ΣΤΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ
ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΕΝΩΠΙΟΝ։ Χ. Πογιατζή Δ.Ο.Δ.
Αρ. Αίτησης: 17/2016
Μεταξύ:
Μ. Α. Η.
Αιτητής
-και-
Χ. Σ. Π.
Καθ’ ης η Αίτηση
ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 07/04/2023, ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ
ΣΤΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ
ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αρ. Αίτησης: 17/2016
Μεταξύ:
Μ. Α. Η.
Αιτητής
-και-
Χ. Σ. Π.
Καθ’ ης η Αίτηση
Ημερομηνία: 26/09/2024
Εμφανίσεις:
Για τον Αιτητή: κ. Χαράλαμπος Σ. Σάββα για Α. Χρίστου & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.
Για την Καθ’ ης η Αίτηση: κα Α. Κακογιάννη για Α. Κακογιάννης & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.
ΑΠΟΦΑΣΗ
Η παρούσα υπόθεση έχει ως αντικείμενο την ρύθμιση των περιουσιακών διαφορών των διαδίκων, ως συνακόλουθη συνέπεια της κατάρρευσης του γάμου τους.
Ειδικότερα, ο Αιτητής με την Αίτηση του ως έχει τροποποιηθεί στις 07/04/2023, αξιώνει τις ακόλουθες θεραπείες։
Α. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η συνεισφορά του αποβιώσαντος στην αύξηση της περιουσίας της Καθ’ ης η αίτηση με την προοπτική του γάμου και μετά τη σύναψη του γάμου των διαδίκων κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων ανέρχεται στο ποσό των €120.000,00 κατά το χρόνο της διάστασης των διαδίκων το Μάιο του 2014.
Β. Διάταγμα και ή απόφαση του Δικαστηρίου διατάττον την Καθ’ ης η αίτηση να μεταβιβάσει το μερίδιο το αναλογούν στο ποσό των €120.000,00 επί της κινητής και ακίνητης περιουσίας της που εκέκτητο και ή εδικαιούτο να εγγραφεί ως ιδιοκτήτης κατά το χρόνο της διακοπής της συμβίωσης των διαδίκων επ’ ονόματι του αποβιώσαντος απαλλαγμένο παντός εμπράγματου και ή άλλου βάρους.
Γ. Διάταγμα και ή απόφαση του Δικαστηρίου ακυρώνον τη μεταβίβαση του αυτοκινήτου Porche υπ. αρ. εγγραφής [ ] επ ονόματι της Δ. Δ. κατόχου δελτίου κυπριακής ταυτότητας [ ].
Δ. Διαζευκτικά €120.000,00 απόδοση του μέρους της αύξησης της περιουσίας της καθ’ ης η αίτηση το οποίο προέρχεται από τη συνεισφορά του αποβιώσαντος με την προοπτική του γάμου και κατά το χρόνο της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων.
Ε. Οποιαδήποτε άλλη θεραπεία ήθελε το Δικαστήριο κρίνει δίκαιη και εύλογη υπό τις περιστάσεις.
Ζ. Νόμιμο Τόκο.
Ακολούθως, η Καθ’ ης η Αίτηση καταχώρησε την τροποποιημένη Υπεράσπιση της με την οποία ουσιαστικά ισχυρίζεται ότι η περιουσία της δεν έχει αυξηθεί με οποιοδήποτε τρόπο, αρνείται οποιαδήποτε συνεισφορά του Αιτητή και ζητεί την απόρριψη της Αίτησης ως αβάσιμης.
Ταυτόχρονα με την καταχώρηση της εναρκτήριας αίτησης καταχωρήθηκε από τον Αιτητή και ενδιάμεση αίτηση με την οποία αξίωνε την έκδοση προσωρινών διαταγμάτων εναντίον της Καθ’ ης η Αίτηση και το Δικαστήριο εξέδωσε μονομερώς στις 05/07/2016 προσωρινό διάταγμα με το οποίο απαγορεύτηκε στην Καθ’ ης η Αίτηση να μεταβιβάσει, δωρίσει, αποξενώσει, διαθέσει, επιβαρύνει με οποιοδήποτε τρόπο το ½ της ακίνητης περιουσίας που εκέκτητο και/ή δικαιούτο να εγγραφεί ως ιδιοκτήτης κατά τον χρόνο διακοπής της συμβίωσης της με τον Αιτητή, ήτοι το κομμωτήριο της και την συζυγική εστία εντός συγκεκριμένου ακινήτου στην Έμπα, ενός καταστήματος στον Δήμο Πάφου, καθώς και ενός αυτοκινήτου της. Μετά από την εκδίκαση της πιο πάνω ενδιάμεσης Αίτησης, το προαναφερόμενο εκδοθέν προσωρινό διάταγμα κατέστη απόλυτο στις 27/04/2017 και ισχύει μέχρι την εκδίκαση της παρούσης.
Στις 19/05/2020 ο Αιτητής απεβίωσε και η προώθηση της παρούσης συνεχίστηκε από τις διαχειρίστριες της περιουσίας του, όπως εμφαίνονται στον τίτλο της Αίτησης, οι οποίες διορίστηκαν στις 25/01/2023. Στις 28/04/2023 καταχωρήθηκε τροποποιημένη Αίτηση περιουσιακών διαφορών και στις 23/05/2023 καταχωρήθηκε η τροποποιημένη Υπεράσπιση από την πλευρά της Καθ’ ης η Αίτηση.
Οι προσπάθειες των μερών και των συνηγόρων τους για εξώδικη διευθέτηση της παρούσης δεν κατέληξαν σε κάποιο θετικό αποτέλεσμα και συνεπώς η παρούσα υπόθεση μετά από μεγάλη χρονική καθυστέρηση, για διάφορους λόγους για τους οποίους δεν κρίνω σκόπιμο να ασχοληθώ στην παρούσα, οδηγήθηκε τελικώς σε ακρόαση.
Η παρούσα Αίτηση εκδικάστηκε με βάση τους περί της Εκδίκασης Καθυστερημένων Υποθέσεων (Ειδικών) Διαδικαστικούς Κανονισμούς του 2022 και τις τροποποιήσεις αυτών, αφού αφορά υπόθεση η οποία καταχωρήθηκε το 2016. Για την πλευρά του Αιτητή πρόσφεραν δια ζώσης μαρτυρία η κα Α.Χ. (Μ.Α.1), η κα Ε.Κ. υπάλληλος της Κ.Ε.Δ.Ι.Π.Ε.Σ. (Μ.Α.2), ο κ. Γ.Σ. (Μ.Α.3) υπάλληλος της Hellenic Bank Public Company Ltd και ο κ. Θ.Ι. (Μ.Α.4) υπάλληλος της AstroBank. Για την Καθ’ ης η Αίτηση κατέθεσαν η ίδια η Καθ’ ης κα Χ.Π. (Μ.Υ.1) και η κα Κ.Ψ. (Μ.Υ. 2) πρώην υπάλληλος της USB BANK. Οι πιο πάνω μάρτυρες κατέθεσαν στα πλαίσια της προσφερθείσας μαρτυρίας τους συνολικά 23 τεκμήρια. Η ακροαματική διαδικασία ολοκληρώθηκε με τις αγορεύσεις των ευπαίδευτων συνηγόρων των διαδίκων.
Οφείλω να επισημάνω ότι πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας οι συνήγοροι του Αιτητή στις 23/10/2023 περιόρισαν με δήλωση τους η οποία καταγράφηκε στα πρακτικά του Δικαστηρίου, τις αιτούμενες θεραπείες του, ήτοι με την απόσυρση των αιτητικών (Β) και (Γ) της τροποποιημένης Αίτησης ημερομηνίας 28/04/2023 και έτσι παρέμειναν προς εκδίκαση οι αιτούμενες αξιώσεις υπό (Α) και (Δ) αυτής.
Έχω μελετήσει με ιδιαίτερη προσοχή τα δικόγραφα που καταχώρησαν οι διάδικοι, το σύνολο της μαρτυρίας που έχει προσκομιστεί καθώς και την επιχειρηματολογία των μερών. Θεωρώ ότι τα πιο κάτω γεγονότα είναι παραδεκτά από τους διαδίκους στην βάση των έγγραφων προτάσεων τους ή έχουν καταστεί κοινό υπόβαθρο γεγονότων με βάση την προσκομισθείσα μαρτυρία ή στα πλαίσια των δηλώσεων των συνηγόρων των διαδίκων։
- Οι διάδικοι ανήκουν στην ορθόδοξη ελληνική εκκλησία, είναι Κύπριοι πολίτες και κατοικούν στην Έμπα της Επαρχίας Πάφου.
- Οι διάδικοι στις 24/10/2009 τέλεσαν θρησκευτικό γάμο σύμφωνα με τα δόγματα της ελληνικής ορθοδόξου εκκλησίας σε ιερό ναό στην Έμπα.
- Στις 02/03/2015 εκδόθηκε διάταγμα λύσης του γάμου των διαδίκων από το Οικογενειακό Δικαστήριο Πάφου.
- Η διάσταση των διαδίκων επήλθε κατά/ή περί τον μήνα Μάϊο του 2014.
- Η Καθ’ ης η Αίτηση κατά την διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων έλαβε προσφυγικό επίδομα ύψους €37,600-. το οποίο κατατέθηκε σε κοινό λογαριασμό των διαδίκων στην AstroBank.
- Ο Αιτητής κατά τον επίδικο χρόνο εργαζόταν ως αστυνομικός/ειδικός αστυφύλακας με μηνιαίες απολαβές περί τα €1,400-.
- Η Καθ’ ης η Αίτηση διατηρούσε κομμωτήριο κατά τον επίδικο χρόνο.
- Ο αποβιώσας στις 27/09/2012 συνήψε δάνειο στο Συνεργατικό Ταμιευτήριο ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΩΝ & ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ ΚΥΠΡΟΥ ΛΤΔ με αρ. λογαριασμού [ ] για το ποσό των €85.000,00-. Προς εξασφάλιση του προαναφερόμενου δανείου η Καθ’ ης η αίτηση ενέγραψε υποθήκη επί του ακινήτου της με αρ. εγγραφής։ [ ], Φ/Σχ. [ ], τεμάχιο επί [ ] στην Πάφο, ενώ υπέγραψε και σύμβαση εγγύησης.
Μέσα από τις γραπτές τους αγορεύσεις, οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των διαδίκων ανέλυσαν τις θέσεις τους με παραπομπή σε νομική και ουσιαστική επιχειρηματολογία, επί το πλείστο βασιζόμενη σε νομολογία και τις οποίες έχω μελετήσει με ιδιαίτερη προσοχή.
Από την μία, ο ευπαίδευτος συνήγορος του Αιτητή υποστηρίζει ότι η περιουσία της Καθ’ ης η Αίτηση κατά τον χρόνο διάστασης των διαδίκων ήταν αυξημένη σε σχέση με τον χρόνο τέλεσης του γάμου τους. Είναι η θέση του, ότι τα χρήματα για το επίδικο αυτοκίνητο και το κτίσιμο του κομμωτηρίου στην συζυγική οικία καταβλήθηκαν εξ’ ολοκλήρου από τον Αιτητή μέσω του επίδικου δανείου, το οποίο αποπλήρωνε ο ίδιος αποκλειστικά μεταξύ άλλων με τον μισθό του, μέχρι και την διάσταση των διαδίκων. Ισχυρίζεται ότι το λιγότερο, που θα μπορούσε, υπό τις περιστάσεις, να επιδικαστεί υπέρ του Αιτητή, στο πλαίσιο της παρούσης υπόθεσης, ο οποίος και απέσεισε το βάρος απόδειξης που έφερε, είναι το σύνολο των ποσών που ο ίδιος έχει καταβάλει για την εξόφληση του επίδικου αυτοκινήτου καθώς και για το κτίσιμο του κομμωτηρίου στην συζυγική κατοικία προς όφελος της Καθ’ ης η Αίτηση, δηλαδή το ποσό των €55.000.
Στον αντίποδα, η ευπαίδευτη συνήγορος της Καθ’ ης η Αίτηση υποστηρίζει ότι η περιουσία της Καθ’ ης η αίτηση σε καμία περίπτωση δεν έχει αυξηθεί με οποιοδήποτε τρόπο και κυρίως από τη συνεισφορά του Αιτητή. Σε κάθε περίπτωση, είναι η θέση της ότι, όχι μόνο δεν αυξήθηκε η περιουσία της, αλλά αντιθέτως έχει συμβάλει στην αύξηση της περιουσίας του αποβιώσαντος. Περαιτέρω, αναφέρει ότι από την μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου δεν διαπιστώθηκε και/ή δεν αποδείχθηκε οποιαδήποτε αύξηση της περιουσίας της Καθ’ ης η Αίτηση, αλλά αντίθετα είναι η θέση της ότι η περιουσία της Καθ’ ης η αίτηση μειώθηκε και/ή αντιμετωπίζει σοβαρούς κινδύνους να αποξενωθεί εξ’ υπαιτιότητας του Αιτητή, λόγω των εξόδων στα οποία έχει προβεί για αποκλειστικό του όφελος. Ευσεβάστως υποβάλλει, ότι η πλευρά του Αιτητή έχει αποτύχει να αποδείξει την υπόθεσή της και δεν έχει παρουσιάσει θετική μαρτυρία που να μπορεί να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι είναι πιθανότερο τα πραγματικά γεγονότα να είναι ως έχουν παρουσιαστεί από την πλευρά του, παρά το αντίθετο.
ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΔΙΚΟΓΡΑΦΑ։
Αρχικά, μέσα από την Αίτηση αναφέρεται ότι οι διάδικοι τελούσαν σε διάσταση από το Μάιο του 2014 και ότι η λύση του γάμου τους επήλθε με την έκδοση διατάγματος του Οικογενειακού Δικαστηρίου Πάφου στις 02/03/2015.
Ακολούθως, αναφέρεται ότι οι διάδικοι έλαβαν δώρα γάμου ύψους €58.455,00 εκ των οποίων τα €38.455,00 κατατέθηκαν σε λογαριασμό της Καθ’ ης η αίτηση στην Τράπεζα USB. Τα υπόλοιπα €20.000,00 λήφθηκαν από τον Αιτητή και μέρος των οποίων διατέθηκαν για την πληρωμή των εξόδων του γάμου των διαδίκων καθώς και άλλων εξόδων στην συζυγική εστία, τα οποία επαύξησαν την αξία της συζυγικής εστίας η οποία αγοράστηκε το 2005 από την Καθ’ ης η αίτηση στην Έμπα, καθώς και μέρος των εξόδων ταξιδιού των διαδίκων στη Ρουμανία συνολικού ύψους €19.965-. τα οποία και περιγράφονται αναλυτικά.
Στην συνέχεια, γίνεται αναφορά στον αδελφό της Καθ’ ης η αίτηση, ο οποίος είχε κάνει συμφωνία ενοικιαγοράς με την E.F. Easy Finance Limited της Societe Generale Group για την αγορά του αυτοκινήτου Porche [ ] για το ποσό των €44.423,63 και ότι στις 27/09/2012 από το δάνειο που έκανε ο αποβιώσας Αιτητής στο Συνεργατικό Ταμιευτήριο Αστυνομικών, ξοφλήθηκε η προαναφερόμενη ενοικιαγορά με την καταβολή του ποσού των €12.237,89-.
Ο Αιτητής στις 27/09/2012 σύναψε δάνειο στο Συνεργατικό Ταμιευτήριο ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΩΝ & ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ ΚΥΠΡΟΥ ΛΤΔ που έφερε αρ. λογαριασμού [ ] για το ποσό των €85.000,00 το οποίο την 28/01/2015 είχε υπόλοιπο €83.028,24 πλέον τόκους από 31/12/2014. Για την σύναψη του εν λόγω δανείου η Καθ’ ης η αίτηση ενέγραψε υποθήκη στο κατάστημα της με αρ. εγγραφής [ ], Φ/Σχ. [ ] τεμάχιο επί [ ] στην Πάφο και υπέγραψε σύμβαση εγγύησης.
Η Καθ’ ης η αίτηση και η μητέρα της παρακαλούσαν και προέτρεπαν συνεχώς τον Αιτητή να συνάψει το αναφερόμενο δάνειο έτσι ώστε η Καθ’ ης η αίτηση να κτίσει κομμωτήριο στο σπίτι της στην Έμπα και για να εξοφλήσει ο αδερφός της το ποσό των €12.237,89 το οποίο χρωστούσε για το δώρο που έκανε στην Καθ’ ης η αίτηση, ήτοι για την αγορά του αυτοκινήτου Porche και το οποίο έφερε αρ. εγγραφής [ ]. Η καθ’ ης η αίτηση ουδέποτε συνείσφερε στην αποπληρωμή του προαναφερόμενου δανείου. Το εν λόγω αυτοκίνητο μεταβιβάστηκε στην Καθ’ ης η αίτηση το 2012 μετά που ξοφλήθηκε η ενοικιαγορά του με τα χρήματα του δανείου που έκανε ο Αιτητής και το 2014 μετά την διάσταση των διαδίκων η Καθ’ ης η αίτηση το μεταβίβασε στην μητέρα της Μ. Δ.
Η μητέρα της καθ’ ης η αίτηση στις 26/09/2012 μια μέρα πριν τη σύναψη του αναφερόμενου δανείου είπε στον αποβιώσαντα «να βάλεις το μαγαζί που έχει στην Πάφο η κόρη μου υποθήκη και εγώ θα σου δίνω κάθε μήνα για να καταθέτεις στο Σ.Τ.Α.Κ. το ποσό των €600 με €700 για να εξοφλήσεις το εν λόγω δάνειο». Περαιτέρω, ανέφερε στον αποβιώσαντα ότι θα του έδινε τα χρήματα μηνιαίως για να μην επιβαρύνεται επιπλέον με τόκους το δάνειο. Την ίδια ημέρα και σε συνέχεια της αναφερόμενης συζήτησης, η Καθ’ ης η αίτηση ανέφερε στον αποβιώσαντα Αιτητή ότι θα ενοικίαζε το μαγαζί που έχει στην Πάφο για το ποσό των €700,00 μηνιαίως στη Σ.Τ. και θα έδινε το ενοίκιο σε αυτόν για να εξοφλήσει το αναφερόμενο δάνειο.
Από το προαναφερόμενο δάνειο, ο Αιτητής χρησιμοποίησε το ποσό των €30.000 για την εξόφληση του τρεχούμενου λογαριασμού του και έδωσε το ποσό των €53.000 στην Καθ’ ης η αίτηση για να κτίσει το κομμωτήριο της στην Έμπα, εντός της συζυγικής εστίας και για την εξόφληση του αυτοκινήτου Porche με αρ. εγγραφής [ ] το οποίο ενέγραψε στο όνομα της.
Κατά τη διάρκεια του γάμου των διαδίκων, η Καθ’ ης η αίτηση πώλησε το αυτοκίνητο της μάρκας Smart με αρ. εγγραφής [ ] και αγόρασε το αυτοκίνητο με αρ. εγγραφής [ ] για το οποίο υπέγραψε συμφωνία ενοικιαγοράς και πλήρωνε μηνιαίο ενοίκιο με εγγυητή τον αποβιώσαντα Αιτητή. Κατά τη διάρκεια του γάμου των διαδίκων, η Καθ’ ης η αίτηση απέκτησε ακόμα ένα αυτοκίνητο με αρ. εγγραφής [ ] μάρκας Ford.
Κατά τη διάρκεια του έγγαμου βίου των διαδίκων ο αποβιώσας ήταν αυτός που επιβαρύνονταν με όλα τα έξοδα των αυτοκινήτων της Kαθ’ ης η αίτηση, αφού πλήρωνε τα έξοδα και των δύο αυτοκινήτων, ήτοι ασφάλειες, άδειες κυκλοφορίας, Μ.Ο.Τ., αλλαγές λαδιού, services, διάφορα μηχανικά, ελαστικά, πλύσιμο των αυτοκινήτων. Ουκ ολίγες φορές ο αποβιώσας εφοδίασε τα οχήματα της Καθ’ ης η αίτηση με καύσιμα. Συγκεκριμένα, για το αυτοκίνητο Smart με αρ. εγγραφής [ ] και την χρονική περίοδο 05/12/2009-01/04/2013 ο αποβιώσας πλήρωσε το συνολικό ποσό των €2.247-. Επίσης, για το αυτοκίνητο μάρκας Porche και την χρονική περίοδο 17/06/2010-31/03/2013 ο αποβιώσας πλήρωσε το συνολικό ποσό των €6.507-.
Επιπρόσθετα, στην Αίτηση αναφέρεται ότι ο αποβιώσας Αιτητής επωμιζόταν όλα τα έξοδα για την συντήρηση του σπιτιού και τους διάφορους λογαριασμούς. Οι λογαριασμοί του νερού, ρεύματος, της θέρμανσης αλλά και οι λογαριασμοί του Κοινοτικού Συμβουλίου της Έμπας πληρώνονταν όλα από τον αποβιώσαντα. Τα ποσά που δαπανήθηκαν για τη συντήρηση και τα έξοδα της συζυγικής εστίας τα οποία συνείσφερε ο αποβιώσας Αιτητής ανέρχονταν στο ποσό των €4.552-.
Κατά τη διάρκεια της έγγαμης σχέσης των διαδίκων, ο αποβιώσας Αιτητής δαπανούσε από το μισθό και τα εισοδήματα του για τα έξοδα διατροφής και εν γένει συντήρησης της οικογένειας, αλλά και για διάφορα έξοδα των γονέων της Καθ’ ης η αίτηση.
Ο αποβιώσας δαπάνησε χρήματα και για τα προσωπικά έξοδα της Καθ’ ης η αίτηση. Πλήρωνε τις επισκέψεις της Καθ’ ης η αίτηση στον γυναικολόγο, στον πλαστικό χειρούργο και στην αισθητικό. Περαιτέρω, αγόραζε τα φάρμακα που χρειαζόταν η Καθ’ ης η αίτηση πληρώνοντας συνολικά το ποσό των €444,00 για την περίοδο 28/08/2011-24/01/2013 ενώ ανέλαβε και τα έξοδα για τις επεμβάσεις στις οποίες υποβλήθηκε η Καθ’ ης για το ποσόν των €450,00 και το ποσό των €550,00-. Αναφέρεται ακόμα, ότι ο Αιτητής κατά την χρονική περίοδο 01/03/2011-28/06/2013 έδωσε στην Καθ’ ης η αίτηση το συνολικό ποσόν των €12.087 για προσωπικά της έξοδα. Κατά τη διάρκεια της έγγαμης σχέσεως των διαδίκων, ο αποβιώσας αγόραζε ρούχα και υποδήματα στην Καθ’ ης η αίτηση καθώς επίσης και διάφορα δώρα. Τα έξοδα για τις διακοπές των διαδίκων εντός και εκτός της Κύπρου καταβλήθηκαν από τον αποβιώσαντα, όπου αυτός πλήρωσε το συνολικό ποσό των €6.200-. για διάφορα ταξίδια.
Ο αποβιώσας εργαζόταν ως αστυνομικός με μηνιαίες κατά μέσο όρο απολαβές €1.400. Η καθ’ ης η αίτηση εργάζεται ως κομμώτρια σε ιδιόκτητο κομμωτήριο στην Έμπα το οποίο δημιούργησε κατά τη διάρκεια του γάμου της με τον Αιτητή με τα χρήματα από το προαναφερόμενο δάνειο του αποβιώσαντος, με μηνιαίες απολαβές ύψους €700,00-.
Ο Αιτητής διέμενε στην πατρική του οικία με τους γονείς του, καθότι η σύνταξη του πατέρα του είναι χαμηλή και η μητέρα του δεν λαμβάνει σύνταξη ούτε μπορεί να εργαστεί λόγω αρκετών προβλημάτων υγείας. Ο αποβιώσας έχει αναλάβει τις υποχρεώσεις του σπιτιού και είναι υποχρεωμένος να πληρώνει μηνιαίες δόσεις ύψους €500,00 για το ειρημένο δάνειο στο Συνεργατικό Ταμιευτήριο ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΩΝ & ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ ΚΥΠΡΟΥ ΛΤΔ με αρ. λογαριασμού [ ] και €300,00 για δάνειο του πατέρα του στο Συνεργατικό Ταμιευτήριο.
Ο Αιτητής δαπάνησε από το μισθό του ως αστυνομικός και από το δάνειο που έκανε ως ανωτέρω αναφέρεται, κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης του με την Καθ’ ης η αίτηση και μέχρι τη διάσταση τους, το συνολικό ποσό των €106.000 πλέον την συνεισφορά του στα δώρα του γάμου, πλέον την συνεισφορά του σε εργασία μέσα στο σπίτι, ήτοι η Καθ’ ης η αίτηση ωφελήθηκε το συνολικό ποσό των €120,000 και αυξήθηκε η περιουσία της.
Στην Απάντηση στην Υπεράσπιση της Καθ’ ης η Αίτηση, ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι το δάνειο στο Συνεργατικό Ταμιευτήριο Αστυνομικών με αριθμό λογαριασμού [ ], ουδέποτε συνάφθηκε για δικούς του προσωπικούς σκοπούς, όπως ισχυρίζεται η Καθ’ ης η αίτηση στην Υπεράσπιση της. Ο αποβιώσας χρησιμοποίησε το όνομα του και τη θέση του ως εκ της εργασίας του ώστε να καταστεί δυνατή η έγκριση του εν λόγω δανείου από το άνω Συνεργατικό Ίδρυμα, ώστε τα χρήματα που θα ελάμβανε από το εν λόγω δάνειο να παραχωρούνταν στην Καθ’ ης η αίτηση για να τα χρησιμοποιήσει ώστε να αποπερατώσει το κομμωτήριο της στην Έμπα καθώς και για να αποπληρώσει το αυτοκίνητο μάρκας PORCHE CAYENNE με αριθμούς εγγραφής [ ], το οποίο αγοράστηκε από την Αιτήτρια μέσω συμφωνίας ενοικιαγοράς στην οποία ως πρωτοφειλέτης φαινόταν ο αδελφός της Καθ’ ης η αίτηση και όχι η ίδια η Καθ’ ης η αίτηση όπως συνέβαινε στην πραγματικότητα.
Περαιτέρω, ο αποβιώσας ισχυρίζεται ότι η Καθ’ ης η αίτηση στην ουσία δεν υπέγραψε εγγύηση υπέρ του αποβιώσαντος, αλλά στην πραγματικότητα εγγυήθηκε τον ίδιο τον εαυτό της, αφού τα χρήματα που θα εξασφαλίζονταν από το δάνειο στο Συνεργατικό Ταμιευτήριο Αστυνομικών και με αριθμό λογαριασμού [ ], θα χρησιμοποιούνταν για δικούς της σκοπούς και για το δικό της όφελος.
Περαιτέρω, η Καθ’ ης η αίτηση αναληθώς αναφέρει ότι το χρηματικό ποσό που έλαβαν οι διάδικοι ως δώρα γάμου ανήλθε στο ποσό των €40.580 και ο ισχυρισμός της αυτός καταρρίπτεται από τον κατάλογο των καλεσμένων και το ποσό που έδωσε ο καθένας ως δώρο.
Ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι ουδέποτε διατηρούσε οποιεσδήποτε εξωσυζυγικές σχέσεις κατά την διάρκεια του γάμου του με την Καθ’ ης η αίτηση, όπως αυτή ισχυρίστηκε. Ο αποβιώσας καθ’ όλη τη διάρκεια του γάμου του με την Καθ’ ης η αίτηση ήταν πάντοτε πιστός και υποδειγματικός σύζυγος και αγαπούσε την Καθ’ ης η αίτηση. Κατά την διάρκεια του γάμου του με την Καθ’ ης η αίτηση δεν διασκέδαζε ποτέ μόνος του σε κέντρα διασκέδασης και/ή χώρους ψυχαγωγίας και/ή αναψυχής, όπως ψευδώς ισχυρίζεται η Καθ’ ης η αίτηση, αλλά αντιθέτως σε κάθε έξοδο των διαδίκων συνόδευε την Καθ’ ης η αίτηση στις επισκέψεις της στις οικίες φιλικών της προσώπων και όπου αλλού αυτή επιθυμούσε.
Ισχυρίζεται ότι ουδέποτε έλαβε χρήματα από το ταμείο του κομμωτηρίου της Καθ’ ης η αίτηση ως η ίδια αναφέρει στην Υπεράσπιση της. Αναφέρει ακόμα ότι εκδιώχθηκε από την συζυγική εστία κατόπιν απαίτησης της Καθ’ ης η αίτηση, καθότι όπως ανέφερε στον αποβιώσαντα η Καθ’ ης η αίτηση δεν είχαν καλή επικοινωνία και δεν της άρεσε πλέον σαν άντρας. Ο αποβιώσας ουδέποτε προέβη σε οποιαδήποτε προσβολή προς το πρόσωπο της Καθ’ ης η αίτηση σε σχέση με τα θέματα εξωσωματικής θεραπείας και/ή σε σχέση με οποιοδήποτε ζήτημα τεκνοποίησης που αυτή αντιμετώπιζε.
Οι ισχυρισμοί της Καθ’ ης η αίτηση περί άλλων γυναικών και συντήρησης αυτών και των τέκνων τους από τον αποβιώσαντα, αποτελούν αποκυήματα της φαντασίας της. Ο αποβιώσας ξόδευε το μεγαλύτερο μέρος του μισθού του για τις κοινές του εξόδους με την Καθ’ ης η αίτηση, για την ιατρική της φροντίδα, για τα δώρα που της έκανε και τα κοινά τους ταξίδια.
Σε σχέση με το αυτοκίνητο μάρκας Porche, ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι ο αδελφός της Καθ’ ης η αίτηση δεν έχει καταβάλει οποιοδήποτε ποσό για την αγορά του εν λόγω αυτοκινήτου και ουδέποτε χάρισε αυτό ως δώρο στην Καθ’ ης η αίτηση. Ισχυρίζεται ακόμα, ότι ο ίδιος πολύ σπάνια χρησιμοποιούσε το όχημα με αριθμούς εγγραφής [ ] και ότι διακινείτο με το δικό του αυτοκίνητο. Αναφέρεται ακόμα ότι παρόλο που ήταν η Καθ’ ης η αίτηση που χρησιμοποιούσε το εν λόγω όχημα, αυτός πλήρωνε από τα δικά του χρήματα όλα τα έξοδα του εν λόγω αυτοκινήτου, όπως σέρβις, λάδια, άδειες κυκλοφορίας, ασφάλεια, ελαστικά, ΜΟΤ και οτιδήποτε άλλο χρειαζόταν.
Επιπρόσθετα, ο Αιτητής ισχυρίζεται στην Απάντηση του ότι τα δώρα του γάμου των διαδίκων κατατέθηκαν σε κοινό λογαριασμό των διαδίκων και ακολούθως η Καθ’ ης η Αίτηση σε διάφορες ημερομηνίες έκανε αναλήψεις διαφόρων ποσών από τον εν λόγω κοινό λογαριασμό για να αποπληρώσει χρηματικές υποχρεώσεις της προς τρίτα πρόσωπα, για να καλύψει προσωπικά της έξοδα αλλά και για να χρηματοδοτήσει δικές της οικονομικές δραστηριότητες.
Ισχυρίζεται δε ότι οι λογαριασμοί υδατοπρομήθειας, σκυβάλων και ηλεκτρισμού πληρώνονταν ως επί το πλείστο από τον Αιτητή και το γεγονός ότι οι αποδείξεις αυτών εκδίδονταν στο όνομα της Καθ’ ης η αίτηση δεν έχει καμία σημασία, αφού οι λογαριασμοί ήταν στο όνομα της.
Επαναλαμβάνει ότι οι διάδικοι κατά την κοινή τους ζωή είχαν σταθερά μηνιαία εισοδήματα από τις εργασίες τους. Τα δώρα γάμου ανήλθαν στο ποσό των €58.455. Από το συνολικό ποσό των €181.055, δηλαδή €37.600 που έλαβε η Καθ’ ης η αίτηση ως προσφυγικό επίδομα, τα δώρα γάμου ύψους €58.455 και από το δάνειο ύψους €85.000 που έλαβαν οι διάδικοι από το Συνεργατικό Ταμιευτήριο Αστυνομικών, ο Αιτητής έλαβε μόνο το ποσό των €7.600 για εξόφληση προσωπικών του υποχρεώσεων και €30.000 για εξόφληση του τρεχούμενου λογαριασμού του ο οποίος πλήρωνε τα κοινά έξοδα των διαδίκων.
ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΔΙΚΟΓΡΑΦΑ։
Στον αντίποδα, η Καθ΄ ης η αίτηση προβάλλει στην τροποποιημένη Έκθεση Υπεράσπισης της ότι έλαβε προσφυγικό επίδομα για το ποσό των €37.600,00, και ότι ο αποβιώσας συνήψε προσωπικό δάνειο στο Συν. Ταμιευτήριο Αστυνομικών με αρ. λογαριασμού [ ] και για το οποίο η ίδια υπέγραψε εγγύηση και ενέγραψε υποθήκη επί του ακινήτου της με αρ. εγγραφής [ ], προς εξασφάλιση του εν λόγω δανείου. Η Καθ’ ης η Αίτηση υποστηρίζει ότι κινδυνεύει να χάσει το εν λόγω ακίνητο σήμερα, αφού ο Αιτητής δεν καταβάλλει τις δόσεις του προαναφερόμενου δανείου.
Η Καθ’ ης η αίτηση περαιτέρω ισχυρίζεται ότι το ποσό που αποκόμισαν από τα δώρα γάμου ήταν €40.580 και όχι €58.455 όπως αναφέρεται στην Αίτηση.
Από την έναρξη της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων, παρουσιάστηκαν προβλήματα που δημιουργήθηκαν εξ’ υπαιτιότητας του Αιτητή, από τον Σεπτέμβριο του 2013 όμως η συμπεριφορά του επιδεινώθηκε σε μεγάλο βαθμό αφού είχε γίνει χυδαία, υποτιμητική και περιφρονητική προς την Καθ’ ης η αίτηση. Επιπρόσθετα, ο αποβιώσας κατά περιόδους διατηρούσε ποικιλόμορφες και/ή ανεξήγητες σχέσεις με άλλες γυναίκες, γεγονός το οποίο προκαλούσε προβλήματα στο γάμο των διαδίκων αλλά και στην ομαλή λειτουργία της κοινής τους ζωής. Η κατάσταση πλέον είχε επιδεινωθεί, αφού ο αποβιώσας έφευγε από το σπίτι πολλές ώρες, περνούσε μεγάλο χρόνο στο τηλέφωνο μιλώντας και διατηρώντας σχέσεις με άλλες γυναίκες, με αποτέλεσμα να αγνοεί την Καθ’ ης η αίτηση.
Υποστηρίζει ότι ο Αιτητής ήταν ειδικός αστυφύλακας και κατά ή περί το 2014 ο μισθός του ήταν €1.408 μηνιαίως. Είχε όμως πολυέξοδη ζωή, αφού έκανε συχνές εξόδους σε καφετέριες και σε χώρους τυχερών παιγνίων και αλλού και περνούσε μεγάλα χρονικά διαστήματα μιλώντας στο τηλέφωνο σπαταλώντας πολύτιμο χρόνο.
Η Καθ’ ης η Αίτηση υποστηρίζει ότι ο Αιτητής σε πολλές περιπτώσεις άνοιγε την ταμειακή μηχανή του κομμωτηρίου της και λάμβανε μετρητά για τα έξοδα του που αφορούσαν εξόδους του, πλαστικούς χειρούργους και αισθητικούς για τον ίδιο και όχι για αυτήν, όπως ο ίδιος υποστήριξε.
Κατά ή περί τον Μάιο του 2014, μετά από συζήτηση που είχαν οι διάδικοι για θέματα εξωσωματικής θεραπείας και μετά από τις συνήθεις προσβολές του προς το πρόσωπο της Καθ’ ης η Αίτηση για το ζήτημα της απόκτησης παιδιών, ο Αιτητής εγκατέλειψε τη συζυγική οικία στις 29/05/2014. Ένεκα των ανωτέρω, από τις 29/05/2014, η Καθ’ ης η αίτηση καταχώρησε αίτηση διαζυγίου και εκδόθηκε διάταγμα λύσης του γάμου των διαδίκων στις 02/03/2015.
Ο Αιτητής από την εγκατάλειψη της συζυγικής οικίας και έκτοτε διέμενε με άλλη γυναίκα και το παιδί της, τους οποίους συντηρούσε. Αντίθετα, στην Καθ’ ης η αίτηση ουδέποτε έδωσε οιονδήποτε ποσό είτε κατά τη διάρκεια του γάμου τους είτε και μετά τη λύση του για τη διατροφή και συντήρηση της.
Η Καθ’ ης η Αίτηση υποστηρίζει μέσα από την Έκθεση Υπεράσπισης της, ότι το όχημα με αρ. εγγραφής [ ] αγοράσθηκε ως δώρο προς την ίδια από τον αδελφό της με δικά του έξοδα και ως εκ τούτου εγγράφηκε στο όνομα της. Το εν λόγω όχημα χρησιμοποιείτο κατά τη διάρκεια του γάμου των διαδίκων μόνον από τον Αιτητή και ότι έξοδα βενζίνης και έξοδα συντήρησης έκανε για το όχημα αυτό, ήταν για δική του χρήση.
Υποστηρίζει ότι ο λογαριασμός που ο Αιτητής αναφέρεται στην παράγραφο 5 των Γεγονότων της αίτησης και στον οποίο κατατέθηκαν τα χρηματικά δώρα του γάμου των διαδίκων, ήταν κοινός λογαριασμός.
Η Καθ’ ης η Αίτηση ισχυρίζεται ότι όλες οι αποδείξεις που υπάρχουν για πληρωμή ηλεκτρικού ρεύματος, νερού και άλλων εξόδων για την συζυγική οικία εκδίδονταν στο όνομα της Αιτήτριας, ενώ πολλά από τα έξοδα αυτά πληρώνονταν από τον πατέρα της Καθ’ ης η Αίτηση.
Ισχυρίζεται ακόμα στην Υπεράσπιση της, ότι όταν ο Αιτητής εγκατέλειψε την συζυγική οικία αφαίρεσε και /ή υπέκλεψε ασημικά, χρυσαφικά και οικιακό εξοπλισμό, αντικείμενα καθώς και πυροβόλο όπλο με αρ. εγγραφής [ ], τα οποία ήταν προικώα της Καθ’ ης η Αίτηση και οικογενειακά της κειμήλια και τα οποία ακόμα κατακρατούνται από τους διαχειριστές του αποβιώσαντος.
Είναι ισχυρισμός της Καθ’ ης η αίτηση, ότι τα έσοδα των διαδίκων κατά την κοινή τους ζωή ήταν τα ακόλουθα։ δώρα γάμου €40.570, προσφυγικό επίδομα €37.600 και δάνειο στο Συνεργατικό Ταμιευτήριο Αστυνομικών για το ποσό των €85.000. Από τα πιο πάνω ποσά, ένα σημαντικό ποσό διατέθηκε για εξόφληση των προσωπικών δανείων και λογαριασμών του Αιτητή. Η περιουσία της Καθ’ ης η αίτηση σε καμία περίπτωση δεν αυξήθηκε με οιονδήποτε τρόπο. Αναφέρει ακόμα ότι η οικία της Καθ’ ης η αίτηση και στην οποία περιλαμβάνεται και το κομμωτήριο της δεν έχει μεταβιβασθεί σε αυτήν από τον πωλητή για λόγους που αφορούν τον ίδιο.
Η ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΠΟΥ ΔΟΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΚΡΟΑΜΑΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ։
Η μαρτυρία της κας Α.Χ. (Μ.Α.1)։
Η πρώτη μάρτυρας που πρόσφερε μαρτυρία κατά την ακροαματική διαδικασία ήταν η κα Α.Χ. (Μ.Α.1) η οποία κατέθεσε Γραπτή Δήλωση της (Τεκμήριο Α’) το περιεχόμενο της οποίας υιοθέτησε ως μέρος της κυρίως εξέτασης της, ενώ κατέθεσε ως τεκμήρια συνολικά 14 έγγραφα, στα οποία θα προβώ σε ειδική αναφορά σε κατοπινό στάδιο. Η μάρτυρας αντεξετάστηκε στην συνέχεια από την συνήγορο της Καθ’ ης η Αίτηση.
Αρχικά μέσα από την γραπτή δήλωση της, η μάρτυρας αναφέρει ότι είναι μία εκ των δύο διαχειριστριών της περιουσίας του αποβιώσαντος Αιτητή και προβαίνει στην παρούσα ένορκη δήλωση κατόπιν εξουσιοδότησης της συνδιαχειρίστριας Ί.Χ.Σ. Περαιτέρω, αναφέρει ότι με τον Αιτητή από τις αρχές του έτους 2019 μέχρι και τον θάνατο του στις 19/05/2020 (βλ. Τεκμήριο 1-Πιστοποιητικό θανάτου αποβιώσαντος Αιτητή) ήταν σύντροφοι χωρίς όμως να παντρευτούν, ενώ στις 15/04/2020 απόκτησαν το μοναδικό τους τέκνο.
Ακολούθως, αναφέρει ότι γνωρίζει τα γεγονότα της υπόθεσης ιδίως από πληροφορίες που έχει λάβει από τον αποβιώσαντα Αιτητή αλλά και από την μελέτη του περιεχομένου του φακέλου της παρούσας τον οποίο διατηρούν οι δικηγόροι της, ενώ σε σχέση με τα νομικά ζητήματα που προκύπτουν, παραθέτει τις νομικές τους συμβουλές.
Η Μ.Α. 1 ισχυρίζεται ότι οι διάδικοι, τελούσαν σε διάσταση, από τον Μάιο του έτους 2014, ενώ ο γάμος τους λύθηκε από το Οικογενειακό Δικαστήριο Πάφου στις 02/03/2015.
Οι διάδικοι από τον γάμο τους έλαβαν χρηματικά δώρα για το συνολικό ποσό των €58.455,00-. Υποστήριξε στην γραπτή της δήλωση ότι από το ποσό των €58.455,00, το ποσό των €38.455,00, κατατέθηκε σε λογαριασμό της Καθ’ ης η Αίτηση στην Τράπεζα USB, ενώ το υπόλοιπο ποσό των €20.000,00 το έλαβε ο Αιτητής για την πληρωμή των εξόδων του γάμου των διαδίκων, κάποιων εξόδων αναφορικά με την πρώην συζυγική κατοικία τους στην Έμπα, της Επαρχίας Πάφου καθώς και των εξόδων του ταξιδιού τους στην Ρουμανία.
Στην συνέχεια, η μάρτυρας υποστηρίζει ότι η συζυγική κατοικία αποκτήθηκε από την Καθ’ ης η Αίτηση κατά ή περί το έτος 2005 δυνάμει σχετικού αγοραπωλητηρίου εγγράφου ημερομηνίας 26/06/2005 μεταξύ του Ν.Χ. και της Καθ’ ης η Αίτηση και το οποίο κατέθεσε ως Τεκμήριο 2.
Αναφέρει ακολούθως ότι η Καθ’ ης η Αίτηση, κατά την 21/01/2010, έλαβε, ως προσφυγικό επίδομα το ποσό των €37.600,00 ως επιχορήγηση για την αγορά διαμερίσματος, εκ των οποίων το ποσό των €7.600, δόθηκε στον Αιτητή για την εξόφληση κάποιου προσωπικού δανείου του, ενώ το υπόλοιπο ποσό των €30.000 κατατέθηκε σε προσωπικό λογαριασμό της Καθ’ ης. Κατέθεσε ως Τεκμήριο 3 απόδειξη πληρωμής ημερομηνίας 22/01/2010 από το Γενικό Λογιστήριο της Δημοκρατίας στο όνομα της Καθ’ ης η Αίτηση.
Η Μ.Α. 1 ισχυρίζεται ότι ο Αιτητής κατά την 27/09/2012 σύναψε συμφωνία δανείου, με το Συνεργατικό Ταμιευτήριο ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΩΝ & ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ ΚΥΠΡΟΥ ΛΤΔ, με Αρ. Λογαριασμού [ ], για το ποσό των €85.000,00. Για το εν λόγω δάνειο, η Καθ’ ης η Αίτηση σύναψε σχετική συμφωνία εγγύησης καθώς και σχετικό έγγραφο υποθήκης, για το ακίνητό της που φέρει αρ. εγγραφής [ ], Φύλλο [ ], Σχέδιο [ ], Τμήμα [ ], Τεμάχιο [ ]. Κατέθεσε ως Τεκμήριο 4 αντίγραφο της προαναφερόμενης συμφωνίας δανείου με ημερομηνία 27/09/2012.
Επιπρόσθετα, κατέθεσε ως Τεκμήριο 5 αντίγραφο της προαναφερόμενης σύμβασης εγγύησης στο όνομα της Καθ’ ης η Αίτηση, η οποία συνάφθηκε με το Συνεργατικό Ταμιευτήριο ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΩΝ & ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ ΚΥΠΡΟΥ ΛΤΔ ημερομηνίας 27/09/2012. Επίσης, κατέθεσε ως Τεκμήριο 6 το αντίγραφο έγγραφου υποθήκης με ημερομηνία 27/09/2012, καθώς και το πιστοποιητικό τίτλου ακίνητης ιδιοκτησίας που το συνοδεύει με ημερομηνία έκδοσης 24/09/2012.
Ακολούθως, η μάρτυρας ισχυρίζεται ότι το επίδικο δάνειο συνάφθηκε μετά από παρακλήσεις και προτροπές της Καθ’ ης η Αίτηση αλλά και της μητέρας της, προκειμένου η πρώτη να κτίσει το κομμωτήριό της στο ακίνητο που ευρίσκεται η συζυγική κατοικία αλλά και για να εξοφληθεί το υπόλοιπο της συμφωνίας δανείου αυτοκινήτου, αναφορικά με το αυτοκίνητο μάρκας Porche με αριθμούς εγγραφής [ ] το οποίο μετά από την εξόφλησή του μεταβίβασε, σε αυτήν ο αδερφός της, Δ.Δ. Ισχυρίζεται ότι, όπως της ανέφερε ο Αιτητής ενόσω ζούσε, η μητέρα της Καθ’ ης η Αίτηση, του έλεγε να βάλει υποθήκη το μαγαζί που έχει η Καθ’ ης η Αίτηση στην Πάφο και το οποίο ευρίσκεται στο προαναφερόμενο ακίνητό της και ότι, αυτή θα του έδινε κάθε μήνα το ποσό των €600-€700 για να εξοφλήσει το επίδικο δάνειο. Προς τούτο, αναφέρει επίσης ότι όπως ο Αιτητής της είχε μεταφέρει, η μητέρα της Καθ’ ης η Αίτηση θα ενοικίαζε το συγκεκριμένο μαγαζί σε κάποια Σ.Τ.
Αναφορικά με την συμφωνία δανείου αυτοκινήτου σε σχέση με το επίδικο αυτοκίνητο, ισχυρίζεται ότι αυτή συνάφθηκε κατά την 26/05/2008 μεταξύ του αδερφού της Καθ’ ης η Αίτηση Δ.Δ. και των κ.κ. E.F. EASY FINANCE LIMITED, για το ποσό των €44.423,63. Για την εν λόγω συμφωνία δανείου αυτοκινήτου η Δ.Η., σύναψε με τους κ.κ. E.F. EASY FINANCE LIMITED σχετική συμφωνία εγγύησης.
Η μάρτυρας κατέθεσε ως Τεκμήριο 7 έγγραφο δανείου αυτοκινήτου ημερομηνίας 26/05/2008 μεταξύ του αδερφού της Καθ’ ης η Αίτηση, Δ.Δ. και των κ.κ. E.F. EASY FINANCE LIMITED. Επίσης κατέθεσε ως Τεκμήριο 8 αντίγραφο της σχετικής συμφωνίας εγγύησης ημερομηνίας 26/05/2008 μεταξύ της Δ.Η. και της προαναφερόμενης εταιρείας. Περαιτέρω, κατέθεσε ως Τεκμήριο 9, δέσμη εγγράφων αποτελούμενη από αντίγραφο επιστολής της πιο πάνω εταιρείας προς τον Δ.Δ. ημερομηνίας 30/05/2008, μαζί με αντίγραφο εγγράφου που φέρει τον τίτλο։ Πίνακας Απόσβεσης με ημερομηνία 30/05/2008 στο όνομα του Δ.Δ.
Στην συνέχεια, η Μ.Α.1 αναφέρει στην γραπτή της δήλωση ότι η συμφωνία δανείου αυτοκινήτου εξοφλήθηκε στις 27/09/2012 με την καταβολή του ποσού των €12.237,89, από τον Αιτητή στον αδερφό της Καθ’ ης η Αίτηση Δ.Δ. Ειδικότερα, αναφέρει ότι ο Αιτητής αφού απέσυρε από τον τραπεζικό λογαριασμό του στο Συνεργατικό Ταμιευτήριο ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΩΝ & ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ ΚΥΠΡΟΥ ΛΤΔ, με αρ. Λογαριασμού [ ] το ποσό των €53.000,00, έδωσε από αυτό το ποσό των €12.237,89 για την εξόφληση της εν λόγω συμφωνίας δανείου στον αδερφό της Καθ’ ης η Αίτηση, Δ.Δ., ο οποίος με την σειρά του το κατέβαλε μέσω τραπεζικής μεταφοράς στους κ.κ. E.F. EASY FINANCE LIMITED. Ακολούθως, η E.F. EASY FINANCE LIMITED, παρέδωσε στον αδερφό της Καθ’ ης η Αίτηση Δ.Δ., το έντυπο μεταβίβασης του προαναφερόμενου οχήματος. Το επίδικο αυτοκίνητο μετά την εξόφλησή του, μεταβιβάστηκε από τον αδερφό της Καθ’ ης η Αίτηση στο όνομά της Καθ’ ης, ενώ κατά ή περί το έτος 2014 μετά την διάσταση των διαδίκων μεταβιβάστηκε από την ίδια στην μητέρα της.
Προς απόδειξη των ισχυρισμών της, η μάρτυρας κατέθεσε ως Τεκμήριο 10 αντίγραφο του εγγράφου μεταφοράς μετρητών της Τράπεζας Κύπρου ημερομηνίας 27/09/2012 προς όφελος της Ι.F. Easy Finance Ltd και ως Τεκμήριο 11 αντίγραφο επιστολής της πιο πάνω εταιρείας ημερομηνίας 27/09/2012.
Η μάρτυρας ισχυρίζεται ότι από το επίδικο δάνειο, ο Αιτητής πέραν του ποσού των €12.237,89 που κατέβαλε για την εξόφληση του επίδικου αυτοκινήτου, χρησιμοποίησε το ποσό των €30.000,00 για την εξόφληση ενός τρεχούμενου λογαριασμού του, ενώ έδωσε επίσης και ένα ποσό περί τις €42.762,11, στην Καθ’ ης η Αίτηση, για να κτίσει το κομμωτήριό της στο ακίνητο που ευρίσκεται η συζυγική κατοικία.
Ακολούθως, η μάρτυρας στην γραπτή της δήλωση ισχυρίζεται ότι ο Αιτητής, αναλάμβανε τα σημαντικότερα έξοδα της έγγαμης ζωής των διαδίκων τα οποία ως παρατηρείται από τις, σχετικές χειρόγραφες σημειώσεις του ιδίου, ανέρχονται περί το ποσό των €104.622,00. Τα έξοδα αυτά αφορούν μεταξύ άλλων τα έξοδα του γάμου, των διαδίκων, τα έξοδα της συζυγικής κατοικίας, τα έξοδα των ταξιδιών τους, τα έξοδα των εκδρομών τους, τα έξοδα των αυτοκινήτων της Καθ’ ης η Αίτηση δηλαδή, του επίδικου αυτοκινήτου και του αυτοκινήτου μάρκας Smart με αριθμούς εγγραφής [ ], τους λογαριασμούς κοινής ωφελείας της συζυγικής κατοικίας, ανεξαρτήτως του ότι αυτοί ήταν στο όνομα της Καθ’ ης η Αίτηση, καθώς και τα ιατρικά και προσωπικά έξοδα της ίδιας.
Υποστηρίζει στην γραπτή της δήλωση, ότι ο Αιτητής κατά τους ουσιώδεις χρόνους της παρούσας υπόθεσης εργαζόταν ως αστυνομικός με μηνιαίες απολαβές κατά μέσο όρο €1.400,00 ενώ από την άλλη η Καθ’ ης η Αίτηση εργαζόταν ως κομμώτρια, στο κομμωτήριό της που έγινε στην συζυγική κατοικία. Ο μισθός, αλλά και το επίδικο δάνειο του Αιτητή σπαταλείτο για τις ανάγκες και τα έξοδα των διαδίκων και κυρίως της Καθ’ ης η Αίτηση της οποίας η κινητή και ακίνητη περιουσία μετά τον γάμο τους έχει αυξηθεί λόγω της σημαντικής συμβολής του αποβιώσαντος. Ισχυρίζεται ότι στην βάση των πιο πάνω, παρατηρείται ότι η περιουσία της Καθ’ ης η Αίτηση πριν από την τέλεση του γάμου των διαδίκων εώς και την διάστασή τους, αυξήθηκε συνεπεία της σημαντικής συμβολής ή/και συνεισφοράς του Αιτητή.
Κατά την διάρκεια της αντεξέτασης της, η Μ.Α.1 ρωτήθηκε αρχικά από την συνήγορο της Καθ’ ης η Αίτηση υπό ποια ιδιότητα διορίστηκε ως διαχειρίστρια του αποβιώσαντος Αιτητή και αυτή απάντησε ως συμβία και μητέρα του αποκλειστικού κληρονόμου τέκνου του αποβιώσαντα. Ρωτήθηκε ακόμα αν ο αποβιώσας αναγνώρισε το τέκνο τους, και η μάρτυρας απάντησε καταφατικά όμως δεν προσκόμισε οποιοδήποτε έγγραφο όταν της ζητήθηκε, το οποίο να επιβεβαιώνει τον ισχυρισμό της, αν και δήλωσε ότι το έχει στην κατοχή της.
Η Μ.Α.1 ρωτήθηκε για πόσα έτη είχε σχέση με τον Αιτητή και απάντησε ότι συζούσαν μαζί από το 2019 και επίσημα, χωρίς να έχουν παντρευτεί. Προηγουμένως ήταν παντρεμένη με άλλο άνδρα.
Ακολούθως, η μάρτυρας ρωτήθηκε αν με τον αποβιώσαντα Αιτητή συζητούσαν μεταξύ άλλων και τα οικονομικά θέματα που απασχολούσαν την προηγούμενη σχέση του με την Καθ’ ης η Αίτηση. Η Μ.Α. 1 απάντησε καταφατικά και ότι το αναφέρει στην γραπτή της δήλωση. Θεωρεί λογικό όταν συζούν δύο άνθρωποι σαν μία οικογένεια λογικά να έχουν γίνει κάποιες αναφορές ο ένας προς τον άλλο.
Σε σχετική ερώτηση που υποβλήθηκε στην μάρτυρα από που έμαθε όλα τα στοιχεία και πληροφορίες που παρουσίασε στο Δικαστήριο, αυτή απάντησε από τον ίδιο τον Αιτητή και από την μελέτη του φακέλου της υπόθεσης, στον οποίο είχε πρόσβαση υπό την ιδιότητα της ως διαχειρίστρια της περιουσίας του αποβιώσαντος. Επίσης, από τον ιδιωτικό φάκελο που της άφησε ο αποβιώσας για την συγκεκριμένη υπόθεση. Η μάρτυρας ρωτήθηκε επί μακρόν και επίμονα για το αν ο αποβιώσας παρέδωσε προσωπικά στην ίδια τον ιδιωτικό του φάκελο ή αν τον βρήκε στην κατοικία του μετά τον θάνατο του. Η μάρτυς αρχικά απάντησε ότι της τον παρέδωσε ο ίδιος αφού ζούσαν μαζί, ενώ στην συνέχεια απάντησε ότι είχαν τον φάκελο στην κατοικία που διέμεναν. Σε σχετική υποβολή της συνηγόρου της Καθ΄ ης ότι δεν της είχε παραδώσει προσωπικά κάποιον φάκελο ο Αιτητής, αλλά ότι έψαξε και βρήκε αντίγραφα με σκοπό να διεκδικήσει περιουσία από τον ίδιο αλλά και από την Καθ’ ης η Αίτηση, η μάρτυς απάντησε։ «Όπως νομίζετε».
Σε σχέση με τα χρήματα που εισέπραξαν οι διάδικοι από την τελετή του γάμου τους, υποβλήθηκε στην μάρτυρα ότι δεν γνωρίζει πραγματικά πόσα λεφτά εισέπραξαν και ότι δεν έφερε κάτι που να αποδεικνύει πως εντόπισε το ποσό που ισχυρίζεται. Η μάρτυρας απάντησε։ «Όπως νομίζετε, το βιβλίο του γάμου υπάρχει μέσα στα πρακτικά του Δικαστηρίου».
Ακολούθως, η Μ.Α.1 ρωτήθηκε από που γνωρίζει ότι τα χρήματα του γάμου κατατέθηκαν στον λογαριασμό της Καθ’ ης η Αίτηση στην USB Bank και αν της έδωσε κάποια απόδειξη και η μάρτυς απάντησε ότι της τα ανέφερε όλα ο αποβιώσαντας και ότι το αναφέρει στην παράγραφο αρ. 2 της γραπτής της δήλωσης. Σε ερώτηση αν έχει κάποιο γραπτό στοιχείο, κάποια κατάσταση λογαριασμού, απάντησε ότι ήταν καταχωρημένα στα πρακτικά του Δικαστηρίου, ενώ ο Αιτητής είχε δώσει πιστά αντίγραφα στον δικηγόρο του τα οποία καταχωρήθηκαν μέσα στον δικαστικό φάκελο.
Αναφορικά με τους ισχυρισμούς της Μ.Α.1 οι οποίοι περιλαμβάνονται στις παραγράφους αρ. 12 και 13 της γραπτής της δήλωσης, η μάρτυρας ρωτήθηκε από που έμαθε για τα αναφερόμενα γεγονότα και αυτή απάντησε ότι της τα είπε ο αποβιώσας. Επίσης, της υποβλήθηκε ότι όλα τα γεγονότα που αναφέρει στις εν λόγω παραγράφους της κατάθεσης της, μεταφέρθηκαν σε αυτήν από άλλο πρόσωπο και ότι δεν τα διαπίστωσε από μόνη της ή από προσωπική της ενημέρωση και η μάρτυρας απάντησε։ «όπως νομίζετε εσείς».
Ακολούθως, μετά από σχετική ερώτηση που της υποβλήθηκε, η Μ.Α.1 επανέλαβε ότι ότι ο Αιτητής χρησιμοποίησε από το δάνειο που έλαβε το ποσό των €30,000 με σκοπό να εξοφλήσει ένα προσωπικό του λογαριασμό.
Σε σχέση με το ποσό των €12,000 που ισχυρίζεται η Μ.Α.1 ότι δόθηκε από τον αποβιώσαντα Αιτητή προς τον αδελφό της Καθ’ ης η Αίτηση για την εξόφληση του επίδικου αυτοκίνητου, η μάρτυς ρωτήθηκε πώς το εξηγεί. Απάντησε ότι της το ανέφερε ο ίδιος ο Αιτητής και υπάρχει απόδειξη από τον λογαριασμό του αποβιώσαντος που αναφέρει στην παράγραφο 16 της γραπτής της δήλωσης.
Αναφορικά με το θέμα του δανείου το οποίο έλαβε ο Αιτητής, η μάρτυρας ρωτήθηκε αν γνωρίζει ότι η Καθ’ ης προέβη με τους πιστωτές σε διακανονισμό εξόφλησης του και ότι αποδέχθηκε σχετική απόφαση και αυτή απάντησε καταφατικά. Επίσης, της υποβλήθηκε ότι έχει αναλάβει να πληρώνει η Καθ΄ ης το χρέος και η Μ.Α.1 απάντησε ότι γνωρίζουν ότι προέβησαν σε συμφωνία με τους δανειστές και ότι δεν ενημέρωσαν καν τον Εναγόμενο αρ. 1. Σε σχετικές ερωτήσεις προς την μάρτυρα, ότι κινδυνεύει να πλειστηριαστεί το κατάστημα της Καθ’ ης η Αίτηση από την τράπεζα, άρα αυτή είναι που ανέλαβε τα χρέη που δημιούργησε ο αποβιώσας, αυτή απάντησε։ «Όπως νομίζετε».
Η μάρτυρας ρωτήθηκε επιπρόσθετα για το ζήτημα της πληρωμής των λογαριασμών κοινής ωφελείας της συζυγικής οικίας. Συγκεκριμένα, ρωτήθηκε για το ποιο όνομα αναγράφεται επί των Τεκμηρίων 12, 13 και 14 και αυτή απάντησε αυτό της Καθ΄ ης η Αίτηση. Περαιτέρω, ρωτήθηκε η Μ.Α.1 πως αναγράφεται πάνω στους εν λόγω λογαριασμούς ότι αυτοί πληρώθηκαν με μετρητά και πως το αποδίδει αυτό. Η μάρτυρας ανέφερε ότι ο αποβιώσας λογικά πλήρωνε με μετρητά στο ταμείο της Α.Η.Κ. Σε σχετική υποβολή της συνηγόρου της Καθ’ ης η Αίτηση, ότι ο Αιτητής δεν πλήρωνε τίποτα, αφού η πελάτισσα της πλήρωνε όλους τους λογαριασμούς και το ίδιο φαίνεται από τους λογαριασμούς και αποδείξεις που έφερε η ίδια η Μ.Α.1, αυτή επανέλαβε ότι πλήρωνε με την φυσική του παρουσία τοις μετρητοίς στο ταμείο.
Στην συνέχεια της αντεξέτασης της, η μάρτυρας ρωτήθηκε πως έχει υπολογίσει το ποσό της συνολικής συνεισφοράς του Αιτητή στην κοινή ζωή των διαδίκων ύψους €104,000 στην παράγραφο αρ. 19 της γραπτής της δήλωσης και αυτή απάντησε ότι προέβη σε απλή μαθηματική πράξη αναφέροντας επί λέξει τα ακόλουθα։
«Σύμφωνα με τα λεφτά του γάμου με το μερίδιο του σαν σύζυγος της κυρίας Π. σύμφωνα με το δάνειο το οποίο το είχε επίσης με τους μισθούς του, με τους τρεχούμενους λογαριασμούς, με την εξόφληση του αυτοκινήτου του αδελφού της κυρίας Χ., με την απόκτηση κομμωτηρίου εκτός από την συζυγική κατοικία, σύμφωνα με την εκτίμηση του εκτιμητή για την σημερινή κατάσταση αν θα προσθέσουμε όλα αυτά θα βγουν το αναφερόμενο ποσό στην παράγραφο 19, €104,622».
Σε σχετική υποβολή που έγινε στην Μ.Α.1 ότι ακόμα και αν γίνει αποδεκτό ότι ο Αιτητής πλήρωσε €12,000 στον αδελφό της Καθ’ ης η Αίτηση για το επίδικο αυτοκίνητο και €42,000 για το κομμωτήριο από το δάνειο, δεν βγαίνει ο λογαριασμός, ενώ επίσης υποστήριξε ότι τα έξοδα τα πλήρωνε η Καθ’ ης ενώ ο αποβιώσας πρόσφερε πολύ λίγα. Η μάρτυρας απάντησε։ «Όπως νομίζετε εσείς, είναι η άποψη σας».
Η μαρτυρία της κας Ε.Κ. (Μ.Α.2)։
Ως δεύτερη μάρτυρας για την πλευρά του Αιτητή προσήλθε η κα Ε.Κ. (Μ.Α.2) υπαλλήλος της Κ.Ε.Δ.Ι.Π.Ε.Σ. Σε σχετικές ερωτήσεις που της υποβλήθηκαν κατά το στάδιο της κυρίως εξέτασης της, η μάρτυς ανέφερε ότι η Κ.Ε.Δ.Ι.Π.Ε.Σ. διατηρεί τον αριθμό λογαριασμού [ ] που αφορά τον αποβιώσαντα και κατέθεσε ως Τεκμήριο 15 σχετική κατάσταση του εν λόγω λογαριασμού ημερομηνίας 15/11/2023. Ανέφερε ακολούθως ότι η εν λόγω κατάσταση αφορά την χρονική περίοδο από 01/01/2009-01/06/2014.
Κατά την διάρκεια της αντεξέτασης της και μετά από σχετικές ερωτήσεις που της υποβλήθηκαν, η Μ.Α.2 ανέφερε ότι εξέδωσε την προαναφερόμενη κατάσταση λογαριασμού (Τεκμήριο 15) από το τραπεζικό σύστημα που διατηρεί η υπηρεσία της και ότι την τύπωσε η ίδια προσωπικά μέσω του αρχείου του ηλεκτρονικού υπολογιστή. Στην συνέχεια διευκρίνισε ότι είναι από το τραπεζικό βιβλίο. Ανέφερε ακολούθως, ότι δεν γνώρισε ποτέ τον δικαιούχο του εν λόγω λογαριασμού και ούτε ήταν τραπεζικός του. Δεν εργάστηκε ποτέ στο Συνεργατικό Ταμιευτήριο Αστυνομικών.
Σε σχετικές ερωτήσεις που της υποβλήθηκαν αν γνωρίζει την κίνηση του λογαριασμού και αν έγιναν αναλήψεις, η Μ.Α.2 απάντησε ότι αφορά τραπεζική κατάσταση λογαριασμού δανείου, το οποίο περιέχει την έκδοση του δανείου και μετά είναι οι καταθέσεις που έγιναν από τον πελάτη και οι χρεώσεις τόκων που έφερε μαζί της. Περιγράφοντας την κατάσταση λογαριασμού (Τεκμήριο 15), ανέφερε ότι συνολικά το δάνειο ήταν €85,000, αναφέρει το υπόλοιπο του statement, τα έξοδα του λογαριασμού και ότι το υπόλοιπο που έμεινε, έγινε μεταφορά σε κάποιο άλλο προσωπικό λογαριασμό του πελάτη.
Η μαρτυρία του κ. Γ.Σ. (Μ.Α.3)։
Ο τρίτος μάρτυρας που πρόσφερε μαρτυρία στην παρούσα υπόθεση ήταν ο κ. Γ.Σ. υπάλληλος της Ελληνικής Τράπεζας. Κατά την διάρκεια της κυρίως εξέτασης του ο Μ.Α.3 επιβεβαίωσε ότι η Ελληνική Τράπεζα διατηρεί τον τραπεζικό λογαριασμό με αρ. [ ] που αφορά τον αποβιώσαντα Αιτητή και ακολούθως κατέθεσε ως Τεκμήριο 16 κατάσταση λογαριασμού ημερομηνίας 17/11/2023 στον όνομα του. Επιπρόσθετα, κατέθεσε ως Τεκμήριο 17 αντίγραφο γενικής απόδειξης ημερομηνίας 27/09/2012 του Συνεργατικού Ταμιευτηρίου Αστυνομικών Κύπρου στο όνομα του αποβιώσαντος.
Ακολούθησε η αντεξέταση του Μ.Α.3 όπου μετά από σχετικές ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν ο μάρτυρας ανέφερε μεταξύ άλλων, ότι ο εν λόγω λογαριασμός που ανήκε στο Συνεργατικό Ταμιευτήριο Αστυνομικών έκλεισε τον Οκτώβριο του 2019 και μεταφέρθηκε στην Ελληνική Τράπεζα μετά την συγχώνευση που έγινε με την τράπεζα τον Σεπτέμβριο του 2019 και την μεταφορά των αρχείων των λογαριασμών του.
Ο μάρτυρας ανέφερε ότι εξέδωσε προσωπικά την κατάσταση λογαριασμού που παρουσίασε στο Δικαστήριο (βλ. Τεκμήριο 16) το οποίο αντιστοίχισε με τον ηλεκτρονικό του υπολογιστή και επιβεβαίωσε ότι είναι το ίδιο με το τραπεζικό βιβλίο της τράπεζας. Μετά από σχετικές ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν, διευκρίνισε ότι δεν γνώριζε τον δικαιούχο του λογαριασμού και ούτε είχε επαφή με τον Αιτητή, αφού δεν εργαζόταν στο Συνεργατικό.
Επιπρόσθετα, ο Μ.Α.3 ρωτήθηκε σε σχέση με την κατάσταση λογαριασμού (βλ. Τεκμήριο 16) για την έκδοση μίας επιταγής στις 27 Σεπτεμβρίου για την οποία δεν μπορούσε να εξηγήσει στο όνομα ποιου εκδόθηκε, αφού δεν φαινόταν στο statement, όπως χαρακτηριστικά δήλωσε. Ανάφερε ακόμα ότι δεν έχει μελετήσει την εν λόγω κατάσταση λογαριασμού και δεν μπορούσε να εξηγήσει αν φαίνονται άλλες καταθέσεις ή αναλήψεις που έγιναν στον λογαριασμό, διότι απλά του ζητήθηκε να το παρουσιάσει και τίποτα άλλο. Παραδέχθηκε στην συνέχεια, ότι δεν γνωρίζει ποιες καταχωρήσεις έγιναν στον εν λόγω λογαριασμό και ότι απλά έχει τυπώσει την κατάσταση.
Ρωτήθηκε επίσης για μία κατάθεση μετρητών για το ποσό των €4,000 ημερομηνίας 29/05/2014 και η οποία φαίνεται στην εν λόγω κατάσταση λογαριασμού (βλ. Τεκμήριο 16) και αν είναι στο όνομα του αποβιώσαντος. Ο μάρτυρας απάντησε καταφατικά. Σε ερώτηση που του υποβλήθηκε αν φαίνεται να υπάρχει στην εν λόγω κατάσταση λογαριασμού οποιαδήποτε πληρωμή προς την Καθ’ ης η Αίτηση, ο Μ.Α.3 απάντησε ότι δεν γνωρίζει αφού δεν την μελέτησε.
Αναφορικά με την γενική απόδειξη ημερομηνίας 27/09/2012 του Συνεργατικού Ταμιευτηρίου Αστυνομικών Κύπρου στο όνομα του αποβιώσαντος (βλ. Τεκμήριο 17) στον Μ.Α.3 υποδείχθηκε από την συνήγορο της Καθ’ ης η Αίτηση το εν λόγω έγγραφο και ρωτήθηκε τι δείχνει και τι αφορά. Ο μάρτυρας απάντησε την έκδοση μίας τραπεζικής επιταγής στο όνομα του αποβιώσαντος στον οποίο αυτή δόθηκε και ότι ο Αιτητής πήρε αυτά τα χρήματα.
Η μαρτυρία του κ. Θ.Ι. (Μ.Α.4)։
Ακολούθησε η κυρίως εξέταση του κ. Θ.Ι. υπαλλήλου της AstroBank (M.A.4). Μετά από σχετικές ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν ο μάρτυρας ανέφερε ότι εργάζεται στην AstroBank η οποία διατηρεί λογαριασμούς της USB Bank, τράπεζα την οποία εξαγόρασε και μέσα σε αυτούς τους λογαριασμούς υπάρχει και ο κοινός λογαριασμός με αρ, [ ] στο όνομα του Αιτητή και της Καθ’ ης η Αίτηση. Παρουσίασε στο Δικαστήριο ως Τεκμήριο 18, κατάσταση λογαριασμού ημερομηνίας 16/11/2023 της AstroBank στο όνομα των διαδίκων.
Κατά την διάρκεια της αντεξέτασης του, ο μάρτυρας ανέφερε ότι δεν εξέδωσε την προαναφερόμενη κατάσταση λογαριασμού την οποία παρουσίασε στο Δικαστήριο, αλλά εκτυπώθηκε από τα αρμόδια όργανα της τράπεζας με βάση τις οδηγίες που τους δόθηκαν. Συγκεκριμένα, ο μάρτυρας ρωτήθηκε για διάφορες συναλλαγές και καταθέσεις οι οποίες φαίνονται να έγιναν στον εν λόγω λογαριασμό και αυτός απάντησε ότι δεν γνωρίζει τι αφορούν αλλά και τον σκοπό για τον οποίο έγιναν.
Ο Μ.Α.4 ρωτήθηκε επίσης εάν γνώριζε προσωπικά τους δικαιούχους του εν λόγω λογαριασμού και αυτός απάντησε ότι δεν μπορεί να αναφέρει ποιοι ήταν και ότι όταν ήταν στην τράπεζα τους έβλεπε όταν έρχονταν. Δήλωσε ότι μάλλον θα τους γνώρισε όταν έκαναν συναλλαγές και αν του δείξουν φωτογραφίες δεν μπορεί να τους αναγνωρίσει.
Του υποδείχθηκε μία κατάθεση από την κατάσταση λογαριασμού (βλ. Τεκμήριο 18) ημερομηνίας 31/12/2009 για το ποσό των €37.600 και αν γνωρίζει τι αφορά το εν λόγω χρηματικό ποσό. Ο Μ.Α.4 απάντησε ότι βάσει του statement φαίνεται ως δικαιολογία։ «payment from account department» το οποίο δεν γνωρίζει ακριβώς τι είναι, αλλά βάσει της εμπειρίας του, υποθέτει χωρίς να είναι 100% σίγουρος ότι αφορά πληρωμή από την κυβέρνηση. Όταν ρωτήθηκε αν γνωρίζει ότι αφορά προσφυγικό επίδομα, ο μάρτυρας απάντησε ότι δεν γνωρίζει.
Περαιτέρω, ο Μ.Α.4 ρωτήθηκε σε σχέση με την προαναφερόμενη κατάσταση λογαριασμού για μία ανάληψη ποσού €30,000 στις 28/01/2010 και αν φαίνεται ποιος έλαβε αυτά τα χρήματα, με τον μάρτυρα να απαντά αρνητικά.
Η μαρτυρία της Καθ’ ης η Αίτηση (Μ.Κ.1)։
Με την ολοκλήρωση της μαρτυρίας των μαρτύρων της πλευράς του Αιτητή, ήταν η σειρά της Καθ’ ης η Αίτηση να καταθέσει. Παρουσίασε Γραπτή Δήλωση της (Τεκμήριο Β’) το περιεχόμενο της οποίας υιοθέτησε ως μέρος της κυρίως εξέτασης της, ενώ κατέθεσε ως τεκμήρια συνολικά 5 έγγραφα, στα οποία θα προβώ σε ειδική αναφορά σε κατοπινό στάδιο.
Στα πλαίσια της γραπτής της κατάθεσης, η Μ.Κ. 1 ανέφερε αρχικώς ότι το ποσό που έλαβαν οι διάδικοι από τα δώρα του γάμου τους ήταν €40.580 και όχι €58.455 όπως ο αποβιώσας ισχυριζόταν. Αναφέρει ακόμα ότι το ποσό των €40.580 κατατέθηκε στις 26/10/2009 στον κοινό λογαριασμό των διαδίκων στη USB BANK. Ο εν λόγω λογαριασμός βρίσκεται σήμερα στην ASTRO BANK LTD και φέρει αριθμό [ ]. Οι καταστάσεις λογαριασμού έχουν ήδη κατατεθεί από την πλευρά των Αιτητριών ως Τεκμήριο 18.
Στις 22/01/2010 έλαβε προσφυγικό επίδομα ύψους €37.600,00 διότι κατάγεται από προσφυγική οικογένεια από την Επαρχία Μόρφου. Λεπτομέρειες πληρωμής από το Γενικό Λογιστήριο της Δημοκρατίας έχουν ήδη κατατεθεί ως Τεκμήριο 3 από την πλευρά του Αιτητή.
Ακολούθως, η μάρτυρας δηλώνει ότι σε μετέπειτα στάδιο ο αποβιώσας συνήψε προσωπικό δάνειο στο Συν. Ταμιευτήριο Αστυνομικών για το ποσό των €85.000 με αρ. λογαριασμού [ ] για το οποίο υπέγραψε εγγύηση και ενέγραψε υποθήκη επί του ακινήτου της με αρ. εγγραφής [ ], προς εξασφάλιση του εν λόγω δανείου. Το προϊόν του δανείου, κατατέθηκε στον προσωπικό λογαριασμό του αποβιώσαντα ως Τεκμήριο 16 στις 27/09/2012, εξοφλώντας με αυτό το ποσό ολόκληρο το χρεωστικό υπόλοιπο του τρεχούμενου του.
Η Μ.Κ. 1 αναφέρει ότι κινδυνεύει να χάσει σήμερα το προαναφερόμενο ακίνητο, αφού ο αποβιώσας δεν αποπλήρωνε τις δόσεις του εν λόγω δανείου. Λόγω της μη αποπληρωμής των δόσεων του πιο πάνω προσωπικού δανείου του αποβιώσαντα, το οποίο μεταβιβάστηκε στη συνέχεια στην ΚΕΔΙΠΕΣ, καταχωρήθηκε από το Συνεργατικό Ταμιευτήριο Αστυνομικών Κύπρου Λτδ, η Αγωγή με αρ. 5963/2016 του Ε.Δ. Λευκωσίας. Η εν λόγω Αγωγή εκκρεμούσε εναντίον της Καθ’ ης η Αίτηση μέχρι τις 26/09/2023, ημερομηνία κατά την οποία εκδόθηκε εναντίον της εκ συμφώνου απόφαση, σύμφωνα με την οποία καλείται ως εγγυήτρια και ενυπόθηκος οφειλέτης να καταβάλει το ποσό των €88.386,27 πλέον τόκο προς 6,35% ετησίως από 01/01/2016 μέχρι εξοφλήσεως με δόσεις ως ακολούθως:
(i) €727,89σ. από 30/11/2023 μέχρι 30/09/2038, και
(ii) €726,21σ. την 30/10/2038.
Παράλειψή της Καθ’ ης να καταβάλει ποσό οποιασδήποτε δόσης, καθιστά ολόκληρο το ποσό πληρωτέο και απαιτητό και δίδει δικαίωμα στην ΚΕΔΙΠΕΣ ΛΤΔ να προχωρήσει άμεσα σε εκποίηση του πιο πάνω ενυπόθηκου ακινήτου της. Στην συνέχεια, η μάρτυρας κατέθεσε ως Τεκμήριο 19 αντίγραφο κλητηρίου ειδικώς οπισθογραφημένου με αρ. αγωγής 5963/16 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας με ημερομηνία καταχώρησης 23/12/2016.
Δήλωσε ακολούθως ότι η εκ συμφώνου απόφαση που εκδόθηκε εναντίον της στην προαναφερόμενη αγωγή δεν έχει ακόμη ετοιμαστεί από το Ε.Δ. Λευκωσίας και κατέθεσε ως Τεκμήριο 20 προτεινόμενο κείμενο εκ συμφώνου απόφασης (πρακτικό διευθέτησης) εναντίον της, υπό την ιδιότητα της ως Εναγόμενης αρ. 2 στην εν λόγω αγωγή.
Διευκρινίζει ότι η αγωγή με αρ. 5963/2016 του Ε.Δ. Λευκωσίας, εξακολουθεί να εκκρεμεί εναντίον των διαχειριστριών της περιουσίας του αποβιώσαντα και είναι ορισμένη στις 08/02/2024 για Οδηγίες. Ισχυρίζεται ότι ο Αιτητής και οι διαχειρίστριες ουδέποτε προχώρησαν σε οποιαδήποτε προσπάθεια εξώδικης διευθέτησης της εν λόγω υποχρέωσης του αποβιώσαντα, με αποτέλεσμα η Καθ’ ης η Αίτηση σήμερα να αναγκαστεί να καταδικαστεί ως εγγυήτρια για να μην επιβαρύνεται πλέον με δικηγορικά έξοδα, αλλά και να υπάρχει ο κίνδυνος ανά πάσα στιγμή να απωλέσει το ακίνητο ιδιοκτησίας της, το οποίο υποθήκευσε προς εξασφάλιση του δανείου του αποβιώσαντα, σε περίπτωση που δεν τηρήσει το πρόγραμμα αποπληρωμής του δανείου για το εξ αποφάσεως χρέος των €88.386,27σ. πλέον τόκους.
Στην συνέχεια της γραπτής της δήλωσης, η μάρτυρας αναφέρει ότι από τα πιο πάνω ποσά, ήτοι τα δώρα γάμου, το προσφυγικό επίδομα και το ποσό του δανείου ένα σημαντικό ποσό διατέθηκε για εξόφληση των προσωπικών δανείων και λογαριασμών του αποβιώσαντα Αιτητή. Επισημαίνει ότι, όπως φαίνεται και από το Τεκμήριο 18 το οποίο κατατέθηκε από την πλευρά του Αιτητή, ο αποβιώσας προέβη σε ανάληψη του συνολικού ποσού των €7.724 για την εξόφληση προσωπικού του δανείου αμέσως μετά την κατάθεση των δώρων του γάμου. Επιπρόσθετα, ισχυρίζεται ότι ποσό €30.000, αμέσως μετά την κατάθεση στον κοινό λογαριασμό των διαδίκων του προσφυγικού επιδόματος, αναλήφθηκε από τον αποβιώσαντα προς εξόφληση προσωπικού λογαριασμού τρεχούμενου του στο πρώην Συνεργατικό Ταμιευτήριο Αστυνομικών και νυν Ελληνική Τράπεζα Δημόσια Εταιρεία Λτδ καθώς και για κάλυψη προσωπικών του αναγκών και εξόδων διασκέδασης του. Σχετική με την εξόφληση του τρεχούμενου του αποβιώσαντα είναι η κατάσταση λογαριασμού της Ελληνικής Τράπεζας (Τεκμήριο 16) όπου φαίνεται η κατάθεση του ποσού των €18.370 από τον Αιτητή.
Ακολούθως, η μάρτυρας αναφέρει ότι από το προσφυγικό επίδομα έλαβε μόνο το συνολικό ποσό των €7.000 όπως φαίνεται από το Τεκμήριο 18. Το ποσό αυτό δόθηκε από την Καθ’ ης η Αίτηση στον αποβιώσαντα Αιτητή σε διαφορετικές ημερομηνίες είτε για επιδιόρθωση του δικού του οχήματος μάρκας Saab είτε για να τα δώσει ο ίδιος στην οικογένειά του προς οικονομική στήριξη όπως έκανε καθ’ όλη τη διάρκεια της κοινής τους ζωής. Διευκρινίζει ότι η περιουσία της σε καμία περίπτωση δεν αυξήθηκε με οποιονδήποτε τρόπο.
Στην συνέχεια της γραπτής της δήλωσης, η Μ.Κ.1 αναφέρει ότι το όχημα με αρ. εγγραφής [ ] στο οποίο έχει αναφερθεί η Μ.Α.1 κατά την κυρίως εξέταση της, αγοράσθηκε ως δώρο προς την ίδια από τον αδελφό της Δ.Δ. με εξ’ ολοκλήρου δικά του έξοδα και ως εκ τούτου εγγράφηκε στο όνομα της. Η κατάθεση του ποσού των €12.237,89 από τον αδελφό της Καθ’ ης προς την εταιρεία E.F. EASY FINANCE LIMITED έχει ήδη κατατεθεί ως Τεκμήριο 10. Η Καθ’ ης η Αίτηση ισχυρίζεται ότι το όχημα με αρ. εγγραφής [ ] ιδιοκτησίας της χρησιμοποιείτο κατά τη διάρκεια του γάμου των διαδίκων μόνον από τον αποβιώσαντα και όποια έξοδα βενζίνης και έξοδα συντήρησης έκανε για το όχημα αυτό ήταν εξαιτίας της χρήσης του για δικούς του σκοπούς.
Ακολούθως, η Καθ’ ης μέσα από τη γραπτή της κατάθεση, αναφέρει ότι όλες οι αποδείξεις που υπάρχουν για πληρωμή του ηλεκτρικού ρεύματος, του νερού και άλλων εξόδων για την συζυγική οικία εκδίδονταν στο όνομα της. Επιπρόσθετα, ισχυρίζεται ότι πολλά από τα έξοδα αυτά πληρώνονταν από τον πατέρα της Καθ’ ης η Αίτηση.
Η Καθ’ ης η Αίτηση υποστηρίζει ότι κατά τη διάρκεια του γάμου των διαδίκων, εντός της συζυγικής οικίας της υπήρχαν ασημικά, χρυσαφικά, κοσμήματα, οικιακός εξοπλισμός καθώς και πυροβόλο όπλο με αρ. εγγραφής [ ]. Τα εν λόγω αντικείμενα ήταν προικώα και οικογενειακά κειμήλια της Καθ’ ης η Αίτηση τα οποία ο αποβιώσαντας Αιτητής αφαίρεσε και/ή υπέκλεψε όταν εγκατέλειψε τη συζυγική οικία και ακόμα κατακρατούνται από τους διαχειριστές του αποβιώσαντος.
Η μάρτυρας, στην συνέχεια αναφέρει ότι ο αποβιώσας ήταν ειδικός αστυφύλακας και κατά ή περί το 2014 ο μισθός του ήταν €1.408 μηνιαίως. Είχε όμως πολυέξοδη ζωή αφού έκανε συχνές εξόδους σε καφετέριες και σε χώρους τυχερών παιγνίων και αλλού και περνούσε μεγάλα χρονικά διαστήματα μιλώντας στο τηλέφωνο σπαταλώντας πολύτιμο χρόνο για τον ίδιο και για την ίδια την Καθ’ ης η Αίτηση. Διατηρούσε επίσης δεύτερο κινητό τηλέφωνο με τη σχετική οικονομική επιβάρυνση, με το οποίο επικοινωνούσε με άλλες γυναίκες.
Η Καθ’ ης η Αίτηση ισχυρίζεται ότι κατά την έγγαμη ζωή των διαδίκων, ο Αιτητής σε πολλές περιπτώσεις άνοιγε την ταμειακή μηχανή του κομμωτηρίου της και έπαιρνε μετρητά για τα προσωπικά του έξοδα και για τις εξόδους του. Στο σημείο αυτό να αναφέρω ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο της διάστασής της με τον αποβιώσαντα, ήταν και είναι μέχρι σήμερα κομμώτρια και διατηρεί κομμωτήριο με ελάχιστο πελατολόγιο καθότι αποτελείται από μόνο ένα άτομο. Παρουσίασε στο Δικαστήριο ως Τεκμήριο 21 δέσμη επτά εγγράφων που αποτελούν κατάσταση ασφαλιστικού λογαριασμού της Καθ’ ης η Αίτηση από το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ημερομηνίας 20/11/2020 για την χρονική περίοδο που αφορά τα έτη 2009 ως το 2015.
Ακολούθως, η μάρτυρας μέσα από την γραπτή της κατάθεση ισχυρίζεται ότι τον Μάιο του 2014 μετά από συζήτηση για θέματα εξωσωματικής θεραπείας και μετά από τις συνήθεις προσβολές του Αιτητή προς το πρόσωπο της για το θέμα της απόκτησης παιδιών, ο αποβιώσας εγκατέλειψε τη συζυγική οικία στις 29/05/2014. Έτσι λόγω των πιο πάνω γεγονότων, από τις 29/05/2014 η μάρτυρας καταχώρησε αίτηση διαζυγίου και εκδόθηκε διάταγμα λύσης του γάμου τους στις 02/03/2015. Παρουσίασε στο Δικαστήριο ως Τεκμήριο 22 αντίγραφο διατάγματος λύσης του γάμου των διαδίκων από το Οικογενειακό Δικαστήριο Πάφου ημερομηνίας 02/03/2015.
Η Μ.Κ.1 ισχυρίζεται στην συνέχεια ότι από τον Μάιο του 2022 αναγκάστηκε να κάνει και δεύτερη δουλειά για να μπορέσει να ανταπεξέλθει οικονομικά και να πληρώνει τα χρέη που της είχε αφήσει ο αποβιώσαντας και συγκεκριμένα το δάνειο που σήμερα είναι στην ΚΕΔΙΠΕΣ και για το οποίο έχει εκδοθεί απόφαση Δικαστηρίου να πληρώνει με τον μήνα ένα ποσό, όπως ανέφερε προηγουμένως ώστε να μην χάσει το ακίνητο της που είναι υποθηκευμένο. Διευκρινίζει ότι έχει πληρώσει ήδη την πρώτη δόση, συμμορφούμενη με την απόφαση και παρουσίασε ως Τεκμήριο 23 αντίγραφο είσπραξης/κατάθεσης ημερομηνίας 05/12/2023 στο όνομα του Αιτητή για το ποσό των €750,00-.
Καταληκτικά, η μάρτυρας υποστηρίζει ότι όχι μόνο δεν αυξήθηκε η περιουσία της αλλά παρέμεινε με χρέος και με τη συνεχή ανησυχία του ενδεχόμενου πλειστηριασμού του ακινήτου της. Αναφέρει ότι η οικία της συμπεριλαμβανομένου και του κομμωτηρίου της είναι δεσμευμένα με προσωρινό διάταγμα που εκδόθηκε υπέρ του αποβιώσαντα. Το εν λόγω ακίνητο, δεν έχει εγγραφεί ακόμα στο όνομα της.
Στην συνέχεια υποβλήθηκαν μερικές ερωτήσεις προς την μάρτυρα από την συνήγορο της, ως μέρος της κυρίως εξέτασης της. Υποδείχθηκαν στην Μ.Κ.1 διάφορα τεκμήρια τα οποία κατατέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου. Συγκεκριμένα, στην εν λόγω μάρτυρα υποδείχθηκε το Τεκμήριο 18, ήτοι η κατάσταση λογαριασμού της AstroBank ημερομηνίας 16/11/2023 στο όνομα των διαδίκων, την οποία και αναγνώρισε υποδεικνύοντας το ποσό των χρημάτων του γάμου ύψους €40.580 και την ημερομηνία ήτοι 26/10/2009.
Στην μάρτυρα υποδείχθηκε επίσης το Τεκμήριο 16 (κατάσταση λογαριασμού της Ελληνικής Τράπεζας ημερομηνίας 17/11/2023 στο όνομα του Αιτητή), όπου υπέδειξε το ποσό των €84.149,15 ως το ποσό του αναληφθέντος δανείου αλλά και το ποσό των €53,000 το οποίο ισχυρίστηκε ότι το έλαβε ο αποβιώσας με σκοπό να εξοφλήσει ένα προσωπικό του δάνειο. Μετά από σχετικές ερωτήσεις που υποβλήθηκαν στην μάρτυρα από την συνήγορο της, ισχυρίστηκε ότι από τους εν λόγω λογαριασμούς προκύπτει ότι το δάνειο έγινε για προσωπικό όφελος του αποβιώσαντος Αιτητή, με προσωπική της εγγύηση και με υποθήκη το προσωπικό της ακίνητο που ήταν ξοφλημένο.
Στην Μ.Κ. 1 υποδείχθηκε εκ νέου το Τεκμήριο 16, όπου η μάρτυρας διέκρινε στην σελίδα 7 την κατάθεση του ποσού των €18.730 στις 28/01/2010 και ισχυρίστηκε ότι το έλαβε ο Αιτητής για προσωπικό του όφελος από τον κοινό τους λογαριασμό, όπου ήταν κατατεθειμένο το προσφυγικό επίδομα που έλαβε η Καθ΄ ης η Αίτηση.
Της υποδείχθηκε επίσης το Τεκμήριο 18, ήτοι η κατάσταση λογαριασμού της AstroBank ημερομηνίας 16/11/2023 στο όνομα των διαδίκων, όπου παρέπεμψε στην 2η σελίδα στο ποσό των €7,000 από το συνολικό ποσό των €37,600-. δηλαδή των χρημάτων του γάμου τους στις 20/01/2010. Η μάρτυρας ανέφερε ότι το πιο πάνω ποσό μεταφέρθηκε σε δύο δόσεις, ήτοι οι €5,000 στις 28/01/2010 με μεταφορά και ακολούθως οι €2,000 στις 04/11/2010.
Αναφορικά με το ζήτημα της πληρωμής των λογαριασμών των κοινωφελών υπηρεσιών της συζυγικής οικίας, η μάρτυρας μετά από σχετικές ερωτήσεις που της υποβλήθηκαν παρέπεμψε στο Τεκμήριο 12 και 13, ήτοι τις αποδείξεις πληρωμής του νερού και ηλεκτρισμού της συζυγικής οικίας, αναφέροντας ότι τα πλήρωσε η ίδια προσωπικά.
Ακολούθησε η αντεξέταση της Μ.Κ. 1 από τον συνήγορο του Αιτητή. Αρχικά υποβλήθηκε στην μάρτυρα η θέση ότι το πραγματικό ποσό των χρημάτων του γάμου ανερχόταν στα €58.455-. και αυτή απάντησε αρνητικά. Της υποβλήθηκε επίσης ότι το ποσό των €40.580 που η ίδια αναφέρει, είναι το ποσό που κατατέθηκε στον κοινό λογαριασμό των διαδίκων, αφού προηγουμένως είχαν διευθετηθεί τα έξοδα του γάμου, κάποια έξοδα για την συζυγική οικία και το ταξίδι στην Ρουμανία και η Μ.Κ. 1 απάντησε κατά λέξει։ «Δεν ξέρω τι έκανε, εγώ ξέρω ότι ήταν 40.580. Αυτά ξέρω. Τώρα εάν τα έπιασε εν αγνοία μου δεν γνωρίζω, αλλά ξέρω ότι ήταν 40.580».
Στην συνέχεια, η Μ.Κ.1 ρωτήθηκε σε σχέση με το επίδικο δάνειο και αν ολόκληρο το ποσό των €85,000 χρησιμοποιήθηκε για την εξόφληση του προσωπικού λογαριασμού του Αιτητή. Η μάρτυρας απάντησε ότι έκανε προσωπικά το δάνειο για χάρη του, έβαλε υποθήκη για τον ίδιο και δεν χρωστούσε σε κανένα. Ανέφερε ότι το ποσό του δανείου χρησιμοποιήθηκε και για κάποιες άλλες οφειλές του αποβιώσαντος, αφού της έλεγε ότι κινδύνευε η δουλεία του στην αστυνομία.
Σε σχετική υποβολή που έγινε στην μάρτυρα ότι από το ποσό των €53,000 χρησιμοποιήθηκε το ποσό των €12.237,89 για το αυτοκίνητο μάρκας Porche και το υπόλοιπο ποσό για το κτίσιμο του κομμωτηρίου της, ενώ ο αποβιώσας χρησιμοποίησε μόνο τις €30.000 από τις €85,000 του δανείου για εξόφληση προσωπικού του λογαριασμού, η Μ.Κ.1 απάντησε αρνητικά απορρίπτοντας την εν λόγω θέση.
Σε σχέση με την θέση της Καθ’ ης η Αίτηση ότι ο αποβιώσας δεν αποπλήρωνε τις δόσεις του επίδικου δανείου του, ο συνήγορος του παρέπεμψε την μάρτυρα στο Τεκμήριο 15 υποδεικνύοντας της ότι ο εν λόγω λογαριασμός πιστωνόταν με έμβασμα από τον μισθό του Αιτητή και ότι από την ημερομηνία σύναψης του δανείου μέχρι και την ημερομηνία της διάστασης, αυτός πλήρωνε κανονικά τις δόσεις του. Η μάρτυρας απάντησε επί τούτου, ότι δεν γνωρίζει το εν λόγω έγγραφο και ανέφερε ότι ο αποβιώσας είχε άλλα δάνεια εξ’ όσων γνωρίζει.
Σε σχετικές υποβολές που έγιναν στην μάρτυρα ότι από το ποσό του επίδικου δανείου ο Αιτητής έλαβε το ποσό των €12.237,89 και το έδωσε στον αδελφό της Καθ’ ης η Αίτηση για εξόφληση του επίδικου αυτοκινήτου, αυτή απάντησε χαρακτηριστικά։ «Ναι;».
Σε σχέση με την παράγραφο αρ. 10 της γραπτής της δήλωσης, υποβλήθηκε στην Μ.Κ.1 ότι το αυτοκίνητο μάρκας Porche με αρ. εγγραφής [ ] χρησιμοποιείτο από την ίδια και ότι τα έξοδα του τα επωμιζόταν ο Αιτητής. Η μάρτυρας απάντησε ότι η ίδια είχε ένα άλλο αυτοκίνητο μάρκας Smart το οποίο κρατούσε, ενώ το άλλο όχημα το κρατούσε ο Αιτητής και έπαιζε τον ‘’γαμπρό’’. Για αυτό το προηγούμενο αυτοκίνητο του μάρκας SAAB, πωλήθηκε από τον αποβιώσαντα γιατί είχε προβλήματα και έπαιρνε διάφορα ποσά για να το φτιάξει και από την ίδια.
Περαιτέρω, σε σχετική ερώτηση αν στην πληρωμή των σχετικών λογαριασμών της συζυγικής οικίας προέβαιναν και άλλα πρόσωπα εκτός από την ίδια, η Μ.Κ.1 απάντησε ότι την βοηθά και στηρίζει μέχρι και σήμερα η οικογένεια της και όχι η οικογένεια του Αιτητή, την οποία βοηθούσε η ίδια. Σε σχετική υποβολή του συνηγόρου του Αιτητή ότι για τους εν λόγω λογαριασμούς συνεισέφερε στην πληρωμή τους ο αποβιώσας, η μάρτυρας απάντησε ότι διαφωνεί.
Αναφορικά με την θέση της Καθ’ ης η Αίτηση όπως καταγράφηκε στην παρ. 14 της γραπτής της κατάθεσης, ότι δηλαδή ο αποβιώσας έπαιρνε χρήματα από το ταμείο του κομμωτηρίου της και σε υποβολή ότι αυτό είναι ψέμα και ότι αν ίσχυε κάτι τέτοιο, αυτή θα προέβαινε σε σχετική καταγγελία στην αστυνομία, αφού αποτελεί ποινικό αδίκημα, η Μ.Κ. 1 διαφώνησε και ανέφερε ότι δεν θα έκανε κάτι τέτοιο.
Η μαρτυρία της κας Κ.Ψ. (Μ.Κ.2)։
Ακολούθησε η παρουσίαση της μαρτυρίας της κας Κ.Ψ. πρώην υπαλλήλου της USB Bank. Κατά την διάρκεια της κυρίως εξέτασης της και μετά από σχετικές ερωτήσεις που της υποβλήθηκαν, ανέφερε ότι εργάστηκε στην προαναφερόμενη τράπεζα σε διάφορα τμήματα και θέσεις και γνώριζε και τους δύο διάδικους.
Σε ερώτηση που της υποβλήθηκε για το πώς συνεργάστηκαν οι διάδικοι με την εν λόγω τράπεζα, αυτή απάντησε ότι η Καθ’ ης η Αίτηση άνοιξε κομμωτήριο κοντά στην εν λόγω τράπεζα όπου εργαζόταν και έγινε πελάτισσα της, παρακινώντας την να συνεργαστεί μαζί τους και να καταθέσουν εκεί τα λεφτά του γάμου, πράγμα που έπραξαν και οι δύο διάδικοι.
Υποδείχθηκε στην Μ.Κ. 2 το Τεκμήριο 18, ήτοι η κατάσταση λογαριασμού και ρωτήθηκε ποιο είναι το ποσό που κατέθεσαν στην τράπεζα οι διάδικοι από τον γάμο τους. Η εν λόγω μάρτυρας απάντησε ότι κατατέθηκε με μετρητά στις 26/10/2009 το ποσό των €40.580-. και αυτά ήταν τα λεφτά του γάμου, όπως ήταν η συμφωνία με τους διάδικους.
Στην συνέχεια, η μάρτυρας ρωτήθηκε ποιος έκαμνε τις δοσοληψίες και ποιος πλήρωνε και αυτή απάντησε ότι εξ’ όσων θυμάται τις πλείστες φορές ήταν ο Αιτητής που ερχόταν στην τράπεζα, χαιρετιόντουσαν, μιλούσαν και πήγαινε στο ταμείο, ενώ μια με δύο φορές ήρθε μόνο η Καθ’ ης η Αίτηση. Το ίδιο ανέφερε και για το ποιος έκανε τις αναλήψεις από τον εν λόγω λογαριασμό.
Ακολούθως, η μάρτυρας ερωτήθηκε αν έβλεπε στο κομμωτήριο της Καθ’ ης η Αίτηση και τον σύζυγο της και αν έβλεπε να του δίνει χρήματα ή ίδια ή να τα παίρνει από μόνος του. Η μάρτυρας ανέφερε χαρακτηριστικά ότι τον είδε πολλές φορές στο κομμωτήριο και ότι είχε άνεση και κινείτο πολλές φορές προς την ταμειακή μηχανή ακόμα και από την τσάντα της.
Κατά την διάρκεια της αντεξέτασης της, η μάρτυρας διευκρίνισε ότι πλέον δεν εργάζεται στην AstroBank. Σε σχετική ερώτηση που της υποβλήθηκε από που διαπιστώνει ότι το ποσό που αναφέρεται στην κατάσταση λογαριασμού ημερομηνίας 26/10/2019 (βλ. Τεκμήριο 18) αφορά τα λεφτά του γάμου, αυτή απάντησε ότι είναι απόλυτα σίγουρη γιατί η ίδια τους σύστησε στην τράπεζα για αυτό τον σκοπό για να φέρουν τα λεφτά του γάμου. Σε άλλη ερώτηση αν ο εν λόγω λογαριασμός υφίστατο πριν από την τέλεση του γάμου των διαδίκων, η Μ.Κ.2 απάντησε καταφατικά.
Επιπρόσθετα, μετά από σχετική ερώτηση που της υποβλήθηκε, η μάρτυρας διευκρίνισε ότι εξακολουθεί να είναι πελάτισσα της Καθ’ ης η Αίτηση πιο αραιά. Στην συνέχεια της υποβλήθηκε ότι η αναφορά της για λήψη χρημάτων στην οποία προέβαινε ο αποβιώσας από την ταμειακή μηχανή του κομμωτηρίου της Καθ’ ης η Αίτηση είναι άσχετη με την μαρτυρία που κλήθηκε να δώσει στο Δικαστήριο και ότι εκφεύγει της αρμοδιότητας της ως υπάλληλος της τράπεζας. Η Μ.Κ. 2 απάντησε ότι έχει ερωτηθεί και απάντησε, ενώ ανέφερε ότι δεν προσήλθε μόνο ως τραπεζικός αλλά ως μάρτυρας που κλήθηκε από την Καθ’ ης και την δικηγόρο της.
Σε σχετική υποβολή του συνηγόρου του Αιτητή ότι η τοποθέτηση της είναι ψευδής και ότι ήρθε με σκοπό να βοηθήσει την υπόθεση και υπεράσπιση της Καθ’ ης η Αίτηση, η μάρτυρας απάντησε ότι απαντά στα ερωτήματα αναφέροντας την αλήθεια. Είναι πελάτισσα της και προσπάθησε να την βοηθήσει με τις γνώσεις της για μια υπόθεση που αντιμετώπιζε με την Altamiraam που κινδύνευε το κατάστημα της και αποτάθηκε η ίδια κοντά της, διευκρινίζοντας ότι απάντησε αυτά που γνωρίζει χωρίς να αναφέρει οποιοδήποτε ψέμα.
ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ։
Είναι κοινώς αποδεκτό, ότι ο γάμος δεν μεταβάλλει την περιουσιακή αυτοτέλεια των συζύγων και όποια περιουσιακά στοιχεία του κάθε συζύγου αποκτήθηκαν είτε πριν είτε μετά τον γάμο τους, παραμένει προσωπική τους περιουσία. Εν τούτοις, η περιουσιακή αυτοτέλεια των συζύγων δεν αποκλείει την απόκτηση κοινής περιουσίας μετά τον γάμο τους, η οποία θα ρυθμιστεί σε περίπτωση κατάρρευσης του, στην βάση των σχετικών διατάξεων του άρθρου 14 του περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμου (Ν.232/91).
Εν προκειμένω, το άρθρο 14 του περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμου (Ν.232/91) προνοεί τα ακόλουθα։
«14.-(1) Σε περίπτωση που ο γάμος λυθεί ή ακυρωθεί, ή σε περίπτωση διάστασης των συζύγων, και η περιουσία του ενός συζύγου έχει αυξηθεί, ο άλλος σύζυγος, εφόσον συνέβαλε με οποιοδήποτε τρόπο στην αύξηση αυτή, δικαιούται να εγείρει αγωγή στο Δικαστήριο και να απαιτήσει την απόδοση του μέρους της αύξησης το οποίο προέρχεται από τη δική του συμβολή.
(2) Η συνεισφορά του ενός συζύγου στην αύξηση της περιουσίας του άλλου τεκμαίρεται ότι ανέρχεται στο ένα τρίτο της αύξησης, εκτός αν αποδειχθεί μεγαλύτερη ή μικρότερη συνεισφορά.
(3) Στην αύξηση της περιουσίας των συζύγων δεν υπολογίζεται ό,τι αυτοί απέκτησαν:
(α) Από δωρεά, κληρονομιά, κληροδοσία ή άλλη χαριστική αιτία
(β) με διάθεση περιουσίας που αποκτήθηκε με τις αναφερόμενες στην παράγραφο (α) αιτίες».
Το τι συνιστά περιουσία και τι συνεισφορά απαντάται στις ερμηνευτικές διατάξεις του προαναφερόμενου νομοθετήματος, ήτοι στο άρθρο 2։
“περιουσία” σημαίνει την κινητή και ακίνητη ιδιοκτησία η οποία αποκτήθηκε πριν από το γάμο με την προοπτική του γάμου ή οποτεδήποτε μετά τη σύναψη του γάμου από οποιοδήποτε από τους συζύγους.
“συνεισφορά” σημαίνει την οποιασδήποτε μορφής συνεισφορά των συζύγων στην απόκτηση ή τη δημιουργία περιουσίας και περιλαμβάνει τη φροντίδα της οικογενειακής εστίας και των μελών της οικογένειας.
Για τη γέννηση τέτοιας αξιώσεως συμμετοχής στα αποκτήματα απαιτείται, πρώτον, να επήλθε επαύξηση της περιουσίας του άλλου συζύγου κατά τη διάρκεια του γάμου και δεύτερο, ο άλλος σύζυγος να συνέβαλε με οποιοδήποτε τρόπο στην επαύξηση αυτή.
Ουσιαστικά προκύπτει μέσα από τις καθοδηγητικές αρχές της σχετικής Νομολογίας, ότι για την στοιχειοθέτηση του αγώγιμου δικαιώματος του Αιτητή, αυτός θα πρέπει να τεκμηριώσει με θετικό τρόπο και σωρευτικά την ύπαρξη των ακόλουθων προϋποθέσεων։
(α) την λύση του γάμου των διαδίκων ή την ύπαρξη της διάστασης τους.
(β) την ύπαρξη της αρχικής περιουσίας και την επαύξηση της πριν ή κατά την διάρκεια του γάμου.
(γ) την αξία της τελικής περιουσίας και την διατήρηση της κατά τον επίδικο ουσιώδη χρόνο.
(δ) το μέγεθος και το είδος της συμβολής του Αιτητή.
(ε) να αποδειχθεί η συμβολή και συνεισφορά του Αιτητή στην επαύξηση της εν λόγω περιουσίας.
(στ) να υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της συμβολής και της επαύξησης της περιουσίας του Καθ’ ου η Αίτηση.
(ζ) να αποδειχθεί το διεκδικούμενο ποσό (πραγματικός υπολογισμός) ή σε περίπτωση που η αξίωση βασίζεται στον τεκμαρτό υπολογισμό, να γίνει επίκληση του τεκμηρίου του 1/3.
Στην υπόθεση Ορφανίδης v. Ορφανίδη (1998) 1 Α.Α.Δ. 179, αναλύθηκαν με σαφήνεια οι αρχές καθορισμού της συνεισφοράς. Λέχθηκε πως το πρώτο που θα πρέπει να τυγχάνει εξακρίβωσης είναι η αύξηση της περιουσίας του συζύγου, ώστε να διαπιστωθεί το αντικείμενο του διαμοιρασμού. Το δεύτερο ζήτημα που θα πρέπει να εξετάζεται είναι κατά πόσο ο έτερος σύζυγος συνεισέφερε στην αύξηση είτε άμεσα, είτε έμμεσα και το τρίτο, ο καθορισμός του ύψους της συνεισφοράς. Σε περίπτωση που η μαρτυρία που παρουσιάστηκε δεν είναι καταληκτική ως προς την έκταση της συνεισφοράς, τότε υπεισέρχεται το τεκμήριο του άρθρου 14 (2) του σχετικού Νόμου.
Η αύξηση της περιουσίας συναρτάται, αφενός με την αξία της περιουσίας και αφετέρου, με τις οικονομικές υποχρεώσεις του ιδιοκτήτη. Το αντικείμενο του μερισμού είναι η αύξηση της περιουσίας, όχι αυτή καθαυτή η περιουσία.
Άρα δεν μπορεί να αναμένεται πως όσα χρήματα συνεισφέρει ένας σύζυγος για την ανάκτηση περιουσίας του άλλου συζύγου, θα πρέπει οπωσδήποτε να τα πάρει πίσω με την λύση του γάμου, ως αυτά να ήταν δάνειο (βλ. απόφαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου στην υπόθεση Β.Φ. ν. Ε.Α., Έφεση Αρ. 8/2022, ημερομηνίας 16/03/2023).
Η αύξηση της περιουσίας υπολογίζεται στην βάση της διαφοράς της αξίας της κατά τον χρόνο του διαζυγίου ή της διάστασης και της αξίας που είχε όταν αποκτήθηκε. Στην διαπίστωση αυτής της αξίας λαμβάνονται υπόψη και οι οικονομικές υποχρεώσεις του ιδιοκτήτη της (βλ. Τζ. Σοφοκλέους ν. Π. Σοφοκλέους (2005) 1 Α.Α.Δ. 1030).
Εφόσον δεν αποδειχθεί ούτε μεγαλύτερη ούτε μικρότερη συνεισφορά, αλλά αποδειχθεί ότι υπήρξε αύξηση στην περιουσία του άλλου συζύγου, χωρίς όμως ν΄ αποδειχθεί η έκταση της συνεισφοράς εφαρμόζεται το τεκμήριο του άρθρου 14 (2) του σχετικού Νόμου. [Βλ. Ορφανίδης v. Ορφανίδης (2001) 1 Α.Α.Δ. 1889, Θεωρή v. Χρυσοστόμου (2003) 1 Α.Α.Δ. 386].
Περαιτέρω, στην Κ. Βασιλείου ν. Μ. Βασιλείου, Έφ. Αρ. 19/10 (2012) 1 Α.Α.Δ. 270 του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου, ημερομηνίας 06/03/2012, επισημάνθηκε ότι από την στιγμή που το εύρημα του Δικαστηρίου είναι ότι και οι δύο σύζυγοι συνεισέφεραν στην αύξηση της περιουσίας, όμως είναι εκ των πραγμάτων αδύνατο να εξευρεθεί με πραγματικό υπολογισμό η συνεισφορά του αιτούντος συζύγου, μπορεί να τύχει εφαρμογής το τεκμήριο του 1/3 που προβλέπεται στο άρθρο 14 (2) του Ν. 232/91.
Επιπρόσθετα, όπως έχει υποδειχθεί μέσα από την σχετική νομολογία, αποτυχία διαδίκου να αποδείξει την αύξηση της περιουσίας του άλλου συζύγου, δεν του επιτρέπει να επικαλεστεί το μαχητό τεκμήριο του άρθρου 14(2) του Ν. 252/91. (Τζ. Σοφοκλέους ν. Π. Σοφοκλέους (2005) 1 Α.Α.Δ. 1030).
Στην απόφαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου στην υπόθεση Σ.Γ.Ι. ν. Α.Α.Γ., Έφ. Αρ. 25/2015 ημερομηνίας 29/11/2019, επισημάνθηκε ότι για να μπορεί να επιτύχει μία αίτηση περιουσιακών διαφορών θα πρέπει μεταξύ άλλων να προσκομισθεί μαρτυρία για την αύξηση της περιουσίας του εναγόμενου, η οποία αύξηση θα προκύψει από την σύγκριση της τελικής με την αρχική περιουσία, αφού ληφθεί υπόψη και το παθητικό της περιουσίας. Όταν δεν αποδειχθούν συγκεκριμένα ποσά προς εξακρίβωση της συνεισφοράς του ενάγοντα στην τυχόν αύξηση της περιουσίας του εναγόμενου συζύγου, δεν υπάρχει δυνατότητα εφαρμογής του τεκμηρίου που προνοείται από το άρθρο 14(2) του Ν. 232/91.
Περαιτέρω, στην απόφαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου στην απόφαση Ι.Π. ν. Μ.Ε. Π.Ε. και Σια Λτδ, Εφ. Αρ. 5/2014, ημερομηνίας 24/01/2019, το Δ.Ο.Δ. επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση και απέρριψε την έφεση που είχε καταχωρηθεί, αφού υποδείχθηκε ουσιαστικά ότι η αύξηση της περιουσίας του ενός συζύγου και η συμβολή προς τούτο του άλλου συζύγου πρέπει σε κάθε περίπτωση να αποδεικνύονται με θετική μαρτυρία και ότι το βάρος απόδειξης το φέρει ο απαιτητής. Η απαίτηση ως προς το ύψος της συμβολής, όταν αυτή δεν περιορίζεται στο τεκμαιρόμενο μερίδιο συμβολής του 1/3, επαφίεται στον απαιτητή σύζυγο, ο οποίος θα πρέπει να την αποδείξει. Από την στιγμή που το Δικαστήριο καταλήξει ότι ο σύζυγος δεν αποδείξει οποιαδήποτε συνεισφορά στην αύξηση της επίδικης περιουσίας, παρέλκει η ανάγκη εξέτασης του ύψους της υπό οποιαδήποτε μορφή.
Ως προς τις μορφές συνεισφοράς του συζύγου, παραπέμπω σε σχετικό απόσπασμα από το σύγγραμμα ’’Οικογενειακό Δίκαιο’’ της Καθηγήτριας Έφης Κουνουγέρη–Μανωλεδάκη τόμος Ι, 8η έκδοση 2021 στη σελ. 239, όπου αναφέρονται τα ακόλουθα։
«Η συμβολή του δικαιούχου στην επαύξηση της περιουσίας του υπόχρεου μπορεί όπως ορίζεται ρητά στη διάταξη του άρθρου 1400 παρ. 1 να γίνεται με οποιονδήποτε τρόπο, δηλαδή μέσω οποιασδήποτε δραστηριότητας του δικαιούχου που βρίσκεται σε σχέση αιτίου και αιτιατού προς την περιουσιακή επαύξηση του άλλου συζύγου. Η διάταξη αυτή πρέπει, προς το συμφέρον του δικαιούχου συζύγου να ερμηνεύεται διασταλτικά, ώστε να λαμβάνεται υπόψη κάθε άμεση ή έμμεση μορφή συμπαράστασης του ενός συζύγου προς τον άλλο, όπως λ.χ. η διάθεση κεφαλαίου για την αξιοποίηση του ακινήτου του άλλου συζύγου, η εκτέλεση της οικιακής εργασίας, ή η βοήθεια στο επάγγελμα του άλλου, οι δωρεές προς τον άλλο σύζυγο και ειδικότερα η πληρωμή των χρεών του, η δημιουργία μιας ευχάριστης οικογενειακής ατμόσφαιρας λόγω της οποίας ο σύζυγος αποδίδει στο επάγγελμα του η παροχή ιδεών για την ανάπτυξη επιχειρηματικής δραστηριότητας, η καλλιέργεια κοινωνικών σχέσεων που επιδρούν ευνοϊκά στον επάγγελμά του άλλου συζύγου».
Περαιτέρω, θα πρέπει να επισημανθεί ότι οι αγορεύσεις των συνηγόρων των διαδίκων, όπως έχει νομολογηθεί, δεν αποτελούν μέσο προσαγωγής μαρτυρίας ή διεύρυνσης των επίδικων θεμάτων (βλ. Μισιρλής ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1995) 3 ΑΑΔ 379).
AΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑΣ & ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ։
Είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω με ιδιαίτερη προσοχή τους έξι μάρτυρες που πρόσφεραν την μαρτυρία τους στο Δικαστήριο, καθ’ όλη την διάρκεια της κατάθεσης τους στο εδώλιο του μάρτυρος και λαμβάνω υπόψη τον τρόπο που αυτοί απαντούσαν στις ερωτήσεις που τους υποβάλλονταν και την εν γένει συμπεριφορά τους, υιοθετώντας τις θεμελιώδεις νομολογιακές αρχές σε σχέση με την αξιολόγηση της αξιοπιστίας ενός μάρτυρα.
Είναι καλά γνωστό, ότι οι υποθέσεις αποφασίζονται στην βάση των επίδικων θεμάτων, όπως αυτά προσδιορίζονται στα δικόγραφα των διαδίκων και συνεπώς το παρόν Δικαστήριο θα αγνοήσει ή δεν θα ασχοληθεί με μαρτυρία η οποία δεν συνάδει καθόλου με αυτά και ούτε μπορεί να προσδώσει οποιαδήποτε βαρύτητα σε τέτοια μαρτυρία.
Αρχικά, το πρώτο στάδιο αξιολόγησης στην παρούσα θα πρέπει να είναι η εξακρίβωση των περιουσιακών στοιχείων των διαδίκων κατά το στάδιο του γάμου τους, ήτοι στις 24/10/2009 όπου και αυτός συνάφθηκε και ακολούθως κατά το χρονικό στάδιο της διάστασης τους, δηλαδή κατά/ή περί τον μήνα Μάϊο του 2014, γεγονός που είναι παραδεκτό από τα μέρη, όπως προκύπτει μέσα από τα δικόγραφα τους, αλλά και την μαρτυρία που έχουν παραθέσει. Εφόσον, προβώ σε αυτή την διαπίστωση, τότε θα είμαι σε θέση να προχωρήσω σε αναζήτηση της επαύξησης ή όχι στην περιουσία των διαδίκων κατά την διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης τους, η οποία ουσιαστικά θα αποτελέσει και το αντικείμενο του όποιου μερισμού.
Η αρχική περιουσία πριν ή κατά την διάρκεια του γάμου των διαδίκων։
Αναφορικά με την περιουσία της Καθ’ ης η Αίτηση κατά την έναρξη της σχέσης ή του γάμου των διαδίκων το 2009, δεν έχω παρατηρήσει μέσα από τα δικόγραφα του Αιτητή ή και μέσα από την ολότητα της μαρτυρίας που παρουσιάστηκε από την πλευρά του, οποιαδήποτε αναφορά ή ισχυρισμό σε σχέση με το αν η Καθ’ ης είχε στην κυριότητα της οποιαδήποτε κινητή ή ακίνητη περιουσία κατά την εν λόγω χρονική περίοδο.
Η μόνη αναφορά που έγινε, εντοπίζεται στην παρ. 9 της γραπτής δήλωσης της Μ.Α.1 (βλ. Τεκμήριο Α) όπου η μάρτυρας αναφέρει ότι η συζυγική οικία αποκτήθηκε από την Καθ’ ης η Αίτηση κατά/ή περί το 2005, δυνάμει σχετικού αγοραπωλητηρίου εγγράφου (βλ. Τεκμήριο 2) στο οποίο αναγράφεται απλά μία τιμή αγοράς για το ποσό των 100 χιλιάδων λιρών Κύπρου. Ούτε έχει προσδιοριστεί ξεκάθαρα αν η εν λόγω κατοικία αγοράστηκε από την Καθ’ ης η Αίτηση πριν ή μετά την διάρκεια της γνωριμίας της με τον Αιτητή. Εξάλλου, η πλευρά του Αιτητή δεν διεκδικεί πλέον οποιοδήποτε μερίδιο επί της αναφερόμενης ακίνητης περιουσίας, αλλά χρήματα που αποτελούν την ισχυριζόμενη συνεισφορά του στο κομμωτήριο που ανηγέρθη στην προαναφερόμενη συζυγική οικία. Σε κάθε περίπτωση, η αποσπασματική παρουσίαση ενός συμβολαίου, χωρίς την παρουσίαση οποιασδήποτε εκτίμησης για την πραγματική αξία και κατάσταση του εν λόγω ακινήτου το 2005 και χωρίς την διασύνδεση του με την φερόμενη συνεισφορά του Αιτητή, δεν μπορούν να αποτελέσουν βάση για εξαγωγή ευρήματος της συνολικής αρχικής περιουσίας της Καθ’ ης η Αίτηση κατά τον χρόνο που παντρεύτηκαν οι διάδικοι, ήτοι το 2009.
Στην Σοφοκλέους ν. Σοφοκλέους (2005) 1 ΑΑΔ 1030, 1033-1034, το Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο αποδέχθηκε τη θέση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, το οποίο στην απόφαση του σημείωσε τα ακόλουθα:
«Σίγουρα δε συνυπολογίζεται η 'άλλη περιουσία' για την οποία δεν δόθηκε μαρτυρία. Σίγουρα δεν συνυπολογίζεται το αγνώστου ταυτότητος δεύτερο ακίνητο. Εναπομένει το πρώτο ακίνητο. Τα κτηματολογικά δεδομένα δεν είναι πλήρη. Είναι άγνωστη η έκτασή του. Είναι άγνωστο το μέρος που αποξενώθηκε. Είναι άγνωστο το συμφέρον του Καθ' ου η αίτηση σ' αυτό. Είναι άγνωστο αν το τελευταίο μέρος είναι διαιρετό. Είναι αδύνατη η απόδοση οποιασδήποτε (τυχόν) συμβολής της Αιτήτριας, γιατί παρέμεινε άγνωστη η αξία της περιουσίας του» (η υπογράμμιση είναι δική μου).
Στο σημείο αυτό να επισημάνω, ότι η πλευρά του Αιτητή επιχείρησε να παρουσιάσει μαρτυρία από εκτιμητή ακινήτων κατά την ακροαματική διαδικασία, ο οποίος είχε σκοπό να παρουσιάσει την έκθεση εκτίμησης που είχε ετοιμάσει, εν τούτοις δεν του επιτράπηκε από το Δικαστήριο να προσφέρει μαρτυρία, διότι η μαρτυρία του μεταξύ άλλων κρίθηκε άσχετη με τα επίδικα θέματα όπως καθορίστηκαν μέσα από τα δικόγραφα του Αιτητή, όπως ακριβώς επεξηγείται στην ενδιάμεση απόφαση (ex-tempore) του Δικαστηρίου ημερομηνίας 22/11/2023.
Το ίδιο ισχύει και για την αρχική περιουσία του Αιτητή, αφού δεν έχει δικογραφηθεί και ούτε έχει παρουσιαστεί οποιαδήποτε μαρτυρία για την περιουσία που αυτός διατηρούσε κατά τον χρόνο που παντρεύτηκε την Καθ’ ης η Αίτηση. Όλοι οι ισχυρισμοί που σχετίζονται με την περιουσία του ή αυτήν που διεκδικεί ως συνεισφορά του, αφορούν την χρονική περίοδο μετά την τέλεση του γάμου και μέχρι την διάσταση των διαδίκων.
Η τελική περιουσία των διαδίκων κατά τον χρόνο της διάστασης։
Αναφορικά με την περιουσία της Καθ’ ης η Αίτηση κατά τον χρόνο της διάστασης των διαδίκων, ήτοι κατά/ή περί τον Μάϊο του 2014, γεγονός παραδεκτό από τους διαδίκους μέσα από τα δικόγραφα αλλά και την μαρτυρία τους, διαπιστώνω αρχικά ότι δεν προκύπτει οποιαδήποτε ξεκάθαρη αναφορά είτε μέσα από τα δικόγραφα είτε μέσα από την ολότητα της μαρτυρίας των διαδίκων σε σχέση με την αποτίμηση της ολικής τελικής περιουσίας της Καθ’ ης η Αίτηση, κατά τον χρόνο της διάστασης ή κατά την ημέρα λύσης του γάμου τους στις 02/03/2015.
Δηλαδή, δεν προκύπτει οποιαδήποτε αναφορά ή ισχυρισμός για το πόση ακριβώς ήταν η τελική κινητή ή ακίνητη περιουσία της Καθ’ ης η Αίτηση κατά τον χρόνο της διάστασης των διαδίκων τον Μάϊο του 2014 ή κατά τον χρόνο που εκδόθηκε το διαζύγιο τους τον Μάρτιο του 2015. Απλά γίνονται διάσπαρτες αναφορές και ισχυρισμοί, χωρίς λογική και χρονική συνοχή και ακολουθία, κυρίως από την πλευρά του Αιτητή για τα χρήματα του γάμου τους και πως αυτά ξοδεύτηκαν, για τα χρήματα του επίδικου δανείου και πως αυτά δόθηκαν για την ανέγερση του κομμωτηρίου της Καθ’ ης η Αίτηση και για την πληρωμή του δανείου ενοικιαγοράς του αυτοκινήτου της, αλλά και για τα φερόμενα προσωπικά έξοδα που πλήρωνε προς όφελος της Καθ’ ης η Αίτηση. Δεν γίνεται όμως καμία αναφορά για την συνολική τελική περιουσία που διατηρούσε η Καθ’ ης η Αίτηση κατά τον προαναφερόμενο χρόνο, ούτως ώστε το Δικαστήριο να είναι σε θέση να προβεί σε εξαγωγή ασφαλών ευρημάτων και συμπερασμάτων, σύμφωνα με την σχετική νομολογία.
Ούτε βέβαια έχει αποκρυσταλλωθεί κατά την άποψη μου, ποιά είναι η καθαρή τελική αξία της περιουσίας της Καθ’ ης η Αίτηση, αφού πρώτα αφαιρεθούν τα χρέη ή οποιεσδήποτε άλλες οικονομικές υποχρεώσεις από την αξία της περιουσίας για να ανευρεθεί στην συνέχεια η πραγματική αύξηση της (βλ. Σοφοκλέους ν. Σοφοκλέους (2005) 1 Α.Α.Δ. 1030,1033).
Το ίδιο παρατηρώ για την πλευρά του Αιτητή, αφού δεν δικογραφείται ποια είναι η τελική κινητή ή ακίνητη περιουσία του αποβιώσαντος κατά τον χρόνο της διάστασης των διαδίκων τον Μάϊο του 2014 ή κατά τον χρόνο που εκδόθηκε το διαζύγιο τους τον Μάρτιο του 2015. Δεν έχει αποκαλυφθεί με ξεκάθαρο και οριστικό τρόπο, ούτε μέσα από την μαρτυρία που παρατέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου, ποια περιουσιακά στοιχεία διατηρούσε εν τέλει στην κυριότητα του ο Αιτητής κατά τον πιο πάνω κρίσιμο ουσιώδη χρόνο, ποια δάνεια είχε και ποια τα οφειλόμενα υπόλοιπα των λογαριασμών δανείων/τρεχουμένων που αναφέρθηκαν στην ακροαματική διαδικασία.
Εξάλλου, με βάση την σχετική νομολογία αν η μαρτυρία που έχει δώσει ένας διάδικος δεν καλύπτεται από το δικόγραφο του, δεν λαμβάνεται υπόψη από το Δικαστήριο και οι ισχυρισμοί που δεν προβλήθηκαν στην στοιχειοθέτηση της αγωγής, δεν μπορούν να εξεταστούν (βλ. Λουκαϊδης ν. Εκδοτική Εταιρεία Αλήθεια Λτδ (2003) 1 Α.Α.Δ. 22).
Είναι η θέση μου, ότι για τον υπολογισμό της αύξησης της περιουσίας της Καθ’ ης η Αίτηση, είναι επιβεβλημένη η σύγκριση ανάμεσα στην αρχική και την τελική περιουσία του συζύγου, δηλαδή θα πρέπει να αποτιμηθούν δύο περιουσίες, η αρχική και η τελική, και η σύγκριση τους που αποτελεί την αύξηση, αποτιμάται σε χρηματική αξία. Η διάσπαρτη αναφορά στα δικόγραφα ορισμένων περιουσιακών στοιχείων που αποκτήθηκαν μετά τον γάμο, δεν αποδεικνύει τίποτε χωρίς την σύγκριση της αρχικής και της τελικής περιουσίας. Όπως αναφέρει ο Καθηγητής Σταθόπουλος εις Γεωργιάδη και Σταθόπουλου, Αστικός Κώδικας, τομ. VII, «Οικογενειακό Δίκαιο», 2η εκδ., Αθήνα, 2007, άρθρ. 1400-1402, αρ. 13, σελ. 330-331:
«Τρίτον, Η περιουσιακή ωφέλεια 'αφότου τελέστηκε ο γάμος' θα συναχθεί με σύγκριση της περιουσιακής κατάστασης σε δυο χρονικά σημεία, τη στιγμή της τέλεσης του γάμου αφενός (αρχική περιουσία) και τη στιγμή που γεννιέται η αξίωση αφετέρου (τελική περιουσία - βλ. και παρακ. Αρ. 14). Η διαφορά συνιστά την επαύξηση (τα αποκτήματα), που αποτελεί το αντικείμενο της αξίωσης (στο βαθμό βέβαια που συντρέχει, μεταξύ άλλων, και η δεύτερη προϋπόθεση της αξίωσης, στο βαθμό δηλ. που τα αποκτήματα οφείλονται στη συμβολή του δικαιούχου). Οι ενδιάμεσες αυξομειώσεις της περιουσίας είναι αδιάφορες..»
Στην καθοδηγητική απόφαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου στην υπόθεση Ν. Μικρού v. M. Kωνσταντινίδου, Εφ. αρ. 188, ημερ 7/10/2004, υποδείχθηκε πως αυτό που έχει σημασία είναι η απόδειξη της αύξησης που με βάση τον Νόμο ανευρίσκεται με την σύγκριση της αρχικής και τελικής περιουσίας, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη περιουσία που δημιουργείται κατά την διάρκεια του γάμου και δεν αποκρυσταλλώνεται στην τελική περιουσία για να συγκριθεί με την αρχική.
Στην Α. Ορφανίδης v. N. Ορφανίδη, (1993) 1 ΑΑΔ 179, 189, το Ανώτατο Δικαστήριο επισήμανε σε σχέση με το επίμαχο άρθρο 14(1) του Ν. 232/91, πως:
«(β) Αντικείμενο του διαμοιρασμού δεν είναι, όπως στο Αγγλικό δίκαιο, το περιουσιακό στοιχείο αφ΄ εαυτού, αλλά η αύξηση της περιουσίας εκάτερου των συζύγων μετά το γάμο. Επομένως, αφετηρία για την επίλυση διαφορών αυτής της φύσης αποτελεί η διαπίστωση των περιουσιακών στοιχείων των συζύγων κατά το χρόνο του γάμου. Σε δεύτερο στάδιο, έρχεται η διαπίστωση της αύξησης, (αν υπάρχει), και σε τρίτο η προέλευση της αύξησης και η συνάρτησή της με τη συνεισφορά του ετέρου των συζύγων στην πραγμάτωσή της.»
Συνεπώς, είναι η θέση μου ότι αν στην Αίτηση δεν αναφέρεται με ξεκάθαρο τρόπο ποια είναι η καθαρή αρχική και ποιά η καθαρή τελική περιουσία καθώς και η αποτίμησή της κατά τον ουσιώδη χρόνο, αλλά επίσης και πόση είναι η ισχυριζόμενη αύξηση στην περιουσία, η αγωγή καθίσταται αόριστη, νομικά αβάσιμη και υπόκειται σε απόρριψη, διότι δεν υπάρχουν στα δικόγραφα τα απαραίτητα εκείνα γεγονότα και ισχυρισμοί, οι οποίοι να θεμελιώνουν ότι εφαρμόζεται στην υπό κρίση υπόθεση, η πρωταρχική προϋπόθεση του άρθρου 14(1) του Ν. 232/91, δηλαδή η ύπαρξη αύξησης περιουσίας.
Τα χρήματα του γάμου των διαδίκων։
Ειδικότερα, σε σχέση με τα χρήματα που οι διάδικοι έλαβαν από τον γάμο τους, προκύπτουν εντελώς αντικρουόμενοι ισχυρισμοί, κυρίως αναφορικά με το ύψος του εν λόγω ποσού αλλά και για το που ξοδεύτηκε το εν λόγω ποσό.
Συγκεκριμένα, μέσα από την Αίτηση του Αιτητή αναφέρεται ότι οι διάδικοι έλαβαν δώρα γάμου ύψους €58.455,00 εκ των οποίων τα €38.455,00 κατατέθηκαν σε λογαριασμό της Καθ’ ης η αίτηση στην Τράπεζα USB. Υποστηρίζεται ότι τα υπόλοιπα €20.000,00 λήφθηκαν από τον Αιτητή και μέρος των οποίων διατέθηκαν για την πληρωμή των εξόδων του γάμου των διαδίκων και άλλων εξόδων στην συζυγική εστία τα οποία επαύξησαν την αξία της συζυγικής εστίας η οποία αγοράστηκε το 2005 από την Καθ’ ης η αίτηση στην Έμπα καθώς και μέρος των εξόδων ταξιδιού των διαδίκων στη Ρουμανία συνολικού ύψους €19.965-. τα οποία και περιγράφονται αναλυτικά.
Εν τούτοις, η πλευρά του Αιτητή δεν έχει παρουσιάσει οποιαδήποτε γραπτή ή προφορική μαρτυρία η οποία να επαληθεύει τα πιο πάνω έξοδα όπως έχουν αναλυθεί μέσα από το δικόγραφο της. Όταν υποβλήθηκε στην Μ.Α.1 ότι δεν γνωρίζει πραγματικά πόσα λεφτά εισέπραξαν από τον γάμο και ότι δεν έφερε κάτι που να αποδεικνύει πως εντόπισε το ποσό που ισχυρίζεται, αυτή απάντησε։ «Όπως νομίζετε, το βιβλίο του γάμου υπάρχει μέσα στα πρακτικά του Δικαστηρίου». Κάτι τέτοιο όμως δεν ισχύει, αφού τελικά δεν επιτράπηκε η κατάθεση ενός τέτοιου τεκμηρίου ή άλλου έγγραφου στον φάκελο του Δικαστηρίου. Όταν, η Μ.Α.1 ρωτήθηκε κατά την διάρκεια της αντεξέτασης της από που γνωρίζει ότι τα χρήματα του γάμου κατατέθηκαν στον λογαριασμό της Καθ’ ης η Αίτηση στην USB Bank και αν της έδωσε κάποια απόδειξη, αυτή απάντησε ότι της τα ανέφερε όλα ο αποβιώσαντας και ότι το αναφέρει στην παράγραφο αρ. 2 της γραπτής της δήλωσης.
Στον αντίποδα, στα πλαίσια της γραπτής της κατάθεσης, η Μ.Κ. 1 υποστήριξε ότι το ποσό που έλαβαν οι διάδικοι από τα δώρα του γάμου τους ήταν €40.580 και όχι €58.455 και ότι αυτό κατατέθηκε στις 26/10/2009 στον κοινό λογαριασμό των διαδίκων στην πρώην USB BANK και νυν ASTRO BANK LTD. Τονίζει ότι, όπως φαίνεται και από το Τεκμήριο 18 το οποίο κατατέθηκε από την πλευρά του Αιτητή, ο αποβιώσας προέβη σε ανάληψη του συνολικού ποσού των €7.724 για την εξόφληση προσωπικού του δανείου, αμέσως μετά την κατάθεση των δώρων του γάμου.
Υποβλήθηκε στην Καθ’ ης η Αίτηση κατά την διάρκεια της αντεξέτασης της, ότι το ποσό των €40.580 που η ίδια αναφέρει είναι το ποσό που κατατέθηκε στον κοινό λογαριασμό των διαδίκων, αφού προηγουμένως είχαν διευθετηθεί τα έξοδα του γάμου, κάποια έξοδα για την συζυγική οικία και το ταξίδι στην Ρουμανία και αυτή απάντησε κατά λέξει։ «Δεν ξέρω τι έκανε, εγώ ξέρω ότι ήταν 40.580. Αυτά ξέρω. Τώρα εάν τα έπιασε εν αγνοία μου δεν γνωρίζω, αλλά ξέρω ότι ήταν 40.580».
Μελετώντας την κατάσταση λογαριασμού της ASTRO BANK LTD (βλ. Τεκμήριο 18) την οποία κατέθεσε ο Μ.Α.4, διαπιστώνω ότι αφορά έναν κοινό λογαριασμό των διαδίκων όπου στις 26/10/2009 φαίνεται μία πίστωση (cash deposit) για το ποσό των €40.580-. καταχώρηση η οποία επιβεβαιώνει την θέση και τους ισχυρισμούς της Καθ’ ης η Αίτηση και όχι αυτές της Μ.Α.1. Δεν έχω παρατηρήσει να υπάρχει οποιαδήποτε άλλη καταχώρηση για το ποσό των €58.455 όπως υποστηρίζει η πλευρά του Αιτητή, παρά μόνο για ένα μικρότερο ποσό κατάθεσης ύψους €10.000 στις 15/10/2009 με περιγραφή «loan drawdown» για το οποίο δεν παρασχέθηκε οποιαδήποτε μαρτυρία ή επεξήγηση για το τι ακριβώς αφορά. Συνεπώς, εν όψει της πιο πάνω μαρτυρίας και στην απουσία οποιωνδήποτε άλλων πειστικών αποδεικτικών στοιχείων, απορρίπτω την θέση της πλευράς του Αιτητή και αποδέχομαι την θέση της Καθ’ ης η Αίτηση, ότι πράγματι τα λεφτά που έλαβαν οι διάδικοι από τον γάμο τους ανέρχονταν στο συνολικό ποσό των €40.580-.
Αναφορικά με τους υπόλοιπους ισχυρισμούς που αναφέρθηκαν πιο πάνω από την Μ.Α.1 αλλά και από την Καθ’ ης η Αίτηση σε σχέση με διάφορες αναλήψεις ποσών από την πλευρά του αποβιώσαντος για την πληρωμή διάφορων εξόδων του γάμου και κάποιου προσωπικού του δανείου, ελλείψει ενισχυτικής μαρτυρίας αλλά και αντίστοιχων καταγραφών των εν λόγω ποσών στην προαναφερόμενη κατάσταση λογαριασμού (βλ. Τεκμήριο 18) δεν μπορώ να κρίνω ότι οι εν λόγω θέσεις είναι πειστικές και αξιόπιστες και για τούτο τις απορρίπτω. Ούτε μπορεί να εξαχθεί βέβαια οποιοδήποτε ασφαλές εύρημα για το πού χρησιμοποιήθηκαν τα λεφτά του γάμου, από ποιον διάδικο και για ποιο σκοπό, στην απουσία αξιόπιστης μαρτυρίας.
Να επισημάνω ότι ο Μ.Α. 4 ο οποίος και κατέθεσε ως Τεκμήριο 18 την εν λόγω κατάσταση λογαριασμού κατά την διάρκεια της αντεξέτασης του, όταν ρωτήθηκε για διάφορες συναλλαγές και καταθέσεις που φαίνονται να έγιναν στον εν λόγω λογαριασμό, απάντησε ότι δεν γνωρίζει τι αφορούν αλλά και τον σκοπό για τον οποίο έγιναν. Συνεπώς, δεν μπορώ να προσδώσω οποιαδήποτε άλλη βαρύτητα στην τυπική μαρτυρία του, παρά μόνο για τον περιορισμένο σκοπό της απλής κατάθεσης του προαναφερόμενου τεκμηρίου από το αρχείο της τράπεζας.
Το δάνειο που σύναψε ο Αιτητής։
Προμετωπίδα των επιχειρημάτων της πλευράς του Αιτητή, αποτελούν οι ισχυρισμοί του για ανάληψη προσωπικού δανείου προς πληρωμή διαφόρων εξόδων προς όφελος της Καθ’ ης η Αίτηση και τα οποία θεωρεί ότι αποτελούν την συνεισφορά του στην επαύξηση της περιουσίας της, κατά την διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης τους.
Ουσιαστικά, η πλευρά του Αιτητή όπως διαφαίνεται μέσα από τα δικόγραφα του αλλά και την γραπτή κατάθεση της Μ.Α.1, ισχυρίζεται ότι στις 27/09/2012 σύναψε δάνειο στο Συνεργατικό Ταμιευτήριο ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΩΝ & ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ ΚΥΠΡΟΥ ΛΤΔ που έφερε αρ. λογαριασμού [ ] για το ποσό των €85.000,00 το οποίο την 28/01/2015 είχε υπόλοιπο €83.028,24 πλέον τόκους από 31/12/2014. Για την σύναψη του εν λόγω δανείου η Καθ’ ης η αίτηση ενέγραψε υποθήκη στο κατάστημα της με αρ. εγγραφής [ ], Φ/Σχ. [ ] τεμάχιο [ ] στην Πάφο και υπέγραψε σύμβαση εγγύησης. Το γεγονός της σύναψης του προσωπικού δανείου για το πιο πάνω ποσό από τον αποβιώσαντα, αλλά και η σύναψη της εγγύησης και του έγγραφου υποθήκης αποτελούν παραδεκτά γεγονότα από την Καθ’ ης η Αίτηση. Εκεί που προκύπτει διαφωνία μεταξύ των διαδίκων είναι που ξοδεύτηκαν τα χρήματα του δανείου, αλλά και για ποιο σκοπό.
Είναι η θέση μου, ότι δεν μπορώ να αποδεχθώ ως πειστική και αξιόπιστη την θέση της Μ.Α.1 και η οποία φέρεται να της μεταφέρθηκε από τον αποβιώσαντα, ότι η Καθ’ ης η Αίτηση και η μητέρα της παρακίνησαν τον Αιτητή να προβεί στην σύναψη του εν λόγω δανείου και ότι του υποσχέθηκαν να του καταβάλλουν κάθε μήνα συγκεκριμένο χρηματικό ποσό προς εξόφληση του, από την ενοικίαση ακινήτου τους στην οποία θα προέβαιναν. Δεν προσφέρθηκε οποιαδήποτε μαρτυρία σε σχέση με το ζήτημα αυτό και συνεπώς θεωρώ ότι αυτή παρέμεινε μετέωρη και ατεκμηρίωτη.
Ο βασικός ισχυρισμός της πλευράς του Αιτητή, επικεντρώνεται στο ότι από το προαναφερόμενο δάνειο ο ίδιος χρησιμοποίησε μόνο το ποσό των €30.000 για την εξόφληση ενός τρεχούμενου λογαριασμού του και έδωσε το υπόλοιπο ποσό των χρημάτων του δανείου ύψους €53.000 στην Καθ’ ης η αίτηση για να κτίσει το κομμωτήριο της στην Έμπα εντός της συζυγικής οικίας, ήτοι συγκεκριμένα το ποσό των €42.762,11 καθώς και το ποσό των €12.237,89 για την εξόφληση του αυτοκινήτου Porche με αρ. εγγραφής [ ].
Από την άλλη πλευρά, η Καθ’ ης η Αίτηση υποστήριξε μέσα από την μαρτυρία της, ότι το ποσό του εν λόγω δανείου, κατατέθηκε στον προσωπικό λογαριασμό του αποβιώσαντα, εξοφλώντας με αυτό το ποσό ολόκληρο το χρεωστικό υπόλοιπο άλλου προσωπικού του δανείου. Μετά από σχετική ερώτηση που της υποβλήθηκε κατά την διάρκεια της αντεξέτασης της, ανέφερε ότι έκανε προσωπικά το δάνειο για χάρη του, έβαλε υποθήκη για τον ίδιο και δεν χρωστούσε σε κανένα. Ανέφερε ακόμα ότι το ποσό του δανείου χρησιμοποιήθηκε και για κάποιες άλλες οφειλές του αποβιώσαντος, αφού αυτός της έλεγε ότι κινδύνευε να χάσει την δουλεία του στην αστυνομία και το έκανε για χατίρι του.
Ανέφερε επίσης ότι επειδή ο Καθ’ ου η Αίτηση δεν αποπλήρωνε τις δόσεις του εν λόγω δανείου, κινήθηκε αγωγή εναντίον της υπό την ιδιότητα της ως εγγυήτρια και ενυπόθηκος οφειλέτης η οποία οδήγησε στην εκ συμφώνου έκδοση απόφασης για το ποσό των €88.386,27 πλέον τόκους και το οποίο θα εξοφληθεί από την ίδια με την καταβολή μηνιαίων δόσεων. Παράλειψή της Καθ’ ης να καταβάλει οποιαδήποτε δόση, καθιστά ολόκληρο το ποσό πληρωτέο και απαιτητό και δίδει δικαίωμα στην ΚΕΔΙΠΕΣ ΛΤΔ να προχωρήσει άμεσα σε εκποίηση του ενυπόθηκου ακινήτου της (βλ. Τεκμήρια 19 και 20).
Ισχυρίζεται ακόμα ότι ο αποβιώσας και οι διαχειρίστριες ουδέποτε προχώρησαν σε οποιαδήποτε προσπάθεια εξώδικης διευθέτησης της εν λόγω υποχρέωσης του αποβιώσαντα, με αποτέλεσμα η ίδια σήμερα να αναγκαστεί να καταδικαστεί ως εγγυήτρια για να μην επιβαρύνεται με επιπρόσθετα δικηγορικά έξοδα, αλλά και να υπάρχει ο κίνδυνος ανά πάσα στιγμή να απωλέσει το ακίνητο ιδιοκτησίας της, το οποίο υποθήκευσε προς εξασφάλιση του δανείου του αποβιώσαντα, σε περίπτωση που δεν τηρήσει το πρόγραμμα αποπληρωμής του δανείου για το εξ αποφάσεως χρέος.
Σε ερώτηση του συνηγόρου του Αιτητή κατά την διάρκεια της αντεξέτασης της ότι ο αποβιώσας από την ημερομηνία σύναψης του δανείου μέχρι και την ημερομηνία της διάστασης πλήρωνε κανονικά τις δόσεις του εν λόγω δανείου, η Καθ’ ης η Αίτηση απάντησε ότι δεν γνωρίζει για την κατάσταση λογαριασμού και ανέφερε ότι ο αποβιώσας είχε άλλα δάνεια εξ’ όσων γνωρίζει.
Αρχικά, μέσα από την κατάσταση λογαριασμού (βλ. Τεκμήριο 16) παρατηρώ ότι στην σελ. 30 αυτής, φαίνεται ότι στις 27/09/2012 έγινε μία πίστωση για το ποσό των €84.149,15 ως μεταφορά από τον λογαριασμό [ ]. Το ίδιο διαπιστώνω μέσα από την μελέτη της κατάστασης λογαριασμού της Κ.Ε.Δ.Ι.ΠΕ.Σ. (βλ. Τεκμήριο 15) για το ίδιο προαναφερόμενο ποσό και κατά την ίδια ημερομηνία. Είναι ξεκάθαρο, ότι τα εν λόγω χρήματα αντιστοιχούν στο ποσό που έλαβε ως δάνειο ο αποβιώσας. Περαιτέρω, μέσα από το Τεκμήριο 16 φαίνεται ότι κατά την ίδια ημερομηνία, ήτοι στις 27/09/2012 εκδόθηκε μία επιταγή με αρ. [ ] για το ποσό των €53,000-. Από την μελέτη του Τεκμηρίου 17, επιβεβαιώνεται ότι κατά την προαναφερόμενη ημερομηνία εκδόθηκε μία επιταγή με δικαιούχο τον Αιτητή για το ποσό των €53,000-. και στην οποία δεν αναγράφεται ο σκοπός. Τα πιο πάνω γεγονότα, όπως προκύπτουν από τα Τεκμήρια 15, 16 και 17 αποτελούν αναμφίβολα ευρήματα του Δικαστηρίου και τα οποία δεν έχουν αμφισβητηθεί από τους διάδικους.
Πέραν των πιο πάνω όμως, δεν έχει παρουσιαστεί από την πλευρά του Αιτητή οποιαδήποτε προφορική ή γραπτή μαρτυρία η οποία να επαληθεύει τις θέσεις του αποβιώσαντος και τους ισχυρισμούς της Μ.Α.1, ότι δηλαδή τα εν λόγω χρήματα δόθηκαν προς όφελος της Καθ’ ης η Αίτηση, για τον σκοπό που επικαλείται. Παραμένει άγνωστο που δόθηκαν οι €53,000 που ήταν σε μορφή επιταγής, που κατατέθηκαν αυτά τα χρήματα και σε ποιο λογαριασμό, αν δόθηκαν τελικά εφάπαξ σε μετρητά στην ίδια την Καθ’ ης η Αίτηση και τον αδελφό της, με ποιο τρόπο και για ποιο σκοπό. Δεν έχει παρουσιαστεί οποιοδήποτε έγγραφο ή κατάσταση λογαριασμού ή έστω οποιαδήποτε ενισχυτική γραπτή ή προφορική μαρτυρία η οποία να αποδεικνύει ότι πράγματι η Καθ’ ης η Αίτηση έλαβε από τον αποβιώσαντα το ισχυριζόμενο ποσό των €42.762,11 και ότι τα χρησιμοποίησε για το κτίσιμο του φερόμενου κομμωτηρίου της. Ούτε έχει παρατεθεί οποιαδήποτε μαρτυρία ή έγγραφο ή απόδειξη που να αφορά τα έξοδα για την ανέγερση αυτού του κομμωτηρίου.
Δεν παραβλέπω το γεγονός ότι, μέσα από την κατάσταση λογαριασμού ημερομηνίας 15/11/2023 (βλ. Τεκμήριο 15) φαίνονται κάποιες πληρωμές δόσεων του δανείου από την πλευρά του πρωτοφειλέτη Αιτητή για την χρονική περίοδο από 29/10/2012-29/05/2014 και μόνον, εν τούτοις κρίνω ότι δεν μπορεί να εξαχθεί οποιοδήποτε ασφαλές συμπέρασμα για το συνολικό ποσό που κατέβαλε έναντι του δανείου του και την περαιτέρω πορεία πληρωμής του, διότι δεν έχει αναλυθεί ή επεξηγηθεί επαρκώς η εν λόγω κατάσταση από κάποιο μάρτυρα ή από κάποιον εμπειρογνώμονα κατά την ακροαματική διαδικασία. Το Δικαστήριο δεν μπορεί και ούτε δικαιούται να υπεισέλθει σε ρόλο πραγματογνώμονα και να προβεί σε αυθαίρετους μαθηματικούς ή λογιστικούς υπολογισμούς.
Επιθυμώ να τονίσω ότι, μέσα από την γραπτή της δήλωση, η Μ.Α.1 υποστήριξε ότι στις 29/04/2014, ήτοι περίπου κατά τον χρόνο της διάστασης των διαδίκων, ο λογαριασμός δανείου του Αιτητή παρουσίαζε αρνητικό υπόλοιπο για το ποσό των €79.169,88. Συνεπώς, εάν κατέληγα σε εύρημα για αύξηση της περιουσίας της Καθ’ ης η Αίτηση, θα έπρεπε για να καταλήξω στο ποσό της πραγματικής αύξησης, να λάβω υπόψη μόνο την καθαρή αξία της περιουσίας της, αφού πρώτα αφαιρεθούν τα χρέη από το δάνειο που και η ίδια βαρύνεται υπό την ιδιότητα της ως εγγυήτρια και ενυπόθηκος οφειλέτης, αλλά πλέον και ως εξ’ αποφάσεως οφειλέτης. Συνεπώς, προβαίνοντας σε ένα πρόχειρο υπολογισμό, θεωρώ ότι το πρόσημο θα ήταν αρνητικό. Και τούτο, λαμβάνοντας πλέον υπόψη το γεγονός ότι εκδόθηκε εκ συμφώνου απόφαση εναντίον της Καθ’ ης η Αίτηση για το προαναφερόμενο μη εξυπηρετούμενο δάνειο στο οποίο πρωτοφειλέτης ήταν ο Αιτητής και για το οποίο καταβάλλει μηνιαίως δόση προς τελική εξόφληση του.
Σε κάθε περίπτωση, είναι η θέση μου ότι οι καταστάσεις λογαριασμών οι οποίες κατατέθηκαν ως Τεκμήρια ενώπιον του Δικαστηρίου δεν έχουν επεξηγηθεί ή αναλυθεί επακριβώς από οποιοδήποτε μάρτυρα και συνεπώς θεωρώ ότι οι πληροφορίες που πηγάζουν από αυτές εκλαμβάνονται ως αποσπασματικές και δεν διαφωτίζουν δεόντως το Δικαστήριο ως προς την ροή των χρημάτων από και προς τους λογαριασμούς του αποβιώσαντος ή τον κοινό λογαριασμό των διαδίκων.
Στην απουσία αποδεικτικών στοιχείων αλλά και πειστικής και αξιόπιστης μαρτυρίας, η οποία να επαληθεύει τους ισχυρισμούς του Αιτητή, κρίνω ότι αυτοί παρέμειναν μετέωροι και ατεκμηρίωτοι. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να εξαχθεί οποιοδήποτε εύρημα για πραγματική συμβολή του αποβιώσαντος στην επαύξηση της περιουσίας της Καθ΄ ης η Αίτηση.
Επιπρόσθετα, στην γραπτή της δήλωση η Μ.Α.1 αναφέρει ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο της παρούσης υπόθεσης, το κομμωτήριο κτίστηκε στο ακίνητο που ευρίσκεται η συζυγική κατοικία με αποτέλεσμα η αγοραία αξία της να αυξηθεί και παραπέμπει σε σχετική έκθεση εκτίμησης, με βάση την οποία η αγοραία αξία της συζυγικής κατοικίας κατά την 24/10/2009, δηλαδή κατά την ημερομηνία του γάμου των διαδίκων και πριν από το κτίσιμο του κομμωτηρίου της Καθ’ ης η Αίτηση ανερχόταν στο ποσό των €195.00,00, ενώ κατά τον Μάιο του έτους 2014, δηλαδή κατά την ημερομηνία διάστασης των διαδίκων και μετά, από το κτίσιμο του κομμωτηρίου της Καθ’ ης η Αίτηση αυξήθηκε στο ποσό των €246.000,00 δηλαδή, κατά €51.000,00.
Είναι η θέση μου, ότι από την στιγμή που δεν τίθεται η εν λόγω θέση στα δικόγραφα του Αιτητή, όπως έχω διαπιστώσει, δεν μπορώ να την εξετάσω εξ’ υπαρχής και ούτε δικαιούμαι να της προσδώσω οποιαδήποτε βαρύτητα, σύμφωνα και με τις καθοδηγητικές αρχές της σχετικής νομολογίας. Το Δικαστήριο εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να επεκταθεί στην επίλυση θεμάτων που δεν περιλαμβάνονται στα δικόγραφα, αφού θα πρέπει να διασφαλιστεί η αρχή ότι η μαρτυρία πρέπει να αξιολογείται σε συνάρτηση με τις δικογραφημένες θέσεις των διαδίκων (βλ. 1. Βίκτωρας Παπαδόπουλος ν. CYP-CANA ALARMS LTD (2009) 1 Α.Α.Δ. 704).
Ούτε βέβαια μπορώ να προβώ σε οποιοδήποτε αυθαίρετο εύρημα επί της αξίας του επίδικου ακινήτου, χωρίς να έχω ενώπιον μου μία επίσημη εκτίμηση ενός πραγματογνώμονα. Σύμφωνα με την νομολογία, εκεί όπου απαιτείται εκτίμηση, η εκτίμηση όχι μόνο θα πρέπει να γίνεται από πραγματογνώμονα, αλλά και η μαρτυρία του πραγματογνώμονα ως προς την αγοραία εκτίμηση της υπό εξέταση περιουσίας, θα πρέπει να είναι τεκμηριωμένη, αλλιώς δεν μπορεί να έχει οποιαδήποτε βαρύτητα. Να επαναλάβω εν προκειμένω, ότι κατά την διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας η προσαγωγή της μαρτυρίας ενός εκτιμητή από την πλευρά του Αιτητή, δεν επιτράπηκε για συγκεκριμένους λόγους, στην βάση ενδιάμεσης απόφασης (ex-tempore) που είχε εκδοθεί.
Το αυτοκίνητο μάρκας Porche։
Το δεύτερο χρηματικό ποσό του οποίου διεκδικεί την απόδοση η πλευρά του Αιτητή ως μέρος της συνεισφοράς του στα πλαίσια επαύξησης της περιουσίας της Καθ’ ης η Αίτηση, είναι αυτό των €12.237,89-. που αφορά την αγορά αυτοκινήτου το οποίο ενεγράφη στο όνομα της. Τέθηκε ο ισχυρισμός ότι ο αδελφός της Καθ’ ης η αίτηση, είχε συνάψει συμφωνία ενοικιαγοράς με την E.F. easy finance Limited της Societe Generale Group για την αγορά του αυτοκινήτου Porche [ ] για το ποσό των €44.423,63 και ότι στις 27/09/2012 από το προαναφερόμενο δάνειο που έκανε ο αποβιώσας Αιτητής στο Συνεργατικό Ταμιευτήριο Αστυνομικών, ξοφλήθηκε η προαναφερόμενη ενοικιαγορά με την καταβολή σε αυτόν του ποσού των €12.237,89-.
Ειδικότερα, η Μ.Α.1 ισχυρίστηκε στην γραπτή της δήλωση ότι ο αποβιώσας αφού απέσυρε από τον τραπεζικό λογαριασμό του στο Συνεργατικό Ταμιευτήριο ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΩΝ & ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ ΚΥΠΡΟΥ ΛΤΔ το ποσό των €53.000,00, έδωσε το ποσό αυτό στον αδερφό της Καθ’ ης η Αίτηση Δ.Δ., ο οποίος με την σειρά του το κατέβαλε μέσω τραπεζικής μεταφοράς στους κ.κ. E.F. EASY FINANCE LIMITED. Ακολούθως, η E.F. EASY FINANCE LIMITED, παρέδωσε στον αδερφό της Καθ’ ης η Αίτηση Δ.Δ., το έντυπο μεταβίβασης του προαναφερόμενου οχήματος. Το επίδικο αυτοκίνητο μετά την εξόφλησή του μεταβιβάστηκε από τον αδερφό της Καθ’ ης η Αίτηση στο όνομά της Καθ’ ης, ενώ κατά ή περί το έτος 2014 μετά την διάσταση των διαδίκων, μεταβιβάστηκε από αυτήν στην μητέρα της.
Όταν ρωτήθηκε η Μ.Α.1 κατά την διάρκεια της αντεξέτασης της για το πως εξηγεί την μεταφορά του ποσού των 12 χιλιάδων ευρώ από τον Αιτητή στον αδελφό της Καθ’ ης η Αίτηση, αυτή απάντησε ότι της το ανέφερε ο ίδιος ο αποβιώσας και ότι υπάρχει απόδειξη από τον λογαριασμό του αποβιώσαντος. Από την άλλη πλευρά, η Καθ’ ης η Αίτηση κατά την διάρκεια της κυρίως εξέτασης της, ανέφερε ότι το εν λόγω αυτοκίνητο αγοράσθηκε ως δώρο προς την ίδια από τον αδελφό της Δ.Δ. με εξ’ ολοκλήρου δικά του έξοδα και ως εκ τούτου εγγράφηκε στο όνομα της.
Ανατρέχοντας στα σχετικά με το υπό εξέταση ζήτημα, τεκμήρια 7, 8, 9, 10 και 11 τα οποία κατατέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, διαπιστώνω ότι είχε συναφθεί ένα δάνειο αυτοκινήτου για το ποσό των €44.665,76 από τον αδελφό της Καθ’ ης η Αίτηση στις 26/05/2008, ήτοι κατά το χρονικό στάδιο πριν την σύναψη του γάμου των διαδίκων. Το εν λόγω δάνειο θα αποπληρωνόταν από τον αδελφό της Καθ’ ης με 72 ισόποσες μηνιαίες δόσεις των €787,50-. Ειδικότερα, μελετώντας το Τεκμήριο 10 που αποτελεί αντίγραφο του εγγράφου μεταφοράς μετρητών από λογαριασμό του αδελφού της Καθ’ ης η Αίτηση στην Τράπεζα Κύπρου ημερομηνίας 27/09/2012 προς όφελος της Ε.F. Easy Finance Ltd, διαπιστώνω ότι δόθηκε εντολή πληρωμής από τον δικαιούχο του λογαριασμού, ήτοι τον Δ.Δ. αδελφό της Καθ’ ης για το ποσό των €12,000 προς την προαναφερόμενη εταιρεία.
Δεν έχει παρουσιαστεί από την πλευρά του Αιτητή, οποιαδήποτε άλλη μαρτυρία ή έγγραφο το οποίο να τεκμηριώνει τον ισχυρισμό του αποβιώσαντος και της Μ.Α.1 ότι δηλαδή καταβλήθηκε στον αδελφό της Καθ’ ης η Αίτηση το ποσό των €12.237,89-. για την φερόμενη εξόφληση του πιο πάνω δανείου αυτοκινήτου. Ούτε έχει παρουσιαστεί οποιοδήποτε έγγραφο ή κατάσταση λογαριασμού του Αιτητή ή του αδελφού της Καθ’ ης στην οποία να εμφαίνετε η καταβολή ή είσπραξη του πιο πάνω ποσού και η διασύνδεση της με το προαναφερόμενο δάνειο. Πουθενά δεν έχει αποκαλυφθεί το εν λόγω ποσό, αν δηλαδή υπήρχε στον λογαριασμό του αποβιώσαντος, αν δόθηκε και σε ποιόν τελικά καταβλήθηκε. Συνεπώς, στην απουσία επαρκούς και αξιόπιστης μαρτυρίας θεωρώ ότι δεν μπορώ να βασιστώ σε ένα ασαφή και μετέωρο ισχυρισμό της Μ.Α.1, που συν τοις άλλοις αποτελεί και εξ΄ ακοής μαρτυρία, την οποία απορρίπτω. Ούτε δύναται να προσδοθεί οποιαδήποτε βαρύτητα στους ισχυρισμούς της, από την στιγμή που δεν ετέθησαν ενώπιον του Δικαστηρίου τα απαιτούμενα στοιχεία τα οποία θα επέτρεπαν τον έλεγχο της ορθότητας των συμπερασμάτων της (βλ. Μ. ν. Χ. (2005) 1 Α.Α.Δ. 1191).
Η προσφυγική χορηγία։
Αποτελεί παραδεκτό γεγονός, ότι η Καθ’ ης η αίτηση στις 21/01/2010 έλαβε το ποσό των €37.600,00 ως προσφυγικό επίδομα για επιχορήγηση που αφορούσε την αγορά διαμερίσματος και ότι από το εν λόγω ποσό έδωσε αυτό των €7.600 στον αποβιώσαντα Αιτητή, τα οποία αυτός διέθεσε για την εξόφληση προσωπικού του δανείου. Η πλευρά του Αιτητή υποστηρίζει ότι το υπόλοιπο ποσό των €30.000 κατατέθηκε σε προσωπικό λογαριασμό της Καθ’ ης η αίτηση.
Στον αντίποδα, η Καθ’ ης η Αίτηση υποστηρίζει ότι το ποσό των €30.000, αμέσως μετά την κατάθεση στον κοινό λογαριασμό των διαδίκων του προσφυγικού επιδόματος, αναλήφθηκε από τον αποβιώσαντα προς εξόφληση προσωπικού λογαριασμού τρεχούμενου του στο πρώην Συνεργατικό Ταμιευτήριο Αστυνομικών καθώς και για κάλυψη προσωπικών του αναγκών και εξόδων διασκέδασης του παραπέμποντας στην κατάσταση λογαριασμού (βλ. Τεκμήριο 16) όπου φαίνεται η κατάθεση του ποσού των €18.370 από τον Αιτητή. Η Καθ’ ης η Αίτηση ισχυρίζεται επίσης ότι από το προσφυγικό επίδομα έλαβε μόνο το συνολικό ποσό των €7.000 όπως φαίνεται από το Τεκμήριο 18 και ότι το ποσό αυτό δόθηκε από την Καθ’ ης η Αίτηση στον αποβιώσαντα Αιτητή σε διαφορετικές ημερομηνίες είτε για επιδιόρθωση του δικού του οχήματος μάρκας Saab είτε για να τα δώσει ο ίδιος στην οικογένειά του προς οικονομική στήριξη, όπως έκανε καθ’ όλη τη διάρκεια της κοινής τους ζωής.
Δεν με έχουν πείσει οι πιο πάνω ισχυρισμοί της Καθ’ ης η Αίτηση, οι οποίοι κατά την άποψη μου δεν επαληθεύονται από τα τεκμήρια τα οποία έχουν κατατεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου. Αποδέχομαι μόνο την θέση που είναι παραδεκτή από τα μέρη, ήτοι ότι ελήφθη ως προσφυγική χορηγία το ποσό των €37.600,00 το οποίο κατατέθηκε σε κοινό λογαριασμό των διαδίκων και ότι από αυτό το ποσό ο αποβιώσας έλαβε ένα ποσό για κάλυψη προσωπικού του δανείου.
Σε κάθε περίπτωση, κρίνω ότι εν προκειμένω η εν λόγω χορηγία είναι προσωποπαγής και παραχωρήθηκε στην Καθ’ ης η Αίτηση λόγω της προσφυγικής της ιδιότητας, όπως διαφαίνεται μέσα από την μαρτυρία ενώπιον του Δικαστηρίου. Μπορεί να θεωρηθεί εν μέρει, ως προσωπική συμβολή της Καθ’ ης η Αίτηση στην επαύξηση της περιουσίας του αποβιώσαντος πρώην συζύγου της και όχι βέβαια το αντίστροφο, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι ο αποβιώσας επωφελήθηκε μερικώς από το ποσό της εν λόγω χορηγίας για προσωπικό του όφελος, κάτι το οποίο παραδέχεται εξάλλου η πλευρά του Αιτητή.
Τα έξοδα και η συνεισφορά στην οικογενειακή εστία։
Μέσα από τα δικόγραφα του Αιτητή αναφέρεται ότι ο αποβιώσας επωμιζόταν όλα τα έξοδα για την συντήρηση του σπιτιού και τους λογαριασμούς κοινής ωφελείας της οικογενειακής εστίας. Υποστηρίζεται ουσιαστικά ότι οι λογαριασμοί του νερού, του ρεύματος, της θέρμανσης αλλά και οι λογαριασμοί του Κοινοτικού Συμβουλίου Έμπας πληρώνονταν αποκλειστικά από τον αποβιώσαντα και ότι τα ποσά που δαπανήθηκαν για τη συντήρηση και τα έξοδα της συζυγικής εστίας, τα οποία συνείσφερε ο Αιτητής ανέρχονταν στο ποσό των €4.552-.
Κατά την διάρκεια της κυρίως εξέτασης της, η Μ.Α.1 προς τεκμηρίωση των πιο πάνω, κατέθεσε ως Τεκμήριο 12 δέσμη αποδείξεων είσπραξης της Α.Η.Κ. στο όνομα της Καθ’ ης η Αίτηση, ως Τεκμήριο 13 απόδειξη είσπραξης της Υδατοπρομήθειας μαζί με τιμολόγιο νερού του κοινοτικού συμβουλίου Έμπας στο όνομα της Καθ’ ης η Αίτηση ημερομηνίας 26/08/2010, καθώς και αντίγραφο βεβαίωσης της Λαϊκής Ασφαλιστικής στο όνομα της Καθ’ ης η Αίτηση για την χρονική περίοδο από τις 07/09/2010 μέχρι τις 07/09/2011.
Όταν η Μ.Α.1 ρωτήθηκε για το ζήτημα της πληρωμής των λογαριασμών κοινής ωφελείας της συζυγικής οικίας και ειδικότερα για το ποιο όνομα αναγράφεται επί των Τεκμηρίων 12, 13 και 14, αυτή απάντησε αυτό της Καθ΄ ης η Αίτηση, το ίδιο και στην απόδειξη και σε όλους τους λογαριασμούς, ενώ ανέφερε ότι ο αποβιώσας λογικά πλήρωνε με μετρητά με φυσική του παρουσία στο ταμείο της Α.Η.Κ. Από την άλλη μεριά, η Καθ’ ης η Αίτηση μέσα από τη γραπτή της δήλωση ισχυρίστηκε ότι όλες οι αποδείξεις που παρουσιάστηκαν από την Μ.Α.1 για την πληρωμή του ηλεκτρικού ρεύματος, του νερού και άλλων εξόδων για την συζυγική οικία εκδίδονταν στο όνομα της, πληρώνονταν από αυτήν και από τον πατέρα της.
Μελετώντας το μαρτυρικό υλικό, δεν έχω εντοπίσει να προσκομίστηκαν από την πλευρά του Αιτητή οποιεσδήποτε αποδείξεις πληρωμής του ηλεκτρικού ρεύματος ή του νερού στο όνομα του Αιτητή ή έστω εμβάσματα πληρωμής των εν λόγω λογαριασμών από κάποιο τραπεζικό λογαριασμό του αποβιώσαντος, ούτως ώστε να μπορούν να επαληθευθούν οι ισχυρισμοί της πλευράς του Αιτητή με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Συνεπώς, στην βάση των πιο πάνω, κρίνω ότι οι εν λόγω ισχυρισμοί παρέμειναν μετέωροι και ατεκμηρίωτοι, αφού το Δικαστήριο δεν έχει πειστεί ότι ο Αιτητής κατέβαλλε τα πιο πάνω ποσά στην απουσία αποδεικτικών πληρωμής, τα οποία σε κάθε περίπτωση αμφισβητούνται από την πλευρά της Καθ’ ης η Αίτηση, η οποία επικαλείται ότι τα πλήρωνε η ίδια και ο πατέρας της.
Επιπρόσθετα, μέσα από τα δικόγραφα του Αιτητή υποστηρίζεται ότι κατά τη διάρκεια του γάμου των διαδίκων ο αποβιώσας ήταν αυτός που επιβαρύνονταν με όλα τα έξοδα των αυτοκινήτων της Kαθ’ ης η αίτηση, αφού πλήρωνε τα έξοδα και των δύο αυτοκινήτων ήτοι ασφάλειες, άδειες κυκλοφορίας, Μ.Ο.Τ., αλλαγές λαδιού, services, διάφορα μηχανικά, ελαστικά, πλύσιμο των αυτοκινήτων. Ειδικότερα, υποστηρίζεται ότι για το αυτοκίνητο Smart με αρ. εγγραφής [ ] και την χρονική περίοδο 05/12/2009-01/04/2013 ο αποβιώσας πλήρωσε το συνολικό ποσό των €2.247-. και για το αυτοκίνητο μάρκας Porche για την χρονική περίοδο 17/06/2010-31/03/2013 ότι πλήρωσε το συνολικό ποσό των €6.507-.
Περαιτέρω, τέθηκε ο ισχυρισμός στα δικόγραφα ότι ο αποβιώσας δαπάνησε χρήματα και για τα προσωπικά έξοδα της Καθ’ ης η αίτηση όπως τις επισκέψεις της στον γυναικολόγο, τον πλαστικό χειρούργο και στην αισθητικό. Επίσης, ότι αγόραζε τα φάρμακα που χρειαζόταν η καθ’ ης η αίτηση πληρώνοντας συνολικά το ποσό των €444,00 για την περίοδο 28/08/2011-24/01/2013 ενώ ανέλαβε και τα έξοδα για τις επεμβάσεις στις οποίες υποβλήθηκε η Καθ’ ης για το ποσόν των €450,00 και το ποσό των €550,00-. Αναφέρεται ακόμα στην Αίτηση του, ότι ο Αιτητής κατά την χρονική περίοδο 01/03/2011-28/06/2013 έδωσε στην Καθ’ ης η αίτηση το συνολικό ποσόν των €12.087 για προσωπικά της έξοδα όπως για ρούχα, υποδήματα, διάφορα δώρα, ενώ ξόδεψε για τις διακοπές των διαδίκων το ποσό των €6.200-.
Σε σχέση με τους πιο πάνω ισχυρισμούς και μελετώντας με ιδιαίτερη προσοχή το μαρτυρικό υλικό που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου, έχω διαπιστώσει ότι δεν έχει παρουσιαστεί έστω και μία απόδειξη πληρωμής σε σχέση με την καταβολή των ισχυριζόμενων πιο πάνω εξόδων ή οποιαδήποτε άλλη γραπτή η προφορική μαρτυρία η οποία να επιβεβαιώνει ότι πράγματι καταβλήθηκαν τα πιο πάνω έξοδα από τον αποβιώσαντα προς όφελος της Καθ’ ης η Αίτηση. Τούτο καταδεικνύει ότι οι πιο πάνω απαιτήσεις έχουν ουσιαστικά εγκαταλειφθεί από την πλευρά του Αιτητή.
Επιπρόσθετα, μέσα από τα δικόγραφα της πλευράς του Αιτητή, προβάλλεται ότι ο αποβιώσας είχε και πιο ουσιαστική συνεισφορά βοηθώντας στην φροντίδα της οικογενειακής εστίας αλλά και στις δουλειές του σπιτιού των διαδίκων. Ειδικότερα, στην Αίτηση του αποβιώσαντος αναφέρεται ότι είχε συμβολή μέσα στην οικογενειακή εστία ως σύζυγος στις υποχρεώσεις μέσα στο σπίτι, όπως στο μαγείρεμα, στο πλύσιμο, στο σιδέρωμα, στο καθάρισμα, αλλά και σε χρηματική συνεισφορά του στα έξοδα της οικογένειας στη συζυγική εστία. Εν τούτοις, έχω διαπιστώσει ότι δεν έχει προσκομιστεί οποιαδήποτε μαρτυρία από την πλευρά του Αιτητή σε σχέση με την ισχυριζόμενη συνεισφορά, έστω και εξ’ ακοής, συνεπώς θεωρώ ότι αυτή παρέμεινε μετέωρη και απορρίπτεται. Κανένας από τους μάρτυρες της πλευράς του αποβιώσαντος δεν ασχολήθηκε με αυτό το ζήτημα και τον εν λόγω δικογραφημένο ισχυρισμό.
Η αξιολόγηση των μαρτύρων։
Υπεισερχόμενος τώρα στην μαρτυρία της Μ.Α.1 και προβαίνοντας σε ολοκληρωμένη και σφαιρική αξιολόγηση της, πέραν του γεγονότος ότι η μαρτυρία που παρέθεσε αποτελούσε εξ’ ακοής μαρτυρία στο μεγαλύτερο της μέρος, αφού προερχόταν από πηγές που έλαβε δια ζώσης από τον ίδιο τον αποβιώσαντα Αιτητή και χωρίς να έχει επεξηγηθεί από την εν λόγω μάρτυρα επακριβώς πότε χρονικά μεταφέρθηκαν σε αυτήν οι αρχικές δηλώσεις του αποβιώσαντα, οι συνθήκες και το πλαίσιο εντός του οποίου έλαβε γνώση αυτών, αλλά και το ακριβές περιεχόμενο τους, κρίνω ότι δεν μπορώ να προσδώσω στην μαρτυρία της ιδιαίτερη βαρύτητα (βλ. Γεωργίου ν. Στυλιανού (2009) 1(Α) Α.Α.Δ. 70).
Να επισημάνω ότι μεγάλο μέρος της μαρτυρίας της Μ.Α.1 αποτέλεσε εξ’ ακοής μαρτυρία που ακόμα και αν θεωρηθεί επιτρεπτή από το Δικαστήριο, δεν πρέπει το αποδεκτό της μαρτυρίας να συγχέεται με την βαρύτητα που θα αποδοθεί σε αυτήν κατ’ ουσία και κατά το στάδιο της αξιολόγησης της. Σε κάθε περίπτωση, εν όψει της μη παρουσίασης άλλης αξιόπιστης ή ενισχυτικής μαρτυρίας η οποία να επαληθεύει και να επιβεβαιώνει τους ισχυρισμούς της Μ.Α.1, ώστε να αξιολογηθεί ορθά η εν λόγω εξ’ ακοής μαρτυρία, κρίνω ότι το Δικαστήριο δεν μπορεί εν προκειμένω να προσδώσει ιδιαίτερη βαρύτητα σε αυτήν και βέβαια αδυνατεί να καταλήξει σε ασφαλή ευρήματα βασιζόμενο σε αυτήν.
Είναι η θέση μου ότι, η πλευρά του Αιτητή δεν έπεισε με τις θέσεις της και ούτε απέδειξε με την απαιτούμενη επάρκεια και πληρότητα τους ισχυρισμούς της. Ειδικότερα, δεν έχει παρουσιαστεί οποιαδήποτε σχετική ενισχυτική προφορική ή γραπτή μαρτυρία η οποία να τεκμηριώνει τους ισχυρισμούς που προβάλλονται στα δικόγραφα, κυρίως σε σχέση με τα χρήματα του γάμου των διαδίκων και που αυτά δόθηκαν, ότι πράγματι κάποια από τα χρήματα του δανείου που έλαβε ο Αιτητής δόθηκαν στην Καθ’ ης και η οποία τα χρησιμοποίησε για την ανέγερση του κομμωτηρίου της και άρα δηλαδή αυξήθηκε η περιουσία της κατά την διάρκεια του γάμου, λόγω της συνεισφοράς του αποβιώσαντος.
Επιπρόσθετα, δεν παρουσιάστηκε οποιαδήποτε πειστική μαρτυρία ή έγγραφο το οποίο να επιβεβαιώνει τον ισχυρισμό του Αιτητή ότι έδωσε στον αδελφό της Καθ΄ ης η Αίτηση το ποσό των €12.237,89 προς εξόφληση του επίδικου αυτοκινήτου ιδιοκτησίας της Καθ’ ης η Αίτηση. Το ίδιο ισχύει όπως ανέλυσα πιο πάνω, αναφορικά με τα ισχυριζόμενα έξοδα που δικογραφούνται ότι καταβλήθηκαν από τον αποβιώσαντα για την οικογενειακή εστία. Συνεπώς, οι ισχυρισμοί της πλευράς του Αιτητή στην ολότητα τους παρέμειναν μετέωροι και ατεκμηρίωτοι.
Αναφορικά με την μαρτυρία της Μ.Α. 2, κρίνω ότι αυτή ήταν τυπικής φύσεως και περιορίστηκε στην κατάθεση ως τεκμηρίου της κατάστασης λογαριασμού δανείου του αποβιώσαντα (βλ. Τεκμήριο 15) αλλά και σε ανάλυση της κατά την διάρκεια της αντεξέτασης της από την συνήγορο της Καθ’ ης η Αίτηση. Τα όσα έχει καταθέσει δεν έχουν αμφισβητηθεί με οποιοδήποτε τρόπο, κατά συνέπεια η μαρτυρία της γίνεται αποδεκτή.
Σε σχέση με την μαρτυρία του Μ.Α.3, αυτή δεν μου άφησε ιδιαίτερα καλή εντύπωση διότι κατά την διάρκεια της αντεξέτασης του ανέφερε ότι δεν έχει μελετήσει την κατάσταση λογαριασμού την οποία κατέθεσε ως Τεκμήριο 16 ενώπιον του Δικαστηρίου και δεν μπορούσε να εξηγήσει αν φαίνονται άλλες καταθέσεις ή αναλήψεις που έγιναν στον εν λόγω λογαριασμό. Παραδέχθηκε στην συνέχεια, ότι δεν γνωρίζει ποιες καταχωρήσεις έγιναν στον εν λόγω λογαριασμό και ότι απλά έχει τυπώσει την κατάσταση και την έφερε στο Δικαστήριο. Επιπρόσθετα, μετά από σχετικές ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν, διευκρίνισε ότι δεν γνώριζε τον δικαιούχο του λογαριασμού και ούτε είχε επαφή με τον Αιτητή, αφού δεν εργαζόταν στο Συνεργατικό. Σε κάθε περίπτωση, τα όσα κατέθεσε δεν έχουν αμφισβητηθεί με οποιοδήποτε τρόπο και άρα η μαρτυρία του σε σχέση με τα όσα ανέφερε στην γενικότητα τους και αφορούν σε περιορισμένο βαθμό τα Τεκμήρια 16 και 17, θα πρέπει να γίνουν αποδεκτά από το Δικαστήριο.
Αναφορικά με την μαρτυρία του Μ.Α.4, ούτε αυτή μου άφησε ιδιαίτερα καλή εντύπωση αφού ο εν λόγω τραπεζικός υπάλληλος δεν ήταν σε θέση κατά την διάρκεια της αντεξέτασης του να προβεί σε ανάλυση και επεξήγηση των συναλλαγών και καταθέσεων που γίνονταν στην κατάσταση λογαριασμού στο όνομα των διαδίκων ημερομηνίας 16/11/2023, την οποία κατέθεσε ως Τεκμήριο 18 στο Δικαστήριο. Δεν γνώριζε ούτε τι αφορούσαν οι εν λόγω συναλλαγές αλλά και τον σκοπό για τον οποίο έγιναν. Επιπρόσθετα, δεν μπορούσε με βεβαιότητα να απαντήσει αν γνώριζε τους δικαιούχους του εν λόγω λογαριασμού. Πέραν των πιο πάνω όμως, θεωρώ ότι τα όσα γενικά έχει καταθέσει δεν αμφισβητήθηκαν με οποιοδήποτε τρόπο και η μαρτυρία του θα πρέπει να γίνει αποδεκτή.
Υπεισερχόμενος σε αυτό το σημείο στην μαρτυρία της Καθ’ ης η Αίτηση (Μ.Κ.1), είναι η θέση μου ότι το μεγαλύτερο μέρος της αναλώθηκε στην επεξήγηση της θέσης, ότι όχι μόνο δεν αυξήθηκε η περιουσία της κατά την διάρκεια του γάμου της με τον αποβιώσαντα, αλλά αντιθέτως της έμεινε χρέος από αυτόν, του οποίου τελικά ανέλαβε την εξόφληση μετά από συμφωνία στην οποία προέβη με τους δανειστές του και την έκδοση εκ συμφώνου δικαστικής απόφασης. Θεωρώ ότι δεν υπάρχει κάποιος απαρέγκλιτος κανόνας που να επιτάσσει ότι η μαρτυρία ενός μάρτυρα θα πρέπει να γίνει αποδεκτή ή να απορριφθεί στην ολότητα της και για αυτό τον σκοπό θα αναλύσω πιο κάτω, ποιες θέσεις της Καθ’ ης η Αίτηση αποδέχομαι και ποιες απορρίπτω.
Αποδέχομαι μερικά ουσιώδη σημεία της μαρτυρίας και των θέσεων της, όπως έχω επεξηγήσει αναλυτικά πιο πάνω, κυρίως σε σχέση με τα χρήματα τα οποία έλαβαν οι διάδικοι από τον γάμο τους, ότι δηλαδή αυτά ανέρχονταν στο συνολικό ποσό των €40.580-. και όχι €58.455,00. Επίσης, κρίνω ως αξιόπιστη και σταθερή την θέση της, ότι το επίδικο αυτοκίνητο αγοράστηκε ως δώρο προς την ίδια από τον αδελφό της Δ.Δ. με εξ’ ολοκλήρου δικά του έξοδα, εξοφλήθηκε από αυτόν και τελικά ενεγράφη στο όνομα της. Τούτο προκύπτει και από τα τεκμήρια τα οποία έχουν κατατεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου, όπως έχω επεξηγήσει αναλυτικά σε προηγούμενο μέρος της απόφασης μου. Αποδέχομαι επίσης ως αξιόπιστο τον ισχυρισμό της Καθ’ ης η Αίτηση ότι οι λογαριασμοί κοινής ωφελείας που αφορούσαν την τότε συζυγική οικία πληρώνονταν από την ίδια και όχι από τον αποβιώσαντα, κάτι εξάλλου που προκύπτει από τα ίδια τα έγγραφα-τεκμήρια που παρουσίασε η ίδια η πλευρά του Αιτητή.
Εν τούτοις, ένα μεγάλο μέρος της μαρτυρίας της Καθ’ ης η Αίτηση παρουσιάζει κενά, ασάφειες και αοριστίες, αφήνοντας εν τέλει αναπάντητα διάφορα ερωτήματα που ανέκυψαν ιδίως σε σχέση με την φερόμενη οικονομική βοήθεια που έλαβε από τον Αιτητή σε σχέση με την ανέγερση κομμωτηρίου στον χώρο της τότε συζυγικής οικίας. Ήταν ευδιάκριτη η προσπάθεια της Καθ’ ης η Αίτηση να παρουσιάσει μία κατάσταση πραγμάτων που να είναι ευνοϊκή για την δική της πλευρά, παρά να βοηθήσει το Δικαστήριο στην αναζήτηση της αλήθειας. Βέβαια, μία τέτοιου είδους μαρτυρία αλλά και η μαρτυρία που δεν συνάδει με άλλη αξιόπιστη ή με τα διδάγματα της κοινής λογικής, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από το Δικαστήριο. Επιπρόσθετα, κάποια σημεία της μαρτυρίας της και ιδίως αυτά που αφορούσαν την σχέση της με τον αποβιώσαντα και την ζωή που διήγαγε κρίνονται παντελώς άσχετα με τα επίδικα θέματα και το Δικαστήριο δεν θα ασχοληθεί επ’ ουδενί με αυτά.
Ειδικότερα, δεν μπορώ να αποδεχθώ ως πειστική την θέση της Καθ’ ης η Αίτηση, ότι από τα χρήματα του γάμου και από τον κοινό λογαριασμό των διαδίκων, ο αποβιώσας έλαβε το ποσό των €30,000 για να εξοφλήσει ένα προσωπικό του λογαριασμό που διατηρούσε στο πρώην Συνεργατικό Ταμιευτήριο Αστυνομικών καθώς και για την κάλυψη προσωπικών του αναγκών και εξόδων αλλά και εξόδων διασκέδασης του. Ούτε μπορώ να αποδεχθώ τον ισχυρισμό της, ότι το ποσό του αναληφθέντος επίδικου δανείου χρησιμοποιήθηκε και για άλλες οφειλές του αποβιώσαντος, επειδή αυτός της έλεγε ότι κινδύνευε η δουλεία του στην αστυνομία. Πράγματι, μέσα από την μελέτη της κατάστασης του κοινού λογαριασμού των διαδίκων στην AstroBank (βλ. Τεκμήριο 18) διαπιστώνω ότι έγινε μία ανάληψη για το ποσό των €30,000 στις 28/10/2010, αλλά δεν διαφαίνεται από ποιόν από τους διαδίκους έγινε και για ποιόν σκοπό. Ούτε έχει επεξηγηθεί ικανοποιητικά από κάποιον από τους μάρτυρες η φύση του εν λόγω λογαριασμού και ποιος δικαιούτο να αποσύρει χρήματα από αυτόν. Ούτε έχει παρουσιαστεί κάποια τραπεζική κατάσταση λογαριασμού η οποία να αποκαλύπτει που κατέληξαν τελικά τα πιο πάνω χρήματα.
Συνεπώς, είναι η θέση του Δικαστηρίου, ότι δεν έχει καταδειχθεί με ξεκάθαρο τρόπο μέσα από την μαρτυρία που παρατέθηκε, αλλά και από τα τεκμήρια που κατατέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου ότι αναλήφθηκαν τα εν λόγω χρήματα από τον Αιτητή αλλά και ότι χρησιμοποιήθηκαν για τον ισχυριζόμενο σκοπό. Θεωρώ ότι μέσα από την ολότητα της μαρτυρίας που παρατέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου η οποία δεν ήταν ιδιαίτερα διαφωτιστική για την πορεία των εν λόγω χρημάτων, δεν μπορούν να επιβεβαιωθούν με σιγουριά τα όσα επικαλέστηκε η Καθ’ ης η Αίτηση.
Επιπρόσθετα, δεν έχω πειστεί από την θέση που εξέφρασε η Καθ’ ης η Αίτηση κατά την διάρκεια της αντεξέτασης της, όταν της υποδείχθηκε ότι ο αποβιώσας πλήρωνε κανονικά τις δόσεις του επίδικου δανείου του από την ημερομηνία σύναψης του μέχρι και την ημερομηνία της διάστασης των διαδίκων, αφού αυτή απάντησε ότι δεν γνωρίζει την κατάσταση λογαριασμού (βλ. Τεκμήριο 15) αλλά και ότι ο αποβιώσας είχε άλλα δάνεια από ότι γνωρίζει, καταδεικνύοντας ότι απέφυγε να απαντήσει επί της ουσίας.
Ούτε βέβαια μπορώ να αποδεχθώ ως πειστικό τον ισχυρισμό της Καθ’ ης η Αίτηση και στον οποίο δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση κατά την διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, ότι ο Αιτητής σε πολλές περιπτώσεις άνοιγε την ταμειακή μηχανή του κομμωτηρίου της και έπαιρνε μετρητά για τα προσωπικά του έξοδα και για τις εξόδους του, αφού κάτι τέτοιο δεν έχει τεκμηριωθεί με αξιόπιστη μαρτυρία.
Αναφορικά με την μαρτυρία της Μ.Κ.2, αυτή δεν μου άφησε καλή εντύπωση, διότι ήταν περισσότερο από εμφανής η προσπάθεια της να βοηθήσει την υπεράσπιση της Καθ’ ης η Αίτηση, με την οποία διαπιστώθηκε με ξεκάθαρο τρόπο ότι διατηρούσαν μεταξύ τους φιλική αλλά και επαγγελματική σχέση. Πέραν του ότι, δεν μπορώ να προσδώσω ιδιαίτερη βαρύτητα στον ισχυρισμό της εν λόγω μάρτυρος, ότι δηλαδή είδε αρκετές φορές τον αποβιώσαντα στο κομμωτήριο να λαμβάνει χρήματα από την ταμειακή μηχανή, ακόμα και από την τσάντα της Καθ’ ης η Αίτηση, θεωρώ ότι ο εν λόγω ισχυρισμός δεν σχετίζεται ουσιωδώς με τα επίδικα θέματα και ούτε μπορεί να διαφωτίσει ιδιαίτερα το Δικαστήριο, συνεπώς την απορρίπτω.
Επιπρόσθετα, δεν θεωρώ ως πειστική την θέση της μάρτυρος, ότι γνώριζε επακριβώς το ποσό που έλαβαν οι διάδικοι από τον γάμο τους και το οποίο κατέθεσαν στην τράπεζα που εργαζόταν, αλλά και ότι τις περισσότερες φορές ερχόταν στο ταμείο της τράπεζας ο Αιτητής παρά η Καθ’ ης η Αίτηση. Δεν μπορώ να αποδεχθώ ότι σχεδόν δεκαπέντε έτη μετά την κατάθεση των χρημάτων του γάμου των διαδίκων, η Μ.Κ. 2 θυμάται με τόση ακρίβεια και λεπτομέρεια, τα πιο πάνω πραγματικά περιστατικά και σε κάθε περίπτωση θεωρώ ότι η μνήμη της καθοδηγείται από την στάση της υπέρ της Καθ’ ης η Αίτηση, την οποία ήρθε στο Δικαστήριο για να υποστηρίξει.
Υπεισερχόμενος τώρα σε ένα άλλο ζήτημα, θα μπορούσε κάποιος να υποστηρίξει την θέση ότι, αφού ο Αιτητής δεν απέδειξε το ύψος της συνεισφοράς του, ίσως θα μπορούσε να αποδοθεί από το Δικαστήριο το 1/3 της περιουσίας της Καθ’ ης η Αίτηση, κατ’ εφαρμογή της πρόνοιας της σχετικής νομοθεσίας. Στην απόφαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου ημερομηνίας 04/07/2024 στην υπόθεση G.L. v. G.A. στην Έφεση αρ. 5/2023 το Εφετείο επισήμανε τα ακόλουθα, από όπου κρίνω σκόπιμο να παραθέσω εκτενές σχετικό απόσπασμα։
« Με τον δεύτερο λόγο έφεσης, προβάλλεται η θέση ότι έστω και αν η εφεσείουσα δεν απέδειξε το ύψος της συνεισφοράς της, το Δικαστήριο όφειλε να αποδώσει στην εφεσείουσα το 1/3 της περιουσίας του εφεσίβλητου. Υποστηρίχθηκε ότι το Δικαστήριο θα έπρεπε να αποδεχτεί τη μαρτυρία της εφεσείουσας, η οποία είχε οικονομική συνεισφορά στην απόκτηση της κατοικίας, αλλά και έμμεση συνεισφορά με τη φροντίδα της οικογένειας και την υπογραφή εγγύησης για το δάνειο και να απορρίψει τη μαρτυρία της ΜΥ1, η οποία δεν είχε προσωπική γνώση των οικονομικών των διαδίκων.
Είναι γνωστή η νομολογία ότι το Εφετείο, κατά κανόνα, δεν επεμβαίνει στην αξιολόγηση και στα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου εκτός εάν αυτά, αντικειμενικά κρίνοντας, αντιστρατεύονται την κοινή λογική, δεν είναι ευλόγως επιτρεπτά, ή δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία (βλ. Δρουσιώτης v. Ιερωνυμίδη (1990) 1 Α.Α.Δ. 1026, Αντρέου v. Τσίρου, Έφεση Αρ. 26/2017, ημερομηνίας 28.07.2020).
Στην Ελευθερίου v. Ελευθερίου, Έφεση Αρ. 11/2018, ημερομηνίας 03.06.2021, όπου επικυρώθηκε η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν υπήρχε δυνατότητα εφαρμογής του τεκμηρίου που προνοείται στο Άρθρο 14(2) του Νόμου, λέχθηκαν τα εξής:
«Η αδυναμία εφαρμογής του τεκμηρίου συνεισφοράς δικαιολογείται λόγω έλλειψης μαρτυρίας και απόδειξης συγκεκριμένων ποσών, αναγκαίων για τη διακρίβωση της συνεισφοράς του ενός συζύγου στην περιουσία του άλλου. Στην υπόθεση Μαλαός κ.ά. ν. Χρίστου (2005) 1 Α.Α.Δ. 191, στην οποία υπόθεση ο Αιτητής ζητούσε το ½ της ακίνητης περιουσίας ή οποιοδήποτε άλλο μερίδιο, αναφέρθηκαν τα ακόλουθα σε σχέση με την εφαρμογή του 1/3:
«Δεν διαπιστώνουμε να υπήρξε εσφαλμένη ερμηνεία του Άρθρου 14(2) του Νόμου. Η αδυναμία εφαρμογής του τεκμηρίου, που δημιουργείται με το πιο πάνω Άρθρο, ήταν το αποτέλεσμα έλλειψης μαρτυρίας και απόδειξης συγκεκριμένων ποσών, αναγκαίων για τη διακρίβωση της συνεισφοράς του Αιτητή στην περιουσία της Καθ'ης η αίτηση.»
Μόνο όπου ενώ υπάρχει μαρτυρία συνεισφοράς στην αύξηση της περιουσίας, αλλά η μαρτυρία ως προς την έκταση της δεν είναι καταληκτική ως προς την έκταση της, υπεισέρχεται το τεκμήριο που δημιουργεί το Άρθρο 14(2) του Νόμου. (Α. Σταυρινού ν. Η. Στυλιανού, Έφεση αρ. 18/2017, ημερ. 7/5/2020).
Στην προκείμενη περίπτωση, το πρωτόδικο Δικαστήριο εφαρμόζοντας τις σχετικές αρχές της νομολογίας, κρίνοντας ότι η Εφεσείουσα δεν είχε αποδείξει οποιαδήποτε συνεισφορά στην επαύξηση της περιουσίας, αυτή δεν μπορούσε να αξιώνει την εφαρμογή του τεκμηρίου του Άρθρου 14(2), το οποίο προϋποθέτει την απόδειξη κάποιας συνεισφοράς είτε σε χρήματα, είτε σε υπηρεσίες. Το εύρημα του Δικαστηρίου, κατόπιν αξιολόγησης της μαρτυρίας της Εφεσείουσας που είχε προηγηθεί ήταν σαφές, όπως καταγράφεται στη σελ. 46 της Απόφασης, ότι η Εφεσείουσα δεν είχε αποδείξει ότι είχε συνεισφορά στην αύξηση της περιουσίας του Εφεσίβλητου. Τούτου δοθέντος, ορθά κατέληξε ότι δεν μπορούσε να εφαρμοστεί ούτε και το τεκμήριο του 1/3.»
Σχετική επί του θέματος είναι και η απόφαση Γ.Μ.Β. v. Τ.Α., Έφεση Αρ. 15/20, ημερ. 24.11.2022, όπου λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Στις υποθέσεις περιουσιακών διαφορών μεταξύ συζύγων ή πρώην συζύγων, αυτή ή αυτός που διεκδικεί, οφείλει να αποδείξει την αξία της επαύξησης της περιουσίας του άλλου και τη δική του συνεισφορά στην απόκτηση της, έχοντας, ως προς το δεύτερο σκέλος, το ευεργέτημα του νόμου, ώστε στην περίπτωση που αποδείξει την επαύξηση και ότι συνείσφερε, αλλά όχι το μέγεθος της συνεισφοράς του, να του αποδοθεί το ένα τρίτο της επαύξησης.»
Στην υπό κρίση υπόθεση, η εφεσείουσα προέβαλε ότι η επίδικη κατοικία αγοράστηκε από χρήματα που προήλθαν από τις επιχειρήσεις που κληρονόμησε από τον πατέρα της, όμως δεν υπάρχει τέτοιος ισχυρισμός στην αίτηση της, όπως ορθώς ανέφερε το Δικαστήριο και γι' αυτό τον λόγο δεν τον έλαβε υπόψη. Είναι καλά εμπεδωμένη αρχή ότι η δίκη διεξάγεται με βάση τις έγγραφες προτάσεις των διαδίκων. Κάθε παρέκκλιση, συνιστά εκτροχιασμό της δίκης (βλ. Βραχίμη v. Κουλουμπρή (1992) 1 (Β) Α.Α.Δ. 836). Όπως δε υπέμνησε το Δικαστήριο, εν πάση περιπτώσει η εφεσείουσα δεν τεκμηρίωσε τον ισχυρισμό της. Κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν προσκόμισε ότι το ποσό της προκαταβολής των €298.303,00 καταβλήθηκε από χρήματα που προέρχονταν από τις εταιρείες του πατέρα της, στη δε αντεξέταση της δεν θυμόταν αν η προκαταβολή καταβλήθηκε με επιταγή ή σε μετρητά. Ως ανέφερε το πρωτόδικο Δικαστήριο, η εφεσείουσα δεν τεκμηρίωσε τη θέση της ότι οι δόσεις του δανείου καταβάλλοντο από κοινό λογαριασμό, με κοινή συνεισφορά και δεν ήτο σε θέση να απαντήσει ποιο ήτο το ύψος της δόσης. Περαιτέρω, η εφεσείουσα, αντεξεταζόμενη, είχε άγνοια για το ύψος του χρέους, κατά τη διάσταση. Ούτε τα στοιχεία ως προς τη μισθοδοσία της εφεσείουσας, ήσαν επαρκή. Ο δε ισχυρισμός της ότι ήτο επιφορτισμένη με το μεγάλωμα των παιδιών ήτο λακωνικός. Καμία επεξηγηματική μαρτυρία δόθηκε, από την εφεσείουσα, σε τι συνίστατο η φροντίδα των παιδιών εκ μέρους της. Τέτοια μαρτυρία ήταν αναγκαία, δεδομένων και των υποβολών προς την εφεσείουσα, ότι ο εφεσίβλητος εργοδοτούσε κοπέλες οι οποίες φρόντιζαν τα παιδιά (είχε παιδιά και από άλλη σχέση), αλλά και ότι αυτός πλήρωνε όλα τα έξοδα τους. Επιπλέον το γεγονός ότι η εφεσείουσα εγγυήθηκε τον εφεσίβλητο στο εν λόγω δάνειο, δεν θα μπορούσε, από μόνο του, να λογιστεί ως συνεισφορά ικανή για να ενεργοποιήσει το τεκμήριο του 1/3.
Έχουμε μελετήσει τα δικόγραφα, τα πρακτικά της πρωτόδικης διαδικασίας και την εκκαλούμενη απόφαση και θεωρούμε ότι δεν υπάρχει πεδίο παρέμβασης. Η εφεσείουσα απέτυχε να αποδείξει ότι είχε οποιαδήποτε συνεισφορά στην απόκτηση της επίδικης κατοικίας, συνεπώς ορθώς ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής δεν εφάρμοσε το τεκμήριο του Άρθρου 14(2) του Ν. 232/91.
Ούτε, βεβαίως, αποδείχτηκε η αξία της αύξησης της περιουσίας του εφεσίβλητου κατά το χρόνο της διάστασης, εφόσον θα έπρεπε να αφαιρεθεί το δάνειο του εφεσίβλητου. Η εφεσείουσα δεν προσκόμισε μαρτυρία για το ύψος του χρέους του εφεσίβλητου κατά τη διάσταση, το οποίο θα έπρεπε να είχε αφαιρεθεί. Είναι νομολογημένο ότι η αύξηση η οποία υπόκειται σε διανομή δεν είναι η αξία των περιουσιακών στοιχείων του ιδιοκτήτη συζύγου, αλλά η καθαρή αξία της περιουσίας (βλ. Ορφανίδης, ανωτέρω)».
Επαναλαμβάνω ότι για να εξευρεθεί η αύξηση της περιουσίας της Καθ’ ης η Αίτηση στην υπό κρίση περίπτωση, θα πρέπει το Δικαστήριο να έχει ενώπιον του ολοκληρωμένα τα απαραίτητα στοιχεία. Εν τούτοις, η πλευρά του Αιτητή δεν έχει προσφέρει οποιαδήποτε μαρτυρία για την αρχική περιουσία της Καθ’ ης η Αίτηση αλλά και την τελική αξία της περιουσίας της κατά τον χρόνο της διάστασης, ώστε το Δικαστήριο να είναι σε θέση να υπολογίσει σε πρώτο βαθμό κατά ποσό υπήρξε πράγματι οποιαδήποτε επαύξηση στην περιουσία της πρώην συζύγου του και ακολούθως να αξιολογήσει την προσκομισθείσα μαρτυρία, με σκοπό να καταλήξει στο αν υπήρξε οποιαδήποτε συνεισφορά του αποβιώσαντος.
Η αξία της περιουσίας της Καθ’ ης η Αίτηση κατά τους ουσιώδεις χρόνους, παρέμεινε άγνωστη και βέβαια το Δικαστήριο δεν δύναται να μετατρέψει εαυτόν σε πραγματογνώμονα ή να καταλήξει σε αβέβαια και αυθαίρετα συμπεράσματα στην βάση δικών του υπολογισμών και υποθέσεων σε σχέση με την έκταση της επαύξησης της περιουσίας ή της συμβολής του αποβιώσαντος Αιτητή.
Ακόμα και στην περίπτωση που το Δικαστήριο αποδεχθεί ότι τεκμηριώθηκε κάποιου είδους συμβολή και συνεισφορά του Αιτητή στην παρούσα, θεωρώ ότι η απόδειξη απλώς της συνεισφοράς χωρίς την αποδεικτική διασύνδεση της με την αξία της περιουσίας κατά τον χρόνο της διάστασης ή της λύσης του γάμου των διαδίκων, οδηγεί αναπόφευκτα στην απόρριψη της Αίτησης.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ։
Μέσα από την ολότητα της μαρτυρίας η οποία τέθηκε ενώπιον μου, είναι η θέση μου ότι καθίσταται εκ των πραγμάτων αδύνατο να προβεί το Δικαστήριο σε εύρημα επαύξησης της περιουσίας της Καθ’ ης η Αίτηση, αφού μία τέτοια διαπίστωση θα ήταν αυθαίρετη. Ως εκ τούτου, αποτελεί εύρημα του Δικαστηρίου πως η πλευρά του Αιτητή απέτυχε να αποσείσει το βάρος απόδειξης που έφερε, δηλαδή ότι υπήρξε επαύξηση στην περιουσία της Καθ’ ης η Αίτηση και ότι στην επαύξηση της περιουσίας είχε ο ίδιος πραγματική και ουσιαστική συμβολή.
Συνακόλουθα, για όλους τους προαναφερόμενους λόγους, η εναρκτήρια Αίτηση απορρίπτεται.
Το προσωρινό διάταγμα ημερομηνίας 05/07/2016, το οποίο είχε εκδοθεί στα πλαίσια της ενδιάμεσης διαδικασίας ακυρώνεται.
Τα έξοδα της Αίτησης όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο, επιδικάζονται υπέρ της Καθ’ ης η Αίτηση και εναντίον του Αιτητή.
(Υπ.) .......................................
Χ. Πογιατζής, Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο