ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 76/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Α1)
print
Τίτλος:
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 76/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Α1)
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 76/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Α1)
Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 76 / 2025    (Α1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Φ.Σ.

Αριθμός 76/2025

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
A1' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ασημίνα Υφαντή, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Βρυσηίδα Θωμάτου, Γεώργιο Σχοινοχωρίτη, Ευτύχιο Νικόπουλο και Στυλιανή Μπλέτα - Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 8 Ιανουαρίου 2024, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του αναιρεσείοντος: Π. Λ. του Α., κατοίκου ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Νικόλαο Καραμητσάνη και κατέθεσε προτάσεις.

Των αναιρεσιβλήτων: 1) Χ. Π. του Α., 2) Α. Λ. του Α., κατοίκων ..., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Εμμανουήλ Κοκκινάκη και κατέθεσαν προτάσεις.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 14/6/2013 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: ... οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και ... του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την από 20/5/2022 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως, ο πληρεξούσιος των αναιρεσιβλήτων την απόρριψή της και καθένας την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως προσβάλλεται η αντιμωλία των διαδίκων εκδοθείσα κατά την τακτική διαδικασία υπ' αριθμ. ... απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, η οποία δέχθηκε την έφεση του αναιρεσείοντος, εξαφάνισε εν μέρει την πρωτόδικη απόφαση ως προς την κρίση της για την κύρια βάση της αγωγής και απέρριψε την αγωγή. Η αίτηση αναιρέσεως ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495, 552, 553, 556, 558, 564, 566 παρ.1 ΚΠολΔ), είναι συνεπώς παραδεκτή και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 577 αριθμ.3 ΚΠολΔ).
Από τη διάταξη του άρθρου 559 αρ.1 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι ο λόγος αναιρέσεως για ευθεία παράβαση ουσιαστικού κανόνα δικαίου ιδρύεται, αν αυτός δεν εφαρμοσθεί, ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του, ή αν εφαρμοσθεί, ενώ δεν έπρεπε, καθώς και αν εφαρμοσθεί εσφαλμένα, αντίστοιχα δε, όταν στην ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου τα πραγματικά περιστατικά ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται με βάση το πραγματικό κανόνα δικαίου για την επέλευση της έννομης συνέπειας που απαγγέλθηκε ή την άρνησή της (ΟλΑΠ 4/2005, ΑΠ 1340/2022). Στην περίπτωση που το δικαστήριο έκρινε κατ' ουσία την υπόθεση, η παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται ενόψει των πραγματικών περιστατικών που ανελέγκτως δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν το δικαστήριο της ουσίας και της υπαγωγής αυτών στο νόμο και ιδρύεται ο λόγος αυτός αναιρέσεως, αν οι πραγματικές παραδοχές της αποφάσεως καθιστούν φανερή την παραβίαση (ΑΠ 316/2017, ΑΠ 24/2015, ΑΠ 1819/2014). Εξάλλου, κατά το άρθρο 559 αρ. 19 ΚΠολΔ, ιδρύεται λόγος αναιρέσεως και αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Έλλειψη νόμιμης βάσεως, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, υπάρχει, όταν από το αιτιολογικό της αποφάσεως, που συνιστά την ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού, δεν προκύπτουν κατά τρόπο πλήρη, σαφή και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία, σύμφωνα με το νόμο, είναι αναγκαία για την κρίση, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ότι συντρέχουν οι όροι της διατάξεως που εφαρμόσθηκε ή ότι δεν συντρέχουν οι όροι της εφαρμογής της. Ιδρύεται, δηλαδή, ο λόγος αυτός, όταν από τις παραδοχές της αποφάσεως δημιουργούνται αμφιβολίες για το αν παραβιάστηκε ή όχι ορισμένη ουσιαστική διάταξη νόμου. Αναφέρεται σε πλημμέλειες αναγόμενες στη διατύπωση του αποδεικτικού πορίσματος και δεν ιδρύεται, όταν υπάρχουν ελλείψεις αναγόμενες στην εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα, στην ανάλυση, στάθμιση και αιτιολόγηση του πορίσματος που έχει εξαχθεί από αυτές, αρκεί τούτο να εκτίθεται σαφώς, πλήρως και χωρίς αντιφάσεις (ΟλΑΠ 24/1992, ΑΠ 589/2020). Στην προκείμενη περίπτωση, με τον πρώτο λόγο της αναιρέσεως και τον δεύτερο λόγο, κατά το τέταρτο σκέλος του, κατ' ορθή εκτίμηση του περιεχομένου τους, αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια από τους αριθμούς 1 και 19 του ΚΠολΔ, συνισταμένη στο ότι το Εφετείο παραβίασε ευθέως και εκ πλαγίου τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 513, 1033, 1092, 158, 159 και 369 του ΑΚ, δεχόμενο εσφαλμένα ότι οι αναιρεσίβλητοι απέκτησαν την κυριότητα των οριζοντίων ιδιοκτησιών με σύμβαση πωλήσεως, η οποία δεν καταρτίστηκε με συμβολαιογραφικό έγγραφο και με αντιφατική αιτιολογία ότι με τα ... και ... συμβόλαια οι αναιρεσίβλητοι απέκτησαν την κυριότητα επί των επίδικων οριζοντίων ιδιοκτησιών, ενώ στη συνέχεια δέχεται ότι η αληθής βούληση των συμβληθέντων στα συμβόλαια μερών δεν ήταν να αποκτήσουν το οικόπεδο κατά τα ιδανικά ποσοστά συγκυριότητας, να υπαγάγουν το κοινό στις διατάξεις των άρθρων 1002, 1117 ΑΚ και Ν 3741/1929 και να διανείμουν τις οριζόντιες ιδιοκτησίες, αλλά η αληθής βούληση όλων ήταν η σύμβαση πωλήσεως των επί μέρους οριζοντίων ιδιοκτησιών. Από την παραδεκτή, κατ' άρθρο 561 παρ.2 ΚΠολΔ, επισκόπηση της προσβαλλομένης αποφάσεως προκύπτει ότι το Εφετείο δέχθηκε τα ακόλουθα: <<...Ο ενάγων είναι αδελφός της πρώτης εναγόμενης και θείος του δευτέρου εναγόμενου, ο οποίος είναι τέκνο της αδελφής του ενάγοντος Ε. συζ. Α. Π.. Με το υπ' αρ. ... συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Αθηνών Ι. Μ., νόμιμα μεταγραμμένου, ο ενάγων και οι εναγόμενοι κατέστησαν συγκύριοι, κατά ποσοστό 49% εξ αδιαιρέτου ο πρώτος και κατά ποσοστό 17% εξ αδιαιρέτου έκαστος των εναγομένων, ενός οικοπέδου κείμενου στη θέση "..." του Δήμου Αμαρουσίου και επί της οδού ..., λόγω αγοράς, αντί του πραγματικού τιμήματος 150.000.000 δραχμών, το υπόλοιπο δε εξ αδιαιρέτου ποσοστό, 17%, στο ακίνητο αυτό περιήλθε στον υιό του ενάγοντος, Α. Λ.. Η συμμετοχή των εναγόμενων στην αγορά έγινε, κατόπιν εκδηλώσεως ενδιαφέροντος τους για την αγορά από τον καθένα ενός διαμερίσματος, και καθ' υπόδειξη του ενάγοντος, ο οποίος δραστηριοποιούνταν στην ανέγερση οικοδομών, προς διευκόλυνση και μόνο του τελευταίου, λόγω της αδυναμίας του να καλύψει το σύνολο του ανωτέρω τιμήματος του ακινήτου. Συμφωνήθηκε, λοιπόν, αφενός οι εναγόμενοι που ενδιαφέρονταν αποκλειστικά για την απόκτηση από τον καθένα ενός διαμερίσματος, να συμμετάσχουν στην αγορά του ακινήτου με την καταβολή μέρους του τιμήματος, αφετέρου δε ο ενάγων, που ενδιαφερόταν να ανεγείρει οικοδομές, ώστε να πουλήσει τις οριζόντιες ιδιοκτησίες σε τρίτους, να κατασκευάσει από ένα διαμέρισμα στον κάθε εναγόμενο, που θα αντιστοιχούσε στο ποσοστό συγκυριότητάς του επί του οικοπέδου, με περαιτέρω συμφωνία να αφαιρεθεί από την αξία των διαμερισμάτων το ποσό της συμμετοχής τους στο τίμημα αγοράς του ακινήτου, και το υπόλοιπο να καταβληθεί τμηματικά εντός προθεσμίας δύο (2) ετών. Η συμμετοχή του δευτέρου εναγόμενου στο τίμημα, που καλύφθηκε λόγω του νεαρού της ηλικίας του, κατ' εκείνη την περίοδο, εξ ολοκλήρου από τους γονείς του, Α. και Ε. (αδελφή του ενάγοντος) ανήλθε στο ποσό των 25.000.000 δραχμών, που καταβλήθηκε για την αγορά του ακινήτου, ενώ η συμμετοχή της πρώτης εναγόμενης, δημοσίας υπαλλήλου, κατά τον χρόνο εκείνο, ανήλθε στο ποσό των 60.000.000 δραχμών, που, επίσης, καταβλήθηκε για την αγορά του ακινήτου (βλ. το από 7-9-2001 δελτίο καταθέσεως του Α. Π. στην ... 12.000.000 δραχμών που ανελήφθη από τον ενάγοντα, το από 28-9-2001 δελτίο καταθέσεως του ιδίου καταθέσαντος στην ίδια τράπεζα 400.000 δραχμών, το από 28-9-2001 δελτίου καταθέσεως του ιδίου καταθέσαντος στην άνω τράπεζα 12.600.000 δραχμών, καθώς και την από 6-7-2007 βεβαίωση της τράπεζας ... για την ανάληψη 60.000.000 δραχμών από λογαριασμό της πρώτης εναγόμενης, αλλά και το από 7-5-2015 έγγραφο της ιδίας τράπεζας για την υπ' αρ. ... επιταγή εις διαταγήν της πρώτης εναγόμενης που εξοφλήθηκε την 28-12-2000). Στα πλαίσια της συμφωνίας αυτής συντάχθηκε το προσκομιζόμενο και επικαλούμενο από τους εναγόμενους ιδιόχειρο σημείωμα του ενάγοντας με το εξής περιεχόμενο: "Ε. Διαμέρισμα 133 τ.μ. (63,80+64,80). Ημιυπαίθριος χώρος 30 τ.μ. Θέση garage 1. Αποθήκη 1. Αξία διαμερίσματος κλπ. 105.000.000. Αφαιρούνται: 1) Όσα της οφείλω 15.000.000 και 2) Δώρο 10.000.000=25.000.000. Υπόλοιπο πληρωτέο σταδιακά μέχρι να τελειώσει δηλ. σε δύο (2) χρόνια 80.000.000. Α. Διαμέρισμα 107 τ.μ. (50,30+49,30). Ημιυπαίθριος χώρος 20 τ.μ. Θέση garage 1. Αποθήκη. Αξία διαμερίσματος κλπ. 85.000.000 Αφαιρούνται όσα πλήρωσε μέχρι τώρα. Τα υπόλοιπα σταδιακά σε δύο χρόνια". Με το υπ' αρ. ... συμβόλαιο της άνω συμβολαιογράφου, νόμιμα μεταγραμμένου, οι άνω συγκύριοι υπήγαγαν σε καθεστώς οριζόντιας ιδιοκτησίας τις δύο περιγραφόμενες στο άνω συμβόλαιο υπό στοιχεία "Α" και "Β" οικοδομές που επρόκειτο να ανεγερθούν από τον ενάγοντα, αποτελούμενες η καθεμιά από υπόγειο, περιλαμβάνον θέσεις στάθμευσης αυτοκινήτου χωριστής κυριότητας και αποθήκες, ισόγειο (pilotis), περιλαμβάνον επίσης θέσεις στάθμευσης αυτοκινήτου, πρώτο μετά το ισόγειο όροφο, δεύτερο μετά το ισόγειο όροφο και τρίτο μετά το ισόγειο όροφο, που έκαστος περιλαμβάνει από δύο διαμερίσματα και δώμα. Επίσης, με το ίδιο συμβόλαιο, οι συγκύριοι του ακινήτου διένειμαν τις υπό κατασκευή οριζόντιες ιδιοκτησίες και έτσι περιήλθαν κατά αποκλειστική κυριότητα στον δεύτερο εναγόμενο τα Α-1 και Β-1 διαμερίσματα του πρώτου και του δευτέρου ορόφου, αντίστοιχα, της "Α" οικοδομής, επιφάνειας 63,80 τ.μ. το πρώτο και 64,80 τ.μ. το δεύτερο (κατά το συμβόλαιο αυτό), που επικοινωνούν με εσωτερική κλίμακα (μεζονέτα), η ΑG2 θέση στάθμευσης του υπογείου της "Α" οικοδομής και η Α-2 αποθήκη του υπογείου της "Α" οικοδομής, στην πρώτη εναγόμενη, τα Α-2 και Β-2 διαμερίσματα του πρώτου ορόφου και του δεύτερου ορόφου, αντίστοιχα, της "Α" οικοδομής, επιφάνειας 50,30 τ.μ. το πρώτο και 49,30 τ.μ. το δεύτερο (κατά το συμβόλαιο αυτό), που επικοινωνούν με εσωτερική κλίμακα (μεζονέτα), η Α1 θέση στάθμευσης του υπογείου της "Α" οικοδομής και η Α- 1 αποθήκη του υπογείου της "Α" οικοδομής. Οι λοιπές αυτοτελείς ιδιοκτησίες της "Α" οικοδομής περιήλθαν κατά κυριότητα στον υιό του ενάγοντα, ενώ όλες οι αυτοτελείς ιδιοκτησίες της υπό στοιχείο "Β" οικοδομής, η οποία ήταν ανεξάρτητη και διακρινόμενη από την υπό στοιχείο "Α" με μεταλλικό κιγκλίδωμα, περιήλθαν κατά κυριότητα στον ενάγοντα, ο οποίος επεφύλαξε για τον εαυτό του το δικαίωμα, σε περίπτωση μεταφοράς συντελεστή δόμησης, αυτή να γίνει κατά απόλυτη κρίση του. Τα διαμερίσματα, οι θέσεις στάθμευσης αυτοκινήτου και οι αποθήκες, όπως είχαν συμφωνηθεί με την άνω αναφερόμενη πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας (υπ' αρ. ...), συμπίπτουν με αυτές που αναφέρονται στο χειρόγραφο σημείωμα που συνέταξε ο ενάγων, κατά τον χρόνο αγοράς του ακινήτου. Η συμφωνία των διαδίκων ήταν ότι με την συμμετοχή των εναγόμενων στο τίμημα αγοράς του οικοπέδου, αποκλειστικά και μόνο, θα κάλυπταν μέρος της αξίας των οριζοντίων ιδιοκτησιών που θα κατασκεύαζε για τον καθένα τους ο ενάγων και θα περιέρχονταν στην κυριότητά τους, το οποίο (μέρος) και θα αφαιρούσαν εν συνεχεία από τη συνολική αξία του κάθε διαμερίσματος, καταβάλλοντας τμηματικά το υπόλοιπο ποσό, ως τούτο αποδεικνύεται από τις προσκομιζόμενες και επικαλούμενες από τους εναγόμενους ένορκες βεβαιώσεις, σε συνδυασμό με το άνω χειρόγραφο σημείωμα του ενάγοντος. Η αγορά του ακινήτου που έγινε με σκοπό την ανέγερση επ' αυτού οικοδομών ενδιέφερε αποκλειστικά και μόνο τον ενάγοντα, ο οποίος, ως πολιτικός μηχανικός-κατασκευαστής, απέβλεπε στην πώληση των οριζοντίων ιδιοκτησιών του σε τρίτους. Οι εναγόμενοι ήθελαν απλώς να αποκτήσουν οριζόντιες ιδιοκτησίες σε μία καλή περιοχή της Αθήνας. Το υπόλοιπο μέρος της αξίας των οριζοντίων ιδιοκτησιών που απέκτησαν οι εναγόμενοι το κατέβαλαν τμηματικά προς τον ενάγοντα και τον Ιούνιο του 2004 που είχαν αποπερατωθεί οι οικοδομές είχαν εξοφλήσει πλήρως την άνω συμφωνηθείσα αξία τους (βλ. και την από 3-6-2002 απόδειξη είσπραξης 58.700 ευρώ της Ε. Π. στην ... και την από 31-10-2002 απόδειξη είσπραξης 14.675 ευρώ της ιδίας καταθέσασας στην ίδια τράπεζα, σε συνδυασμό με τις προσκομιζόμενες και επικαλούμενες από τους εναγόμενους ένορκες βεβαιώσεις). Οι εναγόμενοι "αγόρασαν", λοιπόν, εν τοις πράγμασι από τον ενάγοντα τις ιδιοκτησίες τους, χωρίς να αναμιχθούν στην ανέγερση των οικοδομών. Άλλωστε και οι υπόλοιπες ιδιοκτησίες της υπό στοιχ. "Β" οικοδομής, πωλήθηκαν σε τρίτους από τον ενάγοντα, του οποίου η δραστηριότητα ήταν η με κέρδος εκμετάλλευση ακινήτων (κατασκευή και πώληση). Τα άνω συμφωνηθέντα προκύπτουν και από το γεγονός ότι η υπό στοιχ. "Β" οικοδομή ήταν ανεξάρτητη και διακριτή από την υπό στοιχ. "Α" οικοδομή, το δε δικαίωμα μεταφοράς συντελεστή δόμησης παραχωρήθηκε αποκλειστικά στον ενάγοντα, κατά απόλυτη κρίση του, και τέλος αποκλείστηκε δικαίωμα συγκυριότητας των εναγόμενων στην υπό στοιχ. "Β" οικοδομή (βλ. και την υπ' αρ. ... αμετάκλητη απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών). Δεν αποδείχθηκε, λοιπόν, συμφωνία συμμετοχής των εναγομένων στις δαπάνες ανέγερσης των οικοδομών. Τα αναφερόμενα από τον μάρτυρα απόδειξης, ο οποίος, μάλιστα, ανέφερε ότι δεν ήταν παρών σε κάποια συμφωνία των διαδίκων και ότι το χειρόγραφο σημείωμα του πατέρα του αφορά σε άλλα ακίνητα, και από τον ενόρκως βεβαιούντα δεν κρίνονται πειστικά.
Συνεπώς, πρέπει ν' απορριφθεί η αγωγή, κατά την κύρια βάση της, ως ουσιαστικά αβάσιμη...>>. Έτσι που έκρινε το Εφετείο δεν παραβίασε τις προαναφερθείσες ουσιαστικού δικαίου διατάξεις, καθόσον σύμφωνα με τα ως άνω ανελέγκτως δεκτά γενόμενα, οι αναιρεσίβλητοι, ενδιαφερόμενοι να αποκτήσουν ο καθένας ένα διαμέρισμα, συμφώνησαν με τον αναιρεσείοντα, ο οποίος ως πολιτικός μηχανικός - κατασκευαστής, δραστηριοποιείτο στην ανέγερση οικοδομών και στην πώληση των οριζοντίων ιδιοκτησιών σε τρίτους επί κέρδει, να συμμετέχουν και οι ίδιοι (αναιρεσίβλητοι) στην αγορά του επίδικου οικοπέδου, αντί του τιμήματος των 150.000.000 δραχμών προς διευκόλυνση του αναιρεσείοντος που αδυνατούσε να καλύψει το σύνολο του τιμήματος, με την καταβολή μέρους αυτού, το οποίο θα αφαιρείτο από την αξία των διαμερισμάτων που θα αποκτούσαν, καταβάλλοντας σ' αυτόν, ο μεν πρώτος αναιρεσίβλητος το ποσό των 25.000.000 δραχμών, η δε δεύτερη αναιρεσίβλητη το ποσό των 60.000.000 δραχμών και δυνάμει του υπ' αριθμ. ... συμβολαίου που μεταγράφηκε νόμιμα, οι διάδικοι κατέστησαν συγκύριοι κατά τα αναφερόμενα σ' αυτό ποσοστά του επίδικου οικοπέδου, δυνάμει δε του υπ' αριθμ. ... συμβολαίου που μεταγράφηκε νόμιμα, οι ως άνω συγκύριοι υπήγαγαν τις υπό ανέγερση επί του κοινού οικοπέδου οικοδομές στο καθεστώς της οριζόντιας ιδιοκτησίας και τις διένειμαν μεταξύ τους. Περαιτέρω, το Εφετείο δεν στέρησε την απόφασή του νομίμου βάσεως, αφού από το ως άνω αιτιολογικό της προκύπτουν σαφώς όλα τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία είναι αναγκαία για την κρίση του δικαστηρίου, στη συγκεκριμένη περίπτωση, περί της συνδρομής των νομίμων όρων και προϋποθέσεων των ανωτέρω διατάξεων, ενώ έχει τις αναγκαίες αιτιολογίες, οι οποίες είναι σαφείς, πλήρεις και δεν αντιφάσκουν μεταξύ τους, καθιστούν δε εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο ως προς την ορθή υπαγωγή των αποδειχθέντων περιστατικών στις προαναφερθείσες διατάξεις. Επομένως, οι ως άνω αναιρετικοί λόγοι από τους αριθμούς 1 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, με τους οποίους ο αναιρεσείων υποστηρίζει τα αντίθετα, είναι αβάσιμοι.
Περαιτέρω, στους κανόνες του ουσιαστικού δικαίου, η παραβίαση των οποίων ιδρύει τον από τη διάταξη του άρθρου 559 αρ.1 ΚΠολΔ προβλεπόμενο λόγο, περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των άρθρων 173 και 200 ΑΚ, με τους οποίους ορίζεται, αφενός, ότι, κατά την ερμηνεία της δηλώσεως βουλήσεως αναζητείται η αληθινή βούληση χωρίς προσήλωση στις λέξεις, και αφετέρου, ότι οι συμβάσεις ερμηνεύονται όπως απαιτεί η καλή πίστη, αφού ληφθούν υπόψη και τα συναλλακτικά ήθη και οι οποίοι εφαρμόζονται σε κάθε περίπτωση, κατά την οποία υπάρχει κενό στη δικαιοπραξία ή γεννιέται αμφιβολία για τη δήλωση βουλήσεως. Ειδικότερα, παραβίαση των ερμηνευτικών κανόνων των δικαιοπραξιών, που περιέχονται στα άρθρ. 173 και 200 ΑΚ, υφίσταται, όταν το δικαστήριο της ουσίας είτε προσέφυγε στους ερμηνευτικούς αυτούς κανόνες προς συμπλήρωση ή ερμηνεία της δικαιοπραξίας, μολονότι δέχθηκε, ότι η δικαιοπραξία είναι πλήρης και σαφής και δεν έχει ανάγκη συμπλήρωσης ή ερμηνείας (ΑΠ 426/2010, ΑΠ 355/2007), κατά την ανέλεγκτη, ως προς αυτό, κρίση του (ΑΠ 1749/2005), είτε παρέλειψε να προσφύγει στους ίδιους ερμηνευτικούς καvόvες, καίτοι ανέλεγκτα, επίσης, διαπίστωσε την ύπαρξη κενού ή ασάφειας στις δηλώσεις βουλήσεως των δικαιοπρακτούντων, οι οποίες έχρηζαν έτσι κατάλληλης συμπλήρωσης ή ερμηνείας με εφαρμογή των διατάξεων των άρθρ. 173 και 200 του ΑΚ (ΑΠ 849/2017). Η εικονικότητα όμως δικαιοπραξίας δεν ανάγεται στην έννοια της δήλωσης βούλησης αλλά συνιστά έλλειψη αληθούς βούλησης (εκούσια διάσταση μεταξύ της δήλωσης και της βούλησης). Επομένως η απόφαση που διερευνά, αν η δήλωση ήταν εικονική, δεν δέχεται (εμμέσως) κενά ή αμφίβολα σημεία στη δικαιοπραξία, ούτε προβαίνει σε ερμηνεία της, αλλά στην αναζήτηση της ειλικρίνειας ή ανειλικρίνειας της δήλωσης (ΑΠ 1454/2022, ΑΠ 752/2020, ΑΠ 1340/2017, ΑΠ 1459/2011, ΑΠ 632/2009, ΑΠ 1426/2007). Με τον δεύτερο λόγο της αναιρέσεως κατά το πρώτο, δεύτερο, τρίτο και πέμπτο σκέλος του, αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια από τους αριθμούς 1 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, συνισταμένη στο ότι το Εφετείο παραβίασε τους ερμηνευτικούς κανόνες των άρθρων 173 και 200 ΑΚ, υπό την ειδικότερη μορφή της προσφυγής σ' αυτούς, παρότι δεν διέλαβε σκέψη περί της διαπιστώσεως κενού στις δηλώσεις βουλήσεως των συμβληθέντων μερών στα υπ' αριθμ. ... και ... συμβόλαια, προέβη σε ερμηνεία των εν λόγω δηλώσεων βουλήσεως, δεχόμενο εσφαλμένα ότι αυτές δεν έγιναν στα σοβαρά παρά μόνο φαινομενικά και ότι τα ως άνω συμβόλαια καταρτίστηκαν σε εκτέλεση συμφωνίας, προγενέστερης της αγοράς του κοινού ακινήτου, προκειμένου οι αναιρεσίβλητοι να αγοράσουν ο καθένας ένα διαμέρισμα. Από τις προπαρατεθείσες παραδοχές της προσβαλλομένης αποφάσεως προκύπτει ότι το Εφετείο δεν διαπίστωσε, ούτε έμμεσα, κενό στις δηλώσεις βουλήσεως των συμβληθέντων μερών στα επίμαχα συμβολαιογραφικά έγγραφα, ούτε προέβη σε ερμηνεία αυτών, καθόσον αυτή δεν απαιτείτο, αλλά αναφέρθηκε στο περιεχόμενο των ως άνω συμβολαιογραφικών εγγράφων, προκειμένου να κρίνει αν υπήρχε συμφωνία συμμετοχής των αναιρεσιβλήτων στις δαπάνες κατασκευής των οικοδομών, ούτε δέχθηκε ότι οι ως άνω δηλώσεις βουλήσεως ήταν εικονικές, χωρίς να το έχουν προτείνει οι αναιρεσίβλητοι, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται ο αναιρεσείων, αλλά δέχθηκε τη σύσταση των εμπραγμάτων δικαιωμάτων που προκύπτουν από το ίδιο το κείμενο των συμβολαιογραφικών εγγράφων. Επομένως, ο δεύτερος αναιρετικός λόγος κατά τα ως άνω σκέλη του, από τους αριθμούς 1 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, με τον οποίο ο αναιρεσείων υποστηρίζει τα αντίθετα, είναι αβάσιμος.
Τέλος, ο λόγος αναίρεσης από τον αριθμό 8 του άρθρου 559 ΚΠολΔ ιδρύεται, όταν το δικαστήριο της ουσίας, παρά το νόμο, έλαβε υπόψη του πράγματα που δεν προτάθηκαν ή δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης. Ως "πράγματα", κατά την έννοια της διάταξης αυτής, νοούνται οι νόμιμοι, παραδεκτοί, ορισμένοι και λυσιτελείς πραγματικοί ισχυρισμοί των διαδίκων, που έχουν αυτοτελή ύπαρξη και τείνουν στη θεμελίωση, κατάλυση ή παρακώλυση του ουσιαστικού ή δικονομικού δικαιώματος που ασκήθηκε είτε ως επιθετικό είτε ως αμυντικό μέσο και, συνακόλουθα, στηρίζουν το αίτημα της αγωγής, ανταγωγής, ένστασης, αντένστασης ή λόγου έφεσης, όχι, όμως, και οι μη νόμιμοι, απαράδεκτοι, αόριστοι και αλυσιτελείς ισχυρισμοί, οι οποίοι δεν ασκούν επίδραση στην έκβαση της δίκης και στους οποίους το δικαστήριο δεν υποχρεούται να απαντήσει, ούτε οι αιτιολογημένες αρνήσεις και οι ισχυρισμοί που αποτελούν επιχειρήματα ή συμπεράσματα των διαδίκων ή του δικαστηρίου, τα οποία συνάγονται από την εκτίμηση των αποδείξεων (ΑΠ 593/2023, ΑΠ 387/2019, ΑΠ841/2017). Στην προκειμένη περίπτωση με τον δεύτερο λόγο της αναιρέσεως, κατά το έκτο σκέλος του, ο αναιρεσείων αποδίδει στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια από τον αριθμό 8 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, ισχυριζόμενος ότι το Εφετείο δέχθηκε την ελαττωματικότητα των βουλήσεων των συμβαλλομένων μερών, όπως αποτυπώθηκαν στα επίμαχα συμβολαιογραφικά έγγραφα, δηλαδή τη βούληση όλων των μερών, αφενός να αποκτήσουν το οικόπεδο κατά τα ιδανικά ποσοστά συγκυριότητας και αφετέρου να το υπαγάγουν στο καθεστώς των άρθρων 1002, 1117 ΑΚ και Ν 3741/1929 και να διανείμουν τις υπό κατασκευή οριζόντιες ιδιοκτησίες, τις οποίες όμως δεν αποδέχεται ως αληθείς, αφού η πραγματική βούληση όλων των συμβληθέντων μερών ήταν ως προς τους αναιρεσίβλητους η κατάρτιση συμβάσεως πωλήσεως ως προς τις οριζόντιες ιδιοκτησίες, χωρίς όμως οι αναιρεσίβλητοι να έχουν προβάλει ισχυρισμό περί εικονικότητας αυτών. Από τις προπαρατεθείσες παραδοχές της προσβαλλομένης αποφάσεως προκύπτει ότι το Εφετείο δεν δέχθηκε ότι είναι ελαττωματικές οι δηλώσεις βουλήσεως των συμβληθέντων μερών στα ως άνω συμβολαιογραφικά έγγραφα, αλλά αναφέρθηκε στο περιεχόμενο αυτών για να κρίνει αν υπήρχε συμφωνία συμμετοχής των αναιρεσιβλήτων στις δαπάνες κατασκευής των οικοδομών. Επομένως, ο ως άνω αναιρετικός λόγος από τον αριθμό 8 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, με τον οποίο ο αναιρεσείων υποστηρίζει τα αντίθετα, είναι αβάσιμος.
Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, και εφόσον δεν υπάρχει άλλος αναιρετικός λόγος προς έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναιρέσεως, να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος από τον αναιρεσείοντα παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρο 495 αριθμ. 3 ΚΠολΔ) και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων, λόγω της ήττας του, στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων που κατέθεσεαν προτάσεις, κατά το νόμιμο και βάσιμο αίτημα αυτών (άρθρα 106, 176, 183, 189 παρ. 1, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ορίζονται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 20-5-2022 αίτηση για αναίρεση της υπ' αριθμ. ... απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών.
Διατάσσει την εισαγωγή του κατατεθέντος από τον αναιρεσείοντα παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.

Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσίβλητων, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 09 Ιουλίου 2024.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 16 Ιανουαρίου 2025.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή