
Σύνδεσμος απόφασης
Απόφαση 106 / 2025    (Γ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)
Αριθμός 106/2025
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ' Πολιτικό Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Μαρουλιώ Δαβίου, Προεδρεύουσα Αρεοπαγίτη, Αθανάσιο Θεοφάνη, Αγαθή Δερέ, Μερόπη Τζουγκαράκη, Ιφιγένεια Ματσούκα-Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ, δημόσια, στο ακροατήριό του, στις 29 Μαΐου 2024, με την παρουσία και του γραμματέα Παναγιώτη Μπούκη, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπουμένου από τον Υπουργό Οικονομικών, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα, οδός Καρ. Σερβίας αριθ. 10 (Α.Φ.Μ. 090165560), ειδικότερα δε εν προκειμένω και από την ανεξάρτητη διοικητική αρχή με την επωνυμία "ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ" (Α.Α.Δ.Ε.), εδρεύουσα ομοίως ως άνω, νομίμως εκπροσωπουμένη από τον Διοικητή της (Α.Φ.Μ. 997079525), το οποίο εκπροσωπήθηκε από την Σοφία Μπίκου, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, με δήλωση, κατ' άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, και δεν κατέθεσε προτάσεις.
Των αναιρεσιβλήτων: 1) Π. Γ., το γένος Α. Α., κατοίκου ….., 2) Ν. Γ. του Γ. και Π., κατοίκου ..., 3) Σ. Γ. του Γ. και Π., κατοίκου …..., οι οποίοι δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 14-7-2016 αγωγή των ήδη αναιρεσιβλήτων, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: …../2017 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 3410/2020 του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας αποφάσεως ζητεί το αναιρεσείον με την από 11-5-2022 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, παραστάθηκε μόνον το αναιρεσείον, όπως σημειώνεται πιο πάνω.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 576 παρ. 2 του ΚΠολΔ, αν ο αντίδικος εκείνου που επέσπευσε τη συζήτηση δεν εμφανιστεί ή εμφανιστεί αλλά δεν λάβει μέρος σ' αυτήν με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος, ο Άρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως αν κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα. Αν η κλήση για τη συζήτηση δεν επιδόθηκε καθόλου ή δεν επιδόθηκε νόμιμα ή εμπρόθεσμα ο Άρειος Πάγος κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση και η υπόθεση επαναφέρεται για συζήτηση με νέα κλήτευση. Στην αντίθετη περίπτωση προχωρεί στη συζήτηση παρά την απουσία εκείνου που έχει κλητευθεί. Περαιτέρω, με το άρθρο 6Α παρ. 1 του Διατάγματος της 26.6/10.7.1944 "Περί Κώδικος των νόμων περί δικών του Δημοσίου", το οποίο προστέθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 46 του Ν. 4305/2014, ορίζεται ότι "Η επίδοση από το Ελληνικό Δημόσιο ή οποιοδήποτε Ν.Π.Δ.Δ. κάθε ενδίκου βοηθήματος και ενδίκου μέσου, οποιασδήποτε κλήσης προς συζήτηση υπόθεσης, οποιασδήποτε δικαστικής απόφασης, προσωρινής διαταγής, για οποιαδήποτε υπόθεση σε οποιονδήποτε βαθμό ή στο πλαίσιο της αναιρετικής δίκης, ενώπιον οποιουδήποτε πολιτικού ή διοικητικού δικαστηρίου, δύναται να γίνει: α) στους αντιδίκους του ή τον αντίκλητό τους, β) στον δικηγόρο, ο οποίος τους εκπροσώπησε κατά την τελευταία συζήτηση της υπόθεσης ή έχει υπογράψει το τελευταίο δικόγραφο που αφορά την υπόθεση, στην τελευταία δηλωθείσα, κατά τις κείμενες διατάξεις, διεύθυνσή τους. Ο δικηγόρος στην περίπτωση του προηγούμενου εδαφίου θεωρείται αντίκλητος και για κάθε μεταγενέστερη επίδοση, εκτός εάν ο διάδικος, κατά περίπτωση, γνωστοποίησε με δήλωση στην Κεντρική Υπηρεσία του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ή την έδρα του Ν.Π.Δ.Δ., το διορισμό νέου πληρεξουσίου ή αντικλήτου. Ο δικηγόρος ή ο αντίκλητος οφείλει να παραδίδει αμελλητί το επιδιδόμενο έγγραφο. Επιδόσεις που έχουν διενεργηθεί κατά τα αναφερόμενα στα προηγούμενα εδάφια θεωρούνται νόμιμες και για εκκρεμείς σε οποιοδήποτε στάδιο υποθέσεις". Κατά την έννοια της ανωτέρω διάταξης, ως δικηγόρος του διαδίκου, στον οποίο μπορεί εγκύρως να γίνει επίδοση, θεωρείται εκείνος ο οποίος εκπροσώπησε το διάδικο στην τελευταία συζήτηση που αυτός εκπροσωπήθηκε από δικηγόρο ή υπέγραψε το τελευταίο δικόγραφο που κατατέθηκε εγκύρως για λογαριασμό του κατά την διαδικαστική πορεία της υπόθεσης, εφόσον ο εν λόγω δικηγόρος δεν έχει νομίμως αντικατασταθεί (ΑΠ 586/2023, ΑΠ 742/2023, ΑΠ 298/2021, ΑΠ 697/2021, ΑΠ 207/2020). Στην προκείμενη περίπτωση από την υπ' αριθ. 8037Δ/24-03-2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου ….., Κ.Κ., που προσκομίζει νομίμως το αναιρεσείον Ελληνικό Δημόσιο, προκύπτει ότι, με επιμέλεια του τελευταίου, ακριβές αντίγραφο της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης, με την κάτω απ' αυτήν πράξη ορισμού δικασίμου, καθώς και κλήση για συζήτηση της υπόθεσης κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο (29-05-2024), επιδόθηκε νομίμως και εμπροθέσμως (άρθρο 129 παρ. 1 ΚΠολΔ) στον δικηγόρο ..., Σ.-Β.Κ., ο οποίος είχε εκπροσωπήσει τους ήδη αναιρεσιβλήτους (ως εκκαλούντες) κατά τη συζήτηση στο Εφετείο Αθηνών, που εκδίκασε σε δεύτερο βαθμό την ένδικη υπόθεση, επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση (3410/2020) του ως άνω Δικαστηρίου, με συνέπεια να θεωρείται αντίκλητος των ως άνω διαδίκων κατά τα εκτιθέμενα στην αμέσως προηγούμενη νομική σκέψη. Ο προαναφερόμενος δικηγόρος δεν προκύπτει ότι αντικαταστάθηκε με οποιονδήποτε τρόπο. Επομένως, αφού οι αναιρεσίβλητοι δεν εμφανίστηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, όταν εκφωνήθηκε η υπόθεση με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο, ούτε κατέθεσαν έγγραφη δήλωση σύμφωνα με τα άρθρα 242 παρ. 2 και 573 παρ. 1 του ΚΠολΔ, πρέπει να προχωρήσει η συζήτηση παρά την απουσία τους (άρθρο 576 παρ. 2 ΚΠολΔ).
Επειδή κατά το άρθρο 556 παρ.2 ΚΠολΔ αναίρεση δικαιούται να ασκήσει και ο διάδικος που νίκησε, εφόσον έχει έννομο συμφέρον. Νικήσας διάδικος είναι ο ενάγων, του οποίου έγιναν δεκτές οι αιτήσεις, με βάση το τυπικό κριτήριο ή ο εναγόμενος επί απόρριψης των αγωγικών αιτημάτων. Ο νικήσας διάδικος ασκεί αναίρεση, εφόσον έχει έννομο συμφέρον, η ύπαρξη του οποίου κρίνεται από την προσβαλλομένη απόφαση, κατά τη γενική διάταξη του άρθρου 68, πρέπει δε τούτο να αναφέρεται στο αναιρετήριο για τη νομιμοποίησή του (ΑΠ 598/2017, ΑΠ 41/2016). Το έννομο συμφέρον, που πρέπει να είναι ατομικό και άμεσο, εξαρτάται από το αν η απόφαση αναπτύσσει δυσμενείς, για το νικήσαντα διάδικο, συνέπειες, όπως και όταν αυτός βλάπτεται από την αιτιολογία της απόφασης και συγκεκριμένα αν από αυτή δημιουργείται δεδικασμένο εις βάρος του σε άλλη δίκη, όταν δηλαδή η αιτιολογία αφορά στο νομικό συλλογισμό που αποτελεί αναγκαίο στοιχείο του δικαιώματος ή της έννομης σχέσης που κρίθηκε και άρα φέρει αφ'εαυτής προσόντα διατακτικού, κατ'άρθρο 578 του ίδιου κώδικα. Στην προκειμένη περίπτωση η υπόθεση ακολούθησε την εξής διαδικαστική πορεία: Οι αναιρεσίβλητοι άσκησαν την από 14-07-2016 αγωγή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατά του εναγομένου και ήδη αναιρεσείοντος Ελληνικού Δημοσίου, υπό την ιδιότητά του ως δανειστή της κληρονομίας του Γ. Α., αμφιθαλούς αδελφού της πρώτης και θείου των λοιπών, ο οποίος απεβίωσε στη Θεσσαλονίκη στις 05-07-2012 χωρίς να αφήσει διαθήκη. Αίτημα της αγωγής ήταν να ακυρωθεί η εκ μέρους των εναγόντων πλασματική αποδοχή της εξ αδιαθέτου επαχθείσας σε αυτούς κληρονομίας του ανωτέρω αποβιώσαντος λόγω ουσιώδους πλάνης. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η υπ' αριθμ. …../2017 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία η αγωγή θεωρήθηκε ως μη ασκηθείσα, με την αιτιολογία ότι δεν είχε επιδοθεί νομίμως στο εναγόμενο. Κατά της απόφασης αυτής ασκήθηκε έφεση από τους ενάγοντες-αναιρεσιβλήτους και εκδόθηκε η προσβαλλομένη υπ' αριθμ. 3410/2020 απόφαση του Εφετείου Αθηνών με την οποία η έφεση έγινε τυπικά και κατ' ουσίαν δεκτή, εξαφανίσθηκε η πρωτόδικη απόφαση και στη συνέχεια η αγωγή απορρίφθηκε εν μέρει ως μη νόμιμη και εν μέρει ως απαράδεκτη. Το εναγόμενο που είναι νικήσας διάδικος, αφού η κατ' αυτού αγωγή απορρίφθηκε, ασκεί την υπό κρίση αίτηση αναίρεσης, χωρίς όμως να επικαλείται το απαιτούμενο, για τη νομιμοποίησή του, κατά το άρθρο 68 ΚΠολΔ άμεσο έννομο συμφέρον. Ενόψει τούτων η αναίρεση, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη. Διάταξη περί επιβολής δικαστικών εξόδων σε βάρος του ηττηθέντος αναιρεσείοντος και υπέρ των αναιρεσιβλήτων δεν θα περιληφθεί στην απόφαση αυτή εφόσον οι τελευταίοι δεν παραστάθηκαν κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ή δεν υπέβαλαν αντίστοιχο αίτημα.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 11-05-2022 αίτηση για αναίρεση της υπ' αριθμ. 3410/2020 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 19 Δεκεμβρίου 2024.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 22 Ιανουαρίου 2025.
Η ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ και ήδη Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου