
ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ
Ενώπιον: Α. Παναγή, Δ. Οικ. Δικ.
Αρ. Αίτησης: 278/2024 iJ
Μεταξύ:
L.S. A. εκ Λεμεσού
Αιτήτρια
και
Α. Χρ. Α. εκ Λεμεσού
Καθ' ου η αίτηση.
ΑΙΤΗΣΗ ΧΩΡΙΣ ΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ ΗΜΕΡ.22/10/24
Ημερομηνία: 28 Φεβρουαρίου 2025
ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:
Για την Αιτήτρια: κα Άννα Κ. Σωτήρη
Για τον Καθ' ου η αίτηση: κα Μαρία Μαυρή
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Η αιτήτρια καταχώρησε εναρκτήρια αίτηση με την οποία ζητά διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να τροποποιείται το διάταγμα ημερ.28/5/21 το οποίο εκδόθηκε στα πλαίσια της διατροφής αρ. 79/21 ούτως ώστε το ποσό που καταβάλλει ο καθ΄ου η αίτηση στην αιτήτρια ως συνεισφορά του για τη διατροφή και συντήρηση του ανήλικου τέκνου του Σ. Α. αυξηθεί από τα €330 μηνιαίως στο ποσό των €1.500 μηνιαίως πλέον 13ο και 14ο.
Στα πλαίσια της εναρκτήριας αίτησης, η αιτήτρια καταχώρησε αίτηση χωρίς ειδοποίηση με την οποία ζητά προσωρινό διάταγμα με το οποίο να διατάσσεται ο καθ’ ου η αίτηση να πληρώνει στην αιτήτρια το ποσό των €1.500 μηνιαίως ως συνεισφορά του στην διατροφή και συντήρηση του παιδιού τους Σ. Α. και / ή οιονδήποτε άλλο ποσό που το Δικαστήριο θα θεωρήσει ορθό και δίκαιο υπό τις περιστάσεις, μέχρι την αποπεράτωση της εναρκτήριας αίτηση και ή μέχρι νεότερης διαταγής του Δικαστηρίου.
Το Δικαστήριο δεν εξέδωσε οποιοδήποτε διάταγμα μονομερώς και διέταξε την επίδοση της αίτησης στον καθ’ ου η αίτηση ο οποίος καταχώρησε ένσταση μέσω της οποίας προβάλλει τους ακόλουθους λόγους για απόρριψη της υπό κρίση αίτησης:
- Η αίτηση είναι νόμω και ουσία αβάσιμη γιατί δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων.
- Η αίτηση είναι θνησιγενής και πρέπει να απορριφθεί ως παράτυπη και αντικανονική καθ’ ότι με βάση την εν ισχύ Νομοθεσία και Νομολογία το Δικαστήριο δεν μπορεί με ενδιάμεση θεραπεία να τροποποιήσει το τελικό διάταγμα που εκδόθηκε στις 28/5/21 στην αίτηση διατροφής αρ. 79/21.
- Η ένορκη δήλωση της αιτήτριας ημερ.22/10/24 δεν αποκαλύπτει επαρκή και προσήκοντα γεγονότα που δύνανται να θεμελιώσουν τους όρους και προϋποθέσεις για την τροποποίηση του εκδοθέντος διατάγματος ημερ.28/5/21.
- Η υπό κρίση αίτηση στηρίζεται στην ένορκο δήλωση της αιτήτριας η οποία κατά τρόπο ανεπίτρεπτο περιέχει αναληθή γεγονότα και δεν αποτελεί ειλικρινή και τίμια αποκάλυψη όλων των γεγονότων και περιστατικών της υπόθεσης ενώ περαιτέρω η αιτήτρια χρησιμοποίησε απατηλά μέσα και δεν προσήλθε στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια και απέκρυψε ουσιώδη γεγονότα τα οποία γνώριζε και ή όφειλε να γνωρίζει και τα οποία όφειλε να αποκαλύψει στο Δικαστήριο.
- Η αιτήτρια κακόπιστα και/ ή εσκεμμένα και/ ή άλλως πως απέκρυψε από το Δικαστήριο ουσιώδη γεγονότα και / ή πληροφορίες και δεν προέβη σε ειλικρινή και πλήρη αποκάλυψη τέτοιων γεγονότων παραβαίνοντας την υποχρέωση της να ενεργεί με βάση την αρχή της μέγιστης καλής πίστης.
- Η αιτήτρια ενόψει συνομολόγησης με τον καθ΄ου η αίτηση συμφωνίας επίλυσης περιουσιακών και οικογενειακών διαφορών ημερ.18/5/21, και της εκ μέρους της υπογραφής σχετικής εξοφλητικής απόδειξης ημερ. 28/4/22, κωλύεται να προωθεί τόσο την ενδιάμεση όσο και την εναρκτήρια αίτηση.
- Η αιτήτρια εμφανίζεται στο Δικαστήριο με κακή πίστη, και δεν προσέρχεται με καθαρά χέρια και παρακινείται από κακία με απώτερο στόχο την καταστρατήγηση των συμφερόντων του καθ’ ου η αίτηση.
- Η αιτήτρια δεν προσήλθε στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια και κωλύεται να αιτείται την προς όφελος της άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου και ή να επικαλείται την ενεργοποίηση της σύμφυτης εξουσίας του Δικαστηρίου και των φυσικών αρχών της επιείκειας για την έκδοση του προσωρινού διατάγματος το οποίο θα τροποποιεί το τελικό διάταγμα.
- Η μαρτυρία της αιτήτριας είναι αναληθής πρόδηλα αστήριχτη και προφανώς κατασκευασμένη και το Δικαστήριο δεν μπορεί να βασιστεί σε αυτήν προς το σκοπό της έκδοσης προσωρινού διατάγματος αφού από την αίτηση και την ένορκο δήλωση της απουσιάζουν στοιχεία που να δικαιολογούν και να αποδεικνύουν με οποιοδήποτε τρόπο μεταβολή τω συνθηκών επί των οποίων στηρίχθηκε η έκδοση του τελικού διατάγματος ημερ.28/5/21.
- Η αιτήτρια δεν αποκάλυψε τα πραγματικά γεγονότα τα οποία δυνατόν να επηρέαζαν και να επηρεάσουν την κρίση του Δικαστηρίου εάν αυτά υπεισέρχονταν στην γνώση του.
- Δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των άρθρων 1, 2, 5, 7 και 9 του Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου Κεφ.6.
- Δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του Α.32 του Ν.14/60 για την έκδοση προσωρινού διατάγματος.
- Κατά την ημερομηνία καταχώρησης της αίτησης δεν συνέτρεχαν και δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις που απαιτούνται από το Νόμο και τη Νομολογία για την έκδοση προσωρινών διαταγμάτων τα οποία θα τροποποιούν τελικό διάταγμα διατροφής.
- Η ηλικία της ανήλικης, ήτοι 17.5 ετών, η ένορκη δήλωση της αιτήτριας και ο χρόνος που παρήλθε από την έκδοση του τελικού διατάγματος διατροφής, σε κανένα βαθμό και/ ή με κανένα τρόπο δεν μπορούν να δικαιολογήσουν και ούτε δικαιολογούν την αναγκαιότητα τροποποίησης του τελικού διατάγματος και πόσο μάλλον την έκδοση προσωρινού διατάγματος.
- Το ισοζύγιο της ευχέρειας προστάζει όπως αποσυρθεί η υπό κρίση αίτηση.
- Σε περίπτωση έκδοσης του αιτούμενου προσωρινού διατάγματος ο καθ΄ου η αίτηση θα υποστεί σοβαρές και ανεπανόρθωτες και δυσχερώς επανορθώσιμες και υπέρμετρες βλάβες και δυσανάλογες ζημιές και απώλειες αφού τα εισοδήματα του δεν του επιτρέπουν να καταβάλει μεγαλύτερο ποσό για τη διατροφή και συντήρηση της ανήλικης θυγατέρας των διαδίκων και ούτε δικαιολογείται η καταβολή αυξημένου ποσού διατροφής.
Στην ένορκη δήλωση της αιτήτριας η οποία υποστηρίζει την αίτηση της, μεταξύ άλλων αναφέρονται τα ακόλουθα: Υπήρξε παντρεμένη με τον καθ’ ου η αίτηση, κατά τη διάρκεια του γάμου τους απέκτησαν την Σ. η οποία γεννήθηκε στις 7/7/2007 και ακόμη μια θυγατέρα η οποία είναι ενήλικη. Ο γάμος τους λύθηκε στις 26/5/21.
Στις 28/5/21, στα πλαίσια της Αίτησης Διατροφής αρ.79/21 ο καθ’ ου η αίτηση διατάχθηκε να καταβάλλει για τη διατροφής της ανήλικης το ποσό των €300 μηνιαίως, ποσό το οποίο σήμερα ανήλθε στα €330 μηνιαίως.
Μετά την έκδοση του διατάγματος τα γεγονότα και οι συνθήκες επί των οποίων στηρίχθηκε έχουν διαφοροποιηθεί και καθίσταται αναγκαία η τροποποίηση του. Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει, τα έξοδα της ανήλικης έχουν αυξηθεί δραστικά και παραθέτει αναλυτικό πίνακα με τα έξοδα της ανήλικης κατά το χρόνο έκδοσης του υφιστάμενου διατάγματος διατροφής τα οποία καθορίζει στο συνολικό ποσό των €1090 μηνιαίως και αναλυτικό πίνακα με τα έξοδα της ανήλικης σήμερα τα οποία καθορίζει στο συνολικό ποσό των €2010 μηνιαίως.
Η ανήλικη φοιτά στην Γ τάξη του Λυκείου, είναι καλή μαθήτρια και καταθέτει ως τεκμήριο τα Δελτία Ετήσιας Επίδοσης της για τα σχολικά έτη 2022-2023 και 2023-2024. Η ανήλικη προετοιμάζεται για εισαγωγικές εξετάσεις σε Πανεπιστήμιο και για το λόγο αυτό παρακολουθεί ιδιαίτερα μαθήματα σε φροντιστήριο τα δίδακτρα των οποίων ανέρχονται στο ποσό των €510 μηνιαίως, Καταθέτει ως τεκμήριο αποδείξεις των φροντιστηρίων.
Δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μόνη της όπως αναφέρει τις αυξημένες ανάγκες της ανήλικης και αναγκάζεται να δανείζεται χρήματα από τρίτα πρόσωπα, το ποσό το οποίο καταβάλλει ο καθ΄ου η αίτηση είναι ανεπαρκές και επιβάλλεται η αύξηση του.
Τα εισοδήματα του καθ΄ου η αίτηση έχουν αυξηθεί κατά πολύ όπως αναφέρει αφού κατά το χρόνο έκδοσης του υφιστάμενου διατάγματος ανέρχονταν στο ποσό των €2.100 περίπου μηνιαίως ενώ τώρα στο ποσό των €3.500 μηνιαίως πλέον 13ο και 14ο μισθό.
Σε σχέση με τα εισοδήματα της αναφέρει ότι κατά την έκδοση του υφιστάμενου διατάγματος ανέρχονταν στο ποσό των €1200 περίπου μηνιαίως ενώ τώρα στο ποσό των €1500 περίπου μηνιαίως.
Ο καθ’ ου η αίτηση είναι σε θέση να καταβάλλει το αιτούμενο ποσό, όπως την συμβουλεύουν οι δικηγόροι της έχει καλή βάση αίτησης, έχει πιθανότητα επιτυχίας και νομιμοποιείται στην έκδοση προσωρινού διατάγματος.
Είναι δίκαιο και εύλογο όπως αναφέρει τέλος να εκδοθεί το αιτούμενο προσωρινό διάταγμα.
Στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση του, ο καθ’ ου η αίτηση μεταξύ άλλων επαναλαμβάνει τους λόγους ένστασης του ενώ αναφέρει περαιτέρω τα ακόλουθα: Η αιτήτρια με την ανήλικη διαμένουν σε διαμέρισμα στη Λεμεσό το οποίο αγοράστηκε με κοινό δάνειο των διαδίκων οι οποίοι κατείχαν το ½ μερίδιο έκαστος.
Στις 18/5/21, 10 μέρες πριν την έκδοση του υφιστάμενου διατάγματος διατροφής, υπέγραψε με την αιτήτρια συμφωνίας επίλυσης των περιουσιακών και οικογενειακών τους διαφορών την οποία καταθέτει ως τεκμήριο και κάνει αναφορά στο περιεχόμενο της εν λόγω συμφωνίας.
Αναφέρει ότι όπως προκύπτει από την εν λόγω συμφωνία στον καθορισμό της συνεισφοράς του στη διατροφή της ανήλικη Σοφίας, λήφθηκε σοβαρά υπόψιν η συνεισφορά του στην αγορά της συζυγικής κατοικίας η οποία μεταβιβάστηκε επ’ ονόματι της αιτήτριας και του περιλαμβανομένου σε αυτήν εξοπλισμού, ως επίσης και οι ανάγκες της ανήλικης για τη διατροφή, συντήρηση, ευημερία και εκπαίδευση της οι οποίες όπως αναφέρονται καλύπτονται επαρκώς. Παράλληλα μέσω της συμφωνίας, η αιτήτρια αναγνώριζε ότι δυνάμει των όρων της συμφωνίας δεν θα αξίωνε οποιοδήποτε άλλο ποσό για τη διατροφή και συντήρηση της ανήλικης από τον καθ’ ου η αίτηση πέραν της αύξησης του 10% το οποίο προβλέπεται από το Νόμο.
Στις 28/4/22, η αιτήτρια, προς επιβεβαίωση της πλήρης συμμόρφωσης του καθ’ ου η αίτηση με τους όρους της πιο πάνω συμφωνίας, υπέγραψε σχετική εξοφλητική απόδειξη, την οποία ο καθ’ ου η αίτηση καταθέτει ως τεκμήριο, από το περιεχόμενο της οποία προέκυπτε ότι η αιτήτρια είναι πλήρως ευχαριστημένη και ικανοποιημένη και ότι με την υπογραφή του εν λόγω εγγράφου, επιλύονταν και διευθετούνταν πλήρως όλες οι μεταξύ τους διαφορές που προέκυπταν από την έγγαμη σχέση τους. Επιπλέον η αιτήτρια αναγνώριζε ότι απαλλασσόταν του δικαιώματος να έχει οποιαδήποτε άλλη απαίτηση από τον καθ’ ου η αίτηση τόσο σε σχέση με τις περιουσιακές τους διαφορές όσο και σε σχέση με οποιοδήποτε άλλο ζήτημα δημιουργήθηκε πριν ή κατά τη διάρκεια της έγγαμης σχέσης τους.
Ο καθ’ ου η αίτηση αναφέρει ότι καμία διαφοροποίηση και/ ή ουσιαστική μεταβολή προκύπτει από την ένορκη δήλωση της αιτήτριας που να δικαιολογεί σε οποιοδήποτε βαθμό την τροποποίηση του υφιστάμενου διατάγματος διατροφής και πόσο μάλλον το κατεπείγον για την τροποποίηση του λαμβάνοντας ιδιαίτερά υπόψιν ότι το ποσό της διατροφής με την αυτόματη αύξηση ανήλθε στο ποσό των €330 μηνιαίως ενώ τα εισοδήματα της αιτήτριας αυξήθηκαν αφού λαμβάνει πλέον επίδομα τέκνου και επίδομα μονογονεϊκής οικογένειας ενώ όπως η ίδια αναφέρει επήλθε αύξηση στο μηνιαίο μισθό της ύψους €300.
Αρνείται τα έξοδα της ανήλικης ως αυτά καταγράφονται από την αιτήτρια τόσο κατά το χρόνο έκδοσης του υφιστάμενου διατάγματος διατροφής όσο και σήμερα ως υπερβολικά, διογκωμένα και αδικαιολόγητα. Αναφέρει περαιτέρω ότι το υφιστάμενο διάταγμα διατροφής εκδόθηκε εκ συμφώνου ως αποτέλεσμα της μεταξύ των διαδίκων συμφωνίας η οποία κατατέθηκε ως τεκμήριο 1 και όχι γιατί αποδέχθηκε τους ισχυρισμούς της αιτήτριας οι οποίοι περιέχονταν στην αίτηση διατροφής Αρ.79/21. Καταθέτει ως τεκμήριο 3 επιστολές που στάλθηκαν μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου από τους δικηγόρους του προς τους δικηγόρους της αιτήτριας.
Η αιτήτρια παρουσιάζει αναληθή και διογκωμένα τα έξοδα της ανήλικης αφού αξιώνει και αξίωνε έξοδα τηλεφώνου της ανήλικης τα οποία ανέκαθεν πληρώνονταν από τον ίδιο και καταθέτει προς απόδειξη του ισχυρισμού του το τεκμήριο 4.
Αμφισβητεί τα έξοδα φροντιστηρίων της ανήλικης και αναφέρει ότι ουδέποτε ενημερώθηκε και ή του ζητήθηκε η εγγραφή της ανήλικης στα εν λόγω φροντιστήρια, ώστε να μπορεί να εξετάσει το ενδεχόμενο για την καταβολή των διδάκτρων ή και μέρους αυτών ή έστω να διεξάγει έρευνα για πιο φθηνά φροντιστήρια. Επιπλέον, η αιτήτρια δεν αναφέρει πουθενά τον χρόνο έναρξης των φροντιστηρίων της ανήλικης για να φαίνεται ότι αυτά έλαβαν χώρα μετά την έκδοση του υφιστάμενου διατάγματος διατροφής. Ακόμη όμως και αν ήθελε φανεί ότι αυτά δημιουργήθηκαν μετά την έκδοση του υφιστάμενου διατάγματος διατροφής, αυτά θα πρέπει να συνυπολογιστούν με την αύξηση του 10% και ότι σε προγενέστερο της έκδοσης του διατάγματος χρόνο, υπήρχαν άλλα έξοδα που δεν περιλαμβάνονται σήμερα όπως για παράδειγμα τα έξοδα των Αγγλικών και τα έξοδα του ψυχολόγου.
Αναφέρει ότι όπως η ίδια η αιτήτρια τον πληροφόρησε αλλά και όπως προκύπτει από συγκεκριμένο όρο της συμφωνίας τους (τεκμήριο 1), μετά την υπογραφή της, υπέβαλε αίτηση για λήψη επιδόματος τέκνου και μονογονεϊκής οικογένειας τα οποία άρχισε να λαμβάνει λίγους μήνες μετά και τα οποία απέκρυψε. Αναφέρει επίσης ότι τα εισοδήματα της αιτήτριας είναι υψηλότερα και για το λόγο αυτό δεν παρουσίασε οποιοδήποτε στοιχείο ή απόδειξη προς ενίσχυση των ισχυρισμών της. Όπως επίσης αναφέρει είναι έκδηλο ότι η αύξηση στα εισοδήματα της αιτήτριας από της έκδοσης του υφιστάμενου διατάγματος διατροφής υπερβαίνει το ποσό των €500 μηνιαίως, έτσι που δεν μπορεί να δικαιολογηθούν οι ισχυρισμοί της ότι δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τις αυξημένες ανάγκες της ανήλικης, οι οποίες σε κάθε περίπτωση επαναλαμβάνει ότι δεν έχουν αυξηθεί σε τέτοιο βαθμό που να δικαιολογείται η τροποποίηση του διατάγματος και μάλιστα στα πλαίσια ενδιάμεσης αίτησης.
Αρνείται τους ισχυρισμούς της αιτήτριας σε σχέση με την αύξηση του μισθού του και καταθέτει ως τεκμήριο 5 κατάσταση ασφαλιστικών αποδοχών ασφαλισμένου κατά εργοδότη από τον Ιανουάριο του 2020 μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 2024 και απόκομμα μισθοδοσίας του για τον μήνα Οκτώβριο του 2024. Αναφέρει ότι όπως προκύπτει από το τεκμήριο 5 το οποίο κατέθεσε, ο μισθός του δεν είναι σταθερός, είναι ωρομίσθιος υπάλληλος και το ακάθαρτο εισόδημα του ανέρχεται στα €15,18 την ώρα. Αναφέρει ότι ουδέποτε το μηνιαίο του εισόδημα ανήλθε στα €3.500 μηνιαίως ενώ αναφέρει ότι λάμβανε 13ο και 14ο μισθό και κατά την έκδοση του υφιστάμενου διατάγματος διατροφής επομένως δεν αποτελεί αυτό νέο δεδομένο που δεν υπήρχε κατά το χρόνο έκδοσης του διατάγματος ώστε να δικαιολογείται με οποιονδήποτε τρόπο η τροποποίηση του.
Ουδεμία ουσιαστική αλλαγή προκύπτει από το τεκμήριο 5 το οποίο κατέθεσε που να δικαιολογεί την αύξηση του ποσού το οποίο καταβάλλει, ενώ, όπως αναφέρει από το μισθό του καλύπτει τα απολύτως απαραίτητα για τη διατροφή και διαβίωση του και αδυνατεί να καταβάλει μεγαλύτερο ποσό για τη διατροφή της θυγατέρας του.
Παραθέτει αναλυτικό πίνακα με τα μηνιαία έξοδα του τα οποία καθορίζει στο συνολικό ποσό των €2.326, ποσό στο οποίο συμπεριλαμβάνεται το ποσό των €330 το οποίο καταβάλλει για τη διατροφή της ανήλικης, το ποσό των €35 για το τηλέφωνο της ανήλικης και ποσό €900 για το ενοίκιο.
Προς υποστήριξη των εξόδων του καταθέτει σχετικά τεκμήρια.
Αναφέρεται σε κάποια προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει, αναφέρει επίσης ότι είναι 62 ετών και λόγω της ηλικίας του αλλά και των προβλημάτων υγείας του δεν μπορεί να εργάζεται περισσότερες ώρες για να αυξήσει το εισόδημα του.
Αναφέρει ότι η ανήλικη σε 7 περίπου μήνες ενηλικιώνεται γεγονός το οποίο φανερώνει ότι η αιτήτρια καταχώρησε εκδικητικά και για αλλότριους σκοπούς της παρούσα αίτηση ενώ από της έκδοσης του διατάγματος καμία ουσιαστική μεταβολή επήλθε που να δικαιολογεί την τροποποίηση του υφιστάμενου διατάγματος διατροφής.
Τέλος ζητά την απόρριψη της αίτησης της αιτήτριας με έξοδα σε βάρος της.
Η ακρόαση της αίτησης διεξήχθη με την καταχώρηση των γραπτών αγορεύσεων των δικηγόρων των διαδίκων. Κανένας εκ των διαδίκων καταχώρησε συμπληρωματική ένορκη δήλωση ούτε αντεξετάστηκε.
Μελέτησα με ιδιαίτερη προσοχή τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον μου και έλαβα σοβαρά υπόψιν μου τα επιχειρήματα των ευπαίδευτων συνηγόρων των διαδίκων ως αυτά καταγράφονται στις αγορεύσεις τους.
ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ-ΕΞΕΤΑΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ
Για να δικαιολογείται η έκδοση προσωρινού διατάγματος στη βάση του Α.32 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60 , ως έχει τροποποιηθεί, θα πρέπει να συνυπάρχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α. Ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση,
β. Ορατή πιθανότητα επιτυχίας του Ενάγοντος στην αγωγή, και
γ. Ότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε
μεταγενέστερο στάδιο αν δεν εκδοθεί το διάταγμα.
Οι πιο πάνω προϋποθέσεις έχουν αναλυθεί σε έκταση στη νομολογία [βλ. Οδυσσέως v. Pieris Estates (1982) 1 Α.Α.Δ.557 Κυτάλα κ.ά. v. Χρυσάνθου κ.α. (1996)1 (Α) Α.Α.Δ.253, Κ.Ο.Τ. v. Θεωρή (1989) 1 (Ε) Α.Α.Δ.255, M. Ch. Mitsingas Tr. Ltd κ.ά. v. Timberland(1997) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1791, Parico Aluminium Designs Ltd. v. Muskita Aluminium Co. Ltd. κ.ά. (2002) 1 (Γ) Α.Α.Δ.2015, Γεν. Εισαγγελέας v .Cyfield, Πολ.Εφ.Αρ. Ε52/21,10/2/22, ECLI:CY:AD:2022:A79 κ.α.
Η πρώτη προϋπόθεση δεν εξυπακούει τίποτα περισσότερο από την αποκάλυψη συζητήσιμης υπόθεσης με βάση τις έγγραφες προτάσεις.
Όσον αφορά στη δεύτερη, είναι αρκετό για το Δικαστήριο να ικανοποιηθεί ότι υπάρχει ορατή πιθανότητα επιτυχίας. Αυτή έχει ερμηνευθεί να σημαίνει κάτι περισσότερο από απλή δυνατότητα, αλλά και πολύ λιγότερο από το ισοζύγιο των πιθανοτήτων.
Η τρίτη προϋπόθεση, όπως αναλύεται στην υπόθεση Οδυσσέως (ανωτέρω), σχετίζεται με το θέμα επάρκειας της θεραπείας υπό το φως των γεγονότων της κάθε υπόθεσης.
Αν η επιδίκαση αποζημιώσεων στο τελικό στάδιο είναι αρκετή για την κατοχύρωση των δικαιωμάτων του αιτητή, τότε η έκδοση του παρεμπίπτοντος διατάγματος δεν είναι απαραίτητη.
Όπως υποδεικνύεται στην Οδυσσέως (ανωτέρω) το Δικαστήριο, στο τελικό στάδιο, θα πρέπει να σταθμίσει κατά πόσο είναι δίκαιο και εύλογο να εκδώσει το αιτούμενο διάταγμα [βλ. Ιπποδρομιακή Αρχή v. Χ" Βασίλη (1989) 1 Α.Α.Δ. (Ε) 152].
Πρόσθετα, στο στάδιο αυτό, το Δικαστήριο εξετάζει την ενώπιον του μαρτυρία με μόνο σκοπό να αποφασίσει κατά πόσο είναι δίκαιο ή όχι να εκδοθεί ή να διατηρηθεί σε ισχύ το εκδοθέν διάταγμα και δεν αποφασίζει πάνω στα διαφιλονικούμενα θέματα επί των οποίων θα κριθεί η κυρίως αίτηση (Jonitexo Ltd. v. Adidas (1984) 1 Α.Α.Δ. 263).
Στο Άρθρο 33(1) του Ν.216/90 καθορίζεται η υποχρέωση τον γονέων «να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους από κοινού ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις τους» ενώ με το Άρθρο 37 καθορίζεται το μέτρο και το περιεχόμενο της διατροφής ως εξής:
"37.-(1) Η διατροφή προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του δικαιούχου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του και τις οικονομικές δυνατότητες που υπάρχουν για διατροφή προσώπου.
(2) Η διατροφή περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση και ευημερία του δικαιούχου και επιπλέον, ανάλογα με την περίπτωση, τα έξοδα για την εν γένει εκπαίδευση του."
Σε περίπτωση μεταβολής των όρων υπό τους οποίους εκδόθηκε διάταγμα διατροφής παρέχεται η δυνατότητα τροποποίησης του, ως διαλαμβάνεται στο Άρθρο 38(1) «Αν αφότου εκδόθηκε η απόφαση που προσδιορίζει τη διατροφή μεταβλήθηκαν οι όροι της, το Δικαστήριο μπορεί να τροποποιήσει την απόφαση του ή και να διατάξει τον τερματισμό της διατροφής ».
Το πιο πάνω άρθρο ερμηνεύθηκε στην υπόθεση Χρ. Χριστοδούλου ν. Α. Χριστοδούλου (1993) 1 Α.Α.Δ. 195, όπου στη σελ. 201 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
«Ο όρος «αφότου» στο πλαίσιο του Άρθρου 38 του Ν.216/90, δεν αφήνει αμφιβολία ότι μόνο γεγονότα τα οποία ανακύπτουν μετά την εκδίκαση του διατάγματος και τείνουν να διαφοροποιήσουν το πραγματικό βάθρο στο οποίο στηρίχθηκε η απόφαση της οποίας επιδιώκεται η τροποποίηση, μπορεί να στοιχειοθετήσουν τις προϋποθέσεις για αναθεώρηση του εκδοθέντος διατάγματος. Διαφορετικά, δεν παρέχεται δικαιοδοσία σε δικαστήριο να αναθεωρήσει την απόφαση ομοβάθμιου δικαστηρίου».
Σχετικές είναι και οι αποφάσεις Αριστείδου v. Χρυσάνθου (1994) 1ΑΑΔ 711, Ζένιου v. Ζένιου (1998) 1ΑΑΔ, Δημητρίου v Περδίου (2005) 1 (Β) ΑΑΔ 1418.
Επίσης, στην απόφαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου Αντρέου ν. Τσίρου, Έφεση αρ.16/2013, ημερομηνίας 21.12.2016, λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Το Άρθρο 38 ακολουθεί το Άρθρο 33 του ιδίου Νόμου, το οποίο καθορίζει ότι οι γονείς έχουν υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους από κοινού, ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του, καθώς επίσης και το Άρθρο 37 που προνοεί ότι η διατροφή προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του δικαιούχου και περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση και ευημερία του και, ανάλογα με την περίπτωση, και έξοδα για την εκπαίδευση του.
Το Άρθρο 38, το οποίο είναι προσδιοριστικό της δυνατότητας τροποποίησης υφιστάμενου διατάγματος διατροφής, ερμηνεύθηκε σε αριθμό υποθέσεων όπως τις Χριστοδούλου v. Χριστοδούλου (1993) 1 Α.Α.Δ. 195, Αριστείδου v. Χρυσάνθου (1994) 1 Α.Α.Δ. 711, Δημητρίου v. Περδίου (2005) 1 Α.Α.Δ. 1418 κ.ά. Η νομολογία έχει καθορίσει ότι μόνο γεγονότα τα οποία ανακύπτουν μετά την έκδοση του αρχικού διατάγματος είναι δυνατό να ληφθούν υπόψη προς αναθεώρηση του υφιστάμενου διατάγματος. Είναι η μεταβολή των όρων που καθιστά την αρχική απόφαση μεταρρυθμιστέα. Αυτό σημαίνει ότι οιοσδήποτε των διαδίκων που υπόκειται στο αρχικό διάταγμα διατροφής, μπορεί να υποβάλει αίτηση για τροποποίηση είτε προς τα άνω, είτε προς τα κάτω, ή, ακόμη και να επιδιώξει εξ ολοκλήρου τερματισμό της διατροφής, (δέστε σχετικά και τα όσα αναφέρονται στα συγγράμματα του Ε. Κουνουγέρη-Μανωλεδάκη: Οικογενειακό Δίκαιο, Τόμος ΙΙα, σελ. 144-145, Γιώργου Κουμάντου: Οικογενειακό Δίκαιο, Τόμος ΙΙ, σελ. 123-125 και Βασίλη Βαθρακοκοίλη: Το Νέο Οικογενειακό Δίκαιο, Γ΄ Έκδοση, σελ. 515-518, που ερμηνεύουν το αντίστοιχο Άρθρο 1494 του Αστικού Κώδικα). Ο αιτητής έχει βέβαια το βάρος απόδειξης ότι οι όροι του υφιστάμενου διατάγματος διατροφής έχουν μεταβληθεί ούτως ώστε να είναι αναγκαία η τροποποίηση του».
Ότι λοιπόν προκύπτει από τα πιο πάνω είναι πως η δυνατότητα του Δικαστηρίου για μεταρρύθμιση της απόφασης που καθόρισε τη διατροφή, προϋποθέτει μεταβολή των όρων της διατροφής.
Στο σύγγραμμα του Β. Βαθρακοκοίλη: Οικογενειακό Δίκαιο Σελ 796 αναφέρονται τα ακόλουθα: «Η μεταβολή, η οποία πρέπει να είναι ουσιώδης, δηλαδή σημαντική και όχι συνήθης, πρέπει να έχει διάρκεια και σταθερότητα και να μην πρόκειται για προσωρινού χαρακτήρα διακυμάνσεις των εσόδων….»
Κρίνω ορθό να εξετάσω κατά προτεραιότητα τον λόγο ένστασης που προβάλλει ο καθ’ ου η αίτηση ότι η αιτήτρια κωλύεται να προωθεί τόσο την ενδιάμεση όσο και την εναρκτήρια αίτηση ενόψει της συνομολόγησης με τον καθ’ ου η αίτηση συμφωνίας επίλυσης περιουσιακών και οικογενειακών διαφορών ημερ.18/5/21, και της εκ μέρους της υπογραφή σχετικής εξοφλητικής απόδειξης ημερ. 28/4/22.
Μελέτησα την συμφωνία την οποία υπέγραψαν οι διάδικοι με την οποία ρυθμίστηκαν όλες οι διαφορές τους που προέκυψαν συνέπεια της διάστασης τους, μεταξύ των οποίων και το θέμα της διατροφής της ανήλικης. Θα πρέπει όμως να υπενθυμίσω ότι οι διατάξεις για διατροφή ανηλίκου είναι αναγκαστικού δικαίου και ως τέτοιες δεν υπόκεινται σε παραίτηση. Στο σύγγραμμα του καθηγητή Α.Σ. Γεωργιάδη «Οικογενειακό Δίκαιο», Β΄έκδοση στη σελ. 639 καταγράφονται τα εξής:
«III. Διατάξεις αναγκαστικού δικαίου
Οι διατάξεις για τη διατροφή είναι κατά μεγάλο ποσοστό διατάξεις αναγκαστικού δικαίου και συνεπώς οι αντίθετες συμφωνίες των μερών, που διαταράσσουν την ισορροπία της υποχρέωσης και του δικαιώματος διατροφής σε βάρος του δικαιούχου, είναι άκυρες. Κανόνας ενδοτικού δικαίου είναι π.χ. ο κανόνας για καταβολή της διατροφής σε χρήμα (ΑΚ 1496, 1497) ή ο κανόνας ότι διατροφή οφείλεται από την υπερημερία (ΑΚ1498). Από την άλλη, κανόνας αναγκαστικού δικαίου είναι π.χ. η απαγόρευση παραίτησης από τη διατροφή για το μέλλον, όχι όμως για παρελθόν (ΑΚ 1499 εδ.α'), ακόμη και αν γίνεται με αντάλλαγμα.»
Στην Έφεση Αρ. 1/2023 ημερ. 06/04/2023 μεταξύ I. Γ. Σ -ν- Κ. Π αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
« Η επίκληση και εφαρμογή της αρχής της αποποίησης δικαιώματος, όταν αυτό απορρέει από Νόμο, παρουσιάζεται να είναι πιο άκαμπτη σε περιπτώσεις διαδικασιών που αφορούν υποχρεώσεις σχετικά με τα παιδιά καθώς όπως υποδεικνύεται στο Halsbury's Laws of England, 4th ed. Reissue, Τόμος 16(2) par. 960: «Τhis form of estoppel does not operate according to the ordinary principles in matrimonial and family proceedings.»
Στη βάση των όσων αναφέρθηκαν ανωτέρω ο αναφερόμενος λόγος ένστασης απορρίπτεται.
Στους λόγους ένστασης του ο καθ’ ου η αίτηση προβάλλει επίσης ότι η αιτήτρια δεν προσήλθε με καθαρά χέρια ενώπιον του Δικαστηρίου, απέκρυψε από το Δικαστήριο ουσιώδη γεγονότα και / ή πληροφορίες και δεν προέβη σε ειλικρινή και πλήρη αποκάλυψη τέτοιων γεγονότων παραβαίνοντας την υποχρέωση της να ενεργεί με βάση την αρχή της μέγιστης καλής πίστης.
Υπενθυμίζω ότι στα πλαίσια της υπό κρίση αίτησης, το Δικαστήριο δεν εξέδωσε οποιοδήποτε διάταγμα μονομερώς αλλά διέταξε την επίδοση της αίτησης η οποία εκ των πραγμάτων κατέστη αίτηση δια κλήσεως.
Σύμφωνα με τη νομολογία, στις δια κλήσεως αιτήσεις δεν εφαρμόζονται οι κανόνες της πλήρους και ειλικρινούς αποκάλυψης. (βλ. Κώστας Σμυρνιός (2000) 1 ΑΑΔ 43, Κυριακίδης ν. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (Κύπρου) Λ.τ.δ. (2011) 1 (β) ΑΑΔ 2011, The Royal Bank of Scotland ν. Πλοίο "KALIA" (2012) 1 ΑΑΔ 6).
Στην προκείμενη περίπτωση, η υπόσταση της αίτησης, ως αίτησης δια κλήσεως, έδωσε το δικαίωμα στον καθ' ου η αίτηση να ακουστεί και να προβάλει τους λόγους για τους οποίους ενίσταται στην έκδοση προσωρινού διατάγματος. Επομένως τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου οι θέσεις των διαδίκων για να αποφασίσει αν δικαιολογείται η έκδοση ή όχι οποιουδήποτε προσωρινού διατάγματος.
Κατά συνέπεια οι αναφερόμενοι λόγοι ένστασης του καθ΄ου η αίτηση δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί.
Ο καθ’ ου η αίτηση αναφέρει επίσης ότι ελλείπει το στοιχείο του κατεπείγοντος αλλά η σχετική αναφορά δεν μπορεί επίσης να γίνει αποδεχτή αφού με την επίδοση της η επίδικη αίτηση κατέστη δια κλήσεως και το θέμα του κατεπείγοντος τυγχάνει αυστηρής εφαρμογής στα πλαίσια εξέτασης μονομερούς αίτησης.
Προχωρώ λοιπόν να εξετάσω κατά πόσο πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει το Α.32.
Αποτελεί παραδεχτό γεγονός ότι στις 28/5/21 εκδόθηκε εκ συμφώνου τελικό διάταγμα στα πλαίσια της Αίτησης Διατροφής Αρ. 79/21 με το οποίο διατάχθηκε ο καθ’ ου η αίτηση να καταβάλλει το ποσό των €300 μηνιαίως για τη διατροφή και συντήρηση της ανήλικης, ποσό το οποίο σήμερα με την αυτόματη αύξηση ανήλθε στα €330 μηνιαίως.
Αποτελεί επίσης παραδεχτό γεγονός ότι η ανήλικη γεννήθηκε στις 7/7/2007 και κατά συνέπεια η ανήλικη κατά το χρόνο καταχώρησης της υπό κρίση αίτηση ήταν ηλικίας 17 ετών και 3 μηνών.
Κατά το χρόνο έκδοσης του διατάγματος, τα έξοδα της ανήλικης, όπως αναφέρει η αιτήτρια, ανέρχονταν στα €1090 μηνιαίως τα οποία καταγράφει σε αναλυτικό πίνακα ενώ όπως αναφέρει μετά την έκδοση του διατάγματος τα έξοδα της άλλαξαν δραστικά και ανήλθαν στο ποσό των €2010, παραθέτοντας σχετικό αναλυτικό πίνακα. Η ανήλικη φοιτά στην Γ Λυκείου, προετοιμάζεται για εισαγωγικές εξετάσεις σε Πανεπιστήμιο και για το λόγο αυτό παρακολουθεί μαθήματα σε φροντιστήριο τα δίδακτρα των οποίων ανέρχονται στα €510 μηνιαίως. Επισυνάπτει ως τεκμήριο αποδείξεις των φροντιστηρίων.
Ο καθ΄ου η αίτηση αρνείται τα έξοδα της ανήλικης ως αυτά καταγράφονται από την αιτήτρια τόσο κατά το χρόνο έκδοσης του υφιστάμενου διατάγματος διατροφής όσο και σήμερα ως υπερβολικά, διογκωμένα και αδικαιολόγητα. Αμφισβητεί τα έξοδα των φροντιστηρίων, αναφέρει ότι η αιτήτρια σε κανένα σημείο δεν αναφέρεται στον χρόνο έναρξης των φροντιστηρίων για να φαίνεται ότι αυτά έλαβαν χώρα μετά την έκδοση του υφιστάμενου διατάγματος διατροφής αλλά ακόμη και αν ήθελε φανεί ότι αυτά δημιουργήθηκαν μετά την έκδοση του υφιστάμενου διατάγματος διατροφής, αυτά θα πρέπει να συνυπολογιστούν με την αύξηση του 10% και ότι σε προγενέστερο της έκδοσης του διατάγματος χρόνο, υπήρχαν άλλα έξοδα που δεν περιλαμβάνονται σήμερα όπως για παράδειγμα τα έξοδα των Αγγλικών και τα έξοδα του ψυχολόγου.
Η αιτήτρια αναφέρει επίσης ότι τα εισοδήματα του καθ’ ου η αίτηση έχουν αυξηθεί κατά πολύ αφού κατά το χρόνο έκδοσης του υφιστάμενου διατάγματος ανέρχονταν στο ποσό των €2.100 περίπου μηνιαίως ενώ τώρα στο ποσό των €3.500 μηνιαίως πλέον 13ο και 14ο μισθό.
Ο καθ’ ου η αίτηση αρνείται τους ισχυρισμούς της αιτήτριας σε σχέση με την αύξηση του μισθού του και καταθέτει ως τεκμήριο 5 κατάσταση ασφαλιστικών αποδοχών ασφαλισμένου κατά εργοδότη από τον Ιανουάριο του 2020 μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 2024 και απόκομμα μισθοδοσίας του για τον μήνα Οκτώβριο του 2024. Αναφέρει ότι όπως προκύπτει από το τεκμήριο 5 το οποίο κατέθεσε, ο μισθός του δεν είναι σταθερός, είναι ωρομίσθιος υπάλληλος και το ακάθαρτο εισόδημα του ανέρχεται στα €15,18 την ώρα. Ουδέποτε το μηνιαίο του εισόδημα ανήλθε στα €3.500 ενώ αναφέρει ότι λάμβανε 13ο και 14ο μισθό και κατά την έκδοση του υφιστάμενου διατάγματος διατροφής επομένως δεν αποτελεί αυτό νέο δεδομένο που δεν υπήρχε κατά το χρόνο έκδοσης του διατάγματος ώστε να δικαιολογείται με οποιονδήποτε τρόπο η τροποποίηση του.
Σε σχέση με τα εισοδήματα της, η αιτήτρια αναφέρει ότι κατά την έκδοση του υφιστάμενου διατάγματος ανέρχονταν στο ποσό των €1200 περίπου μηνιαίως ενώ τώρα στο ποσό των €1500 περίπου μηνιαίως χωρίς να παρουσιάζει οποιοδήποτε τεκμήριο.
Σε σχέση με τα εισοδήματα της αιτήτριας, ο καθ΄ου η αίτηση αναφέρει ότι αυτά αυξήθηκαν, αφού λαμβάνει επιπλέον επίδομα μονογονέα και επίδομα τέκνου τα οποία απέκρυψε ενώ όπως η ίδια αναφέρει επήλθε αύξηση στο μισθό της ύψους €300 μηνιαίως.
Χωρίς να καταλήγω σε ευρήματα, παρατηρώ ότι με βάση τα τεκμήρια που παρουσιάζει ο καθ’ ου η αίτηση, τα μηνιαία μικτά εισοδήματα του παρουσιάζουν μια αύξηση σήμερα σε σχέση με το 2021 όμως δεν ανήλθαν σε κανένα από τα έτη που μεσολάβησαν από της έκδοσης του διατάγματος μέχρι και σήμερα στο ποσό των €3.500 μηνιαίως όπως αναφέρει η αιτήτρια αλλά και η αύξηση η οποία παρατηρείται, στη βάση της τεκμηριωμένης θέσης του καθ’ ου η αίτηση, δεν μπορεί να δικαιολογήσει την αιτούμενη αύξηση.
Όπως ήδη κατέγραψα ανωτέρω, στο σύγγραμμα του Β. Βαθρακοκοίλη: Οικογενειακό Δίκαιο Σελ 796 αναφέρονται τα ακόλουθα: «Η μεταβολή, η οποία πρέπει να είναι ουσιώδης, δηλαδή σημαντική και όχι συνήθης, πρέπει να έχει διάρκεια και σταθερότητα και να μην πρόκειται για προσωρινού χαρακτήρα διακυμάνσεις των εσόδων….» Η υπογράμμιση είναι του Δικαστηρίου.
Ουσιαστικά, η βασική μεταβολή των συνθηκών που επήλθε από της έκδοσης του διατάγματος, ως αυτή προωθείται μέσω της μαρτυρίας της αιτήτριας, είναι η δραστική αύξηση των εξόδων της ανήλικης, όπως αναφέρει, συνέπεια των φροντιστηριακών μαθημάτων τα οποία παρακολουθεί αφού προτίθεται να παρακαθήσει σε εξετάσεις για την εισδοχή της σε Πανεπιστήμιο. Ο καθ΄ου η αίτηση αμφισβητεί τους ισχυρισμούς της.
Όπως αναφέρεται στο σύγγραμμα ανωτέρω, μεταξύ άλλων, η μεταβολή πρέπει να έχει διάρκεια και σταθερότητα και να μην πρόκειται για προσωρινού χαρακτήρα διακυμάνσεις. Παρά το γεγονός ότι στην μαρτυρία της η αιτήτρια δεν αναφέρεται στον χρόνο έναρξης των φροντιστηριακών μαθημάτων, η ευπαίδευτη δικηγόρος της αιτήτριας στην αγόρευση της αναφέρει ότι τα εν λόγω φροντιστήρια άρχισαν τον Σεπτέμβριο του 2024, και αποτελούν μέρος της προετοιμασίας της ανήλικης για τις εισαγωγικές εξετάσεις που θα δώσει τον Μάιο του 2025. Σύμφωνα λοιπόν με τα λεχθέντα της δικηγόρου της αιτήτριας, τα φροντιστηριακά μαθήματα φαίνεται να είναι διάρκειας 8 μόλις μηνών, αφού θα τερματιστούν τον Μάιο του 2025 που θα πραγματοποιηθούν οι εισαγωγικές εξετάσεις.
Πρόκειται επομένως για μεταβολή η οποία, κατά την άποψη μου, δεν έχει διάρκεια και σταθερότητα αλλά πρόκειται για προσωρινού χαρακτήρα διακύμανση των εξόδων της ανήλικης η οποία θα τερματιστεί τον Μάιο του 2025 ενώ η ανήλικη θα ενηλικιωθεί 2 μήνες αργότερα.
Δεδομένων των όσων ανωτέρω ανέφερα σε σχέση τόσο με την μεταβολή των εισοδημάτων του καθ’ ου η αίτηση όσο και τη μεταβολή των εξόδων της ανήλικης, κρίνω ότι δεν υπάρχει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση, δεν πληρείται δηλαδή η πρώτη προϋπόθεση του Α.32 και συνακόλουθα η αίτηση δεν μπορεί να πετύχει.
Παρά την πιο πάνω κατάληξη μου, για σκοπούς πληρότητας της απόφασης μου, για δυο ακόμα λόγους η παρούσα αίτηση δεν θα μπορούσε να επιτύχει και εξηγώ:
Το αιτητικό της αιτήτριας στην υπό κρίση αίτηση είναι λανθασμένο αφού ζητά την έκδοση προσωρινού διατάγματος με το οποίο να διατάσσεται ο καθ’ ου η αίτηση να της πληρώνει το ποσό των €1.500 μηνιαίως ως συνεισφορά του στην διατροφή και συντήρηση της ανήλικης.
Υπάρχει ήδη σε ισχύ τελικό διάταγμα διατροφής του οποίου η αιτήτρια ζητά την τροποποίηση με την εναρκτήρια αίτηση της. Στα πλαίσια της ενδιάμεσης της αίτησης, θα έπρεπε να ζητά την έκδοση προσωρινού διατάγματος με το οποίο να τροποποιείται το τελικό διάταγμα ημερ.28/5/21 μέχρι τελικής εκδίκασης της εναρκτήριας αίτησης και ή μέχρι νεότερης διαταγής του Δικαστηρίου. Το λεκτικό της αιτούμενης θεραπείας στην υπό κρίση αίτηση ως έχει τεθεί, είναι ωσάν να ζητά την έκδοση προσωρινού διατάγματος εξ υπαρχής ενώ ήδη υπάρχει σε ισχύ τελικό διάταγμα διατροφής.
Σύγχυση έχουν προκαλέσει στο Δικαστήριο οι αντιφατικές αναφορές στην αγόρευση της αιτήτριας η οποία αφενός αναφέρει ότι με την παρούσα δεν επιζητεί τροποποίηση του τελικού διατάγματος αλλά την έκδοση προσωρινού διατάγματος με το οποίο να διατάσσεται ο καθ΄ου η αίτηση να καταβάλλει ποσό πέραν των €330 μηνιαίως ενώ αφετέρου η όλη επιχειρηματολογία της στη αγόρευση της αφορά στην εξουσία του Δικαστηρίου να τροποποιήσει διάταγμα διατροφής στα πλαίσια του Α.38.
Ένας ακόμη λόγος για τον οποίο δεν θα μπορούσε να πετύχει η υπό κρίση αίτηση, είναι η μη συμπερίληψη του Α.38 στη Νομική Βάση της υπό κρίση αίτησης.
Το άρθρο που ρυθμίζει την τροποποίηση υφιστάμενου διατάγματος διατροφής το οποίο τιτλοφορείται «Μεταβολή των όρων» είναι το Α.38 του Ν.216/90 στο οποίο αναφέρονται τα ακόλουθα:
«Μεταβολή των όρων
38. (1) Αν αφότου εκδόθηκε η απόφαση που προσδιορίζει τη διατροφή μεταβλήθηκαν οι όροι της, το Δικαστήριο μπορεί να τροποποιήσει την απόφαση του ή και να διατάξει τον τερματισμό της διατροφής.
(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), το ύψος του ποσού της διατροφής αυξάνεται αυτόματα κατά δέκα τοις εκατόν (10%) ανά περίοδο εικοσιτεσσάρων μηνών:
Νοείται ότι, το Δικαστήριο μπορεί, κατόπιν αίτησης του υπόχρεου διατροφής, να διατάξει όπως μη ισχύσει η αυτόματη αύξηση και/ή το ύψος αυτής περιοριστεί. Σε περίπτωση υποβολής τέτοιας αίτησης, αναστέλλεται η υποχρέωση καταβολής οποιουδήποτε ποσού αύξησης:
Νοείται περαιτέρω ότι, η απόφαση του Δικαστηρίου δυνάμει του παρόντος εδαφίου εκδίδεται εντός τριών μηνών από την καταχώρηση της αίτησης και δυνατόν να έχει αναδρομική εφαρμογή από την ημερομηνία κατά την οποία η αυτόματη αύξηση θα είχε εφαρμογή δυνάμει του παρόντος εδαφίου».
Όπως αναφέρεται ρητά στην απόφαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου Αντρέου ν. Τσίρου, Έφεση αρ.16/2013, ημερομηνίας 21.12.2016, ανωτέρω:
« Το Άρθρο 38, το οποίο είναι προσδιοριστικό της δυνατότητας τροποποίησης υφιστάμενου διατάγματος διατροφής, ερμηνεύθηκε σε αριθμό υποθέσεων όπως τις Χριστοδούλου v. Χριστοδούλου (1993) 1 Α.Α.Δ. 195, Αριστείδου v. Χρυσάνθου (1994) 1 Α.Α.Δ. 711, Δημητρίου v. Περδίου (2005) 1 Α.Α.Δ. 1418 κ.ά. …………» Η υπογράμμιση είναι του Δικαστηρίου.
Στην υπόθεση Μαχλουζαρίδης VS Iωαννίδης κ.α (1990) 1 Α.Α.Δ. 965 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
‘The specification of the rules relied upon in interlocutory proceedings is not, to my comprehension, a matter of mere formality but a substantive procedural provision that should be strictly adhered to. For interlocutory proceedings are proceedings of an extraordinary nature in that deliberations are made without a complete trial, the normal process through which a cause is ventilated before the Court».
Σε μετάφραση:
"Ο καθορισμός των θεσμών στους οποίους στηρίζεται το ενδιάμεσο δικονομικό μέτρο (αίτηση με κλήση) δεν είναι όπως κατανοώ μόνο θέμα τύπου αλλά ουσιαστική δικονομική διάταξη, η οποία πρέπει να ακολουθείται αυστηρά· εν όψει του ότι η ενδιάμεση διαδικασία συνιστά διαδικασία ασυνήθη χαρακτήρα, για το λόγο ότι τα επίδικα θέματα εκδικάζονται έξω από το πλαίσιο της ολοκληρωμένης δίκης που αποτελεί τη συνήθη οδό για την εκδίκαση των επίδικων θεμάτων». (Η υπογράμμιση είναι του Δικαστηρίου)
Παρά το γεγονός ότι η πιο πάνω Νομολογία είναι προγενέστερη της εφαρμογής των Νέων Κανονισμών, κρίνω ότι οι νομικές αρχές που καθιερώθηκαν, επί του συγκεκριμένου ζητήματος που αφορά στις ενδιάμεσες αιτήσεις, παρά το γεγονός ότι στηρίζονται στους παλαιούς Θεσμούς, κατά την άποψη μου, εφαρμόζονται και στις υποθέσεις οι οποίες διέπονται από τους Νέους Κανονισμούς.
Συνακόλουθα, η παράλειψη της αιτήτριας να συμπεριλάβει στην Νομική Βάση της υπό κρίση αίτησης το Α.38 θα ήταν μοιραία για την τύχη της αίτησης.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Στη βάση των όσων ανέφερα ανωτέρω και προσπάθησα να εξηγήσω, η αίτηση απορρίπτεται.
Εν όψει της κατάληξης μου, ο καθ’ ου η αίτηση είναι ο επιτυχών διάδικος και δεν υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος ή ιδιαίτερα περιστατικά για να αποκλίνω από τον γενικό κανόνα ότι τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα.
Συνακόλουθα, τα έξοδα όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο επιδικάζονται υπέρ του καθ΄ου η αίτηση και εναντίον της αιτήτριας.
(Υπ.) ...........................................
Α. Παναγή, Δ. Οικ. Δ.
ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο