
Σύνδεσμος απόφασης
Απόφαση 56 / 2025    (Β2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)
Αριθμός 56/2025
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Β2' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννα Μαργέλλου - Μπουλταδάκη, Προεδρεύουσα Αρεοπαγίτη, Ιωάννη Δουρουκλάκη, Νίκη Κατσιαούνη, Μαρία Γιαννακοπούλου - Εισηγήτρια και Απόστολο Φωτόπουλο, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο Κατάστημά του, στις 21 Μαΐου 2024, με την παρουσία και του Γραμματέως Γεωργίου Φιστούρη, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Κ. Μ. του Δ., κατοίκου .... Εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Μαρία Σκιαδιώτη, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ., η οποία κατέθεσε προτάσεις στις 23-12-2021 και προσθήκη στις 2...2022. Της αναιρεσίβλητης: ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία "Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος", που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα. Εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Πέτρο Τσαντίνη, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ., ο οποίος κατέθεσε προτάσεις στις 17-1-2022.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 17-11-2016 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 351/2018 του ίδιου Δικαστηρίου και 2422/2019 του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζήτησε ο αναιρεσείων με την από 2-9-2020 αίτησή του, η οποία συζητήθηκε κατά τη δικάσιμο της 18ης Ιανουαρίου 2022, χωρίς να εκδοθεί απόφαση. Με την με αριθμό 40/2024 πράξη αφαίρεσης δικογραφιών της Προέδρου του Αρείου Πάγου Ιωάννας Κλάπα - Χριστοδουλέα, από την ορισθείσα εισηγήτρια Αρεοπαγίτη ε.τ. Όλγα Σχετάκη - Μπονάτου και την με αριθμό 48/2024 πράξη του Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Νικολάου Πιπιλίγκα ορίσθηκε η ως άνω νέα δικάσιμος για επανάληψη της συζήτησης, κατ' εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 307 Κ.Πολ.Δ. Κατά την οίκοθεν συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 307 ΚΠολΔ, αν για οποιονδήποτε λόγο που παρουσιάστηκε μετά το τέλος της συζήτησης είναι αδύνατο να εκδοθεί η απόφαση, η συζήτηση επαναλαμβάνεται, αφού οριστεί νέα δικάσιμος και κοινοποιηθεί κλήση. Ο ορισμός της δικασίμου μπορεί να γίνει και η κλήση για τη συζήτηση μπορεί να κοινοποιηθεί με την επιμέλεια είτε κάποιου διαδίκου, είτε της γραμματείας του δικαστηρίου. Και ναι μεν στο άρθρο 307 ΚΠολΔ δεν μνημονεύεται ρητά, όπως στο άρθρο 254 ΚΠολΔ, ότι η επαναλαμβανόμενη συζήτηση αποτελεί συνέχεια της προηγούμενης, όμως δεν συντρέχει δικαιολογητικός λόγος να αντιμετωπιστούν κατά διαφορετικό τρόπο οι δύο περιπτώσεις, διότι οι πιο πάνω διατάξεις διαφέρουν μόνον ως προς το λόγο της επανάληψης, ο οποίος στην περίπτωση του άρθρου 307 ΚΠολΔ δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα κάποιου διαδίκου και, συνεπώς, δεν δικαιολογείται να υφίσταται, αν δεν εμφανιστεί ή δεν εμφανιστεί προσηκόντως ή δεν καταθέσει εκ νέου προτάσεις, δυσμενέστερη μεταχείριση, δηλαδή, να δικαστεί ερήμην και να υποστεί τις σχετικές συνέπειες. Συνακόλουθα, η αρχική και η επαναλαμβανόμενη συζήτηση συνθέτουν μία συζήτηση και ο διάδικος ο οποίος δεν παρίσταται στην επαναλαμβανόμενη, είχε όμως παραστεί στην αρχική και αντιστρόφως, δικάζεται αντιμωλία, ο διάδικος δε που παρίσταται στην επαναλαμβανόμενη συζήτηση δεν χρειάζεται να καταθέσει εκ νέου προτάσεις ( ΑΠ 1380/2023, ΑΠ 701/2023, ΑΠ 936/2018). Στην προκειμένη περίπτωση, με τη με αριθμό 48/7-3-2024 Πράξη του Προέδρου του Β2 Πολιτικού Τμήματος αυτού του Δικαστηρίου νόμιμα ορίστηκε νέα δικάσιμος, η σημειούμενη στην αρχή της παρούσας (21-5-2024), για την ανασυζήτηση της ένδικης από 2-9-2020 αίτησης για αναίρεση της υπ' αριθμ. 2422/6-5-2019 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, επειδή λόγω της παρέλευσης ιδιαιτέρως μεγάλου χρονικού διαστήματος από τη συζήτηση κατά την αρχική δικάσιμο στις 18-1-2022, διαπιστώθηκε αδυναμία έκδοσης απόφασης επ' αυτής εκ μέρους της ήδη συνταξιοδοτηθείσας Αρεοπαγίτη 'Ολγας Σχετάκη-Μπονάτου, που είχε μετάσχει στη σύνθεση του Δικαστηρίου, ως Εισηγήτρια.
Με την υπό κρίση αίτηση αναίρεσης προσβάλλεται η υπ' αριθμ. 2422/6-5-2019 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών- εργατικών διαφορών. Η υπό κρίση αίτηση αναίρεσης έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα ήτοι μέσα στην προθεσμία των δύο ετών από τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης (ενόψει του ότι οι διάδικοι δεν επικαλούνται, ούτε προκύπτει επίδοση της προσβαλλόμενης), δεδομένου ότι κατατέθηκε στη γραμματεία του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών στις 9-9-2020 και η προσβαλλόμενη απόφαση είχε δημοσιευθεί στις 6-5-2019 (άρθρα 552, 553, 556, 558, 564 παρ.3, 566 παρ.1 και 144 του ΚΠολΔ). Είναι, συνεπώς, παραδεκτή (άρθρο 577 παρ. 1 του ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων αυτής (άρθρο 577 παρ. 3 του ΚΠολΔ).
Από την παραδεκτή επισκόπηση για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου των διαδικαστικών εγγράφων(άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ) προκύπτουν τα ακόλουθα: Ο ενάγων ήδη αναιρεσείων με την από 17-11-2016 με αριθμ. καταθ. 79939/2143/2016 αγωγή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατά της εναγόμενης ήδη αναιρεσίβλητης ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία "Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος" ισχυρίστηκε, ότι στις ...2006 προσλήφθηκε από την ως άνω εναγόμενη ήδη αναιρεσίβλητη ως υπάλληλος αυτής με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου, που έληγε με τη συμπλήρωση ορισμένου ορίου ηλικίας, η οποία από το έτος 2012 μετατράπηκε σε σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου και εντάχθηκε στο λογιστικό κλάδο αυτής. Ότι από την πρόσληψή του τοποθετήθηκε στη Διεύθυνση Διαχείρισης Απαιτήσεων Επιχειρηματικής Πίστης αρχικά ως δόκιμος και στη συνέχεια ως Χορηγητής Δ', ενώ από ... 2009 η εργοδότριά του τον ονόμασε Χορηγητή Γ', στέλεχος 8ου κλιμακίου ευθύνης και από την ...2013 τον προήγαγε σε Λογιστή Α'. Ότι ενώ, μετά τα παραπάνω, συνέτρεχαν στο πρόσωπό του οι οριζόμενες στο άρθρο 7 του Κανονισμού Εγκριτικού Προσωπικού Χρηματοδοτικών Διευθύνσεων της εναγόμενης ήδη αναιρεσίβλητης, που τέθηκε σε ισχύ με την υπ' αριθμ. ...1999 Πράξη της Διοίκησης, με βάση ρητή πρόβλεψη του έχοντος ισχύ Νόμου Νέου Κανονισμού Εργασίας αυτής, προϋποθέσεις προκειμένου να αναγνωριστεί σε αυτόν η ισοτιμία του με Προϊστάμενο Υπηρεσίας Διοίκησης-Στέλεχος 7ου κλιμακίου ευθύνης, η εναγόμενη ήδη αναιρεσίβλητη, ενεργώντας παράνομα, αντισυμβατικά και προσβάλλοντας την προσωπικότητά του, παρέλειψε να αναγνωρίσει ότι αυτός από ...2013 είναι ισότιμος με Προϊστάμενο Υπηρεσίας Διοίκησης-Στέλεχος 7ου κλιμακίου ευθύνης και να του καταβάλει την προκύπτουσα, μεταξύ των ως άνω μισθολογικών κλιμακίων (7ου και 8ου) μισθολογική διαφορά, συμπεριλαμβανομένων επιδομάτων εορτών και άδειας, για το χρονικό διάστημα από ...2013 μέχρι ...2017, η οποία ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 12.222 ευρώ. Με βάση το ιστορικό αυτό ο ενάγων ήδη αναιρεσείων ζήτησε: α) να αναγνωριστεί ότι ως Χορηγητής Γ' με το βαθμό του Λογιστή Α' είναι από ...2013 ισότιμος με Προϊστάμενο Υπηρεσίας Διοίκησης- Στέλεχος 7ου κλιμακίου ευθύνης, β) να υποχρεωθεί η εναγόμενη ήδη αναιρεσίβλητη να του καταβάλει το ποσό των 12.222 ευρώ, που αντιστοιχεί στην προαναφερόμενη μισθολογική διαφορά , καθώς και το ποσό των 10.000 ευρώ προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης, την οποία υπέστη από την προαναφερθείσα παράλειψη της εργοδότριάς του, όλα τα πιο πάνω ποσά με το νόμιμο τόκο από το τέλος κάθε μήνα που ήταν απαιτητά άλλως από την επομένη επίδοσης της αγωγής. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών-εργατικών διαφορών η υπ' αριθμ. 351/2018 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία απέρριψε την αγωγή ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας. Κατά της παραπάνω οριστικής απόφασης ο ενάγων ήδη αναιρεσείων άσκησε την από 14-3-2018 με αριθμ. καταθ. 26712/1838/2018 έφεση και επ' αυτής εκδόθηκε, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, η προσβαλλόμενη υπ' αριθμ. 2422/2019 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, η οποία απέρριψε το μοναδικό λόγο της έφεσης και τη ίδια την έφεση ως ουσιαστικά αβάσιμη και επικύρωσε έτσι την πρωτόδικη απόφαση.
Οι εργασιακές σχέσεις των υπαλλήλων της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, ρυθμίζονταν αρχικά από τον Οργανισμό Υπηρεσίας της που καταρτίστηκε από το Διοικητικό Συμβούλιό της και κυρώθηκε με το Β.Δ. της 17/26-9-1953, κατ' εφαρμογή του άρθ.1 του ν.δ. 2510/1053, δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και είχε ισχύ νόμου. Ο παραπάνω Οργανισμός Υπηρεσίας της εναγομένης καταργήθηκε αναδρομικά από 12-3-2001 σύμφωνα με το άρθρ. 46 παρ. 2 του ν.2956/2001, οπότε άρχισε να ισχύει ο νέος Κανονισμός εργασίας και προσωπικού της Τράπεζας, ο οποίος καταρτίστηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1876/1990 με την από 9-3-2001 Επιχειρησιακή Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, συνήφθη δε μεταξύ των νομίμων εκπροσώπων της εναγόμενης ήδη αναιρεσίβλητης και της συνδικαλιστικής οργάνωσης του προσωπικού του Συλλόγου Υπαλλήλων της Ε.Τ.Ε και κατατέθηκε νομίμως στην αρμόδια Επιθεώρηση Εργασίας με αριθμό 5/12-3-2001 και ως εκ τούτου έχει ισχύ ουσιαστικού νόμου (άρθρο 2 παρ. 6,7 παρ. 1 και 8 παρ. 3 του ν.1876/1990 ( ΑΠ 186/2024, ΑΠ 399/2022, ΑΠ 1494/2010, ΑΠ 1751/2008). Κατά τις διατάξεις των πιο κάτω άρθρων του ανωτέρω, ήδη ισχύοντος, Κανονισμού της: Άρθρο 9. Τοποθετήσεις: 1.Οι τοποθετήσεις σε θέσεις Προϊσταμένων των Διευθύνσεων της Διοίκησης και Αναπληρωτών αυτών καθώς και σε ισότιμες προς τις παραπάνω θέσεις επικεφαλής Καταστημάτων και λοιπών Μονάδων και η ανάκληση αυτών γίνονται με Πράξη της Διοικήσεως, κατά την απόλυτη κρίση της στα πλαίσια της Ζώνης Α [...] . 2 [...]. 3. Οι τοποθετήσεις και οι ανακλήσεις τοποθετήσεων των λοιπών στελεχών Διευθύνσεων Διοικήσεως και του Δικτύου γίνονται με Πράξη Διοικήσεως, στα πλαίσια των οικείων Κανονισμών. 4. Οι τοποθετήσεις των παραγράφων 2 και 3, διενεργούνται μετά από αξιολόγηση των υποψηφίων, ασχέτως βαθμού και αρχαιότητας αυτών, και σύμφωνα με τον Κανονισμό Τοποθέτησης Στελεχών. Κατά την αξιολόγηση λαμβάνονται υπόψη τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα των υπαλλήλων, ήτοι[...]. 5. Οι εντάξεις και οι αναβαθμίσεις Προσωπικού και Στελεχών στις Μονάδες που απασχολούν προσωπικό που διέπεται από ειδικό Κανονισμό Λειτουργίας, γίνονται με Πράξη Διοικήσεως ή Πράξη του Προϊσταμένου της Μονάδας, σύμφωνα με τους οικείους Κανονισμούς Λειτουργίας των[...]. Περαιτέρω, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 1 παρ. 3 του πιο πάνω Κανονισμού Εργασίας της εναγόμενης ήδη αναιρεσίβλητης, δυνάμει της υπ' αριθμ. ...1999 Πράξης της Διοίκησης αυτής τέθηκε σε ισχύ ο Κανονισμός Εγκριτικού Προσωπικού Χρηματοδοτικών Διευθύνσεων, ο οποίος αφορά το εγκριτικό προσωπικό των Διευθύνσεων και, μεταξύ άλλων, ορίζει τα ακόλουθα: Άρθρο 1- Γενικές Διατάξεις. Ως εγκριτικό προσωπικό των Χρηματοδοτικών Διευθύνσεων θεωρείται εκείνο που επιλέγεται ή προσλαμβάνεται, εκπαιδεύεται κατάλληλα και εντάσσεται με βάση τον παρόντα Κανονισμό[...]. β. Το εγκριτικό προσωπικό των Χρηματοδοτικών Διευθύνσεων φέρει τον τίτλο του Χορηγητή[...]. Άρθρο 2- Επίπεδα Εγκριτικού Προσωπικού. Τα επίπεδα του εγκριτικού προσωπικού είναι 5: Επίπεδο Α': Χορηγητής Α' . Επίπεδο Β': Χορηγητής Β'. Επίπεδο Γ': Χορηγητής Γ' . Επίπεδο Δ': Χορηγητής Δ'. Επίπεδο Ε': Δόκιμος Χορηγητής [...]. 'Αρθρο 3- Επιλογή Εγκριτικού Προσωπικού. α Ο αριθμός των υπαλλήλων που εντάσσονται στο εγκριτικό προσωπικό των Χρηματοδοτικών Διευθύνσεων εξαρτάται από τις εκάστοτε υπηρεσιακές τους ανάγκες και καθορίζεται από τη Διοίκηση, μετά από Εισήγηση της κάθε Διεύθυνσης. β. Η επιλογή βασίζεται σε συγκεκριμένα κριτήρια [...]. Η διαδικασία, καθώς και τα κριτήρια επιλογής των υποψηφίων καθορίζονται με απόφαση της διοίκησης και μετά από εισήγηση της κάθε Χρηματοδοτικής Διεύθυνσης[...]. Άρθρο 4. -Ένταξη Εγκριτικού Προσωπικού. α. Η ένταξη στο εγκριτικό προσωπικό των επιλεγέντων σύμφωνα με το Άρθρο 3, γίνεται στην αρχική διαβάθμιση (επίπεδο Ε') με Πράξη Διευθυντή της κάθε Διεύθυνσης, μετά από εισήγηση της Υπηρεσιακής Επιτροπής της, όπως αυτή περιγράφεται στο άρθρο 6[...]. Άρθρο 5.- Εξέλιξη Εγκριτικού Προσωπικού. α. Η εξέλιξη του εγκριτικού προσωπικού προϋποθέτει την ευδόκιμη παραμονή του σε κάθε ένα κατά σειρά επίπεδο για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, όπως αναφέρεται πιο κάτω:[...] Χορηγητής Γ': τρία (3) έτη παραμονής[...]. Άρθρο 6.-Όργανα-Διαδικασίες. Οι κρίσεις για αναβάθμιση του εγκριτικού προσωπικού πραγματοποιούνται μέσα στο πρώτο τετράμηνο κάθε έτους, από την Υπηρεσιακή Επιτροπή της κάθε Χρηματοδοτικής Διεύθυνσης[...]. Οι κρίσεις διενεργούνται με την ακόλουθη διαδικασία: Συντάσσεται Πίνακας Κρινομένων, που περιέχει τα ονόματα όλων όσων ανήκουν στο εγκριτικό προσωπικό της οικείας Χρηματοδοτικής Διεύθυνσης[...]. Για τη διευκόλυνση των κρίσεων καθιερώνεται το Ετήσιο Ειδικό Δελτίο Αξιολόγησης του εγκριτικού προσωπικού[...]. Δημιουργείται ακόμα για τις ανάγκες των κρίσεων του εγκριτικού προσωπικού "Ατομικός Φάκελος Κρινομένου" που περιέχει τα εξής για την υπό κρίση περίοδο: [...]. Συντάσσεται από τον αρμόδιο Υποδιευθυντή με βάση τα παραπάνω, γραπτή εισήγηση για τον κάθε κρινόμενο[...]. Οι αναβαθμίσεις στα επίπεδα Α' Β' Γ' και Δ' πραγματοποιούνται με Πράξη Διοικήσεως, που βασίζεται σε υπηρεσιακή εισήγηση του Προϊσταμένου της κάθε Διεύθυνσης, στην οποία συμπράττει η Διεύθυνση Προσωπικού. 'Αρθρο 7-Οργανωτικό Σχήμα. α. Η ένταξη και λειτουργία του εγκριτικού προσωπικού των επιπέδων Α' Β' Γ' και Δ' στο σύνολο των Στελεχών των Χρηματοδοτικών Διευθύνσεων αντιστοιχεί σε ένα μη τυπικό, αλλά ουσιαστικό οργανωτικό σχήμα, στα πλαίσια των γενικών διατάξεων του παρόντος Κανονισμού[...]. Η σχέση του εγκριτικού προσωπικού, σε ισοτιμία με τα λοιπά Στελέχη της Τράπεζας, είναι η εξής:- Χορηγητής Γ': Προϊστάμενος Υπηρεσίας Διοίκησης(7ο κλιμάκιο ευθύνης), εφόσον φέρει το βαθμό του Λογιστή Α' τουλάχιστον[...]. Σύμφωνα με τις πιο πάνω διατάξεις του Κανονισμού Εγκριτικού Προσωπικού Χρηματοδοτικών Διευθύνσεων της εναγόμενης ήδη αναιρεσίβλητης που, κατά τα προαναφερθέντα, τέθηκε σε ισχύ δυνάμει της υπ' αριθμ. ...1999 Πράξης της Διοίκησης αυτής, με βάση ρητή πρόβλεψη του έχοντος ισχύ Νόμου Κανονισμού Εργασίας της και συγκεκριμένα του άρθρου 7 αυτού, εφόσον στο πρόσωπο υπάλληλου της εναγόμενης ήδη αναιρεσίβλητης, που ανήκει στο εγκριτικό προσωπικό αυτής, συντρέξουν αθροιστικά οι οριζόμενες στο άρθρο αυτό αντικειμενικές προϋποθέσεις, δηλαδή πρόκειται για Χορηγητή Γ' που φέρει το βαθμό του Λογιστή Α', η αναγνώριση της ισοτιμίας του προς Προϊστάμενο Υπηρεσίας Διοίκησης είναι υποχρεωτική και αφορά μόνο στη χορήγηση του σχετικού κλιμακίου ευθύνης, που συναρτάται με την αύξηση του επιδόματος που το συνοδεύει, δηλαδή έχει καθαρά μισθολογικό χαρακτήρα και δεν εξομοιώνεται από άποψη καθηκόντων με την προαναφερθείσα θέση ευθύνης του Προϊσταμένου Υπηρεσίας Διοίκησης. Επομένως, σε περίπτωση που δεν αναγνωριστεί σε υπάλληλο Χορηγητή από την εναγόμενη ήδη αναιρεσίβλητη η εν λόγω ισοτιμία, ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις για την αναγνώρισή της, τούτο δεν αποτελεί παράλειψη τοποθέτησής του σε θέση ευθύνης στα πλαίσια άσκησης του διευθυντικού δικαιώματος της, η οποία ελέγχεται για την τήρηση των κριτηρίων που τάσσει το άρθρο 281 ΑΚ, ώστε να απαιτείται η παράθεση των τυπικών και ουσιαστικών προσόντων ομοιόβαθμων συναδέλφων του, στους οποίους αναγνωρίστηκε η ισοτιμία. Τέλος, ο λόγος αναίρεσης από το άρθρο 559 αριθ.14 ΚΠολΔ ιδρύεται, αν το Δικαστήριο, παρά τη μη επαρκή έκθεση στην αγωγή των στοιχείων που είναι αναγκαία για την στήριξη του αιτήματός της, των πραγματικών δηλαδή περιστατικών που απαρτίζουν την ιστορική της βάση και προσδιορίζουν το αντικείμενο της δίκης, την έκρινε ορισμένη, θεωρώντας ότι αυτά εκτίθεται με επάρκεια ή αν, παρά την επαρκή έκθεση των στοιχείων αυτών, την απέρριψε ως αόριστη (ΑΠ 89/2021, ΑΠ 924/2019,ΑΠ 585/2019, ΑΠ 1442/2019). Στην προκειμένη περίπτωση με την προσβαλλόμενη απόφασή του το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο δέχθηκε, κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του, τα ακόλουθα: "[...Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα η από 17-11-2016 αγωγή του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος, τυγχάνει απαράδεκτη, λόγω αοριστίας, ως μη περιέχουσα τα απαιτούμενα από τη διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 του ΚΠολΔ στοιχεία, για το ορισμένο αυτής. Και τούτο, διότι και ενόψει του ότι η αναγνώριση του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος, που έχει τον βαθμό Χορηγητή Γ', ως ισότιμου Προϊσταμένου Υπηρεσίας-Στέλεχος 7 ου κλιμακίου ευθύνης, την οποία αυτός ζητεί, λαμβάνει χώρα[...], υπό τις προϋποθέσεις, που προβλέπουν οι αναφερόμενες εκεί διατάξεις του Κανονισμού Εγκριτικού Προσωπικού σε συνδυασμό και μ' αυτές του Κανονισμού Προσωπικού της εναγόμενης και ήδη εφεσίβλητης ΕΤΕ, ήτοι μετά από κρίση των αρμοδίων οργάνων της και δη με την έκδοση Πράξης της Διοίκησης της ΕΤΕ, αφού μάλιστα προηγηθεί κοινή εισήγηση των Διευθύνσεων Πιστοδοτήσεων Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων και Ανθρωπίνου Δυναμικού της Τράπεζας και όχι " αυτόματα", με μόνη δηλαδή προϋπόθεση την προαγωγή του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος, στον βαθμό του Λογιστή Α', όπως εσφαλμένως διατείνεται ο τελευταίος, με τον μοναδικό λόγο της έφεσής του, δεν διαλαμβάνεται στο δικόγραφο της αγωγής, ποια συγκεκριμένα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα κατείχαν οι έχοντες, τον ίδιο βαθμό μ' αυτόν, συνάδελφοί του, ήτοι αυτόν του Λογιστή Α', στους οποίους και αναγνωρίστηκε από την εναγόμενη και ήδη εφεσίβλητη ΕΤΕ η αντιστοιχία του Προϊσταμένου Υπηρεσίας-Στέλεχος 7ου κλιμακίου ευθύνης, ώστε σε σχέση με τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα που αυτός κατέχει( και τα οποία αναφέρονται στο δικόγραφο της αγωγής του) να προκύψει ότι τούτος υπερέχει καταφανώς σε τυπικά και ουσιαστικά προσόντα έναντι των ως άνω συναδέλφων του. Επιπλέον, δεν διαλαμβάνονται στο δικόγραφο της αγωγής του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος και πρόσθετα πραγματικά περιστατικά, που να καθιστούν την επιλογή των άλλων συναδέλφων του καταχρηστική εκ μέρους της εναγόμενης και ήδη εφεσίβλητης ΕΤΕ, όπως για παράδειγμα ότι η επιλογή των ως άνω συναδέλφων του, δεν έγινε προς όφελος των συμφερόντων της εναγόμενης και ήδη εφεσίβλητης ΕΤΕ, αλλά υπαγορεύτηκε από λόγους εκδικητικότητας των αρμοδίων οργάνων της, που προέβησαν, στην επιλογή, στο πρόσωπό του ή από απροκάλυπτη εύνοια αυτών που επιλέχθηκαν. Και τούτο, διότι, [...], η αναγνώριση ισοτιμίας του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος έχοντα κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής, τον βαθμό Λογιστή Α',-Χορηγητή Γ', σε Προϊστάμενο Υπηρεσίας-Στέλεχος 7ου κλιμακίου ευθύνης, δεν αποτελεί ούτε βαθμολογική ούτε μισθολογική αναβάθμιση αυτού από τα αρμόδια όργανα της εναγόμενης και ήδη εφεσίβλητης ΕΤΕ, αλλά λαμβάνει χώρα στα πλαίσια της άσκησης του διευθυντικού δικαιώματος της εναγόμενης και ήδη εφεσίβλητης ΕΤΕ.[...]". Ακολούθως το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε κατ' ουσίαν το μοναδικό λόγο της έφεσης και την ίδια την έφεση και επικύρωσε έτσι την πρωτόδικη απόφαση, με την οποία, όπως προαναφέρθηκε, η αγωγή είχε επίσης απορριφθεί ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας. Με την κρίση του αυτή το Εφετείο και ειδικότερα με το να δεχθεί ότι η ένδικη αγωγή τυγχάνει απαράδεκτη, λόγω αοριστίας, ως μη περιέχουσα τα απαιτούμενα από τη διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 του ΚΠολΔ στοιχεία, για το ορισμένο αυτής, επειδή η αναγνώριση του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος, που είναι Χορηγητής Γ' και φέρει το βαθμό του Λογιστή Α', ως ισότιμου Προϊσταμένου Υπηρεσίας-Στέλεχος 7ου κλιμακίου ευθύνης, γίνεται κατ' ενάσκηση του διευθυντικού της δικαιώματος και λαμβάνει χώρα υπό τις προϋποθέσεις, που προβλέπουν οι αναφερόμενες πιο πάνω διατάξεις του Κανονισμού Εγκριτικού Προσωπικού Χρηματοδοτικών Διευθύνσεων σε συνδυασμό και με αυτές του Κανονισμού Προσωπικού της εναγόμενης και ήδη εφεσίβλητης ΕΤΕ, ήτοι μετά από κρίση των αρμοδίων οργάνων της και δη με την έκδοση Πράξης της Διοίκησης της ΕΤΕ, αφού μάλιστα προηγηθεί κοινή εισήγηση των Διευθύνσεων Πιστοδοτήσεων Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων και Ανθρωπίνου Δυναμικού της Τράπεζας εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις του άρθρου 9 του έχοντος ισχύ Νόμου Νέου Κανονισμού Εργασίας της εναγόμενης ήδη αναιρεσίβλητης, καθώς και των άρθρων 1,2,3,5,6 και 7 του Κανονισμού Εγκριτικού Προσωπικού Χρηματοδοτικών Διευθύνσεων αυτής, γιατί η αιτούμενη αναγνώριση ισοτιμίας δεν γίνεται κατ' ενάσκηση του διευθυντικού δικαιώματος της εναγόμενης ήδη αναιρεσίβλητης, αλλά σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, εφόσον στο πρόσωπο υπάλληλου της εναγόμενης ήδη αναιρεσίβλητης Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας, που ανήκει στο εγκριτικό προσωπικό αυτής, συντρέξουν αθροιστικά οι οριζόμενες στο πιο πάνω άρθρο αντικειμενικές προϋποθέσεις (Χορηγητής Γ' που φέρει το βαθμό του Λογιστή Α' τουλάχιστον), η αναγνώριση της ισοτιμίας του προς Προϊστάμενο Υπηρεσίας Διοίκησης είναι υποχρεωτική και αφορά μόνο στη χορήγηση του 7ου κλιμακίου ευθύνης, δηλαδή έχει καθαρά μισθολογικό χαρακτήρα (συνιστά μισθολογική και μόνο αναβάθμιση) και δεν εξομοιώνεται από άποψη καθηκόντων με την θέση ευθύνης του Προϊσταμένου Υπηρεσίας Διοίκησης. Επομένως, εφόσον δεν πρόκειται για τοποθέτηση σε θέση ευθύνης δεν ήταν αναγκαίο για το ορισμένο της ένδικης αγωγής να αναφέρονται τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα εκείνων των συναδέλφων του ενάγοντος ήδη αναιρεσείοντος, οι οποίοι ως Χορηγητές Γ' με το βαθμό του Λογιστή Α' αναγνωρίστηκαν από την εναγόμενη ήδη αναιρεσίβλητη ως ισότιμοι με Προϊσταμένους Υπηρεσίας-Στελέχη 7ου κλιμακίου ευθύνης, ώστε να προκύψει αν αυτός υπερείχε καταφανώς σε τυπικά και ουσιαστικά προσόντα έναντι εκείνων, αλλά ούτε και πρόσθετα πραγματικά περιστατικά που καθιστούν την επιλογή τους καταχρηστική. Επομένως, πρέπει να γίνουν δεκτοί ως βάσιμοι κατ' ουσίαν άπαντες (πρώτος, δεύτερος και τρίτος) λόγοι της αίτησης αναίρεσης από τους αριθμούς 1, 14 και 8 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, κατ'ορθή εκτίμηση μόνο από τον αριθμό 14 του ως άνω άρθρου, συνολικά ερευνώμενοι, με τους οποίους ο αναιρεσείων προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση την αναιρετική πλημμέλεια, ότι το Εφετείο εσφαλμένα παρά το νόμο κήρυξε απαράδεκτο και απέρριψε την αγωγή του ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας. Κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο, η σύνθεση του οποίου είναι δυνατή από άλλο Δικαστή εκτός από εκείνον που δίκασε προηγουμένως (άρθρο 580 παρ. 3 ΚΠολΔ) και να καταδικασθεί η αναιρεσίβλητη, ως ηττώμενη στα δικαστικά έξοδα του αναιρείοντος που παραστάθηκε τόσο στην πρώτη όσο και στην παρούσα επαναλαμβανόμενη συζήτηση και κατέθεσε προτάσεις(άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΑΝΑΙΡΕΙ την υπ' αριθμ. 2422/6-5-2019 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών .
ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλο Δικαστή.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την αναιρεσίβλητη τραπεζική εταιρεία στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του αναιρεσείοντος, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων τριακοσίων (2.300) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 12 Νοεμβρίου 2024.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 14 Ιανουαρίου 2025.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΥΟΥΣΑ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ