ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 685/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Δ)
print
Τίτλος:
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 685/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Δ)
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 685/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Δ)
Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 685 / 2025    (Δ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Αριθμός 685/2025

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Δ' Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Αλεξάνδρα Αποστολάκη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Σωκράτη Πλαστήρα, Σταύρο Μάλαινο, Αντιγόνη Τζελέπη και Ερασμία Λιούλη, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 6 Δεκεμβρίου 2024, με την παρουσία και του Γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

Των αναιρεσειουσών: 1) …. ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "... SA", που εδρεύει στις …, διατηρεί υποκατάστημα στο … με την επωνυμία "... SA Ελληνικό Υποκατάστημα" και εκπροσωπείται νόμιμα και 2) ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "... ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ …", που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, ως καθολικής διαδόχου της απορροφηθείσας ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "... ΑΕ …", οι οποίες εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Βασίλειο Χατζηϊωάννου με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, που δεν κατέθεσε προτάσεις.
Της αναιρεσίβλητης: Τελούσας υπό εκκαθάριση ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία "(ΥΠΟ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ) ... ΟΕ", που εδρεύει στον Πειραιά Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα από την εκκαθαριστή της Ε. Μ., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Κωνσταντίνο Μπεληγιάννη με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 7-2-2019 ανακοπή της ήδη αναιρεσίβλητης, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: …/2020 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και …/2022 του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείουσες με την από 10-4-2023 αίτησή τους.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, με Εισηγητή τον Αρεοπαγίτη Σταύρο Μάλαινο, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την κρινόμενη, από 10-4-2023 (με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως …/11-4-2023), αίτηση αναιρέσεως προσβάλλεται η υπ' αριθμ. …/2022 τελεσίδικη απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, με την οποία έγινε δεκτή η από 10-1-2021 έφεση της εκκαλούσας - εφεσίβλητης και ήδη αναιρεσίβλητης, ενώ απορρίφθηκε η αντίθετη, από 6-7-2021, έφεση των εκκαλουσών - εφεσιβλήτων και ήδη αναιρεσειουσών, κατά της υπ' αριθμ. …/2020 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (ειδική διαδικασία μισθωτικών διαφορών), με την οποία έγινε δεκτή η από 7-2-2019 ανακοπή της πρώτης κατά των τελευταίων, στο δικόγραφο της οποίας σωρεύονται δύο ανακοπές και, ειδικότερα, ανακοπή από το άρθρο 642 του Κ.Πολ.Δ., για ακύρωση της υπ' αριθμ. …/2019 Διαταγής αποδόσεως της χρήσεως μισθίου ακινήτου και καταβολής μισθωμάτων και κοινοχρήστων της Δικαστού του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και ανακοπή από το άρθρο 933 του Κ.Πολ.Δ., για ακύρωση των δύο (2) από 25-1-2019 επιταγών προς εκτέλεση επί αντιγράφου του απογράφου της ως άνω Διαταγής, η οποία επιδόθηκε στην ανακόπτουσα στις 28-1-2019.
Κατά την έννοια του άρθρου 559 αριθμ. 1α του Κ.Πολ.Δ., παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που ιδρύει τον προβλεπόμενο από την διάταξη αυτή λόγο αναιρέσεως, υπάρχει, όταν ο κανόνας δικαίου είτε ερμηνεύθηκε εσφαλμένως, δηλαδή το δικαστήριο της ουσίας προσέδωσε σ' αυτόν έννοια διαφορετική από την αληθινή, είτε δεν εφαρμόσθηκε, ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του, είτε εφαρμόσθηκε, ενώ αυτές δεν συνέτρεχαν (Ολ. Α.Π. 1/2022, Ολ. Α.Π. 4/2021, Α.Π. 312/2025). Περαιτέρω, κατά την διάταξη του άρθρου 637 του Κ.Πολ.Δ., το οποίο προστέθηκε με το άρθρο τέταρτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, "Κατά τις διατάξεις των άρθρων 638 και 645, στην περίπτωση της καθυστέρησης του μισθώματος από δυστροπία, μπορεί να ζητηθεί η έκδοση διαταγής απόδοσης της χρήσης μισθίου ακινήτου, αν η έναρξη της μίσθωσης αποδεικνύεται εγγράφως και εφόσον έχει επιδοθεί έγγραφη όχληση με δικαστικό επιμελητή δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ημέρες πριν από την κατάθεση της αίτησης. Η καταβολή των μισθωμάτων εντός του δεκαπενθήμερου, αποδεικνυόμενη εγγράφως, αποκλείει την έκδοση διαταγής απόδοσης της χρήσης του μισθίου, εκτός αν υπάρχει επανειλημμένη καθυστέρηση από δυστροπία. Επίδοση έγγραφης όχλησης απαιτείται μόνον την πρώτη φορά". Από την παραπάνω διάταξη, σε συνδυασμό με αυτήν του άρθρου 66 του ΕισΝΚΠολΔ, που επιτρέπει στον εκμισθωτή να ζητήσει την απόδοση του μισθίου, αν ο μισθωτής καθυστερεί από δυστροπία το μίσθωμα, προκύπτει ότι ο εκμισθωτής μπορεί να ζητήσει, με την απλούστερη διαδικασία των άρθρων 637 επ. του Κ.Πολ.Δ., την έκδοση διαταγής προς απόδοση της χρήσεως του μισθίου για υπερημερία του οφειλέτη, εν όψει του ότι η δυστροπία τεκμαίρεται από την υπαίτια καθυστέρηση καταβολής του μισθώματος, εφόσον ο μισθωτής είναι υπερήμερος περί την καταβολή του μισθώματος (Α.Π. 330/2019, Α.Π. 1193/2013, Α.Π. 86/2005, Α.Π. 1312/2000). Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 340 και 345 παρ. 1 του Α.Κ. προκύπτει ότι ο οφειλέτης χρηματικής οφειλής καθίσταται υπερήμερος, αν προηγήθηκε εκ μέρους του δανειστή δικαστική ή εξώδικη όχληση, η οποία αποτελεί μονομερή και ανακοινωτέα σε άλλον δήλωση βουλήσεως, έχει δε ισχύ και παράγει τα αποτελέσματά της, μόνον εφόσον γίνει, όπως την εννοεί και απαιτεί ο νόμος. Ειδικότερα, η όχληση πρέπει, κατά το περιεχόμενό της, να είναι ακριβής, ορισμένη, σαφής και καθαρή, πρέπει, δηλαδή, να προκύπτουν από αυτήν, κατά τρόπο αναμφίβολο, το είδος, το ποσό και τα άλλα προσδιοριστικά στοιχεία της απαιτήσεως, επιπλέον δε να είναι απαλλαγμένη από αίρεση ή άλλο όρο και να απαιτεί ακριβώς από τον οφειλέτη την εκπλήρωση της οφειλόμενης παροχής του (Α.Π. 330/2019, Α.Π. 999/2015). Ως εκ τούτου, η όχληση πρέπει να περιέχει αναφορά των συγκεκριμένων μισθωμάτων που καθυστερούνται και το ύψος αυτών, ώστε να οριοθετείται το δικαίωμα του μισθωτή για καταβολή τους και για αποτροπή της εκδόσεως διαταγής αποδόσεως της χρήσεως του μισθίου, επειδή με τις εν λόγω διατάξεις των άρθρων 637 επ. του Κ.Πολ.Δ. παρέχεται στον μισθωτή το δικαίωμα, μέσα στο διάστημα των 15 ημερών από την επίδοση της εγγράφου οχλήσεως, να καταβάλει τα καθυστερούμενα μισθώματα και, αποδεικνύοντας εγγράφως την καταβολή, να αποτρέψει την έκδοση της διαταγής ή να την ακυρώσει ασκώντας ανακοπή. Επομένως, η έγγραφη όχληση πρέπει να αφορά την παροχή που οφείλεται, καθόσον βάση και νομική προϋπόθεση για να εκδοθεί διαταγή αποδόσεως μισθίου, είναι πάντοτε η καθυστέρηση καταβολής ένεκα δυστροπίας συγκεκριμένων και ειδικώς προσδιορισμένων στην όχληση μισθωμάτων. Ο χρόνος δε εκδηλώσεως της οχλήσεως πρέπει να συμπίπτει ή να είναι μεταγενέστερος από τον χρόνο, κατά τον οποίον η παροχή καθίσταται ληξιπρόθεσμη, διότι η όχληση που προηγείται αυτού του χρόνου, είναι ανίσχυρη.
Στην προκειμένη περίπτωση, με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως αποδίδεται στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια από τον αριθμό 1α του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ., για ευθεία παραβίαση των ουσιαστικού δικαίου διατάξεων των άρθρων 637 του Κ.Πολ.Δ., με εσφαλμένη εφαρμογή και 341 παρ. 1 του Α.Κ., με την μη εφαρμογή της, επειδή απαίτησε στην έγγραφη όχληση των εκμισθωτριών και ήδη αναιρεσειουσών να αναγράφεται και η δήλη ημέρα καταβολής, από την μισθώτρια και ήδη αναιρεσίβλητη, του συμφωνηθέντος μισθώματος και των κοινοχρήστων δαπανών.
Το Εφετείο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, μετά από εκτίμηση των αποδείξεων, δέχτηκε ανελέγκτως τα ακόλουθα: "Η εκκαλούσα της υπό στοιχεία Α' έφεσης με τον μοναδικό λόγο έφεσης ισχυρίζεται ότι η εκκαλουμένη έσφαλε περί την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και συγκεκριμένα της διάταξης του άρθρου 644 του ΚΠολΔ, σύμφωνα με την οποία εφόσον το Δικαστήριο επί εκδίκασης ανακοπής κατά Διαταγής απόδοσης μισθίου αποφανθεί περί του νόμιμου και εμπρόθεσμου αυτής και στη συνέχεια κρίνει ότι οι λόγοι ανακοπής της είναι νόμιμοι και βάσιμοι, ακυρώνει τη διαταγή απόδοσης της χρήσης του μισθίου, διαφορετικά απορρίπτει την ανακοπή και επικυρώνει τη διαταγή. Συγκεκριμένα ισχυρίζεται ότι η εκκαλουμένη έκρινε ότι η ανακοπή κατά της διαταγής απόδοσης μισθίου έχει ασκηθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα. Στη συνέχεια δέχθηκε ότι μεταξύ άλλων ορίστηκε ότι το μίσθωμα θα προκαταβάλλεται εντός του πρώτου πενθημέρου κάθε μήνα, πλην όμως συμφωνήθηκε προφορικά ότι το μίσθωμα κάθε μήνα θα μπορεί να καταβάλλεται και εντός του επόμενου μήνα, χωρίς αυτό να συνιστά δυστροπία. Μολονότι δε δέχθηκε ότι ελλείπει το βασικό στοιχείο για την έκδοση διαταγής απόδοσης μισθίου, που είναι η δυστροπία του μισθωτή στην καταβολή του μηνιαίου μισθώματος, όπως ειδικότερα αναφέρεται στην υπό στοιχεία
ΙΙ νομική σκέψη, στη συνέχεια δεν ακύρωσε τη διαταγή απόδοσης του μίσθιου, όπως ορίζει η διάταξη του άρθρου 644 του ΚΠολΔ, αλλά αποφάνθηκε ότι εφόσον η ανακόπτουσα αποβλήθηκε από το μίσθιο την 04-04-2019, παρέλκει η εξέταση του σκέλους της προσβαλλόμενης διαταγής περί αποδόσεως της χρήσης του μισθίου. Η κρίση αυτή της εκκαλουμένης είναι εσφαλμένη καθόσον αντίκειται στην ανωτέρω διάταξη του άρθρου 644 του ΚΠολΔ. Επομένως ο μοναδικός λόγος έφεσης της εκκαλούσας της υπό στοιχείο Α' έφεσης είναι νόμιμος και κατ' ουσία βάσιμος και πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη κατά το σκέλος που απορρίπτει την ανακοπή κατά της διαταγής απόδοσης μισθίου. Στη συνέχεια πρέπει να κρατηθεί η υπόθεση και να δικασθεί η από 07.02.2019 με Γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου …./2019 και Ειδικό αριθμό κατάθεσης …/2019 ανακοπή από το Δικαστήριο τούτο κατά το αντίστοιχο προς το άνω εκκληθέν κεφάλαιο της εκκαλουμένης μέρος της (άρθρο 535 παρ. 1 ΚΠολΔ), ως προς τη βασιμότητα των λόγων της. Από ... αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά γεγονότα: Ειδικότερα από τα διαδικαστικά έγγραφα της δικογραφίας, όπως είναι α) η από 12 Νοεμβρίου 2018 εξώδικη όχληση που οι καθ' ων απηύθυναν προς την ανακόπτουσα, η οποία επιδόθηκε στην τελευταία με την υπ' αριθμόν …/2018 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών Π. Κ., β) η από 14 Δεκεμβρίου 2018 αίτηση, βάσει της οποίας εκδόθηκε η υπ' αριθμόν …/2019 Διαταγή Απόδοσης Χρήσης Μισθίου και Πληρωμής Μισθωμάτων και Κοινοχρήστων, γ) οι από 25-01-2019 επιταγές προς εκτέλεση εκάστης των καθ' ων που έχουν συνταχθεί κάτω από το αντίγραφο εξ απογράφου της ως άνω διαταγής πληρωμής και του πρώτου εκτελεστού απογράφου της υπ' αριθμόν …/2019 Διαταγής Πληρωμής και επιδόθηκαν στην ανακόπτουσα με τις υπ' αριθμόν …./2019 από την πρώτη των καθ' ων και …./2019 από τη δεύτερη των καθ' ων εκθέσεις επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών Π. Κ. Κ., δ) η από 07.02.2019 με Γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου …/2019 και Ειδικό αριθμό κατάθεσης .../2019 ανακοπή και ε) οι υπό κρίση εφέσεις, προέκυψαν τα ακόλουθα: Δυνάμει του από 01.06.2014 Μισθωτηρίου Συμφωνητικού, συνήψαν σύμβαση μίσθωσης αφενός η ανακόπτουσα Ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία "... Ο.Ε." ως μισθώτρια και αφετέρου οι καθ' ων η ανακοπή ως εκμισθώτριες, ήτοι η … Ανώνυμη Εταιρεία με την επωνυμία "... S.A", η οποία εδρεύει στις … (...), και διατηρεί υποκατάστημα στο …., οδός ... και η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "... Α.Ε.", η οποία συγχωνεύθηκε δι' απορρόφησης από την Ανώνυμη Εταιρεία με την επωνυμία "...", η οποία υποκαταστάθηκε σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της απορροφηθείσας από αυτήν αρχικής διαδίκου ως καθολική διάδοχος αυτής. Η μίσθωση, η οποία συμφωνήθηκε να είναι δεκαετούς διάρκειας με ημερομηνία έναρξης την 1η Ιουνίου 2014, αφορούσε ένα κατάστημα επιφάνειας περίπου 53,30 τ.μ., το οποίο εμφαίνεται υπό τα στοιχεία Β 27 - 28 και με κίτρινο επιχρωματισμό στο από Ιουλίου 2013 σχεδιάγραμμα της Πολιτικού Μηχανικού Ε. Ν., το οποίο επισυνάπτεται στο μισθωτήριο και κείται στην στάθμη του Α' Υπογείου του Κτηρίου Α' του Εμπορικού Κέντρου ..., το οποίο βρίσκεται στο …, επί της ..., προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος - γαλακτοπωλείο, το οποίο θα πωλεί "frozen yogurt", παγωτά, είδη ζαχαροπλαστικής και γενικώς είδη διατροφής και εν γένει συναφή είδη. Στο κατάστημα αυτό ανήκει η αποκλειστική χρήση εξωτερικού καθιστικού χώρου επιφάνειας 20,30 τ.μ., ο οποίος εμφαίνεται με γαλάζιο επιχρωματισμό στο προαναφερθέν σχεδιάγραμμα και ο οποίος συμφωνήθηκε να χρησιμοποιείται από την καθ' ης για την τοποθέτηση τραπεζοκαθισμάτων. Το μίσθιο ακίνητο ανήκει στην πρώτη των καθ' ων η ανακοπή - πρώτη εκκαλούσα κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή της κατά ποσοστό 54,428% εξ αδιαιρέτου και στη δεύτερη εκκαλούσα κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή της κατά ποσοστό 45,572% εξ αδιαιρέτου. Οι καθ' ων η ανακοπή εκμισθώτριες με την από 12 Νοεμβρίου 2018 εξώδικη όχληση που απηύθυναν προς την ανακόπτουσα, η οποία επιδόθηκε σε αυτή με την υπ' αριθμόν …/2018 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών Π. Κ. κάλεσαν την ανακόπτουσα να εξοφλήσει άμεσα το συνολικό ποσό των 3.268,60 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στις δόσεις του Ελάχιστου Εγγυημένου Ετήσιου Μισθώματος των μηνών Οκτωβρίου και Νοεμβρίου 2018, ποσού κάθε δόση 1.317,98 ευρώ, πλέον Φ.Π.Α. ποσοστού 24% επ' αυτού και συνολικού ποσού 1.634,30 ευρώ, καθώς και το συνολικό ποσό των 3.036 ευρώ από οφειλόμενες κοινόχρηστες δαπάνες των μηνών Αυγούστου, Σεπτεμβρίου, Οκτωβρίου και Νοεμβρίου του έτους 2018, άλλως θα ζητούσαν την έκδοση Διαταγής Απόδοσης μισθίου και Διαταγής Πληρωμής για τις ως άνω οφειλές. Στη συνέχεια υπέβαλαν την από 14 Δεκεμβρίου 2018 αίτηση, βάσει της οποίας εκδόθηκε η υπ' αριθμόν …/2019 Διαταγή Απόδοσης Χρήσης Μισθίου και Πληρωμής Μισθωμάτων και Κοινοχρήστων, η οποία διέταξε την ανακόπτουσα να αποδώσει στις αιτούσες το μίσθιο ακίνητο και διέταξε την ανακόπτουσα να καταβάλει στην πρώτη των καθ' ων το συνολικό ποσό των 2.598,24 ευρώ και στη δεύτερη των καθ' ων το συνολικό ποσό των 2.175,48 ευρώ, ήτοι συνολικά το ποσό των 4.773,72 ευρώ νομιμοτόκως μέχρι την εξόφληση για τις μεν οφειλόμενες δόσεις Ελάχιστου Εγγυημένου Ετήσιου Μισθώματος των μηνών Οκτωβρίου και Νοεμβρίου 2018 το συνολικό ποσό των 3.268,60 ευρώ (κατά την αναλογία συγκυριότητας εκάστης στο ακίνητο ποσοστού 54,428% εξ αδιαιρέτου της πρώτης και ποσοστού 45,572% εξ αδιαιρέτου της δεύτερης), ήτοι συνολικού ποσού 1.779,02 ευρώ στην πρώτη και 1.489,56 στη δεύτερη, αφότου εκάστη εξ αυτών κατέστη απαιτητή, αφετέρου αναφορικά με τις οφειλόμενες κοινόχρηστες δαπάνες συνολικού ποσού 1.505,14 ευρώ κατά την αναφερόμενη ανωτέρω αναλογία, ήτοι 919,22 ευρώ στην πρώτη των καθ' ων και 685,92 ευρώ στη δεύτερη των καθ' ων, από την κατάθεση της από 14.12.2018 αίτησης των καθ' ων προς έκδοση διαταγής απόδοσης χρήσης μισθίου και πληρωμής μισθωμάτων και κοινοχρήστων και να καταβάλει στις καθ' ων η ανακοπή το ποσό των 300 ευρώ για τα δικαστικά έξοδα της διαταγής. Με τον πρώτο λόγο της ανακοπής της κατά το σκέλος 1β αυτού, η ανακόπτουσα ισχυρίζεται ότι από την επισκόπηση από της 12 Νοεμβρίου 2018 εξώδικης όχλησης, την οποία επικαλούνται στην αίτησή τους τόσο οι καθ' ων η ανακοπή όσο και ο Δικαστής στην προσβαλλόμενη επ' αυτής (της αίτησης) εκδοθείσα διαταγή απόδοσης μισθίου, προκύπτει ότι δεν περιγράφεται σε αυτές: α) η συμφωνία πληρωμής του μισθώματος σε συγκεκριμένη-δήλη ημέρα από την παρέλευση της οποίας επήλθε η καθυστέρηση καταβολής και η υπερημερία της ανακόπτουσας, β) η συμφωνία πληρωμής των κοινοχρήστων σε συγκεκριμένη - δήλη ημέρα από την παρέλευση της οποίας επήλθε η καθυστέρηση καταβολής και η υπερημερία της, με αποτέλεσμα να μην περιγράφονται με σαφήνεια τα απαραίτητα κατά νόμο στοιχεία της καθυστέρησης καταβολής μισθωμάτων και κοινοχρήστων από δυστροπία και την εντεύθεν αοριστία της εξώδικης αυτών όχλησης και της αίτησης για την έκδοση της επίδικης διαταγής πληρωμής και απόδοσης μισθίου. Με αυτό το περιεχόμενο, ο υπό κρίση λόγος της ανακοπής είναι νόμιμος, στηριζόμενος στις διατάξεις των άρθρων 662Α και 662Γ του ΚΠολΔ και πρέπει να ερευνηθεί ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα. Στην προκειμένη περίπτωση, η από 12 Νοεμβρίου 2018 όχληση που απηύθυναν οι καθ' ων η ανακοπή προς την ανακόπτουσα, συνάγεται ότι αποτελεί όχληση του άρθρου 637 του ΚΠολΔ προς την ανακόπτουσα, αφού περιεχόταν σ' αυτές πρόσκληση των εκμισθωτριών (των καθ' ων η ανακοπή) προς την οφειλέτρια - μισθώτρια (την ανακόπτουσα) να εκπληρώσει την παροχή που όφειλε ... Αυτή η δήλωση (ανακοίνωση) βούλησης των καθ' ων η ανακοπή ..., την οποία απηύθυναν προς την ανακόπτουσα (οιονεί δικαιοπραξία), κρίνεται ότι κατά το περιεχόμενό της είναι αόριστη και ασαφής, καθ' όσον σύμφωνα και με τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας δεν αναφέρονται σε αυτή όλα τα βασικά στοιχεία που προσδιορίζουν την παροχή ... Ειδικότερα μολονότι αναφέρεται η έννομη σχέση της σύμβασης μίσθωσης, η οποία συνέδεε τους διαδίκους και από την οποία απέρρεε η υποχρέωση της ανακόπτουσας για την καταβολή του μηνιαίου μισθώματος και των κοινοχρήστων, καθώς και το συνολικό ποσό που όφειλε στις καθ' ων η ανακόπτουσα, δεν προσδιορίζεται η δήλη ημέρα καταβολής των μηνιαίων δόσεων του Ελάχιστου Εγγυημένου Ετήσιου Μισθώματος, εφόσον είχε συμφωνηθεί η μηνιαία καταβολή τους, δεδομένου ότι ο χρόνος εκδήλωσης της όχλησης πρέπει να συμπίπτει ή να είναι μεταγενέστερος από τον χρόνο που η παροχή καθίσταται ληξιπρόθεσμη, ενώ η όχληση, που προηγείται αυτού του χρόνου καθίσταται ανίσχυρη ... Επίσης εφόσον από τη μισθωτική σύμβαση ο μισθωτής έχει αναλάβει την υποχρέωση να καταβάλει την αναλογία των κοινοχρήστων, η οποία βαρύνει το μίσθιο, η αναλογία αυτή αποτελεί μέρος του μισθώματος ... Οι κοινόχρηστες δαπάνες αποτελούν αντιπαροχή του μισθωτή για τη χρήση του μίσθιου και επομένως μέρος του μισθώματος και συνεπώς η καθυστέρηση καταβολής τους αποτελεί στην πραγματικότητα καθυστέρηση καταβολής μισθώματος. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την υπό στοιχεία

ΙΙΙ μείζονα σκέψη νομική προϋπόθεση για να εκδοθεί διαταγή απόδοσης μισθίου είναι πάντοτε η καθυστέρηση καταβολής ένεκα δυστροπίας συγκεκριμένων και ειδικά προσδιορισμένων στην όχληση μισθωμάτων, απαιτείται να υφίσταται υπερημερία του μισθωτή, η οποία επέρχεται αν δεν συμφωνήθηκε ορισμένη ημέρα για την εκπλήρωση της παροχής, εφόσον προηγήθηκε δικαστική ή εξώδικη όχληση από τον εκμισθωτή ... Σύμφωνα με τα παραπάνω δεν αναφέρεται στην από τις 12 Νοεμβρίου 2018 εξώδικη όχληση, εάν έχει συμφωνηθεί ορισμένη ημέρα για την πληρωμή των οφειλόμενων κοινοχρήστων δαπανών. Επομένως αναφέρονται αορίστως τα ως άνω συνολικά κονδύλια, με αποτέλεσμα να καταλείπεται στην ανακόπτουσα εύλογη αμφιβολία σχετικά με την υποχρέωσή της να προβεί στην εκπλήρωση της παροχής της. Η δε παράθεση στη ρηθείσα εξώδικη δήλωση του Ελάχιστου Εγγυημένου Ετήσιου Μισθώματος των μηνιαίων συμφωνηθέντων δόσεων, ουδεμία επιρροή στη συγκεκριμενοποίηση των παραπάνω προϋποθέσεων για την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής απόδοσης και πληρωμής επέχει, δεδομένου ότι δεν υπάρχει μαθηματική αντιστοίχιση των ανωτέρω συνολικών οφειλόμενων ποσών με το χρόνο που επήλθε η υπερημερία της μισθώτριας ως προς την καταβολή κάθε επιμέρους μηνιαίας δόσης. Εξαιτίας της προδιαλαμβανόμενης αοριστίας της παραπάνω εξώδικης δήλωσης, δεν μπορούσε να οριοθετηθεί το δικαίωμα της μισθώτριας για καταβολή των οφειλομένων μισθωμάτων εντός 15 ημερών προς αποτροπή της εκδόσεως διαταγής απόδοσης μισθίου. Επομένως, ελλειπούσης μιας εκ των απαιτούμενων προϋποθέσεων για την έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής (ορισμένη έγγραφη όχληση) πρέπει να γίνει δεκτός ο πρώτος λόγος ανακοπής της ανακόπτουσας εκκαλούσας της υπό στοιχεία Α' έφεσης και να ακυρωθεί η διαταγή απόδοσης μισθίου. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που με την εκκαλουμένη απόφασή του απέρριψε την από 07.02.2019 με Γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου …/2019 και Ειδικό αριθμό κατάθεσης …/2019 ανακοπή κατά της υπ' αριθμόν …/2019 Διαταγής Απόδοσης χρήσης μισθίου του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και των από 25-01-2019 επιταγών προς εκτέλεση εκάστης των καθ' ων κατά το αντίστοιχο μέρος τους και του πρώτου εκτελεστού απογράφου της υπ' αριθμόν …/2019 Διαταγής Πληρωμής, έσφαλε περί την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου. Επομένως αφού συνεκδικαστούν η από 10-01-2021 με Γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης ενδίκου μέσου …/2021 και Ειδικό αριθμό κατάθεσης …/2021 έφεση της ανακόπτουσας και η από 06-07-2021 με Γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης ενδίκου μέσου …/2021 και Ειδικό αριθμό κατάθεσης …/2021 έφεση των καθ' ων η ανακοπή, πρέπει να γίνει δεκτή ως κατ' ουσίαν βάσιμη η υπό στοιχείο Α' έφεση της ανακόπτουσας κατά τον μοναδικό λόγο έφεσης αυτής, και να απορριφθεί στο σύνολό της η υπό στοιχεία Β' έφεση, αφού όλοι οι λόγοι αυτής στρέφονται κατά της αιτιολογίας που αφορά την διαταγή απόδοσης της χρήσης του μισθίου...". Με βάση τις παραδοχές της προσβαλλόμενης, το Εφετείο δέχθηκε, ότι στην από 12-11-2018 εξώδικη όχληση διαλαμβάνονται: α) το είδος της απαιτήσεως (μισθώματα και δαπάνες κοινοχρήστων), β) τα συγκεκριμένα μηνιαία μισθώματα (Οκτωβρίου και Νοεμβρίου 2018) και μηνιαίες κοινόχρηστες δαπάνες (Αυγούστου, Σεπτεμβρίου, Οκτωβρίου και Νοεμβρίου 2018), που οφείλονταν, γ) το μηνιαίο και το συνολικό ποσό των ανωτέρω καθυστερούμενων μισθωμάτων και κοινοχρήστων δαπανών από δυστροπία, δ) η μεταξύ των διαδίκων σύμβαση μισθώσεως, από την οποία απορρέει η ένδικη απαίτηση των αναιρεσειουσών εκμισθωτριών κατά της αναιρεσίβλητης μισθώτριας και ε) πρόσκληση προς τη μισθώτρια να εξοφλήσει άμεσα την οφειλή της. Τα στοιχεία αυτά πληρούν την ουσιαστική προϋπόθεση της προηγούμενης, σαφούς και ορισμένης εξώδικης οχλήσεως κατά το άρθρο 637 του ΚΠολΔ, για την έκδοση διαταγής αποδόσεως της χρήσης μισθίου, σύμφωνα με τα προεκτιθέμενα στη νομική σκέψη. Άλλωστε, με την ένδικη σύμβαση μισθώσεως μεταξύ των διαδίκων, που επισυνάφθηκε στην αίτηση για την έκδοση της διαταγής αποδόσεως μισθίου, συμφωνήθηκε η καταβολή των μισθωμάτων και των κοινοχρήστων σε δήλη ημέρα. Ως εκ τούτου, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, κρίνοντας ότι η έγγραφη όχληση των εκμισθωτριών και ήδη αναιρεσειουσών προς τη μισθώτρια και ήδη αναιρεσίβλητη δεν περιείχε τα απαραίτητα στοιχεία, για να στηρίξει το αίτημα εκδόσεως Διαταγής αποδόσεως της χρήσης του μισθίου, επειδή δεν αναφερόταν ο συγκεκριμένος χρόνος, κατά τον οποίο ήταν καταβλητέα τα μηνιαία μισθώματα και οι κοινόχρηστες δαπάνες από τη μισθώτρια, και ακολούθως δεχόμενο ως κατ' ουσίαν βάσιμο το σχετικό λόγο της από 07-02-2019 ανακοπής της αναιρεσίβλητης και ακυρώνοντας την υπ' αριθμ. …/2019 Διαταγή αποδόσεως χρήσης μισθίου της Δικαστού του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, παραβίασε ευθέως την ανωτέρω ουσιαστικού δικαίου διάταξη, καθόσον αξίωσε περισσότερα στοιχεία, από όσα ήταν αναγκαία, για την εφαρμογή της.
Συνεπώς, πρέπει να γίνει δεκτός ως βάσιμος ο πρώτος λόγος αναιρέσεως, ενώ παρέλκει η έρευνα των δευτέρου και τρίτου των αναιρετικών λόγων, από τους αριθμούς 19 και 14 του Κ.Πολ.Δ., αντιστοίχως, καθόσον η αναιρετική εμβέλεια του πρώτου λόγου αναιρέσεως, που έγινε δεκτός, καλύπτει και τους ανωτέρω λόγους.
Κατά την διάταξη του άρθρου 522 του Κ.Πολ.Δ., με την άσκηση της εφέσεως, η υπόθεση μεταβιβάζεται στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο μέσα στα όρια, που καθορίζονται με την έφεση και τους πρόσθετους λόγους. Η διάταξη αυτή ρυθμίζει ειδικώς, σε σχέση με την έφεση, την καθιερούμενη, από το άρθρο 106 του Κ.Πολ.Δ., γενική αρχή της διαθέσεως, σύμφωνα με την οποία το δικαστήριο ενεργεί μόνον ύστερα από αίτηση διαδίκου και αποφασίζει με βάση τους πραγματικούς ισχυρισμούς, που προτείνουν και αποδεικνύουν οι διάδικοι και τις αιτήσεις που υποβάλλουν, εκτός αν ο νόμος ορίζει διαφορετικά. Το αίτημα, συνεπώς, της εφέσεως και οι λόγοι αυτής που το στηρίζουν, οριοθετούν το μεταβιβαστικό αποτέλεσμα της εφέσεως. Έτσι, το Εφετείο, για να κρίνει αν το πρωτοβάθμιο δικαστήριο αποφάσισε σωστά και να αποφασίσει αν πρέπει να εξαφανίσει ή όχι την εκκαλουμένη απόφαση, είναι υποχρεωμένο να περιορισθεί στην έρευνα μόνο των παραπόνων, που διατυπώνονται με τους λόγους της εφέσεως, που περιέχονται στο εφετήριο ή στο δικόγραφο των πρόσθετων λόγων, που συνιστούν την νομική βάση αυτής, καθώς και των ισχυρισμών που, ως υπεράσπιση κατά των λόγων αυτών, προβάλλει, σύμφωνα με το άρθρο 527 αριθμ. 1 του Κ.Πολ.Δ., ο εφεσίβλητος, όπως, επίσης και εκείνων των ζητημάτων, η έρευνα των οποίων προηγείται, ως αναγκαίο προαπαιτούμενο, για να ληφθεί απόφαση, σε σχέση με τα παράπονα που διατυπώνονται με τους λόγους εφέσεως και τα οποία, κατά νόμον, εξετάζει αυτεπαγγέλτως το δικαστήριο, όπως είναι το ορισμένο ή η νομική βασιμότητα της αγωγής ή της ενστάσεως, που εξετάζονται αυτεπαγγέλτως, στην περίπτωση που με την έφεση διατυπώνονται παράπονα μόνον για την κρίση ως προς την ουσιαστική βασιμότητα αυτών (Α.Π. 332/2024, Α.Π. 883/2023, Α.Π. 1065/2021, Α.Π. 1055/2021, Α.Π. 344/2020). Επομένως, σφάλματα ή παραλείψεις, που δεν προβλήθηκαν από διάδικο με λόγο εφέσεως ή αντεφέσεως, δεν μπορούν να εξετασθούν αυτεπαγγέλτως από το εφετείο, ούτε επιτρέπεται σ' αυτό, αν διαπιστώσει τέτοια σφάλματα του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, να εξαφανίσει ή να μεταρρυθμίσει την απόφαση που εκκλήθηκε, παρά μόνον αν αφορούν άλλους λόγους μη νομιμότητας της αγωγής, εκτός των προβαλλομένων με την έφεση, οπότε το εφετείο έχει την εξουσία να τους ερευνήσει αυτεπαγγέλτως (Α.Π. 332/2024, Α.Π. 883/2023, Α.Π. 1065/2021, Α.Π. 1141/2001). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 559 αριθμ. 9 του Κ.Πολ.Δ. "Αναίρεση επιτρέπεται, αν το δικαστήριο, επιδίκασε κάτι που δεν ζητήθηκε ή επιδίκασε περισσότερα από όσα ζητήθηκαν ή άφησε αίτηση αδίκαστη". Ο όρος "επιδίκασε" σημαίνει ότι το δικαστήριο αποφάσισε σχετικά σε αίτημα, έστω και με αναγνωριστική διάταξη (Α.Π. 310/2021, Α.Π. 1811/2009). Δηλαδή, όταν το δικαστήριο επιδίκασε ή αναγνώρισε ή προέβη σε διάπλαση, χωρίς να υπάρχει αντίστοιχο αίτημα (Α.Π. 310/2021, Α.Π. 1708/2014, Α.Π. 204/2011).
Με τον τέταρτο λόγο αναιρέσεως οι αναιρεσείουσες αποδίδουν στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια εκ του άρθρου 559 αριθμ. 9α του Κ.Πολ.Δ., με την αιτίαση ότι το Εφετείο δέχθηκε την σωρευθείσα στο ένδικο δικόγραφο ανακοπή εκ του άρθρου 933 του Κ.Πολ.Δ, αν και η αναιρεσίβλητη, με την από 10-1-2021 έφεσή της, δεν προσέβαλε την απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και ως προς το κεφάλαιό της αυτό.
Από την επιτρεπτή επισκόπηση της από 10-01-2021 εφέσεως της αναιρεσίβλητης κατά της υπ' αριθμ. …/2020 οριστικής αποφάσεως του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου προκύπτει, ότι η τελευταία προσέβαλε την ανωτέρω απόφαση μόνο ως προς την από 07-02-2019 ανακοπή του άρθρου 642 του Κ.Πολ.Δ. κατά της ένδικης Διαταγής αποδόσεως της χρήσης του μισθίου, έτσι ώστε να ακυρωθεί στο σύνολο της η υπ' αριθμ. …/2019 Διαταγή αποδόσεως της χρήσης του μισθίου και καταβολής μισθωμάτων και κοινοχρήστων της Δικαστού του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ενώ, αντίθετα, δεν προσέβαλε με λόγο εφέσεως και τη σωρευθείσα στο ίδιο ανωτέρω δικόγραφο ανακοπή του άρθρου 933 του Κ.Πολ.Δ., η οποία απορρίφθηκε σιγή πρωτοδίκως, αλλά η εκκαλούσα της από 10-01-2021 εφέσεως περιορίσθηκε στην ενσωμάτωση αυτούσιου του δικογράφου της από 07-02-2019 ανακοπής της στο εφετήριο. Παρότι δε δεν υπήρχε κανένας λόγος εφέσεως, κατατείνων στην ακύρωση των από 25-01-2019 επιταγών προς εκτέλεση, εντούτοις το Εφετείο με την προσβαλλόμενη απόφασή του δέχθηκε την ανακοπή του άρθρου 933 του Κ.Πολ.Δ., κατά το μέρος που αφορά στη Διαταγή αποδόσεως της χρήσης του μισθίου και ακύρωσε κατά τούτο τις από 25-01-2019 επιταγές προς εκτέλεση. Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτός ως βάσιμος ο σχετικός λόγος αναιρέσεως.
Ο προβλεπόμενος από τον αριθμό 8 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ. λόγος αναιρέσεως, που έχει στόχο την διασφάλιση του συζητητικού συστήματος (άρθρο 106 του Κ.Πολ.Δ.), αλλά και την αρχή της ακροάσεως των διαδίκων (άρθρο 110 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.), ιδρύεται, αν το δικαστήριο, παρά τον νόμο, έλαβε υπ' όψιν πράγματα, που δεν προτάθηκαν ή δεν έλαβε υπ' όψιν πράγματα, που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Ως "πράγματα", κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, θεωρούνται οι αυτοτελείς ισχυρισμοί, οι οποίοι, υπό την προϋπόθεση της νομίμου προτάσεώς τους, θεμελιώνουν, καταλύουν ή παρακωλύουν ουσιαστικό ή δικονομικό δικαίωμα, που ασκείται με την αγωγή, ανταγωγή, ένσταση ή αντένσταση (Ολ. Α.Π. 3/1997), όχι δε και εκείνοι που συνιστούν αιτιολογημένη άρνηση των ισχυρισμών ή αιτήσεων του αντιδίκου ή επιχειρήματα προς υποστήριξη των απόψεων των διαδίκων (Ολ. Α.Π. 14/2011, Α.Π. 1333/2024). Λόγο αναιρέσεως αποτελούν και οι λόγοι εφέσεως, που αφορούν αυτοτελείς ισχυρισμούς και περιέχουν παράπονο κατά της κρίσεως του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (Ολομ. Α.Π. 11/1996, Α.Π. 681/2021, Α.Π. 489/2021).
Με τον πέμπτο και τελευταίο των αναιρετικών λόγων οι αναιρεσείουσες αποδίδουν στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια από τον αριθμό 8 περ. α' του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ., επειδή με αυτή έγινε δεκτή ως βάσιμη η από 07-02-2019 ανακοπή της αναιρεσίβλητης κατά το εκκληθέν μέρος με την από 10-01-2021 έφεση αυτής, ενώ απορρίφθηκε η από 6-7-2021 έφεσή τους, αν και οι τελευταίες, με αυτήν, προσέβαλαν την απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ως προς το κεφάλαιο των οφειλομένων μηνιαίων μισθωμάτων.
Από την επιτρεπτή επισκόπηση της από 6-7-2021 εφέσεως των αναιρεσειουσών κατά της υπ' αριθμ. …/2020 οριστικής αποφάσεως του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, προκύπτει ότι αυτές, με τους εκτιθέμενους λόγους εφέσεως, προσέβαλαν την ανωτέρω απόφαση κατά το κεφάλαιο, που αφορούσε τα οφειλόμενα μισθώματα, αιτούμενες να εξαφανισθεί το σχετικό κεφάλαιο της πρωτοδίκου αποφάσεως, κατά το οποίο έγινε δεκτή η ανακοπή της αναιρεσίβλητης. Εν τούτοις, το Εφετείο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, απέρριψε την έφεση των αναιρεσειουσών, δεχόμενο τα ακόλουθα: "Επομένως αφού συνεκδικαστούν η από 10-01-2021 με Γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης ενδίκου μέσου …/2021 και Ειδικό αριθμό κατάθεσης …/2021 έφεση της ανακόπτουσας και η από 06-07-2021 με Γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης ενδίκου μέσου …/2021 και Ειδικό αριθμό κατάθεσης …/2021 έφεση των καθ' ων η ανακοπή, πρέπει να γίνει δεκτή ως κατ' ουσίαν βάσιμη η υπό στοιχείο Α' έφεση της ανακόπτουσας κατά τον μοναδικό λόγο έφεσης αυτής, και να απορριφθεί στο σύνολό της η υπό στοιχεία Β' έφεση, αφού όλοι οι λόγοι αυτής στρέφονται κατά της αιτιολογίας που αφορά την διαταγή απόδοσης της χρήσης του μισθίου...". Με την κρίση του αυτή, το Εφετείο παρέλειψε να ερευνήσει κατ' ουσίαν την από 06-07-2021 έφεση των αναιρεσειουσών, με τους λόγους της οποίας οι τελευταίες προσέβαλαν την κρίση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, κατά το μέρος της ακυρώσεως της ένδικης διαταγής πληρωμής των οφειλομένων μισθωμάτων, για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, παράβαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας και εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου, κρίνοντας εσφαλμένως, ότι "όλοι οι λόγοι αυτής (ενν. της από 06-07-2021 εφέσεως των ήδη αναιρεσειουσών) στρέφονται κατά της αιτιολογίας που αφορά στη διαταγή απόδοσης της χρήσης του μισθίου".
Συνεπώς, πρέπει να γίνει δεκτός ως βάσιμος ο ερευνώμενος λόγος αναιρέσεως. Κατόπιν αυτών, πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση αναιρέσεως, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα εκδίκασή της στο ίδιο Δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από άλλον Δικαστή, εκτός εκείνου που δίκασε προηγουμένως (άρθρο 580 παρ. 3 του Κ.Πολ.Δ.), να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου, που κατατέθηκε για την άσκηση της αναιρέσεως, στις καταθέσασες αυτό (άρθρ. 495 παρ. 3 του Κ.Πολ.Δ.) και να καταδικασθεί η αναιρεσίβλητη, λόγω της ήττας της, στην δικαστική δαπάνη των αναιρεσειουσών, που δεν κατέθεσαν προτάσεις, κατά το νόμιμο και βάσιμο αίτημά τους (άρθρα 176, 183, 189 παρ. 1 και 191 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.), κατά τα, ειδικότερα, οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ' αριθμ. …/2022 τελεσίδικη απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών.

Παραπέμπει την υπόθεση για νέα εκδίκασή της στο ίδιο ως άνω Δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από άλλον Δικαστή, εκτός εκείνου που δίκασε προηγουμένως.
Διατάσσει την επιστροφή του παραβόλου, που κατατέθηκε για την άσκηση της αναιρέσεως, στις καταθέσασες αυτό. Και
Καταδικάζει την αναιρεσίβλητη στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσειουσών, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων πεντακοσίων ευρώ (1.500€).

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 21 Μαρτίου 2025.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 15 Απριλίου 2025.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή