ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 476/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Α2)
print
Τίτλος:
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 476/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Α2)
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 476/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Α2)
Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 476 / 2025    (Α2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Αριθμός 476/2025

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Α2' Πολιτικό Τμήμα

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Μαρία Κουφούδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Παναγιώτη Βενιζελέα, Γεώργιο Σχοινοχωρίτη, Κορνηλία Πανούτσου - Εισηγήτρια και Μιχαήλ Αποστολάκη, Αρεοπαγίτες.

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 25 Νοεμβρίου 2024, με την παρουσία και της γραμματέως Α. Α., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Της αναιρεσείουσας: Μ. Μ. του Σ., πρώην συζύγου Π. Σ., κατοίκου ... Εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ιωάννη Φερλά, με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του Κ.Πολ.Δ.

Της αναιρεσιβλήτου: ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία "ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ", η οποία εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα. Εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Φωτεινή Κονιστή, με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του Κ.Πολ.Δ.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από ...-2013 αγωγή της ήδη αναιρεσείουσας, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: .../2018 του ίδιου Δικαστηρίου και .../2020 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από ...-2022 αίτησή της.

Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Με την κρινόμενη από 8.5.2022 αίτηση αναίρεσης προσβάλλεται η αντιμωλία των διαδίκων και κατά τη τακτική διαδικασία εκδοθείσα, με αριθμό .../2020 τελεσίδικη απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών. Η αίτηση αναίρεσης, ασκήθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα (άρθρα 552, 553, 556, 558, 564, 566 παρ.1 ΚΠολΔ). Είναι συνεπώς παραδεκτή (αρθ. 577 παρ.1 ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 577 παρ.3 ΚΠολΔ). Kατά τη διάταξη του άρθρου 847 ΑΚ, με τη σύμβαση εγγύησης ο εγγυητής αναλαμβάνει απέναντι στο δανειστή την ευθύνη ότι θα καταβληθεί η οφειλή. Στη σύμβαση αυτή εφαρμόζονται οι κοινές για τη σύμβαση διατάξεις, στις οποίες περιλαμβάνονται και εκείνες που αφορούν τα ελαττώματα της δηλώσεως βουλήσεως. Μεταξύ των τελευταίων είναι και αυτές των άρθρων 140 και 141 του ΑΚ, σύμφωνα με τις οποίες, αν κάποιος καταρτίζει δικαιοπραξία και η δήλωσή του δεν συμφωνεί, από ουσιώδη πλάνη, με τη βούλησή του, έχει δικαίωμα να ζητήσει την ακύρωση, όταν αναφέρεται σε σημείο τόσο σπουδαίο για την όλη δικαιοπραξία, ώστε αν το πρόσωπο γνώριζε την πραγματική κατάσταση, δεν θα επιχειρούσε τη δικαιοπραξία (ΑΠ 361/2024, ΑΠ 217/2023, ΑΠ 842/2022). Επομένως, πλάνη είναι η εσφαλμένη γνώση της απαιτουμένης για τον προσδιορισμό της βουλήσεως του δηλούντος πραγματική κατάσταση, προς την πλάνη δε υπό την ανωτέρω έννοια εξομοιώνεται και η έλλειψη γνώσεως (άγνοια) της πραγματικής καταστάσεως, όταν δεν είναι συνειδητή εκ μέρους του δηλούντος, όταν δηλαδή αυτός δεν είναι εν γνώσει ότι αγνοεί την απαιτούμενη πραγματική κατάσταση, διότι αν έχει πλήρη επίγνωση της αγνοίας του δεν πλανάται (ΑΠ 406/2019, ΑΠ 725/2014, ΑΠ 1655/2012, ΑΠ 957/2009, ΑΠ 1783/2007). Πλάνη υπάρχει και όταν ο δικαιοπρακτών εννοούσε τη δήλωσή του με νόημα διαφορετικό εκείνου που πράγματι έχει από το νόμο, ή αγνοούσε τις έννομες συνέπειες της δηλώσεώς του. Έτσι, αν κάποιος υπογράφει έγγραφο νομίζοντας εσφαλμένως ότι περιλαμβάνει ορισμένο περιεχόμενο με ορισμένες συνέπειες, ενώ τούτο περιλαμβάνει περιεχόμενο διαφορετικό, βρίσκεται σε πλάνη, η οποία είναι ουσιώδης αν αναφέρεται σε σημείο τόσο σπουδαίο για την όλη δικαιοπραξία ώστε το πρόσωπο που πλανήθηκε δεν θα την επιχειρούσε αν γνώριζε την πραγματική κατάσταση (ΑΠ 110/2019, ΑΠ 80/2007, ΑΠ 968/2001). Για το χαρακτηρισμό του σημείου ως "σπουδαίου" θα ληφθεί υπόψη το είδος της δικαιοπραξίας, το συμφέρον που έχει ο δηλών σε σχέση με το σημείο στο οποίο αναφέρεται η πεπλανημένη δήλωσή του και η σπουδαιότητα που έχει το σημείο αυτό για το σκοπό που επιδιώκεται με τη δικαιοπραξία (ΑΠ 968/2001). Η πλάνη αυτή μπορεί να αφορά ακόμη και στο περιεχόμενο της δηλώσεως, έστω και αν έχει σχέση με το δίκαιο, δηλαδή με το είδος της δικαιοπραξίας ή τη νομική ενέργεια κάποιου όρου ή με τις έννομες συνέπειες της δηλώσεως (ΑΠ 1431/2019, ΑΠ 406/2019, ΑΠ 335/2012, ΑΠ 1211/2008, ΑΠ 463/2008, ΑΠ 301/2007, ΑΠ 80/2007, ΑΠ 1096/2006), ενώ η πλάνη κατά τη δήλωση βουλήσεως, συνεπεία εσφαλμένης γνώσης από τον δηλούντα της απαιτούμενης για τον προσδιορισμό της βουλήσεως πραγματικής καταστάσεως, μπορεί να είναι και αποτέλεσμα απάτης (αρθ. 147 ΑΚ), οπότε εάν η προκληθείσα βλάβη είναι ουσιώδης, και συντρέχουν και οι λοιποί όροι του άρθρου 140 του ΑΚ, εκείνος που απατήθηκε δικαιούται κατ' επιλογή, να ζητήσει την ακύρωση της δικαιοπραξίας κατά τα άρθρα 154 και 155 του ΑΚ, είτε λόγω πλάνης, είτε λόγω απάτης (ΑΠ 745/2020). Εξ άλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 ΚΠολΔ, η αγωγή, εκτός από τα στοιχεία που ορίζονται στα άρθρα 118 και 117, πρέπει να περιέχει: α)σαφή έκθεση των γεγονότων, που τη θεμελιώνουν, σύμφωνα με το νόμο, και δικαιολογούν την άσκηση της από τον ενάγοντα κατά του εναγομένου, β) ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και γ) ορισμένο αίτημα. Διαφορετικά η αγωγή είναι αόριστη. Η αοριστία δε αυτή, με την έννοια της ποιοτικής ή ποσοτικής αοριστίας, δεν μπορεί να θεραπευτεί, ούτε με τις προτάσεις, ούτε με παραπομπή στο περιεχόμενο άλλου εγγράφου. Ειδικότερα, στην αγωγή με την οποία διώκεται η ακύρωση δικαιοπραξίας λόγω πλάνης πρέπει να αναφέρεται: (α) η συναφθείσα δικαιοπραξία, (β) η διάσταση μεταξύ δηλώσεως και βουλήσεως του ενάγοντος και ο ουσιώδης λόγος της διάστασης αυτής και (γ) αίτημα για την ακύρωση της δικαιοπραξίας. Περαιτέρω, η νομική αοριστία της αγωγής στηρίζει λόγο αναίρεσης από το άρθρο 559 αριθ.1 ΚΠολΔ, για παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου, αν το δικαστήριο για τη θεμελίωση της αγωγής στο συγκεκριμένο κανόνα δικαίου, αρκέστηκε σε στοιχεία λιγότερα ή αξίωσε περισσότερα εκείνων που ο κανόνας αυτός απαιτεί για τη γένεση του δικαιώματος. Αντίθετα, η έλλειψη εξειδίκευσης των πραγματικών περιστατικών που θεμελιώνουν το ασκούμενο με την αγωγή ή την ένσταση ουσιαστικό δικαίωμα και αποτελούν την προϋπόθεση εφαρμογής του αντίστοιχου κανόνα ουσιαστικού δικαίου, χαρακτηρίζεται ως ποσοτική αοριστία της αγωγής ή της ένστασης, ενώ η επίκληση απλώς των στοιχείων του νόμου χωρίς αναφορά πραγματικών περιστατικών χαρακτηρίζεται ως ποιοτική αοριστία της αγωγής ή της ένστασης (ΑΠ 142/2021) και ελέγχονται αναιρετικά με τους λόγους από τους αριθμ. 8 και 14 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ (ΟλΑΠ 1573/1981, ΑΠ 707/2022, ΑΠ 142/2021, ΑΠ 935/2020, ΑΠ 725/2017, ΑΠ 1650/2012). Η προσβαλλομένη απόφαση είναι αποτέλεσμα της ακόλουθης διαδικαστικής διαδρομής, κατά παραδεκτή επισκόπηση των διαδικαστικών εγγράφων της υπόθεσης (αρθ. 561 παρ. 2 ΚΠολΔ). Με την από 4.10.2013 αγωγή της η ήδη αναιρεσείουσα ισχυρίστηκε ότι στις 8.5.2013 δέχθηκε τηλεφωνική κλήση από υπάλληλο του υποκαταστήματος Λαυρίου, της ήδη απορροφηθείσας από την αναιρεσίβλητη "Εμπορικής Τράπεζας της Ελλάδος", η οποία την κάλεσε να υπογράψει τροποποίηση της με αριθμό ....2006 σύμβασης ανοικτού επιχειρηματικού δανείου, ύψους 60.000 ευρώ, που είχε λάβει ο τέως σύζυγός της Π. Σ. του Α., και στο οποίο η ίδια (αναιρεσείουσα) εφέρετο να έχει συμβληθεί ως εγγυήτρια. Ότι την επομένη αμέσως ημέρα (9.5.2013) μετέβη στο παραπάνω υποκατάστημα από το οποίο έλαβε αντίγραφο της δανειακής σύμβασης και διαπίστωσε ότι αυτό έφερε πράγματι την υπογραφή της, στη θέση του εγγυητού, και ότι είχε έτσι εγγυηθεί την πλήρη εξόφληση του εν λόγω δανείου κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα. Ότι η υπογραφή της ως εγγυήτριας του δανείου είναι συνέπεια ουσιώδους πλάνης της, για το λόγο ότι όταν υπέγραφε είχε την εσφαλμένη εντύπωση ότι υπέγραφε σύμβαση με την αναιρεσίβλητη για την έκδοση καινούργιας πιστωτικής κάρτας, όπως την είχε σχετικά διαβεβαιώσει ο τέως σύζυγός της, με τον οποίο ακόμη δεν είχαν κλονισθεί οι συζυγικές τους σχέσεις. Ότι την εσφαλμένη αυτή εντύπωση η αναιρεσείουσα διατηρούσε μέχρι την λήψη εκ μέρους της στις 9.5.2013 αντιγράφου της δανειακής σύμβασης από προστηθέντες υπαλλήλους της τραπέζης που την ενημέρωσαν σχετικά. Με την επίκληση του παραπάνω ιστορικού, η ενάγουσα και ήδη αναιρεσείουσα ζήτησε, επικαλούμενη δικαίωμα ακύρωσης της επίμαχης δικαιοπραξίας, εξ αιτίας ουσιώδους πλάνης, να ακυρωθεί αυτή με την έκδοση της σχετικής δικαστικής απόφασης. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων η με αριθμό .../2018 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία δέχθηκε την αγωγή ως βάσιμη και από ουσιαστική άποψη και αναγνώρισε την ακυρότητα της δικαιοπρακτικής βούλησης της ενάγουσας, της διαλαμβανόμενης στην από 18.12.2006 σύμβαση εγγύησης. Ακολούθως και μετά από την άσκηση της από 12.12.2019 έφεσης της εναγομένης τραπεζικής εταιρείας, εκδόθηκε η με αριθμό .../2020 τελεσίδικη απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών (αναιρεσιβαλλομένη), με την οποία μετά αυτεπάγγελτο έλεγχο του παραδεκτού και νομίμου της αγωγής, η αγωγή κρίθηκε ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας, για το λόγο ότι η ενάγουσα δεν επικαλέστηκε την γνώση ή την υπαίτια άγνοια της δανείστριας τράπεζας εναγομένης, συναφώς προς την απάτη που μετήλθε τρίτος και συγκεκριμένα ο δανειολήπτης-οφειλέτης της εναγομένης και τότε σύζυγος της ενάγουσας Π. Σ. Συνακόλουθα το Εφετείο με την προσβαλλομένη απόφασή του, εξαφάνισε την εκκαλουμένη απόφαση, διακράτησε την υπόθεση και απέρριψε την αγωγή ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας. Όμως, με το παραπάνω περιεχόμενο και αίτημα, η αγωγή ελέγχεται ως πλήρως ορισμένη, καθόσον περιέχει όλα τα στοιχεία που αναφέρθηκαν στην προηγηθείσα νομική σκέψη, τα οποία είναι αναγκαία για τη θεμελίωσή της. Συγκεκριμένα, εκτίθεται η κατάρτιση της επίμαχης δικαιοπραξίας, η ασυμφωνία της δήλωσης της ενάγουσας προς τη βούλησή της (πλάνη) κατά το χρόνο κατάρτισης της δικαιοπραξίας , εξ αιτίας ανυπαίτιας άγνοιας των πραγματικών περιστατικών, καθώς και ότι η πλάνη της αφορά σημείο, τόσο σπουδαίο για την όλη δικαιοπραξία, ώστε αν γνώριζε τη πραγματική κατάσταση, και συγκεκριμένα αν γνώριζε ότι συμβάλλεται ως εγγυήτρια επιχειρηματικού δανείου και όχι για την απόκτηση πιστωτικής κάρτας εκδόσεως της εναγομένης, ήδη αναιρεσίβλητης, δεν θα επιχειρούσε την δικαιοπραξία. Συνακόλουθα δε, προς τα ανωτέρω η ενάγουσα υπέβαλε και το σχετικό ακυρωτικό αίτημα. Δεδομένου ότι στη προκειμένη περίπτωση, που κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή η πλάνη της ενάγουσας είναι προϊόν εξαπατήσεώς της από τον τέως σύζυγό της, πλην όμως η ενάγουσα αιτείται την ακύρωση της επίμαχης δικαιοπραξίας λόγω ουσιώδους πλάνης, δεν απαιτείται για το ορισμένο της αγωγικής αξίωσης η επίκληση της γνώσεως εκ μέρους της εναγομένης ήδη αναιρεσίβλητης, ως αποδέκτη της δήλωσης της απάτης που τελέστηκε από τρίτο πρόσωπο, όπως τρίτος είναι επί εγγυήσεως ο οφειλέτης εξ αιτίας της απάτης του οποίου συνήφθη η σύμβαση εγγυήσεως, ως εν προκειμένω. Με τα δεδομένα αυτά, η αγωγή δεν έπασχε από νομική αοριστία, και το Εφετείο που με την προσβαλλομένη απόφασή του, αξίωσε περισσότερα εκείνων που ο κανόνας του άρθρου 141 ΑΚ απαιτεί για τη γένεση του σχετικού δικαιώματος υπέπεσε στη πλημμέλεια του αρ. 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, ώστε ο πρώτος λόγος αναίρεσης, με τον οποίο έγινε επίκληση της παραπάνω πλημμέλειας, είναι βάσιμος, ενόψει δε, της αναιρετικής του εμβέλειας, παρέλκει η έρευνα των δευτέρου και τρίτου λόγων αναίρεσης (αρ. 8 και 14 αρθ. 559 ΚΠολΔ) ως αλυσιτελών. Πρέπει επομένως να γίνει δεκτή η αίτηση αναίρεσης να παραπεμφθεί δε η υπόθεση στο ίδιο Εφετείο, συντιθέμενο από άλλους δικαστές, από αυτούς που εξέδωσαν τη προσβαλλομένη απόφαση (αρθ. 580 παρ. 3 εδ. β'ΚΠολΔ) και να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου που κατέθεσε η αναιρεσείουσα για το παραδεκτό της αίτησής της στην ίδια (αρθ. 494 παρ. 3 ΚΠολΔ). Τέλος, η αναιρεσίβλητη, πρέπει να καταδικασθεί λόγω της ήττας της στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσείουσας που κατέθεσε προτάσεις (αρθ. 176,183,191 παρ. 2 ΚΠολΔ) κατά τα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Αναιρεί τη με αριθμό .../2020 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών.

Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου που κατέθεσε η αναιρεσείουσα στην ίδια.

Παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο συντιθέμενο από άλλους Δικαστές, εκτός από αυτούς που εξέδωσαν την αναιρούμενη απόφαση.

Καταδικάζει την αναιρεσίβλητη στη πληρωμή της δικαστικής δαπάνης της αναιρεσείουσας, την οποία ορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 11 Φεβρουαρίου 2025.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 17 Μαρτίου 2025.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή