ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 363/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Α2)
print
Τίτλος:
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 363/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Α2)
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 363/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Α2)
Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 363 / 2025    (Α2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)


Αριθμός 363/2025

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Α2' Πολιτικό Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Μαρία Κουφούδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Παναγιώτη Βενιζελέα, Γεώργιο Σχοινοχωρίτη, Κορνηλία Πανούτσου και Ιωάννη Αποστολόπουλο - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 14 Οκτωβρίου 2024, με την παρουσία και της γραμματέως Θεοδώρας Παπαδημητρίου, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Της αναιρεσείουσας: ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία ... που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα. Εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ιωάννη Μπόμπο, με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του Κ.Πολ.Δ.
Του αναιρεσιβλήτου: Ελληνικού Δημοσίου, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό Οικονομικών, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα και ήδη από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, ως εκπροσώπου του Ελληνικού Δημοσίου, η οποία εδρεύει στην Αθήνα, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Διοικητή της. Εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του Ιωάννα Ρουσσιά, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του Κ.Πολ.Δ.
Κοινοποιουμένη προς: 1) Φ. K. του Σ., κατοίκου οικισμού ... 2) ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία "... η οποία εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, 3) ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία "... η οποία εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, 4) συνεταιρισμό περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία ...." υπό εκκαθάριση, που εδρεύει στην Πάτρα και εκπροσωπείται νόμιμα από την ειδική εκκαθαρίστριά της ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "... η οποία εδρεύει στον Δήμο Αμαρουσίου Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, 5) Χ. Μ. του Α., κάτοικο Α. Α., 6) Σ. Κ. του Φ., κάτοικο οικισμού ... 7) Κ. Κ. του Φ., κάτοικο οικισμού Μ. του Δ. Α. και 8) Μ. Κ. του Κ., κάτοικο οικισμού ... οι οποίοι δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 23-7-2013 αίτηση του ήδη πρώτου προς ον η κοινοποίηση, που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Αιγιαλείας. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 148/2017 του ίδιου Δικαστηρίου και 77/2020 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αιγίου. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 9-12-2022 αίτησή της.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από την παραδεκτή, κατά το άρθρο 561 παρ. 2 του ΚΠολΔ, επισκόπηση των διαδικαστικών εγγράφων της δίκης, προκύπτει ότι ο Φ. Κ. (αιτών) με την από 23-7-2013 (υπ' αριθ. 227/23-7-2013 έκθεσης κατάθεσης) αίτησή του, επικαλούμενος έλλειψη πτωχευτικής ιδιότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του προς τους μετέχοντες στη σχετική δίκη πιστωτές του, μεταξύ των οποίων και η ήδη αναιρεσείουσα ... ζήτησε τη ρύθμιση του συνολικού χρέους του κατά τις διατάξεις του ν. 3869/2010 (περί ρυθμίσεως οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων κλπ). Επί της αιτήσεως αυτής, δικασθείσας κατά τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας (άρθρο 3 του ν. 3869/2010), στη δίκη της οποίας το ήδη αναιρεσίβλητο (Ελληνικό Δημόσιο) άσκησε παρέμβαση κατά του αιτούντος, εκδόθηκε η υπ' αριθ. 148/2017 απόφαση του Ειρηνοδικείου Αιγιαλείας, η οποία την απέρριψε, αφού δέχθηκε ότι ο αιτών περιήλθε δολίως σε αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του. Επίσης, επί της ασκηθείσας από τον αιτούντα εφέσεως, κατά της ως άνω πρωτόδικης απόφασης, εκδόθηκε η υπ' αριθ. 77/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αιγίου, το οποίο δίκασε ως Εφετείο, με την οποία, αφού έγινε δεκτή η έφεση και κρατήθηκε προς εκδίκαση η υπόθεση, εξαφανίσθηκε η ανωτέρω πρωτόδικη απόφαση και έγινε εν μέρει δεκτή η ένδικη αίτηση και ρυθμίστηκαν τα σχετικά χρέη του αιτούντος, εξαιρέθηκε από την εκποίηση η κύρια κατοικία του αιτούντος (με την επιβολή υποχρέωσης, για τη διάσωσή της, καταβολής του ποσού των 347,85 ευρώ μηνιαίως), διατάχθηκε η ελεύθερη εκποίηση των λοιπών ακινήτων του αιτούντος και ορίσθηκε εκκαθαριστής για την εκποίηση αυτή, επιπροσθέτως, περιορίσθηκε η εγγυητική ευθύνη του αναιρεσίβλητου (Ελληνικού Δημοσίου), στα δάνεια που ρυθμίστηκαν με την απόφαση αυτή και στα οποία αυτό έχει συμβληθεί ως εγγυητής με την αναιρεσείουσα, κατά το ποσό που κλήθηκε να καταβάλλει ο αιτών και αναφορικά μόνο με αυτόν. Με την κρινόμενη αίτηση αναίρεσης προσβάλλεται από την αναιρεσείουσα (καθης η αίτηση) η ως άνω υπ' αριθ. 77/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αιγίου, δικάσαντος ως δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου, αποκλειστικώς ως προς το μέρος της, που αφορά τον ως άνω περιορισμό της εγγυητικής ευθύνης του αναιρεσίβλητου (Ελληνικού Δημοσίου). Η αίτηση αναίρεσης αυτή ασκήθηκε, εντός της διετούς καταχρηστικής προθεσμίας του άρθρου 564 παρ. 3 του ΚΠολΔ, εφόσον από τα προσκομιζόμενα έγγραφα δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται επίδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, δεδομένου ότι, κατά τη διάταξη του άρθρου 83 παρ. 1 του ν. 4790/2021, όπως αυτή ερμηνεύθηκε και συμπληρώθηκε με τη διάταξη του άρθρου 25 του ν. 4792/2021, το χρονικό διάστημα της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων και των εισαγγελιών της χώρας (δηλαδή από 7-11-2020 έως 5-4-2021), λόγω των μέτρων προστασίας από την εξάπλωση της πανδημίας του κορονοϊού "covid-19", δεν υπολογίζεται στις νόμιμες και δικαστικές προθεσμίες για τη διενέργεια διαδικαστικών και εξωδίκων πράξεων, καθώς και άλλων ενεργειών ενώπιον των δικαστηρίων, ενώ και οι προθεσμίες, που ανεστάλησαν δεν συμπληρώνονται, αν δεν παρέλθουν επιπλέον δέκα (10) ημέρες από τη προβλεπόμενη λήξη τους (ΑΠ 210/2023, ΑΠ 987/2022). Επίσης, η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε κατά τις νόμιμες διατυπώσεις και καταβλήθηκε το αντίστοιχο παράβολο (άρθρα 20, 495, 552, 553, 556, 558, 564, 566 παρ. 1, 741 και 769 του ΚΠολΔ). Επομένως, η αίτηση αναίρεσης αυτή είναι παραδεκτή και πρέπει να εξετασθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο του λόγου της (άρθρο 577 παρ. 1 και 3 του ΚΠολΔ). Επισημαίνεται ότι αντίγραφο της ένδικης αίτησης αναίρεσης έχει επιδοθεί στα λοιπά πρόσωπα, που αφορά η σχετική δίκη (άρθρο 5 του ν. 3869/2010), τα οποία έχουν κλητευθεί για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο (ΑΠ 180/2022), και ειδικότερα : α) ο αιτών Φ. Κ. (βλ. την υπ' αριθ. 205Η/7-4-2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, Π. Ρ.), β) οι πιστωτές: 1) τραπεζική εταιρία με την επωνυμία ...." (βλ. την υπ' αριθ. 1706/5-4-2023 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, Χ. Γ.) , 2) τραπεζική εταιρία με την επωνυμία ..." (βλ. την υπ' αριθ. 1697/5-4-2023 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, Χ. Γ.), 3) εταιρία με την επωνυμία "..." ως ειδικός εκκαθαριστής του συνεταιρισμού περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία ... (βλ. την υπ' αριθ. 170Η/6-4-2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, Π. Ρ.) και 4)Χ. Μ. (βλ. την υπ' αριθ. 146Η/7-4-2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, Π. Ρ.) και γ) οι εγγυητές: 1)Σ. Κ. (βλ. την υπ' αριθ. 4942Β/11-4-2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πατρών, με έδρα το Πρωτοδικείο Πατρών, Κ. Κ.) και 2) Κ. Κ. (βλ. την υπ' αριθ. 4941Β'/11-4-2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πατρών, με έδρα το Πρωτοδικείο Πατρών, Κ. Κ.).
Με το νόμο 3869/2010 "Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων και άλλες διατάξεις" καθιερώθηκε η δυνατότητα του φυσικού προσώπου να απαλλάσσεται από τα χρέη του όταν δεν υφίστανται περιουσιακά στοιχεία για την ικανοποίησή τους και δεν επαρκούν για την εξόφλησή τους ούτε τα τρέχοντα, αλλά ούτε τα προσδοκώμενα εισοδήματα του. Ειδικότερα με το άρθρο 1 παρ. 1 του νόμου αυτού, κατά το οποίο "Φυσικά πρόσωπα που στερούνται πτωχευτικής ικανότητας, υπό την έννοια του άρθρου 2 του ν. 3588/2007 και έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους, δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο δικαστήριο αίτηση για την ρύθμιση των οφειλών τους κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου", θεσμοθετείται η δυνατότητα του φυσικού προσώπου να απαλλάσσεται από τα χρέη του, όταν δεν έχει ρευστοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία, ούτε επαρκούν τα τρέχοντα και προσδοκώμενα εισοδήματά του για την εξυπηρέτησή τους, ώστε να συνδυάζεται η μεγαλύτερη δυνατή ικανοποίηση των πιστωτών με την ανάκτηση της οικονομικής ελευθερίας του οφειλέτη και τη στοιχειώδη διατήρηση-εξασφάλιση της προσωπικής αξιοπρέπειας αυτού και των προστατευόμενων μελών της οικογένειας του. Βασική προϋπόθεση για την υπαγωγή του οφειλέτη στις ρυθμίσεις του ως άνω νόμου είναι η αποδεδειγμένη μόνιμη (και όχι απλώς παροδική) περιέλευση αυτού σε γενική αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών του, άσχετα αν αυτή υπήρχε κατά την ανάληψη των χρεών ή επήλθε μεταγενέστερα, η οποία, πάντως, δεν πρέπει να οφείλεται σε δόλο του, την ύπαρξη του οποίου προτείνει ο πιστωτής. Περαιτέρω ορίζονται, με το άρθρο 4 του ίδιου νόμου, η διαδικασία κατάθεσης της αίτησης περί ρύθμισης στο αρμόδιο δικαστήριο και των εγγράφων που τη συνοδεύουν και αφορούν στην περιουσιακή και εισοδηματική κατάσταση του ίδιου και του συζύγου του, τους πιστωτές και τις οφειλές του, με το άρθρο 5, η απαιτούμενη προδικασία με την επίδοση της αίτησης στους πιστωτές και στους εγγυητές, με το άρθρο 7, η ρύθμιση των χρεών και η απαλλαγή του οφειλέτη από το υπόλοιπο αυτών στο πλαίσιο δικαστικού συμβιβασμού ενώπιον του αρμόδιου Ειρηνοδίκη, με τα άρθρα 8 και 9, η δικαστική ρύθμιση των οφειλών (αφού ληφθούν υπόψη η περιουσιακή κατάσταση, τα πάσης φύσης εισοδήματα του οφειλέτη και η δυνατότητα συνεισφοράς του συζύγου και σταθμιστούν οι βιοτικές ανάγκες του ίδιου και των προστατευόμενων μελών της οικογένειας του), η απαλλαγή από το υπόλοιπο αυτών στην περίπτωση που δεν γίνει δεκτό από τους πιστωτές το υποβληθέν από τον οφειλέτη σχέδιο διευθέτησης των οφειλών του και η διαδικασία ρευστοποίησης περιουσίας και η προστασία της κύριας κατοικίας του οφειλέτη, με το άρθρο 11, η διαδικασία πιστοποίησης από το δικαστήριο της απαλλαγής του οφειλέτη από το υπόλοιπο των χρεών του επί κανονικής εκτέλεσης των υποχρεώσεων που επιβλήθηκαν με τη δικαστική απόφαση και η έκπτωση αυτού από τη ρύθμιση επί μη εκτέλεσης των υποχρεώσεων αυτών και με το άρθρο 12 τα δικαιώματα των πιστωτών έναντι των εγγυητών του οφειλέτη που ρύθμισε τα χρέη του. Ειδικότερα, στο άρθρο 12 του ν. 3869/2010 ορίζεται ότι "Τα δικαιώματα των πιστωτών έναντι συνοφειλετών ή εγγυητών του οφειλέτη, καθώς και τα δικαιώματα των εμπραγμάτως ασφαλισμένων πιστωτών επί του υπέγγυου αντικειμένου δεν θίγονται. Ο οφειλέτης απαλλάσσεται έναντι των εγγυητών, των εις ολόκληρον υπόχρεων ή άλλων δικαιούχων σε αναγωγή". Με το άρθρο 65 του ν. 4549/2018 προστέθηκε στο εν λόγω άρθρο δεύτερο εδάφιο το οποίο, κατ' άρθρο 68 παρ. 16 αυτού, εφαρμόζεται και επί αποφάσεων ρύθμισης ή σχεδίων διευθέτησης οφειλών που δεν έχουν εκτελεστεί στο σύνολό τους κατά την έναρξη ισχύος του ίδιου νόμου, και έχει ως εξής: "Αν όμως ο εγγυητής, ο εις ολόκληρον υπόχρεος ή άλλο δικαιούχο σε αναγωγή πρόσωπο καταβάλει τόσο το τμήμα της οφειλής από την οποία ο οφειλέτης πρόκειται να απαλλαγεί κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 11 όσο και μέρος της οφειλής που περιλαμβάνεται στην απόφαση ρύθμισης του άρθρου 8 ή στο σχέδιο διευθέτησης οφειλών του άρθρου 9, τότε αυτός υποκαθίσταται αυτοδικαίως για το τελευταίο ποσό στη θέση του πιστωτή στο μέτρο και με τις προϋποθέσεις που η οφειλή αυτή έχει διαμορφωθεί δυνάμει της ρύθμισης ή του σχεδίου διευθέτησης οφειλών που επικυρώθηκε με τη δικαστική απόφαση". Από το συνδυασμό των ως άνω διατάξεων προκύπτει ότι ο οφειλέτης, στο πρόσωπο του οποίου συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 1 παρ. 1 του ν. 3869/2010, μπορεί, με αίτησή του προς το αρμόδιο δικαστήριο, να ζητήσει τη ρύθμιση των χρεών του υποβάλλοντας σχέδιο διευθέτησης των οφειλών και τα σχετικά με την περιουσιακή και εισοδηματική κατάστασή αυτού και του συζύγου του, τους πιστωτές και τις οφειλές του έγγραφα. Η αίτηση επιδίδεται και στους εγγυητές, οι οποίοι καθίστανται έτσι διάδικοι. Οι οφειλέτες και οι πιστωτές μπορούν να επιλύουν συμβιβαστικά τη διαφορά τους με την επικύρωση του σχετικού σχεδίου από τον αρμόδιο Ειρηνοδίκη, οπότε αυτό αποκτά ισχύ δικαστικού συμβιβασμού. Αν το σχέδιο του αιτούντος δεν γίνει δεκτό από τους πιστωτές, το δικαστήριο, αν κρίνει ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις ρύθμισης των οφειλών του και απαλλαγής του από αυτές, αφού λάβει υπόψη του το ποσό που απαιτείται για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών του ίδιου και των προστατευόμενων μελών της οικογένειάς του, προβαίνει, βάσει των περιουσιακών του στοιχείων και των πάσης φύσεως εισοδημάτων του που απομένουν, στον καθορισμό των μηνιαίων καταβολών για την ικανοποίηση των απαιτήσεων των πιστωτών. Υπό τις οριζόμενες στο άρθρο 9 του ν. 3869/2010 προϋποθέσεις και κατόπιν υποβολής σχετικού αιτήματος του οφειλέτη, το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την εξαίρεση από τη ρευστοποίηση της κύριας κατοικίας αυτού. Επίσης, η απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη στο πλαίσιο των ρυθμίσεων του ν. 3869/2010, είτε κατόπιν συμβιβασμού με τους πιστωτές του είτε κατόπιν ρύθμισης αυτών με δικαστική απόφαση, ενεργεί υποκειμενικά, αφορά μόνο στο πρόσωπο του ίδιου και δεν επεκτείνεται στους εγγυητές, έναντι των οποίων οι πιστωτές διατηρούν ακέραια τα δικαιώματά τους. Οι ρυθμίσεις του ν. 3869/2010, όπως προκύπτει και από την αιτιολογική του έκθεση, έχουν ως σκοπό την αντιμετώπιση ενός ιδιαίτερα μεγάλου και οξυμένου προβλήματος της ελληνικής κοινωνίας, της υπερχρέωσης φυσικών προσώπων που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα και έχουν περιέλθει σε μόνιμη και γενική αδυναμία αποπληρωμής των οφειλών τους, ώστε με τη ρύθμιση των οφειλών και την απαλλαγή από τα χρέη τους, να απεγκλωβιστούν από την υπερχρέωση, διασφαλίζοντας παράλληλα για τους ίδιους και τα προστατευόμενα μέλη της οικογένειάς τους ένα ελάχιστο επίπεδο οικονομικής διαβίωσης, να διατηρήσουν την κύρια κατοικία τους εξαιρώντας αυτή από τη ρευστοποίηση της περιουσίας τους και να επανακτήσουν την αγοραστική τους δύναμη προάγοντας την οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα.
Συνεπώς, κρίσιμο, για την ως άνω προστασία που καθιερώνεται στο ν. 3869/2010, είναι το πρόσωπο του οφειλέτη, στο οποίο απέβλεψε ο νομοθέτης και όχι το χρέος καθ' εαυτό, η δε προβλεπόμενη από τον εν λόγω νόμο ρύθμιση έχει αυστηρά προσωποπαγή χαρακτήρα. Έτσι, παρά την απαλλαγή, στο πλαίσιο υπαγωγής στις διατάξεις του προαναφερθέντος νόμου, του οφειλέτη από το υπόλοιπο των χρεών του ή τη μείωση αυτών, δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 851 του ΑΚ, κατά την οποία ο εγγυητής ευθύνεται για την έκταση που έχει κάθε φορά η κύρια οφειλή. Ο εγγυητής, εν προκειμένω, ευθύνεται για το αρχικώς συμφωνημένο από τον υπερχρεωμένο πρωτοφειλέτη χρέος, το ύψος του οποίου δεν επηρεάζεται ως προς τον ίδιο (τον εγγυητή) από τη ρύθμιση, ενώ αυτός δεν μπορεί να επικαλεστεί έναντι του πιστωτή την απαλλαγή ή τη μείωση της οφειλής του πρωτοφειλέτη. Επί εξόφλησης δε του χρέους του πρωτοφειλέτη, υποκαθίσταται στα δικαιώματα των πιστωτών, δικαιούμενος σε αναγωγή έναντι του πρωτοφειλέτη, μόνον, όμως, για το ποσό που ο τελευταίος υποχρεούται να καταβάλει στους πιστωτές στο πλαίσιο της ρύθμισης των χρεών του. Ο εγγυητής φυσικό πρόσωπο, μπορεί να υπαχθεί και ο ίδιος στις προστατευτικές διατάξεις του ν. 3869/2010, εφόσον συντρέχουν στο πρόσωπό του οι προϋποθέσεις του άρθρου 1 παρ. 1 του νόμου αυτού. Η προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 12 του ν. 3869/2010 περί μη απαλλαγής από την ευθύνη των εγγυητών επί ρύθμισης βάσει του νόμου αυτού των χρεών του πρωτοφειλέτη, ως εκ της αδιάστικτης διατύπωσής της και του σκοπού του νόμου, που είναι, κατά τα προεκτεθέντα, η αντιμετώπιση του κοινωνικού προβλήματος της υπερχρέωσης των φυσικών προσώπων που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα και η ανακούφιση των συγκεκριμένων αυτών προσώπων από τα χρέη τους και όχι η ελάφρυνση των χρεών έναντι όλων των εμπλεκόμενων προσώπων (πρωτοφειλετών, συνοφειλετών, εγγυητών), έχει εφαρμογή, αφού ο νόμος δεν διακρίνει, και επί εγγυητικής ευθύνης του Ελληνικού Δημοσίου, όταν αυτό παρέχει εγγυήσεις υπέρ δανειοληπτών δυνάμει ειδικών διατάξεων, όπως των νόμων 2322/1995, 2362/1995 για τη χορήγηση από Τραπεζικές εταιρείες δανείων στο πλαίσιο κρατικού προγράμματος στεγαστικής αποκατάστασης συγκεκριμένων κατηγοριών προσώπων με πλήρη εγγύηση αυτού και επιδοτούμενου επιτόκιο και στην τελευταία περίπτωση, είναι εφαρμοστέα, ως ειδική και νεότερη η προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 12 του ν. 3869/2010 και το Ελληνικό Δημόσιο ευθύνεται έναντι των πιστωτών για το αρχικό χρέος που εγγυήθηκε και όχι εκείνο που διαμορφώθηκε στο πλαίσιο της ρύθμισης του ν. 3869/2010 (ΟλΑΠ 3/2023) . Εξάλλου, η διάταξη του άρθρου 103 του ν. 4549/2018 στο οποίο ορίζεται ότι "Τα πιστωτικά ιδρύματα δύνανται να ρυθμίζουν δάνεια για τα οποία έχει εγγυηθεί το Ελληνικό Δημόσιο. Στην περίπτωση αυτή η εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου ακολουθεί τις απαιτήσεις για τις οποίες χορηγήθηκε, όπως αυτές διαμορφώνονται από τη συμφωνία ρύθμισης και δεν απαιτείται εισήγηση ή άλλη ενέργεια των συλλογικών οργάνων που προβλέπονται στα άρθρα 97 και 98 του παρόντος. Σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να αυξάνεται το ύψος της εγγυητικής ευθύνης του Ελληνικού Δημοσίου" αφορά ρύθμιση που διενεργείται με πρωτοβουλία των πιστωτικών ιδρυμάτων και όχι στο πλαίσιο της διαδικασίας που προβλέπεται στο νόμο 3869/2010. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 560 αριθμός 1 εδ. α' του ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται και στην παρούσα διαδικασία (άρθρο 14 του ν. 3869/2010), κατά των αποφάσεων των ειρηνοδικείων, καθώς και των αποφάσεων των πρωτοδικείων, που εκδίδονται σε εφέσεις κατά των αποφάσεων των ειρηνοδικείων, επιτρέπεται αναίρεση αν παραβιάστηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται, αν δεν εφαρμοστεί ενώ συνέτρεχαν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του, ή αν εφαρμοστεί ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και αν εφαρμοστεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία, είτε με κακή εφαρμογή, δηλαδή με εσφαλμένη υπαγωγή (ΟλΑΠ 31/2009, ΟλΑΠ 7/2006, ΑΠ 449/2022). Με τον ανωτέρω λόγο αναίρεσης (από τον αριθμό 1 του άρθρου 560 του ΚΠολΔ), όπως γίνεται δεκτό και κατά την ερμηνεία και εφαρμογή της αντίστοιχης διάταξης του άρθρου 559 αριθ. 1 του ΚΠολΔ, ελέγχονται τα σφάλματα του δικαστηρίου κατά την εκτίμηση του νομικά βάσιμου της αγωγής ή των ισχυρισμών των διαδίκων, καθώς και τα νομικά σφάλματα κατά την έρευνα της ουσίας της διαφοράς. Ειδικότερα, ελέγχεται αν η αγωγή, ένσταση κ.λ.π. ορθώς απορρίφθηκε ως μη νόμιμη ή αν, κατά παράβαση ουσιαστικού κανόνα δικαίου, έγινε δεκτή ως νόμιμη ή απορρίφθηκε ή έγινε δεκτή κατ' ουσίαν (ΑΠ 1943/2022). Στην προκείμενη περίπτωση, το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, με την προσβαλλομένη απόφασή του, δέχθηκε, κατά το ενδιαφέρον το σχετικό αναιρετικό έλεγχο μέρος, τα ακόλουθα: "...Περαιτέρω, η πληρεξούσια δικηγόρος του εγγυητή Ελληνικού Δημοσίου με δήλωσή της, που περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις της, ασκεί παρέμβαση και ζητά την απόρριψη της κρινόμενης αίτησης, άλλως, σε περίπτωση που γίνει δεκτή, τότε για τα δάνεια που έχει παρασχεθεί εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου ζητά: α)να περιοριστεί η εγγυητική ευθύνη του Ελληνικού Δημοσίου στις προς ρύθμιση συμβάσεις, στο ποσό που θα ρυθμιστεί από το Δικαστήριο, β)να αναγνωριστεί ότι σε περίπτωση που απαλλαγεί ο αιτών από τα χρέη του προς την τράπεζα, λόγω της ρύθμισης των οφειλών του, δεν θα απαλλαγεί αυτός αντίστοιχα της ευθύνης του έναντι του Ελληνικού Δημοσίου σε περίπτωση που τυχόν καταπέσει η παρασχεθείσα εγγύηση, γ) σε περίπτωση μεταβολής των όρων, υπό τους οποίους παρασχέθηκε η εγγύηση, να αναγνωριστεί ότι η ισχύς της εγγυήσεως του Ελληνικού Δημοσίου δεν δύναται να επεκταθεί πέραν της συμβατικώς ορισθείσας διάρκειας του εγγυημένου δανείου. Ο ισχυρισμός αυτός του Ελληνικού Δημοσίου είναι βάσιμος και εδράζεται στη διάταξη του άρθρου 103 Ν. 4549/2018 που κάνει λόγο για περιορισμό ή εξάλειψη της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου σε περίπτωση ρύθμισης του δανείου και πρέπει να γίνει βάσιμος και κατ' ουσίαν". Ακολούθως, το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, αφού δέχθηκε, κατά τα ως άνω, το σχετικό ισχυρισμό του αναιρεσίβλητου (Ελληνικού Δημοσίου), περιόρισε την εγγυητική ευθύνη του, στα δάνεια που ρυθμίστηκαν με την απόφαση αυτή και ειδικότερα σ' αυτά που το αναιρεσίβλητο έχει συμβληθεί ως εγγυητής με την αναιρεσείουσα, κατά το ποσό που κλήθηκε να καταβάλλει ο αιτών και αναφορικά μόνο με αυτόν. Έτσι, που έκρινε το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, εσφαλμένα ερμήνευσε και δεν εφάρμοσε τις προαναφερθείσες ουσιαστικού δικαίου διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 3869/2010, οι οποίες ήταν εφαρμοστέες, καθόσον, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στην ανωτέρω μείζονα σκέψη, στην προκείμενη περίπτωση, με τον περιορισμό της κύριας οφειλής του αιτούντος φυσικού προσώπου συνεπεία ρύθμισης με δικαστική απόφαση δεν επέρχεται αντίστοιχος περιορισμός της εγγυητικής ευθύνης του Ελληνικού Δημοσίου (αναιρεσίβλητου) για την οφειλή αυτή έναντι της πιστώτριας Τράπεζας (αναιρεσείουσας), δοθέντος ότι ο νόμος αυτός (3869/2010) δεν διακρίνει επί εγγυητικής ευθύνης του αναιρεσίβλητου (Ελληνικού Δημοσίου), όταν αυτό παρέχει εγγυήσεις υπέρ δανειοληπτών δυνάμει των προαναφερόμενων ειδικών διατάξεων.
Συνεπώς το αναιρεσίβλητο (Ελληνικό Δημόσιο) ευθύνεται έναντι των πιστωτών του αιτούντος οφειλέτη, όπως η αναιρεσείουσα, για το αρχικό χρέος που εγγυήθηκε και όχι για εκείνο που διαμορφώθηκε στο πλαίσιο της ρύθμισης με την ως άνω προσβαλλόμενη απόφαση, που αφορά αποκλειστικώς το πρόσωπο του τελευταίου (αιτούντα οφειλέτη). Επίσης, εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση τις διατάξεις του άρθρου 103 του ν. 4549/2018, οι οποίες δεν ήταν εφαρμοστέες, δοθέντος ότι αυτές αφορούν ρύθμιση που διενεργείται με πρωτοβουλία των πιστωτικών ιδρυμάτων στο πλαίσιο της διαδικασίας που προβλέπεται στο νόμο αυτό (4549/2018). Επομένως, το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο κατ' εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των ανωτέρω ουσιαστικού δικαίου διατάξεων (του άρθρου 103 του ν. 4549/2018) περιόρισε την εγγυητική ευθύνη του αναιρεσίβλητου (Ελληνικού Δημοσίου), στα δάνεια που ρυθμίστηκαν με την απόφαση αυτή και στα οποία αυτό έχει συμβληθεί ως εγγυητής με την αναιρεσείουσα, κατά το ποσό που σχετικώς ορίσθηκε να καταβάλλει ο αιτών πρωτοφειλέτης. Ως εκ τούτου, είναι βάσιμος ο μοναδικός λόγος αναίρεσης, με τον οποίο προβάλλεται η ανωτέρω από τον αριθμό 1 του άρθρου 560 του ΚΠολΔ πλημμέλεια.
Εξάλλου, κατά το άρθρο 580 παρ. 3 του ΚΠολΔ "Αν ο Άρειος Πάγος αναιρέσει την απόφαση για οποιονδήποτε άλλο λόγο, εκτός από εκείνους που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, μπορεί να κρατήσει την υπόθεση και να την δικάσει, αν κατά την κρίση του δεν χρειάζεται άλλη διευκρίνιση. Στην αντίθετη περίπτωση παραπέμπει την υπόθεση σε ιδιαίτερη συζήτηση και, αν πρόκειται για τους λόγους που αναφέρονται στους αριθμούς 1, 2, 3, 6 έως 17, 19 και 20 του άρθρου 559, μπορεί να παραπέμψει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση σε άλλο δικαστήριο ισόβαθμο και ομοειδές προς εκείνο το οποίο εξέδωσε την απόφαση που αναιρέθηκε ή στο ίδιο αν είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλους δικαστές...". Επομένως, σε περίπτωση που, ενόψει του περιεχομένου της αναιρετικής απόφασης και της έκτασης της αναιρέσεως, δεν υπάρχει δικονομικό έδαφος για "περαιτέρω εκδίκαση" της υπόθεσης, αλλά υπολείπεται η διατύπωση μόνο του διατακτικού της απόφασης, ο Άρειος Πάγος μπορεί να κρατήσει την υπόθεση και να εκδώσει την τελειωτική για την υπόθεση απόφαση. Τέτοιο δικονομικό έδαφος για περαιτέρω έρευνα της υπόθεσης δεν υπάρχει και στην υπό κρίση περίπτωση, αφού κατά τα προεκτεθέντα έπρεπε να απορριφθεί, ως μη νόμιμο, το προαναφερθέν αίτημα του αναιρεσίβλητου (Ελληνικού Δημοσίου) περί περιορισμού της εγγυητικής ευθύνης του, στα δάνεια που ρυθμίστηκαν με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση και στα οποία αυτό έχει συμβληθεί ως εγγυητής με την αναιρεσείουσα, κατά το ποσό που σχετικώς ορίσθηκε να καταβάλλει ο αιτών πρωτοφειλέτης. Κατ' ακολουθίαν των προεκτεθέντων, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση κατά το μέρος της που αφορά το αίτημα του αναιρεσίβλητου περί περιορισμού της εγγυητικής ευθύνης του (αναιρεσίβλητου - Ελληνικού Δημοσίου), ακολούθως, να κρατηθεί προς εκδίκαση η εν λόγω υπόθεση κατά το ανωτέρω μέρος της, που αναιρέθηκε και να εξαφανιστεί η προσβαλλόμενη απόφαση, αποκλειστικώς, ως προς το ως άνω μέρος της που αναιρέθηκε και να απορριφθεί, ως μη νόμιμο, το προαναφερθέν αίτημα του παρεμβάντος (αναιρεσίβλητου) Ελληνικού Δημοσίου. Επίσης, τα δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφισθούν στο σύνολο τους μεταξύ των διαδίκων, λόγω του ότι η ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν ήταν ιδιαιτέρως δυσχερής (άρθρα 179 και 183 του ΚΠολΔ). Τέλος, πρέπει να διαταχθεί κατά την παρ. 3 του άρθρ. 495 του ΚΠολΔ η απόδοση στην αναιρεσείουσα του παραβόλου που καταβλήθηκε απ' αυτήν για την αίτηση αναιρέσεως, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ' αριθ. 77/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αιγίου, κατά το μέρος της που περιορίσθηκε η εγγυητική ευθύνη του αναιρεσίβλητου (Ελληνικού Δημοσίου), στα δάνεια που ρυθμίστηκαν με την απόφαση αυτή και στα οποία αυτό έχει συμβληθεί ως εγγυητής με την αναιρεσείουσα, κατά το ποσό που κλήθηκε να καταβάλλει ο αιτών και αναφορικά μόνο με αυτόν.
Κρατεί και δικάζει την υπόθεση, ως προς το ανωτέρω μέρος της που αναιρέθηκε.
Εξαφανίζει την υπ' αριθ. 77/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αιγίου, που δίκασε ως Εφετείο, κατά το ως άνω μέρος της που αναιρέθηκε.

Απορρίπτει το αίτημα του παρεμβάντος (αναιρεσίβλητου) Ελληνικού Δημοσίου, περί περιορισμού της εγγυητικής ευθύνης του στο ποσό της ρύθμισης στα δάνεια που ρυθμίστηκαν με την ως άνω αναιρεθείσα απόφαση (υπ' αριθ. 77/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αιγίου) και ειδικότερα σ' αυτά που το αναιρεσίβλητο έχει συμβληθεί ως εγγυητής με την αναιρεσείουσα. Συμψηφίζει τα μεταξύ των διαδίκων δικαστικά έξοδα. Διατάσσει την απόδοση στην αναιρεσείουσα του παραβόλου που καταβλήθηκε απ' αυτήν για την αίτηση αναιρέσεως.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 9 Δεκεμβρίου 2025.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 4 Μαρτίου 2025.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή