ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 94/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Α1)
print
Τίτλος:
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 94/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Α1)
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 94/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Α1)
Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 94 / 2025    (Α1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Αριθμός 94/2025

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Α1' Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μαρουλιώ Δαβίου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Βρυσηίδα Θωμάτου, Βαρβάρα Πάπαρη - Εισηγήτρια, Μαρία Πετσάλη και Στυλιανή Μπλέτα, Αρεοπαγίτες.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 7 Οκτωβρίου 2024, με την παρουσία και του Γραμματέα Γ. Φ., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Α. Του αναιρεσείοντος: Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία "ΔΗΜΟΣ ΑΓΙΑΣ", νομίμου καθολικού διαδόχου του πρώην Δήμου Μελιβοίας, που εδρεύει στην Αγιά Λάρισας και εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Βασίλειο Δημηνίκο με δήλωση κατ' άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και κατέθεσε προτάσεις.

Των αναιρεσιβλήτων: 1) Ν. Λ. του Β., 2) Μ. συζύγου Ν. Λ., κατοίκων ..., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Ηλία Αθανασόπουλο και κατέθεσαν προτάσεις.

Β. Του αναιρεσείοντος: Δ. Χ. του Γ., κατοίκου ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Κωνσταντίνο Ευθυμίου με δήλωση κατ' άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και δεν κατέθεσε προτάσεις.

Των αναιρεσιβλήτων: 1) Ν. Λ. του Β., 2) Μ. συζύγου Ν. Λ., κατοίκων ..., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Ηλία Αθανασόπουλο και κατέθεσαν προτάσεις.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από .../2014 αγωγή των ήδη αναιρεσιβλήτων που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Λάρισας. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: .../2017 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και οι .../2019 μη οριστική και .../2022 οριστική του Μονομελούς Πρωτοδικείου Λάρισας. Την αναίρεση των τελευταίων αποφάσεων ζητεί ο υπό στοιχείο Α αναιρεσείων με την από .../2023 αίτησή του και ο υπό στοιχείο Β αναιρεσείων με την από .../2023 αίτησή του.

Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο πληρεξούσιος των αναιρεσιβλήτων ζήτησε την απόρριψη των αιτήσεων και την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

1. Κατά τη διάταξη του άρθρου 246 του ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται και στην αναιρετική διαδικασία, κατ` άρθρο 573 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, το δικαστήριο, σε κάθε στάση της δίκης, μπορεί, αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου, να διατάξει την ένωση και συνεκδίκαση περισσότερων εκκρεμών ενώπιόν του δικών ανάμεσα στους ίδιους ή διαφορετικούς διαδίκους, αν υπάγονται στην ίδια διαδικασία και, κατά την κρίση του, διευκολύνεται ή επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης ή επέρχεται μείωση των εξόδων (ΑΠ 313/2023,ΑΠ 851/2021).Στην προκειμένη περίπτωση, συντρέχει νόμιμη περίπτωση συνεκδίκασης, λόγω της πρόδηλης συνάφειάς τους και επειδή έτσι διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης, των: Α) από ...-2023 (...-2023) και Β) από ...-2023 (...-2023) αιτήσεων για αναίρεση της .../2022 απόφασης του ως Εφετείο δικάζοντος Μονομελούς Πρωτοδικείου Λάρισας, η οποία εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, και δέχθηκε εν μέρει την από 8-10-2014 αγωγή των εναγόντων-εκκαλούντων και ήδη αναιρεσιβλήτων αμφοτέρων των υπό κρίση αιτήσεων αναίρεσης,σε βάρος των εναγομένων-εφεσιβλήτων και ήδη αναιρεσειόντων,από προσβολή προσωπικότητας. Οι αιτήσεις ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα,ενώ για το παραδεκτό της άσκησης της Α' αναίρεσης του Δήμου Αγιάς προσκομίζεται η με αριθμό ....2023 απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου Αγιάς Ν.Λάρισας (άρθρο 72 παρ. 1 περ. ι του ν. 4852/2010, όπως αυτό ίσχυε κατά το χρόνο της κατάθεσης της ένδικης αίτησης αναίρεσης) και, συνεπώς, είναι παραδεκτές (άρθρα 552, 553, 556, 558, 564, 566 παρ.1 ΚΠολΔ). Επομένως, πρέπει να ερευνηθούν περαιτέρω, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τους (άρθρο 577 παρ. 3 ΚΠολΔ). Επίσης, με τις αιτήσεις αναίρεσης, παραδεκτώς κατ'άρθρο 553 παρ.2 ΚΠολΔ συμπροσβάλλεται, με την άνω με αριθ..../2022 τελεσίδικη απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Λάρισας, και η με αριθ. .../2019 μη οριστική απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου, με την οποία, αφού, μετά την τύποις και κατ' ουσίαν αποδοχή της από 10-10-2017 έφεσης των αναιρεσιβλήτων, εξαφανίστηκε η εκδοθείσα αντιμωλία των διαδίκων πρωτόδικη με αριθ. .../2017 οριστική απόφαση του Ειρηνοδικείου Λάρισας και κρατήθηκε η υπόθεση για να δικαστεί,αναγνωρίστηκε ότι η κατάληψη της επίδικης έκτασης από τον πρώτο εναγόμενο και αναιρεσείοντα της Β'αναίρεσης προσβάλλει την προσωπικότητα των εναγόντων-αναιρεσιβλήτων, και αναβλήθηκε η έκδοση οριστικής απόφασης, διαταχθείσας της διενέργειας πραγματογνωμοσύνης μόνο ως προς το σκέλος της αναφορικά με τον τρόπο άρσης της προσβολής προσωπικότητας των αναιρεσιβλήτων.

2. Από το συνδυασμό των άρθ. 966-968 και 971 ΑΚ προκύπτει ότι τα κοινόχρηστα πράγματα, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και οι οδοί, εφόσον δεν ανήκουν σε δήμο ή κοινότητα, ή ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, ανήκουν στο Δημόσιο, είναι δε πράγματα εκτός συναλλαγής (extra commercium), εκτός αν απέβαλαν την ιδιότητά τους αυτή, γιατί έπαυσε ο προορισμός τους για κοινή χρήση, από τότε όμως η κυριότητά τους εξακολουθεί να ανήκει κατά περίπτωση στο Δημόσιο, σε δήμο ή σε κοινότητα και υπάγεται στην ιδιωτική τους περιουσία. Οι δρόμοι αποτελούν κοινόχρηστα πράγματα, ανεξαρτήτως από το χαρακτηρισμό τους ως "εθνικών", "επαρχιακών", "δημοτικών" ή "κοινοτικών" από ειδικούς νόμους. Για το χαρακτηρισμό μιας οδού ως "δημοτικής" ή "κοινοτικής", ελλείψει ειδικής διοικητικής διαδικασίας, αρμόδια είναι τα πολιτικά δικαστήρια (ΑΠ 1639/2018). Ειδικότερα,οι οδοί, με βάση το άρθρο 1 του ΠΔ της 25/28-11-1929 "περί κωδικοποιήσεως των κειμένων διατάξεων για την κατασκευή και συντήρηση οδών" διακρίνονται σε εθνικές, επαρχιακές, δημοτικές και κοινοτικές. Οι διατάξεις των άρθρων 2 και 3 του ίδιου Π.Δ, καθορίζουν την διαδικασία, η οποία απαιτείται να τηρηθεί, για να χαρακτηρισθεί μία οδός ως εθνική ή επαρχιακή. Η απόκτηση όμως του ιδιαιτέρου γνωρίσματος μιας οδού ως δημοτικής ή κοινοτικής συνιστά, συμφώνως προς το άρθρο 4 του αυτού ΠΔ, ζήτημα πραγματικό, γιατί ο νόμος δεν προβλέπει ειδική διαδικασία, η οποία να προσδίδει στην οδό την ανωτέρω ιδιότητα. Έτσι, η οδός χαρακτηρίζεται ως δημοτική ή κοινοτική, εφόσον συμφώνως προς το άρθρο 4 του ν. 315...955 "περί κατασκευής και συντηρήσεως οδών", εξυπηρετεί τις ανάγκες ενός δήμου ή μιας κοινότητος, που δημιουργούνται μέσα στα διοικητικά όρια αυτών. Επί του ζητήματος του χαρακτήρος μιας οδού ως δημοτικής ή κοινοτικής, αποφαίνονται τα πολιτικά δικαστήρια, αφού, από καμιά διάταξη της κειμένης νομοθεσίας και ιδιαίτερα του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα, δεν καθορίζεται ειδική διοικητική διαδικασία για τον χαρακτηρισμό οδών ως δημοτικών ή κοινοτικών και δεν παρέχεται στα όργανα των Δήμων και Κοινοτήτων αρμοδιότητα για τον χαρακτηρισμό τέτοιων οδών, η δε τυχόν εκδιδόμενη από το δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο πράξη χαρακτηρισμού μιας οδού ως δημοτικής ή κοινοτικής δεν έχει καμιά νομική συνέπεια, γιατί δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη.Οι πλατείες, οι οποίες ρητά κατονομάζονται ως κοινόχρηστες, από το άρθ. 967 ΑΚ, θεωρούνται προεκτάσεις ή συνέχειες των οδών (ΑΠ 1464/2008). Δεν είναι όμως κοινόχρηστες, οι ιδιωτικές οδοί (ΑΠ 33/2016), οι στρατιωτικές οδοί, όπως και οι οδοί που αφέθηκαν σε ξένο ακίνητο για χρήση από γείτονες. Επίσης, κατά τις διατάξεις των άρθ. 12 και 13 Ν. ΔΝΖ/14-02-1912 και του άρθ. 241 § 1 περ. δ` του Π.Δ. 410/1995 περί Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα, ήδη δε άρθ. 179 §1 περ. δ` του ισχύοντος Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων (Ν. 3463/2006), σε συνδυασμό και με τα άρθ. 968 και 970 ΑΚ, τα κοινόχρηστα ακίνητα που βρίσκονται στην περιφέρεια δήμου ή κοινότητας περιέρχονται στην κυριότητά τους. Κατά το άρθ. 4 Ν. 315...955 περί κατασκευής και συντηρήσεως οδών, δημοτικές και κοινοτικές οδοί είναι εκείνες που εξυπηρετούν τις κάθε φύσεως ανάγκες ενός δήμου ή μιας κοινότητας εντός των διοικητικών τους ορίων. Ακόμη, κατ` άρθρο 2 παρ. 2 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού (ν.1577/1985) κοινόχρηστοι χώροι είναι οι κάθε είδους δρόμοι πλατείες, άλση και γενικώς οι προοριζόμενοι για κοινή χρήση ελεύθεροι χώροι που καθορίζονται από το εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο του οικισμού ή έχουν τεθεί σε κοινή χρήση με οποιοδήποτε άλλο νόμιμο τρόπο. Εξάλλου, το άρθρο 20 παρ. 1 του ν.δ. της 17-7/16-8-1923 περί σχεδίων πόλεων απαγορεύει τη δημιουργία κοινοχρήστων χώρων (ιδιωτικών οδών, πλατειών κλπ) με ιδιωτική βούληση. Από τον κανόνα αυτόν εισάγεται εξαίρεση στην παρ. 3 του ιδίου άρθρου, όσον αφορά στους κοινοχρήστους χώρους που σχηματίσθηκαν με ιδιωτική πρωτοβουλία πριν από την ισχύ του άρθρου αυτού, που ορίζεται από την ισχύ του ΒΔ της 4/16-1-1924 (ήτοι από 1-3-1924). Έτσι, οι σχηματισθείσες με ιδιωτική πρωτοβουλία πριν από την έναρξη της ισχύος του άρθρου αυτού ιδιωτικές οδοί, διατηρούνται και μετά την ισχύ του ν.δ. της 17-7/16-8-1923 και θεωρούνται κοινόχρηστοι χώροι, για την εφαρμογή της πολεοδομικής εν γένει νομοθεσίας, υπό την προϋπόθεση ότι είχαν διανοιχθεί και σχηματισθεί από τότε.Επίσης,κατά το άρθρο 28 εδ.α του ν.1337/1983 ιδιωτικοί δρόμοι,πλατείες και χώροι κοινής χρήσεως που έχουν σχηματισθεί με οποιονδήποτε τρόπο,έστω και κατά παράβαση των κειμένων πολεοδομικών διατάξεων και που βρίσκονται μέσα σε εγκεκριμένα σχέδια πόλεων,θεωρούνται κοινόχρηστοι χώροι,που ανήκουν στον οικείο δήμο ή κοινότητα(ΑΠ 1989/2014). Οι ανωτέρω δημοτικές και κοινοτικές οδοί αποκτούν την ιδιότητα του κοινοχρήστου: α) Από τον νόμο ή με πράξη της διοίκησης δια της "αφιέρωσης" ή "καθιέρωσής" τους σε κοινή χρήση. Αυτή συντελείται με: 1) το χαρακτηρισμό τους ως κοινοχρήστων με νομοθετική διάταξη ή διοικητική πράξη, όπως π.χ. με την έγκριση τροποποίησης ρυμοτομικού σχεδίου με την οποία συγκεκριμένο ακίνητο χαρακτηρίζεται δρόμος και 2) με τη διάθεσή τους, δηλ. την υλοποίηση του ως άνω (πολεοδομικού) χαρακτηρισμού και την παράδοσή τους σε κοινή χρήση, η οποία, στο παραπάνω παράδειγμα, προϋποθέτει τη συντέλεση αναγκαστικής απαλλοτρίωσης ή την κύρωση Πράξης Εφαρμογής, καθώς και την πραγματοποίηση τυχόν απαιτούμενων έργων διαμόρφωσής τους. Οι ανωτέρω προϋποθέσεις πρέπει να πληρούνται σωρευτικά (ΑΠ 46/2018), β) με τη βούληση του ιδιοκτήτη που θέτει στην κοινή χρήση συγκεκριμένο ακίνητο, είτε με νομότυπη δικαιοπραξία (διαθήκη ή δωρεά υπό τρόπο) κατά τις διατάξεις των άρθ. 1715, 2014 και 503 ΑΚ, είτε με παραίτηση από την κυριότητα, που πρέπει να περιβληθεί τον συμβολαιογραφικό τύπο και να μεταγραφεί κατ` αρθρ. 369 και 1192 εδ. 1 ΑΚ, αφού περιέχει κατάργηση εμπραγμάτου δικαιώματος (ΑΠ 33/2016) και γ) με την από το β.ρ.δ. (ν. 3 §2 Πανδ. 43.7, ν. 2 §8, Πανδ. 39.3, ν. 28 Πανδ. 22.3) προβλεπόμενη αμνημόνευτου χρόνου αρχαιότητα (vetustas cujus memoria non exstat), δηλαδή με την άσκηση της κοινής χρήσης επί τόσο χρόνο, ώστε η παρούσα γενεά από δική της αντίληψη και από πληροφορίες της προηγουμένης έτσι γνώρισε την παρούσα κατάσταση στα τελευταία 80 χρόνια. Ενόψει, όμως, του ότι ο θεσμός αυτός δεν αναγνωρίζεται από τον ΑΚ, για την εφαρμογή του πρέπει οι παραπάνω προϋποθέσεις να είχαν ολοκληρωθεί μέχρι την εισαγωγή του ανωτέρω Κώδικα (23/02/1946 -ΑΠ 175/2020, ΑΠ 1124/2018,ΑΠ 1823/2014), μετά την οποία, ωστόσο, βρίσκει επαρκές έρεισμα στο άρθ. 281 του ιδίου Κώδικα και μπορεί να προταθεί με την exceptio doli generalis (ένσταση του γενικού δόλου) κατά του ιδιοκτήτη, ο οποίος για μακρό χρονικό διάστημα άφησε το πράγμα εκτεθειμένο στην κοινή χρήση ανεχόμενος ή πολύ περισσότερο επιθυμών αυτό να καταστεί κοινής χρήσης (ΑΠ 664/2013, ΑΠ 311/2004) υπό την έννοια όμως ότι δεν προσπορίζεται η κυριότητα του ακινήτου στον οικείο Ο.Τ.Α. με τη χρησικτησία, αλλά απλώς προστατεύεται η κοινή χρήση έναντι του κυρίου (ΑΠ 425/2023,ΑΠ 1032/2019, ΑΠ 293/2018, ΑΠ 46/2018, ΑΠ 954/2017). Αυτό ειδικότερα μπορεί να συμβεί και στην περίπτωση που κάποιος χώρος αφήνεται από τον κύριο να χρησιμεύσει ως δημοτική ή πρώην κοινοτική οδός, για τον καθορισμό και την ανακήρυξη της οποίας δεν προβλέπεται ορισμένη νόμιμη διαδικασία. Εξ’ ετέρου, με την καθιέρωση του πράγματος ως κοινοχρήστου αποκτάται η εξουσία του κοινού να το χρησιμοποιεί. Με την χρήση αυτήν δεν αποκτάται η νομή και κατοχή του πράγματος, γιατί δεν προσπορίζεται άμεση εξουσία επί του κοινοχρήστου, αλλά ένα ιδιόρρυθμο δικαίωμα που απορρέει από την προσωπικότητα του χρήστη, το οποίο προσβάλλεται σε περίπτωση παρεμποδίσεως της εν λόγω χρήσεως και είναι προστατευτέο από της διάταξη του άρθρου 57 εδ.α ΑΚ, κατά την οποία "όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του, έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον". Προϋπόθεση, δηλαδή, της παρεχόμενης με την διάταξη αυτήν προστασίας είναι η συνδρομή παράνομης πράξεως, από την οποία επέρχεται μειωτική διαταραχή της προσωπικότητος σε κάποια έκφανσή της, τοιαύτη δε προσβολή δημιουργείται και όταν παρακωλυθεί η χρήση δημοτικής ή κοινοτικής οδού (ΑΠ 1639/2018). Επιπροσθέτως, κατά τη διάταξη του άρθρου 560 αριθμός 1 εδάφιο α` ΚΠολΔ αναιρετικός λόγος, που είναι ταυτόσημος με τον αριθμό 1 εδάφιο α` του άρθρου 559 ΚΠολΔ, για ευθεία παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών, ιδρύεται, αν το δικαστήριο της ουσίας ερμήνευσε εσφαλμένα τον κανόνα αυτό, του προσέδωσε δηλαδή έννοια διαφορετική από την αληθινή ή δεν τον εφάρμοσε ενώ συνέτρεχαν οι πραγματικές προϋποθέσεις εφαρμογής του ή τον εφάρμοσε, ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αυτές, απαιτώντας περισσότερα ή αρκούμενο σε λιγότερα, αντίστοιχα, στοιχεία από όσα αξιώνει ο νόμος για την εφαρμογή του ή αν τον εφάρμοσε εσφαλμένα (ΟλΑΠ 10/2011, ΟλΑΠ 7/2006). Αν το δικαστήριο απεφάνθη για την ουσία της υπόθεσης, η παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται βάσει των πραγματικών περιστατικών που ανέλεγκτα δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν και της υπαγωγής αυτών στο νόμο. Ιδρύεται δε ο παραπάνω λόγος, αν το δικαστήριο εφάρμοσε το νόμο, παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν δεν ήταν αρκετά για την εφαρμογή του ή αν δεν τον εφάρμοσε, παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε, αρκούσαν για την εφαρμογή του, καθώς και όταν προέβη σε εσφαλμένη υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών σε διάταξη, στο πραγματικό της οποίας αυτά δεν υπάγονται (ΟλΑΠ 4/2018). Με τον παραπάνω λόγο ελέγχονται τα σφάλματα του δικαστηρίου κατά την εκτίμηση της νομιμότητας της αγωγής ή των ισχυρισμών των διαδίκων, καθώς και τα νομικά σφάλματα κατά την έρευνα της ουσίας της διαφοράς. Ελέγχεται ,δηλαδή, αν η αγωγή, κυρία παρέμβαση, ένσταση κλπ ορθά απορρίφθηκε ως μη νόμιμη ή αν κατά παράβαση ουσιαστικού κανόνα δικαίου έγινε δεκτή ως νόμιμη ή απορρίφθηκε ή έγινε δεκτή στην ουσία (ΟλΑΠ 10/2011, ΑΠ 334/2021, ΑΠ 65/2020), ενώ ο έλεγχος γίνεται με βάση τις παραδοχές της απόφασης και μόνον (ΑΠ 571/2017 ΑΠ 1682/2013, ΑΠ 10/2011). Περαιτέρω, ο από το άρθρο 560 αριθμός 5 ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης, που είναι ταυτόσημος με τον προβλεπόμενο λόγο αναίρεσης από τον αριθμό 8 του άρθρου 559 του ίδιου Κώδικα, ιδρύεται και αν το δικαστήριο παρά το νόμο έλαβε υπόψη πράγματα που δεν προτάθηκαν ή δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Από τη διάταξη αυτή, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 106, 335 και 338 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι "πράγματα" κατά την έννοια της πρώτης από αυτές (άρθρο 560 αριθ. 5) που προτάθηκαν ή δεν προτάθηκαν, των οποίων η λήψη ή μη λήψη υπόψη από το δικαστήριο ιδρύει τον προβλεπόμενο από αυτή λόγο αναιρέσεως, αποτελούν οι αυτοτελείς ισχυρισμοί των διαδίκων που θεμελιώνουν ή καταλύουν τη βάση της αγωγής, ανταγωγής, ενστάσεως ή αντενστάσεως, και ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, όχι δε και ο ισχυρισμός που συνέχεται με την ιστορική αιτία της αγωγής, της ένστασης ή της αντένστασης, ο οποίος αποκρούεται ή γίνεται δεκτός με την παραδοχή ή την απόρριψη, αντίστοιχα, ως αβασίμων ή βάσιμων των θεμελιωτικών της αγωγής, ένστασης ή αντένστασης πραγματικών γεγονότων. Επίσης, δεν ιδρύεται ο πιο πάνω λόγος αναιρέσεως, αν το δικαστήριο έλαβε υπόψη του ισχυρισμό αλλά τον απέρριψε για οποιονδήποτε λόγο τυπικό ή ουσιαστικό, γιατί η απόρριψη αυτή σημαίνει ότι έχει ληφθεί υπόψη ο ισχυρισμός, ανεξάρτητα αν δεν έγινε δεκτός (ΟλΑΠ 12/1991, ΑΠ 8/2020, ΑΠ 122/2019), γεγονός που συμβαίνει και όταν η απόφαση περιέχει παραδοχές αντίθετες με τον ισχυρισμό (ΟλΑΠ 11/1996, ΑΠ 8/2020, ΑΠ 841/2017). Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 560 αριθ. 6 ΚΠολΔ, που είναι ταυτόσημη με εκείνη του άρθρου 559 αριθμ. 19 του ίδιου κώδικα, αναίρεση επιτρέπεται αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζητήματα που ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Από την υπόψη διάταξη, που αποτελεί κύρωση της παράβασης του άρθρου 93 παρ. 3 του Συντάγματος προκύπτει, ότι ο προβλεπόμενος απ' αυτή λόγος αναίρεσης ιδρύεται όταν στην ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου πραγματικά περιστατικά (έλλειψη αιτιολογίας) ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται βάσει του πραγματικού του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου για την επέλευση της έννομης συνέπειας που απαγγέλθηκε ή την άρνησή του (ανεπαρκής αιτιολογία) ή όταν αντιφάσκουν μεταξύ τους (αντιφατική αιτιολογία). Δεν υπάρχει όμως ανεπάρκεια αιτιολογιών, όταν η απόφαση περιέχει συνοπτικές αλλά πλήρεις αιτιολογίες (Ολ. ΑΠ 1/1999). Έλλειψη νόμιμης βάσης, εξάλλου, δεν υπάρχει, όταν πρόκειται για ελλείψεις αναγόμενες στην εκτίμηση των αποδείξεων και μάλιστα στην ανάλυση, στάθμιση και αξιολόγηση του εξαγόμενου από αυτές πορίσματος, γιατί στην κρίση αυτή το δικαστήριο προβαίνει ανελέγκτως, κατ' άρθρο 561 παρ.1 ΚΠολΔ, εκτός αν δεν είναι σαφές το αποδεικτικό πόρισμα και για το λόγο αυτό καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος.
3. Ο αναιρεσείων της Α'αναίρεσης Δήμος Αγιάς,με τον πρώτο λόγο του αναιρετηρίου,κατά τα οικεία σκέλη,αποδίδει στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια από το άρθ.560 αριθ.1 ΚΠολΔ,συνιστάμενη στο ότι το Δικαστήριο της ουσίας δεχόμενο,εσφαλμένα, ότι η επίδικη εδαφική λωρίδα είχε καταστεί κοινόχρηστος δημοτικός δρόμος παραβίασε ευθέως α)τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 1 παρ.1 ΝΔ 31/1968(62 ν.1416/1984), 4 ΑΝ 153...938 και 966 ΑΚ ως προς τον τρόπο κτήσης της ιδιότητας του κοινοχρήστου πράγματος της επίδικης εδαφικής λωρίδας,διότι αυτή (επίδικη εδαφική λωρίδα) ως δημοτική ήταν εκτός συναλλαγής και δεν μπορούσε να παραχωρηθεί σε τρίτους με την συναίνεση της τότε Κοινότητας, β) τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 175,177 Ν.1065/1980 και 174,175 ΑΚ,διότι δεν υπήρχε η νομική δυνατότητα, με απόφαση ή συναίνεση, το τότε Κοινοτικό Συμβούλιο να θέσει σε κοινή χρήση εδαφική έκταση που αποτελούσε μέρος της ιδιωτικής περιουσίας του προκειμένου να δημιουργηθεί κοινόχρηστος δρόμος και άρα οποιαδήποτε κανονιστική ρύθμιση του τότε Κοινοτικού Συμβουλίου είναι αντίθετη προς τις ανωτέρω διατάξεις και αυτοδικαίως άκυρη,γ) τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 24 παρ.2,43 παρ.2 και 102 παρ.1 Συντ., 1,2 παρ.2,3 παρ.2,4 Ν.3155/1955 και 1,6 παρ.1 ΠΔ 24-31-5-1985,που απαγορεύουν απολύτως την παραχώρηση ιδιωτικών εκτάσεων σε κοινή χρήση,ενώ σε κάθε περίπτωση,η έγκριση και τροποποίηση των πολεοδομικών σχεδίων οποιασδήποτε κλίμακας και η θέσπιση με ρυθμίσεις κανονιστικού χαρακτήρα, πάσης φύσεως όρων δομήσεως,γίνονται με την έκδοση ΠΔ/τος και δ) την ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, διότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής της. Επίσης,με τον τρίτο λόγο του αναιρετηρίου,ο αναιρεσείων της Α'αναίρεσης Δήμος Αγιάς, αποδίδει στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια από το άρθ.560 αριθ.6 ΚΠολΔ, συνιστάμενη στο ότι το Δικαστήριο της ουσίας παραβίασε εκ πλαγίου την ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, διότι με ανεπαρκείς και αντιφατικές αιτιολογίες,δέχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής της ως προς τον τρόπο κτήσης της ιδιότητας του κοινοχρήστου πράγματος της επίδικης εδαφικής λωρίδας και ειδικότερα, παρότι δέχθηκε ότι βάσει των διατάξεων των άρθρων 28 εδ.α,42 παρ.5 Ν.1337/83 και 6 παρ.1 του πδ 24.4/3-5-1985, δεν είναι νόμιμη και εφικτή η παραχώρηση από ιδιώτες εδαφικών λωρίδων και η θέση τους σε κοινή χρήση προκειμένου να καταστούν οικοδομήσιμα ακίνητα στερούμενα προσώπου σε κοινόχρηστο χώρο,στη συνέχεια δέχθηκε ότι κατέστη εφικτή η παραχώρηση της επίδικης εδαφικής λωρίδας εκ μέρους της τότε Κοινότητας σε κοινή χρήση από το 1986, χωρίς να αναφέρει πως αφέθηκε σε κοινή χρήση από την τότε Κοινότητα χωρίς απόφαση του αρμόδιου οργάνου,πως δόθηκε η συναίνεσή της και αν συνέτρεχαν οι νόμιμες προϋποθέσεις γι'αυτό. Περαιτέρω, ο αναιρεσείων της Β' αναίρεσης Δ. Χ., με τον πρώτο λόγο του αναιρετηρίου,κατά τα οικεία σκέλη, αποδίδει στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια από το άρθ.560 αριθ.1 ΚΠολΔ, συνιστάμενη στο ότι το Δικαστήριο της ουσίας δεχόμενο, εσφαλμένα, ότι η επίδικη εδαφική λωρίδα είχε καταστεί κοινόχρηστος δημοτικός δρόμος παραβίασε ευθέως α)τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 369,966,967,972,1033 και 1192 εδ.1 ΑΚ, οι οποίες εφαρμόζονται,προκειμένου να κριθεί η ιδιότητα ενός πράγματος ως κοινοχρήστου και β) την ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, διότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής της,καθόσον τα συνολικά 27 χρόνια από το 1986 μέχρι το 2013 που απέκτησε το ακίνητό του δεν είναι αρκετά για την προβολή της ένστασης του γενικού δόλου. Επίσης,με τον δεύτερο λόγο του αναιρετηρίου,ο αναιρεσείων της Β' αναίρεσης Δ. Χ., αποδίδει στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια από το άρθ.560 αριθ.6 ΚΠολΔ, συνιστάμενη στο ότι το Δικαστήριο της ουσίας παραβίασε εκ πλαγίου την ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, διότι με ανεπαρκείς και αντιφατικές αιτιολογίες, δέχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής της ως προς τον τρόπο κτήσης της ιδιότητας του κοινοχρήστου πράγματος της επίδικης εδαφικής λωρίδας και ειδικότερα δεν αναφέρει πως αφέθηκε σε κοινή χρήση από την τότε Κοινότητα χωρίς απόφαση του αρμόδιου οργάνου,πως δόθηκε η συναίνεσή της και αν συνέτρεχαν οι νόμιμες προϋποθέσεις γι'αυτό και ενώ δέχεται ότι στους τίτλους ιδιοκτησίας το ακίνητο των αναιρεσιβλήτων δεν συνορεύει στην ανατολική πλευρά με κοινόχρηστο δρόμο,αλλά με υπόλοιπη κοινοτική έκταση, στη συνέχεια δέχεται ότι από 1986 υπάρχει κοινόχρηστος δρόμος.

4. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την παραδεκτή, κατ'άρθρο 561 παρ.2 του ΚΠολΔ, επισκόπηση της προσβαλλόμενης .../2022 απόφασης και της συμπροσβαλλόμενης .../2019 απόφασης, το Μονομελές Πρωτοδικείο που τις εξέδωσε, δικάζοντας ως Εφετείο, δέχθηκε, μετά από ανέλεγκτη εκτίμηση των αποδεικτικών μέσων που προσκομίσθηκαν μετ`επικλήσεως ενώπιον του, τα εξής:

" Δυνάμει του υπ'αριθμ. ...1984 πωλητηρίου συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αγιάς Π. Κ. που μεταγράφηκε νόμιμα..., σε συνδυασμό με την υπ' αριθμ. ...-1989 πράξη εξόφλησης τιμήματος του ίδιου συμβολαιογράφου, η Κοινότητα ..., της οποίας ο β' εναγόμενος Δήμος Αγιάς(αναιρεσείων της Α' αναίρεσης), είναι νόμιμος καθολικός διάδοχος, πώλησε, παραχώρησε και μεταβίβασε προς τον Γ. Τ., κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή ένα διαιρετό τμήμα του υπ' αριθμ. ... κληροτεμαχίου της οριστικής διανομής του αγροκτήματος ..., συνολικής εκτάσεως 151.346 τ.μ.. Το συγκεκριμένο διαιρετό τμήμα, που βρίσκεται στη θέση "..." της κτηματικής περιφέρειας της πωλήτριας Κοινότητας, έχει εμβαδόν 2.397,79 τ.μ. και συνορεύει σε πλευρά μήκους 46,12μ με κοινοτική έκταση, σε πλευρές μήκους 8,32μ, 3.14μ. 3,02μ, 3,17μ, 6,15μ, 5,84μ, 8,02μ, 7,09μ, και 36,03μ με κοινοτική έκταση που κατέχει ο Ν., σε πλευρά, μήκους 16,79μ με ιδιοκτησία Γ. Δ., σε πλευρά μήκους 36,68μ και 45,46μ με ιδιοκτησία Τ. και σε πλευρά μήκους 43,03 με κοινοτική έκταση που κατείχαν οι αδερφοί Κ. Χ. Στην ως άνω πωλήτρια περιήλθε το με αριθμό ... κληροτεμάχιο της οριστικής διανομής του αγροκτήματος ... με την με αριθμό .../1959 απόφαση του Νομάρχη Λάρισας, στην δε πωλήτρια δόθηκε από την επιτροπή απαλλοτριώσεων του Ν. Λάρισας όταν έγινε η απαλλοτρίωση του αγροκτήματος ... για την αποκατάσταση ακτημόνων καλλιεργητών και ακολούθησε το έτος 1934 η οριστική διανομή του. Δυνάμει του υπ' αριθμ. ...-1989 πωλητηρίου συμβολαίου του συμβολαιογράφου Λαρίσης Δ. Λ. που μεταγράφηκε νόμιμα..., ο προαναφερόμενος αγοραστής, Γ. Τ., εκ του διαιρετού τμήματος των 2.397,79 τ.μ., πώλησε, παραχώρησε και μεταβίβασε προς τους ενάγοντες, Ν. Λ. και Μ. Λ.(αναιρεσίβλητους), κοινώς, αδιαίρετα και κατ' ισομοιρία στον καθένα τους, 400 τ.μ. εξ αδιαιρέτου. Εξάλλου, δυνάμει του υπ' αριθμ. ...-1999 πωλητηρίου συμβολαίου του συμβολαιογράφου Λάρισας Α. Α., που μεταγράφηκε νόμιμα, ...ο Δήμος Μελιβοίας, τότε νόμιμος καθολικός διάδοχος της Κοινότητας ..., πώλησε, παραχώρησε και μεταβίβασε στον Ε. Π., κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή, διαιρετό τμήμα του υπ' αριθμ. ... κληροτεμαχίου, κείμενου στην ίδια θέση, εμβαδού 1.094,41 τ.μ., που απεικονίζεται στο προσαρτώμενο στο συμβόλαιο αυτό, από Ιούλιο 1998 τοπογραφικό διάγραμμά του με τα στοιχεία Ν1-Ν2-Ν3-Ν4-Ν1 και περιγράφεται λεπτομερώς στο συμβόλαιο, συνορευόμενο κατά την πλευρά Ν1-Ν4, μήκους 35,44 μ. , με το διαιρετό τμήμα, που είχε ήδη πωληθεί στον Γ. Τ. Ακολούθως, ποσοστό 10/100 εξ αδιαιρέτου του ακινήτου αυτού, ο Ε. Π., μεταβίβασε λόγω γονικής παροχής στο γιο του, Σ. Λ. Π., δυνάμει του υπ' αριθμ. ...-2012 συμβολαίου του ίδιου συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκε νόμιμα.... Δυνάμει της υπ' αριθμ. ...-2013 πράξεως συστάσεως κάθετων ιδιοκτησιών του Συμβολαιογράφου Λάρισας Δ. Π. που μεταγράφηκε νόμιμα..., οι προαναφερόμενοι συγκύριοι του οικοπέδου, Ε. και Σ.-Λ. Π., συνέστησαν τις κάθετες ιδιοκτησίες που περιγράφονται στην οικεία συμβολαιογραφική πράξη και στην συνέχεια, δυνάμει του υπ' αριθμ. ...-2013 πωλητηρίου συμβολαίου της συμβολαιογράφου Λάρισας Μ. Δ.-Κ., που μεταγράφηκε νόμιμα..., πώλησαν στον α' εναγόμενο(αναιρεσείοντα της Β' αναίρεσης) την υπό στοιχεία Ε-3 κάθετη ιδιοκτησία, δηλαδή, την μη ανεγερθείσα μέχρι τότε, αλλά ανεγερθείσα εκ των υστέρων οικοδομή, εμβαδού 133,34 τ.μ., με μεταβίβαση ποσοστού εξ αδιαιρέτου 337,83/1000, που αντιστοιχούν σε 337,83 τ.μ. του εντός συνεκτικής περιοχής τμήματος των 1.000 τ.μ. του οικοπέδου και 331,26/1000 εξ αδιαιρέτου, που αναλογούν σε 31,38 τ.μ. του εκτός συνεκτικής περιοχής τμήματος των 94,41 τ.μ. μέρους του οικοπέδου, δηλαδή μεταβίβασαν συνολικά 369,01 τ.μ. του όλου οικοπέδου. Τον Απρίλιο του 2014 ο α' εναγόμενος προέβη σε οικοδομικές εργασίες για την ανέγερση οικίας και κατέλαβε τμήμα 40 τ.μ. περίπου που περικλείεται με τα στοιχεία Α'-Β'-Γ'-Δ'-Ε' όπως αποτυπώνεται στο επισυναπτόμενο στην αγωγή από Ιουλίου του 2014 τοπογραφικό διάγραμμα του τοπογράφου μηχανικού Σ. Γ. Οι ενάγοντες ισχυρίζονται ότι η καταληφθείσα έκταση αποτελεί τμήμα του κοινόχρηστου δρόμου, με τον οποίο το ακίνητό τους συνορεύει ανατολικώς επί πλευράς (γ-δ) μήκους 11,73μ. και από τον οποίο ήδη από του έτους 1989, που κατασκεύασαν οικία τους, εισέρχονται σ' αυτή και ο οποίος, με κατεύθυνση από νότο προς βορρά, έχει μήκος 500 μ. και πλάτος 5 μ., έχει αφετηρία την κεντρική αρτηρία του ..., που οδηγεί προς τη θάλασσα κατευθύνεται βόρεια και καταλήγει σε άλλη κεντρική αρτηρία, που οδηγεί επίσης προς τη θάλασσα.Από τα ως άνω αποδεικτικά μέσα και ιδίως τους συμβολαιογραφικούς τίτλους των ενανόντων και του δικαιοπαρόχου τους, σε συνδυασμό και με το από Μάρτιο του 1984 τοπογραφικό διάγραμμα του Γ. Ν. που επισυνάφθηκε σ' αυτούς αποδεικνύεται ότι το ακίνητο που απέκτησαν οι ενάγοντες στην ανατολική του πλευρά, μήκους 46,12 τμ, υπό στοιχεία 23'-13 δεν συνόρευε με δρόμο, αλλά με υπόλοιπη κοινοτική έκταση, δηλαδή το υπόλοιπο τμήμα του με αριθμό ... κληροτεμαχίου Επίσης, στον τίτλο κτήσης του δικαιοπαρόχου του α' εναγομένου Ε. Π. (.../1999), που είναι μεταγενέστερος των εναγόντων κατά δέκα έτη περίπου, περιγράφεται το ακίνητό του να συνορεύει στην δυτική νοτιοδυτική πλευρά με την ιδιοκτησία Γ. Τ., δηλαδή του δικαιοπαρόχου των εναγόντων οι δε δρόμοι που αναφέρονται βρίσκονται ο μεν παραλιακός βορειοανατολικά, ο δε κοινοτικώς νότια νοτιοανατολικά. Ίδια περιγραφή γίνεται και αργότερα στα από Ιουλίου 2012 και Ιουλίου 2013 τοπογραφικά διαγράμματα του αγρονόμου τοπογράφου μηχανικού Ε. Π. που επισυνάπτονται στο με αριθμό .../2012 συμβόλαιο γονικής παροχής του Συμβολαιογράφου Λάρισας Α. Α. και στο με αριθμό .../2013 συμβόλαιο πώλησης της Συμβολαιογράφου Λάρισας Μ. Κ. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο οικισμός ... οριοθετήθηκε με την υπ' αρ. ....1986 απόφαση του Νομάρχη Λάρισας (ΦΕΚ Δ' 1232/1986), με την οποία καθορίστηκαν τα όρια και οι όροι δόμησης των οικισμών ... ... και ... και κρίθηκε ότι είναι υποχρεωτική η εξασφάλιση της συνέχειας των υφιστάμενων ή εγκεκριμένων δρόμων του οικισμού και ότι πριν από οποιαδήποτε κατάτμηση οικοπέδων μέσα στα όρια του οικισμού θα πρέπει να θεωρείται το σχετικό τοπογραφικό διάγραμμα από την Προϊσταμένη του Τ.Π. και Π.Ε. της Νομαρχίας, ώστε να εξασφαλίζεται η συνέχεια των υπαρχόντων κοινοχρήστων χώρων και η δημιουργία νέων κοινόχρηστων χώρων σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 6 παρ. 1 του από 24-5-1985 π.δ. Στο ακριβές απόσπασμα του διαγράμματος οριοθέτησης που συνοδεύει την με αριθμό ...1986 απόφαση του Νομάρχη Λάρισας, αλλά και στην από 23-7-1986 αεροφωτογραφία, στην με αριθμό .../1989 άδεια οικοδομής των εναγόντων, στο από ... του 1989 τοπογραφικό σχέδιο της πολιτικού μηχανικού Λ. Π., στο από ... του 1990 τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού Χ. Μ. που συντάχθηκε για λογαριασμό της Β. Κ., ιδιοκτήτριας παρακείμενου οικοπέδου, καθώς και στο από Οκτώβριο του 1992 τοπογραφικό διάγραμμα του αρχιτέκτονα μηχανικού Δ. Μ. που συντάχθηκε για λογαριασμό του Ι. Κ., ιδιοκτήτη επίσης παρακείμενου οικοπέδου, αποτυπώνεται ο επίδικος δρόμος, ο οποίος έχει οριστεί ως οδός διέλευσης των πυροσβεστικών οχημάτων και οδηγεί στον δρόμο ... Πρέπει δε να σημειωθεί ότι ο α' εναγόμενος δεν προσκομίζει κανένα τοπογραφικό διάγραμμα από εκείνα που μνημονεύονται στο με αριθμό .../2013 συμβόλαιο που αποτελεί τον τίτλο κτήσης του και στο με αριθμό .../2012 συμβόλαιο του δικαιοπαρόχου του Σ.-Λ. Π., ώστε να προκύψει αυτό που στα ίδια τα συμβόλαια ρητώς αναφέρεται, ότι δηλαδή, τμήμα του οικοπέδου επιφάνειας 1.022,18 τμ βρίσκεται εκτός σχεδίου οικισμού και τμήμα του αυτού οικοπέδου, επιφάνειας 72,23 τμ βρίσκεται εντός σχεδίου οικισμού, περιγραφή η οποία δεν συμπίπτει με εκείνη του τίτλου κτήσης του προκατόχου Ε. Π., δηλαδή του με αριθμό .../1999 συμβολαίου, στο οποίο περιγράφεται όλο το ακίνητο ως έχον εμβαδόν 1.094,41 τμ και αποτυπώνεται στο τοπογραφικό διάγραμμα του αγρονόμου τοπογράφου Ε. Π.. Είναι δε μείζονος σημασίας η ως άνω διάκριση των τμημάτων, καθόσον κατά, τις διατάξεις του άρθρου 7 παρ.1 του πδ της 24.4.73.5.1985 για τον "Τρόπο καθορισμού ορίων οικισμών της χώρας μέχρι 2.000 κατοίκους, κατηγορίες αυτών και καθορισμός όρων και περιορισμών δόμησής τους" (ΦΕΚ Δ', 181) εάν ιδιοκτησία εμπίπτει εν μέρει εντός ορίου οικισμού και εν μέρει εκτός αυτού, τότε στην περίπτωση που το εντός του ορίου τμήμα δεν έχει την αρτιότητα που ορίζεται με την απόφαση του Νομάρχη θεωρείται ότι εντός του ορίου περιλαμβάνεται τμήμα της ιδιοκτησίας μεγέθους που αντιστοιχεί στην αρτιότητα αυτή. Απ' όλα όσα προεκτέθηκαν αποδεικνύεται ότι από το έτος 1986 υφίσταται δρόμος μεταξύ των ιδιοκτησιών των εναγόντων και του α' εναγόμενου. Ο χαρακτηρισμός του ως δημοτικός ή κοινοτικός συνιστά, με βάση το άρθρο 4 του ΠΑ της 25/28.11.1929 "περί κωδικοποιήσεως των κειμένων διατάξεων για την κατασκευή και συντήρηση οδών", ζήτημα πραγματικό, γιατί ο νόμος δεν προβλέπει ειδική διαδικασία, η οποία να προσδίδει στην οδό την ανωτέρω ιδιότητα. Έτσι, η οδός χαρακτηρίζεται ως δημοτική ή κοινοτική, εφόσον, σύμφωνα με το άρθρο 4 του Ν.3155/1955 "περί κατασκευής και συντηρήσεως οδών", εξυπηρετεί τις ανάγκες ενός δήμου ή μιας κοινότητας, που δημιουργούνται μέσα στα διοικητικά όρια αυτών. Από καμιά διάταξη της κείμενης νομοθεσίας και ιδιαίτερα του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα, δεν καθορίζεται ειδική διοικητική διαδικασία για τον χαρακτηρισμό οδών ως δημοτικών ή κοινοτικών και δεν παρέχεται στα όργανα των Δήμων και Κοινοτήτων αρμοδιότητα για τον χαρακτηρισμό τέτοιων οδών, η δε τυχόν εκδιδόμενη από το Δημοτικό ή Κοινοτικό Συμβούλιο πράξη χαρακτηρισμού μιας οδού ως δημοτικής ή κοινοτικής, και πολύ περισσότερο μια απλή βεβαίωση του Προέδρου της Κοινότητας, όπως εν προκειμένω η από ...-1989, δεν έχει καμία νομική συνέπεια, γιατί δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη. Περαιτέρω, ο οικισμός της ... δημιουργήθηκε μετά, το έτος 1950, όπως δεν αμφισβητούν οι διάδικοι, και συνακόλουθα, η οδός αυτή δεν είχε καταστεί κοινόχρηστη πριν από την ισχύ του άρθρου 20 παρ.1 του ν.δ. της 17-7/16-8-1923 περί σχεδίων πόλεων, ώστε να θεωρείται και μετά την ισχύ του κοινόχρηστος χώρος για την εφαρμογή της πολεοδομικής εν γένει νομοθεσίας, υπό την προϋπόθεση ότι είχε πράγματι διανοιχθεί και σχηματισθεί από τότε. Επίσης, στον οικισμό αυτό δεν υφίσταται εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο, αλλά μόνο η προαναφερόμενη πράξη του Νομάρχη για οριοθέτηση και ως εκ τούτου, δεν τυγχάνει εφαρμογής το άρθρο 28 εδ.α ν.1337/1983, σύμφωνα με το οποίο ιδιωτικοί δρόμοι, πλατείες και χώροι κοινής χρήσεως που έχουν σχηματισθεί με οποιοδήποτε τρόπο, έστω και κατά παράβαση των κειμένων πολεοδομικών διατάξεων και που βρίσκονται μέσα σε εγκεκριμένο σχέδιο πόλεως, να θεωρούνται κοινόχρηστοι χώροι, που ανήκουν στον οικείο δήμο ή κοινότητα .... Αποδείχθηκε όμως, ότι η οδός αυτή, από το έτος 1986, εξυπηρετεί τους ιδιώτες διαδίκους και άλλους που διέρχονται από και προς τις παρακείμενες ιδιοκτησίες τους. Επιπλέον, αποτέλεσε και δίοδο των πυροσβεστικών οχημάτων, όπως προκύπτει από τα προαναφερόμενα τοπογραφικά διαγράμματα. Από το έτος 1986 και έως και σήμερα δεν έχει λάβει την ιδιότητα του κοινοχρήστου πράγματος από το νόμο, ήτοι με το χαρακτηρισμό της ως οδού από το εγκεκριμένο ρυμοτομικό διάγραμμα του σχεδίου πόλεως ούτε από την βούληση των ιδιοκτητών, η οποία πρέπει να γίνει, με νομότυπη δικαιοπραξία (όπως διαθήκη ή δωρεά) ή και με παραίτηση από την κυριότητα, με σκοπό να καταστεί το συγκεκριμένο ακίνητο κοινόχρηστο, η οποία όμως (παραίτηση) πρέπει να γίνει με συμβολαιογραφικό έγγραφο που θα υποβληθεί σε μεταγραφή ούτε φυσικά με την αμνημονεύτου χρόνου αρχαιότητα (vetustas), την οποία προέβλεπε το προϊσχύσαν βυζαντινό ρωμαϊκό δίκαιο (ν.3 παρ.2 πανδ. 43.7) και σύμφωνα με την οποία η χρήση του πράγματος από κοινότητα ή δήμο ή από τους δημότες αυτών μπορούσε να προσδώσει σε ακίνητο την ιδιότητα του κοινοχρήστου, εφόσον η αρχαιότητα στην ως άνω χρήση υπήρξε συνεχής επί δύο γενεές, η κάθε μια των οποίων εκτείνεται σε σαράντα έτη και είχε συμπληρωθεί πριν από την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα (23-2-1046), ενόψει του ότι ο κώδικας αυτός δεν αναγνωρίζει το θεσμό της αμνημονεύτου χρόνου αρχαιότητας... Αντιθέτως, η οδός αυτή έλαβε την ιδιότητα, του κοινόχρηστου, διότι από το έτος 1986 έως το 2012, οπότε ο β' εναγόμενος μεταβίβασε στον α' ενανόμενο το πιο πάνω περιγραφόμενο ακίνητο, δηλαδή για χρονικό διάστημα 26 ετών περίπου, η πρώην Κοινότητα ... και ήδη Δήμος Αγιάς είχαν αφήσει με την συναίνεσή τους τον επίδικο χώρο στην κοινή χρήση για να χρησιμεύσει ως κοινοτική και ήδη δημοτική οδός, με αποτέλεσμα να καταστεί κοινόχρηστη με βάση exceptio doli generalis, που στηρίζεται στη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, τα θεμελιούντα στοιχεία της οποίας περιέχονται στην ένδικη αγωγή... Η κρίση αυτή ενισχύεται ιδίως από τα ακόλουθα έγγραφα, ήτοι: α) το απόσπασμα του διαγράμματος οριοθέτησης της Κάτω ..., στο οποίο αποτυπώνεται επίδικος δρόμος, β) το απόσπασμα από το με αριθμό .../1985 πρακτικό του κοινοτικού συμβουλίου ..., από το οποίο προκύπτει ότι το Συμβούλιο γνωμοδότησε υπέρ των ορίων των οικισμών όπως εμφαίνοντα στο διάγραμμα που συνέταξε η Νομαρχία Λάρισας σε συνδυασμό με το από ...-1985 έγγραφο περί μη υποβολής ενστάσεων, γ) το με αριθμ.πρωτ. ...-2006 έγγραφο της Διεύθυνσης Πολεοδομίας και Περιβάλλοντος, από το οποίο προκύπτει ότι οι αναφερόμενοι οδοί όπως αυτοί αποτυπώνονται στους χάρτες της παραλιακής ζώνης των οικισμών ... - ... και ... έχουν εγκριθεί με την με αριθμ. ...1986 απόφαση του Νομάρχη Λάρισας, δ) την από ...-1989 βεβαίωση του Προέδρου της Κοινότητας ..., από την οποία προκύπτει ότι στο οικόπεδο του τότε ιδιοκτήτη Γ. Τ. έκτασης 2.397 τμ υπάρχει δρόμος που εξυπηρετεί 6 κατοικίες και ε) τις φωτογραφίες που προσκομίζουν μετ' επικλήσεως οι διάδικοι από τις οποίες προκύπτει ότι από την οδό αυτή διέρχονται δίκτυα κοινής ωφέλειας (κολώνες φωτισμού και δίκτυο ύδρευσης). Από τα προαναφερόμενα έγγραφα αποδεικνύεται ότι ο β' εναγόμενος δικαιοπάροχος του α' ενανομένου είχε αφήσει εν γνώσει του και με την θέλησή του στην κοινή χρήση μια εδαφική λωρίδα πλάτους 5 μέτρων που ένωνε την οδό ... με την βόρεια βρισκόμενη κοινοτική οδό και με βάση αυτήν εκδόθηκαν οικοδομικές άδειες γιά την ανέγερση κατοικιών, όπως και αυτή των εναγόντων. Αυτό το γεγονός άλλωστε, επισήμανε και ο σύμβουλος Α. Τ. κατά την συνεδρίαση της 3ης-6-2015 της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου Αγιάς, όπως προκύπτει από το απόσπασμα του με αριθμό ...-2015 πρακτικού της ως άνω συνεδρίασης. Υπό αυτές τις συνθήκες τυγχάνει εφαρμοστέα και η επικαλούμενη εκ μέρους των εναγόντων διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 του πδ της 24.4/3.5.1985 για τον "Τρόπο καθορισμού ορίων οικισμών της χώρας μέχρι 2.000 κατοίκους, κατηγορίες αυτών και καθορισμός όρων και περιορισμών δόμησής τους" (Δ1 181). Ειδικότερα, στο άρθρο αυτό ορίζεται ότι κάθε οικόπεδο για να είναι οικοδομήσιμο πρέπει να έχει πρόσωπο σε κοινόχρηστο χώρο ή σε χώρο που έχει τεθεί σε κοινή χρήση. Ο παραπάνω χώρος πρέπει να έχει πλάτος τουλάχιστον 4 μέτρα και να εφάπτεται καθ' όλο το μήκος της μιας πλευράς των ορίων του οικοπέδου. Όπου το πλάτος αυτό υπολείπεται των 4 μέτρων, για να είναι το οικόπεδο οικοδομήσιμο, πρέπει με συμβολαιογραφική πράξη, της οποίας αντίγραφο κοινοποιείται με απόδειξη στον οικείο Ο. Τ.Α., να τεθεί σε κοινή χρήση λωρίδα οικοπέδου τόση, ώστε από το πρόσωπο του εναπομένοντος οικοπέδου μέχρι τον άξονα του κοινοχρήστου χώρου να επιτυγχάνεται πλάτος τουλάχιστον 2 μέτρων. Της παραπάνω ρύθμισης εξαιρούνται τα τμήματα του οικοπέδου που καταλαμβάνονται από οικοδομές. Ενόψει της έννοιας της εξουσιοδοτικής διάταξης του άρθρου 42 παρ.5 του ν. 1337/1983, οι ως άνω διατάξεις, κατά το μέρος που προβλέπουν ότι για να είναι οικοδομήσιμα τα εντός ορίων οικισμού ακίνητα πρέπει, εκτός των άλλων, να έχουν πρόσωπο σε νομίμως υφιστάμενο κοινόχρηστο χώρο, πλάτους τουλάχιστον 4 μέτρων, ο οποίος εφάπτεται της μιας πλευράς των ορίων του ακινήτου καθ' όλο της το μήκος, καθορίζουν γενικό όρο για τη δόμηση των ακινήτων αυτών πριν από την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης του οικισμού και κείνται εντός των ορίων της προαναφερόμενης εξουσιοδοτικής διάταξης. Οι διατάξεις όμως, των παραγράφων 2 και 3 του ίδιου άρθρου, οι οποίες ορίζουν προϋποθέσεις και διαδικασία για την παραχώρηση από ιδιώτες εδαφικών λωρίδων και τη θέση τους σε κοινή χρήση προκείμενου να καταστούν οικοδομήσιμα ακίνητα, στερούμενα προσώπου σε κοινόχρηστο χώρο και μη δυνάμενα, ως εκ τούτου, να δομηθούν βάσει του αμέσως προεκτεθέντος γενικού όρου της παρ. 1 του άρθρου 6 του 77. δ. της 24.4.73.5.1985, ο οποίος στοιχεί προς γενική αρχή του πολεοδομικού δικαίου, είναι εκτός της εξουσιοδοτήσεως του άρθρου 42 παρ.5 του ν. 1337/1983 και, επομένως, ανίσχυρες, διότι παρέχουν την δυνατότητα δημιουργίας κοινοχρήστων χώρων κατά τρόπο αποσπασματικό και μη ορθολογικό, με πρωτοβουλία, ιδιωτών, πριν από την έγκριση πολεοδομικής μελέτης, τούτο δε σε αντίθεση προς τις επιταγές που απορρέουν από το άρθρο 24 παρ. 2 του Συντάγματος ... και για τον λόγο αυτό, καταργήθηκαν. Επίσης, μέχρι σήμερα, ούτε πρόταση του οικείου δήμου ούτε αίτημα οποιουδήποτε προσώπου που έχει έννομο συμφέρον, όπως οι ενάγοντες, έχει υποβληθεί προκειμένου η Αποκεντρωμένη Διοίκηση, η οποία μπορεί να ενεργήσει και οίκοθεν, να επισπεύσει τη διαδικασία κύρωσης του υφιστάμενου δικτύου κοινόχρηστων χώρων οικισμών στερουμένων εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου. Σημειωτέον ότι έχει ήδη κριθεί ...ότι η έγκριση και τροποποίηση των πολεοδομικών σχεδίων οποιοσδήποτε κλίμακας, και η θέσπιση με ρυθμίσεις κανονιστικού χαρακτήρα πάσης φύσεως όρων δομήσεως, δεν μπορεί να θεωρηθεί ούτε ειδικότερο θέμα, κατά την έννοια του άρθρου 43 παρ.2 του Συντ., αλλά ούτε και θέμα, τοπικού ενδιαφέροντος ή τεχνικού ή λεπτομερειακού χαρακτήρα.

Συνεπώς, οι ρυθμίσεις αυτές μπορεί να γίνονται μόνον με την έκδοση προεδρικού διατάγματος και όχι με απόφαση του Νομάρχη, όπως συνέβη εν προκειμένω με την με αριθμό ...986 απόφαση του Νομάρχη Λάρισας που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ Δ 1232/1986 και αποτελούσε πράξη οριοθέτησης και καθορισμού όρων δόμησης. Ο κανόνας αυτός αφορά τόσο τις αμιγώς κανονιστικές πράξεις (λ.χ. όροι δομήσεως και χρήσεων) και τις πράξεις μικτού χαρακτήρα (λ.χ. τροποποίηση σχεδίου πόλεως με ταυτόχρονο καθορισμό όρων δομήσεως) όσο και τις ατομικές πράξεις (λ.χ. απλή τροποποίηση σχεδίου πόλεως χωρίς ταυτόχρονο καθορισμό όρων δομήσεως) διότι, κατά το Σύνταγμα, ο πολεοδομικός σχεδιασμός συνδέει, λόγω του μεγάλου βαθμού της εσωτερικής συνοχής του, αρρήκτως τις κατηγορίες αυτές πράξεων, κατά τρόπο ώστε η τροποποίηση από άλλο όργανο ατομικής πολεοδομικής ρυθμίσεως να επιδρά αφεύκτως στο υπόλοιπο, κανονιστικό, μέρος αυτής, με αποτέλεσμα τον κίνδυνο ανατροπής της συνοχής της. Επομένως, αποδεικνύεται ότι την επίδικη δίοδο που σχηματίστηκε το 1986 την χρησιμοποιούσαν έκτοτε οι ιδιοκτήτες των παρακειμένων οικοπέδων, είτε πεζοί, είτε με τα οχήματά τους, γιά τη μετάβαση στα ακίνητά τους, αλλά και ευρύτερος αριθμός κατοίκων του χωριού, οι οποίοι κατευθύνονταν στις οικίες των εν λόγω ιδιοκτητών ή και προς τις κεντρικότερες οδούς, ενώ αποτελούσε και δίοδο των πυροσβεστικών οχημάτων, χωρίς κανένας από τους παρόδιους να προβάλει αντίρρηση στη διέλευση τρίτων προσώπων, ώστε η δίοδος παραδόθηκε στην κοινή χρήση των κατοίκων. Συνακόλουθα, συντρέχει ...περίπτωση εφαρμογής του 281 ΑΚ, ώστε έμμεσα με τη χρήση του να επιτευχθεί παρόμοιο αποτέλεσμα με εκείνο της VETUSTAS, ήτοι της καθιερώσεως του επίδικου δρόμου ως κοινόχρηστου.

Συνεπώς, από τον Απρίλιο του 2014, οπότε ο α' εναγόμενος προέβη σε οικοδομικές εργασίες για την ανέγερση οικίας και κατέλαβε τμήμα εμβαδού 40 τμ που περικλείεται με τα στοιχεία Α'-Β'-Γ'-Δ'-Ε' του επίδικου δρόμου, εμποδίζει τους ενάγοντες στην ακώλυτη χρήση του προσβάλλοντας το δικαίωμα της προσωπικότητάς τους.

Συνεπώς, πρέπει να αρθεί η προσβολή αυτή και να παραλειφθεί στο μέλλον". Με βάση τις παραδοχές αυτές, το ως Εφετείο δικάσαν Μονομελές Πρωτοδικείο,αφού δέχθηκε την έφεση των εναγόντων-αναιρεσιβλήτων ως ουσιαστικά βάσιμη,εξαφάνισε την εκκαλουμένη απόφαση,κράτησε και δίκασε την αγωγή και την δέχθηκε ως ουσιαστικά βάσιμη κατά ένα μέρος.Έτσι που έκρινε το ως Εφετείο δικάσαν Μονομελές Πρωτοδικείο, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε την ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, την οποία δεν παραβίασε ευθέως, αφού οι προαναφερθείσες ουσιαστικές παραδοχές του, πληρούσαν το πραγματικό της και δικαιολογούσαν την εφαρμογή της. Ειδικότερα, την παραπάνω κρίση του Εφετείου ότι συντρέχει περίπτωση εφαρμογής του 281 ΑΚ, ώστε έμμεσα με τη χρήση του να επιτευχθεί παρόμοιο αποτέλεσμα με εκείνο της VETUSTAS, ήτοι της καθιερώσεως του επίδικου δρόμου ως κοινόχρηστου και συνακόλουθα ότι συνέτρεξαν οι προϋποθέσεις χαρακτηρισμού του επιδίκου ως κοινόχρηστου δημοτικού δρόμου ώστε να τίθεται θέμα προστασίας των αναιρεσιβλήτων στη χρήση αυτού έναντι των αναιρεσειόντων, δικαιολογούσαν οι παραδοχές του ότι: α) η οδός αυτή έλαβε την ιδιότητα, του κοινόχρηστου, διότι από το έτος 1986 έως το 2012, οπότε ο αναιρεσείων της Α' αναίρεσης Δήμος Αγιάς μεταβίβασε στον αναιρεσείοντα της Β' αναίρεσης Δ. Χ. το πιο πάνω περιγραφόμενο ακίνητο, δηλαδή για χρονικό διάστημα 26 ετών περίπου, η πρώην Κοινότητα ... και ήδη Δήμος Αγιάς, είχαν αφήσει με την συναίνεσή τους τον επίδικο χώρο στην κοινή χρήση για να χρησιμεύσει ως κοινοτική και ήδη δημοτική οδός, β)την επίδικη δίοδο, που σχηματίστηκε το 1986, την χρησιμοποιούσαν έκτοτε οι ιδιοκτήτες των παρακειμένων οικοπέδων, είτε πεζοί, είτε με τα οχήματά τους, γιά τη μετάβαση στα ακίνητά τους, αλλά και ευρύτερος αριθμός κατοίκων του χωριού, οι οποίοι κατευθύνονταν στις οικίες των εν λόγω ιδιοκτητών ή και προς τις κεντρικότερες οδούς, ενώ αποτελούσε και δίοδο των πυροσβεστικών οχημάτων, χωρίς κανένας από τους παρόδιους ή ο οικείος ΟΤΑ να προβάλει αντίρρηση στη διέλευση τρίτων προσώπων, ώστε η δίοδος παραδόθηκε στην κοινή χρήση των κατοίκων, γ) από τον Απρίλιο του 2014, οπότε ο αναιρεσείων της Β' αναίρεσης Δ. Χ. προέβη σε οικοδομικές εργασίες για την ανέγερση οικίας και κατέλαβε τμήμα εμβαδού 40 τμ του επίδικου δρόμου, εμποδίζει τους αναιρεσιβλήτους στην ακώλυτη χρήση του, προσβάλλοντας το δικαίωμα της προσωπικότητάς τους.Έτσι, λοιπόν, υπό τα ως άνω πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε το ως Εφετείο δικάσαν Μονομελές Πρωτοδικείο ότι αποδείχθηκαν, συνέτρεχαν πράγματι οι προϋποθέσεις εφαρμογής της διάταξης του 281 ΑΚ ώστε έμμεσα με τη χρήση της να επιτευχθεί παρόμοιο αποτέλεσμα με εκείνο της VETUSTAS, ήτοι της καθιερώσεως του επίδικου δρόμου ως κοινόχρηστου και συνακόλουθα οι προϋποθέσεις των επικαλουμένων και αναφερομένων στη νομική σκέψη διατάξεων περί χαρακτηρισμού από τα πολιτικά δικαστήρια μιας οδού ως δημοτικής. Επομένως, ο υποστηρίζων τα αντίθετα πρώτος λόγος και των δύο αναιρέσεων από τη διάταξη του αριθμού 1 του άρθρου 560 ΚΠολΔ, είναι αβάσιμος.Περαιτέρω το ως Εφετείο δικάσαν Μονομελές Πρωτοδικείο, δεν παραβίασε ούτε εκ πλαγίου την ως άνω ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ και δεν στέρησε την απόφασή του νόμιμης βάσης, καθόσον περιέλαβε σ' αυτή, σαφείς, επαρκείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες, που καθιστούν εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο, ως προς την εφαρμογή της ανωτέρω διάταξης. Ειδικότερα, στην προσβαλλόμενη απόφαση με πληρότητα και σαφήνεια εκτίθενται όλα τα πραγματικά περιστατικά που είναι αναγκαία στη συγκεκριμένη περίπτωση για την κρίση του Δικαστηρίου, περί συνδρομής των νόμιμων όρων και προϋποθέσεων της διάταξης που εφαρμόστηκε, ώστε έμμεσα με τη χρήση της να επιτευχθεί παρόμοιο αποτέλεσμα με εκείνο της VETUSTAS, ήτοι της καθιερώσεως του επίδικου δρόμου ως κοινόχρηστου. Και τούτο διότι στην προσβαλλόμενη απόφαση, εκτίθεται αναλυτικά ότι η επίδικη εδαφική λωρίδα αφέθηκε από την πρώην Κοινότητα ... και ήδη Δήμο Αγιάς (αναιρεσείων της Α'αναίρεσης) σε κοινή χρήση από το 1986 μέχρι το 2012,ήτοι για χρονικό διάστημα 26 ετών, και ότι κατά το εν λόγω χρονικό διάστημα χρησιμοποιούνταν για διέλευση από αόριστο αριθμό δημοτών, ενώ αποτελούσε και δίοδο των πυροσβεστικών οχημάτων, με την ανοχή ή τη σιωπηρή συναίνεση των παροδίων και του οικείου ΟΤΑ,αφού κανένας από αυτούς δεν προέβαλε αντίρρηση. Ενόψει τούτων, οι υποστηρίζοντες τα αντίθετα και από τις διατάξεις του αριθμού 6 του άρθρου 560 ΚΠολΔ τρίτος λόγος της Α' αναίρεσης και δεύτερος λόγος της Β' αναίρεσης, είναι αβάσιμοι. Περαιτέρω, η επίκληση με τον πρώτο λόγο του αναιρετηρίου της Α' αναίρεσης κατά τα οικεία σκέλη, της παραβίασης των ουσιαστικού δικαίου διατάξεων των άρθρων 1 παρ.1 νδ 31/1968(62 ν.1416/1984),4 αν 1539/1938,966 ΑΚ,175 και 177 ν.1065/1980,174,175 ΑΚ, 24 παρ.2,43 παρ.2 και 102 παρ.1 Συντ.,1,2 παρ.2,3 παρ.2 και 4 ν.3155/1955, 1 και 6 παρ.1 πδ 24-31-5-1985, και η επίκληση με τον πρώτο λόγο του αναιρετηρίου της Β' αναίρεσης της παραβίασης των ουσιαστικού δικαίου διατάξεων των άρθρων 369,966,972,1033 και 1192 εδ.1 ΑΚ,στηρίζεται στην εσφαλμένη προϋπόθεση ότι συνέτρεξε περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων αυτών, οι οποίες ορθά δεν εφαρμόσθηκαν από το δικαστήριο της ουσίας, ούτε ήταν εφαρμοστέες,καθόσον η ένδικη αγωγή δεν εισήχθη προς κρίση με βάση τις αναφερόμενες στις αιτιάσεις αυτές διατάξεις.Επομένως,οι ανωτέρω λόγοι,κατά τα οικεία σκέλη τους,είναι αβάσιμοι.Περαιτέρω,με τον δεύτερο λόγο του αναιρετηρίου της Α' αναίρεσης, προβάλλεται η πλημμέλεια από τον αρ.5 του άρθρου 560 ΚΠολΔ,ότι το Δικαστήριο της ουσίας δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης,όπως τον ισχυρισμό του αναιρεσείοντος της Α' αναίρεσης ΟΤΑ ότι δεν συναίνεσε στην κοινή χρήση του επιδίκου διότι έτσι θα απομειώνονταν η ιδιωτική περιουσία του, καθόσον το ακίνητο του αναιρεσείοντος της Β' αναίρεσης θα ήταν άχρηστο. Ωστόσο, ο ως άνω ισχυρισμός συνιστά αρνητικό ισχυρισμό του αναιρεσείοντος της Α' αναίρεσης επί του αγωγικού ισχυρισμού των αναιρεσιβλήτων περί αφέσεως στην κοινή χρήση της επίδικης εδαφικής λωρίδας και όχι "πράγμα" υπό την έννοια του αριθ. 5 του άρθρου 560 ΚΠολΔ. Επομένως, ο δεύτερος λόγος, από τον αριθ.5 του άρθρου 560 ΚΠολΔ, είναι απαράδεκτος. Σε κάθε περίπτωση ο λόγος είναι και αβάσιμος, διότι, όπως προκύπτει από το προεκτιθέμενο περιεχόμενο της προσβαλλομένης, το ως Εφετείο δικάσαν Μονομελές Πρωτοδικείο, έλαβε υπόψη τον προβληθέντα με τις ενώπιον αυτού προτάσεις ως άνω ισχυρισμό του αναιρεσείοντος της Α' αναίρεσης και τον απέρριψε,δεχόμενο τα αντίθετα, χωρίς να ελέγχεται (με τον ερευνώμενο αναιρετικό λόγο) η ορθότητα ή μη της απορριπτικής κρίσεως.

5. Κατόπιν αυτών και αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος προς έρευνα, οι υπό κρίση αιτήσεις αναίρεσης πρέπει ν' απορριφθούν και να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου που κατέθεσε ο αναιρεσείων της Β' αναίρεσης Δ. Χ. στο Δημόσιο Ταμείο, ενόψει της ήττας του (άρθρο 495 παρ. 3 Β εδαφ. δ του ΚΠολΔ). Τέλος, πρέπει να καταδικαστούν οι αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων, που παραστάθηκαν και κατέθεσαν προτάσεις, κατά παραδοχή του νόμιμου και βάσιμου αιτήματός τους (άρθρ. 106, 179, 180 παρ. 1, 183, 189 παρ.1 και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ), μειωμένα ως προς τον αναιρεσείοντα της Α' αναίρεσης ΟΤΑ κατά το μέτρο του άρθρου 281 παρ. 2 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, ο οποίος κυρώθηκε με το ν. 3463/2006. όπως ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ α) την από ...-2023 (...-2023) αίτηση του ΝΠΔΔ με την επωνυμία "ΔΗΜΟΣ ΑΓΙΑΣ" που εδρεύει στην ... και β) από ...-2023 (...-2023) αίτηση του Δ. Χ. του Γ., κατοίκου ...,για αναίρεση της .../2022 τελεσίδικης απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Λάρισας (δικάζοντος ως Εφετείο) και της συμπροσβαλλόμενης .../2019 απόφασης του ίδιου Δικαστηρίου

1) ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από ...-2023 (...-2023) αίτηση αναίρεσης.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον αναιρεσείοντα, στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

2) ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από ...-2023 (...-2023) αίτηση αναίρεσης.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου, που έχει καταθέσει ο αναιρεσείων.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 18 Νοεμβρίου 2024.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 20 Ιανουαρίου 2025.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή