ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 325/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Α2)
print
Τίτλος:
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 325/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Α2)
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 325/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Α2)
Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 325 / 2025    (Α2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)


Αριθμός 325/2025

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Α2' Πολιτικό Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Μαρία Κουφούδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Παναγιώτη Βενιζελέα - Εισηγητή, Γεώργιο Σχοινοχωρίτη, Κορνηλία Πανούτσου και Μιχαήλ Αποστολάκη, Αρεοπαγίτες.

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 14 Οκτωβρίου 2024, με την παρουσία και της γραμματέως Θεοδώρας Παπαδημητρίου, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Της αναιρεσείουσας: ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία ... που εδρεύει στα ... Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα. Εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Αλέξανδρο Λεοντόπουλο - Βαμβέτσο Της αναιρεσιβλήτου: ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "..." και τον διακριτικό τίτλο ... που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα. Εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Χαρίκλεια Τζέλλη.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 9-3-2015 προσφυγή και τους από 30-10-2017 προσθέτους λόγους προσφυγής της ήδη αναιρεσείουσας, που κατατέθηκαν στο Πενταμελές Εφετείο Ναυπλίου.
Εκδόθηκε η απόφαση 79/2019 του ίδιου Δικαστηρίου, την αναίρεση της οποίας ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 4-2-2020 αίτησή της.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, η πληρεξούσια της αναιρεσιβλήτου την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η διάταξη του άρθρου 24 παρ. 1 εδ. α'του Εισ. Ν.Κ.Πολ.Δ., που ορίζει ότι το παραδεκτό των ενδίκων μέσων, το επιτρεπτό των προβαλλόμενων λόγων και ο χρόνος της άσκησης κρίνονται σύμφωνα με το νόμο που ισχύει κατά το χρόνο που δημοσιεύεται η απόφαση, αποτυπώνει μια ευρύτερη διαχρονικού δικαίου αρχή, που αφορά στο παραδεκτό των ενδίκων μέσων (ΟλΑΠ 10/2018) και συνεπώς, σε περίπτωση άσκησης αίτησης αναίρεσης, το επιτρεπτό της προβολής των κατ' ιδίαν λόγων της θα κριθεί σύμφωνα με το νόμο που ισχύει κατά το χρόνο που δημοσιεύθηκε η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, έστω και αν η σχετικές αγωγές ή τα ένδικα βοηθήματα ή ένδικα μέσα έχουν ασκηθεί προ της εν λόγω ημερομηνίας (π.ρ.β.λ.ΑΠ 541/2024, ΑΠ 1704/2023, ΑΠ 92/2023). Με το Ν. 3669/2008, ο οποίος καταργήθηκε (πλην των άρθρων 80-110 αυτού) με το άρθρο 377 παρ. 1 αριθμ. 31 Ν. 4412/2016, αλλά εφαρμόζεται στην κρινόμενη περίπτωση, κατά το άρθρο 376 παρ. 1 του ιδίου Ν. 4412/2016, γιατί η έναρξη της διαδικασίας σύναψης της επίδικης σύμβασης έργου, έλαβε χώρα πριν την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, κωδικοποιήθηκε η νομοθεσία κατασκευής δημοσίων έργων. Στο άρθρο 77 του Ν. 3669/2008, που επιγράφεται "Δικαστική επίλυση διαφορών", ορίζονται και τα ακόλουθα: "1. Κάθε διαφορά μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών, που προκύπτει από τη σύμβαση κατασκευής δημόσιου έργου επιλύεται με την άσκηση προσφυγής ή αγωγής στο αρμόδιο δικαστήριο, κατά τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας ή του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, με την επιφύλαξη των επόμενων παραγράφων. Η κατά τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας διάκριση μεταξύ των ενδίκων βοηθημάτων της προσφυγής και της αγωγής (άρθρα 63 και 71) ισχύει και στις διαφορές του παρόντος Κώδικα. 2. Αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση των διαφορών αυτών είναι το διοικητικό ή πολιτικό εφετείο της περιφέρειας στην οποία εκτελείται το έργο. Παρέκταση αρμοδιότητας δεν επιτρέπεται...3. Της προσφυγής στο εφετείο προηγείται υποχρεωτικά αίτηση θεραπείας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 76, διαφορετικά η προσφυγή κηρύσσεται απαράδεκτη. Η προσφυγή στο εφετείο ασκείται μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία δύο (2) μηνών από την κοινοποίηση της απόφασης που εκδόθηκε επί της αιτήσεως θεραπείας ή από τη λήξη της τρίμηνης προθεσμίας της παραγράφου 14 του άρθρου 76 του παρόντος... Δεν απαιτείται η τήρηση ενδικοφανούς προδικασίας στις περιπτώσεις που ασκείται από τον ενδιαφερόμενο αγωγή, στο δικόγραφο της οποίας δεν σωρεύεται αίτημα ακύρωσης ή τροποποίησης διοικητικής πράξης ή παράλειψης. 4.. 5. Η συζήτηση και η διεξαγωγή της απόδειξης ολοκληρώνονται σε μια δικάσιμο, ανεξάρτητα από τη δικαιοδοσία που υπάγεται η υπόθεση. Αν ο χρόνος δεν επαρκεί, επιτρέπεται διακοπή για άλλη ημέρα και ώρα ενώπιον των ίδιων δικαστών, με προφορική ανακοίνωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά και επέχει θέση κλήτευσης όλων των διαδίκων, των μαρτύρων και εκείνων που δεν παρίστανται. Ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου ή προξένου λαμβάνονται υπόψη μόνο αν έχουν δοθεί ύστερα από κλήτευση του αντιδίκου τρεις (3) τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν από τη βεβαίωση και, αν πρόκειται να δοθούν στην αλλοδαπή, οκτώ (8) τουλάχιστον ημέρες πριν από αυτή. Η απόφαση εκδίδεται το ταχύτερο και αρκεί πιθανολόγηση. Οι αποφάσεις του διοικητικού ή πολιτικού εφετείου είναι αμέσως εκτελεστές. 6. Η αίτηση αναίρεσης κατά των αποφάσεων του πολιτικού εφετείου επιτρέπεται μόνο για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 559 αριθμός 1 έως 7, 9,16, 17,19 και 20 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας... 7...8...". Ο Ν. 4412/2016, ο οποίος επακολούθησε, στο άρθρο 175 αυτού περιέλαβε αντίστοιχη προς την ανωτέρω διάταξη για την επίλυση των δικαστικών διαφορών και στην παρ. 6 εδ. α' όρισε και πάλι ότι "6. Η αίτηση αναίρεσης κατά των αποφάσεων του πολιτικού εφετείου επιτρέπεται μόνο για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 559 αριθμούς 1 έως 7, 9, 16, 17, 19 και 20 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας". Στη συνέχεια με το άρθρο 21 του Ν.4491/13-10-2017, τροποποιήθηκε το ανωτέρω άρθρο 175 και ορίστηκε πλέον στην παρ. 1 εδ. α' αυτού ότι κάθε διαφορά μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών, που προκύπτει από τη σύμβαση κατασκευής δημόσιου έργου, ανεξάρτητα από τον χαρακτήρα της σύμβασης ως διοικητικής ή ως ιδιωτικού δικαίου, επιλύεται με την άσκηση προσφυγής ή αγωγής στο διοικητικό εφετείο της περιφέρειας, στην οποία εκτελείται το έργο, με την δε μεταβατική διάταξη του άρθρου 28 του ιδίου Ν.4491/2017 προστέθηκε παράγραφος 14 στο άρθρο 379 του ν. 4412/2016, σύμφωνα με την οποία "Προσφυγές ή αγωγές, που έχουν κατατεθεί μέχρι την 1-11-2017, δικάζονται από το Δικαστήριο, στο οποίο έχουν κατατεθεί. Εξαιρετικά, όσες από αυτές εκκρεμούν στο πολιτικό Πενταμελές Εφετείο αλλά δεν είναι εγγεγραμμένες στο πινάκιο γιατί έχει ματαιωθεί η συζήτησή τους, όταν επαναφερθούν για συζήτηση, θα εισαχθούν στο πολιτικό Τριμελές Εφετείο". Από τις ανωτέρω διατάξεις σαφώς συνάγεται ότι στις υποθέσεις που αφορούν διαφορές από συμβάσεις δημοσίων έργων, οι οποίες παρέμειναν και δικάζονται στο πολιτικό Εφετείο και μετά το Ν. 4491/2017, γιατί αφορούν προσφυγές ή αγωγές, που έχουν κατατεθεί μέχρι την 1-11-2017, οι λόγοι αναίρεσης που επιτρέπονται κατά της απόφασης του πολιτικού Εφετείου είναι μόνο οι ανωτέρω περιοριστικά αναφερόμενοι στις όμοιες διατάξεις των άρθρων 77 παρ. 6 Ν. 3669/2008 και 175 παρ. 6 Ν. 4412/2016, όπως το τελευταίο άρθρο ίσχυε πρίν την τροποποίηση του με το άρθρο 21 του Ν. 4491/2017 και συνεπώς, λόγοι αναίρεσης, που δεν περιλαμβάνονται στις ανωτέρω διατάξεις είναι απαράδεκτοι.
Στην προκειμένη περίπτωση η αναιρεσείουσα άσκησε στις 9-3-2015 κατά της αναιρεσίβλητης στο Πενταμελές Εφετείο Ναυπλίου, σύμφωνα με το άρθρο 77 του ισχύοντος τότε Ν. 3669/2008, την από 9-3-2015 προσφυγή της στα πλαίσια της από 5-6-2006 σύμβασης του δημοσίου έργου "Κατασκευή υποδομής της Νέας Διπλής Σιδηροδρομικής Γραμμής στο τμήμα Κιάτο- Ροδοδάφνη από Χ.Θ. 21 + 200 έως Χ.Θ. 28 + 100, συμπεριλαμβανομένης της σήραγγας Μελισσιού", που είχε συνάψει ως ανάδοχος του έργου με αυτήν και, για τους λόγους που αναφέρει στην προσφυγή, ζήτησε όσα θα αναφερθούν στην συνέχεια της απόφασης. Ακολούθως, με το από 30-10-2017 δικόγραφο, που κατατέθηκε στις 30-10-2017 η προσφεύγουσα άσκησε στο ίδιο δικαστήριο και πρόσθετους λόγους, με τους οποίους ζητεί, για τους αναφερόμενους σ' αυτούς νέους λόγους, να γίνει δεκτή η προσφυγή της. Το ανωτέρω δικαστήριο με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφασή του, αφού συνεκδίκασε την προσφυγή και τους πρόσθετους λόγους, απέρριψε τους τελευταίους ως απαράδεκτους, δεχόμενο ότι "στην πολιτική δίκη δεν έχει ανάλογη εφαρμογή η επικληθείσα από την προσφεύγουσα διάταξη του άρθρου 131 του ΚΔΔ, που ορίζει ότι ο διάδικος δύναται να προβάλλει, εκτός των λόγων που περιέχονται στο ένδικο βοήθημα ή μέσο, και πρόσθετους λόγους με την κατάθεση σχετικού δικογράφου, κατατιθεμένου στη Γραμματεία του αρμοδίου Δικαστηρίου, το οποίο επιδίδεται 15 τουλάχιστον ημέρες πριν από την συζήτηση", ακολούθως δε, δικάζοντας την προσφυγή, την απέρριψε εν μέρει ως αόριστη και γι' αυτό απαράδεκτη και εν μέρει ως ουσιαστικά αβάσιμη.
Με τον δεύτερο λόγο αναίρεσης η αναιρεσείουσα προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια από τον αριθμό 14 (όχι δε και 9 που επικαλείται) του άρθρου 559 ΚΠολΔ με την αιτίαση ότι το Εφετείο, παρά τον νόμο κήρυξε απαράδεκτους τους πρόσθετους λόγους της προσφυγής, ενώ αυτοί ήταν παραδεκτοί κατ' ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 134 (εννοεί 131) του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Ν. 2717/1999), ενώ με τον πέμπτο λόγο αναίρεσης προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια από τον αριθμό 11 γ' του ίδιου άρθρου 559 ΚΠολΔ, με την αιτίαση ότι το Εφετείο, κατά την κατ' ουσίαν εξέταση της προσφυγής της, δεν έλαβε υπόψη του τις αναφερόμενες στον λόγο αναίρεσης δύο ένορκες βεβαιώσεις μαρτύρων με κλήτευση της αναιρεσίβλητης, τις οποίες είχε νόμιμα επικαλεστεί και προσκομίσει, δεχόμενο εσφαλμένα ότι απαιτείτο η κλήτευση της αναιρεσίβλητης προ 3 εργάσιμων ημερών, όπως ορίζει το άρθρο 75 παρ. 5 Ν. 3669/2008, ενώ έπρεπε να δεχθεί ότι εφαρμόζεται η μεταγενέστερη διάταξη του άρθρου 422 ΚΠολΔ, όπως τροποποιήθηκε με τον Ν. 4335/2015, που ορίζει προθεσμία 2 εργάσιμων ημερών, η οποία τηρήθηκε στην προκειμένη περίπτωση. Οι λόγοι αυτοί είναι απαράδεκτοι σύμφωνα με την προηγηθείσα μείζονα σκέψη, γιατί, τόσον κατά το άρθρο 77 παρ. 6 του Ν. 3369/2008, που ίσχυε κατά τον χρόνο άσκησης της προσφυγής, όσο και κατά το άρθρο 175 παρ. 6 του Ν. 4412/16, όπως ισχύει πριν την τροποποίησή του με το άρθρο 21 του Ν. 4491/2017 και εφαρμόζεται στη συγκεκριμένη περίπτωση, γιατί ίσχυε κατά τον χρόνο έκδοσης της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, δεν επιτρέπονται λόγοι αναίρεσης από τους ανωτέρω αριθμούς 14 και 11 του άρθρου 559 ΚΠολΔ.
Με το άρθρο 53 του ανωτέρω Ν. 3669/2008, στο οποίο κωδικοποιήθηκαν οι διατάξεις του άρθρου 5 παρ. 9, 10, 12 του Ν. 1418/1984, του άρθρου 40 του Π.Δ. 609/1985, και του άρθρου 10 του Ν. 3263/2004 ορίστηκαν, μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα: "1. Η πληρωμή στον ανάδοχο του εργολαβικού ανταλλάγματος γίνεται τμηματικά, με βάση τις πιστοποιήσεις των εργασιών που έχουν εκτελεσθεί μέσα στα όρια του χρονοδιαγράμματος εργασιών... 2. Η πραγματοποίηση τόσο των τμηματικών πληρωμών όσο και της οριστικής πληρωμής του εργολαβικού ανταλλάγματος, καθώς και η εκκαθάριση όλων των αμοιβαίων απαιτήσεων από την εργολαβική σύμβαση, γίνεται με βάση τους λογαριασμούς και τις πιστοποιήσεις. 3. Μετά τη λήξη κάθε μήνα ή άλλης χρονικής περιόδου, που τυχόν ορίζει η σύμβαση για τις τμηματικές πληρωμές, ο ανάδοχος συντάσσει λογαριασμό των οφειλόμενων σε αυτόν ποσών από εργασίες που εκτελέσθηκαν. Οι λογαριασμοί αυτοί στηρίζονται στις καταμετρήσεις των εργασιών και στα πρωτόκολλα παραλαβής αφανών εργασιών... 8. Οι λογαριασμοί υποβάλλονται στη διευθύνουσα υπηρεσία που τους ελέγχει και τους διορθώνει, αν είναι ανάγκη, μέσα σε έναν (1) μήνα. Αν ο λογαριασμός που έχει υποβληθεί έχει ασάφειες ή ανακρίβειες, σε βαθμό που να είναι δυσχερής η διόρθωση του, η διευθύνουσα υπηρεσία, με διαταγή της προς τον ανάδοχο, επισημαίνει τις ανακρίβειες ή ασάφειες που διαπιστώθηκαν από τον έλεγχο και παραγγέλλει την ανασύνταξη και επανυποβολή του. Στην περίπτωση αυτή η οριζόμενη μηνιαία προθεσμία για τον έλεγχο του λογαριασμού αρχίζει από την επανυποβολή, ύστερα από την ανασύνταξη από τον ανάδοχο. Ο έλεγχος του λογαριασμού μπορεί να γίνει από συνεργείο της υπηρεσίας, στο οποίο συμμετέχει ο επιβλέπων το έργο. Ο επιβλέπων υπογράφει το λογαριασμό, βεβαιώνοντας έτσι ότι οι ποσότητες είναι σύμφωνες με τις επιμετρήσεις και τα επιμετρητικά στοιχεία, οι τιμές σύμφωνες με τη σύμβαση και τις σχετικές διατάξεις και γενικά ότι έχουν διενεργηθεί στο λογαριασμό όλες οι περικοπές ή εκπτώσεις ποσών, που προκύπτουν από το νόμο και την εφαρμογή της σύμβασης. Ο λογαριασμός, μετά τον έλεγχο, εγκρίνεται από τη διευθύνουσα υπηρεσία και έτσι εγκεκριμένος αποτελεί την πιστοποίηση για την πληρωμή του αναδόχου. Η έγκριση του λογαριασμού από τη διευθύνουσα υπηρεσία είναι δυνατή και χωρίς την υπογραφή του επιβλέποντα. 9. Αν η πληρωμή ενός λογαριασμού καθυστερήσει χωρίς υπαιτιότητα του αναδόχου, πέραν του διμήνου από την υποβολή του, οφείλεται, αν υποβληθεί έγγραφη όχληση και από την ημερομηνία υποβολής της, τόκος υπερημερίας που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 4 του π.δ. 166/2003 (ΦΕΚ Α` 38) και ο ανάδοχος μπορεί να διακόψει τις εργασίες, αφού κοινοποιήσει στη διευθύνουσα υπηρεσία ειδική έγγραφη δήλωση....12. Όλες οι πληρωμές που γίνονται στον ανάδοχο κατά τη διάρκεια κατασκευής του έργου με βάση τις πιστοποιήσεις αποτελούν πάντοτε καταβολές έναντι του εργολαβικού ανταλλάγματος που εκκαθαρίζεται μετά την Οριστική παραλαβή.13. Μετά τη διενέργεια της προσωρινής παραλαβής ο ανάδοχος συντάσσει και υποβάλλει "προτελικό λογαριασμό", με βάση τις ποσότητες που περιλαμβάνονται στο σχετικό πρωτόκολλο. Μετά τη διενέργεια της οριστικής παραλαβής και την έγκριση του πρωτοκόλλου ο ανάδοχος συντάσσει και υποβάλλει "τελικό λογαριασμό". Για τον προτελικό και τελικό λογαριασμό εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του άρθρου αυτού". Από τις παραπάνω διατάξεις συνάγεται ότι η πληρωμή των απαιτήσεων του αναδόχου έναντι του κυρίου του έργου, οι οποίες αντιστοιχούν σε πραγματοποιηθείσες από τον πρώτο εργασίες, προϋποθέτει τη σύνταξη από τον ανάδοχο λογαριασμού και έγκρισή του από την Διευθύνουσα Υπηρεσία, μετά δε την έγκρισή του αποτελεί την πιστοποίηση, ήτοι τον νόμιμο τίτλο, δυνάμει του οποίου χωρεί η τμηματική καταβολή του εργολαβικού ανταλλάγματος και ανακύπτει υποχρέωση του κυρίου του έργου προς πληρωμή του (ΑΠ 572/2023,ΣτΕ 2645/2020, ΣτΕ 1459/2017, ΣτΕ 3272/2015). Επίσης, οι ίδιες αυτές διατάξεις έχουν την έννοια ότι με την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας του ενός μηνός, που προβλέπεται για τον έλεγχο, την τυχόν απαιτούμενη διόρθωση και την έγκριση του λογαριασμού, ο λογαριασμός θεωρείται μεν εγκεκριμένος, η Διοίκηση, όμως, διατηρεί την εξουσία, και μετά την παρέλευση της τασσόμενης προθεσμίας ελέγχου και έγκρισης του λογαριασμού, να προβεί σε έλεγχο αυτού αρνούμενη ρητώς ή σιωπηρώς να καταβάλει ποσά ή αναζητώντας κατά τις κείμενες διατάξεις (του εθνικού και του κοινοτικού δικαίου) ως μη νομίμως ή αχρεωστήτως καταβληθέντα, τα ήδη καταβληθέντα ποσά του επίμαχου λογαριασμού, τα οποία δεν οφείλονται για οποιοδήποτε λόγο στον ανάδοχο, δεδομένου μάλιστα ότι ο έλεγχος αυτός επιβάλλεται για λόγους προστασίας του δημοσίου χρήματος εθνικού ή κοινοτικού, προκειμένου περί συγχρηματοδοτούμενου με πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης έργου (ΑΠ 572/2023, Α.Π. 1305/2021, Α.Π. 289/2021, ΣτΕ 2213/2020, ΣτΕ 973/2018, ΣτΕ 251/2017, βλ. και ΟλΣτΕ 2494/2013, που εκδόθηκε καθ` ερμηνεία των ταυτόσημων κατά περιεχόμενο διατάξεων του άρθρου 104 παρ. 1 του Π.Δ. 696/1974 "Περί αμοιβών μηχανικών δια σύνταξιν μελετών...". Επακολούθησε η τροποποίηση της παρ. 8 του ανωτέρω άρθρου 53 με το άρθρο 134 παρ. 3 Ν. 4070/10-4-2012 ως ακολούθως: "Οι λογαριασμοί υποβάλλονται στη διευθύνουσα υπηρεσία που τους ελέγχει και τους διορθώνει μέσα σε ένα μήνα. Αν ο λογαριασμός που έχει υποβληθεί έχει ασάφειες ή ανακρίβειες, σε βαθμό που να είναι δυσχερής η διόρθωση του, η διευθύνουσα υπηρεσία, με εντολή της προς τον ανάδοχο, επισημαίνει τις ανακρίβειες ή ασάφειες που διαπιστώθηκαν από τον έλεγχο και παραγγέλλει την ανασύνταξη και επανυποβολή του. Στην περίπτωση αυτή η οριζόμενη μηνιαία προθεσμία για τον έλεγχο του λογαριασμού αρχίζει από την επανυποβολή, ύστερα από την ανασύνταξη από τον ανάδοχο. Ο έλεγχος του λογαριασμού μπορεί να γίνει και από συνεργείο της υπηρεσίας, στο οποίο συμμετέχει ο επιβλέπων το έργο. Ο επιβλέπων υπογράφει το λογαριασμό, βεβαιώνοντας έτσι ότι οι ποσότητες είναι σύμφωνες με τις επιμετρήσεις και τα επιμετρητικά στοιχεία, οι τιμές σύμφωνες με τη σύμβαση και τις σχετικές διατάξεις και γενικά ότι έχουν διενεργηθεί στο λογαριασμό όλες οι περικοπές ή εκπτώσεις ποσών, που προκύπτουν από το νόμο και την εφαρμογή της σύμβασης. Ο λογαριασμός, μετά τον έλεγχο, εγκρίνεται από τη διευθύνουσα υπηρεσία. Ο εγκεκριμένος λογαριασμός αποτελεί την πιστοποίηση για την πληρωμή του αναδόχου ("πληρωτέο εργολαβικό αντάλλαγμα"). Λογαριασμός που πληρώθηκε χωρίς έλεγχο, λόγω παρέλευσης της πιο πάνω μηνιαίας προθεσμίας (πλασματική έγκριση), ελέγχεται, διορθώνεται και εγκρίνεται μέσα σε προθεσμία τριών μηνών από την υποβολή ή επανυποβολή του και οι τυχόν προκύπτουσες διαφοροποιήσεις λαμβάνονται υπόψη σε επόμενο λογαριασμό. Η διευθύνουσα υπηρεσία μπορεί να εγκρίνει τον λογαριασμό και χωρίς την υπογραφή του επιβλέποντος. Όταν συντρέχει περίπτωση σύνταξης αρνητικού λογαριασμού, αυτός μπορεί να συνταχθεί από τη διευθύνουσα υπηρεσία και το ποσό του πρέπει να καταβληθεί από τον ανάδοχο μέσα σε ένα μήνα από την κοινοποίηση του λογαριασμού σε αυτόν, άλλως καταπίπτει αναλόγως σε βάρος του η εγγυητική επιστολή. Αν ασκηθεί ένσταση κατά του αρνητικού λογαριασμού, η κατάπτωση της εγγυητικής επιστολής αναστέλλεται μέχρι την έκδοση απόφασης επ` αυτής". Επομένως με τα δύο τελευταία εδάφια της παρ. 8, όπως τροποποιήθηκε, προβλέφθηκε πλέον και ρητά η δυνατότητα της διευθύνουσας υπηρεσίας να προβεί σε έκδοση αρνητικού λογαριασμού και μετά την πραγματική ή πλασματική έγκριση αυτού και να ζητήσει την καταβολή του τυχόν αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού από τον ανάδοχο(ΑΠ 1026/2015). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 1 του ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται αν παραβιάστηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών. Προκειμένου να ιδρυθεί ο λόγος αυτός, πρέπει η παράβαση του δικαστηρίου της ουσίας να αφορά κανόνα ουσιαστικού δικαίου, δηλαδή κανόνα που ρυθμίζει τις βιοτικές σχέσεις, την κτήση των δικαιωμάτων και τη γένεση των υποχρεώσεων και επιβάλλει κυρώσεις, χωρίς να ενδιαφέρει σε ποίο επίπεδο εντάσσεται ο κανόνας από άποψη ιεραρχίας των πηγών του δικαίου (ΑΠ 637/2017, ΑΠ 159/2004). Οι γενικές αρχές του δικαίου, όπως και οι ηθικοί κανόνες, δεν αποτελούν κανόνες ουσιαστικού δικαίου και η παράβασή τους δεν ιδρύει τον ανωτέρω από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ λόγο αναίρεσης εκτός αν έχουν εκφραστεί θετικά σε νομική διάταξη(ΑΠ 924/2010, ΑΠ 472/2009, ΑΠ 780/2004). Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται αν δεν εφαρμοσθεί, ενώ συντρέχουν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του, ή αν εφαρμοσθεί, ενώ δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και αν εφαρμοσθεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία, είτε με εσφαλμένη εφαρμογή (Ολ.ΑΠ 7/2006, Ολ.ΑΠ 4/2005). Στην περίπτωση που το δικαστήριο έκρινε κατ` ουσίαν την υπόθεση, η παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται ενόψει των πραγματικών περιστατικών που ανελέγκτως δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν το δικαστήριο της ουσίας και της υπαγωγής αυτών στο νόμο, ιδρύεται δε ο λόγος αυτός, όταν το δικαστήριο εφάρμοσε το νόμο, παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν δεν ήταν αρκετά για την εφαρμογή του ή δεν εφάρμοσε το νόμο, παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε αρκούσαν για την εφαρμογή του, καθώς και όταν προέβη σε εσφαλμένη υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών σε διάταξη, στο πραγματικό της οποίας αυτά δεν υπάγονται. Για να είναι ορισμένος ο λόγος αυτός πρέπει να καθορίζονται η συγκεκριμένη διάταξη του ουσιαστικού δικαίου, που παραβιάσθηκε και το αποδιδόμενο στο δικαστήριο νομικό σφάλμα περί την ερμηνεία και εφαρμογή της (Ολ.ΑΠ 20/2005, Ολ.ΑΠ 32/1996), αλλιώς ο λόγος αυτός είναι αόριστος και γι' αυτό απορριπτέος ως απαράδεκτος. Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 19 ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση. Έλλειψη δε νομίμου βάσεως της αποφάσεως συντρέχει, όταν στο αιτιολογικό της αποφάσεως, που αποτελεί την ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού, δεν περιέχονται καθόλου ή δεν αναφέρονται με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία το δικαστήριο της ουσίας στήριξε την κρίση του επί ζητήματος με ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης κι έτσι δεν μπορεί να ελεγχθεί, αν στη συγκεκριμένη περίπτωση συνέτρεχαν ή όχι οι όροι του κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που εφαρμόστηκε ή αν συνέτρεχαν οι όροι άλλου κανόνα που ήταν εφαρμοστέος αλλά δεν εφαρμόσθηκε (ΟλΑΠ 6/2006 ΑΠ 1382/2019). Από τη διάταξη αυτή, που αποτελεί κύρωση της παραβάσεως του άρθρου 93 παρ.3 του Συντάγματος, προκύπτει ότι ο προβλεπόμενος από αυτή λόγος αναιρέσεως ιδρύεται όταν στην ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου πραγματικά περιστατικά (έλλειψη αιτιολογίας), ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται, βάσει του πραγματικού του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου, για την επέλευση της έννομης συνέπειας που απαγγέλθηκε ή την άρνηση της (ανεπαρκής αιτιολογία) ή όταν αντιφάσκουν μεταξύ τους (αντιφατική αιτιολογία), δηλαδή όταν τα πραγματικά περιστατικά που στηρίζουν το αποδεικτικό πόρισμά της για κρίσιμο ζήτημα συγκρούονται μεταξύ τους και αλληλοαναιρούνται, αποδυναμώνοντας έτσι την κρίση της απόφασης για την υπαγωγή ή μη της ατομικής περίπτωσης στο πραγματικό συγκεκριμένου κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που συνιστά και το νομικό χαρακτηρισμό της ατομικής περίπτωσης. Δεν υπάρχει όμως ανεπάρκεια αιτιολογιών, όταν η απόφαση περιέχει συνοπτικές αλλά πλήρεις αιτιολογίες. Εξ άλλου, το κατά νόμο αναγκαίο περιεχόμενο της ελάσσονος προτάσεως προσδιορίζεται από τον εκάστοτε εφαρμοστέο κανόνα ουσιαστικού δικαίου, του οποίου το πραγματικό πρέπει να καλύπτεται πλήρως από τις παραδοχές της αποφάσεως στο αποδεικτικό της πόρισμα, και να μην καταλείπονται αμφιβολίες. Ελλείψεις δε αναγόμενες μόνο στην ανάλυση και στάθμιση των αποδεικτικών μέσων και γενικότερα ως προς την αιτιολόγηση του αποδεικτικού πορίσματος, αν αυτό διατυπώνεται σαφώς, δεν συνιστούν ανεπαρκείς αιτιολογίες. Δηλαδή, μόνο το τι αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε είναι ανάγκη να εκτίθεται στην απόφαση πλήρως και σαφώς και όχι γιατί αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε (ΟλΑΠ18/2008, ΟλΑΠ 15/2006, ΑΠ 1382/2019). Τα νομικά ή πραγματικά επιχειρήματα των διαδίκων ή του δικαστηρίου, που συνέχονται με την ερμηνεία του νόμου ή την αξιολόγηση και στάθμιση των αποδείξεων, δεν συνιστούν παραδοχές διαμορφωτικές του αποδεικτικού πορίσματος του δικαστηρίου και, επομένως, αιτιολογία της απόφασης ικανή να ελεγχθεί αναιρετικά με τον παραπάνω λόγο για ανεπάρκεια ή αντιφατικότητα, ούτε ιδρύεται ο λόγος αυτός αναίρεσης, αν το δικαστήριο της ουσίας δεν ανέλυσε ιδιαιτέρως ή διεξοδικά τα επιχειρήματα των διαδίκων που δεν συνιστούν αυτοτελείς ισχυρισμούς τους (ΑΠ 610/2022, ΑΠ 50/2020, ΑΠ 2/2019, ΑΠ 708/2017). Για το ορισμένο του λόγου αυτού πρέπει να αναφέρεται στο αναιρετήριο σε τι συνίσταται η ανεπάρκεια ή η αντίφαση των αιτιολογιών, δηλαδή ποιες επιπλέον αιτιολογίες έπρεπε να περιλαμβάνει η απόφαση ή πού εντοπίζονται οι αντιφάσεις (Ολ.ΑΠ 20/2005).
Στην προκειμένη περίπτωση το Πενταμελές Εφετείο Ναυπλίου, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, κατά την κατ'ουσίαν εξέταση της προσφυγής, δέχθηκε τα ακόλουθα, κρίσιμα για τον αναιρετικό έλεγχο, πραγματικά περιστατικά: "Η εταιρεία "..." (διακριτικός τίτλος "...) (ήδη αναιρεσίβλητη) είναι θυγατρική εταιρεία του ... ανήκει στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και ιδρύθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ.3 του ν. 2366/1995 (ΦΕΚ Α' 256), με σκοπό τη διαχείριση κατασκευής των συγχρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους Εθνικούς Πόρους "Έργων" του επενδυτικού προγράμματος του Ο.Σ.Ε.. Με τη διάταξη του άρθρου 1 παρ.1 του ν. 3899/2010... "Επείγοντα μέτρα εφαρμογής του προγράμματος στήριξης της ελληνικής οικονομίας" και ημερομηνία ισχύος την 17-12-2010 (ημερομηνία δημοσιεύσεως στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως), η ... καθ' ης η προσφυγή, υπήχθη στο πεδίο εφαρμογής του κεφαλαίου Α' του ν. 3429/2005 "Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμοί (ΔΕΚΟ)". Σκοπός της καθ' ης σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ.1 του Καταστατικού της είναι, μεταξύ άλλων : "α) η μελέτη, δημοπράτηση, προμήθεια, κατασκευή, διοίκηση έργων σιδηροδρομικής υποδομής μετά των επ' αυτής σιδηροδρομικών συστημάτων, που συγχρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή χρηματοδοτούνται αμιγώς από Εθνικούς Πόρους, ή από δανεισμό, ή με αυτοχρηματοδότηση, β) η παροχή υπηρεσιών προς τον ΟΣΕ σχετιζομένων με το σχεδίασμα, ανάπτυξη και εφαρμογή των προγραμμάτων του, γ) η διενέργεια με μέριμνά της και δαπάνες του Δημοσίου ή τυχόν άλλων φορέων του δημοσίου τομέα, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 1 του ν. 2190/1994 ... κατά περίπτωση, απαλλοτριώσεων και επιτάξεων ιδιοκτησιών υπέρ του Δημοσίου, ή τυχόν άλλων φορέων του δημοσίου τομέα, για την κατασκευή έργων σιδηροδρομικής υποδομής, καθώς και πάσης φύσεως έργων πού της ανατίθενται, δ) η παροχή υπηρεσιών σχεδιασμού, ανάπτυξης, υποστήριξης, διαχείρισης, μελέτης, επίβλεψης και κατασκευής πάσης φύσεως έργων σε τρίτους στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, ε) η εν όλω ή εν μέρει ανάθεση σε τρίτους, φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή κοινοπραξίες αυτών των, στις προηγούμενες παραγράφους (α), (β), (γ) και (δ) και του παρόντος άρθρου αναφερομένων έργων, μελετών, προμηθειών και υπηρεσιών και η παρακολούθηση της εκτελέσεως των σχετικών συμβάσεων και η, κατόπιν ελέγχου, παραλαβή τους ...". Στο πλαίσιο του σκοπού αυτού η ..." αναθέτει τις αναγκαίες μελέτες, τις προμήθειες και την κατασκευή των έργων σε αναδόχους, οι οποίοι αναδεικνύονται ως μειοδότες, μετά τη διενέργεια των σχετικών δημοσίων διαγωνισμών και την εφαρμογή των διατάξεων, που εμπεριέχονται στο νομοθετικό πλαίσιο των προμηθειών, των μελετών και των έργων, όπως αυτό έχει θεσμοθετηθεί από τους νόμους του Ελληνικού Κράτους και τις σχετικές οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που έχουν ενσωματωθεί στο Ελληνικό Δίκαιο. Έτσι η ... κατόπιν διενέργειας σχετικού διεθνούς δημοσίου ανοικτού διαγωνισμού, ανέθεσε την εκτέλεση του έργου "Κατασκευή υποδομής της Νέας Διπλής Σιδηροδρομικής Γραμμής στο τμήμα Κιάτο- Ροδοδάφνη από Χ.Θ. 21 + 200 έως Χ.Θ. 28 + 100, συμπεριλαμβανομένης της σήραγγας Μελισσιού" στην ανάδοχο και εδώ προσφεύγουσα εργοληπτική επιχείρηση με την επωνυμία ...ήδη αναιρείουσα) δυνάμει της υπ' αριθμόν 510/5-6-2006 σύμβασης με συνολικό χρηματικό αντικείμενο 37.658.126,83 ευρώ μετά από μέση έκπτωση 33,86% και χωρίς Αναθεώρηση και ΦΠΑ συμπεριλαμβανομένων του Εργολαβικού Οφέλους και των Γενικών Εξόδων (18%). Η ανάδοχος,...έχει συσταθεί με έκδοση της υπ' αριθμόν 6925/1996 απόφασης του Νομάρχη Αθηνών, με την οποία ενεκρίθη το καταστατικό της και παρεσχέθη η άδεια λειτουργίας αυτής (ΦΕΚ ΤΑΕ και ΕΠΕ 1989/15-5-1996)... Το Έργο εντάσσεται στο Πρόγραμμα Έργων Μεταφορών του Ταμείου Συνοχής για τα έτη 2000-2006 και συγχρηματοδοτείται κατά ποσοστό 50% από το Β' Ταμείο Συνοχής και κατά ποσοστό 50% από Εθνικούς Πόρους (Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων). Τόπος εκτέλεσης του Έργου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 11.3 της Διακηρύξεως (Α.Δ. 510), είναι ο Νομός Κορινθίας, το δε Έργο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 11.4 της Διακηρύξεως, αφορά στην κατασκευή των έργων υποδομής επί της Σιδηροδρομικής Γραμμής από Χ.Θ. 21+200 έως Χ.Θ. 28+100. Σε αυτό το τμήμα περιλαμβάνεται και η σήραγγα Μελισσιού συνολικού μήκους 1.815,60m από Χ.Θ. 25+182,50 έως Χ.Θ. 26+998,10 και η σήραγγα Διαφυγής αυτής περί την Χ.Θ. 25+947,34 συνολικού μήκους 297,71m. Στο αντικείμενο του Έργου περιλαμβάνονται η κατασκευή των απαραίτητων έργων για την αποκατάσταση του οδικού δικτύου (παράπλευρες και κάθετες οδοί στην σιδηροδρομική γραμμή με τα απαραίτητα τεχνικά έργα) και τα έργα αποχέτευσης των όμβριων υδάτων των σιδηροδρομικών και συνοδών οδικών έργων και αποκατάστασης του υφιστάμενου υδρογραφικού δικτύου, στις περιοχές που επηρεάζονται από την κατασκευή του Έργου. Επιπροσθέτως, η ανάδοχος ανέλαβε την κατασκευή των σιδηροδρομικών έργων ως και το υπόστρωμα επιδομής καθώς και τις παραλλαγές της υφιστάμενης σιδηροδρομικής γραμμής μετρικού εύρους στις θέσεις εκείνες, όπου κατασκευάζεται η Σιδηροδρομική Γραμμή Υψηλών Ταχυτήτων, και παραλλαγή της Ε.Ο. για την κατασκευή του έργου εισόδου (C+C) στην σήραγγα Μελισσίου και αποκατάσταση αυτής στην αρχική της θέση μετά την ολοκλήρωση κατασκευής του έργου εισόδου στην επηρεαζόμενη περιοχή της Ε.Ο. από την κατασκευή του σιδηροδρομικού έργου. Η συνολική συμβατική προθεσμία κατασκευής του Έργου, που είχε ορισθεί σε τριάντα ημερολογιακούς μήνες από την ημερομηνία υπογραφής της Σύμβασης (5-6-2006), δηλαδή μέχρι 4-12-2008, παρετάθη διαδοχικώς με "αναθεώρηση" α) με την υπ' αριθμόν2292/18-10-2007 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Αναθέτουσας Αρχής κατά 177 ημερολογιακές ημέρες, ήτοι μέχρι 31-5- 2009 και β) με την υπ' αριθμόν 2242/26-11-2008 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου κατά 304 ημερολογιακές ημέρες, ήτοι μέχρι 31-3-2010. Με την υπ' αριθμόν 2684/23-11-2010 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου η συνολική προθεσμία του έργου παρατάθηκε μέχρι 31-12-2010 χωρίς αναθεώρηση με χρήση μέρους της οριακής προθεσμίας, η οποία ανερχόταν συνολικά σε 465 ημέρες (λήγουσα 9-7-2011). Η προσφεύγουσα λόγω εσωτερικών οικονομικών προβλημάτων τέθηκε σε καθεστώς επιτροπείας υπό Τραπεζικά Ιδρύματα και έπαυσε να ασχολείται με τα έργα και να εκτελεί τις εργασίες που είχαν συμφωνηθεί. Κατόπιν τούτων το Διοικητικό Συμβούλιο της καθ' ης η προσφυγή (...) με την υπ' αριθμόν 2826/7-6-2012 απόφασή του αποφάσισε την οριστική διακοπή των εργασιών της ένδικης σύμβασης, που γνωστοποιήθηκε στην προσφεύγουσα με το υπ' αριθμόν πρωτ. ... .../20-6-2012 έγγραφο, με το οποίο ο τότε Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της ... εξέδωσε την κατά νόμο διαταγή για την οριστική παύση των εργασιών της προσφεύγουσας. Παράλληλα η καθ' ης η προσφυγή επέστρεψε στην προσφεύγουσα τις επιμετρήσεις υπό αριθμούς : 23, 27, 52, 54, 55, 61, 62 και 63 σύμφωνα με την παρ.3 του άρθρου 186 του ν. 4070/2012, που αντικαθιστά την παρ.2 του άρθρου 52 του ν. 3669/2008, για την επανυποβολή τους με συμπλήρωση των ελλείψεων εντός μηνός, προκειμένου να ολοκληρωθεί ο έλεγχος τους και να επανυποβληθεί η τελική επιμέτρηση. Η ανάδοχος υπέβαλε την υπ' αριθμόν πρωτ. .../31-10-2012 ένσταση επί της πράξεως του Προϊσταμένου της Διευθύνουσας Υπηρεσίας. Με τα υπ' ... έγγραφα η Διευθύνουσα Υπηρεσία του Έργου επέστρεψε στην Ανάδοχο τις επιμετρήσεις 42, 43, 44, 45, 46, 47, 48, 49, 53 και 57 σύμφωνα με την παρ.3 του άρθρου 186 του ν. 4070/2012, που αντικαθιστά την παρ.2 του άρθρου 52 του ν. 3669/2008, για την επανυποβολή τους με συμπλήρωση των ελλείψεων εντός μηνός, προκειμένου να ολοκληρωθεί ο έλεγχος τους και να επανυποβληθεί η τελική επιμέτρηση. Η ανάδοχος υπέβαλε την υπ' αριθμόν πρωτ. .../9-11-2012 ένσταση επί των πράξεων του Προϊσταμένου της Διευθύνουσας Υπηρεσίας. Με το υπ' αριθμόν ...2012 έγγραφο η Διευθύνουσα Υπηρεσία του Έργου επέστρεψε στην Ανάδοχο τις επιμετρήσεις 38, 39, 40 και 56 σύμφωνα με την παρ.3 του άρθρου 186 του ν. 4070/2012, που αντικαθιστά την παρ.2 του άρθρου 52 του ν. 3669/2008, για την επανυποβολή τους με συμπλήρωση των ελλείψεων εντός μηνός, προκειμένου να ολοκληρωθεί ο έλεγχος τους και να επανυποβληθεί η τελική επιμέτρηση. Η ανάδοχος υπέβαλε την υπ' αριθμόν πρωτ. ...2012 ένσταση επί των πράξεων του Προϊσταμένου της Διευθύνουσας Υπηρεσίας. Με το υπ' αριθμόν ...2012 έγγραφο η Διευθύνουσα Υπηρεσία του Έργου επέστρεψε στην Ανάδοχο τις επιμετρήσεις 50, 51, 58, 59, 60, 64 και 65 σύμφωνα με την παρ.3 του άρθρου 186 του ν. 4070/2012, που αντικαθιστά την παρ.2 του άρθρου 52 του ν. 3669/2008, για την επανυποβολή τους με συμπλήρωση των ελλείψεων εντός μηνός, προκειμένου να ολοκληρωθεί ο έλεγχος τους και να επανυποβληθεί η τελική επιμέτρηση. Η ανάδοχος υπέβαλε την υπ' αριθμόν πρωτ. ...2012 ένσταση επί των πράξεων του Προϊσταμένου της Διευθύνουσας Υπηρεσίας. Με τις υπ' αριθμούς 222346/4-12-2012, 223311/21-12-2012 και 224170/21-1-2013 αποφάσεις του τότε Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου της ... απορρίφθηκαν οι ως άνω ενστάσεις της Αναδόχου. Στη συνέχεια με το υπ' αριθμόν ...2013 έγγραφο η Διευθύνουσα Υπηρεσία του Έργου επέστρεψε στην Ανάδοχο τις επιμετρήσεις 38, 39, 53, 57 και 63 σύμφωνα με την παρ.3 του άρθρου 186 του ν. 4070/2012, που αντικαθιστά την παρ.2 του άρθρου 52 του ν. 3669/2008, για την επανυποβολή τους με συμπλήρωση των ελλείψεων εντός μηνός, προκειμένου να ολοκληρωθεί ο έλεγχος τους και να επανυποβληθεί η τελική επιμέτρηση. Η ανάδοχος υπέβαλε την υπ' αριθμόν πρωτ. ...2013 ένσταση κατά των διορθώσεων της 63ης Οριστικής Επιμέτρησης. Η Ανάδοχος υπέβαλε την Τελική Επιμέτρηση του Έργου στις 5-3-2013. Η Διευθύνουσα Υπηρεσία με το υπ' αριθμόν πρωτ. ... 226680/28-3-2013 έγγραφό της επέστρεψε στην Ανάδοχο εγκεκριμένες και διορθωμένες τις οριστικές επιμετρήσεις υπό αριθμούς 42 έως και 49 και ενέκρινε την Τελική Επιμέτρηση του έργου σύμφωνα με την παρ.3 του άρθρου 186 του ν. 4070/2012, που αντικαθιστά την παρ.2 του άρθρου 52 του ν. 3669/2008. Η Ανάδοχος υπέβαλε την υπ' αριθμόν πρωτ. ...2013 ένσταση επί της πράξεως της Διευθύνουσας Υπηρεσίας της ... η οποία απερρίφθη με την υπ' αριθμόν πρωτ. 229754/6-6-2013 απόφαση του Προέδρου και Δ.Σ. ... την οποία η ανάδοχος ουδέποτε προσέβαλε. Επιπροσθέτως, η Ανάδοχος - Προσφεύγουσα ουδέποτε υπέβαλε αίτηση θεραπείας κατά της παραπάνω απόφασης, με συνέπεια να τεκμαίρεται η από μέρους της αναδόχου πλήρης αποδοχή της ισχύος και εγκυρότητας της τελικής Επιμέτρησης του Έργου. Με βάση την ως άνω εγκεκριμένη Τελική Επιμέτρηση εργασιών του έργου, η σύμβαση του οποίου στο μεταξύ λύθηκε, συντάχθηκε ο 3ος ΑΠΕ του έργου και του 1ου που ήταν μειωτικός κατά 11.871.443,59 ευρώ, σε σχέση με το αρχικό οικονομικό αντικείμενο και τον εγκεκριμένο 2° ΑΠΕ του έργου, διότι οι εγκεκριμένες ποσότητες με την Τελική Επιμέτρηση ήταν μικρότερες από εκείνες που είχαν πιστοποιηθεί στα αντίστοιχα άρθρα του τελευταίου 28ου Λογαριασμού του έργου από τον Ιούλιο του 2010. Ο 3ος ΑΠΕ κοινοποιήθηκε στην Ανάδοχο με το υπ' αριθμόν 227735/23-4-2013 έγγραφο. Κατά του 3ου ΑΠΕ και του 1ου Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε. υποβλήθηκε από την Ανάδοχο η υπ' αριθμόν πρωτ. ... 228202/8-5-2013 ένσταση. Με την υπ' αριθμόν 2978/22-10-2013 απόφαση του Δ.Σ. της ... απερρίφθη η ως άνω ένσταση της Αναδόχου ως αβάσιμη και εγκρίθηκε ο 3ος ΑΠΕ και το 1° Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε. Η απόφαση αυτή κοινοποιήθηκε στην Ανάδοχο με το υπ' αριθμόν πρωτ. 236526/27-11-2013 έγγραφο της Δ/σας Υπηρεσίας και κλήθηκε η Ανάδοχος να υποβάλει άμεσα τον 29° Λογαριασμό, τον οποίο δεν υπέβαλε. Κατά της απόφασης αυτής δεν υπεβλήθη αίτηση θεραπείας και επομένως τεκμαίρεται η αποδοχή του έργου της Αναδόχου για την ισχύ και εγκυρότητα του 3ου ΑΠΕ του έργου, απορριπτομένων των ισχυρισμών της προσφεύγουσας με τους οποίους αμφισβητεί την ορθότητα του λογαριασμού με το επιχείρημα ότι στερήθηκε το νόμιμο κέρδος, διότι χρησιμοποιήθηκαν για τον προσδιορισμό των επί έλαττον ποσοτήτων και στο τμήμα της σήραγγας που διανοίχθηκε κατά την α' φάση, ως αβάσιμων. Στη συνέχεια η τελευταία κλήθηκε με το υπ' αριθμόν 240285/18-2-2014 έγγραφο της Δ.Υ. της ... για την κατ' αντιπαράσταση σύνταξη του πίνακα διαχωρισμού εργασιών σύμφωνα με το άρθρο 48 παρ. 10 του ν. 3669/2008, και επειδή δεν προσήλθε της κοινοποιήθηκε με το υπ' αριθμόν 240779/26-2-2014 έγγραφο ο πίνακας διαχωρισμού κατά του οποίου δεν υπέβαλε ένσταση. Ακολούθως, συντάχθηκε από την Δ.Υ. και κοινοποιήθηκε στην Ανάδοχο ο 29ος αρνητικός λογαριασμός με το υπ' αριθμόν 241400/12-3-2014 έγγραφο σύμφωνα με το άρθρο 53 παρ.8 του ν. 3669/2008, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 134 παρ.3 του ν. 4070/2012. Στη συνέχεια η Ανάδοχος, αν και κλήθηκε επανειλημμένως να υποβάλλει το μητρώο του έργου, όπως προβλέπεται από τον ρητό συμβατικό όρο της Ειδικής Συγγραφής Υποχρεώσεων (άρθρο 48.3 της Έ.Σ.Υ.) σύμφωνα με τον οποίο "τυχόν παράλειψη υποβολής του Μητρώου του Έργου συνεπάγεται τη μη σύνταξη της Βεβαίωσης Περαίωσης των εργασιών (άρθρο 48.3.4 της Ε.Σ.Υ.) (βλ. τα υπ' αριθμούς πρωτ. ... 220283/15-10-2012, 241184/7-3-2014 και 245228/11-6-2014 έγγραφα της ΔΥ της ...) δεν το υπέβαλε. Στις 12-3-2014 επιδόθηκε στην Ανάδοχο η υπ' αριθμόν πρωτ. 241400/12-3-2014 Πράξη της Δ.Υ. ήτοι ο 29ος λογαριασμός, κατά της οποίας η Ανάδοχος άσκησε την υπό στοιχεία Ε- 130/54195/26-3-2014 της αναδόχου και υπ' αριθμόν πρωτ. ... 242067/27-3-2014 ένστασή της. Στις 27-5-2014 επιδόθηκε με δικαστικό επιμελητή το υπ' αριθμόν πρωτ. 1444495/26-5-2014 έγγραφο της Δ.Υ. της ... με το οποίο ανακλήθηκε ο 29ος λογαριασμός "διότι κατά τη σύνταξη του 29ου λογαριασμού από την Διευθύνουσα υπηρεσία του έργου, βάσει του 3ου ΑΠΕ και της τελικής επιμέτρησης, σύμφωνα με την παρ. 8 του άρθρου 53 Ν. 3669/08, όπως τροποποιήθηκε από την παρ.3 του άρθρου 134 του Ν. 4070/12, έγινε λάθος αναγραφή στην τιμή μονάδος του άρθρου με Α.Τ. 3.34 πέντε φορές, ήτοι 11.139 ευρώ, 11.133 ευρώ, 1.483 ευρώ, 2.280 ευρώ, 4.071 ευρώ έναντι της ορθής τιμής μονάδος 7.088 ευρώ, στον αντίστοιχο Πίνακα υπολογισμού, που ήταν συνημμένος στον 29° λογαριασμό, με αποτέλεσμα τον λανθασμένο υπολογισμό στο υπό στοιχεία Γ'ποσόν1.336.225,98 ευρώ, όπως αναφέρεται στο ως άνω έγγραφο κοινοποίησης του 29ου λογαριασμού, που αφορά στην τοκοφορία δαπανών που αντιστοιχούν σε ποσότητες άρθρων που πιστοποιήθηκαν σε προηγούμενους λογαριασμούς του έργου και μειώθηκαν με την τελική επιμέτρηση". Στις 3-6-2014 επιδόθηκε στην Ανάδοχο το υπ' αριθμόν πρωτ. 244844/2-6-2014 έγγραφο της Δ.Υ. της ... με το οποίο εγκρίθηκε ο 29ος (αρνητικός) λογαριασμός και κλήθηκε η προσφεύγουσα να καταβάλει σε ένα μήνα στην ... το ποσό των 4.913.606,49 ευρώ. Κατά του ως άνω λογαριασμού η Ανάδοχος άσκησε την υπ' αριθμόν πρωτ. 245640/18-6-2014 ένστασή της, η οποία απερρίφθη με την υπ' αριθμόν πρωτ. 247078/17-7-2014 απόφαση του τότε Προέδρου και Δ.Σ. της ... που επιδόθηκε στην προσφεύγουσα στις 18-7-2014. Κατά της απόφασης αυτής η Ανάδοχος άσκησε την υπ' αριθμόν πρωτ. Ε130/54605/16-10-2014 αίτηση θεραπείας, που επιδόθηκε στον Υπουργό Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων (βλ. την υπ' αριθμόν 10.052/17-10-2014 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών Στέφανου Γκούμα), στο Διοικητικό Συμβούλιο της ... ως Προϊσταμένης του Έργου (βλ. την υπ' αριθμόν 10.047/17-10-2014 έκθεση επιδόσεως του ιδίου ως άνω δικαστικού επιμελητή), στον Διευθύνοντα Σύμβουλο της ... (βλ. την υπ' αριθμόν 10.049/17-10-2014 έκθεση επιδόσεως του ιδίου ως άνω δικαστικού επιμελητή) και στην Διευθύνουσα το Έργο Υπηρεσία τη καθ' ης η προσφυγή Διεύθυνση Κατασκευών Έργα 1 (βλ. την υπ' αριθμόν 10.048/17-10-2014 έκθεση επιδόσεως του ιδίου ως άνω δικαστικού επιμελητή). Με την ένδικη προσφυγή της, την οποία άσκησε μετά τη σιωπηρή απόρριψη της αιτήσεως θεραπείας, η Ανάδοχος ισχυρίζεται ότι η Δ.Υ. δεν είχε την αρμοδιότητα εκ του νόμου να συντάξει οίκοθεν τον 29° λογαριασμό και συνέχεια να τον εγκρίνει ο Προϊστάμενος της Δ.Υ. και κατά συνέπεια η προσβαλλόμενη υπ' αριθμόν πρωτ. 247078/17-7-2014 απόφαση του τότε Προέδρου και Δ.Σ. της ... απόφαση είναι μη νόμιμη ως εκδοθείσα α) κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 40 του ΠΔ 609/85 και του άρθρου 5 παρ. 10 του ν. 1418/84 ήδη άρθρου 53 του ν. 3669/2008 και του άρθρου 134 του ν. 4070/2012, εφόσον αυτός δεν είναι ο τελικός λογαριασμός, β) από όργανο που ενήργησε αναρμοδίως "καθ' ύλη" και γ) ως ενέχουσα καταστρατήγηση της αυτοτέλειας των 1ου έως και 28ου Λογαριασμών και του ανακεφαλαιωτικού χαρακτήρα αυτών. Από τα παραπάνω όμως αποδειχθέντα προκύπτει ότι οι ισχυρισμοί της προσφεύγουσας είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι, δεδομένου ότι σύμφωνα και με τις αναφερόμενες στην υπό στοιχείο III σκέψη διατάξεις με την τροποποίηση του άρθρου 53 παρ.8 του ν. 3669/2008 από το άρθρο παρ. 3 ν. 4070/2012 η διευθύνουσα υπηρεσία έχει τη δυνατότητα σύνταξης αρνητικού λογαριασμού. Περαιτέρω, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι είναι μη νόμιμη η περιλαμβανόμενη στην προσβαλλόμενη πράξη της ΔΥ εντολή να καταβάλει η εταιρεία της στον κύριο του έργου εντός μηνός το ποσό των 4.913.606,49 ευρώ ως "αχρεωστήτως" καταβληθέν με βάση τον 29° λογαριασμό διότι ο εν λόγω λογαριασμός (29ος) είναι μη νόμιμος ως εκδοθείς αναρμοδίως καθ' ύλην και διότι η εκκαθάριση του εργολαβικού ανταλλάγματος και όλων των αμοιβαίων (μεταξύ του κυρίου και αναδόχου του έργου) απαιτήσεων γίνεται με τον "τελικό λογαριασμό", που υποβάλλει ο ανάδοχος μετά την έγκριση του πρωτοκόλλου οριστικής παραλαβής. Ωστόσο τα ανωτέρω ισχυριζόμενα από την προσφεύγουσα είναι απορριπτέα, διότι σύμφωνα με το άρθρο 53 παρ. 14 του ν. 3669/2008, όπου ορίζεται ότι "μετά τη διενέργεια της οριστικής παραλαβής και την έγκριση του πρωτοκόλλου ο ανάδοχος συντάσσει και υποβάλει τον"τελικό λογαριασμό"" στην προκειμένη περίπτωση ο 29ος λογαριασμός δεν υπέχει θέση "τελικού λογαριασμού" διότι δεν έχει συντελεστεί ούτε η Προσωρινή ούτε η Οριστική Παραλαβή του έργου, αφού η Ανάδοχος δεν έχει υποβάλει, όπως προαναφέρθηκε, το μητρώο του έργου, όπως υποχρεούταν σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3669/2008 (άρθρα 73 και 75), όπως έχει τροποποιηθεί με το ν. 4070/2012 (άρθρο 136 παρ.2). Έτσι συντάχθηκε και επιδόθηκε στις 12-3-2014 στην Ανάδοχο η υπ' αριθμόν πρωτ. 241400/12-3-2014 Πράξη της αρμόδιας καθ' ύλην Διευθύνουσας Υπηρεσίας, αφού συνέτρεχε περίπτωση σύνταξης αρνητικού λογαριασμού. Ακολούθως στο τιμολόγιο στα γενικά των άρθρων Α.Τ. 3.42-3.55 αναφέρεται : "ΓΕΝΙΚΑ - ΛΟΙΠΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΔΙΑΝΟΙΞΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΡΙΝΉΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ" 1. Στα παρακάτω αναλυτικά άρθρα ανά είδος εργασίας υπάγονται όλες οι εργασίες εκσκαφής και προσωρινής υποστήριξης, που πληρώνονται με τις συνοπτικές τιμές των παραπάνω αναφερομένων άρθρων συνοπτικών τιμών ανά μέτρο μήκους, αλλά κατά την κατασκευή είναι δυνατόν να προκόψουν αναγκαίες επί επιπλέον ή ακόμη και επί έλαττον ποσότητες ή/και είδη εργασιών... 2. Η πιστοποίηση των εργασιών διάνοιξης και προσωρινής υποστήριξης, που κατατάσσονται στα άρθρα της παρούσας Ο.Ο.Ε. θα μπορεί να γίνεται για κάθε φάση διάνοιξης και προσωρινής υποστήριξης μόνον για τα τμήματα (αντίστοιχα μέτρα μήκους) στα οποία έχουν ολοκληρωθεί οι αντίστοιχες εργασίες, όπως περιγράφονται στα άρθρα των συνοπτικών τιμών ανά μέτρο μήκους και ανάλογα με τον τύπο διατομής". Οι εργασίες διάνοιξης και προσωρινής υποστήριξης της σήραγγας Μελισσιού και της σήραγγας διαφυγής επιμετρώνται και πιστοποιούνται με τις συνοπτικές τιμές μονάδος στα άρθρα του τιμολογίου Α.Τ.3.35- 3.41 για το σύνολο της διατομής τους και όχι με τα άρθρα Α.Τ. 3.42-3.55, τα οποία αφορούν σε "επιπλέον ή ακόμη και επί έλαττον ποσότητες ή/και είδη εργασιών (σε σχέση με όσα περιλαμβάνονται στα άρθρα συνοπτικών τιμών) που κατά την κατασκευή είναι πιθανόν να προκύψουν αναγκαίες". Στην προκειμένη περίπτωση διεκόπη το έργο, καθόσον λύθηκε η μεταξύ των διαδίκων σύμβαση, χωρίς ωστόσο να έχουν ολοκληρωθεί οι εργασίες διάνοιξης- υποστήριξης της β' φάσης σε τμήματα της σήραγγας Μελισσιού μήκους 735,53 μέτρων και 250,35 μέτρων τη σήραγγας διαφυγή, το οποίο και αποτυπώθηκε στην εγκεκριμένη Τελική Επιμέτρηση του έργου. Για τη σύνταξη του 29ου λογαριασμού η καθ' ης η προσφυγή έκανε χρήση των νέων τιμών του 1ου ΠΚΤΜΝΕ, που περιλαμβάνονταν στον 3° ΑΠΕ του έργου, σύμφωνα με το άρθρο 57 παρ.6α του ν. 3669/2008, που εγκρίθηκε όπως προαναφέρθηκε με την υπ' αριθμόν 2978/22-10-2013 απόφαση του Δ.Σ. της ... χωρίς η προσφεύγουσα να την αμφισβητήσει με την υποβολή κατ' αίτησης θεραπείας. Επομένως, οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί της προσφεύγουσας ως προς τον υπολογισμό των εργασιών της Β' φάσης εκσκαφής (για τα τμήματα που δεν κατασκευάστηκαν) της σήραγγας Μελισσιού και της σήραγγας διαφυγής, κρίνονται απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Περαιτέρω, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι συνέταξε (δύο φορές) και υπέβαλε στην Υπηρεσία για έγκριση τον 29° λογαριασμό, ο οποίος της επεστράφη ισάριθμες φορές με υποδείξεις για διορθώσεις, χωρίς όμως σ' αυτές να περιλαμβάνονται ποινικές ρήτρες και μνεία αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών με τους τόκους τους. Επ' αυτών λεκτέα είναι τα εξής : Σύμφωνα α) με το άρθρο 48 παρ.8 του ν. 3669/2008 προβλέπετατι ότι "σε περίπτωση έγκρισης παράτασης προθεσμίας χωρίς αναθεώρηση για το σύνολο των υπολειπομένων εργασιών του έργου ή μια τμηματικής προθεσμίας του, επιβάλλονται οι σχετικές ποινικές ρήτρες, ανεξάρτητα από την έγκριση της παράτασης αυτής", β) με το άρθρο 49 παρ.1 του 3669/2008 προβλέπεται ότι ".... οι ποινικές ρήτρες καταπίπτουν με αιτιολογημένη απόφαση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας και παρακρατούνται από τον αμέσως επόμενο λογαριασμό του έργου...". Σύμφωνα με την υπ' αριθμόν 207106/9-11-2011 αιτιολογημένη απόφαση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας της ... επιβλήθηκαν ποινικές ρήτρες συνολικού ποσού 1.252.213,85 ευρώ, λόγω υπαίτιας από μέρους της προσφεύγουσας υπέρβασης της συνολικής προθεσμίας και της 5ης αποκλειστικής προθεσμίας κατασκευής του έργου, κατά της οποίας υποβλήθηκε η υπ' αριθμόν πρωτ. 207746/25-11-2011 ένσταση της αναδόχου και εδώ προσφεύγουσας, η οποία απερρίφθη με την υπ' αριθμόν 209556/12-1-2012 απόφαση(ς) της Προϊσταμένης Αρχής. Κατά της απόφασης αυτής η ανάδοχος υπέβαλε προσφυγή που απερρίφθη με την υπ' αριθμόν 266/31-10-2013 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Ναυπλίου, η οποία έχει καταστεί στο μεταξύ αμετάκλητη, η οποία έκρινε ότι η επιβολή ποινικών ρητρών από μέρους της ... ήταν νόμιμη, διότι αποκλειστικά υπαίτια για την καθυστέρηση στην πρόοδο των εργασιών του έργου ήταν η προσφεύγουσα. Ο αμέσως επόμενος λογαριασμός είναι ο 29ος στον οποίο έγινε η νόμιμη παρακράτηση του ποσού των 1.252.213,85 ευρώ, και τα σχετικά αιτήματα της προσφυγής περί μη νομίμου επιβολής ποινικών ρητρών και της συντέλεσης της προσωρινής καταβολής είναι απορριπτέα ως αβάσιμα". Ακολούθως, με τις παραδοχές αυτές, η αναιρεσίβλητη απέρριψε κατ' ουσίαν την προσφυγή, κατά το μέρος που την είχε κρίνει ορισμένη και νόμιμη.
Έτσι που έκρινε το Εφετείο, δεχόμενο ότι η Διευθύνουσα Υπηρεσία της κυρίας του έργου αναιρεσίβλητης είχε την δυνατότητα, ανακαλώντας τον προηγούμενο 29ο λογαριασμό μετά την έγκρισή του, να εκδώσει νέο 29ο αρνητικό λογαριασμό, αναζητώντας έτσι ως μη νομίμως και συνεπώς αχρεωστήτως καταβληθέντα, ήδη καταβληθέντα ποσά του επίμαχου λογαριασμού, τα οποία δεν οφείλονται στην ανάδοχο- αναιρεσείουσα για τον αναφερόμενο στον νέο αρνητικό λογαριασμό λόγο και απορρίπτοντας στην συνέχεια την προσφυγή, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε την εφαρμοστέα στην συγκεκριμένη περίπτωση ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 53 παρ. 8 του Ν. 3669/2008, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή της με το άρθρο 134 παρ. 3 Ν. 4070/2012, αφού, κατά την διάταξη του ανωτέρω άρθρου, όπως προεκτέθηκε, η οποία ίσχυε κατά τον χρόνο σύνταξης και ανάκλησης του λογαριασμού, προβλέπετο πλέον και ρητά αυτή η δυνατότητα, προϋπόθεση δε αυτής, αντίθετα από ό,τι υποστηρίζει η αναιρεσείουσα, δεν είναι να εκτελείται η σύμβαση κατά τον χρόνο σύνταξης του αρνητικού λογαριασμού, ούτε ο αρνητικός λογαριασμός να είναι ο τελικός λογαριασμός του έργου, αφού τέτοιες προϋποθέσεις δε συνάγονται από την ανωτέρω διάταξη, αφού σημειωθεί σε κάθε περίπτωση, ότι σύμφωνα με τις ουσιαστικές παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης, ο 29ος λογαριασμός ήταν κατ' ουσίαν ο τελικός λογαριασμός του έργου, γιατί μετά τη γνωστοποίηση, στην αναιρεσείουσα του 216.209/20-6-2012 εγγράφου του Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου της αναιρεσίβλητης, με το οποίο διατάχθηκε η οριστική παύση των εργασιών της αναιρεσείουσας και μετά την οριστικοποίηση α)της Τελικής Επιμέτρησης των εκτελεσθεισών μεχρι την διακοπή εργασιών του έργου, β)του 3ου Ανακεφαλαιωτικού Πίνακα Εργασιών (Α.Π.Ε.), που ήταν μειωτικός κατά το ποσό των 11.871.443,53 ευρώ σε σχέση με το αρχικό οικονομικό αντικείμενο του έργου και γ)του 1ου Πρωτοκόλλου Καθορισμού Τιμών Μονάδας Νέων Εργασιών (Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε.), αφού κατά των σχετικών αυτών πράξεων δεν ασκήθηκαν από την αναιρεσείουσα ή δεν ασκήθηκαν όλα τα προβλεπόμενα ένδικα βοηθήματα (αναλόγως ένσταση και αίτηση θεραπείας), η Βεβαίωση Περαίωσης των Εργασιών και η Προσωρινή Παραλαβή αρχικά και Οριστική Παραλαβή του έργου στη συνέχεια, κατά τα άρθρα 71, 73 και 75 Ν. 3699/2008, η οποία αποτελεί κατά το άρθρο 53 παρ. 13 του ιδίου νόμου προϋπόθεση για την υποβολή και έγκριση του τελικού λογαριασμού, δεν έχει συντελεστεί με υπαιτιότητα της αναιρεσείουσας, η οποία κατά παράβαση της σύμβασης δεν υπέβαλε στην αναιρεσίβλητη το μητρώο του έργου. Eπομένως, ο πρώτος, κατά το πρώτο σκέλος, από τον αρ. 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, λόγος της αίτησης αναίρεσης, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, είναι αβάσιμος. Περαιτέρω, με τον τέταρτο λόγο αναίρεσης η αναιρεσείουσα προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση την από το άρθρο 559 αρ. 19 ΚΠολΔ πλημμέλεια, με την αιτίαση ότι το Εφετείο περιλαμβάνει στην απόφασή του ανεπαρκείς και αντιφατικές αιτιολογίες και έτσι καθιστά ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο περί της ορθής ή μη ερμηνείας και εφαρμογής του άρθρου 53 Ν. 3669/2008, το οποίο συνεπώς παραβίασε εκ πλαγίου 1) γιατί ενώ δέχθηκε ότι ο 29ος λογαριασμός είχε συνταχθεί προηγουμένως από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία (Δ.Υ.) της αναιρεσίβλητης, με την υπ' αρ. 241.400/12-3-2014 πράξη της, ακολούθως δέχθηκε ότι νομίμως ανακλήθηκε ο λογαριασμός αυτός με την υπ' αρ. 244.495/26-5-2014 πράξη αυτής, χωρίς να αναφέρει: α) ποιες είναι οι συνέπειες της σύνταξης από την ίδια της Δ.Υ. του 29ου λογαριασμού, β) εάν η Δ.Υ. είχε αρμοδιότητα ανάκλησης ενός λογαριασμού, που η ίδια είχε συντάξει και γ) με βάση ποια στοιχεία προέβη στην ανάκληση αυτή για δικό της σφάλμα και 2) γιατί δέχθηκε ως νόμιμη την έκδοση του ανακλητικού λογαριασμού χωρίς να αναφέρει ότι ακολουθήθηκε η διαδικασία του άρθρου 73 Ν. 3669/2008 για την οριστική παραλαβή του έργου, που μπορούσε να γίνει και από την αναιρεσίβλητη και είναι προϋπόθεση για να γίνει η εκκαθάριση του εργολαβικού ανταλλάγματος με έκδοση και αρνητικού λογαριασμού. Ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος κατά μεν το σκέλος της μη επαρκούς αναφοράς των λόγων, για τους οποίους η Δ.Υ. της αναιρεσίβλητης προέβη στην έκδοση του αρνητικού λογαριασμού, γιατί με σαφή και επαρκή αιτιολογία αναφέρεται στην απόφαση ότι αυτό έγινε γιατί " κατά τη σύνταξη του 29ου λογαριασμού από την Διευθύνουσα υπηρεσία του έργου, βάσει του 3ου ΑΠΕ και της τελικής επιμέτρησης, σύμφωνα με την παρ. 8 του άρθρου 53 Ν. 3669/08, όπως τροποποιήθηκε από την παρ.3 του άρθρου 134 του Ν. 4070/12, έγινε λάθος αναγραφή στην τιμή μονάδος του άρθρου με Α.Τ. 3.34 πέντε φορές, ήτοι 11.139 ευρώ, 11.133 ευρώ, 1.483 ευρώ, 2.280 ευρώ, 4.071 ευρώ έναντι της ορθής τιμής μονάδος 7.088 ευρώ, στον αντίστοιχο Πίνακα υπολογισμού, που ήταν συνημμένος στον 29° λογαριασμό, με αποτέλεσμα τον λανθασμένο υπολογισμό στο υπό στοιχεία Γ'ποσόν1.336.225,98 ευρώ, όπως αναφέρεται στο ως άνω έγγραφο κοινοποίησης του 29ου λογαριασμού, που αφορά στην τοκοφορία δαπανών που αντιστοιχούν σε ποσότητες άρθρων που πιστοποιήθηκαν σε προηγούμενους λογαριασμούς του έργου και μειώθηκαν με την τελική επιμέτρηση", κατά δε τα λοιπά σκέλη γιατί τα αναφερόμενα στον λόγο αναίρεσης περιστατικά δεν αποτελούν κρίσιμα πραγματικά περιστατικά για τη θεμελίωση του αποδεικτικού πορίσματος του Εφετείου ότι νομίμως εκδόθηκε ο αρνητικός λογαριασμός, αφού, όπως προαναφέρθηκε, από την αδιάστικη διατύπωση της διάταξης της παρ. 8 του άρθρου 53 Ν. 3669/2008, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 134 παρ. 3 του Ν. 4070/2012, σαφώς προκύπτει ότι η Δ.Υ. του κυρίου του δημοσίου έργου μπορεί κατά πάντα χρόνο να εκδώσει αρνητικό λογαριασμό, όταν διαπιστώσει ότι συντρέχει νόμιμος προς τούτο λόγος και συνεπώς και όταν διαπιστώσει ότι το σφάλμα του προηγούμενου λογαριασμού ήταν δικό της, ενώ δεν απαιτείται για την έκδοση του αρνητικού λογαριασμού να προηγηθεί η προσωρινή και οριστική παραλαβή του έργου.
Με τον ανωτέρω πρώτο λόγο αναίρεσης κατά τα δεύτερο και τέταρτο σκέλη αυτού, η αναιρεσείουσα προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση την από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλεια, με την αιτίαση ότι το Εφετείο, δεχόμενο τη δυνατότητα της αναιρεσίβλητης να εκδώσει αρνητικό λογαριασμό, παραβίασε τις γενικές αρχές της αυτοτέλειας των λογαριασμών στις συμβάσεις δημοσίων έργων, τις γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου περί χρηστής διοικήσεως και δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικούμενου, της επιείκειας και της αναλογικότητας. Ως προς τις τέσσερις πρώτες από τις επικαλούμενες αρχές, ο λόγος είναι απαράδεκτος γιατί, όπως προαναφέρθηκε, μόνη η επίκληση παραβίασης γενικών αρχών του δικαίου δεν αρκεί για τη θεμελίωση του ανωτέρω λόγου αναίρεσης, αφού σε κάθε περίπτωση σημειωθεί ότι η αναιρεσίβλητη ως δημόσια επιχείρηση κοινής ωφέλειας δεν ασκεί δημόσια εξουσία και συνεπώς δεν τίθεται θέμα παραβίασης των επικαλούμενων αρχών της χρηστής διοίκησης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικούμενου. Ως προς την παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας ο λόγος είναι προεχόντως αόριστος και γι' αυτό απαράδεκτος, γιατί η αναιρεσείουσα δεν αναφέρει τον συγκεκριμένο κανόνα δικαίου που παραβιάστηκε (το άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος)και σε κάθε περίπτωση είναι και αβάσιμος, γιατί ο ισχυρισμός της αναιρεσείουσας ότι με την υποχρέωση που της δημιούργησε ο επίδικος αρνητικός λογαριασμός να επιστρέψει τα αχρεωστήτως εισπραχθέντα από αυτήν ποσά, μαζί με τους τόκους τους ανατρέπεται ο οικονομικός προϋπολογισμός της, αληθής υποτιθέμενος, δεν συνιστά προφανή δυσαναλογία μέσου προς σκοπό και συνεπώς παραβίαση της αρχής αυτής.
Η διάταξη του άρθρου 20 παρ. 2 του Συντάγματος, που ορίζει ότι το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης του ενδιαφερομένου ισχύει για κάθε διοικητική ενέργεια ή μέτρο, που λαμβάνεται σε βάρος των δικαιωμάτων ή συμφερόντων του, έχει εφαρμογή μόνο σε διοικητικές ενέργειες και μέτρα, που εκδίδονται από τους φορείς του Δημοσίου στα πλαίσια των καθηκόντων τους κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας από αυτούς και συνεπώς δεν έχει εφαρμογή, όταν οι φορείς αυτοί του Δημοσίου πρόκειται να χωρήσουν σε ενέργεια προς πραγμάτωση δικαιώματος αυτών, το οποίο απορρέει από ιδιωτικού δικαίου διαφορά (ΑΠ 1660/2022, ΑΠ 81/2009), και πολύ περισσότερο όταν η ενέργεια αυτή γίνεται από φορείς του Δημοσίου, οι οποίοι δεν ασκούν δημόσια εξουσία, όπως είναι και οι δημόσιες επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, στις οποίες περιλαμβάνεται και η ιδρυθείσα κατά το άρθρο 1 παρ. 3 Ν. 2366/1995 θυγατρική του Ο.Σ.Ε. αναιρεσίβλητη, η οποία λειτουργεί για χάρη του δημόσιου συμφέροντος ως επιχείρηση κοινής ωφέλειας. Με τον πρώτο κατά το τρίτο σκέλος λόγο αναίρεσης η αναιρεσείουσα προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση την από το άρθρο 559 αριθμ. 1 ΚΠολΔ πλημμέλεια με την αιτίαση ότι, εφόσον κριθεί ότι η αναιρεσίβλητη είχε το δικαίωμα να εκδώσει τον επίδικο αρνητικό λογαριασμό, όμως δεχόμενο το Εφετείο ότι αυτό ήταν νόμιμο, ενώ δεν είχε κληθεί πριν η ίδια για να εκθέσει τις απόψεις της, παραβίασε το άρθρο 20 παρ. 2 του Συντάγματος και το κατοχυρωμένο με αυτό δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης, γιατί η πράξη αυτή της αναιρεσίβλητης προσομοιάζει με ανάκληση διοικητικής πράξης. Ο λόγος αυτός, όπως προαναφέρθηκε, είναι αβάσιμος, γιατί η αναιρεσίβλητη δεν είναι φορέας δημόσιας εξουσίας, ώστε να έχει την επιβαλλόμενη από το άρθρο 20 παρ. 2 υποχρέωση, η δε έκδοση του αρνητικού λογαριασμού έγινε νομίμως, όπως προαναφέρθηκε στα πλαίσια της αποτελούσας ιδιωτικού δικαίου διαφοράς σύμβασης έργου, που συνέδεε τους διαδίκους.
Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 9 γ' ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται και αν το δικαστήριο άφησε αίτηση αδίκαστη. Ως αίτηση, κατά την έννοια της διάταξης αυτής, νοείται κάθε αυτοτελής αίτηση των διαδίκων, με την οποία ζητείται η παροχή έννομης προστασίας υπό οποιαδήποτε νόμιμη μορφή αυτής, που δημιουργεί αντίστοιχη εκκρεμοδικία (ΟλΑΠ 25/2003, ΑΠ 869/2018). Τέτοια αίτηση είναι ιδίως αυτή της αγωγής, της ανταγωγής, της κύριας παρέμβασης, της αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης, της ανακοπής, της τριτανακοπής κατά τα διάφορα αυτών αιτήματα και κάθε ενδίκου μέσου, όπως η έφεση, όχι όμως και οι επί μέρους λόγοι της τελευταίας, η μη λήψη υπόψη των οποίων ιδρύει τον εκ του αριθμού 8 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ λόγο αναίρεσης ( ΑΠ 81/2022, ΑΠ 869/2018). Η παντελής σιωπή του δικαστή, είτε στο αιτιολογικό, είτε στο διατακτικό, ιδρύει τον παρόντα λόγο αναιρέσεως, υπό το ανωτέρω σκέλος του (ΑΠ 755/2023, ΑΠ 471/2021, ΑΠ 1014/2019). Αντίθετα, ο ανωτέρω εκ του αριθμού 9 του άρθρου 559 ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης είναι αβάσιμος, αν από την επισκόπηση της προσβαλλόμενης απόφασης από τον Άρειο Πάγο (άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ), προκύπτει ότι το δικαστήριο της ουσίας έλαβε υπόψη και απέρριψε για οιονδήποτε λόγο, τυπικό ή ουσιαστικό, την αίτηση δικαστικής προστασίας, έστω και εάν η απόρριψη δεν είναι ρητή, αλλά συνάγεται από το όλο περιεχόμενο της προσβαλλομένης αποφάσεως και ειδικότερα, από το ότι το δικαστήριο αντιμετωπίζει και απορρίπτει κατ` ουσίαν εκ των πραγμάτων την "αίτηση" αυτή, δεχόμενο ως αποδειχθέντα γεγονότα αντίθετα προς εκείνα που την συγκροτούν ή που αποτελούν προϋπόθεση της έρευνας ή βασιμότητάς της ή όταν από τη μη απάντηση στο αίτημα συνάγεται "σιγή" απόρριψη αυτού (ΑΠ 755/2023).
Συνεπώς, αν από το διατακτικό προκύπτει ότι η αίτηση δικαστικής προστασίας απορρίφθηκε στο σύνολό της, μολονότι δεν υπάρχει αιτιολογία ως προς όλα τα αιτήματα (σιωπηρή απόρριψη), δεν ιδρύεται ο προκείμενος λόγος (ΑΠ 129/2024, ΑΠ 1014/2019, ΑΠ 1632/2017).Τέλος, αν το δικαστήριο της ουσίας παραλείψει να αποφανθεί επί απαράδεκτης ή μη νόμιμης ή αλυσιτελούς αίτησης δεν υποπίπτει στην προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 9 Κ.Πολ.Δ. πλημμέλεια, ήτοι δεν αφήνει αίτηση αδίκαστη (ΑΠ 357/2024, ΑΠ 353/2020, ΑΠ 696/2019, ΑΠ 378/2019). Με τον τρίτο λόγο αναίρεσης η αναιρεσείουσα προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση την από το άρθρο 559 αρ. 9 πλημμέλεια με την αιτίαση ότι το Εφετείο άφησε αδίκαστο το τρίτο αίτημα της προσφυγής της, με το οποίο ζήτησε "να καταργηθεί ο πίνακας υπολογισμού τόκων επί θεωρουμένων ως αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών" του αρνητικού 29ου λογαριασμού, για την θεμελίωση του οποίου στην σελ. 17 της προσφυγής της είχε αναφέρει κατά λέξη τα ακόλουθα: "Αναρωτήθηκε άραγε η Π.Α. (Προϊσταμένη Αρχή), πώς είναι δυνατόν κεφάλαιο 1,5 εκ. € τοκιζόμενο με επιτόκιο 5,10% ακόμα και για οκτώ χρόνια, 2007-2014, να αποδώσει τόκους 1,1 εκ. € !!! όπως υπολογίζονται στον 29ο Λογαριασμό, σχεδόν διπλάσιοι ακόμα και του προαναφερθέντος φανταστικού σεναρίου. Επομένως είναι πλέον βέβαιο ότι ο πίνακας υπολογισμού τόκων είναι λάθος και κατ' επέκταση και ο 29ος Λογαριασμός είναι λάθος και ως εκ τούτου άκυρος, συνεπίκουρου του γεγονότος ότι αθροιστικά το κεφάλαιο του πίνακα τόκων ξεπερνά τα 10,0 εκ. € δηλαδή σχεδόν το 50% του εισπραχθέντος εργολαβικού ανταλλάγματος με 28 ανακεφαλαιωτικούς λογαριασμούς. Τα γεγονότα είναι πολύ απλά για να κατανοηθούν και εξόχως οφθαλμοφανή για να αγνοηθούν". Στο προαναφερθέν αιτιολογικό της προσβαλλόμενης απόφασης δεν διαλαμβάνεται ιδιαίτερη αιτιολογία για την απόρριψη του εν λόγω αιτήματος, πλην όμως, ενόψει της κατά τα ως άνω συνολικής απόρριψης της προσφυγής, το εν λόγω αίτημα "κατάργησης του πίνακα υπολογισμού τόκων" θεωρείται ότι απορρίφθηκε σιωπηρά και τούτο διότι η ένδικη προσφυγή καθ` όλα τα ως άνω αιτήματα αυτής έχει την ίδια πραγματική και νομική βάση και ειδικότερα θεμελιώνεται στην επικαλούμενη έλλειψη δυνατότητας της αναιρεσίβλητης να εκδώσει αρνητικό λογαριασμό του επίδικου έργου. Ο περαιτέρω, περιλαμβανόμενος στην προσφυγή, ισχυρισμός της αναιρεσείουσας ότι οι τόκοι τους οποίους της ζητήθηκε να καταβάλει με τον 29ο αρνητικό λογαριασμό, για τα αχρεωστήτως εισπραχθέντα από αυτήν ποσά, είναι μεγαλύτεροι των πράγματι οφειλομένων από αυτήν, είναι αόριστος και γι' αυτό απαράδεκτος αφού δεν προσδιορίζεται στην προσφυγή από την έχουσα το σχετικό βάρος επικλήσεως και αποδείξεως αναιρεσείουσα το ακριβές ποσό τόκων από το συνολικό ποσό των τόκων, που της ζητούνται με τον 29ο αρνητικό λογαριασμό, το οποίο δεν υποχρεούται να καταβάλει και συνεπώς η παράλειψη του Εφετείου να απαντήσει στο σκέλος της αίτησης της αυτής δεν ιδρύει τον ανωτέρω λόγο αναίρεσης, όπως προαναφέρθηκε. Επομένως, το Εφετείο δεν υπέπεσε στην προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 9 γ' ΚΠολΔ πλημμέλεια και συνεπώς είναι αβάσιμος ο σχετικός τρίτος λόγος της αίτησης αναίρεσης.
Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης και να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου αυτής στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ). Τα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης, που παραστάθηκε και κατέθεσε προτάσεις, κατά παραδοχή του σχετικού αιτήματός της, πρέπει να επιβληθούν στην αναιρεσείουσα λόγω της ήττας της (άρθρα 176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ).


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ -
Απορρίπτει την από 4-2-2020 αίτηση της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "Μηχανική Α.Ε." για αναίρεση της υπ' αριθμ. 79/2019 απόφασης του Πενταμελούς Εφετείου Ναυπλίου. - Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου στο δημόσιο ταμείο. Και -
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της αναιρεσίβλητης, τα οποία ορίζει σε δύο χιλιάδες επτακόσια (2.700) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 10 Ιανουαρίου 2025.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 25 Φεβρουαρίου 2025.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή