ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 759/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Δ)
print
Τίτλος:
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 759/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Δ)
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 759/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Δ)
Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 759 / 2025    (Δ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)


Αριθμός 759/2025

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Δ' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Σταύρο Μάλαινο, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (λόγω κωλύματος της Αντιπρόεδρου Μυρσίνης Παπαχίου και των αρχαιοτέρων της συνθέσεως Αρεοπαγιτών Ασπασίας Μεσσηνιάτη - Γρυπάρη και Σωκράτη Πλαστήρα), Αντιγόνη Τζελέπη, Ερασμία Λιούλη, Ζωή Καραχάλιου και Σπυριδούλα Λιάτη, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 31 Μαΐου 2024, με την παρουσία και του Γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

Των αναιρεσειόντων: 1) Μ. Π. του Ι., 2) Ε. Γ. του Ι., 3) Σ. Κ. του Κ., κατοίκων ... και 4) Α. Μ. του Δ., κατοίκου ..., ως ασκούσας τη γονική μέριμνα των ανηλίκων τέκνων της α. Ι. - Σ. Γ. του Γ. και β. Ν. Γ. του Γ., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Αστέριο Κουρούπη με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, που δεν κατέθεσε προτάσεις.
Των αναιρεσιβλήτων: 1) Γ. Μ. του Δ., κατοίκου ..., που δεν παραστάθηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο και 2) ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία "ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΠΙΣΤΗ ΑΕΓΑ" και ήδη "ΑLLIANZ Ευρωπαϊκή Πίστη Μονοπρόσωπη Ανώνυμη Ασφαλιστική Εταιρεία", που εδρεύει στο Χαλάνδρι Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Βασίλειο Κούρτη, που δήλωσε στο ακροατήριο ότι: α. ανακαλεί την από 30-5-2024 δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και παρίσταται και β. την ως άνω μεταβολή της αναιρεσίβλητης εταιρείας (όπως και στις κατατεθείσες προτάσεις του).
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από ..-2017 αγωγή των 1ης, 2ου και 3ης των ήδη αναιρεσειόντων, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Χαλκίδας και συνεκδικάστηκε με την από …-2017 αγωγή της 4ης των ήδη αναιρεσειόντων. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: …/2017 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 13/2021 του Μονομελούς Εφετείου Ευβοίας. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από ….-2021 αίτησή τους.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, με Εισηγήτρια την Αρεοπαγίτη Ερασμία Λιούλη, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, παραστάθηκαν μόνο οι αναιρεσείοντες και η 2η των αναιρεσιβλήτων όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο πληρεξούσιος της 2ης αναιρεσίβλητης ζήτησε την απόρριψη της αίτησης αναίρεσης και την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από το άρθρο 576 παρ. 1, 2 και 3, 568 παρ.1 και 4 και 498 παρ. 1 ΚΠολΔ προκύπτει ότι, αν κατά τη συζήτηση της αναίρεσης δεν εμφανιστεί ή εμφανιστεί αλλά δεν λάβει μέρος με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος κάποιος από τους διαδίκους, ο Άρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως ποιος επισπεύδει τη συζήτηση. Αν την επισπεύδει ο απολιπόμενος διάδικος, η υπόθεση συζητείται σαν να ήταν παρόντες οι διάδικοι, αν όμως την επισπεύδει ο αντίδικός του, τότε ερευνάται αν ο απολιπόμενος ή ο μη παριστάμενος με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος διάδικος κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα. Αν η κλήση για τη συζήτηση δεν επιδόθηκε ή επιδόθηκε αλλά όχι νόμιμα, ο Άρειος Πάγος κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση και η υπόθεση επαναφέρεται με νέα κλήση. Στην αντίθετη περίπτωση, προχωρεί στη συζήτηση παρά την απουσία εκείνου που έχει κλητευθεί (Α.Π. 44/2024, Α.Π. 1921/2022, Α.Π. 184/2021, Α.Π. 12/2020, Α.Π. 548/2020, Α.Π. 418/2019, Α.Π. 1049/2017, Α.Π. 1753/2017, Α.Π. 1747/2017). Επίσης, κατά τη διάταξη του άρθρου 226 § 4 εδάφ. γ' και δ' του ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται και στην αναιρετική δίκη σύμφωνα με το άρθρο 575 εδαφ. β' ίδιου Κώδικα, αν η συζήτηση αναβληθεί, ο γραμματέας οφείλει αμέσως μετά το τέλος της συνεδρίασης να μεταφέρει την υπόθεση στη σειρά των υποθέσεων που πρέπει να συζητηθούν κατά τη δικάσιμο που ορίσθηκε. Κλήση του διαδίκου για εμφάνιση στη δικάσιμο αυτή, δεν χρειάζεται και η αναγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων. Κατά την έννοια της τελευταίας αυτής διάταξης, η αναβολή της υπόθεσης και η εγγραφή αυτής στο πινάκιο του δικαστηρίου για τη μετ' αναβολή δικάσιμο, ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων για τη δικάσιμο αυτή και συνεπώς δεν χρειάζεται νέα κλήτευσή τους. Προϋπόθεση της εγκυρότητας της κλήτευσης, συνεπεία της αναβολής της υπόθεσης και της εγγραφής της στο πινάκιο, είναι ότι ο απολιπόμενος κατά τη μετ' αναβολή δικάσιμο διάδικος, είτε είχε επισπεύσει εγκύρως τη συζήτηση, είτε είχε νομίμως και εμπροθέσμως κλητευθεί να παραστεί στη δικάσιμο κατά την οποία, αναβλήθηκε η συζήτηση (ΑΠ 2075/2022, ΑΠ 1049/2021, ΑΠ 240/2011).
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα διαδικαστικά έγγραφα της δίκης, η κρινόμενη από ...2021 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ../...2021 αίτηση αναιρέσεως προσδιορίστηκε, κατ' άρθρ. 568 παρ. 2, 3 και 4 του Κ.Πολ.Δ., να συζητηθεί κατά την αρχική δικάσιμο της 4.11.2022 και κατόπιν αναβολής, κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας (31.5.2024). Κατά την εκφώνηση της υποθέσεως κατά την ως άνω δικάσιμο, ο πρώτος των αναιρεσιβλήτων, Γ. Μ., δεν παρέστη, ούτε κατατέθηκε γι' αυτόν έγγραφη δήλωση, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ., που εφαρμόζεται, κατά τη διάταξη του άρθρου 573 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, και στη διαδικασία της αναιρετικής δίκης. Ωστόσο, όπως προκύπτει από την υπ' αριθμ. …/14.10.2021, έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Ε. Λ. Π., που προσκομίζουν και επικαλούνται οι αναιρεσείοντες, οι οποίοι επισπεύδουν τη συζήτηση της υποθέσεως, ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της ως άνω αιτήσεως αναιρέσεως, με την κάτω από αυτήν πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την αρχική δικάσιμο της 4.11.2022 επιδόθηκε, νομότυπα και εμπρόθεσμα, στον πρώτο εκ των αναιρεσιβλήτων, σύμφωνα δε με τις διατάξεις του άρθρου 226 παρ.4 εδ. γ' και δ' Κ ΠολΔ, που εφαρμόζονται και στην αναιρετική διαδικασία (άρθρο 575 ΚΠολΔ), εφόσον ο ως άνω αναιρεσίβλητος είχε νομίμως και εμπροθέσμως κλητευθεί για να παραστεί κατά την πιο πάνω αρχική δικάσιμο κατά την οποία αναβλήθηκε η συζήτηση, δεν απαιτείται νέα κλήση του.
Συνεπώς, ο τελευταίος, πρέπει να δικαστεί ερήμην, αλλά να προχωρήσει η συζήτηση, σαν να ήταν και αυτός παρών (άρθρο 576 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.). Η ως άνω αίτηση αναιρέσεως έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα. Είναι, επομένως, παραδεκτή (άρθρ. 552, 553, 556, 558, 564 παρ. 1, 577 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.) και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρ. 577 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ.).
Η κρινόμενη από …2021 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως …/../6.5.2021 αίτηση αναιρέσεως της υπ' αριθμ. 13/2021 τελεσίδικης αποφάσεως του Μονομελούς Εφετείου Ευβοίας, η οποία εκδόθηκε, κατ' αντιμωλίαν των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρο 614 παρ. 6 του Κ.Πολ.Δ.), ασκήθηκε νομοτύπως και εμπροθέσμως, ήτοι εντός της καταχρηστικής προθεσμίας των δύο ετών από τη δημοσίευση (18.1.2021) της προσβαλλομένης (άρθρο 564 παρ. 3 του ΚΠολΔ), αφού από τα προσκομιζόμενα έγγραφα δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται επίδοση της προσβαλλόμενης, (άρθρα 495 παρ. 1, 552, 553, 556, 566 παρ. 1 και 558 ΚΠολΔ).
Συνεπώς, είναι παραδεκτή και πρέπει να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 577 παρ. 1 και 3 του Κ.Πολ.Δ.). Από την παραδεκτή, κατ' άρθρο 561 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ., επισκόπηση των διαδικαστικών εγγράφων της δίκης προκύπτει ότι η προσβαλλομένη με την υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως υπ' αριθμ. 13/2021 τελεσίδικη απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Ευβοίας, αποτελεί κατάληξη της ακόλουθης διαδικαστικής διαδρομής: Α) Οι ενάγοντες και ήδη αναιρεσείοντες 1) Μ. Π. 2) Ε. Γ. και 3) Σ. Κ. άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Χαλκίδας, την από ...2017 και με αριθ. κατάθ. …/…2017 αγωγή τους κατά των εναγομένων και ήδη αναιρεσιβλήτων 1) Γ. Μ. και 2) της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία "ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΠΙΣΤΗ Α. Ε.Γ.Α.", με την οποίαν, επικαλούμενοι ότι κατά τον εκεί αναφερόμενο τόπο και χρόνο και υπό τις εκεί εκτιθέμενες περιστάσεις, ο εναγόμενος και ήδη αναιρεσίβλητος Γ. Μ., οδηγώντας το υπ' αρ. κυκλ. …. ΙΧΕ αυτοκίνητο κυριότητάς του, που ήταν ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη στην ανώνυμη ασφαλιστική εταιρία με την επωνυμία "ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΠΙΣΤΗ Α. Ε.Γ.Α.", συγκρούστηκε από υπαιτιότητά του, με την με αριθμό κυκλοφορίας ….. μοτοσυκλέτα, την οποία οδηγούσε ο Γ. Γ., υιός της πρώτης, αμφιθαλής αδελφός του δεύτερου και ετεροθαλής αδελφός της τρίτης εκ των εναγόντων και ήδη αναιρεσειόντων, με αποτέλεσμα το θανάσιμο τραυματισμό του. Με βάση αυτό το ιστορικό ζήτησαν, μετά από παραδεκτό μερικό περιορισμό του καταψηφιστικού αιτήματος της αγωγής σε αναγνωριστικό, να επιδικασθούν υπέρ εκάστου εξ αυτών, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, τα ποσά που αναφέρονται στην αγωγή. Β) Η Α. Μ., με την ιδιότητά της ως ασκούσας τη γονική μέριμνα των ανηλίκων τέκνων αυτής και του Γ. Γ., Ι. - Σ. Γ. και Ν. Γ., άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Χαλκίδας την από ..2017 αγωγή (αρ. κατ…/../8.8.2017) κατά των εναγομένων και ήδη αναιρεσιβλήτων, με την οποίαν, επικαλούμενη τα ίδια ως άνω πραγματικά περιστατικά, ζήτησε μετά από παραδεκτό μερικό περιορισμό του καταψηφιστικού αιτήματος της αγωγής σε αναγνωριστικό, να επιδικασθούν υπέρ εκάστου των ανηλίκων, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ψυχικής οδύνης που υπέστησαν αυτά, συνεπεία του θανάτου του πατέρα τους Γ. Γ., τα ποσά που αναφέρονται στην αγωγή. Επί των αγωγών αυτών, οι οποίες συνεκδικάστηκαν, το Μονομελές Πρωτοδικείο Χαλκίδας με την με αριθμό …/2017 οριστική απόφασή του δέχθηκε εν μέρει τις αγωγές και επιδίκασε υπέρ των εναγόντων τα ποσά που αναφέρονται στο διατακτικό της κατά τις εκεί διακρίσεις. Κατά της αποφάσεως αυτής άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Ευβοίας: Α) οι εναγόμενοι και ήδη αναιρεσίβλητοι την από 20.2.2018 (αρ. κατ. 723/26.2.2018) έφεση, και Β) οι ενάγοντες και ήδη αναιρεσείοντες την από 26.2.2018 (αρ. κατ. 747/27.2.2018) έφεση. Επί των εφέσεων αυτών, οι οποίες συνεκδικάσθηκαν, εκδόθηκε η προσβαλλομένη με αριθμό 13/2021 τελεσίδικη απόφαση του άνω Εφετείου, η οποία έκανε τυπικά δεκτές τις εφέσεις, απέρριψε κατ' ουσίαν την από ….2018 έφεση των εναγόντων της από ….2017 αγωγής και ήδη αναιρεσειόντων, δέχθηκε κατ' ουσίαν την από 20.2.2018 έφεση των εναγομένων και ήδη αναιρεσιβλήτων και αφού εξαφάνισε την πρωτόδικη απόφαση και διακράτησε την υπόθεση, απέρρριψε κατ' ουσίαν αμφότερες τις αγωγές, κρίνοντας τον θανόντα Γ. Γ., αποκλειστικά υπαίτιο του θανάσιμου τραυματισμού του.
Από τις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 300, 330 εδάφιο β' και 914 του Α.Κ. συνάγεται ότι προϋπόθεση της ευθύνης για αποζημίωση από αδικοπραξία είναι η υπαιτιότητα του υποχρέου, η οποία υπάρχει και στην περίπτωση της αμέλειας, δηλαδή όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές, η παράνομη συμπεριφορά του υποχρέου σε αποζημίωση έναντι εκείνου που ζημιώθηκε και η ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της παράνομης συμπεριφοράς και της ζημίας. Υπαιτιότητα είναι ο ψυχικός δεσμός του δράστη προς την αδικοπραξία. Αν η ζημία οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του παθόντος, δεν οφείλεται αποζημίωση, ενώ, αν διαπιστωθεί οικείο πταίσμα αυτού, το δικαστήριο μπορεί, σύμφωνα με το άρθρο 300 του Α.Κ., να μην επιδικάσει αποζημίωση ή να μειώσει το ποσό της. Η παράνομη συμπεριφορά, ως όρος της αδικοπραξίας, μπορεί να συνίσταται όχι μόνο σε θετική πράξη, αλλά και σε παράλειψη, εφόσον, στην τελευταία αυτή περίπτωση, εκείνος που υπέπεσε στην παράλειψη, ήταν υποχρεωμένος σε πράξη, από το νόμο ή τη δικαιοπραξία ή από την καλή πίστη, κατά την κρατούσα κοινωνική αντίληψη. Αιτιώδης συνάφεια υπάρχει, όταν η πράξη ή η παράλειψη του ευθυνομένου προσώπου ήταν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, ικανή και μπορούσε, αντικειμενικώς, να επιφέρει, κατά τη συνηθισμένη και κανονική πορεία των πραγμάτων, το επιζήμιο αποτέλεσμα. Η ύπαρξη της υπαιτιότητας δεν αποκλείεται, κατ' αρχήν, από το γεγονός ότι στο επιζήμιο αυτό αποτέλεσμα συνετέλεσε και συντρέχον πταίσμα του ζημιωθέντος, εφόσον δεν διακόπτεται ο αιτιώδης σύνδεσμος, αλλά η ύπαρξη αυτού, προβαλλόμενη από τον υπαίτιο κατ' ένσταση, συνεπάγεται τη μη επιδίκαση από το δικαστήριο αποζημιώσεως ή τη μείωση του ποσού αυτής, κατά το ανωτέρω άρθρο 300 του Α.Κ. Η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας ότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν, γενικώς λαμβανόμενα, μπορούν να θεωρηθούν, αντικειμενικώς, ως πρόσφορη αιτία της ζημίας που επήλθε, υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου, γιατί είναι κρίση νομική, αναγόμενη στην ορθή ή μη υπαγωγή από το δικαστήριο της ουσίας των διδαγμάτων της κοινής πείρας στην αόριστη νομική έννοια της αιτιώδους συνάφειας, ενώ η κρίση για το αν πράγματι, στη συγκεκριμένη περίπτωση, η πράξη ή η παράλειψη εκείνη αποτέλεσε την αιτία του ζημιογόνου αποτελέσματος, δεν υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου, σύμφωνα με το άρθρ. 561 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ., καθόσον ανάγεται σε εκτίμηση πραγματικού υλικού (Α.Π. 521/2021, Α.Π. 867/2020, Α.Π. 605/2020, Α.Π. 551/2020). Επίσης, οι έννοιες της υπαιτιότητας και της συνυπαιτιότητας είναι νομικές και, επομένως, η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, ως προς τη συνδρομή ή όχι υπαιτιότητας του ζημιώσαντος ή οικείου πταίσματος του ζημιωθέντος κατά την επέλευση της ζημίας, υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου, κατά τις διατάξεις του άρθρου 559 αριθμ. 1 και 19 του Κ.Πολ.Δ., για ευθεία και εκ πλαγίου παράβαση κανόνων ουσιαστικού δικαίου, καθώς και για παραβίαση διδαγμάτων κοινής πείρας (Α.Π. 1204/2021, Α.Π. 1348/2021, Α.Π. 186/2021, Α.Π. 607/2020, Α.Π. 252/2020). Επιπροσθέτως, με τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 1 εδ. β' του ΚΠολΔ ορίζεται ότι η παράβαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας αποτελεί λόγο αναίρεσης μόνο αν τα διδάγματα αυτά αφορούν την ερμηνεία των κανόνων δικαίου ή την υπαγωγή των πραγματικών γεγονότων σ' αυτούς. Όμως η παράβαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας, κατά την έννοια της ως άνω διάταξης του εδ. β` του αριθ. 1 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, ιδρύει τον προβλεπόμενο απ` αυτήν αναιρετικό λόγο, μόνον όταν το δικαστήριο της ουσίας εσφαλμένα χρησιμοποιεί ή παραλείπει να χρησιμοποιήσει τα διδάγματα της κοινής πείρας κατά την ερμηνεία κανόνος δικαίου για την ανεύρεση με βάση αυτά της αληθινής έννοιας αυτού, ιδίως όταν ο κανόνας δικαίου περιέχει νομικές έννοιες ή για την υπαγωγή ή όχι στον κανόνα αυτό των πραγματικών γεγονότων της διαφοράς (ΑΠ 164/2021, ΑΠ 109/2020, ΑΠ 12/2020, ΑΠ 609/2020, ΑΠ 49/2019, ΑΠ 147/2018). Εξάλλου, για να είναι ορισμένος ο σχετικός λόγος αναίρεσης, πρέπει να προσδιορίζονται στο αναιρετήριο: α) τα επικαλούμενα διδάγματα της κοινής πείρας που δεν χρησιμοποιήθηκαν ή χρησιμοποιήθηκαν εσφαλμένα από το δικαστήριο της ουσίας, β) ο κανόνας ουσιαστικού δικαίου για την ερμηνεία ή εφαρμογή του οποίου έγινε ή δεν έγινε εσφαλμένη χρήση των διδαγμάτων της κοινής πείρας, γ) η φερόμενη ως εσφαλμένη έννοια που αποδόθηκε από το δικαστήριο της ουσίας στο συγκεκριμένο κανόνα δικαίου, όπως προκύπτει από τα διδάγματα της κοινής πείρας που το δικαστήριο εσφαλμένα εφάρμοσε ή δεν εφάρμοσε και δ) η προβαλλόμενη ως ορθή έννοια του ίδιου κανόνα δικαίου, η οποία προκύπτει από τα επικαλούμενα διδάγματα της κοινής πείρας που η απόφαση δεν χρησιμοποίησε ή χρησιμοποίησε εσφαλμένα. Διαφορετικά, ο λόγος αναίρεσης είναι αόριστος και απορρίπτεται ως απαράδεκτος (ΑΠ 1554/2021, ΑΠ 164/2021, ΑΠ 109/2020, ΑΠ 70/2020, ΑΠ 515/2018, ΑΠ 704/2017). Περαιτέρω, στα άρθρα 12 παρ. 1, 19 παρ. 1, 21 παρ. 1 και 2 και 23 παρ. 2 του ΚΟΚ (ν. 2696/1999) ορίζονται υποχρεώσεις και κανόνες προς τους οποίους πρέπει να συμμορφώνεται ο οδηγός κάθε οχήματος, προκειμένου να αποφεύγονται, κατά το δυνατόν, ατυχήματα με πεζούς και οχήματα. Ειδικότερα, στη μεν παράγραφο 1 του άρθρου 12 ορίζεται ότι αυτοί που χρησιμοποιούν τις οδούς πρέπει να αποφεύγουν οποιαδήποτε συμπεριφορά, που είναι ενδεχόμενο, μεταξύ άλλων, να εκθέσει σε κίνδυνο πρόσωπα και ότι οι οδηγοί υποχρεούνται να οδηγούν με σύνεση και διαρκώς τεταμένη την προσοχή τους, σύμφωνα δε με τη διάταξη του άρθρου 26 παρ. 4, στoυς κόμβoυς η πρoτεραιότητα oρίζεται με κατάλληλη σήμανση, όταν δε υπάρχει τοποθετημένη η ρυθμιστική της κυκλοφορίας πινακίδας Ρ-2 (ΣΤΟΠ) του άρθρου 3 παρ. 4 του ΚΟΚ, ο οδηγός υποχρεούται να διακόπτει την πορεία του οχήματος πριν από την είσοδο στον κόμβο και να παραχωρεί προτεραιότητα στα οχήματα, τα οποία κινούνται στην οδό, προς την οποία πλησιάζει. Η παράβαση, όμως, των διατάξεων του Κ.Ο.Κ. δεν θεμελιώνει αυτή καθ' εαυτήν υπαιτιότητα στην επέλευση αυτοκινητικού ατυχήματος, αποτελεί όμως στοιχείο, η στάθμιση του οποίου από το δικαστήριο της ουσίας θα κριθεί σε σχέση με την ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συγκεκριμένης πράξεως και του αποτελέσματος που επήλθε (Α.Π. 301/2021, Α.Π. 464/2020, Α.Π. 1337/2019, Α.Π. 623/2019). Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθμ. 19 του Κ.Πολ.Δ., αναίρεση επιτρέπεται αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς, σε ζητήματα που ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Από τη διάταξη αυτή, που αποτελεί κύρωση της παραβάσεως του άρθρου 93 παρ. 3 του Συντάγματος, προκύπτει ότι ο παρών λόγος αναιρέσεως ιδρύεται, όταν στην ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου πραγματικά περιστατικά (έλλειψη αιτιολογίας) ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται βάσει του πραγματικού του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου για την επέλευση της έννομης συνέπειας που απαγγέλθηκε ή την άρνησή της (ανεπαρκής αιτιολογία) ή όταν αντιφάσκουν μεταξύ τους (αντιφατική αιτιολογία). Δεν έχει, όμως, εφαρμογή η παραπάνω διάταξη, όταν οι ελλείψεις ανάγονται στην εκτίμηση των αποδείξεων και, ιδίως, στην ανάλυση, στάθμιση και αιτιολόγηση του πορίσματος που εξάγεται από αυτές, εκτός αν δεν είναι σαφές και πλήρες το πόρισμα και για το λόγο αυτό γίνεται αδύνατος ο αναιρετικός έλεγχος. Δηλαδή, μόνο το τι αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε είναι ανάγκη να εκτίθεται στην απόφαση πλήρως και σαφώς και όχι γιατί αποδείχθηκε ή γιατί δεν αποδείχθηκε. Τα επιχειρήματα του δικαστηρίου που σχετίζονται με την εκτίμηση των αποδείξεων δεν συνιστούν παραδοχές, με βάση τις οποίες διαμορφώνεται το αποδεικτικό πόρισμα και, συνεπώς, δεν αποτελούν "αιτιολογία" της αποφάσεως, ώστε, στο πλαίσιο της εν λόγω διατάξεως του άρθρου 559 αριθμ. 19 του Κ.Πολ.Δ., να επιδέχεται αυτή μομφή για αντιφατικότητα ή ανεπάρκεια, ενώ δεν δημιουργείται ο ίδιος λόγος αναιρέσεως ούτε εξαιτίας του ότι το δικαστήριο δεν αναλύει ιδιαιτέρως και διεξοδικά τα επιχειρήματα των διαδίκων, που δεν συνιστούν αυτοτελείς ισχυρισμούς, οπότε ο σχετικός λόγος αναιρέσεως είναι απαράδεκτος. Επίσης, από τη διάταξη του άρθρου 561 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ. προκύπτει ότι η εκτίμηση από το δικαστήριο της ουσίας των πραγματικών περιστατικών, εφόσον δεν παραβιάστηκαν με αυτά κανόνες ουσιαστικού δικαίου, στους οποίους περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί, ή εφόσον η εκτίμησή τους δεν ιδρύει λόγους αναιρέσεως από τους αριθμούς 19 και 20 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ., είναι από τον Άρειο Πάγο ανέλεγκτη και, επομένως, ο αντίστοιχος λόγος αναιρέσεως, από το περιεχόμενο του οποίου προκύπτει ότι δεν συντρέχει καμία από τις προαναφερόμενες εξαιρετικές περιπτώσεις, είναι απαράδεκτος, καθόσον πλήττεται πλέον η ουσία της υποθέσεως, που δεν υπόκειται σε αναιρετικό έλεγχο (ΑΠ 821/2023).
Στην προκειμένη περίπτωση, με τον πρώτο λόγο της αιτήσεως αναιρέσεως οι αναιρεσείουσες, επικαλούμενες πλημμέλειες από τον αριθμό 19 του Κ.Πολ.Δ., αιτιώνται ότι το Μονομελές Εφετείο Αθηνών, με την προσβαλλόμενη απόφαση, με ανεπαρκείς αιτιολογίες 1) έκρινε ότι αποκλειστικά υπαίτια του ενδίκου ατυχήματος και του κατ' αυτό θανάσιμου τραυματισμού του συγγενούς τους Γ. Γ.. Στην προκείμενη περίπτωση, το Μονομελές Εφετείο Ευβοίας με την προσβαλλόμενη απόφασή του, σχετικά με το ενδιαφέρον την παρούσα αναιρετική δίκη, ζήτημα της υπαιτιότητας για τον θανάσιμο τραυματισμό του συγγενούς των αναιρεσειόντων Γ. Γ. κατά το ένδικο τροχαίο ατύχημα, δέχθηκε, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του, τα εξής, αυτολεξεί παρατιθέμενα: "Στη Χαλκίδα στις 4.9.2016 και περί ώρα 18:33, ο Γ. Γ. οδηγούσε την υπ' αριθμό κυκλοφορίας …… δίκυκλη μοτοσικλέτα του, μάρκας …… κ.ε., ιδιοκτησίας του, στερούμενος (..) αδείας ικανότητας οδήγησης και εκινείτο επί της οδού Λ…., η οποία είναι οδός διπλής κατεύθυνσης, συνολικού πλάτους 7,40 μέτρων, με μια λωρίδα κυκλοφορίας ανά κατεύθυνση, με κατεύθυνση προς την έξοδο της πόλης (προς την οδό Σ…). Την ίδια ημέρα και ώρα ο πρώτος εναγόμενος (και στις δύο αγωγές -και ήδη αναιρεσίβλητος) οδηγούσε το υπ' αριθμό κυκλοφορίας …… Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο, μάρκας …., 1.390 κ.ε., ιδιοκτησίας του, το οποίο ήταν ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη στην δεύτερη εναγόμενη (και στις δύο αγωγές) ασφαλιστική εταιρεία και εκινείτο επί της οδού ………., η οποία είναι μονόδρομος, με μια λωρίδα κυκλοφορίας, πλάτους 6 μέτρων, με κατεύθυνση προς την οδό Λ….. Η οδός Λ…... διασταυρώνεται με την οδό Μ… .. και στην διασταύρωση των δύο οδών υπάρχει απαγορευτική πινακίδα Ρ-2 "ΣΤΟΠ" επί της οδού Μ… …., όπου εκινείτο το αυτοκίνητο του πρώτου εναγομένου. Όταν ο πρώτος εναγόμενος έφτασε στην διασταύρωση της οδού Μ…. με την οδό Λ….., ακινητοποίησε το αυτοκίνητό του στο ύψος της απαγορευτικής πινακίδας Ρ-2 "ΣΤΟΠ", προ της συμβολής με την οδό Λ…., και ενώ η ώρα ήταν 18ω:33λ:22δ (ω: ώρα, λ: λεπτά, δ: δευτερόλεπτα), σύμφωνα με την από …-2019 τεχνική ανάλυση έρευνα τροχαίου ατυχήματος των πραγματογνωμόνων Κ. Γ. και Χ. Μ., ....., οι οποίοι ανέλυσαν το οπτικό υλικό με την ονομασία avin_Camera3_avin_20160904183000....Μετά την ακινητοποίηση του αυτοκινήτου του ο πρώτος εναγόμενος έλεγξε την κυκλοφορία των οχημάτων και στα δύο ρεύματα της οδού Λ…. και αντιλήφθηκε ότι εκινείτο επί της οδού Λ.…., με κατεύθυνση προς το κέντρο της πόλης, ένα λεωφορείο. Ο πρώτος εναγόμενος παραχώρησε, όπως είχε υποχρέωση, προτεραιότητα στο λεωφορείο, το οποίο πέρασε την διασταύρωση της οδού Λ…. με την οδό Μ…., ενώ η ώρα ήταν 18ω:33λ:24δ, σύμφωνα με την ως άνω από ..-2019 τεχνική ανάλυση έρευνα τροχαίου ατυχήματος και την ανάλυση του οπτικού υλικού ... Στην συνέχεια και μετά την διέλευση του λεωφορείου, στις 18ω:33λ:24δ, από την διασταύρωση της οδού Λ….. με την οδό Μ………, όπου ήταν ήδη ακινητοποιημένο το αυτοκίνητο του πρώτου εναγόμενου, από τις 18ω:33λ:22δ, ο πρώτος εναγόμενος διατήρησε το αυτοκίνητό του ακινητοποιημένο στο ίδιο σημείο προκειμένου να ελέγξει εκ νέου την κίνηση στα δύο ρεύματα κυκλοφορίας της οδού Λ….. και αφού έλεγξε για άλλα δύο δευτερόλεπτα την κίνηση, εκκίνησε από την προαναφερόμενη θέση στάσης για να εισέλθει στην οδό Λ…., ενώ η ώρα ήταν 18ω:33λ:26δ, σύμφωνα με την ως άνω από 7.5.2019 τεχνική ανάλυση έρευνα τροχαίου ατυχήματος και την ανάλυση του οπτικού υλικού (....). Επομένως, η κατάθεση της αυτόπτου μάρτυρος των εναγόντων, Α. Μ., σύμφωνα με την οποία "Αυτό που είδα ήταν ότι το όχημα που ήταν αριστερά μας βγήκε στεγνά στο δρόμο" και "Ναι βγήκε, φάνηκε ότι βγήκε χωρίς να ελέγξει. Δεν σταμάτησε καν στη μέση του δρόμου", την οποία επικαλούνται οι ενάγοντες για να αποδείξουν τον αγωγικό ισχυρισμό τους, ότι ο πρώτος εναγόμενος δεν ακινητοποίησε το αυτοκίνητό του στην πινακίδα STOP και εισήλθε ανέλεγκτα στην συμβολή των οδών Λ….. και Μ…., κρίνεται ότι δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Το αμέσως επόμενο ερευνητέο ζήτημα είναι εάν ο έλεγχος που πραγματοποίησε ο πρώτος εναγόμενος, προκειμένου να εισέλθει στην συμβολή των ανωτέρω οδών ήταν ο ενδεδειγμένος και κατ' επέκταση εάν η απόφαση του πρώτου εναγομένου να εισέλθει στην συμβολή των ανωτέρω οδών την συγκεκριμένη χρονική στιγμή, στις 18ω:33λ:26δ, ήταν ορθή. Αποδείχθηκε ότι η απόφαση του πρώτου εναγομένου να εκκινήσει, στις 18ω:33λ:26δ, από την προαναφερόμενη θέση στάσης για να εισέλθει στην οδό Λ….., ήταν ορθή, καθόσον από τον έλεγχο που πραγματοποίησε διαπίστωσε ότι δεν εκινείτο κανένα όχημα επί της οδού Λ…., κοντά στο ύψος της διασταύρωσης της οδού Λ…. με την οδό Μ…... Όπως αποδεικνύεται από την ως άνω από 7.5.2019 τεχνική ανάλυση έρευνα τροχαίου ατυχήματος και συγκεκριμένα από τις συμπερασματικές εκτιμήσεις", στην σελίδα 32 της ανάλυσης, η κινούμενη επί της οδού Λ….. με κατεύθυνση προς την έξοδο της πόλης (προς την οδό Σ…..), μοτοσικλέτα που οδηγούσε ο Γ. Γ., την χρονική στιγμή που ο πρώτος εναγόμενος εκκινούσε για να εισέλθει στον κόμβο βρισκόταν σε πολύ μακρινή απόσταση και συγκεκριμένα σε απόσταση 96 μέτρων από την διασταύρωση. Η μακρινή αυτή απόσταση της μοτοσικλέτας από την διασταύρωση (96μ.) κατέστησε αδύνατο στον πρώτο εναγόμενο να αντιληφθεί την κίνηση της μοτοσικλέτας επί της οδού Λ….., από το σημείο όπου νομίμως είχε ακινητοποιήσει το αυτοκίνητό του για να πραγματοποιήσει τον έλεγχο της κυκλοφορίας και του δημιούργησε την εύλογη πεποίθηση ότι μπορεί να εισέλθει στην διασταύρωση της οδού Λ…. με την οδό Μ…… και να πραγματοποιήσει αριστερό ελιγμό (αριστερή στροφή) προκειμένου να εισέλθει στην οδό Λ….. και συγκεκριμένα στο ρεύμα κυκλοφορίας της οδού Λ…… προς την έξοδο της πόλης, χωρίς να παρεμποδίσει την κίνηση των κινούμενων επί της οδού Λ…… οχημάτων. Η προαναφερόμενη εκτίμηση της από 7-5-2019 ανάλυσης έρευνας τροχαίου ατυχήματος, ήτοι ότι η μοτοσικλέτα που οδηγούσε ο Γ. Γ., την χρονική στιγμή που ο πρώτος εναγόμενος εκκινούσε για να εισέλθει στον κόμβο, βρισκόταν σε απόσταση 96 μέτρων, δεν είναι αυθαίρετη όπως ισχυρίζονται οι ενάγοντες, καθόσον λαμβάνει υπόψη της την ταχύτητα με την οποία εκινείτο ο Γ. Γ., ήτοι 115χλμ/ώρα ή 32 μέτρα ανά δευτερόλεπτο, σε συνδυασμό με το ότι ο Γ. Γ. εμφανίζεται να φτάνει και να προσπερνά το αυτοκίνητο του πρώτου εναγομένου στις 18ω:33λ:29δ (βλ. την εικόνα στο τέλος της 25ης σελίδας της ανωτέρω τεχνικής ανάλυσης), ήτοι τρία δευτερόλεπτα μετά την εκκίνηση του πρώτου εναγόμενου από την ανωτέρω θέση στάσης προς την συμβολή των δύο οδών (32μ/δευτ X 3δευτ = 96μ) Επομένως, η κατάθεση της αυτόπτου μάρτυρος των εναγόντων, Α. Μ., σύμφωνα με την οποία "Βγήκε (ενν. ο πρώτος εναγόμενος) ταυτόχρονα την ώρα που πέρναγε ο Γ….", την οποία επικαλούνται οι ενάγοντες για να αποδείξουν τον αγωγικό ισχυρισμό τους, ότι ο πρώτος εναγόμενος απέκοψε αιφνιδιαστικά την κίνηση της μοτοσικλέτας του Γ. Γ., κρίνεται ότι δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι οι ενάγοντες αμφισβητούν την ορθότητα, ως προς την εκτίμηση της ταχύτητας της μοτοσικλέτας του Γ. Γ., τόσο: α) της (κατ' εντολή των εναγομένων συνταχθείσας) υπ' αριθ. …./10-4-2017 τεχνικής έκθεσης του Δ. Κ., εγγεγραμμένου πραγματογνώμονος στους καταλόγους των Εισαγγελιών Αθηνών και Πειραιώς, ο οποίος στις "συμπερασματικές εκτιμήσεις" της τεχνικής του έκθεσης, χωρίς να κάνει χρήση του οπτικού υλικού με την ονομασία avin_Camera3_ avin_20160904183000, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι "ύστερα από ειδικές εξειδικευμένες μετρήσεις, ψηφιακές αναπαραστάσεις, υπολογισμούς και την κοινή πείρα, εκτιμήθηκε ότι η κατώτερη ταχύτητα της μοτοσικλέτας ήταν 100χ/ω", όσο β) και της προαναφερόμενης από 7-5-2019 τεχνικής ανάλυσης έρευνας τροχαίου ατυχήματος των πραγματογνωμόνων Κ. Γ. και Χ. Μ., που διορίστηκαν μετά από παραγγελία του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Χαλκίδας (....), οι οποίοι στην 27η, 28η και 29η σελίδα της τεχνικής τους ανάλυσης προβαίνουν στον υπολογισμό της ταχύτητας της μοτοσικλέτας με δύο τρόπους. Με τον 1° τρόπο υπολογισμού, που λαμβάνει υπόψη του "την απόσταση σύρσης επί του πεζοδρομίου και του οδοστρώματος" της μοτοσικλέτας αναφέρουν ότι "η συνολική αρχική ταχύτητα της δίκυκλης μοτοσικλέτας ήταν περί τα 110 με 120 χλμ/ώρα". Με τον 2° τρόπο υπολογισμού, που κατά την κρίση του Δικαστηρίου είναι απολύτως ακριβής, οι πραγματογνώμονες κάνοντας χρήση του οπτικού υλικού με την ονομασία avin_Camera3_avin_20160904183000, έλαβαν δύο θέσεις της μοτοσικλέτας επί της οδού πριν την ανατροπή της που απείχαν χρονικώς μεταξύ τους ένα δευτερόλεπτο συμπληρωμένο ακριβώς (βλ. τις φωτογραφίες ...), στην συνέχεια μέτρησαν την απόσταση σε μέτρα μεταξύ αυτών των δύο σημείων, με βάση τις δύο φωτογραφίες σε συνδυασμό με το σημείο τοποθέτησης των καμερών λήψης και διαπίστωσαν ότι η μοτοσικλέτα διήνυσε απόσταση 32 μέτρων εντός ενός δευτερολέπτου, ήτοι ότι εκινείτο με 115,20 χλμ/ωρα, ταχύτητα υπερδιπλάσια από την ανώτατη επιτρεπόμενη ταχύτητα εντός κατοικημένης περιοχής των 50 χλμ/ώρα. Επομένως, η αμφισβήτηση των εναγόντων, τόσο για την αμεροληψία όσο και για την επιστημοσύνη, ιδίως, του πορίσματος των πραγματογνωμόνων Κ. Γ. και Χ. Μ., που ορίστηκαν πραγματογνώμονες με εισαγγελική παραγγελία και συνακόλουθα ο ισχυρισμός τους ότι ο Γ. Γ. εκινείτο έχοντας αναπτύξει φυσιολογική και επιτρεπόμενη για τις περιστάσεις και την περιοχή ταχύτητα, που δεν υπερέβαινε τα 50 χλμ/ώρα, είναι ουσιαστικά αβάσιμος και δεν στηρίζεται σε επιστημονικά δεδομένα, παρά μόνο στην ένορκη κατάθεση της αυτόπτου μάρτυρος Α. Μ., η οποία κατέθεσε ότι ακολουθούσε με το αυτοκίνητό της την μοτοσικλέτα του Γ. Γ., κινούμενη με ταχύτητα 45-50 χλμ/ώρα, έχοντας διαρκώς το αυτοκίνητό της σε σταθερή απόσταση 10-15 μέτρων πίσω από την προπορευόμενη μοτοσικλέτα. Η κατάθεση, όμως, της εν λόγω μάρτυρος κρίνεται ως αναξιόπιστη, καθόσον: α) σε καμία εικόνα από το οπτικό υλικό με την ονομασία avin_Camera3_avin- _20160904183000 δεν εμφανίζεται το αυτοκίνητο της μάρτυρος Α. Μ. να κινείται σε απόσταση 10-15 μέτρων πίσω από την μοτοσικλέτα του Γ. Γ., β) δεν θα μπορούσε η μάρτυρας να ακολουθεί διαρκώς σε τόσο κοντινή απόσταση (10-15μ) μία μοτοσικλέτα μεγάλου κυβισμού, εντός κατοικημένης περιοχής, σε έναν στενό δρόμο, έχοντας, κατά δήλωσή της, το παιδί της μέσα στο αυτοκίνητο, γ) ενόψει του ότι είχε σημαντική απόσταση το αυτοκίνητό της από την μοτοσικλέτα του Γ. Γ., δεν αποδείχθηκε ότι η εν λόγω μάρτυρας διέθετε είτε τις επιστημονικές γνώσεις είτε την εμπειρία για να είναι σε θέση να υπολογίσει, καθ' ην στιγμή οδηγούσε το αυτοκίνητό της, την ταχύτητα της προπορευόμενης μοτοσικλέτας του Γ. Γ., δ) διότι συνολικά το περιεχόμενο της ένορκης κατάθεσής της, ιδίως ως προς τα προαναφερόμενα κρίσιμα ζητήματα: της ακινητοποίησης ή μη του αυτοκινήτου του πρώτου εναγομένου στην πινακίδα ΣΤΟΠ, του ελέγχου της κυκλοφορίας εκ μέρους του πρώτου εναγομένου επί της οδού Λ……., της ταυτόχρονης ή μη άφιξης του αυτοκινήτου του εναγόμενου και της μοτοσικλέτας του Γ. Γ. στην διασταύρωση των οδών και της ταχύτητας της μοτοσικλέτας, διαψεύδεται απολύτως από το οπτικό υλικό με την ονομασία avin_Camera3_avin_ 20160904183000, γεγονός που οφείλεται είτε στην έλλειψη εμπειρίας της μάρτυρος και της αδυναμίας της να αξιολογήσει σωστά τις συνθήκες κυκλοφορίας και τις συνθήκες του ατυχήματος είτε στην διάθεση της να υποστηρίξει τις θέσεις των εναγόντων, λόγω της φιλικής σχέσης που την συνέδεε με τον Γ. Γ., την οποία (φιλική σχέση) επιβεβαίωσε η μάρτυρας. Άλλωστε, οι ενάγοντες (και στις δύο αγωγές), που αμφισβητούν έντονα την αμεροληψία και την επιστημοσύνη όλων (και των τριών) των πραγματογνωμόνων - αναλυτών του επιδίκου τροχαίου ατυχήματος, ιδίως ως προς την ανάλυση του οπτικού υλικού με την ονομασία avin_Camera3_avin- _20160904183000, που κρίνεται από το Δικαστήριο ως το πλέον σημαντικό αποδεικτικό μέσο για την απόδειξη των συνθηκών υπό τις οποίες επήλθε το ατύχημα, είχαν όλη την ευχέρεια να αναθέσουν σε δικούς τους τεχνικούς συμβούλους την ανάλυση του εν λόγω οπτικού υλικού, ενέργεια στην οποία δεν προέβησαν, όχι γιατί δεν γνώριζαν την ύπαρξη του (του οπτικού υλικού), καθόσον οι ενάγοντες της πρώτης αγωγής προσκομίζουν με τα σχετικά τους επιλεγμένες τυπωμένες εικόνες από το εν λόγω οπτικό υλικό, αλλά διότι επέλεξαν συνειδητά να αποδείξουν τους αγωγικούς τους ισχυρισμούς κυρίως με την ως άνω αυτόπτη μάρτυρα. Πρέπει να σημειωθεί, ακόμη, ότι οι ενάγοντες της 1ης αγωγής, με την προσθήκη των προτάσεων τους ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, προβαίνουν για πρώτη φορά σε τεχνική ανάλυση του ανωτέρω οπτικού υλικού, η οποία, όμως, δεν προσδιορίζεται από ποιον επιστήμονα - αναλυτή συντάχθηκε ούτε υπογράφεται από κανένα πρόσωπο και γι' αυτό τα συμπεράσματά της δεν είναι επιστημονικά τεκμηριωμένα ούτε μπορούν να αξιολογηθούν. Περαιτέρω, όπως προαναφέρθηκε, αποδείχθηκε ότι ο πρώτος εναγόμενος, μετά τον έλεγχο που πραγματοποίησε ακινητοποιημένος επί της οδού Μ…., εισήλθε στην διασταύρωση της οδού Μ…. με την οδό Λ…… και άρχισε να την διασχίζει με την νόμιμη και αρμόζουσα στις περιστάσεις ταχύτητα των 18 χλμ/ώρα (βλ. ..) πραγματοποιώντας αριστερό ελιγμό (αριστερή στροφή) προκειμένου να εισέλθει στην οδό Λ…… και συγκεκριμένα στο ρεύμα κυκλοφορίας της οδού Λ….. προς την έξοδο της πόλης (προς την οδό Σ….). Ο Γ. Γ., ο οποίος, όπως προαναφέρθηκε, κατά την χρονική στιγμή (18ω:33λ:26δ) της εισόδου του πρώτου εναγομένου στην συμβολή των οδών Λ….. και Μ…. βρισκόταν σε απόσταση 96 μέτρων από την διασταύρωση, αντιλήφθηκε από ικανή απόσταση την είσοδο του αυτοκινήτου του πρώτου εναγομένου στην διασταύρωση, επειδή εκινείτο (Ο Γ. Γ.) σε μία ευθεία και οι συνθήκες ορατήτας ήταν πολύ καλές (βλ...), ενώ είχε τον ήλιο από πίσω του σε σχέση με την φορά της κίνησής του. Παρά ταύτα, ο Γ. Γ. κινούμενος με υπερβολική και υπερδιπλάσια της επιτρεπόμενης από τον Νόμο ταχύτητα (115,2χλμ/ώρα), δεν ρύθμισε την ταχύτητα του αναλόγως με τις κρατούσες συνθήκες, ήτοι δεν την μείωσε παρότι πλησίαζε στον ισόπεδο οδικό κόμβο και παρότι είχε αντιληφθεί από ικανή απόσταση (96 μέτρα) ότι το αυτοκίνητο του πρώτου εναγομένου είχε ήδη εισέλθει στον κόμβο και είχε διασχίσει το μεγαλύτερο τμήμα αυτού. Λίγο πριν εισέλθει ο Γ. Γ. στην διασταύρωση της οδού Λ…… με την οδό Μ…., ο πρώτος εναγόμενος είχε σχεδόν ολοκληρώσει τον αριστερό ελιγμό του προς την οδό Λ…… και είχε, σχεδόν εξέλθει ολόκληρο το αυτοκίνητό του από την διασταύρωση των δύο οδών. Ο Γ. Γ. βλέποντας ότι υπάρχει χώρος για να προσπεράσει το αυτοκίνητο του πρώτου εναγομένου από δεξιά, από τον κενό χώρο μεταξύ του πεζοδρομίου και της δεξιάς πλευράς του αυτοκινήτου του πρώτου εναγομένου, προτίμησε αντί να επιβραδύνει την ταχύτητα της μοτοσικλέτας του από τα 115,2 χλμ/ώρα στα 18χλμ/ώρα και να ακολουθήσει το αυτοκίνητο του πρώτου εναγομένου που εκινείτο έμπροσθεν και ομόρροπα πλέον με την μοτοσικλέτα του με την μικρή ταχύτητα των 18χλμ/ώρα, να προσπεράσει το αυτοκίνητο του πρώτου εναγομένου από δεξιά χωρίς να μειώσει την υπερβολική για τις περιστάσεις ταχύτητα των 115,2 χλμ/ώρα. Όπως αποδεικνύεται τόσο από το πρόχειρο σχεδιάγραμμα της Τροχαίας όσο, ιδίως, και από την εικόνα υπ' αριθμό 6 στην σελίδα 17 της ανωτέρω από 7-5-2019 τεχνικής ανάλυσης, που λήφθηκε από την κάμερα στις 18ω:33λ:29δ, ο Γ. Γ. προσπερνά από δεξιά το αυτοκίνητο του πρώτου εναγόμενου, (αναιρεσιβλήτου) καθ' ην στιγμή το αυτοκίνητο του πρώτου εναγομένου είχε εξέλθει εξ ολοκλήρου από την διασταύρωση των οδών Λ….. και Μ… … και εκινείτο (το αυτοκίνητο του πρώτου εναγομένου), παράλληλα με το πεζοδρόμιο της οδού Λ….., ομόρροπα με τον Γ. Γ. και με κατεύθυνση προς την έξοδο της πόλης, χωρίς τα δύο οχήματα να έρθουν σε επαφή μεταξύ τους. Από την αμέσως επόμενη χρονικά εικόνα, 2η στην σελίδα 28 της ανωτέρω από 7-5-2019 τεχνικής ανάλυσης, που λήφθηκε από την κάμερα στις 18ω:33λ:29δ και 4/25 του δευτερολέπτου, αποδεικνύεται ότι ο Γ. Γ. μετά την προσπέραση απομακρύνεται μπροστά από το αυτοκίνητο του πρώτου εναγομένου, περίπου ένα μήκος αυτοκινήτου, χωρίς να έχει χάσει ακόμα την ισορροπία του. Από την αμέσως επόμενη χρονικά (μεθεπόμενη χρονικά σε σχέση με την εικόνα υπ' αριθ. 6), εικόνα υπ' αριθμό 7 στην σελίδα 17 της ανωτέρω από 7-5-2019 τεχνικής ανάλυσης, που λήφθηκε από την κάμερα στις 18ω:33λ:29δ και 11/25 του δευτερολέπτου, αποδεικνύεται ότι τότε ο Γ. Γ. χάνει την ισορροπία του, λόγω πρόσκρουσής του στο εκ δεξιών του ευρισκόμενο πεζοδρόμιο - κράσπεδο, ενώ έχει απομακρυνθεί περίπου δύο μήκη αυτοκινήτου μπροστά από το αυτοκίνητο του πρώτου εναγομένου, και ανατρέπεται με την δεξιά πλευρά της μοτοσικλέτας του επί της οδού. Σύμφωνα με το πρόχειρο σχεδιάγραμμα της Τροχαίας, το σημείο της πρόσκρουσης της μοτοσικλέτας του Γ. Γ. στο πεζοδρόμιο - κράσπεδο της οδού Λ….. βρίσκεται σε απόσταση 9,60 μέτρων από το σημείο που η οδός Λ…. αρχίζει να διασταυρώνεται με την οδό Μ….. Στην συνέχεια η μοτοσικλέτα με τον αναβάτη της, συρόμενη επί του κρασπέδου του πεζοδρομίου προσέκρουσε, μετά από 11,50'μέτρα (βλ. σχεδιάγραμμα Τροχαίας) σε ένα σκαλοπάτι που βρισκόταν στο ίδιο περίπου ύψος με την άκρη του πεζοδρομίου (βλ. σελ. 30 της από 7-5-2019 τεχνικής ανάλυσης) και αμέσως μετά από επτά μέτρα το σώμα του Γ. Γ., που είχε ήδη χάσει τελείως τον έλεγχο της μοτοσικλέτας του από την πρώτη πρόσκρουση στο κράσπεδο, προσέκρουσε σε έναν ξύλινο στύλο της Δ.Ε.Η. και αποσπάστηκε από την μοτοσικλέτα του, η οποία συνέχισε συρόμενη στο οδόστρωμα για άλλα 42,5 μέτρα οπότε και προσέκρουσε σε ένα αυτοκίνητο, που εκινείτο στην οδό Λ……. με κατεύθυνση προς το κέντρο της πόλης (αντίθετα με την φορά της μοτοσικλέτας) και ακινητοποιήθηκε, προκαλώντας μάλιστα το σπάσιμο του μπροστινού φτερού του διερχόμενου αυτοκινήτου, ενδεικτικό στοιχείο σε συνδυασμό με την μεγάλη απόσταση που διήνυσε συρόμενη η μοτοσικλέτα της υπερβολικής ταχύτητας (115,2 χλμ/ώρα) που είχε αναπτύξει. Η σφοδρή πρόσκρουση του Γ. Γ. στον ξύλινο στύλο της Δ.Ε.Η. επέφερε τον θανάσιμο τραυματισμό του, συνεπεία πολλαπλών κακώσεων σώματος,..... Οι ενάγοντες αποδέχονται ότι ο Γ. Γ. προσπέρασε από δεξιά το αυτοκίνητο του πρώτου εναγομένου, ισχυρίζονται, όμως, ότι η εκ δεξιών προσπέραση του αυτοκινήτου ήταν αναγκαστική επιλογή για τον Γ. Γ., προκειμένου αυτός να αποφύγει την πρόσκρουση στο αυτοκίνητο του πρώτου εναγομένου που εισήλθε αιφνιδίως και ταυτόχρονα με αυτόν στην διασταύρωση των οδών. Επικαλούνται ακόμη, για να ενισχύσουν τον ισχυρισμό τους, ότι ο Γ. Γ. ήταν ικανός μοτοσικλετιστής και συνετός στην οδήγηση. Οι ισχυρισμοί τους αυτοί, όμως, αποδείχθηκαν ουσιαστικά αβάσιμοι, σύμφωνα με τα αναλυτικώς εκτιθέμενα ανωτέρω, καθόσον δεν συντρέχει εν προκειμένω περίπτωση ταυτόχρονης άφιξης στην διασταύρωση των δυο οδηγών ούτε ο Γ. Γ. αιφνιδιάστηκε από την είσοδο του αυτοκινήτου του πρώτου εναγομένου στην διασταύρωση, καθότι, όπως προαναφέρθηκε, κατά την είσοδο του πρώτου εναγομένου στην διασταύρωση ο Γ. Γ. βρισκόταν σε απόσταση 96 μέτρων, έχοντας μπροστά του πολύ καλές συνθήκες ορατότητας, με συνέπεια να αντιληφθεί εγκαίρως την είσοδο του αυτοκινήτου του πρώτου εναγομένου στην διασταύρωση και να δύναται, εφόσον το επιθυμούσε, να επιβραδύνει την ταχύτητα της μοτοσικλέτας του, αποτρέποντας την πρόκληση ατυχήματος.
Συνεπώς, η εκ δεξιών του αυτοκινήτου του πρώτου εναγομένου προσπέραση που επιχείρησε δεν ήταν αναγκαστικός αποφευκτικός ελιγμός, αλλά συνειδητή του επιλογή, καθότι δεν ήθελε να ανακόψει την ταχύτητα με την οποία εκινείτο. Όσον αφορά στα επικαλούμενα από τους ενάγοντες χαρακτηριστικά του αποβιώσαντος μοτοσικλετιστή, δεν αποδείχθηκε ούτε η ικανότητα αυτού στην οδήγηση διότι στερούταν, όπως προαναφέρθηκε (βλ. έκθεση αυτοψίας), άδειας ικανότητας οδήγησης μοτοσικλέτας ούτε ο συνετός τρόπος οδήγησής του, καθότι δεν κρίνεται ως συνετός ένας οδηγός, που επιστρέφοντας από την βόλτα με τους φίλους του στο σπίτι του, κινείται εντός κατοικημένης περιοχής με υπερδιπλάσια της ανώτατης επιτρεπόμενης ταχύτητα (115,2χλμ/ώρα αντί για 50χλμ/ώρα) και ετοιμαζόταν μάλιστα να διασχίσει και διέσχισε πράγματι διασταύρωση με αυτήν την ταχύτητα, έχοντας στην πορεία του προ της διασταυρώσεως διάβαση πεζών. Κατ' ακολουθίαν των παραπάνω αποκλειστικά υπαίτιος για το ένδικο αυτοκινητικό ατύχημα είναι ο θανών, Γ. Γ., ο οποίος δεν κατέβαλε την απαιτούμενη επιμέλεια, που όφειλε ως οδηγός και μπορούσε να καταβάλει, όπως θα έπραττε οποιοσδήποτε άλλος μέσος οδηγός, ευρισκόμενος υπό παρόμοιες συνθήκες, καθόσον δεν είχε διαρκώς τεταμένη την προσοχή του (άρθρο 12§1 του Ν. 2696/ 1999), αλλά οδηγούσε χωρίς σύνεση και προσοχή, καθώς, μολονότι πλησίαζε σε ισόπεδο οδικό κόμβο, δεν κατέβαλε ιδιαίτερη προσοχή για να μην προκαλέσει επί του κόμβου κίνδυνο ή παρακώλυση της κυκλοφορίας, ρυθμίζοντας την ταχύτητα της μοτοσικλέτας του, ώστε να μπορεί να διακόψει την πορεία αυτής, αλλά εισήλθε στον κόμβο χωρίς να ανακόψει την υπερβολική για τις περιστάσεις ταχύτητά του, όταν ήδη βρισκόταν σχεδόν εξολοκλήρου στην έξοδο της διασταύρωσης το προαναφερόμενο αυτοκίνητο του πρώτου εναγομένου, το οποίο είχε αντιληφθεί ο θανών να εισέρχεται στην διασταύρωση από απόσταση 96 μέτρων και το οποίο προσπέρασε εκ δεξιών, καθ' ην στιγμή ευρίσκοντο εκτός του κόμβου (μόλις είχαν εξέλθει) και τα δύο οχήματα κινούμενα ομόρροπα επί της οδού Λ……., με αποτέλεσμα λόγω της παράτολμης και επικίνδυνης ενέργειας του να χάσει τον έλεγχο της μοτοσικλέτας του, να ανατραπεί επί του εδάφους και να τραυματιστεί θανάσιμα, μετά από πρόσκρουση σε στύλο της Δ.Ε.Η. Υπαιτιότητα του πρώτου εναγόμενου στην επέλευση του ένδικου τροχαίου δεν αποδεικνύεται, καθόσον αποδείχθηκε ότι αυτός ασκούσε τον πλήρη έλεγχο του αυτοκινήτου του και κινούμενος με κανονική - νόμιμη ταχύτητα, εισήλθε στον κόμβο, ελέγχοντας προηγουμένως, έχοντας ακινητοποιημένο το αυτοκίνητό του, ότι η κυκλοφορία στην τέμνουσα οδό του επέτρεπε να εισέλθει. Εδώ πρέπει να αναφερθεί ότι για εξακρίβωση του ποιος έχει την προτεραιότητα στον οδικό κόμβο, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η θέση των οχημάτων και η κατάσταση γενικά της συγκεκριμένης υπό κρίση περίπτωσης κατά την χρονική στιγμή κατά την οποία ο κάθε οδηγός παίρνει την απόφαση να διέλθει από τον ισόπεδο κόμβο, δηλαδή κατά την χρονική εκείνη στιγμή κατά την οποία ο κάθε οδηγός αντιλαμβάνεται ή πρέπει να αντιλαμβάνεται την άφιξη στον κόμβο του άλλου οχήματος. Εξάλλου, στις περί ρύθμισης της προτεραιότητας διατάξεις του ΚΟΚ νοείται ότι υπάρχει συγχρονισμός των κινήσεων των οδηγών οι οποίοι προσεγγίζουν στον ισόπεδο οδικό κόμβο, δηλαδή ότι αυτοί συνεχίζοντας να κινούνται με την κεκτημένη και εντός των ορίων του νόμου ταχύτητα, αδυνατούν συγχρόνως να διέλθουν χωρίς να συναντηθούν και συγκρουστούν στο κόμβο. Αντίθετα, οι περί ρύθμισης της προτεραιότητας διατάξεις του ΚΟΚ δεν εφαρμόζονται στην περίπτωση έλλειψης συγχρονισμού, δηλαδή όταν το ένα όχημα εισέρχεται στη διασταύρωση την στιγμή που το άλλο όχημα που θα είχε προτεραιότητα (ως ερχόμενο από δρόμο χωρίς πινακίδα ΣΤΟΠ), όπως στην κρινόμενη περίπτωση, βρίσκεται ακόμη σε απόσταση τέτοια, η οποία να μην μπορεί να καλυφθεί χωρίς υπέρβαση της ταχύτητας που επιβάλλουν οι περιστάσεις, ενόψει του κόμβου (βλ. ..).
Συνεπώς, έσφαλε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ότι υπαίτιος στην πρόκληση του ατυχήματος ήταν ο πρώτος εναγόμενος. ........." Με βάση αυτές τις παραδοχές το Εφετείο, αφού έκρινε τον θανόντα Γ. Γ., αποκλειστικά υπάιτιιο του θανάσιμου τραυματισμού του, δέχτηκε τυπικά και απέρριψε κατ' ουσίαν την από ….2018 έφεση των εναγόντων - εκκαλούντων - αναιρεσειόντων, δέχθηκε τυπικά και κατ' ουσίαν την από …..2018 έφεση των εναγομένων - αναιρεσιβλήτων εξαφάνισε την υπ' αριθμ. …./2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Χαλκίδας και αφού διακράτησε και ερεύνησε εκ νέου τις από ….2017 και από ….2017 αγωγές των αναιρεσειόντων απέρριψε αυτές ως αβάσιμες κατ' ουσίαν. Το Εφετείο, με το να οδηγηθεί στην προαναφερθείσα κρίση δεν παραβίασε, ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου τις ανωτέρω διατάξεις ουσιαστικού δικαίου των άρθρων 914, 300, 330 του ΑΚ και των άρθρων 12 παρ. 1, και 26 παρ. 4 του Ν. 2696/1999 (Κ.Ο.Κ.), τις οποίες ερμήνευσε ορθώς, ενώ διέλαβε στην απόφασή του επαρκείς, σαφείς, χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά αιτιολογίες, ως προς τα ζητήματα που έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, οι οποίες καθιστούν εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο, ως προς την ορθή ή μη εφαρμογή των ως άνω διατάξεων, ενώ δεν ήταν αναγκαία η παράθεση και άλλων αιτιολογιών για να δικαιολογηθεί χωρίς αμφιβολία το αποδεικτικό του πόρισμα και, συνεπώς, η προσβαλλόμενη απόφαση δεν στερείται νόμιμης βάσης. Ειδικότερα, στην προσβαλλόμενη απόφαση αναπτύσσονται με πληρότητα οι συνθήκες κάτω από τις οποίες έλαβε χώρα το ατύχημα και συγκεκριμένα: 1) ότι όταν ο πρώτος εναγόμενος - αναιρεσίβλητος έφτασε στην διασταύρωση της οδού Μ… με την οδό Λ……, ακινητοποίησε το αυτοκίνητό του στο ύψος της απαγορευτικής πινακίδας Ρ-2 "ΣΤΟΠ", προ της συμβολής με την οδό Λ….., και η ώρα ήταν 18ω:33λ:22δ 2) παραχώρησε, όπως είχε υποχρέωση, προτεραιότητα στο λεωφορείο, το οποίο πέρασε την διασταύρωση της οδού Λ….. με την οδό Μ…. και διατήρησε το αυτοκίνητό του ακινητοποιημένο στο ίδιο σημείο, προκειμένου να ελέγξει εκ νέου την κίνηση στα δύο ρεύματα κυκλοφορίας της οδού Λ……. και αφού έλεγξε για άλλα δύο δευτερόλεπτα την κίνηση, εκκίνησε για να εισέλθει στην οδό Λ….., 3) ο πρώτος αναιρεσίβλητος αποφάσισε να εκκινήσει, στις 18ω:33λ:26δ, από τη θέση στάσης για να εισέλθει στην οδό Λ……, αφού ήλεγξε και διαπίστωσε ότι δεν εκινείτο κανένα όχημα επί της άνω οδού στο ύψος της διασταύρωσής της με την οδό Μ…. . 4) ο Γ. Γ. (θανών) κινούμενος επί της οδού Λ….. με κατεύθυνση προς την έξοδο της πόλης, την στιγμή που ο πρώτος αναιρεσίβλητος επιχειρούσε να εισέλθει στον κόμβο, βρισκόταν σε απόσταση 96 μέτρων από την διασταύρωση, και άρα ήταν αδύνατο να αντιληφθεί την κίνηση της μοτοσικλέτας επί της οδού Λ….., από το σημείο όπου νομίμως είχε ακινητοποιήσει το αυτοκίνητό του για έλεγχο της κυκλοφορίας, ώστε εύλογα αποφάσισε να πραγματοποιήσει αριστερή στροφή για να εισέλθει στο ρεύμα κυκλοφορίας της οδού Λ…. προς την έξοδο της πόλης, έχοντας διαπιστώσει ότι δεν παρεμποδίζει την κίνηση των κινούμενων επ'αυτής οχημάτων και 5) ενώ ο πρώτος εναγόμενος είχε σχεδόν ολοκληρώσει τον αριστερό ελιγμό του προς την οδό Λ……., ο Γ. Γ. επεχείρησε να προσπεράσει το αυτοκίνητο αυτού από δεξιά, από τον κενό χώρο μεταξύ του πεζοδρομίου και της δεξιάς πλευράς του αυτοκινήτου, χωρίς να μειώσει την υπερβολική για τις περιστάσεις (υπερδιπλάσια της ανώτατης επιτρεπόμενης εντός κατοικημένης περιοχής) ταχύτητα των 115,2 χλμ/ώρα, με αποτέλεσμα να χάσει την ισορροπία του, λόγω πρόσκρουσής του στο πεζοδρόμιο, να ανατραπεί επί της οδού σε ικανή απόσταση από το αυτοκίνητο του πρώτου αναιρεσιβλήτου, να εκτιναχθεί από την μοτοσικλέτα και να προσκρούσει σε στύλο της Δ.Ε.Η. και να προκληθεί έτσι ο θανάσιμος τραυματισμός του. Οι επικαλούμενες από τις αναιρεσείουσες ελλείψεις και αντιφάσεις της προσβαλλομένης πλήττουν ανεπιτρέπτως (561 εδ. 1 ΚΠολΔ) την εκτίμηση των αποδείξεων και δεν αποτελούν "αιτιολογία", στο πλαίσιο της εν λόγω διατάξεως του άρθρου 559 αριθμ. 19 του ΚΠολΔ, σύμφωνα με την ανωτέρω σκέψη. Επομένως, ο από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ περί του αντιθέτου πρώτος λόγος της αναίρεσης είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Ο δεύτερος λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο οι αναιρεσείουσες ισχυρίζονται ότι το Εφετείο με τις ως άνω παραδοχές παραβίασε τα διδάγματα κοινής πείρας είναι απαράδεκτος, αφού τα αναφερόμενα, σχετικά με την παραβίαση της ρυθμιστικής πινακίδας ΣΤΟΠ περιστατικά, δεν συνιστούν διδάγματα κοινής πείρας, κατά την προεκτεθείσα έννοια (ΑΠ 1662/2012), σε κάθε δε περίπτωση, οι σχετικές αιτιάσεις είναι απαράδεκτες και για το λόγο ότι, υπό την επίφαση κατονομαζόμενων ως διδαγμάτων κοινής πείρας, πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη, κατά το άρθρο 561 παρ. 1 ΚΠολΔ, περί τα πράγματα κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας (ΑΠ 814/2022, ΑΠ 336/2019, ΑΠ121/2018, ΑΠ683/2016). Κατόπιν των ανωτέρω και αφού δεν υπάρχει άλλος λόγο αναιρέσεως προς έρευνα, η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της. Επίσης, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου, που οι αναιρεσείοντες έχουν καταθέσει για την άσκηση της αναιρέσεως στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρο 495 παρ.3 του ΚΠολΔ). Τέλος, πρέπει οι αναιρεσείοντες, που δεν κατέθεσαν προτάσεις να καταδικαστούν λόγω της ήττας τους (άρθρα 176,183 και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ), στα δικαστικά έξοδα της δεύτερης αναιρεσιβλήτου, που παραστάθηκε και κατέθεσε προτάσεις, κατά το νόμιμο αίτημα αυτής, όπως ειδικότερα, ορίζεται στο διατακτικό.


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από ….2021 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως …/../….2021 αίτηση αναιρέσεως της υπ' αριθμ. 13/2021 τελεσίδικης αποφάσεως του Μονομελούς Εφετείου Ευβοίας.
Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του, κατατεθέντος από τις αναιρεσείουσες, παραβόλου.
Και
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα της 2ης αναιρεσίβλητης, το ποσό των οποίων ορίζει σε δύο χιλιάδες επτακόσια ευρώ (2.700€).

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 21 Μαρτίου 2025.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 5 Μαΐου 2025.

Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ



<< Επιστροφή