ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 255/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Γ)
print
Τίτλος:
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 255/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Γ)
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 255/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Γ)
Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 255 / 2025    (Γ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)


Αριθμός 255/2025
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ' Πολιτικό Τμήμα

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Αγάπη Τζουλιαδάκη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ιφιγένεια Ματσούκα, Φωτεινή Μηλιώνη, Ευαγγελία Στεργίου, Κωνσταντία Εμμανουηλίδου- Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες. ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ, δημόσια, στο ακροατήριό του, στις 2 Οκτωβρίου 2024, με την παρουσία και του γραμματέα Παναγιώτη Μπούκη, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία "ΔΗΜΟΣ ΒΕΡΟΙΑΣ", το οποίο εδρεύει στη Βέροια (...), που εκπροσωπείται νόμιμα από τον Δήμαρχο Κ. Β., με ΑΦΜ ... Δ.Ο.Υ. Βέροιας, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξουσίους δικηγόρους του Γεώργιο Παπαστεργίου και Αριστούλα Παπαστάμκου, και κατέθεσε προτάσεις.
Των αναιρεσιβλήτων: 1) Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία "ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ" (ΟΑΕΔ), που εδρεύει στην Αθήνα, με ΑΦΜ ... Δ.Ο.Υ. Παλαιού Φαλήρου, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, ως καθολικός διάδοχος του καταργηθέντος ΝΠΔΔ με την επωνυμία "Οργανισμός Εργατικής Εστίας - ΟΕΕ", το οποίο δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο, 2) Ιερού Προσκυνηματικού Ναού Αγίου Αντωνίου Βέροιας, με έδρα τη Βέροια και ΑΦΜ ..., όπως εκπροσωπείται νόμιμα, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Β. Κ., με δήλωση, κατ' άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, και κατέθεσε προτάσεις, 3) Ε. Ζ. του Π., κατοίκου ..., η οποία δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, 4) Σ. Ζ. του Δ., κατοίκου ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ν. Μ., με δήλωση, κατ' άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, και κατέθεσε προτάσεις, 5) Ε. Ζ. του Δ., κατοίκου ..., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ν. Μ., με δήλωση, κατ' άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, και κατέθεσε προτάσεις, 6) Σ. Κ. του Δ. και Α., κατοίκου ..., ο οποίος δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, 7) Ε. Λ. του Ι. και Μ., κατοίκου ..., η οποία δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, 8) Κ. Κ. του Γ. και Ά., κατοίκου ..., ο οποίος δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, 9) Ρ. Τ. του Σ., κατοίκου ..., η οποία δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, 10) Σ. Π. του Γ. και Ν., κατοίκου ..., ο οποίος δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, 11) Α. Χ. του Σ., κατοίκου ..., η οποία δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, 12) Ε. Π. του Γ., κατοίκου ..., η οποία δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, 13) Φ. Α. του Α., κατοίκου ..., ο οποίος δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, 14) Σ. Α. του Α., κατοίκου ..., ο οποίος δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 27-12-2016 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Βέροιας. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: ... οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και ... μη οριστική, ... του Μονομελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Την αναίρεση της τελευταίας αποφάσεως ζητεί το αναιρεσείον με την από 15-2-2023 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Οι πληρεξούσιοι του αναιρεσείοντος ζήτησαν την παραδοχή της αιτήσεως και την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1. Κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε από το πινάκιο στη σειρά της, οι 1ο, 3η, 6ος, 7η, 8ος, 9η, 10ος, 11η, 12η, 13ος και 14ος των αναιρεσίβλητων, όπως προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου, δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο, ούτε κατατέθηκε γι' αυτούς έγγραφη δήλωση σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται, κατά τη διάταξη του άρθρου 573 παρ. 1 του ίδιου κώδικα, και στη διαδικασία της αναιρετικής δίκης, το δε αναιρεσείον που εκπροσωπήθηκε νόμιμα από τους πληρεξουσίους δικηγόρους του με έμμισθη εντολή (σύμφωνα με το ... ειδικό πληρεξούσιο του συμβολαιογράφου Βεροίας Π. Π. και την ... απόφαση της Δημοτικής Επιτροπής του Δήμου Βεροίας κατόπιν εισήγησης του Διευθυντή της Νομικής Υπηρεσίας του Δήμου), επικαλέσθηκε και προσκόμισε τις ... εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Βεροίας Δ.-Κ. Χ.. Από αυτές προκύπτει ότι ακριβή επικυρωμένα αντίγραφα της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης, με την κάτω από αυτήν πράξη κατάθεσης, πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την σημερινή δικάσιμο (2-10-2024), επιδόθηκαν νόμιμα με επιμέλεια του αναιρεσείοντος κατόπιν έγγραφης παραγγελίας της πληρεξουσίας δικηγόρου του Α. Π., στους 1ο, 3η, 6ο, 7η, 8ο, 9η, 10ο, 11η, 12η, 13ο και 14ο των αναιρεσίβλητων. Επομένως, πρέπει να προχωρήσει η συζήτηση της αίτησης αναίρεσης, παρά την απουσία αυτών , σύμφωνα με το άρθρο 576 παρ.2 ΚΠολΔ (ΑΠ 670/2024, ΑΠ 206/2017). 2. Από τη διάταξη του άρθρου 553 παρ. 1 ΚΠολΔ., που ορίζει ότι "αναίρεση επιτρέπεται μόνο κατά των αποφάσεων που δεν μπορούν να προσβληθούν με ανακοπή ερημοδικίας και έφεση", προκύπτει ότι απόφαση η οποία έχει εκδοθεί ερήμην δεν υπόκειται σε αναίρεση, εφόσον μπορεί να προσβληθεί με ανακοπή ερημοδικίας. Κατά το άρθρο 501 ΚΠολΔ και στην κατ' έφεση δίκη (άρθρ. 502 παρ.1 ΚΠολΔ), ανακοπή ερημοδικίας επιτρέπεται αν εκείνος που δικάστηκε ερήμην δεν κλητεύθηκε καθόλου ή δεν κλητεύθηκε νόμιμα ή εμπρόθεσμα, ή αν συντρέχει λόγος ανώτερης βίας. Στη διάταξη του άρθρου 321 ΚΠολΔ ορίζεται ότι όσες οριστικές αποφάσεις των πολιτικών δικαστηρίων δεν μπορούν να προσβληθούν με ανακοπή ερημοδικίας και έφεση είναι τελεσίδικες. Εξάλλου ο χαρακτήρας μιας απόφασης ως ερήμην εκδοθείσας εξαρτάται από την (πραγματική ή πλασματική) απουσία του διαδίκου κατά τη συζήτηση κατά την οποία εκδόθηκε και όχι από το αν η απόφαση αυτή στηρίχθηκε σε συναγωγή δυσμενών συνεπειών (τεκμηρίων) ερημοδικίας, καθώς και, γενικότερα, από το αν η ερημοδικία παράγει βλαπτικές συνέπειες για εκείνον που ερημοδικάσθηκε. Στερείται επίσης σημασίας το ότι το δικαστήριο παρέλειψε, τυχόν να ορίσει παράβολο ερημοδικίας. Ακόμη, ο χαρακτήρας μιας απόφασης ως ερήμην εκδοθείσας, και επομένως το επιτρεπτό της άσκησης ανακοπής ερημοδικίας κατ' αυτής, δεν έχει σχέση με τη βασιμότητα ή μη των επιτρεπόμενων λόγων ανακοπής δηλ. με την εγκυρότητα της ερημοδικίας ή με το αν συνέτρεξε πράγματι λόγος ανώτερης βίας, που απέκλεισε την παρουσία του διαδίκου που ερημοδικάσθηκε, αφού τα στοιχεία αυτά ανάγονται στη βασιμότητα του ένδικου μέσου και όχι στο παραδεκτό του. Τέλος η απόφαση διατηρεί το χαρακτήρα της ως ερήμην, έστω και αν, παρά την ερημοδικία του εφεσιβλήτου, το Εφετείο, δικάζοντας σαν να ήταν παρόντες οι διάδικοι, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 524 παρ.4 ΚΠολΔ, απέρριψε την έφεση του αντιμωλία δικαζόμενου εκκαλούντα και επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση που είχε προσβληθεί με αυτήν. Επίσης το περιεχόμενο της ερήμην απόφασης, το οποίο συναρτάται προς την επέλευση ή μη δυσμενών συνεπειών από την ερημοδικία, μπορεί να επιδράσει στην ύπαρξη έννομου συμφέροντος, το οποίο έγκειται στην ανάγκη αποτροπής ή περιορισμού της βλάβης, που προκαλείται στο διάδικο από την προσβαλλόμενη απόφαση. Το έννομο συμφέρον αποτελεί αυτοτελή προϋπόθεση του παραδεκτού για την άσκηση ανακοπής ερημοδικίας, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 68 ΚΠολΔ δεν κρίνεται γενικά και αφηρημένα ούτε εκ των προτέρων αλλά ενόψει του συγκεκριμένου περιεχομένου της προσβαλλόμενης απόφασης -στο μέτρο και στην έκταση που αυτή θα προσβληθεί- σε σύγκριση προς το περιεχόμενο της συγκεκριμένης ανακοπής λαμβανομένων υπόψη και των ισχυρισμών του ανακόπτοντα, έτσι ώστε να διαπιστωθεί η ύπαρξη βλάβης του από την προσβαλλόμενη απόφαση και να αξιολογηθεί αν η ασκούμενη ανακοπή αποτελεί ικανό και αναγκαίο μέσο για την αποτροπή αυτής της βλάβης. Από την, σύμφωνα με τα παραπάνω, έννοια και λειτουργία του έννομου συμφέροντος προκύπτει ότι μόνο το δικαστήριο που θα δικάσει την ανακοπή ερημοδικίας έχει την εξουσία, ερευνώντας το παραδεκτό της ανακοπής, να αποφανθεί για την ύπαρξη ή ανυπαρξία του έννομου συμφέροντος του ανακόπτοντα. Παρόμοια εξουσία δεν έχει ο Άρειος Πάγος στο πλαίσιο της κρίσης του για το παραδεκτό ή μη της αναίρεσης κατά ερήμην απόφασης. Διότι η κρίση για ένα τόσο σοβαρό ζήτημα, συναρτώμενο προς την εφαρμογή της νομικής έννοιας του έννομου συμφέροντος, δεν μπορεί να εξετάζεται παρεμπιπτόντως (ΟλΑΠ 15/2001). Τέλος, επί απλής ομοδικίας (σε τέτοια σχέση τελούν εν προκειμένω οι ερημοδικασθέντες εφεσίβλητοι και νυν 6ος, 7η, 8ος, 9η, 10ος, 11η, 12η, 13ος και 14ος αναιρεσίβλητοι) η τελεσιδικία κρίνεται αυτοτελώς ως προς κάθε ομόδικο (ΟλΑΠ 744/ 1982), πρέπει δε αυτή (η τελεσιδικία) να υπάρχει κατά το χρόνο άσκησης της αναίρεσης. Αν δεν συνομολογείται ή δεν αποδεικνύεται η τελεσιδικία (με την προσκομιδή αποδεικτικών επίδοσης, παραίτησης) η αναίρεση απορρίπτεται ως απαράδεκτη και αυτεπαγγέλτως (ΑΠ 1056/2007). Στην προκείμενη περίπτωση με την υπό κρίση με ... αίτηση ζητείται να αναιρεθεί η ... απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, με την οποία - αντιμωλία του αναιρεσείοντος, τότε εκκαλούντος νπδδ (ΟΤΑ) και των 1ου, 2ου, 4ου και 5ης των αναιρεσιβλήτων- εφεσιβλήτων, ερήμην δε των 3ης, 6ου, 7ης, 8ου, 9ης, 10ου, 11ης, 12ης, 13ου και 14ου αναιρεσίβλητων -εφεσιβλήτων απορρίφθηκε η έφεση του αναιρεσείοντος ως ουσία αβάσιμη κατά το μέρος που αφορούσε αίτημα περί διόρθωσης γεωμετρικών στοιχείων κτηματολογικών εγγραφών ακινήτων των 6ου,7ης,8ου, 9ης, 10ου, 11ης, 12ης, 13ου και 14ου αναιρεσίβλητων - εφεσιβλήτων, ενώ κατά τα λοιπά έγινε δεκτή η έφεση κατ' ουσίαν, εξαφανίσθηκε η εκκαλούμενη 40/2018 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Βεροίας, διακρατήθηκε και δικάσθηκε η με αρ. κατ. ... αγωγή του νυν αναιρεσείοντος, η οποία απορρίφθηκε ως μη νόμιμη αναφορικά με την αναγνώριση της κυριότητάς του επί τμήματος του γεωτεμαχίου με ΚΑΕΚ ....Επομένως, η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης κατά της προσβαλλόμενης απόφασης παραδεκτά ασκείται κατά των 1ου, 2ου,4ου και 5ης των αναιρεσιβλήτων, ως προς τους οποίους είναι τελεσίδικη, ενώ ως προς τους λοιπούς αναιρεσίβλητους είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη, αφού εκδόθηκε ερήμην τους και δεν αποδεικνύεται ότι κατέστη τελεσίδικη ως προς αυτούς δια της επιδόσεως της προσβαλλομένης και της παρέλευσης της προθεσμίας ανακοπής ερημοδικίας κατ' αυτής άπρακτης ή τυχόν παραίτησης από αυτής. Σημειωτέον ότι η 3η αναιρεσίβλητη (Ε. Ζ.) ουδέποτε κατέστη διάδικος στην παρούσα αντιδικία, καθόσον η αγωγή, κατά τα εκτιθέμενα κατωτέρω, ασκήθηκε κατά του συζύγου της Δ. Ζ., ο οποίος απεβίωσε στις 26-5-2020 δηλ. μετά την πρώτη συζήτηση της έφεσης (27-1-2020, οπότε και εκδόθηκε η 701/12-4-2021 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, που ανέβαλλε την πρόοδο της δίκης προκειμένου να προσκομισθούν νομιμοποιητικά έγγραφα του εκκαλούντος ΟΤΑ) και κληρονομήθηκε από τους 4ο και 5η των αναιρεσιβλήτων δυνάμει της ... δημόσιας διαθήκης του ενώπιον της συμβολαιογράφου Ά. Σ., οι οποίοι και εκουσίως επανέλαβαν την δίκη, όπως αναφέρεται στην αναιρεσιβαλλομένη, η δε Ε. Ζ. ουδόλως κατέστη καθολικός του διάδοχος. Επομένως, η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης ως προς αυτήν είναι απαράδεκτη και γι' αυτόν τον λόγο. Κατά τα λοιπά η αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα μετά την επίδοσή της στο αναιρεσείον νπδδ (ΟΤΑ) στις 27-1-2023 (άρθρα 552, 553, 556, 558, 564 παρ.1, 566 παρ. 1 ΚΠολΔ, βλ. και προσκομισθείσα ... απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου Βεροίας, καθώς και ... ειδικό πληρεξούσιο ενώπιον του συμβολαιογράφου Βεροίας Π. Π.), είναι, συνεπώς, παραδεκτή (άρθρο 577 παρ. 1 ΚΠολΔ) ως προς τους 1ο, 2ο, 4ο και 5η των αναιρεσιβλήτων και πρέπει να ερευνηθεί ως προς τους λόγους της (άρθρο 577 παρ. 3 ΚΠολΔ). 3. Από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 1 ΚΠολΔ προκύπτει ότι ο λόγος αναίρεσης για ευθεία παράβαση ουσιαστικού κανόνα δικαίου ιδρύεται αν αυτός δεν εφαρμοστεί, ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις της εφαρμογής του ή αν εφαρμοστεί ενώ δεν έπρεπε, καθώς και αν εφαρμοστεί εσφαλμένα, αντίστοιχα δε, όταν στην ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου τα πραγματικά περιστατικά ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται, με βάση το πραγματικό κανόνα δικαίου, για την επέλευση της έννομης συνέπειας που απαγγέλθηκε ή την άρνησή της (ΟλΑΠ 4/2016, ΟλΑΠ 2/2013, ΟλΑΠ 7/2006,ΟλΑΠ 36/1988).Η παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που προβλέπεται από την διάταξη αυτήν ως λόγος αναίρεσης, είναι δυνατόν να έχει ως περιεχόμενο, πλην άλλων, την αιτίαση ότι η αγωγή, επί της οποίας έκρινε το δικαστήριο που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, έγινε δεκτή ως νόμιμη, ενώ θα έπρεπε να κριθεί ως μη νόμιμη, ή το αντίστροφο, σύμφωνα με τον συγκεκριμένο κανόνα δικαίου, που κατά την συναφή αίτηση αναίρεσης παραβιάσθηκε (ΟλΑΠ 8, 7/2011, ΑΠ418/2021). Με τον λόγο του αρ.1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ ελέγχεται η νομική βασιμότητα της αγωγής με βάση τις παραδοχές του δικαστηρίου της ουσίας περί του περιεχομένου της. Αν όμως αυτές δεν ταυτίζονται με το πραγματικό περιεχόμενο (άρθ.561 παρ.2 ΚΠολΔ) ιδρύεται ο λόγος του αριθμού 8 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, δηλ. όταν το δικαστήριο της ουσίας παρά το νόμο και εκτιμώντας προφανώς εσφαλμένα τα διαδικαστικά έγγραφα (άρθρ. 561§2 ΚΠολΔ) είτε έλαβε υπόψη του πράγματα που δεν προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης (ΟλΑΠ 13/1995), είτε δεν έλαβε υπόψη του πράγματα που προτάθηκαν και έχουν επίσης ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, νοούνται δε ως πράγματα οι αυτοτελείς ισχυρισμοί των διαδίκων που τείνουν στη θεμελίωση, κατάλυση ή παρακώλυση του ασκούμενου με την αγωγή, ένσταση ή αντένσταση ουσιαστικού ή δικονομικού δικαιώματος (ΟλΑΠ 3/1997), δηλαδή οι ισχυρισμοί που κατά το νόμο διαμόρφωσαν ή ανάλογα ήταν ικανοί να διαμορφώσουν το διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης (ΟλΑΠ 2/1989).
4.Κατά το άρθρο 507 ΑΚ ο δωρητής ή ο κληρονόμος του έχει δικαίωμα να ανακαλέσει την δωρεά, αν ο δωρεοδόχος παραλείπει υπαίτια να εκτελέσει τον τρόπο υπό τον οποίο έγινε η δωρεά. Εξάλλου, κατά το άρθρο 509 ΑΚ η ανάκληση της δωρεάς γίνεται με δήλωση προς τον δωρεοδόχο. Αφού γίνει η ανάκληση αποσβήνεται η υποχρέωση του δωρητή για παροχή και αναζητείται η παροχή που εκπληρώθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό. Από τον συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων προκύπτει ότι, από την εισαγωγή του ΑΚ, η ανάκληση δωρεάς, λόγω υπαίτιας μη εκτέλεσης του τρόπου, δεν γίνεται με δικαστική απόφαση μετά από άσκηση διαπλαστικής αγωγής του δωρητή, αλλά με μονομερή δήλωση του τελευταίου, η οποία είναι άτυπη, έστω και αν αφορά ακίνητο και επιφέρει τα έννομα αποτελέσματά της από την περιέλευσή της στον δωρεοδόχο (ΑΠ 1736/2022). Μετά την δήλωση αυτή ο δωρητής δικαιούται να αναζητήσει το δωρηθέν πράγμα, εγείροντας αγωγή με βάση τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού (άρθρα 904 επ. ΑΚ) και ειδικότερα λόγω λήξης της αιτίας για την οποία δόθηκε το πράγμα. Η αγωγή αυτή είναι προσωπική (ενοχική) και όχι εμπράγματη, στηρίζεται δε στην ενοχική υποχρέωση του δωρεοδόχου προς απόδοση του άνευ αιτίας κατεχομένου πράγματος μετά την ανάκληση της δωρεάς. Απόκλιση από τα ανωτέρω εισήγαγε η διάταξη του άρθρου 194 του ν.2888/1954 "Περί Κυρώσεως Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικος", που ορίζει "1. Δωρεαί δημοτικών ή κοινοτικών κτημάτων επιτρέπονται μόνον α) προς κατασκευήν διδακτηρίων δημοσίων σχολείων ή προς εκπλήρωσιν κοινωφελών σκοπών και β) προς το δημόσιον δι' ιδίαν αυτού χρήσιν. Η δωρεά γίνεται δι' αποφάσεως του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου εγκρινομένης υπό του Υπουργού των Εσωτερικών. 2. Μεταβαλλομένης της χρήσεως των δωρουμένων κτημάτων η κυριότης αυτών επανέρχεται αυτοδικαίως εις τον δήμον ή την κοινότητα." Στο ίδιο πνεύμα κινούνται τόσο η προϊσχύσασα διάταξη του άρθρου 71 παρ.4 του ΒΔ17-4/31-7-1936 "Νομοθεσία Περί Δήμων και Κοινοτήτων" που όριζε "1. Η εκποίησις ή ανταλλαγή ακινήτων κτημάτων, ...επιτρέπεται μόνον επί προφανεί ωφελεία της κοινότητος ή των κατοίκων αυτής, βεβαιουμένη εν αποφάσει του κοινοτικού συμβουλίου,...2.... 3. Η παράβασις των ανωτέρω διατάξεων επάγεται ακυρότητα των πράξεων υπέρ των κοινοτήτων, ουδεμίας χωρούσης ένεκα της ακυρώσεως αγωγής επί αποζημιώσει κατά της κοινότητος...", όσο και οι μεταγενέστερες διατάξεις των άρθρων 186 ΠΔ 933/1975, 216 ΠΔ 76/1985, 229 του ΠΔ 323/1989, 246 του ΠΔ 410/1995 και 184 ν.3463/2006, που όμως προβλέπουν ρητά ότι "1. Δωρεές δημοτικών και κοινοτικών ακινήτων επιτρέπονται, ύστερα από απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, ....για την κατασκευή δημοσίων διδακτηρίων, ...ή την εκπλήρωση άλλου σπουδαίου κοινωφελούς σκοπού, που συνδέεται αποκλειστικά και μόνο με την προαγωγή των τοπικών συμφερόντων και την άμεση εξυπηρέτηση των κατοίκων της περιοχής.2. Αν η χρήση των ακινήτων, που έχουν δωρηθεί, μεταβληθεί ή ο σκοπός της δωρεάς δεν εκπληρωθεί μέσα στην προθεσμία που έχει οριστεί, η σύμβαση της δωρεάς λύεται, και η κυριότητα των ακινήτων επανέρχεται αυτοδικαίως στο δήμο ή στην κοινότητα. Η σχετική απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου καταχωρίζεται στα βιβλία μεταγραφών..." Από τις ειδικές αυτές διατάξεις, προκύπτει ότι, για προφανείς λόγους προστασίας της περιουσίας των ΟΤΑ, που δεν προορίζεται για εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων, αλλά είναι ταγμένη στην εξυπηρέτηση του κοινού συμφέροντος και δη των αναγκών των πολιτών κατοίκων της οικείας κοινότητας ή δήμου, η δωρεά δημοτικών ή κοινοτικών ακινήτων γινόταν και γίνεται πάντοτε, κατόπιν απόφασης του οικείου κοινοτικού ή δημοτικού συμβουλίου, υπό τρόπο με το αναφερόμενο ανωτέρω περιεχόμενο (δηλ. προς εκπλήρωση κοινωφελούς σκοπού κλπ.), σε περίπτωση δε μη τήρησης του τρόπου, πριν το 1975 η κυριότητα του δωρηθέντος επανέρχονταν αυτοδικαίως στον δωρητή, μετέπειτα δε με σχετική απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου ανακαλείται η δωρεά και επέρχεται λύση της σύμβασης με σκοπό την άμεση επάνοδο στην περιουσία της κοινότητας ή του δήμου, του δωρηθέντος ακινήτου, χωρίς εμπλοκή σε μακροχρόνιους δικαστικούς αγώνες, έχει δε η ανάκληση εν προκειμένω εμπράγματη ενέργεια, με αποτέλεσμα η κοινότητα ή ο δήμος να ανακτά, αυτοδικαίως, την κυριότητα του δωρηθέντος ακινήτου, αφού προηγουμένως βέβαια αποκτήσει δημοσιότητα ως προς τους τρίτους η απόφαση περί ανάκλησης του οικείου δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου είτε με την μεταγραφή της στα Βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου, είτε με την καταχώρισή της στο οικείο κτηματολογικό φύλλο και δεν χρειάζεται να ακολουθηθεί η διαδικασία της καταδίκης σε δήλωση βουλήσεως, προκειμένου, κατά τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, να επανακτηθεί από τον δωρητή η κυριότητα του δωρηθέντος ακινήτου. Αποτέλεσμα τούτου είναι, εφόσον τηρηθούν οι ανωτέρω διατυπώσεις, να μπορεί η κοινότητα ή ο δήμος, ως έχον την κυριότητα πλέον του ακινήτου, να ασκήσει κατά του δωρεοδόχου την διεκδικητική αγωγή (ΑΠ 1133/2009, ΑΠ 804/1998, ΣτΕ 4027/2008). Εξάλλου, και στην περίπτωση που η δωρεά έγινε πριν την ισχύ των 216 ΠΔ 76/1985, 229 του ΠΔ 323/1989, 246 του ΠΔ 410/1995 και 184 ν.3463/2006, που προβλέπουν ρητά την ανάκληση σε περίπτωση μη τήρησης του τρόπου και τη μεταγραφή της ανακλητικής απόφασης, εάν στο σχετικό συμβόλαιο δωρεάς κοινοτικού ή δημοτικού κτήματος περιλαμβάνονταν ο όρος της αυτοδίκαιης ανάκλησης της δωρεάς σε περίπτωση μη εκπλήρωσης του σκοπού για τον οποίο έγινε αυτή εντός συγκεκριμένης προθεσμίας, τότε η συγκεκριμένη δικαιοπραξία συνιστά δωρεά υπό "αίρεσιν δικαίου" και συγκεκριμένα σύμβαση υπό την διαλυτική αίρεση της εντός συγκεκριμένης προθεσμίας εκπλήρωσης του σκοπού για τον οποίο έγινε η δωρεά και σε περίπτωση πλήρωσης της αίρεσης-με την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας χωρίς να εκπληρωθεί ο σκοπός της δωρεάς- επέρχεται η λύση της σύμβασης δωρεάς και αυτοδικαίως επανέρχεται το δωρηθέν ακίνητο στην κυριότητα του δήμου ή της κοινότητας αμέσως μετά την πάροδο της ορισθείσας προθεσμίας.
5.Στην προκείμενη περίπτωση, από τα διαδικαστικά έγγραφα της δίκης (άρθ.561 παρ.2 ΚΠολΔ) προκύπτουν τα εξής: Με την με αρ. κατ. ... αγωγή που άσκησε το αναιρεσείον νπδδ (Δήμος Βεροίας) ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Βεροίας εξέθετε - κατά το μέρος που ενδιαφέρει τους νυν αναιρεσίβλητους για τους οποίους κρίθηκε παραδεκτή η αναίρεση - ότι με το ... συμβόλαιο ανταλλαγής του τ. συμβολαιογράφου Βεροίας Α. Σ., νομίμως μεταγραφέν, απέκτησε την κυριότητα ενός οικοπέδου εμβαδού 400 τμ κείμενο επί της οδού ... στην πόλη της Βέροιας ότι σε εκτέλεση της ... απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου του, που εγκρίθηκε με ΒΔ, μεταβίβασε λόγω δωρεάς με το ... συμβόλαιο του ως άνω συμβολαιογράφου, νομίμως μεταγραφέν, στον Οργανισμό Εργατικής Εστίας, του οποίου καθολικός διάδοχος είναι το 1ο εναγόμενο νπδδ- νυν 1ο αναιρεσίβλητο, κατά πλήρη κυριότητα το ως άνω οικόπεδο, υπό τον αναγραφόμενο σε αυτό όρο "επί σκοπώ ανεγέρσεως υπό αυτού της Εργατικής Εστίας οικοδομής προς στέγασιν άρτιου και συγχρονισμένου Εργατικού Κέντρου και λοιπά παραρτήματα εξυπηρετούντα κοινωφελείς σκοπούς", η δε ανωτέρω απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου προέβλεπε "όπως παρελθούσης απράκτου της ως άνω προθεσμίας (δηλ. έτους από την δημοσίευση του εγκριτικού διατάγματος) ή μεταβαλλομένου ή τυχόν ματαιουμένου του σκοπού δι' ον παραχωρείται το ως άνω οικόπεδο περιέρχεται αυτοδικαίως μετά των παρακολουθημάτων του εις τον Δήμο Βεροίας", το δε εγκριτικό ΒΔ που εκδόθηκε κατά τα ρυθμιζόμενα από το άρθρο 194 του ν.2888/1954 (π. Δημοτικός και Κοινοτικός Κώδικας) προέβλεψε πενταετή προθεσμία εκπλήρωσης του ως άνω σκοπού ότι ο Οργανισμός Εργατικής Εστίας με το 14036/1-10-1956 συμβόλαιο του ιδίου ως άνω συμβολαιογράφου, νομίμως μεταγραφέν, μεταβίβασε λόγω ανταλλαγής το ως άνω οικόπεδο μαζί με ένα άλλο ιδιοκτησίας του εμβαδού 133, 65 τμ στο 2ο εναγόμενο-ήδη αναιρεσίβλητο νπιδ (Προσκυνηματικό Ιερό Ναό του Αγίου Αντωνίου του Νέου εν Βεροία), στο δε αυτό συμβόλαιο αναγράφηκε ο όρος ότι ο Οργανισμός Εργατικής Εστίας υποχρεούται να οικοδομήσει και αποπερατώσει σε διάστημα δύο ετών από την υπογραφή του (1-10-1956) το Εργατικό Κέντρο επί του νέου οικοπέδου που έλαβε στην κυριότητά του ότι "η ως άνω ανταλλαγή πραγματοποιήθηκε με την ρητή επισήμανση από το Δημοτικό Συμβούλιο Βέροιας με την ... απόφασή του, του τρόπου υπό τον οποίο τελούσε η δωρεά" ότι με την 310/1959 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του, νομίμως εγκριθείσα με απόφαση του Νομάρχη, τροποποιήθηκε η ως άνω ... απόφαση του και παρατάθηκε η προθεσμία για την ανέγερση του Εργατικού Κέντρου έως 1-10-1961, επαναλήφθηκε δε ο όρος ότι παρερχομένης απράκτου της ως άνω προθεσμίας το δωρηθέν οικόπεδο θα περιέρχονταν στο ενάγον νπδδ?ότι με την ... απόφαση του Δημοτικού του Συμβουλίου, νομίμως μεταγραφείσα το 1973, ανακλήθηκε η ως άνω δωρεά λόγω μη εκπλήρωσης του δημόσιου σκοπού για τον οποίο έγινε ότι με την ... πράξη τακτοποίησης, που κυρώθηκε με ... απόφαση του Νομάρχη, ρυμοτομήθηκε τμήμα 95,20 τμ του ως άνω οικοπέδου και πλέον αυτό έχει έκταση 304,80 τμ? ότι με την 74/1978 απόφαση του Δημοτικού του Συμβουλίου, που κοινοποιήθηκε τόσο στον Οργανισμό Εργατικής Εστίας, όσο και στο 2ο εναγόμενο, αποφασίσθηκε η δικαστική αναζήτηση του δωρηθέντος οικοπέδου ότι το 2ο εναγόμενο νπιδ ζήτησε την ακύρωση των ... και 74/1978 αποφάσεων του Δημοτικού Συμβουλίου Βεροίας, πλην όμως με την ... απόφαση του ΣτΕ η αίτηση αυτή ακύρωσης απορρίφθηκε ότι στο μεταξύ το ενάγον νπδδ άσκησε ενώπιον του Πρωτοδικείου Βεροίας την με αρ. κατ. 117/5-5-1978 αγωγή ανάκλησης δωρεάς κατά του νυν 2ου εναγομένου νπιδ, η οποία απορρίφθηκε λόγω έλλειψης παθητικής νομιμοποίησης και ακολούθως την με αρ. κατ. ... αγωγή κατά του Οργανισμού Εργατικής Εστίας, η οποία απορρίφθηκε ως αόριστη με την ... απόφαση ότι με το ... προσύμφωνο του συμβολαιογράφου Βεροίας Γ. Μ. το 2ο εναγόμενο νπιδ, μετά από δημοπρασία και τελώντας σε κακή πίστη και δη ενώ γνώριζε ότι δεν απέκτησε την κυριότητα του ως άνω οικοπέδου καθώς το μεταβιβάσαν σε αυτό νπδδ δεν ήταν κύριο, προσυμφώνησε να μεταβιβάσει τούτο κατά ποσοστό 25% στον Δ. Ζ. (3ο εναγόμενο) και κατά ποσοστό 75% στον 4ο εναγόμενο-5ο αναιρεσίβλητο (Σ. Ζ.) ότι στο Εθνικό Κτηματολόγιο, που άρχισε να λειτουργεί στην περιοχή του Δήμου Βεροίας το 2005 το ως άνω οικόπεδο καταχωρίσθηκε με ΚΑΕΚ ..., εμβαδόν 459 τμ και δικαιούχο κυριότητας στις αρχικές- πρώτες εγγραφές το ενάγον νπδδ, το οποίο και το ενέμετο ανενόχλητα έως τότε ως χώρο στάθμευσης αυτοκινήτων ότι στις 7-3-2014 με αίτησή τους οι 3ος και 4ος εναγόμενοι ζήτησαν την από κοινού με το ενάγον εξωδικαστική διόρθωση των ως άνω κτηματολογικών εγγραφών, αλλά το ενάγον αρνήθηκε ότι, ακολούθως, οι 3ος και 4ος εναγόμενοι προέβησαν με αυτοσύμβαση σε εκτέλεση του ως άνω προσυμφώνου στην κατάρτιση του ... οριστικού συμβολαίου της συμβολαιογράφου Βεροίας Ά. Σ., το οποίο καταχωρίσθηκε στο οικείο κτηματολογικό φύλλο με αρ. κατ. 1358/6-10-2014 και πλέον οι 3ος και 4ος εναγόμενοι εμφανίζονται ανακριβώς ως δικαιούχοι κυριότητας του ανωτέρω ακινήτου κατά τα ως άνω ποσοστά , ενώ στη συνέχεια τοποθέτησαν σε αυτό κολώνες με αλυσίδα και λουκέτο, προσβάλλοντας έτσι την κυριότητα του ενάγοντος νπδδ ότι ακολούθως το ενάγον νπδδ προέβη σε εμβαδομέτρηση και εφαρμογή των τίτλων του και σύμφωνα με το συννημένο στην αγωγή τοπογραφικό διάγραμμα χωρικών μεταβολών, τμήμα εμβαδού 278,92 τμ του με ΚΑΕΚ ... γεωτεμαχίου εμπίπτει στον ως άνω τίτλο κτήσης του (οι λοιπές αιτούμενες χωρικές μεταβολές αφορούν τους αναιρεσίβλητους για τους οποίους κρίθηκε απαράδεκτη η αναίρεση και τα κεφάλαια της αναιρεσιβαλλομένης, με τα οποία απορρίφθηκε και κατ' ουσίαν η έφεση και που δεν προσβάλλονται με αναίρεση)?ότι τόσο το 2ο εναγόμενο νπιδ τελούσε σε κακή πίστη αναφορικά με την έλλειψη κυριότητας στο πρόσωπό του όταν το 1993 προσυμφώνησε την πώληση του ως άνω οικοπέδου, όσο και οι 3ος και 4ος εναγόμενοι γνώριζαν περί της έλλειψης κυριότητας αυτού όταν κατάρτισαν το οριστικό συμβόλαιο το 2014? ότι ουδείς εκ των 1ου,2ου,3ου και 4ου των εναγομένων απέκτησαν την κυριότητα του δωρηθέντος οικοπέδου, διότι η δωρεά ανακλήθηκε και τούτο το γνώριζαν αυτοί. Με βάση αυτό το ιστορικό το ενάγον ζήτησε (κατά το μέρος που κρίθηκε παραδεκτή η αναίρεση) 1) να αναγνωρισθεί ότι είναι αποκλειστικός κύριος οικοπέδου 304,27 τμ, όπως αποτυπώνεται στο συννημένο στην αγωγή τοπογραφικό διάγραμμα, 2) να αναγνωρισθεί ότι το 1ο εναγόμενο δεν απέκτησε κυριότητα επ' αυτού λόγω ανάκλησης της δωρεάς, το δε 2ο εναγόμενο δεν απέκτησε κυριότητα επ' αυτού λόγω κτήσης παρά μη κυρίου , 3)να αναγνωρισθεί ότι οι 3ος και 4ος εναγόμενοι δεν απέκτησαν κυριότητα επί τμήματος 278,32 τμ του με ΚΑΕΚ ... γεωτεμαχίου λόγω έλλειψης κυριότητας στο μεταβιβάζον σε αυτούς 2ο εναγόμενο, 4) να διορθωθούν οι πρώτες και οι μεταγενέστερες κτηματολογικές εγγραφές, ώστε να αποτυπωθεί το τμήμα των 278,32 τμ με ξεχωριστό ΚΑΕΚ και δικαιούχο κυριότητας το ενάγον και 5) να υποχρεωθούν οι 3ος και 4ος εναγόμενοι να του το αποδώσουν. Επί της αγωγής αυτής, εκδόθηκε η 40/ΤΜ/9-2-2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Βεροίας, η οποία ως προς το αίτημα των χωρικών μεταβολών την απέρριψε ως απαράδεκτη και ως προς τα λοιπά ως αόριστη και σε κάθε περίπτωση μη νόμιμη. Κατά της απόφασης αυτής άσκησε την με αρ. κατ. 26/ΕΦ/15-3-2018 έφεση το ενάγον νπδδ και επ' αυτής εκδόθηκε αρχικά η ... απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης που ανέβαλλε την πρόοδο της δίκης προκειμένου το εκκαλούν να προσκομίσει τα νομιμοποιητικά του έγγραφα και μετά η προσβαλλομένη (...), η οποία- κατά το μέρος που αφορά την παρούσα αναιρετική δίκη - δέχθηκε τα εξής: "Στην προκειμένη περίπτωση το εκκαλούν ζήτησε να αναγνωριστεί κύριος του επίδικου ακινήτου λόγω νόμιμης ανάκλησης της δωρεάς του, λόγω μη εκτέλεσης του τρόπου που είχε θέσει προς τον δωρεοδόχο πρώτο εναγόμενο. Με αυτά τα στοιχεία η υπό κρίση αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη, ενώ δεν απαιτείται η αναφορά σ' αυτήν ότι η παράλειψη εκτέλεσης οφείλεται σε υπαιτιότητα του δωρεοδόχου, καθώς...το πταίσμα της μη εκπλήρωσης του τρόπου τεκμαίρεται και εναπόκειται στον δωρεοδόχο να επικαλεστεί και να αποδείξει ότι η μη εκπλήρωση οφείλεται σε γεγονός για το οποίο δεν υπέχει ο ίδιος (δωρεοδόχος) ευθύνη.... Περαιτέρω, η αγωγή είναι απορριπτέα ως μη νόμιμη, καθώς, ο ενάγων, επικαλούμενος στην αγωγή του ότι με την υπ' αριθμ. ... απόφαση του Δημοτικού του Συμβουλίου συνήνεσε στη μεταβίβαση από τον πρώτο εναγόμενο στο δεύτερο εναγόμενο του επί της οδού ... (επιδίκου) ακινήτου - το οποίο ο ίδιος είχε δωρήσει στον πρώτο (εναγόμενο), με τον όρο ο τελευταίος να ανεγείρει σ' αυτό Εργατική Εστία - αιτία ανταλλαγής τούτου με άλλο ισάξιο ακίνητο του δευτέρου (εναγομένου) επί της οδού ..., αυτονοήτως έχει συναινέσει και στην κατάργηση του όρου από το επίδικο ακίνητο, καθώς μετά τη μεταβίβαση της κυριότητάς του στον δεύτερο εναγόμενο, υφίσταται πλέον αδυναμία του μεταβιβάζοντος δωρεοδόχου να εκπληρώσει την υποχρέωσή του προς τον δωρητή ενάγοντα στο επίδικο ακίνητο. Ούτε, άλλωστε, επικαλείται ο ενάγων ότι η μεταβίβαση που συμφωνήθηκε μεταξύ των δύο πρώτων εναγομένων τελούσε υπό την αίρεση της εκπλήρωσης του όρου αυτού από τον αποκτώντα κύριο (δεύτερο εναγόμενο) και ότι λόγω της μη εκπλήρωσής του από τον τελευταίο, αίρεται αυτοδικαίως η κυριότητα, οπότε αυτή επιστρέφει αυτοδικαίως στον πρώτο εναγόμενο και δύναται επομένως ο ενάγων να ανακαλέσει την προς αυτόν δωρεά, λόγω μη εκπλήρωσης του τρόπου. Ερευνητέο επομένως στην προκειμένη περίπτωση είναι εάν η συναίνεση του ενάγοντος στη μεταβίβαση του επίδικου ακινήτου, είχε ως περιεχόμενο και την ανάληψη υποχρέωσης από τον πρώτο εναγόμενο να ανεγείρει την Εργατική Εστία στο προερχόμενο από την ανταλλαγή ακίνητο (επί της οδού ...), ως καταλληλότερο για τον σκοπό αυτό, το οποίο όμως δεν αποτελεί αντικείμενο της παρούσας αγωγής." Μετά τις παραδοχές του αυτές το Εφετείο δέχθηκε την έφεση ως ουσιαστικά βάσιμη ως προς την διεκδικητική της κυριότητας αγωγή, εξαφάνισε την εκκαλουμένη , κράτησε και δίκασε την αγωγή και την απέρριψε ως μη νόμιμη. Με τις παραδοχές, όμως, αυτές το Εφετείο α) παραβίασε τον ουσιαστικού δικαίου κανόνα του άρθρου 194 του ν.2888/1954 (π.Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα), που ως ειδικότερος εφαρμόζεται στην περίπτωση δωρεάς δημοτικού ακινήτου έναντι των διατάξεων του ΑΚ (παρά την ρητή επίκλησή του από τον ενάγοντα τόσο στην αγωγή, όσο και ως λόγο έφεσης) και προβλέπει την αυτοδίκαιη επαναφορά της κυριότητας του δωρηθέντος ακινήτου στον δωρητή Δήμο στην περίπτωση που μεταβληθεί η χρήση του δωρηθέντος κτήματος, δηλ. δεν εκπληρωθεί ο κοινωφελής ή δημόσιος σκοπός για τον οποίο έγινε η δωρεά και τούτο ανεξαρτήτως της βούλησης των συμβαλλομένων, αλλά αντιθέτως μη εφαρμόζοντας τούτον δέχθηκε ότι μπορεί να αρθεί ο όρος εκπλήρωσης δημοσίου ή κοινωφελούς σκοπού σε περίπτωση μεταβολής της χρήσης και β) δεν έλαβε υπόψη τον ισχυρισμό του ενάγοντος περί ρητής ανάκλησης της δωρεάς και μάλιστα με απόφαση δημοτικού συμβουλίου που μεταγράφηκε, εκλαμβάνοντας εσφαλμένα ότι το ενάγον νπδδ με την ... απόφαση του Δημοτικού του Συμβουλίου συνήνεσε στη μεταβίβαση από το πρώτο εναγόμενο στο δεύτερο εναγόμενο του δωρηθέντος ακινήτου με αυτονόητη κατάργηση του όρου υπό του οποίου έγινε η δωρεά, ενώ ρητά αναγράφεται στην αγωγή "η ως άνω ανταλλαγή πραγματοποιήθηκε με την ρητή επισήμανση από το Δημοτικό Συμβούλιο Βέροιας με την ... απόφασή του, του τρόπου υπό τον οποίο τελούσε η δωρεά". Ως εκ τούτου το Εφετείο υπέπεσε στις πλημμέλειες τις προβλεπόμενες από τους αριθμούς 1 και 8 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, όπως εκτιμάται ότι ψέγει την προσβαλλόμενη απόφαση με τον πρώτο λόγο της κρινόμενης αναίρεσης το αναιρεσείον νπδδ. Επομένως, ο πρώτος λόγος της αίτησης, είναι βάσιμος. Μετά από αυτά και αφού παρέλκει η έρευνα των λοιπών προβαλλόμενων από το αναιρεσείον λόγων αναίρεσης, γιατί καταλαμβάνονται από την αναιρετική εμβέλεια του λόγου, που έγινε δεκτός, πρέπει κατά παραδοχή του πρώτου λόγου της αίτησης, που κρίθηκε βάσιμος να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, να παραπεμφθεί η υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από δικαστή άλλον, από εκείνο που την εξέδωσε (άρθρο 580 παρ. 3 ΚΠολΔ), και να καταδικαστούν οι 1ο, 2ο, 4ος και 5η των αναιρεσίβλητων, ως ηττώμενοι, στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσείοντος, που κατέθεσε προτάσεις (άρθρα 176 και 183 ΚΠολΔ), πλην όμως μειωμένα κατά το άρθρο 281 παρ. 2 του ν. 3463/2006 "Κύρωση του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων" (ΑΠ 481/2024), κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ως απαράδεκτη την με ΓΑΚ 549/ΕΑΚ35/21-2-2023 αίτηση αναίρεσης ως προς τους 3η, 6ο, 7η, 8ο, 9η, 10ο, 11η, 12η, 13ο και 14ο των αναιρεσίβλητων.
ΑΝΑΙΡΕΙ την ... απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης κατά το κεφάλαιο αυτής που αφορά τους 1ο,2ο,4ο και 5η των αναιρεσίβλητων.
ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκασή της στο ίδιο Εφετείο, που θα συγκροτηθεί από άλλο Δικαστή, εκτός εκείνου που δίκασε προηγουμένως.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους 1ο, 2ο, 4ο και 5η των αναιρεσίβλητων στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του αναιρεσείοντος, τα οποία ορίζει στο ποσό των οκτακοσίων (800)ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 5 Φεβρουαρίου 2025.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 12 Φεβρουαρίου 2025.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή