
Σύνδεσμος απόφασης
Απόφαση 594 / 2025    (Α1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)
Αριθμός 594/2025
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Α1' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ασημίνα Υφαντή, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Βρυσηίδα Θωμάτου - Εισηγήτρια, Γεώργιο Σχοινοχωρίτη, Ευτύχιο Νικόπουλο και Βαρβάρα Πάπαρη, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 19 Φεβρουαρίου 2024, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: Εταιρείας με την επωνυμία "G. Ι. Κ. «Ε. και τον διακριτικό τίτλο "H. F. Y. F.", που εδρεύει στην ... και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ηλία Σαρακινίδη και κατέθεσε προτάσεις.
Του αναιρεσιβλήτου: Α. Μ. του Α., κατοίκου ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Αργύριο Αργυριάδη με δήλωση κατ' άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 4/12/2018 αγωγή της ήδη αναιρεσείουσας, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο .... Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 13081/2019 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και .../2022 του Μονομελούς Εφετείου …. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 29/7/2022 αίτησή της.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως και την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την κρινόμενη αίτηση αναίρεσης, προσβάλλεται η εκδοθείσα αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, με αριθμό .../2022 τελεσίδικη απόφαση του Μονομελούς Εφετείου ..., το οποίο δέχθηκε τυπικά και απέρριψε κατ' ουσίαν την έφεση της αναιρεσείουσας, κατά της 13081/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου ..., που είχε απορρίψει την από 4-12-2018 αγωγή της, για καταβολή αποζημίωσης και χρηματική ικανοποίηση, λόγω ηθικής βλάβης, που υπέστη από αδικοπραξία του αναιρεσίβλητου (διάδοση αναληθών ειδήσεων). Η αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 552, 553, 556, 558, 564, 566 παρ. 1 ΚΠολΔ), είναι συνεπώς παραδεκτή (άρθρο 577 παρ. 1) και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (αρθ. 577 παρ. 3 ΚΠολΔ). Κατά το άρθρο 914 ΑΚ, όποιος ζημιώσει άλλον παράνομα και υπαίτια έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει. Από τη διάταξη αυτή, συνδυαζόμενη με εκείνες των άρθρων 297, 298 και 330 του ίδιου Κώδικα, προκύπτει ότι προϋποθέσεις της ευθύνης για αποζημίωση από αδικοπραξία, καθώς και για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, που αποτελεί μη περιουσιακή ζημία (άρθρα 299 και 932 ΑΚ), είναι: α) ζημιογόνα συμπεριφορά (πράξη ή παράλειψη), β) παράνομος χαρακτήρας της πράξης ή παράλειψης, γ) υπαιτιότητα, που περιλαμβάνει το δόλο και την αμέλεια, δ) ζημία και ε) αιτιώδης συνάφεια μεταξύ ζημιογόνου συμπεριφοράς και αποτελέσματος, δηλαδή της ζημίας (ΑΠ 592/2022, 462/2022), που κρίνεται κατά τις διατάξεις των άρθρων 297 και 298 ΑΚ, και υφίσταται όταν η υπαίτια συμπεριφορά ήταν κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων ικανή με βάση αντικειμενικά κριτήρια, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, να επιφέρει το επιζήμιο αποτέλεσμα, επέφερε δε πράγματι τούτο στη συγκεκριμένη περίπτωση (ΑΠ 1347/2022, ΑΠ 859/2019, ΑΠ 1231/2015). Από τις ίδιες διατάξεις συνάγεται ότι, δεν αποκλείεται η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου από το γεγονός ότι στο ζημιογόνο αποτέλεσμα συντέλεσε παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά και τρίτου προσώπου, εκτός αν η παρεμβολή του τρίτου οφείλεται σε εντελώς εξαιρετικά και απρόβλεπτα γεγονότα οπότε και μόνο επέρχεται διακοπή του αιτιώδους συνδέσμου (ΑΠ 719/2012). Ειδικότερα, είναι ενδεχόμενο η αιτιώδης συνάφεια να διακοπεί, οπότε δεν οφείλεται αποζημίωση από τη μετά τη διακοπή περαιτέρω σειρά των γεγονότων. Τέτοια διακοπή επέρχεται όταν το γεγονός ήταν, κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων ικανό να επιφέρει και θα επέφερε το επιβλαβές αποτέλεσμα, πλην, όμως, τούτο δεν επήλθε από το γεγονός αυτό, γιατί επήλθε άλλο γεγονός, εντελώς άσχετο προς το προηγούμενο, το οποίο επέφερε το επιβλαβές αποτέλεσμα (ΑΠ 1479/2013). Έτσι, η διακοπή του αιτιώδους συνδέσμου έχει ως προϋπόθεση την παρεμβολή άλλων μεταγενέστερων, όλως εξαιρετικών και απρόβλεπτων γεγονότων, ιδίως δε ενεργειών τρίτων προσώπων (ΑΠ 619/2021, ΑΠ 536/2019, ΑΠ 1479/2013, ΑΠ 719/2012). Ακολούθως, κατά τη διάταξη του άρθρου 920 ΑΚ, όποιος γνωρίζοντας ή υπαίτια αγνοώντας, υποστηρίζει ή διαδίδει αναληθείς ειδήσεις που εκθέτουν σε κίνδυνο την πίστη, το επάγγελμα ή το μέλλον άλλου, έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι προϋποθέσεις για την εφαρμογή της είναι: α) υποστήριξη ή διάδοση αναληθών ειδήσεων. Ως ''υποστήριξη'' νοείται ο ισχυρισμός των ειδήσεων ενώπιον τρίτων με επιχειρηματολογία υπέρ της αλήθειας τούτων, ενώ ως ''διάδοση'' νοείται η απλή ανακοίνωση των ισχυρισμών. Η υποστήριξη ή η διάδοση των ειδήσεων μπορεί να γίνει με οποιοδήποτε τρόπο και μέσο, δηλαδή γραπτά ή προφορικά, προς ένα ή περισσότερα πρόσωπα. Ως ειδήσεις νοούνται οι πληροφορίες που αναφέρονται σε οποιαδήποτε περιστατικά, σχέσεις ή καταστάσεις, οι οποίες, κατά το χρόνο της υποστήριξης ή διάδοσης, εκθέτουν σε κίνδυνο ένα από τα περιοριστικώς αναφερόμενα στη διάταξη αγαθά, δηλαδή την πίστη, το επάγγελμα ή το μέλλον του θιγομένου. Οι υποστηριζόμενες ή διαδιδόμενες ειδήσεις πρέπει να είναι σαφείς και συγκεκριμένες και να αναφέρονται σε ορισμένα γεγονότα, επιπλέον δε να αποδεικνύονται και αναληθείς, με την έννοια να μην αληθεύει εξ ολοκλήρου το σχετικό γεγονός ή να παρουσιάζεται αυτό παραποιημένο. Αν το σχετικό γεγονός αληθεύει, δεν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής της ως άνω διάταξης. β) Γνώση ή υπαίτια άγνοια της αναλήθειας. Δηλαδή, αυτός που υποστηρίζει ή διαδίδει τις αναληθείς ειδήσεις πρέπει να γνωρίζει ή υπαιτίως (από αμέλεια) να αγνοεί την αναλήθεια αυτών. Το στοιχείο αυτό ανταποκρίνεται στην έννοια του πταίσματος και με τις δύο γνωστές μορφές (330 ΑΚ), δηλαδή του δόλου (γνώση της αναλήθειας) και της αμέλειας (άγνοια της αναλήθειας, επειδή δεν καταβλήθηκε η απαιτούμενη στις συναλλαγές επιμέλεια). Πρόθεση του διαδίδοντος να προξενήσει βλάβη στον θιγόμενο δεν απαιτείται. Η ζημία του βλαπτομένου πρέπει να προήλθε αιτιωδώς από τη διάδοση ή την υποστήριξη των αναληθών ειδήσεων, γ) Κίνδυνος για την πίστη, το επάγγελμα ή το μέλλον του προσώπου. Οι διαδιδόμενες αναληθείς ειδήσεις πρέπει επιπλέον να εκθέτουν αιτιωδώς και πραγματικά σε κίνδυνο ένα από τα περιοριστικά διαλαμβανόμενα στο πιο πάνω άρθρο αγαθά του φυσικού ή νομικού προσώπου. Δεν αρκεί η διαπίστωση ότι αφηρημένως είναι ικανές να εκθέσουν σε κίνδυνο τα εν λόγω αγαθά. Ως πίστη του προσώπου νοείται η καλή γνώμη και υπόληψη την οποία έχουν τρίτοι σχετικά με την οικονομική και επαγγελματική κατάσταση του φυσικού ή νομικού προσώπου. Ως μέλλον αυτού νοείται η οικονομική και επαγγελματική βελτίωση. Η πίστη, το μέλλον ή το επάγγελμα ενός προσώπου θεωρείται ότι βρίσκονται σε κίνδυνο, όταν δημιουργούνται δυσμενείς παραστάσεις σε τρίτους και ειδικότερα σ' εκείνους με τους οποίους σχετίζεται κοινωνικά, οικονομικά ή επαγγελματικά και δ) Ζημία, η οποία προκαλείται αιτιωδώς από την έκθεση σε κίνδυνο ενός από τα πιο πάνω αγαθά (ΑΠ 1813/2022, ΑΠ 942/2023). Επιπλέον ο θιγόμενος (φυσικό ή νομικό πρόσωπο), εκτός από την αποζημίωση, με βάση την ως άνω αδικοπραξία του άρθρου 920 ΑΚ, δικαιούται και χρηματική ικανοποίηση, για την ηθική βλάβη που υπέστη από τις αναληθείς ειδήσεις (ΑΠ 942/2023, ΑΠ 1811/2022, ΑΠ 129/2020). Ειδικότερα, τα νομικά πρόσωπα μπορούν να ζητήσουν αποκατάσταση της ηθικής βλάβης, αν με τη σε βάρος τους αδικοπραξία προσβλήθηκε η εμπορική τους πίστη, η επαγγελματική τους υπόληψη και γενικά το εμπορικό τους μέλλον (ΑΠ 942/2023). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 57 ΑΚ, όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον, ενώ αξίωση αποζημίωσης σύμφωνα με τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες δεν αποκλείεται, κατά δε το άρθρο 59 ΑΚ και στην περίπτωση του άρθρου 57 ΑΚ, το δικαστήριο με την απόφασή του, ύστερα από αίτηση αυτού που έχει προσβληθεί και αφού έχει λάβει υπόψη το είδος της προσβολής, μπορεί, επιπλέον, να καταδικάσει τον υπαίτιο να ικανοποιήσει την ηθική βλάβη αυτού που έχει προσβληθεί. Η ικανοποίηση συνίσταται σε πληρωμή χρηματικού ποσού, σε δημοσίευμα και σε οτιδήποτε επιβάλλεται από τις περιστάσεις. Με τις διατάξεις αυτές καθιερώνεται αντικειμενική ευθύνη του προσβάλλοντος ως προς την άρση της προσβολής και την παράλειψη αυτής στο μέλλον, ενώ για την αξίωση αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης απαιτείται η παράνομη προσβολή να είναι και υπαίτια (ΑΠ 462/2022). Η αποκατάσταση δε της περιουσιακής ζημίας, η οποία προκλήθηκε από την προσβολή της προσωπικότητας, γίνεται με βάση τα ισχύοντα για τις αδικοπραξίες (αρθρ. 914, 57 ΑΚ, ΑΠ 1255/2022). Τέλος, κατά το άρθρο 559 αριθμ. 1α ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν παραβιάστηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών, αδιάφορο αν πρόκειται για νόμο ή έθιμο, ελληνικό ή ξένο, εσωτερικού ή διεθνούς δικαίου. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται, αν δεν εφαρμοστεί, ενώ συνέτρεχαν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του ή αν εφαρμοστεί ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και αν εφαρμοστεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία, είτε με κακή εφαρμογή, δηλαδή με εσφαλμένη υπαγωγή. Με το λόγο αυτό αναίρεσης ελέγχονται τα σφάλματα του δικαστηρίου κατά την εκτίμηση του νόμω βασίμου της αγωγής ή των ισχυρισμών των διαδίκων, καθώς και τα νομικά σφάλματα κατά την έρευνα της ουσίας της διαφοράς. Ελέγχεται, δηλαδή, αν η αγωγή, ένσταση κλπ ορθά απορρίφθηκε ως μη νόμιμη ή αν, κατά παράβαση ουσιαστικού κανόνα δικαίου, έγινε δεκτή ως νόμιμη ή απορρίφθηκε ή έγινε δεκτή κατ' ουσίαν (ΟλΑΠ 3/2020, 6/2019, 4/2018, ΑΠ 723/2022). Ο αναιρετικός αυτός έλεγχος γίνεται με βάση την κυριαρχική εκτίμηση του δικογράφου της αγωγής από το δικαστήριο της ουσίας (άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ), σε συνδυασμό, όμως, και με τα εκτιθέμενα στο αγωγικό δικόγραφο (ΑΠ 756/2022, ΑΠ 811/2021, ΑΠ 661/2020, ΑΠ 339/2020, ΑΠ 5/2020). Στην προκειμένη περίπτωση, με τον πρώτο λόγο αναίρεσης, η αναιρεσείουσα προσάπτει στην προσβαλλομένη απόφαση την πλημμέλεια από το άρθρο 559 αρ. 1 ΚΠολΔ, με τις αιτιάσεις ότι, απορρίπτοντας την αγωγή της ως μη νόμιμη, κατά το μέρος που αφορά τη θετική της ζημία, λόγω διακοπής του αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της αδικοπρακτικής συμπεριφοράς του αναιρεσίβλητου από τη διάδοση αναληθών ειδήσεων και του ζημιογόνου αποτελέσματος, παραβίασε τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων, 914, 920 και 297, 298, 932, 57 και 59 ΑΚ, με εσφαλμένη ερμηνεία και τη μη εφαρμογή τους. Από την παραδεκτή, κατ' άρθρο 561 αρ. 2 ΚΠολΔ, επισκόπηση του δικογράφου της ένδικης αγωγής προκύπτει ότι η ενάγουσα, ήδη αναιρεσείουσα, εξέθετε μεταξύ άλλων, σ' αυτή, τα εξής: Ότι, η ίδια εισάγει και εμπορεύεται στη χώρα μηχανήματα θέρμανσης και ότι στα πλαίσια της δραστηριότητάς της αυτής, αγόρασε και εισήγαγε προς εκτελωνισµό ενώπιον του Α' Τελωνείου ...ς, στις 4-10-2017, τρία κοντέϊνερ, που περιείχαν 449 θερµαντήρες πετρελαίου (λέβητες LFA - LST-FAC-STC), εργοστασίου κατασκευής KDNAVIEN - SATOURN, προέλευσης Ν. Κορέας, καθαρής αξίας 169.297,52 ευρώ. Ότι προηγουμένως, ερεύνησε τους όρους και τις προϋποθέσεις κυκλοφορίας των μηχανημάτων αυτών στην ελληνική αγορά και φρόντισε να διενεργηθούν εκ νέου οι νόμιμοι τεχνικοί έλεγχοι και να εκδοθούν τα απαραίτητα πιστοποιητικά του αρµόδιου κρατικού φορέα, τα οποία είχαν ισχύ µέχρι τις 31-12-2017. Ότι, τα ανωτέρω μηχανήματα ήταν γνωστά στις τελωνειακές αρχές και στις υπηρεσίες των αρμοδίων υπουργείων, όσο και στην αγορά, είχαν πολλαπλώς ελεγχθεί στα δοκιµαστήρια, αλλά και στην πράξη και ήταν απολύτως νόµιµα, αιτία για την οποία η προηγηθείσα της εισαγωγής έρευνα ήταν περιττή, δεδομένου ότι επί σειρά ετών είχαν εισαχθεί και λειτουργούσαν στην Ελλάδα χωρίς κανένα πρόβλημα χιλιάδες πανομοιότυπα μηχανήματα (άνω των 15.000 τεµαχίων), πιστοποιηθέντα ήδη πρώτη φορά από το έτος 2008. Ότι, ενώ θα έπρεπε με βάση τα ανωτέρω και τα προβλεπόμενα από τις τελωνειακές διαδικασίες για τα είδη αυτά, η διαδικασία εκτελωνισμού να διαρκέσει ελάχιστο χρόνο, αιφνιδίως ο εκτελωνισµός διακόπηκε αυθημερόν και τα μηχανήματα δεσμεύτηκαν και ότι, όπως πληροφορήθηκε από το άνω Τελωνείο, αποκλειστική αιτία της εμπλοκής, ήταν η προφορική αρχικά καταγγελία του εναγομένου, σε βάρος της και σε βάρος των μηχανημάτων, η οποία διατυπώθηκε και εγγράφως και επιδόθηκε σε διάφορους αποδέκτες και στο Α' Τελωνείο ...ς, στις 4-10-2017. Ειδικότερα, ότι με την εν λόγω καταγγελία ο τελευταίος ισχυριζόταν, ότι οι εν λόγω θερµαντήρες δεν πληρούν τις προϋποθέσεις της κείµενης νομοθεσίας και συγκεκριµένα οι λέβητες LFA, FAC, LST και STC, που εισάγονται από την ενάγουσα είναι συνδυασµένης λειτουργίας (CΟΜΒΙ) και δεν καλύπτονται από το πιστοποιητικό συμμόρφωσης CΕ για τη χρήση ζεστού νερού, παρά µόνο για τη θέρµανση, ότι δεν έφεραν σήµανση ΕRP, όπως η νοµοθεσία επιβάλλει, ότι δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν, ούτε για λόγους αντικατάστασης ακόµη και πανομοιότυπων μονάδων κατ' εφαρµογή του εδαφ. ζ της παραγρ. 2 του άρθρου 1 του Κανονισμού 813/2013, µε βάση το οποίο ήταν δυνατή η διάθεση στην αγορά πριν την 1-1-2018 μονάδων παραγωγής θερμότητας (καυστήρα) ή περιβληµάτων θερµαντήρων (λέβητας/καζάνι) που προορίζονται για την αντικατάσταση πανομοιότυπων µονάδων παραγωγής θερμότητας ή περιβληµάτων θερµαντήρων και όχι ως µονάδα συνολικά που συμπεριλαμβάνει και τα δύο, ήτοι λέβητα και καυστήρα και αποτελούν κίνδυνο για τη δηµόσια υγεία. Ότι οι διαλαμβανόμενες στην εξώδικη δήλωση αιτιάσεις του εναγομένου για τα άνω μηχανήματά της ήταν αναληθείς και διατυπώθηκαν από αυτόν εν γνώσει της αναλήθειάς τους, καθόσον τα μηχανήματα αυτά, πληρούσαν όλες τις προϋποθέσεις του νόµου και της κείµενης νομοθεσίας, ήταν απόλυτα ασφαλή για τη δημόσια υγεία και έτσι δεν συνέτρεχε απολύτως κανένας λόγος να γίνουν σε βάρος της έρευνες για την διερεύνηση ποινικών, αστικών και διοικητικών ευθυνών της, εκ της θέσης σε κυκλοφορία των μηχανημάτων, ούτε απαιτείτο οποιαδήποτε ενέργεια του δηµοσίου, επιπλέον δε τα μηχανήματα αυτά καλύπτονταν από πιστοποιητικά συμμόρφωσης CΕ, όπως η νοµοθεσία επιβάλλει και μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για αντικατάσταση πανομοιότυπων µονάδων σύμφωνα µε τις εξαιρέσεις που προβλέπουν ρητά οι ευρωπαϊκές οδηγίες 8123/2013 και 811/2013, ενώ μέχρι τις 31-12-2017, που επιτρεπόταν να διατεθούν στην αγορά τα μηχανήματα αυτά, οι αρμόδιοι φορείς δεν είχαν κινήσει καμία νόµιµη διαδικασία για την απαγόρευση διάθεσής τους. Ότι τα διαλαμβανόμενα στην καταγγελία ψεεδή περιστατικά, σε συνάρτηση και με την ευθυνοφοβία, την ατολµία και τη γραφειοκρατία των σχετικών υπηρεσιών του Δημοσίου, επέφεραν την καθυστέρηση του αρχικού εκτελωνισμού, που ξεκίνησε στις 4-10-2017 και ολοκληρώθηκε στο τέλος Οκτωβρίου 2017, µετά από την έγκριση του αρµόδιου υπουργείου. Ότι στη συνέχεια, λόγω της πιο πάνω καταγγελίας του εναγοµένου, και κατά τη δεύτερη εκ µέρους της εισαγωγή 320 πανομοιότυπων μηχανημάτων στις 15-12-2017, αξίας 107.754,44 ευρώ, διατάχθηκαν νέοι άσκοποι έλεγχοι, µε αποτέλεσµα, ο εκτελωνισμός να διαρκέσει επτά ηµέρες, αντί δύο μόνο ωρών, αφού επρόκειτο πλέον περί γνωστών και ήδη εντελώς πρόσφατα ελεγµένων μηχανημάτων, που είχαν εισαχθεί και εκτελωνισθεί νόµιµα ελάχιστο χρονικό διάστηµα πριν, μετά την προηγούμενη έγκριση του εκτελωνισμού των μηχανημάτων της (ενάγουσας) για την πρώτη εισαγωγή. Ότι, επιπλέον συνεπεία των δυσφημιστικών διαδόσεων του εναγοµένου, ολόκληρος ο κόσμος των εισαγωγέων, εμπόρων και επαγγελματιών του χώρου πληροφορείτο και αναμετάδιδε ότι τα μηχανήματά της είναι προβληματικά, παράνομα και επικίνδυνα για τη δημόσια υγεία, με συνέπεια την ακύρωση παραγγελιών από πελάτες της και αποπροσανατολισμό των πελατών, οι οποίοι απογοητεύθηκαν από την αναμονή και επηρεάστηκαν από τις ψευδείς και συκοφαντικές διαδόσεις και ότι από τις ανωτέρω δυσφημιστικές διαδόσεις προσβλήθηκε άμεσα η εμπορική της πίστη, η εμπιστοσύνη του κοινού σ' αυτή, η επαγγελματική της υπόληψη και το εμπορικό της μέλλον. Επίσης, η ενάγουσα εκθέτει ότι , από την παραπάνω συμπεριφορά του εναγομένου υπέστη, ι) θετική ζημία, συνιστάμενη: α) στο ποσό των 3.100 ευρώ, για έξοδα αποθήκευσης και διαχείρισης ελέγχων από εταιρία Logistics, κατά τη φάση της αναγκαίας εναπόθεσης των μηχανημάτων σε τελωνειακή αποθήκη, κατά το χρονικό διάστηµα των διαδικασιών ελέγχου, από 4-10-2017 έως 30-10-2017, β) στο συνολικό ποσό των 1.911,12 ευρώ, για έξοδα μεταφοράς, αποσυσκευασίας και επανασυσκευασίας των μηχανημάτων για τη διενέργεια των πρόσθετων ελέγχων κατά τον εκτελωνισμό, όπως τα επιµέρους κονδύλια αναφέρονται αναλυτικά στην αγωγή, γ) στο συνολικό ποσό των 3.193 ευρώ, για έξοδα αλλαγής προορισμού - µεταφόρτωσης των μηχανημάτων της δεύτερης εισαγωγής οδικώς πλέον από το λιμάνι του Πειραιά στο λιμάνι της ...ς, προς επίσπευση της άφιξής τους και συνακόλουθα του εκτελωνισμού τους, όπως τα επιµέρους κονδύλια περιγράφονται αναλυτικά, δ) το ποσό των 1.450 ευρώ, για αµοιβή προσληφθέντων δικηγόρων για επιβεβληµένες παραστάσεις σε τελωνείο, δικαστήρια, στο αρμόδιο υπουργείο, σύνταξη εξωδίκων, αιτήσεων κ.λ.π, ήτοι συνολικά θετική ζημία, ύψους 9.654,12 ευρώ και ιι) αποθετική ζημία, συνιστάμενη, α) στο συνολικό ποσό των 63.332,72 ευρώ, από το οποίο, ποσό 31.666,396 ευρώ αντιστοιχεί στα βέβαια κέρδη, που απώλεσε από την ακύρωση (προπληρωμένων) παραγγελιών των μηχανημάτων αυτών από τους πελάτες της, κατά τους µήνες από Οκτώβριο έως Δεκέμβριο 2017, συνολικής αξίας 63.332,72 ευρώ (ήτοι 31.666,36 Χ 100% κέρδος κατ' ελάχιστο) και ποσό 31.666,36 ευρώ, από την παράλειψη νέων αγορών - παραγγελίες από τους άνω πελάτες της, ίσης αξίας µε τις ακυρωθείσες, όπως επρόκειτο να πράξουν κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, τις οποίες δεν πραγματοποίησαν, λόγω της διάδοσης των άνω ψευδών ειδήσεων, περί της επικινδυνότητας των μηχανημάτων, β) στο ποσό των 52.010 ευρώ, λόγω αδυναμίας λήψης παραγγελιών κατά το διάστηµα των ελέγχων για τα µηχανήµατα της πρώτης εισαγωγής, κατά το µήνα Οκτώβριο 2017, ισοδύναμη µε προβλεπόμενες, βάσει προηγούμενων παραγγελιών και αυτών του Νοεμβρίου 2017, πωλήσεις 140 λεβήτων µέσης αξίας 743 ευρώ εκάστου, µε απώλεια συνολικού τζίρου 104.020 ευρώ (μεικτό κέρδος 100%), και γ) ποσό 18.432 ευρώ, λόγω διάθεσης, κατά το διάστηµα 16-12-2017 έως 31-12-2017, 288 μηχανημάτων σε μειωμένη τιµή - κατά 64 ευρώ, εξαιτίας του καθυστερηµένου εκτελωνισμού και της ανάγκης ολοκλήρωσης των πωλήσεων µέχρι την 31-12-2017, ήτοι συνολική αποθετική ζημία, ύψους 133.774,22 ευρώ. Με βάση δε το ιστορικό αυτό, ζήτησε να υποχρεωθεί ο εναγόµενος να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 143.428,84 ευρώ για την περιουσιακή ζημία που υπέστη (θετική και αποθετική), καθώς και το ποσό των 40.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, καθόσον, λόγω των δυσφημιστικών διαδόσεων του εναγόµενου με την προαναφερόμενη καταγγελία και την καθυστέρηση του εκτελωνισμού των μηχανημάτων της συνεπεία της καταγγελίας, προσβλήθηκε η εµπορική της πίστη, η εμπιστοσύνη του κοινού σ' αυτή, η επαγγελματική της υπόληψη και γενικά το εμπορικό της µέλλον, τα κονδύλια δε αυτά µε το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής έως την ολοσχερή εξόφληση. Επί της αγωγής, εκδόθηκε η με αριθμό 13081/2019 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου ...ς, με την οποία απορρίφθηκε ως μη νόμιμη αυτή, κατά το μέρος που αφορούσε όλα τα πιο πάνω αγωγικά κονδύλια της περιουσιακής ζημίας (πλην του άνω, υπό στοιχ. ιι α κονδυλίου, ύψους 63.332,72 ευρώ, για διαφυγόντα κέρδη), και ως αόριστη κατά το μέρος που αφορούσε το τελευταίο αγωγικό κονδύλιο και τη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Μετά δε την άσκηση έφεσης από την ενάγουσα, εκδόθηκε η προσβαλλόμενη με αριθμό .../2022 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου ...ς, με την οποία κρίθηκε ομοίως ως μη νόμιμη και αόριστη αγωγή, όπως και πρωτοδίκως και κατόπιν τούτου απορρίφθηκε η έφεση ως αβάσιμη κατ' ουσίαν. Ειδικότερα, όσον αφορά την περιουσιακή ζημία της ενάγουσας από τις άνω δυσφημιστικές διαδόσεις (πλην του άνω αγωγικού κονδυλίου των 63.332,72 ευρώ, για τα διαφυγόντα κέρδη), η προσβαλλόμενη απόφαση έκρινε ότι η ένδικη αγωγή είναι μη νόμιμη και για το λόγο αυτό απορριπτέα, διότι, ''μεταξύ της επικαλούμενης ψευδούς καταγγελίας του εναγομένου και των ως άνω ζημιών της ενάγουσας, συνεπεία της καθυστέρησης εκτελωνισμού των θερμαντήρων πετρελαίου, μεσολάβησαν οι διενεργηθέντες από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Δημοσίου έλεγχοι κατά τον εκτελωνισμό των θερμαντήρων, το είδος και η διάρκεια των οποίων (ελέγχων) καθορίζονται αποκλειστικά από τις τελευταίες, διακοπείσας τοιουτοτρόπως της αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της επικαλούμενης ζημιογόνου πράξης του εναγομένου και των επικαλούμενων προκληθεισών εκ της καθυστέρησης της διαδικασίας εκτελωνισμού ζημιών...''. Ωστόσο, με βάση το περιεχόμενο της ένδικης αγωγής, όπως παρατέθηκε παραπάνω, στοιχειοθετείται αδικοπρακτική συμπεριφορά του εναγομένου, ήτοι η από αυτόν διάδοση σε βάρος της ενάγουσας εταιρίας (ΙΚΕ), εν γνώσει της αναλήθειας, αναληθών (δυσφημιστικών) ειδήσεων για τα άνω εισαγόμενα μηχανήματά της, με την πιο πάνω προφορική και ακολούθως έγγραφη καταγγελία του, κοινοποιηθείσα σε διάφορους αποδέκτες, μεταξύ των οποίων και στο Α' Τελωνείο ...ς, που έθεσαν σε κίνδυνο την πίστη και το μέλλον της και επέφεραν την αναφερόμενη περιουσιακή ζημία της, καθώς και ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της αδικοπρακτικής συμπεριφοράς του εναγομένου και της άνω ζημίας της ενάγουσας, που προήλθε από την καθυστέρηση του εκτελωνισμού των ένδικων μηχανημάτων της, λόγω των επανειλημμένων και άσκοπων ελέγχων από τους τελωνειακούς υπαλλήλους και από την ακύρωση προπληρωμένων παραγγελιών και την παράλειψη νέων παραγγελιών από πελάτες της, λόγω των άνω διαδόσεων. Η συμπεριφορά δε αυτή του εναγομένου, αληθινή υποτιθέμενη, συνδέεται αιτιωδώς με το επιζήμιο αποτέλεσμα, δηλαδή την προσβολή της προσωπικότητας της ενάγουσας και την περιουσιακή της ζημία, από τις δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκε, κατά το στάδιο του εκτελωνισμού και την ακύρωση παραγγελιών και την παράλειψη νέων, από πελάτες της. Και τούτο, διότι σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην αγωγή, αληθινά υποτιθέμενα, η άνω ψευδής καταγγελία αποτέλεσε την ''αποκλειστική αιτία', που δημιούργησε την εμπλοκή και την καθυστέρηση του εκτελωνισμού. Η παρεμβολή δε των υπαλλήλων του Α Τελωνείου ...ς, οι οποίοι μετά την ως άνω καταγγελία διενήργησαν τους ελέγχους των μηχανημάτων και η καθυστέρηση από αυτούς του εκτελωνισμού, δεν συνιστούν άλλα μεταγενέστερα, όλως εξαιρετικά και απρόβλεπτα γεγονότα, ανεξάρτητα από την αρχική αδικοπραξία, εντελώς άσχετα με την καταγγελία, ώστε να τίθεται ζήτημα διακοπής του αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της ζημιογόνου συμπεριφοράς και της ζημίας, καθόσον ο έλεγχος και η συνεπεία αυτού καθυστέρηση κατά τον εκτελωνισμό των μηχανημάτων, είχαν ως προϋπόθεση τη διάδοση των άνω ψευδών αναληθών ειδήσεων από τον εναγόμενο, μέσω της άνω καταγγελίας, που αποτέλεσε τον κύριο και καθοριστικό όρο που δρομολόγησε την άνω εξέλιξη, χωρίς να συνάγεται το αντίθετο από την αναφορά στην αγωγή, ότι η καθυστέρηση στον εκτελωνισμό οφείλεται και στην ευθυνοφοβία, την ατολμία και τη γραφειοκρατία των σχετικών υπηρεσιών του δημοσίου. Ενόψει αυτών, η ένδικη αγωγή, κατά το μέρος που αφορά την άνω περιουσιακή ζημία της ενάγουσας, είναι νόμιμη στηριζόμενη στις ως άνω ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων, 914, 297, 298, 920, 57 και 59 ΑΚ, καθόσον τα αναφερόμενα σ' αυτή πιο πάνω πραγματικά περιστατικά, αληθινά υποτιθέμενα, πληρούν το πραγματικό των διατάξεων αυτών και δικαιολογούν της εφαρμογή τους. Επομένως, ο άνω πρώτος αναιρετικός λόγος από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, με τον οποίο προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση ευθεία παραβίαση των διατάξεων αυτών, με τη μη εφαρμογή τους, είναι βάσιμος. Κατά το άρθρο 298 ΑΚ, η αποζημίωση περιλαμβάνει τη μείωση της υπάρχουσας περιουσίας του δανειστή (θετική ζημία), καθώς και το διαφυγόν κέρδος, λογίζεται δε ως τέτοιο, το προσδοκώμενο με πιθανότητα, σύμφωνα με τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων ή τις ειδικές περιστάσεις, και ιδίως τα προπαρασκευαστικά μέτρα που έχουν ληφθεί. Για τη διαμόρφωση έτσι της αποδεικτικής κρίσης του δικαστή, ως προς την επέλευση και το ύψος της εν λόγω ζημίας στο μέλλον, ο νόμος αρκείται σε πιθανολόγηση και δεν απαιτεί πλήρη απόδειξη. Ως εκ τούτου η ανωτέρω διάταξη έχει μεικτό χαρακτήρα, δηλαδή είναι ουσιαστική, ως προς τον καθορισμό από αυτή των παραγωγικών της εν λόγω αξίωσης στοιχείων, και δικονομική, ως προς την επάρκεια της πιθανολόγησης του διαφυγόντος κέρδους (ΑΠ 691/2023, ΑΠ 260/2022, ΑΠ 60/2019). Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, ο αιτούμενος την επιδίκαση αποζημίωσης λόγω διαφυγόντος κέρδους, πρέπει και αρκεί να προσδιορίζει αυτή με βάση ένα ή περισσότερα αριθμητικά μεγέθη (όπως είναι και η αγοραία τιμή ενός εμπορεύματος ή η αγοραία αμοιβή μιας υπηρεσίας σε ορισμένο τόπο και χρόνο), το οποίο, κατά την κοινή περί τούτου αντίληψη και το συνήθως συμβαίνον, είναι ή δύναται να γίνει γνωστό στους συναλλασσομένους του επαγγελματικού χώρου των διαδίκων και κυρίως εκείνου του εναγομένου, και, έτσι να είναι περαιτέρω δυνατό να αποτελέσει αντικείμενο δικαστικής εκτίμησης και απόδειξης (ΑΠ 691/2023, ΑΠ 60/2019, ΑΠ 1596/2017, ΑΠ 496/2016). Ειδικότερα, για την πληρότητα της αγωγής, με την οποία επιδιώκεται η επιδίκαση διαφυγόντος κέρδους, που συνίσταται στην απώλεια εσόδων λόγω διακοπής ή μειωμένης άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας, πρέπει, αλλά και αρκεί, να αναφέρονται στο δικόγραφό της, το είδος της επαγγελματικής ή επιχειρηματικής δραστηριότητας, που ασκούσε ο ενάγων, οι περιστάσεις υπό τις οποίες ασκείται αυτή και τα εισοδήματα, τα οποία με πιθανότητα κατά την συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων θα αποκόμιζε, από αυτήν στο μέλλον, αν δεν μεσολαβούσε το ζημιογόνο γεγονός (ΟλΑΠ 22/1995, ΑΠ 1308/2020, ΑΠ 853/2014, ΑΠ 107/2003). Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 932 ΑΚ επί αδικοπραξίας το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Χρηματική ικανοποίηση δικαιούνται και τα νομικά πρόσωπα, εφόσον προσβλήθηκε η εμπορική τους πίστη, η επαγγελματική τους υπόληψη ή το εμπορικό τους μέλλον ή η φήμη τους και επομένως τις περιπτώσεις αυτές με τα αντίστοιχα θεμελιωτικά αυτών συγκεκριμένα περιστατικά, ώστε να είναι ορισμένη η σχετική αγωγή, πρέπει να επικαλείται ειδικά (και στην συνέχεια να αποδεικνύει) το ενάγον νομικό πρόσωπο, διότι η ηθική βλάβη στα νομικά πρόσωπα δεν αναφέρεται, όπως στα φυσικά πρόσωπα, σε ενδιάθετο συναίσθημα αναγόμενο στον εσωτερικό κόσμο και κρινόμενο με τα δεδομένα της ανθρώπινης λογικής, αλλά σε συγκεκριμένη βλάβη που έχει υλική υπόσταση, διαφορετικά η αγωγή αν δεν περιέχει τα στοιχεία αυτά είναι, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων, 111 και 216 παρ. 1 ΚΠολΔ, αόριστη (ΑΠ 1765/2023, ΑΠ 691/2023, ΑΠ 932/2019). Εξάλλου, η νομική αοριστία της αγωγής, στηρίζει λόγο αναίρεσης για παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου (άρθρο 559 αρ. 1 ΚΠολΔ), συντρέχει δε, αν το δικαστήριο για τη θεμελίωση της αγωγής στο συγκεκριμένο κανόνα ουσιαστικού δικαίου, αρκέστηκε σε στοιχεία λιγότερα ή αξίωσε περισσότερα από εκείνα τα οποία ο κανόνας αυτός απαιτεί για τη γένεση του οικείου δικαιώματος, κρίνοντας αντιστοίχως νόμιμη ή μη στηριζόμενη στο νόμο την αγωγή (ΑΠ 1005/2022, ΑΠ 46/2020). Αντίθετα η ποσοτική ή ποιοτική αοριστία της αγωγής, η οποία υπάρχει όταν δεν εκτίθενται σ' αυτήν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται κατά το νόμο για τη στήριξη του αιτήματος αυτής, τα πραγματικά δηλαδή περιστατικά που απαρτίζουν την ιστορική βάση της αγωγής και προσδιορίζουν το αντικείμενο της δίκης, δημιουργεί λόγους αναίρεσης από το άρθρο 559 αρ. 8 και 14. Έτσι, αν το δικαστήριο έλαβε υπόψη θεμελιωτικά γεγονότα μη διαλαμβανόμενα στην αγωγή, ή δεν έλαβε υπόψη του τέτοια γεγονότα, μολονότι διαλαμβάνονταν, ιδρύεται ο λόγος του αριθμού 8 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, ενώ, αν κατά παράβαση του νόμου θεώρησε ή δεν θεώρησε επαρκή τα εκτιθέμενα για την περαιτέρω εξειδίκευση του κανόνα πραγματικά γεγονότα, ιδρύεται ο λόγος από τον αριθμό 14 του ίδιου άρθρου, ο οποίος υπάρχει αν το δικαστήριο παρά το νόμο κήρυξε ή δεν κήρυξε ακυρότητα, έκπτωση από δικαίωμα ή απαράδεκτο (ΑΠ 691/2023, ΑΠ 1765/2023, ΑΠ 1732/2022). Στην προκειμένη περίπτωση, με το δεύτερο λόγο της αίτησης αναίρεσης, η αναιρεσείουσα προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση τις πλημμέλειες από τους αριθμούς 1, 8 και 14 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, με τις αιτιάσεις ότι, κρίνοντας την ένδικη αγωγή της ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας, κατά το μέρος που αφορούσε το κονδύλιο της αποθετικής ζημίας (διαφυγόντα κέρδη, άνω υπό στοιχ. ιια) και το αίτημα της χρηματικής ικανοποίησης, λόγω ηθικής βλάβης, παρά το νόμο κήρυξε απαράδεκτο, αξιώνοντας περισσότερα στοιχεία από εκείνα που απαιτούνται για τη θεμελίωση των αξιώσεών της αυτών, ενώ δεν έλαβε υπόψη τους διαλαμβανόμενους στο αγωγικό δικόγραφο ισχυρισμούς της, οι οποίοι αρκούσαν για τη θεμελίωση της αγωγής της. Από την επισκόπηση της προσβαλλόμενης απόφασης προκύπτει ότι το Εφετείο απέρριψε τους σχετικούς λόγους της έφεσης της αναιρεσείουσας, με τους οποίους παραπονείτο για την απόρριψη των άνω αξιώσεων ως αόριστων, κρίνοντας όπως και το πρωτόδικο, όσον αφορά το αγωγικό κονδύλιο, υπό στοιχ. ιι α, ύψους 63.332,72 ευρώ, για διαφυγόντα κέρδη, από τις ακυρωθείσες παραγγελίες των ως άνω εισαγόμενων μηχανημάτων της και από τη ματαίωση νέων παραγγελιών, ότι με βάση τα εκτιθέμενα στην αγωγή, δεν προκύπτει ο τρόπος υπολογισμού των εν λόγω κερδών για το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ''δεδομένου ότι ουδόλως μνημονεύεται ο αριθμός των θερμαντήρων, αλλά και ο τύπος και η αξία εκάστου θερμαντήρα, που περιλαμβάνονται στις επικαλούμενες παραγγελίες και όσον αφορά τη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, ότι, ''ενόψει της κατά τα ανωτέρω απόρριψης των αιτημάτων της επικαλούμενης περιουσιακής ζημίας, δεν εκτίθεται στο αγωγικό δικόγραφο συγκεκριμένη περιουσιακή βλάβη της ενάγουσας και το μέγεθος αυτής, αιτιωδώς προκαλούμενη από την έκθεση σε κίνδυνο της εμπορικής πίστης και μέλλοντος της ενάγουσας, ώστε η τελευταία εκτός από την αποζημίωση, να δικαιούται με βάση την αδικοπραξία του άρθρου 920 ΑΚ, και χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη, που υπέστη από τις αναληθείς ειδήσεις, κατά το άρθρο 932 ΑΚ''. Ωστόσο, η ένδικη αγωγή, έχοντας το ανωτέρω περιεχόμενο είναι επαρκώς ορισμένη, γιατί περιέχει όλα τα αναγκαία, κατά τις προαναφερθείσες διατάξεις, πραγματικά περιστατικά, για τον προσδιορισμό του είδους και του ύψους των ανωτέρω αιτημάτων της. Ειδικότερα, όσον αφορά τα διαφυγόντα κέρδη αναφέρονται, με πληρότητα, στο δικόγραφο της ένδικης αγωγής, το είδος της επιχειρηματικής δραστηριότητας, που ασκούσε η αναιρεσείουσα (ενάγουσα εταιρία), η περιγραφή των ένδικων μηχανημάτων τα οποία αυτή εισήγαγε, κατ' αριθμό και είδος (449 θερμαντήρες πετρελαίου, λέβητες LFA - LST-FAC-STC), εργοστάσιο κατασκευής (KDNAVIEN - SATOURN), προέλευση (Ν. Κορέας) και καθαρή αξία, ύψους 169.297,52 ευρώ, καθώς και τα εισοδήματα, τα οποία με πιθανότητα κατά την συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων θα αποκόμιζε στο μέλλον, από τη διάθεση των μηχανημάτων αυτών σε πελάτες της, με κέρδος συνιστάμενο σε ποσοστό 100% της αξίας τους, αν δεν μεσολαβούσε η ανωτέρω αδικοπρακτική συμπεριφορά του αναιρεσίβλητου, ως ζημιογόνο γεγονός. Ενώ, δεν ήταν αναγκαία, κατά νόμο, για το ορισμένο της αγωγής, ως προς την υπόψη αξίωση του διαφυγόντος κέρδους και η περαιτέρω εξατομίκευση των θερμαντήρων, με την αναφορά του τύπου και της αξίας εκάστου αυτών, από τους περιλαμβανόμενους στις επικαλούμενες παραγγελίες, διότι όλα αυτά τα στοιχεία δεν αποτελούν προϋποθέσεις προς θεμελίωση του ενδίκου δικαιώματος της αναιρεσείουσας, ενάγουσας, αλλά ανάγονται στην εξειδίκευση των πραγματικών περιστατικών, με τις αποδείξεις. Επίσης, η αγωγή κατά το μέρος που αφορά τη χρηματική ικανοποίηση, λόγω ηθικής βλάβης, με το περιεχόμενο, που αναφέρεται παραπάνω, είναι επαρκώς ορισμένη, αφού περιέχει όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για τη στήριξη της επίδικης αξίωσης της αναιρεσείουσας, ως νομικού προσώπου, κατά τα εκτιθέμενα στην παραπάνω μείζονα σκέψη της παρούσας, προς χρηματική της ικανοποίηση λόγω της ηθικής της βλάβης από την αδικοπραξία, της διάδοσης αναληθών ειδήσεων σε βάρος της. Συγκεκριμένα, στην αγωγή αναφέρονται όλες οι συνθήκες τέλεσης της αποδιδόμενης στον αναιρεσίβλητο αδικοπραξίας, το είδος της επαγγελματικής δραστηριότητας της αναιρεσείουσας, το είδος της προσβολής, η υπαιτιότητα του αναιρεσίβλητου, καθώς και η βαρύτητα και έκταση της βλάβης της αναιρεσείουσας, η υλική υπόσταση της οποίας προσδιορίζεται, αφού αυτή επικαλείται στην αγωγή της, κατά τα προεκτιθέμενα, την πρόκληση θετικής και αποθετικής ζημίας, με την υποβολή της σε δαπάνες κατά τον εκτελωνισμό των μηχανημάτων και την απώλεια κερδών από την ακύρωση παραγγελιών και την παράλειψη νέων. Ανεξαρτήτως δε εάν έκταση τέτοιας ζημίας αποδεικνύεται (ζήτημα που αφορά την κρίση της υπόθεσης επί της ουσίας και όχι το ορισμένο της αγωγής), τα παραπάνω στοιχεία είναι επαρκή για να προσδώσουν υλική υπόσταση στη βλάβη του νομικού προσώπου της αναιρεσείουσας, αφορώντα στην παράνομη προσβολή άυλων αγαθών του νομικού της προσώπου, με τρόπο ώστε να προσβάλλεται η πίστη, το κύρος της, η φήμη της και η επαγγελματική της δραστηριότητα. Επομένως το Εφετείο, κρίνοντας απαράδεκτη, λόγω αοριστίας την αγωγή αναφορικά με τα αιτήματα, καταβολής αποζημίωσης για τα διαφυγόντα κέρδη και εύλογης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, παρά το νόμο κήρυξε απαράδεκτο, αξιώνοντας περισσότερα στοιχεία από όσα οι άνω διατάξεις ουσιαστικού δικαίου απαιτούν, για τη γένεση του δικαιώματος της ενάγουσας, ενώ δεν έλαβε υπόψη τους διαλαμβανόμενους στο αγωγικό δικόγραφο ισχυρισμούς της, οι οποίοι αρκούσαν για τη θεμελίωση της αγωγής και ως εκ τούτου, ο άνω δεύτερος λόγος αναίρεσης, με τον οποίο αποδίδονται στην προσβαλλόμενη απόφαση πλημμέλειες από τους αρ. 1, 8 και 14 του άρθρου 559 ΚΠολΔ είναι βάσιμος. Κατ' ακολουθία, πρέπει, κατά παραδοχή των παραπάνω γενομένων δεκτών ως βάσιμων λόγων αναίρεσης, να αναιρεθεί στο σύνολό της η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση, για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από άλλο δικαστή, εκτός από εκείνον που εξέδωσε την αναιρούμενη απόφαση (άρθρο 580 παρ. 3 του ΚΠολΔ). Επίσης, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στην αναιρεσείουσα του παραβόλου που κατέβαλε (άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ) και να καταδικαστεί ο αναιρεσίβλητος, λόγω της ήττας του, στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσείουσας, που κατέθεσε προτάσεις, κατά το νόμιμο περί τούτου αίτημά της (άρθρα 106, 176, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ορίζονται ειδικότερα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την .../2022 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου ....
Παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο, το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλο δικαστή, εκτός από εκείνον που εξέδωσε την αναιρεθείσα απόφαση.
Διατάσσει την επιστροφή του παραβόλου, για την άσκηση της ως άνω αναίρεσης, στην καταθέσασα αυτό αναιρεσείουσα.
Καταδικάζει τον αναιρεσίβλητο στη δικαστική δαπάνη της αναιρεσείουσας, την οποία ορίζει στο ποσόν των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 23 Οκτωβρίου 2024.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 3 Απριλίου 2025.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ