
ΚΛΙΜΑΚΑ: €500.000 - €2.000.000
ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Χ. Πογιατζή, Δ. Οικ. Δικ.
Αρ. Αιτ.: 1/2023
Μεταξύ:
M.P., εκ Λεμεσού
Αιτητής
και
N.P., εκ Λεμεσού
Καθ’ ης η Αίτηση
ΚΑΙ ΔΙΑ ΑΝΤΑΠΑΙΤΗΣΕΩΣ:
ΚΛΙΜΑΚΑ: Άνω των €2.000.000
ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Χ. Πογιατζή, Δ. Οικ. Δικ.
Αρ. Αιτ.: 1/2023
Μεταξύ:
N.P., εκ Λεμεσού
Αιτήτριας
και
1. M.P., εκ Λεμεσού
2. M. H. LIMITED ΗΕ […], εκ Λεμεσού
Καθ’ ων η Αίτηση
Προσωρινό διάταγμα ημερομηνίας 13/02/2023
Ημερομηνία: 28/02/2025
Εμφανίσεις:
Για την Αιτήτρια στην παρούσα: κ. Μιχάλης Μιχαήλ δια M.CH. MICHAEL LLC
Για Καθ’ ων η Αίτηση αρ. 1 και 2: κ. Σωτήρης Πίττας και κα Άννα Λάμπρου για ΣΩΤΗΡΗΣ ΠΙΤΤΑΣ & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε.
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
(I) ΠΡΟΟΪΜΙΟ։
- Στις 05/01/2023 η Αιτήτρια καταχώρησε Αίτηση περιουσιακών διαφορών κατά του συζύγου της Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 και της εταιρείας […] LTD, ήτοι της Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2. Ακολούθως, στις 08/02/2023 καταχώρησε και μονομερή αίτηση με την οποία αξιώνει τις ακόλουθες θεραπείες։
1. Ενδιάμεσο διάταγμα το οποίο να απαγορεύει και/ή να παρεμποδίζει και/ή να δεσμεύει (bind) τον Καθ’ ου η Αίτηση 1 προσωπικά και/ή μέσω των αντιπροσώπων και/ή εκπροσώπους και/ή εντολοδόχους του και/ή οποιαδήποτε πρόσωπα που ενεργούν επ’ ονόματι του και/ή εκ μέρους του και/ή με οδηγίες και/ή εξουσία και/ή κατόπιν διορισμού τους από να πωλήσει και/ή μεταβιβάσει και/ή δωρίσει και/ή αποξενώσει και/ή ανταλλάξει και/ή επιβαρύνει και/ή με οποιοδήποτε τρόπο διαθέσει το 50% της κινητής και ακίνητης περιουσίας που αναφέρεται αμέσως πιο κάτω και η οποία είναι εγγεγραμμένη εξ’ ολοκλήρου στο όνομα του Καθ’ ου η Αίτηση 1 και/η είναι δικαιούμενος σε εγγραφή και/ή σε οποιονδήποτε όνομα μεταβιβάστηκε και/ή εγγράφτηκε, μέχρι την τελική εκδίκαση της πιο πάνω Αίτησης με τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο και/ή μέχρι νεότερης διαταγής του Δικαστηρίου.
Α) Ποσό ύψους €400.000 σε κοινό τραπεζικό λογαριασμό των δύο διαδίκων στην τράπεζα στο Ισραήλ με την ονομασία […] BANK.
Β) Ποσό ύψους €130.000 σε κοινό τραπεζικό λογαριασμό των δύο διαδίκων στην τράπεζα στο Ισραήλ με την ονομασία […] BANK.
Γ) Διαμέρισμα με αριθμό […] σε πολυκατοικία και/ή σύμπλεγμα πολυκατοικιών στη Λεμεσό με την ονομασία […] η οποία βρίσκεται στην οδό […]
Δ) Διαμέρισμα με αριθμό […] σε πολυκατοικία και/ή σύμπλεγμα πολυκατοικιών στη Λεμεσό με την ονομασία […] η οποία βρίσκεται στην οδό […]
2. Ενδιάμεσο διάταγμα το οποίο να απαγορεύει και/ή να παρεμποδίζει και/ή να δεσμεύει (bind) των Καθ’ ων η Αίτηση 2 προσωπικά και/ή μέσω των αντιπροσώπων και/ή εκπροσώπους και/ή εντολοδόχους τους και/ή οποιαδήποτε πρόσωπα που ενεργούν επ’ ονόματι τους και/ή εκ μέρους τους και/ή με οδηγίες και/ή εξουσία και/ή κατόπιν διορισμού τους από να πωλήσουν και/ή μεταβιβάσουν και/ή δωρίσουν και/ή αποξενώσουν και/ή ανταλλάξουν και/ή επιβαρύνουν και/ή με οποιοδήποτε τρόπο διαθέσουν το 50% της κινητής και ακίνητης περιουσίας που αναφέρεται αμέσως πιο κάτω και η οποία είναι εγγεγραμμένη εξ’ ολοκλήρου στο όνομα των Καθ’ ων η Αίτηση 2 και/ή είναι δικαιούμενοι σε εγγραφή και/ή σε οποιονδήποτε όνομα μεταβιβάστηκε και/ή εγγράφτηκε, μέχρι την τελική εκδίκαση της πιο πάνω Αίτησης με τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο και/ή μέχρι νεότερης διαταγής του Δικαστηρίου.
A) Διαμέρισμα με αριθμό […] σε πολυκατοικία και/ή σύμπλεγμα πολυκατοικιών στη Λεμεσό με την ονομασία […] η οποία βρίσκεται στην οδό […], το οποίο ενοικιάζεται μηνιαίως για το ενοίκιο των €3.200 και το οποίο είναι εγγεγραμμένο επ’ ονόματι των Καθ’ ων η Αίτηση 2 και/η είναι δικαιούμενοι σε εγγραφή, ήτοι εταιρείας ιδιοκτησίας και/ή την οποίαν διευθύνει ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 με την ονομασία […].
B) Διαμέρισμα με αριθμό […] σε πολυκατοικία και/ή σύμπλεγμα πολυκατοικιών στη Λεμεσό με την ονομασία […] η οποία βρίσκεται στην οδό […] το οποίο ενοικιάζεται μηνιαίως για το ενοίκιο των €3.300 και το οποίο είναι εγγεγραμμένο επ’ ονόματι των Καθ’ ων η Αίτηση 2 και/η είναι δικαιούμενοι σε εγγραφή, ήτοι εταιρείας ιδιοκτησίας και/ή την οποίαν διευθύνει ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 με την ονομασία […].
3. Οιανδήποτε άλλη Απόφαση και/ή Διάταγμα και/ή θεραπεία το Δικαστήριο ήθελε κρίνει ορθή και δίκαιη υπό τις περιστάσεις.
4. Έξοδα παρούσης αίτησης, πλέον ΦΠΑ, πλέον έξοδα επίδοσης.
- Αφού εξέτασε την πιο πάνω μονομερή Αίτηση ημερομηνίας 08/02/2023, το Δικαστήριο εξέδωσε στις 13/02/2023 μονομερώς προσωρινά διατάγματα ως η αιτούμενη θεραπεία υπό 1 (Α)-(Δ) της αίτησης, ενώ για τις υπόλοιπες αιτούμενες θεραπείες υπό 2 (Α) και 2 (Β) διατάχθηκε η επίδοση τους. Στις 09/11/2023 οι Καθ’ ων η Αίτηση αρ. 1 και 2 καταχώρησαν την ένσταση τους στην υπό εξέταση αίτηση όπου προέβαλαν τις θέσεις τους και τους λόγους για τους οποίους η εν λόγω αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί.
- Κατά την ακρόαση της παρούσας Αίτησης, κανένας από τους ενόρκως δηλούντες δεν αντεξετάστηκε επί του περιεχομένου των ενόρκων δηλώσεων τους, ενώ ούτε καταχωρήθηκαν οποιεσδήποτε συμπληρωματικές-απαντητικές ένορκες δηλώσεις. Οι συνήγοροι των διαδίκων αρκέστηκαν σε γραπτές αγορεύσεις τις οποίες παρέδωσαν στο Δικαστήριο, όπου η κάθε πλευρά υπεραμύνθηκε των θέσεων της με ουσιαστική και νομική επιχειρηματολογία και τις οποίες λαμβάνω σοβαρά υπόψη.
(II) ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΙΤΗΤΡΙΑΣ։
- Αρχικά, η Αιτήτρια μέσα από την ένορκη δήλωση της η οποία συνοδεύει την μονομερή Αίτηση ημερομηνίας 08/02/2023 υποστηρίζει ότι τόσο η ίδια όσο και ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 είναι Ισραηλινοί υπήκοοι, μόνιμοι κάτοικοι Λεμεσού από το έτος 2020, οι οποίοι παντρεύτηκαν στις 22/11/2005 στο Ισραήλ, ενώ πλέον βρίσκονται σε διάσταση από τις αρχές Δεκεμβρίου 2022. Από το γάμο τους απέκτησαν τρία παιδιά, τον L.P. ο οποίος γεννήθηκε στις 18/09/2010, την Ε.Ρ. η οποία γεννήθηκε στις 27/06/2013, και τον D.P. ο οποίος γεννήθηκε στις 07/07/2015.
- Η Αιτήτρια υποστηρίζει ότι από το γάμο τους έως και το χρόνο της διάστασης, συνείσφερε τα μέγιστα, έτσι ώστε ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 να αποκτήσει περιουσία την οποία δεν θα ήταν σε θέση να αποκτήσει χωρίς τη συνεισφορά της.
- Ειδικότερα, η Αιτήτρια αναφέρει ότι από το 2000 εργαζόταν στην επενδυτική εταιρεία M.I.H. και από το 2003 εργαζόταν στην επενδυτική εταιρεία A.I.H. για 15 συνεχόμενα χρόνια στην οποίαν είχε ως καθήκοντα την δημιουργία όλων των τμημάτων της εταιρείας, ήτοι του τμήματος διαχείρισης χαρτοφυλακίου (portfolio management), του τμήματος αμοιβαίων κεφαλαίων (mutual funds) αλλά και το λογιστήριο. Κατείχε υψηλή θέση στην εν λόγω εταιρεία, με σημαντικά καθήκοντα και λάμβανε καλό μισθό αλλά και bonus. Υποστηρίζει ότι δεν υπάρχουν πολλά άτομα στο Ισραήλ με την κατάρτιση της και έτσι αμειβόταν καλά για αυτά τα καθήκοντα της. Ειδικότερα, ο μισθός της ήταν περί τις €4.000 μηνιαίως, πλέον και το bonus €3.500 - €4.000 που ελάμβανε μηνιαίως. Συνολικά, ελάμβανε περί τα €7.500 έως €8.000 μηνιαίως. Μάλιστα, όταν γνωρίστηκαν με τον Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 τον Δεκέμβριο του 2000, ο μισθός της ήταν υψηλότερος από αυτόν. Τότε, έμεναν για δύο χρόνια περίπου με τους γονείς του διότι ο μισθός του ήταν χαμηλός. Από όταν παντρεύτηκε τον Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 αυτός έλειπε συνεχώς, έτσι και η ίδια εργαζόταν ατελείωτες ώρες, μέχρι αργά καθημερινά, για να μην αισθάνεται μοναξιά.
- Ακολούθως, η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι περί το έτος 2006 αγόρασαν το πρώτο τους διαμέρισμα με τον Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1, το οποίο κόστισε περί τις €250.000. Ένα μέρος του διαμερίσματος αγοράστηκε από κοινά τους χρήματα και το υπόλοιπο μέσω δανεισμού. Προσθέτει ότι ήταν σε θέση τότε να προχωρήσουν σε αυτή την κίνηση, αφού και αυτή εργαζόταν στην προαναφερόμενη εταιρεία με τα ωφελήματα που περιέγραψε.
- Περαιτέρω, η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι για να μπορέσει να ανταποκριθεί πλήρως στα πιο πάνω, αλλά και για να μπορεί ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 να απουσιάζει συνεχώς από το σπίτι, συμφώνησε με τον σύζυγο της, πως θα ήταν καλύτερα να μείνει μαζί τους η μητέρα της, έτσι ώστε το παιδί τους να έχει την καλύτερη δυνατή φροντίδα, που δεν θα μπορούσε να τη δώσει καλύτερα οποιοδήποτε τρίτο πρόσωπο. Ισχυρίζεται ότι, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 συνέχιζε να απουσιάζει σε ταξίδια στο εξωτερικό και να είναι απών από την ανατροφή των παιδιών των διαδίκων.
- Με τη γέννηση του δεύτερου τους παιδιού, αποφάσισαν με τον Καθ’ ου η Αίτηση αρ, 1 να μετακομίσουν σε μεγαλύτερο σπίτι για να υπάρχει χώρος για όλους και έτσι με τα κοινά τους χρήματα αλλά και με δανεισμό, αγόρασαν ένα διαμέρισμα το οποίο βρίσκεται στην οδό […..] στο Ισραήλ για το ποσό των €1.000.000 ενώ πούλησαν το διαμέρισμα που περιέγραψε πιο πάνω για €300.000. Το διαμέρισμα που αγόρασαν ενεγράφη στο όνομα και των δύο συζύγων. Κατά το χρόνο της διάστασης, το διαμέρισμα είχε αξία και έχει και έως σήμερα αξία €2.000.000 και παραμένει ως ποσό δανείου αυτό των €455.000, επομένως η καθαρή αξία του διαμερίσματος είναι αυτή των €1.545.000.
- Στην συνέχεια, η Αιτήτρια αναφέρει ότι μετά και τη σύμφωνη γνώμη του Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 παραιτήθηκε από την εργασία της τον Δεκέμβριο του 2017. Μετά την κοινή απόφαση τους για παραίτηση της, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ.1 πάντοτε εξέφραζε την χαρά του που αυτή ήταν με τα παιδιά τους αναλαμβάνοντας την ανατροφή τους. Ήταν κοινή παραδοχή ότι, τρία μικρά παιδιά χρειάζονταν σίγουρα την παρουσία της μητέρας τους, αφού υπήρχε η οικονομική δυνατότητα και από τους δύο να μείνει η μητέρα στο σπίτι και να παρέχει άριστη φροντίδα στα παιδιά τους. Από τη μέρα που παραιτήθηκε έως και το χωρισμό τους το Δεκέμβριο του 2022, δεν άκουσε ποτέ της τον Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 να παραπονεθεί για το ότι δεν εργαζόταν πλέον.
- Η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι συνεισέφερε τα μέγιστα στην οικονομική άνθηση του Καθ’ ου η Αίτηση 1, μέσω της εργασίας της, όπου λάμβανε πολύ καλό μισθό πλέον bonus και ακολούθως όταν έμεινε στο σπίτι με τα παιδιά τους, επιτρέποντας με τον τρόπο αυτό στον Καθ’ ου η Αίτηση αρ.1 να μπορεί να απογειωθεί επαγγελματικά. Μάλιστα δεν ήταν λίγες οι φορές που ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 εξέφραζε αυτή του την ευγνωμοσύνη για τη βοήθεια της, τόσο προσωπικά, όσο και σε τρίτους όσο και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Επισύναψε ως Τεκμήριο 1 στιγμιότυπα οθόνης από τις αναφορές του Καθ’ ου η Αίτηση 1 προς το πρόσωπο της σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
- Ακολούθως, η Αιτήτρια υποστηρίζει ότι τον Αύγουστο του 2020, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 είχε να ολοκληρώσει μια πολύ μεγάλη συναλλαγή, η οποία λόγω της πανδημίας του COVID 19 δεν μπορούσε να ολοκληρωθεί στο Ισραήλ. Ειδικότερα, έπρεπε να ολοκληρώσει την πώληση μίας εταιρείας με έδρα το Λονδίνο. Ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 της άσκησε πολύ μεγάλη πίεση για να έλθουν και να ζήσουν στην Κύπρο. Επικαλέστηκε ακόμη και λόγους υγείας, λέγοντας της ότι αν δεν έρχονταν στην Κύπρο θα πάθαιναν κάτι πολύ κακό. Με όλα όσα της ανέφερε, η Αιτήτρια πείστηκε και έτσι όλη η οικογένεια ήρθε στην Κύπρο μαζί με την μητέρα της, αφού όλες οι ενέργειες της γίνονταν για να βοηθά τον Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 να εξελίσσεται όσο το δυνατόν επαγγελματικά.
- Αναφέρει στην συνέχεια, ότι αποφάσισαν το Φεβρουάριο του 2021 και αγόρασαν άλλο ένα διαμέρισμα το οποίο τότε ήταν υπό ανέγερση, αξίας περίπου €970.000 και αντί ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 να το εγγράψει στο όνομα και των δυο τους, το μεταβίβασε στο όνομα του ίδιου. Η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι επειδή εμπιστευόταν τον Καθ’ ου η αίτηση 1, πίστευε ότι το μεταβίβασε και στο όνομα της πράγμα που δυστυχώς δεν έπραξε. Υποστηρίζει ότι το διαμέρισμα αυτό αγοράστηκε από τα κοινά τους χρήματα που έβγαλαν όλα τα προηγούμενα χρόνια από τις δουλειές τους με μεγάλο κόπο και προσπάθεια.
- Μέσα από την ένορκη της δήλωση, η Αιτήτρια αναφέρει ότι οι κοινές τους αγορές ακίνητης ιδιοκτησίας συνεχίστηκαν και το 2022, οπόταν και αγόρασαν συνολικά 4 διαμερίσματα στη Λεμεσό αξίας €2.420,000. Η σημερινή συνολική αξία των τεσσάρων αυτών διαμερισμάτων είναι πέραν των €3.500.000. Αναλυτικά κατέβαλαν:
Α) Για το διαμέρισμα με αριθμό […] στην πολυκατοικία […] το ποσό των €970.000.
Β) Για το διαμέρισμα με αριθμό […] στη πολυκατοικία […] το ποσό των €550.000.
Γ) Για το διαμέρισμα με αριθμό […] στην πολυκατοικία […] το ποσό των €450.000.
Δ) Για το διαμέρισμα με αριθμό […] στην πολυκατοικία […] το ποσό των €450.000.
Τα τελευταία δύο διαμερίσματα ενοικιάζονται έναντι μηνιαίου ενοικίου της τάξεως των €3.200 και €3.300 αντίστοιχα και έχουν εγγραφεί και/ή δικαιούχοι εγγραφής στους Καθ’ ων η Αίτηση αρ.2 η οποία είναι εταιρείας ιδιοκτησίας του Καθ’ ου η Αίτηση αρ.1, η M.H.L. (HE ΧΧΧΧΧΧ) και αγοράστηκαν το έτος 2022 και τα πρώτα δύο το έτος 2021 και είναι εγγεγραμμένα και/ή δικαιούχος εγγραφής στο όνομα του Καθ’ ου η Αίτηση 1. Επισύναψε ως Τεκμήριο 1 σχετική έρευνα στο Μητρώο του Εφόρου Εταιρειών.
- Περί τον Οκτώβριο του 2022, η Αιτήτρια έλαβε την πληροφόρηση ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ.1 διατηρεί εξωσυζυγική σχέση με τρίτο πρόσωπο. Ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ.1 έκανε ότι μπορούσε για να μην παραδεχτεί τη σχέση του αυτή, μέχρι που σε μεταγενέστερο χρόνο εντόπισε τον Καθ’ ου η Αίτηση αρ.1 με την εξωσυζυγική του σχέση κοντά στο μέρος που συναντιούνταν στη Λεμεσό.
- Η Αιτήτρια υποστηρίζει ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 ξεκίνησε να στρέφεται εναντίον της με διάφορους τρόπους και να την εκδικείται για όλα όσα ανακάλυψε. Ένα μάλιστα από τα αποτελέσματα αυτών του των ενεργειών, είναι ακόμη και η αίτηση με τον πιο πάνω αριθμό, με την οποίαν αξιώνει να του επιστρέψει χρήματα που δήθεν του χρωστά. Στην αίτηση αυτή έδωσε οδηγίες στους δικηγόρους του να γράψουν ένα σωρό ανακρίβειες για το πρόσωπο της, ακόμη και ότι είχε δήθεν δεσμό και ήθελε να χωρίσουν, κάτι που δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα. Τον βοήθησε στα πάντα ακόμη και να αυξηθεί η περιουσία του και αντί ευχαριστώ λάμβανε χαρτιά από δικηγόρους με ένα σωρό ψέματα, μπλόκαρε όλα της τα χρήματα στο Ισραήλ και φυσικά της έκοψε πλέον την πρόσβαση σε όλους τους κυπριακούς λογαριασμούς, σε μια φανερή προσπάθεια του να την στραγγαλίσει οικονομικά. Ακόμη και χρήματα που έλαβε από ασφαλιστική εταιρεία για μια επέμβαση που έκανε, διατείνεται στην Αίτηση που έκανε εναντίον της, ότι της τα έδωσε ο ίδιος, ενώ η αλήθεια είναι ότι εισέπραξε το ποσό των €153.000 περίπου από την ασφαλιστική της εταιρεία, ενώ από το εν λόγω ποσό επένδυσε το ποσό των €70.000.
- Η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι αποτείνεται στο Δικαστήριο λόγω της μεγάλης αλλαγής και ασταθούς συμπεριφοράς του Καθ’ ου η Αίτηση αρ.1 προς την ίδια, αφού θεωρεί ότι αυτός μπορεί να εξανεμίσει την περιουσία που έχει στο όνομα του και μαζί με αυτήν να χαθεί σαφώς και το 50% που της ανήκει.
- Υποστηρίζει ότι η μοναδική έγνοια του Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 είναι μια συνεχής προσπάθεια εξευτελισμού της, αφού της πήρε τα χρήματα της, μετάφερε χρήματα του συνολικού ποσού των USD 3.858,812,47 από τον κοινό τους λογαριασμό στην Ελβετία σε λογαριασμό του, παρουσιάζοντας ως Τεκμήριο 3 την κατάσταση λογαριασμού όπου φαίνεται το υπόλοιπο μετά την μεταφορά, αφού ο Καθ’ ου η αίτηση αρ.1 ήταν ο μοναδικός δικαιούχος σε υπογραφή για τον πιο πάνω κοινό λογαριασμό. Ισχυρίζεται ότι τα εν λόγω χρήματα τα απέστειλαν από κοινό τους λογαριασμό στο Ισραήλ προς την εν λόγω τράπεζα στην Ελβετία, επισυνάπτοντας ως Τεκμήριο 4 καταστάσεις λογαριασμού των χρημάτων που μεταφέρθηκαν. Όπως την συμβουλεύουν οι δικηγόροι της, επειδή είναι πολύ εύκολο να αποξενώσει ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ.1 αλλά και οι Καθ’ ων η Αίτηση αρ.2 την περιουσία που είναι στο όνομα τους, έδωσε οδηγίες στους δικηγόρους της, να καταχωρηθεί η παρούσα αίτηση με την οποίαν ζητεί να μη μπορούν να αποξενώσουν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 2 το 50% της περιουσίας που βρίσκεται στο όνομα τους και έχει δημιουργηθεί λόγω των χρημάτων και της λοιπής στήριξης που παρείχε στον Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1.
- Με βάση τα πιο πάνω, η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι με βάση την συνεισφορά της, οι Καθ’ ων η Αίτηση αρ. 1 και 2 απέκτησαν την ακόλουθη περιουσία, της οποίας ζητεί δέσμευση σε ποσοστό της τάξεως του 50%:
(α) Διαμέρισμα στο Ισραήλ το οποίο είναι εγγεγραμμένο επ’ ονόματι και των δύο τους, με σημερινή αγοραία αξία της τάξεως των €2.000.000, για το οποίο εκκρεμεί ενυπόθηκο δάνειο της τάξεως των €455.000.
(β) Ποσό ύψους €400.000 σε κοινό τραπεζικό λογαριασμό των δύο διαδίκων στην τράπεζα με την ονομασία […].
(γ) Ποσό ύψους €130.000 σε κοινό τραπεζικό λογαριασμό των δύο διαδίκων στην τράπεζα με την ονομασία […].
(δ) Διαμέρισμα με αριθμό […] σε πολυκατοικία και/ή σύμπλεγμα πολυκατοικιών στη Λεμεσό με την ονομασία […] η οποία βρίσκεται στην οδό [….], το οποίο ενοικιάζεται μηνιαίως για το ενοίκιο των €3.200 και το οποίο είναι εγγεγραμμένο και/ή δικαιούχοι εγγραφής επ’ ονόματι των Καθ’ ων η Αίτηση αρ. 2, ήτοι εταιρείας ιδιοκτησίας και/ή την οποίαν διευθύνει ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 με την ονομασία M.Η.L.
(ε) Διαμέρισμα με αριθμό […] σε πολυκατοικία και/ή σύμπλεγμα πολυκατοικιών στη Λεμεσό με την ονομασία […] η οποία βρίσκεται στην οδό […] το οποίο ενοικιάζεται μηνιαίως για το ενοίκιο των €3.300 και το οποίο είναι εγγεγραμμένο και/ή δικαιούχοι εγγραφής επ’ ονόματι των Καθ’ ων η Αίτηση αρ. 2, ήτοι εταιρείας ιδιοκτησίας και/ή την οποίαν διευθύνει ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ.1 με την ονομασία «Μ.H.L.».
(στ) Διαμέρισμα με αριθμό […] σε πολυκατοικία και/ή σύμπλεγμα πολυκατοικιών στη Λεμεσό με την ονομασία […] η οποία βρίσκεται στην οδό […] το οποίο είναι εγγεγραμμένο και/ή δικαιούχος εγγραφής επ’ ονόματι του Καθ’ ου η Αίτηση αρ.1.
(ζ) Διαμέρισμα με αριθμό […] σε πολυκατοικία και/ή σύμπλεγμα πολυκατοικιών στη Λεμεσό με την ονομασία […] η οποία βρίσκεται στην οδό […] το οποίο είναι εγγεγραμμένο και/ ή δικαιούχος εγγραφής επ’ ονόματι του Καθ’ ου η Αίτηση αρ.1.
- Ακολούθως, η Αιτήτρια υποστηρίζει πως είναι φανερό από τα πιο πάνω ότι, η πιο πάνω περιουσία αποκτήθηκε με την κοινή τους προσπάθεια, αφού και οι δυο εργάζονταν και όταν η ίδια σταμάτησε να δουλεύει, το έκανε για να μην έχει καμία έγνοια ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 για ζητήματα που είχαν να κάνουν με τα παιδιά τους και το νοικοκυριό τους γενικά.
- Υποστηρίζει ότι η περιουσία των διαδίκων, από το χρόνο που αποκτήθηκε έως και το χρόνο της διάστασης έχει αυξηθεί κατά τα πιο πάνω αναφερόμενα στοιχεία που βρίσκονται εγγεγραμμένα στο όνομα των Καθ’ ων η Αίτηση αρ.1 και 2 και από τα οποία οι τελευταίοι αποκομίζουν ωφελήματα και ενοίκια, ενώ η Αιτήτρια η οποία ήταν αυτή που παρότρυνε τον Καθ’ ου η αίτηση αρ.1 να τα αγοράσουν αφού αυτός δίσταζε να επενδύσει, σήμερα βρίσκεται στο μηδέν.
- Περαιτέρω, η Αιτήτρια υποστηρίζει ότι γνωρίζοντας τον χαρακτήρα του Καθ’ ου η Αίτηση αρ.1 θεωρεί βέβαιο πλέον ότι Καθ’ ου η Αίτηση αρ.1 θα προβεί σε άμεση αποξένωση της περιουσίας τους, ακόμη και με τρόπο στον οποίον δεν θα εισπράξει ο ίδιος τα χρήματα από την πώληση της, αλλά μέσω τρίτων συγγενικών ή φιλικών σε αυτόν προσώπων, με αποτέλεσμα να καταστήσει για αυτήν σχεδόν αδύνατο να λάβει αυτά που δικαιούται σε σχέση με την συνεισφορά της.
- Είναι η θέση της, ότι η δέσμευση της περιουσίας με τον τρόπο που ζητείται στην Αίτηση, δηλαδή δια της απαγόρευσης να τα αποξενώσει σε ποσοστό ύψους 50% με οποιοδήποτε τρόπο, δεν θα προκαλέσει οποιαδήποτε ζημιά στους Καθ’ ων η Αίτηση αρ. 1 και 2, εφόσον τυχόν έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων, διατηρεί απλά την κατάσταση ως έχει (διατήρηση status quo) μέχρι την εκδίκαση της ανταπαίτησης της. Όπως την συμβουλεύουν οι δικηγόροι της, έχει καλή υπόθεση εναντίον των Καθ’ ων η Αίτηση αρ.1 και 2 και είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης να εκδοθούν τα αιτούμενα διατάγματα, αφού αν δεν εμποδιστούν οι Καθ’ ων η Αίτηση αρ.1 και 2, από του να αποξενώσουν και/ή μεταβιβάσουν και/ή καθ' οιονδήποτε τρόπο διαθέσουν οποιοδήποτε μέρος της ανωτέρω αναφερόμενης περιουσίας τους, δεν θα είναι δυνατή η εκτέλεση οποιασδήποτε απόφασης εναντίον τους και θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί δικαιοσύνη σε κατοπινό στάδιο.
(III) ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΑΘ’ ΟΥ Η ΑΙΤΗΣΗ 1։
- Στις 09/11/2023 ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 καταχώρησε ειδοποίηση ένστασης προβάλλοντας συνολικά δέκα λόγους ένστασης οι οποίοι είναι οι ακόλουθοι։
1. Η Αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί (shall be dismissed) και το Ενδιάμεσο Διάταγμα ημερ. 13/2/23 («το Ενδιάμεσο Διάταγμα») να ακυρωθεί, διότι η Αιτήτρια δεν έχει ικανοποιήσει τις προϋποθέσεις του Άρθρου 32 του Περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60, και συγκεκριμένα:
1.1. Ότι η Αιτήτρια έχει καλή συζητήσιμη υπόθεση (good arguable case) εναντίον του Καθ’ ου η Αίτηση , και
1.2. Ότι η Αιτήτρια έχει καλές πιθανότητες επιτυχίας (good probabilities of success) στην Ανταπαίτηση της, και
1.3. Ότι θα είναι δύσκολο η απίθανο να απονεμηθεί δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο, χωρίς την παραχώρηση των αιτούμενων διαταγμάτων.
2. Η Αιτήτρια έχει παραβιάσει το καθήκον αυτής για πλήρη και ειλικρινή αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων (full and frank disclosure of all material facts) και εγγράφων στο Δικαστήριο κατά την μονομερή ακρόαση της Αίτησης και/ή η Αιτήτρια έχει εσκεμμένα παραπλανήσει (misled) το Σεβαστό Δικαστήριο κατά την μονομερή ακρόαση.
4. Η Αιτήτρια δεν προσέφερε καμία μαρτυρία στο Δικαστήριο που να δικαιολογεί γιατί η ίδια δεν προσέφυγε στο Δικαστήριο εξ’ αρχής παρά μόνο προώθησε την υπό κρίση Αίτηση μονομερώς στο πλαίσιο της Ανταπαίτησης της.
5. Η Αιτήτρια προωθεί την παρούσα διαδικασία, με μοναδικό σκοπό την άσκηση ανάρμοστης πίεσης στον Καθ’ ου η Αίτηση προκειμένου να αποκτήσει περιουσία που δεν της ανήκει και/ή που δεν αποκτήθηκε με οποιαδήποτε δική της συνεισφορά και/ή στην οποία η ίδια δεν συνέβαλε και/ή την οποία δεν δικαιούται.
6. Η Αιτήτρια χρησιμοποιεί καταχρηστικά (ABUSIVELY) τον μηχανισμό της ενδιάμεσης θεραπείας για την επίτευξη ακατάλληλων σκοπών (improper purposes) ή για τον εκβιασμό (blackmail) του Καθ’ ου η Αίτηση.
7. Η Αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί συνοπτικά (summarily dismissed) επειδή η Αιτήτρια εμφανίζεται ενώπιον του Δικαστηρίου με ακάθαρτα χέρια (unclean hands).
8. Άνευ βλάβης των ανωτέρω και/ή διαζευκτικά, η Αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί, γιατί δεν συνοδεύεται από έγκυρη ένορκη δήλωση και/ή μαρτυρία και/ή στερείται οποιασδήποτε μαρτυρίας και/ή η υποστήριξης.
9. H Ένορκη Δήλωση που συνοδεύει την Αίτηση είναι ανύπαρκτη και/ή άνευ σημασίας και/ή είναι ελαττωματική και/ή ανύπαρκτη και/ή αντικανονική.
10. Η Αίτηση είναι ελαττωματική και/ή ενάντια στους θεσμούς και/ή αβάσιμη και/ή αστήρικτη νομικά και πραγματικά.
- Η ένσταση του Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 συνοδεύεται από την ένορκη δήλωση του ημερομηνίας 09/11/2023 στην οποία αναλύει με ιδιαίτερη λεπτομέρεια τα γεγονότα της παρούσης.
- Αρχικά, μετά από συμβουλή του δικηγόρου του, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 υποστηρίζει ότι, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο του δικαστηριακού φακέλου της παρούσης υπόθεσης, η ένορκη δήλωση της Αιτήτριας έχει αγγλικό τίτλο της διαδικασίας και το jurat της ενόρκου Δηλώσεως είναι επίσης στην αγγλική γλώσσα. Όπως τον συμβουλεύει ο δικηγόρος του, η ένορκη δήλωση της Αιτήτριας θα πρέπει να αγνοηθεί από το Δικαστήριο και να μην ληφθεί υπόψιν, διότι εκτελέστηκε ή ετοιμάστηκε με ελαττωματικό ή παράτυπο τρόπο, επειδή το jurat και ο τίτλος του έγιναν στην αγγλική γλώσσα κατά παράβαση των διατάξεων του Νόμου Αρ. 67/88 (όπως τροποποιήθηκε) σχετικά με τις επίσημες γλώσσες της Κυπριακής Δημοκρατίας. Είναι η θέση του δηλαδή, ότι ο τίτλος της ένορκης δήλωσης της Αιτήτριας και το jurat, θα έπρεπε να είχαν συνταχθεί σε μια από τις επίσημες γλώσσες της Κυπριακής Δημοκρατίας, η οποία είναι η ελληνική και η τούρκικη γλώσσα και όχι η αγγλική.
- Επιπρόσθετα, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 ισχυρίζεται κατόπιν συμβουλής του δικηγόρου του, ότι η Αίτηση για ενδιάμεση θεραπεία θα πρέπει να απορριφθεί συνοπτικά και το εκδοθέν προσωρινό διάταγμα θα πρέπει να ακυρωθεί, διότι η Αίτηση για ενδιάμεση θεραπεία δεν υποστηρίζεται από αποδεικτικά στοιχεία, αλλά και οποιαδήποτε δεόντως εκτελεσθείσα και έγκυρη ένορκη δήλωση σύμφωνα με το κυπριακό δίκαιο.
- Στην συνέχεια της ένορκης δήλωσης του, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 αναφέρει ότι ο ίδιος και η Αιτήτρια είναι ισραηλινοί, αλλά διαμένουν μόνιμα στην Κύπρο και συγκεκριμένα στην Επαρχία Λεμεσού από τον Αύγουστο του 2020. Παντρεύτηκαν νόμιμα στις 22/11/2005 στο Ισραήλ και από τον γάμο τους, απέκτησαν τρία παιδιά.
- Ακολούθως, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 ισχυρίζεται ότι από το 2002 είχε ιδρύσει την δική του εταιρεία στο Ισραήλ και μέχρι το γάμο τους το 2005, εργαζόταν ως Senior Tax Manager στην […] του Ισραήλ, δίδασκε μαθήματα σε διάφορες τάξεις προγραμμάτων BA και MBA και παρείχε συμβουλευτικές υπηρεσίες σε διάφορους πελάτες. Αναφέρει ότι η Αιτήτρια είχε τελειώσει το πτυχίο της στο κολλέγιο το 2006 και εργαζόταν ως γραμματέας γραφείου με μισθό €1.000 μηνιαίως. Μετά απέκτησε άδεια για διαχείριση περιουσιακών στοιχείων (license for asset management) και εργάστηκε σε εταιρεία διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων μέχρι τον Δεκέμβριο του 2016. Κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου, απολύθηκε δύο φορές και η τελευταία φορά ήταν τον Δεκέμβριο του 2016. Οι μηνιαίες απολαβές της Αιτήτριας κατά την διάρκεια της εργασίας της στην εταιρεία διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, συγκεκριμένα κατά την περίοδο 2009-2016 ήταν 2.500 Ευρώ κατά μέσο όρο. Δεν ήταν υψηλά αμειβόμενη υπάλληλος και λαμβάνοντας υπόψη το κόστος ζωής στο Ισραήλ, ο μισθός της ήταν μέτριος, αφού ο μέσος μισθός στο Ισραήλ το 2016 ήταν περίπου €2.300.
- Από την άλλη, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 ισχυρίζεται ότι κέρδιζε πολλά χρήματα από την εργασία του και ότι καθ΄ όλους τους ουσιώδεις χρόνους ήταν αυτός που παρείχε τα απαραίτητα για τη διαβίωση τους και ο οποίος μπορούσε να αποταμιεύσει χρήματα από τις απολαβές του.
- Ισχυρίζεται επίσης, ότι λόγω του ότι ο μισθός της Αιτήτριας ήταν ασήμαντος, σε σύγκριση με τις απολαβές και τα εισοδήματά του, αυτή δεν συνέβαλε στα έξοδα συμβίωσης, ούτε στην αγορά του πρώτου διαμερίσματος που αγοράστηκε από τις προσωπικές του καταθέσεις τις οποίες διατηρούσε στον τραπεζικό του λογαριασμό και από ένα ενυπόθηκο δάνειο. Η συμφωνία για την αγορά του διαμερίσματος υπογράφηκε στις 5 Ιουνίου 2006 και το διαμέρισμα παραδόθηκε σε αυτούς τον Φεβρουάριο του 2007. Ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 διευκρινίζει ότι το διαμέρισμα αγοράστηκε από χρήματα που κατατέθηκαν στον προσωπικό του τραπεζικό λογαριασμό και το δάνειο εξοφλήθηκε με τα χρήματα που κατατέθηκαν σε αυτόν τον λογαριασμό, αλλά η Αιτήτρια έγινε συνιδιοκτήτρια αυτού του τραπεζικού λογαριασμού μόνο στις 9 Ιουνίου 2006 και από τότε δεν είχαν γίνει μεταφορές χρημάτων από την Αιτήτρια σε αυτόν τον κοινό λογαριασμό, οπότε είναι αδύνατον για την Αιτήτρια να ισχυριστεί ότι τα χρήματα με τα οποία αγοράστηκε το πρώτο διαμέρισμα ήταν και από τα δικά της κέρδη.
- Στην συνέχεια της ένορκης του δήλωσης, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 υποστηρίζει πως μετά την γέννηση του γιου τους, περνούσαν μια πολύ άσχημη και περίπλοκη φάση στο γάμο τους και ιδιαίτερα επειδή η μητέρα της Αιτήτριας μετακόμισε στο σπίτι όπου έμεναν με το παιδί τους, αλλά και λόγω της κατάθλιψής της. Η Αιτήτρια απαιτούσε να ζει η μητέρα της μαζί τους, παρά την διαφωνία του αναφορικά με το ζήτημα αυτό. Η παρουσία της μητέρας της συνεχώς στο σπίτι τους, προκαλούσε καυγάδες που οδήγησαν εν τέλει την σχέση τους σε δύσκολα μονοπάτια. Λόγω αυτού του γεγονότος, αποφάσισε να ενοικιάσει ένα ξεχωριστό διαμέρισμα για την μητέρα της το 2011-2012 και πλήρωνε τα έξοδα της, ώστε να την βοηθά με το νοικοκυριό και τα παιδιά και να την κάνει να νιώσει καλύτερα.
- Όταν γεννήθηκε το 2013 η θυγατέρα τους Ε.Μ. μετακόμισαν σε ένα μεγαλύτερο σπίτι το οποίο κάλυψε τις ανάγκες τους λόγω και της γέννησης του δεύτερου τους παιδιού. Το νέο μεγάλο διαμέρισμα 5 υπνοδωματίων με δύο ορόφους αγοράστηκε από τα κεφάλαια που κέρδισε από την εργασία του και ένα ενυπόθηκο δάνειο που εξοφλήθηκε επίσης από τα κεφάλαια που κέρδισε από την δουλειά του. Η Αιτήτρια δεν μπορούσε να συνεισφέρει στην αγορά του διαμερίσματος, ούτε στην αποπληρωμή του δανείου. Η τιμή αγοράς του ήταν περίπου 1 εκατομμύριο ευρώ και είχε πουλήσει το προηγούμενο διαμέρισμα για €300.000. Το νέο διαμέρισμα ήταν εγγεγραμμένο στο όνομα και των δύο τους, αν και αγοράστηκε με τα κεφάλαια που κέρδισε χωρίς καμία συνεισφορά της Αιτήτριας, καθώς και με ενυπόθηκο δάνειο ύψους €645.000 το οποίο και πάλι αποπληρώθηκε από τον ίδιο. Η αποπληρωμή του δανείου ξεκίνησε το 2013 και η μηνιαία δόση ήταν περίπου διπλάσια από τον μηνιαίο μισθό της Αιτήτριας, επομένως είναι προφανές ότι δεν μπορούσε να συνεισφέρει με κανέναν τρόπο στην αγορά του νέου διαμερίσματος ή στην αποπληρωμή του δανείου. Η τρέχουσα αξία του διαμερίσματος είναι περίπου 2.000.000 Ευρώ και το υπόλοιπο του ενυπόθηκου δανείου είναι προς το παρόν μηδενικό, καθώς εξοφλήθηκε τον Οκτώβριο του 2023 μέσω πληρωμών από κοινό λογαριασμό που τηρείται στην […] και στην […] στο Ισραήλ, οι καταθέσεις των οποίων προήλθαν από τα κέρδη του.
- Ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 ισχυρίζεται ότι μετά την γέννηση του δεύτερου παιδιού τους, η σχέση τους έγινε ακόμα πιο δύσκολη, κυρίως λόγω της συνεχούς εμπλοκής και παρέμβασης της μητέρας της Αιτήτριας, η οποία μετακόμισε μαζί τους στο νέο σπίτι παρά τις συνεχείς διαφωνίες του. Η μητέρα της Αιτήτριας έμενε στο ίδιο διαμέρισμα μαζί τους, αλλά στον επάνω όροφο και ο ίδιος συνέχισε να χρηματοδοτεί τη διαμονή της, ενώ αυτός ο όροφος μπορούσε εύκολα να ενοικιαστεί ως ξεχωριστό διαμέρισμα για περίπου €1.000 μηνιαίως. Αναφέρει ακόμα ότι το 2015 απέκτησαν το τρίτο τους παιδί, τον D.P. όπου μετά την γέννηση του προσέλαβε μια οικιακή βοηθό, την οποία πλήρωνε ο ίδιος για να βοηθά την Αιτήτρια στις δουλειές του σπιτιού και στην ανατροφή του μικρού παιδιού και ταυτόχρονα η Αιτήτρια επέμενε να μένει μαζί τους η μητέρα της για να την βοηθά με τα παιδιά.
- Υποστηρίζει ακολούθως, ότι τον Δεκέμβριο του 2016, η Αιτήτρια απολύθηκε από την εργασία της και αποφάσισε ότι δεν ήθελε πλέον να εργάζεται. Ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 συνεχώς της πρότεινε να την βοηθήσει, μέσω των διασυνδέσεων του για να βρει άλλη δουλειά ή να μάθει κάτι καινούργιο ώστε να αλλάξει περιβάλλον, να βελτιώσει τις δεξιότητές της, να πετύχει στην καριέρα της και να βοηθήσει τον εαυτό της ψυχολογικά, αλλά αυτή επέμενε ότι ήταν καλύτερα στο σπίτι. Στην συνέχεια, προσπάθησε να ανοίξει μια επιχείρηση μόδας αλλά απέτυχε. Ισχυρίζεται ότι η Αιτήτρια από τον Ιανουάριο του 2017 δεν είχε καθόλου εισοδήματα και ήταν απόλυτα εξαρτημένη οικονομικά από τον ίδιο, αν και είχε την δυνατότητα και τις ευκαιρίες να εξεύρει εργασία και να εξασφαλίσει μισθό. Διευκρινίζει ότι η Αιτήτρια δεν έμεινε στο σπίτι για να μεγαλώσει τα παιδιά και ότι στην πραγματικότητα, δεν μεγάλωσε τα παιδιά μόνη της, αλλά με την βοήθεια της μητέρας της και της οικιακής βοηθού.
- Ακολούθως, ο Καθ’ ου η Αίτηση αναφέρει ότι σε μια προσπάθεια να σώσουν τον γάμο τους και τα παιδιά τους να έχουν μια καλύτερη ποιότητα ζωής, αλλά και για άλλους ιατρικούς λόγους που σχετίζονται με τον ίδιο, αποφάσισαν να μετακομίσουν στην Κύπρο, χωρίς την μητέρα της Αιτήτριας και να ξεκινήσουν την ζωή τους εκεί. Η Αιτήτρια συμφώνησε με την πρόταση του και τον Αύγουστο του 2020 μετακόμισαν μόνιμα στην Κύπρο, όπου οι σχέσεις τους άρχισαν σιγά σιγά να βελτιώνονται.
- Λόγω του γεγονότος, ότι ξεκίνησε τον Αύγουστο του 2020 το διαδικτυακό πρόγραμμα Advanced Management στο Harvard Business School, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 πρότεινε στην Αιτήτρια να προσλάβει μια οικιακή βοηθό για να την βοηθήσει με τις δουλειές του σπιτιού και με τα παιδιά. Η Αιτήτρια απέρριψε την πρόταση του ισχυριζόμενη ότι υπήρχαν κίνδυνοι λόγω του covid και ότι προτιμούσε τη μητέρα της. Έτσι, αναγκάστηκε να συμφωνήσει να φέρει την μητέρα της στην Κύπρο, υπό τον όρο ότι θα έμενε μαζί τους μόνο για 4 εβδομάδες.
- Ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 ισχυρίζεται ότι με τον ερχομό της μητέρας της Αιτήτριας, οι σχέσεις τους είχαν γίνει αφόρητες για τον ίδιο και η απόσταση μεταξύ τους αυξήθηκε και έγινε αγεφύρωτη. Στην συνέχεια, ζήτησε από την Αιτήτρια να ζητήσει από την μητέρα της να επιστρέψει στο Ισραήλ, αλλά εκείνη αρνήθηκε. Οι τσακωμοί μεταξύ τους συνεχίστηκαν αμείωτοι και τότε ήταν σαφές ότι όλες οι προσπάθειες για να σώσουν τον γάμο τους είχαν εξαντληθεί και ο γάμος τους ήταν ήδη νεκρός. Ισχυρίζεται ότι από τις αρχές Οκτωβρίου του 2020, σταμάτησαν να ζουν ως ζευγάρι και διαβίωναν μόνο κάτω από την ίδια στέγη για χάρη των παιδιών τους.
- Ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 υποστηρίζει ότι από τον Οκτώβριο του 2020, ήταν χωρισμένοι και δεν ελάμβαναν καμία κοινή απόφαση για το οικονομικό τους μέλλον ή οποιαδήποτε άλλη κοινή απόφαση. Εν τούτοις, για να αποκτήσει για όλα τα μέλη της οικογένειάς του, την κυπριακή άδεια μόνιμης διαμονής, αγόρασε τον Φεβρουάριο του 2021 περίπου, ένα διαμέρισμα υπό κατασκευή έναντι του ποσού των €900.000. Ισχυρίζεται ότι χωρίς την αγορά ενός νέου διαμερίσματος, δεν μπορούσε να διευθετήσει την απόκτηση των κυπριακών αδειών μόνιμης διαμονής για τον ίδιο και τα μέλη της οικογένειάς του. Σημειώνει ότι η αγορά του παραπάνω διαμερίσματος έγινε από τον ίδιο και για προσωπικούς επενδυτικούς σκοπούς.
- Ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 ισχυρίζεται ότι κατά/ή περί την 21ην Νοεμβρίου 2022, ανακάλυψε ότι η Αιτήτρια έδωσε εντολή στους ισραηλινούς δικηγόρους να ξεκινήσουν διαδικασίες στο Ισραήλ για διαζύγιο και για άλλα θέματα και ότι οι δικηγόροι της είχαν υποβάλει κάποιες διαδικασίες. Επιπλέον, ανακάλυψε ότι η Αιτήτρια καταχράστηκε την εμπιστοσύνη του αποσύροντας μεγάλα ποσά από τον προσωπικό του τραπεζικό λογαριασμό μέσω χρεωστικής κάρτας που διατηρούσε, με μοναδικό σκοπό να την χρησιμοποιήσει για να καλύψει τα έξοδα του σπιτιού, για το συνολικό ποσό των €153.000 τους τελευταίους 18 μήνες πριν από την καταχώρηση της Αίτησης περιουσιακών διαφορών.
- Ειδικότερα, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 αναφέρει ότι κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στο Ισραήλ, ο μηνιαίος προϋπολογισμός που ξόδευε η Αιτήτρια για οικιακά και προσωπικά έξοδα ήταν περίπου €2.500-3.000. Κατά την πιο πάνω περίοδο, ισχυρίζεται ότι κάλυψε από τα προσωπικά του κεφάλαια, τα σχολικά έξοδα των παιδιών τους, τα ασφαλιστήρια συμβόλαια, ιατρικούς, λογαριασμούς κοινής ωφέλειας, συντήρηση αυτοκινήτου, έξοδα κ.λπ., συμπεριλαμβανομένων των μηνιαίων μισθών της οικονόμου που βοηθούσε τη Αιτήτρια στο σπίτι τους. Παρόλο που ο γάμος τους είχε λήξει από τον Οκτώβριο του 2020, η συνέχιση της συμβίωσής τους στην ίδια κατοικία του έγινε αδύνατη και αφόρητη και έτσι μετακόμισε σε άλλο σπίτι από τις 4 Δεκεμβρίου 2022.
- Ακολούθως, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 υποστηρίζει ότι τα διαμερίσματα της Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2 αγοράστηκαν μέσω κεφαλαίων που μεταφέρθηκαν από τον κοινό τραπεζικό λογαριασμό […] ως εισφορά μετοχικού κεφαλαίου στην προαναφερόμενη εταιρεία. Σε αντάλλαγμα της εισφοράς του στο μετοχικό κεφάλαιο ύψους €950.000, η Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2 εξέδωσε και παραχώρησε στο όνομά του 950.000 μετοχές του ενός ευρώ η κάθε μία. Διευκρινίζει ότι είναι ο ιδιοκτήτης των μετοχών της Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2 και ο διευθυντής της, αλλά η εν λόγω εταιρεία είναι η ιδιοκτήτρια των διαμερισμάτων, άρα η Αιτήτρια δεν έχει κανένα νόμιμο δικαίωμα να διεκδικήσει οποιαδήποτε συνεισφορά στην απόκτηση τους, αφού δεν είχε συνεισφέρει με κανέναν τρόπο στην αγορά τους.
- Υποστηρίζει ακόμα, ότι τα εν λόγω διαμερίσματα αγοράστηκαν από την Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2 από κεφάλαια που εισέπραξε σύμφωνα με την εισφορά των μετόχων στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας. Η απόκτηση των πιο πάνω μετοχών της Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2 έγινε στις 19/08/2022 έναντι πληρωμής από τον Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 του ποσού των €950.000 στη εν λόγω εταιρεία και συγκεκριμένα μετά τον χωρισμό του με την Αιτήτρια που έγινε περίπου τον Οκτώβριο του 2020. Διευκρινίζει ότι δεν έχει προσωπικά ιδιοκτησιακά δικαιώματα επί των διαμερισμάτων της Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2, αφού τα δύο διαμερίσματα αποτελούν περιουσιακό στοιχείο της εν λόγω εταιρείας.
- Στην συνέχεια της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την ένσταση του, ο Καθ’ ου η Αίτηση υποστηρίζει ότι η Αιτήτρια όχι μόνο παρέλειψε να παρουσιάσει ουσιαστικά γεγονότα αλλά και παραπλάνησε το Δικαστήριο παρουσιάζοντας μια ψευδή εικόνα των γεγονότων της διαφοράς και αν το Δικαστήριο γνώριζε όλα τα ουσιαστικά γεγονότα, δεν θα είχε εκδώσει ποτέ το διάταγμα, αλλά και ότι η αίτηση για έκδοση ενδιάμεσων διαταγμάτων θα πρέπει να απορριφθεί, επειδή τα στοιχεία στα οποία βασίζεται είναι παραπλανητικά.
- Ειδικότερα, ισχυρίζεται ότι η Αιτήτρια υποστήριξε παραπλανητικά ότι ο μισθός της συν το μπόνους ήταν υψηλότερος από τον δικό του, αλλά το υψηλότερο εισόδημα που είχε ποτέ η Αιτήτρια ήταν το 2016, όταν είχε εισόδημα περίπου €4.115 μηνιαίως, ενώ το χαμηλότερο ποσό του μισθού της ήταν περίπου €1.500 Ευρώ. Ισχυρίζεται ότι ο υψηλότερος μισθός της για το κόστος ζωής στο Ισραήλ, είναι ένας μέσος μισθός και τίποτα περισσότερο. Επειδή αυτός ήταν ο υψηλότερος μισθός που είχε ποτέ αναφέρει, υποστηρίζει ότι ήταν αδύνατο να συνέβαλε με οποιονδήποτε τρόπο στην αγορά των διαμερισμάτων στο Ισραήλ.
- Επιπρόσθετα, η Αιτήτρια παρέλειψε να αποκαλύψει στο Δικαστήριο ότι συνενώθηκε στον προσωπικό του τραπεζικό λογαριασμό στο Ισραήλ, λίγο μετά την υπογραφή της συμφωνίας για την αγορά του πρώτου διαμερίσματος, επομένως ήταν αδύνατο να έχει συνεισφέρει με οποιονδήποτε τρόπο στην αγορά του πρώτου διαμερίσματος.
- Περαιτέρω, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 ισχυρίζεται ότι η Αιτήτρια παρέλειψε να αποκαλύψει στο Δικαστήριο ότι δεν είχε μεταφέρει ποτέ χρήματα στον κοινό τους λογαριασμό, εκτός από τον μηνιαίο μισθό της, μέχρι το τέλος του 2016 και επομένως θα ήταν αδύνατο να συνεισφέρει στην αγορά του δεύτερου διαμερίσματος ή στην πληρωμή των δανείων.
- Ενώ η Αιτήτρια υποστηρίζει μέσα από την ένορκη δήλωση της, ότι τα διαμερίσματα στην Κύπρο αγοράστηκαν από κοινά χρήματα που αποκτήθηκαν από την εργασία τους, είναι σαφές ότι δεν θα ήταν δυνατό από τον μισθό της να εξοικονομήσει ένα τέτοιο ποσό χρημάτων, ιδίως λαμβάνοντας υπόψη ότι σταμάτησε να εργάζεται το 2017. Η Αιτήτρια δήλωσε παραπλανητικά ότι είχε την πεποίθηση, ότι το διαμέρισμά είχε μεταβιβαστεί και σε αυτήν, αλλά γνώριζε πολύ καλά ότι ο Καθ΄ ου η Αίτηση αρ. 1 αγόρασε το διαμέρισμα για να αποκτήσει άδεια διαμονής για όλα τα μέλη της οικογένειας και για προσωπικές του επενδύσεις. Γνωρίζει επίσης, ότι δεν πήγε ποτέ στο κτηματολόγιο και δεν υπέγραψε ποτέ τίποτα για αυτό το διαμέρισμα, επομένως ήταν αστείο να πιστεύει κανείς ότι το διαμέρισμα ήταν και στο όνομά της.
- Ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 υποστηρίζει ακόμα ότι η Καθ΄ ης η Αίτηση αρ. 2 αγόρασε τα συγκεκριμένα διαμερίσματα χρησιμοποιώντας κεφάλαια που συγκέντρωσε με τη μορφή μετοχικής εισφοράς στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας. Ισχυρίζεται ότι δεν είχε ποτέ συζητήσει με την Αιτήτρια για κάποιο επιχειρηματικό θέμα της εν λόγω εταιρείας ή ακόμα και για την ίδρυση της. Διευκρινίζει ότι είχε σταματήσει να λαμβάνει οποιεσδήποτε αποφάσεις με την Αιτήτρια εδώ και αρκετό καιρό, ειδικά τις οικονομικές αποφάσεις μιας και ήταν αυτός που παρείχε χρήματα για την οικογένεια. Επίσης, αυτές οι αγορές έγιναν για δικούς του επενδυτικούς σκοπούς, αγοράστηκαν από τα χρήματα που κέρδισε και επομένως ήταν μέρος της επιχείρησής του και άρα η Αιτήτρια δεν είχε καμία σχέση με αυτές.
- Επιπλέον, υποστηρίζει ότι η Αιτήτρια γνώριζε ότι αγόρασε ένα από τα διαμερίσματα στην Κύπρο, δηλαδή το […] όχι για τον ίδιο αλλά για την μητέρα του και ότι θα είχε καταχωρηθεί στο όνομά της ως δώρο σε αυτήν, όταν θα μετεγκατασταθεί στην Κύπρο. Ισχυρίζεται επίσης, ότι πριν διευθετήσει την υπογραφή της σύμβασης πώλησης στο όνομα της μητέρας του, ο φορολογικός του σύμβουλος του είπε ότι είναι καλύτερο να αγόραζε το διαμέρισμα προσωπικά, προκειμένου να ενισχυθεί η θέση της φορολογικής του κατοικίας στην Κύπρο, επισυνάπτοντας ως ΤΕΚΜΗΡΙΟ 4 το σχετικό έγγραφο (POA) που δείχνει ότι το διαμέρισμα αυτό αγοράστηκε για τη μητέρα του και υποτίθεται ότι προοριζόταν να καταχωρηθεί στο όνομά της. Η Αιτήτρια δεν το αποκάλυψε στο Δικαστήριο στην προσπάθειά της να δείξει μεγαλύτερη αύξηση της περιουσίας. Σε κάθε περίπτωση όμως η Αιτήτρια δεν συνέβαλε στην αγορά των διαμερισμάτων στην Κύπρο τα οποία αγοράστηκαν πολύ μετά τον χωρισμό τους, δηλαδή μετά τον Οκτώβριο του 2020.
- Επιπρόσθετα, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 υποστηρίζει ότι η Αιτήτρια δεν αποκάλυψε στο Δικαστήριο ότι απευθύνθηκε στο Δικαστήριο του Ισραήλ τον Νοέμβριο του 2022 και υπέβαλε ορισμένες διαδικασίες προκειμένου να αποκτήσει καταχρηστικά και παράνομα, δικαιοδοσία στο Ισραήλ για την υποβολή της αίτησης διαζυγίου και της αμφισβητούμενης περιουσίας. Το Δικαστήριο στο Ισραήλ απέρριψε την υπόθεσή της επειδή δεν είχε δικαιοδοσία και επισύναψε ως Τεκμήρια αρ 5 και 6 στην ένορκη δήλωση του, τα σχετικά έγγραφα που δείχνουν την κατάθεση των διαδικασιών εναντίον του στο Ισραήλ και την απόφαση του Δικαστηρίου.
- Περαιτέρω, ισχυρίζεται ότι η Αιτήτρια δήλωσε παραπλανητικά ότι τα χρήματα που είχε συγκεντρώσει και είχε επενδύσει στο Ισραήλ ήταν τα χρήματά της από την ασφαλιστική της εταιρεία. Αποκρύβει ότι ο ίδιος πλήρωνε για την ασφάλισή της και εξακολουθεί να πληρώνει. Παραλείπει να αναφέρει ότι πλήρωσε όλα τα έξοδα για το χειρουργείο της και επομένως η πληρωμή από την ασφάλεια δεν ήταν τα χρήματά της, αφού δεν κατέβαλε τίποτα για εκείνη την επέμβαση.
- Σε σχέση με τον παραπλανητικό ισχυρισμό της, ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 την απέκλεισε από τους λογαριασμούς της σε Κύπρο και Ισραήλ και ότι προσπαθεί να την ταπεινώσει ή να την αποξενώσει από οποιαδήποτε περιουσία, υποστηρίζει πως αυτό είναι αναληθές. Ειδικότερα, ισχυρίζεται ότι η Αιτήτρια δεν διατηρούσε ποτέ λογαριασμό στην Κύπρο και ήταν εξαρτημένη οικονομικά από τον ίδιο, οπότε αφού ανακάλυψε ότι αυτή έβγαζε τεράστια ποσά από τους προσωπικούς του λογαριασμούς μέσω της χρεωστικής κάρτας που της είχε κανονίσει, με μοναδικό σκοπό να καλύψει ορισμένα από τα έξοδα του νοικοκυριού, την απέκλεισε αμέσως από τη συνέχιση αυτής της συμπεριφοράς. Ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 αναφέρει ότι αφού παρατήρησε ότι για 18 μήνες η Αιτήτρια άρχισε να συμπεριφέρεται παράξενα και να ξοδεύει τεράστια χρηματικά ποσά, επικοινώνησε με τους δικηγόρους του και απέστειλαν στις 16/01/2023 επιστολή σε αυτήν, δηλώνοντας ότι θα παρείχε για τη διατροφή των παιδιών ένα συγκεκριμένο χρηματικό ποσό, κάτι το οποίο η ίδια απέκρυψε από το Δικαστήριο.
- Επιπρόσθετα, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 ισχυρίζεται ότι η Αιτήτρια απέκρυψε από το Δικαστήριο ότι τα χρήματα που διατηρούντο στην ελβετική τράπεζα […] ήταν τα ίδια χρήματα που είχαν στην […]. Προχώρησε στο άνοιγμα αυτού του λογαριασμού στην Ελβετία το 2020 επειδή μετακόμισαν από το Ισραήλ στην Κύπρο, επομένως αποφάσισε να μεταφέρει τα χρήματα από το Ισραήλ. Μετέφερε τα χρήματα από τον κοινό λογαριασμό στην Ελβετία στον δικό του λογαριασμό, επειδή η Αιτήτρια είχε ρωσικό διαβατήριο και φοβόταν ότι με τον πόλεμο και τις κυρώσεις θα είχαν συνέπειες λόγω του ρωσικού διαβατηρίου της. Παρά το γεγονός ότι, η Αιτήτρια γνώριζε όλες αυτές τις περιστάσεις τις απέκρυψε από το Δικαστήριο για να δημιουργήσει υπόθεση και να παγώσει καταχρηστικά τα περιουσιακά του στοιχεία.
- Ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 δηλώνει επίσης, ότι τα χρήματα που μεταφέρθηκαν στην Ελβετία ήταν τα χρήματα που ήταν κατατεθειμένα στην […] στο Ισραήλ, τα οποία κέρδισε από την επιχείρηση και την εργασία του στα οποία η Αιτήτρια δεν συνεισέφερε και δεν μπορούσε να συνεισφέρει, επειδή ο μισθός της δεν ήταν αρκετά υψηλός για να εξοικονομήσει χρήματα και να προχωρήσει σε τέτοιες επενδύσεις. Ισχυρίζεται ότι, από τη στιγμή που πρόσθεσε την Αιτήτρια σε αυτούς τους λογαριασμούς ως κοινή κάτοχο λογαριασμού, δεν είχε συνεισφέρει ούτε είχε μεταφέρει χρήματα σε αυτούς τους λογαριασμούς, αλλά πρόσθεσε την Αιτήτρια στους εν λόγω λογαριασμούς, ώστε να μπορεί να χρησιμοποιήσει χρήματα για οικιακές ή άλλες ανάγκες της οικογένειάς τους ή προσωπικές της ανάγκες όταν παντρεύτηκαν και ζούσαν ως ζευγάρι, πριν από τον Οκτώβριο του 2020.
- Περαιτέρω, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 υποστηρίζει ότι αναφορικά με τον ισχυρισμό της Αιτήτριας ότι την απέκλεισε από τους λογαριασμούς στο Ισραήλ, αυτή αποκρύπτει από το Δικαστήριο ότι και οι δύο ήταν υπογράφοντες στους τραπεζικούς λογαριασμούς και δεν χρειαζόταν την υπογραφή ή τη συγκατάθεσή της για να προχωρήσει σε οποιεσδήποτε συναλλαγές, επειδή τα χρήματα σε αυτούς τους λογαριασμούς ήταν προσωπικά του χρήματα. Παρατηρώντας την προαναφερόμενη απερίσκεπτη συμπεριφορά της, ζήτησε από την τράπεζα, περίπου περί το τέλος Δεκεμβρίου 2022, να απαιτείται η υπογραφή ή η έγκριση και από τους δύο για όλες τις συναλλαγές που θα πραγματοποιηθούν. Δηλαδή, μπλόκαρε την Αιτήτρια από το να χρησιμοποιεί καταχρηστικά την κάρτα και να ξοδεύει αλόγιστα χρήματα χωρίς τη συγκατάθεσή του, γεγονός που και πάλι αυτή απέκρυψε.
- Είναι η θέση του Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1, ότι η Αιτήτρια δεν αποκάλυψε ότι είχε καταχωρήσει αίτηση γονικής μέριμνας και είχε εκδοθεί διάταγμα stop list, το οποίο έγινε απόλυτο στις 9 Δεκεμβρίου 2022 λόγω της μη εμφάνισής της. Ισχυρίζεται ότι η Αιτήτρια δεν το αποκάλυψε γιατί ήθελε να δείξει ότι οι διαδικασίες και η αίτηση για περιουσιακές διαφορές ήταν ξαφνικές και απροσδόκητες, αλλά ίσχυε το αντίθετο. Η Αιτήτρια γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει από τις 21 Νοεμβρίου 2022 και/ή τουλάχιστον από τις 9 Δεκεμβρίου 2022 την πρόθεσή του να προχωρήσει σε αίτηση διαζυγίου και περιουσιακών διάφορων ενώπιον των κυπριακών Δικαστηρίων και αυτή δεν είχε κάνει οποιοδήποτε βήμα στην Κύπρο για να εξασφαλίσει τα φερόμενα δικαιώματά της, αλλά προσπαθούσε μέσω αγοράς δωσιδικίας (forum shopping) να καταθέσει αξιώσεις στα ισραηλινά δικαστήρια.
- Επίσης, υποστηρίζει ότι η Αιτήτρια δεν είχε αποκαλύψει στο Δικαστήριο ότι τα κεφάλαια που χρησιμοποίησε η Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2 για την αγορά των δύο διαμερισμάτων της και τα οποία αναφέρονται στην ένορκη δήλωση της, ήταν τα ίδια κεφάλαια που εισέπραξε η εταιρεία από τον ίδιο, λόγω της παραχώρησης των παραπάνω μετοχών.
- Καθίσταται σαφές από τα πιο πάνω, ότι η Αιτήτρια παρουσίασε μια παραπλανητική και ψευδή εικόνα σχετικά με την διαφορά τους ενώπιον του Δικαστηρίου, παρέλειψε πολλά ουσιώδη γεγονότα, οικοδόμησε μια ψευδή και αναληθή υπόθεση και την παρουσίασε στο Δικαστήριο προκειμένου να λάβει ένα μονομερές διάταγμα εναντίον του. Διευκρινίζει ακόμα, ότι παρόλο που όλα τα περιουσιακά στοιχεία που περιγράφει η Αιτήτρια στην ένορκη δήλωση της, είναι δικά του περιουσιακά στοιχεία, τα οποία αγοράστηκαν με τη σκληρή εργασία του χωρίς καμία συνεισφορά της και θα μπορούσε να τα πουλήσει ή να τα διαθέσει, πολύ πριν από την έκδοση του διατάγματος, ποτέ δεν είχε τέτοιο σκοπό και ούτε έδειξε καμία πρόθεση να πνίξει την Αιτήτρια οικονομικά ή να την αποκλείσει από την συνεισφορά της.
- Ισχυρίζεται ακόμα, ότι η Αιτήτρια δεν προχώρησε σε κάποιο βήμα για να ζητήσει περιουσιακά στοιχεία ως συνεισφορά στην αύξηση της περιουσίας του μέχρι να υποβάλει την παραπάνω Αίτηση. Αυτό καταδεικνύει, ότι δεν είχε καμία ανησυχία για την αποξένωση των περιουσιακών στοιχείων, αλλά απλώς παρουσίασε ορισμένα αναληθή γεγονότα προκειμένου να παραπλανήσει το Δικαστήριο και να εκδώσει εκ των υστέρων διάταγμα.
- Στην συνέχεια της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την ένσταση του, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 αναφέρει ότι κατά ή περί τον Νοέμβριο του 2005 η συνολική αξία των κινητών περιουσιακών του στοιχείων ήταν περίπου €800.000. Περαιτέρω, ισχυρίζεται ότι περίπου στις αρχές Οκτωβρίου 2020, η ιδιοκτησία του («τελική ιδιοκτησία») ήταν ένα διαμέρισμα στο Ισραήλ, το οποίο είναι καταχωρημένο στα κοινά ονόματα τους, του οποίου η τρέχουσα αγοραία αξία είναι περίπου €2.000.000. Το υπάρχον ενυπόθηκο δάνειο ύψους €455.000 εξοφλήθηκε πρόσφατα με πληρωμές που έγιναν από κοινούς λογαριασμούς σε […] και […]. Επίσης, διαθέτει καταθέσεις μετρητών σε κοινούς τραπεζικούς λογαριασμούς τους, συνολικού ύψους €3.298.000-.
- Με πλήρη επιφύλαξη του δικαιώματός του να αποδείξει μικρότερη εισφορά από το 1/3 της Αιτήτριας στην απόκτηση της πιο πάνω περιουσίας, σε περίπτωση που η ανωτέρω εισφορά αμφισβητηθεί από την Αιτήτρια, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 υποστηρίζει ότι αυτή θα δικαιούταν 1.347.000 ευρώ. Από το παραπάνω ποσό, θα πρέπει να αφαιρεθεί το ποσό των €70.000 που επένδυσε η Αιτήτρια στο συμβουλευτικό κέντρο της ψυχολόγου και το οποίο της έδωσε ο ίδιος, ενώ η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι αυτό το ποσό το δικαιούταν από την αποπληρωμή του ασφαλιστηρίου υγείας. Ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 διευκρινίζει ότι πλήρωνε και εξακολουθεί να πληρώνει για την ασφάλιση υγείας της Αιτήτριας, επομένως το ποσό που πλήρωσε η ασφάλεια ανήκει σε αυτόν.
- Επίσης, υποστηρίζει ότι θα πρέπει να αφαιρεθεί το ποσό των €55.000 που χρησιμοποίησε για την ανακαίνιση του σπιτιού που μένει η μητέρα της στο Ισραήλ, με το οποίο δεν συμφώνησε ποτέ αλλά αναγκάστηκε να το κάνει κάτω από τεράστια πίεση. Επιπρόσθετα, ισχυρίζεται ότι θα πρέπει να αφαιρεθεί το ποσό των €153.000 που είχε αποσύρει η Αιτήτρια από τον τραπεζικό του λογαριασμό στην Κύπρο, χωρίς καμία αιτιολόγηση. Επίσης, το ποσό των €10.000 που αντιπροσωπεύει το 50% του συνολικού ποσού που έχει κατατεθεί σήμερα στον κοινό τραπεζικό λογαριασμό των διαδίκων που τηρείται στην Τράπεζα […]. Ακόμα θα πρέπει να αφαιρεθεί το ποσό των κεφαλαίων ύψους €10.000 που αντιπροσωπεύει το 50% του συνολικού ποσού που είναι σήμερα κατατεθειμένο στον τραπεζικό λογαριασμό των διαδίκων ο οποίος τηρείται στην Τράπεζα […]. Περαιτέρω, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 ισχυρίζεται ότι θα πρέπει να αφαιρεθεί το ποσό του €1.000.000-. που αντιπροσωπεύει το 50% της συνολικής καθαρής αξίας του διαμερίσματος στο Ισραήλ, το οποίο σήμερα είναι εγγεγραμμένο στο όνομα της Αιτήτριας.
- Πέραν τούτων, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 υποστηρίζει ότι το συνολικό ποσό των €1.298.000 που αναλύθηκε πιο πάνω, θα πρέπει να αφαιρεθεί από το συνολικό ποσό των €1.347.000 που είναι η εκτίμηση της συνεισφοράς του 1/3 της Αιτήτριας στην αύξηση της περιουσίας του, που απέκτησε κατά τον γάμο των διαδίκων και μέχρι τον χωρισμό τους, δηλαδή από τον Νοέμβριο του 2005 έως τις αρχές Οκτωβρίου 2020. Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, με την Αίτηση για διαχωρισμό της περιουσίας, αξιώνει διάταγμα ή δήλωση ότι η Αιτήτρια δικαιούται πρόσθετη πληρωμή μόνο του ποσού των €49.667.
- Υπό το πρίσμα των πιο πάνω, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 υποστηρίζει ότι η Αιτήτρια δεν δικαιούται ούτε το 1/3 της αύξησης της περιουσίας του, αφού δεν είχε συνεισφέρει σε αυτήν με κανέναν τρόπο, διότι έμενε σπίτι με τα παιδιά από το 2017 αλλά δεν μεγάλωνε τα παιδιά μόνη της, αφού είχε την μητέρα της και μια οικονόμο να τη βοηθούν, ενώ τα έξοδα διαμονής αλλά και διαβίωσης της μητέρας της χρηματοδοτήθηκαν από τον ίδιο.
- Περαιτέρω, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 ισχυρίζεται ότι η Αιτήτρια, δεν είχε αποδείξει την ύπαρξη του κατεπείγοντος ή οποιασδήποτε άλλης ειδικής περίστασης, η οποία να δικαιολογούσε την έκδοση μονομερών διαταγμάτων και πριν το Δικαστήριο να του δώσει την ευκαιρία να ακουστεί και να παρουσιάσει την υπόθεσή του. Υποστηρίζει ότι η ένορκη δήλωση της Αιτήτριας δεν περιέχει κανένα στοιχείο που να δικαιολογεί την μονομερή έκδοση του διατάγματος. Η Αιτήτρια γνώριζε την πρόθεσή του να κινηθεί στα κυπριακά Δικαστήρια για διαζύγιο και περιουσιακές διαφορές και για αυτό το λόγο επιχείρησε μέσω αγοράς δωσιδικίας (forum shopping) να καταχωρήσει αγωγή στο Ισραήλ για τέτοια θέματα, τις οποίες δεν αποκάλυψε στο Δικαστήριο στην μονομερή ακροαματική διαδικασία. Διευκρινίζει ακόμα ότι η Αιτήτρια γνώριζε και ενημερώθηκε τουλάχιστον από τις 21 Νοεμβρίου 2022 για τις δικαστικές διαδικασίες στην Κύπρο για την επιμέλεια των παιδιών τους και γνώριζε ότι πρόθεσή του ήταν να φέρει όλες τις γαμικές διαφορές και υποθέσεις τους ενώπιον των κυπριακών Δικαστηρίων, στην δικαιοδοσία των οποίων διαμένουν μόνιμα από τον Αύγουστο του 2020.
- Είναι η θέση του Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1, ότι η Αιτήτρια γνώριζε ότι τα […] αγοράστηκαν από έναν επιχειρηματία ανάπτυξης γης (developer) τον Ιανουάριο του 2021 και ότι τα ίδια ήταν υπό κατασκευή και ότι κανένας νόμιμος τίτλος για αυτά δεν μεταφέρθηκε στο όνομά του. Κατά συνέπεια, η Αιτήτρια γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι δεν υπήρχαν κίνδυνοι διάθεσης τέτοιας περιουσίας, δεδομένου ότι ο τίτλος της γης εξακολουθεί να είναι στο όνομα του Πωλητή/Developer και ότι δεν έχουν εκδοθεί χωριστοί τίτλοι ιδιοκτησίας. Εν τούτοις, η Αιτήτρια δεν αποκάλυψε αυτό το τόσο σημαντικό γεγονός στο Δικαστήριο κατά την ακροαματική διαδικασία και παρουσίασε την ψευδή και παραπλανητική θέση, ότι χωρίς την έκδοση των αιτούμενων μονομερών διαταγμάτων θα είχε διαθέσει τα εν λόγω διαμερίσματα.
- Υποστηρίζει ακόμα, ότι από την 21 Νοεμβρίου 2022 ή τουλάχιστον αρχές Δεκεμβρίου του 2022 που αποφάσισε να αποχωρήσει από το σπίτι και μέχρι τις 08/02/2023, η Αιτήτρια είχε καθυστερήσει να διεκδικήσει τα φερόμενα δικαιώματα της και δεν δικαιολογεί καθόλου τον χρόνο της αδράνειας που παρήλθε. Επίσης, αναφέρει ότι η Αιτήτρια δεν έχει δικαιολογήσει στην ένορκη δήλωση της, γιατί δεν υπέβαλε αίτηση στο κυπριακό Δικαστήριο για να ζητήσει προσωρινά μέτρα για δέσμευση των περιουσιακών του στοιχείων, όταν μετακόμισε σε άλλο σπίτι τον Δεκέμβριο του 2022 ή όταν της έστειλε μέσω του κύπριου δικηγόρου του την επιστολή με ημερομηνία 16/01/2023, ή ακόμα όταν της επέδωσε την αίτηση επιμέλειάς ή όταν καταχώρησε την Αίτηση περιουσιακών διαφορών με τον προαναφερθέντα τίτλο και αριθμό.
- Είναι η θέση του Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1, ότι αν επιθυμούσε να διαθέσει τα περιουσιακά του στοιχεία, θα το έπραττε κατά την περίοδο από τον Οκτώβριο του 2020 έως τον Δεκέμβριο του 2022 όταν μετακόμισε σε άλλο σπίτι ή όταν ανακάλυψε τον Νοέμβριο του 2022 ότι η Αιτήτρια υπέβαλε διαδικασίες στο ισραηλινό Δικαστήριο για διαζύγιο και σε κάθε περίπτωση πριν την κατάθεση της Αίτησης περιουσιακών διαφορών με τον ανωτέρω τίτλο και αριθμό.
(IV) ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ 2։
- Με την ένσταση της, η Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2 εταιρεία προβάλλει τους ακόλουθους δώδεκα λόγους ένστασης։
1. Η Αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί γιατί η Αιτήτρια δεν αποκαλύπτει οποιοδήποτε αγώγιμο δικαίωμα εναντίον της Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2.
2. Η Αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί γιατί η Αιτήτρια δεν νομιμοποιείται να αιτείται την παγοποίηση της ακίνητης ιδιοκτησίας που αγόρασε και απέκτησε η Καθ’ ης η Αίτηση με την χρησιμοποίηση δικών της χρηματικών πόρων και/ή περιουσιακών στοιχείων και/ή χρημάτων.
3. Η Αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί γιατί η Αιτήτρια δεν αποκάλυψε ή παρουσίασε οποιανδήποτε μαρτυρία που να δικαιολογεί την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων εναντίον της Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2 ή των περιουσιακών στοιχείων της Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2.
4. Η Αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί γιατί:
(α) Η Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2 είναι μια ξεχωριστή νομική προσωπικότητα (separate legal personality) ανεξάρτητη από τους μετόχους και διευθυντές αυτής.
(β) Τα περιουσιακά στοιχεία της Καθ’ ης η Αίτηση εταιρείας δεν αποτελούν περιουσιακά στοιχεία των μετόχων αυτής.
(γ) Η Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2 εισέπραξε τα ποσά που χρησιμοποιήθηκαν για την αγορά των ακινήτων μέσω αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου αυτής και είχε εκδώσει, εις αντάλλαγμα για την είσπραξη των σχετικών ποσών, μετοχές ίσης αξίας με το ποσόν που πλήρωσε ο κ. M.P.
(δ) Ο κ. Μ.P. δεν έχει οποιονδήποτε περιουσιακό δικαίωμα επί των ακινήτων της Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2.
5. Η Αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί γιατί η Αιτήτρια δεν έχει αποδείξει και/ή έχει ικανοποιήσει τις προϋποθέσεις του Άρθρου 32 του Νόμου 14/60.
6. Η Αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί και το ενδιάμεσο διάταγμα να ακυρωθεί γιατί η Αιτήτρια δεν αποκάλυψε στο δικαστήριο όλα τα ουσιώδη γεγονότα της υπόθεσης κατά την μονομερή ακρόαση της Αίτησης.
7. Η Αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί γιατί:
(α) Δεν υπήρχε, αλλά ούτε υπάρχει οποιοσδήποτε κίνδυνος να αποξενωθούν τα περιουσιακά στοιχεία της Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2.
(β) Ο χρόνος που παρήλθε από την έγερση της διαφοράς της Αιτήτριας και του Καθ’ ου η Αίτηση Αρ. 1, μέχρι την έγερση της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο δικαστικής διαδικασίας, είναι μεγάλος και δεν έχει δικαιολογηθεί η απραξία της Αιτήτριας στο να προσφύγει στο Δικαστήριο.
(γ) Η συμπεριφορά της Αιτήτριας από την ημέρα που άρχισαν οι διαφορές αυτής με τον Καθ’ ου η Αίτηση Αρ. 1 μέχρι την καταχώριση της Αίτησης, αποκλείει και εμποδίζει την Αιτήτρια να ζητά ενδιάμεση θεραπεία με βάση τις αρχές της επιείκειας.
8. Η Αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί γιατί:
(α) Είναι νομικά και πραγματικά αβάσιμη.
(β) Είναι κακόπιστη και συνιστά κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας.
9. Η Αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί συνοπτικά (summarily dismissed) επειδή η Αιτήτρια εμφανίζεται ενώπιον του Δικαστηρίου με ακάθαρτα χέρια (unclean hands).
10. Άνευ βλάβης των ανωτέρω και/ή διαζευκτικά, η Αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί, γιατί δεν συνοδεύεται από έγκυρη ένορκη δήλωση και/ή μαρτυρία και/ή στερείται οποιασδήποτε μαρτυρίας και/ή η υποστήριξης.
11. H Ένορκη Δήλωση που συνοδεύει την Αίτηση είναι ανύπαρκτη και/ή άνευ σημασίας και/ή είναι ελαττωματική και/ή ανύπαρκτη και/ή αντικανονική.
12. Η Αίτηση είναι ελαττωματική και/ή ενάντια στους θεσμούς και/ή αβάσιμη και/ή αστήρικτη νομικά και πραγματικά.
- Η ένσταση της Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2 υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση του διευθυντή και μετόχου της, ήτοι του Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1. Αρχικά, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ.1 υποστηρίζει ότι η Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2 είναι μια εταιρεία περιορισμένης ευθύνης που έχει συσταθεί δεόντως σύμφωνα με την κυπριακή νομοθεσία και αποτελεί ξεχωριστή και διακριτή νομική προσωπικότητα από τους μετόχους, τους διευθυντές ή τα στελέχη της. Θεωρεί ότι τα περιουσιακά στοιχεία της εν λόγω εταιρείας, συμπεριλαμβανομένης της ακίνητης περιουσίας της, αποτελούν περιουσιακά στοιχεία και περιουσία της Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2 και όχι των μετόχων της, οι οποίοι δεν έχουν κανένα ιδιοκτησιακό δικαίωμα επί αυτών των περιουσιακών στοιχείων.
- Υποστηρίζει ότι, στις 19/08/2022 μετέφερε το ποσό των €950.000 στον τραπεζικό λογαριασμό της Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2 στην Τράπεζα […] ως εισφορά μετοχικού κεφαλαίου, επισυνάπτοντας ως Τεκμήριο 1 αντίγραφο σχετικής κατάστασης λογαριασμού. Στις 19/08/2023, ο ίδιος ως μέτοχος της εταιρείας, υιοθέτησε ψήφισμα με το οποίο ενέκρινε την αύξηση του ονομαστικού μετοχικού κεφαλαίου της Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2 από €1.000 σε €951.000 διαιρούμενο σε 951.000 μετοχές του ενός (1) ευρώ η κάθε μία, επισυνάπτοντας ως Τεκμήριο 2 αντίγραφο του παραπάνω ψηφίσματος.
- Ακολούθως, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 αναφέρει ότι στις 19/08/2023, το διοικητικό συμβούλιο της Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2 εταιρείας ενέκρινε ψήφισμα για την έκδοση και παραχώρηση στον ίδιο 950.000 κοινών μετοχών αξίας 1,00 Ευρώ έκαστη και επισυνάπτει ως ΤΕΚΜΗΡΙΟ 3 αντίγραφο του εν λόγω ψηφίσματος. Στις 26/08/2023, ο γραμματέας της πιο πάνω εταιρείας κατέθεσε στον Έφορο Εταιρειών το απόσπασμα απόφασης μετόχου της, με το οποίο αυξήθηκε το ονομαστικό μετοχικό κεφάλαιο της Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2, από €1.000 σε €951.000, διαιρούμενο σε 951.000 κοινές μετοχές του ενός (1) Ευρώ.
- Συγκεκριμένα, υποστηρίζει ότι στις 05/09/2023, ο γραμματέας της Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2 καταχώρησε στον Έφορο Εταιρειών τα ακόλουθα:
(α) Το Έντυπο HE14, καταγράφοντας την αύξηση του ονομαστικού μετοχικού κεφαλαίου της πιο πάνω εταιρείας από Ευρώ 1.000 σε Ευρώ 951.000, διαιρούμενο σε 951.000 κοινές μετοχές του ενός (1) Ευρώ έκαστη.
(β) Το Έντυπο HE12, καταγράφοντας την παραχώρηση στον Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 των 950.000 Ευρώ κοινών μετοχών της μίας (1) Ευρώ έκαστη, δηλώνοντας ότι το τίμημα καταβλήθηκε σε μετρητά από τον ίδιο προς την εταιρεία.
- Διευκρινίζει ότι όλα τα κεφάλαια που χρησιμοποιήθηκαν για την αγορά των δύο διαμερισμάτων από την Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2 τα οποία αναφέρονται στην ένορκη δήλωση της Αιτήτριας, προήλθαν από την ανωτέρω αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας και την παραχώρηση στον ίδιο ποσού €950.000 κοινών μετοχών του ενός (1) Ευρώ έκαστη, την αντιπαροχή των οποίων είχε καταβάλει στην εν λόγω εταιρεία σε μετρητά.
- Ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 ισχυρίζεται ότι, όπως φαίνεται από τα πιο πάνω και από το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης της Αιτήτριας, οι προαναφερόμενες πληροφορίες και έγγραφα, έχουν καταγραφεί στον Έφορο Εταιρειών και είναι εύκολα διαθέσιμα στο κοινό, συμπεριλαμβανομένης της Αιτήτριας και του δικηγόρου της. Εν τούτοις, η Αιτήτρια δεν είχε παρουσιάσει και αποκαλύψει στο Δικαστήριο κατά την μονομερή ακρόαση, ότι υπήρξε αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2 για το ποσό των Ευρώ 950.000, και ότι το πιο πάνω ποσό για την παραχώρηση των επιπλέον 950.000 μετοχών καταβλήθηκε από τον ίδιο στην εταιρεία σε μετρητά, αλλά και ότι τα κεφάλαια που χρησιμοποίησε η πιο πάνω εταιρεία για την αγορά των σχετικών διαμερισμάτων που αναφέρονται στην ένορκη δήλωση της Αιτήτριας για το ποσό των €450.000 το καθένα, ήταν αποκλειστικά περιουσιακά στοιχεία και περιουσία της εταιρείας, τα οποία είχαν καταβληθεί στη Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2 από τον ίδιο, ως αντάλλαγμα για την παραχώρηση σε αυτόν των 950.000 κοινών μετοχών ενός (1) ευρώ η κάθε μία.
(V) ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ։
- Για να δικαιολογείται η έκδοση ενός προσωρινού διατάγματος στη βάση του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60 ως έχει τροποποιηθεί, θα πρέπει να συνυπάρχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) Ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση,
(β) ορατή πιθανότητα επιτυχίας του Ενάγοντος-Αιτητή στην αγωγή-αίτηση, και
(γ) ότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε
μεταγενέστερο στάδιο αν δεν εκδοθεί το διάταγμα.
- Οι πιο πάνω προϋποθέσεις έχουν αναλυθεί εκτενώς στην βάση της σχετικής νομολογίας [βλ. Οδυσσέως v. Pieris Estates (1982) 1 Α.Α.Δ. 557, M. Ch. Mitsingas Tr. Ltd κ.ά. v. Timberland (1997) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1791, Parico Aluminium Designs Ltd. v. Muskita Aluminium Co. Ltd. κ. ά. (2002) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 2015 κ.α.]
- Η πρώτη προϋπόθεση δεν εξυπακούει τίποτα περισσότερο από την αποκάλυψη συζητήσιμης υπόθεσης με βάση τα δικόγραφα. Όσον αφορά τη δεύτερη, είναι αρκετό για το Δικαστήριο να ικανοποιηθεί ότι υπάρχει ορατή πιθανότητα επιτυχίας. Αυτή έχει ερμηνευθεί να σημαίνει κάτι περισσότερο από απλή δυνατότητα, αλλά και κάτι πολύ λιγότερο από το ισοζύγιο των πιθανοτήτων. Η τρίτη προϋπόθεση, όπως αναλύεται στην υπόθεση Οδυσσέως (ανωτέρω), σχετίζεται με το θέμα επάρκειας της θεραπείας υπό το φως των γεγονότων της κάθε υπόθεσης.
- Επιπρόσθετα, το Δικαστήριο στο τελικό στάδιο θα πρέπει να σταθμίσει κατά πόσο είναι δίκαιο και εύλογο να εκδώσει το αιτούμενο διάταγμα (βλ. Ιπποδρομιακή Αρχή v. Χ” Βασίλη (1989) 1 Α.Α.Δ. (Ε) 152). Σε αυτό το στάδιο, το Δικαστήριο εξετάζει την ενώπιον του μαρτυρία με μόνο σκοπό να αποφασίσει κατά πόσο είναι δίκαιο ή όχι να εκδοθεί ή να διατηρηθεί σε ισχύ το εκδοθέν διάταγμα και δεν αποφασίζει πάνω στα διαφιλονικούμενα θέματα επί των οποίων θα κριθεί η κυρίως αίτηση (βλ. Jonitexo Ltd v. Adidas (1984) 1 Α.Α.Δ. 263).
- Αποτελεί βασική αρχή ότι ο Αιτητής που επιδιώκει μονομερώς την έκδοση ενός προσωρινού διατάγματος θα πρέπει να προσέρχεται στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια. Οφείλει να προβαίνει σε πλήρη και ειλικρινή αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων της υπόθεσης. Εάν το Δικαστήριο θεωρήσει ότι η μη αποκάλυψη ήταν ουσιώδης, μπορεί να ακυρώσει το προσωρινό διάταγμα που το ίδιο εξέδωσε αρνούμενο ν’ ακούσει περαιτέρω τον Αιτητή. Για να ακυρώσει, όμως, το διάταγμα θα πρέπει τα γεγονότα που δεν αποκαλύφθηκαν να ήταν ουσιώδη. Επίσης, θα πρέπει να βρίσκονταν εντός της γνώσης του Αιτητή. (Βλ. Γρηγορίου κ. ά. v. Χριστοφόρου (1995) 1 Α.Α.Δ. 248, Demstar Ltd. v. Zim Israel Navigation Co. Ltd. (1996) 1 (A) Α.Α.Δ. 597, Resola (Cyprus) Ltd. v. Χρίστου (1998) 1 (Β) Α.Α.Δ. 598, Σεβαστού ν. Σεβαστού, (2002) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1980).
- Περαιτέρω, στις περιπτώσεις μονομερών αιτήσεων θα πρέπει το Δικαστήριο να εξετάζει αν καταδεικνύεται κατά πρώτο λόγο το κατεπείγον του αιτήματος. Στην απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου στην υπόθεση Χρίστος Ανδρέου ν. Olympic Insurance Company Ltd, στην Πολιτική Έφεση αρ. Ε396/2016 ημερομηνίας 12/10/2023, η δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου κα Εφραίμ Δ. επισήμανε στην σελ. 5 επ. τα ακόλουθα σε σχέση με το ζήτημα του κατ’ επείγοντος։
«Στην υπόθεση Αμβροσιάδου ν. Coward (2013) 1(Α) Α.Α.Δ. 78, λέχθηκε ότι το κατεπείγον εξετάζεται πρώτο, εφόσον αφορά δικαιοδοτικό όρο και ανεξάρτητα από την ικανοποίηση των ουσιαστικών προϋποθέσεων του άρθρου 32 του Ν.14/60. Οι πιο πάνω νομικές αρχές επαναλήφθηκαν στην πολύ πρόσφατη υπόθεση Βγενόπουλος κ.α. ν. Cyprus Popular Bank Public Co Ltd, Πολ. Έφ. Αρ. Ε141/2014 και Ε 142/2014, ημερ. 13/09/2023.
Το ζήτημα του επείγοντος ηγέρθη ως λόγος ένστασης. Από τη στιγμή που το ζήτημα είχε εγερθεί και ήταν αντικείμενο της αίτησης, τότε ανεξαρτήτως της έκδοσης μονομερώς του διατάγματος, το πρωτόδικο Δικαστήριο όφειλε να εξετάσει εκ νέου κατά πόσο πράγματι συνέτρεχε το στοιχείο του κατεπείγοντος που να δικαιολογούσε την μονομερή του έκδοση. Σε περίπτωση που διαπίστωνε ότι δεν ικανοποιείτο το επείγον, τότε έπρεπε να προχωρήσει δίχως άλλο σε ακύρωση του».
- Οι προϋποθέσεις που θέτει το άρθρο 32 του Ν. 14/60, κρίνονται με βάση τα γεγονότα που τίθενται ενώπιον του Δικαστηρίου, αλλά και με βάση τις διατάξεις του Νόμου που διέπει το υπό κρίση θέμα. Εν προκειμένω, οι διατάξεις που αφορούν το υπό κρίση θέμα θεμελιώνονται στο άρθρο 14 του περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμου του 1991 (Ν.232/91), όπως τροποποιήθηκε, το οποίο προνοεί τα εξής:
«14.(1) Σε περίπτωση που ο γάμος λυθεί ή ακυρωθεί, ή σε περίπτωση διάστασης των συζύγων, και η περιουσία του ενός συζύγου έχει αυξηθεί, ο άλλος σύζυγος, εφόσον συνέβαλε με οποιοδήποτε τρόπο στην αύξηση αυτή, δικαιούται να εγείρει αγωγή στο Δικαστήριο και να απαιτήσει την απόδοση του μέρους της αύξησης το οποίο προέρχεται από τη δική του συμβολή.
(2) Η συνεισφορά του ενός συζύγου στην αύξηση της περιουσίας του άλλου τεκμαίρεται ότι ανέρχεται στο ένα τρίτο της αύξησης, εκτός αν αποδειχθεί μεγαλύτερη ή μικρότερη συνεισφορά.
(3) Στην αύξηση της περιουσίας των συζύγων δεν υπολογίζεται ότι αυτοί απέκτησαν:
(α) Από δωρεά, κληρονομιά, κληροδοσία ή άλλη χαριστική αιτία».
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ν.232/91:
«′περιουσία′ σημαίνει την κινητή και ακίνητη ιδιοκτησία η οποία αποκτήθηκε πριν από το γάμο με την προοπτική του γάμου ή οποτεδήποτε μετά τη σύναψη του γάμου από οποιοδήποτε από τους συζύγους».
«΄συνεισφορά΄ σημαίνει την οποιαδήποτε μορφής συνεισφορά των συζύγων στην απόκτηση ή την δημιουργία περιουσίας και περιλαμβάνει τη φροντίδα της οικογενειακής εστίας και των μελών της οικογένειας».
- Το άρθρο 14Γ(1) του Ν.232/91 δίδει την εξουσία στο Δικαστήριο να εκδίδει διάταγμα με το οποίο να παρεμποδίζεται ο Καθ' ου η αίτηση να διαθέσει, αποξενώσει ή επιβαρύνει την περιουσία του ή μέρος της. Σύμφωνα με το άρθρο 14Γ(4), το Δικαστήριο δύναται σε επείγουσες περιπτώσεις να εκδίδει προσωρινό διάταγμα δυνάμει του εδαφίου (1) με την ίδια διαδικασία που ακολουθείται για την έκδοση προσωρινού συντηρητικού διατάγματος, δυνάμει του άρθρου 4 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου.
- Στην υπόθεση Σ.Π. v. Κ.Τ. κ.α., Έφεση Αρ. 17/2021, ημερομηνίας 26/01/2023 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
«Ισχύουν εν προκειμένω απολύτως τα αποφασισθέντα στην Ε.Ε. ν. Μ.Ε., Έφεση Αρ. 34/16, 11.4.2019։ «Το δικαστήριο πρωτοδίκως έκρινε ότι "το δικαίωμα αξίωσης σε συμμετοχή σε περιουσία δεν περιορίζεται σε αξίωση χρηματική" και ότι η εφεσίβλητη αξιώνει, με την Ανταπαίτηση της, και εγγραφή μεριδίου επί των συγκεκριμένων ακινήτων. Καταλήγει δε ότι, η ενδεχόμενη αποξένωση των ακινήτων του εφεσείοντα θα εξουδετερώσει και την παραμικρή ικανοποίηση της Ανταπαίτησης της εφεσίβλητης και ότι η ζημιά που θα υποστεί θα είναι ανεπανόρθωτη, δεδομένου ότι η αξίωση της δεν είναι αποκλειστικά χρηματική. Ορθώς, κατά την άποψη μας, το δικαστήριο θεώρησε ότι τυχόν αποξένωση της περιουσίας θα απέληγε σε δημιουργία ενός κενού το οποίο θα έθετε, στο τέλος της υπόθεσης, την εφεσίβλητη σε δυσμενέστερη θέση.»
(VI) ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ։
- Προτού προχωρήσω στη διερεύνηση του εάν, υπό τις περιστάσεις πληρούνται οι προϋποθέσεις έκδοσης ή οριστικοποίησης των αιτούμενων διαταγμάτων, κρίνω ορθότερο να εξετάσω κατά προτεραιότητα την εισήγηση του Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 και των συνηγόρων του, όπως αυτή προβλήθηκε μέσω της ένστασης του, ότι η ένορκη δήλωση της Αιτήτριας η οποία υποστηρίζει την Αίτηση της, θα πρέπει να αγνοηθεί από το Δικαστήριο και να μην ληφθεί υπόψιν, διότι εκτελέστηκε ή ετοιμάστηκε με ελαττωματικό ή παράτυπο τρόπο, επειδή το jurat και ο τίτλος του έγιναν στην αγγλική γλώσσα κατά παράβαση των διατάξεων του Νόμου αρ. 67/88 (όπως τροποποιήθηκε), αφού δηλαδή θα έπρεπε να είχαν συνταχθεί σε μια από τις επίσημες γλώσσες της Κυπριακής Δημοκρατίας, η οποία είναι η ελληνική και η τούρκικη γλώσσα και όχι η αγγλική.
- Το άρθρο 5 του περί Επίσημων Γλωσσών της Δημοκρατίας Νόμου του 1988 (67/1988), προνοεί ότι σε οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία γίνεται αποδεκτό ως αποδεικτικό μέσο και έγγραφο, συμπεριλαμβανομένης ένορκης δήλωσης, συνταγμένο σε οποιαδήποτε ξένη γλώσσα, παρέχοντας τη δυνατότητα στο Δικαστήριο να διατάξει τη μετάφραση αυτού στις επίσημες γλώσσες της Δημοκρατίας, που με βάση το άρθρο 3 του Συντάγματος αυτές αποτελούν την ελληνική και τούρκικη γλώσσα.
- Στην υπό εξέταση περίπτωση, παρατηρώ ότι η Αίτηση υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση της Αιτήτριας στην αγγλική γλώσσα, καθώς και από ένορκη δήλωση ορκωτού μεταφραστή που βεβαιώνει τη μετάφραση, ενσωματώνοντας ως τεκμήρια την πρωτότυπη ένορκη δήλωση όσο και τη μετάφραση της. Η παρουσίαση μαρτυρίας, με τον πιο πάνω τρόπο από την πλευρά της Αιτήτριας, συνιστά τον ενδεδειγμένο τρόπο παρουσίασης της σε περιπτώσεις όπου θα πρέπει να καταχωρηθεί ένορκη δήλωση, η οποία έχει συνταχθεί σε γλώσσα που δεν είναι κατανοητή από το Δικαστήριο.
- Εν προκειμένω, αυτό που εξετάζεται είναι το αν η ένορκη δήλωση της Αιτήτριας πληροί τις απαιτούμενες προϋποθέσεις της Δ.39, έχοντας υπόψη ότι το jurat είναι συνταγμένο σε γλώσσα άλλη εκ των επίσημων γλωσσών της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ανατρέχοντας στο κείμενο της ένορκης δήλωσης της Αιτήτριας, διαπιστώνω ότι πράγματι η επιβεβαίωση όρκου (jurat) στο κάτω μέρος της είναι συνταγμένη στην αγγλική γλώσσα και έχει το ακόλουθο περιεχόμενο: «Sworn and signed before me today on 08/02/2023 at the Limassol Family Court».
- Σύμφωνα με τη Δ.39 θ.7 η ένορκη δήλωση γίνεται ενώπιον Δικαστή ή Πρωτοκολλητή ή ενώπιον προσώπου το οποίο εξουσιοδοτείται ειδικά προς τούτο από το Ανώτατο Δικαστήριο. Το πρόσωπο δε αυτό, ως προβλέπεται στη Δ.39 θ.10 σημειώνει, στο αριστερό μέρος του εγγράφου, τον χρόνο και τον τόπο όπου λήφθηκε η ένορκη δήλωση και ότι αυτή λήφθηκε στην παρουσία του και υπογράφεται από αυτόν ως προνοείται στο Έντυπο αρ. 35 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, που αποτελεί βεβαίωση που τίθεται σε έγγραφο που συνιστά ένορκη δήλωση. Η σημασία της ύπαρξης του jurat διαφαίνεται και από τα αποτελέσματα που αυτή συνεπάγεται σε περίπτωση απουσίας του, αφού ως έχει νομολογηθεί, η απουσία της βεβαίωσης του Πρωτοκολλητή (jurat) από την ένορκη δήλωση, καθιστά το εν λόγω έγγραφο μη έγκυρο, χωρίς αποδεικτική αξία και η παρατυπία αυτή δεν είναι θεραπεύσιμη, δυνάμει της Δ.64. (βλ. Ανδρέας Θεμιστοκλέους και Υιοί Λτδ κ.ά. ν. Arizona Trading Co Ltd (1997) 1 AAΔ 1354).
- Το ερώτημα που τίθεται εν προκειμένω, είναι κατά πόσον στις περιπτώσεις στις οποίες γίνεται αποδεκτή μία ένορκη δήλωση σε ξένη γλώσσα, πρέπει απαραιτήτως και το jurat της να αναγράφεται στα ελληνικά ή τουρκικά, ήτοι σε μία από τις επίσημες γλώσσες της Δημοκρατίας. Στην βάση των πιο πάνω και λαμβάνοντας υπόψη την ιδιαίτερη σημασία που ενέχει η απουσία του jurat σε σχέση με την ένορκη δήλωση, καθώς την καθιστά μη έγκυρη και χωρίς καμία αποδεικτική αξία, συνεπάγεται ότι τούτο αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ένορκης δήλωσης και μάλιστα απαραίτητο για την ίδια την ύπαρξη της, αφού δεν νοείται ένορκη δήλωση χωρίς jurat.
- Εξάλλου, δεν παραβλέπω την δυνατότητα που παρέχει το άρθρο 5 του περί Επίσημων Γλωσσών Νόμου, το οποίο παρέχει στο Δικαστήριο την ευχέρεια να αποδεχτεί έγγραφο συνταγμένο σε οποιαδήποτε ξένη γλώσσα και να διατάξει την μετάφραση του, όταν τούτο επιβάλλεται από το συμφέρον της δικαιοσύνης. Στην έννοια του εγγράφου, ως ρητά προνοείται στο άρθρο 5 του αναφερόμενου νόμου, περιλαμβάνεται και η ένορκη δήλωση. Οποιαδήποτε διαφορετική θεώρηση, θα οδηγούσε κάθε φορά στο παράδοξο γεγονός, να καθίσταται αναγκαία η σύνταξη του jurat στην ελληνική ή στην τούρκικη γλώσσα, παρά το γεγονός ότι η ένορκη δήλωση είναι συνταγμένη στην αγγλική γλώσσα και ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η όρκιση είναι επιτρεπτή ενώπιον καθοριζομένων αρμοδίων προσώπων και σε ξένη χώρα και το Δικαστήριο να υποχρεούται να διατάξει τη μετάφραση του jurat σε μια εκ των επίσημων γλωσσών, ενώ κάτι τέτοιο δεν επιβάλλεται από την κείμενη νομοθεσία, αλλά αφήνεται στη διακριτική ευχέρεια του. (βλ. Morgachov Vladyslav v. Public Joint Stock Company Commercial Bank Privatbank, Αγωγή αρ. 1943/2017, ημερομηνίας 30/04/2018 και την Αναφορικά με την εταιρεία NGY HOLDINGS LTD, Αρ. Αίτησης Εταιρείας αρ. 559/2022, ημερ. 05/10/2023).
- Στην υπό εξέταση περίπτωση, το Δικαστήριο δεν έθεσε οποιοδήποτε θέμα μετάφρασης του jurat στην ελληνική ή τουρκική γλώσσα κατά την εξέταση της Αίτησης, αφού δεν το θεώρησε αναγκαίο ή απαραίτητο για σκοπούς αποδοχής της ένορκης δήλωσης στο σύνολο της. Να τονίσω ότι εν προκειμένω δεν τίθεται ζήτημα απουσίας του jurat, το οποίο θα οδηγούσε σε εύρημα ουσιώδους παρατυπίας, αλλά ότι αυτό δεν αναγράφεται στα ελληνικά ή τουρκικά, σε μία ένορκη δήλωση συνταγμένη στα αγγλικά. Συνεπώς, θεωρώ ότι η συνταχθείσα ένορκη δήλωση στην αγγλική γλώσσα δεν πάσχει από οποιοδήποτε ελάττωμα ή παρατυπία και απορρίπτω την θέση του Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 ότι αυτή είναι αντικανονική και δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη στα πλαίσια εξέτασης της παρούσης. Άρα, κρίνω ότι η ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την Αίτηση συνιστά μία καθ’ όλα έγκυρη ένορκη δήλωση, το περιεχόμενο της οποίας λαμβάνεται υπόψη για σκοπούς εξέτασης της παρούσας ενδιάμεσης αίτησης.
- Προτού προβώ σε εξέταση της τήρησης των προϋποθέσεων για την έκδοση προσωρινού διατάγματος με βάση το αρ. 32 του Ν. 14/60 και στην βάση των γεγονότων που τέθηκαν ενώπιον μου στις ένορκες δηλώσεις των διαδίκων, αλλά και στην βάση των σχετικών νομοθετικών διατάξεων που διέπουν τις περιουσιακές διαφορές των συζύγων, οφείλω να εξετάσω αν ικανοποιείται το στοιχείο του κατεπείγοντος, το οποίο αφορά δικαιοδοτικό όρο και θα πρέπει να εξετάζεται κατά προτεραιότητα.
- Αρχικά, η Αιτήτρια μέσα από την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την Αίτηση της, υποστηρίζει ουσιαστικά ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 επιχειρεί και προέβη σε διάφορες ενέργειες για να αποξενώσει περιουσιακά στοιχεία που της ανήκαν κατά το ήμισυ ή ακόμα και περιουσία την οποία διεκδικεί στα πλαίσια της εναρκτήριας αίτησης περιουσιακών διαφορών. Προς τεκμηρίωση του ισχυρισμού της, αναφέρεται σε συγκεκριμένη μεταφορά χρημάτων, ήτοι του ποσού των USD 3.858,812,47 από τον κοινό τους λογαριασμό στην Ελβετία σε λογαριασμό του Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1, αλλά και σε πράξεις που την εμπόδισαν να χρησιμοποιεί διάφορους λογαριασμούς στους οποίους ήταν συνδικαιούχος με τον πρώην σύζυγο της.
- Στον αντίποδα, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 ισχυρίζεται μέσα από την ένσταση του αλλά και την ένορκη δήλωση που την συνοδεύει, ότι η Αιτήτρια, δεν απέδειξε την ύπαρξη του κατεπείγοντος ή οποιασδήποτε άλλης ειδικής περίστασης, η οποία να δικαιολογούσε την μονομερή έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων, αφού η ένορκη δήλωση της Αιτήτριας δεν περιέχει κανένα στοιχείο που να δικαιολογεί κάτι τέτοιο. Επικεντρώνεται κυρίως στον ισχυρισμό του, ότι η Αιτήτρια γνώριζε την πρόθεσή του να κινηθεί ενώπιον των κυπριακών Δικαστηρίων για διαζύγιο και περιουσιακές διαφορές και για αυτό το λόγο επιχείρησε μέσω αγοράς δωσιδικίας (forum shopping) να καταχωρήσει αγωγή στο Ισραήλ για τέτοια θέματα, γεγονός το οποίο δεν αποκάλυψε στο Δικαστήριο στην μονομερή ακροαματική διαδικασία. Τονίζει ότι η Αιτήτρια γνώριζε και ενημερώθηκε τουλάχιστον από τις 21 Νοεμβρίου 2022 για τις δικαστικές διαδικασίες στην Κύπρο για την επιμέλεια των παιδιών τους και γνώριζε ότι πρόθεσή του ήταν να φέρει όλες τις γαμικές διαφορές ενώπιον των κυπριακών Δικαστηρίων. Επιπρόσθετα, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 ισχυρίζεται ότι από τις 21 Νοεμβρίου 2022 ή τουλάχιστον αρχές Δεκεμβρίου του 2022 που αποφάσισε να αποχωρήσει από το σπίτι και μέχρι τις 08/02/2023, η Αιτήτρια είχε καθυστερήσει να διεκδικήσει τα φερόμενα δικαιώματα της και δεν αιτιολογεί καθόλου τον χρόνο αδράνειας που παρήλθε.
- Στην βάση των πιο πάνω θέσεων των διαδίκων και χωρίς να υπεισέρχομαι στην αξιοπιστία και ουσία των ισχυρισμών τους, αφού αυτό δεν επιτρέπεται στα πλαίσια εξέτασης της παρούσης, είναι παραδεκτό από τον Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 ότι μετέφερε χρήματα από κοινό λογαριασμό των διαδίκων σε προσωπικό του λογαριασμό, τα οποία αποτελούν κατ’ ισχυρισμό χρήματα τα οποία διεκδικεί η Αιτήτρια, στα πλαίσια της αίτησης περιουσιακών διαφορών. Συνεπώς, λαμβάνοντας υπόψη την πιθανή δυσμενή επίδραση που θα είχε ενδεχόμενη αποξένωση των δεσμευθέντων περιουσιακών στοιχείων του Καθ' ου η Αίτηση αρ. 1, στην ικανοποίηση της δικαστικής απόφασης που ενδεχομένως να εκδίδετο υπέρ της Αιτήτριας αλλά και τον κίνδυνο να μην ικανοποιηθεί τυχόν δικαστική απόφαση, κρίνω ότι κατά την έκδοση των προσωρινών διαταγμάτων, υπήρχαν αντικειμενικά ενώπιον του Δικαστηρίου οι συνθήκες του κατεπείγοντος.
- Επιπρόσθετα, κρίνω ως αβάσιμο τον ισχυρισμό του Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 ότι υπήρχε αδικαιολόγητη καθυστέρηση και αδράνεια από μέρους της Αιτήτριας στην καταχώρηση της παρούσας αίτησης, για τους λόγους που προβάλλει πιο πάνω. Είναι η θέση μου, ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει αφού, όπως έχει υποδειχθεί στην Χριστάκη Σάββα v. Παναγιώτας Τηλεμάχου, (2001) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 2081, στη σελ. 2085: «..ο υπολογισμός του χρόνου, ως παράγοντα για τη διαπίστωση της ύπαρξης καθυστέρησης σε βαθμό που να εξανεμίζεται το επείγον του διατάγματος, αρχίζει να προσμετρά λαμβανομένων υπόψη και άλλων τυχόν παραγόντων, από την ημερομηνία καταχώρησης της εναρκτήριας αίτησης και όχι από το χρόνο που επήλθε η διάσταση». Δεν θεωρώ ότι η Αιτήτρια επέδειξε υπέρμετρη καθυστέρηση στην προώθηση της παρούσης, αφού μόλις δύο περίπου μήνες μετά την αποχώρηση του Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 από την οικογενειακή εστία ή από τον φερόμενο χωρισμό τους κατά/ή περί τον Δεκέμβριο του 2022 όπως η ίδια υποστήριξε, προχώρησε στην καταχώρηση της υπό εξέταση Αίτησης. Υπό τις περιστάσεις της παρούσης, το ελάχιστο χρονικό διάστημα που παρήλθε, δεν θεωρείται ως αδικαιολόγητη αδράνεια από την πλευρά της Αιτήτριας και δεν δικαιολογεί την διαπίστωση ουσιώδους καθυστέρησης (lashes) η οποία να συνηγορεί στην απόρριψη του εκδοθέντος προσωρινού διατάγματος.
- Προχωρώντας στην εξέταση των προϋποθέσεων του άρθρου 32 του Νόμου 14/60, διαπιστώνω ότι τόσο η εναρκτήρια αίτηση της Αιτήτριας, όσο και η ενδιάμεση αίτηση της ημερομηνίας 08/02/2023 για την έκδοση προσωρινών διαταγμάτων, αναμφίβολα αποκαλύπτουν την ύπαρξη σοβαρού ζητήματος για εκδίκαση και εντάσσουν τη διαφορά της με τους Καθ’ ων η Αίτηση αρ. 1 και 2 στα πλαίσια της αναγκαιότητας ρύθμισης των περιουσιακών τους σχέσεων από το Οικογενειακό Δικαστήριο.
- Είναι παραδεκτό από τους διαδίκους, ότι ο εβραϊκός θρησκευτικός τους γάμος τελέστηκε στις 22/11/2005 στο Ισραήλ, ενώ είναι παραδεκτό επίσης ότι οι διάδικοι διαμένουν μόνιμα στην Κύπρο από τον Αύγουστο του 2020, όπου μετακόμισαν από το Ισραήλ. Η οριστική διάσταση τους επήλθε κατά την Αιτήτρια από τις αρχές Δεκεμβρίου του 2022 και κατά τον Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 από τον Οκτώβριο του 2020.
- Η περιουσία, η οποία αποκτήθηκε στα πιο πάνω χρονικά πλαίσια κατά την διάρκεια του γάμου μέχρι και την διάσταση, ανεξάρτητα από τις εντελώς διαφορετικές θέσεις των διαδίκων ως προς αυτή, εκ πρώτης όψεως και για τις ανάγκες της παρούσας διαδικασίας, φαίνεται να εντάσσεται στον όρο ‘περιουσία’, με βάση τα άρθρα 2 και 14 του Ν.232/91. Περαιτέρω, η απόκτηση της εν λόγω περιουσίας, κατά την Αιτήτρια επιτεύχθηκε και με την δική της συνεισφορά όπως η ίδια περιγράφει στην μαρτυρία της, ισχυρισμός που δίνει σ' αυτήν το δικαίωμα να διεκδικήσει το μερίδιο που κατά την ίδια της αναλογεί και/ή το οποίο είναι ήδη εγγεγραμμένο προς όφελος της, παρά τις αντίθετες θέσεις και ισχυρισμούς του Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1, την αξιοπιστία και πειστικότητα των οποίων δεν δικαιούμαι να αξιολογήσω εις βάθος στο παρόν στάδιο και στα πλαίσια αυτής της διαδικασίας.
- Παρά τις εκ διαμέτρου αντίθετες θέσεις του Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 και χωρίς φυσικά να προβαίνω σε οποιαδήποτε αξιολόγηση της ενώπιον μου μαρτυρίας, δεν μπορώ να παραβλέψω τις αναφορές της Αιτήτριας ότι κάποια από τα περιουσιακά τους στοιχεία, όπως μερικά από τα διαμερίσματα που αποκτήθηκαν και ενεγράφηκαν στο όνομα των Καθ’ ων η Αίτηση αρ.1 και 2, αγοράστηκαν από κοινά χρήματα των διαδίκων ή ότι η ίδια κατά την διάρκεια του γάμου τους συνεισέφερε τα μέγιστα στην αύξηση της περιουσίας του Καθ’ ου η Αίτηση 1, μέσω της εργασίας της, όπου λάμβανε αρκετά καλά εισοδήματα. Είναι παραδεκτό επίσης, ότι σε κοινό τους λογαριασμό κατατίθετο και μέρος του μισθού της Αιτήτριας. Επιπρόσθετα, λαμβάνω υπόψη την αναφορά της ότι έμεινε στο σπίτι με τα παιδιά τους και συνεισέφερε στην συντήρηση και φροντίδα της οικογενειακής εστίας και στην ανατροφή των τέκνων τους, επιτρέποντας με τον τρόπο αυτό στον Καθ’ ου η Αίτηση αρ.1 να μπορεί να αφοσιωθεί επαγγελματικά στις εργασίες του.
- Σε σχέση με την φερόμενη συνεισφορά της Αιτήτριας στην απόκτηση των δύο διαμερισμάτων στην Λεμεσό από την Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2 εταιρεία και την θέση του Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 ότι αυτή δεν είχε καμία συμβολή στην αγορά τους ή ότι δεν είχε καμία εμπλοκή στην εν λόγω εταιρεία, αρκεί με βάση την σχετική νομολογία, να λάβω υπόψη την αναφορά της Αιτήτριας στην ένορκη δήλωση της, ότι η οποιαδήποτε περιουσία αποκτήθηκε εντός του γάμου των διαδίκων, θεωρείται ότι αυτή άνηκε στον καθένα στη βάση της συνεισφοράς του, ανεξάρτητα σε ποιον εκ των δύο βρίσκεται αυτή εγγεγραμμένη και/ή ότι θα κατεχόταν από τους Καθ’ ων η Αίτηση αρ. 1 και/ή 2 υπό την ιδιότητα τους ως καταπιστευματοδόχων της και ότι σε οποιοδήποτε χρόνο την αξίωνε, οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 και/ή 2 θα την μεταβίβαζαν στο όνομα της. Δηλαδή, με την αναφορά της Αιτήτριας ότι διεκδικεί συνεισφορά και από την Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2 εταιρεία υπό την ιδιότητα της ως καταπιστευματοδόχου, θεωρώ ότι δεν απαιτείται οποιαδήποτε προσκόμιση μαρτυρίας στα πλαίσια εξέτασης της παρούσης Αίτησης, σε σχέση με το ζήτημα του καταπιστεύματος ή της συνεισφοράς της (βλ. απόφαση Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου στην υπόθεση Κόκκινου ν. Disc. Adver. Ltd, Έφεση αρ. 23/2015, ημερομηνίας 26/09/2018).
- Με βάση τα πιο πάνω δεδομένα, κρίνω μέσα από τα δικόγραφα και την μαρτυρία της Αιτήτριας, ότι έστω σε προκαταρτικό βαθμό αναδύεται σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση, αφού έχω ικανοποιηθεί ότι προσφέρεται επαρκές υλικό για να εντάξει τις διαφορές των διαδίκων στα πλαίσια αναγκαιότητας ρύθμισης των περιουσιακών σχέσεων τους από το παρόν Δικαστήριο, αφού η αξίωση μεριδίου σε αύξηση περιουσίας συνιστά αναγνωρισμένη από τον σχετικό νόμο αιτία αγωγής. Δεν αμφισβητείται επίσης από τους διαδίκους, ότι προκύπτει αύξηση της περιουσίας του Καθ’ ου η Αίτηση αρ, 1, αφού τα προαναφερόμενα περιουσιακά στοιχεία, κυρίως τα διαμερίσματα αποκτήθηκαν κατά την διάρκεια του γάμου του με την Αιτήτρια.
- Στην απόφαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου, στην υπόθεση Παναγιώτα Σκουτέλλα v. Μιχάλη Σκουτέλλα Έφεση Αρ. 43/12, ημερομηνίας 24/03/2017, ECLI:CY:DOD:2017:3, ο έντιμος Δικαστής κ. Ναθαναήλ, υπέδειξε τα ακόλουθα σχετικά:
«Είναι παγίως νομολογημένο ότι τα τρία κριτήρια στη βάση της κλασσικής πλέον απόφασης στην Odysseos v. Pieris Estates Ltd - ανωτέρω - συνίστανται στην ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση, στην ύπαρξη ή παρουσίαση ορατής πιθανότητας επιτυχίας και στην ικανοποίηση ότι οι αποζημιώσεις δεν θεωρούνται ότι αποτελούν ικανοποιητική θεραπεία. Το πρώτο κριτήριο ικανοποιείται με αναφορά στα καταχωρημένα δικόγραφα για την αποκάλυψη μιας συζητούμενης υπόθεσης. Το δεύτερο κριτήριο ικανοποιείται με την αποδεικτική δύναμη της υπόθεσης σε συνάρτηση με την ορατή πιθανότητα επιτυχίας. Ενώ το πρώτο κριτήριο σχετίζεται κατ’ ουσία με τη νομική και μόνο θεμελίωση της αξίωσης, όπως αυτή διατυπώνεται στο κλητήριο ένταλμα ή στην αίτηση που καταχωρείται για κατανομή της περιουσίας δυνάμει του άρθρου 14 του Νόμου αρ. 232/1991, το δεύτερο προχωρεί ένα πρόσθετο βήμα συσχετίζοντας τη νομική αυτή θεμελίωση με την προσφερόμενη μαρτυρία, όπως αυτή εξάγεται από τις ενόρκους δηλώσεις ή την αντεξέταση των μαρτύρων, όπου αυτή ζητείται και εγκρίνεται από το Δικαστήριο, για την πραγματική θεμελίωση της αγωγής επί των γεγονότων. Στο στάδιο του προσωρινού διατάγματος είναι αρκετό να καταδειχθεί κάτι πέρα από την απλή πιθανολόγηση, αλλά ταυτόχρονα και κάτι λιγότερο από το ισοζύγιο των πιθανοτήτων για την ικανοποίηση του δεύτερου κριτηρίου.»
- Όσον αφορά την δεύτερη προϋπόθεση του άρθρου 14 του σχετικού Νόμου, να επισημάνω ότι η ένορκη δήλωση της Αιτήτριας αποκαλύπτει ταυτόχρονα και την ύπαρξη μιας ορατής πιθανότητας επιτυχίας, έστω και σε ένα προκαταρτικό βαθμό. Αυτή η διαπίστωση, πηγάζει από το γεγονός ότι περιγράφεται η περιουσία που αποκτήθηκε κατά την διάρκεια του γάμου, μέχρι και την διάσταση των διαδίκων με συνεισφορά, μερική ή ολική, κατά τον ισχυρισμό της Αιτήτριας, γεγονός που αρνείται σφόδρα ο Καθ' ου η αίτηση αρ. 1 παραθέτοντας σχετικά στοιχεία και αποδείξεις, ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Περαιτέρω, η Αιτήτρια επικαλείται την συνεισφορά της και στην βάση της φροντίδας της οικογένειας και της οικογενειακής εστίας, δυνάμει του περί Ρυθμίσεως των περιουσιακών σχέσεων των συζύγων Νόμο του 1991 (Ν. 232/1991). Θεωρώ ότι η συνεισφορά της Αιτήτριας εξειδικεύεται με επάρκεια και σε ικανοποιητικό βαθμό μέσα από την μαρτυρία που παράθεσε πιο πάνω, για σκοπούς εξέτασης των προϋποθέσεων έκδοσης και συνέχισης του προσωρινού διατάγματος, αλλά και του μέτρου απόδειξης που απαιτείται για σκοπούς παροχής ενδιάμεσης θεραπείας.
- Είναι η θέση μου, ότι μέσα από τα δικόγραφα των διαδίκων αλλά και μέσα από τις ένορκες δηλώσεις τους, αναπτύχθηκε μία άκρατη και εκτεταμένη επιχειρηματολογία κυρίως από την πλευρά του Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1, η οποία επικεντρώθηκε περισσότερο στην ουσία της υπόθεσης και η οποία μετέτρεψε κατά την άποψη μου την διαδικασία σε εκδίκαση της κυρίως Αίτησης με πλήρη παράθεση μαρτυρίας και εγγράφων, παρά εξέταση μίας ενδιάμεσης αίτησης. Προβάλλονται από την πλευρά του Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 μία πληθώρα ισχυρισμών, οι οποίοι κάλλιστα θα μπορούσαν να παρουσιαστούν κατά την ακροαματική διαδικασία της εναρκτήριας αίτησης, όπου θα ακουστεί η ολοκληρωμένη μαρτυρία των διαδίκων και όχι στην παρούσα, όπου το Δικαστήριο εξετάζει μόνο συγκεκριμένες προϋποθέσεις και σε περιορισμένο βαθμό.
- Παρά την θέση του Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 ότι η Αιτήτρια δεν συνεισέφερε καθόλου στην απόκτηση των περιουσιακών του στοιχείων τα οποία απέκτησε από τα προσωπικά του εισοδήματα, αλλά και λόγω του ότι η ίδια δεν μπορούσε να το πράξει διότι τα δικά της εισοδήματα ήταν χαμηλά και σε κάποιο χρονικό στάδιο αυτή δεν εργαζόταν, δεν παραβλέπω την θέση που εξέφρασε βέβαια άνευ βλάβης των δικαιωμάτων του, ότι η Αιτήτρια συνεισέφερε έστω και σε κάποιο βαθμό στην αύξηση των περιουσιακών του στοιχείων, αναφέροντας μάλιστα και συγκεκριμένο ποσό που δικαιούται μετά από διάφορους μαθηματικούς υπολογισμούς στους οποίους προέβη και αφαιρώντας διάφορα χρηματικά ποσά που κατ’ ισχυρισμό της είχε καταβάλει με διάφορους τρόπους.
- Επιθυμώ να τονίσω εκ νέου, ότι στα πλαίσια του παρόντος σταδίου εκδίκασης της παρούσης, το Δικαστήριο δεν δικαιούται να προβεί σε αξιολόγηση της αξιοπιστίας των θέσεων των διαδίκων, ούτε βέβαια σε εξαγωγή ευρημάτων επί των αντικρουόμενων ισχυρισμών. Ούτε θα ήταν ορθό το Δικαστήριο να καταλήξει σε ακριβή ευρήματα, αναφορικά με το ύψος της επαύξησης της περιουσίας των Καθ’ ων η Αίτηση αρ. 1 και 2 και της οποιασδήποτε τυχόν συνεισφοράς της Αιτήτριας, αλλά και του τρόπου με τον οποίο τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία αποκτήθηκαν. Αυτό θα λάβει χώρα όταν θα τεθούν όλα τα στοιχεία ενώπιον του Δικαστηρίου αλλά και η ολοκληρωμένη μαρτυρία των διαδίκων και των μαρτύρων τους. Στο δε στάδιο αυτό, δεν απαιτείται επακριβής απόδειξη της υπόθεσης (βλ. απόφαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου στην υπόθεση Ε.Ε. ν. Μ.Ε. Έφεση αρ. 34/2016 ημερομηνίας 11/04/2019).
- Παραθέτω χαρακτηριστικό απόσπασμα από την απόφαση που εκδόθηκε στην υπόθεση Αποστόλου κ.α. v. Ιωάννου κ.α. (2012) 1 (Α) ΑΑΔ 604, όπου στις σελ.615-616 επισημάνθηκαν τα ακόλουθα:
«Εκείνο το οποίο πρέπει ξανά εδώ να υπενθυμιστεί είναι η πραγματική φύση της υπό εξέτασης ενδιάμεσης διαδικασίας. Με αυτή δεν κρίνονται τελικά και ουσιαστικά δικαιώματα των διαδίκων έτσι ώστε με αυστηρούς κανόνες απόδειξης να αξιολογηθεί η εκατέρωθεν προσκομισθείσα μαρτυρία, να εξαχθούν τελικά ευρήματα και να κατανεμηθούν δικαιώματα και υποχρεώσεις. Εδώ, με την κυρίως Αίτησή της, η εφεσίβλητη διεκδικεί την απόδοση στην ίδια του μέρους εκείνου της αύξησης της περιουσίας του εφεσείοντα, η οποία αποκτήθηκε μετά το γάμο των διαδίκων, και η οποία αύξηση προέρχεται από τη συμβολή της εφεσείουσας, την οποία η ίδια υπολογίζει σε 50% ή €40.000.000 ή οποιοδήποτε άλλο ποσό βρεθεί ότι αποτελεί την αξία της συνεισφοράς της.
Όπως δε ορθά επισημαίνει και ο συνήγορος της εφεσίβλητης, για τους σκοπούς του διατάγματος όπως αυτό τελικά διαμορφώθηκε, η πραγματική αξία της περιουσίας δεν ενέχει ιδιαίτερη σημασία. Το κατά πόσο θα έπρεπε να δεσμευθεί το 1/2 ή το 1/3 ή τα 3/4 της περιουσίας εκείνης, δηλαδή των μετοχών του εφεσείοντα ή κάποιου ακινήτου του, αυτό έχει να κάνει με την τυχόν αξία της συνεισφοράς της εφεσείουσας και όχι με την αξία του περιουσιακού στοιχείου. Κάτι που ασφαλώς θα διακριβωθεί στο τέλος, στο πλαίσιο εκδίκασης της κυρίως αίτησης».
- Περαιτέρω, στην βάση του άρθρου 14(2) του Ν.232/91 το οποίο προνοεί ότι η συνεισφορά του ενός συζύγου στην αύξηση της περιουσίας του άλλου τεκμαίρεται ότι ανέρχεται στο ένα τρίτο της αύξησης, εκτός αν αποδειχθεί μεγαλύτερη ή μικρότερη συνεισφορά, καταλήγω στο συμπέρασμα ότι και σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση υπάρχει και ορατή πιθανότητα επιτυχίας της Αιτήτριας στην κυρίως αίτηση. Στην απόφαση Ντάγκλας ν. Ντάγκλας (2004) 1 (Α) 629 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα στην σελ. 633:
«Σημαντικό μέρος της έφεσης (αφορά κυρίως τους λόγους έφεσης 2 και 5) συναρτάται προς την ουσία της κυρίως υπόθεσης. Το Οικογενειακό Δικαστήριο, λέγεται, δεν έλαβε υπ΄ όψη του ότι υπήρχε αμφισβήτηση γεγονότων σχετικά με την απόκτηση των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων και ότι το κύριο μέρος της περιουσίας του Εφεσείοντα, επί της οποίας εγείρει απαίτηση η Εφεσίβλητη, απεκτήθη από κληρονομική περιουσία του Εφεσείοντα ή εδημιουργήθη πριν από το γάμο. Η επιχειρηματολογία που αναπτύσσεται προς υποστήριξη των εισηγήσεων αυτών απευθύνεται λοιπόν περισσότερο προς την ουσία της υπόθεσης παρά προς τα διέποντα ενδιάμεσα διατάγματα. Το Οικογενειακό Δικαστήριο δεν παραγνώρισε τη διαφορά που υπήρχε μεταξύ των διαδίκων και, αναφερόμενο με ορθή πληροφόρηση και αντίληψη στη νομολογία, αντίκρισε το θέμα υπό το φως των προϋποθέσεων του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 σε συνάρτηση με τη βάση της απαίτησης της Εφεσίβλητης δυνάμει του άρθρου 14 του Ν. 232/91 για να καταλήξει ότι, για σκοπούς της αίτησης, και σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση και οριακή πιθανότητα επιτυχίας υπήρχε, τοσούτο μάλιστα εν όψει της τεκμαιρόμενης στο άρθρο 14(2) συνεισφοράς της Εφεσίβλητης (η οποία εργάζετο αλλά και φρόντιζε την οικογένεια καθ΄ όλη τη διάρκεια του γάμου) κατά το ένα τρίτο ως προς την επίδικη περιουσία που αποκτήθηκε μετά το γάμο. Ορθά όμως απέφυγε να υπεισέλθει σε κρίση επί των εκατέρωθεν εκδοχών ως προς τη συνεισφορά εκάστου συζύγου, υποδεικνύοντας ότι η διαφωνία των διαδίκων, ιδιαίτερα για συνεισφορά της Εφεσίβλητης πέραν του ενός τρίτου:
«. αφορούσε γεγονότα πάνω στα οποία θα περιστραφεί τελικά το αποτέλεσμα της αγωγής και τα οποία άπτονται των δικαιωμάτων των μερών και κατ΄ επέκταση το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα αναζητηθεί η επίλυση της βρίσκεται έξω από τα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας».
- Επιπρόσθετα, στην απόφαση Δημοκρατία της Σλοβενίας ν. Beogradska Banka (1999) 1A 227, κρίθηκε πως η συζήτηση για το προσωρινό διάταγμα οδηγήθηκε σε σοβαρή εκτροπή λόγω του τρόπου που παρουσιάστηκε η υπόθεση και του χειρισμού της από τον πρωτόδικο Δικαστή, ο οποίος υπερβαίνοντας την εξουσία που του παρέχετο για έκδοση προσωρινού διατάγματος με βάση τις πρόνοιες του περί Δικαστηρίων Νόμου, αντί να εξετάσει κατά πόσο θα προέβαινε στην ακύρωση ή την οριστικοποίηση του εν λόγω διατάγματος, προχώρησε σε σημείο που κρίθηκε ότι με τη στάση του διέγνωσε την ουσία της υπόθεσης.
113. Σε σχέση με την εξέταση της τρίτης προϋπόθεσης του άρθρου 32 του Ν.14/60, δεν διαφεύγει της προσοχής μου ότι η έννοια της δυσκολίας ή αδυναμίας απονομής πλήρους δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο δεν συναρτάται απόλυτα με τη στενή αντίληψη της υλικής ζημιάς, αλλά με την προστασία των δικαιωμάτων της Αιτήτριας έναντι των αντίστοιχων δικαιωμάτων του Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 συζύγου της.
114. Σε προσωρινά διατάγματα, απαγορευτικά της αποξένωσης ή επιβάρυνσης ακίνητης ή κινητής περιουσίας, δεν είναι αναγκαία η προσαγωγή μαρτυρίας για πρόθεση του Εναγόμενου-Καθ' ου η αίτηση για αποξένωση, αλλά εκείνο που μετρά είναι η πιθανή επίδραση που θα έχει η αποξένωση στην ικανοποίηση της δικαστικής απόφασης που ενδεχομένως θα εκδοθεί υπέρ του Ενάγοντος-Αιτητή (βλ. Κιτρομηλίδου ν. Ελληνικής Τράπεζας Λτδ (2005) 1 ΑΑΔ 1165).
115. Στην απόφαση που εκδόθηκε στην υπόθεση Ελένη (Χέλεν) Ζαρταριάν v. Δημήτρη Χατζηαργυρού κ.α., Π.Ε. Αρ. Ε156/2022, ημερομηνίας 11/01/2024 επισημάνθηκαν τα πιο κάτω:
«Υπενθυμίζουμε άλλωστε πως η νομολογία (βλέπε υπόθεση LARTICON CO v. DETERGENTA DEVELOPMENTS LTD (2004) 1B Α.Α.Δ. 1121) αποφάνθηκε πως κατά την εξέταση της τρίτης προϋπόθεσης «δεν είναι απαραίτητη η παρουσίαση μαρτυρίας για την απόδειξη της πραγματικής πρόθεσης ενός εναγομένου για τη μεταβίβαση ή επιβάρυνση της περιουσίας του. Όπως έχει τονισθεί από το Δικαστή Κωνσταντινίδη στην υπόθεση C. Phasarias (Automotive Centre) ltd v.Σκυποποιία «Λεωνίκ» Λτδ (2001 1 Α.Α.Δ. 785, «Εκείνο που μετρά είναι η πιθανή επίδραση που θα έχει η αποξένωση ή η επιβάρυνση, εφόσον γίνουν, στην ικανοποίηση της δικαστικής απόφασης που ενδεχομένως θα εκδοθεί. Ο κίνδυνος, δηλαδή, να μη ικανοποιηθεί η δικαστική απόφαση αν μεταβιβαστεί ή επιβαρυνθεί η περιουσία».
116. Παραπέμπω επίσης στα όσα υποδείχθηκαν από το Εφετείο στην υπόθεση Φετοκάκης v. Χριστοφή κ.ά. (2006) 1 Α.Α.Δ. 800 σε σχέση με το βάρος απόδειξης που απαιτείται για την πρόθεση του διαδίκου να αποξενώσει το περιουσιακό στοιχείο:
«Σημειώνουμε ότι σε περιπτώσεις έκδοσης προσωρινών διαταγμάτων ο αιτητής δεν έχει το βάρος να αποδείξει τη πραγματική πρόθεση του καθ’ ου η αίτηση να προβεί σε μεταβίβαση της περιουσίας του. Όπως έχει λεχθεί από το Δικαστή Πική στην υπόθεση Τσιολάκη και άλλη v. Στυλιανίδη (1992) 1 Α.Α.Δ. 782, εκείνο το οποίο απαιτείται είναι η πιθανότητα παρεμβολής εμποδίου (hindered) στην ικανοποίηση απόφασης η οποία ήθελε εκδοθεί υπέρ του ενάγοντος.»
- Σε κάθε περίπτωση, από τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον μου και κυρίως στην βάση των ισχυρισμών της Αιτήτριας για αποξένωση της επίδικης περιουσίας του Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 και συγκεκριμένα της παραδοχής του Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 ότι μετέφερε χρήματα από κοινό λογαριασμό των διαδίκων σε προσωπικό του λογαριασμό, τα οποία αποτελούν κατ’ ισχυρισμό χρήματα τα οποία διεκδικεί η Αιτήτρια στα πλαίσια της εναρκτήριας αίτησης περιουσιακών διαφορών, συνάγεται ότι σε περίπτωση που δεν οριστικοποιηθεί το εκδοθέν διάταγμα η Αιτήτρια θα υποστεί ανεπανόρθωτη ζημία. Επιπρόσθετα, η ενδεχόμενη αποξένωση και/ή επιβάρυνση των προαναφερόμενων επίδικων ακινήτων και τραπεζικών λογαριασμών, ενδέχεται να εξουδετερώσει και την παραμικρή πιθανότητα για μεταβίβαση οποιουδήποτε μεριδίου ή απόδοση οποιουδήποτε χρηματικού ποσού στην Αιτήτρια. Στην βάση των πιο πάνω, κρίνω ότι πληρείται και η τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32 του Ν.14/60.
- Αναφορικά με το κατά πόσο είναι δίκαιο ή πρόσφορο υπό τις περιστάσεις να εκδοθούν και/ή να οριστικοποιηθούν τα αιτούμενα προσωρινά διατάγματα, θεωρώ ότι αυτό είναι αναγκαίο, ώστε να διατηρηθεί η υφιστάμενη κατάσταση των πραγμάτων και τα επίδικα περιουσιακά στοιχεία των Καθ’ ων η Αίτηση αρ. 1 και 2 να διαφυλαχθούν και να παραμείνουν εγγεγραμμένα στο όνομα τους, μέχρι την εκδίκαση της εναρκτήριας αίτησης. Η διατήρηση του status quo θεωρώ ότι διαφυλάττει την εν λόγω περιουσία στον περιορισμένο βαθμό που ορίζει το εκδοθέν διάταγμα και αποτελεί την λιγότερο οδυνηρή επιλογή, χωρίς να επηρεάζει ουσιωδώς και σε μεγάλο βαθμό την ευημερία, διαβίωση και επιχειρηματική δραστηριότητα των Καθ’ ων η Αίτηση.
- Με τον τρόπο αυτό, θα διαφυλαχθούν τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία ούτως ώστε να δύναται να λάβει η Αιτήτρια την θεραπεία που προνοείται στο άρθρο 14Ε, σε περίπτωση φυσικά που τελικά επιτύχουν οι αξιώσεις της στην εναρκτήρια Αίτηση, σε αντίθεση με τους Καθ’ ων η Αίτηση που θεωρώ ότι δεν έχουν τεκμηριώσει επ’ ουδενί ή τουλάχιστον στον απαιτούμενο βαθμό, ότι θα υποστούν ανεπανόρθωτη ζημιά ή βλάβη. Θεωρώ ότι τυχόν ακύρωση του εκδοθέντος διατάγματος και εξανεμισμός των πιο πάνω περιουσιακών στοιχείων, θα συνιστούσε μεγαλύτερη αδικία αν στο μέλλον διαπιστωνόταν ότι μια τέτοια απόφαση ήταν εσφαλμένη. Ως εκ τούτου, με βάση τις πιο πάνω παραμέτρους κρίνω ότι το ισοζύγιο της ευχέρειας γέρνει εν προκειμένω, υπέρ της οριστικοποίησης του προσωρινού εκδοθέντος διατάγματος ημερομηνίας 13/02/2023.
- Στην απόφαση του Εφετείου στην υπόθεση Mints v. Shishkin, Πολ. Έφ. αρ. E69/2020 κ.ά., ημερομηνίας 10/01/2024, επισημάνθηκαν τα ακόλουθα:
«Σε αντιδιαστολή, συμφωνούμε με το ακόλουθο συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ως καταγράφεται στη σελ.29 της απόφασης του: «Στην προκειμένη περίπτωση, θεωρώ ότι το ισοζύγιο της ευχέρειας κλίνει υπέρ του Αιτητή. Σε περίπτωση που εκδοθεί μελλοντικά απόφαση υπέρ του Αιτητή, υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο να μην μπορεί να γίνει πλήρης αποκατάσταση των δικαιωμάτων του Αιτητή και να παραμείνει ανικανοποίητη τέτοια απόφαση ένεκα αποξένωσης ή περαιτέρω αποξένωσης των περιουσιακών στοιχείων των Καθ' ων η Αίτηση».
- Κρίνω σκόπιμο να εξετάσω συγκεκριμένους λόγους ένστασης των Καθ’ ων η Αίτηση αρ. 1 και 2. Ειδικότερα, σε σχέση με τον 3ο και 4ο λόγο ένστασης του Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 περί έλλειψης παρουσίασης μαρτυρίας από την πλευρά της Αιτήτριας σε βαθμό που να δικαιολογεί την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος ή που να τεκμηριώνει την συνεισφορά της στην αύξηση της περιουσίας του, οφείλω να επισημάνω ότι τα εγερθέντα ζητήματα που αυτός έθεσε με τόση λεπτομέρεια και ανάλυση, αποτελούν στην πλειονότητα τους θέμα μαρτυρίας, τα οποία σχετίζονται με την ουσία της υπόθεσης και θα εξεταστούν εις βάθος στα πλαίσια εκδίκασης της εναρκτήριας Αίτησης, συνεπώς δεν μπορώ να ασχοληθώ με την αξιολόγηση και αξιοπιστία αντικρουόμενων ισχυρισμών στο παρόν στάδιο. Άρα, δεν μπορώ να αποδεχτώ τους πιο πάνω λόγους ένστασης στα πλαίσια εξέτασης της παρούσης ενδιάμεσης αίτησης και στην βάση του υπόβαθρου που ανέλυσα πιο πάνω.
- Αναφορικά με τον 2ο λόγο ένστασης του Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1, περί παραβίασης του καθήκοντος της Αιτήτριας για πλήρη και ειλικρινή αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων (full and frank disclosure of all material facts) και εγγράφων στο Δικαστήριο κατά την μονομερή ακρόαση της Αίτησης και/ή περί εσκεμμένης παραπλάνησης του Δικαστηρίου, θεωρώ ότι δεν ευσταθεί η εν λόγω θέση. Μέσα από την ένορκη δήλωση του Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 παρατίθενται μία σειρά από γεγονότα και ισχυρισμούς, στην βάση των οποίων στηρίζει την εν λόγω θέση του.
- Συγκεκριμένα, ισχυρίζεται ότι η Αιτήτρια παραπλάνησε το Δικαστήριο διότι με βάση το ύψος των εισοδημάτων της, δεν ήταν δυνατό να αποκτηθεί η περιουσία που διεκδικεί ή ότι αυτή δεν είχε μεταφέρει ποτέ χρήματα στον κοινό τους λογαριασμό, εκτός από τον μηνιαίο μισθό της, μέχρι το τέλος του 2016. Επίσης, ισχυρίζεται ότι η Αιτήτρια δήλωσε παραπλανητικά ότι είχε την πεποίθηση ότι ένα εκ των διαμερισμάτων είχε μεταβιβαστεί και σε αυτήν, αλλά γνώριζε πολύ καλά ότι ο Καθ΄ ου η Αίτηση αρ. 1 αγόρασε το διαμέρισμα για να αποκτήσει άδεια διαμονής για όλα τα μέλη της οικογένειας αλλά και για προσωπικές του επενδύσεις. Περαιτέρω, ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 υποστήριξε ότι η Αιτήτρια δεν αποκάλυψε στο Δικαστήριο ότι απευθύνθηκε στο Δικαστήριο του Ισραήλ τον Νοέμβριο του 2022 και υπέβαλε ορισμένες διαδικασίες διεκδικώντας περιουσιακά του στοιχεία. Επιπρόσθετα, η ίδια επικαλέστηκε παραπλανητικά ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση αρ. 1 την απέκλεισε από τους λογαριασμούς της σε Κύπρο και Ισραήλ και ότι προσπαθεί να την ταπεινώσει ή να αποξενώσει οποιαδήποτε περιουσία, αλλά αυτό δεν αληθεύει διότι απλά προσπάθησε να την σταματήσει από αλόγιστες σπατάλες που έκανε. Υποστήριξε ακόμα, ότι η Αιτήτρια δεν αποκάλυψε στο Δικαστήριο ότι τα κεφάλαια που χρησιμοποίησε η Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2 για την αγορά των δύο διαμερισμάτων της και τα οποία αναφέρονται στην ένορκη δήλωση της, ήταν τα ίδια κεφάλαια που εισέπραξε η εταιρεία από τον ίδιο, λόγω της παραχώρησης των μετοχών της.
- Οι αρχές που διέπουν το ζήτημα της πλήρους και ειλικρινούς αποκάλυψης έχουν αναλυθεί σε σωρεία αποφάσεων του Ανώτατου Δικαστηρίου. Στην καθοδηγητική απόφαση που εκδόθηκε στην υπόθεση Γρηγορίου ν. Χριστοφόρου (1995) 1 Α.Α.Δ. 248 επισημάνθηκαν τα ακόλουθα:
«Η διαδικασία με μονομερή αίτηση επιβάλλει στον αιτητή την αποκάλυψη στο Δικαστήριο όλων των ουσιαστικών γεγονότων που μπορεί να ασκήσουν επιρροή στη δικαστική κρίση. Η αίτηση αυτή είναι υψίστης πίστεως (uberrimae fides). Ο αιτητής έχει καθήκον να φέρει σε γνώση του Δικαστηρίου οποιαδήποτε γεγονότα γνωρίζει, ή που με εύλογη επιμέλεια θα εγνώριζε, τα οποία μπορεί να είναι ευνοϊκά για τον απόντα διάδικο και μπορεί να ασκήσουν επιρροή στην κρίση του Δικαστηρίου. Παράλειψη παρουσίασης ουσιαστικών γεγονότων ενώπιον του Δικαστηρίου στη μονομερή αίτηση θεωρείται ως είδος εξαπάτησης του Δικαστηρίου και το Δικαστήριο απαντά: "δεν σας ακούω πλέον" και ακυρώνει τη διαταγή που έδωσε, χωρίς να εξετάσει την ουσία. Τα γεγονότα πρέπει να είναι ουσιώδη για την απόφαση του Δικαστηρίου στη μονομερή αίτηση [...] Υποχρέωση της πλήρους αποκάλυψης δεν καλύπτει μόνο ουσιώδη γεγονότα που είναι γνωστά στον αιτητή, αλλά και εκείνα που μπορούσε να ανακαλύψει με εύλογη έρευνα».
- Περαιτέρω, στην υπόθεση Zondrvan Group Ltd v. Bonalbo Fiduciaries Ltd κ.α., Π.Ε. Ε64/2015, ημερομηνίας 20/07/2021, αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
«Προσεκτική μελέτη του υλικού που τέθηκε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, αποκαλύπτει ότι δεν πρόκειται για μη αποκάλυψη ουσιωδών γεγονότων κοινώς αποδεκτών από τις δύο πλευρές ή με αντικειμενικό έρεισμα, αλλά περί εντελώς διαφορετικής εκδοχής στη βάση συγχώνευσης της εφεσίβλητης 2 με την Red Zucchini Ventures Ltd και του επακόλουθου συμψηφισμού των απαιτήσεων της τελευταίας και της εφεσείουσας, η οποία δεν μπορούσε να εξεταστεί στο στάδιο της αίτησης με τη διαπίστωση σχετικών γεγονότων, κάτι που μπορεί να γίνει κατά το στάδιο της ακρόασης της ουσίας της αγωγής». Σε άλλο σημείο της πιο πάνω αναφερόμενης απόφασης, υποδείχθηκε ότι: «Υπενθυμίζουμε και την πάγια θέση της νομολογίας, ότι σε διαδικασία εκδίκασης αίτησης για προσωρινό διάταγμα, το Δικαστήριο πρέπει να αποφεύγει να καταλήγει σε συμπεράσματα αναφορικά με το πραγματικό και νομικό καθεστώς της υπόθεσης, κάτι που αποφασίζεται κατά το στάδιο της δίκης».
- Με βάση όσα έχουν τεθεί ενώπιον μου, φρονώ ότι δεν έχει προκύψει οποιαδήποτε απόκρυψη γεγονότος η οποία θα οδηγούσε το Δικαστήριο σε διαφορετικό χειρισμό της παρούσης υπόθεσης και σε κάθε περίπτωση δεν έχω διαπιστώσει οι φερόμενες αποκρύψεις να είναι τόσο ουσιώδεις και καταλυτικές, ώστε να οδηγούν στην ακύρωση του εκδοθέντος προσωρινού διατάγματος ή στην μη έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων. Αυτό που διαπιστώνεται μέσα από τις ένορκες δηλώσεις των διαδίκων, είναι η πλήρης διάσταση τους σε σχέση με ουσιαστικές παραμέτρους της υπόθεσης. Σε κάθε περίπτωση, η προβολή διαφορετικής εκδοχής από την πλευρά των Καθ’ ων η Αίτηση αρ. 1 και 2 σε σχέση με σειρά γεγονότων της υπόθεσης, δεν συνιστά κατά την άποψη μου παραβίαση του καθήκοντος της Αιτήτριας για πλήρη αποκάλυψη ουσιωδών γεγονότων και ούτε απόκρυψη τους, ιδίως σε αυτό το στάδιο όπου δεν μπορεί να αξιολογηθεί εις βάθος μαρτυρία και διαφιλονικούμενα γεγονότα με σκοπό την εξαγωγή τελικών συμπερασμάτων, αφού αυτό θα γίνει κατά το στάδιο της ακρόασης της εναρκτήριας Αίτησης.
- Ούτε κατά την άποψη μου συνιστά απόκρυψη ουσιώδους γεγονότος, η μη αναφορά ότι δεν εκδόθηκαν ξεχωριστοί τίτλοι για τα επίδικα διαμερίσματα που αγοράστηκαν από την Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2 εταιρεία, αφού κάτι τέτοιο πιθανόν να το αγνοεί η Αιτήτρια και σε κάθε περίπτωση δεν θεωρώ ότι αποτελεί ουσιώδες γεγονός εν προκειμένω. Παραπέμπω στην απόφαση που εκδόθηκε στην υπόθεση Λ. Γεωργίου ν. Σταύρου κ.α. Πολ. Έφεση με αρ. 32/2012 ημερομηνίας 08/12/2015, όπου οι περιστάσεις προσομοιάζουν με την παρούσα και όπου κρίθηκε πως το γεγονός της μη αναφοράς ύπαρξης υποθήκης από την πλευρά της Αιτήτριας στην ένορκη δήλωση της σε σχέση με το επίδικο ακίνητο, δεν δικαιολογεί την ακύρωση του προσωρινού διατάγματος για μη αποξένωση του, στην βάση παράλειψης αποκάλυψης ουσιωδών γεγονότων.
- Σε σχέση με τον 4ο λόγο ένστασης της Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2, ότι δηλαδή η υπό εξέταση Αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί διότι η Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2 είναι μια ξεχωριστή νομική προσωπικότητα (separate legal personality) ανεξάρτητη από τους μετόχους και διευθυντές της, αλλά και ότι τα περιουσιακά στοιχεία της δεν αποτελούν περιουσιακά στοιχεία των μετόχων αυτής, κρίνω ότι δεν μπορώ να αποδεχθώ την θέση αυτή.
- Το γεγονός ότι η Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2 είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, από μόνο του δεν δύναται να αποτελέσει εμπόδιο στη συμπερίληψή της ως διάδικου σε μία διαδικασία ρύθμισης περιουσιακών διαφορών. Μέσα από την καθοδηγητική νομολογία του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου, καταδεικνύεται η συνεχής διεύρυνση της δικαιοδοσίας των Οικογενειακών Δικαστηρίων σε υποθέσεις ρύθμισης περιουσιακών διαφορών με την συμπερίληψη τρίτων προσώπων, φυσικών ή νομικών ως διαδίκων. Παραθέτω επί τούτου, το πιο κάτω σχετικό απόσπασμα από την απόφαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου στην υπόθεση Περικλέους ν. Εγγλέζου κ.α. [2011] 1 Α.Α.Δ. 1015:
«Η έννοια της συνεισφοράς επομένως στην απόκτηση περιουσιακού στοιχείου αποτελεί καταλύτη στην ένταξη και επίλυση της διαφοράς αυτής στο Οικογενειακό Δικαστήριο. Το γεγονός ότι το αιτούμενο περιουσιακό στοιχείο τυγχάνει να βρίσκεται εγγεγραμμένο σε τρίτο άτομο ή επ' αυτού να έχει αξίωση τρίτο πρόσωπο, δεν διαφοροποιεί την ταξινόμηση του θέματος ως ζήτημα δικαίου. Όχι μόνο η αξίωση επί του περιουσιακού στοιχείου διέρχεται μέσα από την τεκμηρίωση της συνεισφοράς του αιτητή στην αύξηση της περιουσίας, αλλά και ευχερώς συνενώνεται το πρόσωπο το οποίο έχει το περιουσιακό αυτό στοιχείο στην κατοχή του, είτε νόμιμα είτε όχι, ώστε να αποδοθεί ολοκληρωμένα μέσα στην ίδια την αίτηση περιουσιακής διαφοράς, η πρέπουσα συνεισφορά και η απόδοση, διά της έκδοσης του αναγκαίου διατάγματος ή διαταγμάτων, πίσω στον συνεισφέροντα, του περιουσιακού στοιχείου ή της αξίας του».
- Κανείς δεν αντιλέγει, ότι αποτελεί θεμελιώδη αρχή του εταιρικού δικαίου πως μία εταιρεία αποτελεί ανεξάρτητη νομική οντότητα από τους ιδρυτές, διευθυντές ή μετόχους της, οι οποίοι δεν καθίστανται προσωπικά υπεύθυνοι για χρέη ή υποχρεώσεις της, το γνωστό «εταιρικό πέπλο». Αν και η εν λόγω αρχή έγινε γνωστή με την αγγλική απόφαση Salomon v. Salomon & Co [1897] AC 22, εντούτοις υιοθετήθηκε από σωρεία αποφάσεων των Κυπριακών Δικαστηρίων (βλ. Michaelides v. Gavrielides [1980] 1 A.A.Δ. 224 κ.α).
- Σε κάθε περίπτωση, τόσο η σχετική νομοθεσία όσο και η νομολογία αναγνώρισαν την εξουσία των Δικαστηρίων να αίρουν το εταιρικό πέπλο σε ορισμένες περιπτώσεις. Σχετική με το υπό εξέταση ζήτημα, είναι η απόφαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου στην υπόθεση Αποστόλου ν. Ιωάννου [2012] 1 Α.Α.Δ 604, με την οποία επικυρώθηκε η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου να ακυρώσει απαγορευτικά διατάγματα που αφορούσαν ακίνητα εταιρειών στις οποίες ο διάδικος σύζυγος ήταν μέτοχος και διευθυντής. Στην εν λόγω απόφαση το Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο προέβη σε μία επισκόπηση της αγγλικής Νομολογίας, αναφορικά με τις προϋποθέσεις άρσης του εταιρικού πέπλου σε υποθέσεις οικογενειακών περιουσιακών διαφορών ως η παρούσα, παραπέμποντας, μεταξύ άλλων στις Mubarak v. Mubarak [2001] 1 F.L.R. 673 και Hashem v. Shayif a.o. [2008] EWHC 2380.
- Στην Mubarak (ανωτέρω), ο λόγος της οποίας έτυχε της επιδοκιμασίας του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου στην Αποστόλου ν. Ιωάννου (ανωτέρω), το Ανώτατο Δικαστήριο της Αγγλίας αποφάσισε ότι το εταιρικό πέπλο αίρεται μόνο στις περιπτώσεις όπου ο σύζυγος είναι ο ιδιοκτήτης και ο ασκών τον έλεγχο της εταιρείας και δεν υπάρχουν συγκρουόμενα συμφέροντα τρίτων προσώπων. Περαιτέρω, η άρση του εταιρικού πέπλου θα μπορούσε να γίνει δεκτή σε περιπτώσεις όπου τα υπό αναφορά περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας αποτελούνται, για παράδειγμα, από τη συζυγική κατοικία ή άλλη περιουσία η οποία κατέχεται για σκοπούς άλλους από εκείνους οι οποίοι σχετίζονται με συνήθεις επιχειρησιακούς σκοπούς.
(VII) ΚΑΤΑΛΗΞΗ։
- Στην βάση όλων όσων αναφέρθηκαν πιο πάνω, κρίνω ορθό και δίκαιο όπως το προσωρινό διάταγμα ημερομηνίας 13/02/2023 οριστικοποιηθεί και καταστεί απόλυτο, μέχρι την εκδίκαση της εναρκτήριας Αίτησης και/ή μέχρι νεότερης διαταγής του Δικαστηρίου.
- Περαιτέρω, εκδίδεται προσωρινό διάταγμα το οποίο να απαγορεύει και/ή να παρεμποδίζει και/ή να δεσμεύει (bind) την Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2 προσωπικά και/ή μέσω των αντιπροσώπων και/ή εκπροσώπων και/ή εντολοδόχων της και/ή οποιωνδήποτε προσώπων που ενεργούν επ’ ονόματι της και/ή εκ μέρους της, από το να πωλήσουν και/ή μεταβιβάσουν και/ή δωρίσουν και/ή αποξενώσουν και/ή ανταλλάξουν και/ή επιβαρύνουν και/ή με οποιοδήποτε τρόπο διαθέσουν το ½ του όλου μεριδίου από τα δύο διαμερίσματα με αρ. […] και […] στην πολυκατοικία και/ή στο σύμπλεγμα πολυκατοικιών στη Λεμεσό, με την ονομασία […] η οποία βρίσκεται στην οδό […] και τα οποία είναι εγγεγραμμένα εξ’ ολοκλήρου στο όνομα της Καθ’ ης η Αίτηση αρ. 2 και/η στα οποία είναι δικαιούμενη σε εγγραφή.
Το πιο πάνω εκδοθέν προσωρινό διάταγμα οριστικοποιείται και καθίσταται απόλυτο μέχρι την εκδίκαση της εναρκτήριας Αίτησης και/ή μέχρι νεότερης διαταγής του Δικαστηρίου.
- Εν όψει του ότι, στην βάση των πιο πάνω εκδοθέντων διαταγμάτων δεσμεύτηκαν περιουσιακά στοιχεία μεγαλύτερης χρηματικής αξίας, δίδω οδηγίες στην Αιτήτρια όπως αναλάβει και/ή υπογράψει νέα προσωπική εγγύηση ύψους €350.000 ενώπιον του Πρωτοκολλητή του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λεμεσού, εντός 7 εργάσιμων ημερών από σήμερα. Η προηγούμενη εγγύηση για το ποσό των €100.000 ακυρώνεται.
- Εν όψει της κατάληξης μου, ότι η Αιτήτρια είναι ο επιτυχών διάδικος στην υπό εξέταση Αίτηση δεν προκύπτει οποιοσδήποτε λόγος ή ιδιαίτερες περιστάσεις, ώστε να αποκλίνω από τον γενικό κανόνα ότι τα έξοδα θα ακολουθήσουν το αποτέλεσμα. Συνακόλουθα, τα έξοδα όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο επιδικάζονται υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον των Καθ’ ων η Αίτηση αρ. 1 και 2 και θα είναι πληρωτέα στο τέλος της εναρκτήριας Αίτησης.
(Yπ.) ………………………………. Χ. Πογιατζής, Δ.
Πιστόν αντίγραφον
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο