
Σύνδεσμος απόφασης
Απόφαση 132 / 2025    (Α1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)
Αριθμός 132/2025
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
A1' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ασημίνα Υφαντή, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Βρυσηίδα Θωμάτου, Γεώργιο Σχοινοχωρίτη, Ευτύχιο Νικόπουλο και Μαρία Πετσάλη - Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 22 Ιανουαρίου 2024, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων: 1) Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία "...", που εδρεύει στον Πειραιά και εκπροσωπείται νόμιμα, 2) Ν. Π., κατοίκου ..., ως νομίμου εκπροσώπου της ως άνω εταιρείας, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Κωνσταντίνο Παπασπύρου και κατέθεσαν προτάσεις.
Της αναιρεσιβλήτου: Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία "..." όπως μετονομάστηκε η εταιρεία με την επωνυμία "..." και τον διακριτικό τίτλο "...", που εδρεύει στην Παιανία Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Χρυσόστομο Βελάκη με δήλωση κατ' άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 21/7/2010 αγωγή της ήδη αναιρεσιβλήτου και την από 29/7/2010 αγωγή των ήδη αναιρεσειόντων, που κατατέθηκαν στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών και συνεκδικάστηκαν. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: ... οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και ... του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 15/10/2021 αίτησή τους.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο πληρεξούσιος των αναιρεσειόντων ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως και την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως προσβάλλεται η αντιμωλία των διαδίκων εκδοθείσα κατά την τακτική διαδικασία υπ' αρ. ... απόφαση του Εφετείου Αθηνών, με την οποία : α) απορρίφθηκε η ασκηθείσα από τους αναιρεσείοντες έφεση (και πρόσθετοι λόγοι) κατά της υπ' αρ. ... οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, κατά το μέρος που με αυτή, αφενός μεν είχε γίνει δεκτή η από 21-7-2010 αγωγή της αναιρεσίβλητης, με την οποία ζητούσε να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι και ήδη αναιρεσείοντες να της καταβάλουν, έκαστος εις ολόκληρον, το ποσό των 1.260.000 ευρώ, ως αποζημίωση, λόγω αδικοπραξίας, τελεσθείσας με την έκδοση ακάλυπτων επιταγών, αφετέρου δε είχε απορριφθεί, ως ουσιαστικά αβάσιμη, ως προς την πρώτη αναιρεσείουσα η συνεκδικασθείσα από το άνω δικαστήριο από 29-7-2010 αγωγή των αναιρεσειόντων, με την οποία ζητούσαν να αναγνωριστεί ότι η εναγομένη και ήδη αναιρεσίβλητη υποχρεούται να τους καταβάλει λόγω της υπερημερίας της ως προς την παράδοση του ανατεθέντος σε αυτή έργου (κατασκευή ακινήτου) και της παραβάσεως των συμβατικών υποχρεώσεών της : i) τα ποσά των 648.846,64 και 2.465.617,23 ευρώ για απωλεσθέντα εισοδήματα για περίοδο 30 μηνών και 114 μηνών αντίστοιχα, ii) το ποσό των 500.000 ευρώ, ως αποζημίωση, για την αποκατάσταση των ελλείψεων και κακοτεχνιών του έργου και iii) χρηματική ικανοποίηση, ύψους 1.000.000 ευρώ για ηθική βλάβη και β) έγινε δεκτή η ασκηθείσα από τον δεύτερο αναιρεσείοντα έφεση κατά της ίδιας παραπάνω πρωτόδικης αποφάσεως, που είχε απορρίψει και ως προς αυτόν την από 29-7-2010 αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη, και μετά από εξαφάνιση αυτής απορρίφθηκε η αγωγή ως προς αυτόν λόγω ελλείψεως ενεργητικής νομιμοποιήσεως. Η αίτηση αναιρέσεως έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 552, 553, 556, 558, 564 παρ. 3, 566 παρ. 1 ΚΠολΔ), είναι παραδεκτή (άρθρο 577 παρ. 1 ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 577 παρ. 3 ΚΠολΔ). Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 361 και 694 παρ. 1 του ΑΚ συνάγεται ότι στη σύμβαση μισθώσεως έργου, ο εργολάβος υποχρεούται σε προεκπλήρωση. Οφείλει δηλαδή έναντι του κυρίου του έργου να εκπληρώσει πρώτος τόσο την κύρια υποχρέωσή του (της κατασκευής του έργου), όσο και κάθε άλλη υποχρέωσή του, η οποία βάσει συμβατικού όρου ανάγεται σε κύρια υποχρέωση. Μόλις δε προβεί στην εκπλήρωση των εν λόγω υποχρεώσεών του δικαιούται να ζητήσει την αμοιβή του ταυτόχρονα με την παράδοση του έργου (ΑΠ 697/2000). Η υποχρέωσή του αυτή αποτελεί εξαίρεση από τις γενικές αρχές που ισχύουν στις αμφοτεροβαρείς συμβάσεις. Ωστόσο, η ως άνω διάταξη είναι ενδοτικού δικαίου και επομένως μπορεί να συμφωνηθεί μεταξύ των συμβαλλομένων όχι μόνο ότι ο εργολάβος δεν υποχρεούται σε προεκπλήρωση, αλλά αντίθετα ότι ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλει την αμοιβή ή μέρος αυτής σε χρόνο προγενέστερο της παραδόσεως του έργου, δηλαδή ότι αυτός υποχρεούται σε προεκπλήρωση (ΑΠ 1130/2017, ΑΠ 1665/2014, ΑΠ 1069/2009). Από τη διάταξη του 686 εδ. β` ΑΚ, η οποία ορίζει ότι, όταν υπάρχει υπερημερία εργολάβου, διατηρούνται ακέραια τα δικαιώματα που έχει ο εργοδότης εξαιτίας της, προκύπτει ότι αν έχει παρέλθει ο συμβατικός χρόνος παραδόσεως και ο εργολάβος έχει περιέλθει σε υπερημερία, ο εργοδότης έχει τα δικαιώματα των άρθρων 383 ως 385 ΑΚ. Από την ως άνω διάταξη σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 330, 341 και 342 ΑΚ συνάγεται ότι, αν για την εκπλήρωση της παροχής του εργολάβου, συμφωνηθεί ορισμένη ημέρα, αυτός ως οφειλέτης, γίνεται υπερήμερος με μόνη την παρέλευση της ημέρας αυτής (ΑΠ 1047/2023, ΑΠ 692/2020, ΑΠ 1026/2020), εκτός αν αυτός επικαλεσθεί και αποδείξει κατ` ένσταση ότι η καθυστέρηση ως προς την εκπλήρωση της παροχής του οφείλεται σε γεγονός για το οποίο δεν υπέχει ευθύνη (ΑΠ 378/2010). Το πταίσμα του οφειλέτη δεν αποτελεί προϋπόθεση της αξιώσεως του δανειστή, αλλ` αντιθέτως, η έλλειψη υπαιτιότητας του οφειλέτη θεμελιώνει καταλυτική ένσταση της αγωγικής αξιώσεως, την οποία οφείλει ο τελευταίος να επικαλεσθεί και αποδείξει, οπότε θα θεωρηθεί ότι αυτός δεν περιήλθε σε υπερημερία, καθόσον η έλλειψη πταίσματος δεν είναι λόγος άρσεως της υπερημερίας, αφού το πταίσμα του τεκμαίρεται, αλλά λόγος μη επελεύσεώς της (ΑΠ 692/2020, ΑΠ 699/2019, ΑΠ 1708/2017, ΑΠ 1623/2014). Γεγονός για το οποίο δεν έχει ευθύνη ο οφειλέτης είναι κάθε εύλογη αιτία, λόγω της οποίας δικαιολογείται η μη εκπλήρωση ή η μη προσήκουσα εκπλήρωση της παροχής του, εφόσον όμως δεν μπορεί να αποδοθεί σε δόλο ή αμέλειά του, όταν δηλαδή την ίδια καθυστέρηση θα επεδείκνυε κάθε επιμελής άνθρωπος ευρισκόμενος υπό τις ίδιες συνθήκες, καταβάλλοντας τη συνήθη προσπάθεια εκπληρώσεως (ΑΠ 699/2019, ΑΠ 1967/2017, ΑΠ 521/2014). Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 914 του ΑΚ, κατά την οποία, όποιος ζημιώνει άλλον παράνομα και υπαίτια, έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει, προκύπτει ότι μεταξύ των προϋποθέσεων της αδικοπρακτικής ευθύνης είναι ο παράνομος χαρακτήρας της πράξεως και ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ του ζημιογόνου γεγονότος και της ζημίας. Παράνομη είναι και η έκδοση ακάλυπτης επιταγής, σύμφωνα με το άρθρο 79 παρ. 1 του νόμου 5960/1933 "περί επιταγής", όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ν. 1325/1972, κατά το οποίο τιμωρείται με τις προβλεπόμενες σε αυτό ποινές εκείνος που εκδίδει επιταγή, χωρίς να έχει αντίστοιχα διαθέσιμα κεφάλαια στην πληρώτρια τράπεζα, κατά το χρόνο της εκδόσεως ή της πληρωμής της επιταγής. Από την ποινική αυτή διάταξη, που θεσπίστηκε για την προστασία όχι μόνο του δημόσιου, αλλά και του ιδιωτικού συμφέροντος, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 297, 298 και 914 επ. του ΑΚ, προκύπτει ότι εκείνος που εκδίδει ακάλυπτη επιταγή, ζημιώνοντας έτσι παράνομα και υπαίτια άλλον, υποχρεούται να τον αποζημιώσει. Η αξίωση προς αποζημίωση από το άρθρο 914 επ. του ΑΚ συρρέει με την αξίωση από την επιταγή από τα άρθρα 40-47 του ν. 5960/1933 και απόκειται στο δικαιούχο να ασκήσει αυτήν που προκρίνει (Ολ.Α.Π. 23/2007, Ολ.Α.Π. 30/2003), η ικανοποίηση, όμως, της μιας από αυτές, επιφέρει απόσβεση της άλλης.
Συνεπώς, η έκδοση ακάλυπτης τραπεζικής επιταγής αποτελεί για τον εκδότη της, που ενήργησε δολίως, κατά την ανωτέρω έννοια, αδικοπραξία, η οποία τον υποχρεώνει, κατά τα άρθρα 914 και 932 του ΑΚ, σε ισόποση, καταρχάς, με το ποσό της επιταγής αποζημίωση και εύλογη, λόγω ηθικής βλάβης, χρηματική ικανοποίηση του νόμιμου κομιστή, ο οποίος, μάλιστα, δεν είναι αναγκαίο να είναι αυτός που την εμφάνισε στην πληρώτρια τράπεζα, αλλά δύναται να είναι και προηγούμενος οπισθογράφος, που πλήρωσε την επιταγή και έγινε κομιστής, με δικαίωμα αναγωγής, εφόσον αυτός υφίσταται τελικώς τη ζημία από τη μη πληρωμή της επιταγής, υπό την έννοια ότι η ζημία του είναι απότοκη της παράνομης συμπεριφοράς του εκδότη και τελεί σε πρόσφορη αιτιώδη συνάφεια με αυτή (Ολ.Α.Π. 29/2007, Α.Π.34/2021, Α.Π. 362/2014, Α.Π. 1008/2010). Για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος αυτού δεν ενδιαφέρει η αιτία της εκδόσεως της επιταγής και, ιδίως, δεν ενδιαφέρει η ανυπαρξία ή η ακυρότητα ή η απόσβεση ή το ανεπίτρεπτο της ασκήσεως της απαιτήσεως από την υποκείμενη σχέση μεταξύ του εκδότη και του λήπτη της επιταγής. Ωστόσο, δεν αποκλείεται απαλλαγή εκείνου που εξέδωσε την ακάλυπτη επιταγή από την προαναφερόμενη αστική ευθύνη του έναντι του λήπτη και νόμιμου κομιστή της επιταγής, που ατελέσφορα την εμφάνισε προς πληρωμή ή ο περιορισμός της εκτάσεως αυτής της ευθύνης, με βάση τη μεταξύ τους υποκείμενη σχέση και κατόπιν συνδρομής των προϋποθέσεων εφαρμογής του άρθρου 300 του ΑΚ, περί συντρέχοντος πταίσματος του παθόντος στη ζημία ή την έκτασή της ή του άρθρου 288 του ίδιου Κώδικα, περί υποχρεώσεως του δανειστή να απαιτήσει από τον οφειλέτη εκπλήρωση της παροχής, όπως απαιτεί η συναλλακτική καλή πίστη ή του άρθρου 281 του ΑΚ, περί απαγορεύσεως της καταχρηστικής εκ μέρους του δανειστή ασκήσεως της απαιτήσεώς του (ΑΠ 79/2023).
Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθμ. 19 Κ.Πολ.Δ, αναίρεση επιτρέπεται αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση. Έλλειψη δε νομίμου βάσεως της αποφάσεως συντρέχει, όταν στο αιτιολογικό της αποφάσεως, που αποτελεί την ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού, δεν περιέχονται καθόλου ή δεν αναφέρονται με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία το δικαστήριο της ουσίας στήριξε την κρίση του επί ζητήματος με ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης κι έτσι δεν μπορεί να ελεγχθεί, αν στη συγκεκριμένη περίπτωση συνέτρεχαν ή όχι οι όροι του κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που εφαρμόστηκε ή αν συνέτρεχαν οι όροι άλλου κανόνα που ήταν εφαρμοστέος αλλά δεν εφαρμόσθηκε (Ολ. ΑΠ 2/2019, ΟλΑΠ 15/2006, ΑΠ 357/2023, ΑΠ 150/2023). Ειδικότερα, από τη διάταξη αυτή, που αποτελεί κύρωση της παραβάσεως του άρθρου 93 παρ.3 του Συντάγματος, προκύπτει ότι ο προβλεπόμενος από αυτή λόγος αναιρέσεως ιδρύεται όταν στην ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου πραγματικά περιστατικά (έλλειψη αιτιολογίας), ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται, βάσει του πραγματικού του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου, για την επέλευση της έννομης συνέπειας που απαγγέλθηκε ή την άρνησή της (ανεπαρκής αιτιολογία) ή όταν αντιφάσκουν μεταξύ τους (αντιφατική αιτιολογία), δηλαδή όταν τα πραγματικά περιστατικά που στηρίζουν το αποδεικτικό πόρισμά της για κρίσιμο ζήτημα συγκρούονται μεταξύ τους και αλληλοαναιρούνται, αποδυναμώνοντας έτσι την κρίση της αποφάσεως για την υπαγωγή ή μη της ατομικής περιπτώσεως στο πραγματικό συγκεκριμένου κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που συνιστά και το νομικό χαρακτηρισμό της ατομικής περιπτώσεως. Δεν υπάρχει όμως ανεπάρκεια αιτιολογιών, όταν η απόφαση περιέχει συνοπτικές αλλά πλήρεις αιτιολογίες. Εξάλλου, το κατά νόμο αναγκαίο περιεχόμενο της ελάσσονος προτάσεως προσδιορίζεται από τον εκάστοτε εφαρμοστέο κανόνα ουσιαστικού δικαίου, του οποίου το πραγματικό πρέπει να καλύπτεται πλήρως από τις παραδοχές της αποφάσεως στο αποδεικτικό της πόρισμα, και να μην καταλείπονται αμφιβολίες. Ελλείψεις δε αναγόμενες μόνο στην ανάλυση και στάθμιση των αποδεικτικών μέσων και γενικότερα ως προς την αιτιολόγηση του αποδεικτικού πορίσματος, αν αυτό διατυπώνεται σαφώς, δεν συνιστούν ανεπαρκείς αιτιολογίες. Δηλαδή, μόνο το τι αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε είναι ανάγκη να εκτίθεται στην απόφαση πλήρως και σαφώς και όχι γιατί αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε (ΑΠ 357/2023).
Με τον μοναδικό λόγο της αναιρέσεως, κατ' ορθή εκτίμηση του περιεχομένου του, αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, συνισταμένη στο ότι, το Εφετείο παραβίασε εκ πλαγίου τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 686 εδ. β, 340, 343 παρ1, 383, 385, 914 ΑΚ και 79 του Ν. 5960/1933, δεχόμενο εσφαλμένα, με ανεπαρκείς και αντιφατικές αιτιολογίες ότι είχε λάβει χώρα, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην επίδικη σύμβαση, η προσωρινή παραλαβή του έργου και η πλασματική παραλαβή του από την εργοδότρια, ότι η εργολάβος δεν είχε περιέλθει σε υπερημερία εκπληρώσεως της παροχής και ότι οφείλονται στην εργολάβο τα ποσά των επίδικων επιταγών. Από την παραδεκτή, κατ` άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ, επισκόπηση της προσβαλλομένης αποφάσεως, προκύπτει ότι το Εφετείο δέχθηκε, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα ενδιαφέροντα την έρευνα αυτού του αναιρετικού λόγου: "Η ενάγουσα - εκκαλούσα εταιρεία "... ΑΕ" απέκτησε την κυριότητα ενός οικοπέδου εμβαδού 342,875 τ.μ. κείμενου επί της ... στον Πειραιά. Κατόπιν αιτήσεως της άνω ενάγουσας εταιρείας η οποία επιθυμούσε να αξιοποιήσει το παραπάνω οικόπεδο διά της αναθέσεως σε εργολάβο του έργου ανεγέρσεως οικοδομής επ' αυτού εκδόθηκε από την Διεύθυνση Πολεοδομίας της τότε Νομαρχίας Πειραιά η με αριθμ. ... άδεια ανέγερσης επταώροφου κτιρίου γραφείων με ισόγειο κατάστημα, δύο υπόγεια γκαράζ και στέγη. Ακολούθως, με το από 18.10.2006 ιδιωτικό συμφωνητικό η άνω ενάγουσα - εναγομένη εκκαλούσα εταιρεία εκπροσωπούμενη από το δεύτερο των εναγόντων - εναγομένων - εκκαλούντων ανέθεσε στην ενάγουσα - εναγομένη - εφεσίβλητη εταιρεία την κατασκευή επί του άνω ακινήτου της ενός επταώροφου κτιρίου γραφείων με ισόγειο κατάστημα, δύο υπόγεια και στέγη αντί εργολαβικού ανταλλάγματος ύψους 2.220.000,00 ευρώ πλέον του αναλογούντος ΦΠΑ. Με βάση τον όρο 1 του άνω Συμφωνητικού το έργο θα εκτελεσθεί σύμφωνα με τα συμβατικά τεύχη τα οποία κατά σειρά ισχύος είναι τα ακόλουθα : α) το άνω συμφωνητικό, β) η Συγγραφή Υποχρεώσεων (εφεξής Σ.Υ.) γ) ο Προϋπολογισμός του έργου δ) ο Πίνακας πληρωμών ε) τα σχέδια της μελέτης Κατασκευής του έργου στ) η Τεχνική περιγραφή οικοδομικών εργασιών ζ) το χρονοδιάγραμμα του έργου. Με βάση τον όρο 2 του άνω από 18.10.2006 ιδιωτικού συμφωνητικού και τον ταυτόσημο όρο 5 της Σ.Υ. η έναρξη των εργασιών έπρεπε να γίνει εντός 15 ημερών από την υπογραφή του και για την πιστοποίησή της θα συνταχθεί πρωτόκολλο εγκατάστασης το οποίο θα συνυπογράψουν ο επιβλέπων και ο ανάδοχος, δηλαδή η εφεσίβλητη εταιρεία. Στον όρο 5 του άνω συμφωνητικού προβλέπεται ότι το σύνολο των εργασιών έπρεπε να αποπερατωθεί σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα και σε κάθε περίπτωση εντός δεκατεσσάρων μηνών από την υπογραφή του πρωτοκόλλου εγκατάστασης (συνολική προθεσμία). Στο άρθρο 1.2.2. της Σ.Υ. προβλέπεται ότι "Επιβλέπων" ή "επιβλέπων Μηχανικός" ή "Επίβλεψη" είναι η εταιρεία ... ΑΕ ή οι νόμιμοι εκπρόσωποί τους ή άλλο πρόσωπο που θα οριστεί από την εργοδότρια εταιρεία. Κατά το άρθρο 15 της Σ.Υ. η εργοδότρια εταιρεία ασκεί την επίβλεψη της εκτέλεσης των εργασιών και τον έλεγχο για την πιστή τήρηση των όρων της σύμβασης μέσω του Επιβλέποντος, κατά τον όρο 3 του άνω ιδιωτικού συμφωνητικού οι πληρωμές στον ανάδοχο θα γίνονται με ανακεφαλαιωτικές μηνιαίες πιστοποιήσεις που θα συντάσσονται από τον ίδιο με βάση την πρόοδο των εργασιών και σύμφωνα με τον επισυναπτόμενο Πίνακα Πληρωμών, κατά το άρθρο 22 της Σ.Υ. οι πληρωμές προς την εργολάβο - εφεσίβλητη θα γίνονται με βάση μηνιαίες πιστοποιήσεις και διενεργούνται στις φάσεις (μηνιαίες πιστοποιήσεις) που συντάσσει η εργολάβος και ελέγχει ο επιβλέπων ο οποίος τις συνυπογράφει, όπως τις ήλεγξε και τις διόρθωσε, κατά το άρθρο 28 παρ. 1 η εργοδότρια - εκκαλούσα εταιρεία διατηρεί το δικαίωμα αύξησης ή περιορισμού των εργασιών : α) Οι ποσότητες των εργασιών κατά κονδύλιο υπόκεινται σε απεριόριστη αυξομείωση μέχρι μηδενισμού, β) Είναι δυνατή η προσθήκη νέων εργασιών σε απεριόριστο αριθμό και ποσότητες, γ) Το σύνολο της δαπάνης ή και των ποσοτήτων γενικά, μπορεί επίσης να αυξομειωθεί κατά συν ή πλην πενήντα τοις εκατό (50%) του ποσού της συνολικής αρχικής προσφοράς του Αναδόχου. Αυξομείωση δεν νοείται μόνο στην έκταση του κτιρίου. Αυξομείωση είναι δυνατόν να γίνει και σε διατομές υποστυλωμάτων και τοιχείων φέροντος οργανισμού. Μέσα στα όρια αυτά ο Ανάδοχος ουδεμιάς αποζημίωσης δικαιούται για ζημίες ή διαφυγόντα κέρδη και δεν μπορεί επί ποινή έκπτωσης να αρνηθεί την εκτέλεση των αυξημένων ή μειωμένων ποσοτήτων ή των νέων εργασιών, κατά την παρ. 2 του άρθρου 28 η σύνταξη νέων τιμών μονάδας θα γίνεται από κοινού μεταξύ του Αναδόχου και του Επιβλέποντος. Οι τιμές θα περιλαμβάνουν όφελος και γενικά έξοδα του Αναδόχου, όπως περιγράφονται στους όρους Τιμολογίου, κατά την παρ. 3 σε περίπτωση αυξομείωσης του αντικειμένου της Εργολαβίας ή νέων εργασιών η μεταβολή που θα επέλθει στην κατ' αποκοπή τιμή θα καθορισθεί με επιμέτρηση των αντίστοιχων εργασιών και θα προστεθεί για πληρωμή ή θα αφαιρεθεί από την κατ' αποκοπή τιμή του Αναδόχου, όπως παρακάτω παρουσιάζεται. Στο άρθρο 33 της Σ.Υ. ορίστηκε ότι η εργολάβος ήδη εφεσίβλητη εταιρεία δικαιούται παράτασης της προθεσμίας εκτέλεσης των εργασιών, μεταξύ άλλων, εάν προξενηθεί καθυστέρηση των εργασιών από πράξεις ή αμέλεια της εργοδότριας ή από αλλαγές στις εργασίες που διατάχθηκαν από την εργοδότρια για την οποία ο επιβλέπων θα αποφασίσει ότι δικαιολογεί παράταση προθεσμίας. Στο άρθρο 40 της Σ.Υ. προβλέπονται τα εξής : (παρ. 1) Μετά την πλήρη περάτωση του έργου υπογράφεται μεταξύ του Αναδόχου και της Επίβλεψης πρωτόκολλο πέρατος του έργου και στη συνέχεια διενεργείται από Επιτροπή που θα συσταθεί από τον Εργοδότη κατά την απόλυτη κρίση του και εντός χρονικού διαστήματος ενός μηνός η προσωρινή παραλαβή του έργου, παρουσία του Αναδόχου ή και εν απουσία του, αν αυτός δεν παραστεί, αν και εκλήθη εγγράφως. (παρ. 2) Η Επιτροπή Προσωρινής Παραλαβής ελέγχει κατά το εφικτό, εάν οι εργασίες εκτελέσθησαν από τον Ανάδοχο σύμφωνα με τις ανειλημμένες υποχρεώσεις του και σημειώνει στα Πρωτόκολλα Προσωρινής Παραλαβής τις τυχόν παρατηρήσεις της. (παρ. 3) Εάν η Επιτροπή Προσωρινής Παραλαβής διαπιστώσει την ύπαρξη συγκεκριμένων ελλείψεων ή κακοτεχνιών στο Έργο ο Ανάδοχος είναι υποχρεωμένος στη συμπλήρωση των ελλείψεων του Έργου ή στην αποκατάσταση των κακοτεχνιών, όπως αυτές θ' αναγράφονται στο Πρωτόκολλο Προσωρινής Παραλαβής, μέσα σε τακτή εύλογη προθεσμία που θα του κοινοποιηθεί έγγραφα. Εάν παρέλθει άπρακτη η πιο πάνω προθεσμία ο Εργοδότης μπορεί να προβεί κατά οποιοδήποτε τρόπο στη συμπλήρωση των ελλείψεων του Έργου ή στην άρση των κακοτεχνιών του σε βάρος και για λογαριασμό του Αναδόχου, σύμφωνα με το άρθρο 26 αυτής της Συγγραφής, (παρ. 4) Εάν παρέλθει χρονικό διάστημα δύο μηνών από την ημερομηνία υπογραφής του πρωτοκόλλου πέρατος και η Επιτροπή Προσωρινής Παραλαβής δεν παραλαμβάνει προσωρινά το έργο, η παραλαβή θεωρείται ως αυτοδικαίως γενόμενη. (παρ. 5) Μετά την Προσωρινή Παραλαβή του έργου, τη συμπλήρωση των τυχόν ελλείψεων του έργου και την αποκατάσταση των τυχόν κακοτεχνιών του, ο Εργοδότης θα επιστρέφει στον Ανάδοχο τις κρατήσεις εγγύησης 5% αφού αφαιρεθούν απ' αυτές οι τυχόν δικαιολογημένες από τη Σύμβαση απαιτήσεις του Εργοδότη σε βάρος του Αναδόχου. (παρ. 6) Μετά πάροδο χρονικού διαστήματος εγγύησης 6 (έξι) μηνών από την ημερομηνία υπογραφής του Πρωτοκόλλου Προσωρινής Παραλαβής θα διενεργηθεί από την Επιτροπή που θα συσταθεί από τον Εργοδότη, κατά την απόλυτη κρίση του, η Οριστική Παραλαβή του έργου. (παρ. 7) Κατά το μεταξύ της Προσωρινής και της Οριστικής Παραλαβής εξάμηνο, οσάκις θα εμφανίζονται στο έργο ελαττώματα, βλάβες ή φθορές από υπαιτιότητα του Αναδόχου θα καλείται αυτός έγγραφα από τον Εργοδότη να τις αποκαταστήσει σε εύλογη προθεσμία. Εάν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία, ο Εργοδότης έχει το δικαίωμα να προβαίνει κατά οποιοδήποτε τρόπο στην αποκατάσταση των βλαβών σε βάρος και για λογαριασμό του Αναδόχου. (παρ. 8) Μετά την Οριστική Παραλαβή του Έργου ο Εργοδότης θα επιστρέφει στον Ανάδοχο την αρχική εγγυοδοσία του, εφ' όσον δεν θα συντρέχουν δικαιολογημένοι από τη Σύμβαση λόγοι κατάπτωσης αυτής εν μέρει ή εν όλω υπέρ του Εργοδότη. (παρ. 9) Εάν παρέλθει χρονικό διάστημα δύο μηνών από την ημερομηνία υπογραφής του πρωτοκόλλου πέρατος και η Επιτροπή Οριστικής Παραλαβής δεν παραλαμβάνει οριστικά το έργο, η παραλαβή θεωρείται ως αυτοδικαίως γενόμενη. Προδήλως τα συμβαλλόμενα μέρη διατύπωσαν εσφαλμένα την άνω παρ. 9 του άρθρου 40 της Σ.Υ., διότι δεν είναι νοητό να θέλησαν να θέσουν ως χρονική αφετηρία εντός της οποίας η οριζόμενη από τον Εργοδότη Επιτροπή Οριστικής Παραλαβής οφείλει να παραλάβει οριστικά το έργο την ημερομηνία σύνταξης του πρωτοκόλλου πέρατος μετά την άπρακτη πάροδο της οποίας αναγνωρίζουν ως έννομη συνέπεια την οριστική παραλαβή του έργου, διότι σύμφωνα με τις προαναφερθείσες παραγρ. 1 επ. του ίδιου άρθρου της Σ.Υ. μετά την σύνταξη του πρωτοκόλλου πέρατος ακολουθεί η προσωρινή παραλαβή του έργου και έτσι κατά λογική ακολουθία η αφετηρία έναρξης της προθεσμίας, η άπρακτη παρέλευση της οποίας επιφέρει τις άνω έννομες συνέπειες, πρέπει να συμπίπτει με τη μεταγενέστερη ημερομηνία σύνταξης του πρωτοκόλλου προσωρινής παραλαβής.
Συνεπώς, το κοινό ηθελημένο νόημα της ερμηνευόμενης με βάση την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη παραπάνω παρ. 9 του άρθρου 40 της Σ.Υ. είναι ότι η σχετική προθεσμία αφετηριάζεται από την ημερομηνία σύνταξης του πρωτοκόλλου προσωρινής παραλαβής και το διάστημα της εν λόγω προθεσμίας πρέπει να μεγαλύτερο των έξι μηνών, δεδομένου ότι ο εργοδότης έχει αφής στιγμής συνταχθεί το πρωτόκολλο προσωρινής παραλαβής το χρονικό περιθώριο των 6 μηνών να διενεργήσει την οριστική παραλαβή του έργου. Συνακόλουθα, πρέπει να γίνει δεκτό ότι τα συμβαλλόμενα μέρη επεδίωκαν η οριστική παραλαβή του έργου να θεωρείται ως αυτοδικαίως γενόμενη μετά την άπρακτη πάροδο 7 μηνών από την ημερομηνία συντάξεως του πρωτοκόλλου προσωρινής παραλαβής. Ερμηνευτικό επιχείρημα υπέρ της διάγνωσης της παραπάνω θέλησης των συμβαλλόμενων μερών αντλείται από τις παραπάνω παραγράφους 1 και 4 του άρθρου 40 της Σ.Υ. με τις οποίες αφενός ρυθμίζεται η υποχρέωση του εργοδότη εντός ενός μηνός από την υπογραφή του πρωτόκολλου πέρατος να παραλάβει προσωρινά το έργο και αφετέρου προβλέπεται ότι σε περίπτωση που παρέλθει άπρακτο το διάστημα των 2 μηνών από την υπογραφή του άνω πρωτοκόλλου πέρατος, δηλαδή χωρίς να γίνει εντός αυτού προσωρινή παραλαβή από τον εργοδότη, αυτή θεωρείται ως αυτοδικαίως γενόμενη. Με τους παραπάνω συμβατικούς όρους τα συμβαλλόμενα μέρη απέβλεψαν να προσδώσουν έννομες συνέπειες στην παράλειψη του εργοδότη να προβεί σε προσωρινή ή και οριστική παραλαβή του έργου εντός των παραπάνω χρονικών διαστημάτων, ώστε να μην τελεί σε εκκρεμότητα η μεταξύ των διαδίκων έννομη σχέση της σύμβασης έργου. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η εφεσίβλητη εργολάβος εταιρεία δεν προέβη στην έναρξη εργασιών εκσκαφής του οικοπέδου κατά τον προβλεπόμενο στο άνω συμφωνητικό χρόνο, δηλαδή σε 15 ημέρες μετά την υπογραφή του (18.10.2006) αλλά καθυστέρησε για χρονικό διάστημα τριών εβδομάδων και προς δικαιολόγηση της εν λόγω καθυστέρησης επικαλέστηκε ότι αυτή οφείλεται στην ανεύρεση πυρομαχικών εντός του οικοπέδου της άνω εκκαλούσας εργοδότριας εταιρείας. Όμως, ο ισχυρισμός αυτός και η σχετική κατάθεση του μάρτυρα της εφεσίβλητης εργολάβου εταιρείας Γ. Τ., πολιτικού μηχανικού, διευθυντή του παραπάνω έργου, ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου ότι κατά την έναρξη των εργασιών βρέθηκαν πυρομαχικά στο οικόπεδο και έτσι, το έργο καθυστέρησε για τρεις εβδομάδες, αναιρείται από τα προσκομιζόμενα από τους εκκαλούντες υπ' αριθμ. ... και ... έγγραφα του Τάγματος Εκκαθαρίσεως Ναρκοπεδίων Ξηράς (3ο Γραφείο) από τα οποία προκύπτει ότι είχε πραγματοποιηθεί με μέριμνα του άνω Τάγματος απομάκρυνση από το άνω οικόπεδο παλαιού πολεμικού υλικού το Νοέμβριο του 2006, προτού δηλαδή συναφθεί το παραπάνω συμφωνητικό μίσθωσης έργου, η δε εφεσίβλητη ουδόλως αντικρούει το αποδεικτικό αυτό έγγραφο. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η εκκαλούσα εργοδότρια εταιρεία επιδιώκοντας την ποιοτική αναβάθμιση του έργου ανέθεσε κατά την διάρκεια εκτέλεσης των εργασιών και ειδικότερα μετά το μήνα Νοέμβριο του 2007 στην εφεσίβλητη εργολάβο εταιρεία την εκτέλεση των παρακάτω πρόσθετων μη προβλεπόμενων στα άνω συμβατικά τεύχη εργασιών, ενώ το μήνα Φεβρουάριο του 2008 προέβη σε τροποποίηση της ηλεκτρομηχανολογικής και αρχιτεκτονικής μελέτης του άνω έργου. Οι πρόσθετες εργασίες είναι οι ακόλουθες: 1. Τοποθέτηση προοξειδωμένου χαλκού αντί κοινού στη στέγη, 2. Τοποθέτηση σκοτίας σε υπόγεια, κλιμακοστάσιο και ποταμούς, 3. Κατασκευή επένδυσης γυψοσανίδας αντί επιχρίσματος, 4. Πρόσθετη κατασκευή επένδυσης γυψοσανίδας αντί επιχρίσματος, 5. Επίχρισμα-χρωματισμός όψης γειτονικού κτιρίου, 6. Τοποθέτηση θερμοδιακοπτόμενων κουφωμάτων και υαλοπετάσματος αντί κοινών, 7. Νέα ηλεκτρολογική εγκατάσταση (καλωδιώσεις και πίνακες) για 5 ορόφους, 8. Τοποθέτηση γρανίτη στο κεντρικό κλιμακοστάσιο, στα lobby και στα κουζινάκια των ορόφων, 9. Νέες ψευδοοροφές για τους 5 τυπικούς ορόφους, 10. Νέες ψευδοοροφές, 11. Πύκνωση του σκελετού γυψοσανίδας και τοποθέτηση άνθυγρης σε μπάνια και κουζινάκια, 12. Πρόσθετες υδραυλικές εργασίες για τα δύο υπόγεια και τους πέντε τυπικούς ορόφους, 13. Πρόσθετες εργασίες αεραγωγών για τα δύο υπόγεια και τους πέντε τυπικούς ορόφους, 14. Πρόσθετο κόστος για την τοποθέτηση υπερυψωμένου δαπέδου με τελική επικάλυψη PVC, 15. Πρόσθετο κόστος προμήθειας στομίων, πυροδιαφραγμάτων και εκκαπνιστών, 16. Πρόσθετο κόστος ψευδοοροφών υπογείου, ισογείου, ημιώροφου, παταριού, 6ου και 7ου ορόφου, 17. Πρόσθετο κόστος προμήθειας Η/Ζ, 18. Πρόσθετο κόστος προμήθειας πινάκων Η/Ζ, κοινόχρηστων χώρων, στ' ορόφου και δώματος, 19. Πρόσθετο κόστος μεταλλικής κατασκευής ενσωμάτωσης της υδρορροής στην οροφή, 20. Πρόσθετο κόστος προμήθειας και τοποθέτησης VRV, 21. Πρόσθετο κόστος προμήθειας συστημάτων πυρανίχνευσης, συναγερμού και θυροτηλεόρασης, 22. Πρόσθετο κόστος προμήθειας ειδών υγιεινής, 23. Πρόσθετο κόστος προμήθειας και τοποθέτησης ξύλινων θυρών, 24. Πρόσθετο κόστος προμήθειας και τοποθέτησης πλακιδίων ROYAL MOSSA, 25. Πρόσθετο κόστος κατασκευής περιμετρικής φάσας στη στέγη από προοξειδωμένο χαλκό, 26. Πρόσθετο κόστος σωληνώσεων, 27. Πρόσθετο κόστος πυράντοχων μεταλλικών θυρών, 28. Ηλεκτρομηχανολογική εγκατάσταση ασθενών ρευμάτων πυρανίχνευσης, συναγερμού και θυροτηλεόρασης, 29.Πρόσθετο κόστος σιδηρών κατασκευών/υαλοπετάσματος όψεως, 30. Πρόσθετο κόστος για την τοποθέτηση υαλότουβλων στον ακάλυπτο με τον Ζώνα, 31. Μεταλλικό πατάρι στ' ορόφου, 32. Κατανεμητές ΟΤΕ, 33. Κουρτινιέρες, 34. Επένδυση 2+0 γυψοσανίδας εσωτερικά υαλοπετάσματος, 35. Διπλό αντιριζικό ασφαλτόπανο-ζαρντινιέρες ορόφων, 36. Διαμόρφωση ρύσεων με αφρομπετόν-ζαρτινιέρες ορόφων, 37. Σιδηρές κάσες περιμετρικά επάλληλων θυρών γ' και δ' ορόφων (μόνο οι εσωτερικές), 38. Μεταλλικής κατασκευής ενίσχυσης στέγης στο σημείο των κουφωμάτων οροφής, 39. Βαφή ψευδοοροφής γυψοσανίδας 5 τυπικών ορόφων με πλαστικό, 40. Βαφή γυψοσανίδας με ριπολίνη οικολογική, 41. Shaft στον στ' όροφο, 42. Μάρμαρο Καβάλας στο πατάρι ισογείου με σοβατέπι, 43. Δαπεδόστρωση ακάλυπτου με μάρμαρο Καβάλας, 44. Κρυφές θύρες γραφειακών χώρων βαμμένες με μηχανισμό, 45. Ερμάριο WC στ' ορόφου, 46. Δαπεδόστρωση βοηθητικών χώρων (β' υπογείου αποθήκη + η/μ χώρος υπερδώματος) με σοβατέπι από το ίδιο υλικό, 47. Δαπεδόστρωση γρανίτη στο κυκλικό κλιμακοστάσιο με σοβατέπι από το ίδιο υλικό, 48. Κοπή δοκού στο ισόγειο και ενίσχυση υποστυλώματος, 49. Ποδιές από μάρμαρο Καβάλας-ζαρτινιέρες ορόφων, 50. Βαφή στον ακάλυπτο περιμετρικά Η/Ζ, 51. Αεραγωγοί στ' ορόφου, 52. Ηλεκτρολογική εγκατάσταση στ' ορόφου, 53. Στηθαίο κυκλικού κλιμακοστασίου από γυψοσανίδα, 54. Περσίδες πέργκολας, 55. Μεταλλικό πλαίσιο πέργκολας ανάρτησης συστήματος ηλιοπροστασίας, 56. Πρόσθετα τμήματα επένδυσης αλουμινίου, 57. Κουφώματα αλουμινίου οροφής. Οι εργασίες αυτές περιλαμβάνονται στον προσκομιζόμενο από την εφεσίβλητη από Οκτωβρίου 2008 πίνακα εξωσυμβατικών εργασιών που συνέταξε η εργοδότρια εκκαλούσα εταιρεία. Κατά την διάρκεια εκτέλεσης των εργασιών η εκκαλούσα εργοδότρια εταιρεία έδωσε εντολή στην εργοδότρια εφεσίβλητη εταιρεία να μην αποπερατώσει το ισόγειο κατάστημα αλλά αυτό να παραμείνει "ψυχρό κέλυφος", δηλαδή στο στάδιο του σκυροδέματος ώστε ο υποψήφιος μισθωτής να το διαμορφώσει εσωτερικά σύμφωνα με τις επιθυμίες του. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώθηκε τόσο από την ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου σαφή, κατηγορηματική και εξ ιδίας αντιλήψεως κατάθεση του πολιτικού μηχανικού Γ. Τ., εργαζόμενου στην εφεσίβλητη εργολάβο εταιρεία υπό την ιδιότητα του Διευθυντή του επίδικου έργου όσο και από την άνω υπ' αριθμ. ... ένορκη βεβαίωση του Κ. Κ. επιβλέποντος μηχανικού για λογαριασμό της εργοδότριας εκκαλούσας εταιρείας. Εξαιτίας της παραπάνω συμφωνίας μεταξύ των συμβαλλομένων μερών να μην αποπερατωθεί το ισόγειο κατάστημα, η εφεσίβλητη εργολάβος εταιρεία δεν προέβη σε τιμολόγηση του κόστους των εργασιών ύψους 23.761,74 ευρώ πλέον ΦΠΑ που δεν εκτελέστηκαν στο ισόγειο κατάστημα, όπως προκύπτει από τη με αριθμ. πρωτ. ... επιστολή της εφεσίβλητης υπογραφόμενη από το Δ. Π. προς την εκκαλούσα εταιρεία. Η εφεσίβλητη εργολάβος εταιρεία αποπεράτωσε το έργο εκτελώντας αφενός τις προβλεπόμενες στα συμβατικά τεύχη εργασίες, εκτός από την αποπεράτωση του ισογείου και αφετέρου τις άνω πρόσθετες εργασίες που της ανατέθηκαν στις 3.12.2012, οπότε και υπεγράφη σύμφωνα με το άνω άρθρ. 40 της Σ.Υ. το πρωτόκολλο πέρατος του έργου αφενός από τον άνω Κ. Κ. υπό την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου της ορισθείσας από τη εκκαλούσα εταιρεία ως επιβλέπουσας μηχανικού εταιρείας "... Α.Ε." και αφετέρου από τον άνω Διευθυντή του έργου Γ. Τ. που ενεργούσε για λογαριασμό της εργολάβου εφεσίβλητης εταιρείας. Στη συνέχεια στις 14-1-2009 παρελήφθη προσωρινά το άνω έργο από την εκκαλούσα εταιρεία και συντάχθηκε αυθημερόν το πρωτόκολλο προσωρινής παραλαβής που υπεγράφη ομοίως από τους ανωτέρω το οποίο κοινοποιήθηκε στις 4.12.2008 στην εκκαλούσα εργοδότρια εταιρεία. Στο παραπάνω πρωτόκολλο αναφέρεται ότι το έργο εκτελέστηκε έντεχνα και σε χρόνους που η εργοδότρια εταιρεία υπαγόρευε σε σχέση με τη χρηματοδότηση προς την εργολάβο εταιρεία, καθώς και ότι διαπιστώθηκαν ορισμένες εκκρεμότητες-παρατηρήσεις που καταγράφονται στον επισυναπτόμενο πίνακα οι οποίες είναι εξής : 1. Στην κεντρική θύρα εισόδου του κτιρίου απαιτείτο αλλαγή υαλοπίνακα με τύπο όμοιο με αυτόν των υαλοπετασμάτων, 2. Καθαρισμός ή αλλαγή της δαπεδόστρωσης γρανίτη που παρουσιάζει αλλοιώσεις στο lobby εισόδου, 3. Επιχωμάτωση των προβλεπομένων χώρων στον ακάλυπτο μέχρι την επικάλυψη της θεμελίωσης των μεταλλικών κλιμάκων, 4. Τοποθέτηση μεταλλικής λάμας κατά μήκος της συναρμογής του ασφαλτόπανου και του τοιχίου εσωτερικά των χώρων φύτευσης του ακαλύπτου, 5. Τοποθέτηση μεταλλικών λαβών στις κρυφές θύρες των αποθηκευτικών χώρων των γραφείων, 6. Επικόλληση των αρμοκαλύπτρων του υπερυψωμένου δαπέδου, 7. Τοποθέτηση πρόσθετου φύλλου pvc στις θύρες παροχών του υπερυψωμένου δαπέδου, έτσι ώστε να μην δημιουργείται ανισοσταθμία με τις περιμετρικές πλάκες, 8. Σοβατεπί (φαλτσογωνίες) στα κενά που εμφανίζονται περιμετρικά της θύρας του ανελκυστήρα, 9. Επιμέλεια σοβά-χρωματισμού στην ρηγμάτωση που είχε εμφανιστεί στο κεντρικό κλιμακοστάσιο στο στ' όροφο περιμετρικά των υαλότουβλων, 10. Καθαρισμός των η/μ shafts και τοποθέτηση αναρτώμενης θύρας επίσκεψης αποτελούμενη από οριζόντιες μπάρες με κενό ίσο ή μικρότερο των 15 εκατοστών, 11. Βαφή φύλλου επένδυσης όψης στον 4ο όροφο στο ίδιο χρώμα με αυτό της υδρορροής. Στον παραπάνω πίνακα σχετικά με τις μηχανολογικές εργασίες αναφέρεται ότι η παραλαβή περιορίσθηκε στον οπτικό έλεγχο των εγκαταστάσεων δεδομένου, ότι το κτίριο δεν είχε ηλεκτροδοτηθεί και οι πίνακες των εγκαταστάσεων των ασθενών ρευμάτων (ασφάλεια και πυρανίχνευση) δεν είχαν συνδεθεί και ακολούθως ότι μετά από έλεγχο καταγράφονται οι εξής παρατηρήσεις : 1. απαιτείται γενικός και επιμελής καθαρισμός των μηχανημάτων των εγκαταστάσεων (πυροσβεστικό συγκρότημα, ανεμιστήρας εξαερισμού, χώρων στάθμευσης, VRV), 2. Σε όλους τους πίνακες απαιτείται να τοποθετηθούν τα κλειδιά που θα στερεώνονταν με αλυσίδα, 3. Απαιτείται να τοποθετηθεί το κατάλληλο κλειδί στο αντλιοστάσιο ακαθάρτων ώστε να μπορεί να ανοίγει το κάλυμμά του, 4. Απαιτείται να κλεισθούν όλες οι τρύπες από τις οποίες διέρχονται η/μ εγκαταστάσεις, 5. Στο χώρο εγκατάστασης του ανεμιστήρα εξαερισμού των υπογείων, απαιτείται η τοποθέτηση διακόπτη συντήρησης, 6. Έπρεπε να ρυθμιστούν τα διαφράγματα των στομίων απόρριψης από τους χώρους στάθμευσης, γιατί ορισμένα στόμια είχαν πολύ χαμηλή παροχή, 7. Οι βάνες/βαλβίδες αντεπιστροφής του αντλιοστασίου ακαθάρτων ήταν τοποθετημένες με λάθος σειρά, καθώς έπρεπε να προηγηθεί η βαλβίδα αντεπιστροφής και να ακολουθεί η βάννα), 8. Η αναμονή γείωσης στο shaft στη στάθμη του β' υπογείου έπρεπε να τερματισθεί σε μπάρα, 9. Στην πόρτα του ηλεκτρικού πίνακα του α' υπογείου έλειπε ένας μεντεσές, 10. Το σχαράκι αποχέτευσης των νερών δαπέδου στο ά υπόγειο δεν μπορούσε να αφαιρεθεί δεδομένου ότι τμήμα του είχε καλυφθεί από το σκυρόδεμα, 11. Στον κεντρικό κατανεμητή του ισογείου δεν υπήρχε κλειδαριά, 12. Η σχάρα απορροής του ακαλύπτου δεν είχε οριζοντιωθεί με αποτέλεσμα να μην μπορούν να αποχετευτούν τα νερά του χώρου, 13. Οι εξωτερικές μονάδες VRV έπρεπε να σταθεροποιηθούν, 14. Απαιτείται ρύθμιση των DAMPERS εκκαπνισμού του κεντρικού κλιμακοστασίου. Οι παραπάνω διαπιστωθείσες εκκρεμότητες που συνιστούν επουσιώδεις ελλείψεις του έργου, αποκαταστάθηκαν κατά το προσεχές διάστημα, όπως καταθέτει αφενός ο επιβλέπων μηχανικός της εκκαλούσας εργοδότριας εταιρείας Κ. Κ.ς στην άνω υπ' αριθμ, ... ένορκη βεβαίωσή του και αφετέρου ο εργοταξιάρχης της εφεσίβλητης εργολάβου εταιρείας Π. Π. στην παραπάνω υπ' αριθμ. ... ένορκη βεβαίωση του. Η εργοδότρια εταιρεία παρέλειψε να προβεί σε οριστική παραλαβή του έργου και έτσι με την πάροδο επτά μηνών από την άνω ημερομηνία σύνταξης του πρωτοκόλλου προσωρινής παραλαβής η οριστική παραλαβή θεωρείται αυτοδίκαια γενόμενη σύμφωνα με προαναφερθέν νόημα που θέλησαν να προσδώσουν τα συμβαλλόμενα μέρη στην παρ. 9 του άρθρου 40 της Σ.Υ. Αποδείχθηκε ότι η προθεσμία περάτωσης του έργου το οποίο έπρεπε να ολοκληρωθεί μέχρι και τον Ιανουάριο του 2008 παρατάθηκε πριν τη λήξη της άτυπα με συμφωνία των διαδίκων και την συγκατάθεση του άνω επιβλέποντος μηχανικού της εργοδότριας εταιρείας κατά το άρθρο 33 της Σ.Υ. μέχρι και το χρόνο σύνταξης του παραπάνω πρωτοκόλλου πέρατος του έργου, προκειμένου να αφενός εκτελεσθούν οι άνω πρόσθετες εργασίες που η εκκαλούσα εργοδότρια ανέθεσε στην εφεσίβλητη εταιρεία και αφετέρου να κατασκευαστεί το έργο με βάση τις άνω τροποποιημένες μελέτες.
Συνεπώς, η τελευταία δεν περιήλθε σε υπερημερία περί την εκτέλεση του έργου και σε κάθε περίπτωση δεν είναι υπαίτια για την καθυστέρηση στην εκτέλεση του έργου, αφού αυτή οφείλεται στην εκτέλεση των άνω πρόσθετων εργασιών και στην τροποποίηση των παραπάνω μελετών που διήρκησαν κατά το παραπάνω διάστημα. Η κρίση του δικαστηρίου για την σύναψη της άνω συμφωνίας παράτασης ενισχύεται από το γεγονός ότι η παράταση αυτή ήταν αναγκαία στο πλαίσιο εκτέλεσης των πρόσθετων εργασιών, δεδομένου ότι η διαδικασία εγκρίσεως αυτών ήταν χρονοβόρα, όπως αναφέρει στην παραπάνω ένορκη βεβαίωσή του ο άνω επιβλέπων μηχανικός για λογαριασμό της εργοδότριας εκκαλούσας εταιρείας, Κ. Κ.ς. Συγκεκριμένα, η εφεσίβλητη εργολάβος εταιρεία για εκάστη πρόσθετη εργασία υπέβαλε προς έγκριση την οικονομική προσφορά της στην εκκαλούσα εταιρεία, όμως η έγκριση αυτή γινόταν με καθυστέρηση, όπως επιβεβαιώνεται και από την άνω ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα Π. Π., πολιτικού μηχανικού που συνεργάστηκε με την εφεσίβλητη εργολάβο εταιρεία στην κατασκευή του επίδικου έργου, καθώς και από την προσκομιζόμενη από την εφεσίβλητη με αριθμ. πρωτ. ... επιστολή που απέστειλε ο άνω διευθυντής του έργου Γ. Τ.ς προς την εκκαλούσα εργοδότρια εταιρεία στην οποία επισημαίνει ότι εκκρεμεί η έγκριση δαπάνης για εξωσυμβατικές εργασίες που αναφέρονται στις από 16.7.08 και 10.9.08 επιστολές της (εφεσίβλητης), δηλαδή από την επιστολή αυτή προκύπτει ότι η εκκαλούσα εταιρεία καθυστερεί για διάστημα δύο μηνών την έγκριση του κόστους των άνω εργασιών. Άλλωστε, εάν πράγματι η εφεσίβλητη εργολάβος εταιρεία είχε περιέλθει σε υπερημερία περί την εκτέλεση του έργου, η εκκαλούσα εργοδότρια εταιρεία θα είχε διαμαρτυρηθεί εγγράφως για την αιτία αυτή προς την πρώτη μέχρι την σύνταξη του πρωτοκόλλου προσωρινής παραλαβής, πλην, όμως, ουδόλως προέβη σε κάποια διαμαρτυρία αλλά ο άνω μάρτυρας Κ. Κ.ς κατέθεσε στην άνω ένορκη βεβαίωσή του ότι υπέγραψε, κατ' εντολήν της εκκαλούσας εταιρείας το παραπάνω πρωτόκολλο προσωρινής παραλαβής στο οποίο αναφέρεται ότι το έργο εκτελέστηκε σε χρόνους που η εργοδότρια εταιρεία υπαγόρευε, και ότι ακολούθως ο ίδιος ενημέρωσε την εργοδότρια εταιρεία. Η κρίση αυτή του δικαστηρίου επιρρωνύεται και από το γεγονός ότι η εφεσίβλητη εταιρεία με την υπ' αριθμ. πρωτ. ... επιστολή της προς την εκκαλούσα επικαλούμενη τις εκτεταμένες αλλαγές υλικών και προδιαγραφών του έργου και την συνακόλουθη χωρίς δική της υπαιτιότητα καθυστέρηση υλοποίησης του έργου την ενημερώνει ότι το πρόσθετο κόστος για λειτουργικά έξοδα του εργοταξίου ανέρχεται σε 13.600 ευρώ, χωρίς όμως να αντιλέξει η εκκαλούσα εταιρεία ότι δεν υποχρεούται να καταβάλει τα επιπρόσθετα έξοδα του εργοταξίου ένεκα της υπέρβασης της προθεσμίας περάτωσης του έργου, η οποία οφείλεται σε υπαιτιότητα της εφεσίβλητης εργολάβου εταιρείας. Με βάση τα ανωτέρω συμπεραίνεται ότι η προαναφερθείσα καθυστέρηση έναρξης των εργασιών επί τρεις εβδομάδες δεν ασκεί έννομη επιρροή, αφού παρατάθηκε η προθεσμία εκτέλεσης του έργου με συμφωνία των διαδίκων εταιρειών. Είναι αξιοσημείωτο ότι η εκκαλούσα για πρώτη φορά προέβαλε τους ισχυρισμούς της για μη αποπεράτωση του έργου και ύπαρξη κακοτεχνιών και ελλείψεων σε αυτό με την υπό κρίση αγωγή της που ασκήθηκε μετά την άσκηση της συνεκδικαζόμενης αγωγής της εφεσίβλητης εταιρείας με την οποία αξιώνει την καταψήφιση της εκκαλούσας εργοδότριας εταιρείας στην καταβολή του ποσού των παρακάτω αναφερόμενων επιταγών που αντιστοιχούν στο υπόλοιπο της οφειλόμενης σε αυτήν εργολαβική της. Η εκκαλούσα εταιρεία εμμένοντας στον ισχυρισμό της ότι το παραπάνω έργο δεν αποπερατώθηκε ισχυρίζεται ότι ο άνω Κ. Κ.ς δεν είχε εντολή ούτε εξουσιοδότηση να υπογράψει το πρωτόκολλο πέρατος του έργου και το πρωτόκολλο προσωρινής παραλαβής, δεδομένου ότι στην παραπάνω άδεια οικοδομής με βάση την οποία αυτή ανεγέρθηκε είχε ορισθεί ως επιβλέπων μηχανικός ο αρχιτέκτων Α. Μ. ο οποίος ήταν ο μόνος αρμόδιος να παραλάβει το έργο. Ο ισχυρισμός αυτός δεν αποδεικνύεται από την άνω με αριθμ. ... ένορκη κατάθεση του μάρτυρα Π. Π., υιού του δευτέρου εκκαλούντος, ο οποίος ανέφερε ότι ο Α. Μ. είχε την αποκλειστική πληρεξουσιότητα για προσωρινή και οριστική παραλαβή του έργου, διότι η κατάθεση αυτή κλονίζεται από τα παρακάτω αποδεικτικά στοιχεία. Με την παραπάνω Σ.Υ. υποχρεώσεων είχε ορισθεί ως επιβλέπων μηχανικός η εταιρεία ... ΑΕ ή οι νόμιμοι εκπρόσωποί τους και πράγματι ο Κ. Κ.ς, που τύγχανε νόμιμος εκπρόσωπος αυτής κατ' εντολή της εργοδότριας εκκαλούσας εταιρείας επέβλεπε τις εκτελούμενες εργασίες και ενέκρινε τους λογαριασμούς που αποτύπωναν την αξία των εκτελεσθεισών εργασιών μαζί με τις σχετικές πιστοποιήσεις των εν λόγω εργασιών που εξέδιδε η εργολάβος εφεσίβλητη εταιρεία και μετά την γνωστοποίηση της έγκρισής τους προς την εργοδότρια εκκαλούσα εταιρεία η τελευταία εξοφλούσε τα οικεία τιμολόγια που εξέδιδε η εργολάβος εταιρεία. Η τήρηση της παραπάνω προβλεπόμενης στη Σ.Υ. διαδικασίας για την πληρωμή των τιμολογίων που εξέδιδε η εφεσίβλητη εργολάβος εταιρεία επιβεβαιώθηκε από την κατάθεση του μάρτυρα της εκκαλούσας εργοδότριας εταιρείας Π. Π. ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου ο οποίος ανέφερε χαρακτηριστικά ότι οι πιστοποιήσεις των εργασιών γίνονταν από την εφεσίβλητη εταιρεία η οποία τις έστελνε στον άνω Κ. Κ. μαζί με τα σχετικά τιμολόγια, ο οποίος, αφού έλεγχε, εάν έγιναν σωστά, ακολούθως τα έστελνε στην εκκαλούσα εταιρεία προς πληρωμή. Η κατάθεση του ίδιου μάρτυρα Π. Π. ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου ότι ο Κ. Κ.ς υπέγραψε τις προσκομιζόμενες επτά πιστοποιήσεις εργασιών για το επίδικο έργο με ημερομηνία 13.3.07, 1.5.07, 25.7.07, 12.11.07, 21.2.08, 29.5.08 και 27.6.08 χωρίς την εντολή της εκκαλούσας ουδόλως είναι πειστική, διότι καταρχάς αντιφάσκει προς την ανωτέρω ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου κατάθεσή του και επιπλέον, διότι, εάν είχε συμβεί το άνω γεγονός, η εκκαλούσα θα είχε διαμαρτυρηθεί κατά το διάστημα αυτό και θα μπορούσε, προκειμένου να παύσει ο άνω Κ. Κ.ς να εγκρίνει τις εκτελεσθείσες εργασίες χωρίς την εντολή της, να καλέσει την εφεσίβλητη εργολάβο εταιρεία να αποστέλλει τις πιστοποιήσεις των εργασιών προς έγκριση στον άνω αρχιτέκτονα μηχανικό Α. Μ., αρνούμενη στην αντίθετη περίπτωση να εξοφλήσει τα σχετικά τιμολόγια, κάτι που δεν έπραξε, αφού κατά τα κατωτέρω εκτιθέμενα εξόφλησε ολοσχερώς τα πρώτα τέσσερα τιμολόγια που εξέδωσε η εφεσίβλητη εργολάβος εταιρεία. Η εκκαλούσα εργοδότρια εταιρεία επιχειρώντας να δικαιολογήσει την παρουσία του άνω Κ. Κ. στο επίδικο έργο επαναλαμβάνει στην έφεση τον προβληθέντα με τις κατατεθείσες ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου προτάσεις της ισχυρισμό ότι είχε αναθέσει στον άνω Κ. Κ. τη μερική επίβλεψη του έργου διευκρινίζοντας με τις προτάσεις που κατέθεσε ενώπιον του δικαστηρίου αυτού ως προς το αντικείμενο της μερικής επίβλεψης ότι όντας ικανοποιημένη από την προσφορά των υπηρεσιών του Κ. Κ. είτε προς την ίδια είτε προς την άλλη εταιρεία "... ΑΕ", μητρική της εκκαλούσας, η οποία είχε αναθέσει σε χρόνο προγενέστερο του ένδικου χρόνου στην εφεσίβλητη εργολάβο εταιρεία την ανέγερση σταθμού αυτοκινήτων επί της οδού ... στην Αθήνα, τον παρακάλεσε να επισκέπτεται μαζί με τους εκπροσώπους της το επίδικο έργο, ώστε να λαμβάνει μία δεύτερη γνώμη, αφού ήταν άνθρωπος εμπιστοσύνης. Σε σχέση με τον ισχυρισμό αυτό ο άνω μάρτυρας της εκκαλούσας εργοδότριας εταιρείας Π. Π.ς, κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου ότι κυρίως επιβλέπων μηχανικός ήταν ο Α. Μ. και ο άνω Κ. Κ.ς ήταν "επιπλέον" επιβλέπων μηχανικός. Η κατάθεση του άνω μάρτυρα αποδυναμώνεται από το γεγονός ότι κατά την διάρκεια των εργασιών για την κατασκευή του επίδικου έργου ουδέποτε, όπως αποδείχθηκε, εμφανίστηκε ο άνω Α. Μ. να ασκήσει καθήκοντα κύριου επιβλέποντος μηχανικού και έτσι, δεν ευσταθεί ο ισχυρισμός της εκκαλούσας εργοδότριας εταιρείας ότι ήθελε και τη γνώμη του Κ. Κ., ο οποίος δήθεν ασκούσε μερική επίβλεψη, αφού κατά τα εκτεθέντα ο τελευταίος άσκησε αποκλειστικά μόνος του τα καθήκοντα του επιβλέποντος μηχανικού στο επίδικο έργο εγκρίνοντας στο πλαίσιο αυτό τις πιστοποιήσεις των εκτελεσθεισών εργασιών χωρίς οποιαδήποτε αντίρρηση της εκκαλούσας εργοδότριας εταιρείας. Εξάλλου, πρέπει να επισημανθεί ότι, μολονότι το πρωτόκολλο πέρατος του έργου που είχε υπογράψει ο άνω Κ. Κ.ς κοινοποιήθηκε στην εκκαλούσα εργοδότρια εταιρεία με τηλεμοιοτυπία στις 4.12.2008, γεγονός που με βάση την Σ.Υ. επιφέρει έννομες συνέπειες, εντούτοις η τελευταία έως την άσκηση της προκείμενης αγωγής της δεν διαμαρτυρήθηκε σχετικά με το περιστατικό αυτό προς την εφεσίβλητη εταιρεία προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι το έργο δεν αποπερατώθηκε και ότι ο άνω Κ. Κ.ς δεν ήταν εξουσιοδοτημένος να υπογράψει το άνω πρωτόκολλο. Επίσης, η εκκαλούσα εργοδότρια εταιρεία μνημονεύει στην προσθήκη επί των προτάσεων που κατέθεσε ενώπιον του δικαστηρίου αυτού ότι το πρωτόκολλο πέρατος του έργου και το πρωτόκολλο προσωρινής παραλαβής είναι "κατασκευασμένα", αφού ως εργοδότης αναφέρεται η εταιρεία "... ΑΕ" (μητρική της εκκαλούσας) η οποία, όμως, είχε αναθέσει το παραπάνω προγενέστερο έργο κατασκευής σταθμού αυτοκινήτων στην εφεσίβλητη εταιρεία και άρα τα επίμαχα έγγραφα αφορούν το κατασκευασθέν επί της οδού ... κτίριο. Σχετικά με το ζήτημα αυτό ο μάρτυρας της εκκαλούσας Π. Π.ς καταθέτει στην άνω ένορκη βεβαίωσή του ότι το από 14.1.2009 πρωτόκολλο προσωρινής παραλαβής αφορά το έργο επί της οδού ... στην Αθήνα και όχι το επίδικο. Από την επισκόπηση των εν λόγω εγγράφων πράγματι προκύπτει μεν ότι ως εργοδότης αναφέρεται η εταιρεία "... ΑΕ" που είναι μητρική της εκκαλούσας εταιρείας και όχι η τελευταία, όμως όλα τα υπόλοιπα αναγραφόμενα στα εν λόγω πρωτόκολλα στοιχεία, δηλαδή περιγραφόμενο έργο, τόπος εκτέλεσης του έργου και το από 18.10.2006 ιδιωτικό συμφωνητικό αφορούν το επίδικο έργο και συνακόλουθα, συμπεραίνεται ότι εκ παραδρομής ως εργοδότης αναφέρεται η άνω εταιρεία αντί της εκκαλούσας. Επίσης, η εκκαλούσα εργοδότρια εταιρεία προς απόδειξη της αγωγής της και των αμυντικών ισχυρισμών που προέβαλε κατά της αγωγής της εργολάβου εφεσίβλητης εταιρείας προσκομίζει την από 18.1.2011 έκθεση αυτοψίας που συνέταξε ο άνω Α. Μ. ο οποίος κατόπιν διενέργειας αυτοψίας στο επίδικο έργο στις 14.12.2010 διαπίστωσε τα εξής : α) ότι όλα τα υαλοπετάσματα είναι ελλιπώς στεγανοποιημένα εσωτερικά και εξωτερικά β) οι ρύσεις απορροής ομβρίων στους εξώστες, στην είσοδο του κτιρίου και στην αυλή του ακάλυπτου είναι ανεπαρκείς και ότι σε πολλά σημεία παρατηρούνται χονδοειδή κενά στην στεγανοποίηση γ) η κατακόρυφη επένδυση με φύλλα προοξειδωμένου χαλκού στην πρόσοψη έχει γίνει προφανώς με χρήση διαφορετικού τύπου υλικού και κακή εφαρμογή του και έτσι, παρατηρούνται έντονες διχρωμίες δ) στον πέμπτο όροφο το πατάρι είναι ημιτελές και παρατηρείται αποκόλληση των επενδύσεων ε) στον 2 και 3 όροφο παρατηρούνται υγρασίες στα φωτιστικά οροφής και στα στηθαιάκια των εξωστών παρατηρούνται ρηγμαρτώσεις ανά 1,0 μ. που συνεχίζονται έως και τα δάπεδα των εξωστών στ) παρατηρούνται ρηγματώσεις σε διάφορα σημεία των επενδύσεων γυψοσανίδας σε όλους τους ορόφους ζ) το ισόγειο κατάστημα είναι ημιτελές η) στον ακάλυπτο χώρο δεν υπάρχει κιγκλίδωμα οριοθέτησης και προστασίας στο όριο του οικοπέδου με το γειτονικό θ) σε αμφότερα τα υπόγεια αλλά εντονότερα στο δεύτερο υπάρχει σοβαρό πρόβλημα με νερά που προέρχονται από τα τοιχία λόγω κακής εφαρμογής της στεγανολεκάνης και παρά την μετέπειτα επέμβαση διόρθωσης των διαρροών, όπως φαίνεται από τις τρύπες σε διάφορα σημεία των τοιχίων, με αποτέλεσμα να έχουν καταστραφεί οι γρανίτες στο 2ο υπόγειο, οι τοίχοι στα κλιμακοστάσια και να έχουν οξειδωθεί οι πόρτες του 2ου υπογείου ι) σε πρόσφατη αστοχία της αντλίας στο φρεάτιο συλλογής του β υπογείου πλημμύρισε ο χώρος και διαπιστώθηκε ότι ο ενδοδαπέδιος αγωγός προς το φρεάτιο και το φρεάτιο ήταν γεμάτα οικοδομικά μπάζα και έτσι, ήταν αδύνατη η απομάκρυνση των υδάτων. Το συμπέρασμα του δικαστηρίου ότι αποπερατώθηκε το παραπάνω έργο και δεν εγκαταλείφθηκε το Μάρτιο του 2010, όπως ισχυρίζεται αβάσιμα η εκκαλούσα εργοδότρια εταιρεία, δεν αναιρείται από την παραπάνω έκθεση αυτοψίας πρωτίστως, διότι το έργο με βάση τα προαναφερθέντα προγενέστερα της εκθέσεως αυτοψίας πρωτόκολλα αποπερατώθηκε και παραλήφθηκε προσωρινά και οριστικά από την εκκαλούσα εργοδότρια και οι καταγραφείσες στο πρωτόκολλο προσωρινής παραλαβής ελλείψεις αποκαταστάθηκαν. Επιπροσθέτως, τα περιγραφόμενα στην ως άνω έκθεση υπό στοιχ. (α), (β), (δ), (ε), (στ) και (η) ελαττώματα του έργου δεν αναφέρονται στην κρινόμενη αγωγή της ενάγουσας εκκαλούσας εργοδότριας εταιρείας και συνακόλουθα, αφού δεν προβλήθηκαν με την εν λόγω αγωγή για τη θεμελίωση του αιτήματος αυτής, η διάγνωση της ύπαρξής τους δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο της προκείμενης δίκης. Η κρίση αυτή του δικαστηρίου δεν αναιρείται από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα Π. Μ., πολιτικού μηχανικού, που προσκομίζει η ενάγουσα, καθότι δεν είναι πειστική, διότι αναφέρει μεν ότι η εφεσίβλητη εταιρεία δεν είχε αποπερατώσει μεγάλα και σημαντικά τμήματα του έργου, όμως δεν προσδιορίζει τις ημιτελείς κατασκευές, εκτός από το ισόγειο για το οποίο σημειώνει ότι ήταν στα μπετά και για το οποίο όπως αναφέρθηκε συμφωνήθηκε μεταξύ των διαδίκων να παραμείνει "ψυχρό κέλυφος". Μετά ταύτα η προβληθείσα από την εφεσίβλητη τόσο ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου όσο και του δικαστηρίου αυτού ένσταση περί παρατάσεως της προθεσμίας εκτελέσεως του έργου για την εκτέλεση των πρόσθετων εργασιών που θεμελιώνεται στο παραπάνω άρθρο 33 της ΣΥ πρέπει να γίνει δεκτή ως και ουσιαστικά βάσιμη για το προαναφερθέν χρονικό διάστημα και να απορριφθούν οι ερειδόμενες στις γενικές διατάξεις για μη εκπλήρωση της σύμβασης αγωγικές αξιώσεις της εκκαλούσας για διαφυγόντα κέρδη συνιστάμενα στα μισθώματα που θα εισέπραττε από την εκμίσθωση του κτιρίου. Εξάλλου και η προβληθείσα εκ μέρους της εφεσίβλητης ένσταση ότι η καθυστέρηση αποπεράτωσης του έργου δεν οφειλόταν σε υπαιτιότητά της αλλά στην εκτέλεση των ανωτέρω πρόσθετων εργασιών που διήρκησαν κατά το παραπάνω διάστημα η οποία είναι νόμιμη (ΑΚ 342) τυγχάνει και ουσιαστικά βάσιμη και συνακόλουθα και κατά παραδοχή αυτής είναι απορριπτέες οι παραπάνω αξιώσεις της εκκαλούσας εταιρείας για αποθετική ζημία...... Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι με βάση τους παρακάτω εγκριθέντες λογαριασμούς και τις αντίστοιχες πιστοποιήσεις εργασιών η αμοιβή της εφεσίβλητης εργοδότριας εταιρείας ανήλθε στα παρακάτω ποσά για τα οποία εξέδωσε τα εξής τιμολόγια ............. Με βάση τις παραπάνω εγκριθείσες πιστοποιήσεις η αμοιβή της εφεσίβλητης εταιρείας ανήλθε συνολικά σε 2.758.185,96 ευρώ έναντι της οποίας η εκκαλούσα εταιρεία της κατέβαλε το συνολικό ποσό των 1.403.737,32 ευρώ. Ο δεύτερος εκκαλών ενεργώντας ως νόμιμος εκπρόσωπος της εκκαλούσας εργοδότριας μετά την υπογραφή του πρωτοκόλλου προσωρινής παραλαβής και συγκεκριμένα στις 22.1.2019 εξέδωσε και παρέδωσε χάριν εξόφλησης της οφειλόμενης στην εφεσίβλητη εταιρεία αμοιβής τρεις επιταγές συνολικού ποσού 1.260.000 ευρώ πληρωτέες στην ... και ειδικότερα α) την υπ' αριθμ. ..., επιταγή ποσού 400,000 ΕΥΡΩ και με αναγραφόμενη ημερομηνία έκδοσης 30.10.2009, β) την αριθμ. ... επιταγή ποσού 400,000 ΕΥΡΩ και με αναγραφόμενη ημερομηνία έκδοσης 30.11.2009 και γ) την υπ' αριθμ. ... επιταγή ποσού 460.000 ΕΥΡΩ και με αναγραφόμενη ημερομηνία έκδοσης 30.12.2009. Ο ισχυρισμός των εκκαλούντων ότι οι εν λόγω επιταγές δόθηκαν στην εφεσίβλητη εταιρεία, αφού προηγουμένως έλαβαν την διαβεβαίωσή της, ότι το έργο θα αποπερατωνόταν και θα παραδιδόταν χωρίς ελλείψεις έως και την πληρωμή της τελευταίας επιταγής τις οποίες και στη συνέχεια αντικατέστησαν με άλλες εκ των οποίων τις παρακάτω αναφερόμενες δύο επιταγές ανακάλεσαν, επειδή το έργο δεν αποπερατώθηκε δεν αποδείχθηκε. Η κατάθεση ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου του μάρτυρα της εκκαλούσας εργοδότριας εταιρείας, Π. Π., ότι η εκκαλούσα εξέδωσε επιταγές τις οποίες αντικαθιστούσε μετά από συνεννόηση με την εργολάβο εφεσίβλητη εταιρεία υπό τον όρο να πληρωθούν, όταν αποπερατωθεί το έργο, αναιρείται από το γεγονός ότι κατά τα εκτεθέντα το έργο είχε εκτελεστεί και παραδοθεί και είχαν συνταχθεί τα προαναφερθέντα πρωτόκολλα. Αντιθέτως, αποδείχθηκε ότι, επειδή η εκκαλούσα εταιρεία αντιμετώπιζε προβλήματα ρευστότητας, οι παραπάνω επιταγές αντικαταστάθηκαν με άλλες επιταγές οι οποίες επίσης, αντικαταστάθηκαν με έτερες επιταγές και μετά από διαδοχικές αντικαταστάσεις ο εκκαλών εξέδωσε τους μήνες Μάιο την πρώτη και Μάρτιο τις λοιπές υπό την παραπάνω ιδιότητά του τις επίδικες επιταγές. Η κρίση του δικαστηρίου ότι ο λόγος αντικατάστασης των επιταγών συναρτάται με την έλλειψη ρευστότητας της εκκαλούσας εταιρείας ενισχύεται από την σαφή και κατηγορηματική κατάθεση ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου του μάρτυρα της εφεσίβλητης Σ. Κ., οικονομικού διευθυντή της, ότι ο εκκαλών τον επισκέφτηκε μετά την αποπεράτωση του έργου για να χωρήσει εκκαθάριση του λογαριασμού και να αποπληρώσει την υπόλοιπη οφειλόμενη αμοιβή και ότι ζήτησε πίστωση χρόνου για να την εξοφλήσει διότι δεν είχε την απαραίτητη χρηματοδότηση και έτσι, παρέδωσε μεταχρονολογημένες επιταγές οι οποίες αντικαταστάθηκαν διαδοχικά κατόπιν δικής του απαίτησης, προκειμένου να εξεύρει τα απαραίτητα χρηματικά ποσά και κάθε φορά συντάσσονταν οι σχετικές αποδείξεις αντικατάστασης. Ειδικότερα, ο δεύτερος εκκαλών υπό την παραπάνω ιδιότητά του εξέδωσε μετά από διαδοχικές αντικαταστάσεις τις εξής επιταγές : α) μία δίγραμμη επιταγή της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία "... Α.Ε." σε διαταγή της εφεσίβλητης - ενάγουσας εταιρείας, με αναγραφόμενο χρόνο έκδοσης την 21-5-2010 με αριθμό ..., ποσού 400.000 ευρώ, με χρέωση του με αριθμό ... λογαριασμού της εκκαλούσας εταιρείας στην ανωτέρω τράπεζα, β) μία δίγραμμη επιταγή της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία "... Α.Ε." σε διαταγή της εφεσίβλητης ενάγουσας εταιρείας με αναγραφόμενο χρόνο έκδοσης την 30-5-2010, με αριθμό ... ποσού 460.000 ευρώ, με χρέωση του με αριθμό ... λογαριασμού της εκκαλούσας εταιρείας στην ανωτέρω τράπεζα και γ) μία δίγραμμη επιταγή της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία "...", σε διαταγή της εφεσίβλητης εταιρείας, με αναγραφόμενο χρόνο έκδοσης την 30-6-2010, με αριθμό ..., ποσού 400.000,00 ευρώ, με χρέωση του με αριθμό ... λογαριασμού της εκκαλούσας στην ανωτέρω τράπεζα. Η εφεσίβλητη εργολάβος εταιρεία μεταβίβασε δια οπισθογράφησης τις άνω υπό στοιχεία α και β επιταγές και παρέδωσε αυτές λόγω ενεχύρου την 5.5.2010 και 24.3.2010 αντίστοιχα στην ..., πλην όμως, αν και εμφανίσθηκαν νόμιμα και εμπρόθεσμα προς πληρωμή στις 21.5.2010 και την 31.5.2010 στο Κέντρο Διαχείρισης Δανείων Μεγάλων Επιχειρήσεων της "..." αντίστοιχα, εντούτοις δεν πληρώθηκαν λόγω μη επαρκούς υπολοίπου, όπως εξακριβώθηκε έπειτα από έλεγχο του λογαριασμού της εκδότριας, η δε μη πληρωμή βεβαιώθηκε με τις από 31.5.2010 και 31.5.2010 βεβαιώσεις της "...", στην οπίσθια όψη των εν λόγω επιταγών. Η εφεσίβλητη εταιρεία αφού κατέβαλε το συνολικό ποσό των 800.000 ευρώ στην άνω τράπεζα επανέκτησε τις δύο πρώτες επιταγές και έτσι κατέστη εκ νέου νόμιμη κομίστρια αυτών εξ αναγωγής. Επίσης, η εφεσίβλητη εργολάβος εταιρεία εμφάνισε την άνω υπό στοιχείο γ επιταγή στις 2.7.2010, όμως δεν πληρώθηκε λόγω μη επαρκούς υπολοίπου, όπως εξακριβώθηκε έπειτα από έλεγχο του λογαριασμού της εκδότριας, η δε μη πληρωμή βεβαιώθηκε με την από 2.7.2010 βεβαίωση της "...". Η εκκαλούσα, όπως ανέφερε στις πρωτόδικες προτάσεις της, με τις υπ' αριθ. πρωτοκ. ... και αριθ. πρωτοκ. ... επιστολές του δεύτερου εκκαλούντος προς την ... ζήτησε να μην πληρωθούν οι δύο πρώτες εκ των ανωτέρω επιταγών επικαλούμενη διαφορές με την εφεσίβλητη εταιρεία που αφορούσαν στην ποιότητα του έργου, ενώ όσον αφορά την τρίτη επιταγή ο Π. Π., ως νόμιμος εκπρόσωπος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρίας "... ..." απέστειλε κατά την ίδια ημέρα της 31-5-2010 στην άνω ... (Υποκατάστημα Σαλαμίνας) τη με αριθμό πρωτ. ... επιστολή του, διά της οποίας έδωσε εντολή στην εν λόγω Τράπεζα, όπως μεταφέρει από τον υπ' αριθμ. ... λογαριασμό της προαναφερόμενης εταιρίας στον υπ' αριθμ. ... λογαριασμό της εκκαλούσας το ποσό των 400.000 ευρώ, προκειμένου να πληρωθεί η ως άνω επιταγή, όμως ούτε η επιταγή αυτή πληρώθηκε κατά τα εκτεθέντα. Ο δεύτερος εναγόμενος εκκαλών, ο οποίος ενεργώντας υπό την ιδιότητα που ανωτέρω αναφέρεται προέβη στην έκδοση των εν λόγω επιταγών, γνώριζε το γεγονός της έλλειψης διαθέσιμων κεφαλαίων κατά το χρόνο έκδοσης και πληρωμής, ενώ εξάλλου πρέπει να σημειωθεί ότι δεν αποδείχθηκε ότι κατά το χρόνο ανάκλησης των παραπάνω επιταγών υπήρχαν στο λογαριασμό της εκκαλούσας εκδότριας εταιρείας επαρκή διαθέσιμα κεφάλαια για την πληρωμή τους........ Έτσι, ο εναγόμενος - εκκαλών τέλεσε την άδικη πράξη της έκδοσης ακάλυπτων επιταγών κατά τις διατάξεις των άρθρ. 79 ν. 5960/1933 και ΑΚ 914 που προστατεύουν και ατομικό συμφέρον της εφεσίβλητης εταιρείας ως δικαιούχου των εν λόγω επιταγών και ειδικότερα ως τελευταίας νόμιμης κομίστριας της υπό στοιχ. γ επιταγής και ως εξ αναγωγής κομίστριας των λοιπών επιταγών. Συνεπεία της παράνομης και υπαίτιας αυτής πράξης του εναγομένου - εκκαλούντος για την οποία ευθύνεται εις ολόκληρον και η πρώτη εναγομένη- εκκαλούσα προξενήθηκε σε βάρος της εφεσίβλητης εταιρείας περιουσιακή ζημία ισόποση με το συνολικό ποσό των άνω επιταγών ύψους 1.260.000 ευρώ.
Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που δέχθηκε την υπό κρίση αγωγή της εφεσίβλητης εργολάβου εταιρείας ως ουσιαστικά βάσιμη και απέρριψε την αγωγή της εκκαλούσας, κατά το μέρος που την έκρινε ορισμένη και νόμιμη ως ουσιαστικά αβάσιμη, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις απορρίπτοντας τον προταθέντα αμυντικό ισχυρισμό της εκκαλούσας εργολάβου εταιρείας περί έκδοσης και παράδοσης των άνω επιταγών χάριν εξόφλησης της αμοιβής της εφεσίβλητης υπό τον όρο αποπεράτωσης του έργου και ως εκ τούτου οι περί του αντιθέτου αντίστοιχοι πρώτος και δεύτερος λόγοι έφεσης, ο τρίτος λόγος έφεσης κατά το οικείο σκέλος του, καθώς και οι πρόσθετοι λόγοι έφεσης είναι απορριπτέοι ως ουσιαστικά αβάσιμοι. Μετά ταύτα η έφεση και οι πρόσθετοι λόγοι εφέσεως που άσκησε η πρώτη εκκαλούσα και ο δεύτερος εκκαλών μόνο κατά το μέρος που ο τελευταίος ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλούμενης ως προς την διάταξή της με την οποία η αγωγή της εφεσίβλητης εταιρείας έγινε δεκτή ως και ουσιαστικά βάσιμη πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι....". Με βάση τις παραπάνω παραδοχές το Εφετείο δεν στέρησε την απόφασή του νομίμου βάσεως, αφού από το ως άνω αιτιολογικό της προκύπτουν σαφώς όλα τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία είναι αναγκαία για την κρίση του δικαστηρίου, στη συγκεκριμένη περίπτωση, περί της μη συνδρομής των νομίμων όρων και προϋποθέσεων των ως άνω ουσιαστικού δικαίου διατάξεων των άρθρων 686 εδ. β, 340, 343 παρ1, 383, 385 ΑΚ, οι οποίες δεν εφαρμόσθηκαν και περί της συνδρομής των νομίμων όρων και προϋποθέσεων των ουσιαστικού δικαίου διατάξεων των άρθρων 914 ΑΚ και 79 Ν. 5960/1933, οι οποίες εφαρμόστηκαν, ενώ έχει τις αναγκαίες αιτιολογίες, οι οποίες είναι σαφείς, πλήρεις και δεν αντιφάσκουν μεταξύ τους, καθιστούν δε εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο ως προς την ορθή ή μη υπαγωγή των αποδειχθέντων περιστατικών στις προαναφερθείσες διατάξεις. Και τούτο διότι, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στη μείζονα σκέψη και τα ανωτέρω ανελέγκτως δεκτά γενόμενα, αφού η αναιρεσίβλητη εργολάβος αποπεράτωσε το έργο με την εκτέλεση τόσο των προβλεπόμενων στα συμβατικά τεύχη εργασιών όσο και των πρόσθετων εργασιών που της ανατέθηκαν από την αναιρεσείουσα εργοδότρια, στις 3-12-2008 υπεγράφη, σύμφωνα με το άρθρο 40 της Συγγραφής Υποχρεώσεων (ΣΥ), το πρωτόκολλο πέρατος του έργου, αφενός από τον Κ. Κ., υπό την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου της ορισθείσας από την αναιρεσείουσα εργοδότρια ως επιβλέπουσας μηχανικού εταιρείας "... ΑΕ", ο οποίος επέβλεπε τις εκτελούμενες εργασίες και ενέκρινε τους λογαριασμούς που αποτύπωναν την αξία των εκτελεσθεισών εργασιών μαζί με τις σχετικές πιστοποιήσεις των εν λόγω εργασιών που εξέδιδε η αναιρεσίβλητη εργολάβος και μετά την γνωστοποίηση της εγκρίσεώς τους προς την αναιρεσείουσα εργοδότρια, η τελευταία εξοφλούσε τα σχετικά τιμολόγια που εξέδιδε η αναιρεσίβλητη εργολάβος, και αφετέρου από τον διευθυντή του έργου Γ. Τ. που ενεργούσε για λογαριασμό της εργολάβου αναιρεσίβλητης, στη συνέχεια δε το έργο παρελήφθη προσωρινά από την αναιρεσείουσα εργοδότρια, συνταχθέντος προς τούτο του πρωτοκόλλου προσωρινής παραλαβής που υπεγράφη στις 14-1-2009 από τους Κ. Κ. και Γ. Τ., υπό τις προαναφερόμενες ιδιότητές τους, και κοινοποιήθηκε στην εργοδότρια, στο οποίο καταγράφονται οι διαπιστωθείσες εκκρεμότητες του έργου, οι οποίες και αποκαταστάθηκαν από την αναιρεσίβλητη εργολάβο. Ενώ το έργο έπρεπε να ολοκληρωθεί μέχρι και τον Ιανουάριο του 2008, η προθεσμία περατώσεώς του παρατάθηκε πριν τη λήξη της ατύπως με συμφωνία των διαδίκων και τη συγκατάθεση του Κ. Κ., επιβλέποντος μηχανικού της εργοδότριας, σύμφωνα με το άρθρο 33 της Σ.Υ., μέχρι και τον χρόνο συντάξεως του ως άνω πρωτοκόλλου πέρατος του έργου, προκειμένου να εκτελεσθούν οι πρόσθετες εργασίες που η αναιρεσείουσα εργοδότρια ανέθεσε στην αναιρεσίβλητη εργολάβο τον Νοέμβριο του 2007 και να κατασκευασθεί το έργο με βάση τις μελέτες που τροποποιήθηκαν τον Φεβρουάριο του 2008, με συνέπεια η αναιρεσίβλητη εργολάβος να μην περιέλθει σε υπερημερία ως προς την εκτέλεση του έργου και να μην καταστεί υπαίτια για την καθυστέρηση στην εκτέλεσή του και ως εκ τούτου δεν υποχρεούται να καταβάλει στην αναιρεσείουσα εργοδότρια αποζημίωση για διαφυγόντα κέρδη αυτής. Για δε το υπόλοιπο της οφειλόμενης στην αναιρεσίβλητη εργολάβο αμοιβής ο δεύτερος αναιρεσείων, ενεργώντας ως νόμιμος εκπρόσωπος της πρώτης αναιρεσείουσας εργοδότριας, μετά την υπογραφή του πρωτοκόλλου προσωρινής παραλαβής εξέδωσε και παρέδωσε στην αναιρεσίβλητη εργολάβο τρεις επιταγές, συνολικού ποσού 1.260.000 ευρώ, οι οποίες, επειδή η αναιρεσείουσα εργοδότρια αντιμετώπιζε προβλήματα ρευστότητας, αντικαταστάθηκαν με άλλες επιταγές και αυτές επίσης αντικαταστάθηκαν με έτερες και μετά από διαδοχικές αντικαταστάσεις ο ως άνω εξέδωσε και παρέδωσε στην αναιρεσίβλητη τις επίδικες επιταγές, οι οποίες δεν πληρώθηκαν, ελλείψει διαθεσίμων κεφαλαίων. Επομένως, ο μοναδικός λόγος της αναιρέσεως από τον αριθ. 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, με τον οποίο οι αναιρεσείοντες υποστηρίζουν τα αντίθετα, είναι αβάσιμος. Κατ' ακολουθίαν, αφού δεν υπάρχει άλλος αναιρετικός λόγος προς έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως και να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο, λόγω της ήττας των αναιρεσειόντων (άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ). Τέλος, τα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης, που κατέθεσε προτάσεις, πρέπει, κατά το σχετικό αίτημά της, να επιβληθούν σε βάρος των αναιρεσειόντων, λόγω της ήττας αυτών (άρθρα 176, 183, 189 παρ.1, 191 παρ.2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 15-10-2021 αίτηση για αναίρεση της υπ` αριθ. ... αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου, που έχουν καταθέσει οι αναιρεσείοντες. Και
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 17 Σεπτεμβρίου 2024.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 24 Ιανουαρίου 2025.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ