Ρ. Π ν. Λ.Α, Αρ. Αίτησης: 83/23, 28/5/2025
print
Τίτλος:
Ρ. Π ν. Λ.Α, Αρ. Αίτησης: 83/23, 28/5/2025

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

Δικαιοδοσία Γονικής Μέριμνας

Ενώπιον:  Κ. Χατζηαθανασίου Σιαμτάνη , Π.

                                                                                             

      Αρ. Αίτησης: 83/23

Μεταξύ:

                                                             Ρ. Π  εκ Λεμεσού

                                                                                     Αιτήτριας   

    και

 

                                                                    Λ.Α  εκ Λεμεσού             

                                                                          Καθ' ης η Αίτηση

 

Αίτηση για έκδοση προσωρινού διατάγματος ημ. 21/2/2024

 

Ημερομηνία:  28 Μαΐου 2025

 

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για τον Αιτητή στην παρούσα/ Καθ’ ου η Αίτηση στην εναρκτήρια αίτηση:  κα  Μ. Παναγιώτου

Για την Καθ’ ης η Αίτηση στην παρούσα αίτηση/ Αιτήτρια στην εναρκτήρια Αίτηση: κος Π. Αδάμου 

 

 

                                                            Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Με την υπό κρίση αίτηση ο Αιτητής στην παρούσα, Καθ’ ου η Αίτηση στην εναρκτήρια αίτηση στο εξής ως ο Αιτητής αιτείται τα ακόλουθα:

 

A.   Διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου με το οποίο να ρυθμίζεται το δικαίωμα επικοινωνίας του Αιτητή με το ανήλικο τέκνο των διαδίκων, ήτοι με τον Α.Σ. ο οποίος γεννήθηκε 24/05/2018 ως ακολούθως:

 

1.    Κάθε Τρίτη με παραλαβή από το εκάστοτε σχολείο στο οποίο φοιτά ο ανήλικος κατά την ώρα λήξης της σχολικής ημέρας και παράδοση η ώρα 08:00μμ στον τόπο διαμονής της Καθ’ ης η Αίτηση.

 

2.    Κάθε Πέμπτη με παραλαβή από το εκάστοτε σχολείο στο οποίο φοιτά ο ανήλικος κατά την ώρα λήξης της σχολικής ημέρας και παράδοση η ώρα 08:00μμ στον τόπο διαμονής της Καθ’ ης η Αίτηση.

 

Η αίτηση του συνοδεύεται από ένορκη δήλωση του  ιδίας ημερομηνίας στην οποία αναφέρει μεταξύ άλλων τα ακόλουθα γεγονότα επιδιώκοντας όπως ρυθμιστεί το δικαίωμα επικοινωνίας με τον ανήλικο υιό του.

 

 

      Αναφέρει καταρχάς ότι με την  Καθ’ ης η Αίτηση στην παρούσα/Αιτήτρια στην εναρκτήρια αίτηση στο εξής ως η Καθ’ ης η Αίτηση σύναψαν δεσμό περί τα μέσα του έτους 2016 και από τη σχέση τους  απέκτησαν ένα παιδί τον Α.Σ ο οποίος γεννήθηκε την 24/5/2018 και τον οποίο αναγνώρισε εκούσια.

 

Ότι κατά το χρόνο που η Καθ’ ης η Αίτηση έμεινε έγκυος ήταν και οι δύο ανήλικοι. Ως εκ τούτου της εισηγήθηκε να μετακομίσει στο πατρικό του σπίτι όπου θα είχαν το δικό τους δωμάτιο και  τη βοήθεια των γονιών του.

 

 Όλα έβαιναν καλώς στη μεταξύ τους σχέση και συμβίωση μέχρι τη γέννηση του ανήλικου τέκνου τους, οπότε η μητέρα της Καθ’ ης η Αίτηση, ξεκίνησε να παρεμβαίνει στη σχέση τους και στην ανατροφή του παιδιού τους.

 

Με πρόσχημα ότι κατ’ εκείνο το χρόνο ήταν  ανήλικοι, επενέβαινε στον τρόπο διαπαιδαγώγησης του ανηλίκου καθώς και στα εν γένει θέματα που τον αφορούσαν με αποτέλεσμα να δημιουργούνται εντάσεις και αντιπαραθέσεις μεταξύ τους. Μάλιστα η μητέρα της Καθ’ ης η Αίτηση απαιτούσε όπως ο ανήλικος υιός τους διαμένει και διανυκτερεύει με αυτή τις μισές αν όχι και τις περισσότερες μέρες της εβδομάδας.

 

 Ο ίδιος διαφωνούσε και αντιδρούσε στις παρεμβάσεις της μητέρας της Καθ’ ης η Αίτηση, γεγονός που πυροδοτούσε συνεχείς καβγάδες μεταξύ του και της Καθ’ ης η Αίτηση, η οποία ούσα πολύ μικρή σε ηλικία, έτεινε να συμμερίζεται τις απόψεις της μητέρας της προκειμένου να αποφύγει τα γονικά της καθήκοντα.

 

Μετά από ακόμη μία έντονη διαφωνία μεταξύ τους η οποία έλαβε χώρα περί τις αρχές Αυγούστου του έτους 2022, η Καθ’ ης η Αίτηση του ζήτησε να την μεταφέρει στο πατρικό της σπίτι. Σημειώνει ακόμα ότι ο ανήλικος βρισκόταν ήδη εκεί με τη μητέρα της. Με το πέρας της εργασίας του, όπως αναφέρει ο Αιτητής τηλεφώνησε στην Καθ’ ης η Αίτηση προκειμένου να παραλάβει την ίδια και το παιδί τους για να επιστρέψουν στο σπίτι τους πλην όμως το τηλέφωνό της ήταν απενεργοποιημένο. Εξακολούθησε να την καλεί χωρίς αποτέλεσμα και για αυτό την επόμενη μέρα μετέβηκε στην εργασία της για να συζητήσουν, αλλά η Καθ’ ης η Αίτηση αρνήθηκε να του μιλήσει. Το απόγευμα της ίδιας μέρας, η Καθ’ ης η Αίτηση, όπως αναφέρει ο Καθ’ ου η Αίτηση του δήλωσε ξεκάθαρα μέσω τηλεφώνου ότι δεν θέλει να συνεχίσουν να είναι ζευγάρι.

 

 Σεβάστηκε την επιθυμία της και της δήλωσε ότι θα συνεχίσει να είναι έμπρακτα παρών στη ζωή του παιδιού τους. Ωστόσο η Καθ’ ης η Αίτηση έκτοτε δεν ανταποκρινόταν στις επανειλημμένες κλήσεις του. Μη έχοντας άλλη επιλογή, μετέβηκε την 16/08/2022 στο πατρικό της σπίτι προκειμένου να δει τον ανήλικο υιό του.

 

Κατά την άφιξή του στο πατρικό σπίτι της Καθ’ ης η Αίτηση, η μητέρα της του απαγόρευσε να εισέλθει και τον έδιωξε με υβριστικούς χαρακτηρισμούς. Παρόλο που δεν κατάφερε να συναντήσει το παιδί του, γνωρίζοντας ότι βρισκόταν εκεί με την Καθ’ ης η Αίτηση, αποφάσισε να αποχωρήσει ήσυχα ώστε να μην διαταραχθεί η ψυχική ηρεμία και γαλήνη του ανηλίκου.

 

Προς μεγάλη του έκπληξη ως αναφέρει ο Αιτητής, λίγες ώρες αργότερα, δέχτηκε κλήση από την Αστυνομία η οποία τον ειδοποίησε ότι εκδόθηκε εναντίον του ένταλμα σύλληψης μετά από καταγγελία από μέρους της Καθ’ ης η Αίτηση και της μητέρας της για βία στην οικογένεια.  Ακολούθησε η καταχώρηση της υπ’ αριθμό 15150/2022 ποινικής υπόθεσης εναντίον του η οποία είναι ορισμένη για ακρόαση.

 

Όπως αναφέρει περαιτέρω η Καθ’ ης η Αίτηση από την 16/08/2022 και έπειτα εντελώς καταχρηστικά και εκδικητικά εμποδίζει την οποιαδήποτε επικοινωνία του μαζί με τον ανήλικο υιό του τόσο προσωπική όσο και τηλεφωνική.

 

Μέχρι δε και το τέλος της σχέσης του με την Καθ’ ης η Αίτηση ήταν πολύ συνδεδεμένος με τον ανήλικο υιό του και καθημερινά του αφιέρωνε τον απαιτούμενο χρόνο, προσφέροντάς του όλα τα εχέγγυα για την ορθή ψυχοσωματική του ανάπτυξη και ευημερία.

 

Σημειώνει περαιτέρω ότι μετά από συμβουλή που έλαβε από τους προηγούμενους δικηγόρους του οι οποίοι με εκπροσωπούσαν στην εκκρεμούσα αναφερόμενη ποινική υπόθεση, δεν προχώρησε με οποιαδήποτε δικαστικά διαβήματα αναφορικά με τη γονική μέριμνα του ανήλικου τέκνου του, θεωρώντας ότι η Καθ’ ης η Αίτηση θα άλλαζε συμπεριφορά και δεν θα δρούσε ενάντια της ευημερίας και των συμφερόντων του ανηλίκου.  Όμως το γεγονός αυτό σε καμία περίπτωση δεν αναιρεί την επιθυμία του να έχει επικοινωνία με τον ανήλικο υιό του.

 

 Περαιτέρω ως αναφέρει ο Αιτητής, η Καθ’ ης η Αίτηση «δημιουργεί καθεστώς ετσιθελικής γονικής αποξένωσης», προκαλεί προβλήματα στην επικοινωνία του με τον ανήλικο υιό του και συγχρόνως αντιστρατεύεται τα γενικότερα συμφέροντά του.

 

Η επίμονη και αδικαιολόγητη άρνηση της Καθ’ ης η Αίτηση στην άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας του με τον ανήλικο, του στερεί παντελώς το δικαίωμα επικοινωνίας με το παιδί του με αποτέλεσμα να στερείται τη δέουσα πατρική προστασία, στοργή, παρουσία και ασφάλεια.

 

Τόσο ο ίδιος όσο και το παιδί τους δικαιούνται να έχουν ανεμπόδιστη επικοινωνία χωρίς να εξαρτώνται από την εκάστοτε συμπεριφορά και διάθεση της Καθ’ ης η Αίτηση.

 

Επίσης το παιδί τους είναι σε αρκετά ευαίσθητη ηλικία και είναι επάναγκες να διαφυλαχθεί το βέλτιστο συμφέρον του, ώστε να μεγαλώνει απολαμβάνοντας ασφάλεια και ηρεμία.

 

Ανέκαθεν όπως αναφέρει ήταν ουσιαστικά παρών στη ζωή του παιδιού του και η  διακοπή της σχέσης του με την Καθ’ ης η Αίτηση δεν μπορεί να συνιστά λόγο για διακοπή της επικοινωνίας του με το παιδί του.

 

Πιστεύει ότι η έκδοση του αιτούμενου διατάγματος θα αποβεί αποκλειστικά προς όφελος του ανήλικου τέκνου τους και ότι σε περίπτωση που δεν εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα θα δημιουργηθούν ανεπανόρθωτα ψυχολογικά προβλήματα στο ανήλικο και θα υπάρξουν δυσμενείς συνέπειες στην ομαλή ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξή του. Περαιτέρω η έκδοση του αιτούμενου διατάγματος θεωρεί ο Αιτητής ότι καμία ζημία δεν θα προξενήσει στην Καθ’ ης η Αίτηση.

 

Στην αίτηση για επικοινωνία του πατέρα με τον ανήλικο υιό του η Καθ’ ης η Αίτηση καταχώρησε ένσταση στις 10/6/2024 στην οποία παρέθεσε τους λόγους για τους οποίους αντιτίθεται σε οποιαδήποτε επικοινωνία του με τον ανήλικο υιό του. Προβάλλοντας ουσιαστικά ότι υπήρξε απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων κατά την υποβολή της αίτησης, ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την έκδοση προσωρινού διατάγματος και ότι η αίτηση δεν στηρίζεται στην ορθή νομική βάση και/ή είναι ελλιπής συνεπώς θνησιγενής.

 

Στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την ένσταση της Καθ’ ης η Αίτηση αναφέρει ότι ο Αιτητής απέκρυψε από το Δικαστήριο ότι τους τελευταίους 9 μήνες πριν τη διάσταση την εξανάγκαζε να διαμένει δια της βίας μαζί του και το ανήλικο τέκνο του σε ημιτελή οικία χωρίς τις αναγκαίες υποδομές η οποία ανήκει στη γιαγιά του.

 

Επίσης αναφέρει ότι ο Αιτητής παραλείπει ν’ αναφέρει ότι εκδόθηκαν περιοριστικά μέτρα από το Ε.Δ. Λεμεσού στην ποινική υπόθεση που εκκρεμεί εναντίον του που αφορά άσκηση βίας σε βάρος της, όπως επίσης και σε βάρος της μητέρας της.

 

Αναφέρει ακόμα ότι ο Αιτητής είναι χρόνια χρήστης εξαρτησιογόνων ουσιών γεγονός που έχει  αποκρύψει και τον καθιστούν επικίνδυνο απέναντι στο ανήλικο τέκνο του.

 

Επίσης υποστηρίζει ότι ο Αιτητής απέκρυψε ότι ασκούσε συχνά σωματική και ψυχολογική βία τόσο στο ανήλικο όσο και στην Αιτήτρια.

 

Όλα τα πιο πάνω υποστηρίζει ότι δεν βρίσκονταν εντός του πεδίου γνώσης του Δικαστηρίου. 

 

Προσπάθειες για εξεύρεση συναινετικής λύσης και για το που θα  φοιτήσουν τα παιδιά επίσης δεν καρποφόρησαν. Ο Αιτητής υποχώρησε στη θέση του για ελεύθερη επικοινωνία η μητέρα όμως ήταν εντελώς αρνητική να έχει οποιαδήποτε επικοινωνία ο πατέρας με το παιδί, ακόμα και στο Τμήμα Κοινωνικής Ευημερίας.

 

Το  Δικαστήριο ως είχε καθήκον να προβεί και στην ενδιάμεση διαδικασία σύμφωνα με την απόφαση στη υπόθεση Γ.Δ. κ.α. Α.Β κ.α Έφεση Αρ.1/2022, 2/2022 ημ. 7/7/2022, προχώρησε σε συνέντευξη με το παιδί.   

 

Το αποτέλεσμα της συνέντευξης δόθηκε αυτούσιο στους δικηγόρους των διαδίκων οι οποίοι επέμειναν στην ακρόαση της αίτησης.

 

Θα επεκταθώ στη συνέχεια στο σχολιασμό της συνέντευξης, υπενθυμίζοντας ότι αυτή είναι μια ενδιάμεση διαδικασία και αυτό που καλείται το Δικαστήριο είναι να ρυθμίσει προσωρινά επικοινωνία του παιδιού με τον πατέρα του.

 

Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των διαδίκων προχώρησαν με γραπτές αγορεύσεις. Ας σημειωθεί ότι έδωσαν αγορεύσεις και πριν τη συνέντευξη του παιδιού στη συνέχεια δόθηκαν συμπληρωματικές αγορεύσεις σχολιάζοντας ιδιαίτερα τη συνέντευξη του παιδιού.  Στις εμπεριστατωμένες αγορεύσεις τους παρέθεσαν την επιχειρηματολογία τους προς υποστήριξη των εκατέρωθεν θέσεων, τις οποίες λαμβάνω σοβαρά υπόψη μου για την έκδοση της  απόφασης μου.

 

 

 

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ                                                                                        

           

Για να δικαιολογείται η έκδοση προσωρινού διατάγματος στη βάση του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60, ως έχει τροποποιηθεί, θα πρέπει να συνυπάρχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

 

α.         Ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση,

 

β.         ορατή πιθανότητα επιτυχίας του Ενάγοντος στην αγωγή,   και

 

γ.         ότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο αν δεν εκδοθεί το διάταγμα.

           

 

            Οι πιο πάνω προϋποθέσεις έχουν αναλυθεί  σε έκταση  στη νομολογία [βλ. Οδυσσέως v. Pieris Estates (1982) 1 Α.Α.Δ. 557, Κυτάλα κ. ά. v.  Χρυσάνθου κ.α. (1996) 1 (Α) Α.Α.Δ. 253,  Κ.Ο.Τ. v. Θεωρή (1989) 1 (ΕΑ.Α.Δ. 255, M.  Ch. Mitsingas Tr. Ltd κ.ά. v. Timberland (1997) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1791, Parico Aluminium  Designs Ltd. v. Muskita Aluminium Co. Ltd. κ. ά. (2002) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 2015 κ.α.]

 

            Η πρώτη προϋπόθεση δεν εξυπακούει τίποτα περισσότερο από την αποκάλυψη συζητήσιμης υπόθεσης με βάση τις έγγραφες προτάσεις.

 

            Όσον αφορά τη δεύτερη, είναι αρκετό για το Δικαστήριο να ικανοποιηθεί ότι υπάρχει ορατή πιθανότητα επιτυχίας.  Αυτή έχει ερμηνευθεί να σημαίνει κάτι περισσότερο από απλή δυνατότητα αλλά και πολύ λιγότερο από το ισοζύγιο των πιθανοτήτων.

           

Η τρίτη προϋπόθεση, όπως αναλύεται στην υπόθεση Οδυσσέως (ανωτέρω), σχετίζεται με το θέμα επάρκειας της θεραπείας υπό το φως των γεγονότων της κάθε υπόθεσης.

           

Αν η επιδίκαση αποζημιώσεων στο τελικό στάδιο είναι αρκετή για την κατοχύρωση των δικαιωμάτων του Αιτητή, τότε η έκδοση του παρεμπίπτοντος διατάγματος δεν είναι απαραίτητη.

 

            Στη Μ. Ch. Mitsingas Tr. Ltd κ. ά. v. Timberland (ανωτέρω), βέβαια, λέχθηκαν τα ακόλουθα:

 

«Η έννοια της δικαιοσύνης δε συναρτάται με τη στενή αντίληψη της υλικής ζημιάς αλλά με την ευρύτερη προστασία των δικαιωμάτων του αιτούμενου τη θεραπεία.»

 

Επίσης στην Κυρίσαββα v. Κύζη (2001) 1 Α.Α.Δ. 1245 λέχθηκαν τα ακόλουθα σε σχέση με το πιο πάνω θέμα:

 

«Όμως η έννοια του δύσκολου ή αδύνατου της πλήρους απονομής της δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο περιλαμβάνει και άλλα μεταβλητά κριτήρια, εκτός από την ανεπανόρθωτη ζημιά. Ο χρηματικός παράγοντας της αποζημίωσης δεν είναι ο μόνος που λαμβάνεται υπόψη.»

 

 Στην Κατσουρίδης v. Κατσουρίδης (1997) 1 Α.Α.Δ. 415 λέχθηκαν τα ακόλουθα σε σχέση με την έκδοση παρεμπιπτόντων διαταγμάτων στις περιπτώσεις οικογενειακών διαφορών:

 

«Οι πληγωμένες σχέσεις και τα τραυματισθέντα συναισθήματα των διαδίκων και των ανηλίκων δεν αποτιμούνται σε χρήμα και δεν αποκαθίστανται μεταγενέστερα.»

 

Τέλος, όσον αφορά την έκδοση προσωρινών διαταγμάτων, όπως υποδεικνύεται στην Οδυσσέως (ανωτέρω) το Δικαστήριο, στο τελικό στάδιο, θα πρέπει να σταθμίσει κατά πόσο είναι δίκαιο και εύλογο να εκδώσει το αιτούμενο διάταγμα [βλ. Ιπποδρομιακή Αρχή v. Χ” Βασίλη  (1989) 1 Α.Α.Δ. (Ε) 152].

 

            Στις περιπτώσεις ακόμα μονομερών αιτήσεων πρέπει να καταδεικνύεται το επείγον του αιτήματος.

 

Σε αυτό το στάδιο ακόμη το Δικαστήριο δεν ενεργεί ως Δικαστήριο ουσίας και θα πρέπει να αποφεύγει να προβαίνει σε διεξοδική αξιολόγηση της μαρτυρίας και εξαγωγή συμπερασμάτων επί των διαφιλονικούμενων θεμάτων [βλ. Jonitexo Ltd v. Adidas (1984) 1 C.L.R. 263],  Δημοκρατία  της  Σλοβενίας v. Beogradska Banka DD (1999), 1 (A) 227, στη σελ. 236.

 

Σε αυτό το ενδιάμεσο στάδιο λοιπόν το πραγματικό υπόβαθρο της αίτησης πρέπει να διακριβώνεται μέσα από τις ένορκες δηλώσεις, τηρουμένης της δυνατότητας αντεξέτασης που προκύπτει από τη Διαταγή 39. Καθήκον γι’ αυτό του Δικαστηρίου είναι να συνεκτιμήσει την ποιότητα της μαρτυρίας την οποία οι διάδικοι επέλεξαν να προσκομίσουν, με σκοπό να διαπιστώσει αν τηρούνται οι τρεις προϋποθέσεις για την έκδοση του προσωρινού διατάγματος.

 

Είναι ακόμα καθιερωμένη αρχή ότι ο Aιτητής, ο οποίος επιδιώκει μονομερώς ένα προσωρινό διάταγμα, πρέπει να προσέρχεται στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια. Πρέπει να προβαίνει σε πλήρη και ειλικρινή αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων. Η σημασία της αποκάλυψης έχει αναλυθεί σε σειρά αποφάσεων. Το επιστέγασμα της απουσίας αποκάλυψης είναι η κατάργηση του διατάγματος. Το Δικαστήριο αν θεωρήσει ότι η μη αποκάλυψη ήταν ουσιώδης μπορεί να ακυρώσει το προσωρινό διάταγμα που το ίδιο εξέδωσε αρνούμενο ν? ακούσει περαιτέρω τον Aιτητή. Για να ακυρώσει, όμως,  το διάταγμα θα πρέπει τα  γεγονότα  που  δεν αποκαλύφθηκαν να ήταν ουσιώδη.  Επίσης, θα πρέπει να βρίσκονταν εντός της γνώσης του Aιτητή. Βλ. Στυλιανού v.  Στυλιανού (1992) 1 Α.Α.Δ. 583, Γρηγορίου κ. ά. v. Χριστοφόρου (1995) 1 Α.Α.Δ. 248, Demstar Ltd. v. Zim Israel Navigation Co. Ltd. (1996) 1 (A) Α.Α.Δ. 597, Μ. & Ch. Mitsingas Tr. Ltd. κ. ά. ν. Timberland Co. (1997) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1791, Resola (Cyprus) Ltd. v. Χρίστου (1998) 1 (Β) Α.Α.Δ. 598, Σεβαστού ν. Σεβαστού, (2002) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1980].

 

Τέλος το Δικαστήριο θα πρέπει να εξετάσει το ισοζύγιο της ευχέρειας εξετάζοντας αν είναι δίκαιο και εύλογο όπως εκδώσει προσωρινό διάταγμα.

 

ΕΞΕΤΑΣΗ  ΤΗΣ  ΑΙΤΗΣΗΣ

 

 

Προτού ασχοληθώ με την εξέταση των τριών προϋποθέσεων για την έκδοση προσωρινών διαταγμάτων, θα εξετάσω την ένσταση της Καθ' ης η Αίτηση ότι υπήρξε απόκρυψη στοιχείων από τον Αιτητή και ότι η Αιτητής δεν προσήλθε στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια, κατά την υποβολή της αίτησης.

 

 Σύμφωνα με τη νομολογία η υποχρέωση του Αιτητή για αποκάλυψη όλων των ουσιωδών στοιχείων υφίσταται μόνο στην περίπτωση μονομερούς αίτησης [Cyprus Trading Corporation Ltd vZim Israel Navigation CoLtd κ.ά.  (1999) 1 Α.Α.Δ. 1168].

 

Θα υπενθυμίσω ότι στην παρούσα υπόθεση, η μονομερής αίτηση επιδόθηκε στην άλλη πλευρά με οδηγίες του Δικαστηρίου. Συνεπώς, μετά την επίδοσή της στην άλλη πλευρά, η μονομερής αίτηση απώλεσε την υπόσταση της μονομερούς αίτησης και μετατράπηκε σε αίτηση δια κλήσεως [Μαρκιτανής ν. Μουτζούρη (2000) 1 Α.Α.Δ. 923 και Κώστας Σμυρνιός (2000) 1 A.A.Δ. 43].   Επομένως, έχει εφαρμοστεί ο κανόνας της υποχρέωσης αποκάλυψης όλων των ουσιωδών στοιχείων στην περίπτωση αίτησης δια κλήσεως. Και δόθηκε στην Καθ' ης η Αίτηση το δικαίωμα να ακουστεί. Ούτε  πρόκειται για περίπτωση όπου εκδόθηκε οποιοδήποτε προσωρινό διάταγμα στη βάση των όσων λέχθηκαν στη μονομερή αίτηση.

Το Δικαστήριο με την επίδοση της αίτησης στην Καθ’ ης η Αίτηση έχει ενώπιον μου και τις δύο εκδοχές.  Περαιτέρω ο Αιτητής αναφέρθηκε στο γεγονός ότι καταχωρήθηκε ποινική υπόθεση εναντίον του η  υπ. Αρ. 151150 η οποία είναι ορισμένη για ακρόαση. 

 

Συνέντευξη παιδιού

 

Από τη συνέντευξη προκύπτει ξεκάθαρα ότι το ανήλικο τέκνο των διαδίκων δεν εξέφρασε τη δική του άποψη. Επίσης οι απαντήσεις του δεν δείχνουν παιδί που έχει την ωριμότητα να εκφράσει τη δική του γνώμη. Επρόκειτο για ένα παιδί υπερκινητικό και ανήσυχο με έλλειψη συγκέντρωση και άγχος.

 

Όμως και οι απαντήσεις του θεωρώ ότι ήταν απόλυτα υποβολιμαίες.

 

 Ευθύς εξαρχής  μετέφερε τα όσα η μητέρα του του υπέβαλε.  Ήταν προφανής η  βιασύνη  και η αγωνία του να πει τα όσα συζήτησε με τη μητέρα του. Θα παραθέσω κάποια σημεία από τις ερωτήσεις του Δικαστηρίου προς το παιδί και τις απαντήσεις που έδωσε από τα οποία αποκόμισε το Δικαστήριο την εντύπωση αυτή.

 

-       Ξέρεις γιατί ήλθες σήμερα;

-       Ναι.

-       Πες μου.

-       Ο παπάς μου. Έπεσα, μια φατσιά εδώ. Κάπου εδώ (έδειξε πάνω στο   κεφάλι).

-       Τι είναι τούτο, κτύπησες;  

-       Ναι στη μοτόρα.  ο παπάς μου»

 

Στην ερώτηση που ακολούθησε

-       πότε σε πήρε.

Απάντησε:

-       Έχει πολλά χρόνια. Απλώς ήταν σπίτι ήταν εδώ Κολόσσι η γιαγιά και ήλθε και παλιά ήλθε ο παπάς σπίτι Κολόσσι, κλείσαμε ρόλερ, πήγα στο δωμάτιο και πιάσαμε την αστυνομία και τηλεφωνήσαμε να πιάσει τον παπά ήταν κακός, Έχει πολλά χρόνια.

-       Πόσα χρόνια έχει

-       Ήμουν μικρός. Ήμουν μωρό.

-       Που τα θυμάσαι.

-       Είπε μου τα η μάμμα.

-       Εσύ θυμάσαι τα τούτα;

-       Ναι. Και μόνο τόστ έκανε μου.

-       Ο παπάς κάνει μόνο τόστ;

-       Όχι

-       Ποιος

-       Και κάτι άλλο.

Παραθέτω περαιτέρω τις ερωτήσεις του Δικαστηρίου και απαντήσεις του παιδιού στην επιθυμία του πατέρα του να τον βλέπει.

 

-       Ο παπάς σου θέλει να σε βλέπει.

-       Όχι δεν θέλει, θέλει με αυτός δέρνει, Θέλω τη γιαγιά και δέρνει με,

-       Ποιος σε δέρνει;

-       Ο παπάς είναι κακός. Σπάσαν το σπίτι του 

-       Πότε έγινε τούτο;

-       Είπε μου το η μάμμα

-       Πότε σου το είπε

-       Χτες,  κάποτε.

-       Ο παπάς σε αγαπά. Θέλεις να σε βλέπει;

-       Όχι γιατί είναι κακός και δέρνει με, επείγον.

 

Οι απαντήσεις του παιδιού θεωρώ ότι ήταν απόλυτα υποβολιμαίες και ότι  μετέφερε τα όσα άκουσε στο σπίτι του.

 

Αναφέρει περιστατικά από το παρελθόν, χωρίς να εξηγεί ακριβώς τι έγινε, τι έκαμε ο πατέρας του. Αναφέρει ότι ο παπάς του είναι κακός γιατί τον δέρνει, όμως στην ερώτηση του Δικαστηρίου να πει πότε έγινε αυτό απαντά «είπε μου το η μάμμα».  Ερωτηθείς να πει πότε του το είπε απαντά το παιδί «χτες, κάποτε».

 

Στην ερώτηση για το περιστατικό που αναφέρει όταν τον πήρε ο παπάς με τη μοτόρα και γι’ αυτό που προσπαθεί να εξηγήσει για το τι συνέβη στο σπίτι τους και πότε έγινε αυτό, απαντά, όταν ήταν μικρός, όταν ήταν μωρό. Στην ερώτηση του Δικαστηρίου που τα θυμάται όλα αυτά, αναφέρει και πάλι ότι του τα είπε η μάμμα του. Είναι φανερό ότι στο ανήλικο υποβλήθηκαν γεγονότα τα οποία σύμφωνα με τη μητέρα είχαν συμβεί στο παρελθόν. Χωρίς όμως το παιδί να πείσει το Δικαστήριο ότι τα θυμάται το ίδιο.

 

Συνεπώς δεν θα λάβω υπόψη μου το τι ο ανήλικος μετέφερε, χωρίς την απαραίτητη ωριμότητα στο Δικαστήριο και κατόπιν υποβολής της μητέρας του και δεν θα προσδώσω βαρύτητα στα όσα ασύνδετα και αόριστα ανέφερε το παιδί.

 

Εκείνο που θα εξετάσω είναι αν ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις έκδοσης ενός προσωρινού διατάγματος σε συνάρτηση με το συμφέρον του παιδιού το οποίο αποτελεί και το κυρίαρχο κριτήριο για την απόφαση του Δικαστηρίου σε υποθέσεις Γονικής Μέριμνας.

 

Με οδηγό τις παραπάνω αρχές, προχωρώ να εξετάσω κατά πόσο δικαιολογείται η έκδοση προσωρινού διατάγματος, προσεγγίζοντας τη μαρτυρία προσεκτικά και μόνο για τη διαπίστωση της τήρησης των τριών προϋποθέσεων έκδοσης ενός προσωρινού διατάγματος, αναφέροντας, ότι για την εξέταση της τήρησης των  προϋποθέσεων, θα αξιολογήσω τα στοιχεία που έχω ενώπιων μου σε κάποιο περιορισμένο βαθμό, χωρίς να υπεισέρχομαι στην ουσία των θεμάτων, έχοντας πάντοτε κατά νου ότι το Δικαστήριο, σε αυτό το στάδιο, δεν ενεργεί ως Δικαστήριο ουσίας και θα πρέπει να αποφεύγει να προβαίνει σε διεξοδική αξιολόγηση της μαρτυρίας και εξαγωγή συμπερασμάτων επί των διαφιλονικούμενων θεμάτων [βλ. Jonitexo Ltd v. Adidas ( 1984 1 C.L.R 263.)

 

 Θα προχωρήσω συνεπώς στο αίτημα του πατέρα για ρύθμιση του δικαιώματος επικοινωνίας.  Αναφέροντας ότι ο πατέρας στην εναρκτήρια αίτηση καταχώρησε υπεράσπιση και ανταπαίτηση επιδιώκοντας τη ρύθμιση του δικαιώματος ατυού.

Το δικαίωμα  επικοινωνίας ρυθμίζεται από το  άρθρο 17 του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου, Ν. 216/1990, οι διατάξεις του οποίου έχουν ως κατωτέρω:

(1) Ο γονέας με τον οποίο δε διαμένει το τέκνο διατηρεί το δικαίωμα της    προσωπικής επικοινωνίας με αυτό.

(2) Σε περίπτωση διαφωνίας όσο αφορά την άσκηση του δικαιώματος, προσωπικής επικοινωνίας, αποφασίζει το Δικαστήριο.

(3) Στην απόφαση του το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη και εφαρμόζει κατ’ αναλογία τις πρόνοιες του άρθρου 6.

Τα πιο κάτω αποσπάσματα, από τη βιβλιογραφία και τη νομολογία είναι άκρως διαφωτιστικά ως προς τη φύση τη λειτουργία και τον σκοπό του δικαιώματος επικοινωνίας.

            Παραπέμπω, καταρχάς στο βιβλίο του Αρεοπαγίτη Βασίλη Βαθρακοκοίλη Ερμηνεία Νομολογία του Αστικού Κώδικα (ΕΡΝΟΜΑΚ) τόμος Ε Οικογενειακό Δίκαιο, όπου στην ερμηνεία του άρθρου 1520, στη σελίδα 981, υπό τον τίτλο:

Σκοπός επικοινωνίας, αναφέρονται τα πιο κάτω:

"Ο βασικός σκοπός του δικαιώματος επικοινωνίας είναι η διατήρηση του ψυχικού δεσμού μεταξύ γονέα και τέκνου, της προσωπικής σχέσης, η αποτροπή της μεταξύ τους αποξένωσης τους, η απάμβλυνση των συνεπειών της ανώμαλης εξέλιξης της έγγαμης συμβίωσης, η ικανοποίηση των αισθημάτων αγάπης, συμπάθειας, στοργής και ενδιαφέροντος μεταξύ τους και η δυνατότητα του γονέα άμεσης γνώσης της ανάπτυξης και εξέλιξης της προσωπικότητας του τέκνου, της ανάπτυξης και εξέλιξης της προσωπικότητας του τέκνου, της πνευματικής ανάπτυξης και γενικά της παρακολούθηση της όλης πορείας του τέκνου. Η διατήρηση προσωπικών δεσμών τέκνου και ανιόντων που ασκούν σημαντική επίδραση στην εν γένει ανάπτυξη του τέκνου, είναι ο δικαιολογητικός λόγος της θέσπισης δικαιώματος επικοινωνίας και των ανιόντων με το τέκνο, εφόσον δεν συντρέχουν σοβαροί λόγοι από τους οποίους επιβάλλεται διαφορετική ρύθμιση."

 Σύμφωνα δε με το άρθρο 1520 § 3, οι ειδικότερες λεπτομέρειες του δικαιώματος επικοινωνίας ρυθμίζονται κάθε φορά από το Δικαστήριο, το οποίο, συνεπώς, αποφασίζει για τον χρόνο (συχνότητα και χρονική διάρκεια) και τον τόπο της επικοινωνίας ή για το είδος της.

 Παραπέμπω, επίσης, στην απόφαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου, στην υπόθεση Αθηνά Ξενίδου και Ευαγόρα Οικονομίδη, Έφεση αρ. 28/14, 07/04/2015, όπου αναφέρθηκαν τα πιο κάτω:

  "Στη Στυλιανού v. Στυλιανού (1993) 1 ΑΑΔ 131, λέχθηκαν τ' ακόλουθα σχετικά με τα ζητήματα που εξετάζονται στην παρούσα αίτηση:

 «Όπως αναγνωρίστηκε από τo Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην R..U.K.(1987)Times, 9th July (Series A Judgments and  Decisions Vol 121), η πρόσβαση του γονέα στο τέκνο αποτελεί πτυχή του δικαιώματος του ανθρώπου για οικογενειακή ζωή που κατοχυρώνεται από το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Συνθήκης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. (Βλ. επίσης Ν. 39/62).  Στην Κύπρο το δικαίωμα αυτό επίσης διασφαλίζεται από τις πρόνοιες του Άρθρου 15 του Συντάγματος.  Όπως εξηγείται όμως στην υπόθεση RE KD (A minor) (1988) 1 All E.R. 577 (H.L) το δικαίωμα μπορεί να περιοριστεί εφόσον δεν ασκείται προς όφελος του σκοπού για τον οποίο παρέχεται, που δεν είναι άλλος από την συμβολή στην ευημερία.»"

 

Σύμφωνα λοιπόν με το άρθρο 17 του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990 (Ν. 216/90), ο γονέας με τον οποίο δε διαμένει το τέκνο διατηρεί το δικαίωμα προσωπικής επικοινωνίας μ΄ αυτό, και στην περίπτωση διαφωνίας των γονέων του ανηλίκου ως προς την άσκηση του παραπάνω δικαιώματος, το Δικαστήριο καθορίζει τον τρόπο κατά τον οποίο θα γίνεται η επικοινωνία. 

 

Αναμφίβολα από τον ίδιο το Νόμο η ρύθμιση του δικαιώματος  αποτελεί σοβαρό ζήτημα για εκδίκαση και ο Αιτητής στην παρούσα με τον οποίο δεν διαμένει το ανήλικο έχει ορατή πιθανότητα επιτυχίας στην ανταπαίτηση του. Αποτελεί αίτημα του στην ανταπαίτηση του όπως το Δικαστήριο εκδώσει «Διάταγμα με το οποίο να ρυθμίζεται η επικοινωνία του Καθ’ ου η Αίτηση με το ανήλικο τέκνο του».

 

Η Καθ’ ης η Αίτηση προβάλλει  ότι ο Αιτητής την εξανάγκαζε να παραμένει σε ημιτελή κατοικία τους τελευταίους 9 μήνες πριν τη διάσταση χωρίς τις αναγκαίες υποδομές που ανήκει στη γιαγιά του.

 

 Αναφέρει περαιτέρω ότι ο Αιτητής άσκησε βία στην ίδια και τη μητέρα της και εκκρεμεί ποινική υπόθεση στην οποία επιβλήθηκαν περιοριστικά μέτρα στις 17/8/2022. Το οποίο ως υποβάλλει ο ευπαίδευτος συνήγορος της Αιτήτριας παρέλειψε να αναφέρει στο Δικαστήριο.

 

Επίσης ως ισχυρίζεται η Καθ’ ης η Αίτηση ο Αιτητής είναι χρόνια χρήστης εξαρτησιογόνων ουσιών γεγονός το οποίο έχει αποκρύψει από το Δικαστήριο.

 

Ο Αιτητής στη δική του ένορκη δήλωση αναφέρεται σε ένα περιστατικό που έλαβε χώρα στις  16/8/2022 όπου η μητέρα της Καθ’ ης η Αίτηση του απαγόρευσε να εισέλθει και το εξύβρισε. Ο ίδιος ως ισχυρίζεται αποχώρησε για να μην αναστατωθεί η ψυχική ηρεμία του παιδιού. Αργότερα ως αναφέρει με έκπληξη του καταγγέλθηκε στην Αστυνομία για βία στην οικογένεια.  

 

Δεν είναι ώρα για αξιολόγηση των αντικρουόμενων ισχυρισμών και από τις εκατέρωθεν ένορκες δηλώσεις είναι προφανές ότι υπάρχει διαφωνία στα γεγονότα από τις πλευρές.

 

Τόσο η ποινική υπόθεση όσο και τα περιοριστικά μέτρα αφορούν την Καθ’ ης η Αίτηση και τη μητέρα της. Η ποινική υπόθεση καταχωρήθηκε το 2022 και ως προκύπτει ακόμα δεν έχει εκδικαστεί, δεν αφορά το παιδί του και η παράταση της απομάκρυνσης  του ανήλικου από τον πατέρα του, χωρίς να υπάρχει οποιαδήποτε έκθεση ειδικού ενώπιον του Δικαστηρίου για την ορθότητα του αποκλεισμού της επικοινωνίας,  αναμένοντας την έκβαση της ποινικής υπόθεσης,  δεν θεωρώ ότι είναι προς όφελος του παιδιού.

 

Με κάποια περιορισμένη αξιολόγηση της μαρτυρίας και για σκοπούς μόνο διαπίστωσης κατά πόσο ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις για την έκδοση προσωρινού διατάγματος θεωρώ ότι ο Αιτητής έχει καταδείξει ότι έχει ορατή πιθανότητα επιτυχίας.

 

Έχοντας καταλήξει ότι πληρούνται οι δύο πρώτες προϋποθέσεις για την έκδοση διατάγματος επικοινωνίας προχωρώ στην εξέταση της τρίτης προϋπόθεσης.

 

Ως προς την τρίτη προϋπόθεση, ότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο εκτός αν εκδοθεί το ενδιάμεσο διάταγμα, στην  απόφαση & Ch Mitsingas Tr. Ltd κ. ά. ν.Timberland Co. (ανωτέρω),τονίστηκαν τα πιο κάτω (σελ. 1799):

 

"Όπως επισημαίνεται στην Papastratis v. Petrides (1979) 1 CLR 231, 240, την οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο επικαλείται στην απόφασή του, το κριτήριο για την έκδοση ενδιάμεσου διατάγματος είναι η αδυναμία απονομής πλήρους δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο. Η έννοια της δικαιοσύνης δεν συναρτάται με τη στενή αντίληψη της υλικής ζημίας, αλλά με την ευρύτερη προστασία των δικαιωμάτων του αιτούμενου σε θεραπεία."

 

Στην Κατσουρίδης v. Κατσουρίδης (1997) 1 (Α) Α.Α.Δ. 415, επίσης επισημαίνεται ότι η αδυναμία απονομής δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο «δεν πρέπει να συναρτάται με τη στενή αντίληψη της υλικής ζημιάς όπως στις υποθέσεις των πολιτικών Δικαστηρίων.» Πόσο μάλλον σε  υποθέσεις οικογενειακών διαφορών, όπως είναι η παρούσα υπόθεση, που αφορά επικοινωνία του παιδιού με τον πατέρα του.

 

Θεωρώ συνεπώς ότι και η τρίτη προϋπόθεση για την έκδοση προσωρινού διατάγματος συντρέχει, καθώς η ζημιά που θα προκύψει από την αποξένωση του παιδιού από τον πατέρα τους δεν είναι δυνατόν να αποκατασταθεί σε μεταγενέστερο στάδιο. Η υπόθεση δεν αφορά υλικές ζημιές, αλλά αφορά ανήλικο και δεν τίθεται θέμα αποτίμησης σε χρήμα ή αποκατάστασης μεταγενέστερα.

 

Στη συγκεκριμένη περίπτωση έχουμε ένα πατέρα που επιθυμεί να έχει πρόσβαση στο παιδί του, ο  οποίος ένεκα της άρνησης της μητέρας να επιτρέψει οποιαδήποτε επικοινωνία με το παιδί  δεν έχει καμία επικοινωνία με το παιδί του. Με αποτέλεσμα το παιδί να θυμάται ως φάνηκε και από τη συνέντευξη αμυδρά τον πατέρα του.  Κρίνω, συνεπώς, ότι πληρούνται και οι τρεις προϋποθέσεις του Νόμου.

 

Θεωρώ ακόμα ότι καταδεικνύεται το κατεπείγον, καθώς δεν υπάρχει καθόλου επικοινωνία σήμερα  μεταξύ πατέρα και παιδιού.

            Περαιτέρω είναι δίκαιο και εύλογο να εκδοθεί ένα προσωρινό διάταγμα επικοινωνίας ώστε το ανήλικο τέκνο των διαδίκων να μην αποξενωθεί από τον πατέρα του. Η αναμονή για τη ρύθμιση της επικοινωνίας του με τον πατέρα του μέχρι την εκδίκαση της ποινικής υπόθεσης που δεν αφορά το ίδιο το παιδί, αλλά τη μητέρα του και τη γιαγιά του, δεν θα αποβεί προς όφελος του παιδιού.  Και τι θα γίνει  στην περίπτωση που η κατηγορία εναντίον του πατέρα δεν αποδειχθεί, ενώ ο χρόνος θα παρέρχεται χωρίς να υπάρχει καμία επικοινωνία παιδιού και πατέρα.  

 

Έχοντας καταλήξει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για έκδοση ενός προσωρινού διατάγματος προχωρώ τη ρύθμιση του με βάση πάντοτε το συμφέρον του παιδιού.

Ενόψει  της απουσίας επικοινωνίας του παιδιού με τον πατέρα από το 2022 και της παρόδου μεγάλου χρονικού διαστήματος από την τελευταία επικοινωνία που είχε το παιδί με τον πατέρα του, λαμβάνοντας υπόψη μου τα περιοριστικά μέτρα για τον πατέρα όσον αφορά τη μητέρα και τη γιαγιά, επίσης έχοντας ενώπιον μου κάποιες ανησυχίες τις οποίες εκφράζει η μητέρα, θεωρώ ότι δεν θα ήταν ορθό να υπάρξει άμεσα ελεύθερη επικοινωνία του πατέρα με το παιδί, αλλά η επικοινωνία να λαμβάνει χώρα στο Τμήμα Κοινωνικής Ευημερίας στην παρουσία αρμόδιας Λειτουργού.

 

Συνακόλουθα εκδίδεται προσωρινό διάταγμα ως ακολούθως:

 

Ο Αιτητής θα έχει επικοινωνία με τον ανήλικο υιό του Σ. Α. μια φορά κάθε δεκαπενθήμερο ως ακολούθως:

 

Ημέρα  Τρίτη, του δικαιώματος του αρχομένου στις 3/6/2025 από τις 2 μμ. μέχρι τις 3 μ.μ. στα Γραφεία του Τμήματος Κοινωνικής Ευημερίας της επαρχίας Λεμεσού στην παρουσία αρμόδιας Λειτουργού.

 

Διατάσσεται η Αιτήτρια όπως μεταφέρει τον ανήλικο κατά την πιο πάνω ημέρα επικοινωνίας στα Γραφεία του Τμήματος Κοινωνικής Ευημερίας Λεμεσού και παραδίδει τον ανήλικο σε αρμόδια Λειτουργό η οποία θα είναι παρούσα κατά την επικοινωνία του Αιτητή με τον ανήλικο υιό του.

 

Το προσωρινό διάταγμα καθίσταται απόλυτο και θα ισχύει μέχρι εκδίκασης της κυρίως αίτησης και/ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου.

 

Τα έξοδα της αίτησης επιδικάζονται υπέρ του Αιτητή και εναντίον της Καθ’ ης η Αίτηση ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο και να καταβληθούν στο τέλος της διαδικασίας.

 

 

 

 

(Υπ.) .................................................

 

       Κ. Χατζηαθανασίου-Σιαμτάνη, Π


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο