ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 715/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Γ)
print
Τίτλος:
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 715/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Γ)
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 715/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Γ)
Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 715 / 2025    (Γ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Αριθμός 715/2025

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Γ' Πολιτικό Τμήμα

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Μαρία Μουλιανιτάκη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Μαρουλιώ Δαβίου, Γεώργιο Καλαμαρίδη-Εισηγητή, Χριστίνα-Ζαφειρία Γαβριηλίδου, Μερόπη Τζουγκαράκη, Αρεοπαγίτες.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, στις 24 Ιανουαρίου 2024, με την παρουσία και του Γραμματέα Π. Μ., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Των αναιρεσειόντων: 1) Μ. Π. του Μ. και της Α., κατοίκου ..., 2) Α. Π. του Μ. και της Α., κατοίκου ..., 3) Μ.-Ε. Τ. του Σ. και της Μ., κατοίκου ..., 4) Γ. Μ.-Π. του Α. και της Α., κατοίκου ..., 5) του Μ. Μ. - Π. του Α. και της Α., κατοίκου ..., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Βαρσάμη Γιοβανούδα, και κατέθεσαν προτάσεις.

Του αναιρεσιβλήτου: Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία "ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ" (Ε.Τ.Ε.Α.), το οποίο εδρεύει στην Αθήνα (Φιλελλήνων 13-15) και εκπροσωπείται από τον Διοικητή του, το οποίο μετονομάστηκε σε "ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΕΦΑΠΑΞ ΠΑΡΟΧΩΝ (Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.)" ως καθολικού διαδόχου του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία "ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΜΙΣΘΩΤΩΝ (Ε.Τ.Ε.Α.Μ.)", ως καθολικού διαδόχου του αρχικού ενάγοντα Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία "ΙΔΡΥΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ - ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΜΙΣΘΩΤΩΝ (Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ.)", το οποίο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Μαρία Μυλώση, και κατέθεσε προτάσεις.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 10-5-2005 αγωγή του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία "ΙΔΡΥΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ - ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΜΙΣΘΩΤΩΝ (Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ.)", του οποίου καθολικός διάδοχος τυγχάνει το ήδη αναιρεσίβλητο και την από 19-1-2009 πρόσθετη παρέμβαση του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκαν στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Χαλκιδικής και συνεκδικάσθηκαν.

Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 215/2009 μη οριστική, 58/2018 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 765/2021 του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Την αναίρεση της τελευταίας αποφάσεως ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 9-5-2022 αίτησή τους.

Κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο πληρεξούσιος των αναιρεσειόντων ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως, η πληρεξούσια του αναιρεσιβλήτου την απόρριψή της και καθένας την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Με την κρινόμενη από 9-5-2022 αίτηση αναίρεσης προσβάλλεται η 765/2021 τελεσίδικη απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία και η οποία αποτελεί κατάληξη της ακόλουθης διαδικαστικής διαδρομής, όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση των διαδικαστικών εγγράφων της υπόθεσης: Το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών (Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ.), άσκησε κατά των 1) ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία "Δ.-ΑΝΩΝΥΜΗ ΤΕΧΝΙΚΗ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ", 2) ομόρρυθμης εταιρίας με την επωνυμία "Δ. Χ. ΚΑΙ ΣΙΑ Ο.Ε.", 3) Λ. Σ., 4) Γ. Α., 5) Ε. συζ. Δ. Χ., 6) Χ. Θ. και 7) Χ. Α. συζύγου Μ. Π. την από 10-5-2005 διεκδικητική αγωγή, με την οποία εξέθετε ότι είναι αποκλειστικά κύριο ενός ακινήτου, εμβαδού 49.954 τ.μ., που βρίσκεται στη θέση "..." του δημοτικού διαμερίσματος ..., του Δήμου ... Ότι το ακίνητο αυτό απέκτησε, κατά κυριότητα, με το .../1981 συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Αθηνών Α. Χ.-Π., που μεταγράφηκε νόμιμα, το ν.π.δ.δ. με την επωνυμία "ΤΑΜΕΙΟ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΣ ΕΡΤΑΤΟΤΕΧΝΙΤΩΝ ΔΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΞΥΛΟΥΡΓΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ" (Τ.Ε.Α.Ε.Δ.Ξ.Ε.), το οποίο συγχωνεύθηκε στη συνέχεια στο ίδιο (ενάγον, Ι.Κ.Α,-Ε.Τ.Α.Μ.). Ότι οι εναγόμενοι κατέλαβαν παράνομα από το ακίνητο αυτό, οι πέντε πρώτοι τμήμα εμβαδού 2.191 τ.μ., η έκτη τμήμα εμβαδού 1.370 τ.μ. και η έβδομη τμήμα εμβαδού 2.784 τ.μ., όπως τα τμήματα αυτά περιγράφονται ειδικότερα στην αγωγή. Με αυτά τα δεδομένα ζήτησε να αναγνωρισθεί η κυριότητά του στα ανωτέρω εδαφικά τμήματα και να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να του τα αποδώσουν. Στα πλαίσια της δίκης που ανοίχθηκε με την ως άνω αγωγή, άσκησε πρόσθετη παρέμβαση υπέρ του ενάγοντος το ν.π.δ.δ. με την επωνυμία "Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών (Ε.Τ.Ε.Α.Μ.). Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Χαλκιδικής με την .../2009 απόφασή του, απέρριψε ως απαράδεκτη την πρόσθετη παρέμβαση και περαιτέρω, διέταξε την επανάληψη της συζήτησης της αγωγής, προκειμένου να διενεργηθεί τεχνική πραγματογνωμοσύνη. Στη συνέχεια, μετά τη διενέργεια της πραγματογνωμοσύνης, εκδόθηκε η .../2018 οριστική απόφαση του ανωτέρω δικαστηρίου, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή. Κατά της οριστικής αυτής απόφασης άσκησαν εφέσεις, πλην της ως άνω έκτης εναγομένης Χ. Θ.: Α.) 1) η Ο. Δ., 2) ο Π. Δ., ως ειδικοί διάδοχοι της ως άνω πρώτης εναγομένης εταιρείας, 3) η πιο πάνω δεύτερη εναγομένη εταιρεία, 4) η τρίτη εναγομένη Λ. Σ., 5) ο τέταρτος εναγόμενος Γ. Α., 6) η Σ. Χ., ως εξ αδιαθέτου κληρονόμος της πέμπτης εναγομένης Ε. συζ. Δ. Χ. και ως ομόρρυθμο μέλος της ως άνω δεύτερης εναγομένης εταιρείας και 7) η Β. Χ., ως ομόρρυθμο μέλος της αυτής ως άνω δεύτερης εναγομένης εταιρείας και Β) οι ήδη αναιρεσείοντες, ως κληρονόμοι της αποβιωσάσης έβδομης εναγομένης Χ. Α. Το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης με την πιο πάνω αναιρεσιβαλλόμενη 765/2021 απόφασή του απέρριψε ως κατ' ουσίαν αβάσιμες τις δύο αυτές εφέσεις. Η ένδικη αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 552, 553, 556, 558, 564 παρ. 3 και 566 παρ. 1 ΚΠολΔ). Είναι κατά συνέπεια παραδεκτή (άρθρ. 577 παρ. 1 ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρ. 577 παρ. 3 ΚΠολΔ).

Κατά μεν τη διάταξη του άρθρου 974 του ΑΚ, όποιος απέκτησε τη φυσική εξουσία πάνω στο πράγμα (κατοχή) είναι νομέας, αν ασκεί την εξουσία αυτή με διάνοια κυρίου, κατά δε τη διάταξη του άρθρου 1045 ιδίου Κώδικα, εκείνος που έχει στη νομή του για μια εικοσαετία πράγμα κινητό ή ακίνητο γίνεται κύριος αυτού με έκτακτη χρησικτησία. Με τις διατάξεις αυτές, για την κτήση της κυριότητας με έκτακτη χρησικτησία, απαιτείται άσκηση νομής επί συνεχή εικοσαετία, με τη δυνατότητα εκείνου που απέκτησε τη νομή του πράγματος με καθολική ή με ειδική διαδοχή να συνυπολογίσει στο χρόνο της δικής του νομής και το χρόνο νομής του δικαιοπαρόχου του, κατ' άρθρο 1051 ΑΚ (ΑΠ 887/2021). Δεν απαιτείται, δηλαδή, ειδική διαδοχή στο δικαίωμα κυριότητας επί του πράγματος, αλλά αρκεί απλώς η διαδοχή στη νομή, η οποία επέρχεται με την ειδική παράδοση της νομής, η οποία γίνεται ατύπως με τη βούληση του τέως νομέα. Άσκηση νομής, προκειμένου για ακίνητο, συνιστούν εμφανείς υλικές ενέργειες επάνω σ' αυτό που προσιδιάζουν στη φύση και τον προορισμό του, με τις οποίες εκδηλώνεται η βούληση του νομέα να το εξουσιάζει (ΑΠ 292/2014, ΑΠ 852/2013). Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 1048 και 1049 του ΑΚ προβλέπονται μόνο δύο λόγοι διακοπής της χρησικτησίας, δηλαδή η απώλεια της νομής και η έγερση της διεκδικητικής αγωγής εναντίον εκείνου που χρησιδεσπόζει. Όσον αφορά, ειδικότερα, τη διάταξη του άρθρου 1048 εδ. α' ΑΚ, με την οποία ορίζεται ότι η χρησικτησία διακόπτεται με την απώλεια της νομής, προκύπτει από αυτήν ότι η διακοπή τη χρησικτησίας επέρχεται με την απώλεια της νομής, σύμφωνα με το άρθρο 981 ΑΚ, μόλις δηλαδή εκλείψει ένα από τα εννοιολογικά στοιχεία της νομής και ειδικότερα, μόλις χαθεί η φυσική εξουσία πάνω στο πράγμα ή εκδηλωθεί αντίθετη διάνοια του νομέα. Δεν επέρχεται, όμως, διακοπή της χρησικτησίας από το γεγονός ότι, μετά την έναρξη της χρησιδεσποτείας σε βάρος του κυρίου του ακινήτου, ο τελευταίος το μεταβιβάσει σε τρίτο, με την προϋπόθεση, βέβαια, ότι δεν επήλθε απώλεια της νομής ή κάποιο γεγονός διακοπής της χρησικτησίας και έτσι ο τρίτος αποκτά το ακίνητο βεβαρυμένο με τον χρόνο της χρησικτησίας, ο οποίος είναι δυνατό να συνεχιστεί και να συμπληρωθεί σε βάρος του διαδόχου του αρχικού κυρίου, με αποτέλεσμα ο χρησιδεσπόζων να καταστεί πρωτοτύπως κύριος του ακινήτου. Θα πρέπει, εξάλλου, να σημειωθεί εδώ, ότι στη δίκη που ανοίγεται με την έγερση διεκδικητικής της κυριότητας ακινήτου αγωγής, στηριζομένης σε παράγωγο μόνο τρόπο κτήσης από τον ενάγοντα και τους προκτήτορας δικαιοπαρόχους του, ο ισχυρισμός του εναγομένου προς αντίκρουση της αγωγής, ότι η επικαλουμένη από τον ενάγοντα κυριότητα του δικαιοπαρόχου του, που είναι απαραίτητη για να μεταχθεί σ` εκείνον το δικαίωμα, δεν υπήρχε κατά το χρόνο της μεταβιβαστικής πράξης, διότι ο ίδιος (ο εναγόμενος) είχε αποκτήσει στο μεταξύ την κυριότητα με χρησικτησία, ο χρόνος της οποίας, προσμετρουμένης και της νομής των δικαιοπαρόχων του, συμπληρώθηκε στο πρόσωπό του πριν τη μεταβίβαση, συνιστά ένσταση (ΑΠ 198/2002). Τέλος, από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 1 ΚΠολΔ προκύπτει, ότι ο λόγος αναίρεσης για ευθεία παράβαση ουσιαστικού κανόνα δικαίου ιδρύεται, αν αυτός δεν εφαρμοστεί, ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις της εφαρμογής του, ή αν εφαρμοστεί, ενώ δεν έπρεπε, καθώς και αν εφαρμοστεί εσφαλμένα, αντίστοιχα δε, όταν στην ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου τα πραγματικά περιστατικά ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται με βάση το πραγματικό κανόνα δικαίου για την επέλευση της έννομης συνέπειας που απαγγέλθηκε ή την άρνησή της. Στην περίπτωση που το δικαστήριο έκρινε κατ' ουσίαν την υπόθεση, η παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται βάσει των πραγματικών περιστατικών που ανέλεγκτα δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν και της υπαγωγής αυτών στο νόμο. Ιδρύεται δε ο παραπάνω λόγος, αν το δικαστήριο εφάρμοσε το νόμο, παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν δεν ήταν αρκετά για την εφαρμογή του ή αν δεν τον εφάρμοσε, παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε, αρκούσαν για την εφαρμογή του, καθώς και όταν προέβη σε εσφαλμένη υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών σε διάταξη, στο πραγματικό της οποίας αυτά δεν υπάγονται (ΟλΑΠ 4/2018, ΟλΑΠ 1/2013).

Στην προκείμενη περίπτωση, από την παραδεκτή (άρθρ. 561 παρ. 2 ΚΠολΔ) επισκόπηση της προσβαλλόμενης απόφασης, προκύπτει ότι έγιναν δεκτά από το Εφετείο, κατά την ανέλεγκτη περί τις αποδείξεις κρίσης του (άρθρ. 561 παρ. 1 ΚΠολΔ), τα ακόλουθα, κατά το ενδιαφέρον για την έρευνα των αναιρετικών λόγων μέρος της: "Με το με αριθμό ....1981 συμβόλαιο πώλησης της συμβολαιογράφου Αθηνών Α. Χ.-Π., που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Συκιάς στον τόμο ... και αριθμό ..., το Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία "ΤΑΜΕΙΟ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΣ ΕΡΓΑΤΟΤΕΧΝΙΤΩΝ ΔΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΞΥΛΟΥΡΓΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ (ΤΕΑΕΔΞΕ)" απέκτησε την αποκλειστική κυριότητα ενός αγροτεμαχίου, έκτασης 47.225 τ.μ. (κατά τον τίτλο κτήσης) και 49.954 τ.μ. (κατά νεότερη εμβαδομέτρηση και σύμφωνα με τα προσηρτημένα στο συμβόλαιο τοπογραφικά διαγράμματα των πολιτικών μηχανικών Α. Α. και Π. Μ.), που βρίσκεται στη θέση "..." στην κτηματική περιοχή του ... του Δήμου ..., λόγω πώλησης από τους αληθινούς κυρίους αυτού, ήτοι τους: 1) Ν. Β. του Θ., συγκύριο κατά ποσοστό 21,30% εξ αδιαιρέτου, 2) Δ. Β. του Θ., συγκύριο κατά ποσοστό 28,70% εξ αδιαιρέτου, 3) Δ. Α. του Γ., συγκύριο κατά ποσοστό 21,30% εξ αδιαιρέτου και 4) Φ. Σ. του Σ., συγκύριο κατά ποσοστό 28,70% εξ αδιαιρέτου. Η ως άνω εδαφική έκταση των 49.954 τ.μ. συνορεύει βόρεια με δημόσια δασική έκταση, βορειοανατολικά με δημόσια δασική έκταση, ανατολικά με ιδιοκτησία καθηγητών Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, νοτιοδυτικά με θάλασσα, δυτικά με δημόσια δασική έκταση και νότια εν μέρει με πρώην ιδιοκτησία Β. Χ. και ήδη άγνωστου ιδιοκτήτη και εν μέρει με ιδιοκτησία Β. Χ. Το αγροτεμάχιο αυτό αποτελείται από τρία (3) αγροτεμάχια, ήτοι: 1) αγροτεμάχιο έκτασης39.480 τ.μ., 2) αγροτεμάχιο έκτασης 9.173,50 τ.μ. και 3) αγροτεμάχιο έκτασης 760,50 τ.μ., τα οποία οι ανωτέρω συγκύριοι-πωλητές συνένωσαν σε ενιαίο αγρό από το έτος 1963, οπότε και απέκτησαν την κυριότητάς τους. Συγκεκριμένα, με το με αριθμό ....1962 συμβόλαιο πώλησης του συμβολαιογραφούντος Ειρηνοδίκη Συκιάς Κ. Χ., που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Συκιάς, στον τόμο ... και αριθμό ..., οι ανωτέρω Ν. Β., Δ. Β., Δ. Α. και Φ. Σ. απέκτησαν τη συγκυριότητα (κατά ποσοστό 1/4 εξ αδιαιρέτου ο καθένας) εδαφικής έκτασης 16,50 οθωμανικών στρεμμάτων περίπου, ήτοι 33 δεκαδικών στρεμμάτων, ή όσης έκτασης και αν είναι, που βρίσκεται στη θέση "...", λόγω πώλησης από την αληθινή κυρία αυτής, ήτοι την Α. χήρα Ι. Χ., το γένος Ε. Τ. Κατά τον ανωτέρω τίτλο κτήσης, η έκταση των 33 δεκαδικών στρεμμάτων συνορεύει βόρεια με θάλασσα και δημόσιο δάσος, νοτιοανατολικά και νότια με δημόσιο δάσος, νοτιοανατολικά και δυτικά με αγρό Β. Χ. και με θάλασσα και δυτικά και βορειοδυτικά με αγρό Α. Χ., η δε πωλήτρια Α. χήρα Ι. Χ. είχε αποκτήσει την κυριότητά του από την κληρονομιά του αποβιώσαντος το έτος 1912 πατέρα της Ε. Τ. Στη συνέχεια, με το με αριθμό ...-1963 συμβόλαιο πώλησης του ίδιου ως άνω συμβολαιογραφούντος Ειρηνοδίκη, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Συκιάς στον τόμο ... και με αριθμό ..., οι ανωτέρω Ν. Β., Δ. Β., Δ. Α. και Φ. Σ. απέκτησαν τη συγκυριότητα (κατά ποσοστό 1/4 εξ αδιαιρέτου ο καθένας) δύο (2) αγροτεμαχίων, που βρίσκονται στην ίδια θέση, ήτοι: 1) αγροτεμαχίου 3.000 τ.μ. και 2) αγροτεμαχίου 725 τ.μ., με αιτία την πώληση από τον αληθινό κύριο αυτών, ήτοι τον Α. Χ. του Δ. Κατά τον τίτλο κτήσης, το αγροτεμάχιο των 3.000 τ.μ. συνορεύει ανατολικά με αγρό 33 δεκαδικών στρεμμάτων, ήτοι τον ανωτέρω αγρό της Α. χήρας Ι. Χ. και ήδη των Ν. Β., Δ. Β., Δ. Α. και Φ. Σ., βόρεια με δημόσια δασική έκταση, νότια με αρμακά δημόσιας δασικής έκτασης και δυτικά με αγρό Ν. Χ., ενώ το αγροτεμάχιο των 725 τ.μ. συνορεύει γύρωθεν με αγρούς Β. Χ., ο δε πωλητής Α. Χ. είχε αποκτήσει την κυριότητά τους από την κληρονομία του αποβιώσαντος το έτος 1930 πατέρα του Δ. Χ. Επίσης, με το με αριθμό ....1963 συμβόλαιο πώλησης του ίδιου ως άνω Ειρηνοδίκη, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Συκιάς στον τόμο ... και αριθμό ..., οι ανωτέρω Ν. Β., Δ. Β., Δ. Α. και Φ. Σ. απέκτησαν τη συγκυριότητα (κατά ποσοστό 1/4 εξ αδιαιρέτου ο καθένας) αγροτεμαχίου έκτασης 3.000 τ.μ., που βρίσκεται στην ίδια θέση, με αιτία την πώληση από τον αληθινό κύριο αυτού, ήτοι τον Α. Χ. του Χ. Κατά τον τίτλο κτήσης, το αγροτεμάχιο των 3.000 τ.μ συνορεύει ανατολικά με δημόσια δασική έκταση, δυτικά με θάλασσα, βόρεια με δημόσια δασική έκταση και νότια με αγρό ιδιοκτησίας Μ. χήρας Χ. Χ., ο δε πωλητής Α. Χ. είχε αποκτήσει την κυριότητά του με το με αριθμό ....1962 παραχωρητήριο του Δασαρχείου Πολυγύρου, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Συκιάς στον τόμο ... και αριθμό ... Τέλος, με το με αριθμό ....1963 συμβόλαιο πώλησης του συμβολαιογράφου Πολυγύρου Ν. Ζ., που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Συκιάς στον τόμο ... και αριθμό ..., οι Δ. Β. και Φ. Σ. απέκτησαν τη συγκυριότητα (κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου ο καθένας) τεσσάρων (4) αγροτεμαχίων, που βρίσκονται στην ίδια θέση ήτοι: 1) αγροτεμαχίου, έκτασης 3.500 τ.μ. ή όσης έκτασης είναι, 2) αγροτεμαχίου, έκτασης 2.000 τ.μ., 3) αγροτεμαχίου, έκτασης 1.500 τ.μ. και 4) αγροτεμαχίου, έκτασης 500 τ.μ., λόγω πώλησης από την αληθινή κυρία αυτών, ήτοι τη Μ. χήρα Χ. Χ. Κατά τον τίτλο κτήσης, το αγροτεμάχιο των 3.500 τ.μ. ή όσης έκτασης είναι συνορεύει ανατολικά και βόρεια με αρμακά (θαμνώδη έκταση), νότια με αγρό ιδιοκτησίας Ν. Β., Δ. Β., Δ. Α. και Φ. Σ. και δυτικά με θάλασσα, το αγροτεμάχιο των 2.000 τ.μ. συνορεύει νότια με αρμακά, δυτικά με θάλασσα, βόρεια με αγρό ιδιοκτησίας Α. Χ. και ανατολικά με αγρό Ν. Χ., το αγροτεμάχιο των 1.500 τ.μ. συνορεύει βόρεια με αρμακά, νότια με αγρό ιδιοκτησίας Α. Χ. και αρμακά, δυτικά με θάλασσα και ανατολικά με αγρό ιδιοκτησίας Α. Χ. και αρμακά και το αγροτεμάχιο των 500 τ.μ. συνορεύει γύρωθεν με αρμακά (θαμνώδη έκταση), η δε πωλήτρια Μ. χήρα Χ. Χ. είχε αποκτήσει την κυριότητα των αγροτεμαχίων με έκτακτη χρησικτησία, μετά από άτυπη παραχώρηση της νομής και κατοχής τους, κατά το έτος 1930, από τον πεθερό της Δ. Χ. του Χ. Οι Ν. Β., Δ. Β., Δ. Α. και Φ. Σ. συνένωσαν τα ανωτέρω αγροτεμάχια σε τρία (3) αγροτεμάχια, ήτοι: 1) σε αγροτεμάχιο, έκτασης 39.480 τ.μ., 2) σε αγροτεμάχιο, έκτασης 9.173,50 τ.μ. και 3) σε αγροτεμάχιο, έκτασης760,50 τ.μ., τα οποία στη συνέχεια συνένωσαν στο ενιαίο αγροτεμάχιο των 49.954 τ.μ., έχοντας τη συγκυριότητά του κατά ποσοστό 21,30% εξ αδιαιρέτου ο καθένας των Ν. Β. και Δ. Α. και κατά ποσοστό 28,70% εξ αδιαιρέτου ο καθένας των Δ. Β. και Φ. Σ. Πριν από τη σύνταξη του με αριθμό ....1981 συμβολαίου πώλησης της συμβολαιογράφου Αθηνών Α. Χ.-Π., με το οποίο, όπως προαναφέρθηκε, το ΝΠΔΔ με την επωνυμία "ΤΑΜΕΙΟ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΣ ΕΡΓΑΤΟΤΕΧΝΙΤΩΝ ΔΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΞΥΛΟΥΡΓΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ (ΤΕΑΕΔΞΕ)", απέκτησε την αποκλειστική κυριότητα του αγροτεμαχίου των 49.954 τ.μ., εκπρόσωποί του επανατοποθέτησαν στο έδαφος με μπετόν τα ήδη υπάρχοντα ορόσημα, τα οποία αποτυπώθηκαν στα προσαρτημένα στο συμβόλαιο τοπογραφικά διαγράμματα των πολιτικών μηχανικών Α. Α. και Π. Μ. Με τη δε με αριθμό ....1981 πράξη του Δασάρχη Πολυγύρου το αγροτεμάχιο των 49.954 τ.μ., που ήταν χέρσο, χαρακτηρίστηκε ως γεωργική και χορτολιβαδική έκταση. Στη συνέχεια, με τη με αριθμό ....1985 πράξη του Δασάρχη Πολυγύρου ανακλήθηκε η ως άνω πράξη χαρακτηρισμού, λόγω του ότι διαπιστώθηκε ότι τμήμα αυτής, εμβαδού 4.480 τ.μ. αποτελεί δημόσια δασική έκταση, κατόπιν όμως αίτησης του ΤΕΑΕΔΞΕ η πράξη ανάκλησης ακυρώθηκε με τη με αριθμό .../1998 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Στο εν λόγω αγροτεμάχιο το αρχικώς ενάγον Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία "ΤΑΜΕΙΟ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΣ ΕΡΓΑΤΟΤΕΧΝΙΤΩΝ ΔΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΞΥΛΟΥΡΓΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ (ΤΕΑΕΔΞΕ)" επρόκειτο να ανεγείρει κατασκήνωση για τον παραθερισμό των τέκνων των ασφαλισμένων του στη Βόρεια Ελλάδα, για το λόγο συνέταξε μελέτη, η οποία εγκρίθηκε με τη με αριθμό πρωτοκόλλου ....1985 απόφαση του Νομάρχη Χαλκιδικής. Κατά τον Ιούνιο του έτους 2001 το ΝΠΔΔ με την επωνυμία "ΙΔΡΥΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ-ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΜΙΣΘΩΤΩΝ (ΙΚΑ-ΕΤΑΜ)", στο οποίο συγχωνεύθηκε το ΝΠΔΔ ΤΕΑΕΔΞΕ (άρθρο 1 του π.δ/τος 200/1996) και επομένως υπεισήλθε αυτοδίκαια στα δικαιώματα του τελευταίου, μεταξύ των οποίων και τα εμπράγματα, διαπίστωσε δια των εκπροσώπων του ότι τρία (3) εδαφικά τμήματα του αγροτεμαχίου των 39.480 τ.μ. είχαν καταληφθεί παράνομα από τους εναγομένους, ήτοι Α) εδαφικό τμήμα εμβαδού 2.191 τ.μ. είχε καταληφθεί από τους ...(αναφέρονται οι πέντε πρώτοι εναγόμενοι), Β) εδαφικό τμήμα εμβαδού 1.370 τ.μ. είχε καταληφθεί από την έκτη των εναγομένων... και Γ) εδαφικό τμήμα εμβαδού 2.784 τ.μ. είχε καταληφθεί από την έβδομη των εναγομένων Α. Χ. του Ι. και της Α. συζ. Μ. Π. Ειδικότερα, στην πρώτη επίδικη έκταση των 2.191 τ.μ...., στη δεύτερη επίδικη έκταση των 1.370 τ.μ.... και στην τρίτη επίδικη έκταση των 2.784 τ.μ., η οποία είναι περιφραγμένη με συρματόπλεγμα και τσιμεντοπασσάλους, είχαν ανεγερθεί από το έτος 1985 ξύλινος ισόγειος οικίσκος πάνω σε δάπεδο από σκυρόδεμα, τσιμεντένιο δάπεδο με μικρό ξύλινο οικίσκο, ξύλινο κιόσκι, ξύλινο κιόσκι με τσιμεντένιο δάπεδο, το οποίο χρησιμοποιείται για στάθμευση τροχόσπιτου και τσιμεντένιο δάπεδο, στο οποίο επίσης σταθμεύει τροχόσπιτο. Διατείνονται οι εναγόμενοι ότι τα ανωτέρω επίδικα εδαφικά τμήματα περιλαμβάνονται στους δικούς τους τίτλους κυριότητας. Ειδικότερα .... (αναφέρονται οι ισχυρισμοί των έξι πρώτων εναγομένων). Τέλος, η έβδομη των εναγομένων ισχυρίστηκε ότι η τρίτη επίδικη έκταση των 2.784 τ.μ. αποτελεί τμήμα αγρού, έκτασης 3.000 τ.μ., του οποίου απέκτησε την κυριότητα με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας, νεμόμενη αυτό από το έτος 1950 και εφεξής, μετά από άτυπη δωρεά (προίκα) από τον πατέρα της Ι. Χ. Από τη διαταχθείσα από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ' αριθ. 215/2009 μη οριστική απόφασή του, έκθεση πραγματογνωμοσύνης (και το συνοδεύον αυτή τοπογραφικό διάγραμμα) του Ε. Χ., αγρονόμου τοπογράφου μηχανικού, ο οποίος προέβη σε συσχετισμό, μετά από εφαρμογή, του συμβολαιογραφικού τίτλου του ενάγοντος με τους τίτλους των εναγομένων, καθώς και των τίτλων των δικαιοπαρόχων αυτών, και αφού εντόπισε στο έδαφος τα τοποθετηθέντα από το έτος 1981 ορόσημα, προέκυψαν τα εξής: 1) το με στοιχεία Β-7-8-Χ-11-12-4-5-6-Β εδαφικό τμήμα, εμβαδού 2.028,29 τ.μ. της πρώτης επίδικης έκτασης, που φέρεται ότι καταλήφθηκε από τους πρώτη, δεύτερη, τρίτη, τέταρτο και πέμπτο των εναγομένων εμπίπτει στην ιδιοκτησία του ενάγοντος, ήτοι στον αγρό των 49.954 τ.μ.... , 2) το με στοιχεία 11-Ψ-Ω-14-15-16-4-12-11 εδαφικό τμήμα, εμβαδού 1.435,66 τ.μ. της δεύτερης επίδικης έκτασης, που φέρεται ότι καταλήφθηκε από την έκτη των εναγομένων, εμπίπτει στην ιδιοκτησία του ενάγοντος... και 3) το με στοιχεία 18-19-20-21-Ξ-Ο-Π-18 εδαφικό τμήμα, εμβαδού 2.764,40 τ.μ. της τρίτης επίδικης έκτασης, που φέρεται ότι καταλήφθηκε από την έβδομη των εναγομένων, εμπίπτει στην ιδιοκτησία του ενάγοντος, ενώ το υπόλοιπο με στοιχεία 17-18-Π-22-17 εδαφικό τμήμα, εμβαδού 269,70 τ.μ., βρίσκεται εκτός των ορίων αυτής. Από τα ανωτέρω συμπεράσματα, στα οποία κατέληξε ο διορισθείς από το Δικαστήριο πραγματογνώμονας, σε συνδυασμό με τα λοιπά αποδεικτικά μέσα, αποδεικνύονται τα ακόλουθα: Όπως προαναφέρθηκε, με το με αριθμό ....1962 συμβόλαιο πώλησης του συμβολαιογραφούντος Ειρηνοδίκη Συκιάς Κ. Χ., η Α. χήρα Ι. Χ., το γένος Ε. Τ., πώλησε στους άμεσους δικαιοπαρόχους του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία ΤΕΑΕΔΞΕ, ήτοι στους Ν. Β., Δ. Β., Δ. Α. και Φ. Σ. (κατά ποσοστό 1/4 εξ αδιαιρέτου στον καθένα), εδαφική έκταση 16,50 οθωμανικών στρεμμάτων περίπου, ήτοι 33 δεκαδικών στρεμμάτων, ή όσης έκτασης και αν είναι. Στον ως άνω τίτλο κτήσης, αλλά και στο προσηρτημένο σε αυτόν από 25.11.1962 τοπογραφικό διάγραμμα του Α. Α., πτυχιούχου γεωμέτρη, ακόμη και σε περίπτωση που, κατά τους ισχυρισμούς των εναγομένων, λόγω εσφαλμένης αντιστοιχίας των παλιών με τα νέα μέτρα, πωλήθηκε έκταση μικρότερη απ' αυτή των 33.000 τ.μ., δεν αναφέρεται ως όριο του πωληθέντος αγρού στο νοτιοδυτικό τμήμα του αγρός ιδιοκτησίας της θυγατέρας της πωλήτριας (Α. Χ.) Α. Χ. του Ι., οριοθέτηση, η οποία θα αποτυπωνόταν σε περίπτωση που η τελευταία κατείχε αγρό 3.000 τ.μ., μετά από άτυπη δωρεά (προίκα) από τον πατέρα της Ι. Χ., που φέρεται ότι έλαβε χώρα το έτος 1950. Βέβαια, στο πρόχειρο κτηματολόγιο, που τηρούσε η κοινότητα του ..., αναγράφεται ότι ο Μ. Π., σύζυγος της έβδομης εναγομένης και γαμπρός του Ι. Χ., κατέχει αγρό 3.000 τ.μ. στηνμ περιοχή "...", ήτοι τον αγρό του οποίου η έβδομη εναγομένη ισχυρίζεται ότι απέκτησε την κυριότητά του με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας. Ο ισχυρισμός αυτός δεν αποδεικνύεται βάσιμος, διότι, ακόμη και σε περίπτωση που ο Ι. Χ. δώρισε άτυπα κατά το έτος 1950 αγρό, εμβαδού 3.000 τ.μ., στη θυγατέρα του έβδομη εναγομένη, μέχρι το έτος 1962, που η σύζυγός του Α. Χ. πώλησε ολόκληρο τον αγρό στους άμεσους δικαιοπαρόχους του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία ΤΕΑΕΔΞΕ, δεν συμπληρώθηκε ο απαιτούμενος χρόνος της 20ετίας, ώστε να αποκτήσει η έβδομη εναγομένη την κυριότητά του με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας. Το γεγονός ότι το καταληφθέν από την τελευταία εδαφικό τμήμα των 2.784 τ.μ. (τρίτη επίδικη έκταση) εμφανίζει από το έτος 1945 έως σήμερα την ίδια αγροτική μορφή δικαιολογείται από το ότι αυτή ασκούσε επ' αυτού πράξεις κατοχής και μετά το έτος 1962, που η μητέρα της Α. πώλησε τον αγρό των 33.000 τ.μ., αλλά και μετά το έτος 1981, που το Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία ΤΕΑΕΔΞΕ απέκτησε την κυριότητα του αγρού αυτού και ειδικότερα, όπως προαναφέρθηκε, το έτος 1985 περιέφραξε την τρίτη επίδικη έκταση. ... (αναλύονται στη συνέχεια στην απόφαση και εξετάζονται κατ' ουσίαν οι ισχυρισμοί των έξι πρώτων εναγομένων περί ιδίας κυριότητας στα ανωτέρω τμήματα, χωρίς όμως να γίνονται δεκτοί). Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, οι εναγόμενοι απέβαλαν παράνομα το αρχικώς ενάγον Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία "ΙΔΡΥΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ-ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΜΙΣΘΩΤΩΝ (ΙΚΑ-ΕΤΑΜ)", στη θέση του οποίου υπεισήλθε και συνέχισε τη δίκη το Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία "ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΜΙΣΘΩΤΩΝ (Ε.Τ.Ε.Α.Μ.)", του οποίου καθολικός διάδοχος τυγχάνει το ενάγον Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία "ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (Ε.Τ.Ε.Α.)", που ήδη μετονομάστηκε σε "ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΕΦΑΠΑΞ ΠΑΡΟΧΩΝ (Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.)", από τρεις (3) εδαφικές εκτάσεις του αγρού του, τις οποίες πρέπει να αποδώσουν σ' αυτό, όπως αυτές αποτυπώνονται στο συνοδεύον τη διαταχθείσα από το Δικαστήριο έκθεση πραγματογνωμοσύνης τοπογραφικό διάγραμμα, και ειδικότερα: 1) οι πρώτη, δεύτερη, τρίτη, τέταρτος και πέμπτη των εναγομένων από το με στοιχεία Β-7-8Χ-11-12-4-5-6-Β εδαφικό τμήμα, εμβαδού 2.028,29 τ.μ., 2) η έκτη εναγομένων από το με στοιχεία 11-Ψ-Ω-14-15-16-4-12-11 εδαφικό τμήμα και 3) η έβδομη των εναγομένων από το με στοιχεία 18-19-20-21-Ξ-Ο-Π-18 εδαφικό τμήμα, εμβαδού 2.764,40 τ.μ. (αιτηθέν στην αγωγή εδαφικό τμήμα 2.784 τ.μ.)". Με βάση τις παραδοχές αυτές το Εφετείο απέρριψε τις ενώπιόν του ασκηθείσες δύο εφέσεις, ήτοι τόσο την έφεση των εκκαλούντων-αναιρεσειόντων, όσο και την έφεση των λοιπών εκκαλούντων, που δεν είναι διάδικοι στην παρούσα δίκη και επικύρωσε την απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, που είχε εκφέρει όμοια κρίση, κάνοντας εν μέρει δεκτή την αγωγή του αναιρεσιβλήτου. Με αυτά που δέχθηκε και έτσι όπως έκρινε το δευτεροβάθμιο δικαστήριο παραβίασε ευθέως με εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή τις αναφερόμενες στην ανωτέρω μείζονα σκέψη ουσιαστικού δικαίου διατάξεις. Ειδικότερα, δέχθηκε το Εφετείο ότι η έβδομη εναγομένη (μετά το θάνατο της οποίας συνέχισαν τη δίκη, ως κληρονόμοι της, οι αναιρεσείοντες) ακόμα και αν νεμόταν αγρό εμβαδού 3.000 τ.μ., που της δώρισε άτυπα ο πατέρας της Ι. Χ. το έτος 1950, μέρος του οποίου αγρού αποτελεί την τρίτη επίδικη έκταση των 2.784 τ.μ., μέχρι το έτος 1962 που η σύζυγος του Ι. Χ., Α. Χ. πώλησε τον αγρό των 33.000 τ.μ. στους άμεσους δικαιοπαρόχους του ενάγοντος, δεν συμπληρώθηκε ο απαιτούμενος χρόνος της εικοσαετίας, ώστε να αποκτήσει η εν λόγω έβδομη εναγομένη την κυριότητα του αγρού αυτού με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας. Δέχθηκε, δηλαδή, ότι με την πώληση ολόκληρου του αγρού των 33.000 τ.μ., μέρος του οποίου αποτελεί και ο αγρός των 3.000 τ.μ., από την Α. Χ. στους άμεσους δικαιοπαρόχους του ενάγοντος το έτος 1962, διακόπηκε η χρησικτησία της έβδομης εναγομένης στον αγρό των 3.000 τ.μ., καθώς η τελευταία απώλεσε τη νομή της επί του εν λόγω αγρού από το γεγονός αυτό, χωρίς όμως, από μόνο του το γεγονός αυτό, η πώληση δηλαδή του όλου ακινήτου από την κυρία αυτού Α. Χ., να αποτελεί λόγο διακοπής της χρησικτησίας της έβδομης εναγομένης επί του αγρού των 3.000 τ.μ., αφού δεν προβλέπεται τέτοιος λόγος απώλειας της νομής και συνεπώς λόγος διακοπής της χρησικτησίας από τις αναφερόμενες στην μείζονα σκέψη της παρούσας ουσιαστικού δικαίου διατάξεις. Τούτο δε, αν επί πλέον ληφθεί υπόψη, ότι δεν αναφέρεται στην απόφαση ότι με την πώληση του όλου ακινήτου των 33.000 τ.μ. το 1962, επήλθε απώλεια της νομής της έβδομης εναγομένης επί του αγρού των 3.000 τ.μ. ή ότι επήλθε απώλεια της νομής της εξ άλλου λόγου. Παραβίασε έτσι ευθέως τις ανωτέρω διατάξεις, με αποτέλεσμα να απορρίψει κατ' ουσίαν την ένσταση της έβδομης εναγομένης περί κτήσης της κυριότητας του αγρού των 3.000 τ.μ. με έκτακτη χρησικτησία.

Συνεπώς, ο πρώτος λόγος αναίρεσης από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, είναι βάσιμος. Με τον δεύτερο λόγο αναίρεσης, από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ και κατ' εκτίμηση του περιεχομένου του, διατείνονται οι αναιρεσείοντες ότι η προσβαλλόμενη απόφαση απέρριψε εσφαλμένα την ένσταση της έβδομης εναγομένης περί ιδίας κυριότητας αυτής στην τρίτη επίδικη έκταση, την οποία κυριότητα απέκτησε με έκτακτη χρησικτησία, διότι δέχθηκε αντίθετα από το νόμο ότι το Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως Εργατοτεχνιτών Δομικών και Ξυλουργικών Εργασιών, το οποίο αγόρασε με το υπ' αριθμ. ...-1981 συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Αθηνών Α. Χ.-Π. το όλο ακίνητο των 49.954 τ.μ., απολάμβανε όλα τα διαδικαστικά προνόμια του Δημοσίου, μεταξύ δε αυτών και εκείνα που ορίζει η διάταξη του άρθρου 4 παρ. 1 του ΑΝ 1539/1938 "περί προστασίας των δημοσίων κτημάτων" και συγκεκριμένα ότι "Τα επί των ακινήτων κτημάτων δικαιώματα του Δημοσίου εις ουδεμία υπόκεινται παραγραφήν". Ότι από καμία διάταξη νόμου δεν προκύπτει ότι το ανωτέρω Ταμείο, μέχρι το 1996, που συγχωνεύτηκε με το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών (ΙΚΑ-ΕΤΑΜ) με το άρθρο 1 του ΠΔ 200/1996, απολάμβανε τα προνόμια του Δημοσίου και ότι συνεπώς οι αξιώσεις του επί του επιδίκου ακινήτου υπόκεινται σε παραγραφή μέχρι το έτος 1996. Ότι δηλαδή, η αξίωση του ανωτέρω Ταμείου παραγράφηκε πριν τη συγχώνευση με το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, διότι από το 1950 μέχρι το 1996, μέχρι δηλαδή τη συγχώνευση, η έβδομη εναγομένη, βρισκόταν συνεχώς στην αδιαμφισβήτητη νομή του επιδίκου ακινήτου των 2.764,40 τ.μ., με αποτέλεσμα η αξίωση του ανωτέρω Ταμείου να έχει παραγραφεί. Ότι επί πλέον, η προσβαλλόμενη απόφαση αλυσιτελώς δέχθηκε ότι το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ απολαμβάνει όλα τα προνόμια του Δημοσίου, μεταξύ των οποίων και των διατάξεων του ΑΝ 1539/1938, ερμηνεύοντας λανθασμένα τόσο το νόμο αυτό, όσο και τη διάταξη του άρθρου 5 του Ν. 3210/1955, που ορίζει ότι "Το ΙΚΑ απολαύει όλων των διαδικαστικών προνομίων του Δημοσίου...". Ο λόγος, όμως, αυτός είναι απορριπτέος ως στηριζόμενος σε εσφαλμένη προϋπόθεση και επομένως ως αβάσιμος. Τούτο διότι, σύμφωνα με τις ανωτέρω εκτιθέμενες παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασής του, το Εφετείο απέρριψε την ένσταση της έβδομης εναγομένης περί ιδίας κυριότητας αυτής στην πιο πάνω επίδικη έκταση ως κατ' ουσίαν αβάσιμη, καθώς δέχθηκε ότι δεν συμπληρώθηκε εικοσαετής νομή αυτής στην επίδικη έκταση και όχι επειδή το ενάγον ή το διάδοχο αυτού ΙΚΑ-ΕΤΑΜ απολάμβανε τα διαδικαστικά προνόμια του Δημοσίου.

Κατά το άρθρο 559 αριθμ. 19 του ΚΠολΔ, "αναίρεση επιτρέπεται αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες, ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζητήματα που ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης". Από την ως άνω διάταξη προκύπτει ότι ο προβλεπόμενος από αυτή λόγος αναίρεσης ιδρύεται όταν στην ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου πραγματικά περιστατικά (έλλειψη αιτιολογίας), ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται, βάσει του πραγματικού του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου, για την επέλευση της έννομης συνεπείας που απαγγέλθηκε (ανεπαρκής αιτιολογία), ή όταν αντιφάσκουν μεταξύ τους (αντιφατική αιτιολογία). Δεν υπάρχει όμως ανεπάρκεια αιτιολογιών, όταν η απόφαση περιέχει συνοπτικές αλλά πλήρεις αιτιολογίες. Εξάλλου, το κατά νόμον αναγκαίο περιεχόμενο της ελάσσονος πρότασης προσδιορίζεται από τον εκάστοτε εφαρμοστέο κανόνα ουσιαστικού δικαίου, του οποίου το πραγματικό πρέπει να καλύπτεται πλήρως από τις παραδοχές της απόφασης στο αποδεικτικό της πόρισμα, και να μην καταλείπονται αμφιβολίες. Ελλείψεις δε αναγόμενες μόνο στην ανάλυση και στάθμιση των αποδεικτικών μέσων και γενικότερα ως προς την αιτιολόγηση του αποδεικτικού πορίσματος, αν αυτό διατυπώνεται σαφώς, δεν συνιστούν ανεπαρκείς αιτιολογίες. (ΑΠ 1392/2023, ΑΠ 536/2022, ΑΠ 1055/2018, ΑΠ 1225/2018). Εξάλλου, για να είναι ορισμένος ο λόγος με τον οποίο αποδίδεται στο δικαστήριο της ουσίας εκ πλαγίου παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου (άρθρο 559 αρ. 19 ΚΠολΔ), απαιτείται να αναφέρονται στο αναιρετήριο, εκτός των άλλων, οι φερόμενοι ως παραβιασθέντες εκ πλαγίου κανόνες ουσιαστικού δικαίου, προκειμένου να ελεγχθεί αναιρετικώς εάν υπάρχει σχετικά με την εφαρμογή τους έλλειψη αιτιολογιών ή αντίφαση ή ανεπάρκεια αυτών, ενόψει του ότι ο Άρειος Πάγος δεν μπορεί να προβεί σε αυτεπάγγελτη θεμελίωση αυτών βάσει της αρχής jura novit curia, η οποία δεν εφαρμόζεται στην αναιρετική διαδικασία (ΑΠ 357/2018, ΑΠ 621/2017, ΑΠ 142/2009).

Στην προκείμενη περίπτωση με τον τρίτο λόγο αναίρεσης διατείνονται οι αναιρεσείοντες ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, ενώ υπέπεσε και σε αντιφατικές αιτιολογίες, που αφορούν ουσιώδη στοιχεία για την έκβαση της δίκης, παραβιάζοντας έτσι εκ πλαγίου τις εφαρμοσθείσες διατάξεις του νόμου και ιδρύοντας τον αναιρετικό λόγο που προβλέπεται από το άρθρο 559 αρ. 19 του ΚΠολΔ. Ειδικότερα, ισχυρίζονται οι αναιρεσείοντες ότι η προσβαλλόμενη απόφαση, βασιζόμενη στο από 25-11-1962 τοπογραφικό διάγραμμα του Α. Α. αμφισβητεί την ύπαρξη αγρού, ο οποίος να αποτέλεσε το 1950 άτυπη δωρεά - προίκα προς τη δικαιοπάροχό τους - έβδομη εναγομένη από τον πατέρα της Ι. Χ., ενώ στη συνέχεια, αντιφατικά δέχεται ότι στο πρόχειρο κτηματολόγιο που τηρούσε η Κοινότητα του ..., πράγματι ο Μ. Π., σύζυγος της δικαιοπαρόχου τους και γαμπρός του ως άνω Ι. Χ., κατείχε αγρό 3.000 τ.μ. στην περιοχή "...", ήτοι τον επίδικο αγρό. Ότι επίσης, η προσβαλλόμενη απόφαση εντελώς αντιφατικά καταλήγει στο ότι από τη συνολική έκταση των 3.000 τ.μ. στην ως άνω περιοχή, η έκταση των 2.764,40 τ.μ. δήθεν ανήκει στο αναιρεσίβλητο. Ότι προκειμένου να επιχειρηματολογήσει κατά της ένστασης ιδίας κυριότητας που προέβαλε η έβδομη εναγομένη, δέχεται ότι η ανωτέρω παραδοχή επιβεβαιώνεται από την έλλειψη αναφοράς στο τοπογραφικό διάγραμμα του Α. Α. ως όριο στο νοτιοδυτικό τμήμα του πωληθέντος αγρού των 33.000 τ.μ., του επιδίκου αγρού των 3.000 τ.μ., ιδιοκτησίας της δικαιοπαρόχου τους. Ότι όμως, βάσει της συλλογιστικής αυτής, ακόμα και αν δεν συνορεύει ο πωληθείς αγρός με ολόκληρο τον αγρό των 3.000 τ.μ., συνορεύει σίγουρα με το εναπομείναν τμήμα των 269,70 τ.μ., το οποίο το ίδιο το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δέχεται ότι βρίσκεται εκτός της ιδιοκτησίας του αναιρεσιβλήτου. Ότι αναφέρεται στη συνέχεια η προσβαλλόμενη απόφαση ότι ακόμα και αν γίνει δεκτό πως το επίδικο ακίνητο περιήλθε το 1950 στη δικαιοπάροχό τους με άτυπη δωρεά από τον πατέρα της, ο οποίος ήταν κύριος, κατείχε και νεμόταν αυτό από το 1920, παρόλα αυτά μέχρι το 1962, οπότε πώληση η Α. Χ. τον επίδικο αγρό στους Ν. Β., Δ. Β., Δ. Α. και Φ. Σ., άμεσους δικαιοπαρόχους του αναιρεσιβλήτου, δήθεν δεν συμπλήρωσε τα είκοσι έτη στη νομή αυτού προκειμένου να καταστεί κυρία αυτού με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας. Ότι ωστόσο αντιφάσκει η απόφαση, αναφέροντας ότι από το 1950 μέχρι σήμερα, ήτοι μετά την πώληση, αλλά και μετά το 1981, που φέρεται ότι το ΤΕΑΕΔΞΕ, διάδοχος του οποίου είναι το αναιρεσίβλητο, αγόρασε το αναφερόμενο ακίνητο, η δικαιοπάροχός τους νεμόταν και ασκούσε πράξεις νομής και κατοχής στον αγρό αυτό, παρατηρώντας ορθά πως ο επίδικος αγρός από το 1945 μέχρι και σήμερα έχει την ίδια αγροτική μορφή, δηλαδή πρόκειται για ελαιώνα. Ότι επιπρόσθετα, η προσβαλλόμενη απόφαση δεν διέλαβε στο σκεπτικό της επαρκείς αιτιολογίες ως προς την απόρριψη του ισχυρισμού τους περί διαρκούς και αδιάλειπτης νομής και κατοχής, διανοία κυρίου, της επίδικης έκτασης για τουλάχιστον 61 χρόνια από τη δικαιοπάροχό τους. Ότι τέλος, η απόφαση δεν κάνει λόγο ούτε για απώλεια της διανοίας κυρίου στο πρόσωπο της δικαιοπαρόχου τους, ήτοι τη θέλησή της να το νέμεται ως κυρία ή τυχόν όχληση αυτής από το αναιρεσίβλητο και τους δικαιοπαρόχους του, πριν από την έγερση της αγωγής. Ο λόγος αυτός, υπό την επίκληση της αναιρετικής πλημμέλειας από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, είναι αόριστος, δεδομένου ότι δεν εκτίθενται στο αναιρετήριο οι κανόνες ουσιαστικού δικαίου που φέρονται ότι παραβιάστηκαν, σε σχέση με την εφαρμογή των οποίων υπάρχει η έλλειψη νόμιμης βάσης της προσβαλλόμενης απόφασης λόγω αντιφατικών και ανεπαρκών αιτιολογιών. Κατά συνέπεια, ενόψει όλων των ανωτέρω και εφόσον γίνεται δεκτός ο πρώτος αναιρετικός λόγος, η ένδικη αίτηση αναίρεσης πρέπει να γίνει δεκτή, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση κατά το κεφάλαιό της που αναφέρεται στην έβδομη εναγομένη Χ. Α. συζ. Μ. Π. και να παραπεμφθεί η υπόθεση ενώπιον του ίδιου Δικαστηρίου, που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, του οποίου είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως, προς περαιτέρω εκδίκαση (άρθρ. 580 παρ. 3 ΚΠολΔ). Επίσης, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του κατατεθέντος παραβόλου στους αναιρεσείοντες (άρθρ. 495 παρ. 3 ΚΠολΔ). Τέλος, τα δικαστικά έξοδα των αναιρεσειόντων, κατά παραδοχή σχετικού αιτήματός τους, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του παρισταμένου e-ΕΦΚΑ, ως οιονεί καθολικού διαδόχου του αρχικού αναιρεσιβλήτου ν.π.δ.δ. (Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.), λόγω της ήττας του (άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), μειωμένα, όμως, κατά τα άρθρα 62 παρ. 3 περ. Θ του Ν. 4387/2016 (όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρ. 31 Ν. 4445/2016), σε συνδυασμό με το άρθρο 22 παρ. 1 ν. 3693/1957 (που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 52 αριθμ. 18 ΕισΝΚΠολΔ) και της 134423 οικ/8-12-1992 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης (ΦΕΚ 11/Β/20-1-1993), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Αναιρεί την 765/2021 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης κατά το κεφάλαιό της που αναφέρεται στο σκεπτικό της παρούσας απόφασης.

Παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από δικαστές άλλους από εκείνους που εξέδωσαν την αναιρούμενη απόφαση.

Διατάσσει την απόδοση του κατατεθέντος παραβόλου στους αναιρεσείοντες.

Καταδικάζει το αναιρεσίβλητο στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσειόντων, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 22 Μαΐου 2024.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 28 Απριλίου 2025.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ και ταύτης αποχωρησάσης από την Υπηρεσία, η αρχαιότερη της συνθέσεως Αρεοπαγίτης, και ήδη Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή