
Σύνδεσμος απόφασης
Απόφαση 197 / 2025    (Β2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)
Αριθμός 197/2025
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Β2' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Αριστείδη Βαγγελάτο, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ιωάννα Μαργέλλου - Μπουλταδάκη, Ιωάννη Δουρουκλάκη, Νίκη Κατσιαούνη - Εισηγήτρια και Μαρία Γιαννακοπούλου, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο Κατάστημά του, στις 10 Δεκεμβρίου 2024, με την παρουσία και της Γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας - καλούσας: εταιρείας με την επωνυμία "..." που εδρεύει στον Άγιο Δημήτριο και εκπροσωπείται νόμιμα. Εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Γεώργιο Λουκέρη, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ., ο oποίος κατέθεσε προτάσεις. Του αναιρεσιβλήτου - καθ' ου η κλήση: Γ. Μ. του Χ., κατοίκου ... Αττικής, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Νικόλαο Μποζιονέλο, ο oποίος κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 16-6-2020 αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: ... του ίδιου Δικαστηρίου και ... του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζήτησε η αναιρεσείουσα εταιρεία με την από 5-9-2023 αίτησή της, επί της οποίας εκδόθηκε η ... απόφαση του δικαστηρίου τούτου, που κήρυξε απαράδεκτη τη συζήτηση της αίτησης. Η υπόθεση επαναφέρεται προς συζήτηση με την από 13-6-2024 κλήση της αναιρεσείουσας εταιρείας. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο πληρεξούσιος του αναιρεσιβλήτου ζήτησε την απόρριψη της αίτησης και την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη του.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την από 13-6-2024 με αριθ.εκθ.κατ.... κλήση της αναιρεσείουσας ανώνυμης εταιρίας νόμιμα φέρεται προς συζήτηση η από 5-9-2023 με αριθμ.εκθ.καταθ.... αίτηση αναίρεσης, μετά την έκδοση της υπ'αριθμ. ... απόφασης του Δικαστηρίου τούτου, με την οποία είχε κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτησή της κατά τη δικάσιμο της 12ης Μαρτίου 2024. Με την υπό κρίση αίτηση αναίρεσης προσβάλλεται η υπ'αριθμ. ... απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών-εργατικών-διαφορών. Η αίτηση αναίρεσης έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, καθόσον η προσβαλλόμενη απόφαση δημοσιεύτηκε στις 30-6-2023 και η αίτηση αναίρεσης κατατέθηκε στις 27-10-2023 στη γραμματεία του δικαστηρίου που την εξέδωσε, πριν την επίδοση της προσβαλλόμενης απόφασης που έγινε μεταγενέστερα και συγκεκριμένα στις 15-11-2023, όπως προκύπτει από την σχετική επισημείωση της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών Ο. Μ. επί του προσκομιζόμενου αντιγράφου της, και πριν την πάροδο της καταχρηστικής προθεσμίας των δύο ετών από την δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης (άρθρα 552, 553, 556, 564 παρ. 3, 566 παρ. 1και 144 του ΚΠολΔ.
Συνεπώς, είναι παραδεκτή (άρθρο 577 παρ.1 του ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και τη βασιμότητα των λόγων της (άρθρο 577 παρ. 3 του ΚΠολΔ).
Κατά το άρθρο 914 ΚΠολΔ προβλέπεται ότι "αν το δικαστήριο δεχτεί την ανακοπή ή την έφεση οριστικά και κατ' ουσίαν και απορρίψει ολικά ή εν μέρει, την αγωγή, την ανταγωγή ή την κύρια παρέμβαση, εφόσον αποδειχθεί ότι η απόφαση που προσβάλλεται εκτελέστηκε, διατάζει, αν το ζητήσει εκείνος κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση, την επαναφορά των πραγμάτων στην κατάσταση που βρίσκονταν, πριν εκτελεστεί η απόφαση που εξαφανίστηκε ή μεταρρυθμίστηκε. Η αίτηση υποβάλλεται είτε με τα δικόγραφα της ανακοπής ή της έφεσης και των πρόσθετων λόγων, είτε με τις προτάσεις, είτε με χωριστό δικόγραφο που κοινοποιείται στον αντίδικο. Η εκτέλεση της απόφασης πρέπει να προαποδεικνύεται.
Συνεπώς εάν η πρωτόδικη απόφαση κηρύχθηκε προσωρινώς εκτελεστή, ολικώς ή μερικώς και εκτελέσθηκε, το εφετείο, όταν δέχεται την έφεση και απορρίπτει, εν όλω ή εν μέρει την αγωγή, ως προς το εκκληθέν κεφάλαιό της, διατάσσει, μετά από αίτηση εκείνου, κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση, την επαναφορά των πραγμάτων στην πριν από την εκτέλεση κατάσταση. Επαναφορά των πραγμάτων διατάσσεται, όχι μόνο όταν η απόφαση εκτελέσθηκε αναγκαστικά, αλλά και όταν εκείνος, που καταδικάσθηκε, συμμορφώθηκε εκουσίως προς το περιεχόμενο της αποφάσεως, προκειμένου να αποτρέψει την εναντίον του αναγκαστική εκτέλεση. Η αίτηση υποβάλλεται, όσο εκκρεμεί η κατ' έφεση δίκη, ακόμη και με τις έγγραφες προτάσεις του εκκαλούντος. Εάν η επαναφορά των πραγμάτων συνίσταται στην απόδοση χρημάτων, αποδοτέα είναι, εκτός άλλων, το κεφάλαιο, οι τόκοι του κεφαλαίου και οι επί του αθροίσματος αυτών (κεφαλαίου και τόκοι κεφαλαίου) νόμιμοι τόκοι, μετά από αίτημα του δικαιούχου εκκαλούντος. Οι τόκοι αρχίζουν από τον χρόνο επίδοσης στον υπόχρεο εφεσίβλητο της απόφασης του Εφετείου, που διατάσσει την απόδοσή τους. Πριν από την γνωστοποίηση της εξαφάνισης της πρωτόδικης αποφάσεως, που εκτελέστηκε εκούσια ή αναγκαστικά, ο εφεσίβλητος κατέχει τα δοθέντα με βάση την απόφαση αυτή (πρωτόδικη), ως νόμιμο τίτλο. Υπερήμερος καθίσταται ο εφεσίβλητος από την γνώση της ανατροπής της απόφασης. Παραδεκτή είναι η αίτηση, εάν η εκτέλεση - εκουσία συμμόρφωση έγινε και προαποδεικνύεται με προσωρινώς εκτελεστή απόφαση, που δεν επικυρώθηκε από το Εφετείο (ΑΠ Ολ. 5/2001, ΑΠ 193/2023, ΑΠ 1118/2020, ΑΠ 51/2019). Περαιτέρω, από τις διατάξεις του άρθρου 559 περ. 9 ΚΠολΔ προβλέπεται ότι ιδρύεται λόγος αναίρεσης όταν το δικαστήριο άφησε αδίκαστη αίτηση του αναιρεσείοντος. Ως "αίτηση" νοείται κάθε αυτοτελής αίτηση, που αποτελεί κεφάλαιο της δίκης και προκαλεί εκκρεμοδικία, δηλαδή αίτημα ή βάση αγωγής, ανταγωγής, κυρίας ή αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης, ανακοπής ή ενδίκου μέσου καθώς και οι διαδικαστικές-δικονομικές αιτήσεις, όπως η αίτηση επαναφοράς των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση κατ'άρθρο 914 ΚΠολΔ (ΑΠ 193/2023, ΑΠ 1118/2020, ΑΠ 51/2019).
Με τον μοναδικό λόγο της αίτησης αναίρεσης, κατά το κύριο σκέλος του, η αναιρεσείουσα αποδίδει στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια εκ του άρθρου 559 αρ. 9 περ. γ' ΚΠολΔ, με την αιτίαση ότι το Εφετείο άφησε αδίκαστο το αίτημά της για επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση, το οποίο είχε υποβάλει παραδεκτά με τις προτάσεις της ως εκκαλούσα και ζητούσε να υποχρεωθεί ο εφεσίβλητος-ενάγων και ήδη αναιρεσίβλητος να της αποδώσει το ποσό των 10.000 ευρώ που του είχε καταβάλει εκουσίως στις 14-11-2022 συμμορφούμενη στην εν μέρει προσωρινά εκτελεστή εκκαλουμένη, με αριθμ. ..., απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, την οποία εξαφάνισε το Εφετείο με την αναιρεσιβαλλόμενη υπ'αριθμ. ... απόφασή του, κατά παραδοχή της έφεσής της, και ακολούθως απέρριψε την αγωγή του αντιδίκου της κατ'ουσία. Από την παραδεκτή, κατ'άρθρο 561 παρ.2 ΚΠολΔ, επισκόπηση της προσβαλλόμενης απόφασης και των λοιπών διαδικαστικών εγγράφων της δίκης, κατά το ενδιαφέρον τον αναιρετικό έλεγχο μέρος, προκύπτουν τα ακόλουθα: Με την από 16-6-2020 (αριθ.κατ....) αγωγή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, όπως αυτή παραδεκτά περιορίστηκε εν μέρει, ο ενάγων [ήδη αναιρεσίβλητος], επικαλούμενος την μεταξύ αυτού και της εναγομένης [ήδη αναιρεσείουσας] σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου και την από 28-1-2020 έκτακτη καταγγελία της σύμβασης αυτής εκ μέρους της εναγομένης εργοδότριάς του, ζήτησε, κυρίως, να του επιδικαστεί, το μεν καταψηφιστικά, το δε αναγνωριστικά, το ποσό των 41.181 ευρώ, ως οφειλόμενη, από την καταγγέλλουσα εναγομένη εργοδότριά του, αποζημίωση απόλυσης, νομιμοτόκως. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών-εργατικών-διαφορών, η με αριθμ. ... απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δέχθηκε εν μέρει την αγωγή, αναγνώρισε ότι η εναγομένη οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 39.220 ευρώ, ως νόμιμη αποζημίωση απόλυσης, νομιμοτόκως και την υποχρέωσε, από το ποσό αυτό, να του καταβάλει το ποσό των 20.000 ευρώ, ως προς το οποίο κήρυξε την απόφασή του προσωρινά εκτελεστή. Κατά της απόφασης αυτής η εναγομένη ήδη αναιρεσείουσα άσκησε την από 17-10-2022 (αρ. κατ. ...) έφεση επί της οποίας εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων και κατά την ίδια ειδική διαδικασία, η προσβαλλόμενη απόφαση. Με την τελευταία το Εφετείο έκρινε έγκυρη την ένδικη έκτακτη καταγγελία, ως γενόμενη σε εύλογο χρόνο μετά την υποβολή έγκλησης εκ μέρους της καταγγέλλουσας εναγομένης-εκκαλούσας εργοδότριας κατά του ενάγοντος-εφεσιβλήτου για τελεσθείσα εις βάρος της αξιόποινη πράξη του, με συνέπεια την απαλλαγή της από την υποχρέωση καταβολής της αιτούμενης με την αγωγή αποζημίωσης απόλυσης. Μετά ταύτα το Εφετείο, κατά ουσιαστική παραδοχή της άνω έφεσης, εξαφάνισε την εκκαλουμένη πρωτόδικη απόφαση και, αφού διακράτησε την υπόθεση, δίκασε την αγωγή του ήδη αναιρεσίβλητου και την απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη. Με τις από 13-12-2022 προτάσεις της ως εκκαλούσα, η ήδη αναιρεσείουσα, είχε υποβάλει ενώπιον του Εφετείου αίτημα επαναφοράς των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση κατά τη διάταξη του άρθρου 914 ΚΠολΔ. Ειδικότερα, επικαλούμενη έγγραφο για τραπεζική καταβολή στις 14-11-2022 ποσού 10.000 ευρώ στον αντίδικό της, ζήτησε, για την περίπτωση ανατροπής της εκκαλουμένης πρωτόδικης και της τελεσίδικης απόρριψης της αγωγής του αντιδίκου της, να διαταχθεί η επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση, και να υποχρεωθεί ο εφεσίβλητος να της αποδώσει το ποσό των 10.000 ευρώ που του κατέβαλε στις 14-11-2022 εκουσίως, σε συμμόρφωση προς την προσωρινά εκτελεστή διάταξη της εκκαλούμενης απόφασης, κατόπιν χορήγησης αναστολής για το υπόλοιπο ποσό των 10.000 ευρώ, με την από 11-11-2022 προσωρινή διαταγή του Προέδρου Πρωτοδικών Αθηνών, νομιμοτόκως από τον επίδοση της εκδοθησόμενης απόφασης. Η επικαλούμενη καταβολή του προσωρινά εκτελεστού ποσού των 10.000 ευρώ προαποδεικνύεται. Ειδικότερα, από το επικαλούμενο και προσκομιζόμενο και ενώπιον του Εφετείου και ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου έγγραφο και δη από το με ημερομηνία εκτύπωσης 6-12-2022 και μέσω του διαδικτύου, υπ'αριθμ. ... τραπεζικό έμβασμα αποδεικνύεται ότι πράγματι με εντολή της εναγομένης-εκκαλούσας και ήδη αναιρεσείουσας στις 14-11-2022 μεταφέρθηκε από τον τηρούμενο υπό την επωνυμία της στην ... τραπεζικό λογαριασμό της και κατατέθηκε στον τηρούμενο στην ίδια τράπεζα τραπεζικό λογαριασμό του εναγομένου-εφεσιβλήτου και ήδη αναιρεσιβλήτου, το ποσό των 10.000 ευρώ, ως προς το οποίο είχε κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή η εκκαλούμενη απόφαση σε συνδυασμό με την από 11-11-2022 προσωρινή διαταγή του Προέδρου Πρωτοδικών Αθηνών. Όπως όμως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, παρότι είχε παραδεκτά προταθεί από την εκκαλούσα και ήδη αναιρεσείουσα με τις ανωτέρω προτάσεις της, αίτημα επαναφοράς των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση, κατ'άρθρον 914 ΚΠολΔ, το Εφετείο, μετά την εξαφάνιση της πρωτόδικης εκκαλουμένης απόφασης και την ουσιαστική απόρριψη της αγωγής του ήδη αναιρεσιβλήτου, άφησε αδίκαστο το αίτημα αυτό που είναι νόμιμο και προαποδεικνυόταν, χωρίς να το δέχεται ή να το απορρίπτει. Επομένως, η προσβαλλόμενη απόφαση υπέπεσε στην πλημμέλεια εκ του άρθρου 559 αρ. 9 περ. γ' ΚΠολΔ και ο μοναδικός λόγος της αίτησης αναίρεσης πρέπει να γίνει δεκτός ως ουσιαστικά βάσιμος, κατά το κύριο σκέλος του, και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση κατά το κεφάλαιο, που αφορά την αίτηση επαναφοράς των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση. Γενομένου δε δεκτού του λόγου αυτού κατά το κύριο σκέλος του, παρέλκει η έρευνα του επικουρικού του σκέλους, με το οποίο επικαλείται, επικουρικά, την αναιρετική πλημμέλεια από τον αριθμ. 8 του άρθρου 559 ΚΠολΔ. Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 580 παρ. 3 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι, αν ο Άρειος Πάγος αναιρέσει την απόφαση για οποιονδήποτε άλλο λόγο εκτός από εκείνους, που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, μπορεί να κρατήσει την υπόθεση και να ασχοληθεί με την εκδίκασή της, ιδίως, αν, κατά την κρίση του, δεν χρειάζεται άλλη διευκρίνιση. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προεκτέθηκε, έχει προαποδειχθεί η καταβολή του προσωρινά εκτελεστού ποσού των 10.000 ευρώ και η ουσιαστική απόρριψη της αγωγής του ήδη αναιρεσίβλητου.
Συνεπώς δεν χρειάζεται κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου, άλλη διευκρίνιση της υπόθεσης ως προς το ερευνώμενο ζήτημα της επαναφοράς των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση. Επομένως, ο Άρειος Πάγος θα πρέπει να κρατήσει την υπόθεση, κατά το αναιρούμενο ως άνω μέρος της προσβαλλόμενης απόφασης και να δικάσει επί του υποβληθέντος με τις από 13-12-2022 προτάσεις της εκκαλούσας και ήδη αναιρεσείουσας επί της από 17-10-2022 (αριθ.κατα....) έφεσης της ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, αιτήματός της για την επαναφορά των πραγμάτων στην κατάσταση που υπήρχε πριν από την εκούσια εκτέλεση της εκκαλουμένης πρωτόδικης απόφασης. Ακολούθως, πρέπει το αίτημα αυτό να γίνει δεκτό ως ουσιαστικά βάσιμο, κατ' άρθρ. 914 ΚΠολΔ και να υποχρεωθεί ο εφεσίβλητος και ήδη αναιρεσίβλητος να αποδώσει το ποσό των 10.000 ευρώ στην εκκαλούσα και ήδη αναιρεσείουσα, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επίδοση της παρούσας απόφασης, με την οποία διατάσσεται η απόδοση του ως άνω ποσού, σύμφωνα και με όσα στην αναφέρονται στη νομική σκέψη που προηγήθηκε. Κατά τη διάταξη του άρθρου 579 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ, αν αποδεικνύεται προαποδεικτικώς εκούσια ή αναγκαστική εκτέλεση της απόφασης που αναιρέθηκε, ο Άρειος Πάγος, αν υποβλήθηκε αίτημα με το αναιρετήριο ή με το δικόγραφο των προτάσεων, ή με αυτοτελές δικόγραφο, (που κατατίθενται τα δύο τελευταία στη γραμματεία του Αρείου Πάγου έως την παραμονή της συζήτησης), διατάσσει με την αναιρετική απόφασή του την επαναφορά των πραγμάτων στην κατάσταση, που υπήρχε πριν από τη εκτέλεση. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής ο Άρειος Πάγος για να διατάξει την επαναφορά των πραγμάτων στην κατάσταση, που υπήρχε πριν από την εκτέλεση, πρέπει αυτή είτε εκούσια είτε αναγκαστική, να έγινε με βάση την αναιρούμενη απόφαση, και όχι με άλλη, γιατί στην τελευταία περίπτωση την επαναφορά διατάσσει, κατά το άρθρο 581 παρ. 3 του ΚΠολΔ, το δικαστήριο της παραπομπής ενώπιον του οποίου συζητείται και πάλι η έφεση μετά την αναίρεση. Σε περίπτωση που η εκτέλεση έγινε δυνάμει προσωρινά εκτελεστής απόφασης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, εάν η απόφαση αυτή δεν είχε επικυρωθεί από το Εφετείο με την αναιρεθείσα απόφαση του, δεν είναι παραδεκτή η αίτηση επαναφοράς στο δικαστήριο του Αρείου Πάγου, διότι δεν υπάρχει ταυτότητα μεταξύ εκτελεσθείσας και αναιρεθείσας αποφάσεως (ΑΠ 166/2024, ΑΠ 2075/2017). Στην προκειμένη περίπτωση η αναιρεσείουσα, με το δικόγραφο της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης υπέβαλε αίτηση, με την οποία ζήτησε, κατ'εκτίμηση, να διαταχθεί από το Δικαστήριο τούτο του Αρείου Πάγου, κατ'άρθρο 579 παρ.2 ΚΠολΔ, η επαναφορά των πραγμάτων στη κατάσταση που υπήρχε πριν από την εκτέλεση της εν μέρει προσωρινά εκτελεστής απόφασης του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, η οποία εξαφανίστηκε με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, και να υποχρεωθεί ο αναιρεσίβλητος να της αποδώσει το ποσό των 10.000 ευρώ, το οποίο η ίδια (η αναιρεσείουσα)-πλέον του ανωτέρω ήδη καταβληθέντος στις 14-11-2022 ποσού των 10.000 ευρώ-του κατέβαλε μεταγενέστερα της συζήτησης της έφεσής της και συγκεκριμένα στις 9-6-2023, συμμορφούμενη εκουσίως στην υπ'αριθμ. ... προσωρινά εκτελεστή πρωτόδικη απόφαση για το υπόλοιπο προσωρινά εκτελεστό ποσό των 10.000 ευρώ, μετά την απόρριψη της αίτησής της περί αναστολής της εκτέλεσής της, με την υπ'αριθμ. ... απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Η αίτηση αυτή είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη. Και διότι το αναφερόμενο χρηματικό ποσό, καταβλήθηκε από την αιτούσα στα πλαίσια εκούσιας εκτέλεσης της εν μέρει προσωρινά εκτελεστής υπ'αριθμ. ... απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία όμως στη συνέχεια, όπως προαναφέρθηκε, εξαφανίστηκε με την αναιρούμενη, κατά τα ανωτέρω, υπ'αριθμ. ... απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών και δεν επικυρώθηκε από την τελευταία, ώστε να θεωρείται ενσωματωθείσα σ'αυτήν. Η εκτελεσθείσα δηλαδή απόφαση είναι διαφορετική από την προσβαλλόμενη με την αναίρεση και αναιρούμενη εν μέρει κατά τα άνω, με συνέπεια το απαράδεκτο της υποβληθείσης από την αναιρεσείουσα, κατ'άρθρον 579 παρ.2 ΚΠολΔ, αίτησης για επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη σκέψη που προηγήθηκε. Κατόπιν όλων των ανωτέρω, λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας των διαδίκων, πρέπει να καταδικαστεί ο αναιρεσίβλητος στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων της αναιρεσείουσας, κατά μερική ουσιαστική παραδοχή του σχετικού νόμιμου αιτήματός του (αρθ.191 παρ.2, 178 και 183 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό. (ΑΠ 427/2020, ΑΠ 1167/2020).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την με αριθμ. ... απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών (διαδικασίας περιουσιακών-εργατικών-διαφορών), κατά το αναφερόμενο στο σκεπτικό μέρος της και δη κατά το, υποβληθέν με τις προτάσεις της ήδη αναιρεσείουσας ως εκκαλούσας ενώπιον του ανωτέρω Εφετείου, αίτημα για την επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση.
Κρατεί την υπόθεση κατά το μέρος αυτό και δικάζει το ανωτέρω αίτημα επαναφοράς στην προηγούμενη κατάσταση. Δέχεται το αίτημα αυτό επαναφοράς στην προηγούμενη κατάσταση. Υποχρεώνει τον ήδη αναιρεσίβλητο- εφεσίβλητο της από 17-10-2022 (αριθ.καταθ....) έφεσης να καταβάλει στην ήδη αναιρεσείουσα-εκκαλούσα το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επίδοση της παρούσας απόφασης.
Απορρίπτει την υποβληθείσα, με την κρινόμενη από 5-9-2023 (αριθ.καταθ....) αίτηση αναίρεσης, αίτηση επαναφοράς των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση.
Καταδικάζει τον αναιρεσίβλητο στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων της αναιρεσείουσας, το οποίο ορίζει στο ποσό των οκτακοσίων (800) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 28 Ιανουαρίου 2025.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 06 Φεβρουαρίου 2025.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ