
Σύνδεσμος απόφασης
Απόφαση 145 / 2025    (Γ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)
Αριθμός 145/2025
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ' Πολιτικό Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Μαρία Μουλιανιτάκη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Μαρουλιώ Δαβίου, Γεώργιο Καλαμαρίδη, Αθανάσιο Θεοφάνη-Εισηγητή, Αγαθή Δερέ, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, στις 20 Σεπτεμβρίου 2023, με την παρουσία και του Γραμματέα Παναγιώτη Μπούκη, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: Π.-Χ. Γ. του Γ., κατοίκου ..., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Δημήτριο Μέλισσα, που ανακάλεσε την από 19-9-2023 δήλωση για παράσταση κατ' άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, παραστάθηκε στο ακροατήριο, και δεν κατέθεσε προτάσεις.
Του αναιρεσιβλήτου: Γ. Τ. του Ν., κατοίκου ..., ο οποίος παραστάθηκε μετά των πληρεξουσίων δικηγόρων του Αριστείδη Γουλανδρή και Αντωνίου Καραμπατζού, και κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 24-1-2019 αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: ... οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και ... του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας αποφάσεως ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 14-4-2022 αίτηση και τους από 8-8-2023 προσθέτους λόγους αυτής.
Κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως και των προσθέτων λόγων, οι πληρεξούσιοι του αναιρεσιβλήτου την απόρριψή τους, και καθένας την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την κρινόμενη από 14.04.2022 αίτηση αναιρέσεως, προσβάλλεται η, αντιμωλία των διαδίκων και κατά την τακτική διαδικασία, εκδοθείσα, υπ' αριθμ. ... τελεσίδικη απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, το οποίο απέρριψε την από 24.08.2020 έφεση της αναιρεσείουσας κατά της υπ' αριθμ. ... οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, το οποίο είχε κάνει δεκτή την από 24.01.2019 αγωγή. Η αίτηση αυτή αναιρέσεως ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 552, 553§1 στοιχ. β', 556§1, 558 εδάφ. α', 564§3, 566§1 του Κ.Πολ.Δ.). Επομένως, είναι παραδεκτή (άρθρο 577§1 του Κ.Πολ.Δ.). Περαιτέρω, παραδεκτοί είναι και οι από 08.08.2023 πρόσθετοι λόγοι αυτής, οι οποίοι ασκήθηκαν εμπρόθεσμα με ιδιαίτερο δικόγραφο και αφορούν τα ίδια κεφάλαια της προσβαλλόμενης με την αίτηση αναιρέσεως κεφάλαια ως και τα μετ' αυτών αναγκαστικά συνεχόμενα (άρθρο 569§2 υπεδ. α' του Κ.Πολ.Δ.), που επιδόθηκε νόμιμα στον αναιρεσίβλητο (άρθρο 569§2 του Κ.Πολ.Δ.). Πρέπει, επομένως, οι παραδεκτοί αναίρεση και πρόσθετοι αυτής λόγοι να συνεκδικαστούν (άρθρα 246, 573§1, 569 του Κ.Πολ.Δ.) και να ερευνηθούν περαιτέρω το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (άρθρο 577§1, 3 Κ.Πολ.Δ.). Η προσβαλλόμενη απόφαση, όπως προκύπτει από την παραδεκτή (άρθρο 561§2 του Κ.Πολ.Δ.) επισκόπηση για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου, υπήρξε κατάληξη της ακόλουθης διαδικαστικής διαδρομής: Ο ενάγων και ήδη αναιρεσίβλητος (Γ. Τ. του Ν.) ήγειρε κατά της εναγομένης και ήδη αναιρεσείουσας (Π. - Χ. Γ. του Γ.) την από 24.01.2019 αγωγή, από τα άρθρα 1, 2§1, 3, 4§§1, 2, 5, 14 του ν. 3741/2019, 914, 932, 1002, 1108 και 1117 του Α.Κ., την οποία απηύθηνε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Η άνω αγωγή συζητήθηκε αντιμωλία των διαδίκων και κατά την τακτική διαδικασία στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο και εκδόθηκε η υπ' αριθμ. ... οριστική απόφασή του με την οποία αυτή (αγωγή) έγινε δεκτή ως εν μέρει ορισμένη, εν μέρει νόμιμη και εν μέρει βάσιμη κατ' ουσίαν. Την ούτως κρίνασα απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου προσέβαλε με το ένδικο μέσο της εφέσεως η εκκαλούσα και ήδη αναιρεσείουσα, ασκήσασα την από 24.08.2020 έφεσή της, την οποία έστρεψε κατά του εφεσιβλήτου και ήδη αναιρεσιβλήτου και απηύθηνε στο Τριμελές Εφετείο Αθηνών. Η άνω έφεση συζητήθηκε αντιμωλία των διαδίκων και κατά την τακτική διαδικασία στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο και εκδόθηκε η υπ' αριθμ. ... οριστική (τελεσίδικη) απόφαση αυτού με την οποία η έφεση έγινε τυπικά δεκτή, αλλά απορρίφθηκε στην ουσία της. Κατά της αποφάσεως αυτής του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου η αναιρεσείουσα άσκησε την κρινόμενη από 14.04.2022 αίτηση αναιρέσεως και τους από 08.08.2023 πρόσθετους λόγους αυτής (αιτήσεως), με την οποία ζητεί την αναίρεση της προσβληθείσης αποφάσεως για τους λόγους που αναφέρονται στο αναιρετήριο και στο δικόγραφο των πρόσθετων λόγων. Οι παραδοχές του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου επί των οποίων το δευτεροβάθμιο δικαστήριο στήριξε την εκφερθείσα κρίση του είναι, κατ' αντιγραφήν, οι ακόλουθες: "O Ν. Τ. του Γ., πατέρας του ενάγοντος - εφεσίβλητου και παππούς της εναγομένης - εκκαλούσας απέκτησε την πλήρη κυριότητα, δυνάμει της υπ' αριθμ. ... πράξης μεταβιβάσεως κυριότητας, που έχει νομίμως μεταγραφεί στα βιβλία μεταγραφών του Δήμου Αγίας Παρασκευής, στον τόμο ..., σε συνδυασμό και με την υπ' αριθμ. ... πράξη αποδοχής μεταβίβασης κυριότητας ακινήτου του Συμβολαιογράφου Αθηνών Α. Ζ., που έχει επίσης μεταγραφεί στα βιβλία μεταγραφών του ιδίου ως άνω Υποθηκοφυλακείου, στον τόμο ..., από το Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου, με την επωνυμία "...", ενός οικοπέδου, εκτάσεως 512 τ.μ., κειμένου στον οικισμό "...", εντός του εγκεκριμένου σχεδίου του Δήμου Χολαργού Αττικής, επί της διασταύρωσης των οδών ... και ..., επί της οποίας φέρει τον αριθμό 14, μετά της ανεγερθείσας από το πιο πάνω Ν.Π.Δ.Δ. εν έτει 1957 ισόγειας κατοικίας, αποτελούμενης από τρία (3) κύρια δωμάτια και λοιπούς βοηθητικούς χώρους (κλειστός χώρος ισογείου επιφανείας 95,31 τ.μ., στεγασμένες βεράντες ισογείου επιφανείας 15,20 τ.μ., βεράντα εισόδου επιφανείας 17,29 τ.μ., εξώστης κουζίνας 4,95 τ.μ.), που συνορεύει ανατολικά, επί προσόψεως μήκους μέτρων είκοσι οκτώ και πενήντα εκατοστών (28,50), μετά της οδού ..., επί της οποίας φέρει τον αριθμό 14, δυτικά, επί πλευράς μέτρων είκοσι οκτώ και σαράντα εκατοστών (28,40), με την οικία Α. Ρ., αρκτικά, επί προσόψεως μήκους μέτρων δέκα οκτώ και τριάντα πέντε εκατοστών, μετά της οδού ..., και μεσημβρινώς, επί πλευράς μέτρων δέκα επτά και εξήντα δύο εκατοστών (17,62), μετά οικίας Ι. Κ., όπως το ανωτέρω περιγραφόμενο οικόπεδο εικονίζεται στο από 20.8.1960 σχεδιάγραμμα του μηχανικού Ν. Κ., το οποίο έχει προσαρτηθεί στην υπ' αριθμ. ... πράξη του ιδίου ως άνω Συμβολαιογράφου (βλ. σχετ. τις προσαγόμενες μετ' επικλήσεως από τον ενάγοντα - εφεσίβλητο υπ' αριθμ. ... πράξη μεταβιβάσεως κυριότητας και υπ' αριθμ. ... πράξη αποδοχής μεταβίβασης κυριότητας ακινήτου του Συμβολαιογράφου Αθηνών Α. Ζ.). Ακολούθως, έλαβαν χώρα οι παρακάτω προσθήκες - επεκτάσεις: α) κατά το έτος 1958, με την υπ' αριθμ. ... αίτηση ανέγερσης γκαράζ - πλυντηρίου εγκρίθηκε η προσθήκη από τον ανωτέρω δικαιούχο στο εσωτερικό του οικοπέδου, πλησίον της κατοικίας, κλειστού χώρου, επιφανείας 26,69 τ.μ., β) κατά το έτος 1959, με την υπ' αριθμ. ... αίτηση επέκτασης του προβλεπόμενου από τα αρχικά σχέδια του ΑΟΟΑ πρόσθετου δωματίου στο ισόγειο χώρο εγκρίθηκε η προσθήκη από τον ανωτέρω δικαιούχο ενός (1) δωματίου στο ισόγειο (τραπεζαρία), επιφανείας 23,98 τ.μ., γ) το έτος 1963, με την υπ' αριθμ. ... αίτηση προσθήκης δύο (2) δωματίων για την συμπλήρωση των πέντε κυρίων δωματίων εγκρίθηκε η προσθήκη από τον ανωτέρω δικαιούχο ενός κλειστού χώρου στο ισόγειο, επιφανείας 36,30 τ.μ. και δ) το έτος 1963, με την υπ' αριθμ. ... άδεια προσθήκης κατ' όροφο εγκρίθηκε η προσθήκη από τον ανωτέρω δικαιούχο καθ' ύψος ενός κλειστού χώρου, επιφανείας 67,08 τ.μ. και στεγασμένης βεράντας, επιφανείας 30,56 τ.μ.. Εν συνεχεία ο Ν. Τ. του Γ., δυνάμει των υπ' αριθμ. ... και ... συμβολαίων δωρεάς εν ζωή ακινήτου του Συμβολαιογράφου Αθηνών Κ. Ν., που έχουν νομίμως μεταγραφεί στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αγίας Παρασκευής, στον τόμο Λ' και με αύξοντες αριθμούς … και … αντίστοιχα, μεταβίβασε λόγω δωρεάς εν ζωή προς την θυγατέρα του Α. σύζυγο Γ. Γ., το γένος Ν. Τ. (μητέρας της εναγομένης - εκκαλούσας) και προς τον υιό του - ενάγοντα - εφεσίβλητο Γ. Τ. του Ν. ποσοστό διακοσίων πενήντα τριών χιλιοστών (253/000) εξ αδιαιρέτου του παραπάνω περιγραφόμενου οικοπέδου μετά του δικαιώματος ανεγέρσεως του πρώτου πάνω από το ισόγειο ορόφου επί του δώματος του ισογείου της υπάρχουσας επ' αυτού οικίας και ποσοστό διακοσίων εξήντα ενός χιλιοστών (261/000) εξ αδιαιρέτου του ιδίου ως άνω οικοπέδου μετά του δικαιώματος ανεγέρσεως του δευτέρου πάνω από το ισόγειο ορόφου επί του δώματος του πρώτου πάνω από το ισόγειο ορόφου που θα αναγειρότανε αντίστοιχα (βλ. σχετ. τα προσαγόμενα μετ' επικλήσεως από τον ενάγοντα - εφεσίβλητο υπ' αριθμ. ... και ... συμβόλαια δωρεάς εν ζωή ακινήτου του Συμβολαιογράφου Αθηνών Κ. Ν.). Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο Ν. Τ. του Γ. επί της υπάρχουσας επί του ανωτέρω περιγραφόμενου οικοπέδου οικίας, δυνάμει των υπ' αριθμ. ... και ... οικοδομικών αδειών της αρμόδιας πολεοδομίας Αγίας Παρασκευής, προέβη με την πρώτη εξ αυτών σε προσθήκη κατ' επέκταση διωρόφου οικοδομής και με την δεύτερη προέβη σε προσθήκη καθ' ύψος επ' αυτής δευτέρου και τρίτου ορόφου (βλ. σχετ. τις προσαγόμενες μετ' επικλήσεως από τον ενάγοντα - εφεσίβλητο υπ' αριθμ. ... και ... οικοδομικές άδειες της αρμόδιας πολεοδομίας Αγίας Παρασκευής). Ακολούθως, ο τελευταίος, μετά των λοιπών συγκυρίων του παραπάνω περιγραφόμενου ακινήτου (Γ. Τ. του Ν. - ενάγοντα - εφεσίβλητο και Α. συζύγου Γ. Γ., το γένος Ν. Τ. - θυγατέρας του και μητέρας της εναγομένης - εκκαλούσας), κατά ποσοστό τετρακοσίων ογδόντα έξι χιλιοστών (486/000) εξ αδιαιρέτου, διακοσίων εξήντα ενός χιλιοστών (261/000) εξ αδιαιρέτου και διακοσίων πενήντα τριών χιλιοστών (253/000) εξ αδιαιρέτου αντίστοιχα, προέβησαν, εν όψει της καθ' ύψος επέκτασης της ως άνω οικοδομής, προκειμένου να ρυθμίσουν τις σχέσεις αυτών και των εκάστοτε συνιδιοκτητών της παραπάνω οικοδομής, σε σύσταση οριζοντίου ιδιοκτησίας κατ' ορόφους, με το υπ' αριθμ. ... συμβόλαιο σύστασης οριζόντιων ιδιοκτησιών του ίδιου ως άνω Συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκε νόμιμα στα οικεία βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αγίας Παρασκευής, στον τόμο Μ' και με αύξοντα αριθμό …, περί υπαγωγής ακινήτου στις διατάξεις των άρθρων 1002 και 1117 του ΑΚ και του Ν. 3741/1929 "Περί ιδιοκτησίας κατ' ορόφους". Με την παραπάνω αναφερόμενη συστατική της οροφοκτησίας αυτή πράξη καθορίσθηκε ότι η υπό ανέγερση οικοδομή θα αποτελείται από υπόγειο, ισόγειο, πρώτο όροφο, δεύτερο όροφο, τρίτο όροφο και το δώμα (μελλοντικοί όροφοι), καθώς και τα αντιστοιχούντα στους χώρους αυτούς ποσοστά (χιλιοστά) επί του οικοπέδου. Σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παραπάνω πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας, σε συνδυασμό και με το με ημερομηνία 20.12.1976 σχεδιάγραμμα κατόψεως του υπογείου του αρχιτέκτονα - μηχανικού Γ. Κ., το υπόγειο της παραπάνω οικοδομής περιλαμβάνει κοινόχρηστους και κοινόκτητους χώρους, ήτοι την αποθήκη καυσίμων, τον χώρο του καυστήρα, το φρέαρ του ανελκυστήρα και το κλιμακοστάσιο, καθώς και τρείς (3) αποθήκες υπό τα στοιχεία ΑΛΦΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ (Α), ΒΗΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ (Β) και Γ ΚΕΦΑΛΑΙΟ (Γ), οι οποίες δεν αποτελούν αυτοτελείς και ανεξάρτητες οριζόντιες ιδιοκτησίες, αλλά αποτελούν εκάστη τούτων αναπόσπαστο τμήμα, παράρτημα και παρακολούθημα των διαμερισμάτων αντίστοιχα του ισογείου, του πρώτου ορόφου και του δευτέρου ορόφου. Ειδικότερα, η υπό στοιχεία ΑΛΦΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ (Α) αποθήκη έχει επιφάνεια 20,25 τ.μ. και συνορεύει αρκτικώς με την οδό ..., ανατολικώς με την οδό ... και έδαφος, νοτίως με έδαφος και δυτικώς με χώρο καυστήρα και αποθήκη καυσίμων, ανήκει δε ως αναπόσπαστο τμήμα, παράρτημα και παρακολούθημα στο διαμέρισμα του ισογείου ορόφου, η υπό στοιχεία ΒΗΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ (Β) αποθήκη έχει επιφάνεια 15 τ.μ. και συνορεύει ανατολικώς με την οδό ..., βορείως με έδαφος, δυτικώς με κλιμακοστάσιο, διάδρομο και φρέαρ ανελκυστήρα και νοτίως με ακάλυπτο χώρο οικοπέδου, ανήκει δε ως αναπόσπαστο τμήμα, παράρτημα και παρακολούθημα στο διαμέρισμα του πρώτου υπέρ του ισογείου ορόφου, η υπό στοιχεία ΓΑΜΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ (Γ) αποθήκη έχει επιφάνεια 22 τ.μ. και συνορεύει αρκτικώς με έδαφος, ανατολικώς με κλιμακοστάσιο, διάδρομο και φρέαρ ανελκυστήρα, νοτίως με ακάλυπτο χώρο οικοπέδου και δυτικώς με ακάλυπτο χώρο οικοπέδου, ανήκει δε ως αναπόσπαστο τμήμα, παράρτημα και παρακολούθημα στο διαμέρισμα του δευτέρου πάνω από ισόγειο ορόφου. Ο ισόγειος όροφος της παραπάνω οικοδομής, κατά την ως άνω πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας, σε συνδυασμό με το από 20.12.1976 σχεδιάγραμμα κατόψεως του ισογείου αυτής του αρχιτέκτονα - μηχανικού Γ. Κ., περιλαμβάνει εκτός των κοινόχρηστων και κοινόκτητων χώρων, ήτοι κλιμακοστασίου, πλατύσκαλου και φρέατος ανελκυστήρα, μια (1) αυτοτελή, ανεξάρτητη και διακεκριμένη οριζόντια ιδιοκτησία και δη το υπ' αριθμ. ένα (1) διαμέρισμα του ισογείου. Το εν λόγω διαμέρισμα έχει επιφάνεια 127,10 τ.μ., ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου εκατόν εβδομήντα οκτώ χιλιοστά (178/000) εξ αδιαιρέτου και συνορεύει βορείως με την οδό ..., ανατολικώς με την οδό ..., νοτίως με κλιμακοστάσιο, πλατύσκαλο και ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου και δυτικώς με κλιμακοστάσιο και ακάλυπτο χώρο οικοπέδου. Ο πρώτος υπέρ το ισόγειο όροφος της παραπάνω οικοδομής, κατά την προαναφερόμενη πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας, σε συνδυασμό με το από 20.12.1976 σχεδιάγραμμα κατόψεως του πρώτου ορόφου αυτής του αρχιτέκτονα - μηχανικού Γ. Κ., περιλαμβάνει εκτός των κοινόχρηστων και κοινόκτητων χώρων, ήτοι κλιμακοστασίου, πλατύσκαλου και φρέατος ανελκυστήρα, μια (1) αυτοτελή, ανεξάρτητη και διακεκριμένη οριζόντια ιδιοκτησία και δη το υπ' αριθμ. δύο (2) διαμέρισμα του ως άνω ορόφου. Το εν λόγω διαμέρισμα έχει επιφάνεια 162,44 τ.μ., ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου διακόσια πενήντα τρία χιλιοστά (253/000) εξ αδιαιρέτου και συνορεύει βορείως με την οδό ... επί της οποίας έχει εξώστη, ανατολικώς με την οδό ... επί της οποίας έχει εξώστη, με πλατύσκαλο ορόφου και φρέαρ ανελκυστήρα, νοτίως με κλιμακοστάσιο και ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου και δυτικώς με ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου επί του οποίου έχει εξώστη. Ο δεύτερος υπέρ το ισόγειο όροφο της παραπάνω οικοδομής, κατά την προαναφερόμενη πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας, σε συνδυασμό με το από 20.12.1976 σχεδιάγραμμα κατόψεως του δευτέρου ορόφου αυτής του αρχιτέκτονα - μηχανικού Γ. Κ., περιλαμβάνει εκτός των κοινόχρηστων και κοινόκτητων χώρων του κλιμακοστασίου, πλατύσκαλου και φρέατος ανελκυστήρα, μια (1) αυτοτελή, ανεξάρτητη και διακεκριμένη οριζόντια ιδιοκτησία, ήτοι το υπ' αριθμ. τρία (3) διαμέρισμα του ως άνω ορόφου. Το εν λόγω διαμέρισμα έχει επιφάνεια 162,44 τ.μ., ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου διακόσια εξήντα ένα χιλιοστά (261/000) εξ αδιαιρέτου και συνορεύει βορείως με την οδό ... επί της οποίας έχει εξώστη, ανατολικώς με την οδό ... επί της οποίας έχει εξώστη, με πλατύσκαλο ορόφου και φρέαρ ανελκυστήρα, νοτίως με κλιμακοστάσιο και ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου και δυτικώς με ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου επί του οποίου έχει εξώστη. Ο τρίτος υπέρ το ισόγειο όροφος της παραπάνω οικοδομής, κατά την προαναφερόμενη πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας, σε συνδυασμό με το από 20.12.1976 σχεδιάγραμμα κατόψεως του τρίτου ορόφου αυτής του αρχιτέκτονα - μηχανικού Γ. Κ., περιλαμβάνει εκτός των κοινοχρήστων και κοινοκτήτων χώρων και δη του κλιμακοστασίου, πλατύσκαλου και φρέατος ανελκυστήρα, μια (1) αυτοτελή, ανεξάρτητη και διακεκριμένη οριζόντια ιδιοκτησία, ήτοι το υπ' αριθμ. τέσσερα (4) διαμέρισμα του ως άνω ορόφου. Το εν λόγω διαμέρισμα έχει επιφάνεια 83,30 τ.μ., ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου εκατόν πενήντα χιλιοστά (150/000) εξ αδιαιρέτου και συνορεύει αρκτικώς με ακάλυπτο τμήμα του δώματος και πέραν αυτού με οδό ..., ανατολικώς με την οδό ..., επί της οποίας έχει εξώστη, με φρέαρ ανελκυστήρα, κλιμακοστάσιο και πλατύσκαλο ορόφου, νοτίως με κλιμακοστάσιο και ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου και δυτικώς με ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου, επί του οποίου έχει εξώστη. Εξάλλου, με την ίδια πιο πάνω πράξη σύστασης οριζοντίων ιδιοκτησιών, που έχει νομίμως μεταγραφεί, περιήλθαν οι συσταθείσες με αυτή οριζόντιες ιδιοκτησίες στην αποκλειστική κυριότητα των παραπάνω αναφερομένων συγκυρίων του ανωτέρω περιγραφόμενου οικοπέδου ως ακολούθως: α) στον Ν. Τ. του Γ. περιήλθαν κατά πλήρη κυριότητα το υπ' αριθμ. ένα (1) διαμέρισμα του ισογείου ορόφου της ως άνω οικοδομής και το υπ' αριθμ. τέσσερα (4) διαμέρισμα του τρίτου πάνω από το ισόγειο ορόφου της πιο πάνω οικοδομής, καθώς και το δικαίωμα του υψούν, β) στην Α. συζύγου Γ. Γ., το γένος Ν. Τ., το υπ' αριθμ. δύο (2) διαμέρισμα του πρώτου υπέρ του ισογείου ορόφου μετά της ανήκουσας σ' αυτό υπό στοιχείο ΒΗΤΑ (Β) αποθήκης του υπογείου της ιδίας ως άνω οικοδομής και γ) στον Γ. Τ. του Ν. (ενάγοντα - εφεσίβλητο) το υπ' αριθμ. τρία (3) διαμέρισμα του δευτέρου υπέρ του ισογείου ορόφου μετά της ανήκουσας σ' αυτό υπό στοιχείο ΓΑΜΑ (Γ) αποθήκης του υπογείου της παραπάνω οικοδομής (βλ. σχετ. το προσαγόμενο μετ' επικλήσεως από τον ενάγοντα - εφεσίβλητο υπ` αριθμ. ... συμβόλαιο σύστασης οριζόντιων ιδιοκτησιών του ίδιου ως άνω Συμβολαιογράφου). Επίσης, ο Ν. Τ. του Γ., δυνάμει του υπ' αριθμ. ... συμβολαίου περιουσιακής παροχής (γονικής) οριζοντίου ιδιοκτησίας του παραπάνω Συμβολαιογράφου, που έχει νομίμως μεταγραφεί στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Παπάγου, στον τόμο ..., μεταβίβασε προς τον Γ. Τ. του Ν., υιό του - ενάγοντα - εφεσίβλητο την ψιλή κυριότητα επί του υπ' αριθμ. τέσσερα (4) διαμερίσματος του τρίτου πάνω από το ισόγειο ορόφου της ανωτέρω οικοδομής, όπως αυτό περιγράφεται λεπτομερώς ανωτέρω, παρακρατώντας υπέρ αυτού και της τρίτης συμβαλλόμενης - συζύγου του Π. - Π. συζύγου Ν. Τ. και εφ' όρου ζωής τους την επικαρπία αυτού, ενώ με το υπ' αριθμ. ... συμβόλαιο δωρεάς εν ζωή οριζοντίου ιδιοκτησίας του παραπάνω Συμβολαιογράφου, που έχει νομίμως μεταγραφεί στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Παπάγου, στον τόμο ..., μεταβίβασε προς την τότε ανήλικη εγγονή του Π. - Χ. Γ. του Γ. (εναγόμενη - εκκαλούσα) την ψιλή κυριότητα επί του υπ' αριθμ. ένα (1) διαμέρισμα του ισογείου ορόφου της παραπάνω οικοδομής, όπως αυτό περιγράφεται λεπτομερώς πιο πάνω, παρακρατώντας υπέρ αυτού και της τρίτης συμβαλλόμενης - συζύγου του Π. - Π. συζύγου Ν. Τ. και εφ' όρου ζωής τους την επικαρπία αυτού. Μετά δε τον επισυμβάντα θάνατο του Ν. Τ. του Γεωργίου, στις 8.3.1990 και της συζύγου του, Π. - Π. συζύγου Ν. Τ., στις 5.11.2016, οι ανωτέρω απέκτησαν την πλήρη κυριότητα επί των προαναφερομένων διαμερισμάτων, μετά την ενσωμάτωση της παρακρατηθείσας επικαρπίας υπέρ των πιο πάνω στην ψιλή κυριότητα των διαδίκων (βλ. σχετ. τα προσαγόμενα μετ' επικλήσεως από τον ενάγοντα - εφεσίβλητο υπ' αριθμ. ... συμβόλαιο περιουσιακής παροχής [γονικής] οριζοντίου ιδιοκτησίας του παραπάνω Συμβολαιογράφου, το υπ' αριθμ. ... συμβόλαιο δωρεάς εν ζωή οριζοντίου ιδιοκτησίας του παραπάνω Συμβολαιογράφου, το από 7.11.2016 απόσπασμα ληξιαρχικής πράξης θανάτου του Ληξιάρχου του Δήμου Παπάγου και την υπ' αριθμ. ... πράξη αποδοχής κληρονομίας της Συμβολαιογράφου Αθηνών Ι. Κ. το γένος Π. Σ.). Επιπλέον, κατόπιν κληρονομικής διαδοχής του αποβιώσαντος στις 8.3.1990 Ν. Τ. του Γεωργίου, ο ενάγων - εφεσίβλητος Γ. Τ. του Ν. και η αδελφή του Α. συζύγου Γ. Γ. το γένος Ν. Τ., ως εκ διαθήκης κληρονόμοι, με την από 25.5.1989 ιδιόγραφη διαθήκη του, που δημοσιεύτηκε νόμιμα από το Πρωτοδικείο Αθηνών, στις 18.1.1991, απέκτησαν κατά πλήρη κυριότητα μεταξύ άλλων, κοινά αδιαίρετα και κατ' ισομοιρία, ήτοι κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου έκαστος, το δικαίωμα του υψούν πάνω από τον τρίτο όροφο της παραπάνω περιγραφόμενης οικοδομής, που βρίσκεται στον Δήμο Παπάγου Αττικής, στο οποίο ανήκει ποσοστό εκατόν πενήντα οκτώ χιλιοστών (158/000) εξ αδιαιρέτου επί του όλου οικοπέδου, δυνάμει της υπ' αριθμ. ... πράξης αποδοχής κληρονομίας της Συμβολαιογράφου Αθηνών Ι. Κ. το γένος Π. Σ., που έχει νομίμως μεταγραφεί στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Παπάγου, στον τόμο ... (βλ. σχετ. την προσαγόμενη μετ' επικλήσεως από τον ενάγοντα - εφεσίβλητο υπ' αριθμ. ... πράξη αποδοχής κληρονομίας της πιο πάνω Συμβολαιογράφου). Περαιτέρω από τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι η εναγόμενη - εκκαλούσα, κυρία του υπό στοιχείο ένα (1) διαμερίσματος του ισογείου ορόφου της ανωτέρω οικοδομής, προέβη σταδιακά και μέχρι το έτος 2009 σε κατάληψη τμημάτων του ακάλυπτου χώρου του οικοπέδου, ήτοι μέρους του νότιου τμήματος αυτού, στη συνέχεια και σε επαφή με το νότιο τμήμα της ως άνω οριζόντιας ιδιοκτησίας της, μέρους του δυτικού τμήματος αυτού, στη συνέχεια και σε επαφή με το δυτικό τμήμα της οριζόντιας ιδιοκτησίας της και μέρους του βορείου τμήματος αυτού, στη συνέχεια και σε επαφή με το βόρειο τμήμα της οριζόντιας ιδιοκτησίας της. Ειδικότερα, αποδείχθηκε ότι η εναγομένη - εκκαλούσα κατασκεύασε: α) κτίσμα επί ακαλύπτου χώρου και εντός όγκου, επί νοτίου τμήματος αυτού και σε συνέχεια και σε επαφή με το νότιο τμήμα της ως άνω οριζόντιας ιδιοκτησίας της, του κλιμακοστασίου, του πλατύσκαλου και του φρέατος του ανελκυστήρα, υπό στοιχείο "1α", όπως αυτό απεικονίζεται στο από 4.12.2018 σκαρίφημα κάτοψης ισογείου με χαρακτηρισμό θέσεων υπερβάσεων του μηχανικού Ι. Γ. και στην με ίδια πιο πάνω ημερομηνία έκθεση αυτοψίας του ιδίου ως άνω μηχανικού, που προσκόμισε μετ' επικλήσεως ο ενάγων - εφεσίβλητος, με πλευρικά στοιχεία α, β, γ, δ, ε, ζ, η, θ, ι, κ, λ, μ, ν, ξ, α, διαστάσεων 0,13μ Χ 1,53μ/2 + (2,80μ + 3,14μ) Χ 0,15μ/2 + 1,45μ Χ 4,22μ + 2,40μ Χ 2,90μ + 0,50μ Χ 4,22μ, συνολικής επιφανείας 15,74 τ.μ., β) κτίσμα επί ακαλύπτου χώρου και εντός όγκου, επί δυτικού τμήματος αυτού και σε συνέχεια και σε επαφή με το δυτικό τμήμα της ως άνω οριζόντιας ιδιοκτησίας της και επί του κλιμακοστασίου που οδηγούσε στην κουζίνα του διαμερίσματος της, υπό στοιχείο "1β", όπως αυτό απεικονίζεται στο από 4.12.2018 σκαρίφημα κάτοψης ισογείου με χαρακτηρισμό θέσεων υπερβάσεων του μηχανικού Ι. Γ. και στην με ίδια πιο πάνω ημερομηνία έκθεση αυτοψίας του ιδίου ως άνω μηχανικού, που προσκόμισε μετ' επικλήσεως ο ενάγων - εφεσίβλητος, με πλευρικά στοιχεία α1, β1, π, ω, α, διαστάσεων 5,90μ Χ 1,15μ, συνολικής επιφανείας 6,79 τ.μ., γ) κτίσμα επί ακαλύπτου χώρου και κάτω από τον εξώστη του πρώτου πάνω από το ισόγειου ορόφου, επί νοτίου τμήματος αυτού και σε συνέχεια και σε επαφή με το νότιο τμήμα της ως άνω οριζόντιας ιδιοκτησίας της, καθώς και με το υπό στοιχείο "1α" ανεγερθέν κτίσμα και πέραν αυτού προς τα δυτικά, υπό στοιχείο "2α", όπως αυτό απεικονίζεται στο από 4.12.2018 σκαρίφημα κάτοψης ισογείου με χαρακτηρισμό θέσεων υπερβάσεων του μηχανικού Ι. Γ. και στην με ίδια πιο πάνω ημερομηνία έκθεση αυτοψίας του ιδίου ως άνω μηχανικού, που προσκόμισε μετ' επικλήσεως ο ενάγων - εφεσίβλητος, με πλευρικά στοιχεία α, β, π, ο, α, διαστάσεων 4,35μ Χ 0,75μ, συνολικής επιφανείας 3,26 τ.μ., δ) κτίσμα επί ακαλύπτου χώρου και κάτω από τον εξώστη του πρώτου πάνω από το ισόγειου ορόφου, επί δυτικού τμήματος αυτού και σε συνέχεια και σε επαφή με το υπό στοιχείο "1β" ανεγερθέν κτίσμα στο δυτικό τμήμα της ως άνω οριζόντιας ιδιοκτησίας της και πέραν αυτού προς τα δυτικά, υπό στοιχείο "2β", όπως αυτό απεικονίζεται στο από 4.12.2018 σκαρίφημα κάτοψης ισογείου με χαρακτηρισμό θέσεων υπερβάσεων του μηχανικού Ι. Γ. και στην με ίδια πιο πάνω ημερομηνία έκθεση αυτοψίας του ιδίου ως άνω μηχανικού, που προσκόμισε μετ' επικλήσεως ο ενάγων - εφεσίβλητος, με πλευρικά στοιχεία χ, ψ, ω, φ, χ, διαστάσεων 4,77μ Χ 0,30μ, συνολικής επιφανείας 1,43 τ.μ., ε) κτίσμα επί ακαλύπτου χώρου και πέραν του εξώστη του πρώτου πάνω από το ισόγειου ορόφου, επί νοτίου τμήματος ακαλύπτου χώρου και σε συνέχεια και σε επαφή με τα υπό στοιχεία "1β" και "2β" ανεγερθέντα κτίσματα στο δυτικό τμήμα της ως άνω οριζόντιας ιδιοκτησίας της και με το υπό στοιχείο "2α" ανεγερθέν κτίσμα στο νότιο τμήμα της πιο πάνω οριζόντιας ιδιοκτησίας της, υπό στοιχείο "3α", όπως αυτό απεικονίζεται στο από 4.12.2018 σκαρίφημα κάτοψης ισογείου με χαρακτηρισμό θέσεων υπερβάσεων του μηχανικού Ι. Γ. και στην με ίδια πιο πάνω ημερομηνία έκθεση αυτοψίας του ιδίου ως άνω μηχανικού, που προσκόμισε μετ' επικλήσεως ο ενάγων - εφεσίβλητος, με πλευρικά στοιχεία φ, π, ρ, ο, τ, υ, φ, διαστάσεων 2,40μ Χ 1,25μ + 0,35μ Χ 0,20μ, συνολικής επιφανείας 3,07 τ.μ., στ) κτίσμα επί ακαλύπτου χώρου και πέραν του εξώστη του πρώτου πάνω από το ισόγειου ορόφου, επί δυτικού τμήματος αυτού και σε συνέχεια και σε επαφή με το δυτικό τμήμα της ως άνω οριζόντιας ιδιοκτησίας της, υπό στοιχείο "3β", όπως αυτό απεικονίζεται στο από 4.12.2018 σκαρίφημα κάτοψης ισογείου με χαρακτηρισμό θέσεων υπερβάσεων του μηχανικού Ι. Γ. και στην με ίδια πιο πάνω ημερομηνία έκθεση αυτοψίας του ιδίου ως άνω μηχανικού, που προσκόμισε μετ' επικλήσεως ο ενάγων - εφεσίβλητος, με πλευρικά στοιχεία δ1, ε1, ζ1, γ1, δ1, διαστάσεων 1,20μ Χ 0,50μ, συνολικής επιφανείας 0,60 τ.μ., και ζ) κτίσμα επί ακαλύπτου χώρου προς την οδό ... (αποθηκευτικό χώρο), επί βόρειου τμήματος αυτού και σε συνέχεια και σε επαφή με το βόρειο τμήμα της ως άνω οριζόντιας ιδιοκτησίας της, υπό στοιχείο "4", όπως αυτό απεικονίζεται στο από 4.12.2018 σκαρίφημα κάτοψης ισογείου με χαρακτηρισμό θέσεων υπερβάσεων του μηχανικού Ι. Γ. και στην με ίδια πιο πάνω ημερομηνία έκθεση αυτοψίας του ιδίου ως άνω μηχανικού, που προσκόμισε μετ' επικλήσεως ο ενάγων - εφεσίβλητος, με πλευρικά στοιχεία θ1, ι1, κ1, η1, θ1, διαστάσεων 1,80μ Χ 2,80μ, συνολικής επιφανείας 5,04 τ.μ. (βλ. σχετ. την από 4.12.2018 έκθεση αυτοψίας του μηχανικού Ι. Γ., το με ίδια πιο πάνω ημερομηνία τα προσκομιζόμενα μετ' επικλήσεως από τον ενάγοντα - εφεσίβλητο με ημερομηνία σκαρίφημα κάτοψης ισογείου με χαρακτηρισμό θέσεων υπερβάσεων του ως άνω μηχανικού, της από 15.11.2017 συμπληρωματικής επί της από 30.9.2011 έκθεσης αυτοψίας του ανωτέρω μηχανικού τεχνικής έκθεσης, την κάτοψη του ισογείου διαμερίσματος της εναγομένης - εκκαλούσας όπως δηλώθηκε από την τελευταία στον Ν. 4178 μετά τη δόμηση και προσάρτηση των κοινοχρήστων χώρων [σχετ. ενάγοντος - εφεσίβλητου υπό στοιχείο 25], φωτογραφία της οριζόντιας ιδιοκτησίας της εναγομένης - εκκαλούσας και του α' ορόφου της οικοδομής που έχει ληφθεί από την οδό ... [σχετ. ενάγοντος - εφεσίβλητου υπό στοιχείο 19, 21], φωτογραφίες που απεικονίζουν τους κοινόχρηστους χώρους που κτίστηκαν, περικλείστηκαν και προσαρτήθηκαν στο ισόγειο διαμέρισμα της εναγομένης - εκκαλούσας, όπως φαίνονται στο σκιαγραφημένο με κόκκινο περίγραμμα προς το νότιο και δυτικό τμήμα του ακαλύπτου χώρου σε επαφή με το νότιο και δυτικό τμήμα της ιδιοκτησίας της - διαμερίσματος της [σχετ. ενάγοντος - εφεσίβλητου υπό στοιχεία 20, 22], το υπ' αριθμ. ... συμβόλαιο σύστασης οριζόντιων ιδιοκτησιών του ίδιου ως άνω Συμβολαιογράφου, το υπ' αριθμ. ... συμβόλαιο δωρεάς εν ζωή οριζοντίου ιδιοκτησίας του παραπάνω Συμβολαιογράφου, που προσκόμισε μετ' επικλήσεως ο ενάγων - εφεσίβλητος). Οι παραπάνω κατασκευές, συνολικής επιφανείας (15,74 τ.μ.+ 6,79 τ.μ.+ 3,26 τ.μ.+ 1,43 τ.μ.+ 3,07 τ.μ.+ 0,60 τ.μ.+5,04 τ.μ.=) 35,93 τ.μ., στις οποίες προέβη η εναγόμενη - εκκαλούσα δεν προβλέπονταν στις ανωτέρω αναφερόμενες οικοδομικές άδειες, ούτε στην πιο πάνω μνημονευόμενη οροφοκτητική πράξη. Η εναγομένη - εκκαλούσα, με τις ανωτέρω αποδειχθείσες ενέργειες της, επεξέτεινε το διαμέρισμα της του ισογείου ορόφου προς τα νότια, δυτικά και βόρεια και μετέτρεψε ακάλυπτα και κοινόχρηστα - κοινόκτητα τμήματα του οικοπέδου, που βρίσκονται στο νότιο, δυτικό και βόρειο τμήμα αυτού σε δομημένους χώρους κυρίας χρήσης (προς το δυτικό και νότιο τμήμα) και βοηθητικής χρήσης (προς το βόρειο τμήμα), στους οποίους επεξέτεινε το διαμέρισμα της (βλ. σχετ. τις υπ' αριθμ. ... και ... οικοδομικών αδειών της αρμόδιας πολεοδομίας Αγίας Παρασκευής, το από μηνός Ιανουαρίου του έτους 1976 τοπογραφικό διάγραμμα και διάγραμμα καλύψεως του αρχιτέκτονα μηχανικού Γ. Κ., την από 20.12.1976 κάτοψη του ισογείου διαμερίσματος του ιδίου πιο πάνω αρχιτέκτονα μηχανικού, το υπ' αριθμ. ... συμβόλαιο σύστασης οριζόντιων ιδιοκτησιών του Συμβολαιογράφου Αθηνών Γ. Ν., το υπ' αριθμ. ... συμβόλαιο δωρεάς εν ζωή οριζοντίου ιδιοκτησίας του παραπάνω Συμβολαιογράφου, που προσκόμισε μετ' επικλήσεως ο ενάγων - εφεσίβλητος). Τις παράνομες αυτές κατασκευές διαπίστωσε η αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία του Δήμου Αγίας Παρασκευής, μετά από επιτόπια αυτοψία που διενήργησαν, στις 6.4.2012 και 29.5.2012, οι υπάλληλοί της, οι οποίοι συνέταξαν τις από 6.4.2012 και 29.5.2012 εκθέσεις αυτοψίας αυθαιρέτου κατασκευής και επιβολής προστίμων, οι οποίες είναι πλέον αμετάκλητες, ενώ έχουν επιβάλλει και τα ανάλογα πρόστιμα ανέγερσης και διατήρησής τους (βλ. σχετ. τις προσκομιζόμενες μετ' επικλήσεως από τον ενάγοντα - εφεσίβλητο με ημερομηνίες 6.4.2012 και 29.5.2012 εκθέσεις αυτοψίας της πολεοδομικής υπηρεσίας του Δήμου Αγίας Παρασκευής). Με τις άνω επίδικες κατασκευές καταλήφθηκαν από την εναγομένη - εκκαλούσα Πηνελόπη - Χ. Γ., μονομερώς και αυθαιρέτως, κοινόχρηστα τμήματα του παραπάνω περιγραφόμενου ακάλυπτου κοινού ακινήτου, στο οποίο τυγχάνουν συγκύριοι οι διάδικοι, Γ. Τ. και Πηνελόπη - Χ. Γ., καθώς και η Α. σύζυγος Γ. Γ. το γένος Ν. και Π. Τ. με ποσοστά συνιδιοκτησίας επί του όλου οικοπέδου (261/000+150/000) 411/000, 178/000, 253/000 αντίστοιχα και επιπλέον ο Γ. Τ. και η Α. σύζυγος Γ. Γ. εξ αδιαιρέτου κατά ποσοστό 158/000, που έχει υπαχθεί νομότυπα στο καθεστώς της οροφοκτησίας, τα οποία υπάγονται αυτοδικαίως από το νόμο στα αντικείμενα της αναγκαστικής συγκυριότητάς τους επί του εδάφους, που σημειωτέον εκτείνεται σε ολόκληρη την έκταση του ακινήτου τους και δη τόσο ως προς το καλυπτόμενο από την οικοδομή, όσο και ως προς το ακάλυπτο μέρος του και θεωρούνται κοινόκτητα και κοινόχρηστα μέρη του ακινήτου, η οποία κοινοχρησία προκύπτει από τη φύση τους και το σκοπό που υπηρετούν στη λειτουργία της εν λόγω οροφοκτησίας. Η ανωτέρω κρίση του Δικαστηρίου τούτου ενισχύεται εισέτι και από το προσκομιζόμενο μετ' επικλήσεως από τον ενάγοντα - εφεσίβλητο υπ' αριθμ. πρωτ. ... έγγραφο του Τμήματος Ελέγχου Κατασκευών/Υπηρεσία Δόμησης του Δήμου Αγίας Παρασκευής - Αττικής με θέμα "Αποτέλεσμα αυτοψίας - Ανάκληση δηλώσεων Ν. 4178/13 & Ν. 4495/17", όπου γίνεται η παραδοχή ότι "...διαπιστώθηκε ότι τα τμήματα της ρυθμισμένης δόμησης - κάλυψης εκτός του νομίμου (σύμφωνα με το εγκεκριμένο διάγραμμα κάλυψης της υπ' αρ. ... οικοδομικής αδείας) περιγράμματος της οικοδομής, δεν πληρούν την απαίτηση του άρθρου 11, παρ. 1.δ.ι του Ν. 4178/13 και του άρθρου 98 παρ. 9 του Ν. 4495/17, σχετικά με την συναίνεση των συναίνεση των συνιδιοκτητών, καθώς εξέχουν της ιδιοκτησίας του οροφοδιαμερίσματος και εισέρχονται εντός κοινόχρηστης κάλυψης. ... .". Επομένως, η ήδη εκκαλούσα - εναγόμενη με τις ανωτέρω μονομερείς και παράνομες ενέργειες της διαταράσσει το δικαίωμα συγκυριότητας του ενάγοντος και νυν εφεσίβλητου συγκύριου Γ. Τ. του Ν. επί του ανωτέρω οικοπέδου, αφού παρεμποδίζεται η χρήση εκ μέρους του των κοινόκτητων και κοινόχρηστων αυτών χώρων, κατά το μέρος που έχουν καλυφθεί με τα ανωτέρω περιγραφόμενα κτίσματα, των οποίων δικαιούται να κάνει ακώλυτη χρήση κατά τον προορισμό τους, καθόσον, όπως αποδείχθηκε, ούτε με τη συστατική της οροφοκτησίας πράξη, ούτε με μεταγενέστερη ιδιαίτερη συμφωνία τους, καταρτισθείσα με μεταγραφέν συμβολαιογραφικό έγγραφο, ορίσθηκε ότι τα επίμαχα αυτά τμήματα του εδάφους δεν θα είναι κοινόχρηστα μέρη, αλλά θα ανήκουν στην αποκλειστική της χρήση, ως κυρίας της αυτοτελούς ισόγειας κατοικίας. Ο χαρακτήρας των ανωτέρω καταληφθέντων από την εναγομένη - εκκαλούσα τμημάτων του οικοπέδου, στο οποίο είναι συγκύριοι οι διάδικοι και η Α. σύζυγος Γ. Γ. το γένος Ν. Τ., ως κοινόκτητων - κοινόχρηστων, προκύπτει κατά το νόμο, αφού αυτά αποτελούν το έδαφος της οικοδομής, που σημειωτέον, όπως ήδη έχει αναφερθεί παραπάνω εκτείνεται σε ολόκληρη την έκταση του ακινήτου τους και δη τόσο ως προς το καλυπτόμενο από την οικοδομή, όσο και ως προς το ακάλυπτο μέρος του και κατά την συστατική της οροφοκτησίας δικαιοπραξία, η οποία δεν αποδείχθηκε ότι τροποποιήθηκε με μεταγενέστερη ιδιαίτερη συμφωνία όλων των οροφοκτητών, δεν προβλέφθηκε ότι αποτελούν αντικείμενο χωριστής ιδιοκτησίας, που ν' ανήκει σ' έναν ή σε ορισμένους από τους ιδιοκτήτες. Επιπλέον, ο ως άνω χαρακτηρισμός των επίδικων καταληφθέντων τμημάτων του οικοπέδου συνάδει και με τον κατά τη φύση τους προορισμό για την εξυπηρέτηση των ιδιοκτητών με την κοινή απ' αυτούς χρήση του. Επομένως, δεδομένου, ότι η θεσπιζόμενη με τα άρθρα 1002 ΑΚ και 1 επ. του Ν. 3741/1929 αποκλειστική (χωριστή) κυριότητα επί ορόφου ή τμήματος ορόφου, αποτελεί την εξαίρεση του κανόνα superficies solo cedit, που έχει περιληφθεί στο άρθρο 1001 εδ. α' του ΑΚ, τα παραπάνω καταληφθέντα αδόμητα τμήμα του οικοπέδου που δεν ορίστηκαν, με το συστατικό της οροφοκτησίας τίτλο, ότι αποτελούν αντικείμενο της αποκλειστικής κυριότητας κάποιου συνιδιοκτήτη, υπάγονται αυτοδικαίως από το νόμο, κατ' εφαρμογή του ανωτέρω κανόνα, στα αντικείμενα της αναγκαστικής συγκυριότητας επί του εδάφους και θεωρούνται κοινόκτητα και κοινόχρηστα μέρη του παραπάνω περιγραφόμενου ακινήτου ... .".). Εξάλλου, η εναγομένη - εκκαλούσα Πηνελόπη - Χ. Γ. δεν είχε δικαίωμα να προβεί στο κλείσιμο τμημάτων των κοινόχρηστων και κοινόκτητων χώρων του οικοπέδου και για τον πρόσθετο λόγο ότι με την ενέργεια της αυτή, που επέφερε μεταβολή των παραπάνω ακάλυπτων τμημάτων του οικοπέδου σε κλειστούς χώρους, θίγεται ο συνήθης προορισμός των κοινόχρηστων και κοινόκτητων χώρων του οικοπέδου, που είναι η σύγχρηση αυτών από τους κυρίους των λοιπών αυτοτελών οριζοντίων ιδιοκτησιών. Σε κάθε δε περίπτωση, απαγορεύεται η ενσωμάτωση κοινόχρηστου ή κοινόκτητου τμήματος της οικοδομής, ακόμη και αν αυτό έχει παραχωρηθεί κατά δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης σε κάποιον οροφοκτήτη, στην ιδιωτική κτήση και η εξ αυτού μεταβολή του προορισμού τους, αν δεν προηγηθεί ιδιαίτερη συμφωνία μεταξύ όλων των οροφοκτητών, κατά τα άρθρα 4 παρ. 1, 5 και 13 του άνω Ν. 3741/1929, η οποία πρέπει να περιβληθεί το συμβολαιογραφικό τύπο και να μεταγραφεί ... , κάτι που δεν αποδείχθηκε ότι έλαβε χώρα στην προκειμένη περίπτωση. Σημειωτέον ότι η εκ των ως άνω άρθρων του Ν. 3741/1929 απαγόρευση του κυρίου ορόφου ή διαμερίσματος ορόφου πολυώροφης οικοδομής, υπαγόμενης στο σύστημα οριζόντιας ιδιοκτησίας του ανωτέρω νόμου και των άρθρων 1002, 1117 ΑΚ, να ενεργεί κατασκευές στους κοινόχρηστους χώρους της οικοδομής, οι οποίες παρεμποδίζουν τη σύγχρηση των κοινοχρήστων αυτών χώρων από τους κυρίους των λοιπών αυτοτελών οριζοντίων ιδιοκτησιών, δεν αίρεται από την, κατά τις οικείες πολεοδομικές διατάξεις, νομιμοποίηση των κατασκευών αυτών και την εξαίρεσή τους από την κατεδάφιση, με την πληρωμή των σχετικών προστίμων της πολεοδομικής αρχής. Διότι, με τον τρόπο αυτόν, οι ανωτέρω κατασκευές ούτε νομιμοποιούνται έναντι των λοιπών συνιδιοκτητών της οικοδομής, ούτε παύει η εξ αυτών παρακώληση της ελεύθερης και απρόσκοπτης χρήσης των κοινόχρηστων πραγμάτων από τους λοιπούς συνιδιοκτήτες.
Συνεπώς ο ισχυρισμός της εναγομένης - εκκαλούσας ότι τα άνω αυθαίρετα κτίσματα έχουν ήδη ενταχθεί σε ρύθμιση, σύμφωνα με το άρθρο 11 του Ν. 4178/2013, προκειμένου να εξαιρεθούν από την κατεδάφιση, βάσει της υπ' αριθμ. ... δήλωση ένταξης, η οποία μάλιστα έχει περαιωθεί, σύμφωνα με την από 2.3.2015 βεβαίωση, αλυσιτελώς προβάλλεται, διότι η διαδικασία τακτοποίησής τους δεν νομιμοποιεί τη χωρίς δικαίωμα αποκλειστική χρήση των προπεριγραφέντων τμημάτων του ακάλυπτου χώρου εκ μέρους της εναγομένης - εκκαλούσας και το κλείσιμο των ανοικτών αυτών χώρων, καθόσον οι εν λόγω ενέργειες της εναγομένης - εκκαλούσας εξακολουθούν να είναι αντισυμβατικές και ειδικότερα αντίθετες στην πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας, καθώς το κύρος των ως άνω συμφωνιών μεταξύ των ανωτέρω συνιδιοκτητών της οικοδομής και τα απορρέοντα από αυτές δικαιώματα και υποχρεώσεις, δεν θίγονται από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις της πολεοδομικής νομοθεσίας, που ορίζουν για την παράβαση μόνο διοικητικές ή ποινικές κυρώσεις ... . Ως εκ τούτου το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση έκρινε τα ίδια έστω και με συνοπτικότερη αιτιολογία, η οποία παραδεκτώς συμπληρώνεται από το παρόν κατ' έφεση δικάζον Δικαστήριο ... και έκανε δεκτό ως ουσία βάσιμο τον ισχυρισμό του ενάγοντος ότι οι επίδικοι χώροι, κατά τους οποίους επεκτάθηκε το διαμέρισμα της εναγομένης - εκκαλούσας του ισογείου ορόφου της πιο πάνω οικοδομής, είναι κοινόχρηστοι και κοινόκτητοι και απέρριψε τον περί του αντιθέτου ισχυρισμό της εναγομένης - εκκαλούσας ότι αυτοί δεν είναι, επειδή αυτοί βρίσκονται εντός του συνολικού περιγράμματος της οικοδομής, που ορίζεται από τα υποστυλώματα και το διαμέρισμα της του ισογείου, αποτελεί δε, καθ' ο μέρος προβάλλεται ο εξώστης του α' ορόφου επί του οποίου μάλιστα έχει κτιστεί ολόκληρο δωμάτιο, "στεγασμένη βεράντα" του ισογείου και όχι ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου, ο οποίος αρχίζει από την προβολή του διαμερίσματος - δωματίου του α' ορόφου σε συνδυασμό με το περίγραμμα της οικοδομής και πέραν μέχρι το όριο του οικοπέδου, δεν έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων και όσα αντίθετα υποστηρίζει η εναγόμενη - εκκαλούσα με τον σχετικό πρώτο λόγο της έφεσής της είναι απορριπτέα ως ουσιαστικά αβάσιμα. Περαιτέρω, η εναγόμενη - εκκαλούσα πρότεινε παραδεκτώς ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου τον ισχυρισμό περί καταχρηστικής άσκησης του επίδικου δικαιώματος εκ μέρους του ενάγοντος - εφεσίβλητου, τον οποίο επαναφέρει παραδεκτά ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου με τον σχετικό τρίτο λόγο της έφεσής της. Ειδικότερα, η εναγόμενη για τη θεμελίωση του ισχυρισμού της αυτού επικαλέστηκε αναφορικά με τις αυθαίρετες κατασκευές που περιγράφονται στην αγωγή ότι: α) η κατασκευή τους έλαβε χώρα περί τα τέλη της δεκαετίας του 1990, β) υπήρξε την περίοδο εκείνη συμφωνία μεταξύ του ενάγοντος, της αδελφής του και της μητέρας της, Α. Γ., καθώς και της γιαγιάς της και μητέρας τους, Π. - Π. Τ., ως προς την κατασκευή όλων των εργασιών, για τις οποίες ο ενάγων σήμερα παραπονείται και ζητεί την κατεδάφιση τους, καθώς και ότι ως αντάλλαγμα συμφωνήθηκε ο ενάγων να χρησιμοποιεί ένα "γκαράζ" που βρίσκεται στον ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου και είναι κοινόχρηστος και κοινόκτητος χώρος και είναι παντελώς αυθαίρετο και δεν περιγράφεται στην σύσταση οριζοντίων ιδιοκτησιών, γ) οι αυθαίρετες αυτές εργασίες έχουν πλήρως τακτοποιηθεί, δυνάμει των διατάξεων του Ν. 4178/2013, δ) ο ενάγων ζητεί την κατεδάφιση των εν λόγω εργασιών επειδή εκείνη αρνήθηκε να υποκύψει στην απαίτηση του να συναινέσει στην υποβολή αίτησης για την τακτοποίηση του αυθαιρέτου γκαράζ, το οποίο εκείνος χρησιμοποιεί ως αντάλλαγμα, με αναγραφή μεγαλύτερης επιφάνειας από την πραγματική, ούτως ώστε εκείνος να μπορέσει να μεταβάλλει τη χρήση του και να το μετατρέψει σε αυτοτελή ιδιοκτησία και ε) εκείνος έχει αποκλείσει του λοιπούς συνιδιοκτήτες από την πρόσβαση στην κοινόχρηστη ταράτσα. Με βάση, όμως, όσα ήδη έχουν αποδειχθεί ανωτέρω η άσκηση της ένδικης αγωγής του ενάγοντος, αναφορικά με την μετατροπή των κοινόχρηστων και κοινόκτητων τμημάτων του ακαλύπτου χώρου σε χώρο κύριας χρήσης και δη αυτοτελών οριζοντίων ιδιοκτησιών δεν υπερβαίνει προφανώς τα όρια, που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Ειδικότερα η συμπεριφορά του ενάγοντος έναντι της εναγομένης - εκκαλούσας δεν αποδείχθηκε ότι υπήρξε τέτοια, ώστε να δημιουργήσει εύλογα στην τελευταία την πεποίθηση ότι δεν θα ασκήσει το επίδικο δικαίωμά του, αφού, όπως αποδείχθηκε κατά τα προεκτιθέμενα, η επίμαχη μετατροπή εκ μέρους της εναγομένης - εκκαλούσας στα προαναφερόμενα τμήματα κοινόχρηστων χώρων έγινε σταδιακά και μέχρι το έτος 2009, όπως η ίδια άλλωστε συνομολογεί στην από 25.9.2010 υπεύθυνη δήλωση της, που προσκόμισε μετ' επικλήσεως ο ενάγων - εφεσίβλητος, την οποία εκείνη υπέβαλε στην Πολεοδομία Ανατολικού Τομέα, συνοδεύοντας την υπ' αριθμ. ... αίτηση της για τακτοποίηση των χώρων του ισογείου συνολικής επιφάνειας 24,99 τ.μ. και όχι πριν το 2000, όπως αβάσιμα η ίδια ισχυρίζεται, καθόσον κάτι τέτοιο ουδόλως αποδείχθηκε από κάποιο αποδεικτικό στοιχείο και ο ενάγων ουδέποτε συναίνεσε σ' αυτές, αφού, όπως αποδείχθηκε, ο ίδιος είχε εκφράσει ήδη τις αντιρρήσεις του, ασκώντας την από 16.11.2021 αίτηση ακύρωσης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την οποία ζήτησε να ακυρωθούν τόσο η υπ' αριθμ. πρωτ. ... αίτηση της εναγομένης - εκκαλούσας όσο και η με α/α καταχώρησης δήλωση ... τακτοποίησης αυθαιρέτων, γεγονός το οποίο γνώριζε η εναγόμενη, η ίδια δε συνομολογεί στο δικόγραφο της ένδικης έφεσής της ότι οι σχέσεις της με τον ενάγοντα είχαν ήδη από το 2009 διαρρηχθεί. ... . Εξάλλου ο ισχυρισμός της ότι στις επίδικες αυθαίρετες εργασίες είχε συναινέσει η γιαγιά της - μητέρα του ενάγοντος, η οποία κατά τον επίμαχο χρόνο είχε το δικαίωμα επικαρπίας επί του διαμερίσματος της του ισογείου ορόφου, είναι αλυσιτελής, καθόσον και αληθής υποτιθέμενος δεν αναιρεί την παραπάνω κρίση του Δικαστηρίου τούτου, περί αυθαίρετης - παράνομης κατάληψης τμημάτων του ακαλύπτου - κοινόχρηστου και κοινόκτητου χώρου του οικοπέδου από την εναγομένη - εκκαλούσα, αφού δεν αποδείχθηκε ότι στις αυθαίρετες εργασίες της εναγομένης είχαν συναινέσει όλοι οι συγκύριοι της επίμαχης οικοδομής και ότι αυτοί προέβησαν σε τροποποίηση της αρχικής πράξης σύστασης οριζοντίων ιδιοκτησιών, στην οποία τα επίδικα τμήματα δεν χαρακτηρίζονται ως αυτοτελής οριζόντιες ιδιοκτησίες, με νεότερο συμβολαιογραφικό έγγραφο, το οποίο μάλιστα θα έπρεπε επιπλέον να έχουν μεταγράψει. Επίσης, δεν καθιστά καταχρηστική την άσκηση της ένδικης αγωγής το επικαλούμενο από την εναγόμενη γεγονός της εκ μέρους του ενάγοντος αποκλεισμού των υπολοίπων συνιδιοκτητών από την πρόσβαση τους στην ταράτσα, δεδομένου ότι η επικαλούμενη αυτή συμπεριφορά του ενάγοντος και αληθής υποτιθέμενη δεν νομιμοποιεί τη συμπεριφορά της εναγομένης, ούτε και καθιστά αντίθετη προς τη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ την αξίωση αυτού (ενάγοντος) για καθαίρεση των επίμαχων κατασκευασμένων χώρων στον ακάλυπτο χώρο της οικοδομής των διαδίκων και επαναφοράς αυτού στην προτέρα κατάσταση, πέραν και του ότι η εναγόμενη δεν μπορεί να απαιτεί ισότητα στην, κατ' αυτή, παρανομία. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο, με την εκκαλούμενη απόφασή του, έστω και με συνοπτικότερη αιτιολογία, η οποία παραδεκτώς συμπληρώνεται από το παρόν κατ' έφεση δικάζον Δικαστήριο ..., δέχθηκε τα ίδια και απέρριψε την ανωτέρω ένσταση της εναγομένης περί καταχρηστικής άσκησης του ενδίκου δικαιώματος του ενάγοντος αναφορικά με την μετατροπή των ανωτέρω χώρων, δεν έσφαλε, αλλ' ορθώς έκρινε κατ' αποτέλεσμα, απορριπτομένου, ως ουσιαστικά αβάσιμου, του σχετικού τρίτου λόγου της έφεσης της εναγομένης, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα. Τέλος, η εναγόμενη - εκκαλούσα με τον δεύτερο λόγο της έφεσής της επαναφέρει παραδεκτά ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου το αίτημα, που παραδεκτώς υπέβαλε ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου με τις έγγραφες προτάσεις της, περί έκδοσης μη οριστικής απόφασης και τον διορισμό πραγματογνώμονα, ήτοι αρμοδίου πολιτικού μηχανικού, προκειμένου αυτός "....να διευκρινίσει το status των ένδικων χώρων, κατά πόσον αυτοί αποτελούν μέρος του ακαλύπτου χώρου του οικοπέδου ή αν αποτελούν στεγασμένη βεράντα, αν αποτελούν κοινόχρηστο και κοινόκτητο χώρο εντάσσονται ως εξώστες στην αυτοτελή οριζόντια ιδιοκτησία μου του ισογείου ορόφου, καθώς επίσης και αν η αποδοχή του αιτήματος της υπό κρίση αγωγής ενδέχεται να επιφέρει οποιασδήποτε φύσης πρόβλημα ή ζημία στο σύνολο της οικοδομής", παραπονούμενη ότι η πρωτόδικη απόφαση απορρίπτοντας ως ουσία αβάσιμο το ως άνω αίτημα της έσφαλε κατά την εκτίμηση των αποδείξεων. Από τις διατάξεις του άρθρου 368 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ προκύπτει ότι η συμπλήρωση των αποδείξεων με τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης εναπόκειται στην κυριαρχική και μη ελεγχόμενη αναιρετικώς κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, το οποίο εκτιμά ελευθέρως την ανάγκη της χρησιμοποίησης του αποδεικτικού αυτού μέσου, με εξαίρεση την περίπτωση, κατά την οποία κάποιος από τους διαδίκους ζητήσει τη διεξαγωγή πραγματογνωμοσύνης και το δικαστήριο κρίνει ότι χρειάζονται ιδιάζουσες γνώσεις επιστήμης ή τέχνης, οπότε οφείλει να διορίσει πραγματογνώμονα.
Συνεπώς, αν δεν υπάρχει παραδοχή του δικαστηρίου ότι πρόκειται για ζητήματα που απαιτούνται για να γίνουν αντιληπτά ιδιάζουσες γνώσεις επιστήμης ή τέχνης, η απόρριψη, ρητώς ή σιωπηρώς, αιτήματος του διαδίκου για τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης δεν δημιουργεί λόγο αναίρεσης από τον αριθμό 9 του άρθρου 559 ΚΠολΔ ... . Στην προκειμένη περίπτωση, το παραπάνω αίτημα της εναγομένης - εκκαλούσας περί διενέργειας πραγματογνωμοσύνης από πολιτικό μηχανικό, προκειμένου αυτός να διευκρινίσει το νομικό καθεστώς των επίδικων χώρων, δηλαδή αν αυτοί είναι κοινόχρηστοι και κοινόκτητοι, αν αποτελούν μέρος του ακαλύπτου χώρου του οικοπέδου ή στεγασμένη βεράντα ή αν α εντάσσονται ως εξώστες στην αυτοτελή οριζόντια ιδιοκτησία της του ισογείου ορόφου, καθώς επίσης και αν η αποδοχή του αιτήματος της υπό κρίση αγωγής ενδέχεται να επιφέρει οποιασδήποτε φύσης πρόβλημα ή ζημία στο σύνολο της οικοδομής, είναι απορριπτέο ως αβάσιμο, επειδή αφενός για τον σχηματισμό δικανικής πεποίθησης από το παρόν Δικαστήριο σχετικά με τα ζητήματα του χαρακτηρισμού του νομικού καθεστώτος των επίμαχων καταληφθέντων χώρων και του ενδεχόμενου πρόκλησης οποιασδήποτε φύσης προβλήματος ή ζημίας στο σύνολο της οικοδομής από την αποδοχή του αιτήματος της υπό κρίση αγωγής για κατεδάφιση των αυθαίρετων κατασκευών, δεν απαιτούνται ειδικές γνώσεις επιστήμης ή τέχνης και αφετέρου οι προσκομισθείσες αποδείξεις, ήτοι τα παραπάνω αναφερόμενα αποδεικτικά στοιχεία και ειδικότερα το υπ' αριθμ. ... συμβόλαιο σύστασης οριζόντιων ιδιοκτησιών του ίδιου ως άνω Συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκε νόμιμα, περί υπαγωγής ακινήτου στις διατάξεις των άρθρων 1002 και 1117 του ΑΚ και του Ν. 3741/1929 "Περί ιδιοκτησίας κατ' ορόφους", οι υπ' αριθμ. ... και ... οικοδομικές άδειες της αρμόδιας πολεοδομίας Αγίας Παρασκευής, το από του μηνός Ιανουαρίου του έτους 1976 τοπογραφικό διάγραμμα και διάγραμμα καλύψεως του αρχιτέκτονα μηχανικού Γ. Κ., το με ημερομηνία 20.12.1976 σχεδιάγραμμα κατόψεως του ισογείου ορόφου της επίμαχης οικοδομής του αρχιτέκτονα - μηχανικού Γ. Κ. και το υπ' αριθμ. ... συμβόλαιο δωρεάς εν ζωή οριζοντίου ιδιοκτησίας του παραπάνω Συμβολαιογράφου, καθώς και οι παραπάνω αναφερόμενες εκθέσεις αυτοψίας της Πολεοδομίας Αγίας Παρασκευής με ημερομηνίες 6.4.2012 και 29.5.2012, η από 26.6.2012 ένσταση - προσφυγή της εναγομένης - εκκαλούσας ενώπιον της Επιτροπής Αυθαιρέτων της Διεύθυνσης Πολεοδομίας του Δήμου Αγίας Παρασκευής και του Συμβουλίου Πολεοδομικών Θεμάτων και Αμφισβητήσεων (ΣΥΠΟΘΑ) του Ν. 4030/2011 κατά της δεύτερης πιο πάνω έκθεσης αυτοψίας και την αιτιολογημένη έκθεση και βεβαίωση στατικής επάρκειας τμήματος περιμετρικής τοιχοδόμησης της ισογείου κατοικίας της εναγομένης - εκκαλούσας των πολιτικών μηχανικών Γ. Μ. και Δ. Γ., που προσκόμισε μετ' επικλήσεως η τελευταία, είναι ικανά για τον σχηματισμό δικανικής πεποίθησης από το Δικαστήριο τούτο περί του χαρακτηρισμού των επίδικων χώρων ως κοινόχρηστων και κοινόκτητων και της δυνατότητας κατεδάφισης των επίμαχων κατασκευών χωρίς να προκαλείται οποιοδήποτε πρόβλημα ή ζημία στην οικοδομή, τούτο δε επειδή από τα παραπάνω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι οι επίμαχοι καταληφθέντες από την εναγομένη - εκκαλούσα χώροι είναι κοινόχρηστοι και κοινόκτητοι και ότι το ισόγειο ανεγέρθηκε το έτος 1957 - 1958, δυνάμει του ισχύοντος τότε πολεοδομικού καθεστώτος και στη συνέχει με τις υπ' αριθμ. ... και ... οικοδομικές άδειες ανεγέρθηκαν οι λοιποί όροφοι της οικοδομής, οι οποίοι τυγχάνουν εντελώς ανεξάρτητοι στατικά από το ισόγειο, αφού τοποθετήθηκαν κολώνες περιμετρικά του υφιστάμενου ισογείου. Επιπρόσθετα, πρέπει να επισημανθεί ότι α) σε κάθε περίπτωση ο χαρακτηρισμός του νομικού καθεστώτος των επίμαχων χώρων αφορά νομικό ζήτημα, για το οποίο μόνο αρμόδιο είναι το παρόν Δικαστήριο και όχι πραγματογνώμονας και δη πολιτικός μηχανικός, ο οποίος θα γνωμοδοτούσε ως νομομαθείς για τον χαρακτηρισμό των επίδικων χώρων και β) η δυνατότητα κατεδάφισης των πιο πάνω κατασκευών χωρίς την πρόκληση προβλημάτων και ζημιών για την υπόλοιπη οικοδομή έχει ήδη ερευνηθεί από την αρμόδια πολεοδομία, η οποία με τις προαναφερόμενες εκθέσεις αυτοψία της έκρινε αυτές κατεδαφιστέες και συνεπώς δεν απαιτείται και για τους λόγους αυτούς η διενέργεια πραγματογνωμοσύνης για τα παραπάνω ζητήματα, όπως επιζητεί με τον πιο πάνω λόγο της έφεσης της η εναγόμενη - εκκαλούσα, εφόσον πρόκειται περί θέματος που μπορεί να αντιληφθεί το παρόν Δικαστήριο από τις υπόλοιπες αποδείξεις και δεν απαιτούνται προς τούτο ειδικές γνώσεις επιστήμης ή τέχνης ... . Μετά ταύτα, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο, έστω και με συνοπτικότερη αιτιολογία, η οποία παραδεκτώς συμπληρώνεται από το παρόν κατ' έφεση δικάζον Δικαστήριο ... , δέχθηκε τα ίδια και απέρριψε ως αβάσιμο το ανωτέρω αίτημα της εναγομένης περί διενεργείας πραγματογνωμοσύνης από πολιτικό μηχανικό, δεν έσφαλε όσο αφορά την εκτίμηση των αποδείξεων, αλλ' ορθώς έκρινε κατ' αποτέλεσμα, απορριπτομένου, ως ουσιαστικά αβάσιμου, του σχετικού τρίτου λόγου της έφεσης της εναγομένης, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα. ... .".
Κατά την έννοια του άρθρου 559 αριθμ. 1 του Κ.Πολ.Δ., παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που ιδρύει τον προβλεπόμενο από τη διάταξη αυτή λόγο αναιρέσεως, υπάρχει όταν ο κανόνας δικαίου είτε ερμηνεύτηκε εσφαλμένα, δηλαδή το δικαστήριο της ουσίας προσέδωσε σ' αυτόν έννοια διαφορετική από την αληθινή, είτε δεν εφαρμόστηκε, ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του, είτε εφαρμόστηκε, ενώ αυτές δεν συνέτρεχαν ή εφαρμόσθηκε εσφαλμένα (Ολ.Α.Π. 2/2013, Ολ.Α.Π. 7/2006, Ολ.Α.Π. 4/2005).
Συνεπώς, κατά τις παραπάνω διακρίσεις, η παράβαση του κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που οδηγεί σε εσφαλμένο νομικό συλλογισμό και, κατ' επέκταση, σε εσφαλμένη εφαρμογή του δικαίου, εκδηλώνεται είτε ως ψευδής ερμηνεία του κανόνα δικαίου είτε ως εσφαλμένη υπαγωγή σ' αυτόν των περιστατικών της ατομικής περιπτώσεως, που καταλήγει σε εσφαλμένο συμπέρασμα με τη μορφή του διατακτικού της αποφάσεως. Στην περίπτωση που το δικαστήριο έκρινε κατ' ουσίαν την υπόθεση, η παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται με βάση τα πραγματικά περιστατικά που ανελέγκτως δέχτηκε ότι αποδείχτηκαν το δικαστήριο της ουσίας και την υπαγωγή αυτών στο νόμο και ιδρύεται ο λόγος αυτός αναιρέσεως, αν οι πραγματικές παραδοχές της αποφάσεως καθιστούν προφανή την παράβαση (Α.Π. 1641/2021, Α.Π. 24/2015). Έτσι, με τον παραπάνω λόγο αναιρέσεως, για να είναι αυτός ορισμένος, πρέπει να καθορίζονται στο αναιρετήριο, τόσο η διάταξη του ουσιαστικού δικαίου που παραβιάσθηκε, όσο και το αποδιδόμενο στην προσβαλλόμενη απόφαση νομικό σφάλμα (Α.Π. 325/2004), ελέγχονται τα σφάλματα του δικαστηρίου της ουσίας κατά την εκτίμηση της νομικής βασιμότητας της αγωγής ή των ισχυρισμών (ενστάσεων) των διαδίκων, καθώς και τα νομικά σφάλματα κατά την έρευνα της ουσίας της διαφοράς (Α.Π. 1947/2006), οπότε πρέπει να παρατίθενται στο αναιρετήριο και οι αντίστοιχες παραδοχές της προσβαλλόμενης αποφάσεως, δηλαδή τα πραγματικά περιστατικά που έγιναν δεκτά και υπό τα οποία συντελέστηκε η επικαλούμενη παράβαση του κανόνα ουσιαστικού δικαίου (Ολ.Α.Π. 20/2005). Αντίθετα, η έλλειψη μείζονος προτάσεως στην απόφαση ή οι εσφαλμένες κρίσεις του δικαστηρίου σ' αυτή ως προς την έννοια διατάξεως ουσιαστικού δικαίου, δεν αρκούν από μόνες τους για να ιδρύσουν το λόγο αναίρεσης από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ., αν, κατά τα λοιπά, δεν συνέχονται με την ουσιαστική κρίση του δικαστηρίου, αφού το διατακτικό της αποφάσεως δεν στηρίζεται στις νομικές αναλύσεις του δικαστηρίου, αλλά στις ουσιαστικές παραδοχές του, που διατυπώνονται στην ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού του. Ωσαύτως, με τον λόγο αυτό δεν επιτρέπεται να πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση κατά την εκτίμηση των αποδείξεων, υπό την επίκληση ότι αυτή παραβίασε κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που δεν ελέγχεται από τον Άρειο Πάγο κατά το άρθρο 561§1 του Κ.Πολ.Δ. (Α.Π. 1641/2021, Α.Π. 849/2007). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 559 αριθμ. 8 περίπτ. β' του Κ.Πολ.Δ., ιδρύεται λόγος αναιρέσεως της αποφάσεως και όταν το δικαστήριο, παρά τον νόμο, δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Ως πράγματα κατά την έννοια της διατάξεως αυτής νοούνται οι αυτοτελείς ισχυρισμοί των διαδίκων που συγκροτούν την ιστορική βάση και, επομένως, στηρίζουν το αίτημα αγωγής, ανταγωγής, ενστάσεως ή αντενστάσεως καθώς και οι κύριοι και πρόσθετοι λόγοι εφέσεως που αφορούν σε αυτοτελείς πραγματικούς ισχυρισμούς. και όχι ισχυρισμοί που αποτελούν άρνηση της αγωγής ή επιχειρήματα, νομικά ή πραγματικά, τα οποία αντλούνται από τον νόμο ή από την εκτίμηση των αποδείξεων (Α.Π. 1841/2022, Α.Π. 703/2011). Επομένως, πράγματα κατά την έννοια αυτήν, αποτελούν και οι διάφορες βάσεις της αγωγής (Α.Π. 148/2009, Α.Π. 1765/2005, Α.Π. 50/1992). Δεν στοιχειοθετείται όμως ο λόγος αυτός αναιρέσεως αν το δικαστήριο έλαβε υπόψη τον ισχυρισμό αυτό που προτάθηκε και τον απέρριψε για οποιοδήποτε λόγο, τυπικό ή ουσιαστικό, έστω και αν η απόρριψή του δεν είναι ρητή, αλλά συνάγεται από το περιεχόμενο της αποφάσεως (Ολ.Α.Π. 11.1996). Εξάλλου, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 559 αριθμ. 19 του Κ.Πολ.Δ., λόγος αναιρέσεως για έλλειψη νόμιμης βάσεως της αποφάσεως ιδρύεται όταν από τις αιτιολογίες της δεν προκύπτουν σαφώς τα πραγματικά περιστατικά που είναι αναγκαία για να κριθεί αν, στην συγκεκριμένη περίπτωση, συντρέχουν οι όροι εφαρμογής της διατάξεως ουσιαστικού δικαίου που εφαρμόσθηκε ή δεν συντρέχουν, ώστε να αποκλείεται η εφαρμογή της, καθώς και όταν η απόφαση δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες ελλιπείς ή αντιφατικές ως προς τον νομικό χαρακτηρισμό των πραγματικών περιστατικών, τα οποία έγιναν δεκτά και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Από τη διάταξη αυτή, που αποτελεί κύρωση της παραβάσεως του άρθρου 93§3 του Συντάγματος 1975/1986/2001/2008/2019, προκύπτει ότι ο προβλεπόμενος από αυτή λόγος ιδρύεται όταν στην ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου πραγματικά περιστατικά (έλλειψη αιτιολογίας) ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται βάσει του πραγματικού του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου για την επέλευση της έννομης συνέπειας που απαγγέλθηκε ή την άρνησή του (ανεπαρκής αιτιολογία) ή όταν αντιφάσκουν μεταξύ τους (αντιφατική αιτιολογία) (Ολ.Α.Π. 1/1999). Ειδικότερα, αντιφατικές αιτιολογίες έχει η απόφαση, όταν τα πραγματικά περιστατικά που αναγράφονται σ' αυτή και στηρίζουν το αποδεικτικό πόρισμά της για κρίσιμο ζήτημα, δηλαδή για ζήτημα αναφορικά με ισχυρισμό των διαδίκων που τείνει στη θεμελίωση ή κατάλυση του επιδίκου δικαιώματος, συγκρούονται μεταξύ τους και αλληλοαναιρούνται, αποδυναμώνοντας έτσι την κρίση της αποφάσεως για την υπαγωγή ή μη της συγκεκριμένης ατομικής περιπτώσεως στον πραγματικό συγκεκριμένου κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που συνιστά και τον νομικό χαρακτηρισμό της ατομικής περιπτώσεως. Αντιστοίχως, ανεπάρκεια αιτιολογίας υπάρχει όταν από την απόφαση δεν προκύπτουν σαφώς τα περιστατικά που είτε είναι κατά τον νόμο αναγκαία για τη στοιχειοθέτηση στη συγκεκριμένη περίπτωση της διατάξεως ουσιαστικού δικαίου που εφαρμόσθηκε, είτε αποκλείουν την εφαρμογή της, όχι όμως όταν υφίστανται ελλείψεις στην ανάλυση, στάθμιση και γενικώς στην εκτίμηση των αποδείξεων, εφόσον το πόρισμα από την εκτίμηση των αποδείξεων εκτίθεται με σαφήνεια και πληρότητα (Ολ.Α.Π. 15/2006). Το κατά νόμο αναγκαίο περιεχόμενο της ελάσσονος προτάσεως προσδιορίζεται από τον εκάστοτε εφαρμοστέο κανόνα ουσιαστικού δικαίου, του οποίου το πραγματικό πρέπει να καλύπτεται πλήρως από τις παραδοχές της αποφάσεως στο αποδεικτικό της πόρισμα και να μην καταλείπονται αμφιβολίες. Ελλείψεις αναγόμενες μόνο στην ανάλυση και στάθμιση των αποδεικτικών μέσων και γενικότερα ως προς την αιτιολόγηση του αποδεικτικού πορίσματος, αν αυτό διατυπώνεται σαφώς, δεν συνιστούν ανεπαρκείς αιτιολογίες (Α.Π. 448/2020, Α.Π. 1633/2018). Τέλος, κατά το άρθρο 559 αριθμ. 20 του του Κ.Πολ.Δ. αναίρεση επιτρέπεται και αν το δικαστήριο παραμόρφωσε το περιεχόμενο εγγράφου με το να δεχτεί πραγματικά γεγονότα προφανώς διαφορετικά από εκείνα που αναφέρονται στο έγγραφο. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής ως παραμόρφωση του περιεχομένου εγγράφου νοείται το διαγνωστικό σφάλμα (εσφαλμένη ανάγνωση) του δικαστηρίου εξαιτίας του οποίου αποδόθηκε στο έγγραφο περιεχόμενο διαφορετικό από το αληθινό και το οποίο ιδρύει τον αντίστοιχο λόγο αναιρέσεως εφόσον συνέβαλε αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο στη διαμόρφωση της κρίσεως του δικαστηρίου και έτσι αυτό κατέληξε σε πόρισμα επιζήμιο για τον αναιρεσείοντα ως προς πράγματα που έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης (Α.Π. 1199/2018, Α.Π. 305/2009, Α.Π. 13/2007). Δεν συνιστά λόγο αναιρέσεως από τη διάταξη αυτή η εκτίμηση του περιεχομένου του εγγράφου, διαφορετική εκείνης που προσδίδει σ' αυτό ο διάδικος (Α.Π. 899/2007). Εξάλλου, για να είναι ορισμένος ο λόγος αυτός αναιρέσεως, πρέπει να διαλαμβάνεται στο αναιρετήριο το περιεχόμενο του αποδεικτικού εγγράφου, που, από διαγνωστικό σφάλμα, του αποδόθηκε από το εφετείο ή ότι το τελευταίο έκανε ελλιπή ή εσφαλμένη ανάγνωση του εγγράφου (και όχι απλώς σφάλμα κατά την αξιολόγησή του), με αποτέλεσμα το εφετείο να οδηγηθεί σε τελείως διαφορετικό συμπέρασμα από το προκύπτον εκ του εγγράφου, ως προς την ύπαρξη ή μη πραγματικού γεγονότος.
Με τον πρώτο (και μοναδικό) λόγο αναιρέσεως του κυρίου δικογράφου η αναιρεσείουσα προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση την αναιρετική πλημμέλεια από τον αριθμό 20 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ., της προσαπτόμενης πλημμελείας συνισταμένης στο ότι το εκδώσαν την απόφαση δευτεροβάθμιο δικαστήριο ανέγνωσε εσφαλμένα το υπ' αριθμ. πρωτ. ... έγγραφο του Τμήματος Ελέγχου Κατασκευών της Υπηρεσίας Δομήσεως του Δήμου Αγίας Παρασκευής Αττικής και, λόγω της εσφαλμένης αυτής αναγνώσεως, συνήγαγε το εσφαλμένο, αποδεικτικά, συμπέρασμα ότι όσα αναφέρονται στο έγγραφο αυτό αφορούν τη δική της οριζόντια ιδιοκτησία και όχι την οριζόντια ιδιοκτησία του αναιρεσιβλήτου, με αποτέλεσμα να δεχτεί ότι οι επίδικοι χώροι, κατά τους οποίους επεκτάθηκε το διαμέρισμα αυτής (αναιρεσείουσας) της ένδικης οικοδομής, είναι κοινόχρηστοι και κοινόκτητοι και απέρριψε τον, περί του αντιθέτου, ισχυρισμό αυτής (αναιρεσείουσας) ότι αυτοί δεν είναι, επειδή βρίσκονται εντός του συνολικού περιγράμματος της οικοδομής. Ο λόγος αυτός αναιρέσεως παραδεκτά προβάλλεται, αλλά είναι αβάσιμος. Συγκεκριμένα, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο εσφαλμένα μεν ανέγνωσε το προαναφερόμενο έγγραφο, πλην όμως, παρά την επώνυμη αναφορά του, δεν υπήρξε το μοναδικό (ή το κύριο) αποδεικτικό μέσο στο οποίο στήριξε την κρίση του, η οποία (εκφερθείσα κρίση) στηρίχθηκε, όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση (άρθρο 561§2 του Κ.Πολ.Δ.) της προσβαλλόμενης αποφάσεως σε πλήθος άλλων αποδεικτικών μέσων. (ΑΠ 665/2014, ΑΠ 196/2019).
Με τον πρώτο λόγο του δικογράφου των πρόσθετων λόγων αναιρέσεως η αναιρεσείουσα προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση την αναιρετική πλημμέλεια που αμέσως προηγουμένως αναφέρθηκε, δηλαδή, αυτή του αριθμού 20 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ., της αναιρετικής πλημμελείας συνισταμένης στο ότι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο εσφαλμένα ανέγνωσε την πράξη συστάσεως οριζόντιας ιδιοκτησίας της ένδικης οικοδομής με αποτέλεσμα να δεχτεί ως ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου τον ακάλυπτο χώρο του ισογείου της οικοδομής και έτσι να θεωρήσει τις επί του τελευταίου κατασκευές ως αυθαίρετες. Ο λόγος αυτός αναιρέσεως παραδεκτά προβάλλεται, αλλά είναι αβάσιμος και τούτο, διότι η επικαλούμενη πλημμέλεια αφορά στην ερμηνεία δηλώσεων βουλήσεως και όχι σε σφάλμα αναγνώσεως του άνω εγγράφου.
Με τον δεύτερο λόγο του δικογράφου των πρόσθετων λόγων η αναιρεσείουσα προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση τις αναιρετικές πλημμέλειες από τον αριθμό 8 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ., των αναιρετικών πλημμελειών συνισταμένων στο ότι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, παρά τον νόμο, αφενός μεν δεν έλαβε υπόψη τον ισχυρισμό της ότι με την σύσταση οριζόντιων ιδιοκτησιών της ένδικης οικοδομής ο επίδικος χώρος τέθηκε εντός της επιφάνειας του ισόγειου διαμερίσματος μέσω των νοτίων και δυτικών ορίων το στον ακάλυπτο χώρο οικοπέδου, αφετέρου δε έλαβε υπόψη του ισχυρισμό που δεν προβλήθηκε, σύμφωνα με τον οποίο κάθε χώρος εντός του περιγράμματος της οικοδομής είναι εξ ορισμού ιδιόκτητος. Ο λόγος αυτός αναιρέσεως απαραδέκτως προβάλλεται και, τούτο, διότι οι άνω ισχυρισμοί δεν συνιστούν "πράγματα", κατά την έννοια του νόμου, αποτελούν δε επιχειρήματα σχετικά με την ερμηνεία των προβλέψεων της πράξεως συστάσεως οριζόντιας ιδιοκτησίας της πολυόροφης οικοδομής.
Με τον τρίτο λόγο του δικογράφου των πρόσθετων λόγων, κατ' εκτίμηση αυτού, η αναιρεσείουσα προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση την αναιρετική πλημμέλεια από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ., της αναιρετικής πλημμελείας συνισταμένης στο ότι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο διέλαβε ανεπαρκή αιτιολογία αναφορικά με την κρίση του ότι ο ακάλυπτος χώρος του ενδίκου οικοπέδου εκτείνεται και εντός του αδόμητου χώρου του ευρισκομένου εντός του περιγράμματος της οικοδομής. Ο λόγος αυτός αναιρέσεως απαραδέκτως προβάλλεται και, τούτο, διότι στο δικόγραφο των προσθέτων λόγων δεν αναφέρεται η διάταξη του ουσιαστικού δικαίου που εκ πλαγίου παραβιάστηκε. Αλλά και υπό την εκδοχή ότι ο αναιρετικός τούτος λόγος στηρίζεται στον αριθμό 1 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ. και πάλι όμοια κρίση αρμόζει για τον αυτό λόγο, ήτοι τη μη αναφορά της διατάξεως του ουσιαστικού δικαίου, η οποία ευθέως παραβιάστηκε.
Με τον τέταρτο λόγο του δικογράφου των πρόσθετων λόγων η αναιρεσείουσα (κατ' εκτίμηση των διαλαμβανομένων στο ιστορικό του λόγου) προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου τις αναιρετικές πλημμέλειες από τους αριθμούς 1β' και 8β' του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ., των αναιρετικών πλημμελειών συνισταμένων αφενός μεν ότι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δεν έκανε δεκτό το υποβληθέν σε αυτό από την ίδια (αναιρεσείουσα) αίτημα για τη διενέργεια τεχνικής πραγματογνωμοσύνης, καίτοι για το εριζόμενο αποδεικτικά θέμα ήσαν αναγκαίες γνώσεις πολιτικού μηχανικού, αφετέρου δε διότι με την αξιωματική κρίση του αυτού Δικαστηρίου ότι δεν υπήρχε ανάγκη προσφυγής στο προαναφερόμενο αποδεικτικό μέσο παραβιάστηκαν διδάγματα της κοινής πείρας κατά την υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών στο άρθρο 368§1 του Κ.Πολ.Δ. . Ο λόγος αυτός ως προς μεν το πρώτο σκέλος του απαραδέκτως προβάλλεται και, τούτο, διότι το αίτημα για τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης δεν είναι "πράγμα" (Α.Π. 1456/2008), ως προς δε το δεύτερο σκέλος του ομοίως απαραδέκτως προβάλλεται, εφόσον στο ιστορικό του σχετικού σκέλους δεν αναφέρεται η διάταξη του ουσιαστικού δικαίου στην εξειδίκευση του οποίου δεν χρησιμοποιήθηκαν ή χρησιμοποιήθηκαν εσφαλμένα τα διδάγματα της κοινής πείρας και, επιπλέον, σε τι συνίσταται η παράβαση (Α.Π. 574/2010).
Με τον πέμπτο λόγο του δικογράφου των πρόσθετων λόγων και με το πρώτο σκέλος αυτού προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η αναιρετική πλημμέλεια από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ., της αναιρετικής πλημμελείας συνισταμένης στην ανεπάρκεια της αιτιολογίας, ως προς τον επισημανθέντα κίνδυνο βλάβης της πολυόροφης οικοδομής στην περίπτωση κατά την οποία κατεδαφιστούν τα φερόμενα ως αυθαίρετα τμήματα της ισόγειας οριζόντιας ιδιοκτησίας. Ο λόγος αυτός αναιρέσεως απαραδέκτως προβάλλεται και, τούτο, διότι στο δικόγραφο των πρόσθετων λόγων δεν αναφέρεται η διάταξη του ουσιαστικού δικαίου που εκ πλαγίου παραβιάστηκε. Με το δεύτερο σκέλος του αυτού λόγου αναιρέσεως προσάπτεται στην προσβαλλόμενη δικαστική απόφαση η αναιρετική πλημμέλεια από τον αριθμό 1α' του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ., της αναιρετικής πλημμελείας συνισταμένης στο ότι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δέχτηκε ότι οι συνταγείσες υπό το καθεστώς του π.δ. 267/1998 - Φ.Ε.Κ. Α' 195/21.08.1998 "Διαδικασία χαρακτηρισμού και κατεδάφισης νέων αυθαιρέτων κατασκευών, τρόπος εκτίμησης της αξίας και καθορισμός του ύψους των προστίμων αυτών" εκθέσεις αυτοψίας του ενδίκου κτίσματος συνιστούν αποδείξεις περί της στατικής επάρκειας της πολυόροφης οικοδομής σε περίπτωση κατεδαφίσεως των φερόμενων ως αυθαιρέτων κτισμάτων. Ο λόγος αυτός αναιρέσεως απαραδέκτως προβάλλεται και, τούτο, διότι αφορά στην δικονομική (αποδεικτική) χρησιμοποίηση από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο των άνω εκθέσεων αυτοψίας, οι οποίες συνιστούν ατομικές διοικητικές πράξεις πραγματοπαγούς χαρακτήρα (Σ.τ.Ε. 1392/2016), και όχι στην ευθεία παράβαση ουσιαστικού νόμου.
Με τον έκτο λόγο του δικογράφου των πρόσθετων λόγων προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η αναιρετική πλημμέλεια από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ., της αναιρετικής πλημμελείας συνισταμένης στο ότι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο ανεπαρκώς προσδιόρισε το χρονικό διάστημα κατασκευής των ενδίκων ως λήξαν το έτος 2009, χωρίς να προσδιορίσει με ακρίβεια το χρονικό διάστημα κατασκευής αυτών, με αποτέλεσμα να μη δεχτεί την ένσταση καταχρηστικής ασκήσεως του δικαιώματος του αναιρεσιβλήτου, ο οποίος ήρξατο χειρών αδίκων πολύ ενωρίτερα, ήτοι κατά τα έτη 1999 και 2000. Ο λόγος αυτός παραδεκτά προβάλλεται, αλλά είναι αβάσιμος και, τούτο, διότι και αληθούς υποτιθεμένου του ισχυρισμού της αναιρεσείουσας, ότι, δηλαδή, ο αναιρεσίβλητος θείος της είχε πραγματοποιήσει στην πολυόροφη οικοδομή αυθαίρετες οικοδομικές εργασίας πριν από αυτή (αναιρεσείουσα), δεν παρείχε σε αυτή το δικαίωμα να πραγματοποιήσει και αυτή αντίστοιχες προς εξισορρόπηση των παρανομιών του αναιρεσιβλήτου. Κατόπιν αυτών και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος αναιρέσεως προς εξέταση, πρέπει η αίτηση αναιρέσεως και οι πρόσθετοι αυτής λόγοι να απορριφθούν. Ακολούθως, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο, ενόψει της ήττας της αναιρεσείουσας (άρθρο 495§3 εδάφ. ε' του Κ.Πολ.Δ.). Τέλος, η αναιρεσείουσα, λόγω της ήττας της, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσιβλήτου, που κατέθεσε προτάσεις, κατά παραδοχή του σχετικού νόμιμου και βάσιμου αιτήματός του, (άρθρα 176, 183, 191 παρ.2 ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό ειδικότερα.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 14/04/2022 αίτηση της Π. - Χ. Γ. του Γ. για αναίρεση της υπ' αριθμ. ... τελεσίδικης αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, και τους από 08/08/2023 πρόσθετους αυτής λόγους. Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου, που έχει καταθέσει η αναιρεσείουσα. Και
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσιβλήτου, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 27 Ιουνίου 2024.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 27 Ιανουαρίου 2025.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
και ταύτης αποχωρησάσης από την Υπηρεσία η αρχαιότερη της συνθέσεως Αρεοπαγίτης και ήδη Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου