Α.Σ. ν. Μ.Κ., Αρ. Αίτησης: 79/2024, 27/6/2025
print
Τίτλος:
Α.Σ. ν. Μ.Κ., Αρ. Αίτησης: 79/2024, 27/6/2025

 

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ:  Σ. Νεοφύτου, Δ.

 

                                                                                        Αρ. Αίτησης: 79/2024 (i)

Μεταξύ:

Α.Σ.

                                                                                                               Αιτήτριας

Και

 

Μ.Κ.

                    Καθ’ ου η αίτηση

Ημερομηνία:   27  Ιουνίου 2025

 

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για την Αιτήτρια: Χρ. Νεοφύτου για Νεοφύτου & Νεοφύτου Δ.Ε.Π.Ε

Για τον Καθ’ ου η αίτηση:  Μ. Π. Πογιατζή (κα)

 

 ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Οι διάδικοι είναι οι γονείς του ανήλικου Α. ηλικίας σήμερα 2 ετών. Από τον Ιανουάριο του 2024 βρίσκονται σε διάσταση και έκτοτε η Αιτήτρια και ο ανήλικος διαμένουν με τους γονείς της Αιτήτριας στην οικία τους.   

 

Αντικείμενο της παρούσας απόφασης αποτελεί το αίτημα της Αιτήτριας για τον καθορισμό της συνεισφοράς του Καθ’ ου η αίτηση στα έξοδα διατροφής και συντήρησης του ανήλικου τέκνου τους. Συγκεκριμένα, η Αιτήτρια με εναρκτήρια αίτηση ημερομηνίας 01.03.24 ζητά την έκδοση διατάγματος με το οποίο να διατάσσεται ο Καθ’ ου η αίτηση να της καταβάλλει μηνιαίως το ποσό των €384.

 

Στις 23.04.2024, εκδόθηκε εκ συμφώνου προσωρινό διάταγμα με το οποίο ο Καθ’ ου η αίτηση διατάχθηκε να καταβάλλει στην Αιτήτρια από 01.04.2024, την πρώτη ημέρα κάθε επόμενου μήνα, το ποσό των €250 ως συνεισφορά του στη διατροφή και συντήρηση του ανήλικου τέκνου του. 

 

Η ακρόαση της αίτησης διεξήχθη με την καταχώριση έγγραφης μαρτυρίας. Για την Αιτήτρια κατέθεσε έγγραφη μαρτυρία  η ίδια, η μητέρα της, ο πατέρας της και ο σύζυγος της αδελφής της, οι οποίοι υιοθέτησαν την μαρτυρία της Αιτήτριας.  Εκ μέρους του Καθ’ ου η αίτηση κατέθεσε έγγραφη μαρτυρία ο ίδιος, η μητέρα του και ο συμβίος της. Με τη μαρτυρία τους επανέλαβαν μέρος των ισχυρισμών του Καθ’ ου η αίτηση.

 

Η ακρόαση ολοκληρώθηκε με τις γραπτές αγορεύσεις των ευπαίδευτων συνηγόρων των διαδίκων. Ουδείς εκ των μαρτύρων αντεξετάστηκε.

 

Νομική Πτυχή

 

Σύμφωνα με το άρθρο 33 (1) του Περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990 (Νόμος 216/90) οι γονείς έχουν υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους από κοινού, ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του. Καθιερώνεται έτσι η αρχή της υποχρέωσης και των δύο γονέων για την από κοινού διατροφή των ανήλικων τέκνων τους, αναλόγως των δυνάμεων τους (Π. Μαρκουλίδη v. Α. Μαρκουλίδη κ.α (1998) 1 ΑΑΔ 1386).

 

Το άρθρο 37 (1) του Νόμου αναφέρει ότι η διατροφή προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του δικαιούχου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του και τις οικονομικές δυνατότητες που υπάρχουν για διατροφή προσώπου, ενώ το άρθρο 37 (2) του Νόμου ορίζει ότι η διατροφή περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση και ευημερία του δικαιούχου και επιπλέον, ανάλογα με την περίπτωση, τα έξοδα για την εν γένει εκπαίδευσή του.

 

Η εκατέρωθεν μαρτυρία θα αξιολογηθεί λαμβάνοντας υπόψη τις παραμέτρους που θέτουν τα άρθρα 33 (1) και 37 του Νόμου, ήτοι  τις ανάγκες του δικαιούχου και τις δυνάμεις των υπόχρεων γονέων. Έτσι, οι ισχυρισμοί των διαδίκων που σχετίζονται με την υπαιτιότητα και τους λόγους κατάρρευσης του γάμου τους, τις διαφορές τους αναφορικά με το δικαίωμα επικοινωνίας του Καθ’ ου η αίτηση, δεν θα ληφθούν υπόψη, ως άσχετοι με τα επίδικα θέματα, χωρίς βεβαίως να σημαίνει ότι αυτοί αγνοούνται.

 

Οικονομικές Δυνάμεις Διαδίκων

 

Αρχικά θα εξετάσω την οικονομική ικανότητα και δυνατότητα των διαδίκων, αντλώντας καθοδήγηση από τη νομολογία του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου σύμφωνα με την οποία στη διαδικασία εξέτασης αιτήσεων για καθορισμό της συνεισφοράς στη διατροφή ανηλίκων, οι γονείς έχουν την υποχρέωση  να προβαίνουν σε πλήρη και αληθινή αποκάλυψη των οικονομικών τους πόρων και δυνατοτήτων, έτσι ώστε να καθορίζεται ανάλογα και η υποχρέωση τους για καταβολή ενός ποσού ως συνεισφορά τους στα έξοδα διαβίωσης των τέκνων τους.

 

Στην υπόθεση Δημητρίου V. Περδίου (2005) 1 Α.Α.Δ.1418 αναφέρθηκαν τα εξής σχετικά:

 

«Όπως έχει η σχετική Νομοθετική διάταξη  (αρ.33(1) Ν.216/1990) η υποχρέωση για διατροφή των ανηλίκων τέκνων μιας οικογένειας ανήκει και στους δύο γονείς, ανάλογα με την οικονομική κατάσταση του καθενός. Έχουν και οι δύο υποχρέωση όπως προβαίνουν σε πλήρη και ειλικρινή αποκάλυψη των πραγματικών τους εισοδημάτων και όχι μόνο των εξόδων τους. Στην υπόθεση Ette v. Ette (1965) 1 AII E.R. 341, 346 έχει λεχθεί ότι όταν ο καθ’ ου η αίτηση δεν προβαίνει ο ίδιος σε ειλικρινή και πλήρη αποκάλυψη σχετικά με την οικονομική του κατάσταση, τότε το Δικαστήριο μπορεί λαμβάνοντας υπόψη την φύση του επαγγέλματος του και το τι κερδίζουν οι άλλοι στο ίδιο επάγγελμα, να υπολογίσει ότι ο καθ’ ου η αίτηση έχει ψηλότερα, απ’ ότι ισχυρίζεται, εισοδήματα. Η αρχή αυτή συνάδει και με τον κανόνα ότι εκεί που κάποιος έχει την αποκλειστική γνώση των γεγονότων, οφείλει να τα αποδείξει. (βλ. Tarapoulouzis v. District Officer (1962) C.L.R. 91 και Μαρκουλίδης V. Μαρκουλίδη κ.α (1998) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1386,1390) Επομένως, σε υποθέσεις διατροφής των ανηλίκων τέκνων μια οικογένειας, η οικονομική δυνατότητα του καθενός από τους γονείς δεν είναι θέμα που πρέπει να αποδεικνύεται από τον αιτητή ή την αιτήτρια, ανάλογα με την περίπτωση αλλά θέμα αληθινής αποκάλυψης από τους ίδιους τους γονείς, των αντιστοίχων εισοδημάτων τους. Το δε Δικαστήριο προβαίνει σε πλήρη έρευνα αυτών των στοιχείων. Περαιτέρω αναφέρουμε ότι από σχετική νομολογία φαίνεται ότι το Δικαστήριο μπορεί να λάβει υπόψη όχι μόνο τα πραματικά εισοδήματα αλλά και την ικανότητα του καθ’ ου η αίτηση να κερδίζει (his potential earning capacity) (Βλ. Klucinsky v. Klucinsky (1953) 1 All E.R. 683 και McEwan v. McEwan (1972) 2 All E.R. 708) »

 

Η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι εργάζεται σε εταιρεία με πενθήμερη εργοδότηση και μηνιαίο εισόδημα ύψους €1.000. Λαμβάνει επίδομα τέκνου, το οποίο με βάση τον περί Παροχής Επιδόματος Τέκνου Νόμο του 2002, Ν. (167(I)/2002), ανέρχεται σε €588 κατ’ έτος, ήτοι €49 μηνιαίως. Οι ισχυρισμοί αυτοί δεν αμφισβητούνται από τον Καθ’ ου η αίτηση. Επισημαίνει ωστόσο, ότι η Αιτήτρια είναι και δικαιούχος επιδόματος μονογονέα, με την Αιτήτρια να αναφέρει ότι ακόμα δεν έχει υποβάλει οποιαδήποτε αίτηση ως προς αυτό. Για τον Καθ’ ου η αίτηση η Αιτήτρια αναφέρει ότι εργαζόταν σε εταιρεία πώλησης ηλεκτρονικών ειδών με μηνιαίο εισόδημα ύψους €1.000, ισχυρισμός ο οποίος επίσης δεν αμφισβητείται.

 

Ο Καθ’ ου η αίτηση στη μαρτυρία του παραδέχεται ότι τα εισοδήματα του ανέρχονται σε €1.200 ακαθάριστα και ότι για περίοδο τεσσάρων μηνών περίπου ελάμβανε επιπλέον περί τα €600-€700 από την εργασία του ως σερβιτόρος.  Εξηγεί ότι από το Νοέμβριο του 2024 διαμένει προσωρινά στην Αγία Σκέπη, όπου βρίσκεται σε κλειστό πρόγραμμα απεξάρτησης. Προς τούτο κατέθεσε ως τεκμήριο 1, επιστολή από τον υπεύθυνο του προγράμματος του. Υποστηρίζει ότι τη δεδομένη στιγμή δεν εργάζεται και δεν έχει εισοδήματα. Για να είναι συνεπής και να συμμορφώνεται με το προσωρινό διάταγμα διατροφής τον βοηθά οικονομικά η μητέρα του, γεγονός που αναφέρει και η ίδια στη μαρτυρία της. Λόγω των προσωπικών του περιστάσεων, είναι η θέση του ότι δεν πρέπει στο παρόν στάδιο να διαταχθεί να καταβάλλει οποιοδήποτε ποσό, αλλά το όποιο διάταγμα ήθελε εκδοθεί να ανασταλεί μέχρι την ολοκλήρωση του προγράμματος απεξάρτησης.

 

Τα πιο πάνω επιβεβαιώνονται και από την Αιτήτρια, η οποία στη μαρτυρία της αναφέρει ότι περί τον Φεβρουάριο του 2025 έλαβε τηλεφώνημα από μια Λειτουργό της Αγ. Σκέπης η οποία την ενημέρωσε ότι ο Καθ’ ου η αίτηση διαμένει εκεί σε κλειστό πρόγραμμα απεξάρτησης.

 

Σημειώνεται ότι οι ισχυρισμοί του Καθ’ ου η αίτηση ότι βρίσκεται σε πρόγραμμα απεξάρτησης  δεν έχουν δικογραφηθεί, ωστόσο γίνονται παραδεχτοί από την Αιτήτρια.  Ανεξαρτήτως όμως αυτού,  στον καθορισμό της συνεισφοράς του υπόχρεου προς διατροφή γονέα, σημασία έχει η οικονομική του δυνατότητα και όχι ότι επέλεξε να διαμορφώσει ώστε να διατηρείται σε κατάσταση αδυναμίας που να μην του επιτρέπει να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του (βλ.  Re H. Ηλία (1997) 1ΑΑΔ 1372).

 

 Ακολουθώντας όσα λέχθηκαν στην απόφαση Μαρκουλίδη (βλ. ανωτέρω) και έχοντας ως δεδομένο ότι  το Δικαστήριο μπορεί να λάβει υπόψη όχι μόνο τα πραγματικά εισοδήματα αλλά και την ικανότητα ενός ατόμου να κερδίζει, κατέληξα ότι η εισοδηματική του ικανότητα δεν μπορεί να είναι κατώτερη από €1.500 μηνιαίως, ποσό το οποίο ελάμβανε πριν την ένταξη του στο πρόγραμμα απεξάρτησης.

 

Ως προς τις οικονομικές δυνάμεις της Αιτήτριας, πέραν του ποσού των €1.000 που λαμβάνει από την εργασία της θα πρέπει να συνυπολογιστεί και το ότι δύναται να λαμβάνει επίδομα μονογονέα, κάτι που και η ίδια αναγνωρίζει, χωρίς ωστόσο να δίδει κάποια εξήγηση για τον λόγο που δεν έχει ακόμα αποταθεί στις αρμόδιες υπηρεσίες για την έγκριση της ως δικαιούχος. Σύμφωνα με τις αποφάσεις του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου Μάρκου ν. Kuzichava Μάρκου, Έφεση Αρ. 22/2019, 24/6/2021 και Konyalian ν. Paskulov, Έφεση Αρ. 2/20, 24/6/21 το μονογονεϊκό επίδομα πρέπει να πιστώνεται στα εισοδήματα του γονιού που το λαμβάνει. Το επίδομα τέκνου, με βάση τα όσα αναφέρονται στην απόφαση Μάρκου (βλ. ανωτέρω), αφαιρείται από τα έξοδα του ανηλίκου. Με βάση τα εισοδήματα της, η Αιτήτρια δικαιούται να λαμβάνει το ποσό €212 μηνιαίως (βλ. Περί Παροχής Επιδόματος Τέκνου Νόμο του 2002, Ν.167(I)/2002). Έτσι, η οικονομική της δυνατότητα είναι της τάξεως των €1.200 περίπου  μηνιαίως.

 

 

Ανάγκες  -  Έξοδα ανηλίκου:

 

Κατωτέρω θα εξετάσω τις ανάγκες του ανηλίκου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του, λαμβάνοντας υπόψη ότι η διατροφή περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση και ευημερία του δικαιούχου και επιπλέον, ανάλογα με την περίπτωση, τα έξοδα για την εν γένει εκπαίδευση του (βλ. άρθρο 37 του Ν.216/90).

 

Η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι για τη διατροφή και συντήρηση του ανηλίκου απαιτείται το ποσό των €768. Προς απόδειξη των ισχυρισμών της κατέθεσε ως τεκμήρια αντίγραφα τραπεζικών συναλλαγών και ενδεικτικές αποδείξεις αγοράς τροφίμων, ειδών ένδυσης και υπόδησης, φαρμάκων κτλ. Η βασική θέση του Καθ’ ου η αίτηση είναι ότι τα ποσά που καταγράφει η Αιτήτρια είναι ελαφρώς διογκωμένα και δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Παραπέμπει δε στα όσα αναλυτικά κατέγραψε στην Υπεράσπιση του αναφορικά με κάθε ξεχωριστό κονδύλι.

 

Στο σύγγραμμα  «ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ», τρίτη έκδοση, 2022, στην σελ. 766,  ο  Απόστολος  Σ. Γεωργιάδης αναφέρει αναλυτικά τι περιλαμβάνει η διατροφή του δικαιούχου, απόσπασμα το οποίο παραθέτω αυτούσιο:

 

«1.  Ανάγκες του δικαιούχου

Η διατροφή περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση του δικαιούχου και επιπλέον τα έξοδα για την ανατροφή, καθώς και την επαγγελματική και την εν γένει εκπαίδευση του (πλήρης διατροφή: ΑΚ 1493 εδ. β΄).  Στο περιεχόμενο της διατροφής περιλαμβάνονται ειδικότερα βιοτικές ανάγκες του δικαιούχου που είτε υφίστανται πραγματικά κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής είτε μπορούν με βεβαιότητα να προβλεφθούν μελλοντικά.  Η διατροφή λοιπόν περιλαμβάνει κάθε αναγκαία βιοτική δαπάνη:  τροφή, στέγη, ένδυση, θέρμανση, φωτισμό, λοιπά λειτουργικά έξοδα της οικίας διαμονής, ψυχαγωγία, μόρφωση (π.χ. αγορά βιβλίων), διαπαιδαγώγηση, νοσηλεία και δαπάνες ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, παραθέριση, συγκοινωνία και επικοινωνία.  Ιδίως περιλαμβάνονται δαπάνες θεωρητικής, επαγγελματικής ή τεχνικής μόρφωσης, ακόμη και μεταπτυχιακές σπουδές».

 

Όπως έχει υποδειχθεί από τη νομολογία του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου, το μέτρο της διατροφής δεν μπορεί να εξευρεθεί με απόλυτους αριθμούς. Η κοινή λογική και η πείρα της ζωής είναι παράγοντες οι οποίοι διαδραματίζουν ρόλο στην καλύτερη αντίληψη των γεγονότων, προς εντοπισμό των πραγματικών αναγκών συγκεκριμένων ατόμων. Οι οικονομικές ανάγκες των παιδιών δεν είναι στατικές. Το Δικαστήριο, εξετάζοντας και καθορίζοντας το εύλογο των κονδυλίων που απαιτούνται για τη διατροφή και συντήρηση του δικαιούχου, δεν είναι υποχρεωμένο να υπεισέρχεται σε λεπτομέρειες που να οδηγούν σε υπολογισμό με σεντς, αλλά θα πρέπει να σταθμίζει τις ανάγκες και να καταλήγει σε συμπεράσματα που θα επαναφέρουν, ή δυνατό, τα ανήλικα παιδιά σε μία πλησιέστερη κατάσταση, όπως θα ήταν εάν οι γονείς τους ζούσαν μαζί. Το Δικαστήριο δε δεσμεύεται από τη μαρτυρία των διαδίκων και οφείλει να ασχοληθεί με το εύλογο των κονδυλίων που απαιτούνται για την ικανοποίηση των αναγκών των δικαιούχων. (βλ. Μαρκουλίδης ν. Μαρκουλίδης (ανωτέρω), Κορελλίδης ν. Κορελλίδη (2012) 1 ΑΑΔ 1975, Παναγιώτου ν. Σφικτού (2001) 1 ΑΑΔ 625, Χαραλάμπους ν. Χαραλάμπους (2010) 1 (Β) ΑΑΔ 951), Α.Ι. Ζαχαρουδιού ν. Ι.Α. Ιωάννου (2000) 1 ΑΑΔ 1614).  Έτσι, κονδύλια που κατ’ ισχυρισμό απαιτούνται για την κάλυψη συγκεκριμένων αναγκών μπορεί να μη γίνουν αποδεκτά, είτε επειδή παρουσιάζονται αυξημένα, είτε μπορεί να κριθούν ως μη αναγκαία, με την έννοια του ότι δεν αφορούν βασικές ανάγκες διατροφής ενός τέκνου.

 

Σε κάθε περίπτωση, το Δικαστήριο εξετάζει το εύλογο των κονδυλίων και καταλήγει σε ένα λογικό και εύλογο υπό τις περιστάσεις ποσό για την κάλυψη της κάθε ανάγκης, χωρίς να είναι αναγκαίος ο ακριβής σε κλάσμα προσδιορισμός της συνεισφοράς των υπόχρεων σε αυτά. Κάποια έξοδα όπως είναι η διατροφή, η ψυχαγωγία ή τα μεταφορικά έξοδα είναι έξοδα τα οποία δεν είναι δυνατό να αμφισβητηθούν ως πραγματικό γεγονός. Στην απουσία σχετικών τεκμηρίων το Δικαστήριο εξακολουθεί να έχει τη δυνατότητα να καθορίσει ένα εύλογο ποσό για την κάλυψη τους.  Ωστόσο, όταν αξιώνεται συνεισφορά σε ειδικότερο κονδύλι, όπως είναι για παράδειγμα έξοδα εκπαίδευσης και άλλα  σχετικά έξοδα ή έξοδα ενοικίου, αυτά πρέπει να τεκμηριώνονται επαρκώς. 

 

Η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι για τη διατροφή, τη σίτιση δηλαδή του ανηλίκου, απαιτείται το ποσό των €200 μηνιαίως, ήτοι €80 για το γάλα σε σκόνη, €60 για τις τροφές σε βαζάκια και €60 για σούπες και λαχανικά. Λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία του Α. και ότι ακόμα απαιτείται να τρέφεται με γάλα σε σκόνη, αποδέχομαι ως λογικό το ποσό των €180 μηνιαίως, σημειώνοντας ότι ο ανήλικος τρέφεται παράλληλα και με στερεά τροφή, συνεπώς η αγορά τροφής σε βαζάκια ενδεχομένως να είναι περιττή ή να έχει περιοριστεί.

 

Η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι για την κάλυψη διαφόρων εξόδων του ανηλίκου, όπως μωρομάντηλα, αφρόλουτρα, είδη υγιεινής, απορρυπαντικό, μαλακτικό ρούχων και πάνες, απαιτείται μηνιαίως το ποσό των €111, το οποίο καταγράφει και αναλύει στη μαρτυρία της. Ωστόσο, συνεκτιμώντας τη φύση και τη συχνότητα των εν λόγω αναγκών κρίνεται εύλογο και επαρκές ένα ποσό της τάξης των €80 μηνιαίως για την κάλυψη των συγκεκριμένων ειδών. Η εκτίμηση αυτή στηρίζεται στην κοινή πείρα της ζωής, τη συνήθη καταναλωτική πρακτική και την εύλογη αναγκαιότητα ως προς τα έξοδα που αφορούν ανήλικο τέκνο.

 

Για τα έξοδα ψυχαγωγίας, η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι απαιτείται το ποσό των €20 μηνιαίως. Σε αυτό συμπεριλαμβάνει αγορά παιδικού εξοπλισμού όπως πάρκο, καρότσι και παιδικό κάθισμα αυτοκινήτου. Πρόκειται όμως για έξοδα που προκύπτουν μια φόρα και δεν μπορούν να συμπεριληφθούν στο ποσό της διατροφής, που σκοπό έχει να καλύψει τις μηνιαίες βιοτικές ανάγκες ενός παιδιού. Παρά ταύτα, η ψυχαγωγία αποτελεί έξοδο τα οποίο δεν είναι δυνατό να αμφισβητηθεί ως πραγματικό γεγονός. Η ανάγκη των παιδιών να ψυχαγωγούνται με διάφορους τρόπους και ταυτόχρονα να κοινωνικοποιούνται με άλλα άτομα της ηλικίας τους και να περνούν χρόνο με τους φίλους τους εκτός της οικίας και του σχολείου τους είναι δεδομένη και αδιαμφισβήτητη. Με αυτά τα δεδομένα και λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία του ανηλίκου, το ποσό των €20 μηνιαίως κρίνεται απόλυτα λογικό. 

 

Λογικό κρίνεται επίσης το ποσό που ισχυρίζεται η Αιτήτρια για την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη του ανηλίκου και τα μεταφορικά του έξοδα, ήτοι €6 και €10 αντίστοιχα.

 

Η Αιτήτρια υποστηρίζει ότι για τη διαμονή της με τους γονείς της στην οικία τους καταβάλλει ένα ποσό ως ενοίκιο και καθορίζει την αναλογία του ανηλίκου σε αυτό στο ποσό των €91 μηνιαίως. Ο ισχυρισμός της όχι μόνο δεν τεκμηριώνεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο, αλλά έρχεται και σε αντίθεση με τον ισχυρισμό ότι οι γονείς της στην ουσία την φιλοξενούν, της έχουν παραχωρήσει δύο υπνοδωμάτια για να εξυπηρετούνται οι ανάγκες του ανηλίκου και καλύπτουν τα έξοδα τόσο του ανηλίκου όσο και τα δικά της.  Συνεπώς το έξοδο αυτό δεν θα συμπεριληφθεί στα μηνιαία έξοδα του ανηλίκου.  Το ίδιο ισχύει και για τα λειτουργικά έξοδα της οικίας στην οποία διαμένει με τον ανήλικο.

 

Τέλος, η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι καταβάλλει μηνιαίως το ποσό των €300 σε παιδοκόμο για τη φύλαξη του ανηλίκου, ποσό το οποίο δεν αμφισβητείται από τον Καθ’ ου η αίτηση. Με δεδομένο ότι οι υπηρεσίες αυτές παρέχονται για 11 μήνες κατ’ έτος λόγω θερινών διακοπών, υπολογίζεται το ποσό των €275 μηνιαίως.

 

Με βάση όλα όσα έχω αναφέρει, αποτελεί εύρημα του Δικαστηρίου ότι το συνολικό μηνιαίο ποσό που απαιτείτο για την κάλυψη των εξόδων διατροφής, συντήρησης και  εκπαίδευσης  του ανήλικου τέκνου των διαδίκων Α. ανέρχεται στο ποσό των €571 μηνιαίως. Σύμφωνα με την απόφαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου Μάρκου ν. Kuzichava Μάρκου, Έφεση Αρ. 22/2019, 24/6/2021 το επίδομα τέκνου (€49) αφαιρείται από τα έξοδα του ανηλίκου. Συνεπώς το ποσό ανέρχεται σε €522.

 

Λαμβάνοντας υπόψη τις εισοδηματικές δυνάμεις των διαδίκων, όπως αυτές έχουν καθοριστεί ανωτέρω και ότι η υποχρέωση διατροφής ανηλίκων προηγείται κάθε άλλης οικονομικής υποχρέωσης του υπόχρεου προς διατροφή, λαμβάνοντας δε υπόψη τις προσωπικές περιστάσεις του Καθ’ ου η αίτηση, κρίνεται ότι το εν ισχύ προσωρινό διάταγμα διατροφής πρέπει να συνεχίσει να ισχύει, υπό τη μορφή όμως τελικού διατάγματος.

 

 Ως προς το αίτημα του Καθ’ ου η αίτηση να εκδοθεί διαταγή αναστολής του διατάγματος μέχρι την ολοκλήρωση του προγράμματος απεξάρτησης, αυτό δεν μπορεί να εγκριθεί. Οι ανάγκες διατροφής και συντήρησης των ανηλίκων είναι καθημερινές και τρέχουσες. Χωρίς τη συνεισφορά του Καθ’ ου η αίτηση η Αιτήτρια δεν θα είναι σε θέση να τις καλύπτει, εφόσον και η δική της οικονομική δυνατότητα είναι περιορισμένη. Ο Καθ’ ου η αίτηση παρέλειψε να αναφέρει το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την αποδέσμευση του από το εν λόγω πρόγραμμα και με δεδομένο ότι είναι ενταγμένος σε αυτό από τον Νοέμβριο του 2024 λογικά αναμένεται ότι σύντομα θα το έχει ολοκληρώσει. Εξάλλου, ως αναφέρει και η συνήγορος του στην αγόρευση της, ο Καθ’ ου η αίτηση δεν αμφισβητεί την εκ του Νόμου υποχρέωση του να συνεισφέρει στη διατροφή του ανηλίκου.

 

Συνακόλουθα, εκδίδεται διάταγμα με το οποίο διατάσσεται ο Καθ’ ου η αίτηση όπως, από 01.07.25 και την πρώτη ημέρα κάθε επόμενου μήνα, καταβάλλει στην Αιτήτρια το ποσό των €250, ως η συνεισφορά του για τη διατροφή και συντήρηση των ανήλικων τέκνων του Α. και Κ.

 

Τα έξοδα της αίτησης, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο, επιδικάζονται υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον του Καθ’ ου η αίτηση.

 

 

 

 

 

                                                                    (Υπ.)…………………….

                                                                                      Σ. Νεοφύτου, Δ.

 

 

 

 

ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο