Μ.Μ.Μ.Χ. ν. Α.Δ., Αρ. Αίτησης: 398/2025, 5/8/2025
print
Τίτλος:
Μ.Μ.Μ.Χ. ν. Α.Δ., Αρ. Αίτησης: 398/2025, 5/8/2025

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Δικαιοδοσία Γονικής Μέριμνας

Ενώπιον:  Σ. Νεοφύτου, Δ.

 

                                                                              Αρ. Αίτησης: 398/2025(i)

Μεταξύ:

Μ.Μ.Μ.Χ.

        Αιτήτριας

Και

 

Α.Δ.

                                                                                               

                                                                                                Καθ’ ου η αίτηση

-------------------------------------------------------------------------------------------

 

 Αίτηση χωρίς ειδοποίηση ημερομηνίας 11/07/2025

 

Ημερομηνία:  5 Αυγούστου 2025

 

Εμφανίσεις:

Για την Αιτήτρια: Ι. Παπαμιλτιάδους (κα) για Χρίστος Μ. Τριανταφυλλίδης Δ.Ε.Π.Ε

Για τον Καθ’ ου η αίτηση: Σ. Κυριακίδης για Σάββας Κυριακίδης  Δ.Ε.Π.Ε.

 

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

 

Οι διάδικοι είναι οι γονείς της Μ. και της Ε. Βρίσκονται σε διάσταση από το 2021 και έκτοτε τα ανήλικα διαμένουν με την Αιτήτρια. Έχουν καταχωριστεί εκ μέρους της Αιτήτριας αιτήσεις για την λύση του γάμου των διαδίκων και την έκδοση διατάγματος διατροφής. Με την εναρκτήρια αίτηση υπό τον πιο πάνω τίτλο και αριθμό η Αιτήτρια ζητά τη έκδοση διαταγμάτων με τα οποία να ρυθμίζεται η γονική μέριμνα των ανηλίκων. Μεταξύ άλλων, ζητά όπως της δοθεί το δικαίωμα να εγγράψει την ανήλικη Μ. στο σχολείο στο οποίο ήδη φοιτά, χωρίς τη συγκατάθεση του Καθ’ ου η αίτηση.

 

Στα πλαίσια της εναρκτήριας αίτησης, στις 11.07.2025 καταχώρισε την υπό εξέταση αίτηση χωρίς ειδοποίηση με την οποία αιτείται την έκδοση των πιο κάτω προσωρινών διαταγμάτων:

 

«Α. Προσωρινό Διάταγμα του Δικαστηρίου, με το οποίο να επιτρέπεται στην Αιτήτρια να προβεί σε όλες τις απαραίτητές ενέργειες ούτως ώστε να καταστεί  δυνατή η συνέχιση της φοίτησης και εγγραφή στην Δευτέρα τάξη Γυμνασίου, της ανήλικης θυγατέρας των διαδίκων Μ., εις το Ιδιωτικό Σχολείο χχχ.

     χωρίς να απαιτείται η έγγραφη συγκατάθεση του Καθ΄ου η Αίτηση μέχρι την τελική  εκδίκαση της πιο πάνω Αίτησης και/η μέχρι νεότερου Διατάγματος του Δικαστηρίου, KAI/H

Β. Προσωρινό Διάταγμα του Δικαστηρίου που να καθορίζει ως τόπο διαμονής των ανήλικων παιδιών των διαδίκων Μ. και Ε ,τον εκάστοτε τόπο διαμονής της Αιτήτριας, ΚΑΙ/Η

Γ. Προσωρινό Διάταγμα του Δικαστηρίου που να διατάσσει την ανάθεση της φύλαξης και φροντίδας των ανηλίκων παιδιών των διαδίκων στην Αιτήτρια, ΚΑΙ/Η

Δ.. Οποιαδήποτε άλλη θεραπεία το Δικαστήριο θεωρήσει ορθή και δίκαιη υπό τις περιστάσεις, ΚΑΙ

Ε. Τα έξοδα της Αίτησης πλέον ΦΠΑ.»

 

Το Δικαστήριο δεν εξέδωσε μονομερώς διάταγμα αλλά δόθηκαν οδηγίες όπως η αίτηση επιδοθεί στον Καθ’ ου η αίτηση, ούτως ώστε να του δοθεί το δικαίωμα να ακουστεί. Με την ένσταση που καταχώρησε ο τελευταίος στις 28.07.2025, εγείρεται σειρά λόγων προς απόρριψη του αιτήματος της Αιτήτριας στην έκδοση του διατάγματος- θεραπεία Α. Προκύπτει συνεπώς ότι αποδέχεται τις λοιπές θεραπείες.

 

Οι λόγοι ένστασης που προβάλλει ο Καθ’ ου η αίτηση είναι οι ακόλουθοι:

 

1.    Η Αιτήτρια δεν καταδεικνύει την ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση κατά την ακρόαση της κυρίως αίτησης και δεν πληρούνται οι τρεις προϋποθέσεις  του Άρθρου 32 του Ν.14/60  για την έκδοση του εκζητούμενου προσωρινού διατάγματος.

2.    Με την αίτηση της η Αιτήτρια δεν έχει αποδείξει ορατή πιθανότητα επιτυχίας στην κυρίως αίτηση.

3.    Δεν είναι προς το συμφέρον της ανήλικης Μ. όπως εγγραφεί ή/και συνεχίσει τη φοίτηση της στο ιδιωτικό σχολείο χχχ.

4.    Οι προβαλλόμενοι ισχυρισμοί ότι η ανήλικη Μ. έχει μαθησιακές δυσκολίες ουδόλως συνηγορεί στο ότι θα πρέπει να φοιτά σε ιδιωτικό σχολείο.

5.    Τα πολλά υποστηρικτικά μαθήματα τα οποία η ανήλικη παρακολουθεί κατά τη διάρκεια του σχολικού έτους καταδεικνύουν τη μη ύπαρξη από το συγκεκριμένο ιδιωτικό σχολείο πρόνοιας για την υποστήριξη μαθητών που αντιμετωπίζουν μαθησιακά προβλήματα ως η ανήλικη.

6.    Δια της μη εκδόσεως του αιτούμενου υπό στοιχείο (Α) προσωρινού διατάγματος η Αιτήτρια δεν θα υποστεί οιανδήποτε ή/και ανεπανόρθωτη ζημιά ή/και το ανήλικο τέκνο των διαδίκων Μ. θα υποστεί οιανδήποτε δυσμενή συνέπεια αφού θα έχει τη δυνατότητα της φοίτησης σε οιονδήποτε δημόσιο σχολείο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της Κυπριακής Δημοκρατίας το οποίο παρέχει υψηλού επιπέδου εκπαιδευτικές υπηρεσίες ιδιαίτερα σε μαθητές με τα ισχυριζόμενα μαθησιακά προβλήματα ως έχει η ανήλικη Μ.

7.    Η συναίνεση του Καθ’ ου η αίτηση για φοίτηση της ανήλικης  Μ. επιτεύχθηκε από την Αιτήτρια με δόλιο και παραπειστικό τρόπο κατά το αμέσως προηγούμενο σχολικό έτος, ήτοι το σχολικό έτος 2024-2025.

8.    Δεν είναι ορθό και δίκαιο και/ή προς το συμφέρον της δικαιοσύνης η έκδοση του εκζητούμενου προσωρινού διατάγματος ή/και προς το συμφέρον του ανήλικου τέκνου των διαδίκων.

9.    Η Αιτήτρια δεν αποκάλυψε όλα τα ουσιώδη γεγονότα της υπόθεσης ή/και απέκρυψε την αλήθεια.

10.   Η Αίτηση της Αιτήτριας είναι καταχρηστική της δικαστικής διαδικασίας καθ’ ότι αυτή γίνεται για προσωπικούς ή/και αλλότριους σκοπούς ή/και για λόγους εκδικητικούς προς το πρόσωπο του Καθ’ ου η αίτηση και ουχί προς εξυπηρέτηση του καλώς νοουμένου συμφέροντος της ανήλικη Μ. η οποία φοιτώντας στο ιδιωτικό σχολείο χχχ πέραν των οιονδήποτε ενστάσεων του Καθ’ ου η αίτηση περί της ακαταλληλότητας του ενέχει και προσωπικούς κινδύνους αφού η ανήλικη καθ’ όλη τη διάρκεια του σχολικού έτους θα διανύει με σχολικό λεωφορείο από την οικία της στο σχολείο και τούμπαλιν πέραν των 25 χιλιομέτρων.

11.  Η Ένορκη Δήλωση που συνοδεύει ή/και υποστηρίζει την Αίτηση της Αιτήτριας  βρίθει από αόριστους, γενικόλογους, ανακριβείς έωλους ισχυρισμούς.

12.  Η τυχόν έκδοση του εκζητούμενου διατάγματος στην πραγματικότητα θα διεκπεραιώσει και την ουσία της Κυρίως Αιτήσεως, καθότι υπάρχει ταυτοσημία μεταξύ του εκζητούμενου προσωρινού διατάγματος και της τελικής θεραπείας.

13.  Δεν υπάρχει μαρτυρία η οποία από απόψεις ποιότητας να συγκεντρώνει πιθανότητα επιτυχίας της Αιτήτριας στην κυρίως Αίτηση η οποία να άπτεται των μαθησιακών προβλημάτων της ανήλικης Μ. και της εκπαιδευτικής βοήθειας που παρέχει το Ιδιωτικό Σχολείο χχχ δια της φοιτήσεως της σε αυτή.

14.  Στη βάση της προσαχθείσας μαρτυρίας δεν υπάρχει πιθανότητα επιτυχίας.»

 

 

Τόσο η αίτηση, όσο και η ένσταση υποστηρίζονται αντίστοιχα από τις ένορκες δηλώσεις των διαδίκων. Σημειώνεται ότι η Αιτήτρια καταχώρισε συμπληρωματική ένορκη δήλωση στις 29.07.2025.

 

Κατωτέρω θα παραθέσω το μέρος της μαρτυρίας που σχετίζεται με το υπό εξέταση θέμα, χωρίς βεβαίως αυτό να σημαίνει ότι οι υπόλοιποι ισχυρισμοί και θέσεις των διαδίκων αγνοούνται.

 

Η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι και τα δύο ανήλικα έχουν επιβεβαιωμένες μαθησιακές δυσκολίες και έχουν αξιολογηθεί από παιδοψυχολόγους μετά από παρότρυνση των εκπαιδευτικών τους. Η ανήλικη Μ. συγκεκριμένα, έχει διαγνωστεί με ΔΕΠΥ, γεγονός που είναι εις γνώσιν του Καθ’ ου η αίτηση.

 

Αναφέρει ότι και τα δύο παιδιά ακολουθούν σταθερό εξωσχολικό πρόγραμμα δημιουργικής απασχόλησης και ενισχυτικής και εκπαιδευτικής διδασκαλίας. Η Μ., στην οποία αφορά η παρούσα αίτηση, παρακολουθεί επίσης ενισχυτικά μαθήματα Ελληνικών και Μαθηματικών. Για το σχολικό έτος 2024-2025 φοίτησε στην πρώτη τάξη του ιδιωτικού σχολείου χχχχ με τη γραπτή συγκατάθεση και των δύο διαδίκων (τεκμήριο 1- Σύμβαση αποδοχής όρων).

 

Περί τις αρχές Ιουνίου 2025 ζητήθηκε από το σχολείο όπως οι διάδικοι υπογράψουν συγκατάθεση για να συνεχίσει η ανήλικη τη φοίτηση της το σχολικό έτος 2025-2026 (τεκμήριο 2). Η Αιτήτρια υποστηρίζει ότι ο Καθ’ ου η αίτηση αρνείται να υπογράψει προβάλλοντας ισχυρισμούς που σχετίζονται με το αίτημα της να εκδοθεί διάταγμα διατροφής εναντίον του. Της ανέφερε συγκεκριμένα ότι ο μοναδικός λόγος που αποδέχτηκε και υπέγραψε συγκατάθεση για την προηγούμενη χρονιά, ήταν επειδή η Αιτήτρια του είπε ότι θα αναλάβει η ίδια τα δίδακτρα και τα έξοδα φοίτησης.

 

Υποστηρίζει  ότι στο παρελθόν ο Καθ’ ου η αίτηση είχε εκφράσει την επιθυμία όπως και τα δύο ανήλικα φοιτήσουν σε ιδιωτικό σχολείο, αναγνωρίζοντας έτσι την ανάγκη για σταθερό και αναβαθμισμένο εκπαιδευτικό περιβάλλον, ωστόσο αρνείται να υπογράψει για τη συνέχιση της φοίτησης της ανήλικης Μ. στο συγκεκριμένο ιδιωτικό σχολείο.  Εξηγεί η Αιτήτρια ότι για την εισδοχή της στο εν λόγω η σχολείο, η ανήλικη παρακάθισε εξετάσεις για πέντε ιδιωτικά σχολεία εξασφαλίζοντας θέση στα τέσσερα και η τελική επιλογή έγινε από την ίδια την ανήλικη, με βάση τις προσωπικές της προτιμήσεις και τις θετικές αξιολογήσεις και κριτικές που συγκέντρωσε το συγκεκριμένο σχολείο.

 

Ο Καθ’ ου η αίτηση από την άλλη ισχυρίζεται ότι οι μαθησιακές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι ανήλικες διαγνώστηκαν κατόπιν αξιολόγησης από παιδοψυχολόγους και η Αιτήτρια δεν προσκόμισε οποιαδήποτε ιατρική βεβαίωση. Αρνείται ότι ήταν εις γνώσιν του οι σχετικές διαγνώσεις και υποστηρίζει ότι οι αξιολογήσεις έγιναν μετά από παροτρύνσεις εκπαιδευτικών του σχολείου τους περί το 2021, ότε και επήλθε η διάσταση στις σχέσεις τους.

 

Κατά την κρίση του το γεγονός ότι η ανήλικη Μ. παρακολουθεί ενισχυτικά μαθήματα αποτελεί απόδειξη ότι το εκπαιδευτικό επίπεδο του ιδιωτικού σχολείου είναι ελλιπές, τουλάχιστον όσον αφορά την ίδια την Μ. Σημειώνει ότι η Αιτήτρια δεν παρέθεσε αναλυτική βαθμολογία της ανήλικης για να αποδείξει το αναβαθμισμένο σχολικό περιβάλλον του συγκεκριμένου σχολείου. Είναι δε αδιανόητο για τον ίδιο να καταβάλλονται δίδακτρα ύψους €7.850 ετησίως και επιπλέον να απαιτείται παρακολούθηση απογευματινών φροντιστηρίων με κόστος €400 περίπου μηνιαίως.

 

Ισχυρίζεται ότι ο μόνος λόγος που έδωσε τη συγκατάθεση του για τη φοίτηση της ανήλικης στο συγκεκριμένο σχολείο το προηγούμενο έτος, ήταν η διαβεβαίωση της Αιτήτριας ότι θα κάλυπτε το κόστος η ίδια και οι γονείς της αποκλειστικά.  Καταβάλλει ήδη το ποσό των €900 ως διατροφή χωρίς την ύπαρξη διατάγματος και ισχυρίζεται ότι οποιαδήποτε αύξηση του ποσού θα τον φέρει σε δυσμενή οικονομική θέση.

 

Παραδέχεται ότι εξέφρασε την επιθυμία όπως η ανήλικη Μ. φοιτήσει σε ιδιωτικό σχολείο, όχι όμως σε Ελληνόφωνο αλλά σε Αγγλόφωνο και γι’ αυτό έδωσε τη συγκατάθεση του να παρακαθήσει σε εισαγωγικές εξετάσεις για να εξασφαλίσει θέση σε τέσσερα Αγγλόφωνα σχολεία. Ωστόσο, για την επιλογή του ιδιωτικού σχολείου χχχχ ουδέποτε ερωτήθηκε. Υποστηρίζει επίσης ότι εάν η ανήλικη φοιτούσε σε Αγγλόφωνο σχολείο, δεν θα χρειαζόταν να παρακολουθεί ενισχυτικά μαθήματα.

 

Ισχυρίζεται ότι το αιτούμενο διάταγμα συνιστά καταχρηστική στάση και συμπεριφορά εκ μέρους της Αιτήτριας με στόχο τον εκμηδενισμό του γονικού του ρόλου και τη μετατροπή του σε οικονομικό χρηματοδότη της. Η θέση του είναι ότι η ανήλικη δύναται να εγγραφεί σε δημόσιο σχολείο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και ως εκ τούτου δεν τίθεται θέμα δυσκολίας στην απονομή δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο.

 

Στη συμπληρωματική ένορκο δήλωση που καταχώρισε η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι οι πρώτες αξιολογήσεις των παιδιών έγιναν πριν τη διάσταση των διαδίκων και ότι ενημέρωνε πάντα τον Καθ’ ου η αίτηση για κάθε μετέπειτα αξιολόγηση. Κατέθεσε ως τεκμήριο 1, έκθεση μαθησιακής αξιολόγησης για την ανήλικη Μ. από ειδικό για θέματα δυσλεξίας και ως τεκμήριο 2, αξιολόγηση και βεβαίωση λογοθεραπείας για την ανήλικη Ε. Αρνείται ότι ανέλαβε να καλύπτει η ίδια αποκλειστικά το κόστος του ιδιωτικού σχολείου και επαναλαμβάνει ότι ο Καθ’ ου η αίτηση ανέκαθεν επιθυμούσε και τα δύο παιδιά να φοιτήσουν σε συγκεκριμένο Αγγλόφωνο  ιδιωτικό σχολείο. 

 

Η ακρόαση της αίτησης ολοκληρώθηκε με την καταχώρηση γραπτών αγορεύσεων εκ μέρους των ευπαίδευτων συνηγόρων της κάθε πλευράς. Ουδείς εκ των ενόρκως δηλούντων αντεξετάστηκε.

 

Έχω μελετήσει την παρούσα αίτηση, την ένσταση και το περιεχόμενο των ενόρκων δηλώσεων τόσο της Αιτήτριας όσο και του Καθ’ ου η αίτηση, καθώς και τα όσα οι συνήγοροι των διαδίκων υποστήριξαν με τις αγορεύσεις τους.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 6 (3) του Ν.216/90, ανάλογα με την ωριμότητα του τέκνου και στο βαθμό που μπορεί να αντιληφθεί, πρέπει να ζητείται και να συνεκτιμάται η γνώμη του πριν από κάθε απόφαση σχετικά με τη γονική μέριμνα, εφόσον η απόφαση αφορά τα συμφέροντα του (βλ. Γ.Δ. v. Α.Β. Έφεση αρ.1/2022 και 2/2022, ημερομηνίας 7 Ιουλίου 2022). Συνεπώς, στις 29.07.2025 πραγματοποιήθηκε κατ’ ιδίαν συνέντευξη με την ανήλικη.

 

Ο Καθ’ ου η αίτηση με την ένσταση του εγείρει θέματα που σχετίζονται με την απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων εκ μέρους της Αιτήτριας. Σημειώνεται ότι η επίδοση της αίτησης στον Καθ’ ου η αίτηση μετά από οδηγίες του Δικαστηρίου,  αφαιρεί από αυτήν την υπόσταση της αίτησης χωρίς ειδοποίηση και την μετατρέπει σε αίτηση δια κλήσεως. Συνεπώς, όλα τα ουσιώδη γεγονότα βρίσκονται ενώπιον του Δικαστηρίου και δεν τίθεται θέμα μη αποκάλυψης. [βλ. Κώστας Σμυρνιός (2000) 1 Α.Α.Δ. 43, Μαρκιτανής v. Μουτζούρη (2000) 1(Β) Α.Α.Δ. 923, Αυγή Κασπάρη κ.ά. v. Βάσου Ανδρέου (2004) 1 Α.Α.Δ. 784 και Στυλιανού v. Στυλιανού (1992) 1 Α.Α.Δ. 583].

 

Αποτελεί λόγο ένστασης του Καθ’ ου η αίτηση ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 32 του Ν.14/60 και ότι δεν είναι εύλογο ή δίκαιο να εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα.

 

Το Δικαστήριο αποφασίζοντας για το κατά πόσο θα εκδώσει ένα προσωρινό διάταγμα, εξετάζει κατ’ αρχήν την συνύπαρξη των τριών προϋποθέσεων του άρθρου. 32 του Ν. 14/60, όπως αυτές έχουν αποκρυσταλλωθεί σε σωρεία αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, οι οποίες είναι οι εξής:

 

1.      Ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση

2.      Ύπαρξη ορατής πιθανότητας να δικαιούται ο ενάγοντας σε θεραπεία  στην αγωγή και

3.      Ότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε κατοπινό στάδιο, εκτός εάν εκδοθεί το αιτούμενο Διάταγμα. (Βλ. μεταξύ άλλων Odysseos v. Pieris Estates and Others (1982) 1 Α.Α.Δ. 557, Τσιολάκκη και άλλη ν. Στυλιανίδη (1992) 1 (Β) Α.Α.Δ. 782, Πουργουρίδη  κ.α .Μέζου, (1994) 1 Α.Α.Δ. 201, Κυτάλα κ.ά. ν. Χρυσάνθου κ.ά. (1996) 1 (Α) Α.Α.Δ. 253, M & Ch Mitsingas Tr. Ltd κ.ά. ν. Timberland Co. (1997) 1 (Γ) 1 Α.Α.Δ. 1791).

 

Σε σχέση με την ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση, έχει εξηγηθεί ότι δεν απαιτείται τίποτα περισσότερο από του να καταδειχθεί συζητήσιμη υπόθεση ενώ η δεύτερη προϋπόθεση σύμφωνα με την Odysseos ανωτέρω περικλείει κάτι περισσότερο από απλή δυνατότητα αλλά κάτι λιγότερο από το "ισοζύγιο των πιθανοτήτων " που είναι το μέτρο απόδειξης στις αστικές διαφορές. 

 

Ως προς την τρίτη προϋπόθεση, η οποία σχετίζεται με την επάρκεια της  θεραπείας υπό το φως των γεγονότων της κάθε υπόθεσης, στην Timberland ανωτέρω έχει λεχθεί ότι "η έννοια της δικαιοσύνης δεν συναρτάται με την στενή αντίληψη της υλικής ζημιάς αλλά με την ευρύτερη προστασία των δικαιωμάτων του αιτούμενου σε θεραπεία". Ομοίως στην Κυρίσαββα v. Κύζη (2001) 1 Α.Α.Δ. έχει λεχθεί: "όμως η έννοια του δύσκολου ή αδύνατου της πλήρους απονομής της δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο περιλαμβάνει και άλλα μεταβλητά κριτήρια εκτός από την ανεπανόρθωτη ζημιά. Ο χρηματικός παράγοντας δεν είναι ο μόνος που λαμβάνεται υπ’ όψη."

 

Οι πιο πάνω προϋποθέσεις κρίνονται με βάση τις διατάξεις του Νόμου που διέπει το υπό εξέταση κάθε φορά θέμα.

 

Έχει νομολογηθεί ότι από μόνη της η ύπαρξη των τριών πιο πάνω προϋποθέσεων του άρθρου 32 δεν είναι αρκετή και το Δικαστήριο πρέπει επιπρόσθετα στο τελικό στάδιο, να σταθμίσει κατά πόσον είναι δίκαιο και  εύλογο να εκδοθεί το αιτούμενο Διάταγμα. (Ιπποδρομιακή Αρχή v. Χ΄΄ Βασίλη (1989) 1 ΑΑΔ 152). 

 

Το Δικαστήριο στο στάδιο αυτό δεν εξετάζει οποιαδήποτε ευρήματα, ούτε αποφασίζει πάνω στα διαφιλονικούμενα θέματα επί των οποίων θα κριθεί η κυρίως αίτηση  (Jonitexo Ltd v. Adidas (1984) 1 ΑΑΔ 363).

 

Εφαρμόζοντας όλες τις πιο πάνω αρχές, προχωρώ να εξετάσω κατά πόσο δικαιολογείται η έκδοση του αιτούμενου διατάγματος, σε συνάρτηση με τον Περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμο του 1990 (Ν. 216/90).

 

Σύμφωνα με το άρθρο 5(1)(α) του Νόμου, η γονική μέριμνα είναι καθήκον και δικαίωμα των γονέων, οι οποίοι το ασκούν από κοινού.

 

Το άρθρο 7 του Νόμου προβλέπει ότι αν οι γονείς διαφωνούν κατά την άσκηση της γονικής μέριμνας και το συμφέρον του τέκνου επιβάλλει να ληφθεί απόφαση, αποφασίζει το Δικαστήριο, έπειτα από αίτηση οποιουδήποτε από τους γονείς. 

 

Σύμφωνα με το αρ. 6 (2) (α) του Νόμου, η απόφαση του Δικαστηρίου πρέπει να αποβλέπει προς το συμφέρον του τέκνου, (Ευγ. Στυλιανού ν. Βασ. Στυλιανού (1993) 1 ΑΑΔ 130, Διευθύντρια Τμήματος Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας v. Ντούμα κ.α (2001) 1 (Γ) ΑΑΔ 1911.)

 

Όπως αναφέρθηκε στην απόφαση Κκουφού ν. Κκουφού  (1997) 1 (Γ) ΑΑΔ 1588, 1593:

 

«Η διαμόρφωση κρίσης πάνω σε θέματα γονικής μέριμνας είναι έργο λεπτό και σύνθετο.  Δεν είναι εγχείρημα που στοχεύει στην απόδοση ευθυνών ή στην επιβολή κύρωσης για μεμπτή συμπεριφορά.  Γνώμονας είναι το συμφέρον του ανηλίκου και κατά την εκτίμησή του, προσλαμβάνει σημασία το σύνολο των στοιχείων».

 

Το καλώς νοούμενο συμφέρον των παιδιών επιτάσσει όπως οι γονείς παραμερίζουν τα όποια αρνητικά συναισθήματα τρέφουν ο ένας για τον άλλο και συνεργάζονται για την ευημερία  τους. Στην υπό κρίση περίπτωση οι διάδικοι διαφωνούν έντονα για το κατά πόσον πρέπει να συνεχιστεί η φοίτηση της ανήλικης στο ιδιωτικό σχολείο που ήδη φοιτά.

 

Παρά τους αντικρουόμενους ισχυρισμούς των διαδίκων σε σχέση με το επίδικο θέμα και τις αντίθετες εκδοχές που παρουσιάζουν επί συγκεκριμένων γεγονότων, το Δικαστήριο σε αυτού του είδους υποθέσεις  δεν καταλογίζει ευθύνες παρά μόνο εξετάζει και αποφασίζει έχοντας ως πρωταρχικό γνώμονα το συμφέρον και την ευημερία των ανηλίκων. Στις αιτήσεις γονικής μέριμνας δεν υπάρχει το στοιχείο της αντιπαράθεσης, αλλά πρόκειται για διαδικασία εξεταστικού χαρακτήρα, της οποίας τελικός σκοπός είναι η καλύτερη εξυπηρέτηση της ευημερίας και του συμφέροντος του τέκνου (βλ. Στυλιανού v. Στυλιανού (1993) 1 Α.Α.Δ. 13, Κκούφου v.  Κκούφου (1997) 1 Α.Α.Δ. 1588).

 

Η αδυναμία συνεννόησης των διαδίκων οδήγησε την Αιτήτρια στην καταχώρηση της παρούσας αίτησης. Αναμφίβολα υπάρχει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση και ορατή πιθανότητα επιτυχίας της Αιτήτριας στην εναρκτήρια αίτηση, εφόσον σύμφωνα με το Νόμο, διατηρεί το δικαίωμα, ως ένας εκ των δύο φορέων της γονικής μέριμνας της ανήλικης Μ., να προσφύγει στο Δικαστήριο και να αιτηθεί όπως ληφθεί σχετική απόφαση για τη ρύθμιση της γονικής μέριμνας της ανήλικης στα θέματα που διαφωνεί με τον Καθ’ ου η αίτηση. Πτυχή της γονικής μέριμνας είναι μεταξύ άλλων και οι αποφάσεις που αφορούν την εκπαίδευση των παιδιών. Με αυτά τα δεδομένα, η ενέργεια της Αιτήτριας να αξιώνει την επίλυση της διαφοράς που προέκυψε μεταξύ των διαδίκων δεν μπορεί να θεωρηθεί ως καταχρηστική ως ο Καθ’ ου η αίτηση ισχυρίζεται.

 

Όπως προκύπτει από τα όσα τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, σήμερα είναι η αδύνατη η συνέχιση της φοίτησης της ανήλικης σε οποιοδήποτε σχολείο, εφόσον προς τούτο απαιτείται η συναίνεση και των δύο διαδίκων. Παρά το ότι ο Καθ’ ου η αίτηση υποστηρίζει ότι η ανήλικη πρέπει οπωσδήποτε να εγγραφεί σε δημόσιο σχολείο, δεν φαίνεται να έχει προβεί σε οποιαδήποτε έρευνα προς τούτο. Δεν υπάρχει αίτημα εγγραφής της σε κάποιο άλλο σχολείο, ούτε ενημερώνει το Δικαστήριο για τυχόν ενέργειες του προς διασφάλισης θέσης σε δημόσιο σχολείο σε περίπτωση απόρριψης της αίτησης. Με λίγα λόγια, ένα σχεδόν μήνα πριν την έναρξη του σχολικού έτους, δεν φαίνεται να υπάρχει εναλλακτική λύση. Δεν έγιναν αιτήσεις εγγραφής της σε κάποιο δημόσιο σχολείο ή τουλάχιστον δεν έχει κρατηθεί θέση σε κάποιο άλλο εκπαιδευτικό ίδρυμα πλην αυτού που ήδη φοιτά η ανήλικη.

 

Η μη συνέχιση της φοίτησης της ανήλικης σε κάποιο εκπαιδευτικό ίδρυμα, πέραν του ότι αντίκειται στον Περί Δημοτικής και Μέσης Εκπαίδευσης Νόμο του 1993 (Ν.24 (Ι)/1993),  παραβιάζει και το δικαίωμα της στην εκπαίδευση, δικαίωμα το οποίο προστατεύεται από το αρ. 20 του Συντάγματος.

 

Εφόσον οι ίδιοι οι γονείς δεν κατάφεραν να επιλύσουν το θέμα της φοίτησης της ανήλικης και αφέθηκε να αποφασιστεί από το Δικαστήριο, το συμφέρον της ανήλικης επιβάλλει όπως ληφθεί απόφαση σε αυτό το ενδιάμεσο στάδιο.  Σε διαφορετική περίπτωση, ο κίνδυνος να συνεχιστεί η «διαμάχη» των γονέων είναι ορατός, με συνέπειες που δεν θα μπορούν να αποκατασταθούν σε μεταγενέστερο στάδιο. Αυτό αποτελεί και απάντηση στον ισχυρισμό του Καθ’ ου η αίτηση ότι η έκδοση του αιτούμενου διατάγματος διεκπεραιώνει και την ουσία της εναρκτήριας αίτησης.

 

Ως προς το τελευταίο, σημειώνεται επίσης ότι σύμφωνα με την νομολογία δεν υπάρχει άκαμπτος κανόνας αποκλεισμού της θεραπείας ενδιαμέσως, εάν αυτή ορθώς και δικαίως ζητείται, επειδή η αγωγή ουσιαστικά επιδιώκει την ίδια θεραπεία (βλ.  Avila Management Sevices Ltd v. Stepanek κ.α., Πολ. Έφεση 54/12, 27.06.2012).

 

Κρίνεται συνεπώς ότι πληρείται και η τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32 του Ν.14/60 και ό,τι παραμένει προς εξέταση είναι το κατά πόσον είναι δίκαιο και εύλογο να εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα, όρος συνώνυμος με το ισοζύγιο της ευχέρειας.  

 

Η ανήλικη ολοκλήρωσε ήδη την πρώτη τάξη στο ιδιωτικό σχολείο χχχχ. Παρακάθισε εξετάσεις εισδοχής με την σύμφωνη γνώμη και των δύο γονέων της. Ο ισχυρισμός του Καθ’ ου η αίτηση ότι δεν ενημερώθηκε για την επιλογή της να εξεταστεί για το συγκεκριμένο σχολείο, στο στάδιο αυτό όπου έχει ήδη δώσει τη συγκατάθεση του για τη φοίτηση της στην πρώτη τάξη είναι άνευ σημασίας. Η θέση του ωστόσο είναι ότι η συναίνεση του για το σχολικό έτος 2024-2025 δόθηκε κατόπιν αναφοράς της Αιτήτριας ότι θα αναλάβει η ίδια το κόστος των διδάκτρων. Προκύπτει όμως το εξής ερώτημα. Γιατί ο Καθ’ ου η αίτηση δεν αποτάθηκε έγκαιρα στο Δικαστήριο για να μην συνεχιστεί η φοίτηση της ανήλικης στο εν λόγω σχολείο, εφόσον κατά τα λεγόμενα του η Αιτήτρια αθέτησε την υπόσχεση της με την καταχώριση αίτησης διατροφής περί τον Φεβρουάριο του 2025. Αντί αυτού, ανέμενε να του ζητηθεί συγκατάθεση συνέχισης της φοίτησης, για να αρνηθεί τελικά να τη δώσει.

 

Δεν παραγνωρίζω ότι τα δίδακτρα του ιδιωτικού σχολείου είναι υψηλά, ωστόσο ο Καθ’ ου η αίτηση δεν θα είχε ένσταση να φοιτήσει η ανήλικη σε άλλο ιδιωτικό σχολείο, Αγγλόφωνο, ως και ο ίδιος παραδέχεται. Εν πάση περιπτώσει το θέμα της συνεισφοράς του στα έξοδα της ανήλικης, αφορά ζήτημα που θα αποφασιστεί στα πλαίσια της αίτησης διατροφής.

 

Από τα τεκμήρια που κατέθεσε η Αιτήτρια προκύπτει ότι η ανήλικη έχει μαθησιακές δυσκολίες, η θέση του Καθ’ ου η αίτηση ωστόσο είναι ότι εάν φοιτούσε σε Αγγλόφωνο σχολείο δεν θα χρειαζόταν επιπλέον μαθήματα, θέση την οποία παραμένει άγνωστο που τη στηρίζει. Ο δε ισχυρισμός του ότι ένα δημόσιο σχολείο μπορεί να παρέχει στην ανήλικη ανάλογη ή και καλύτερη εκπαίδευση με αυτή του ιδιωτικού παρέμεινε μετέωρος. Δεν παρουσίασε κανένα πειστικό λόγο που να καταδεικνύει ότι το δημόσιο σχολείο υπερτερεί του ιδιωτικού ή ότι είναι βέβαιο ότι η ανήλικη δεν θα χρειάζεται ενισχυτικά μαθήματα εάν φοιτούσε σε οποιοδήποτε άλλο σχολείο. Πόσο μάλλον για το κατά πόσον θα πάθει οποιαδήποτε ζημιά με την συνέχιση της φοίτησης της στο σχολείο που ήδη φοιτά.

 

Ο Καθ’ ου η αίτηση δεν κατάφερε να πείσει το Δικαστήριο γιατί πρέπει να ανατραπεί η υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων. Παρά μόνο αρνείται να συγκατατεθεί στη συνέχιση της φοίτησης της ανήλικης, παραγνωρίζοντας τη ψυχική διαταραχή που θα προκληθεί στην ανήλικη. Όπως ήδη ανέφερα, ο οικονομικός παράγοντας δεν ήταν εμπόδιο για τη φοίτηση της σε άλλο ιδιωτικό σχολείο της επιλογής του. Οι δε ισχυρισμοί του περί ταλαιπωρίας της ανήλικης στο δρόμο κατά την μεταφορά και επιστροφή της αλλά και η θέση του ότι οποιοδήποτε άλλο δημόσιο σχολείο θα ήταν καλύτερη επιλογή για την ανήλικη, με όλο το σεβασμό προς τον Καθ’ ου η αίτηση, κρίνεται ότι αποτελούν εκ των υστέρων σκέψεις. Εάν οι ανησυχίες του ήταν ειλικρινείς, είτε δεν θα έδιδε εξ αρχής τη συγκατάθεση του για τη φοίτηση της ανήλικης στην πρώτη τάξη, είτε θα ελάμβανε μέτρα έγκαιρα ο ίδιος για την μετεγγραφή της σε άλλο σχολείο.

 

Όπως ήδη ανέφερα, είχα την ευκαιρία να συνομιλήσω με την ανήλικη κατά τη διάρκεια της συνέντευξης συμφώνως του Νόμου. Με βάση τη νομολογία η γνώμη του παιδιού έχει βαρύνουσα σημασία και αναλόγως της ωριμότητας του πρέπει να αναζητείται και να συνεκτιμάται. Αυτό αποτελεί ένδειξη της σεβασμού της προσωπικότητας του, είναι δε υποχρεωτική όταν  το επιτρέπει η ωριμότητα του και είναι σε θέση να εκφράσει τη γνώμη του για συγκεκριμένο θέμα. Λαμβάνεται υπόψιν νοουμένου ότι αυτή είναι γνήσια και όχι υποβολιμαία ή στηρίζεται στην μονομερή επίδραση ενός εκ των γονέων  (βλ. Π.Ε. v. K.R.U, Έφεση Αρ. 23/2018, ημερομηνίας 3.12.2019). Εναπόκειται στο Δικαστήριο να αξιολογήσει στο τέλος τη γνώμη του παιδιού και να αποφασίσει κατά πόσο θα της προσδώσει οποιαδήποτε βαρύτητα ή αξία και ανάλογα με την περίπτωση να εντάξει το αποτέλεσμα αυτής της διεργασίας στο υπόλοιπο υλικό προς συνεκτίμηση ( βλ. Ιωαννίδης  v. Ιωαννίδη (2002) 1 ΑΑΔ 1446).

 

Στο ενδιάμεσο αυτό στάδιο αρκούμαι να αναφέρω ότι η εντύπωση που αποκόμισα είναι ότι η ανήλικη είναι ευχαριστημένη με το σχολείο στο οποίο ήδη φοιτά. Αναφέρθηκε στο σχολικό περιβάλλον, στις ευκαιρίες μάθησης και τη βοήθεια και κατανόηση που δείχνουν οι καθηγητές της. Περνά ωραία με τους συμμαθητές της και δεν την ενοχλεί η μετάβαση της και η επιστροφή της με το λεωφορείο, εφόσον όπως ανέφερε, το λεωφορείο είναι του σχολείου και η ώρα περνά ευχάριστα με τα υπόλοιπα παιδιά. Επεσήμανε με δάκρυα στα μάτια ότι δεν θέλει να αλλάξει σχολείο, γεγονός που κατά την άποψη μου δεικνύει και το ειλικρινές της δήλωσης της.

 

Με γνώμονα τη διασφάλιση σταθερότητας στις συνθήκες ανάπτυξης της ανήλικης, δεδομένων και των δυσκολιών που αντιμετωπίζει, κρίνεται ότι το καλώς νοούμενο συμφέρον της επιτάσσει όπως συνεχίσει τη φοίτηση της στο ιδιωτικό σχολείο χχχχ που ήδη φιτά.

 

 

Η στάθμιση όλων των πιο πάνω, που στην συγκεκριμένη περίπτωση ταυτοποιούνται με  το συμφέρον και την ευημερία της ανήλικης, παράγοντας καθοριστικός στην λήψη αποφάσεων σχετικές με την γονική μέριμνα ανηλίκων, συνηγορούν όπως το αίτημα της Αιτήτριας εγκριθεί.

 

Συνακόλουθα, εκδίδονται τα ακόλουθα διατάγματα:

 

1.    Προσωρινό διάταγμα με το οποίο επιτρέπεται στην Αιτήτρια να προβεί σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες ούτως ώστε να καταστεί δυνατή η συνέχιση της φοίτησης του ανήλικου τέκνου των διαδίκων Μ. στο ιδιωτικό σχολείο χχχχ  χωρίς να απαιτείται  η έγγραφη συγκατάθεση του Καθ’ ου η αίτηση.  

 

2.    Προσωρινό διάταγμα με το οποίο ανατίθεται στην Αιτήτρια η φύλαξη και φροντίδα των ανήλικων τέκνων των διαδίκων, Μ. και Ε.

 

3.    Προσωρινό διάταγμα με το οποίο καθορίζεται ως τόπος διαμονής των ως άνω ανηλίκων ο εκάστοτε τόπος διαμονής της αιτήτριας εντός της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου.

 

Τα προσωρινά διατάγματα θα ισχύουν μέχρι την εκδίκαση της εναρκτήριας αίτησης ή μέχρι την έκδοση νεότερης διαταγής του Δικαστηρίου.

 

Με δεδομένο ότι ο Καθ’ ου η αίτηση αποδέχτηκε την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων Β και Γ και η ακρόαση περιορίστηκε στο αιτητικό Α, κρίνω ότι είναι ορθό και δίκαιο όπως καταδικαστεί στην καταβολή μόνο του ½ των εξόδων, ως ο αποτυχόν διάδικος. Συνεπώς, το ½ των εξόδων, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο επιδικάζονται υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον του Καθ’ ου η αίτηση.

 

(Υπ.)…………………….

                                                                                                                 Σ. Νεοφύτου, Δ.

 

ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο