
Σύνδεσμος απόφασης
Απόφαση 109 / 2025    (Α2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)
Αριθμός 109/2025
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Α2' Πολιτικό Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Παναγιώτη Βενιζελέα, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη, σύμφωνα με την υπ' αριθμ. 46/2024 Πράξη της Προέδρου του Αρείου Πάγου, Κλεόβουλο - Δημήτριο Κοκκορό, Γεώργιο Σχοινοχωρίτη, Παναγιώτα Γκουδή - Νινέ και Διονυσία Νίκα - Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 8 Απριλίου 2024, με την παρουσία και της γραμματέως Θεοδώρας Παπαδημητρίου, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "...", που εδρεύει στα ... Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα. Εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Δημήτριο Αυγητίδη. Της αναιρεσιβλήτου: ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "..." και τον διακριτικό τίτλο "....", που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα. Εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Απόστολο Πατρίκιο.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 2-1-2017 ανακοπή - αγωγή της ήδη αναιρεσείουσας, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: ... του ίδιου Δικαστηρίου και ... του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 1-11-2022 αίτησή της.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, ο πληρεξούσιος της αναιρεσιβλήτου την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την υπό κρίση από 1/11/2022 αίτηση αναίρεσης προσβάλλεται η εκδοθείσα αντιμωλία διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία υπ' αριθ.... τελεσίδικη απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, το οποίο δικάζοντας την από 23/10/2018 έφεση της αναιρεσίβλητης κατά της υπ'αριθμ.... οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που είχε κάνει δεκτή την από 2-1-2017 ανακοπή της αναιρεσείουσας κατά δήλωσης τρίτου κατ' άρθρ. 986 ΚΠολΔ και την σωρρευόμενη αγωγή αποζημίωσης κατ'άρθρο.985 παρ.3 ΚΠολΔ, δέχθηκε την έφεση ως ουσία βάσιμη, εξαφάνισε την ως άνω εκκαλούμενη απόφαση και, κρατώντας και δικάζοντας την υπόθεση, απέρριψε την ανακοπή και τη σωρρευόμενη αγωγή αποζημίωσης. Η αίτηση αναίρεσης, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Εφετείου Αθηνών στις 10/11/2022, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρ.552,553, 556, 558, 564 παρ.3, 566 παρ.1 ΚΠολΔ), εντός της διετούς καταχρηστικής προθεσμίας του άρθρου 564 παρ.3 ΚΠολΔ, καθόσον δεν προκύπτει επίδοση της εκδοθείσας μετά την 1/1/2016 προσβαλλόμενης απόφασης (ΟλΑΠ 10/2018) και από την επομένη της δημοσίευσης αυτής, στις 14/1/2021, οπότε άρχισε να τρέχει η ως άνω προθεσμία των δύο ετών, μέχρι την κατά τα άνω άσκηση της αίτησης αναίρεσης, δεν είχε παρέλθει διετία. Είναι επομένως παραδεκτή και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της(άρθρ. 577 παρ.1 και 3 ΚΠολΔ). Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθμ.1 ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται αν παραβιάστηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών η δε παράβαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας αποτελεί λόγο αναίρεσης μόνο αν τα διδάγματα αυτά αφορούν την ερμηνεία κανόνων δικαίου ή την υπαγωγή των πραγματικών γεγονότων σε αυτούς. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται αν δεν εφαρμοστεί, ενώ συντρέχουν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του, ή αν εφαρμοστεί ενώ δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και αν εφαρμοστεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται, κατά τις παραπάνω διακρίσεις, είτε με ψευδή ερμηνεία, είτε με κακή εφαρμογή, δηλαδή με εσφαλμένη υπαγωγή δηλαδή εσφαλμένη υπαγωγή σ'αυτόν των περιστατικών της ατομικής περίπτωσης, που καταλήγει σε εσφαλμένο συμπέρασμα με τη μορφή του διατακτικού (ΟλΑΠ 6/2022, ΟλΑΠ 1/2016, ΑΠ 312/2023, ΑΠ 55/2023, ΑΠ 428/2021). Με τον λόγο αυτό ελέγχονται σφάλματα του δικαστηρίου, κατά την εκτίμηση του νόμω βασίμου της αγωγής, ή των ισχυρισμών των διαδίκων, καθώς και τα νομικά σφάλματα κατά την έρευνα της ουσίας της διαφοράς (ΟΛΑΠ 2/2019, ΟΛΑΠ 6/2019, ΑΠ 55/2023). Ελέγχεται, δηλαδή, αν η αγωγή, ένσταση κλπ, ορθώς απορρίφθηκε ως μη νόμιμη ή αν, κατά παράβαση ουσιαστικού κανόνα δικαίου, έγινε δεκτή ως νόμιμη ή απορρίφθηκε ή έγινε δεκτή κατ' ουσίαν (ΟλΑΠ 2/2019, ΟλΑΠ 8/2018) Στην περίπτωση που το δικαστήριο έκρινε κατ' ουσίαν την υπόθεση η παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται ενόψει των πραγματικών περιστατικών, που ανελέγκτως δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν το δικαστήριο της ουσίας και της υπαγωγής αυτών στο νόμο και ιδρύεται ο λόγος αυτός αναίρεσης αν οι πραγματικές παραδοχές της απόφασης καθιστούν εμφανή την παράβαση. Τούτο συμβαίνει όταν το δικαστήριο εφάρμοσε το νόμο, παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν δεν ήταν αρκετά για την εφαρμογή του ή δεν τον εφάρμοσε παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε αρκούσαν για την εφαρμογή του (ερμηνευτικό σφάλμα), καθώς και όταν προέβη σε εσφαλμένη υπαγωγή των περιστατικών αυτών σε διάταξη, στο πραγματικό της οποίας αυτά δεν υπάγονται (υπαγωγικό σφάλμα) (ΟλΑΠ 6/2022, ΟλΑΠ 4/2019, ΑΠ 312/2023, ΑΠ 55/2023)ΑΠ 1871/2022, ΑΠ 534/2022). Επομένως, ο λόγος αναιρέσεως του άρθρου 559 αριθμός 1 εδ. α' ΚΠολΔ είναι δυνατό να έχει ως περιεχόμενο (και) την αιτίαση ότι παραβιάσθηκε συγκεκριμένος κανόνας του ουσιαστικού δικαίου, με αποτέλεσμα η ένδικη αγωγή να γίνει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη ή να απορριφθεί ως αβάσιμη στην ουσία (ολΑΠ 28/1998, ΑΠ 1559/2022).Προκειμένου να ιδρυθεί ο λόγος αυτός πρέπει η παράβαση του δικαστηρίου της ουσίας να αφορά κανόνα ουσιαστικού δικαίου, δηλαδή κανόνα που ρυθμίζει τις βιοτικές σχέσεις, την κτήση των δικαιωμάτων και τη γένεση των υποχρεώσεων και επιβάλλει κυρώσεις, χωρίς να ενδιαφέρει σε ποιο επίπεδο εντάσσεται ο κανόνας από άποψη ιεραρχίας των πηγών του δικαίου (ΑΠ 637/2017, ΑΠ 159/2004). Η απόφαση, κανονιστικού περιεχομένου (ΑΠ 1352/2022, ΑΠ 637/2017, ΑΠ 850/2004, ΑΠ 825/2004, ΑΠ 1605/ 1995), η οποία, για τη ρύθμιση των θεμάτων της, εκδίδεται επιτρεπτά από αρμόδιο προς τούτο όργανο στο πλαίσιο νομοθετικής εξουσιοδότησης, που παρασχέθηκε νόμιμα, αποτελεί, υπό την προϋπόθεση δημοσίευσής της στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης (ΑΠ 1352/2022, ΑΠ 566/1995), κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που ελέγχεται μέσω του άρθρου 559 αριθμ. 1 του ΚΠολΔ, όταν εσφαλμένα εφαρμόστηκε (ΑΠ 1352/2022, ΑΠ 850/2004). Τα διδάγματα της κοινής πείρας, δηλαδή οι αρχές για την εξέλιξη των πραγμάτων, που συνάγονται από την παρατήρηση του καθημερινού βίου, την επιστημονική έρευνα και την εν γένει επαγγελματική ενασχόληση, μπορούν να χρησιμοποιηθούν είτε για να εξακριβωθεί η βασιμότητα των πραγματικών περιστατικών, που αποτέλεσαν το αντικείμενο της απόδειξης (ΚΠολΔ 336 παρ. 4), είτε για να γίνει, μετά την εξακρίβωση της βασιμότητας αυτών, η υπαγωγή τους σε νομικούς κανόνες (ΑΠ 87/2013, ΑΠ 92/2013). Η παραβίαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας τα οποία πρέπει να καθορίζονται, ιδρύει τον ανωτέρω από τον αριθμό 1 εδ. β του άρθρου 559 ΚΠολΔ. λόγο αναίρεσης, μόνο αν τα διδάγματα αυτά αφορούν την ερμηνεία κανόνων δικαίου ή την υπαγωγή των πραγματικών γεγονότων σ' αυτούς. Ο λόγος πάντως αυτός δεν ιδρύεται όταν τα διδάγματα της κοινής πείρας χρησίμευσαν προς έμμεση απόδειξη για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, καθώς και όταν χρησιμοποιούνται για τη υπό του δικαστηρίου εξακρίβωση της ύπαρξης πραγματικών περιστατικών, γιατί στην περίπτωση αυτή πρόκειται για εκτίμηση πραγμάτων, εκφεύγουσα του αναιρετικού ελέγχου, κατά το άρθρο 561 παρ. 1 ΚΠολΔ (ΑΠ 615/2019, ΑΠ 649/2017, ΑΠ 177/2014).
Από την διάταξη του άρθρου 982 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 983, 985, 986 , 987 και 988 του ιδίου ΚΠολΔ, οι οποίες αποτελούν ουσιαστικού δικαίου διατάξεις(ΑΠ 1132/2019, ΑΠ 509/2001), προκύπτει ότι μπορούν να κατασχεθούν αναγκαστικά και χρηματικές απαιτήσεις εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση κατά τρίτων, μη εξαρτώμενες από αντιπαροχή. Η κατάσχεση στα χέρια τρίτου γίνεται με επίδοση στον τρίτο και σε εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση, εγγράφου, που πρέπει να περιέχει, εκτός από τα στοιχεία του άρθρου 118 και τα αναφερόμενα στην παράγραφο αυτή πρόσθετα στοιχεία. (ΑΠ 384//2023). Τρίτος, φυσικό ή νομικό πρόσωπο δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου, στα χέρια του οποίου επιβάλλεται κατάσχεση κατά τις διατάξεις των άρθρων 982 επ ΚΠολΔ, είναι εκείνος o οποίος ως προς την κατασχετέα περιουσία επέχει θέση οφειλέτη έναντι του προσώπου κατά του οποίου ενεργείται η κατάσχεση, δηλαδή αυτός, ο οποίος δυνάμει ίδιας εξουσίας είναι κάτοχος ξένης περιουσίας και ο οποίος σε σχέση προς το κατεχόμενο από αυτόν πράγμα δεν ταυτίζεται με τον οφειλέτη, αλλά έχει νομική αυτοτέλεια και κατέχει συνήθως βάσει ορισμένης έννομης σχέσης (π.χ. μίσθωσης πράγματος, έργου, παρακαταθήκης κ.τ.λ.). Έτσι τρίτος είναι ο εντολοδόχος, ο πληρεξούσιος του οφειλέτη, o μεσεγγυούχος, ο συμβολαιογράφος ως θεματοφύλακας, ο μεταφορέας, ο παραγγελιοδόχος, ο λήπτης χρησιδανείου, o πράκτορας και γενικώς αυτός που αναλαμβάνει τη διεκπεραίωση ξένων υποθέσεων, εκτός αν είναι υπάλληλος του οφειλέτη(ΑΠ 1132/2019), συνεπώς και ο θεματοφύλακας, ο οποίος κατά το άρθρο 822 ΑΚ παραλαμβάνει από άλλον κινητό πράγμα για να το φυλάει με την υποχρέωση να το αποδώσει όταν του ζητηθεί. Η κατάσχεση στα χέρια τρίτου, η οποία ρυθμίζεται νομοθετικά στα άρθρα 982-991Α του ΚΠολΔ αποτελεί μέσο έμμεσης αναγκαστικής εκτέλεσης για την ικανοποίηση χρηματικών απαιτήσεων και, συγχρόνως, είδος κατασχέσεως (ΑΠ 1424/2023). Επιβάλλεται από τον δανειστή, ο οποίος, ενώ έχει απαίτηση κατά του οφειλέτη του, δεν στρέφεται εναντίον του, αλλά εναντίον τρίτου, κατά του οποίου ο οφειλέτης του κατασχόντος έχει χρηματική απαίτηση (ΑΠ 384/2023, ΑΠ 1424/2023). Περαιτέρω από το συνδυασμό των άρθρων 982, 985 και 986 ΚΠολΔ, συνάγεται ότι ο τρίτος, εις χείρας του οποίου επιβλήθηκε η κατάσχεση απαιτήσεως του καθ' ου η εκτέλεση, οφείλει εντός προθεσμίας οκτώ ημερών από της επιδόσεως σ' αυτόν του κατασχετηρίου να δηλώσει στην γραμματεία του ειρηνοδικείου του τόπου της κατοικίας του, αν υπάρχει η απαίτηση που κατασχέθηκε, αν έχει στα χέρια του το κατασχεμένο πράγμα και αν επιβλήθηκε στα χέρια του άλλη κατάσχεση. Στην περίπτωση που ο τρίτος με την, κατά το άρθρο 985 § 1 ΚΠολΔ, δήλωσή του αποδεχθεί την ύπαρξη της απαίτησης, όπως προσδιορίζεται στο κατασχετήριο έγγραφο, η δήλωσή του αυτή είναι καταφατική, διαφορετικά, σε περίπτωση που αρνηθεί την ύπαρξή της, η δήλωση αυτή είναι αρνητική, ενώ, εάν εφησυχάσει και παρέλθει η υπό του ως άνω άρθρου προθεσμία, ο νόμος θεωρεί, κατά νομικό πλάσμα, την παράλειψη ως αρνητική δήλωση. Επίσης, η ως άνω δήλωση του τρίτου πρέπει να είναι ακριβής (ειλικρινής). Αυτός που επέβαλε την κατάσχεση δικαιούται να ανακόψει , κατ' άρθρο 986 ΚΠολΔ, την αρνητική (ρητή ή σιωπηρή) δήλωση εντός προθεσμίας τριάντα ημερών από της δηλώσεως, επικαλούμενος ανακρίβεια αυτής και να ζητήσει την αναγνώριση της ολικής ή μερικής ανακρίβειας της δήλωσης του τρίτου και την ακύρωσή της, αμφισβητώντας τα πραγματικά περιστατικά, που τη συνιστούν καθώς και την καταδίκη του τρίτου στην καταβολή του κατασχεμένου ποσού ή την απόδοση του κατασχεμένου πράγματος, κατ` άρθρο 990 του ΚΠολΔ, θεωρώντας αυτόν (τρίτο) οφειλέτη του κατασχεμένου (ΑΠ 1424/2023, ΑΠ 486/2023, ΑΠ 129/2023, ΑΠ 132/2022, ΑΠ 1027/2020). Ανακριβής είναι η δήλωση του τρίτου, όταν αυτή δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια, ως προς την κατασχεθείσα απαίτηση και γενικώς στις σχέσεις μεταξύ τούτου (τρίτου) και του καθ' ου η κατάσχεση. Γενικώς η ανακρίβεια μπορεί να συνίσταται είτε στην απόκρυψη της ύπαρξης της απαίτησης, είτε σε παράλειψη ή εσφαλμένη έκθεση ορισμένου περιστατικού (ΑΠ 1424/2023, ΑΠ 129/2023, ΑΠ 486/2023, ΑΠ 613/2022, ΑΠ 610/2022). Η ανακρίβεια της αρνητικής δήλωσης κρίνεται μόνο αντικειμενικά, δηλαδή ανεξάρτητα από την υποκειμενική αντίληψη του δηλούντος και την καλή ή κακή πίστη του, γίνεται δε δεκτή, κατά το άρθρο 990 του ΚΠολΔ η κατ` αυτής ανακοπή, εφόσον η δήλωση δεν αληθεύει είτε ως προς τα πραγματικά περιστατικά είτε ως προς το νομικό χαρακτηρισμό των περιστατικών (ΑΠ 1424/2023, ΑΠ 688/2023, AΠ 486/2023, ΑΠ 384/2023). Εξάλλου, και η μη σαφής αναφορά στη δήλωση του τρίτου περί της ύπαρξης ή ανυπαρξίας της κατασχεθείσας απαίτησης, θεωρείται ως σιωπηρά αρνητική για την ύπαρξη της απαίτησης δήλωση, οπότε και υπόκειται στην κατά το άρθρο 986 ΚΠολΔ ανακοπή (ΑΠ 1424/2023, ΑΠ 1120/2022). Η ανακοπή, από το άρθρο 986 αποτελεί το αποκλειστικό ένδικο βοήθημα για την αμφισβήτηση της δηλώσεως του τρίτου ή της παραλείψεως δηλώσεως και πρέπει να περιέχει τους λόγους, οι οποίοι αναφέρονται στην ανακρίβεια της δηλώσεως. Συνακόλουθα τούτων αντικείμενο της σχετικής δίκης, που δημιουργείται μεταξύ του κατασχόντος και του τρίτου και το οποίο περιορίζεται από το περιεχόμενο του κατασχετηρίου και της δήλωσης του τρίτου, είναι η εκδίκαση της απαίτησης του καθ' ου η εκτέλεση κατά του τρίτου, ώστε να διαπιστωθεί αν ο τρίτος έχει ή όχι, και σε ποια ακριβώς έκταση και με ποιους περιορισμούς, οφειλές προς τον οφειλέτη του κατασχόντος (ΑΠ 1424/2023, ΑΠ 486/2023, ΑΠ 384/2023, ΑΠ 132/2022, ΑΠ 1120/2022). Επομένως, στο δικόγραφο της από το άρθρο 986 ΚΠολΔ ανακοπής, που αποτελεί μορφή της γενικής ανακοπής του άρθρου 583 ΚΠολΔ, ο ανακόπτων οφείλει να προσδιορίζει, κατά τα ουσιώδη στοιχεία της, την απαίτηση, δηλαδή την αιτία της οφειλής του τρίτου προς τον καθού η εκτέλεση (δικαιογόνος αιτία) και τα πραγματικά περιστατικά που τη στηρίζουν (παραγωγικά γεγονότα), αφού ο ανακόπτων φέρει το βάρος της απόδειξης της κατασχεμένης απαιτήσεως, αλλιώς το δικόγραφο της ανακοπής είναι αόριστο (ΑΠ 1424/2023, ΑΠ 129/2023, ΑΠ 1364/2021, ΑΠ 1236/2021, ΑΠ 992/2021 ΑΠ 666/2021). Πρέπει, δηλαδή, να αναφέρονται στην ανακοπή τα πραγματικά γεγονότα από τα οποία απορρέει η οφειλή του τρίτου προς τον καθού η εκτέλεση και όχι απλώς ότι ο τρίτος οφείλει δυνάμει ορισμένης έννομης σχέσεως (ΑΠ 1424/2023). Σε περίπτωση όμως που ο τρίτος δεν αμφισβητεί με τη δήλωσή του τη την ύπαρξη της απαιτήσεως, αλλά απλώς επικαλείται λόγους που εμποδίζουν την ικανοποίηση αυτής, η ανακοπή περιορίζεται στην αμφισβήτηση των σχετικών λόγων και υποχρεούται πλέον ο τρίτος να αποδείξει την αλήθεια των λόγων, που αυτός προβάλλει, με τη μορφή ενστάσεών του κατά της απαίτησης (ΑΠ 1424/2023, ΑΠ 259/2020, ΑΠ 1132/2019). Αν δε, λόγω της πολυπλοκότητας των σχέσεων και των συναλλαγών του με τον οφειλέτη καθ`ου η κατάσχεση, αδυνατεί προς το παρόν να εξάγει συμπεράσματα, ο τρίτος οφείλει να εκθέσει τα περιστατικά που θεμελιώνουν την αδυναμία του, άλλως κινδυνεύει η δήλωσή του να θεωρηθεί ανακριβής.( ΑΠ 486/2023). Περαιτέρω, όπως ήδη αναφέρθηκε, η δήλωση του τρίτου συνιστά υποχρέωσή του, που καθιερώνεται από το νόμο, προς ειλικρινή απάντηση έναντι του κατασχόντος για τη διασφάλιση της έννομης τάξης, η δε υποχρέωση αυτή δεν εκτείνεται μόνο στην απλή δήλωση περί του αν υφίσταται η απαίτηση, αλλά επεκτείνεται και στην υποχρέωση παροχής πληροφοριών στον κατασχόντα και επιβάλλει ορισμένη, σαφή και ειλικρινή αναφορά των σχέσεων του τρίτου με τον καθ`ου η εκτέλεση. Δηλαδή, ο τρίτος οφείλει να δηλώσει με σαφήνεια και ειλικρίνεια εάν υπάρχει η απαίτηση που κατασχέθηκε, αναφέροντας σε καταφατική περίπτωση και τη δικαιογόνο σχέση, τις ενστάσεις ή λόγους αδυναμίας καταβολής αυτής, καθώς και την ανταπαίτηση που τυχόν έχει κατά του καθ` ου η εκτέλεση και αν επιβλήθηκε στα χέρια του άλλη κατάσχεση, από ποιόν και για ποιό χρόνο. (ΑΠ 486/2023). Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 986 εδ. β' ΚΠολΔ ορίζεται ότι με την ανακοπή μπορεί να ζητηθεί και αποζημίωση κατά το άρθρο 985§2 ΚΠολΔ, κατά δε το άρθρο 985 παρ.3 ΚΠολΔ, σε περίπτωση παραλείψεως εκ μέρους του τρίτου, στα χέρια του οποίου έγινε κατάσχεση, να δηλώσει αν υπάρχει η απαίτηση που κατασχέθηκε, αν έχει στα χέρια του το κατασχεμένο πράγμα και αν επιβλήθηκε στα χέρια του άλλη κατάσχεση ή, σε περίπτωση υποβολής ανακριβούς δηλώσεως, ο τρίτος ευθύνεται σε αποζημίωση αυτού, που επέβαλε την κατάσχεση. Η ευθύνη του τρίτου για αποζημίωση απορρέει από μόνο το γεγονός, ότι παρέλειψε να υποβάλλει την δήλωση του άρθρου 985 παρ.1 ΚΠολΔ, δημιουργείται δε η υποχρέωσή του με μόνη την επιβολή της κατασχέσεως στα χέρια του, ανεξάρτητα αν υπάρχει η κατασχεμένη οφειλή ή υπέβαλε ανακριβή δήλωση. Στη σχετική αγωγή του κατασχόντος δανειστή για την καταβολή της ως άνω αποζημίωσης ευθύνεται και νομιμοποιείται παθητικώς μόνον ο υπόχρεος υποβολής της αντίστοιχης δήλωσης τρίτος, στα χέρια του οποίου έγινε η κατάσχεση, ενώ, προϋποθέσεις της ανωτέρω ευθύνης του τρίτου είναι το ζημιογόνο γεγονός της παραλείψεως της δηλώσεως ή της ανακριβείας της δηλώσεως που υποβλήθηκε, η ζημία του κατασχόντος και ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ του ζημιογόνου αυτού γεγονότος και της ζημίας (ΑΠ 1424/2023, ΑΠ 279/2020, ΑΠ 1456/1999). Ειδικότερα, η έκταση και το περιεχόμενο της αποζημίωσης, καθώς και η αιτιώδης συνάφεια θα κριθούν κατά το ουσιαστικό δίκαιο, περιλαμβάνει δε η αποζημίωση αυτή κάθε ζημία, που είναι απότοκος της συμπεριφοράς του τρίτου και συνεπώς, μπορεί ο κατασχών να αναζητήσει ολόκληρη την απαίτησή του, προς ικανοποίηση της οποίας επιβλήθηκε η κατάσχεση, όταν επικαλείται και αποδεικνύει ότι συνεπεία της μη εμπρόθεσμης δηλώσεως ή της ανακριβούς δηλώσεως, δεν μπόρεσε να λάβει τα κατάλληλα για την ικανοποίηση της απαιτήσεως του μέτρα ή ότι ο οφειλέτης κατέστη αναξιόχρεος μεταγενέστερα και έτσι επήλθε αδυναμία ικανοποιήσεως της απαιτήσεως του, ή ότι ο τρίτος απέκρυψε ή παρέλειψε ορισμένα περιστατικά και από αυτήν την απόκρυψη ή παράλειψη αυτή, ως αιτίου, ζημιώθηκε ο κατασχών (ΑΠ 1424/2023). Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 74 του ν. 3606/2007 "Αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και άλλες διατάξεις", όπως ίσχυε κατά τους επίμαχους χρόνους και πριν τις τροποποιήσεις του ν. 4514/2018 "Αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και άλλες διατάξεις", "1.0 διαχειριστής Συστήματος λειτουργεί με τη μορφή ανώνυμης εταιρείας ύστερα από άδεια λειτουργίας που χορηγείται? από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Σκοπός του διαχειριστή Συστήματος είναι η οργάνωση και η λειτουργία συστημάτων. Ο διαχειριστής ευθύνεται για τη συμμόρφωση των Συστημάτων που διαχειρίζεται, με τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στην κείμενη νομοθεσία. Ως προς τη χορήγηση της άδειας και τη λειτουργία του διαχειριστή εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 2 έως 7 του άρθρου 42. 2. Ο διαχειριστής Συστήματος μπορεί να διαχειρίζεται και μητρώο άυλων ή ακινητοποιημένων τίτλων ενεργώντας ως κεντρικό αποθετήριο αξιών σύμφωνα με τα άρθρα 39 του ν. 2396/1996 και την παράγραφο 3 του άρθρου 105 του ν. 2533/1997, υπό την προϋπόθεση ότι δεν εκθέτει τα ιδιοκτησιακής φύσεως δικαιώματα των δικαιούχων των τίτλων σε κινδύνους τους οποίους αναλαμβάνει και οι οποίοι σχετίζονται με την εκκαθάριση των συναλλαγών. 3. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί να εξειδικεύονται οι προϋποθέσεις και η διαδικασία για τη χορήγηση και την ανάκληση άδειας λειτουργίας διαχειριστή Συστήματος, οι όροι και προϋποθέσεις για την έγκριση της καταλληλότητας σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 42 των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, των προσώπων που πραγματικά διευθύνουν τη δραστηριότητα του και των μετόχων του, οι προϋποθέσεις και τα κριτήρια για την έγκριση των όρων λειτουργίας του και κάθε τεχνικό θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια". Ακολούθως, το άρθρο 1 του ν. 3756/2009 "Σύστημα Άυλων Τίτλων, διατάξεις για την Κεφαλαιαγορά...", όπως ίσχυε κατά τους επίμαχους χρόνους, όριζε ότι " 1.Στο Σύστημα Άυλων Τίτλων (ΣΑΤ), το οποίο λειτουργεί σύμφωνα με τον Κανονισμό που εκδίδεται κατά τις διατάξεις της παραγράφου 2, καταχωρίζονται σε λογιστική μορφή κινητές αξίες, κατά την έννοια του άρθρου 1 του ν. 3371/2005, ύστερα από αποϋλοποίηση ή ακινητοποίηση, χωρίς να θίγονται οι διατάξεις των άρθρων 39 επ. του ν. 2396/1996. Ο διαχειριστής του ΣΑΤ ενεργεί ως Κεντρικό Αποθετήριο Αξιών, σύμφωνα με τις παραγράφους 4 και 5 του άρθρου 83 του ν. 3606/2007 και κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στις επόμενες διατάξεις. 2. Με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς καταρτίζεται κανονισμός λειτουργίας του ΣΑΤ. Με τον κανονισμό αυτόν ορίζονται ιδίως:...". Εξάλλου, ο "Κανονισμός Λειτουργίας του Συστήματος Αυλών Τίτλων (ΣΤΑ)", που καταρτίστηκε με την υπ' αριθ. 3/304/10.2004 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (ΦΕΚ Β' 901/16.6.2004), η οποία εκδόθηκε σύμφωνα με τα άρθρα 105 παρ. 3 Ν. 2533/1997, 39 έως 58 Ν. 2396/1996 και 58 Ν. 2533/1997 και ίσχυε, κατά τον κατωτέρω κρίσιμο χρόνο, όριζε τα εξής κατά το ενδιαφέρον εν προκειμένω μέρος του: [Άρθρο 1,Ορισμοί]."Ως διαχειριστής του Σ.Α.Τ. νοείται η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "Ελληνικό Κεντρικό Αποθετήριο Τίτλων Α.Ε..., που ενεργεί ως διαχειριστής του Σ.Α.Τ. και Κεντρικό Αποθετήριο Αξιών κατά τις κείμενες διατάξεις, ιδίως το ν.3756/2009. Όπου στον παρόντα Κανονισμό αναφέρονται οι όροι Κ.Α.Α. ή Ε.Χ.Α.Ε. νοείται ο Διαχειριστής του Σ.Α.Τ." (ορισμός υπ' αριθ. 4), "Ως Σύστημα νοείται σύστημα εκκαθάρισης, διακανονισμού ή κεντρικού αντισυμβαλλομένου που λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα σύμφωνα με το ν. 3606/2007 ή παρόμοιο σύστημα άλλου κράτους μέλους της ΕΕ, εκτός Ελλάδος, ή τρίτης χώρας που λειτουργεί σύμφωνα με το δίκαιο που το διέπει και τελεί υπό τη διαχείριση διαχειριστή του και το οποίο συνδέεται με το Σ.Α.Τ. για διακανονισμό συναλλαγών" (ορισμός υπ' αριθ. 25), "Ως Σύστημα Αυλών Τίτλων (Σ.Α.Τ.) νοείται το μηχανογραφικό-λειτουργικό σύστημα καταχώρισης και παρακολούθησης σε λογιστική μορφή κινητών αξιών, παρακολούθησης των επ' αυτών μεταβολών, το οποίο έχει δημιουργήσει και διαχειρίζεται ο Διαχειριστής του Σ.Α.Τ."?(ορισμός υπ' αριθ. 26). "Ως χειριστής νοείται το πρόσωπο από τα οριζόμενα στις περιπτώσεις α) έως ε) το οποίο δικαιούται να κινεί Λογαριασμό Χειριστή σύμφωνα με τον παρόντα Κανονισμό και διαθέτει τα κατάλληλα τεχνολογικά και λειτουργικά μέσα που απαιτούνται για τη διασύνδεση και επικοινωνία του με το Σ.Α.Τ..." (ορισμός υπ' αριθ. 32). Η τήρηση των αξιών στο Σ.Α.Τ. γίνεται με τη δημιουργία μερίδων και Λογαριασμών σε αυτό [άρθρο 3 παρ. 1], μεταξύ άλλων, και Μερίδα Επενδυτή. Η τελευταία (Μερίδα Επενδυτή) δημιουργείται από το Χειριστή, ύστερα από αίτηση του Επενδυτή προς αυτόν [άρθρο 4 παρ. 1], Στη Μερίδα Επενδυτή τηρείται Λογαριασμός Αξιών και Ειδικός Λογαριασμός. Ως Λογαριασμός Αξιών νοείται το σύνολο των Λογαριασμών Χειριστή, που ανήκουν σε Μερίδα [άρθρο 12 παρ.1]. Ο Λογαριασμός Χειριστή δημιουργείται στο Λογαριασμό Αξιών και αφορά έναν και μόνο Χειριστή, ο οποίος και μόνο επιτρέπεται να έχει πρόσβαση σε αυτόν και να τον διαχειρίζεται. Η Ε.Χ.Α.Ε. (νυν ....) δεν μπορεί, χωρίς τη συναίνεση του Χειριστή, να αφαιρέσει, να επιβαρύνει ή να δεσμεύσει με οποιονδήποτε τρόπο αξίες καταχωρημένες στο Λογαριασμό αυτό, εκτός αν κάτι τέτοιο προβλέπεται ρητά στον παρόντα Κανονισμό [άρθρο 13 παρ. 1, 3]. Ο Ειδικός Λογαριασμός δημιουργείται ταυτόχρονα με τη δημιουργία Μερίδας στο Σ.Α.Τ., είναι μοναδικός ανά Μερίδα και ο χειρισμός του γίνεται αποκλειστικά από τον Διαχειριστή του Σ.Α.Τ. [άρθρο 15] Οι καταχωρήσεις στα αρχεία του Κ.Α.Α. (νυν ....) που αφορούν άυλες αξίες είναι απόρρητες. Η ενημέρωση Εκδοτριών, Χειριστών, Επενδυτών και Χ.Α. επιτρέπεται μόνο για τις ανάγκες εφαρμογής του παρόντος Κανονισμού καθώς και όπου αλλού προβλέπεται στην κείμενη νομοθεσία. 2.Το Κ.Α.Α. (νυν ...) γνωστοποιεί στο δανειστή του άρθρ. 24 ν. 2915/01, μετά από σχετικό αίτημά του, τα εξής στοιχεία : α. το είδος και τον εκδότη των αξιών που βρίσκονται καταχωρημένες στον Ειδικό Λογαριασμό β. τους Χειριστές των Λογαριασμών του επενδυτή στους οποίους βρίσκονται καταχωρημένες αξίες καθώς και το είδος και τον εκδότη των αξιών αυτών. 3. Σε περίπτωση επιβολής κατάσχεσης στο Σ.Α.Τ. ή σε Λογαριασμούς Χρηματικού Διακανονισμού, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 78 του ν. 3606/2007."[άρθρο 22]. "1.Πράξεις του μετόχου που μπορεί να επηρεάζουν τις καταχωρημένες αξίες μπορεί να είναι οποιεσδήποτε πράξεις που ενεργεί ο μέτοχος και που έχουν ως συνέπεια μεταβολές των καταχωρημένων στοιχείων. Τέτοιες πράξεις είναι ιδίως η άσκηση των δικαιωμάτων μειοψηφίας, η πρόθεση εξωχρηματιστηριακής μεταβίβασης αξιών, η εξωχρηματιστηριακή μεταβίβαση αξιών εν ζωή ή αιτία θανάτου, η σύσταση ενεχύρου ή επικαρπίας ή η κατάσχεση αξιών. 2. Στις περιπτώσεις που έχουν λάβει ή πρόκειται να λάβουν χώρα πράξεις του μετόχου, το Κ.Α.Α. έχει υποχρέωση να προβεί στις αναγκαίες μεταβολές των καταχωρημένων στο Σ.Α.Τ. στοιχείων. Συγκεκριμένα αν η πράξη του μετόχου έχει ως συνέπεια την απλή μεταβολή των καταχωρημένων στο Σ.Α.Τ. στοιχείων, το Κ.Α.Α. προβαίνει στην απλή ενημέρωση, τροποποίηση, συμπλήρωση ή άλλη μεταβολή των στοιχείων που είναι ήδη καταχωρημένα στο Σ.Α.Τ. Αν η πράξη του μετόχου έχει ως συνέπεια τη μεταβίβαση ή τη σύσταση βάρους ή δέσμευσης, το Κ.Α.Α. προβαίνει στις αναγκαίες μεταβολές των υπολοίπων των Λογαριασμών. Αν τέλος πρόκειται για γεγονός που απαιτεί δέσμευση των αξιών, το Κ.Α.Α. προβαίνει στις απαιτούμενες ενέργειες για τις δεσμεύσεις τους. [άρθρο 43] "1. Για την καταχώρηση στο Σ.Α.Τ. κατάσχεσης επί αξιών ακολουθείται η εξής διαδικασία : α. κατασχετήριο έγγραφο υπό τους όρους του άρθρου 983 ΚΠολΔ επιδίδεται: αα. Στο Χειριστή, για αξίες καταχωρημένες σε Λογαριασμό Χειριστή ββ. στο Κ.Α.Α. (νυν ....) για αξίες καταχωρημένες στον Ειδικό Λογαριασμό β. Μετά την επίδοση του εγγράφου, το Κ.Α.Α. εισάγει ένδειξη κατάσχεσης επί των αξιών οι οποίες κατασχέθηκαν με το κατασχετήριο, ενώ αντίστοιχη ένδειξη εισάγει και ο Χειριστής μέσω του Σ.Α.Τ.... 2. Εφόσον ακολουθήσει η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης των άρθρων 904 επ. του ΚΠολΔ και 24 του ν. 3632/1928 για τις αξίες που έχουν κατασχεθεί, ακολουθείται η εξής διαδικασία :..." [άρθρο 50]. "1.Για την εισαγωγή στο Σ.Α.Τ. αξιών εταιρειών που εισάγονται για πρώτη φορά στο Χ.Α. το Κ.Α.Α. δημιουργεί Μερίδα Εκδότριας σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 8 του παρόντος Κανονισμού και καταχωρεί το σύνολο των αξιών της εταιρείας αυτής, που πρόκειται να εισαχθούν για διαπραγμάτευση στο Χ.Α., στο Μεταβατικό Λογαριασμό της Μερίδας αυτής. Για τη μεταφορά των αξιών από το Μεταβατικό Λογαριασμό της Εκδότριας στους Λογαριασμούς των δικαιούχων, η Εκδότρια αποστέλλει στο Κ.Α.Α. Αρχείο Κατανομής Δικαιούχων σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 30 και 35 του παρόντος Κανονισμού. Μετά την έγκριση εισαγωγής των αξιών της Εκδότριας εταιρείας από το Διοικητικό Συμβούλιο του Χ.Α., καμία τροποποίηση των Αρχείων Κατανομής δεν επιτρέπεται, παρά μόνο με τους όρους και προϋποθέσεις του άρθρου 36 του παρόντος Κανονισμού... 2.Η μεταφορά των αξιών από το Μεταβατικό Λογαριασμό της Εκδότριας στους Λογαριασμούς των δικαιούχων διενεργείται από το Κ.Α.Α. δύο ημέρες πριν από την έναρξη διαπραγμάτευσης των αξιών αυτών στο Χ.Α. Σε αυτό το χρονικό διάστημα των δύο ημερών, οι Χειριστές μπορούν να λαμβάνουν πληροφορίες μέσω του Σ.Α.Τ. για τη μεταφορά των αξιών αυτών. Οι ως άνω μεταφερθείσες αξίες καταχωρούνται οριστικά στους Λογαριασμούς των δικαιούχων και γίνονται διαθέσιμες την ήμερα έναρξης δια πραγμάτευσής τους στο Χ.Α. Κατά τα λοιπά εφαρμόζεται το άρθρο 36 του παρόντος Κανονισμού. 3. Κατά παρέκκλιση των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου το Κ.Α.Α., κατόπιν εντολής της Εκδότριας, δύναται να προβαίνει σε τμηματική καταχώρηση υποψηφίων μετοχών με τις αντίστοιχες αναμενόμενες μετοχές (ενδείξεις). Για τις καταχωρήσεις αυτές εφαρμόζεται η παρ.1 του παρόντος άρθρου. Οι καταχωρήσεις αυτές δεν επιδέχονται καμία τροποποίηση. Εάν δεν εγκριθεί από το Χ. Α η αίτηση εισαγωγής των μετοχών των υποψήφιων μετόχων οι ως άνω ενδείξεις διαγράφονται. Η οριστική μετατοτροπή τους σε μετοχές γίνεται το αργότερο την ημέρα έγκρισης της εισαγωγής των μετοχών στο Χ.Α"[άρθρο 57]. "Για την καταχώρηση στο Σ.Α.Τ. κινητών αξιών αλλοδαπών εκδοτών, οι οποίες εισάγονται προς διαπραγμάτευση σε Αγορά εφόσον δεν έχει προηγηθεί καταχώρησή τους σε αλλοδαπό Κεντρικό Αποθετήριο Αξιών, εφαρμόζονται αναλογικά τα άρθρα 1 έως 8, 12, 13, 15 έως 51 και 57 του παρόντος Κανονισμού. Όπου στις παραπάνω διατάξεις αναφέρεται ο όρος "Εκδότρια" ή "Εκδότρια Εταιρεία" νοείται η αλλοδαπή Εκδότρια κινητών αξιών που καταχωρούνται πρωτογενώς στο Σ.Α.Τ. Όπου αναφέρονται οι όροι "επενδυτής" ή "μέτοχος" ή "δικαιούχος" νοείται ο Δικαιούχος κινητών αξιών αλλοδαπής εκδότριας που καταχωρούνται πρωτογενώς στο ΣΑ.Τ. και όπου αναφέρονται σε αξίες νοούνται οι κινητές αξίες αλλοδαπής εκδότριας που καταχωρούνται πρωτογενώς στο ΣΑ.Τ." [άρθρο 104 Πρωτογενής καταχώρηση στο Σ.Α.Τ.]. "Αλλοδαπές κινητές αξίες οι οποίες έχουν ήδη καταχωρηθεί σε αλλοδαπό Κεντρικό Αποθετήριο Αξιών και εισάγονται προς διαπραγμάτευση σε Αγορά παρακολουθούνται με λογιστικές εγγραφές στο Σ.Α.Τ., και στις Μερίδες στο Σ.Α.Τ. σύμφωνα με τη διαδικασία των διατάξεων των άρθρων 87 έως 103 του παρόντος Κανονισμού." [άρθρο 105 Δευτερογενής καταχώρηση στο Σ.Α.Τ.]. Ακολούθως, στο άρθρο 6 εδ. α' του ν. 3756/2009, όπως ίσχυε κατά τους επίμαχους χρόνους, ορίζεται ότι "Ο διαχειριστής του Σ.Α.Τ. μπορεί να συνάπτει συμφωνίες τήρησης κινητών αξιών σε λογιστική μορφή ή να δημιουργεί συνδέσμους με αλλοδαπά συστήματα ή μητρώα ή πιστωτικά ιδρύματα ή επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών που ενεργούν ως θεματοφύλακες, μετά από προηγούμενη γνωστοποίηση στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.". Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 24 του ν. 2915/2001, όπως ίσχυε κατά τους επίμαχους χρόνους (ήδη και άρθρο 983 παρ. 5 ΚΠολΔ) "Το απόρρητο των κάθε μορφής καταθέσεων σε πιστωτικά ιδρύματα, καθώς και των άϋλων μετοχών που καταχωρίζονται στο Σύστημα Αυλών Τίτλων (Σ.Α.Τ.) του Κεντρικού Αποθετηρίου Αξιών (Κ.Α.Α.) δεν ισχύει έναντι του δανειστή που έχει δικαίωμα κατάσχεσης της περιουσίας του δικαιούχου της κατάθεσης ή της μετοχής. Το απόρρητο αίρεται μόνο για το χρηματικό ποσό που απαιτείται για την ικανοποίηση του δανειστή", σύμφωνα δε με την παρ. 4 του άρθρου 49 του ν. 2396/1996, όπως ίσχυε κατά τους επίμαχους χρόνους, (ήδη και άρθρο 99ΙΑ ΚΠολΛ, το οποίο προστ. με το άρθρο 58 παρ. 1 του ν. 3994/2011), "4. Σε περίπτωση κατάσχεσης άυλων μετοχών ισχύουν κατ' αναλογία οι διατάξεις των άρθρων 982 έως 991 Κ.Πολ.Δ σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 967 Κ.ΠολΔ. Η εκποίηση μπορεί να γίνεται οποιαδήποτε ημέρα και ώρα που λειτουργεί το Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 959 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας". Από τις τελευταίες αυτές διατάξεις σε συνδυασμό με τη διάταξη 22 του Κανονισμού Λειτουργίας Σ.Α.Τ., σχετικά με την υποχρέωση της "...." για παροχή πληροφόρησης, προκύπτει ότι η νυν "...." όταν της επιδοθεί κατασχετήριο έγγραφο ή έστω εκτελεστός τίτλος, γνωστοποιεί στον επισπεύδοντα δανειστή α. το είδος και τον εκδότη των αξιών που βρίσκονται καταχωρημένες στον Ειδικό Λογαριασμό β. τα στοιχεία των Χειριστών των Λογαριασμών του επενδυτή στους οποίους βρίσκονται καταχωρημένες αξίες καθώς και γ) το είδος και τον εκδότη των αξιών αυτών που είναι καταχωρημένες στους λογαριασμούς του κάθε Χειριστή. Στην προκειμένη περίπτωση το Εφετείο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, κατά το ενδιαφέρον τον αναιρετικό έλεγχο μέρος, δέχθηκε τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Με την από 17.1.2014 αίτησή της η ανακόπτουσα/ενάγουσα ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "..."(ήδη αναιρεσείουσα), ζήτησε και πέτυχε την έκδοση της υπ' αριθ. 3248/24.1.2014 διαταγής πληρωμής της Δικαστού του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατά της Κυπριακής Δημόσιας Εταιρείας Περιορισμένης Ευθύνης με την επωνυμία "..." (στο εξής ...) με έδρα στη ... ... και νόμιμα διορισμένο αντίκλητο στην Ελλάδα, δυνάμει της οποίας υποχρεώθηκε η τελευταία να της καταβάλει νομιμοτόκως το ποσό των 280.224,74 ευρώ, που απέρρεε από 107 τιμολόγια έκδοσης της εδώ ανακόπτουσας/ενάγουσας στα πλαίσια σύμβασης έργου, που είχε συνάψει με την ..., για την εκτέλεση έργου αντικατάστασης των στοιχείων σήμανσης σε υποκαταστήματα και μηχανήματα αυτόματης ανάληψης ΑΤΜ της Τράπεζας, καθώς και το ποσό των 6.000 ευρώ για δικαστικά έξοδα. Μετά από μία ανεπιτυχή επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος της ..., δια της επιβολής αναγκαστικής κατάσχεσης σε ακίνητο που εμφανιζόταν σε μερίδα της, η οποία (κατάσχεση) όμως ακυρώθηκε με την ... απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατόπιν ανακοπής της τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία "..." με έδρα στη ... ..., η ανακόπτουσα/ενάγουσα, την 21.11.2016 επέδωσε εκ νέου στην οφειλέτριά της ... και στον διορισμένο νόμιμο αντίκλητο της στην Ελλάδα ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο εκ του επίσημου ακριβούς αντιγράφου του προσαρτημένου στην υπ' αριθ. ... πράξη της συμβολαιογράφου Αθηνών Β. Σ. πρώτου απογράφου εκτελεστού της ως άνω διαταγής πληρωμής με επιταγή προς πληρωμή, επιτάσσοντας αυτή να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 370.537,97 ευρώ, νομιμοτόκως, πλην του κεφαλαίου των τόκων, από την επίδοση της επιταγής, και δη για κεφάλαιο 280.224,74 ευρώ, για νόμιμους τόκους από την επομένη έκδοσης του κάθε τιμολογίου έως την 21.11.2016 78.083,23 ευρώ, για δικαστική δαπάνη 6.000 ευρώ, για αμοιβή σύνταξης της επιταγής προς πληρωμή 6.000 ευρώ, για έξοδα αντιγράφων 150 ευρώ και για έξοδα επίδοσης 80 ευρώ [βλ. την υπ' αριθ. ... έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών Α. Ζ.], πλην όμως η οφειλέτριά της δεν της κατέβαλε κανένα ποσό. Μετά ταύτα η ανακόπτουσα/ενάγουσα, την 25.11.2016, επέδωσε, μεταξύ άλλων εταιρειών ως τρίτων, και στην καθ' ης η ανακοπή/εναγόμενη ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "..." (στο εξής ....)(ήδη αναιρεσίβλητη) το από 25.11.2016 κατασχετήριο έγγραφο εις χείρας τρίτου, το οποίο επιδόθηκε εμπρόθεσμα και στην οφειλέτριά της [βλ. τις υπ' αριθ. ... και ... εκθέσεις επίδοσης του προαναφερόμενου δικαστικού επιμελητή, αντίστοιχα], με το οποίο επέβαλε κατάσχεση εις χείρας της καθ' ης/εναγόμενης, ως διαχειρίστριας του Συστήματος Αυλών Τίτλων (Σ.Α.Τ.) και ως Κεντρικό Αποθετήριο Αξιών, διαχειριζόμενη μητρώο άυλων τίτλων, ως τρίτης, με την ιδιότητα του θεματοφύλακα των άϋλων κινητών αξιών της οφειλέτριάς της και δη 858.708.764 Συνήθων Μετοχών της εκδότριας αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία "..." (στο εξής Τράπεζα ...) με έδρα στη ... ..., που ήταν ιδιοκτησίας της οφειλέτριάς της, και μέχρι του ποσού της απαίτησής της. Ειδικότερα, στο εν λόγω κατασχετήριο έγγραφο αναφέρεται ότι κατάσχει "...Αναγκαστικώς στα χέρια των ως άνω Τρίτων Εταιρειών, οι οποίες λειτουργούν με την ιδιότητα του θεματοφύλακα των άυλων κινητών αξιών της καθ' ης, ως Χειριστές του Σ.Α.Τ. του Κ.Α.Α. ή/και ως διαχειριστές του Ειδικού Λογαριασμού Σ.Α.Τ. και μέχρι του ποσού των τριακοσίων εβδομήντα μία χιλιάδων εκατόν εξήντα επτά ευρώ και ενενήντα επτά λεπτών (371.167,97 ευρώ) Συνήθεις Μετοχές της εταιρείας "...", οι οποίες είναι ονομαστικές μετοχές στο μετοχικό κεφάλαιο της ανωτέρω εταιρείας και έχουν εκδοθεί με βάση των Περί Εταιρειών Νόμο της Κυπριακής Δημοκρατίας και το Καταστατικό της εταιρείας αυτής, έχουν κωδικό αριθμό ΙSΙΝ ... και τηρούνται σε άυλη μορφή ως λογιστικές εγγραφές ασώματων κινητών αξιών στο Σύστημα Άυλων Τίτλων (Σ.Α.Τ.) του Κεντρικού Αποθετηρίου Αξιών (Κ.Α.Α.) του Χρηματιστηρίου Αθηνών (Χ.Α.), τις οποίες διατηρεί η καθ' ης, καθώς και κάθε είδους Χρηματοπιστωτικά μέσα ή/και κινητές αξίες τις οποίες διατηρεί η καθ' ης και οι οποίες μπορεί να βρίσκονται καταχωρημένες σε λογαριασμούς Χειριστή Σ.Α.Τ. των Τρίτων Εταιρειών, ή στον Ειδικό Λογαριασμό του Σ.Α. Τ., ή και κάθε είδους χρηματικών ποσών που δικαιούται να εισπράξει από αυτές η καθ' ης για οποιονδήποτε λόγο, περιλαμβανομένων των ποσών που τυχόν έχουν ή θα προκόψουν από εκποιήσεις μετοχών που δεν έχουν εκκαθαρισθεί, περιλαμβανομένων τόσο των υφισταμένων ποσών όσο και των μελλοντικών σε οποιοδήποτε νόμισμα, καθώς και οποιοδήποτε άλλο ποσό από οποιαδήποτε αιτία, καθώς επίσης και οποιοδήποτε άλλο χρηματοπιστωτικό μέσο κινητή αξία ή παραστατικό δικαιωμάτων επί κινητών αξιών δικαιούται να λάβει η καθ' ης σε αντικατάσταση των ανωτέρω μετοχών και θα διαπραγματεύονται στο Χρηματιστήριο Αθηνών ή στο Χρηματιστήριο Αξιών ... ή σε οποιαδήποτε άλλη Οργανωμένη Αγορά με την έννοια της Οδηγίας 2004/39/ΕC (ΜiFID) ή Πολυμερή Μηχανισμό Διαπραγμάτευσης...". Με βάση το περιεχόμενο του ως άνω κατασχετηρίου εγγράφου, η καθ' ης η ανακοπή/εναγόμενη προέβη, εμπρόθεσμα, ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών, στην υπ' αριθ. Λ-/2.12.2016 δήλωση τρίτου, στην οποία αναφέρει, μεταξύ άλλων, τα εξής: "...Με ΑΦΜ ... βρέθηκε μερίδα ανήκουσα στην εταιρεία με την επωνυμία "... ...". Στον Ειδικό Λογαριασμό της μερίδας αυτής δεν υπάρχουν μετοχές για να δεσμευτούν λόγω της επιβληθείσας κατάσχεσης. Στο Λογαριασμό Αξιών της ίδιας μερίδας υπό το χειρισμό της "..." υπάρχουν κοινές ονομαστικές μετοχές των εκδοτριών εταιρειών "....", "...." και "...". Επιπλέον, και με τη ρητή επιφύλαξη δικαιωμάτων της, η εταιρεία μας δηλώνει, ότι κατά της καθής δεν έχει επιβληθεί άλλη κατάσχεση". Στη συνέχεια, η ανακόπτουσα/ενάγουσα, την 6.12.2016, επέδωσε στην καθ' ης η ανακοπή/εναγόμενη εταιρεία "...." το από 6.12.2016 κατασχετήριο έγγραφο εις χείρας τρίτου, το οποίο επιδόθηκε εμπρόθεσμα και στην οφειλέτριά της [βλ. τις υπ'αριθ.... εκθέσεις επίδοσης του προαναφερόμενου δικαστικού επιμελητή, αντίστοιχα], με το οποίο επέβαλε κατάσχεση εις χείρας της καθ' ης/εναγόμενης, ως διαχειρίστριας του Συστήματος Αυλών Τίτλων (Σ.Α.Τ.) και ως Κεντρικό Αποθετήριο Αξιών, διαχειριζόμενη μητρώο άυλων τίτλων, ως τρίτης, με την ιδιότητα του θεματοφύλακα των άϋλων κινητών αξιών της οφειλέτριάς της και δη 858.708.764 Συνήθων Μετοχών της εκδότριας αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία "..." με έδρα στη ... ..., που ήταν ιδιοκτησίας της οφειλέτριάς της, και μέχρι του ποσού της απαίτησής της. Ειδικότερα, το εν λόγω κατασχετήριο έγγραφο είχε το ίδιο ως άνω περιεχόμενο ως προς το αντικείμενο της κατάσχεσης, πλην του ότι αντί του ελληνικού ΑΦΜ της οφειλέτριάς της είχε τον αριθμό εγγραφής της "1" ΗΕ 1 στο Μητρώο Εταιρειών της .... Με βάση το περιεχόμενο του κατασχετηρίου εγγράφου και το νέο αυτό στοιχείο, η καθ' ης η ανακοπή/εναγόμενη προέβη, εμπρόθεσμα, ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών, στην υπ' αριθ. ... δήλωση τρίτου, στην οποία αναφέρει, μεταξύ άλλων τα εξής : "...Με βάση τα νέα στοιχεία που αναφέρονται στο επιδοθέν την 6.12.2016 κατασχετήριο βρέθηκε μερίδα ανήκουσα στην εταιρεία με την επωνυμία "...". Στον Ειδικό Λογαριασμό της μερίδας αυτής δεν υπάρχουν μετοχές για να δεσμευτούν λόγω της επιβληθείσας κατάσχεσης. Στο Λογαριασμό Αξιών της ίδιας μερίδας υπό τον χειρισμό της "..." υπάρχουν κοινές ονομαστικές μετοχές της εκδότριας εταιρείας "...." και υπό τον χειρισμό της "...." υπάρχουν κοινές ονομαστικές μετοχές της εκδότριας εταιρείας "...". Επιπλέον, και με τη ρητή επιφύλαξη δικαιωμάτων της, η εταιρεία μας δηλώνει, ότι κατά της καθης δεν έχει επιβληθεί άλλη κατάσχεση". Η ανακόπτουσα /ενάγουσα με το δεύτερο λόγο της ανακοπής της διατείνεται ότι οι ανωτέρω δηλώσεις τρίτου της καθ' ης/εναγόμενης είναι ανακριβείς, διότι δεν περιλαμβάνουν την Μερίδα Επενδυτή με καταχωρημένες στο Σ.Α.Τ. τις προμνημονευόμενες 858.708.764 ονομαστικές Συνήθεις Μετοχές της εκδότριας εταιρείας με την επωνυμία "..." με έδρα στη ... ..., που ανήκαν στην οφειλέτριά της ... (ποσοστό 9,624%, επί του συνολικού μετοχικού κεφαλαίου της εκδότριας Τράπεζας ...), τις οποίες σαφώς ανέφερε στο κατασχετήριο ότι κατάσχει μέχρι του ποσού της απαίτησής της, και οι οποίες κατά τους επίμαχους χρόνους επιβολής της κατάσχεσης (αλλά και μέχρι την άσκηση της ανακοπής/αγωγής) είχαν εισαχθεί σε παράλληλη διαπραγμάτευση στο Χρηματιστήριο Αξιών ... (Χ.Α.Κ.) και στο Χρηματιστήριο Αθηνών (Χ.Α.). Επιπρόσθετα (διατείνεται) ότι η καθ' ης η ανακοπή/εναγόμενη, αν και είχε τη δυνατότητα, λόγω και των αναγραφόμενων χαρακτηριστικών των μετοχών, να εντοπίσει τη συγκεκριμένη Μερίδα της οφειλέτριάς της με καταχωρημένες τις επίμαχες μετοχές και να της παράσχει την υποχρεωτική εκ του νόμου σχετική διαθέσιμη πληροφόρηση γι' αυτές, όπως ενδεικτικά τους Χειριστές των Λογαριασμών Αξιών όπου είναι καταχωρημένες, την Μερίδα της οφειλέτριάς της όπου είναι καταχωρημένες ή/και την ύπαρξη Μερίδας Εκδότριας, και κάθε άλλη διαθέσιμη πληροφορία, μέσω των δηλώσεων τρίτου που υπέβαλε(ενν. δεν το έκανε). Από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα, σχετικά με τον δεύτερο λόγο ανακοπής της ανακόπτουσας, αποδείχθηκε ότι το έτος 2013, λόγω της οικονομικής κρίσης που έπληξε την Κυπριακή Δημοκρατία και των σοβαρότατων οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε το τραπεζικό σύστημα της ... και η ..., κατόπιν συμφωνίας της Κυπριακής Κυβέρνησης με το Eurogroup, αποφασίστηκε από την Κεντρική Τράπεζα ..., ως Αρχής Εξυγίανσης, και τον Υπουργό Οικονομικών της Κυπριακής Δημοκρατίας, η επιβολή σε αυτή (...) μέτρων εξυγίανσης δια της εκδόσεως σειράς διαταγμάτων, τα οποία δημοσιεύτηκαν νόμιμα, στα πλαίσια των οποίων, εκτός άλλων, η ... διαχωρίστηκε σε καλή και κακή, με την προοπτική η τελευταία (κακή) να κλείσει εν καιρώ, περιουσιακά της στοιχεία (στοιχεία Ενεργητικού) και ορισμένα στοιχεία παθητικού μεταφέρθηκαν (πωλήθηκαν) στην Τράπεζα ... και λόγω της μεταφοράς (πώλησης) αυτής η Αρχή Εξυγίανσης εξέδωσε νέο Διάταγμα στις 30.7.2013 δια του οποίου η Τράπεζα ... εξέδωσε και παραχώρησε στη ... τόσες Μετοχές Τάξης Α' έτσι ώστε η τελευταία κατά τον χρόνο αυτό (30.7.2013) να κατέχει 18,056371% του συνολικού μετοχικού κεφαλαίου της Τράπεζας ..., ως δίκαιη αποζημίωσή της. Σημειώνεται ότι λόγω του καθεστώτος εξυγίανσης που τέθηκαν οι δύο ως άνω Τράπεζες, αποφασίστηκε, τον Μάρτιο του 2013, η αναστολή διαπραγμάτευσης των μετοχών τους στο Χ.Α.Κ. και στο Χ.Α., το Χ.Α. προχώρησε στην αφαίρεση των μετοχών της ... από τα συστήματα διαπραγμάτευσης και η Μερίδα της (...) ως εκδότριας απενεργοποιήθηκε την 3.11.2016. Στη συνέχεια οι ως άνω ανήκουσες στη ... μετοχές Τάξης Α' μετατράπηκαν σε Συνήθεις Μετοχές ανερχόμενες σε 858.708.764, και μετά από αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της εκδότριας Τράπεζας ... αντιπροσώπευαν το 9,624% του συνολικού μετοχικού κεφαλαίου της τελευταίας [βλ. το από 26 Νοεμβρίου 2014 Ενημερωτικό Δελτίο και το από 12 Δεκεμβρίου 2014 Συμπληρωματικό Ενημερωτικό Δελτίο της εκδότριας Τράπεζας ...], Αξίζει να σημειωθεί ότι με το από 26 Νοεμβρίου 2014 Ενημερωτικό Δελτίο (σελ. 343) η εν λόγω Τράπεζα πληροφορούσε τους μετόχους ότι θα πρέπει να τηρούν ενεργή Μερίδα Επενδυτή και Λογαριασμό Αξιών στο ΧΑΚ ή στο Σύστημα Αύλων Τίτλων (Σ Α.Τ) των Ελληνικών Χρηματιστηρίων, προκειμένου να πιστωθούν στο λογαριασμό τους οι Συνήθεις Μετοχές κατά την Πρώτη Εισαγωγή ή τη Δεύτερη Εισαγωγή (ως ισχύει) και προέτρεπε όλους τους μετόχους που δεν διατηρούν Μερίδα Επενδυτή και Λογαριασμό Αξιών στο ΧΑΚ ή το Σ.Α.Τ., να αποταθούν σε Χειριστή (Χρηματιστηριακό Γραφείο ή Θεματοφύλακα) στην Κύπρο ή στην Ελλάδα για το άνοιγμα τέτοιων λογαριασμών. Ακολούθως, με την από 15.12.2014 ανακοίνωση της η εκδότρια Τράπεζα ... ενημέρωσε ότι στις 16.12.2014 αρχίζει η διαπραγμάτευση στο Χρηματιστήριο Αξιών ... (ΧΑΚ) και στο Χρηματιστήριο Αθηνών (ΧΑ) των Συνήθων Μετοχών που προέκυψαν, μεταξύ των οποίων και οι ως άνω μετοχές που ανήκαν στη ..., και η παράλληλη αυτή διαπραγμάτευση εξακολουθούσε και κατά τους επίμαχους χρόνους. Ωστόσο αποδείχθηκε ότι, όσον αφορά τις επίμαχες Συνήθεις Μετοχές, οι οποίες αποτελούσαν αντικείμενο της κατάσχεσης με τα προαναφερόμενα κατασχετήρια έγγραφα, εισήχθησαν πρωτογενώς στο Χ.Α.Κ., όπου η ... τηρούσε Μερίδα Επενδυτή στο Κεντρικό Αποθετήριο/Γενικό Μητρώο της ... όπου αυτές πιστώθηκαν/καταχωρίστηκαν, δευτερογενώς δε εισήχθησαν προς διαπραγμάτευση στο Χ.Α. και ως αλλοδαπές κινητές αξίες παρακολουθούντο με λογιστικές εγγραφές στο Σ.Α.Τ. σύμφωνα με τα άρθρα 87 έως 103 του Κανονισμού Λειτουργίας Σ.Α.Τ. [άρθρο 105] και δεν εφαρμόζονταν τα άρθρα 1-8, 12, 13, 15-51 και 57 του Κανονισμού Λειτουργίας Σ.Α.Τ. που αφορούν πρωτογενή καταχώρηση στο Σ.Α.Τ. κινητών αξιών αλλοδαπών εκδοτών [άρθρο 104], Αποδείχθηκε έτσι ότι οι επίμαχες Συνήθεις Μετοχές που απέκτησε η ... από την εκδότρια αλλοδαπή εταιρεία Τράπεζα ..., δεν καταχωρίστηκαν στο Κεντρικό Μητρώο της καθ' ης η ανακοπή "...." και σε Μερίδα Επενδυτή της ... με Λογαριασμό/ους Αξιών δημιουργημένο/ους από Χειριστή/ες στην "...." με επακόλουθο και την μη ύπαρξη Ειδικού Λογαριασμού, ούτε και κατά τους επίμαχους χρόνους ήταν καταχωρημένες οι εν λόγω μετοχές στο Κεντρικό Μητρώο της "...." και σε Μερίδα Επενδυτή αυτής (...) με Λογαριασμό/ους Αξιών δημιουργημένο/ους από Χειριστή/ες στην "...." με επακόλουθο και την μη ύπαρξη Ειδικού Λογαριασμού. Επομένως, ουδόλως αποδείχθηκε ότι η καθ' ης η ανακοπή συνδεόταν με την οφειλέτρια ..., όσον αφορά τις επίμαχες μετοχές που αποτελούσαν το αντικείμενο της κατάσχεσης, ούτε στο παρελθόν ούτε και κατά τους χρόνους της κατάσχεσης, με την έννομη σχέση του θεματοφύλακα, που της αποδιδόταν με τα παραπάνω κατασχετήρια έγγραφα, αλλά αντίθετα αποδείχθηκε ότι ουδεμία έννομη σχέση συνέδεε την καθ' ης η ανακοπή με την οφειλέτρια ... όσον αφορά τις εν λόγω Συνήθεις Μετοχές και έτσι η πρώτη (....) δεν είχε ως προς αυτές την ιδιότητα του τρίτου, μη ευρισκόμενες "εις χείρας της" ούτε σε Λογαριασμό Αξιών Χειριστή σε Μερίδα Επενδυτή του Μητρώου της. Περαιτέρω και ως προς την υποχρέωση της καθ'ης η ανακοπή/εναγόμενης "...." να παράσχει στην επισπεύδουσα δανείστρια ανακόπτουσα/ενάγουσα την αναγκαία από το νόμο πληροφόρηση, έτσι ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την επίτευξη της αναγκαστικής κατάσχεσης των επίμαχων άυλων Συνήθων Μετοχών που ανήκαν στην οφειλέτριά ..., σύμφωνα με την αρχή της καλής πίστης, αυτή (νόμιμη πληροφόρηση) συνίστατο στη γνωστοποίηση στην ανακόπτουσα/ενάγουσα σχετικά με : α. το είδος και τον εκδότη των αξιών που βρίσκονται καταχωρημένες στον Ειδικό Λογαριασμό β. τα στοιχεία των Χειριστών των Λογαριασμών του επενδυτή στους οποίους βρίσκονται καταχωρημένες αξίες καθώς και γ) το είδος και τον εκδότη των αξιών αυτών που είναι καταχωρημένες στους λογαριασμούς του κάθε Χειριστή, από τη Μερίδα της ... ως Επενδυτή, που τηρείτο στο Μητρώο της "...., σύμφωνα με τα αναλυτικώς εκτιθέμενα στις οικείες νομικές σκέψεις.
Εν προκειμένω αποδείχθηκε ότι η οφειλέτριά ... (τόσο η ίδια όσο και το υποκατάστημά της στην Ελλάδα) τηρούσε στο Μητρώο της καθ' ης η ανακοπή/εναγόμενης δύο Μερίδες Επενδυτή, αντίστοιχα, στον Ειδικό Λογαριασμό των οποίων δεν υπήρχαν μετοχές για να δεσμευτούν, ενώ η τελευταία (καθ' ης η ανακοπή/εναγόμενη) προς εκπλήρωση της ειδικής ως άνω έκφανσης του δικαιώματος πληροφόρησης της ανακόπτουσας/ ενάγουσας και σύμφωνα με τις αρχές της καλής πίστης, στις προμνημονευόμενες δύο δηλώσεις τρίτου που υπέβαλε στο Ειρηνοδικείο Αθηνών, ανέφερε με τις δέουσες λεπτομέρειες τόσο τους Χειριστές των Λογαριασμών Αξιών των άνω Μερίδων Επενδυτή της οφειλέτριας, όσο και το είδος των μετοχών και τις εκδότριες αυτών που υπήρχαν σ' αυτούς τους Λογαριασμούς. Εκ των άνω παρέπεται ότι η καθ' ης η ανακοπή /εναγόμενη προέβη σε ειλικρινείς και ακριβείς δηλώσεις τρίτου, με βάση τα επιδοθέντα σ' αυτήν κατασχετήρια έγγραφα και παρείχε την αναγκαία και δυνατή πληροφόρηση στην επισπεύδουσα, όπως ήταν εκ του νόμου υποχρεωμένη και με βάση τις αρχές της καλής πίστης, σύμφωνα με τις καταχωρήσεις στο Μητρώο της, χωρίς να έχει τη δυνατότητα να παράσχει πληροφορίες για το αντικείμενο της κατάσχεσης και δη τις επίμαχες Συνήθεις Μετοχές με εκδότρια την αλλοδαπή εταιρεία Τράπεζα ..., που ανήκαν στην οφειλέτριά ..., και οι οποίες είχαν καταχωρηθεί σε Μερίδα Επενδυτή σε αλλοδαπό Κεντρικό Αποθετήριο Αξιών/Μητρώο και δη στο Κεντρικό Αποθετήριο Αξιών/Κεντρικό Μητρώο ..., στο οποίο δεν είχε πρόσβαση. Σε αντίθετο συμπέρασμα και δη ως προς το γεγονός της δυνατότητας παροχής πληροφόρησης (που αποτελεί όπως προαναφέρθηκε προετοιμασία της αναγκαστικής εκτέλεσης και όχι περιεχόμενο της δήλωσης τρίτου) δεν οδηγεί το από 29.6.2004 Πρωτόκολλο Συνεργασίας μεταξύ του Χρηματιστηρίου Αξιών ... (Χ.Α.Κ.) και του Κεντρικού Αποθετηρίου Αξιών Α.Ε. (Κ.Α.Α. Α.Ε.) ...με το οποίο ρυθμίζονται τα θέματα τήρησης μητρώου από τα Αποθετήρια ... και Αθηνών, για τις εκδότριες εταιρείες που διέπονται από το κυπριακό δίκαιο και των οποίων οι μετοχές διαπραγματεύονται ταυτόχρονα στο Χ.Α.Κ. και στο Χ.Α. Ειδικότερα, με βάση αυτό, το Χ.Α.Κ. τηρεί πρωτογενώς Μητρώο των εκδοτριών εταιρειών, οι μετοχές των οποίων διαπραγματεύονται ταυτόχρονα στο Χ.Α.Κ. και στο Χ.Α. και καταχωρεί μέρος αυτού του Μητρώου στο Σύστημα Αϋλων Τίτλων (Σ.Α.Τ.) της καθ' ης η ανακοπή/εναγόμενης. Από τη χρονική στιγμή της μερικής αυτής καταχώρησης στο Σ.Α.Τ. η τελευταία καταχωρεί οποιαδήποτε μεταβίβαση, μεταβολή στοιχείων ή επιβάρυνση των καταχωρημένων (μόνο) στο Σ.Α.Τ. αξιών και ενημερώνει το Χ.Α.Κ. σχετικά με τις ως άνω μεταβολές ή επιβαρύνσεις, προκειμένου το τελευταίο να έχει πλήρη εικόνα του μητρώου αξιών, ενώ τα δύο Αποθετήρια και Μητρώα (.... και Κεντρικό Αποθετήριο/Κεντρικό Μητρώο ...) παραμένουν ανεξάρτητα, δεν διασυνδέονται μεταξύ τους, οι καταχωρήσεις σε αυτά είναι αυτοτελείς και δεν πραγματοποιούνται ή τηρούνται κοινές εγγραφές σε αυτά. Επιπλέον το Ελληνικό Κεντρικό Αποθετήριο (καθης η ανακοπή/εναγόμενη) δεν έχει πρόσβαση στα στοιχεία που είναι καταχωρημένα στο Κεντρικό Αποθετήριο και Κεντρικό Μητρώο του Χ.Α.Κ. και δεν δύναται να γνωρίζει τις μεταβιβάσεις ή καταχωρήσεις βαρών σε αξίες που είναι καταχωρημένες μόνο στο Χ.Α.Κ. [βλ. την προσκομιζόμενη με επίκληση από την εφεσίβλητη από 9 Μαρτίου 2017 βεβαίωση του Χρηματιστηρίου Αξιών ...]. Αποδεικνύεται από τα παραπάνω ότι η καθ' ης η ανακοπή/εναγόμενη δεν μπορούσε να έχει πρόσβαση την Μερίδα Επενδυτή της οφειλέτριάς της ..., που τηρούσε αυτή στο αλλοδαπό Κεντρικό Μητρώο του Χ.Α.Κ. και τις σχετικές καταχωρήσεις σ' αυτή (Μερίδα Επενδυτή) σχετικά με τις επίμαχες μετοχές της εκδότριας Τράπεζας ... και ως εκ τούτου να παράσχει σχετική πληροφόρηση για τη Μερίδα αυτή. Άλλωστε, ως εκ περισσού και χωρίς να ασκεί επιρροή εν προκειμένω, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η ανακόπτουσα/ενάγουσα δεν αγνοούσε τα στοιχεία του αντικειμένου της κατάσχεσης, τα οποία διατείνεται ότι αποκρύβησαν από την καθ' ης η ανακοπή/εναγόμενη, αλλά αντίθετα, κατά τα εκτιθέμενα στην ανακοπή/αγωγή, γνώριζε το είδος των προς κατάσχεση μετοχών, την εκδότρια εταιρεία και ότι αυτές ήταν πρωτογενώς εισηγμένες και διαπραγματεύονταν στο Χ.Α.Κ.. Με βάση, λοιπόν, τα ανωτέρω, οι δηλώσεις τρίτου που υπέβαλε στο Ειρηνοδικείο Αθηνών η καθ' ης η ανακοπή ήταν ειλικρινείς και ακριβείς και η υπό κρίση ανακοπή ήταν απορριπτέα ως ουσιαστικά αβάσιμη, ενώ, επιπρόσθετα, ουδέν στοιχείο απέκρυψε και ουδόλως παραβίασε την υποχρέωσή της να παράσχει τη δέουσα νόμιμη πληροφόρηση στην ανακόπτουσα/ενάγουσα, μη αποδειχθέντος δε έτσι προεχόντως ζημιογόνου γεγονότος (ανακριβούς δήλωσης) ή άλλης παράνομης πράξης ούτε άλλωστε συμπεριφοράς αντίθετης στις αρχές της καλής πίστης και γενεσιουργού λόγου ευθύνης της εναγόμενης, η ένδικη αγωγή αποζημίωσης ήταν απορριπτέα ως ουσιαστικά αβάσιμη". Με βάση τις παραδοχές αυτές, το Εφετείο, (το οποίο προηγουμένως είχε απορρίψει την ανακοπή ως μη νόμιμη ως προς τον πρώτο λόγο αυτής και ως αόριστη την ερειδόμενη στον λόγο αυτό αγωγή αποζημίωσης, διατάξεις που δεν πλήττονται με λόγο αναίρεσης) δέχθηκε την έφεση της καθής η ανακοπή και ήδη αναιρεσίβλητης, εξαφάνισε την απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, στη συνέχεια δε, κρατώντας και δικάζοντας την υπόθεση, δεχόμενο ότι η καθής η ανακοπή προέβη σε ειλικρινείς και ακριβείς δηλώσεις τρίτου, με βάση τα επιδοθέντα σ' αυτήν κατασχετήρια έγγραφα και ότι παρείχε την αναγκαία και δυνατή πληροφόρηση στην επισπεύδουσα, σύμφωνα με τις καταχωρήσεις στο Μητρώο της, απέρριψε και τον δεύτερο λόγο ανακοπής, όπως και την ανακοπή στο σύνολό της ως ουσιαστικά αβάσιμη, Έτσι που έκρινε το Εφετείο, και απέρριψε τον δεύτερο λόγο ανακοπής, δεν παραβίασε ευθέως τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 982, 983 παρ. 5, 985, 986 και 991 Α ΚΠολΔ, 74 Ν. 3606/2007, 1 και 6 εδ. α' Ν. 3756/2009 σε συνδυασμό με τις επίσης ουσιαστικού δικαίου κανονιστικές διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 4,25,26 και 32, 3 παρ. 1, 4 παρ. 1,12 παρ. 1, 13 παρ. 1 και 3, 15, 22, 43 παρ. 1 και 2, 50, 57, 104 και 105 του εκδοθέντος κατά νομοθετική εξουσιοδότηση και δημοσιευθέντος νομίμως στο ΦΕΚ Κανονισμού Λειτουργίας του Σ.Α.Τ(ΦΕΚ Β' 901/16.06.2004), τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, καθόσον τα ανελέγκτως δεκτά γενόμενα ως αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά: 1) ότι οι 858.708.764 ονομαστικές Συνήθεις Μετοχές της εκδότριας εταιρείας με την επωνυμία "..." με έδρα στη ... ..., που ανήκαν στην οφειλέτρια της αναιρεσείουσας ... και οι οποίες αποτελούσαν το αντικείμενο της κατάσχεσης, εισήχθησαν πρωτογενώς στο Χρηματιστήριο Αξιών ... (Χ.Α.Κ), όπου η ... τηρούσε, (στο Κεντρικό Αποθετήριο/Γενικό Μητρώο ...) Μερίδα Επενδυτή, στο οποίο και πιστώθηκαν/καταχωρίστηκαν οι μετοχές αυτές, και δεν καταχωρίστηκαν, ούτε κατά τους επίμαχους χρόνους ήταν καταχωρημένες στο Κεντρικό Μητρώο της καθής η ανακοπή και ήδη αναιρεσείβλητης (...) και σε Μερίδα Επενδυτή της ..., ούτε υπήρχε Ειδικός Λογαριασμός της Λαϊκής Τράπεζα στην καθής η ανακοπή και ήδη αναιρεσίβλητη ..., ώστε να έχει αυτή την κατοχή των εν λόγω μετοχών και ακολούθως την ιδιότητα του τρίτου (ως θεματοφύλακα) ως προς αυτές, οι οποίες είχαν καταχωρηθεί σε Μερίδα Επενδυτή σε αλλοδαπό Κεντρικό Αποθετήριο Αξιών/Μητρώο και δη στο Κεντρικό Αποθετήριο Αξιών/Κεντρικό Μητρώο ..., στο οποίο η καθης - αναιρεσίβλητη δεν είχε πρόσβαση, 2) ότι ούτε η παράλληλη διαπραγμάτευση των μετοχών αυτών στο Χ.Α.Κ και στο Χ.Α, συνεπάγεται και κατοχή των εν λόγω μετοχών από την καθής -αναιρεσιβλητη, αφού κατά τις ως άνω ουσιαστικές παραδοχές δεν υπάρχει διασύνδεση των Αποθετηρίων Ελλάδος και ... και οι καταχωρήσεις σε αυτά είναι αυτοτελείς και δεν πραγματοποιούνται κοινές εγγραφές, ενώ η δευτερογενής καταχώριση στο Σ.Α.Τ - που γίνεται στην περίπτωση δευτερογενούς διαπραγμάτευσης μετοχών στο Χ.Α - δεν συνιστά καταχώριση κατά την προεκτεθείσα έννοια, αλλά μόνο παρακολούθηση στο Σ.Α.Τ, με λογιστικές εγγραφές και 3)ότι η αναιρεσίβλητη παρείχε στην αναιρεσείουσα και όλη την αναγκαία πληροφόρηση, την οποία μπορούσε να παράσχει σύμφωνα με τις καταχωρήσεις στο Μητρώο της, αφού δεν έχει τη δυνατότητα να παράσχει πληροφορίες για τις επίμαχες μετοχές οι οποίες είχαν καταχωρηθεί σε Μερίδα Επενδυτή σε αλλοδαπό Κεντρικό Αποθετήριο Αξιών/Μητρώο, στο οποίο δεν είχε πρόσβαση, δικαιολογούν το αποδεικτικό του πόρισμα ότι α)η αναιρεσίβλητη δεν ήταν τρίτος στην συγκεκριμένη περίπτωση, αφού δεν την συνέδεε σχέση θεματοφύλακα με την οφειλέτρια- καθ' ου η εκτέλεση ... ως προς τις επίδικες μετοχές της Τράπεζας ... ιδιοκτησίας της και β) ότι παρέσχε όλα τα στοιχεία, στα οποία είχε πρόσβαση και επομένως ήταν γνωστά σε αυτήν και συνεπώς ότι αμφότερες οι δηλώσεις της ήταν ακριβείς και γι' αυτό θα πρέπει να απορριφθεί και ο δεύτερος λόγος ανακοπής, όπως και η συναφής αγωγή αποζημίωσης. Η πρόσθετη αιτίαση της αναιρεσείουσας ότι το Εφετείο παραβίασε το δίδαγμα της κοινής πείρας "ότι, εφόσον ένας αλλοδαπός τίτλος τυγχάνει παράλληλης διαπραγμάτευσης, τελούνται πράξεις επ' αυτού, οι οποίες είναι αδύνατον να μην καταγράφονται στο μητρώο της αναιρεσίβλητης", είναι απαράδεκτη διότι, το επικαλούμενο δίδαγμα αφενός δεν αποτελεί δίδαγμα κοινής πείρας και αφετέρου σε κάθε περίπτωση δεν αφορά την ερμηνεία κανόνων δικαίου ή την υπαγωγή των πραγματικών γεγονότων σ' αυτούς, αλλά, υπό την επίκληση της παράβασης αυτής, πλήττεται ανεπίτρεπτα, κατά το άρθρο 561 παρ. 1 ΚΠολΔ, η ανέλεγκτη αναιρετικά ουσιαστική κρίση του Εφετείου ότι "οι επίμαχες Συνήθεις Μετοχές που απέκτησε η ... από την εκδότρια αλλοδαπή εταιρεία Τράπεζα ..., δεν καταχωρίστηκαν στο Κεντρικό Μητρώο της καθ' ης η ανακοπή "...." και σε Μερίδα Επενδυτή της ... με Λογαριασμό/ους Αξιών δημιουργημένο/ους από Χειριστή/ες στην "...." με επακόλουθο και την μη ύπαρξη Ειδικού Λογαριασμού" και ότι "αποδείχθηκε ότι η οφειλέτρια ... (τόσο η ίδια όσο και το υποκατάστημά της στην Ελλάδα) τηρούσε στο Μητρώο της καθ' ης η ανακοπή/εναγόμενης δύο Μερίδες Επενδυτή, αντίστοιχα, στον Ειδικό Λογαριασμό των οποίων δεν υπήρχαν μετοχές για να δεσμευτούν, ενώ η τελευταία (καθ' ης η ανακοπή/εναγόμενη) προς εκπλήρωση της ειδικής ως άνω έκφανσης του δικαιώματος πληροφόρησης της ανακόπτουσας/ ενάγουσας και σύμφωνα με τις αρχές της καλής πίστης, στις προμνημονευόμενες δύο δηλώσεις τρίτου που υπέβαλε στο Ειρηνοδικείο Αθηνών, ανέφερε με τις δέουσες λεπτομέρειες τόσο τους Χειριστές των Λογαριασμών Αξιών των άνω Μερίδων Επενδυτή της οφειλέτριας, όσο και το είδος των μετοχών και τις εκδότριες αυτών που υπήρχαν σ' αυτούς τους Λογαριασμούς. Εκ των άνω παρέπεται ότι η καθ' ης η ανακοπή /εναγόμενη προέβη σε ειλικρινείς και ακριβείς δηλώσεις τρίτου, με βάση τα επιδοθέντα σ' αυτήν κατασχετήρια έγγραφα και παρείχε την αναγκαία και δυνατή πληροφόρηση στην επισπεύδουσα, όπως ήταν εκ του νόμου υποχρεωμένη και με βάση τις αρχές της καλής πίστης, σύμφωνα με τις καταχωρήσεις στο Μητρώο της, χωρίς να έχει τη δυνατότητα να παράσχει πληροφορίες για το αντικείμενο της κατάσχεσης και δη τις επίμαχες Συνήθεις Μετοχές με εκδότρια την αλλοδαπή εταιρεία Τράπεζα ..., που ανήκαν στην οφειλέτριά ..., και οι οποίες είχαν καταχωρηθεί σε Μερίδα Επενδυτή σε αλλοδαπό Κεντρικό Αποθετήριο Αξιών/Μητρώο και δη στο Κεντρικό Αποθετήριο Αξιών/Κεντρικό Μητρώο ..., στο οποίο δεν είχε πρόσβαση". Επομένως οι πρώτος και δεύτερος λόγοι αναίρεσης, εκτιμώμενοι ως σύνολο, με τους οποίους αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η ανωτέρω πλημμέλεια από το άρθρο 559 αρ.1 ΚΠολΔ είναι αβάσιμοι. Κατόπιν τούτων και μη υπάρχοντος άλλου λόγου αναίρεσης προς έρευνα, πρέπει η από 1/11/2022 αίτηση αναίρεσης να απορριφθεί, να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος από την αναιρεσείουσα για την άσκηση της αναίρεσης παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο και να καταδικαστεί η αναιρεσείουσα, λόγω της ήττας της, στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης που παραστάθηκε και κατέθεσε προτάσεις, κατά παραδοχή του σχετικού νόμιμου αιτήματός της (άρθρ. 176,183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), σύμφωνα με το διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 1/11/2022 αίτηση της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "..." για αναίρεση της υπ'αριθ.... αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών.
Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο. Και,
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της αναιρεσίβλητης, τα οποία ορίζει σε (2.700) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 26 Νοεμβρίου 2024.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 22 Ιανουαρίου 2025.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ