ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 613/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Β2)
print
Τίτλος:
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 613/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Β2)
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 613/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Β2)
Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 613 / 2025    (Β2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)


Αριθμός 613/2025

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Β2' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Αριστείδη Βαγγελάτο, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ιωάννα Μαργέλλου - Μπουλταδάκη, Ιωάννη Δουρουκλάκη, Νίκη Κατσιαούνη - Εισηγήτρια και Μαρία Γιαννακοπούλου, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο Κατάστημά του, στις 10 Δεκεμβρίου 2024, με την παρουσία και της Γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:

Των αναιρεσειόντων - καλούντων: 1.Σ. Ζ. του Ν., κατοίκου ..., 2.Κ. Δ. του Ι., κατοίκου ..., 3.Ν. Κ. του Π., κατοίκου ..., 4.Π. Π. του Α., κατοίκου ..., και 5.Χ. Θ. του Β., κατοίκου .... Εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Βιολέττα Βασιλάκου, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ., η οποία δεν κατέθεσε προτάσεις. Του αναιρεσιβλήτου - καθ' ου η κλήση: Ελληνικού Δημοσίου, νόμιμα εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Οικονομικών που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα, το οποίο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του Μαρία Σταμέλου, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ., η οποία κατέθεσε προτάσεις.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από ..-2013 αγωγή των ήδη αναιρεσειόντων, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: ../2015 του ίδιου Δικαστηρίου και 1517/2018 του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζήτησαν οι αναιρεσείοντες με την από …/2020 αίτησή τους, επί της οποίας εκδόθηκε η …/2024 απόφαση του δικαστηρίου τούτου που διέταξε την επανάληψη της συζήτησης προκειμένου να προσκομισθούν τα αναφερόμενα στο σκεπτικό έγγραφα. Η υπόθεση επαναφέρεται προς συζήτηση με την από …-2024 κλήση των καλούντων. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Νόμιμα φέρεται προς συζήτηση, με την από ..-2024 (ΚΛ ../2024) κλήση, η από …2020 (με αριθμ. καταθ. ../…/2020) αίτηση αναίρεσης, μετά την έκδοση της υπ'αριθμ. …/2024 μη οριστικής απόφασης του Δικαστηρίου τούτου, που είχε διατάξει την επανάληψη της συζήτησής της. Με την υπό την κρίση αίτηση αναίρεσης προσβάλλεται η με αριθμό 1517/26-3-2018 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών, επί της από ..-2015 και με αριθμό κατάθεσης …/..-2015 έφεσης του εναγομένου και ήδη αναιρεσίβλητου Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπουμένου, κατά της εκδοθείσας, αντιμωλία των διαδίκων και κατά την ίδια διαδικασία, με αριθμό …/2015 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την άνω οριστική απόφαση το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, δικάζοντας επί της …2013 (αριθμ. καταθ. …/../2013) αγωγής των εναγόντων και ήδη αναιρεσειόντων, πρώην εργαζομένων, με την ειδικότητα των ιπταμένων χειριστών, της εταιρίας με την επωνυμία "Ολυμπιακές Αερογραμμές ΑΕ" και μεταφερθέντων, κατά τις διατάξεις του ν.3717/2008, στην Υ.Π.Α. με την ειδικότητα των χειριστών αεροσκαφών, αφού απέρριψε ως μη νόμιμη την κύρια βάση της (της αξίωσης των επιδομάτων Eurocontrol, του άρθρου 34 παρ.3 περ.δ'του ν.2682/1999 και του άρθρου 34α παρ.1 περ.α'.γγ'του ίδιου νόμου που προστέθηκε με το άρθρο 73 του ν.3431/2006) και την δεύτερη επικουρική βάση της (του αδικαιολογήτου πλουτισμού), δέχθηκε εν μέρει κατ'ουσία την αγωγή ως προς την πρώτη επικουρική της βάσης, της καταβολής, κατ' εφαρμογή της συνταγματικής αρχής της ισότητας (με την ειδικότερη μορφή της ίσης αμοιβής για την ίσης αξίας εργασία) των αιτούμενων ποσών, που λαμβάνουν ως επιδόματα Eurocontrol κατά τις άνω διατάξεις οι ήδη υπηρετούντες χειριστές αεροσκαφών της ίδιας υπηρεσίας, επιδικάζοντας σε καθένα των εναγόντων και ήδη αναιρεσειόντων, το μεν καταψηφιστικά, το δε αναγνωριστικά, το συνολικό ποσό των (19.133+21.864=) 40.997 ευρώ, νομιμοτόκως. Το Εφετείο, ενώπιον του οποίου μεταβιβάστηκε, με την άνω έφεση του εναγομένου και ήδη αναιρεσίβλητου, το κεφάλαιο της εκκαλουμένης απόφασης που είχε δεχθεί την ανωτέρω, πρώτη επικουρική, βάση της αγωγής κατ'ουσία, αφού δέχθηκε τυπικά και κατ'ουσία την έφεση, εξαφάνισε την εκκαλουμένη απόφαση κατά το κεφάλαιο αυτό, και δικάζοντας κατά τούτο, επί της πρώτης επικουρικής βάσης της αγωγής (εκ της αρχής της ισότητας), την απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη. Η υπό κρίση αίτηση αναίρεσης έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, καθόσον από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει επίδοση της προσβαλλόμενης απόφασης και η αίτηση αναίρεσης κατατέθηκε στη γραμματεία του δικαστηρίου που την εξέδωσε, στις 30-6-2020, πριν την πάροδο της καταχρηστικής προθεσμίας των δύο ετών από την δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης, που έγινε στις 26-3-2018 (άρθρα 552, 553, 556, 564 παρ. 3, 566 παρ. 1και 144 του ΚΠολΔ), μη συνυπολογιζομένου στην προθεσμία αυτή, του διαστήματος, από 13-3-2020 έως 31-5-2020, της αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων λόγω της πανδημίας του covid-19 και της μη συμπλήρωσής της πριν την πάροδο 30 ημερών από την προβλεπόμενη λήξη της στις 13-6-2020, ήτοι μέχρι και τις 13-7-2020, σύμφωνα με το άρθρο 74 παρ.1 του ν.4690/2020 (ΦΕΚ Α'104/30-5-2020).
Συνεπώς, είναι παραδεκτή η αίτηση αναίρεσης (άρθρο 577 παρ.1 του ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και τη βασιμότητα των λόγων της (άρθρο 577 παρ. 3 του ΚΠολΔ). Από τις διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 1 και 22 παρ. 1β' του Συντάγματος, η δεύτερη των οποίων αποτελεί ειδικότερη εκδήλωση της θεσπιζόμενης με την πρώτη αρχής της ισότητας και εφαρμόζεται επί μισθωτών απασχολουμένων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου (ΟλΑΠ 3/1997, ΑΠ 1009/2023, ΑΠ 1080/2023), επιβάλλεται στο νομοθέτη η θέσπιση ίσης αμοιβής για τους εργαζομένους, ανεξαρτήτως φύλου ή άλλης διάκρισης, εφόσον όμως παρέχουν την ίδια ποιοτικώς και ποσοτικώς εργασία, εργαζόμενοι κάτω από τις ίδιες συνθήκες και με τα αυτά προσόντα και δεν μπορούν να επιχειρηθούν αυθαιρέτως δυσμενείς διακρίσεις σε βάρος ορισμένης κατηγορίας εργαζομένων που παρέχουν, υπό τις αυτές συνθήκες, όμοια εργασία, εκτός αν η διαφορετική ρύθμιση δεν είναι αυθαίρετη, αλλά επιβάλλεται από λόγους γενικότερου κοινωνικού ή δημοσίου συμφέροντος, οπότε οι εργαζόμενοι για τους οποίους συντρέχουν οι λόγοι αυτοί αποτελούν ιδιαίτερη κατηγορία.
Συνεπώς, αν γίνει με νόμο ειδική ρύθμιση για ορισμένη κατηγορία προσώπων και αποκλείεται από τη ρύθμιση αυτή κατ' αδικαιολόγητη δυσμενή διάκριση άλλη κατηγορία προσώπων, για την οποία συντρέχει ο ίδιος λόγος που δικαιολογεί την ειδική αυτή μεταχείριση, η διάκριση είναι ανίσχυρη ως αντισυνταγματική και προς αποκατάσταση της συνταγματικής αρχής της ισότητας πρέπει να εφαρμοστεί η νομοθετική ρύθμιση και για εκείνους εις βάρος των οποίων έγινε η δυσμενής διάκριση, διότι μόνο με τον τρόπο αυτό αίρεται η κατά παράβαση των ως άνω συνταγματικών διατάξεων δημιουργούμενη ανισότητα (ΟλΑΠ 17/2015, ΟλΑΠ 16/2015, ΟλΑΠ 13/2003, ΑΠ 1009/2023, ΑΠ 463/2016). Ο κανόνας όμως αυτός δεν εφαρμόζεται επί συγκεκριμένης, βάσει διάταξης νόμου, παροχής προς ορισμένη κατηγορία μισθωτών σε σχέση με μισθωτούς που ανήκουν σε διαφορετικές κατηγορίες, όπως είναι αυτοί που έχουν διαφορετικό εργοδότη και διαφορετικούς, ενόψει του είδους της εργασίας τους, όρους απασχόλησης και απολαβών. Ούτε επιτρέπεται η σύγκριση να γίνεται επιλεκτικά με βάση ορισμένη μόνο μισθολογική παροχή, χωρίς συσχετισμό προς το σύνολο των αποδοχών, στο οποίο αυτή περιλαμβάνεται (ΟλΑΠ 3/2009, ΑΠ 1009/2023, ΑΠ 218/2017). Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 34 παρ.1 του ν. 2682/1999, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή της με την παραγρ. 3 του άρθρου 35 του ν. 2912/2001 για τον εκσυγχρονισμό, ανάπτυξη και λειτουργία του συστήματος εναέριας κυκλοφορίας, συστήθηκε στην Τράπεζα της Ελλάδος ειδικός λογαριασμός, στον οποίο αποδίδονται μηνιαία από τα αποδιδόμενα από τον ΕυρωπαΪκό Οργανισμό για την ασφάλεια των πτήσεων [EUROCONTROL] ποσά, ως τέλη διαδρομής και τέλη τερματικής περιοχής εννέα (9) ευρώ, ανά μονάδα εξυπηρέτησης διαδρομής και δη α) δύο (2) από τα παραπάνω ευρώ χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την κάλυψη της δαπάνης που απαιτείται για την κάλυψη του πτυχίου ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας για λόγους υγείας, θανάτου κατά την άσκηση των υπηρεσιακών καθηκόντων ή αντικειμενικής αδυναμίας άσκησης καθηκόντων (παρ.1) και β) τα υπόλοιπα επτά (7) ευρώ αποδίδονται στον συνιστώμενο ως άνω ειδικό λογαριασμό και χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση δαπανών αποζημίωσης του προσωπικού της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ) , που συμβάλλει στην τιμή μονάδας και στη θέση κόστους των ως άνω τελών υπό αυστηρούς όρους εκμετάλλευσης του νέου συστήματος Radar, αύξησης της χωρητικότητας του συστήματος της εναέριας κυκλοφορίας και της μείωσης των καθυστερήσεων στην Ελλάδα και στο FIR Αθηνών, καθώς και με δαπάνες για την περαιτέρω ανάπτυξη και εκσυγχρονισμό του συστήματος, των υπηρεσιών, της οργάνωσης του ανθρώπινου δυναμικού της Εναέριας Κυκλοφορίας αλλά και την υποστήριξη των δραστηριοτήτων της ΥΠΑ για την έγκαιρη ανάπτυξη και θέση σε λειτουργία του Νέου Διεθνούς Αερολιμένα στα Σπάτα (παρ. 2). Επίσης με την παρ.3 του ιδίου ως άνω άρθρου 34 του ν.2682/1999 ορίζεται ότι οι δαπάνες αποζημίωσης του προσωπικού (της ΥΠΑ) καθορίζονται και καταβάλλονται μηνιαία ως κίνητρο βελτίωσης των παρεχομένων υπηρεσιών, μείωσης των καθυστερήσεων, αύξησης της χωρητικότητας του συστήματος και της εναέριας κίνησης ως εξής: α) για τον κλάδο των Ελεγκτών Εναέριας Κυκλοφορίας ΠΕ2-ΤΕ2 δύναται να καταβληθεί έως ποσοστό 44% εκ των ως άνω μηνιαίων αποδόσεων. Εκ του ποσού αυτού καταβάλλεται το προκύπτον από το κλάσμα των κατειλημμένων οργανικών θέσεων προς το σύνολο των οργανικών θέσεων του κλάδου σε ίσα μερίσματα, επαυξημένα για τους ελεγκτές της ειδικότητας Radar κατά 20%, στους ελεγκτές ειδικότητας Αεροδρομίου, Προσέγγισης και Περιοχής με πραγματική άσκηση της ειδικότητάς τους.. , β) για τον κλάδο Ηλεκτρονικών Συστημάτων Εναέριας Κυκλοφορίας, καθώς και τους χειριστές αεροσκαφών ΕΣΙΔ της υπηρεσίας δύναται να καταβληθεί έως ποσοστό 17% εκ των ως άνω αποδόσεων. Εκ του ποσού αυτού καταβάλλεται το προκύπτον από το κλάσμα των κατειλημμένων οργανικών θέσεων προς το σύνολο των οργανικών θέσεων σε ίσα μερίσματα, γ) για τον κλάδο των Τηλεπικοινωνιακών ΠΕ3-ΤΕ3, δύναται να καταβοληθεί έως ποσοστό 6% εκ των ως άνω αποδόσεων. Εκ του ποσού αυτού καταβάλλεται το προκύπτον από το κλάσμα των κατειλημμένων οργανικών θέσεων προς το σύνολο των οργανικών θέσεων του κλάδου με πραγματική απασχόληση σε θέσεις εργασίας .. κεντρικού συστήματος ..αμιγώς αεροναυτικών επικοινωνιών και δ) για τους λοιπούς κλάδους δύναται να καταβληθεί ποσοστό έως 23%. Εκ του ποσού αυτού καταβάλλεται το προκύπτον από το κλάσμα των κατειλημμένων θέσεων προς το σύνολο των οργανικών θέσεων των κλάδων αυτών...(παρ.4). Περαιτέρω ορίζεται ότι οι διαδικασίες για τη διαχείριση, καθώς και κάθε συναφής λεπτομέρεια του εν λόγω λογαριασμού, καθορίζονται με κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομικών, Μεταφορών και Επικοινωνιών (παρ.5), ενώ τυχόν υπόλοιπα της μηνιαίας ως άνω καθοριζόμενης διαχείρισης επιστρέφουν στον λογαριασμό Τελών Διαδρομής ως Δημόσια Έσοδα (παρ.6, όπως ίσχυε πριν την κατάργησή της με το άρθρο 76 περ.γ'του ν.4427/2016). Τέλος, η διαχείριση του ανωτέρω λογαριασμού γίνεται από την ΥΠΑ για τους ανωτέρω σκοπούς, όπως αναφέρονται στην παράγραφο 4 του ανωτέρω άρθρου εκταμιεύσεις δε από το λογαριασμό αυτό πραγματοποιούνται με κοινή απόφαση των Υπουργών Μεταφορών και Επικοινωνιών και Οικονομικών (παρ.7). Εξ άλλου με το άρθρο 73 του Ν. 3431/2006 μετά το ως άνω άρθρο 34 του Ν. 2682/1999 προστέθηκε το άρθρο 34α, κατά το οποίο στο λογαριασμό που είχε συσταθεί με την παράγραφο 1 του άρθρου 34 του ν.2682/1999, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, αποδίδεται μηνιαία από τον Οργανισμό EUROCONTROL επί πλέον ποσό ως τέλος διαδρομής που ανέρχεται σε δέκα ευρώ ανά μονάδα εξυπηρέτησης διαδρομής. Το ποσό αυτό χρησιμοποιείται για τη χρηματοδότηση δαπανών της ΥΠΑ, που συμβάλλουν στην τιμή μονάδος και στη βάση κόστους των τελών διαδρομής ως ακολούθως: α) δύο (2) ευρώ καταβάλλονται μηνιαίως στο προσωπικό της ΥΠΑ ως επίδομα ετοιμότητας και διαθεσιμότητας, ως κίνητρο για τη διατήρηση της υψηλής αποδοτικότητας και του μεγίστου βαθμού ασφαλείας των παρεχομένων υπηρεσιών αεροναυτιλίας και καθορίζονται ως εξής: αα) για τον κλάδο Ελεγκτών Εναέριας Κυκλοφορίας ΠΕ2-ΤΕ2 επιτρέπεται να καταβληθεί ποσοστό έως 27% του συνολικού ποσού των μηνιαίων αποδόσεων, ββ) για τον κλάδο Ηλεκτρονικών Μηχανικών Συστημάτων Εναέριας Κυκλοφορίας ΠΕ4-ΤΕ4 επιτρέπεται να καταβληθεί ποσοστό έως 16% του συνολικού ποσού των μηνιαίων αποδόσεων, γγ) για τους λοιπούς κλάδους συμπεριλαμβανομένου και του κλάδου χειριστών αεροσκαφών ΕΣΙΔ επιτρέπεται να καταβληθεί ποσοστό έως 57% του συνολικού ποσού των μηνιαίων αποδόσεων, β) οκτώ (8) ευρώ μηνιαίως διατίθενται για την περαιτέρω αύξηση της παραγωγικότητας και αποδοτικότητας των αντίστοιχων συστημάτων και των παρεχόμενων υπηρεσιών αεροναυτιλίας της ΥΠΑ (παρ.1). Το ποσοστό που καταβάλλεται σε κάθε μία από τις κατηγορίες προσωπικού της προηγούμενης παραγράφου προκύπτει από το κλάσμα των κατειλημμένων οργανικών θέσεων προς το σύνολο των οργανικών θέσεων των κλάδων (παρ.2). Η διαδικασία διάθεσης, διαχείρισης και κάθε σχετική λεπτομέρεια χρήσης των ανωτέρω μονάδων καθορίζονται με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (παρ.3), ενώ τα παραπάνω ποσά της παραγράφου 1 καταβάλλονται δύο φορές το χρόνο από το ποσό που επιστρέφεται στο Ελληνικό Δημόσιο από την εταιρία "AELOS SA". Στην περίπτωση που το ποσό της επιστροφής εξαμήνου από την άνω εταιρία στο Ελληνικό Δημόσιο υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί στα δέκα ευρώ, διαμορφώνεται ανάλογα, για το συγκεκριμένο εξάμηνο και το ποσό, ως τέλος διαδρομής ανά μονάδα εξυπηρέτησης διαδρομής, που μεταφέρεται στο λογαριασμό της ΥΠΑ, ενώ στη περίπτωση που το ποσό επιστροφής υπερβαίνει το ποσό που αντιστοιχεί στα δέκα ευρώ ανά μονάδα εξυπηρέτησης διαδρομής, τότε το επιπλέον ποσό του συγκεκριμένου εξαμήνου μεταφέρεται στα έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού (παρ.3 και 4). Σε εκτέλεση δε των ανωτέρω άρθρων 34 και 34α του ν.2682/1999 εκδόθηκαν οι ΚΥΑ με αριθμό 2/44611/Α0024/1999 (ΦΕΚ Β' 1336/1999 και Δ11/Α/18488/7838/2006 (ΦΕΚ Β'645/2006). Περαιτέρω, με τον ν. 3717/2008 παρασχέθηκε στο προσωπικό της ανώνυμης εταιρείας "Ολυμπιακές Αερογραμμές ΑΕ", εκτός των άλλων, και η δυνατότητα μεταφοράς του αναλόγως σε κενές ή προσωποπαγείς θέσεις του δημοσίου τομέα ως προσωπικό ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, στην περίπτωση που τεθεί η εν λόγω εταιρία σε καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης, μετά από αίτηση των ενδιαφερομένων και τήρηση της διαδικασίας που περιγράφεται στον ίδιο νόμο. Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ. 5 του ως άνω νόμου, όπως συμπληρώθηκε με το αρθρο 11 παρ. 1 του ν. 3783/2009 ορίσθηκε σχετικά με τη μεταφορά του προσωπικού της άνω εταιρίας ορίστηκε ότι: " Η μεταφορά γίνεται εντός τετραμήνου από την αίτηση σε κενές οργανικές θέσεις αντίστοιχης ή παρεμφερούς ειδικότητας, της ίδιας εκπαιδευτικής βαθμίδας με αυτή που ανήκει ο μεταφερόμενος ή με βάση τα τυπικά προσόντα που κατέχει ο μεταφερόμενος. Στην περίπτωση που δεν υπάρχουν αντίστοιχες κενές θέσεις, η μεταφορά γίνεται σε συνιστώμενη προσωποπαγή θέση με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου αντίστοιχη των τυπικών προσόντων του μεταφερόμενου. Η προσωποπαγής θέση καταργείται με την καθ'οιονδήποτε τρόπο αποχώρηση αυτού που την κατέχει. Οι ανήκοντες στο τακτικό προσωπικό και κατέχοντες την ειδικότητα του Ιπτάμενου Χειριστή την 1η Ιανουαρίου 2009 έχουν δικαίωμα μεταφοράς στην Υ.Π.Α. σε προσωποπαγείς θέσεις της ειδικότητας του "Χειριστή Αεροσκαφών" που συνιστώνται στην Υπηρεσία αυτή, εκτός εάν ο ενδιαφερόμενος δηλώσει ότι δεν επιθυμεί να ασκήσει το δικαίωμα μεταφοράς στην ΥΠΑ. Οι με τον τρόπο αυτό μεταφερόμενοι στην ΥΠΑ Ιπτάμενοι Χειριστές τίθενται στη διάθεση του Διοικητή της ΥΠΑ, ο οποίος τους αναθέτει καθήκοντα και εργασίες κατά τις ανάγκες της Υπηρεσίας, οι οποίες προσιδιάζουν προς τα επαγγελματικά, τυπικά και ουσιαστικά προσόντα των μεταφερομένων και των λοιπών απασχολούμενων στην ΥΠΑ με την ειδικότητα αυτή. Οι αποδοχές των με τον παραπάνω τρόπο μεταφερομένων στην ΥΠΑ Ιπτάμενων Χειριστών, καθώς και η προβλεπόμενη ασφάλεια ζωής και πτυχίου καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών και δεν μπορεί να είναι κατώτερες για κάθε μεταφερόμενο ατομικά του ενενήντα τοις εκατό (90%) των τακτικών μηνιαίων αποδοχών της παραγράφου 5 του άρθρου 1 του ν. 3717/2008, όπως αυτές ισχύουν και εξελίσσονται σε κλιμάκια, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην ισχύουσα κατά την 1η Οκτωβρίου 2008 συλλογική σύμβαση εργασίας Ολυμπιακών Αερογραμμών - ΕΧΠΑ. Στους ανωτέρω δεν καταβάλλονται οι παροχές της παραγράφου 3 του άρθρου 34 του ν.2682/1999 (ΦΕΚ 16Α) και του άρθρου 73 του ν.3431/2006 (ΦΕΚ 13Α)." Επίσης, με το άρθρο 26 παρ.1 του ν.3913/2011 (ΦΕΚ Α 18/17-2-2011) ορίστηκε ότι: "Το προσωπικό της ΥΠΑ που προήλθε ή θα προέλθει από τις εταιρείες "ΟΛΥΜΠΙΑΚΕΣ ΑΕΡΟΓΡΑΜΜΕΣ Α.Ε.", "ΟΛΥΜΠΙΑΚΗ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑ-ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ Α.Ε." και "ΟΛΥΜΠΙΑΚΗ ΑΕΡΟΠΛΟΪΑ Α.Ε.", σε εφαρμογή των ρυθμίσεων του ν.3717/2008 και που έχει την ειδικότητα του Ιπτάμενου Χειριστή,...εφόσον διαπιστώνεται με απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου, που λαμβάνεται με βάση τις υπηρεσιακές ανάγκες, ότι πλεονάζει, μετατάσσεται ή μεταφέρεται, χωρίς αίτηση του, σε φορείς ή υπηρεσίες του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται στην παρ. 1 του άρθρου 51 του ν.1892/1990 και στην παρ. 1 του άρθρου 9 του ν.1232/1982 (ΦΕΚ 22Α'), όπως ερμηνεύτηκε με την παρ. 6 του άρθρου 1 του ν.1256/1982 (ΦΕΚ 65 Α'), σε κενές οργανικές θέσεις ή σε συνιστώμενες προσωποπαγείς θέσεις, συναφείς με την ειδικότητα ή το πτυχίο που κατέχει, με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Η μετάταξη ή μεταφορά γίνεται εντός χρονικού διαστήματος έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και του αρμόδιου Υπουργού. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 7 και 8 του ν. 3717/ 2008 (ΦΕΚ 239 Α`).... Η διάθεση του πλεονάζοντος προσωπικού γίνεται από την Επιτροπή που συστάθηκε με την παράγραφο 6 της οικ. 47094/393/27.8.2009 (ΦΕΚ 1829 Β') κοινής υπουργικής απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομίας και Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών, που εκδόθηκε με βάση την παρ. 12 του άρθρου 7 του ν.3717/2008". Η ανωτέρω παράγραφος 1 του άρθρου 26 του άνω νόμου καταργήθηκε από της ισχύος της με το άρθρο 144 του ν.4070/2012, με το οποίο ορίστηκε συγκεκριμένα ότι: " 1. Η παρ. 1 του άρθρου 26 του ν.3913/2011 καταργείται, αφότου ίσχυσε. 2. Μετατάξεις ή μεταφορές προσωπικού που είχαν ολοκληρωθεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του ανωτέρω νόμου, διατηρούνται σε ισχύ. 3. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, το προσωπικό του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του καταργούμενου άρθρου 26 του ν.3913/2011 δύναται με αίτηση του η οποία δεν είναι δεσμευτική για την υπηρεσία, να τοποθετείται σε οργανικές μονάδες της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (Υ.Π.Α.), σύμφωνα με τις υπηρεσιακές ανάγκες ή να μεταφέρεται στην Αρχή Συντονισμού Πτήσεων ή στην Επιτροπή Διερεύνησης Αεροπορικών Ατυχημάτων. 4. Η τοποθέτηση του ανωτέρου προσωπικού σε οργανικές μονάδες της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας, καθώς και η μεταφορά του στην Αρχή Συντονισμού Πτήσεων ή στην Επιτροπή Διερεύνησης Αεροπορικών Ατυχημάτων θα πραγματοποιείται μετά από ένταξη του σε υφιστάμενους κλάδους των ως άνω Υπηρεσιών, ανεξάρτητα από τα τυπικά τους προσόντα, όπως ορίζονται στο π.δ.50/2001, σε κενές οργανικές θέσεις ή σε συνιστώμενες προσωποπαγείς θέσεις, με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου". Με την παράγραφο δε 2 εδάφιο τελευταίο του άρθρου 26 του ν.3913/2011, η οποία διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 67 παρ.2 του ν.4427/2016 (και ίσχυε κατά το επίδικο διάστημα, αλλά και μέχρι την δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης), ορίστηκε ότι: "Στους κατ` εφαρμογή της παρ. 5 του άρθρου 7 του ν.3717/2008 (ΦΕΚ 239 Α'), όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 11 του ν.3783/2009 (ΦΕΚ 136 Α'), μεταφερόμενους στην ΥΠΑ ιπτάμενους χειριστές δεν καταβάλλονται οι παροχές της παρ. 3 του άρθρου 34 του ν. 2682/1999 (ΦΕΚ ….) και του άρθρου 73 του ν. 3431/2006 (ΦΕΚ 13 Α')". Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του ν.3913/2011 στο άρθρο 26, οι ανωτέρω ρυθμίσεις καθίστανται αναγκαίες δεδομένου ότι στο πλαίσιο των ρυθμίσεων που προβλέπουν τη δημιουργία ισάριθμων με τις σχετικές αιτήσεις προσωποπαγών θέσεων, μεταφέρεται πλεονάζων αριθμός προσωπικού των παραπάνω ειδικοτήτων χειριστών και μηχανικών αεροσκαφών στην Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας, τη στιγμή που οι υπηρεσιακές ανάγκες, καθώς και οι υφιστάμενες κτιριακές και υλικοτεχνικές υποδομές της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας δεν επιτρέπουν την απορρόφηση ενός τόσο μεγάλου αριθμού ιπτάμενων χειριστών και μηχανικών. Στο μεταξύ στο άρθρο τρίτο του ν.3845/2010 προστέθηκε με το ν.3899/2010 (ΦΕΚ Α 212/17-12-2010) παράγραφος 22, με την οποία ορίστηκε ότι: "όσοι από 1.1.2010 έχουν μεταταχθεί ή μεταφερθεί, καθώς και όσοι μετατάσσονται ή μεταφέρονται εφεξής, με οποιαδήποτε σχέση εργασίας από οποιονδήποτε φορέα του δημόσιου τομέα, σε άλλο φορέα του δημόσιου τομέα, δικαιούνται μόνον το σύνολο των αποδοχών της θέσης στην οποία μετατάσσονται ή μεταφέρονται, χωρίς να διατηρούν ως προσωπική διαφορά τυχόν επιπλέον αποδοχές που ελάμβαναν στον φορέα από τον οποίο μετατάχθηκαν ή μεταφέρθηκαν. Κάθε γενική ή ειδική διάταξη, που ρυθμίζει διαφορετικά το θέμα αυτό, καταργείται....Ως δημόσιος τομέας για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής, νοείται αυτός που ορίζεται στην περίπτωση 1 του άρθρου 1Β του ν.2362/1995, συμπεριλαμβανομένων και των ΝΠΙΔ που ελέγχονται και χρηματοδοτούνται κυρίως από ΟΤΑ και ΟΚΑ. Η ισχύς της παραγράφου αυτής αρχίζει από 1-1-2011". Με βάση την ανωτέρω διάταξη καθορίστηκαν και οι αποδοχές του μεταφερόμενου κατά τα ανωτέρω προσωπικού ιπταμένων χειριστών (ως χειριστών αεροσκαφών) στην ΥΠΑ, οι οποίοι πλέον θα ελάμβαναν τις αποδοχές που προβλέπονται για τους αντίστοιχους υπαλλήλους της ΥΠΑ, χωρίς όμως να τους καταβάλλονται οι παροχές των άρθρων 34 παρ.3 και 34α του ν.2682/1999, όπως το τελευταίο προστέθηκε με το άρθρο 73 του ν.3431/2006, σύμφωνα με τη ρητή εξαίρεση του άρθρου 7 παρ.5 του ν.3737/2008, όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το άρθρο 11 παρ.1 του ν.3783/2009, εξαίρεση η οποία δεν καταργήθηκε με την ανωτέρω διάταξη (της παραγράφου 22 του τρίτου άρθρου του ν.3845/2010, που προστέθηκε με το ν.3899/2010), και ρητώς επαναλήφθηκε και στη μεταγενέστερη διάταξη του άνω άρθρου 26 παρ.2 (τελευταίο εδάφιο) του ν.3913/2011, ισχύουσα κατά τον προκείμενο κρίσιμο χρόνο. Οι αποδοχές των χειριστών αεροσκαφών της ΥΠΑ, οι οποίες, όπως προαναφέρθηκε, μετά το ν.3899/2010 ισχύουν από 1-1-2011 και για το μεταφερόμενο προσωπικό με την αυτή ειδικότητα από άλλη υπηρεσία του Δημοσίου, μέχρι την 1-11-2011 καθορίζονταν βάσει της υπ'αριθ.2/65093/0022/9-12-2002 (ΦΕΚ Β'/19-2-2002) ΚΥΑ των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών. Την 1-11-2011 , οπότε τέθηκε σε ισχύ ο νόμος 4024/2011 "συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις, ενιαίο βαθμολόγιο, μισθολόγιο κλπ", καταργήθηκαν όλα τα επιδόματα που ελάμβαναν οι χειριστές αεροσκαφών έως 31.10.2011 πλην οικογενειακού επιδόματος και επιδόματος παραμεθορίων περιοχών, και κατά τα άρθρα 28 και 29 του νόμου αυτού ο βασικός τους μισθός καθορίσθηκε με βάση την εκπαιδευτική τους βαθμίδα και την αναγνωρισμένη προϋπηρεσία τους κατά τις διατάξεις του εν λόγω νόμου . Σε περίπτωση δε που οι νέες από 1.11.2011 τακτικές αποδοχές προέκυπταν μειωμένες κατά ποσοστό μεγαλύτερο του 25% επί των αποδοχών που ελάμβαναν έως την 31.10.2011 η συνολική μείωση θα κατανέμετο κατά τις διατάξεις του άρθρου 29 παρ.2 περ. α και β (δηλαδή 25% στις αποδοχές της 31.10.2011 και το επί πλέον ποσό σε χρονικό διάστημα δύο ετών , που αρχίζει ένα έτος μετά την 1.11.2011). Όμως με το εδάφιο 2 της παραγράφου Γ του ν. 4093/2012 ανεστάλη η εφαρμογή της παρ.2 περ. β' του ως άνω άρθρου 29 μέχρι 31.12.2016. Τέλος, με το άρθρο 32 παρ.4 του ν.4038/2012 (ΦΕΚ 14 Α/2-2-2012) προβλέπεται ότι δεν υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του Δεύτερου Κεφαλαίου του ν.4024/2011 οι υπάλληλοι με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου ή ορισμένου χρόνου που κατέχουν θέση ιπτάμενων χειριστών αεροσκαφών και ελικοπτέρων στο Δημόσιο, σε ΟΤΑ ή σε Ν.Π.Δ.Δ., αλλά οι αποδοχές τους θα καθοριστούν με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, η οποία θα ισχύει αναδρομικά από 1.11.2011.
Συνεπώς οι αποδοχές των χειριστών αεροσκαφών της ΥΠΑ εξακολουθούν να ορίζονται βάσει του ν.4024/2011 χωρίς, όμως, επιπλέον μειώσεις πέραν του αρχικού 25% επί των τακτικών αποδοχών που ελάμβαναν μέχρι 31-10-2011, μέχρι τελικού καθορισμού τους με την αναμενόμενη ΚΥΑ που προβλέπεται από το άρθρο 32 παρ.4 του ν.4038/2012, ενώ στους μεταφερόμενους στην ΥΠΑ χειριστές αεροσκαφών, σύμφωνα με την προαναφερόμενη νομοθετική εξαίρεση του άρθρου 7παρ.5 του ν.3717/2008, όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το άρθρο 11 παρ.1 του ν.3783/2009 και στη συνέχεια με το τελευτ.εδάφιο της παρ.2 του άρθρου 26 ν.3913/2011, που ίσχυε κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο, δεν καταβάλλονται οι παροχές των άρθρων 34 παρ.3 και 34α του ν.2682/1999, όπως το τελευταίο προστέθηκε με το άρθρο 73 του ν.3431/2006. Εξάλλου, με το άρθρο 559 αρ. 1 του ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται μόνο αν παραβιάστηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται, αν δεν εφαρμοστεί, ενώ συνέτρεχαν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του, ή αν εφαρμοστεί, ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και αν εφαρμοστεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία του κανόνα δικαίου, δηλαδή όταν το δικαστήριο της ουσίας προσέδωσε σε αυτόν έννοια διαφορετική από την αληθινή, είτε με κακή εφαρμογή του, δηλαδή με εσφαλμένη υπαγωγή σ' αυτόν των περιστατικών της ατομικής περίπτωσης που καταλήγει σε εσφαλμένο συμπέρασμα με τη μορφή του διατακτικού (ΟλΑΠ 1/2022, ΟλΑΠ 6/2019, ΟλΑΠ 1/2016, ΟλΑΠ 2/2013, ΟλΑΠ 7/2006). Με τον λόγο αυτό αναίρεσης ελέγχονται τα σφάλματα του δικαστηρίου της ουσίας κατά την εκτίμηση της νομικής βασιμότητας της αγωγής και των ισχυρισμών (ενστάσεων) των διαδίκων, καθώς και τα νομικά σφάλματα του ανωτέρω δικαστηρίου κατά την έρευνα της ουσίας της διαφοράς. Ελέγχεται δηλαδή, εάν η αγωγή, ένσταση κλπ., ορθώς απορρίφθηκε ως μη νόμιμη ή αν κατά παράβαση ουσιαστικού κανόνα δικαίου έγινε δεκτή ως νόμιμη ή απορρίφθηκε ή έγινε δεκτή κατ'ουσία (ΟλΑΠ 1/2022, ΟλΑΠ 3/2020, ΟλΑΠ 8/2018). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 19 του ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες, ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζητήματα που ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Από την ανωτέρω διάταξη, που αποτελεί κύρωση της παράβασης του άρθρου 93 παρ. 3 του Συντάγματος, που επιτάσσει κάθε δικαστική απόφαση να είναι ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένη, προκύπτει ότι ο προβλεπόμενος από αυτή λόγος αναίρεσης ιδρύεται όταν στην ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού δεν εκτίθενται πραγματικά περιστατικά (έλλειψη αιτιολογίας) ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται βάσει του πραγματικού του εφαρμοστέου κανόνα ουσιαστικού δικαίου για την επέλευση της έννομης συνέπειας που απαγγέλθηκε ή την άρνησή της (ανεπαρκής αιτιολογία) ή όταν αντιφάσκουν μεταξύ τους -αντιφατική αιτιολογία (ΟλΑΠ 2/2019, ΟλΑΠ 9/2016). Ειδικότερα, ανεπάρκεια αιτιολογίας υπάρχει όταν από την απόφαση δεν προκύπτουν σαφώς τα περιστατικά που είτε είναι κατά νόμο αναγκαία για τη στοιχειοθέτηση στη συγκεκριμένη περίπτωση της διάταξης ουσιαστικού δικαίου που εφαρμόσθηκε, είτε αποκλείουν την εφαρμογή της. Δεν υπάρχει όμως ανεπάρκεια αιτιολογιών, όταν η απόφαση περιέχει συνοπτικές αλλά πλήρεις αιτιολογίες (ΑΠ 1242/2020), ούτε όταν υφίστανται ελλείψεις στην ανάλυση, στάθμιση και γενικώς στην εκτίμηση των αποδείξεων, εφόσον το πόρισμα από την εκτίμηση των αποδείξεων εκτίθεται με σαφήνεια και πληρότητα (ΟλΑΠ 15/2006). Το, κατά νόμο, αναγκαίο περιεχόμενο της ελάσσονος πρότασης προσδιορίζεται από τον εκάστοτε εφαρμοστέο κανόνα ουσιαστικού δικαίου, του οποίου το πραγματικό πρέπει να καλύπτεται πλήρως από τις παραδοχές της απόφασης στο αποδεικτικό της πόρισμα και να μην καταλείπονται αμφιβολίες (ΑΠ 356/2022, ΑΠ 444/2019). Από την παραδεκτή, κατ'άρθρο 561 παρ.2 ΚΠολΔ, επισκόπηση της προσβαλλόμενης απόφασης, προκύπτει ότι το Εφετείο δέχθηκε, ανελέγκτως, τα εξής: "Οι ήδη εφεσίβλητοι-ενάγοντες [ήδη αναιρεσείοντες] ήταν υπάλληλοι, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, με την ειδικότητα του ιπτάμενου χειριστή, της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία "Ολυμπιακές Αερογραμμές ΑΕ", η οποία κατ'άρθρο 1 του ν.3429/2005 αποτελεί δημόσια επιχείρηση και με την 5714/2009 απόφαση του Εφετείου Αθηνών τέθηκε στο καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης του άρθρου 14Α του ν.3429/2005. Στην ως άνω εταιρία εργάστηκαν έως τις 15-12-2009, οπότε η εκκαθαρίστρια εταιρία με την επωνυμία "Εθνική Κεφαλαίου Ανώνυμη Εταιρία Διαχείρισης Ενεργητικού Παθητικού" κατήγγειλε αζημίως τη σύμβαση εργασίας τους. Δυνάμει της υπ'αριθμ. ΥΠΑ/…2011) κοινής απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, που εκδόθηκε κατ'εφαρμογήν του άρθρου 7 παρ.5 του ν.3717/2008, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 11 παρ.1 του ν.3783/2009, οι ενάγοντες, ως ανήκοντες στο τακτικό προσωπικό της υπό ειδική εκκαθάριση εταιρίας "Ολυμπιακές Αερογραμμές Α.Ε." με την ειδικότητα του ιπτάμενου χειριστή, κατόπιν αιτήσεώς τους, μεταφέρθηκαν στην Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας (Υ.Π.Α) με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου σε συνιστώμενες προσωπαγείς θέσεις της ειδικότητας του χειριστή αεροσκαφών, και, εν συνεχεία, με την υπ'αριθμ.πρωτ.Δ …2011 απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, από την ημερομηνία παρουσιάσεώς τους, στις 04-04-2011, τοποθετήθηκαν (ως και άλλοι 205 μεταφερθέντες χειριστές αεροσκαφών των πρώην Ολυμπιακών Αερογραμμών, ήτοι, εν συνόλω 209) με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου με την ειδικότητα χειριστών αεροσκαφών στην Υ.Π.Α, στη διεύθυνση διοικητικού (Δ9) της κεντρικής υπηρεσίας. Κατ'εφαρμογήν της διάταξης του άρθρου 26 του ν.3913/2011 περί μεταφοράς του προερχόμενου από την εταιρία "Ολυμπιακές Αερογραμμές Α.Ε." πλεονάζοντος προσωπικού με την ειδικότητα χειριστή αεροσκαφών, το Πενταμελές Υπηρεσιακό Συμβούλιο της Υ.Π.Α (κατά την …..2011 συνεδρίασή του) καθόρισε, από το σύνολο του μεταφερθέντος προσωπικού της ως άνω εταιρίας, αφενός μεν το πλεονάζον προσωπικό, αφετέρου δε τον αριθμό των υπαλλήλων των οποίων η παραμονή στην Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας κρίθηκε απαραίτητη για την κάλυψη των υπηρεσιακών αναγκών. Οι ενάγοντες περιελήφθησαν στους πλεονάζοντες. Σύμφωνα με το άρθρο 144 του ν.4070/2012, το μεταφερόμενο κατά τα ανωτέρω πλεονάζον προσωπικό, μεταξύ των οποίων και οι ενάγοντες, παρέμειναν στο σύνολό τους στη δύναμη του προσωπικού Υ.Π.Α, και με τις αριθμό πρωτ. Δ …../8-2-2013, Δ …/7-2-2013, Δ …./8-2-2013, Δ ……/8-2-2013 και Δ …./8-2-2013 αποφάσεις του Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, αντιστοίχως, όλοι οι ενάγοντες εντάχθηκαν στην ειδικότητα χειριστή αεροσκαφών (με βαθμό Γ εκπαιδευτής βαθμίδας ΤΕ ο πρώτος, με βαθμό Δ εκπαιδευτής βαθμίδας ΠΕ ο δεύτερος και με βαθμό Δ εκπαιδευτής βαθμίδας ΤΕ οι λοιποί) και τοποθετήθηκαν στη Μονάδα Πτητικών Μέσων (ΜΠΜ) σε συνιστώμενη προσωρινή προσωποπαγή θέση με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Σύμφωνα με το άρθρο 22 του π.δ/τος 56/1989 "οργανισμός υπηρεσίας πολιτικής αεροπορίας", όπως ίσχυε πριν την κατάργησή του με το άρθρο 75 του ν.4427/2016, η Μονάδα Πτητικών Μέσων, στην οποία τοποθετήθηκαν οι ενάγοντες, περιλαμβάνει: Α) το Τμήμα Αεροσκαφών, οι αρμοδιότητες του οποίου είναι η εκτέλεση και αξιολόγηση του από τον αέρα ελέγχου των αεροναυτιλιακών διαδικασιών, η σχεδίαση και εκτέλεση του πτητικού έργου αεροσκαφών ΥΠΑ και η μέριμνα ετοιμότητας αεροσκαφών ΥΠΑ και Β) το τμήμα από τον αέρα Ελέγχου Ραδιοβοηθημάτων Τηλεπικοινωνιών και ΡΑΝΤΑΡ, οι αρμοδιότητες του οποίου να είναι ο προγραμματισμός και η αξιολόγηση του από τον αέρα ελέγχου λειτουργίας των Ραδιοβοηθημάτων, Τηλεπικοινωνιών ΡΑΝΤΑΡ και έλεγχος καταλληλότητας θέσεων εγκαταστάσεως νέων ραδιοβοηθημάτων σταθμών τηλεπικοινωνιών και ΡΑΝΤΑΡ και η συντήρηση, επισκευή ειδικού ηλεκτρονικού εξοπλισμού αεροσκαφών. Στη μονάδα αυτή τους ανατέθηκαν καθήκοντα σύμφωνα με τις υπηρεσιακές ανάγκες στο τμήμα αεροσκαφών και συγκεκριμένα: επιμέλειας ασφάλειας πτήσεων στον 5ο , διαχείρισης επίγειας υποστήριξης στον 3ο, παρακολούθησης και οργάνωσης των θεμάτων εκπαίδευσης του τμήματος στον 2ο, και παρακολούθησης συμβάσεων-διαγωνισμών αεροσκαφών στους 1ο και 2ο, σχετικά με την παρακολούθηση-τροποποιήσεις jeppessen-charts, air-icao annexes, ΕΠΕ στον 4ο, παρακολούθησης τροποποιήσεων και διατήρησης ισχύος αεροπορικών εκδόσεων αεροσκαφών στους 3ο και 5ο, παρακολούθησης συνδρομών αεροσκαφών στον 1ο, παρακολούθησης εκτέλεσης ενόργανων διαδικασιών στους 5ο και 3ο, παρακολούθησης θεμάτων eurocontrol-προπε (προστασίας περιβάλλοντος) στους 2ο και 1ο και επιπροσθέτως σε όλους συμμετοχής στην επιμέλεια, προετοιμασία και συντονισμό των πτήσεων (βλ. το υπ'αριθμ.πρωτ. ΥΠΑ…...2013 έγγραφο του διευθυντή της ΜΠΜ περί κατανομής αρμοδιοτήτων ιπτάμενων χειριστών ΜΠΜ). Στην υπηρεσία αυτή οι ενάγοντες απασχολήθηκαν μέχρι την 22-11-2013, οπότε και τέθηκαν σε διαθεσιμότητα [ για χρονικό διάστημα οκτώ (8) μηνών], λόγω κατάργησης 249 οργανικών και προσωποπαγών θέσεων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικού της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (εκ των οποίων 179 χειριστών αεροσκαφών) με την …../23-10-2013 απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων (όπως τροποποιήθηκε ως προς τον αριθμό των επιμέρους ειδικοτήτων με τις …./31-10-2013 και ΓΔΔΥ/ΥΠΑ/……/13-12-2013 όμοιες) κατ'εφαρμογή του άρθρου 90 του ν.4172/2013 (βλ. τις με αριθμό πρωτ.Δ …./10-2-2014, Δ ……/7-2-2014, Δ …../10-2-2014, Δ …../10-2-2014 και Δ …./10-2-2014 Διαπιστωτικές Πράξεις του ανωτέρω Υπουργού). Ακολούθως, εφόσον παρήλθε ο χρόνος της διαθεσιμότητάς τους και δεν είχαν μεταφερθεί ή μεταταχθεί σε άλλη Υπηρεσία, διαπιστώθηκε η λύση της υπαλληλικής σχέσης από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ). Οι αποδοχές των μεταφερθέντων σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ.5 του ν.3717/2008, όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το άρθρο 11 παρ.1 του ν.3783/2009 ιπτάμενων χειριστών στην Υ.Π.Α (όπως και οι ενάγοντες) καθορίστηκαν με το ίδιο ως άνω άρθρο, σύμφωνα με το οποίο αυτές (αποδοχές) δεν μπορούσαν να είναι κατώτερες για κάθε μεταφερόμενο ατομικά του ενενήντα τοις εκατό (90%) των τακτικών μηνιαίων αποδοχών της παραγράφου 5 του άρθρου 1 του ν.3717/2008, όπως αυτές ισχύουν και εξελίσσονται σε κλιμάκια σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην ισχύουσα κατά την 1η Οκτωβρίου 2008 συλλογική σύμβαση εργασίας Ολυμπιακών Αερογραμμών-ΕΧΠΑ. Οι αποδοχές όμως των εναγόντων, ενόψει του ότι αυτοί ανέλαβαν καθήκοντα στην Υ.Π.Α στις 04-04-2011, καθορίστηκαν έκτοτε μέχρι την 01-11-2011 οπότε τέθηκε σε ισχύ ο ν.4024/2011, με βάση τη διάταξη του άρθρου 2 του ν.3899/2010 με τον οποίο προστέθηκε παράγραφος 22 στο τρίτο άρθρο του ν.3845/2010, και η οποία είχε ήδη αρχίσει να ισχύει από 01-01-2011, σύμφωνα με την οποία δικαιούνταν το σύνολο των αποδοχών της θέσης στην οποία μετατάχτηκαν, χωρίς να διατηρούν ως προσωπική διαφορά τυχόν επιπλέον αποδοχές που λάμβαναν στο φορέα από τον οποίο μεταφέρθηκαν, ήτοι την εταιρία "Ολυμπιακές Αερογραμμές". Μετά την 01-11-2011 με την ισχύ του ν.4024/2011 όλοι οι υπάλληλοι της Υ.Π.Α με την ειδικότητα του χειριστή αεροσκαφών μεταξύ των οποίων και οι ενάγοντες υπήχθησαν στο ενιαίο μισθολόγιο, καταργήθηκαν όλα τα επιδόματα που λάμβαναν μέχρι την 31-10-2011, πλην του οικογενειακού και του επιδόματος παραμεθορίου, ενώ ο βασικός τους μισθός καθορίστηκε με βάση την εκπαιδευτική τους βαθμίδα και την αναγνωρισμένη προϋπηρεσία που κατείχε ο καθένας στον αρχικό εργοδότη. Με το άρθρο 32 παρ.4 του ν.4038/2012 όλοι οι υπάλληλοι της Υ.Π.Α, με την ειδικότητα του χειριστή αεροσκαφών μεταφερθέντες (όπως και οι ενάγοντες) ή μη, εξαιρέθηκαν από το πεδίο εφαρμογής του ν.4024/2011, ήτοι του ενιαίου μισθολογίου, και οι αποδοχές τους ορίστηκε ότι θα καθοριστούν με μελλοντική Κοινή Υπουργική Απόφαση των αρμοδίων υπουργών, η οποία θα έχει αναδρομική ισχύ από 01-11-2011, η οποία, ωστόσο, ουδέποτε εκδόθηκε. Στους ενάγοντες, ως μεταφερθέντες στην Υ.Π.Α. χειριστές αεροσκαφών από την εταιρία "Ολυμπιακές Αερογραμμές Α.Ε.", κατά ρητή πρόβλεψη, αρχικά του άρθρου 7 παρ.5 του ν.3717/2008 και στη συνέχεια του άρθρου 26 παρ.2 του ν.3913/2011, δεν καταβάλλονταν οι παροχές των άρθρων 34 παρ.3 και 34α του ν. 2682/1999, το τελευταίο των οποίων προστέθηκε με το άρθρο 73 του ν.3431/2006. Οι ανωτέρω παροχές (επιδόματα Eurocontrol), [....], προέρχονται αποκλειστικά από τα τέλη διαδρομής και τερματικής περιοχής που καταβάλουν οι χρήστες του εναέριου χώρου και τα οποία εισπράττει ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός "Eurocontrol" για λογαριασμό του Ελληνικού Κράτους, ως συμβαλλόμενου μέρους, ο οποίος (Οργανισμός) εν συνεχεία τα αποδίδει στο ήδη εκκαλούν εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο δια του συσταθέντος προς τούτο ειδικού λογαριασμού για την ασφάλεια των πτήσεων και σύμφωνα με τις δαπάνες που έχουν πραγματοποιηθεί, ως ανταποδοτικό δε τέλος κατανέμονται κατά τα οριζόμενα ποσοστό και διακρίσεις στην Υ.Π.Α., για τους ως άνω σκοπούς. Ειδικότερα, οι ανωτέρω παροχές καθορίζονται και καταβάλλονται μηνιαίως ως δαπάνες αποζημίωσης στο προσωπικό της Υ.Π.Α., ως κίνητρο βελτίωσης των παρεχόμενων υπηρεσιών, μείωσης των καθυστερήσεων, αύξησης της χωρητικότητας του συστήματος και της εναέριας κίνησης (άρθρο 34 παρ.3 ν.2682/1999) και ως επίδομα ετοιμότητας και διαθεσιμότητας και κίνητρο για τη διατήρηση της υψηλής αποδοτικότητας και του μέγιστου βαθμού ασφάλειας των παρεχόμενων υπηρεσιών αεροναυτιλίας (άρθρο 34 παρ.1 περ.α'του ν.2682/1999), κατά κλάδο και δη στον Κλάδο Ελεγκτών Εναέριας Κυκλοφορίας, στον κλάδο των Ηλεκτρονικών Συστημάτων Εναέριας Κυκλοφορίας και στους χειριστές αεροσκαφών ΕΣΙΔ, στον κλάδο τηλεπικοινωνιακών και σε όλους τους λοιπούς κλάδους, χωρίς εξαίρεση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο νόμο ποσοστά και προϋποθέσεις. Ο ως άνω αποκλεισμός του προερχόμενου από την εταιρία "Ολυμπιακές Αερογραμμές Α.Ε." προσωπικού της Υ.Π.Α. με την ειδικότητα του χειριστή αεροσκαφών από τη λήψη των παροχών των άρθρων 34 και 34α του ν.2682/1999, το τελευταίο των οποίων προστέθηκε με το άρθρο 73 του ν.3431/2006 (επιδομάτων Eurocontrol), τις οποίες λαμβάνουν οι υπηρετούντες σε οργανικές θέσεις της Υ.Π.Α. χειριστές αεροσκαφών ΕΣΙΔ, δεν συνιστά αδικαιολόγητη διάκριση σε βάρος των πρώτων και δεν αντίκειται στην αρχή της ισότητας, καθόσον αφορά σε ρύθμιση ανόμοιων καταστάσεων και κατηγοριών προσώπων που παρέχουν διάφορη εργασία. Ειδικότερα, οι πρώτοι (ενάγοντες) μεταφέρθηκαν, κατόπιν δικής τους αίτησης, από την υπό εκκαθάριση τελούσα εταιρία "Ολυμπιακές Αερογραμμές Α.Ε." στην Υ.Π.Α. και εντάχθηκαν σε συνιστώμενες προσωποπαγείς θέσεις ειδικότητας χειριστή αεροσκαφών, ασκώντας διοικητική καθήκοντα, σε αντίθεση με τους δεύτερους, οι οποίοι υπηρετούν στις προβλεπόμενες από τον Οργανισμό της Υ.Π.Α. θέσεις χειριστών αεροσκαφών, διαθέτουν τα προβλεπόμενα στον Οργανισμό προσόντα, επιλέχθηκαν με τον εκεί αναφερόμενο τρόπο και ασκούν τα αμιγώς συναφή με την ειδικότητά τους καθήκοντα και ιδίως πτητικό έργο. Εκ προοιμίου, κατά την διαδικασία της μεταφοράς του προσωπικού της εταιρίας "Ολυμπιακές Αερογραμμές Α.Ε." στην Υ.Π.Α., ήταν αδύνατο οι μεταφερόμενοι ιπτάμενοι χειριστές, μεταξύ των οποίων και οι ενάγοντες, να απασχοληθούν με καθήκοντα συναφή της ειδικότητάς τους, όπως με πτητικό έργο, αφού η Υ.Π.Α. διαθέτει μόνο τρία (3) αεροσκάφη και, συνεπώς, εξ αρχής ήταν βέβαιο ότι στους μεταφερόμενους θα αναθέτονταν μόνο διοικητικά καθήκοντα. Η σύγκριση, μάλιστα, μεταξύ των προβλεπόμενων από τον Οργανισμό της Υ.Π.Α. δεκατεσσάρων (14) συνολικά θέσεων χειριστών αεροσκαφών και των διακοσίων εννέα (209) ιπτάμενων θέσεων που μεταφέρθηκαν με αίτησή τους στην Υ.Π.Α. από την εταιρία "Ολυμπιακές Αερογραμμές Α.Ε." καταδεικνύει ότι, κατά τη θέσπιση των συγκεκριμένων διατάξεων και, εν προκειμένω, αυτής του άρθρου 7 του ν.3717/2008, με την οποία ορίστηκε ότι στους μεταφερόμενους δεν καταβάλλονται οι παροχές της παραγράφου 3 του άρθρου 34 του ν.2882/1999 και του άρθρου 73 του ν.3431/2006 με το οποίο προστέθηκε το άρθρο 34α του ν.2682/1999 (επιδόματα eurocontrol), προκρίθηκε η αναγκαιότητα παροχής ασφάλειας των μεταφερόμενων ως προς την απασχόλησή τους και όχι η διασφάλιση καταβολής αποδοχών όμοιων με αυτές των ενταγμένων σε οργανικές θέσεις ιπτάμενων χειριστών της Υ.Π.Α., ενόψει του ότι, κατά τη διαδικασία μεταφοράς, θεσπίστηκε, εξαρχής, ειδική κατηγορία απασχόλησης για τους ιπτάμενους χειριστές της υπό εκκαθάριση εταιρίας "Ολυμπιακές Αερογραμμές Α.Ε.", καθόσον ήταν αδύνατο να ασκήσουν καθήκοντα σχετικά με την ειδικότητά του και, περαιτέρω, να τηρηθεί και ο Οργανισμός της Υ.Π.Α. για τις θέσεις, τα προσόντα , τη διαδικασία επιλογής και την υπηρεσιακή εξέλιξη. Γι'αυτό, εκ της διαδικασίας μεταφοράς, οι ενάγοντες, όπως και οι λοιποί μεταφερόμενοι ιπτάμενοι χειριστές στην Υ.Π.Α. από την πρώην Ολυμπιακή, τυπικά και μόνο διατήρησαν στο φορέα την ειδικότητά τους, χωρίς να ασκήσουν ουσιαστικά τα καθήκοντα που προβλέπονται από τον Οργανισμό της Υ.Π.Α. για την ειδικότητα χειριστή αεροσκαφών και, από τη μεταφορά τους τις 04-04-2011 ασκούσαν αμιγώς διοικητικά καθήκοντα έχοντας τοποθετηθεί στη διεύθυνση διοικητικού (Δ9) της κεντρικής υπηρεσίας, στις 11-8-2011 κρίθηκαν ως πλεονάζοντες χειριστές αεροσκαφών Υ.Π.Α και, μετά από ενάμισυ έτος, στις 07-02-2013 ο δεύτερος και στις 08-02-2013 οι λοιποί ενάγοντες, εντάχθηκαν στην ειδικότητα χειριστή αεροσκαφών και τοποθετήθηκαν στη Μονάδα Πτητικών Μέσων (ΜΠΜ) σε συνιστώμενη προσωρινή προσωποπαγή θέση με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, και τους ανατέθηκαν καθήκοντα όπως ανωτέρω ειδικώς αναφέρονται, χωρίς όμως και εκτέλεση πτητικού έργου, έως τις 22-11-2013 που τέθηκαν σε διαθεσιμότητα. Εξάλλου, και με δεδομένο αφενός μεν ότι, αναφορικά με το επίδομα του άρθρου 34 παρ.3 περ.β'του ν.2682/1999, το ποσό που καταβάλλεται στους υπαλλήλους του κλάδου Ηλεκτρονικών Συστημάτων Εναέριας Κυκλοφορίας ΠΕ4-ΤΕ4 και των χειριστών αεροσκαφών ΕΣΙΔ της Υ.Π.Α. προκύπτει από το κλάσμα των κατειλημμένων οργανικών θέσεων προς το σύνολο των οργανικών θέσεων των κλάδων αυτών σε ίσα μερίσματα και αναφορικά με το επίδομα του άρθρου 34α παρ.2 του ν.2682/1999 που προστέθηκε με το άρθρο 73 του ν.3431/2006, το ποσοστό που καταβάλλεται σε καθεμία από τις αναφερόμενες κατηγορίες προσωπικού της Υ.Π.Α. (μεταξύ των οποίων και των χειριστών αεροσκαφών ΕΣΙΔ) προκύπτει από το κλάσμα των κατειλημμένων οργανικών θέσεων προς το σύνολο των οργανικών θέσεων των κλάδων, αφετέρου δε του μικρού αριθμού υπηρετούντων σε οργανικές θέσεις χειριστών αεροσκαφών σε σχέση με τον αριθμό των μεταφερομένων, που εκ των πραγμάτων ήταν αδύνατο να παρέχουν το ίδιο έργο, θα ήταν ανακόλουθο να μην θεσπιστεί εξαίρεση του μεταφερόμενου στην Υ.Π.Α. προσωπικού από τη λήψη των επίδικων παροχών, αφού η λήψη αυτών από το προσωπικό αυτό θα προϋπέθετε και μεταβολή του Οργανισμού της Υ.Π.Α., με βάση την πραγματική δημιουργηθείσα κατάσταση από τη διαδικασία μεταφοράς. Από τα ανωτέρω, και καθώς η θέση σε διαθεσιμότητα, με την 2531/23-10-2013 απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων που εκδόθηκε κατ'εφαρμογήν του άρθρου 90 του ν.4172/2013 για την κατάργηση διακοσίων σαράντα εννέα (249, εκ των οποίων 179 χειριστών αεροσκαφών) οργανικών και προσωποπαγών θέσεων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικού της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (και όχι μόνο τους μεταφερθέντος από τις Ολυμπιακές Αερογραμμές, όπως οι ενάγοντες), δεν σημαίνει ότι οι υπηρετούντες σε οργανικές θέσεις χειριστές αεροσκαφών και οι μεταφερόμενοι υπηρετούντες σε προσωποπαγείς αποτελούν ουσιωδώς όμοιες καταστάσεις και κατηγορίες εργαζομένων επειδή, απλώς και μόνον, οι σχετικές θέσεις καταργήθηκαν συλλήβδην, παρέπεται ότι η θέσπιση, αρχικά με το άρθρο 7 του ν.3717/2008 και ακολούθως με το άρθρο 26 του ν.3913/2011, ειδικής εξαίρεσης για την κατηγορία των μεταφερόμενων στην Υ.Π.Α. από την εταιρία "Ολυμπιακές Αερογραμμές Α.Ε." χειριστών αεροσκαφών από τη λήψη των παροχών των άρθρων 34 και 34α του ν.2682/1999, δικαιολογείται και, συνεπώς [....] δεν αντιβαίνει στα άρθρα 4 παρ.1 και 22 παρ.1 εδ.β'του Συντάγματος. Πέραν των ανωτέρω, και με δεδομένο ακόμη ότι οι ενάγοντες είχαν ομοιότητα καθηκόντων και συνθηκών απασχόλησης με τους μη μεταφερθέντες υπάλληλους ειδικότητας χειριστών αεροσκαφών της Υ.Π.Α. και πάλι δεν παραβιάζεται η αρχή της ισότητας (με την ειδικότερη μορφή της αρχής της ίσης αμοιβής για ίσης αξίας εργασία) εκ της νομοθετικής ρύθμισης των άρθρων 7 παρ.5 του ν.3717/2008, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 11 παρ.1 του ν.3783/2009 και 26 παρ.2 του ν.3913/2011, σύμφωνα με την οποία οι ενάγοντες, ως μεταφερθέντες χειριστές αεροσκαφών από τις Ολυμπιακές Αερογραμμές, διαφοροποιούνται ως προς την καταβολή (εξαιρούνται από αυτή) των επιδίκων παροχών (επιδομάτων eurocontrol) έναντι των ήδη υπηρετούντων, μη μεταφερθέντων, χειριστών αεροσκαφών, διότι εκ της διαδικασίας και των λόγων μεταφοράς τους σε αυτή αποτελούσαν εντελώς διαφορετική κατηγορία υπαλλήλων, χωρίς ανάγκη προσφυγής, για την δικαιολόγηση της διαφοροποιήσεως, στη φύση της άσκησης των καθηκόντων τους, στα κατεχόμενα από κάθε κατηγορία υπαλλήλων προσόντα ή στην προέλευση του προς διανομήν, με τη μορφή αποζημιώσεως προς υπαλλήλους, ποσού του εν λόγω επιδόματος. Επομένως, έπρεπε να απορριφθεί η πρώτη επικουρική, εκ της συνταγματικής αρχής της ισότητος, βάση της αγωγής ως ουσιαστικά αβάσιμη". Με βάση τις παραδοχές αυτές το Εφετείο, αφού έκρινε ουσιαστικά αβάσιμη την αγωγή ως προς την πρώτη επικουρική της βάση-(η οποία και μόνο μεταβιβάστηκε ενώπιόν του με την από …-2015 με αριθμ. καταθ…./2015 έφεση του εναγομένου και ήδη αναιρεσιβλήτου)- και δη της επιδίκασης, κατ'εφαρμογή της συνταγματικής αρχής της ισότητας, των αιτούμενων ποσών, που λάμβαναν το επίδικο διάστημα οι ήδη υπηρετούντες στην Υ.Π.Α. χειριστές αεροσκαφών ως επιδόματα Eurocontrol των άρθρων 34 παρ.3 και 34α του ν.2682/1999, του τελευταίου προστιθέμενου με το άρθρο 73 του ν.3431/2006, εξαιρουμένων από τη λήψη τους, με τα άρθρα 7 παρ.5 του ν.3717/2008 και 26 παρ.2 του ν.3913/2011, των εναγόντων και ήδη αναιρεσειόντων, μεταφερθέντων από την "Ολυμπιακές Αερογραμμές ΑΕ" στην ίδια υπηρεσία με την ίδια ειδικότητα, δέχθηκε κατ'ουσία την έφεση του εναγομένου και ήδη αναιρεσίβλητου Ελληνικού Δημοσίου. Ακολούθως (το Εφετείο) εξαφάνισε την εκκαλουμένη, με αριθμό …/2015, απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία-αφού είχε απορρίψει ως μη νόμιμη την κύρια βάση της αγωγής (της αξίωσης των, εκ των άρθρων 34 παρ.3 περ.δ'και 34α παρ.1 περ.α'.γγ'του ν.2682/1999, επιδομάτων Eurocontrol)-είχε κρίνει αντίθετα και είχε δεχθεί κατ'ουσία την άνω πρώτη επικουρική βάση της αγωγής (εκ της αρχής της ισότητας, με την ειδικότερη μορφή της ίσης αμοιβής για ίσης αξίας εργασία), δίκασε επ'αυτής και την απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη. 'Ετσι που έκρινε το Εφετείο, ορθά ερμήνευσε και δεν εφάρμοσε τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 4 παρ.1 και 22 παρ.1 εδ.β'του Συντάγματος, 34 παρ.3 περ.δ'και 34α παρ.1 περ.α'.γγ'του ν.2682/1999, προστιθεμένου του τελευταίου με το άρθρο 73 του ν.3431/2006, και δεν τις παραβίασε ευθέως, ενόψει του ότι στην απόφασή του υπάρχει νομική ακολουθία μεταξύ των ως άνω πραγματικών περιστατικών που έγιναν δεκτά και υπήχθησαν στις παραπάνω διατάξεις, όπως η έννοιά τους αναλύθηκε στις νομικές σκέψεις που προαναφέρθηκαν, και του συμπεράσματος του δικανικού συλλογισμού, ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής τους, καθόσον σύμφωνα με τις προαναφερόμενες ουσιαστικές παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης, τα δεκτά γενόμενα ως αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά δεν πληρούσαν το πραγματικό των διατάξεων αυτών και δικαιολογούσαν την παραδοχή της έφεσης του εναγομένου και ήδη αναιρεσείοντος Ελληνικού Δημοσίου και, την, μετά από εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης, απόρριψη της αγωγής ως προς την πρώτη επικουρική της βάση (εκ της αρχής της ισότητας). Ειδικότερα, το Εφετείο δέχθηκε ανελέγκτως ότι οι ενάγοντες και ήδη αναιρεσείοντες, ιπτάμενοι χειριστές της υπό ειδική εκκαθάριση εταιρίας "Ολυμπιακές Αερογραμμές ΑΕ", που μεταφέρθηκαν με την ειδικότητα των χειριστών αεροσκαφών στην Υ.Π.Α, συγκρινόμενοι με τους ήδη υπηρετούντες στην ίδια υπηρεσία χειριστές αεροσκαφών, οι οποίοι ελάμβαναν το επίδικο διάστημα τα επιδόματα των άρθρων 34 παρ.3 και 34α του ν.2682/1999, εκ των οποίων το τελευταίο προστέθηκε με το άρθρο 73 του ν.3431/2006, εκ της διαδικασίας και των λόγων της μεταφοράς τους στην ΥΠΑ αποτελούσαν εντελώς διαφορετική κατηγορία υπαλλήλων που παρείχαν διάφορη εργασία και υπό διάφορες συνθήκες με τους συγκρινόμενους. Συγκεκριμένα (το Εφετείο) δέχθηκε ανελέγκτως ότι: α) οι ενάγοντες, όπως και άλλοι 205, ιπτάμενοι χειριστές της υπό ειδική εκκαθάριση εταιρίας "Ολυμπιακές Αερογραμμές ΑΕ", μεταφέρθηκαν, δυνάμει του ν. 7 παρ.5 του ν.3717/2008, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 11 παρ.1 του ν.3783/2009 και την αναφερόμενη ΚΥΑ, μετά από δική τους αίτηση, στην ΥΠΑ, και εντάχθηκαν ως πλεονάζοντες χειριστές αεροσκαφών σε συνιστώμενες προσωρινές προσωποπαγείς θέσεις της ειδικότητας αυτής, την οποία διατήρησαν τυπικά και μόνο, καθόσον, καθόλη τη διάρκεια της εργασιακής τους σχέσης με την ΥΠΑ (από την τοποθέτησή τους στις 4-4-2011 στη διεύθυνση διοικητικού (Δ9) της κεντρικής υπηρεσίας μέχρι τις 7-2-2013 με αμιγώς διοικητικά καθήκοντα, αλλά και από την τοποθέτησή τους από τις 8-2-2013 στη Μονάδα Πτητικών Μέσων (ΜΠΜ) με τα αναφερόμενα καθήκοντα, μέχρι τη θέση τους σε διαθεσιμότητα στις 22-11-2013), ουδέποτε άσκησαν ουσιαστικά τα καθήκοντα που προβλέπονται από τον Οργανισμό της ΥΠΑ για την ειδικότητα του χειριστή αεροσκαφών, που είναι κυρίως η εκτέλεση πτητικού έργου, στα τρία (3) μόνο αεροσκάφη που διέθετε η ΥΠΑ διατηρώντας προς τούτο 14 μόνο οργανικές θέσεις χειριστών αεροσκαφών, τούτο δε ήταν βέβαιο εξ αρχής για τους συνολικά 209 ιπτάμενους χειριστές που μεταφέρθηκαν εκεί, και έτσι, κατά τη διαδικασία της μεταφοράς τους και των λόγων της, που ήταν η εξασφάλιση της απασχόλησής τους και όχι η διασφάλιση καταβολής αποδοχών ομοίων με αυτές των ήδη υπηρετούντων χειριστών αεροσκαφών, θεσπίστηκε ειδική κατηγορία απασχόλησης γι'αυτούς, αφού ήταν αδύνατο να ασκήσουν καθήκοντα σχετικά με την ειδικότητά τους, όπως το πτητικό έργο, και, περαιτέρω, να τηρηθεί και ο Οργανισμός της ΥΠΑ για τις θέσεις, τα προσόντα, τη διαδικασία επιλογής και την υπηρεσιακή εξέλιξη β) αντίθετα, οι ήδη υπηρετούντες στην ΥΠΑ χειριστές αεροσκαφών, ήταν ενταγμένοι σε οργανικές θέσεις χειριστών αεροσκαφών ΕΣΙΔ, οι οποίες προβλέπονται από τον Οργανισμό της ΥΠΑ και ανέρχονται συνολικά σε 14, είχαν επιλεγεί κατά τον οριζόμενο από τον Οργανισμό της ΥΠΑ τρόπο, διέθεταν τα προβλεπόμενα από τον Οργανισμό της προσόντα και ασκούσαν αμιγώς συναφή με την ειδικότητά τους καθήκοντα και δη πτητικό έργο στα τρία (3) αεροσκάφη της, λαμβάνοντας το επίδικο διάστημα τα επιδόματα των άρθρων 34 παρ.3 και 34α του ν.2682/1999, και δη το ποσό που προκύπτει από το κλάσμα των κατειλημμένων οργανικών θέσεων προς το σύνολο των οργανικών θέσεων του κλάδου τους, σε ίσα μερίσματα, όπως ρητά ορίζεται στις προαναφερόμενες διατάξεις. Με βάση τις παραδοχές αυτές το Εφετείο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η, προβλεπόμενη από το άρθρο 7 παρ.5 του ν.3717/2008 και στη συνέχεια από το άρθρο 26 παρ.2 του ν.3913/2011-το οποίο ίσχυε κατά το επίδικο διάστημα και μέχρι την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης-εξαίρεση των εναγόντων και ήδη αναιρεσειόντων, μεταφερθέντων ιπταμένων χειριστών από την εταιρία "Ολυμπιακές Αερογραμμές ΑΕ" στην Υ.Π.Α., σε προσωπαγείς προσωρινές θέσεις πλεοναζόντων χειριστών αεροσκαφών με την ειδικότητα αυτή με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, από την καταβολή των παροχών των άρθρων 34 παρ.3 και και 34α του ν.2682/1999, το τελευταίο των οποίων προστέθηκε με το άρθρο 73 του ν.3431/2006 (επιδομάτων Eurocontrol), τις οποίες ελάμβαναν οι ήδη υπηρετούντες σε οργανικές θέσεις της ΥΠΑ χειριστές αεροσκαφών ΕΣΙΔ, δεν συνιστά αδικαιολόγητη διάκριση σε βάρος των πρώτων και δεν αντίκειται στην αρχή της ισότητας, καθόσον αφορά σε ρύθμιση ανόμοιων καταστάσεων και κατηγοριών προσώπων που παρέχουν διάφορη εργασία υπό διάφορες συνθήκες, με αποτέλεσμα να μην πληρούται το πραγματικό των άνω, ουσιαστικού δικαίου, διατάξεων, στις οποίες επιχειρήθηκε η νομική θεμελίωση της πρώτης επικουρικής βάσης της αγωγής, και να δικαιολογείται η, κατά παραδοχή της έφεσης του ήδη αναιρεσιβλήτου, απόρριψή της κατ'ουσία. Επομένως, ο πρώτος λόγος της αίτησης αναίρεσης, με τον οποίο προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η από τον αριθμ. 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλεια, για ευθεία παραβίαση των προαναφερόμενων διατάξεων ουσιαστικού δικαίου, και υποστηρίζονται τα αντίθετα, είναι αβάσιμος. Οι περαιτέρω, διαλαμβανόμενες στον πρώτο λόγο αναίρεσης, αιτιάσεις των αναιρεσειόντων για την ίδια (από το άρθρο 559 αρ.1 ΚΠολΔ) πλημμέλεια, με την επίκληση ότι κατά τις παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης, στην ΥΠΑ όπου μεταφέρθηκαν ασκούσαν καθήκοντα της ειδικότητάς τους, δηλαδή χειριστών αεροσκαφών, όμοια κατά κύριο λόγο με αυτά των ενταγμένων σε οργανικές θέσεις χειριστών αεροσκαφών και με τις ίδιες συνθήκες, και έτσι δεν αποτελούσαν ειδική κατηγορία απασχολούμενων στην ΥΠΑ χειριστών αεροσκαφών, είναι αβάσιμες, καθόσον στηρίζονται σε εσφαλμένη προϋπόθεση, δεδομένου ότι στην προσβαλλομένη απόφαση, κατά τα προαναφερόμενα, δεν διαλαμβάνεται η επικαλούμενη παραδοχή, αλλά η αντίθετη. Απαραδέκτως δε ισχυρίζονται οι αναιρεσείοντες, αποδίδοντας την ίδια αναιρετική πλημμέλεια στην προσβαλλόμενη απόφαση υπό τον ίδιο λόγο αναίρεσης, ότι και αυτοί δικαιούνται ευθέως εκ των άρθρων 34 παρ.3 και 34α του ν.2682/1999 τις επίδικες παροχές (επιδόματα Eurocontrol), καθόσον κατά τις διατάξεις αυτές οι εν λόγω παροχές είναι καταβλητέες σε όλους τους απασχολούμενους στην ΥΠΑ χειριστές αεροσκαφών, ανεξάρτητα από εάν εκτελούν κυρίως ή αμιγώς πτητικό έργο, και από το εάν κατέχουν οργανική ή προσωποπαγή θέση. Και τούτο διότι οι ισχυρισμός αυτός των αναιρεσειόντων ουδόλως αφορά στην, εκ της αρχής της ισότητας, πρώτη επικουρική βάση της αγωγής, η οποία και μόνο είχε γίνει δεκτή με την εκκαλουμένη απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου και είχε απορριφθεί κατ'ουσία με την προσβαλλόμενη απόφαση του Εφετείου στα πλαίσια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης του εναγομένου και ήδη αναιρεσιβλήτου, αλλά αφορά στην εκ των ανωτέρω διατάξεων κυρία βάση της αγωγής, η οποία είχε απορριφθεί ως μη νόμιμη, με την ήδη τελεσίδικη, κατά το κεφάλαιο αυτό, απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, και συνεπώς καλύπτεται από το δεδικασμένο που δημιουργήθηκε (αρθ.321, 322, 324, 325 ΚΠολΔ). Τέλος, με βάση τις ανωτέρω παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης, ουδεμία επιρροή ασκεί στην κριθείσα μη παραβίαση της αρχής της ισότητας (με την ειδικότερη μορφή της ίσης αμοιβής για ίσης αξίας εργασία) κατά το επίδικο χρονικό διάστημα (από 4-4-2011 έως 22-11-2013), λόγω ανομοιότητας της κατηγορίας, των καθηκόντων και των συνθηκών απασχόλησης των συγκρινομένων υπαλλήλων, το ότι οι αναιρεσείοντες υπάγονται στο ίδιο ενιαίο μισθολόγιο με τους ήδη υπηρετούντες στην ΥΠΑ χειριστές αεροσκαφών, όπως διαλαμβάνεται και στην προσβαλλόμενη απόφαση, και ότι μεταγενέστερα του χρόνου της δημοσίευσής της ( στις 26-3-2018), με το άρθρο 90 παρ. 6 του ν.4530/2018 (ΦΕΚ Α 59/30-3-2018), καταργήθηκε το τελευταίο εδάφιο της παρ.2 του άρθρου 26 του ν.3913/2011, και συνεπώς οι σχετικοί ισχυρισμοί των αναιρεσειόντων είναι αλυσιτελείς. Περαιτέρω, με τις προαναφερόμενες παραδοχές του το Εφετείο, αναφορικά με το ουσιώδες ζήτημα της ανομοιότητας της κατηγορίας, των καθηκόντων και των συνθηκών απασχόλησης των αναιρεσειόντων, ως μεταφερόμενων σε προσωποπαγείς θέσεις στην ΥΠΑ με την ειδικότητα χειριστών αεροσκαφών, και των υπηρετούντων σε οργανικές θέσεις χειριστών αεροσκαφών στην ΥΠΑ, διέλαβε στην απόφασή του επαρκείς, σαφείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες, που επιτρέπουν τον αναιρετικό έλεγχο ως προς την ορθή ή μη εφαρμογή των ανωτέρω ουσιαστικού δικαίου διατάξεων, και στηρίζουν το σαφές αποδεικτικό του πόρισμα, της, κατά παραδοχή της έφεσης του αναιρεσίβλητου, μετά από εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης, απόρριψη της πρώτης επικουρικής βάσης της αγωγής (με επίκληση της συνταγματικής αρχής της ισότητας), ως ουσιαστικά αβάσιμης. Η επικαλούμενη δε από τους αναιρεσείοντες αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης, ότι τα καθήκοντα που ασκούσαν οι ίδιοι στην Μονάδα Πτητικών Μέσων ήταν συναφή με την ειδικότητά τους ως Χειριστών Αεροσκαφών, δεν συνιστά αντιφατική αιτιολογία, με την προγενέστερα διατυπούμενη ότι οι ίδιοι (οι αναιρεσείοντες) τυπικά μόνο διατήρησαν την ειδικότητά τους στην ΥΠΑ χωρίς να ασκήσουν ποτέ ουσιαστικά τα καθήκοντα που προβλέπονται από τον Οργανισμό της για την ειδικότητα χειριστή αεροσκαφών και δη πτητικό έργο. Και τούτο διότι στην προσβαλλόμενη απόφαση δεν διαλαμβάνεται η επικαλούμενη ως αντιφατική παραδοχή, αλλά η αντίθετη, και συγκεκριμένα αναφέρεται ότι και όταν οι αναιρεσείοντες εντάχθηκαν στην Μονάδα Πτητικών Μέσων της ΥΠΑ ουδέποτε τους ανατέθηκε η εκτέλεση πτητικού έργου, που ήταν, το αμιγώς συναφές με την ειδικότητα του Χειριστή Αεροσκαφών, καθήκον. Επιπρόσθετα σαφώς διατυπώνεται ότι η εκτέλεση του πτητικού έργου ήταν το κύριο καθήκον των υπηρετούντων σε οργανικές θέσεις χειριστών των τριών αεροσκαφών της ΥΠΑ και δεν δημιουργεί οποιαδήποτε ασάφεια ή αντίφαση στην αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης η αναφορά ότι οι υπηρετούντες σε οργανικές θέσεις χειριστές αεροσκαφών στην ΥΠΑ ασκούν τα αμιγώς συναφή με την ειδικότητά τους καθήκοντα "και ιδίως πτητικό έργο", όπως ισχυρίζονται οι αναιρεσείοντες. Κατόπιν τούτων ο δεύτερος λόγος της αίτησης αναίρεσης, από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, με τον οποίο οι αναιρεσείοντες προσάπτουν στην προσβαλλόμενη απόφαση, την εκ πλαγίου, παραβίαση των προαναφερομένων ουσιαστικού δικαίου διατάξεων, με ελλιπείς και αντιφατικές αιτιολογίες, ως προς το ανωτέρω ουσιώδες ζήτημα είναι αβάσιμος. Οι λοιπές αιτιάσεις των αναιρεσειόντων α) για ανεπαρκείς αιτιολογίες της προσβαλλόμενης απόφασης λόγω παράλειψης περαιτέρω επακριβούς προσδιορισμού των καθηκόντων των υπηρετούντων στην ΥΠΑ χειριστών αεροσκαφών και δη εάν αυτά εξαντλούνται στην εκτέλεση πτητικού έργου ή εάν σε αυτά περιλαμβάνονται και διοικητικής φύσεως καθήκοντα και β) για το αναπόδεικτο της ανομοιότητας των καθηκόντων τους με αυτά των χειριστών αεροσκαφών της ΥΠΑ, δεν ιδρύουν τον ανωτέρω λόγο αναίρεσης και κατά το μέρος τούτο είναι απαράδεκτος, διότι με τις μεν πρώτες αξιώνεται περαιτέρω ανάλυση, αξιολόγηση των αποδεικτικών μέσων και αιτιολόγηση του ανωτέρω σαφούς αποδεικτικού πορίσματος, με τις δε δεύτερες πλήττεται απαραδέκτως, κατ'άρθρο 561 παρ.1 ΚΠολΔ, η αναιρετικά ανέλεγκτη ουσιαστική κρίση του δικαστηρίου της ουσίας για το προαναφερόμενο ουσιώδες, για την έκβαση της δίκης, ζήτημα, ως και η ελεύθερη εκτίμηση των αποδείξεων. Με τη διάταξη του αριθμού 8 περ. β' του άρθρου 559 ΚΠολΔ ορίζεται ότι αναίρεση επιτρέπεται και όταν το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής ως "πράγματα" θεωρούνται οι πραγματικοί ισχυρισμοί που έχουν αυτοτελή ύπαρξη και τείνουν στη θεμελίωση, κατάλυση ή παρακώλυση ουσιαστικού ή δικονομικού δικαιώματος, που ασκήθηκε είτε ως επιθετικό είτε ως αμυντικό μέσο και άρα στηρίζουν το αίτημα αγωγής, ανταγωγής, ένστασης ή αντένστασης ή λόγου έφεσης (ΟλΑΠ 25/2003, ΟλΑΠ 3/1997, ΟλΑΠ 11/1996, AΠ 902/2019) και όχι οι αρνητικοί ισχυρισμοί, που συνέχονται με την ιστορική βάση της αγωγής, ένστασης ή αντένστασης και αποτελούν αιτιολογημένη άρνηση καθεμιάς εξ αυτών, ούτε οι νομικές αναλύσεις, καθώς και τα επιχειρήματα ή τα συμπεράσματα των διαδίκων ή του δικαστηρίου, που αντλούνται από το νόμο ή από την εκτίμηση των αποδείξεων και το περιεχόμενο αυτών (ΑΠ 146/2023, ΑΠ 9/2023, ΑΠ 409/2022), ο λόγος δε αυτός αναίρεσης δεν στοιχειοθετείται αν ο αυτοτελής πραγματικός ισχυρισμός λήφθηκε υπόψη από το δικαστήριο της ουσίας και απορρίφθηκε ρητά για οποιοδήποτε λόγο, τυπικό ή ουσιαστικό (Ολ. ΑΠ 25/2003, ΟλΑΠ 12/1997, ΑΠ 579/2024).
Στην προκειμένη περίπτωση με τον τρίτο λόγο της αίτησης αναίρεσης, οι αναιρεσείοντες προσάπτουν στην προσβαλλόμενη απόφαση την αναιρετική πλημμέλεια από τον αριθμό 8 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, με την αιτίαση ότι το Εφετείο, δεχόμενο ως βάσιμους τους σχετικούς λόγους της έφεσης του εναγομένου και ήδη αναιρεσίβλητου Ελληνικού Δημοσίου και ακολούθως, απορρίπτοντας κατ'ουσία την αγωγή τους ως προς την πρώτη επικουρική της βάση (εκ της αρχής της ισότητας), μετά από εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου που είχε κρίνει αντίθετα, παρά το νόμο δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης και συγκεκριμένα τους αγωγικούς ισχυρισμούς τους προς θεμελίωση της επικαλούμενης παραβίασης της συνταγματικής αρχής της ισότητας ότι: 1. α) αποτελούν όμοια και όχι διαφορετική, κατά νόμο ειδική, κατηγορία υπαλλήλων, παρά τη διαδικασία της μεταφοράς τους στην ΥΠΑ, έναντι των ήδη υπηρετούντων χειριστών αεροσκαφών της τελευταίας, οι οποίοι εξαιρούνταν της πρόσληψης μέσω ΑΣΕΠ, β) το δε αναιρεσίβλητο δεν μετέβαλε το επίδικο διάστημα την ειδικότητά τους ως χειριστών αεροσκαφών και γ) εκτός από τους ίδιους μεταφέρθηκαν, δυνάμει του νόμου 3717/2008, στην ΥΠΑ και υπάλληλοι άλλων ειδικοτήτων, όπως οι ιπτάμενοι φροντιστές, σε θέσεις Διοικητικού Λογιστικού, οι οποίοι λάμβαναν και λαμβάνουν τα επιδόματα Eurocontrolo και 2. διέθεταν όλα τα τυπικά προσόντα για να ενταχθούν σε ειδικότητα Χειριστή Αεροσκαφών, που τους επέτρεπαν να ασκούν συναφή με την ειδικότητα αυτή καθήκοντα. Ο ανωτέρω τρίτος λόγος αναίρεσης είναι απαράδεκτος. Ειδικότερα οι επικαλούμενοι υπό το στοιχείο 1.γ' ισχυρισμοί δεν συνιστούν "πράγματα" κατά την προηγηθείσα έννοια του άρθρου 8 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, όπως απαιτείται για την ίδρυση του λόγου αυτού, καθόσον, το ότι τα επιδόματα Eurocontrol τα λαμβάνουν και εργαζόμενοι της ΥΠΑ άλλης ειδικότητας από αυτή των εναγόντων-αναιρεσειόντων, με τους οποίους δεν συγκρίνονται, αλλά ασκούν και αυτοί διοικητικά καθήκοντα, δεν συνιστά πραγματικό αγωγικό ισχυρισμό τους, θεμελιωτικό της, με επίκληση της συνταγματικής αρχής της ισότητας, επιδίκασης των επιδομάτων Eurocontrol των άρθρων 34 παρ.3 και 34α του ν.2682/1999, που καταβάλλονται στους υπηρετούντες στην ΥΠΑ χειριστές αεροσκαφών, αλλά συνιστά πραγματικό επιχείρημά τους, κείμενο εκτός του απαιτουμένου περιεχομένου της άνω ιστορικής βάσης της αγωγής τους. Το ίδιο ισχύει και για τον επικαλούμενο υπό το στοιχείο 2 ισχυρισμό τους. Και τούτο καθόσον δεν είναι θεμελιωτικός της άνω αγωγικής βάσης, ισχυρισμός το ότι οι ίδιοι οι αναιρεσείοντες διέθεταν τυπικά προσόντα που τους επέτρεπαν να ασκούν καθήκοντα συναφή με την ειδικότητα του χειριστή αεροσκαφών, αλλά το ότι το επίδικο χρονικό διάστημα αυτοί ως χειριστές αεροσκαφών ασκούσαν στην ΥΠΑ όμοια καθήκοντα και υπό τις ίδιες συνθήκες με τους ήδη υπηρετούντες χειριστές αεροσκαφών της, με τους οποίους συγκρίνονται. Αναφορικά με τους λοιπούς, επικαλούμενους υπό τα στοιχεία 1.α' και β'αγωγικούς ισχυρισμούς, το Εφετείο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, με τις προαναφερόμενες ανέλεγκτες παραδοχές του, κρίνοντας ότι: οι ενάγοντες και ήδη αναιρεσείοντες το επίδικο χρονικό διάστημα διατήρησαν την ειδικότητα των χειριστών αεροσκαφών, πλην όμως τυπικά, και τοποθετούμενοι σε συνιστώμενες προσωρινές προσωποπαγείς θέσεις με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, ασκούσαν διαφορετικά ουσιαστικά καθήκοντα και υπό άλλες συνθήκες με τους υπηρετούντες στην ΥΠΑ σε οργανικές θέσεις χειριστών αεροσκαφών στην ΥΠΑ, αφού δεν τους ανατέθηκε ποτέ η εκτέλεση πτητικού έργου που ήταν το κύριο έργο των άνω χειριστών αεροσκαφών της ΥΠΑ, και εκ της διαδικασίας της μεταφοράς τους, μετά από αίτησή τους, και όχι μετά από επιλογή και ένταξή τους σε οργανικές θέσεις κατά τον Οργανισμό της ΥΠΑ, όπως οι δεύτεροι, και των λόγων της μεταφοράς τους, που συνίσταντο στην εξασφάλιση της απασχόλησής τους, αποτελούσαν εντελώς διαφορετική κατηγορία υπαλλήλων, (το Εφετείο), αντιμετώπισε και έκρινε ουσιαστικά αβάσιμους εκ των πραγμάτων τους αντίθετους αγωγικούς ισχυρισμούς, όπως οι επικαλούμενοι υπό το στοιχείο 1.α'και β' και διαλαμβανόμενοι, στην, παραδεκτά επισκοπούμενη κατά το μέρος τούτο (αρθ.561 παρ.2 ΚΠολΔ) στην από 30-12-2013 (αριθμ.εκθ.καταθ…../ …../2013) αγωγή των αναιρεσειόντων, και μετά ταύτα, κατά παραδοχή της έφεσης, μετά από εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης, απέρριψε την αγωγή ως προς την πρώτη επικουρική της βάση, ως ουσιαστικά αβάσιμη. Κατόπιν τούτων δεν στοιχειοθετείται η από τον αριθμό 8 β' του άρθρου 559 ΚΠολΔ αναιρετική πλημμέλεια, την οποία επικαλούνται με τις προαναφερόμενες αιτιάσεις οι αναιρεσείοντες με τον τρίτο λόγο αναίρεσης. Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 10 ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται, αν το δικαστήριο, παρά το νόμο, δέχθηκε πράγματα που έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης ως αληθινά χωρίς απόδειξη. Η περίπτωση αυτή, η οποία στηρίζεται στην παράβαση του συστήματος συζήτησης, κατά την οποία ο δικαστής αποφασίζει με βάση εκείνα που έχουν προταθεί και αποδειχθεί, υπάρχει όταν, για τα "πράγματα" που έγιναν δεκτά από το δικαστήριο, δεν έχει προσκομιστεί οποιαδήποτε απόδειξη ή όταν το δικαστήριο δεν εκθέτει στην απόφασή του, έστω και γενικά, από ποια αποδεικτικά μέσα έχει αντλήσει την απόδειξη για "πράγματα" που δέχθηκε ως αληθινά. Ο όρος "πράγματα" και στην παρούσα περίπτωση του αριθμού 10 του άρθρου 559, είναι ταυτόσημος με τον αντίστοιχο όρο του αριθμού 8 του ίδιου άρθρου και ειδικότερα "πράγματα" θεωρούνται οι αυτοτελείς ισχυρισμοί των διαδίκων, που τείνουν στη θεμελίωση, κατάλυση ή παρακώλυση του ουσιαστικού ή δικονομικού δικαιώματος, που ασκείται με την αγωγή, ανταγωγή, ένσταση ή αντένσταση και όχι οι ισχυρισμοί που συνιστούν άρνηση της αγωγής ή της ένστασης, ούτε εκείνοι που αποτελούν επιχειρήματα ή συμπεράσματα των διαδίκων ή του δικαστηρίου από την εκτίμηση των αποδείξεων (ΑΠ 650/2023, ΑΠ 146/2022, ΑΠ 138/2020). Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 561 παρ.1 ΚΠολΔ, αυτός ο λόγος αναίρεσης δεν ιδρύεται όταν περιέχει αιτιάσεις που αναφέρονται στην εκτίμηση των αποδείξεων ή στην επιχειρηματολογία του αναιρεσείοντος και του δικαστηρίου της ουσίας (ΑΠ 146/2022, ΑΠ 59/2020).
Στην προκείμενη περίπτωση, με τον τέταρτο λόγο της αίτησης αναίρεσης, οι αναιρεσείοντες αποδίδουν στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια από τον αριθμό 10 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, με την αιτίαση ότι το Εφετείο δέχθηκε πράγμα με ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης ως αληθινό χωρίς απόδειξη και συγκεκριμένα δέχθηκε ότι ασκούσαν διοικητικά καθήκοντα από τον Φεβρουάριο του 2013 και μετά, που τοποθετήθηκαν στη Μονάδα Πτητικών Μέσων με την ειδικότητα του Χειριστή Αεροσκαφών, χωρίς απόδειξη, ως και για το διάστημα μέχρι το μήνα Φεβρουάριο του 2013, καθόσον το περιστατικό αυτό δεν κατατέθηκε από τον μάρτυρα που εξετάστηκε στο ακροατήριο και το προσκομιζόμενο από το αναιρεσίβλητο με επίκληση υπ'αριθμ.πρωτ. Δ9/Α/12885/2014 σχετικό έγγραφο, περιλαμβάνει μόνο τις απόψεις της υπηρεσίας του. Ο υπό κρίση λόγος αναίρεσης πρωτίστως είναι απαράδεκτος, καθόσον δεν ιδρύεται, διότι τα επικαλούμενα δεν αποτελούν "πράγματα" κατά την προαναφερθείσα έννοια του άρθρου 559 αριθμ. 10 ΚΠολΔ, δηλαδή αυτοτελείς πραγματικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι τείνουν σε θεμελίωση του δικαιώματος που ασκείται με την αγωγή, ένσταση ή αντένσταση, όπως απαιτείται για την ίδρυση του λόγου αυτού. Ειδικότερα, επί της πρώτης επικουρικής βάσης της ένδικης αγωγής των ήδη αναιρεσειόντων, με την οποία διώκεται, με επίκληση της παραβίασης της αρχής ισότητας με την εξαίρεσή τους, η επιδίκαση των καταβαλλόμενων στους ήδη υπηρετούντες χειριστές αεροσκαφών της ΥΠΑ επιδομάτων των άρθρων 34 παρ.3 και 34α του ν.2682/1999, ο επικαλούμενος ισχυρισμός ότι οι ενάγοντες και ήδη αναιρεσείοντες ασκούσαν διοικητικά καθήκοντα, ήτοι ανόμοια με τους υπηρετούντες σε οργανικές θέσεις χειριστές αεροσκαφών, οι οποίοι λαμβάνουν τα ανωτέρω επιδόματα, δεν συνιστούν στοιχείο της ιστορικής βάσης της αγωγής τους, αλλά προς αντίκρουση αυτής αντίθετο ισχυρισμό του εναγομένου και ήδη αναιρεσιβλήτου που συνιστά αιτιολογημένη άρνηση της ιστορικής της βάσης. Επομένως, το Εφετείο με την προσβαλλόμενη απόφασή του, κρίνοντας ότι δεν αποδείχθηκε η άνω ιστορική βάση της αγωγής των ήδη αναιρεσειόντων, δεν δέχθηκε "πράγμα" χωρίς απόδειξη, όπως ισχυρίζονται οι τελευταίοι στον υπό κρίση λόγο αναίρεσης. Οι λοιπές, διαλαμβανόμενες στον ίδιο λόγο αναίρεσης, αιτιάσεις αναφέρονται στην εκτίμηση των αποδείξεων κατά το σχηματισμό της κρίσης του δικαστηρίου της ουσίας για την ουσιαστική αβασιμότητα της εν λόγω πρώτης επικουρικής βάσης της αγωγής, που επίσης δεν θεμελιώνουν τον από τον αριθμό 10 του άρθρου 559 ΚΠολΔ λόγο αναίρεσης, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στη σκέψη που προηγήθηκε. Μη υπάρχοντος άλλου λόγου αναίρεσης προς έρευνα πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση αίτηση αναίρεσης και να καταδικαστούν οι αναιρεσείοντες, λόγω της ήττας τους, στην πληρωμή των δικαστικών του αναιρεσίβλητου Ελληνικού Δημοσίου, κατά ουσιαστική παραδοχή του σχετικού νομίμου αιτήματός του (αρθ.176, 183 και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ), μειωμένων, κατά τη διάταξη του άρθρου 22 του ν.3693/1957, που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 52 αρ.18 του ΕισΝΚΠολΔ, σε συνδ. με την παρ.2 της υπ'αριθμ. 134423 οικ. της 8-12-1992/20-1-1993 Κοινής Υπουργικής Απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης (ΦΕΚ β 11), που εκδόθηκε κατ'εξουσιοδότηση του άρθρου 12 παρ.5 του ν.1738/1987), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από ..-2020 με αριθμ. καταθ. …/../..-2020 αίτηση για αναίρεση της με αριθμό 1517/2018 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών (ειδικής διαδικασίας εργατικών διαφορών).
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του αναιρεσίβλητου Ελληνικού Δημοσίου, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ. ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 11 Μαρτίου 2025.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 8 Απριλίου 2025.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή