αναφέρει ότι εργάζεται σε υπεραγορά με εισόδημα ύψους €700 μηνιαίως, στη μαρτυρία της ισχυρίζεται ότι από τον Ιούλιο του 2024 είναι άνεργη, παρά τις προσπάθειες της να εξεύρει εργασία. Ελάμβανε επίδομα ανεργίας εκ €500 μηνιαίως για κάποιο διάστημα και από τον Φεβρουάριο του 2025 δεν έχει κανένα εισόδημα. Αρνείται ότι λαμβάνει οποιοδήποτε επίδομα ασθενείας και ότι εργάζεται σε ινστιτούτο αισθητικής, εξηγώντας ότι η αναπηρία της δεν της το επιτρέπει. Κατέθεσε ως τεκμήριο 9 βεβαίωση από τη Δημόσια Υπηρεσία Απασχόληση Ελλάδος, όπου αναφέρεται ότι είναι άνεργη από τις 26.07.24 μέχρι τις 05.12.2024, ως τεκμήριο 10 βεβαίωση από τη Δημόσια Υπηρεσία Απασχόληση Ελλάδος, όπου αναφέρεται ότι είναι από άνεργη τις 26.07.24 μέχρι τις 20.03.2025 και ως τεκμήριο 11, γνωστοποίηση αποτελέσματος πιστοποίησης αναπηρίας, η οποία, όπως ισχυρίζεται η Καθ’ ης η αίτηση, πιστοποιεί την αναπηρία της. Σημειώνεται ωστόσο, ότι το σχετικό τεκμήριο είναι τόσο δυσανάγνωστο που δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό το περιεχόμενο του.
Η καθ’ ης η αίτηση αναφέρεται στα έξοδα διαβίωσης και ιατροφαρμακευτικής της περίθαλψης τα οποία επωμίζεται αποκλειστικά ο νυν σύζυγος της καθώς και στα έξοδα μετάβασης της στην Κύπρο για σκοπούς άσκησης του δικαιώματος επικοινωνίας της με την ανήλικη. Ισχυρίζεται ότι λόγω της οικονομικής της αδυναμίας είναι αδύνατο πλέον να μεταβαίνει στην Κύπρο αλλά και να συνεισφέρει οποιοδήποτε ποσό στα έξοδα διατροφής της ανήλικης.
Σημειώνεται αρχικά ότι οι ισχυρισμοί της Καθ’ ης η αίτηση ότι είναι άνεργη δεν έχουν δικογραφηθεί και ως εκ τούτου δεν δύναται να ληφθούν υπόψη από το Δικαστήριο (βλ. Αντώνης Σαλαχώρη v. Αργυρούλα Παναγιώτου, Πολ. Έφεση 257/2010). Το ίδιο ισχύει και για τα σχετικά τεκμήρια που κατέθεσε. Όπως είναι δε πάγια νομολογημένο, οι αγορεύσεις των διαδίκων δεν αποτελούν μέσο προσαγωγής μαρτυρίας ή διεύρυνσης των επίδικων θεμάτων (βλ. Μισιρλής ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1995) 3 ΑΑΔ 379, Κοινότης Λυσού ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) (3) ΑΑΔ 537). Ως εκ τούτου, η αναφορά των πιο πάνω ισχυρισμών στις γραπτές αγορεύσεις του συνηγόρου της Καθ’ ης η αίτηση δεν τους καθιστά μέρος της μαρτυρίας.
Ανεξαρτήτως των πιο πάνω, σημειώνεται ότι στον καθορισμό της συνεισφοράς του υπόχρεου προς διατροφή γονέα, σημασία έχει η οικονομική του δυνατότητα και όχι ότι επέλεξε να διαμορφώσει ώστε να διατηρείται σε κατάσταση αδυναμίας που να μην του επιτρέπει να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του (βλ. Re H. Ηλία (1997) 1ΑΑΔ 1372).
Περαιτέρω, όπως αναφέρεται στην απόφαση Μαρκουλίδης (βλ. ανωτέρω), αν ο υπόχρεος επιλέξει να μη βοηθήσει το Δικαστήριο στη διακρίβωση της οικονομικής του δυνατότητας, αυτό δεν σημαίνει πως μπορεί η στάση του αυτή να χρησιμοποιηθεί και ως επιχείρημα περί ελλείψεως μαρτυρίας. Το Δικαστήριο οφείλει να ενεργήσει στη βάση των στοιχείων που έχει ενώπιον του. Στη διαδικασία εκδίκασης αιτήσεων διατροφής είναι ευθύνη του υπόχρεου να προβεί σε πλήρη και αληθή αποκάλυψη των οικονομικών του πόρων και δυνατοτήτων, ώστε να καθοριστεί η υποχρέωσή του σύμφωνα με το νόμο.
Από τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου η Καθ’ ης η αίτηση κρίνεται ικανή προς εργασία. Η αναπηρία που ισχυρίζεται ότι έχει δεν την εμπόδιζε να εργάζεται προ διετίας σε υπεραγορά. Ο ισχυρισμός της ότι τότε ελάμβανε το ποσό των €700 μηνιαίως δεν τεκμηριώνεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο. Είχε υποχρέωση να αποκαλύψει ειλικρινώς τα εισοδήματα που ελάμβανε, ούτως ώστε να βοηθήσει το Δικαστήριο να διαμορφώσει σαφή εικόνα ως προς αυτά. Ο δε ισχυρισμός της ότι λαμβάνει οικονομική βοήθεια από το νυν σύζυγο της, με εισοδήματα της τάξεως των €1.000 μηνιαίως παρέμεινε στη σφαίρα της αοριστίας. Εν πάση περιπτώσει, οι σχετικοί ισχυρισμοί δεν την απαλλάσσουν από την ευθύνη και την υποχρέωση που έχει προς το ανήλικο τέκνο της να εξασφαλίζει εισοδήματα για να ανταποκρίνεται στις ανάγκες του ανάλογα με τις δυνάμεις της, όσο περιορισμένες κι’ αν είναι αυτές.
Ως προς τους ισχυρισμούς του Αιτητή ότι η Καθ’ ης η αίτηση λαμβάνει επιπλέον εισοδήματα από δεύτερη εργασία δεν γίνονται αποδεκτοί ως γενικοί και αόριστοι.
Ακολουθώντας όσα λέχθηκαν στην Μαρκουλίδη, έχοντας ως δεδομένο ότι το Δικαστήριο μπορεί να λάβει υπόψη όχι μόνο τα πραγματικά εισοδήματα αλλά και την ικανότητα ενός ατόμου να κερδίζει, λαμβάνοντας δε υπόψη ότι η Καθ’ ης η αίτηση είναι ικανή προς εργασία, κατέληξα ότι η εισοδηματική της ικανότητα δεν μπορεί να είναι κατώτερη από €800 μηνιαίως, ως ένα ελάχιστο ποσό αμοιβής για απασχόληση σε υπεραγορά.
Έξοδα διατροφής και συντήρησης ανήλικης Α.
Κατωτέρω θα εξετάσω τις ανάγκες της ανήλικης, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής της, λαμβάνοντας υπόψη ότι η διατροφή περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση και ευημερία του δικαιούχου και επιπλέον, ανάλογα με την περίπτωση, τα έξοδα για την εν γένει εκπαίδευση του (βλ. αρ. 37 του Ν.216/90).
Στο σύγγραμμα «Οικογενειακό Δίκαιο», τρίτη έκδοση, έκδοση του 2022, στην σελ. 766, ο Απόστολος Σ. Γεωργιάδης αναφέρει αναλυτικά τι περιλαμβάνει η διατροφή του δικαιούχου, απόσπασμα το οποίο παραθέτω αυτούσιο:
«1. Ανάγκες του δικαιούχου
Η διατροφή περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση του δικαιούχου και επιπλέον τα έξοδα για την ανατροφή, καθώς και την επαγγελματική και την εν γένει εκπαίδευση του (πλήρης διατροφή: ΑΚ 1493 εδ. β΄). Στο περιεχόμενο της διατροφής περιλαμβάνονται ειδικότερα βιοτικές ανάγκες του δικαιούχου που είτε υφίστανται πραγματικά κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής είτε μπορούν με βεβαιότητα να προβλεφθούν μελλοντικά. Η διατροφή λοιπόν περιλαμβάνει κάθε αναγκαία βιοτική δαπάνη: τροφή, στέγη, ένδυση, θέρμανση, φωτισμό, λοιπά λειτουργικά έξοδα της οικίας διαμονής, ψυχαγωγία, μόρφωση (π.χ. αγορά βιβλίων), διαπαιδαγώγηση, νοσηλεία και δαπάνες ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, παραθέριση, συγκοινωνία και επικοινωνία. Ιδίως περιλαμβάνονται δαπάνες θεωρητικής, επαγγελματικής ή τεχνικής μόρφωσης, ακόμη και μεταπτυχιακές σπουδές.»
Όπως έχει υποδειχθεί από τη νομολογία του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου (Παναγιώτου v. Σφικτού (2001) 1 ΑΑΔ 625), το μέτρο της διατροφής δεν μπορεί να εξευρεθεί με απόλυτους αριθμούς. Η κοινή λογική και η πείρα της ζωής είναι παράγοντες οι οποίοι διαδραματίζουν ρόλο στην καλύτερη αντίληψη των γεγονότων προς εντοπισμό των πραγματικών αναγκών συγκεκριμένων ατόμων. Το Δικαστήριο, εξετάζοντας και καθορίζοντας το εύλογο των κονδυλίων που απαιτούνται για τη διατροφή και συντήρηση του δικαιούχου δεν είναι υποχρεωμένο να υπεισέρχεται σε λεπτομέρειες που να οδηγούν σε υπολογισμό με σεντς, αλλά θα πρέπει να σταθμίζει τις ανάγκες (βλ. Μαρκουλίδης ν. Μαρκουλίδης κ.ά. (1989) 1 ΑΑΔ 1386, Κορελλίδης ν. Κορελλίδη (2012) 1 ΑΑΔ 1975, Παναγιώτου ν. Σφικτού (2001) 1 ΑΑΔ 625, Χαραλάμπους ν. Χαραλάμπους (2010) 1 (Β) ΑΑΔ 951). Έτσι, κονδύλια που κατ’ ισχυρισμό απαιτούνται για την κάλυψη συγκεκριμένων αναγκών μπορεί να μη γίνουν αποδεκτά είτε επειδή δεν έχουν αποδειχθεί είτε επειδή μπορεί να κριθεί ότι δεν εμπίπτουν στις βασικές ανάγκες διατροφής ενός ανηλίκου. Στις περιπτώσεις που διαφαίνεται ότι έξοδα παρουσιάζονται διογκωμένα, το Δικαστήριο οφείλει να καθορίσει ένα εύλογο υπό τις περιστάσεις ποσό. Επισημαίνω δε ότι με βάση την απόφαση Μαρκουλίδης, το Δικαστήριο δεν δεσμεύεται από τη μαρτυρία των διαδίκων και οφείλει να ασχοληθεί με το εύλογο των κονδυλίων. Κάποια έξοδα όπως είναι η διατροφή, ένδυση και υπόδηση, η ψυχαγωγία, τα μεταφορικά έξοδα ή το χαρτζιλίκι των παιδιών είναι έξοδα τα οποία δεν είναι δυνατό να αμφισβητηθούν ως πραγματικό γεγονός. Στην απουσία σχετικών τεκμηρίων το Δικαστήριο εξακολουθεί να έχει τη δυνατότητα να καθορίσει ένα εύλογο ποσό για την κάλυψη τους. Ωστόσο, όταν αξιώνεται συνεισφορά σε ειδικότερο κονδύλι, όπως είναι για παράδειγμα οι αθλητικές δραστηριότητες, τα φροντιστήρια ή άλλα σχετικά έξοδα, αυτά πρέπει να τεκμηριώνονται επαρκώς.
Συνεπώς, το κονδύλι που αφορά στα έξοδα γενικού αθλητισμού του σχολείου δε δύναται να συνυπολογιστεί στα μηνιαία έξοδα της Α. καθότι ο Αιτητής δεν έχει παρουσιάσει σχετικές αποδείξεις πληρωμής. Αναφορικά με το κολυμβητήριο, το οποίο επίσης δεν τεκμηριώνεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο, θα λάβω υπόψη μου το ποσό των €40 το οποίο είναι παραδεκτό από την Καθ’ ης η αίτηση.
Ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι για τη διατροφή και συντήρηση της ανήλικης Α., απαιτείται μηνιαίως το συνολικό ποσό των €1.850 περίπου. Η βασική θέση της Καθ’ ης η αίτηση είναι ότι τα ποσά που καταγράφει ο Αιτητής αναλυτικά είναι υπέρογκα και δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Προβαίνει σε σχολιασμό κάποιων επιμέρους κονδυλίων και καταγράφει τα ποσά που θεωρεί η ίδια ως λογικά. Σύμφωνα με τα λεγόμενα της τα έξοδα της Α. μπορούν να καλυφθούν με το ποσό των €540 μηνιαίως. Είναι εμφανές ότι η Καθ’ ης η αίτηση προσπαθεί να παρουσιάσει μειωμένες τις ανάγκες της ανήλικης σε αντίθεση με τον Αιτητή που ως επί το πλείστον καθορίζει τα έξοδα της σε λογικά επίπεδα.
Ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι για τη διατροφή, τη σίτιση δηλαδή της ανήλικης Α. ξοδεύει μηνιαίως το ποσό των €250. Στο ποσό αυτό συμπεριλαμβάνει αγορές από υπεραγορές, περίπτερο, φούρνο κτλ. Σχετικό είναι το τεκμήριο 8 που κατέθεσε, δέσμη αποδείξεων διάφορων αγορών. Η Καθ’ ης η αίτηση υποστηρίζει ότι η ανάγκη αυτή καλύπτεται με €100 μηνιαίως, ποσό το οποίο κρίνεται μη ικανοποιητικό. Αντίθετα με τους διαδίκους, κρίνεται ότι ένα ποσό της τάξεως των €200 μηνιαίως είναι αρκούντως ικανοποιητικό και εύλογο για την κάλυψη της ανάγκης αυτής.
Ο Αιτητής καθορίζει την αναλογία της ανήλικης στα λειτουργικά έξοδα της οικίας που διαμένουν στο ποσό των €100 μηνιαίως, ποσό το οποίο δεν αμφισβητείται από την Καθ’ ης η αίτηση. Κρίνεται δε εύλογο και λαμβάνεται υπόψη στο μηνιαία έξοδα της ανήλικης.
Ως ο Αιτητής αναφέρει, η ανήλικη φοιτούσε σε ιδιωτικό σχολείο με δίδακτρα ύψους €233 μηνιαίως και από το Σεπτέμβριο του 2024 φοιτά πλέον σε δημόσιο σχολείο. Προς απόδειξη των ισχυρισμών του κατέθεσε ως τεκμήριο 12 επιστολή όπου αναφέρονται τα δίδακτρα και βεβαίωση εγγραφής και φοίτησης για το έτος 2022-2023. Η Καθ’ ης η αίτηση υποστηρίζει ότι ο Αιτητής δε δύναται να αξιώνει τη συνεισφορά της στο κονδύλι αυτό, εφόσον η ανήλικη πλέον φοιτά σε δημόσιο σχολείο.
Ο Αιτητής δεν έδωσε κάποια εξήγηση για την αναγκαιότητα εγγραφής της ανήλικης σε ιδιωτικό σχολείο. Όπως ο ίδιος αναφέρει στη μαρτυρία του, δεν μπορούσε να ανταποκριθεί οικονομικά και αναγκάστηκε να διακόψει τη φοίτηση της. Η απόφαση του να επιλέξει το συγκεκριμένο σχολείο με το κόστος που αναφέρει, δεν πρέπει να επιβαρύνει την Καθ’ ης η αίτηση οικονομικά, της οποίας τα εισοδήματα είναι περιορισμένα σε σχέση με τα δικά του. Συνεπώς, δεν προτίθεμαι να συμπεριλάβω το κονδύλι αυτό στα μηνιαία έξοδα της ανήλικης, έστω και αναδρομικά.
Για την ένδυση και υπόδηση της ανήλικης ο Αιτητής υποστηρίζει ότι απαιτείται το ποσό των €50 και επιπλέον το ποσό των €30 περίπου μηνιαίως για την αγορά σχολικών στολών. Η Καθ’ ης η αίτηση υποστηρίζει ότι €20 επαρκούν για όλα τα πιο πάνω και ότι δεν απαιτείται κονδύλι για σχολικές στολές εφόσον η ανήλικη φοιτά σε δημόσιο σχολείο.
Λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία της Α. και ότι η ανάγκη ένδυσης και υπόδησης στην οποία αδιαμφισβήτητα συμπεριλαμβάνεται και η αγορά σχολικού ρουχισμού είναι δεδομένη, καθημερινή και τρέχουσα, εφόσον τα παιδιά μεγαλώνουν και αναπτύσσονται με ραγδαίους ρυθμούς, κρίνω ως εύλογο το ποσό των €70 μηνιαίως. Το γεγονός ότι η ανήλικη φοιτά σε δημόσιο σχολείο δεν την απαλλάσσει από την υποχρέωση να τηρεί τους κανόνες του σχολείου που θέλουν τους μαθητές να φορούν συγκεκριμένη στολή.
Για την ιδιωτική ιατροφαρμακευτική ασφάλεια της ανήλικης δεν προτίθεμαι να συνυπολογίσω κάποιο ποσό λόγω της εφαρμογής του Γενικού Συστήματος Υγείας (ΓΕΣΥ) και την παροχή στην ουσία δωρεάν ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, για τις πλείστες ειδικότητες. Ενόψει τούτου, η απόφαση του Αιτητή να διατηρήσει σε ισχύ την ασφάλεια υγείας της ανήλικης δεν πρέπει κατά την κρίση μου να επιβαρύνει οικονομικά την Καθ’ ης αίτηση.
Για τις κοινωνικές υποχρεώσεις και τα έξοδα ψυχαγωγίας της ανήλικης, ο Αιτητής υποστηρίζει ότι απαιτείται το ποσό των €50 μηνιαίως σε αντίθεση με την Καθ’ ης η αίτηση που υποστηρίζει ότι επαρκεί το ποσό των €40. Έχοντας ως δεδομένη την ανάγκη των παιδιών να ψυχαγωγούνται με διάφορους τρόπους και ταυτόχρονα να κοινωνικοποιούνται με άλλα άτομα της ηλικίας τους, να λαμβάνουν μέρος σε διάφορες δράσεις και εκδηλώσεις του σχολικού τους περιβάλλοντος και να περνούν χρόνο με τους φίλους τους εκτός της οικίας και του σχολείου τους, κρίνω ως λογικό ποσό για τη κάλυψη της ανάγκης αυτής, το ποσό των €50.
Τα έκτακτα ή απρόβλεπτα έξοδα της ανήλικης ο Αιτητής τα καθορίζει στο ποσό των €30, η δε Καθ’ ης η αίτηση θεωρεί ότι δεν υφίσταται αυτό το κονδύλι. Παρά το ότι ο Αιτητής δεν εξειδικεύει με τη μαρτυρία του σε τι αφορά το ποσό αυτό, θα το συμπεριλάβω στα μηνιαία έξοδα της Α., εφόσον είναι λογικό και αναμενόμενο καθημερινά να προκύπτουν πολλά απρόβλεπτα και έκτακτα έξοδα, τα οποία δεν είναι δυνατό να συμπεριληφθούν εξαντλητικά σε ένα διάταγμα διατροφής, έξοδα τα οποία συνήθως καλείται να καλύψει ο γονέας με τον οποίο διαμένουν τα παιδιά.
Οι διάδικοι συμφωνούν ότι ανήλικη έχει διαγνωσθεί με διαταραχή αυτιστικού φάσματος. Ο Αιτητής υποστηρίζει ότι απαιτείται το ποσό των €445 μηνιαίως για λογοθεραπεία, εργοθεραπεία, παιδοψυχολόγο και ειδική παιδαγωγό. Ισχυρίζεται ότι απαιτείται εργοθεραπεία 2 φορές την εβδομάδα με κόστος €30 την θεραπεία, συνολικά δηλαδή €240 μηνιαίως, ποσό το οποίο δεν καλύπτεται από το ΓΕΣΥ όπως ο ίδιος αναφέρει. Κατέθεσε ως τεκμήριο 9 αποδείξεις πληρωμής, ως τεκμήριο 10 έκθεση πραγματογνωμοσύνης από ψυχοθεραπεύτρια και ως τεκμήριο 11 έκθεση από δάσκαλο ειδικής αγωγής. Χρειάζεται επίσης λογοθεραπεία δύο φορές την εβδομάδα με κόστος €50 τον μήνα. Όπως αναφέρει, το ΓΕΣΥ καλύπτει μόνο 36 συνεδρίες και τις υπόλοιπες τις καλύπτει ο ίδιος. Κατέθεσε ως τεκμήριο 13 απόδειξη είσπραξης για το έτος 2023 και ως τεκμήριο 14 αξιολόγηση από την λογοθεραπεύτρια που παρακολουθεί την ανήλικη. Για τα έξοδα ψυχολόγου και ειδικής παιδαγωγού δεν κάνει αναφορά στη μαρτυρία του, ούτε τεκμηριώνει καθ’ οιονδήποτε τρόπο τα ποσά που ισχυρίζεται, πλην της καταγραφής τους στον αναλυτικό πίνακα εξόδων. Συνεπώς δεν θα συμπεριληφθούν στα μηνιαία έξοδα της ανήλικης.
Η Καθ’ ης αίτηση απορρίπτει όλα τα πιο πάνω ποσά με την δικαιολογία ότι καλύπτονται από το ΓΕΣΥ ή επιστρέφονται στον Αιτητή, χωρίς να δίδει οιαδήποτε εξήγηση ως προς τη θέση της αυτή. Δεν αρνείται ότι η ανήλικη χρήζει εργοθεραπείας και λογοθεραπείας, σε ό,τι ενίσταται είναι στο κόστος και στην αξίωση του Αιτητή να συνεισφέρει η ίδια στα έξοδα αυτά. Αναφορικά με την εργοθεραπεία και με βάση τα τεκμήρια που κατέθεσε ο Αιτητής, αποδέχομαι τη μαρτυρία του ότι η ανήλικη κάνει εβδομαδιαίως 2 συναντήσεις με κόστος €30 εκάστη, ήτοι €240 μηνιαίως. Αποτελεί δικαστική γνώση ότι οι θεραπείες αυτές διακόπτονται κατά τον μήνα Αύγουστο, ως εκ τούτου λαμβάνεται υπόψη το ποσό των €220 μηνιαίως. Για τη λογοθεραπεία και με βάση το τεκμήριο 13, αποδέχομαι ότι κατ’ έτος ο Αιτητής καταβάλλει το ποσό των €600, ήτοι €50 μηνιαίως.
Τέλος, ο Αιτητής καθορίζει την αναλογία της ανήλικης στα έξοδα ενοικίου στο ποσό των €365 μηνιαίως ενώ η Καθ΄ ης η αίτηση υποστηρίζει ότι επαρκεί το ποσό των €200 μηνιαίως. Προς απόδειξη των ισχυρισμών του ο Καθ’ ου η αίτηση κατέθεσε ως τεκμήριο 6 αντίγραφο ενοικιαστηρίου εγγράφου. Ισχυρίζεται ότι από τις 07.08.2024 το ενοίκιο αυξήθηκε στα €780 μηνιαίως και προς τούτο κατέθεσε ως τεκμήριο 7 ενοικιαστήριο έγγραφο ημερομηνίας 07.08.2024.
Αδιαμφισβήτητα η ανάγκη στέγασης αποτελεί βασική βιοτική ανάγκη των ανηλίκων (βλ. ανωτέρω απόσπασμα από το σύγγραμμα του Απόστολου Γεωργιάδη αναφορικά με τα έξοδα ανηλίκων και αποφάσεις Α.Γ. v. Σ-Α-Τ, Έφεση Αρ. 36/18, ημερομηνίας 07.05.20, Λ.Λ. v. I.S. Έφεση Αρ. 37/2015, ημερομηνίας 04.09.2018). Συγκεκριμένα στην απόφαση Λ.Λ. v. I.S, αναφέρθηκαν τα εξής σχετικά:
«Έχουμε εξετάσει την πρωτόδικη απόφαση υπό το πρίσμα της εκατέρωθεν επιχειρηματολογίας και καταλήξαμε ότι το παράπονο του εφεσείοντα για τη συμπερίληψη των δύο επιδίκων κονδυλίων στη διατροφή του ανηλίκου δεν ευσταθεί. Σύμφωνα με το άρθρο 37(2)[2] του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990 (Ν.216/90 όπως τροποποιήθηκε) η διατροφή περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία για τη συντήρηση και ευημερία του δικαιούχου και δεν μπορεί παρά στα «αναγκαία» να εμπίπτει και η στέγαση του. Το πρόβλημα που εγείρεται στην παρούσα εντοπίζεται στη θέση του ευπαιδεύτου πρωτόδικου Δικαστή ότι δεν θα «ακολουθήσει το λόγο της Παπαντωνίου», αντιλαμβανόμενος προφανώς ότι η εν λόγω αυθεντία εισήγαγε (γενική) νομική αρχή ότι «η καταβολή ενοικίου από τον γονέα με τον οποίο διαμένει το τέκνο δεν αποτελεί μέρος της διατροφής». Προσεκτική όμως μελέτη της υπό αναφορά απόφασης αποκαλύπτει ότι δεν καθιερώνει τέτοια αρχή. Και αυτό εφόσον αναγνωρίζει ότι «το ενοίκιο ως καταναλωτικό έξοδο» είναι δυνατό να συνυπολογιστεί στη διατροφή στην περίπτωση που « θα βαρυνόταν ο έχων τη φύλαξη του ανηλίκου, πρόσθετα από αυτό της ανάγκης στέγασης του ιδίου.». Δηλαδή - όπως το αντιλαμβανόμαστε - το ενοίκιο που καταβάλλει ο έχων τη φύλαξη του ανηλίκου γονέας δεν αποτελεί μέρος της διατροφής, μόνο στην περίπτωση που αυτός δεν επιβαρύνεται επιπρόσθετα των εξόδων της δικής του στέγασης και με έξοδα στέγασης του ανηλίκου. Η παρούσα όμως περίπτωση δεν είναι τέτοια. Οι ανάγκες στέγασης της εφεσίβλητης θα μπορούσαν να ικανοποιηθούν με ενοικίαση μικρότερου διαμερίσματος, με μικρότερο ενοίκιο, ενώ η ύπαρξη και του ανηλίκου απαιτούσαν ενοικίαση μεγαλύτερου διαμερίσματος με ανάλογη αύξηση όλων των εξόδων.»
Ομοίως και στην υπό κρίση περίπτωση, οι ανάγκες στέγασης του Αιτητή θα μπορούσαν να καλυφθούν με την ενοικίαση διαμερίσματος με μικρότερο ενοίκιο. Ως ο γονέας που έχει υπό τη φύλαξη του την ανήλικη αναγκαστικά ενοικιάζει μεγαλύτερο διαμέρισμα για να εξυπηρετεί και τις ανάγκες του παιδιού. Όπως και ο ίδιος αναφέρει στη μαρτυρία του, επέλεξε το συγκεκριμένο διαμέρισμα επειδή είναι ευρύχωρο και η ανήλικη έχει δικό της δωμάτιο με όλα της τα παιχνίδια. Με αυτά τα δεδομένα κρίνεται ότι η αναλογία της ανήλικης στο έξοδα του ενοικίου θα πρέπει να καθοριστεί στο ποσό των €200 μηνιαίως, ως εύλογο ποσό για την στέγαση της, επιπλέον της ανάγκης στέγασης του Αιτητή.
Με βάση όλα όσα έχω αναφέρει, αποτελεί εύρημα του Δικαστηρίου ότι το συνολικό μηνιαίο ποσό που απαιτείται για την κάλυψη των εξόδων διατροφής και συντήρησης της ανήλικης Α. ανέρχεται στο ποσό των €1.035 μηνιαίως.
Τα ποσό αυτά θα πρέπει να τα επωμιστούν οι διάδικοι, ο κάθε ένας ανάλογα με τις δυνάμεις του. Όπως έχω ήδη αναφέρει, κατέληξα ότι η εισοδηματική ικανότητα της Καθ’ ης η αίτηση δεν μπορεί να είναι κατώτερη των €800 μηνιαίως, ενώ τα εισοδήματα του Αιτητή είναι της τάξεως των €2.000 μηνιαίως.
Λαμβάνοντας υπόψη τη μεγάλη διαφορά στα εισοδήματα των διαδίκων και χωρίς να παραβλέπω ότι η διατροφή των ανηλίκων προηγείται κάθε άλλης υποχρέωσης, ένα κατ’ ελάχιστον ποσό διατροφής ύψους €200 μηνιαίως κρίνεται ως εύλογο και δίκαιο υπό τις περιστάσεις. Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται ότι η Καθ’ ης η αίτηση θα είναι σε θέση να καλύπτει και τις δικές της βασικές ανάγκες διαβίωσης.
Στη βάση όλων των πιο πάνω,
Α. Εκδίδεται διάταγμα με το οποίο η Καθ’ ης η αίτηση διατάσσεται όπως από 1.06.2025 και την πρώτη ημέρα κάθε επόμενου μήνα, με 7 ημέρες χάρη, καταβάλλει στον Αιτητή το ποσό των €200, ως η συνεισφορά της για τη διατροφή και συντήρηση του ανήλικου τέκνου της Α.
Β. Εκδίδεται διάταγμα, με το οποίο η Καθ’ ης η αίτηση διατάσσεται όπως καταβάλει το συνολικό ποσό των €3.600, ως εφάπαξ οφειλόμενη αναδρομική διατροφή για την περίοδο από 01.12.2023 μέχρι 31.05.2025.
Ένεκα της συσσώρευσης του ποσού της αναδρομικής διατροφής και επειδή εξακολουθεί να υφίσταται η υποχρέωση της Καθ’ ης η αίτηση να καταβάλλει το ποσό των €200 μηνιαίως ως διατροφή, το οφειλόμενο ποσό, η Καθ’ ης η αίτηση διατάσσεται να το καταβάλει δια μηνιαίων δόσεων ύψους €100 επιπλέον του ποσού της διατροφής, αρχής γενομένης από την 01.07.25, και κάθε αντίστοιχη ημέρα κάθε επόμενου μήνα, με 7 ημέρες χάρη, μέχρι εξοφλήσεως. Νοείται ότι παράλειψη πληρωμής οιασδήποτε δόσης, θα καθιστά ολόκληρο το ποσό άμεσα απαιτητό.
Τα έξοδα, εκτός όπου υπάρχει αντίθετη διαταγή, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο, επιδικάζονται υπέρ του Αιτητή και εναντίον της Καθ’ ης η αίτηση.
(Υπ.) ………………………..
Σ. Νεοφύτου, Δ.
ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο