ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 402/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Α1)
print
Τίτλος:
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 402/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Α1)
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 402/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Α1)
Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 402 / 2025    (Α1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Αριθμός 402/2025

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Α1' Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μαρουλιώ Δαβίου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Βρυσηίδα Θωμάτου, Βαρβάρα Πάπαρη, Μαρία Πετσάλη και Άλκηστη Σιάννου - Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 7 Οκτωβρίου 2024, με την παρουσία και του Γραμματέα Γ. Φ., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του αναιρεσείοντος: Συλλόγου με την επωνυμία "ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗΣ ΑΘΗΝΩΝ", που εδρεύει στο Μαρούσι Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ιωάννη Μεγάλη και κατέθεσε προτάσεις.

Των αναιρεσιβλήτων: 1) Α. Δ. του Σ., 2) Σ. Δ. του Κ., κατοίκων ..., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους Δημήτριο Τσικρικά και Δήμητρα Λυμπεροπούλου και κατέθεσαν προτάσεις, 3) Δ. Λ. του Ε., συζύγου Σ. Δ., κατοίκου ..., η οποία παραστάθηκε αυτοπροσώπως λόγω της δικηγορικής της ιδιότητας και μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου της Δημητρίου Τσικρικά και κατέθεσε προτάσεις.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από .../2012 αγωγή των ήδη αναιρεσιβλήτων, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: .../2019 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και .../2022 του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την από .../2023 αίτησή του.

Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως, οι πληρεξούσιοι των αναιρεσιβλήτων την απόρριψή της και καθένας την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Με την κρινόμενη από ....2023 αίτηση αναίρεσης προσβάλλεται η υπ' αριθ. .../2022 τελεσίδικη απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, επί της από ...-2019 έφεσης των αναιρεσίβλητων Α. Δ., Σ. Δ. και Δ. Λ. κατά της υπ' αριθ. .../2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία είχε απορριφθεί ως και κατ' ουσία αβάσιμη η από 3.10.2012 αγωγή των ως άνω αναιρεσίβλητων κατά του αναιρεσείοντος "Συλλόγου Γερμανικής Σχολής Αθηνών". Με την προσβαλλόμενη απόφασή του το Μονομελές Εφετείο δέχθηκε τυπικά και κατ' ουσίαν την έφεση, εξαφάνισε την υπ' αριθ. .../2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, κράτησε και δίκασε την υπόθεση κατ' ουσίαν, δέχθηκε εν μέρει την από 3.10.2012 αγωγή, αναγνώρισε την υποχρέωση του εναγομένου συλλόγου να καταβάλει στους δεύτερο και τρίτη των εναγόντων, ήδη αναιρεσίβλητων, αντίστοιχα και διαιρετώς, το ποσόν των 1.090 ευρώ ως υλική ζημία, την οποία υπέστησαν από την παραβίαση της ευθύνης των προστηθέντων του εναγομένου κατά το στάδιο των μεταξύ τους διαπραγματεύσεων, αλλά και με βάση τις περί αδικοπραξιών διατάξεις και στην πρώτη ενάγουσα, ήδη πρώτη αναιρεσίβλητη, το ποσόν των 8.000 ευρώ και σε καθένα από τους δεύτερο και τρίτη των εναγόντων, ήδη δεύτερο και τρίτη των αναιρεσίβλητων, το ποσόν των 5.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που αυτοί υπέστησαν από την προσβολή της προσωπικότητάς τους εκ μέρους των προστηθέντων του εναγομένου και καταδίκασε τον εναγόμενο Σύλλογο, νυν αναιρεσείοντα, στη δικαστική δαπάνη των εναγόντων. Η ως άνω αίτηση αναίρεσης, που κατατέθηκε την ....2023, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα εντός της γνήσιας προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών από την επίδοση της προσβαλλόμενης απόφασης στον αναιρεσείοντα, η οποία έλαβε χώρα την 9.1.2023, όπως τούτο αναφέρεται από τον τελευταίο στο αναιρετήριο και δεν αμφισβητείται από τους αναιρεσίβλητους (ΑΠ 731/2024). Επομένως, η αίτηση αυτή είναι παραδεκτή (άρθρο 577 § 1 ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 577 § 3 ΚΠολΔ).

ΙΙ.Α. Κατά το άρθρο 914 ΑΚ, όποιος ζημιώσει άλλον παράνομα και υπαίτια έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει, ενώ κατά το άρθρο 932 του ίδιου Κώδικα, σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη, κατά την κρίση του, χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, ιδίως σ' εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 57 ΑΚ, όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον, ενώ αξίωση αποζημίωσης σύμφωνα με τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες δεν αποκλείεται, κατά δε το άρθρο 59 του ίδιου Κώδικα, στην περίπτωση του άρθρου 57 ΑΚ το δικαστήριο με την απόφασή του, ύστερα από αίτηση αυτού που έχει προσβληθεί και αφού έχει λάβει υπόψη το είδος της προσβολής, μπορεί επιπλέον να καταδικάσει τον υπαίτιο να ικανοποιήσει την ηθική βλάβη αυτού που έχει προσβληθεί. Η ικανοποίηση συνίσταται σε πληρωμή χρηματικού ποσού, σε δημοσίευμα και σε οτιδήποτε επιβάλλεται από τις περιστάσεις. Με τις διατάξεις αυτές καθιερώνεται αντικειμενική ευθύνη του προσβάλλοντος ως προς την άρση της προσβολής, ενώ για την αξίωση αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης απαιτείται η παράνομη προσβολή να είναι και υπαίτια. Τέτοιο προστατευόμενο έννομο αγαθό είναι και η τιμή και η υπόληψη κάθε ανθρώπου. Για να γεννηθεί η αξίωση από την προσβολή της προσωπικότητας κατά τις διατάξεις των άρθρων 57, 59, 914 και 932 ΑΚ, θα πρέπει η προσβολή να είναι παράνομη. Αυτό συμβαίνει, όταν η επέμβαση στην προσωπικότητα του άλλου δεν είναι επιτρεπτή από το δίκαιο ή γίνεται σε ενάσκηση δικαιώματος, το οποίο, όμως, είτε είναι από άποψη έννομης τάξης μικρότερης σπουδαιότητας είτε ασκείται καταχρηστικά (AΠ 116/2024, AΠ 615/2024, AΠ 239/2023, ΑΠ 462/2022, 474/2020). Εξάλλου, δικαιούχος της αποζημίωσης από αδικοπραξία, κατά την κρατούσα άποψη, είναι κατά πρώτο λόγο ο φορέας του δικαιώματος ή του έννομου αγαθού που προσβλήθηκε άμεσα με την αδικοπραξία. Επίσης, και αυτός που προσβλήθηκε άμεσα στα προστατευόμενα συμφέροντά του. Αντιθέτως, αντανακλαστικές δυσμενείς επιπτώσεις της αδικοπραξίας στην περιουσία ενός τρίτου (έμμεσα ζημιωθέντος, όπως αποκαλείται) δεν παρέχουν κατ' αρχήν στον τελευταίο αξίωση αποζημίωσης, με κύρια εξαίρεση τις περιπτώσεις των άρθρων 928 και 929 εδ. β' ΑΚ (ΑΠ 1261/2021, AΠ 656/2019, ΑΠ 153/2005, πρβλ και Ολομ 30/2003). Η διάκριση ανάμεσα σε άμεσα και έμμεσα ζημιωθέντες και η παροχή αξίωσης για αποζημίωση στηρίζεται κατ' αρχήν μόνο στους πρώτους, από δικαιοπολιτική άποψη στη σκέψη ότι, αν ο ζημιώσας επιβαρυνόταν και με την αποκατάσταση των δυσμενών αντανακλαστικών επιπτώσεων της αδικοπραξίας στην περιουσιακή κατάσταση τρίτων, θα αντιμετώπιζε ένα συχνά δυσβάστακτο βάρος, αφού θα ήταν υποχρεωμένος να αποζημιώσει έναν αόριστο αριθμό προσώπων, πράγμα που θα είχε ως αποτέλεσμα την παράλυση κάθε ανθρώπινης δραστηριότητας. Η ανωτέρω διάκριση στηρίζεται στη διατύπωση των (μη επιδεχόμενων ανάλογη εφαρμογή) άρθρων 914 και 919 ΑΚ, τα οποία παρέχουν αξίωση αποζημίωσης μόνο σ' αυτόν που ζημιώθηκε παράνομα ή με τρόπο αντίθετο στα χρηστά ήθη και, εξ αντιδιαστολής, στις περιοριστικά εισαγόμενες εξαιρέσεις των άρθρων 928 και 929 εδ. β', που οριοθετούν τις περιπτώσεις αποζημίωσης των έμμεσα ζημιωθέντων (ΑΠ 243/2011, ΑΠ 850/2009). Για την όχι πάντοτε ευχερή διάκριση ανάμεσα σε άμεσα και σε έμμεσα ζημιωθέντες (η οποία δεν πρέπει να συγχέεται με τη διάκριση ανάμεσα σε άμεση και σε έμμεση ζημία) θα πρέπει να ερευνάται: α) αν η ζημία βρίσκεται σε πρόσφορο αιτιώδη σύνδεσμο με το ζημιογόνο γεγονός και β) αν το έννομο αγαθό που προσβλήθηκε (και ο φορέας του) εμπίπτουν στο προστατευτικό πεδίο του ιδρυτικού της ευθύνης κανόνα. Αν δεν εμπίπτουν (και τούτο θα συμβαίνει συνήθως σε περιπτώσεις εμμέσως ζημιωθέντων), δεν θεμελιώνεται ευθύνη του ζημιώσαντος σε αποζημίωση, γιατί ακριβώς απέναντι στο συγκεκριμένο φορέα του συγκεκριμένου έννομου αγαθού δεν υπάρχει παρανομία (ΑΠ 656/2019, ΑΠ 925/2007). Με βάση τα ανωτέρω, έμμεσα ζημιωθείς είναι και εκείνος που ζημιώθηκε εξ αιτίας όχι καθεαυτού του ζημιογόνου γεγονότος, αλλά εξ αιτίας της ζημίας που προκάλεσε το ζημιογόνο γεγονός στο θύμα (άμεσα ζημιωθέντα) (ΑΠ 450/2024, ΑΠ 709/2023, ΑΠ 527/2023, ΑΠ 221/2022, ΑΠ 93/2019, ΑΠ 656/2019). Εξάλλου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 197 και 198 ΑΚ, κατά τις διαπραγματεύσεις τα μέρη οφείλουν αμοιβαία να συμπεριφέρονται σύμφωνα με την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη και όποιος στο στάδιο αυτό προξενήσει ζημία υπαίτια στον άλλο, υποχρεούται να τον αποζημιώσει και αν ακόμη η σύμβαση δεν καταρτίστηκε. Ως ζημία, η οποία αποκαθίσταται κατά την έννοια των προαναφερομένων διατάξεων, συνδυαζομένων και με την διάταξη του άρθρου 298 ΑΚ, νοείται μόνον το αρνητικό διαφέρον (διαφέρον διάψευσης εμπιστοσύνης), δηλαδή η θετική ή αποθετική ζημία, που τελεί σε αιτιώδη συνάφεια με την κατά παράβαση της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών, συμπεριφορά του άλλου μέρους, που εκδηλώθηκε στο στάδιο των διαπραγματεύσεων για κατάρτιση σύμβασης και προκλήθηκε στον παθόντα διότι αυτός καλοπίστως πίστεψε στην επικείμενη κατάρτιση της σύμβασης. Δεν νοείται ως ζημία στην περίπτωση αυτή και δεν αποκαθίσταται το διαφέρον εκπλήρωσης της σύμβασης, ό,τι δηλαδή θα είχε ο παθών αν καταρτίζονταν η ματαιωθείσα τελικά σύμβαση, δεδομένου μάλιστα ότι το μέρος που κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων δεν τήρησε την απαιτούμενη από τις παραπάνω διατάξεις απαιτούμενη συμπεριφορά, δεν ήταν υποχρεωμένο, στα πλαίσια της από το άρθρο 361 ΑΚ καθιερούμενης ελευθερίας του προσώπου να συνάπτει ή να μη συνάπτει συμβάσεις και να καθορίζει το περιεχόμενο αυτών, να καταρτίσει την σύμβαση που τελικά δεν καταρτίστηκε (ΟλΑΠ 37/2005, ΑΠ 1766/2022, ΑΠ 1669/2022, ΑΠ 606/2015). Επίσης, η αθέτηση των υποχρεώσεων που επιβάλλουν οι διατάξεις των άρθρων 197 και 198 του ΑΚ δεν δημιουργεί υποχρέωση και για την καταβολή χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, διότι η ευθύνη του υπαιτίου δεν είναι από αδικοπραξία αλλά από αθέτηση ειδικής ενοχής που υπάρχει από το νόμο (ΑΠ 862/2020, ΑΠ 741/2018, ΑΠ 347/2018). Μόνο σε περίπτωση συμπεριφοράς και αντίθετης προς τα χρηστά ήθη θεμελιώνεται και αξίωση από αδικοπραξία και δικαιούται ο υποστάς ηθική βλάβη να αιτηθεί χρηματική ικανοποίηση (ΑΠ 920/2021).

B. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 1 του Ν. 2472/1997 "Προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα", που εκδόθηκε σε συμμόρφωση προς την Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης/10/1995, αντικείμενο του νόμου αυτού είναι η θέσπιση προϋποθέσεων για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς προστασία των δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών των φυσικών προσώπων και ιδίως της ιδιωτικής ζωής. Στο άρθρο 2 του Ν. 2472/1997 ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι ως δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα νοούνται κάθε είδους πληροφορίες που αναφέρονται στο υποκείμενο των δεδομένων, ως ευαίσθητα δεδομένα νοούνται τα δεδομένα που αφορούν στην φυλετική ή εθνική προέλευση, στα πολιτικά φρονήματα, στις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις, στη συμμετοχή σε ένωση, σωματείο και συνδικαλιστική οργάνωση, στην υγεία, στην κοινωνική πρόνοια και στην ερωτική ζωή, καθώς και στα σχετικά με τις ποινικές διώξεις ή καταδίκες, ως υποκείμενο δεδομένων νοείται το φυσικό πρόσωπο, στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, ως υπεύθυνος επεξεργασίας νοείται οποιοσδήποτε καθορίζει τον σκοπό και τον τρόπο επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένων, ως επεξεργασία νοείται κάθε εργασία ή σειρά εργασιών που πραγματοποιείται από το Δημόσιο, ή από νομικό πρόσωπο δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, ή ένωση προσώπων, ή φυσικό πρόσωπο με ή χωρίς την βοήθεια αυτοματοποιημένων μεθόδων, και εφαρμόζονται σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, όπως η συλλογή, η καταχώρηση, η οργάνωση, η διατήρηση, η αποθήκευση, η τροποποίηση, η εξαγωγή, η χρήση, η διαβίβαση, η διάδοση ή κάθε άλλης μορφής διάθεση, η συσχέτιση ή ο συνδυασμός, η διασύνδεση, η δέσμευση (κλείδωμα), η διαγραφή και η καταστροφή, και ως συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων θεωρείται κάθε ελεύθερη, ρητή και ειδική, δήλωση βουλήσεως, που εκφράζεται με τρόπο σαφή και εν πλήρει επιγνώσει και με την οποία το υποκείμενο των δεδομένων, αφού προηγουμένως ενημερωθεί, δέχεται να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν. Στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του ίδιου ως άνω νόμου ορίζεται ότι επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται μόνο όταν το υποκείμενο των δεδομένων έχει δώσει την συγκατάθεσή του και στην παράγραφο 2 του άρθρου 5 ορίζεται, ότι, κατ' εξαίρεση, επιτρέπεται η επεξεργασία και χωρίς την συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων (και) όταν η επεξεργασία είναι αναγκαία για την εκτέλεση σύμβασης, στην οποία συμβαλλόμενο μέρος είναι υποκείμενο δεδομένων. Στο άρθρο 11 ορίζεται ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει, κατά το στάδιο της συλλογής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, να ενημερώνει με τρόπο πρόσφορο και σαφή το υποκείμενο μεταξύ άλλων για τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών των δεδομένων και την ύπαρξη του δικαιώματος πρόσβασης, ενώ εάν τα δεδομένα ανακοινώνονται σε τρίτους, το υποκείμενο ενημερώνεται για την ανακοίνωση πριν από αυτούς. Περαιτέρω, οι αιτήσεις, τα δικαιολογητικά και η βαθμολογία ενός υποψηφίου αποτελούν προσωπικά δεδομένα αυτού, κατά την έννοια του Ν. 2472/1997. Όπως γίνεται δεκτό, η ανακοίνωση των στοιχείων των επιλεχθέντων συνυποψήφιων σε άλλον υποψήφιο είναι νόμιμη, χωρίς τη συγκατάθεσή τους, υπό τις εξής σωρευτικά εξεταζόμενες προϋποθέσεις: α) Τα δεδομένα ζητούνται με τη νόμιμη διαδικασία (έγγραφη αίτηση από τον ενδιαφερόμενο στον υπεύθυνο επεξεργασίας και τεκμηρίωση υπέρτερου έννομου συμφέροντος). Το υπέρτερο έννομο συμφέρον συνίσταται στο δικαίωμα του αιτούντος να ασκήσει τα, εκ του νόμου, δικαιώματά του προσβολής των σχετικών αποφάσεων, κατ' εφαρμογή του άρθρου 5 § 2 του Ν. 2472/1997. Εξάλλου, η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Αρχή) με σχετική απόφασή της απηύθυνε σύσταση σε όλους τους αρμόδιους φορείς του δημόσιου τομέα, σε κάθε προκήρυξη δημόσιου διαγωνισμού - το ίδιο ισχύει και ως προς τη διαδικασία επιλογής προσωπικού με βάση άλλες διατάξεις - να γίνεται μνεία της δυνατότητας πρόσβασης των υποψηφίων σε στοιχεία, που αφορούν λοιπούς συνυποψήφιους, προκειμένου να ασκήσουν τα, εκ του νόμου, δικαιώματά τους. Η ύπαρξη υπέρτερου έννομου συμφέροντος προϋποθέτει, επίσης, ότι ο αιτών υποβάλλει το αίτημά του εμπρόθεσμα, γεγονός, που οφείλει να ελεγχθεί, εκ μέρους του υπεύθυνου επεξεργασίας διενεργούντος τον διαγωνισμό, πριν την ανακοίνωση των δεδομένων, β) Η ανακοίνωση στοιχείων των συνυποψήφιων περιορίζεται στη χορήγηση των δικαιολογητικών εκείνων, που αποτέλεσαν τη βάση της αξιολόγησης των υποψηφίων, για την κατάληψη των θέσεων που προκηρύχθηκαν. Στην περίπτωση, δηλαδή, που οι υποψήφιοι, επικαλέστηκαν και πρόσθετα προσόντα μπορούν να χορηγηθούν και αυτά τα δικαιολογητικά στον συνυποψήφιο που απορρίφθηκε, με την προϋπόθεση, ότι υπήρξε σύγκριση των υποψηφίων και επί των πρόσθετων αυτών προσόντων, γ) Τα στοιχεία που ανακοινώνονται δεν περιλαμβάνουν ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα, αν όμως και τέτοια στοιχεία αποτέλεσαν τη βάση αξιολόγησης των υποψηφίων, για την κατάληψη των θέσεων που προκηρύχθηκαν, δίνεται, ενόψει της διάταξης του άρθρου 7 § 2 του Ν. 2472/1997, η άδεια στον υπεύθυνο επεξεργασίας να επιτρέψει την πρόσβαση στα στοιχεία αυτά, σε κάθε υποψήφιο, που δεν επιλέχθηκε, προκειμένου να ασκήσει τα δικαιώματά του προσβολής της επιλογής άλλου συνυποψήφιου, δ) Η ανακοίνωση των στοιχείων των συνυποψήφιων στον αιτούντα προϋποθέτει, σύμφωνα με το άρθρο 11 § 3 του Ν. 2472/1997, την προηγούμενη ενημέρωση των υποκειμένων των δεδομένων, η οποία δύναται να λάβει χώρα και μέσω της προκήρυξης. Όλα τα ανωτέρω ισχύουν και για διαγωνισμούς ή εξετάσεις στον ιδιωτικό τομέα. Στο άρθρο 10 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι απόρρητη και στο άρθρο 22 προβλέπονται ποινικές κυρώσεις για όποιον χωρίς δικαίωμα επεμβαίνει με οποιονδήποτε τρόπο σε αρχείο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή ανακοινώνει ή καθιστά προσιτά τέτοια δεδομένα σε μη δικαιούμενα πρόσωπα (παρ. 4). Και στο άρθρο 23 § 1 του εν λόγω νόμου ορίζεται ότι φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, που κατά παράβαση του Ν. 2472/1997 προκαλεί περιουσιακή βλάβη, υποχρεούται σε πλήρη αποζημίωση. Αν προκάλεσε ηθική βλάβη, υποχρεούται σε χρηματική ικανοποίηση. Η ευθύνη υπάρχει και όταν ο υπόχρεος όφειλε να γνωρίζει την πιθανότητα να επέλθει βλάβη σε άλλον. Οι ως άνω διατάξεις ερμηνεύονται με βάση α) το σκοπό του Ν. 2472/1997, συνιστάμενο στη διασφάλιση του φιλελεύθερου και δικαιοκρατικού χαρακτήρα της τεχνολογικής ανάπτυξης και στην προστασία του ατόμου από την πληροφορική και ψηφιακή τεχνολογία και β) υπό το φως των διδαγμάτων της κοινής πείρας, ως κανόνων της λογικής και της ανθρώπινης εμπειρίας, συναγόμενων επαγωγικά από τις επιμέρους εκδηλώσεις της ζωής, της επιστήμης και της τέχνης και χρησιμοποιουμένων προς εξειδίκευση της αόριστης νομικής έννοιας "επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα". Σε περίπτωση δε παραβίασής τους εφαρμογή έχουν οι διατάξεις του άρθρου 23 του Ν. 2472/1997 και του ταυτάριθμου άρθρου της κοινοτικής οδηγίας 95/46/ΕΚ από τις οποίες, σε συνδυασμό με τις αναλόγως εφαρμοζόμενες διατάξεις των άρθρων 57, 59, 299 και 932 ΑΚ, συνάγεται ότι, σε περίπτωση που ο υπεύθυνος επεξεργασίας προκαλεί ηθική βλάβη στο υποκείμενο των προσωπικών δεδομένων, η ευθύνη του πρώτου για χρηματική ικανοποίηση του τελευταίου είναι νόθος αντικειμενική και προϋποθέτει: α) συμπεριφορά (πράξη ή παράλειψη) που παραβιάζει τις διατάξεις του Ν. 2472/1977 ή (και) των κατ' εξουσιοδότηση αυτού εκδοθεισών κανονιστικών πράξεων της Αρχής, β) ηθική βλάβη, γ) αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ της συμπεριφοράς και της ηθικής βλάβης και δ) υπαιτιότητα, ήτοι γνώση ή υπαίτια άγνοια αφενός των περιστατικών που συνιστούν την παράβαση και αφετέρου της πιθανότητας να επέλθει ηθική βλάβη. Η ύπαρξη υπαιτιότητας τεκμαίρεται, και ως εκ τούτου ο υπεύθυνος επεξεργασίας, προκειμένου να απαλλαγεί από την ευθύνη του, έχει το βάρος να αποδείξει ότι ανυπαίτια αγνοούσε τα θεμελιωτικά του πταίσματός του πραγματικά γεγονότα. Περαιτέρω, ως προς την έννοια του "προσωπικού δεδομένου", αυτή προσδιορίζεται από το νόμο, ως "κάθε πληροφορία, που αναφέρεται στο υποκείμενο των δεδομένων". Από τη διάταξη αυτή, συνδυαζόμενη και με τις λοιπές του άρθρου 2 του Ν. 2472/1997, που έχουν εφαρμογή στην προκειμένη περίπτωση, καθόσον ο κρίσιμος χρόνος είναι πριν την έναρξη ισχύος του Ν 4624/2019 (ΦΕΚ Α 137/29-8-2019) "Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, μέτρα εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 και άλλες διατάξεις" (ΑΠ 645/2021), προκύπτει ότι, για να εμπίπτει η "πληροφορία" αυτή στην έννοια του προσωπικού δεδομένου, θα πρέπει να συνδέεται άμεσα με το υποκείμενο και τις, προσωπικού χαρακτήρα, ιδιότητες ή εκδηλώσεις αυτού, οι οποίες δεν είναι επιδεκτικές δημοσιοποίησης (διάδοσης), εκτός εάν το ίδιο το "υποκείμενο" συγκατατεθεί σ' αυτό και στις οποίες το ίδιο έχει δικαίωμα γνώσης και πληροφόρησης (ΑΠ 37/2024, ΑΠ 860/2022, ΑΠ 1992/2022, ΑΠ 645/2021, ΑΠ 186/2020). Από τις διατάξεις που προαναφέρθηκαν προκύπτει ότι με το Ν. 2472/1997 οριοθετείται η έκταση προστασίας των αντιτιθέμενων αγαθών της προσωπικότητας (ως προς την έκφανση της πληροφοριακής αυτοδιάθεσης και ιδιωτικότητας του ατόμου) και της πληροφοριακής ελευθερίας του (του δικαιώματος του προσώπου να πληροφορεί και να πληροφορείται). Η ρύθμιση του Ν. 2472/1997 συμπληρώνει το προϋπάρχον αυτού νομικό πλαίσιο (άρθρο 2 § 1, 5 § 1, 9 § 1 εδ. 2 και 19 του Συντάγματος, 57 ΑΚ, 362, 363 ΠΚ κ.λπ.), συγκεκριμενοποιεί τον ευρύτερο κανόνα προστασίας της προσωπικότητας του άρθρου 57 ΑΚ και διευρύνει την έννοια των παρανόμων προσβολών της προσωπικότητας σε σχέση με το άρθρο 57 ΑΚ, ώστε να θεωρείται - κατ' αρχήν - απαγορευμένη κάθε επέμβαση στα προσωπικά δεδομένα άλλου (ευμενή ή δυσμενή), χωρίς την τήρηση ορισμένων διατυπώσεων, που τάσσονται από τις διατάξεις του νόμου (ΑΠ 645/2021). Τέλος, από τις διατάξεις του προαναφερθέντος άρθρου 23 §§ 1 και 2, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 914 και 932 ΑΚ, προκύπτει ότι φορέας της σχετικής αξίωσης για χρηματική ικανοποίηση είναι αυτός που υπέστη άμεσα την ηθική βλάβη, δηλαδή το, κατά τις διατάξεις του Ν. 2472/1997, υποκείμενο των προσωπικών δεδομένων. Έτσι, τρίτα πρόσωπα που θίγονται έμμεσα από τις παραβάσεις του Ν. 2472/1997, ως προς το υποκείμενο των δεδομένων, δεν καθίστανται και αυτά φορείς της προβλεπόμενης από το νόμο τούτο σχετικής αξίωσης για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, διότι τα πρόσωπα αυτά βρίσκονται εκτός του πεδίου προστασίας του περί προσωπικών δεδομένων νόμου αυτού [ΑΠ 1284/2017, ΑΠ 1257/2005, ΑΠ 1567/2010 (ποινική), ΑΠ 10/2011 (ποινική)].

Γ. Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 § 1 εδ. α' του ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται μόνο, αν παραβιάσθηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών, αδιάφορο αν πρόκειται για νόμο ή έθιμο ελληνικό ή ξένο, εσωτερικού ή διεθνούς δικαίου. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται αν δεν εφαρμοσθεί, ενώ συνέτρεχαν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του, ή εάν εφαρμοσθεί, ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και εάν εφαρμοσθεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε ως ψευδής ερμηνεία του κανόνα δικαίου, δηλαδή όταν το δικαστήριο της ουσίας προσέδωσε σε αυτόν έννοια διαφορετική από την αληθινή, είτε ως κακή εφαρμογή, ήτοι εσφαλμένη υπαγωγή σ' αυτόν των περιστατικών της ατομικής περίπτωσης που καταλήγει σε εσφαλμένο συμπέρασμα με τη μορφή του διατακτικού (ΟλΑΠ 1/2016, ΟλΑΠ 2/2013, ΟλΑΠ 7/2006). Με τον παραπάνω λόγο αναίρεσης ελέγχονται τα σφάλματα του δικαστηρίου της ουσίας κατά την εκτίμηση της νομικής βασιμότητας της αγωγής και των ισχυρισμών (ενστάσεων) των διαδίκων, καθώς και τα νομικά σφάλματα του ανωτέρω δικαστηρίου κατά την έρευνα της ουσίας της διαφοράς. Στην τελευταία δε περίπτωση, η παραβίαση του κανόνα αυτού ελέγχεται από τον Άρειο Πάγο αποκλειστικά και μόνο με βάση τα πραγματικά περιστατικά που δέχεται το δικαστήριο της ουσίας ότι αποδείχθηκαν ή ότι δεν αποδείχθηκαν (ΑΠ 5/2024, ΑΠ 56/2022, ΑΠ 109/2020, ΑΠ 319/2017).

ΙΙΙ. Στην προκειμένη περίπτωση, με τον πρώτο λόγο της αναίρεσης, ο αναιρεσείων Σύλλογος προσάπτει στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια από το άρθρο 559 αρ. 1 του ΚΠολΔ. Ειδικότερα, κατά τις αιτιάσεις του αναιρεσείοντος, η προσβαλλόμενη απόφαση δεχόμενη ότι ο δεύτερος και τρίτη των αναιρεσίβλητων, που ασκούσαν κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα τη γονική μέριμνα της ανήλικης (τότε) πρώτης αναιρεσίβλητης, δικαιούνται χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, παραβίασε τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 914 και 932 του ΑΚ, δεδομένου ότι οι παραλείψεις του αναιρεσείοντος που δέχθηκε ότι συνέβησαν εκ μέρους των προστηθέντων του αναιρεσείοντος, έγιναν σε βάρος της πρώτης αναιρεσίβλητης και ως εκ τούτου οι δεύτερος και τρίτη των αναιρεσίβλητων εμμέσως ζημιώθηκαν και συνεπώς δεν νομιμοποιούνται να αξιώσουν εξ ιδίου δικαίου χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης.

Στην προκειμένη περίπτωση, το Εφετείο Αθηνών, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, μετ' ανέλεγκτη εκτίμηση των αποδείξεων, δέχθηκε τα ακόλουθα: "Σύμφωνα με το άρθρο μόνο του Ν. 3511/1956 (ΦΕΚ A 167/28.7.1956) επιτράπηκε η ίδρυση Γερμανικού Νηπιαγωγείου, Δημοτικού Σχολείου και πλήρους Γυμνασίου (Γυμνασίου - Λυκείου πλέον) στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 4862/1931, ισότιμων με τα ιδιωτικά σχολείου που λειτουργούν στο ελληνικό κράτος, επ' ονόματι του εναγόμενου νομικού φορέα Συλλόγου Γερμανικής Σχολής Αθηνών. Η Γερμανική Σχολή Αθηνών (εφεξής Γ.Σ.Α.), που ενδιαφέρει στην υπό κρίση υπόθεση, είχε μέχρι το σχολικό έτος 2012 - 2013 ένα ελληνικό τμήμα και ένα γερμανικό, ενώ πλέον από το σχολικό έτος 2015 - 2016 ξεκίνησε η ενοποίηση των δυο τμημάτων, γερμανικού και ελληνικού, σε ένα Σχολείο με κοινό απολυτήριο το γερμανικό διεθνές απολυτήριο DIA, η οποία ολοκληρώθηκε κατά το σχολικό έτος 2021 - 2022. Ενόψει του ιδιαίτερου χαρακτήρα του Σχολείου είναι ενισχυμένο το πρόγραμμα διδασκαλίας των γερμανικών, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπει η ελληνική νομοθεσία, ενώ πολλά από τα μαθήματα διδάσκονται στη γερμανική γλώσσα και η επικοινωνία των μαθητών με μεγάλο μέρος των καθηγητών γίνεται στα γερμανικά, οπότε το επίπεδο γνώσης των μαθητών στα γερμανικά πρέπει να είναι υψηλό. Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 1 του Ν. 682/1977 κάθε ιδιωτικό σχολείο από την έναρξη του σχολικού έτους 1978-1979 είχε υποχρέωση να καταρτίσει εγκεκριμένο "Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας" στον οποίο να αναφέρονται τα θέματα οργάνωσης και λειτουργίας αυτού, οι όροι υπό τους οποίους γίνονται δεκτοί οι μαθητές, καθώς και οι οικονομικές και λοιπές υποχρεώσεις των γονέων των μαθητών, θέματα και όροι για τους οποίους πρέπει να ενημερώνονται αναλυτικά πριν την εγγραφή του τέκνου τους σε οποιοδήποτε τμήμα του Σχολείου (προσυμβατικό στάδιο). Τέλος, ο Γενικός Διευθυντής της Γερμανικής Σχολής Αθηνών, διορίζεται από το Γερμανικό Υπουργείο Εξωτερικών, έχει την ευθύνη λειτουργίας της Σχολής και ασκεί την αρμοδιότητά του στο σύνολο του προσωπικού και των μαθητών και των δύο τμημάτων. Από τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 1, 4 και 5 παρ. 1 του Ν. 4862/1931 "Περί των ξένων Σχολείων" προκύπτει ότι τα ξένα σχολεία εξομοιώνονται με τα ελληνικά ιδιωτικά σχολεία και διέπονται καταρχήν από τη σχετική για την ιδιωτική εκπαίδευση νομοθεσία. Από τις παραπάνω διατάξεις συνάγεται ότι τα θέματα λειτουργίας της Γερμανικής Σχολής Αθηνών διέπονται από την ελληνική νομοθεσία για την ιδιωτική εκπαίδευση και δη το Ν. 682/1977 "Περί ιδιωτικών σχολείων γενικής εκπαίδευσης και σχολικών οικοτροφείων" και από το Ν. 4862/1931 "Περί των ξένων σχολείων". Κατά το σχολικό έτος 2011 - 2012, δεδομένου ότι λειτουργούσαν ξεχωριστά τα δύο τμήματα της Γ.Σ.Α. (ελληνικό - γερμανικό) οι μαθητές της Δημοτικής Εκπαίδευσης, που προέρχονταν από άλλα σχολεία (ιδιωτικά και δημόσια) προκειμένου να εγγραφούν στην Α' τάξη του Γυμνασίου του ελληνικού τμήματος της Γ.Σ.Α. έπρεπε να υποβληθούν στη διαδικασία εισαγωγικών εξετάσεων σύμφωνα με τον Κανονισμό Λειτουργίας της Σχολής, γι' αυτό το σκοπό στην ιστοσελίδα της Γ.Σ.Α. στο διαδίκτυο (...) και για το επερχόμενο σχολικό έτος 2011-2012 ήταν αναρτημένες οι εξής πληροφορίες, σύμφωνα με τον Κανονισμό του Προπαρασκευαστικού Τμήματος της Γ.Σ.Α. (V-Kurs), ο οποίος αποτελεί μέρος του Κανονισμού Λειτουργίας της Σχολής: (α) Οι μαθητές της Α' Γυμνασίου της Γ.Σ.Α. επιλέγονται κάθε χρόνο μετά από εξετάσεις στη γερμανική γλώσσα, (β) αναγκαία προϋπόθεση συμμετοχής στις εξετάσεις αυτές είναι η παρακολούθηση από τους μαθητές μονοετούς προπαρασκευαστικού τμήματος (V-Kurs), (γ) τα μαθήματα αυτά οργανώνονται και πραγματοποιούνται στον χώρο της Γ.Σ.Α., από δικούς της καθηγητές, δύο φορές την εβδομάδα, σε προκαθορισμένες απογευματινές ώρες, μετά το πέρας των σχολικών υποχρεώσεων των υποψηφίων μαθητών της ΣΤ' Δημοτικού στα δικά τους σχολεία, (δ) οι μαθητές αυτοί καλούνται κατά τη διάρκεια παρακολούθησης του προπαρασκευαστικού τμήματος να γράψουν τρία διαγωνίσματα, ο μέσος όρος της βαθμολογίας των οποίων αποτελεί το 50% του τελικού τους βαθμού, με βάση τον οποίο κρίνεται αν η συμμετοχή τους στις εξετάσεις είναι επιτυχής ή όχι, (ε) το υπόλοιπο 50% του τελικού βαθμού αποτελεί η επίδοση του μαθητή στην τελική εξέταση εφ' όλης της εξεταστέας ύλης κατά το δεύτερο στάδιο των εξετάσεων τον μήνα Μάιο, (στ) η εισαγωγή στη Γ.Σ.Α. γίνεται μόνο με βάση τη συνολική βαθμολογία των ως άνω εξετάσεων, (ζ) τριάντα μαθητές των οποίων οι γραπτές επιδόσεις δεν προσφέρουν σαφή εικόνα για το αν μπορούν με το επίπεδο γνώσης τους της γερμανικής γλώσσας να ανταπεξέλθουν στη φοίτησή τους στην Γ.Σ.Α. εξετάζονται μετά το τελικό διαγώνισμα του Μάΐου και προφορικά, ώστε να καλυφθούν τυχόν εναπομείνασες θέσεις στο Ελληνικό Τμήμα της Σχολής, (η) στο Ελληνικό Τμήμα του Γυμνασίου της Γ.Σ.Α. γίνονται δεκτοί οι 81 μαθητές με την καλύτερη βαθμολογία. Η πρώτη ενάγουσα Α. Δ., κατά το σχολικό έτος 2011 - 2012 ήταν μαθήτρια της ΣΤ' Δημοτικού άλλου ιδιωτικού σχολείου και συγκεκριμένα της Ελληνογερμανικής Αγωγής. Επιθυμώντας τόσο οι γονείς της (δεύτερος και τρίτη των εναγόντων), ως ασκούντες τη γονική μέριμνα αυτής κατά τον ως άνω χρόνο, όσο και η ίδια η μαθήτρια, να συνεχίσει τη φοίτησή της στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση στο Γυμνάσιο του ελληνικού τμήματος της Γ.Σ.Α., και προκειμένου να ενημερωθούν για τη διαδικασία εισαγωγής της ανήλικης τότε θυγατέρας τους στην Α' Γυμνασίου της Σχολής, οι δεύτερος και τρίτη ενάγοντες, γονείς της, έλαβαν μέρος τον Μάιο του έτους 2011 σε ενημερωτική συνάντηση των γονέων με τους εκπροσώπους του εναγόμενου Συλλόγου επ' ονόματι του οποίου έχει ιδρυθεί δυνάμει του Ν. 3511/1956 (ΦΕΚ 167/28.7.1956) η Γερμανική Σχολή Αθηνών. Κατά τη συνάντηση αυτή έλαβαν τις ως άνω πληροφορίες, οι οποίες είναι και οι μόνες που δόθηκαν προς τους γονείς των υποψηφίων μαθητών στη συνάντηση αυτή και οι οποίες ήταν αναρτημένες και στην ιστοσελίδα της Γ.Σ.Α. στο διαδίκτυο (...) για το επερχόμενο σχολικό έτος 2011 - 2012. Η διχογνωμία που επικρατεί μεταξύ των διαδίκων στη συγκεκριμένη υπόθεση αν ανακοινώθηκε στους γονείς, στο παρόν στάδιο των διαπραγματεύσεων, η ανακοίνωση ή μη της βαθμολογίας των συμμετεχόντων στις εισαγωγικές εξετάσεις μαθητών, στο σύνολό της ή σε μέρος των εξετάσεων, δεν ασκεί έννομη επιρροή καθώς, σύμφωνα και με τα αναλυτικώς αναφερόμενα στην υπό στοιχείο [IV] νομική σκέψη της παρούσας, η πληροφόρηση των μαθητών και των κηδεμόνων τους για την βαθμολογία τους στις συγκεκριμένες εξετάσεις (όπως και για όλες τις εξετάσεις) καθιερώνεται ευθέως από το Ν. 2472/1997 και το Σύνταγμα και οποιοσδήποτε αντίθετος όρος, που περιέχεται στον Κανονισμό της Γ.Σ.Α. (καθώς και οποιουδήποτε ιδιωτικού ή δημόσιου φορέα) είναι παράνομος και καταχρηστικός. Οι μαθητές και οι κηδεμόνες τους, που ασκούν τη γονική τους μέριμνα, έχουν δικαίωμα πληροφόρησης των αποτελεσμάτων των εξετάσεων και τη βαθμολόγηση των γραπτών και προφορικών διαδικασιών σε περίπτωση σχολικών εξετάσεων σε ιδιωτικά ή δημόσια (πρότυπα) σχολεία και των πανελλαδικών εξετάσεων εισαγωγής στα Πανεπιστήμια, κατά τον ίδιο τρόπο που έχουν δικαίωμα πληροφόρησης και οι υποψήφιοι οποιονδήποτε εξετάσεων [π.χ. οι υποψήφιοι των εξετάσεων εισαγωγής στον Δημόσιο Τομέα (ΑΣΕΠ)], προκειμένου να μπορέσουν να ασκήσουν είτε οι ενήλικες συμμετέχοντες εξεταζόμενοι, είτε, στην περίπτωση των ανηλίκων μαθητών, οι κηδεμόνες τους, τα νόμιμα δικαιώματά τους (αναβαθμολόγηση γραπτών, αιτήσεις ακυρώσεως κλπ). Ο ισχυρισμός του εναγομένου, ότι για λόγους ευγενούς άμιλλας μεταξύ των μαθητών, και κατά τον Κανονισμό της Γ.Σ.Α. δεν επιτρέπεται η ανακοίνωση των βαθμολογιών, παραβιάζει το δικαίωμα των μαθητών και των κηδεμόνων τους να ασκήσουν τα ως άνω νόμιμα δικαιώματά τους, γεγονός το οποίο σαφώς υπερτερεί του δικαιώματος της Σχολής να καθορίζει τους όρους λειτουργίας της με τον εσωτερικό Κανονισμό της και τον κανονισμό του επίδικου προπαρασκευταστικού τμήματος (V-Kurs). Σαφής ως προς τα ανωτέρω είναι και η υπ' αριθ. πρωτ. ....2012 απάντηση της Διεύθυνσης Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Β' Αθήνας, της Περιφερειακής Διεύθυνσης Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Αττικής του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων Πολιτισμού και Αθλητισμού, στην οποία απευθύνθηκαν ως εποπτεύουσα Αρχή οι γονείς της πρώτης ενάγουσας με την από 18.9.2012 εξώδικη αναφορά τους. Σύμφωνα με την ως άνω απόφαση και αφού ελήφθησαν υπόψιν από την αρμόδια Διεύθυνση οι έγγραφες εξηγήσεις της Σχολής, τις οποίες συνέταξε η Διευθύντρια του Γυμνασίου Α. Κ., η Γ.Σ.Α. έχει τη δυνατότητα να αποφασίζει τη διαδικασία εισαγωγής των μαθητών στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, ταυτόχρονα όμως οφείλει να παρέχει το δικαίωμα σε κάθε υποψήφιο να πληροφορείται τη βαθμολογία και τη θέση που κατέλαβε (βλ. σελ. 2 της προσκομιζόμενης απόφασης, καθώς και αντίστοιχες αποφάσεις της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα για παρόμοιες περιπτώσεις υποψηφίων σε εξετάσεις, με αριθ. .../2006, .../2006 και την υπ' αριθ. .../2011 Γνωμοδότηση του ΝΣΚ). Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι κατά την προαναφερόμενη συγκέντρωση δεν ανακοινώθηκε στους γονείς ότι σύμφωνα με τον Κανονισμό της Σχολής, ο Διευθυντής της Γ.Σ.Α. διατηρούσε κατά το επίδικο χρονικό διάστημα το αποκλειστικό δικαίωμα να μην επιτρέψει την εγγραφή ενός μαθητή στην Α' Γυμνασίου παρά την επιτυχία του στις εισαγωγικές εξετάσεις. Ο ως άνω όρος, ο οποίος αναγράφονταν κατά το επίδικο χρονικό διάστημα στον Εσωτερικό Κανονισμό της Γ.Σ.Α., γνώση του οποίου λάμβαναν οι κηδεμόνες των μαθητών μόνο μετά την επιτυχία των υποψηφίων κατά τις εισαγωγικές εξετάσεις και μετά την εγγραφή των μαθητών στο Σχολείο, ήταν ουσιώδης και μπορούσε να ασκήσει επιρροή στην απόφαση των γονέων της πρώτης ενάγουσας Α. Δ. τόσο για την εγγραφή της ή μη στο προπαρασκευαστικό τμήμα της Γ.Σ.Α. (V-Kurs), όσο και για τη γενικότερη συμμετοχή της στις άνω εισαγωγικές εξετάσεις, καθώς άπτονταν στη διαφάνεια και την αντικειμενικότητα της διαδικασίας εισαγωγής των υποψηφίων μαθητών στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (ελληνικό τμήμα) της Σχολής. Και είναι δεδομένο, ότι κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων, ήτοι κατά την ενημέρωση των γονέων για τη συγκεκριμένη διαδικασία, η υποχρέωση ανακοίνωσης του συγκεκριμένου όρου ήταν επιβεβλημένη από την καλή πίστη και τα συνάδοντα προς αυτήν συναλλακτικά ήθη, προς παροχή διασαφητικών πληροφοριών και εξηγήσεων για τους παράγοντες που καθορίζουν την επιτυχία και την εγγραφή των μαθητών στη Γ.Σ.Α., ήτοι εκείνων που μπορούν να ασκήσουν επιρροή στην απόφαση του άλλου, και συγκεκριμένα των δεύτερου και τρίτης των εναγόντων στη συγκεκριμένη περίπτωση.

Συνεπώς, για την εισαγωγή των μαθητών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση της Γ.Σ.Α. κατά το επίδικο χρονικό διάστημα υπήρχαν στην πραγματικότητα οι εξής όροι (α) παρακολούθηση του ως άνω προπαρασκευαστικού τμήματος (V-Kurs), (β) συμμετοχή και επιτυχία στη διαδικασία των εισαγωγικών εξετάσεων, (γ) τελική έγκριση των επιτυχόντων από τον Διευθυντή Γ.Σ.Α. Ο τελευταίος ουσιώδης όρος ουδέποτε γνωστοποιήθηκε, με οποιονδήποτε τρόπο, στους γονείς των υποψηφίων μαθητών, όπως προκύπτει από τις ένορκες καταθέσεις όλων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης, κατά το στάδιο της ενημέρωσης και των προπαρασκευαστικών συζητήσεων με τους υπεύθυνους της Γ.Σ.Α., ήτοι κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων, πριν την εγγραφή των μαθητών, μεταξύ των οποίων και η πρώτη ενάγουσα Α. Δ., στο Τμήμα V-Kurs. Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα προέκυψε ότι το συγκεκριμένο προπαρασκευαστικό τμήμα κατά το επίδικο χρονικό διάστημα λειτουργούσε χωρίς την απαιτούμενη άδεια από το ΥΠΕΠΘ, κατά τα αναλυτικώς αναφερόμενα στην υπό στοιχείο... νομική σκέψη της παρούσας, στοιχείο το οποίο περιήλθε εις γνώσιν των δεύτερου και τρίτης των εναγόντων, κατόπιν σχετικής εξώδικης δήλωσης - αναφοράς προς την αρμόδια Διεύθυνση του ΥΠΕΠΘ για τη διαδικασία των ως άνω εισαγωγικών εξετάσεων της Γ.Σ.Α. και την γνωστοποίηση της βαθμολογίας της πρώτης ενάγουσας θυγατέρας τους σε αυτές, όπως θα αναφερθεί αναλυτικώς κατωτέρω. Κατόπιν των νομίμων ενεργειών της εποπτεύουσας αρχής του ΥΠΕΠΘ συντάχθηκε το με ημερομηνία 24.12.2012 πόρισμα σχετικά με τη λειτουργία του ως άνω Προπαρασκευαστικού Τμήματος της Γ.Σ.Α., σύμφωνα με το οποίο το συγκεκριμένο Τμήμα λειτούργησε νόμιμα κατόπιν της απαιτούμενης αδείας κατά τα σχολικά έτη 1985-1986 και 1986-1987, καθώς σύμφωνα με την άποψη της Γ.Σ.Α., όπως αυτή εκτέθηκε στις με αριθ. πρωτ. ....2012 έγγραφες εξηγήσεις της προς την εποπτεύουσα Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Β' Αθηνών του ΥΠΕΠΘ, για τη λειτουργία του ως άνω Τμήματος δεν απαιτούνταν σχετική άδεια. Δεδομένου, δε, ότι σύμφωνα με το ως άνω πόρισμα ήταν απαραίτητη η ως άνω άδεια κατά τις διατάξεις των άρθρων 11 παρ. 3, 68 παρ. 6 του Α.Ν. 2545/1940 και η παροχή των παραπάνω μαθημάτων έναντι αντιτίμου (1.090 ευρώ) προς τους υποψήφιους μαθητές για τη συμμετοχή τους στις επίδικες εισαγωγικές εξετάσεις παραβίαζε τις διατάξεις του άρθρου 50 του ιδίου ως άνω Α.Ν. (βλ. προσκομιζόμενο μετ' επικλήσεως πόρισμα προκαταρκτικής εξέτασης), η Γ.Σ.Α. με το από 3.6.2013 έγγραφό της ανακοίνωσε προς τους υποψηφίους των εισαγωγικών εξετάσεων στο Γυμνάσιο του Ελληνικού Τμήματός της, την κατάργηση του άνω προπαρασκευαστικού τμήματος (V-Kurs), η παρακολούθηση του οποίου κατά τα προηγούμενα σχολικά έτη, μεταξύ των οποίων και το επίδικο σχολικό έτος 2011 - 2012, αποτελούσε προαπαιτούμενο για τη συμμετοχή όλων των μαθητών στις εισαγωγικές εξετάσεις, τροποποιώντας κατ' αυτόν τον τρόπο τον από 15.1.2013 Κανονισμό Λειτουργίας του συγκεκριμένου Τμήματος (βλ. προσκομιζόμενα μετ' επικλήσεως από 15.1.2013 Κανονισμό Λειτουργίας Προπαρασκευαστικού Τμήματος V-Kurs και από 3.6.2013 έγγραφη ανακοίνωση για την Εισαγωγή στο Γυμνάσιο του ελληνικού τμήματος της Γ.Σ.Α.). Για τη νομιμότητα ή μη της λειτουργίας του ως άνω προπαρασκευαστικού Τμήματος της Γ.Σ.Α. ουδεμία ενημέρωση υπήρξε προς τους γονείς των μαθητών κατά την προαναφερόμενη συνάντηση του μηνός Μαΐου 2011. Στη συνέχεια αποδείχθηκε, ότι οι γονείς της πρώτης ενάγουσας, (α) κατόπιν της ενημέρωσης που είχαν κατά την προαναφερόμενη συνάντηση γονέων από τους υπεύθυνους της Γ.Σ.Α., μη έχοντας ενημερωθεί για τα ανωτέρω αναλυτικώς αναφερόμενα ουσιώδη στοιχεία, και πειθόμενοι στις διαβεβαιώσεις των προστηθέντων της Γ.Σ.Α., ότι η ως άνω διαδικασία είναι αδιάβλητη και η επιλογή των μαθητών για τη φοίτησή τους στο Γυμνάσιο του Ελληνικού Τμήματος της Σχολής γίνεται με απόλυτα διαφανή και αντικειμενικά κριτήρια και μόνο με βάση τις επιδόσεις τους στις εισαγωγικές εξετάσεις, (β) θεωρώντας ότι μετά την παρακολούθηση του νόμιμα λειτουργούντος προπαρασκευαστικού τμήματος της Σχολής, τη συμμετοχή της κόρης τους στις εισαγωγικές εξετάσεις και με μοναδικό κριτήριο την βαθμολογία που θα λάμβανε κατά τα επιμέρους στάδια αυτών, (γ) γνωρίζοντας το μαθητικό επίπεδο του παιδιού τους, την πειθαρχία στη μελέτη της γερμανικής γλώσσας την οποία μάθαινε από τα νηπιακά της χρόνια ως μαθήτρια της Ελληνογερμανικής Αγωγής, στην οποία είχε άριστες επιδόσεις, και τις ικανότητές της γενικότερα ως μαθήτριας, θεωρώντας ότι ήταν πιθανή η επιτυχία της και η εισαγωγή της στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση της Γ.Σ.Α., την οποία το ίδιο το παιδί επιθυμούσε και αυτοί ενέκριναν ως κηδεμόνες του, λόγω του υψηλού επιπέδου εκπαίδευσης που παρέχει στους μαθητές της, αποφάσισαν και συμβλήθηκαν με το εναγόμενο Σχολείο και ενέγραψαν την πρώτη ενάγουσα στο προαναφερόμενο προπαρασκευαστικό τμήμα (V-Kurs), η παρακολούθηση του οποίου ήταν προαπαιτούμενο για τη συμμετοχή της στις ως άνω εισαγωγικές εξετάσεις, καταβάλλοντας ως δίδακτρα το ποσό των 1.090 ευρώ. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι η πρώτη ενάγουσα παρακολούθησε ανελλιπώς καθ' όλη τη διάρκεια του σχολικού έτους 2011-2012 το ως άνω προπαρασκευαστικό τμήμα της Γ.Σ.Α και έλαβε επιτυχώς μέρος σε όλες τις εξετάσεις που έλαβαν χώρα την 21.11.2011, 23.1.2012, 19.3.2012 και η τελική (γενική) την 4.5.2012 με βαθμολογία, για τα τρία πρώτα διαγωνίσματα 16 - 18 - 15, αντίστοιχα, ήτοι ο Μ.Ο. του 50% της τελικής της βαθμολογίας ήταν 15,7, όπως συνομολογεί και το εναγόμενο Σχολείο. Μετά την ολοκλήρωση των γραπτών εξετάσεων, στις 21.5.2012 η Γ.Σ.Α. ενημέρωσε με σχετική επιστολή της, τους ενάγοντες γονείς της μαθήτριας ότι η τελευταία έπρεπε να δώσει και προφορικές εξετάσεις στις 28.5.2012, καθώς η επίδοσή της δεν ήταν σαφής για την επάρκειά της στην παρακολούθηση της Σχολής. Κατά το στάδιο δε αυτό δεν ανακοινώθηκε στους γονείς και στη μαθήτρια (ί) ο τελικός βαθμός της τελευταίας στο τέταρτο και σημαντικότερο από απόψεως βαθμολογίας διαγώνισμα εφ: όλης της διδακτέας ύλης και (ιι) το βαθμολογικό όριο μεταξύ των μαθητών που πέτυχαν στις γραπτές εξετάσεις και των παιδιών που έπρεπε να προχωρήσουν στις προφορικές εξετάσεις, μεταξύ των οποίων και η πρώτη ενάγουσα. Παρ' όλα αυτά, η τελευταία συμμετείχε στις προφορικές εξετάσεις και στις 29.5.2012 οι δεύτερος και τρίτη ενάγοντες ενημερώθηκαν από την Γ.Σ.Α., ότι η κόρη τους είχε αποτύχει στις εξετάσεις και κρίθηκε ανεπαρκής για την παρακολούθηση του Ελληνικού Τμήματος της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της εναγόμενης Σχολής. Οι γονείς της πρώτης ενάγουσας, λαμβάνοντας υπόψη τους το γεγονός ότι η κόρη τους φοιτούσε σε γερμανικό σχολείο από το νηπιαγωγείο, τις διαβεβαιώσεις των καθηγητών της στη γερμανική γλώσσα ότι το γνωστικό της αντικείμενο για την ηλικία της ήταν σε πολύ καλό επίπεδο, σε συνδυασμό με την ανελλιπή φοίτησή της στο άνω υποχρεωτικό προπαρασκευαστικό τμήμα της ίδιας της Γ.Σ.Α., τη βαθμολογία της στα τρία πρώτα διαγωνίσματα που ο μέσος όρος της μπορούσε με βάση τις προηγούμενες χρονιές να διασφαλίσει την εισαγωγή της στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση της συγκεκριμένης Σχολής, και τις ικανότητες και την προσπάθεια του παιδιού τους, ζήτησαν στις 30.5.2012 ως ασκούντες την επιμέλεια και τη γονική μέριμνα της τότε ανήλικης μαθήτριας και ως νόμιμοι αντιπρόσωποί της να μάθουν τη βαθμολογία της τόσο στο τέταρτο (τελικό) διαγώνισμα, όσο και στην προφορική διαδικασία ενώπιον της Επιτροπής της Σχολής, καθώς και τη σειρά των επιτυχόντων (κυρίως του τελευταίου επιτυχόντος τόσο πριν τις προφορικές εξετάσεις, όσο και μετά από αυτές). Κατά την προσωπική συνάντηση που είχε ο δεύτερος ενάγων, πατέρας της μαθήτριας, με τον Διευθυντή της Σχολής T. F., ο τελευταίος αρνήθηκε οποιαδήποτε ενημέρωση, υποστηρίζοντας ότι αυτή είναι η τακτική του Σχολείου και ότι θα έπρεπε να αρκεστεί στην ανακοίνωση των ονομάτων των επιτυχόντων, που γινόταν με ανάρτηση στον πίνακα ανακοινώσεων της Σχολής κατ' απόλυτη αλφαβητική σειρά, και όχι κατά σειρά επιτυχίας, προκειμένου να μην δημιουργείται κλίμα ανταγωνισμού μεταξύ των επιτυχόντων κατά τη φοίτησή τους στο Γυμνάσιο, κανόνες τους οποίους επιβεβαίωσε και ο υπεύθυνος των εισαγωγικών εξετάσεων κ. F. Ο τελευταίος, αφού διαβεβαίωσε τον δεύτερο ενάγοντα ότι οι επίδικες εισαγωγικές εξετάσεις ήταν αδιάβλητες και χωρίς να του ανακοινώσει την τελική (γραπτή και προφορική) βαθμολογία της πρώτης ενάγουσας - κόρης του, του επανέλαβε ότι είχε αποτύχει κατά τις εισαγωγικές εξετάσεις, χωρίς καμία άλλη διευκρίνηση. Κατόπιν των ανωτέρω, οι γονείς της πρώτης ενάγουσας ξεκίνησαν τις νόμιμες διαδικασίες προκειμένου να πληροφορηθούν αφενός τη βαθμολογία της πρώτης ενάγουσας στις ανωτέρω εξετάσεις και να ελέγξουν το νόμιμο και αδιάβλητο αυτών, δεδομένου ότι για το σκοπό αυτό είχαν καταβάλει αντίστοιχο τίμημα για την παρακολούθηση του ως άνω προπαρασκευαστικού τμήματος και τα σχετικά εξέταστρα. Έτσι, την 31.5.2012 ζήτησαν εγγράφως από το εναγόμενο Σχολείο να τους εγχειρήσει τον πίνακα των αναλυτικών βαθμολογιών όλων των διαγωνισμάτων και των προφορικών εξετάσεων, όλων των μαθητών και να καθοριστεί συγκεκριμένη ημέρα και ώρα κατά την οποία θα προσέρχονταν με πιστοποιημένο καθηγητή της γερμανικής γλώσσας, ώστε να ελέγξουν τα γραπτά της κόρης τους, αλλά και των λοιπών υποψηφίων μαθητών, ώστε να αποδειχθεί αντικειμενικά το βαθμολογικό όριο που το εναγόμενο Σχολείο όρισε ως όριο επιτυχίας, να οριστεί αναβαθμολόγηση των γραπτών της πρώτης ενάγουσας και να γίνει επανεξέταση των προφορικών της εξετάσεων. Δεδομένου ότι το αίτημα γνωστοποίησης των βαθμολογιών όλων των υποψηφίων μαθητών προσέκρουε αρχικά στις απαγορευτικές διατάξεις του νόμου περί προσωπικών δεδομένων, οι προστηθέντες της Γ.Σ.Α., χωρίς να προβούν σε κανέναν άλλον έλεγχο της νομιμότητας ή μη του αιτήματος των γονέων της μαθήτριας ως όφειλαν και όπως αυτός ορίζεται κατά τις διατάξεις του Ν. 2472/1997, σύμφωνα με τα αναλυτικώς αναφερόμενα στην υπό στοιχείο [IV] νομική σκέψη της παρούσας, επικαλούμενοι ότι η βαθμολογία των λοιπών υποψηφίων και η σειρά επιτυχίας τους αφορούσε στα προσωπικά τους δεδομένα, για τα οποία απαιτούνταν η έγγραφη άδεια των κηδεμόνων τους, στους οποίους ουδέποτε απευθύνθηκαν για το αν συναινούν για τη χορήγηση των ως άνω στοιχείων στους αιτούντες - ενάγοντες γονείς της μαθήτριας Α. Δ., εκ των ανωτέρω αιτημάτων των τελευταίων έγινε δεκτό μόνο αυτό που αφορούσε στην απλή επίδειξη του τέταρτου γραπτού της πρώτης ενάγουσας και στην ανακοίνωση της βαθμολογίας του, η οποία έλαβε χώρα την 6.6.2012 από τον ως άνω υπεύθυνο των εισαγωγικών εξετάσεων στον δεύτερο ενάγοντα, παρουσία της καθηγήτριας της Ελληνογερμανικής Αγωγής κ. Σ. Χ. Η βαθμολογία της πρώτης ενάγουσας στο τέταρτο διαγώνισμα ήταν 15, ενώ παραπλεύρως υπήρχε η ένδειξη "86,5", χωρίς άλλη διευκρίνιση επί της αναγωγής αυτής, και ο υπεύθυνος των εισαγωγικών εξετάσεων καθηγητής F. αρνήθηκε εκ νέου, κατά τη συγκεκριμένη συνάντηση, να ενημερώσει τους ενάγοντες γονείς τόσο για το βαθμό της πρώτης ενάγουσας - ανήλικης τότε θυγατέρας τους στις προφορικές εξετάσεις, καθώς και για το όριο της βαθμολογίας που έθεσε η Γ.Σ.Α. για τους επιτυχόντες των γραπτών εξετάσεων, ενώ στο αίτημα του δεύτερου ενάγοντος να λάβει αντίγραφο του τελικού γραπτού της πρώτης ενάγουσας, της οποίας είχε τη γονική μέριμνα, προκειμένου να το ελέγξουν με ακρίβεια με την ως άνω καθηγήτρια των γερμανικών, η απάντηση ήταν και πάλι αρνητική. Κατόπιν αυτών, οι δεύτερος και τρίτη των εναγόντων απευθύνθηκαν εκ νέου με το από 7.6.2012 έγγραφό τους προς το εναγόμενο Σχολείο, και αφού αιτήθηκαν πάλι τα ανωτέρω, έλαβαν στις 8.6.2012 σχετική απαντητική επιστολή με την οποία ο Διευθυντής της Γ.Σ.Α. T. F., αφού εξέφρασε τη συμπάθεια της Γ.Σ.Α. για την αποτυχία της πρώτης ενάγουσας στις εισαγωγικές εξετάσεις, τους διαβεβαίωσε για το αδιάβλητο των εξετάσεων, χωρίς καμία άλλη απάντηση επί των αιτημάτων τους, ευχόμενος η μαθήτρια να μπορέσει να ξεπεράσει την αποτυχία της. Στη συνέχεια, δυνάμει της υπ' αριθ. ....2012 έκθεσης επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών Β. Κ., οι ενάγοντες - γονείς της Α. Δ. κοινοποίησαν στην Γ.Σ.Α., την από 22.6.2012 εξώδικη διαμαρτυρία τους, με την οποία ζήτησαν εκ νέου όλα τα ανωτέρω και επιπλέον να τους χορηγηθεί αντίγραφο του Καταστατικού της Σχολής και του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας της, που να αφορά στις συγκεκριμένες εισαγωγικές εξετάσεις και στη λειτουργία του προπαρασκευαστικού τμήματος της ΓΣΑ, που έχει εγκριθεί από το αρμόδιο Τμήμα του Υπουργείου Παιδείας. Καθώς το εναγόμενο Σχολείο ουδέποτε απάντησε στην ως άνω εξώδικη διαμαρτυρία τους, προχώρησαν στην από 18.9.2012 προαναφερόμενη εξώδικη αναφορά τους για όλα τα ως άνω θέματα και αιτούμενοι όλα τα ανωτέρω στο αρμόδιο Υπουργείο Παιδείας και συγκεκριμένα στην εποπτεύουσα υπηρεσία της Διεύθυνσης Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Τότε, κατόπιν του υπ' αριθ. ....2012 εγγράφου της ως άνω Διεύθυνσης, η Γ.Σ.Α. απέστειλε δυνάμει του υπ' αριθ. ....2012 εγγράφου της, απόσπασμα του εσωτερικού κανονισμού της Σχολής, τον κανονισμό του προπαρασκευαστικού τμήματος και το δελτίο μαθήτριας της θυγατέρας τους, οπότε και πληροφορήθηκαν (α) πως εκτός της βαθμολογίας στις ως άνω εισαγωγικές εξετάσεις για την εισαγωγή των μαθητών στο ελληνικό τμήμα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της Γ.Σ.Α., υπήρχε η ως άνω αναφερόμενη έτερη - δυνητική - προϋπόθεση για την εγγραφή τους, ήτοι του αποκλειστικού δικαιώματος του Διευθυντή της Σχολής, να αρνηθεί την εγγραφή ενός μαθητή στην πρώτη τάξη του Γυμνασίου παρά την επιτυχία του στις εισαγωγικές εξετάσεις, (β) τη βαθμολογία της πρώτης ενάγουσας στις προφορικές εξετάσεις (12) και (γ) διαπίστωσαν, δυνάμει του μεταγενέστερου με αριθ. ....2012 εγγράφου της Διεύθυνσης Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και της υπ' αριθ. πρωτ. ....2012 απάντησης της ίδιας ως άνω Διεύθυνσης, η οποία συνέχισε τον έλεγχο λειτουργίας του συγκεκριμένου προπαρασκευαστικού Τμήματος, ότι για το επίδικο χρονικό διάστημα (σχολικό έτος 2011-2012) δεν είχε χορηγηθεί στο εναγόμενο Σχολείο άδεια εσωτερικού φροντιστηρίου, ούτε άδεια παρέκκλισης, που αποτελούσαν απαραίτητη προϋπόθεση για τη νόμιμη λειτουργία του ως άνω προπαρασκευαστικού τμήματος. Με βάση τα ανωτέρω αποδειχθέντα, τα οποία δεν ανατρέπονται ούτε από τις ένορκες καταθέσεις του Διευθυντή της Γ.Σ.Α. T. F. και της καθηγήτριας αυτής Α. Κ., οι οποίοι περιγράφουν αναλυτικά τη διαδικασία των εισαγωγικών εξετάσεων και επιμένουν στο αδιάβλητο αυτών, χωρίς καμία άλλη ειδικότερη αναφορά ή στοιχείο που να αντικρούει τους βάσιμους ισχυρισμούς των εναγόντων, το εναγόμενο Σχολείο το οποίο υπάγεται στην ελληνική νομοθεσία (Ν.4862/1931, Ν. 682/1977 και Π.Δ, 123/1987) και συνεπώς η αξιολόγηση των μαθητών αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της διδακτικής διαδικασίας, παραβίασε με την ως άνω συμπεριφορά των προστηθέντων υπαλλήλων του, (α) κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων, ήτοι κατά την ενημέρωση των γονέων για τη συγκεκριμένη διαδικασία τον Μάιο του έτους 2011, την υποχρέωση ανακοίνωσης όλων των όρων του κανονισμού της Γ.Σ.Α. που αφορούσαν στη διαδικασία των εισαγωγικών εξετάσεων των υποψηφίων μαθητών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση του ελληνικού τμήματος της Γ.Σ,Α., των οποίων προαπαιτούμενο ήταν η παρακολούθηση του νομίμως λειτουργούντος προπαρασκευαστικού τμήματος (V-Kurs) για την οποία έπρεπε να καταβληθούν τα αντίστοιχα δίδακτρα, συμπεριφορά που είναι επιβεβλημένη από την καλή πίστη και τα συνάδοντα προς αυτήν συναλλακτικά ήθη, προς παροχή διασαφητικών πληροφοριών και εξηγήσεων για τους παράγοντες που καθορίζουν την επιτυχία και την εγγραφή των μαθητών στη Γ.Σ.Α, ήτοι εκείνων που μπορούν να ασκήσουν επιρροή στην απόφαση του άλλου, η παραβίαση της οποίας στοιχειοθετεί ευθύνη κατά τις διαπραγματεύσεις των άρθρων 197, 198 ΑΚ. Η ως άνω δε αμελής συμπεριφορά των προστηθέτων του εναγομένου κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων βρίσκεται κατά τα αναλυτικώς προαναφερόμενα σε αιτιώδη σύνδεσμο με τη ζημία την οποία οι δεύτερος και τρίτη των εναγόντων υπέστησαν από την αθέμιτη συμπεριφορά τους, ενώ η απόκρυψη των ως άνω στοιχείων, και ιδίως της μη νόμιμης λειτουργίας του προπαρασκευαστικού τμήματος η παρακολούθηση του οποίου ήταν υποχρεωτική, έγινε με πρόθεση από τους προστηθέντες του αντισυμβαλλόμενου Σχολείου, καθώς το συγκεκριμένο περιστατικό, αν το γνώριζαν οι γονείς των υποψηφίων μαθητών, μεταξύ των οποίων και οι γονείς της πρώτης ενάγουσας θα τους επηρέαζε στην κατάρτιση της συμβάσεως (εγγραφή των μαθητών στο V-Kurs) και δεν προέβαιναν στην εγγραφή των μαθητών στο συγκεκριμένο τμήμα της Γ.Σ.Α. έναντι διδάκτρων ποσού 1090 ευρώ, γεγονός το οποίο παράλληλα με την ευθύνη από τις διαπραγματεύσεις θεμελιώνει και αξίωση από αδικοπραξία, καθώς συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις των άρθρων 919 και 914 επ. ΑΚ, (β) το δικαίωμα της μαθήτριας - πρώτης ενάγουσας - Α. Δ., και των ασκούντων τη γονική μέριμνα αυτής γονέων της, να πληροφορούνται τις επιδόσεις της στις εξετάσεις που έλαβε μέρος, γεγονός το οποίο συνιστά παραβίαση της προσωπικότητάς της, η οποία προστατεύεται από τα άρθρα 57-59 ΑΚ, αλλά και των προσωπικών της δεδομένων, όπως αυτά ορίζονται και προστατεύονται από το άρθρο 5 του Ν. 2472/1997, καθώς ο κάθε μαθητής έχει δικαίωμα να έχει πρόσβαση και να λαμβάνει γνώση των προσωπικών του δεδομένων (γραπτά δοκίμια και βαθμολογία του, σε γραπτές ή/και προφορικές εξετάσεις) και τις αρχές που καθιερώνονται στα άρθρα 2 και 5Α του Συντάγματος, αντίστοιχα δικαιώματα τα οποία έχουν λόγω της ανηλικότητας της πρώτης ενάγουσας και οι νόμιμοι εκπρόσωποι αυτής γονείς της. Επομένως, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που με την εκκαλουμένη απόφασή του, έκρινε, ότι το εναγόμενο Σχολείο τήρησε όλους τους όρους διαφάνειας και αδιαβλητότητας των επίδικων εισαγωγικών εξετάσεων, για τους οποίους ενημέρωσε πλήρως τους γονείς της πρώτης ενάγουσας μαθήτριας κατά την συγκέντρωση γονέων τον Μάϊο του έτους 2011 (στάδιο διαπραγματεύσεων), δεδομένου μάλιστα ότι όλοι οι όροι ήταν αναρτημένοι στην ιστοσελίδα της Γ.Σ.Α., στο διαδίκτυο, χωρίς καμία αναφορά στο προαναφερόμενο αποκλειστικό διευθυντικό δικαίωμα περί μη εγκρίσεως της εγγραφής στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση επιτυχόντος στις εισαγωγικές εξετάσεις μαθητή, και συνεπώς δεν υπάρχει ευθύνη εκ της συμπεριφοράς των προστηθέντων αυτού κατά τα ανωτέρω κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων, ενώ η μη ανακοίνωση της βαθμολογίας της πρώτης ενάγουσας και η μη επίδειξη και μετέπειτα χορήγηση του τελικού γραπτού της δεν απαιτεί αιτιολογία και η βαθμολόγησή του έγινε κατ' αντικειμενική κρίση η οποία δεν προσβάλει την προσωπικότητα των εναγόντων, σε κάθε δε περίπτωση οι διατάξεις του Ν. 2472/1997 που ενσωμάτωσε το δικαίωμα της πρώτης ενάγουσας και των ασκούντων τη γονική μέριμνα αυτής (λόγω της ανηλικότητάς της κατά τον επίδικο χρόνο) όπως αυτό καθιερώνεται στο άρθρο 12 της Οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995, αφορούν στον έλεγχο του υποκειμένου (μαθήτριας εν προκειμένω) αν τηρήθηκαν από τον υπεύθυνο επεξεργασίας (Σχολείο) οι διαδικασίες θεμιτής επεξεργασίας για τα δεδομένου προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν (βαθμολογία) και ικανοποιείται με μόνη την επίδειξη στον υποψήφιο των γραπτών δοκιμίων του και δεν απαιτείται χορήγηση αντιγράφων, και γενικότερα η αντικειμενικότητα της βαθμολόγησης δεν συνδέεται με το περιεχόμενο και τα αιτήματα της αγωγής, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων και την ορθή εφαρμογή των ως άνω νόμων. Γι' αυτό οι σχετικοί πέμπτος, έκτος και έβδομος λόγοι της έφεσης, οι οποίοι συνέχονται απόλυτα μεταξύ τους, πρέπει να γίνουν δεκτοί. Περαιτέρω, αποδείχθηκε, ότι εκ τη μη νόμιμης λειτουργίας του προπαρασκευαστικού τμήματος (V-Kurs) της Γ.Σ.Α. η παρακολούθηση του οποίου ήταν προαπαιτούμενο για τη συμμετοχή της πρώτης ενάγουσας στις άνω εισαγωγικές εξετάσεις, προκλήθηκε ζημία στους γονείς αυτής (δεύτερο και τρίτη των εναγόντων) οι οποίοι υποχρεώθηκαν στην καταβολή διδάκτρων ποσού 1.090 ευρώ. Το αίτημα των ως άνω εναγόντων για την καταβολή και του συνολικού ποσού των 8.000 ευρώ για τα ιδιαίτερα μαθήματα που παρακολούθησε η πρώτη ενάγουσα σε κατ' οίκον διδασκαλία της από καθηγήτρια της γερμανικής γλώσσας, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμο, καθώς αφενός δεν σχετίζεται αποκλειστικά με την προετοιμασία της για τις συγκεκριμένες εισαγωγικές εξετάσεις, σε κάθε δε περίπτωση τα συγκεκριμένα μαθήματα έγιναν κατ' επιλογήν των γονέων της ανήλικης τότε υποψήφιας, και δεν αποτελούσαν υποχρεωτικό προαπαιτούμενο από τον Κανονισμό του προαπαρασκευαστικού τμήματος της Γ.Σ.Α. Επιπλέον, οι προαναφερόμενες παράνομες και υπαίτιες πράξεις των προστηθέντων του εναγόμενου Σχολείου, έβλαψαν την τιμή και την υπόληψη των εναγόντων (μαθήτριας και γονέων αυτής), προσέβαλαν την προσωπικότητά τους, προκαλώντας τους σημαντική ηθική βλάβη, την πιθανότητα επέλευσης της οποίας όφειλε το εναγόμενο Σχολείο να γνωρίζει. Η ως άνω συμπεριφορά των προστηθέντων του εναγομένου Σχολείου προκάλεσε και προκαλεί ακόμη ψυχική αναστάτωση, στεναχώρια και ψυχική ταλαιπωρία στους ενάγοντες, γεγονότα, που δε θα επέρχονταν, εάν το εναγόμενο δεν προέβαινε (α) στην πλημμελή ενημέρωση των δεύτερου και τρίτης των εναγόντων κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων, ήτοι κατά την ενημέρωση των γονέων για τη συγκεκριμένη διαδικασία τον Μάιο του έτους 2011, και τηρούσε την υποχρέωση ανακοίνωσης όλων των όρων του κανονισμού της Γ.Σ.Α. που αφορούσαν στη διαδικασία των εισαγωγικών εξετάσεων των υποψηφίων μαθητών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση του ελληνικού τμήματος της Γ.Σ.Α, και στην εγγραφή τους σε αυτό, (β) στη νόμιμη λειτουργία του προπαρασκευαστικού τμήματος (V-Kurs) για την υποχρεωτική παρακολούθηση του οποίου έπρεπε να καταβληθούν τα αντίστοιχα δίδακτρα, (γ) στην ικανοποίηση του δικαιώματος της μαθήτριας - πρώτης ενάγουσας - Α. Δ., και των ασκούντων τη γονική μέριμνα αυτής γονέων της, να πληροφορηθούν άμεσα το σύνολο των επιδόσεών της στις εισαγωγικές εξετάσεις (γραπτές και προφορικές), χωρίς να χρειαστεί να προσφύγουν στην εποπτεύουσα Αρχή και να εμπλακούν σε χρονοβόρες, δαπανηρές και κυρίως ψυχοφθόρες διαδικασίες με την υποβολή επανειλημμένων αιτημάτων (προφορικών και γραπτών), τόσο προς την Γ.Σ.Α., όσο και προς τις αρμόδιες υπηρεσίες του ΥΠΕΠΘ, την κατ' επανάληψη αποστολή εξωδίκων-αναφορών και την εμπλοκή τους σε μακροχρόνιους δικαστικούς αγώνες για την ικανοποίηση του αυτονόητου δικαιώματος των μαθητών, όπως και κάθε υποψηφίου, να έχει πρόσβαση και να λαμβάνει γνώση της βαθμολογίας του που αποτελεί προσωπικό του δεδομένο, αντίστοιχα δικαιώματα τα οποία είχαν λόγω της ανηλικότητας της πρώτης ενάγουσας κατά τον επίδικο χρόνο και οι νόμιμοι εκπρόσωποι αυτής - γονείς της. Σημειώνεται ότι κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, η με ημερομηνία 6.6.2012 απαντητική επιστολή του Διευθυντή της Γ.Σ.Α. T. F., η όποια σαφώς δεν αποτελεί προδιατυπωμένο κείμενο, ανεξαρτήτως του ύφους της, κατά περιεχόμενο δεν περιέχει προσβλητικούς και απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς προς το πρόσωπο των εναγόντων, όπως απαιτεί ο νόμος, για την θεμελίωση της προσβολής της προσωπικότητάς τους εκ του περιεχομένου της, αλλά συνεκτιμάται στη γενικότερη συμπεριφορά των προστηθέντων του εναγομένου Συλλόγου της Γερμανικής Σχολής Αθηνών, νομικού φορέα επ' ονόματι του οποίου έχει ιδρυθεί το Σχολείο "Γερμανική Σχολή Αθηνών", απέναντι στους ενάγοντες - γονείς της μαθήτριας Α. Δ. Κατά τα λοιπά, προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστησαν οι ενάγοντες από την ως άνω αναλυτικώς αναφερόμενη συμπεριφορά των προστηθέντων του εναγόμενου απαιτείται εύλογη χρηματική ικανοποίηση. Το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη το νομικό κανόνα του άρθρου 25 Συντ. της "αρχής της αναλογικότητας", που επιβάλλει και στα δικαιοδοτικά όργανα, κατά τη στάθμιση των εκατέρωθεν δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, να λαμβάνουν υπόψη την εκάστοτε αντιστοιχία, μεταξύ των χρησιμοποιούμενων μέσων και του εκάστοτε επιδιωκόμενου σκοπού και σταθμίζοντας όλα τα περιστατικά, που χαρακτηρίζουν τη συγκεκριμένη σχέση και περίπτωση και τις εκφάνσεις της προσωπικότητας των εναγόντων, κατά των οποίων στράφηκε η προσβολή (τιμή, υπόληψη και ιδίως της ανηλικότητας της πρώτης ενάγουσας Α. Δ. που ως μαθήτρια επωμίστηκε το βάρος της προετοιμασίας και της συμμετοχής της σε δύσκολες ξενόγλωσσες εξετάσεις, στις οποίες δεν θα συμμετείχε αν οι γονείς της είχαν ενημερωθεί σύμφωνα με τους κανόνες της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών από τους προστηθέντες του εναγομένου), τη βαρύτητά της και το βαθμό υπαιτιότητας των προστηθέντων του εναγομένου και τη γενικότερη συμπεριφορά αυτών, την καλή κοινωνική και οικονομική θέση των μερών, των συνθηκών και της έκτασης της προσβολής, καθώς και των κανόνων της κοινής πείρας (ΑΠ 1337/2008, δημοσιευμένη στην ΤΝΠ Νόμος), κρίνει, ότι το ποσό της ανάλογης χρηματικής ικανοποίησης της πρώτης ενάγουσας, ήδη ενήλικης φοιτήτριας της Ιατρικής Σχολής του προαναφερόμενου Πανεπιστημίου του Μιλάνου, για την προσβολή της προσωπικότητάς της, ανέρχεται στο ποσό των οκτώ χιλιάδων [8,000,00] ευρώ και των γονέων αυτής, δεύτερου και τρίτης των εναγόντων ανέρχεται για τον καθένα εξ αυτών στο ποσό των πέντε χιλιάδων [5.000.00] ευρώ....

Συνακόλουθα, η υπό κρίση αγωγή, η οποία κρίθηκε νόμιμη κατά τα ανωτέρω αναλυτικώς αναφερόμενα, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή, ως και ουσιαστικά βάσιμη. Στη συνέχεια, πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση, αναγκαίως δε και κατά τη συναρτώμενη με την όλη έκβαση της δίκης διάταξη αυτής περί δικαστικών εξόδων, αφού η δικαστική δαπάνη καθορίζεται εξ υπαρχής ενιαία για αμφοτέρους τους βαθμούς δικαιοδοσίας λόγω της εξαφάνισης της απόφασης, και, αφού κρατηθεί η υπόθεση στο Δικαστήριο αυτό, να δικαστεί εκ νέου η υπό κρίση αγωγή (άρθρο 535 παρ.1 ΚΠολΔ), να γίνει εν μέρει δεκτή ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα και να αναγνωριστεί η υποχρέωση του εναγομένου Σχολείου να καταβάλει (α) στους δεύτερο και τρίτη των εναγόντων το ποσό των χιλίων ενενήντα [1.090] ευρώ διαιρετώς ως αποζημίωση για την υλική ζημία που υπέστησαν εξαιτίας της ως άνω αδικοπρακτικής συμπεριφοράς του, (β) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης στην πρώτη ενάγουσα, το ποσό των οκτώ χιλιάδων [8.000] ευρώ και το ποσό των πέντε χιλιάδων [5.000] ευρώ σε καθένα των λοιπών εναγόντων (δεύτερη και τρίτη αυτών), με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση...". Συμπερασματικά, κατά τις προπαρατεθείσες αναιρετικά ανέλεγκτες παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης, ο αναιρεσείων Σύλλογος, κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων, α) παραβίασε δια των προστηθέντων οργάνων του την υποχρέωση ανακοίνωσης όλων των όρων του Κανονισμού της Γ.Σ.Α. που αφορούσαν στη διαδικασία των εισαγωγικών εξετάσεων των υποψηφίων μαθητών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση του ελληνικού τμήματος της Γερμανικής Σχολής Αθηνών και ειδικότερα την ενημέρωση των γονέων ότι, πλέον των άλλων όρων που ίσχυαν, σύμφωνα με τον Κανονισμό της Σχολής, ο Διευθυντής της Γ.Σ.Α., διατηρούσε κατά το επίδικο χρονικό διάστημα και το αποκλειστικό δικαίωμα να μην επιτρέψει την εγγραφή ενός μαθητή στην Α' Γυμνασίου παρά την επιτυχία του στις εισαγωγικές εξετάσεις και επιπρόσθετα απέκρυψε τη μη νόμιμη λειτουργία του προπαρασκευαστικού τμήματος, η παρακολούθηση του οποίου ήταν υποχρεωτική έναντι διδάκτρων 1.090 ευρώ, που κατέβαλαν ο δεύτερος και τρίτη των αναιρεσίβλητων, με συνέπεια να στοιχειοθετείται ευθύνη του από τις διαπραγματεύσεις των άρθρων 197 και 198 του ΑΚ αλλά και από τα άρθρα 914 και 919 του ΑΚ, επειδή, κατά τις παραδοχές της απόφασης, συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις των παραπάνω άρθρων και β) παραβίασε το δικαίωμα της μαθήτριας - πρώτης ενάγουσας Α. Δ. και των ασκούντων τη γονική μέριμνα αυτής γονέων της, να πληροφορούνται τις επιδόσεις της στις εξετάσεις που έλαβε μέρος, γεγονός το οποίο συνιστά παραβίαση της προσωπικότητάς της, η οποία προστατεύεται από τα άρθρα 57 - 59 ΑΚ, αλλά και των προσωπικών της δεδομένων, όπως αυτά ορίζονται και προστατεύονται από το άρθρο 5 του Ν. 2472/1997, καθώς ο κάθε μαθητής έχει δικαίωμα να έχει πρόσβαση και να λαμβάνει γνώση των προσωπικών του δεδομένων (γραπτά δοκίμια και βαθμολογία του, σε γραπτές ή/και προφορικές εξετάσεις) και τις αρχές που καθιερώνονται στα άρθρα 2 και 5Α του Συντάγματος, αντίστοιχα δικαιώματα τα οποία, όπως δέχθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, έχουν λόγω της ανηλικότητας της πρώτης ενάγουσας και οι νόμιμοι εκπρόσωποι αυτής γονείς της, δεύτερος και τρίτη των αναιρεσίβλητων. Περαιτέρω δε δέχθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση ότι οι παραπάνω πράξεις ήταν παράνομες και υπαίτιες, ότι έβλαψαν την τιμή και την υπόληψη όλων των εναγόντων και προσέβαλαν την προσωπικότητά τους, προκαλώντας τους σημαντική ηθική βλάβη, με συνέπεια να δικαιούνται, προς αποκατάστασή της, εύλογη χρηματική ικανοποίηση, κατ' άρθρο 932 ΑΚ. Στη συνέχεια, με τις παραδοχές αυτές το Μονομελές Εφετείο Αθηνών, δέχθηκε την έφεση των ήδη αναιρεσίβλητων, εξαφάνισε την πρωτόδικη απόφαση, που είχε απορρίψει την ένδικη αγωγή των εναγόντων κατ' ουσία, και αφού κράτησε και δίκασε αυτή, τη δέχθηκε εν μέρει ως κατ' ουσία βάσιμη και αναγνώρισε την υποχρέωση του εναγομένου και ήδη αναιρεσείοντος Συλλόγου να καταβάλει στους δεύτερο και τρίτη των αναιρεσίβλητων, διαιρετώς, το ποσόν των 1.090 ευρώ, στην πρώτη αναιρεσίβλητη το ποσόν των 8.000 ευρώ και σε έκαστον από τους δεύτερο και τρίτη των αναιρεσίβλητων το ποσόν των 5.000 ευρώ, τα τελευταία δε αυτά ποσά (των 8.000 ευρώ και των 5.000 ευρώ) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Με αυτά, όμως, που δέχθηκε και έτσι που έκρινε το Εφετείο, ήτοι ότι ο δεύτερος και τρίτη των αναιρεσίβλητων, που ασκούσαν κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα ως γονείς τη γονική μέριμνα της πρώτης αναιρεσίβλητης, λόγω της ανηλικότητάς της, δικαιούνται χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, υπέπεσε στην αποδιδόμενη με τον πρώτο, από το άρθρο 559 αριθ. 1 του ΚΠολΔ, αναιρετικό λόγο πλημμέλεια αναφορικά με την ερμηνεία και εφαρμογή των, ουσιαστικού δικαίου, διατάξεων των άρθρων 57, 59, 914, 932 ΑΚ και 23 §§ 1 και 2 του Ν. 2472/1997, καθόσον εσφαλμένα δέχθηκε ως νόμιμη την παραπάνω αξίωση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης του δεύτερου και τρίτης των αναιρεσίβλητων. Τούτο δε διότι οι παράνομες και υπαίτιες παραλείψεις των οργάνων του αναιρεσείοντος Συλλόγου έλαβαν χώρα σε βάρος της πρώτης αναιρεσίβλητης, η οποία είναι και η αμέσως ζημιωθείσα από την περιγραφόμενη ως άνω αδικοπρακτική συμπεριφορά και όχι σε βάρος των εναγόντων, οι οποίοι ως γονείς της ανήλικης μόνον αντανακλαστικά υπέστησαν τις δυσμενείς επιπτώσεις της επικαλούμενης αδικοπραξίας και ως εκ τούτου, ως εμμέσως ζημιωθέντες, δεν εμπίπτουν στον προστατευτικό πεδίο του ιδρυτικού της ευθύνης κανόνα του άρθρου 932 του ΑΚ, σύμφωνα και με όσα έχουν εκτεθεί στην υπό στοιχεία ΙΙΑ νομική σκέψη της παρούσας. Επίσης, ο δεύτερος και τρίτη των αναιρεσίβλητων δεν είναι φορείς ούτε της σχετικής αξίωσης για χρηματική ικανοποίηση από την παραβίαση του δικαιώματος της μαθήτριας - πρώτης αναιρεσίβλητης, Α. Δ., να πληροφορείται τις επιδόσεις της στις εξετάσεις που έλαβε μέρος, καθόσον μόνον η τελευταία, ως υποκείμενο των ως άνω προσωπικών δεδομένων είναι η μόνη παθούσα και αμέσως ζημιωθείσα, και συνεπώς, εφόσον υπέστη ηθική βλάβη, είναι η μόνη δικαιούχος να αξιώσει χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αντίθετα, τρίτα πρόσωπα, όπως εν προκειμένω, οι γονείς της ανήλικης μαθήτριας, δεύτερος και τρίτη των αναιρεσίβλητων, οι οποίοι θίγονται έμμεσα από τις παραβάσεις του Ν. 2472/1997 ως προς το υποκείμενο των δεδομένων δεν καθίστανται και αυτά φορείς της προβλεπόμενης από το νόμο τούτο σχετικής αξίωσης για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης (άρθρο 23 §§ 1 και 2 του Ν. 2472/1997), εφόσον, σύμφωνα και με όσα αναφέρονται στην υπό στοιχεία ΙΙΒ νομική σκέψη της παρούσας, τα πρόσωπα αυτά βρίσκονται εκτός του πεδίου προστασίας του περί προσωπικών δεδομένων νόμου αυτού. Το γεγονός δε και μόνον ότι ο δεύτερος και τρίτη των αναιρεσίβλητων ήταν γονείς της ανήλικης, κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα, μαθήτριας και πρώτης αναιρεσίβλητης δεν τους καθιστά εξ αυτού του λόγου φορείς των προσωπικών δεδομένων της, ώστε να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 23 του Ν. 2472/1997 και να δικαιούνται χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, καθόσον είναι εμμέσως και όχι αμέσως ζημιούμενοι. Έτσι, οι δεύτερος και τρίτη των αναιρεσίβλητων, ως εμμέσως ζημιούμενοι τρίτοι εμπίπτουν για την ανόρθωση της έμμεσης ζημίας που υφίστανται από αδικοπραξία, στο προστατευτικό πεδίο του νόμου μόνο στις, μη υφιστάμενες στην προκειμένη περίπτωση, εξαιρετικές περιπτώσεις των άρθρων 928 εδάφιο β' και 929 εδάφιο β του ΑΚ, οι οποίες δεν επιδέχονται ανάλογη εφαρμογή (ΑΠ 243/2011, ΑΠ 8502009, ΑΠ 1918/2005). Εξάλλου, μόνη η ιδιότητα του δεύτερου και τρίτης των αναιρεσίβλητων ως νομίμων εκπροσώπων της πρώτης αναιρεσίβλητης, σε βάρος της οποίας, αναιρετικά ανέλεγκτα δέχθηκε το δικαστήριο της ουσίας, ότι η παραβίαση των προσωπικών της δεδομένων προσβάλλει την προσωπικότητά της και το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμά της για πληροφόρηση, χωρίς έτερα περιστατικά, δεν συνιστά αυτοτελή αδικοπρακτική συμπεριφορά κατευθυνόμενη αμέσως σε βάρος των δύο ως άνω αναιρεσίβλητων, οι οποίοι ως εκ τούτου θεωρούνται εμμέσως ζημιωθέντες.

Συνεπώς, η αξίωση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης του δεύτερου και τρίτης των αναιρεσίβλητων έπρεπε να απορριφθεί από το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, που ερευνά αυτεπαγγέλτως το νόμω βάσιμο της αγωγής και συνακόλουθα ο πρώτος λόγος αναίρεσης πρέπει να γίνει δεκτός ως και κατ' ουσία βάσιμος.

IV. Με τον τρίτο λόγο της αναίρεσης, το αναιρεσείον προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, με την αιτίαση ότι το Εφετείο εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε: α) το άρθρο 11 § 1 του Ν. 682/1977 (σύμφωνα με το οποίο οι όροι υπό τους οποίους γίνονται δεκτοί οι μαθητές σε ιδιωτικά σχολεία τίθενται αποκλειστικά από το ίδιο το ιδιωτικό σχολείο), β) το άρθρο 23 § 1 του Ν. 3748/2009 (σύμφωνα με το οποίο δεν προβλέπεται χορήγηση αντιγράφου της γραπτής εξέτασης στις πανελλαδικές εξετάσεις που είναι δημόσιες) και γ) το άρθρο 5 § 8 του ΠΔ 123/1987 (σύμφωνα με το οποίο προβλέπεται αναβαθμολόγηση γραπτών δοκιμίων μόνον για τις ανακεφαλαιωτικές εξετάσεις περιόδου Ιουνίου καθώς και εκείνων των μαθημάτων, που διδάσκονται κατά το πρώτο ήμισυ του διδακτικού έτους και εξετάζονται κατά τις ανακεφαλαιωτικές εξετάσεις Ιανουαρίου, των δημοσίων και ιδιωτικών γυμνασίων). Ειδικότερα, κατά τις αιτιάσεις του αναιρεσείοντος, σύμφωνα με τον ισχύοντα Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας της Γερμανικής Σχολής, ο οποίος είχε εγκριθεί κατά τα προβλεπόμενα από τον Γενικό Επιθεωρητή Μέσης Εκπαίδευσης, ούτε αναβαθμολόγηση γραπτών, ούτε επανεξέταση των προφορικών εξετάσεων, ούτε χορήγηση αντιγράφου γραπτού δοκιμίου, ούτε χορήγηση πίνακα με βαθμολογίες όλων των υποψηφίων, ούτε χορήγηση όλων των γραπτών των υποψηφίων, ούτε αξιολόγηση των γραπτών όλων των επιτυχόντων ή των υποψήφιων μαθητών από τρίτα πρόσωπα (Καθηγητή της εμπιστοσύνης των αντιδίκων) μη ανήκοντα στο εκπαιδευτικό προσωπικό του αναιρεσείοντος και μη επιφορτισμένα νόμιμα από τον αναιρεσείοντα με το έργο της ουσιαστικής αξιολόγησης των εισακτέων μαθητών στην Α' Γυμνασίου του ελληνικού Τμήματος της Σχολής, ούτε ανακοίνωση βαθμολογικού ορίου προβλέπεται, όπως εσφαλμένα δέχθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, καθόσον, ακόμα και αν ήθελε υποτεθεί αληθής, δεν επιδρά στο διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης, αφού, κατά το μέρος που ενδιαφέρει εδώ, δέχθηκε ανελέγκτως ότι, ανεξαρτήτως των όσων ισχύουν με βάση τις παραπάνω διατάξεις, "η πληροφόρηση των μαθητών και των κηδεμόνων τους για την βαθμολογία τους στις συγκεκριμένες εξετάσεις (όπως και για όλες τις εξετάσεις) καθιερώνεται ευθέως από το Ν. 2472/1997 και το Σύνταγμα και οποιοσδήποτε αντίθετος όρος, που περιέχεται στον Κανονισμό της Γ.Σ.Α. (καθώς και οποιουδήποτε ιδιωτικού ή δημόσιου φορέα) είναι παράνομος και καταχρηστικός. Οι μαθητές και οι κηδεμόνες τους, που ασκούν τη γονική τους μέριμνα, έχουν δικαίωμα πληροφόρησης των αποτελεσμάτων των εξετάσεων και της βαθμολόγησης των γραπτών και προφορικών διαδικασιών σε περίπτωση σχολικών εξετάσεων σε ιδιωτικά ή δημόσια (πρότυπα) σχολεία και των πανελλαδικών εξετάσεων εισαγωγής στα Πανεπιστήμια, κατά τον ίδιο τρόπο που έχουν δικαίωμα πληροφόρησης και οι υποψήφιοι οποιονδήποτε εξετάσεων [π.χ. οι υποψήφιοι των εξετάσεων εισαγωγής στο Δημόσιο Τομέα (ΑΣΕΠ), προκειμένου να μπορέσουν να ασκήσουν είτε οι ενήλικες συμμετέχοντες εξεταζόμενοι είτε, στην περίπτωση των ανηλίκων μαθητών, οι κηδεμόνες τους, τα νόμιμα δικαιώματά τους (αναβαθμολόγηση γραπτών, αιτήσεις ακυρώσεως κλπ)]" (15ο φύλλο, 1η σελίδα). Έτσι, με βάση τα αποδειχθέντα, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση που δέχθηκε ανέλεγκτα ότι α) η συμπεριφορά των προστηθέντων του αναιρεσείοντος Συλλόγου αναφορικά με την μη ανακοίνωση του πρόσθετου όρου της διαδικασίας των εξετάσεων, που αφορούσε στο δικαίωμα του Διευθυντή της Σχολής να αρνηθεί την εγγραφή μαθητή παρά την επιτυχία του και την απόκρυψη της μη νόμιμης λειτουργίας του προπαρασκευαστικού τμήματος, στοιχειοθετεί ευθύνη του όχι μόνον από τις διαπραγματεύσεις, κατά τα άρθρα 197 και 198 του ΑΚ, αλλά και από αδικοπραξία, καθώς συντρέχουν και οι προϋποθέσεις των άρθρων 914 και 919 του ΑΚ και επιδίκασε στον δεύτερο και τρίτη των αναιρεσίβλητων ως αποζημίωση το ποσόν των 1.090 ευρώ για τα δίδακτρα που αυτοί κατέβαλαν, β) ότι η αξίωση της ανήλικης μαθήτριας - πρώτης αναιρεσίβλητης να πληροφορείται άμεσα το σύνολο των επιδόσεών της στις εισαγωγικές εξετάσεις (γραπτές και προφορικές), να έχει πρόσβαση και να λαμβάνει γνώση της βαθμολογίας της, αποτελεί προσωπικό της δεδομένο και αντίστοιχα δικαίωμά της, το οποίο θεμελιώνεται ευθέως στις διατάξεις των άρθρων 5 και 23 του Ν. 2472/1997 και στις αρχές που καθιερώνονται στις διατάξεις 2 και 5 του Συντάγματος, γ) ότι η παραβίαση του δικαιώματός της αυτού συνιστά παραβίαση της προσωπικότητάς της (άρθρα 57 - 59 ΑΚ) αλλά και των προσωπικών της δεδομένων, όπως αυτά ορίζονται και προστατεύονται από τις προαναφερόμενες διατάξεις. Κατόπιν αυτών, το Εφετείο που δέχθηκε ότι η επιδικασθείσα αξίωση της πρώτης ενάγουσας θεμελιώνεται ευθέως στις διατάξεις των άρθρων 5 και 23 του Ν. 2472/1997, 57 και 59 του ΑΚ και 2 και 5Α του Συντάγματος, με συνέπεια οποιοσδήποτε άλλος όρος ισχύει ή περιέχεται στον Κανονισμό του αναιρεσείοντος να είναι παράνομος και καταχρηστικός, ουδόλως ερμήνευσε ούτε εφάρμοσε εσφαλμένα τις επικαλούμενες από τον αναιρεσείοντα διατάξεις του άρθρου 11 § 1 του Ν. 682/1977, 23 § 1 του Ν. 3748/2009 και του άρθρου 5 § 8 του ΠΔ 123/1987 και συνεπώς ο παραπάνω αναιρετικός λόγος, ως ερειδόμενος επί εσφαλμένης προϋπόθεσης, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

V. Από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 14 του ΚΠολΔ, προκύπτει ότι ιδρύεται λόγος αναίρεσης, αν το δικαστήριο, παρά το νόμο, κήρυξε ή δεν κήρυξε ακυρότητα, έκπτωση από δικαίωμα ή απαράδεκτο. Ο λόγος αυτός αναίρεσης αναφέρεται σε ακυρότητες, δικαιώματα και απαράδεκτα από το δικονομικό μόνο δίκαιο (ΟλΑΠ 2/2001, ΟλΑΠ 12/2000). Μέσω του παραπάνω, από το άρθρο 559 αριθ. 14 ΚΠολΔ, λόγου αναίρεσης, ελέγχονται, πλην άλλων, και τα όρια του παραδεκτού της μεταβολής της ιστορικής βάσης της αγωγής (ΑΠ 201/2021, ΑΠ 696/2021, ΑΠ 597/2019, ΑΠ 1374/2019, ΑΠ 2078/2009). Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 106, 111, 216 § 1, 224, 335, 337, 338 και 559 αρ. 1 και 8 ΚΠολΔ συνάγεται ότι το δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη την ιστορική βάση της αγωγής και το υποβαλλόμενο αίτημα και εφαρμόζοντας αυτεπαγγέλτως το νόμο, προσδίδει στα περιστατικά, που επικαλούνται και αποδεικνύουν οι διάδικοι, τον κατάλληλο νομικό χαρακτηρισμό και υπάγει τον προβαλλόμενο ισχυρισμό στην, κατά την κρίση του, εφαρμοστέα διάταξη, για να διαγνώσει την ύπαρξη ή μη της επίδικης έννομης σχέσης ή έννομης συνέπειας (δικαιώματος ή υποχρέωσης). Ως ιστορική βάση της αγωγής, κατά το άρθρο 216 § 1α' ΚΠολΔ, νοείται το σύνολο των γεγονότων, τα οποία θεμελιώνουν την αγωγή και χωρίς την επίκληση των οποίων δεν είναι εφικτή η διάγνωση της επίδικης έννομης σχέσης. Η απαγόρευση, κατά το άρθρο 224 ΚΠολΔ, της μεταβολής της ιστορικής βάσης της αγωγής αναφέρεται μόνο σε ουσιώδες πραγματικό περιστατικό της ιστορικής βάσης της αγωγής, δηλαδή σε περιστατικό το οποίο, μόνο του ή από κοινού με άλλα, στηρίζει το αγωγικό αίτημα. Έτσι, είναι απαράδεκτη η υποκατάσταση ή η προσθήκη με τις προτάσεις νέων ουσιωδών γεγονότων (οψιγενών ή μη), τα οποία συνιστούν προϋπόθεση, χωρίς τη συνδρομή της οποίας θα ήταν αδύνατη η γένεση της διαγνωστέας έννομης σχέσης ή συνέπειας ή τα οποία μπορούν μόνον αυτά να θεμελιώσουν νέα αγωγή. Αντίθετα, δεν συνιστά απαράδεκτη μεταβολή της ιστορικής βάσης της αγωγής η συγκεκριμενοποίηση αόριστης νομικής έννοιας (όπως η αμέλεια, ο δόλος κλπ.) από τον ενάγοντα με τις προτάσεις του ή από το δικαστήριο με βάση τα ειδικότερα περιστατικά που προκύπτουν από την αποδεικτική διαδικασία και θεμελιώνουν τη σχετική αόριστη νομική έννοια, ούτε η επίκληση από τον ενάγοντα και η παραδοχή από το δικαστήριο για τη συναγωγή του αποδεικτικού πορίσματός του και νέων γεγονότων, τα οποία διασαφηνίζουν ουσιώδεις αγωγικούς ισχυρισμούς ή συνιστούν μη αυτοτελή παραλλαγή της αρχικής ιστορικής αιτίας και δεν αναιρούν την ταυτότητα του βασικού βιοτικού συμβάντος, που στηρίζει το αίτημα της αγωγής (ΟλΑΠ 2/1994, ΑΠ 228/2024, ΑΠ 482/2024, ΑΠ 128/2023, ΑΠ 964/2023, ΑΠ 315/2021).

Στην προκειμένη περίπτωση, ο αναιρεσείων Σύλλογος, με τον τέταρτο λόγο της αναίρεσης, προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια από τον αριθμό 14 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, με την αιτίαση ότι το Εφετείο, αφού ερμήνευσε εσφαλμένα τις διατάξεις των άρθρων 111 και 224 του ΚΠολΔ, δέχθηκε ως και κατ' ουσία βάσιμο τον λόγο έφεσης των αναιρεσίβλητων και δεν κήρυξε απαράδεκτη την μεταβολή της βάσης της αγωγής, που έλαβε χώρα όταν οι αναιρεσίβλητοι ανέφεραν για πρώτη φορά, με τις προτάσεις τους ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, το γεγονός της παράνομης λειτουργίας του προπαρασκευαστικού τμήματος της Γερμανικής Σχολής Αθηνών, θεμελιώνοντας στη συνέχεια την καταβολή του ποσού των 1.090 ευρώ αποκλειστικά στην έλλειψη διοικητικής άδειας λειτουργίας του ως άνω Τμήματος που δεν αναφερόταν στην αγωγή. Αναφορικά με το ως άνω ζήτημα, η προσβαλλόμενη απόφαση δέχθηκε τα ακόλουθα: "Συγκεκριμένα, με τον τρίτο λόγο της ένδικης εφέσεώς τους, οι εκκαλούντες μέμφονται το πρωτόδικο Δικαστήριο για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου (άρθρο 111 ΚΠολΔ), καθόσον έκρινε, ότι η αναφορά των πραγματικών γεγονότων στις προτάσεις τους, που κατατέθηκαν εμπροθέσμως ενώπιον του, για την παράνομη λειτουργία του προπαρασκευαστικού τμήματος της Γ.Σ.Α. αντίκειται στην τήρηση της αρχής της προδικασίας. Ο ως άνω λόγος έφεσης, σύμφωνα και με τα αναλυτικώς αναφερόμενα στην υπό στοιχείο [I] νομική σκέψη της παρούσας είναι παραδεκτός και νόμιμος και πρέπει να εξεταστεί ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο του αγωγικού δικογράφου και των προτάσεών τους ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου οι ενάγοντες εκθέτουν ότι με την προαναφερόμενη εξώδικη διαμαρτυρία - αναφορά τους στο ΥΠΕΠΘ, αφού εξέθεσαν όσα διαδραματίστηκαν κατά την προετοιμασία, κατά τη διάρκεια και μετά την ολοκλήρωση των εισαγωγικών εξετάσεων της πρώτης ενάγουσας Α. Δ., αφού αυτή παρακολούθησε υποχρεωτικά το προπαρασκευαστικό τμήμα της Γ.Σ.Α. κατά το σχολικό έτος 2011-2012, ζήτησαν μεταξύ άλλων να τους χορηγηθεί ο κανονισμός λειτουργίας του ως άνω τμήματος, καθώς και ο κανονισμός εσωτερικής λειτουργίας της Σχολής, προκειμένου να διαπιστώσουν την νομότυπη τήρηση όλης της διαδικασίας, η οποία ουσιαστικά αποτελεί και το αντικείμενο της ένδικης υπόθεσης. Για τη νομιμότητα, δε, των εισαγωγικών εξετάσεων στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση της Γ.Σ.Α., είναι αυτονόητο ότι το προπαρασκευαστικό τμήμα της Σχολής, η παρακολούθηση του οποίου ήταν προαπαιτούμενο για τη συμμετοχή των μαθητών σε αυτές, έπρεπε να λειτουργεί νόμιμα. Τη νομιμότητα λοιπόν της διαδικασίας στο σύνολό της, στοιχείο της οποίας είναι και η νόμιμη λειτουργία του προπαρασκευαστικού τμήματος, ερεύνησαν όπως ήταν αναμενόμενο οι γονείς της μαθήτριας (δεύτερος και τρίτη των εναγόντων), ξεκινώντας την έρευνά τους πρώτα από το ίδιο το εναγόμενο Σχολείο, ζητώντας μεταξύ άλλων και τους αντίστοιχους κανονισμούς λειτουργίας, και στη συνέχεια, μετά την άρνηση των νομίμων εκπροσώπων του να τους παρέχει οποιαδήποτε πληροφορία, απευθύνθηκαν στην εποπτεύουσα αρχή (Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Β' Αθήνας) του ΥΠΕΠΘ. Όλα τα ανωτέρω, περιλαμβάνονται αναλυτικά και με σαφήνεια στο αγωγικό δικόγραφο. Στη συνέχεια, οι ενάγοντες αφού διαπίστωσαν εκ του με αριθ. ....2012 εγγράφου της Διεύθυνσης Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και της υπ' αριθ. πρωτ. ....2012 απάντησης της ίδιας ως άνω Διεύθυνσης, ότι για το επίδικο χρονικό διάστημα (σχολικό έτος 2011-2012) δεν είχε χορηγηθεί στο εναγόμενο Σχολείο άδεια εσωτερικού φροντιστηρίου, ούτε άδεια παρέκκλισης, που αποτελούσαν απαραίτητη προϋπόθεση για τη νόμιμη λειτουργία του ως άνω προπαρασκευαστικού τμήματος, το οποίο ήταν προαπαιτούμενο για τις εισαγωγικές εξετάσεις της πρώτης ενάγουσας, διευκρίνισαν με τις προτάσεις τους ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου τα ανωτέρω γεγονότα και τις απαντήσεις της εποπτεύουσας αρχής του ΥΠΕΠΘ στην έγγραφη διαμαρτυρία τους, για την οποία υπάρχει αναλυτική αναφορά στο δικόγραφο της αγωγής, χωρίς με τις συγκεκριμένες διευκρινήσεις να μεταβάλουν την ιστορική βάση του εισαγωγικού τους δικογράφου (αγωγή) και χωρίς μεταβολή του αγωγικού τους αιτήματος, και συνεπώς η παράθεση των ως άνω πραγματικών περιστατικών δεν αντίκειται στην τήρηση της αρχής της προδικασίας (άρθρο 111 ΚΠολΔ), όπως αναλυτικά αναφέρεται και στην υπό στοιχείο [I] νομική σκέψη της παρούσας. Αντιθέτως, τα αναφερόμενα στις προτάσεις των εναγόντων, που κατατέθηκαν ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου συνέχονται απόλυτα με την ιστορική βάση της αγωγής τους, αποτελούν διευκρινιστικά στοιχεία σε σχέση με την απάντηση της αρμόδιας Διεύθυνσης του ΥΠΕΠΘ στο αίτημά τους, το οποίο αναλυτικά αναφέρουν στην αγωγή τους, δεν μεταβάλουν το αγωγικό τους αίτημα και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο όφειλε να τα συνεκτιμήσει για το σχηματισμό της δικανικής του κρίσης. Ως εκ τούτων, το τελευταίο, που με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε ότι η παράθεση με τις προτάσεις των εναγόντων των ως άνω πραγματικών περιστατικών, είναι απαράδεκτη, διότι δεν έχει τηρηθεί η αρχή της νόμιμης προδικασίας και στη συνέχεια απέρριψε και το αίτημα καταβολής αποζημίωσης των δεύτερου και τρίτης των εναγόντων, διότι, σύμφωνα με την εκκαλουμένη, και εξ αυτού του λόγου η ζημία τους δεν συνέχεται αιτιωδώς με την τελεσθείσα σε βάρος τους αδικοπραξία, έσφαλε κατά την ερμηνεία των διατάξεων του άρθρου 111 ΚΠολΔ. Αντιθέτως, η παράθεση των ως άνω γεγονότων, όπως εκτιμώνται από το παρόν δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, είναι παραδεκτή και δεν αντίκειται στους κανόνες των άρθρων 111 και 223 ΚΠολΔ, καθώς συνέβαλε στην οικονομία της δίκης και δεν αιφνιδίασε το εναγόμενο Σχολείο, δεδομένου ότι τόσο η ιστορική βάση, όσο και το αίτημα για την αποκατάσταση της ζημίας από τη λειτουργία του προπαρασκευαστικού τμήματος του Σχολείου, που σχετίζεται άμεσα με τη νομιμότητα των εισαγωγικών εξετάσεων της πρώτης ενάγουσας και με τη ζημία, που προκλήθηκε στους γονείς της εξ αυτής της αιτίας, περιλαμβάνονταν εξ αρχής στην αγωγή και ήταν το κύριο αντικείμενό της.

Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που έκρινε αντίθετα εσφαλμένα εφάρμοσε το νόμο (άρθρο 111 ΚΠολΔ) και επομένως πρέπει να γίνει δεκτός ο σχετικός τρίτος λόγος έφεσης των εκκαλούντων ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα". Με αυτά που δέχθηκε και έτσι που έκρινε το Εφετείο ορθά εφάρμοσε και ερμήνευσε τις διατάξεις των άρθρων 111 και 224 του ΚΠολΔ, και τούτο διότι η επίκληση από τους αναιρεσίβλητους, με τις προτάσεις τους ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, ενός νέου γεγονότος, ήτοι περί της μη νόμιμης λειτουργίας του προπαρασκευαστικού τμήματος του Σχολείου, συνιστά συμπλήρωση των αγωγικών ισχυρισμών και διασαφήνιση αναφορικά με τα απαντητικά έγγραφα της Διεύθυνσης Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης ως προς την εν γένει λειτουργία του αναιρεσείοντος και του Κανονισμού αυτού. Επομένως, σύμφωνα και με όσα έχουν εκτεθεί στην προηγηθείσα νομική σκέψη, η ως άνω αναφορά δεν συνιστά απαράδεκτη μεταβολή της ιστορικής βάσης της αγωγής, ούτε προστίθεται νέα βάση στην αγωγή, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται ο αναιρεσείων και συνακόλουθα ορθά το Εφετείο δεν κήρυξε απαράδεκτο για την παραπάνω συμπλήρωση και διασαφήνιση των αγωγικών ισχυρισμών των αναιρεσίβλητων, που έλαβαν χώρα με τις προτάσεις τους ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου. Κατόπιν τούτου, ο τέταρτος λόγος αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί ως κατ' ουσία αβάσιμος.

VI.Α. Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 8 περ. β του ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται και όταν το δικαστήριο παρά το νόμο δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, ως "πράγματα" θεωρούνται οι πραγματικοί ισχυρισμοί, που έχουν αυτοτελή ύπαρξη και τείνουν στη θεμελίωση, κατάλυση ή παρακώλυση ουσιαστικού ή δικονομικού δικαιώματος, που ασκήθηκε είτε ως επιθετικό είτε ως αμυντικό μέσο και άρα ως ουσιώδεις ισχυρισμοί στηρίζουν το αίτημα αγωγής, ανταγωγής, ένστασης, αντένστασης ή λόγο έφεσης (ΟλΑΠ 25/2003, ΑΠ 16/2024 ΑΠ 36/2024, ΑΠ 19/2024, ΑΠ 41/2024, ΑΠ 836/2019). Δεν αποτελούν "πράγματα" και άρα δεν ιδρύεται ο ως άνω λόγος αναίρεσης αν δεν ληφθούν υπόψη οι ισχυρισμοί που αποτελούν απλή ή αιτιολογημένη άρνηση της αγωγής, καθώς και οι ισχυρισμοί που συνιστούν επιχειρήματα ή συμπεράσματα των διαδίκων ή του δικαστηρίου από την εκτίμηση των αποδείξεων (ΑΠ 41/2024, ΑΠ 14/2022, ΑΠ 26/2022, ΑΠ 57/2022, ΑΠ 816/2022). "Πράγματα" κατά την έννοια της ανωτέρω διάταξης αποτελούν και οι επί μέρους λόγοι έφεσης, που περιέχουν παράπονα κατά της απόφασης του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, με την οποία απορρίφθηκε αυτοτελής ισχυρισμός του εκκαλούντος ή έγινε δεκτός αυτοτελής ισχυρισμός του αντιδίκου του (ΟλΑΠ 22/2005, ΟλΑΠ 11/1996), όχι όμως και οι λόγοι έφεσης που αφορούν ισχυρισμούς αρνητικούς της αγωγής (ΑΠ 41/2024, ΑΠ 65/2024, ΑΠ 194/2021, ΑΠ 385/2021, ΑΠ 712/2021). Περαιτέρω, ο λόγος αναίρεσης από τον αριθμό 11γ του άρθρου 559 ΚΠολΔ ιδρύεται όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν έλαβε υπόψη υποστατά και αναλόγως έγκυρα αποδεικτικά μέσα, που παραδεκτά επικαλέσθηκε ο αναιρεσείων και νόμιμα προσκόμισε ο ίδιος ή οποιοσδήποτε από τους λοιπούς διαδίκους προς άμεση ή έμμεση απόδειξη ή ανταπόδειξη κρίσιμων γεγονότων ή ισχυρισμών, δηλαδή λυσιτελών που ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, διαμορφώνοντας το διατακτικό της απόφασης (ΟλΑΠ 42/2002), το οποίο θα ήταν διαφορετικό χωρίς τη σχετική παράλειψη. Κατά την έννοια αυτή, ο ισχυρισμός, για την απόδειξη ή ανταπόδειξη του οποίου έγινε η προσκόμιση και η επίκληση του κρίσιμου αποδεικτικού μέσου, πρέπει να είναι νόμιμος και να προτάθηκε παραδεκτά στο δικαστήριο της ουσίας. Για την ίδρυση πάντως του παραπάνω λόγου αναίρεσης αρκεί και μόνη η ύπαρξη αμφιβολιών για τη λήψη υπόψη από το δικαστήριο της ουσίας επικληθέντων και προσκομισθέντων αποδεικτικών μέσων, τα οποία όφειλε αυτό να λάβει υπόψη (ΟλΑΠ 2/2008). Ωστόσο, στην προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι ανάγκη να γίνεται ειδική μνεία και χωριστή αξιολόγηση κάθε αποδεικτικού μέσου, αρκεί να γίνεται αδιστάκτως βέβαιο από το όλο περιεχόμενο της απόφασης ότι συνεκτιμήθηκαν όλα τα αποδεικτικά μέσα που επικαλέστηκαν και προσκόμισαν οι διάδικοι, έστω και αν στην απόφαση έχει γίνει ιδιαίτερη αναφορά σε ορισμένα μόνον από τα αποδεικτικά μέσα, επειδή θεωρήθηκαν μεγαλύτερης σημασίας κατά την ελεύθερη κρίση του δικαστηρίου (ΑΠ 6/2024, ΑΠ 7/2024, ΑΠ 36/2024, ΑΠ 440/2024, ΑΠ 9/2023, ΑΠ 1186/2023, ΑΠ 81/2022). Β. Στην προκειμένη περίπτωση, με τον πέμπτο λόγο της αίτησης αναίρεσης [κατά την ορθή νοηματική εκτίμηση αυτού, ως προς το πρώτο, δεύτερο και τέταρτο σκέλος του και όχι και από τον αριθμό 8 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, αναφορικά με το πρώτο σκέλος, καθόσον οι ισχυρισμοί που επικαλείται ο αναιρεσείων δεν αποτελούν "πράγματα" και συγκεκριμένα αυτοτελείς ισχυρισμούς αλλά αποδεικτικά επιχειρήματά του συνδεόμενα με την εκτίμηση των αποδείξεων (ΑΠ 16/2024, ΑΠ 19/2024, ΑΠ 36/2024, ΑΠ 41/2024)] προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθμ. 11 γ' ΚΠολΔ, πλημμέλεια, συνισταμένη στο ότι το Εφετείο, κατά την διαμόρφωση του αποδεικτικού του πορίσματος, δεν έλαβε υπόψη του τα νομίμως προσκομισθέντα από τον αναιρεσείοντα ενώπιόν του ουσιώδη αποδεικτικά μέσα και συγκεκριμένα α) το από 29.5.2012 ηλεκτρονικό μήνυμα του αναιρεσείοντος που απεστάλη στον δεύτερο αναιρεσίβλητο, β) την από 29.5.2012 επιστολή του αναιρεσείοντος που απεστάλη προσωποποιημένη προς τον δεύτερο αναιρεσίβλητο μέσω του ταχυδρομείου, γ) το υπ' αριθ. πρωτ. 25.9.2012 απαντητικό έγγραφο της Διευθύντριας του Γυμνασίου του αναιρεσείοντος, Α. Κ., προς τη Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Β' Αθήνας, δ) το υπ' αριθ. ....2012 έγγραφο απάντησης στην από 18.9.2012 εξώδικη αναφορά της Διεύθυνσης Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Β' Αθήνας, ε) την κατατεθείσα στις 24.10.2012 στη Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Β' Αθήνας από 12.10.2012 εξώδικη αναφορά των αναιρεσίβλητων, στ) τις υπ' αριθ. ....2012 και ....2012 εκθέσεις επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών Ε. Κ. της από 16.10.2012 εξώδικης πρόσκλησής του, ζ) το από 24.10.2012 έγγραφο επίδειξης βαθμολογίας που συνυπογράφηκε από τον δεύτερο αναιρεσίβλητο και τη Διευθύντρια του Γυμνασίου, Α. Κ. και η) τον επιδειχθέντα στον δεύτερο αναιρεσίβλητο από 15.10.2012 πίνακα βαθμολογίας όλων των υποψήφιων μαθητών χωρίς αναφορά των ονομάτων τους με τους βαθμούς όλων των γραπτών εξετάσεων και τη σειρά κατάταξής τους με αναγεγραμμένο μόνο το όνομα της πρώτης αναιρεσίβλητης, τα οποία ρητά επικαλέσθηκε ο αναιρεσείων με τις από 19.5.2022 προτάσεις του στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο και προσκομίσθηκαν στο ανωτέρω Δικαστήριο ως σχετικά με τους αριθμούς 15, 16, 22, 23, 24, 25α και 25β, 26 και 27 και από τα οποία, κατά τους ισχυρισμούς του αναιρεσείοντος, προέκυπτε αφενός μεν ότι ουδείς εκ των προστηθέντων του αρνήθηκε να γνωστοποιήσει τον βαθμό του τελικού διαγωνίσματος στον δεύτερο και τρίτη των αναιρεσίβλητων, αλλά αντίθετα οι τελευταίοι είχαν ειδοποιηθεί από 29.5.2012, με δική τους απόφαση, ότι οι γονείς μπορούν να λάβουν γνώση της βαθμολογίας του τέταρτου τελικού διαγωνίσματος αφετέρου δε ότι οι αναιρεσίβλητοι ήξεραν πριν από την κατάθεση της επίδικης αγωγής τους ότι θα λάβουν γνώση και του προφορικού βαθμού της πρώτης αναιρεσίβλητης και των βαθμολογιών όλων των υποψηφίων και στις 24.10.2012 πληροφορήθηκαν όσα είχαν ζητήσει να λάβουν γνώση, παρά τις αντίθετες παραδοχές της απόφασης ότι οι παραπάνω αναιρεσίβλητοι χρειάσθηκε για να πληροφορηθούν την βαθμολογία του παραπάνω γραπτού διαγωνίσματος να υποβάλλουν αιτήματα στον αναιρεσείοντα Σύλλογο, να προσφύγουν στην εποπτεύουσα Αρχή, να ασκήσουν αγωγή και εν γένει να εμπλακούν σε χρονοβόρες, δαπανηρές και ψυχοφθόρες διαδικασίες με την υποβολή επανειλημμένων αιτημάτων (γραπτών και προφορικών) τόσο προς τον αναιρεσείοντα όσο και προς το Υπουργείο Παιδείας και σε μακροχρόνιους δικαστικούς αγώνες και τελικά εξ αυτού του λόγου να προκληθεί σε αυτούς μεγάλη ψυχική ταλαιπωρία.

Γ. Από την επισκόπηση για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου (άρθρο 562 § 2 του ΚΠολΔ) α) των από 5.12.2018 προτάσεων του αναιρεσείοντος ως εναγομένου ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και β) των από 19.5.2022 προτάσεων του αναιρεσείοντος ως εφεσίβλητου, ενώπιον του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου, προκύπτει ότι πράγματι αυτός είχε επικαλεστεί και προσκομίσει, προς απόδειξη των ουσιωδών ισχυρισμών του, ως σχετικά, εκτός των άλλων εγγράφων και τα υπό στοιχεία 15, 16, 22, 24, 25α και 25β, 26 και 27 έγγραφα, τα οποία προσκομίζει και στο παρόν αναιρετικό Δικαστήριο, με στοιχεία 9, 10, 11, 12, 13α και 13β, 14 και 15 αντίστοιχα, και συγκεκριμένα: 1) το από 29.5.2012 ηλεκτρονικό μήνυμα του αναιρεσείοντος και την με ίδια ημερομηνία (29.5.2012) επιστολή του αναιρεσείοντος που απεστάλη μέσω ταχυδρομείου στον δεύτερο των αναιρεσίβλητων, στα οποία, μεταξύ άλλων, αναφέρεται ότι "Θέλουμε να σας ενημερώσουμε ξανά, ότι οι γονείς των μαθητών που δεν κατάφεραν βάσει της γενικής τους βαθμολογίας να περάσουν στη Σχολή, έχουν τη δυνατότητα, κατόπιν τηλεφωνικής συνεννοήσεως, να δουν τα τελικά διαγωνίσματα στις 6, 7 και 8 Ιουνίου 2012 τις πρωϊνές ώρες (από 9.00' έως 12.00')...", 2) το υπ' αριθ. ....2012 απαντητικό έγγραφο του αναιρεσείοντος, στο οποίο, μεταξύ άλλων, αναφέρεται, ότι "Σε ένδειξη, ωστόσο, καλής θέλησης άμεσα σκοπεύουμε να καλέσουμε την οικογένεια Δ. να επισκεφτεί τη Σχολή, για να τους κοινοποιήσουμε την προφορική βαθμολογία της κόρης τους, καθώς και άλλα βαθμολογικά στοιχεία, χωρίς όμως την επώνυμη αναφορά σε άλλα παιδιά, για να μην υπάρξει θέμα με την κοινοποίηση προσωπικών δεδομένων των λοιπών παιδιών", 3) την κατατεθείσα στις 24.10.2012 στη Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Β' Αθήνας της από 12.10.2012 εξώδικης αναφοράς των αναιρεσίβλητων, στην οποία οι ίδιοι αναφέρουν ότι την 3.10.2012, ήτοι πριν την κατάθεση της αγωγής τους στις 5.10.2012, έλαβαν γνώση του Εσωτερικού Κανονισμού του αναιρεσείοντος Συλλόγου, 4) τις υπ' αριθ. ....2012 και ....2012 εκθέσεις επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών Ε. Κ. της από 16.10.2012 εξώδικης πρόσκλησής του προς τον δεύτερο και τρίτη των αναιρεσίβλητων, με τις οποίες τους καλούσαν "να προσέλθουν στις 22.10.2012 και ώρα 9 μέχρι 11 π.μ. στο γραφείο της Διευθύντριας του Γυμνασίου της Σχολής, προκειμένου να τους γνωστοποιηθεί ο πίνακας βαθμολογίας όλων των υποψηφίων για εισαγωγή στο Γυμνάσιο... χωρίς την αποκάλυψη του ονόματός τους, με δεδομένο ότι τίθεται ζήτημα προστασίας των προσωπικών τους δεδομένων...", 5) το από 24.10.2012 έγγραφο επίδειξης βαθμολογίας που συνυπογράφηκε από τον δεύτερο αναιρεσίβλητο και τη Διευθύντρια του Γυμνασίου, Α. Κ., στο οποίο αναφέρεται ότι γνωστοποιήθηκε στον δεύτερο αναιρεσίβλητο, Σ. Δ., η προφορική βαθμολογία της κόρης του στην προφορική εξέταση, συνολική λίστα με αναγραφόμενο μόνο το όνομα της πρώτης αναιρεσίβλητης με όλους τους βαθμούς και τους μέσους όρους και την επιλογή των μαθητών που εισήχθησαν στην Σχολή χωρίς προφορική εξέταση μόνο με τη γραπτή βαθμολογία και μετά από προφορική εξέταση και 6) ο επιδειχθείς στον δεύτερο αναιρεσίβλητο από 15.10.2012 πίνακας βαθμολογίας όλων των υποψηφίων χωρίς αναφορά των ονομάτων τους με τους βαθμούς όλων των γραπτών εξετάσεων και τη σειρά κατάταξής τους, με αναγεγραμμένο μόνο το όνομα της πρώτης αναιρεσίβλητης. Από την επισκόπηση της προσβαλλόμενης απόφασης προκύπτει ότι το Εφετείο διέλαβε στις παραδοχές του τα εξής, όσον αφορά την παραβίαση από τους προστηθέντες του εναγομένου του δικαιώματος της πρώτης αναιρεσίβλητης να λάβει γνώση των προσωπικών της δεδομένων (γραπτών δοκιμίων και βαθμολογιών σε γραπτές και προφορικές εξετάσεις) και της εξ αυτού του λόγου προσβολής της προσωπικότητάς της: "Μετά την ολοκλήρωση των γραπτών εξετάσεων, στις 21.5.2012 η Γ.Σ.Α. ενημέρωσε με σχετική επιστολή της, τους ενάγοντες γονείς της μαθήτριας ότι η τελευταία έπρεπε να δώσει και προφορικές εξετάσεις στις 28.5.2012, καθώς η επίδοσή της δεν ήταν σαφής για την επάρκειά της στην παρακολούθηση της Σχολής. Κατά το στάδιο δε αυτό δεν ανακοινώθηκε στους γονείς και στη μαθήτρια (ί) ο τελικός βαθμός της τελευταίας στο τέταρτο και σημαντικότερο από απόψεως βαθμολογίας διαγώνισμα εφ: όλης της διδακτέας ύλης και (ιι) το βαθμολογικό όριο μεταξύ των μαθητών που πέτυχαν στις γραπτές εξετάσεις και των παιδιών που έπρεπε να προχωρήσουν στις προφορικές εξετάσεις, μεταξύ των οποίων και η πρώτη ενάγουσα. Παρ' όλα αυτά, η τελευταία συμμετείχε στις προφορικές εξετάσεις και στις 29.5.2012 οι δεύτερος και τρίτη ενάγοντες ενημερώθηκαν από την Γ.Σ.Α., ότι η κόρη τους είχε αποτύχει στις εξετάσεις και κρίθηκε ανεπαρκής για την παρακολούθηση του Ελληνικού Τμήματος της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της εναγόμενης Σχολής. Οι γονείς της πρώτης ενάγουσας, λαμβάνοντας υπόψη τους το γεγονός ότι η κόρη τους φοιτούσε σε γερμανικό σχολείο από το νηπιαγωγείο, τις διαβεβαιώσεις των καθηγητών της στη γερμανική γλώσσα ότι το γνωστικό της αντικείμενο για την ηλικία της ήταν σε πολύ καλό επίπεδο, σε συνδυασμό με την ανελλιπή φοίτησή της στο άνω υποχρεωτικό προπαρασκευαστικό τμήμα της ίδιας της Γ.Σ.Α., τη βαθμολογία της στα τρία πρώτα διαγωνίσματα που ο μέσος όρος της μπορούσε με βάση τις προηγούμενες χρονιές να διασφαλίσει την εισαγωγή της στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση της συγκεκριμένης Σχολής, και τις ικανότητες και την προσπάθεια του παιδιού τους, ζήτησαν στις 30.5.2012 ως ασκούντες την επιμέλεια και τη γονική μέριμνα της τότε ανήλικης μαθήτριας και ως νόμιμοι αντιπρόσωποί της να μάθουν τη βαθμολογία της τόσο στο τέταρτο (τελικό) διαγώνισμα, όσο και στην προφορική διαδικασία ενώπιον της Επιτροπής της Σχολής, καθώς και τη σειρά των επιτυχόντων (κυρίως του τελευταίου επιτυχόντος τόσο πριν τις προφορικές εξετάσεις, όσο και μετά από αυτές). Κατά την προσωπική συνάντηση που είχε ο δεύτερος ενάγων, πατέρας της μαθήτριας, με τον Διευθυντή της Σχολής T. F., ο τελευταίος αρνήθηκε οποιαδήποτε ενημέρωση, υποστηρίζοντας ότι αυτή είναι η τακτική του Σχολείου και ότι θα έπρεπε να αρκεστεί στην ανακοίνωση των ονομάτων των επιτυχόντων, που γινόταν με ανάρτηση στον πίνακα ανακοινώσεων της Σχολής κατ' απόλυτη αλφαβητική σειρά, και όχι κατά σειρά επιτυχίας, προκειμένου να μην δημιουργείται κλίμα ανταγωνισμού μεταξύ των επιτυχόντων κατά τη φοίτησή τους στο Γυμνάσιο, κανόνες τους οποίους επιβεβαίωσε και ο υπεύθυνος των εισαγωγικών εξετάσεων κ. F. Ο τελευταίος, αφού διαβεβαίωσε τον δεύτερο ενάγοντα ότι οι επίδικες εισαγωγικές εξετάσεις ήταν αδιάβλητες και χωρίς να του ανακοινώσει την τελική (γραπτή και προφορική) βαθμολογία της πρώτης ενάγουσας - κόρης του, του επανέλαβε ότι είχε αποτύχει κατά τις εισαγωγικές εξετάσεις, χωρίς καμία άλλη διευκρίνηση. Κατόπιν των ανωτέρω, οι γονείς της πρώτης ενάγουσας ξεκίνησαν τις νόμιμες διαδικασίες προκειμένου να πληροφορηθούν αφενός τη βαθμολογία της πρώτης ενάγουσας στις ανωτέρω εξετάσεις και να ελέγξουν το νόμιμο και αδιάβλητο αυτών, δεδομένου ότι για το σκοπό αυτό είχαν καταβάλει αντίστοιχο τίμημα για την παρακολούθηση του ως άνω προπαρασκευαστικού τμήματος και τα σχετικά εξέταστρα. Έτσι, την 31.5.2012 ζήτησαν εγγράφως από το εναγόμενο Σχολείο να τους εγχειρήσει τον πίνακα των αναλυτικών βαθμολογιών όλων των διαγωνισμάτων και των προφορικών εξετάσεων, όλων των μαθητών και να καθοριστεί συγκεκριμένη ημέρα και ώρα κατά την οποία θα προσέρχονταν με πιστοποιημένο καθηγητή της γερμανικής γλώσσας, ώστε να ελέγξουν τα γραπτά της κόρης τους, αλλά και των λοιπών υποψηφίων μαθητών, ώστε να αποδειχθεί αντικειμενικά το βαθμολογικό όριο που το εναγόμενο Σχολείο όρισε ως όριο επιτυχίας, να οριστεί αναβαθμολόγηση των γραπτών της πρώτης ενάγουσας και να γίνει επανεξέταση των προφορικών της εξετάσεων. Δεδομένου ότι το αίτημα γνωστοποίησης των βαθμολογιών όλων των υποψηφίων μαθητών προσέκρουε αρχικά στις απαγορευτικές διατάξεις του νόμου περί προσωπικών δεδομένων, οι προστηθέντες της Γ.Σ.Α., χωρίς να προβούν σε κανέναν άλλον έλεγχο της νομιμότητας ή μη του αιτήματος των γονέων της μαθήτριας ως όφειλαν και όπως αυτός ορίζεται κατά τις διατάξεις του Ν. 2472/1997, σύμφωνα με τα αναλυτικώς αναφερόμενα στην υπό στοιχείο [IV] νομική σκέψη της παρούσας, επικαλούμενοι ότι η βαθμολογία των λοιπών υποψηφίων και η σειρά επιτυχίας τους αφορούσε στα προσωπικά τους δεδομένα, για τα οποία απαιτούνταν η έγγραφη άδεια των κηδεμόνων τους, στους οποίους ουδέποτε απευθύνθηκαν για το αν συναινούν για τη χορήγηση των ως άνω στοιχείων στους αιτούντες - ενάγοντες γονείς της μαθήτριας Α. Δ., εκ των ανωτέρω αιτημάτων των τελευταίων έγινε δεκτό μόνο αυτό που αφορούσε στην απλή επίδειξη του τέταρτου γραπτού της πρώτης ενάγουσας και στην ανακοίνωση της βαθμολογίας του, η οποία έλαβε χώρα την 6.6.2012 από τον ως άνω υπεύθυνο των εισαγωγικών εξετάσεων στον δεύτερο ενάγοντα, παρουσία της καθηγήτριας της Ελληνογερμανικής Αγωγής κ. Σ. Χ. (17ο φύλλο, 1η και 2η σελίδες και 18ο φύλλο, 1η σελίδα)... Με βάση τα ανωτέρω αποδειχθέντα, τα οποία δεν ανατρέπονται ούτε από τις ένορκες καταθέσεις του Διευθυντή της Γ.Σ.Α. T. F. και της καθηγήτριας αυτής Α. Κ., οι οποίοι περιγράφουν αναλυτικά τη διαδικασία των εισαγωγικών εξετάσεων και επιμένουν στο αδιάβλητο αυτών, χωρίς καμία άλλη ειδικότερη αναφορά ή στοιχείο που να αντικρούει τους βάσιμους ισχυρισμούς των εναγόντων, το εναγόμενο Σχολείο το οποίο υπάγεται στην ελληνική νομοθεσία (Ν.4862/1931, Ν. 682/1977 και Π.Δ, 123/1987) και συνεπώς η αξιολόγηση των μαθητών αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της διδακτικής διαδικασίας, παραβίασε με την ως άνω συμπεριφορά των προστηθέντων υπαλλήλων του, (α)...(β) το δικαίωμα της μαθήτριας - πρώτης ενάγουσας - Α. Δ., και των ασκούντων τη γονική μέριμνα αυτής γονέων της, να πληροφορούνται τις επιδόσεις της στις εξετάσεις που έλαβε μέρος, γεγονός το οποίο συνιστά παραβίαση της προσωπικότητάς της, η οποία προστατεύεται από τα άρθρα 57-59 ΑΚ, αλλά και των προσωπικών της δεδομένων, όπως αυτά ορίζονται και προστατεύονται από το άρθρο 5 του Ν. 2472/1997, καθώς ο κάθε μαθητής έχει δικαίωμα να έχει πρόσβαση και να λαμβάνει γνώση των προσωπικών του δεδομένων (γραπτά δοκίμια και βαθμολογία του, σε γραπτές ή/και προφορικές εξετάσεις) και τις αρχές που καθιερώνονται στα άρθρα 2 και 5Α του Συντάγματος, αντίστοιχα δικαιώματα τα οποία έχουν λόγω της ανηλικότητας της πρώτης ενάγουσας και οι νόμιμοι εκπρόσωποι αυτής γονείς της (18ο φύλλο, σελίδα 2η)... Επιπλέον, οι προαναφερόμενες παράνομες και υπαίτιες πράξεις των προστηθέντων του εναγόμενου Σχολείου, έβλαψαν την τιμή και την υπόληψη των εναγόντων (μαθήτριας και γονέων αυτής), προσέβαλαν την προσωπικότητά τους, προκαλώντας τους σημαντική ηθική βλάβη, την πιθανότητα επέλευσης της οποίας όφειλε το εναγόμενο Σχολείο να γνωρίζει. Η ως άνω συμπεριφορά των προστηθέντων του εναγομένου Σχολείου προκάλεσε και προκαλεί ακόμη ψυχική αναστάτωση, στεναχώρια και ψυχική ταλαιπωρία στους ενάγοντες, γεγονότα, που δε θα επέρχονταν, εάν το εναγόμενο δεν προέβαινε... (γ) στην ικανοποίηση του δικαιώματος της μαθήτριας - πρώτης ενάγουσας - Α. Δ., και των ασκούντων τη γονική μέριμνα αυτής γονέων της, να πληροφορηθούν άμεσα το σύνολο των επιδόσεών της στις εισαγωγικές εξετάσεις (γραπτές και προφορικές), χωρίς να χρειαστεί να προσφύγουν στην εποπτεύουσα Αρχή και να εμπλακούν σε χρονοβόρες, δαπανηρές και κυρίως ψυχοφθόρες διαδικασίες με την υποβολή επανειλημμένων αιτημάτων (προφορικών και γραπτών), τόσο προς την Γ.Σ.Α., όσο και προς τις αρμόδιες υπηρεσίες του ΥΠΕΠΘ, την κατ' επανάληψη αποστολή εξωδίκων-αναφορών και την εμπλοκή τους σε μακροχρόνιους δικαστικούς αγώνες για την ικανοποίηση του αυτονόητου δικαιώματος των μαθητών, όπως και κάθε υποψηφίου, να έχει πρόσβαση και να λαμβάνει γνώση της βαθμολογίας του που αποτελεί προσωπικό του δεδομένο, αντίστοιχα δικαιώματα τα οποία είχαν λόγω της ανηλικότητας της πρώτης ενάγουσας κατά τον επίδικο χρόνο και οι νόμιμοι εκπρόσωποι αυτής - γονείς της (20ο φύλλο, 1η σελίδα)". Στην προσβαλλόμενη απόφαση γίνεται μνεία ότι λήφθηκαν υπόψη όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν, πλην όμως από τις προεκτιθέμενες παραδοχές της δεν καθίσταται αδιστάκτως βέβαιο ότι το Εφετείο έλαβε υπόψη του και τα παραπάνω έγγραφα, τα οποία προσκόμισε και επικαλέσθηκε στις προτάσεις του ο αναιρεσείων Σύλλογος, για την συναγωγή του ως άνω αποδεικτικού του πορίσματος. Τούτο δε, διότι, παρά την μη κατ' αρχήν ύπαρξη δικονομικού καθήκοντος του δικαστηρίου προς μνημόνευση ενός εκάστου των αποδεικτικών μέσων, στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι αμφιβολίες για τη συνεκτίμηση των πιο πάνω αποδεικτικών εγγράφων δημιουργούνται όχι μόνο από την παράλειψη ειδικής αξιολόγησής τους από το Εφετείο, αλλά και από τις παραδοχές του ότι η ίδια η πρώτη αναιρεσίβλητη υπέστη προσβολή της προσωπικότητάς της από την προεκτιθέμενη συμπεριφορά των προστηθέντων του εναγομένου, συνιστάμενη στην άρνησή τους να της παράσχουν τις αιτούμενες πληροφορίες του συνόλου των επιδόσεών της στις γραπτές και προφορικές εξετάσεις της, με την οποία παραβιάσθηκε το δικό της δικαίωμα να λάβει γνώση των προσωπικών της αυτών δεδομένων. Συνακόλουθα πρέπει να γίνει δεκτός ως βάσιμος ο ως άνω πέμπτος λόγος αναίρεσης, από το άρθρο 559 αριθ. 11γ του ΚΠολΔ, κατά το πρώτο, δεύτερο και τέταρτο σκέλος του.

Δ. Περαιτέρω, με τον ίδιο ως άνω λόγο, κατά το τρίτο σκέλος του, προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια από τον αριθμό 8 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, με την αιτίαση ότι το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του ουσιώδεις ισχυρισμούς του. Συγκεκριμένα, ο αναιρεσείων υποστηρίζει με τον ως άνω αναιρετικό λόγο ότι αν και με τις προτάσεις του ενώπιον του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου είχε ισχυρισθεί ότι την 4.10.2012 παρέλαβε το υπ' αρ. ....2012 έγγραφο της Διεύθυνσης Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Β' Αθήνας με θέμα "Απάντηση στην από 18.9.2012 εξώδικη αναφορά", το οποίο κοινοποιήθηκε την 3.10.2012 και στους αντιδίκους μαζί με το υπ' αρ. ....2012 απαντητικό έγγραφο της Σχολής τους, με το οποίο (υπ' αριθ. ....2012 έγγραφο) η εποπτεύουσα αρχή δέχθηκε πλήρως τη νομιμότητα όλων των ισχυρισμών που είχε προβάλει με το υπ' αριθ. ....2012 απαντητικό έγγραφό τους και γνωστοποίησε στους αντιδίκους την πρόθεσή του να τους γνωστοποιήσουν την προφορική βαθμολογία της κόρης τους και τα λοιπά βαθμολογικά στοιχεία, χωρίς την επώνυμη αναφορά σε άλλα παιδιά, όπως το περιεχόμενο του εγγράφου αναφέρεται διεξοδικά στο αναιρετήριο, και τελικά με την από 16.10.2012 εξώδικη πρόσκλησή του, κάλεσε τους αναιρεσίβλητους να προσέλθουν στο γραφείο της Διευθύντριας του Γυμνασίου, προκειμένου να τους γνωστοποιηθεί ο πίνακας βαθμολογίας όλων των υποψηφίων και πράγματι αυτοί προσήλθαν την 24.10.2012, το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη του τον ουσιώδη ισχυρισμό του, ότι δηλαδή είχε ικανοποιηθεί ολοσχερώς η αξίωση των αντιδίκων ήδη από 16.10.2012 για επίδειξη σε αυτούς του προφορικού βαθμού και της σειράς κατάταξης της ανήλικης μαθήτριας και συνεπώς είχε αρθεί και η προσβολή των προσωπικών της δεδομένων και για τον προφορικό βαθμό με την αποκάλυψή του το αργότερο στις 24.10.2012. Ο παραπάνω λόγος πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος, καθόσον, σύμφωνα και με όσα έχουν εκτεθεί στην προηγηθείσα υπό στοιχεία VIΑ νομική σκέψη της παρούσας, ο ισχυρισμός αυτός δεν αποτελεί "πράγμα" υπό την προεκτεθείσα έννοια, αφού πρόκειται για αρνητικό ισχυρισμό της αγωγής.

VII. Κατόπιν τούτων, κατά παραδοχή του πρώτου και πέμπτου λόγων αναίρεσης και κατά τα μέρη που οι λόγοι αυτοί έγιναν δεκτοί, ήτοι ως προς το κεφάλαιο που αφορά την αξίωση απάντων των αναιρεσίβλητων περί χρηματικής ικανοποίησής τους λόγω ηθικής βλάβης, πρέπει να αναιρεθεί εν μέρει η προσβαλλόμενη απόφαση, παρελκούσης της έρευνας του δεύτερου και έκτου των λόγων αναίρεσης, ενόψει του ότι αυτοί καταλαμβάνονται από την αναιρετική εμβέλεια των γενόμενων δεκτών ως άνω λόγων. Ακολούθως, πρέπει να παραπεμφθεί η υπόθεση, κατά το αναιρούμενο μέρος, προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο, του οποίου η συγκρότηση από άλλο Δικαστή, εκτός από εκείνον, που δίκασε προηγουμένως την υπόθεση, είναι εφικτή (άρθρο 580 § 3 του ΚΠολΔ). Τέλος, πρέπει να καταδικασθούν οι αναιρεσίβλητοι, λόγω της ήττας τους, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του αναιρεσείοντος κατά το νόμιμο και βάσιμο αίτημα αυτού, που παρέστη και κατέθεσε προτάσεις (άρθρ. 176, 180, 183, 191 § 2 του ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Αναιρεί, κατά το αναφερόμενο στο σκεπτικό μέρος, την με αριθμό .../2022 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών.

Παραπέμπει την υπόθεση, κατά το αναιρεθέν μέρος, προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο (Εφετείο Αθηνών), το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλο δικαστή, πλην εκείνου που εξέδωσε την παραπάνω απόφαση.

Επιβάλλει σε βάρος των αναιρεσίβλητων τη δικαστική δαπάνη του αναιρεσείοντος, το ύψος της οποίας ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 27 Ιανουαρίου 2025.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 6 Μαρτίου 2025.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή