
Σύνδεσμος απόφασης
Απόφαση 150 / 2025    (Β1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)
Αριθμός 150/2025
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
B1' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους δικαστές, Αριστείδη Βαγγελάτο, Προεδρεύοντα Αντιπρόεδρο (σύμφωνα με την 187/2024 πράξη της Προέδρου του Αρείου Πάγου, κωλυομένης της Αντιπροέδρου Δήμητρας Ζώη), Ελπίδα Σιμιτοπούλου, Μαρία-Μάριον Δερεχάνη, Βάϊα Ζαρχανή και Παρασκευή Γρίβα, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο κατάστημά του, την 15 Οκτωβρίου 2024, με την παρουσία και της Γραμματέως Ελένης Τσιουρή, για να δικάσει την υπόθεση, μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: Ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία "..." και το διακριτικό τίτλο "....", όπως εκπροσωπείται νόμιμα, που εδρεύει στην Νέα Κηφισιά Αττικής και παραστάθηκε δια δηλώσεως (ΚΠολΔ 242 παρ.2) του πληρεξουσίου δικηγόρου Νικόλαου Διαλυνά, ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.
Του αναιρεσίβλητου: Κ. Α. του Χ., κατοίκου ..., που δεν παραστάθηκε.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 19-4-2017 αγωγή του ήδη αναιρεσίβλητου, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν η ... οριστική απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου και, κατόπιν ασκήσεως εφέσεως, η ... απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας, ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 3-1-2024 αίτησή της.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Εισηγήτρια ορίσθηκε η Αρεοπαγίτης Παρασκευή Γρίβα.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1.Από τη με αριθμ.... έκθεση επίδοσης του αρμόδιου δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά Α. Τ. που νόμιμα επικαλείται και προσκομίζει η επισπεύδουσα αναιρεσείουσα προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της κρινόμενης από 3-1-2024 και με αριθμ.κατάθ.... αίτησης αναίρεσης με πράξη προσδιορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στον αναιρεσίβλητο, ο οποίος κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου κατά τη δικάσιμο αυτή, δεν εμφανίστηκε, ούτε κατέθεσε την, από τη διάταξη του άρθρου 242 § 2 ΚΠολΔ που εφαρμόζεται και στην αναιρετική διαδικασία (άρθρ. 573 § 1 ΚΠολΔ), δήλωση και συνεπώς το Δικαστήριο πρέπει να προχωρήσει τη συζήτηση της υπόθεσης, παρά την απουσία του (άρθ. 576 § 2 ΚΠολΔ).
2.Με τη κρινόμενη από 03-01-2024 (αριθμ. έκθ. κατάθεσης ...) αίτηση αναίρεσης προσβάλλεται η με αριθμ.... απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών ,που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, το οποίο δέχθηκε τυπικά και ουσιαστικά την από 31-01-2022 έφεση του ενάγοντος και ήδη αναιρεσίβλητου κατά της εκδοθείσας, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία με αριθμ.... απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών την οποία εξαφάνισε στο σύνολό της και έκανε εν μέρει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη την από 19-04-2017 (αριθμ.έκθ.κατάθ....) αγωγή του κατά της εναγόμενης και ήδη αναιρεσείουσας εταιρίας και αναγνώρισε ότι υποχρεούται να του καταβάλει, νομιμότοκα, το ποσό των (22.289,24) ευρώ. Με την εν λόγω αγωγή ο ενάγων -αναιρεσίβλητος ιστορούσε ότι εργαζόταν από το Ιούνιο 2008 έως 30-11-2016 οπότε και απολύθηκε , στην εναγόμενη-αναιρεσίβλητη εταιρία, αρχικά δυνάμει προφορικής και από 10-9-2015 έγγραφης σύμβασης παροχής εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου ως αποκλειστικός παραγωγός- διευθυντής παραγωγής της ηλεκτρονικής εφημερίδας ... και ζητούσε να του καταβληθούν, νομιμότοκα, ως αμοιβή λόγω υπερεργασιακής, υπερωριακής απασχόλησης και εργασίας κατά την ημέρα του Σαββάτου, δεδουλευμένους μισθούς, επιδόματα εορτών , αδείας για το διάστημα από 1-1-2012 και μέχρι την καταγγελία της σύμβασης εργασίας και πρόσθετη αποζημίωση απόλυσης το συνολικό ποσό των (174.138,16) ευρώ. Η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα εντός της διετούς καταχρηστικής προθεσμίας (άρθρ. 495,552, 553, 556, 558, 564 παρ. 3, 566 παρ. 1 ΚΠολΔ).
Συνεπώς είναι παραδεκτή (άρθρ. 577 παρ. 1 ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρ. 577 παρ. 3 ΚΠολΔ).
3. Κατά το άρθρο 559 αριθ.2 και 3 ΚΠολΔ ορίζεται ότι αναίρεση επιτρέπεται <<... 2)αν το Δικαστήριο δεν είχε τη νόμιμη σύνθεση ή έλαβε μέρος στη σύνθεσή του δικαστής του οποίου είχε γίνει δεκτή η εξαίρεση ή κατά του οποίου είχε ασκηθεί αγωγή κακοδικίας ... >>. Η διάταξη αυτή αποτελεί εκδήλωση της αρχής του νόμιμου δικαστή που θεσπίζει τη διάταξη του άρθρου 8 του Συντάγματος υπό το φως της οποίας πρέπει να ερμηνεύεται. Υπάρχει μη νόμιμη (κακή ) σύνθεση, αν κατά τη σύνθεση του δικαστηρίου που εξέδωσε τη προσβαλλόμενη απόφαση, όχι άλλη προηγούμενη ή τη μη προσβαλλόμενη απόφαση, δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις του ΚΠολΔ ή του Οργανισμού Δικαστηρίων ή άλλου ειδικού νόμου που ορίζουν τη σύνθεση του δικαστηρίου και την αναπλήρωση των δικαστών (ΑΠ 1882/2023, 491/2015, 1617/2012).
Συνεπώς ,πρέπει ν' απορριφθεί ως απαράδεκτος ο πρώτος λόγος της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης με τον οποίο η αναιρεσείουσα προβάλλει αιτίαση από το άρθρο 559 αριθμ.2 ΚΠολΔ, ισχυριζόμενη ότι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο που εξέδωσε τη προσβαλλόμενη απόφαση δεν είχε τη νόμιμη σύνθεση διότι σε βάρος της δικαστή που την εξέδωσε είχε ασκηθεί αγωγή κακοδικίας και είχε γίνει, εξ αυτού του λόγου, δεκτή αίτηση εξαίρεσης σε βάρος της , σχετικά με αστική υπόθεση με άλλους διαδίκους (μη έχοντες σχέση με τη παρούσα) ,στην οποία όμως ήταν νομικός παραστάτης ο πληρεξούσιος δικηγόρος της , ο οποίος παρέστη κατά την εκδίκαση της παρούσας υπόθεσης ενώπιον του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου. 4. Κατά το άρθρο 559 αριθ. 11 ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται αν το δικαστήριο έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που ο νόμος δεν επιτρέπει ή παρά το νόμο έλαβε υπόψη αποδείξεις που δεν προσκομίσθηκαν ή δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν. Από δε το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 335, 338, 339 και 340 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι το δικαστήριο για να σχηματίσει τη δικανική του πεποίθηση ως προς τη βασιμότητα ή μη των προβαλλόμενων από τους διαδίκους πραγματικών γεγονότων που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης, υποχρεούται να λαμβάνει υπόψη όλα τα νόμιμα αποδεικτικά μέσα που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι για άμεση ή έμμεση απόδειξη. Ειδικότερα, ο εκ του αριθμού 11γ του άρθρου 559 ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης στοιχειοθετείται αν το δικαστήριο της ουσίας παρέλειψε να λάβει υπόψη, κατά την κατάστρωση του αποδεικτικού συλλογισμού του, αποδεικτικά μέσα, τα οποία οι διάδικοι επικαλέστηκαν και προσκόμισαν παραδεκτά και νόμιμα και τα οποία ήταν χρήσιμα για άμεση ή έμμεση (με συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων) απόδειξη πραγματικών ισχυρισμών που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης, δηλαδή παραδεκτών και νόμιμων πραγματικών ισχυρισμών, που θεμελιώνουν την αγωγή ή τις ενστάσεις ή χρησιμεύουν για την απόκρουση της αγωγής ή των ενστάσεων και, ως εκ τούτου, επιδρούν στη διαμόρφωση του διατακτικού της απόφασης (ΟλΑΠ 2/2008, 42/2002). Για την ίδρυση του ως άνω λόγου αναίρεσης αρκεί και μόνη η ύπαρξη αμφιβολιών για τη λήψη υπόψη από το δικαστήριο της ουσίας επικληθέντων και προσκομισθέντων αποδεικτικών μέσων, τα οποία όφειλε αυτό να λάβει υπόψη του (ΑΠ 242/2023). Καμιά, ωστόσο, διάταξη δεν επιβάλλει την ειδική μνεία και τη χωριστή αξιολόγηση καθενός από τα αποδεικτικά μέσα που επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν οι διάδικοι, αλλ` αρκεί η γενική μνεία των κατ` είδος αποδεικτικών μέσων που λήφθηκαν υπόψη (ΑΠ 242/2023, 779/2019). Για να είναι ορισμένος ο λόγος με τον οποίο προσβάλλεται η απόφαση, διότι το δικαστήριο της ουσίας παρά το νόμο δεν έλαβε υπόψη αποδείξεις που προσκομίσθηκαν, πρέπει στο αναιρετήριο να αναφέρεται: α) ποιες είναι οι αποδείξεις που προσκομίσθηκαν και τις οποίες δεν έλαβε υπόψη το δικαστήριο της ουσίας, β) ο ισχυρισμός, το βάσιμο ή αβάσιμο του οποίου θα αποδεικνυόταν με το αποδεικτικό αυτό μέσο, ο οποίος πρέπει να είναι ουσιώδης, δηλαδή να έχει επίδραση στο διατακτικό, τέτοιοι δε ισχυρισμοί είναι αυτοί που θεμελιώνουν την αγωγή ή τις ενστάσεις ή χρησιμεύουν προς απόκρουση της αγωγής ή των ενστάσεων, γ) ότι ο αναιρεσείων επικαλέσθηκε νομίμως και προσκόμισε στο δικαστήριο της ουσίας - αυτός ή ο αντίδικός του - το συγκεκριμένο αποδεικτικό μέσο. Αντίθετα, είναι αόριστος ο αναιρετικός λόγος από το αριθμό 11γ του άρθρου 559 ΚΠολΔ, που περιορίζεται στο παράπονο ότι το εφετείο δεν έλαβε υπόψη νόμιμο αποδεικτικό μέσο, δίχως στο έγγραφο της αναιρέσεως να διαλαμβάνονται όλα τα ανωτέρω στοιχεία. Η επίκληση ή μη του αποδεικτικού μέσου ελέγχεται και κρίνεται μόνο από τις προτάσεις του διαδίκου κατά τη συζήτηση, μετά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση (και όχι από αυτή), ο δε σχετικός αναιρετικός λόγος απορρίπτεται ως αβάσιμος, όταν δεν προσκομίζονται οι προτάσεις ή από την επισκόπησή τους προκύπτει ότι δεν περιέχουν επίκληση του αποδεικτικού μέσου. Τέλος, για να εξεταστεί κατ' ουσίαν ο λόγος, πρέπει ο διάδικος να προσκομίσει, κατά τη συζήτηση της αναίρεσης, τα αναγκαία για την απόδειξή του στοιχεία (ΑΠ 839/2023,1419/2023,1409/2015). Στη προκειμένη περίπτωση με το δεύτερο λόγο αναίρεσης ο αναιρεσείων επικαλούμενος το άρθρο 559 αριθμ.11γ ΚΠολΔ αποδίδει, όπως εκτιμάται το δικόγραφο, στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια ότι παρά το νόμο δεν έλαβε υπόψη του αποδεικτικά στοιχεία και συγκεκριμένα: α) το με αριθμ.... έγγραφο σύστασης της αναιρεσείουσας ανώνυμης εταιρίας που συντάχθηκε από το Συμβολαιογράφο Αθηνών Γ. Γ., αντίγραφο της οποίας επισυνάπτει στο δικόγραφο της αναίρεσής της ,από το οποίο προκύπτει ότι η δραστηριότητά της διαφοροποιείται ουσιωδώς με αυτή της εταιρίας με την επωνυμία <<...>>, όπου και εργαζόταν ο εναγόμενος κατά το επίδικο διάστημα από 2008-2013, β) το αγωγικό δικόγραφο σε περικοπή της οποίας <<συνομολογεί>> ο αναιρεσίβλητος ότι συνάφθηκε γραπτή σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου για πρώτη φορά με την αναιρεσείουσα στις 10-9-2015, γ) την εκκαλούμενη πρωτόδικη απόφαση ,με την οποία απορρίφθηκαν οι σχετικές αξιώσεις του ενάγοντος (πλην της πρόσθετης αποζημίωσης απόλυσης) και τέλος, με το πρώτο σκέλος του τρίτου λόγου αναίρεσης προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση την εκ του αριθμ. 11 γ του άρθρου 559 ΚΠολΔ ότι δεν έλαβε υπόψη της τα επισυναπτόμενα στην αίτηση και προσκομισθέντα ενώπιον του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου έγγραφα της από 10-9-2015 αναγγελίας πρόσληψης και της από 1-12-2016 καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του αναιρεσίβλητου, έγγραφα από τα οποία προκύπτει ο χρόνος πρόσληψης και απασχόλησης του αναιρεσίβλητου στην αναιρεσείουσα που δεν έχει σχέση με την πραγματική εργοδότριά του κατά το προγενέστερο διάστημα ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "... ΑΕ". Οι λόγοι αυτοί είναι απορριπτέοι και πιο συγκεκριμένα: α) κατά το μέρος που με το δεύτερο λόγο προβάλλεται η αιτίαση ότι δεν λήφθηκε υπόψη από το Εφετείο το με αριθμ.... έγγραφο σύστασης της αναιρεσείουσας ανώνυμης εταιρίας, πέραν της αοριστίας του αφού δεν γίνεται επίκληση ,όπως θα έπρεπε κατά τα προαναφερόμενα στην προηγηθείσα νομική σκέψη ,αν το έγγραφο αυτό η αναιρεσείουσα νόμιμα το επικαλέστηκε και το προσκόμισε ενώπιον του δικαστηρίου της ουσίας, καθώς και τον ουσιώδη ισχυρισμό για την απόδειξη του οποίου επικαλέσθηκε και προσκόμισε το ανωτέρω έγγραφο που έχει ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης, τέτοιο δε ισχυρισμό δεν συνιστά η έλλειψη συνάφειας της δραστηριότητάς της με αυτή της προαναφερόμενης εταιρίας ,σε κάθε περίπτωση είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθότι από την επισκόπηση της προσβαλλόμενης απόφασης προκύπτει ότι λήφθηκε υπόψη το έγγραφο αυτό (9η σελίδα), β) κατά το μέρος που με το δεύτερο λόγο αναίρεσης προβάλλεται η αιτίαση ότι δεν λήφθηκε υπόψη από το Εφετείο το αγωγικό δικόγραφο και η πρωτόδικη απόφαση είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος διότι τα ανωτέρω έγγραφα δεν είναι αποδεικτικά μέσα κατά την έννοια του άρθρου 339 ΚΠολΔ, αλλά διαδικαστικά έγγραφα της ίδιας δίκης (ΑΠ 570/2022 και 885/2021) και γ) κατά το μέρος που με το τρίτο λόγο αναίρεσης προβάλλετα η αιτίαση ότι δεν λήφθηκε υπόψη από το Εφετείο η από 10-9-2015 αναγγελία πρόσληψης και η από 1-12-2016 καταγγελία της σύμβασης εργασίας του αναιρεσίβλητου, πέραν της αοριστίας του αφού δεν γίνεται επίκληση ,όπως θα έπρεπε κατά τα προαναφερόμενα στην προηγηθείσα νομική σκέψη, αν τα έγγραφα αυτά η αναιρεσείουσα νόμιμα τα επικαλέστηκε και τα προσκόμισε ενώπιον του δικαστηρίου της ουσίας, σε κάθε περίπτωση είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθότι από την επισκόπηση της προσβαλλόμενης απόφασης προκύπτει ότι λήφθηκαν υπόψη τα έγγραφα αυτά (11η σελίδα). Οι αποδιδόμενες δε αιτιάσεις δε στον ίδιο λόγο αναίρεσης περί εσφαλμένης εκτίμησης των αποδεικτικών μέσων και κρίσης του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου σχετικά με τις επιδικασθείσες αξιώσεις για το διάστημα 1-10-2013 έως 9/2015 (σελ.9-11) είναι απορριπτέες διότι πλήττουν απαραδέκτως, κατ' άρθρο 561 παρ.1 ΚΠολΔ, την ουσία της υπόθεσης.
4. Περαιτέρω, κατά την έννοια του λόγου αναίρεσης από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και υπάρχει, συνεπώς, εκ πλαγίου παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου, όταν από τις παραδοχές της, που περιλαμβάνονται στην ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού της και αποτελούν το αιτιολογικό της, δεν προκύπτουν καθόλου ή αναφέρονται ανεπαρκώς ή αντιφατικώς τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία το δικαστήριο της ουσίας στήριξε την κρίση του για ζήτημα με ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, με αποτέλεσμα να μη μπορεί να ελεγχθεί, αν στη συγκεκριμένη περίπτωση συνέτρεχαν οι όροι του κανόνα ουσιαστικού δικαίου που εφαρμόστηκε ή δεν συνέτρεχαν οι όροι εκείνου που δεν εφαρμόστηκε (ΑΠ 19/2022, 64/2022). Ανεπάρκεια αιτιολογίας υπάρχει, όταν από την απόφαση δεν προκύπτουν σαφώς τα περιστατικά που είτε είναι κατά το νόμο αναγκαία για τη στοιχειοθέτηση της διάταξης ουσιαστικού δικαίου, που εφαρμόστηκε στην ένδικη περίπτωση, είτε αποκλείουν την εφαρμογή της, όχι δε και όταν υφίστανται ελλείψεις στην ανάλυση, στάθμιση και γενικώς στην εκτίμηση των αποδείξεων, εφόσον το πόρισμα από την εκτίμηση αυτή εκτίθεται με σαφήνεια και πληρότητα. Για να είναι ορισμένος και άρα παραδεκτός ο προβλεπόμενος από το άρθρο 559 αριθ. 19 λόγος αναίρεσης, πρέπει να αναφέρεται στο αναιρετήριο: α) ότι η απόφαση στερείται παντελώς αιτιολογιών ή έχει ανεπαρκείς ή αντιφατικές αιτιολογίες, στην περίπτωση δε της ανεπάρκειας των αιτιολογιών, ποιες επιπλέον αιτιολογίες έπρεπε να περιέχει, ενώ στην περίπτωση των αντιφατικών αιτιολογιών, πού εντοπίζεται η αντίφαση, β) ο πραγματικός ισχυρισμός (αγωγικός, ένσταση κλπ.) και τα περιστατικά που προτάθηκαν προς θεμελίωσή του, καθώς και η σύνδεσή του με το διατακτικό και γ) η νόμιμη βάση, ήτοι η διάταξη του ουσιαστικού δικαίου, που παραβιάστηκε και μάλιστα ενάριθμα (ΑΠ 64/2022, 19/2022). Τέλος, για το ορισμένο του λόγου τούτου πρέπει να περιέχονται στο αναιρετήριο οι ουσιαστικές παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης, οι οποίες πρέπει να παρατίθενται σ' αυτό με σαφήνεια και πληρότητα και δεν αρκούν περιορισμένες, μεμονωμένες, κατ' επιλογή του αναιρεσείοντος, αποσπασματικές παραδοχές της απόφασης (ΑΠ 295/2022, 140/2022, 887/2019). Στην προκειμένη περίπτωση, με το δεύτερο σκέλος του τρίτου λόγου της αναίρεσης προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια του άρθρου 559 αριθ. 19 ΚΠολΔ, συνισταμένη στο ότι το Εφετείο διέλαβε ανεπαρκείς αιτιολογίες δεδομένου ότι <<εξομοιώνει>> αυτή (αναιρεσείουσα) με την ανώνυμη εταιρεία "... ΑΕ" ωσάν να αποτελούν μία και μοναδική εταιρία. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος λόγω της αοριστίας του, καθόσον δεν αναφέρονται: α)ποιες επιπλέον αιτιολογίες έπρεπε να περιέχει η προσβαλλόμενη απόφαση, β)ο πραγματικός ισχυρισμός και τα περιστατικά που προτάθηκαν προς θεμελίωσή του καθώς και η σύνδεσή του με το διατακτικό και γ)οι ουσιαστικές παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης ,οι οποίες πρέπει να παρατίθενται με σαφήνεια και πληρότητα και όχι όπως εν προκειμένω, αποσπασματικά και δ) η διάταξη του κανόνα δικαίου που παραβιάσθηκε. Μετά ταύτα μη υπάρχοντος άλλου λόγου προς έρευνα πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης. Τέλος, με τη διάταξη της παρ. 3 περιπ. β', υποπερ. β' του άρθρου 495 του ΚΠολΔ, όπως το άρθρο 495 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του Ν. 4335/2015, για τα κατατιθέμενα από 01.01.2016 ένδικα μέσα, κατ' άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 2 του ιδίου νόμου και όπως η παρ. 3 αυτού αντικαταστάθηκε εκ νέου στη συνέχεια με το άρθρο 35 παρ. 2 του Ν. 4446/2016 (ΦΕΚ Α' 240/22.12.2016), με χρόνο έναρξης ισχύος του από 23 Ιανουαρίου 2017 (άρθρο 45 αυτού) προβλέπεται η καταβολή παραβόλου από εκείνον που ασκεί το ένδικο μέσο της αναίρεσης κατ' αποφάσεως εφετείου ποσού τετρακοσίων πενήντα (450) ευρώ, που επισυνάπτεται στην έκθεση που συντάσσει ο γραμματέας, με κύρωση, σε περίπτωση μη καταβολής αυτού, την απόρριψη του ενδίκου μέσου ως απαράδεκτου από το Δικαστήριο. Σύμφωνα, όμως, με το τελευταίο εδάφιο της διάταξης αυτής, η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει για τις διαφορές των άρθρων 614 αριθ. 3 και 5 (εργατικές διαφορές και διαφορές από αμοιβές για την παροχή εργασίας) και 592 παρ. 1 (γαμικές διαφορές, διαφορές από ελεύθερη συμβίωση διαφορές από σχέσεις γονέων και τέκνων και λοιπές οικογενειακές διαφορές). Στην προκειμένη περίπτωση, κατά την κατάθεση της ένδικης αίτησης αναίρεσης η αναιρεσείουσα προέβη στην επισύναψη του με αριθμό ... ηλεκτρονικού παραβόλου, ποσού τετρακοσίων πενήντα (450) ευρώ. Η ως άνω διαφορά, όμως, ως εργατική διαφορά, απαλλάσσεται της καταβολής παραβόλου για το παραδεκτό της αίτησης αναίρεσης και κατά συνέπεια, το καταβληθέν παράβολο πρέπει να αποδοθεί στην αναιρεσείουσα, ανεξάρτητα από την έκβαση της δίκης επί της ως άνω αίτησης αναίρεσης (Α.Ε.Δ. 3, 4/2014, ΑΠ 382/2023,819/2022). Διάταξη περί δικαστικών εξόδων δεν θα συμπεριληφθεί στο διατακτικό της παρούσας λόγω της ερημοδικίας του αναιρεσίβλητου.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Διατάσσει την επιστροφή του με αριθμ. ... ηλεκτρονικού παραβόλου, ποσού τετρακοσίων πενήντα (450) ευρώ στην αναιρεσείουσα.
Απορρίπτει την από 3-1-2024 (αριθμ. έκθ. κατάθεσης ...) αίτηση αναίρεσης της με αριθμ. ... απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 7 Ιανουαρίου 2025.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 28 Ιανουαρίου 2025.
O ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ H ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ