
Σύνδεσμος απόφασης
Απόφαση 73 / 2025    (Α1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)
Αριθμός 73/2025
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Α1' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ασημίνα Υφαντή, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Βρυσηίδα Θωμάτου, Γεώργιο Σχοινοχωρίτη, Ευτύχιο Νικόπουλο και Βαρβάρα Πάπαρη - Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 19 Φεβρουαρίου 2024, με την παρουσία και του Γραμματέα Γ. Φιστούρη, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: O. (Ο.) T. (Τ.) του L. (Λ.), συζύγου Κ. Γ., κατοίκου Πειραιώς, η οποία παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου της Κωνσταντίνου Παπασπύρου και δεν κατέθεσε προτάσεις.
Του αναιρεσιβλήτου: Κ. Γ. του Γ., κατοίκου ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γρηγόριο Μαλάκη και κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 24/7/2017 αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Ξάνθης. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: ... οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και ... του Μονομελούς Εφετείου Θράκης. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 21/2/2022 αίτησή της.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως, ο πληρεξούσιος του αναιρεσιβλήτου την απόρριψή της και καθένας την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1.Με την από 21-2-2022 αίτηση αναιρέσεως προσβάλλεται η τελεσίδικη υπ'αριθμ.... απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Θράκης, που δίκασε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των οικογενειακών διαφορών και απέρριψε την έφεση της αναιρεσείουσας κατά της υπ'αριθμ.... αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ξάνθης, η οποία είχε δεχθεί την αγωγή του αναιρεσιβλήτου και απήγγειλε τη λύση του γάμου μεταξύ των διαδίκων. Η αίτηση αναιρέσεως ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 552, 553, 556, 558, 564, 566 παρ. 1 ΚΠολΔ). Είναι, συνεπώς, παραδεκτή (άρθρο 577 παρ. 1 ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρ. 577 παρ. 3 ΚΠολΔ).
2. Κατά το άρθρο 1439 παρ. 1 ΑΚ, που τιτλοφορείται "Ισχυρός κλονισμός", "καθένας από τους συζύγους μπορεί να ζητήσει το διαζύγιο, όταν οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονισθεί τόσο ισχυρά, από λόγο που αφορά το πρόσωπο του εναγομένου ή και των δυο συζύγων, ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της έγγαμης σχέσης να είναι αφόρητη για τον ενάγοντα. Εφόσον ο εναγόμενος δεν αποδεικνύει το αντίθετο, ο κλονισμός τεκμαίρεται σε περίπτωση διγαμίας ή μοιχείας αυτού, εγκατάλειψης του ενάγοντος ή επιβουλής της ζωής του από τον εναγόμενο, καθώς και σε περίπτωση άσκησης από τον εναγόμενο ενδοοικογενειακής βίας εναντίον του ενάγοντος. Εφόσον οι σύζυγοι βρίσκονται σε διάσταση συνεχώς από δύο τουλάχιστον χρόνια, ο κλονισμός τεκμαίρεται αμάχητα και το διαζύγιο μπορεί να ζητηθεί, έστω και αν ο λόγος του κλονισμού αφορά στο πρόσωπο του ενάγοντος. Η συμπλήρωση του χρόνου διάστασης υπολογίζεται κατά το χρόνο συζήτησης της αγωγής και δεν εμποδίζεται από μικρές διακοπές που έγιναν ως προσπάθεια αποκατάστασης των σχέσεων μεταξύ των συζύγων". Με την διάταξη αυτή καθιερώνεται ως λόγος διαζυγίου ο αντικειμενικός κλονισμός της εγγάμου σχέσεως χωρίς να απαιτείται το στοιχείο της υπαιτιότητος για να δύναται να ζητηθεί το διαζύγιο. Έτσι ο ενάγων για την θεμελίωση και παραδοχή της αγωγής του, θα πρέπει να επικαλεσθεί και αποδείξει ότι ο γάμος έχει κλονισθεί από ορισμένα γεγονότα που αναφέρονται στο πρόσωπο του εναγομένου ή και των δύο συζύγων, με την έννοια της υπάρξεως αιτιώδους συνδέσμου ανάμεσα στα αντικειμενικώς πρόσφορα κλονιστικά της εγγάμου σχέσεως γεγονότα αυτά και στο πρόσωπο του εναγομένου συζύγου του ή και των δύο και ότι ο κλονισμός είναι τόσο ισχυρός ώστε βασίμως η εξακολούθηση της εγγάμου συμβιώσεως έχει καταστεί γι` αυτόν αφόρητη. Αν το κλονιστικό γεγονός αφορά και τους δύο συζύγους, το προς διάζευξη δικαίωμα γεννάται ανεξαρτήτως από το ποιόν από τους δύο βαρύνει περισσότερο η ύπαρξή του και από το αν υπάρχει υπαιτιότητα στο πρόσωπο του ενός μόνο. Αν όμως το κλονιστικό γεγονός συνδέεται αποκλειστικώς με το πρόσωπο του ενάγοντος, δεν γεννάται υπέρ αυτού δικαίωμα διαζεύξεως με βάση την ως άνω διάταξη του άρθρου 1439 παρ.1 ΑΚ (ΑΠ 660/2016). Το ότι για την λύση του γάμου είναι πλέον αδιάφορο αν ο κλονισμός οφείλεται σε υπαίτιο ή ανυπαίτιο κλονιστικό γεγονός σημαίνει ότι στην δίκη διαζυγίου δεν δικαιολογείται σε καμία πλευρά έννομο συμφέρον για την έρευνα της υπαιτιότητος. Αντικείμενο της δίκης διαζυγίου είναι όχι η δικαστική διάγνωση του λόγου διαζυγίου, που δικαιολογεί την απαγγελία του διαζυγίου, αλλά το διαπλαστικό αποτέλεσμα της λύσεως του γάμου (ΑΠ 1559/2021,ΑΠ 1568/2018,ΑΠ 1828/2013,ΑΠ 1242/2011).Εξάλλου, με τη δεύτερη παράγραφο του ιδίου άρθρου, εισάγονται νόμιμα μαχητά τεκμήρια, που δεν συνιστούν αυτοτελείς λόγους διαζυγίου, αλλά αποσκοπούν στη συμπερασματική συναγωγή του κλονισμού, όπως αυτός προδιαγράφεται. Ως εκ τούτου, αν ο ενάγων επικαλεστεί και αποδείξει τη βάση των τεκμηρίων αυτών, αποδεικνύει συγχρόνως ότι ο γάμος έχει κλονιστεί τόσο ισχυρά, ώστε να καθίσταται αφόρητη η εξακολούθηση της εγγάμου σχέσεως. Ο ισχυρισμός του εναγομένου ότι ο υπάρχων κλονισμός οφείλεται αποκλειστικά στο πρόσωπο του ενάγοντος, συνιστά άρνηση της αγωγής (ΑΠ 1388/1992).Ειδικότερα εγκατάλειψη αποτελεί η άρση της συμβιώσεως και πρέπει να παρουσιάζει κάποια μονιμότητα. Εγκατάλειψη συνιστά και η αποπομπή του συζύγου από την συζυγική εστία, ενώ δεν υπάρχει εγκατάλειψη όταν υπάρχει εύλογη αιτία διακοπής της συμβιώσεως. Περαιτέρω, ο εκ του άρθρου 559 αρ. 19 ΚΠολΔ λόγος αναιρέσεως ιδρύεται όταν στο αιτιολογικό της αποφάσεως του δικαστηρίου της ουσίας, δεν περιέχονται καθόλου ή δεν περιγράφονται με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά εκείνα γεγονότα που είναι αναγκαία για να κριθεί αν στη συγκεκριμένη περίπτωση συντρέχουν ή όχι οι προϋποθέσεις εφαρμογής του εφαρμοσθέντος κανόνα του ουσιαστικού δικαίου ή αν έγινε ή όχι ορθός νομικός χαρακτηρισμός των κρίσιμων πραγματικών γεγονότων. Το ουσιώδες στοιχείο του λόγου αυτού αναιρέσεως αποτελεί η έλλειψη νομίμου βάσεως σε "ζήτημα", δηλαδή σε πραγματικό αυτοτελή ισχυρισμό που τείνει στη θεμελίωση ή κατάλυση ασκηθέντος ουσιαστικού δικαιώματος, το οποίο "ζήτημα" ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης και όχι όταν πρόκειται για ελλείψεις που ανάγονται στην εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα στην ανάλυση, στάθμιση και αιτιολόγηση του πορίσματος, που έχει συναχθεί με βάση αυτές, εφόσον τούτο παρατίθεται σαφώς (ΟλΑΠ 24/1992,ΑΠ 931/2019,ΑΠ 357/2018,ΑΠ 1445/2017). 3. Με τον πρώτο λόγο της αναιρέσεως, αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια από τον αριθ. 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, συνιστάμενη στο ότι το Εφετείο παραβίασε εκ πλαγίου την ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 1439 ΑΚ, διότι με ανεπαρκείς, ασαφείς και ενδοιαστικές αιτιολογίες, δέχθηκε ότι η αναιρεσείουσα εγκατέλειψε τη συζυγική στέγη με δική της πρωτοβουλία. Από την παραδεκτή επισκόπηση της προσβαλλομένης αποφάσεως προκύπτει ότι το Εφετείο δέχθηκε, ως προς τον ερευνώμενο αναιρετικό λόγο, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο πολιτικό γάμο στην Αρτάκη της Εύβοιας, στις 7.8.2012 και εγκαταστάθηκαν αρχικά στην Κομοτηνή και στην συνέχεια στην Ξάνθη λόγω μετάθεσης του ενάγοντος, ο οποίος είναι στρατιωτικός. Η έγγαμη συμβίωσή τους διασπάσθηκε οριστικά στις 17.3.2017, όταν η εναγόμενη εγκατέλειψε την συζυγική οικία στην Ξάνθη και μετοίκησε στον Πειραιά. Οι σχέσεις των διαδίκων είχαν ήδη διαταραχθεί νωρίτερα από την αποχώρηση της εναγόμενης, λόγω του ότι αυτή επιθυμούσε άμεσα να αποκτήσουν παιδί, ενώ ο ενάγων δεν συμφωνούσε και η διαφωνία αυτή επέφερε διενέξεις μεταξύ τους. Στις 13.3.2017 ο ενάγων αναχώρησε από την Ξάνθη για διατεταγμένη υπηρεσία και στη συνέχεια μετέβη στην Θεσσαλονίκη, όπου παρακολουθούσε μεταπτυχιακό πρόγραμμα στο πανεπιστήμιο. Όταν επέστρεψε στις 17.3.2017, η ενάγουσα είχε ήδη εγκαταλείψει την οικογενειακή τους στέγη, παίρνοντας και μεγάλο μέρος της οικοσκευής από την μισθωμένη οικία όπου διέμεναν στην Ξάνθη. Η ενάγουσα ήδη στις 11.3.2017 ενώπιον του AT Ξάνθης, όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο με αριθ. πρωτ. ... απόσπασμα από το Βιβλίο αδικημάτων - συμβάντων - συλλήψεων - συστάσεων και παραπόνων του AT Ξάνθης, δήλωσε ενώπιον των αστυνομικών ότι προ τριών εβδομάδων, όταν γνώρισε στον σύζυγό της, ότι θα αποχωρήσει από την οικία τους και θα ζητήσει διαζύγιο, αυτός την εξύβρισε και της δήλωσε ότι δεν θα της επιτρέψει να πάρει τα πράγματά της. Ο ενάγων κληθείς από τους αστυνομικούς, αφού προσήλθε στο AT, την ίδια ημέρα, δήλωσε ότι αρνείται τα σε βάρος του καταγγελόμενα και ότι της επιτρέπει να πάρει οποιαδήποτε αντικείμενα επιθυμεί από την οικία, ότι δεν την εκδιώκει από την συζυγική τους στέγη, αλλά είναι επιθυμία της ίδιας να αποχωρήσει και να μετοικήσει σε άγνωστη διεύθυνση στην Αθήνα. Από το παραπάνω γεγονός, συνάγεται ότι η εναγόμενη εγκατέλειψε με δική της πρωτοβουλία τη συζυγική στέγη. Άλλωστε το ότι αποχώρησε κατά την απουσία του ενάγοντος, συνηγορεί στο ότι έφυγε με δική της θέληση και δεν εκδιώχθηκε από τον ενάγοντα. Ο ισχυρισμός της εναγόμενης ότι ο ενάγων στις 7.3.2017 συνέταξε ένα ιδιωτικό συμφωνητικό στο οποίο αναφερόταν ότι επιθυμούσαν αμφότεροι τη λύση του γάμου τους λόγω ισχυρού κλονισμού και ρύθμιζαν τα κοινά περιουσιακά τους στοιχεία, πλην όμως η ίδια δεν το υπέγραψε, διότι δεν ήθελε να διαλύσει το γάμο της, ενώ ο ενάγων της διαμήνυσε ότι όταν θα επέστρεφε έπρεπε να έχει φύγει από την οικογενειακή στέγη και έτσι αναγκάσθηκε να αποχωρήσει, δεν αποδείχθηκε βάσιμος, αφού ναι μεν προσκομίζεται το από 7.3.2017 "ιδιωτικό συμφωνητικό μετοίκησης της συζύγου, παραλαβής κινητών της μετοικούσας συζύγου, καθορισμού κατανομής κινητών και χρημάτων τραπεζικού λογαριασμού", που πράγματι υπογράφηκε μόνο από τον ενάγοντα και όχι από την εναγόμενη, πλην όμως το γεγονός ότι δεν υπογράφηκε από αυτήν, από μόνο του, δεν σημαίνει ότι η πρωτοβουλία να λυθεί ο γάμος ήταν του ενάγοντος και όχι της εναγόμενης, ότι αυτή δεν ήθελε την λύση του γάμου ή ότι σε κάθε περίπτωση, αυτή δεν είχε συμφωνήσει για την λύση του, αφού θα μπορούσε το ιδιωτικό συμφωνητικό να έχει συνταχθεί από δικηγόρο κατ'εντολή του ενάγοντος, γνωρίζοντας την επιθυμία της εναγόμενης για την λύση του γάμου, προκειμένου να διασφαλιστούν τα συμφέροντά του και η εναγόμενη να μην το αποδέχθηκε διότι δεν συμφώνησε στη διανομή των κοινών τους περιουσιακών στοιχείων. Άλλωστε ο ισχυρισμός της ότι ο ενάγων της διαμήνυσε ότι όταν θα επέστρεφε έπρεπε να έχει φύγει από την οικογενειακή στέγη και έτσι αναγκάσθηκε να αποχωρήσει, επίσης κρίνεται αβάσιμος, αφού δύο ημέρες πριν την αναχώρηση του ενάγοντος από την Ξάνθη για την προαναφερόμενη διατεταγμένη υπηρεσία του, η ενάγουσα στην καταγγελία της στο AT Ξάνθης, όπως το περιεχόμενο αυτής αναφέρθηκε ανωτέρω, δεν ανέφερε ότι ο ενάγων την εκδίωξε, αλλά αντίθετα ότι προ τριών εβδομάδων, αυτή δήλωσε στον σύζυγό της, ότι θα αποχωρήσει από την οικία τους και θα ζητήσει διαζύγιο, και ότι αυτός της απαγόρευσε να φύγει και να πάρει τα πράγματά της. Εξάλλου στην ως άνω καταγγελία στο AT Ξάνθης, η εναγόμενη αναφέρεται μεν σε εξύβρισή της από τον ενάγοντα, ωστόσο δεν αναφέρονται συγκεκριμένες εξυβριστικές φράσεις, ούτε βέβαια κατήγγειλε ότι δέχθηκε απειλές για σωματική βία, ώστε να συναχθεί ότι αυτές εξανάγκασαν την εναγόμενη να απομακρυνθεί από την οικία της πριν επιστρέφει ο ενάγων. Ακόμη πρέπει να σημειωθεί ότι η πρόθεση της εναγόμενης για οριστική διάσπαση της έγγαμης συμβίωσής της, συνάγεται και από το γεγονός ότι αυτή ήδη από 11.4.2017 μίσθωσε κατοικία, ώστε δεν επρόκειτο για προσωρινή μετοίκηση. Οι διάδικοι ήδη ζούσαν χωριστά κατά την συζήτηση της υπό κρίση αγωγής διαζυγίου (από 17.3.2017 έως 20.3.2019) για διάστημα μεγαλύτερο της διετίας. Από όλα τα ανωτέρω αποδείχθηκε ότι επήλθε ισχυρός κλονισμός στην έγγαμη σχέση των διαδίκων από λόγο που ανάγεται σε κάθε περίπτωση και στο πρόσωπο της εναγόμενης, η οποία εγκατέλειψε τον ενάγοντα κατά τα προαναφερόμενα. Επομένως το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που έκανε δεκτή την αγωγή και απήγγειλε την λύση του γάμου των διαδίκων με έστω και ελλιπή αιτιολογία, η οποία αντικαθίσταται από την παρούσα (άρθ. 534 ΚΠολΔ), δεν έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, απορριπτομένου του ως άνω μοναδικού λόγου της έφεσης". Έτσι που έκρινε, το Εφετείο δεν στέρησε την απόφασή του νομίμου βάσεως, καθόσον διέλαβε σ'αυτήν την απαιτούμενη αιτιολογία που ανταποκρίνεται στο πραγματικό της προδιαληφθείσης διατάξεως του άρθρου 1439 παρ.2 ΑΚ και καθιστά εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο περί της ορθής εφαρμογής αυτής, την οποία έτσι δεν παραβίασε εκ πλαγίου. Τούτο δε διότι αναφέρονται στην απόφαση με σαφήνεια, επάρκεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που θεμελιώνουν το σαφώς διατυπούμενο αποδεικτικό πόρισμα ότι η αναιρεσείουσα εγκατέλειψε με δική της πρωτοβουλία τη συζυγική στέγη. Ειδικότερα το Εφετείο δέχθηκε ότι η έγγαμη συμβίωση των διαδίκων διασπάσθηκε οριστικά στις 17-3-2017,όταν η αναιρεσείουσα εγκατέλειψε τη συζυγική οικία στην Ξάνθη και μετοίκησε στον Πειραιά, ενώ ο αναιρεσίβλητος από τις 13-3-2017 είχε αναχωρήσει από την Ξάνθη για διατεταγμένη υπηρεσία, όντας στρατιωτικός και στη συνέχεια είχε μεταβεί στην Θεσσαλονίκη για παρακολούθηση μεταπτυχιακού προγράμματος στο Πανεπιστήμιο, όταν δε αυτός επέστρεψε στις 17-3-2017 η αναιρεσείουσα είχε ήδη εγκαταλείψει την οικογενειακή στέγη, παίρνοντας μαζί της και μεγάλο μέρος της οικοσκευής της και ότι η εγκατάλειψη της συζυγικής στέγης έγινε με πρωτοβουλία της ίδιας της αναιρεσείουσας, η οποία πριν την εγκαταλείψει είχε γνωρίσει στον αναιρεσίβλητο ότι θα αποχωρούσε από την οικία τους και θα ζητούσε τη λύση του γάμου τους με διαζύγιο. Επομένως, ο πρώτος λόγος της αναιρέσεως από τον αριθ.19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, με τον οποίο η αναιρεσείουσα υποστηρίζει τα αντίθετα, είναι αβάσιμος. Περαιτέρω, όλες οι λοιπές αιτιάσεις που περιέχονται στον ίδιο ως άνω αναιρετικό λόγο, αναφέρονται αποκλειστικά και μόνο στην εκτίμηση των πραγματικών γεγονότων και στην αξιολόγηση των αποδείξεων, καθώς και σε επιχειρήματα και κρίσεις του δικαστηρίου της ουσίας, που σχετίζονται με την εκτίμηση απλώς των αποδείξεων και δεν ελέγχονται από τον Άρειο Πάγο(άρθρο 561 παρ.1 ΚΠολΔ).
Συνεπώς, ο ως άνω αναιρετικός λόγος, κατά το αντίστοιχο μέρος του, είναι απαράδεκτος.
4. Κατά το άρθρο 559 αρ. 8 ΚΠολΔ , αναίρεση επιτρέπεται και όταν το δικαστήριο παρά το νόμο έλαβε υπόψη πράγματα που δεν προτάθηκαν (περ. α`) ή δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν (περ. β`) και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Ως πράγματα κατά την έννοια της διάταξης αυτής νοούνται οι πραγματικοί ισχυρισμοί των διαδίκων που έχουν αυτοτελή ύπαρξη και συγκροτούν την ιστορική βάση και επομένως στηρίζουν το αίτημα αγωγής, ανταγωγής, ένστασης, ή αντένστασης (ΑΠ 95/2017, ΑΠ 1/2016). Δεν αποτελούν "πράγματα" οι αρνητικοί ισχυρισμοί που συνέχονται με την ιστορική βάση της αγωγής, ένστασης ή αντένστασης και αποτελούν αιτιολογημένη άρνηση καθεμιάς εξ αυτών, αφού οι τελευταίοι αποκρούονται με την παραδοχή ως βάσιμων των θεμελιωτικών τους γεγονότων (ΟλΑΠ 469/1984,ΑΠ 855/2022, ΑΠ 141/2017) ή οι ισχυρισμοί που αποτελούν επιχειρήματα ή συμπεράσματα των διαδίκων ή του δικαστηρίου από την εκτίμηση των αποδείξεων, και προβάλλονται προς υποστήριξη των απόψεων των διαδίκων, ούτε οι νομικοί ισχυρισμοί και η νομική επιχειρηματολογία του διαδίκου ή τα πορίσματα των αποδείξεων, τα οποία το δικαστήριο εκτιμά ανελέγκτως, έστω και αν αποτελούν περιεχόμενο λόγου έφεσης (ΟλΑΠ 3/1997,ΑΠ 855/2022). Με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση την από τον αριθ. 8β του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλεια, με την αιτίαση ότι το Εφετείο, παρά το νόμο δεν έλαβε υπόψη ισχυρισμό της που προτάθηκε με τις πρωτόδικες προτάσεις της και επαναφέρθηκε με την έφεσή της, προς απόκρουση της αγωγής και ειδικότερα ότι δεν αποχώρησε από την συζυγική στέγη με πρόθεση οριστικής διάσπασης του γάμου,αλλ'αντιθέτως επιχείρησε τον Ιούνιο του 2017,ν'αποκαταστήσει την έγγαμη σχέση, αφού επισκέφθηκε τη συζυγική οικία, πλην όμως ο αναιρεσίβλητος δεν της επέτρεψε την είσοδο σ'αυτή. Ο λόγος αυτός είναι απαράδεκτος, διότι ο ως άνω ισχυρισμός δεν αποτελεί "πράγμα" υπό την προεκτεθείσα έννοια του αριθ.8 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, αλλά αιτιολογημένη άρνηση της αγωγής. Σε κάθε περίπτωση, ο ως άνω αναιρετικός λόγος είναι και αβάσιμος διότι, από τις προπαρατεθείσες παραδοχές της προσβαλλομένης αποφάσεως προκύπτει ότι το Εφετείο έλαβε υπόψη και ερεύνησε τον προταθέντα ως άνω, ισχυρισμό, τον οποίο ακολούθως απέρριψε εκ του πράγματος, δεχόμενο τα αντίθετα. 5. Κατ` ακολουθίαν των ανωτέρω, μη υπάρχοντος άλλου λόγου προς έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναιρέσεως, και να καταδικαστεί η αναιρεσείουσα που ηττήθηκε, στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσιβλήτου, που κατέθεσε προτάσεις, κατά το νόμιμο και βάσιμο αίτημά του (άρθρα 176, 183,189 αριθ.1, 191 αριθ.2 ΚΠολΔ),όπως ορίζονται στο διατακτικό. Τέλος, το κατατεθέν παράβολο της αναιρέσεως ποσού 450 ευρώ, πρέπει να επιστραφεί στην αναιρεσείουσα, καθόσον αυτή δεν είχε υποχρέωση προς καταβολή του(άρθρο 495 αριθ.3 σε συνδ. με άρθρο 592 αριθ.1 ΚΠολΔ)
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ -
Απορρίπτει την από 21-2-2022 αίτηση, για αναίρεση της υπ'αριθμ. ... τελεσίδικης απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Θράκης.
-
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του αναιρεσιβλήτου, που ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) ευρώ.
-Διατάσσει την επιστροφή του κατατεθέντος κατά την άσκηση της αναιρέσεως παραβόλου, ποσού 450 ευρώ, στην αναιρεσείουσα.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 17 Σεπτεμβρίου 2024.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 16 Ιανουαρίου 2025.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ