
Σύνδεσμος απόφασης
Απόφαση 776 / 2025    (Γ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)
Αριθμός 776/2025
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ' Πολιτικό Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Αγάπη Τζουλιαδάκη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ιφιγένεια Ματσούκα-Εισηγήτρια, Φωτεινή Μηλιώνη, Ευγενία Μπιτσακάκη, Αναστασία Καραμανίδου, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ, δημόσια, στο ακροατήριό του, στις 5 Φεβρουαρίου 2025, με την παρουσία και του γραμματέα Παναγιώτη Μπούκη, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό Οικονομικών, κατοικοεδρεύοντα στην Αθήνα, το οποίο εκπροσωπήθηκε από την Ελένη Κωστάντη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, με δήλωση, κατ' άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, και κατέθεσε προτάσεις.
Της αναιρεσίβλητης: Δ. Ν. του Μ., κατοίκου ..., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Νικόλαο Μπάρτζη, με δήλωση, κατ' άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, και κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 1-2-2017 αίτηση της ήδη αναιρεσίβλητης και την από 18-10-2016 κύρια παρέμβαση του Ελληνικού Δημοσίου, που κατατέθηκαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Χαλκίδας και συνεκδικάσθηκαν. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: ... οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και ... του Μονομελούς Εφετείου Ευβοίας. Την αναίρεση της τελευταίας αποφάσεως ζητεί το αναιρεσείον με την από 19-7-2022 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την από 19-07-2022 αίτηση αναίρεσης προσβάλλεται η αντιμωλία των διαδίκων υπ' αριθμ. ... εκδοθείσα τελεσίδικη απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Ευβοίας (εκουσίας δικαιοδοσίας), κατάληξη της ακόλουθης διαδικαστικής διαδρομής: Με την από 01-02-2017 αίτησή της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Χαλκίδος, η αιτούσα και ήδη αναιρεσίβλητη, Δ. Ν., ζήτησε τη διόρθωση της ανακριβούς πρώτης εγγραφής στα κτηματολογικά βιβλία και λοιπά στοιχεία του Κτηματολογικού Γραφείου Χαλκίδος των ακινήτων με ΚΑΕΚ ..., αντίστοιχα, ώστε, αφού αυτά συνενωθούν και αποτυπωθούν ως ένα ενιαίο γεωτεμάχιο, να καταχωρισθούν πλέον με ενιαίο ΚΑΕΚ και στο αντίστοιχο κτηματολογικό φύλλο, σύμφωνα με το από Ιούλιο 2016 τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού Τ. Δ., να καταχωριστεί η αιτούσα, αντί της εσφαλμένης ένδειξης "αγνώστου ιδιοκτήτη", ως αποκλειστική κυρία, με αναγραφή των πλήρων στοιχείων της με αιτία κτήσης την κληρονομιά και τίτλο κτήσης την υπ' αριθμ. ... πράξη αποδοχής κληρονομιάς της Συμβολαιογράφου Χαλκίδος Π. - Γ. Δ. - Ν., νόμιμα μεταγεγραμμένη στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Χαλκίδος στον υπ' αριθμόν ..., όπως αυτή διορθώθηκε με την υπ' αριθμόν ... πράξη της ίδιας ως άνω Συμβολαιογράφου. Στα πλαίσια της ανοιγείσας δίκης, το ήδη αναιρεσείον, Ελληνικό Δημόσιο, άσκησε την από 18-10-2017 κύρια παρέμβασή του, με την οποία αντιποιήθηκε το αντικείμενο της κύριας δίκης, επικαλούμενο ίδιον δικαίωμα κυριότητας στα παραπάνω ακίνητα και την αναγραφή του ίδιου ως ιδιοκτήτη αυτών. Πιο συγκεκριμένα, το αναιρεσείον Ελληνικό Δημόσιο ζήτησε να απορριφθεί η κατά τα παραπάνω αίτηση της Δ. Ν. και να καταχωριστεί αυτό ως αποκλειστικός κύριος, αντί της εσφαλμένης ένδειξης "αγνώστου ιδιοκτήτη" με αναγραφή των πλήρων στοιχείων του στο κτηματολογικό φύλλο, προβάλλοντας δικαίωμα κυριότητας στα επίδικα ως αδέσποτα (άρθρο 16 του Β.Δ της 10/07/1837 και 972 Α.Κ.), διαφορετικά ως εγκαταλελειμμένα (άρθρο 34 του Α.Ν. 1539/1938), επικαλούμενο επιπλέον κτήση κυριότητας των επίδικων ακινήτων ως διάδοχο του Τουρκικού Κράτους σε συνδυασμό με έλλειψη κυριότητας της αιτούσας - αναιρεσίβλητης, λόγω έλλειψης τίτλων (ταπί, χοτζέτι κ.λ.π.), καθώς και έλλειψης κυριότητας αυτής με παράγωγο αλλά και με πρωτότυπο τρόπο (μη απόδειξη χρησικτησίας με καλή πίστη συμπληρωθείσας έως την 11-09-1915). Με την υπ' αριθμόν ... απόφασή του το Μονομελές Πρωτοδικείο Χαλκίδος κήρυξε απαράδεκτη τη συζήτηση της κύριας αίτησης, καθώς η αιτούσα και ήδη αναιρεσίβλητη δεν προσκόμισε το απαιτούμενο τοπογραφικό διάγραμμα γεωμετρικών μεταβολών και την εισήγηση του Τμήματος Χωρικών Μεταβολών της Διεύθυνσης λειτουργούντος Κτηματολογίου, ενώ συγχρόνως απέρριψε την κύρια παρέμβαση του Ελληνικού Δημοσίου λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου. Κατά της απόφασης αυτής, αναφορικά με το κεφάλαιο απόρριψης της κύριας παρέμβασής του, το Ελληνικό Δημόσιο άσκησε την από 18-06-2019 έφεση ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Ευβοίας, επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλομένη υπ' αριθμ. ... απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία έγινε δεκτή η έφεση και απορρίφθηκε ως ουσιαστικά αβάσιμη η κύρια παρέμβαση του Ελληνικού Δημοσίου. Η αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρ. 552, 553, 556, 558, 564, 566 παρ. 1, Κ.Πολ.Δ.). Είναι συνεπώς παραδεκτή (άρθρ. 577 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ) και πρέπει και πρέπει να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 577 παρ. 3 ΚΠολΔ). Από τις ρυθμίσεις που περιέχονται στο πρωτόκολλο του Λονδίνου της 21-1/3-2-1830 "περί ανεξαρτησίας της Ελλάδος" και στα ερμηνευτικά αυτού πρωτόκολλα της 4/16-6-1830 και της 19-6/1-7-1830, σε συνδυασμό με τις ρυθμίσεις της από 27-6/9-7-1832 Συνθήκης της Κωνσταντινούπολης "περί οριστικού διακανονισμού των ορίων της Ελλάδος" και του άρθρου 16 του νόμου της 21-6/10-7-1837 "περί διακρίσεως δημοσίων κτημάτων", προκύπτει ότι στην κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου περιήλθαν εκείνα τα ακίνητα που βρίσκονταν εντός της ζώνης που μέχρι την 3-2-1830 είχε καταλάβει με τις στρατιωτικές του δυνάμεις και ανήκαν είτε στο Οθωμανικό Δημόσιο είτε σε Οθωμανούς ιδιώτες, καθώς και όσα εγκαταλείφθηκαν από τους Οθωμανούς ιδιοκτήτες τους και κατέστησαν αδέσποτα. Η κτήση των ακινήτων αυτών έγινε δια δημεύσεως "πολεμικώ δικαιώματι" (ΑΠ 73/2018). Εξάλλου, όσον αφορά τα Οθωμανικά κτήματα τα ευρισκόμενα κατά τον χρόνο διακήρυξης της ανεξαρτησίας του νέου ελληνικού κράτους (3-2-1830) εντός εδαφών τελούντων υπό τουρκική στρατιωτική κατοχή, αλλά εν συνεχεία παραχωρηθέντων βάσει της Συνθήκης της Κωνσταντινούπολης στην ελληνική κυριαρχία, όπως ειδικότερα η Αττική και τμήματα της Βοιωτίας και της Φθιώτιδας, όσα μεν εξ αυτών ανήκαν στο Οθωμανικό Δημόσιο περιήλθαν βάσει της ίδιας συνθήκης στο Ελληνικό Δημόσιο, ενώ όσα ανήκαν σε Οθωμανούς ιδιώτες παρέμειναν στην ιδιοκτησία τους με δικαίωμα πώλησής τους εντός προθεσμίας (ΑΠ 15/1843, 24/1849, 230/1850, 80/1877). Περαιτέρω, όσον αφορά τα ακίνητα που ευρίσκοντο είτε στην ελληνική είτε στην τουρκική ζώνη κατοχής, κατά την 3.2.1830, εκείνων των εδαφών που τελικά αποτέλεσαν το πρώτο ελληνικό κράτος και κατέχονταν από Έλληνες ιδιώτες με διάνοια κυρίου, έστω και με άκυρο κατά το οθωμανικό δίκαιο τίτλο, (ήτοι ταπί, χοτζέτι ή βουγιουρδί), αυτά αναγνωρίσθηκαν ως ανήκοντα στους τελευταίους. Ειδικά, όσον αφορά την Εύβοια, αυτή δεν περιήλθε στο Ελληνικό Κράτος, ως διάδοχο του Τουρκικού Δημοσίου, με δικαίωμα πολέμου, όπως οι υπόλοιπες περιοχές της Πελοποννήσου και της Στερεάς Ελλάδας, αφού ειδικά η Εύβοια δεν καταλήφθηκε από τον ελληνικό απελευθερωτικό στρατό, αλλά παραδόθηκε από τις τουρκικές αρχές του νησιού στην ελληνική κυβέρνηση, με την υποχρέωση όμως, που περιλήφθηκε στο από 3-2-1830 πρωτόκολλο του Λονδίνου, ως όρος, να αγορασθούν τα τουρκικά κτήματα από το Ελληνικό κράτος, δυνατότητα ωστόσο, την οποία δεν είχε το τελευταίο, με αποτέλεσμα να τα αγοράσουν, ύστερα από υπόδειξη της Κυβέρνησης Έλληνες και ξένοι κεφαλαιούχοι, ώστε να περιληφθεί η Εύβοια στα σύνορα του νεοσύστατου Ελληνικού κράτους (βλ. ΑΠ 1190/2015). Τέλος, από τις διατάξεις του προϊσχύοντος β.ρ. δικαίου ν.8 § 1 Κωδ. (7.39), ν.9 § 7 (Βασ. 50.14), τη διάταξη του άρθρου 62 ΕισΝΑΚ, τη διάταξη του άρθρου 21 του ν.δ. της 22.4.1926 "περί διοικητικής αποβολής κλπ." και τα δ/γματα που εξεδόθησαν προς εκτέλεση του ν. ΔΞΗ/1912, προκύπτει ότι επί των δημοσίων κτημάτων οι ιδιώτες μπορούν ν' αποκτήσουν κυριότητα με έκτακτη χρησικτησία, εφόσον ασκήσουν με καλή πίστη και διάνοια κυρίου τη νομή επί 30ετία, συμπληρούμενη το αργότερο μέχρι τις 12.9.1915. Εξάλλου, κατά το άρθρο 559 αριθ. 1 ΚΠολΔ, ιδρύεται λόγος αναίρεσης, αν παραβιάσθηκε κανόνας ουσιαστικού δικαίου. Τούτο συμβαίνει αν, για την εφαρμογή κανόνα ουσιαστικού δικαίου, το δικαστήριο απαίτησε περισσότερα στοιχεία ή αρκέστηκε σε λιγότερα στοιχεία από εκείνα που αυτός απαιτεί, καθώς και αν το δικαστήριο προσέδωσε στον εφαρμοστέο κανόνα δικαίου έννοια διαφορετική από την αληθινή. Στην περίπτωση που το δικαστήριο έκρινε κατ' ουσίαν την υπόθεση, η παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται ενόψει των πραγματικών περιστατικών που ανελέγκτως δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν το δικαστήριο της ουσίας και της υπαγωγής αυτών στο νόμο, ιδρύεται δε ο λόγος αυτός, όταν το δικαστήριο εφάρμοσε το νόμο, παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν δεν ήταν αρκετά για την εφαρμογή του ή δεν εφάρμοσε το νόμο, παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε αρκούσαν για την εφαρμογή του, καθώς και όταν προέβη σε εσφαλμένη υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών σε διάταξη, στο πραγματικό της οποίας αυτά δεν υπάγονται. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 559 αρ. 19 ΚΠολΔ, ιδρύεται λόγος αναίρεσης και αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Έλλειψη νόμιμης βάσης, κατά την έννοια της διάταξης αυτής, υπάρχει, όταν από το αιτιολογικό της απόφασης, που συνιστά την ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού, δεν προκύπτουν κατά τρόπο πλήρη, σαφή και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία, σύμφωνα με το νόμο, είναι αναγκαία για την κρίση, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ότι συντρέχουν οι όροι της διάταξης που εφαρμόσθηκε ή ότι δε συντρέχουν οι όροι εφαρμογής της. Ιδρύεται, δηλαδή, ο λόγος αυτός, όταν από τις παραδοχές της απόφασης δημιουργούνται αμφιβολίες για το αν παραβιάστηκε ή όχι ορισμένη ουσιαστική διάταξη νόμου. Αναφέρεται σε πλημμέλειες αναγόμενες στη διατύπωση του αποδεικτικού πορίσματος και δεν ιδρύεται, όταν υπάρχουν ελλείψεις αναγόμενες στην εκτίμηση των αποδείξεων και, ειδικότερα, στην ανάλυση, στάθμιση και αιτιολόγηση του πορίσματος που έχει εξαχθεί από αυτές, αρκεί τούτο να εκτίθεται σαφώς, πλήρως και χωρίς αντιφάσεις. Ως ζητήματα, τέλος, των οποίων η μη αιτιολόγηση ή η αιτιολόγηση κατά τρόπο ανεπαρκή ή αντιφατικό στερεί από την απόφαση τη νόμιμη βάση, νοούνται μόνο οι ισχυρισμοί που έχουν αυτοτελή ύπαρξη, που τείνουν δηλαδή στη θεμελίωση ή κατάλυση του δικαιώματος που ασκήθηκε, είτε ως επιθετικό είτε ως αμυντικό μέσο, όχι όμως και τα πραγματικά ή νομικά επιχειρήματα που συνέχονται με την αξιολόγηση και στάθμιση των αποδείξεων, για τα οποία η έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας δεν ιδρύει λόγο αναίρεσης. Στην προκείμενη περίπτωση από την επισκόπηση του προσκομιζόμενου αντιγράφου της προσβαλλόμενης απόφασης, προκύπτει ότι με αυτήν το Εφετείο, μετά από εκτίμηση των αποδείξεων, δέχθηκε τα ακόλουθα: "Το επίδικο ακίνητο είναι ένα αγροτεμάχιο, που βρίσκεται στη θέση "..." της κτηματικής περιφέρειας της Δημοτικής Κοινότητας Βασιλικού της Δημοτικής Ενότητας ... του Δήμου Χαλκιδέων Εύβοιας, επιφάνειας 1.152,22 τ.μ. Μέσα σε αυτό υπάρχει παλαιά ισόγεια αποθήκη 10 τ.μ., μία στέρνα επιφάνειας 8,56 τ.μ. και ανοικτά υπόστεγα, όπως εμφαίνεται στο από Ιουλίου 2016 τοπογραφικό διάγραμμα του Πολιτικού Μηχανικού Α. Δ. με τη συνημμένη σε αυτό δήλωση, σύμφωνα με το Νόμο ότι το συγκεκριμένο ακίνητο βρίσκεται εκτός σχεδίου πόλης, εκτός οικισμού, εντός περιμετρικής ζώνης και εντός ζώνης οικιστικού ελέγχου Ζ.Ο.Ε., είναι μη άρτιο και μη οικοδομήσιμο, δεν έχει εισφορά σε γη ή χρήμα, ενώ δεν διέρχεται γραμμή υψηλής τάσης της Δ.Ε.Η., απέχει δε από τη θάλασσα τετρακόσια ογδόντα (480) μέτρα. Αυτό εμφαίνεται στο παραπάνω τοπογραφικό διάγραμμα περιμετρικό με τους αριθμούς 1-2-3-4-5-6-7-8-9-18-17-16-15-14-13-12-11-1 και συνορεύει βόρεια με ιδιοκτησία κληρονόμων Α. Ν. με αριθμό ΚΑΕΚ ... στις πλευρές 1-2 μήκους μέτρων 2,8ι, 2-3 μήκους μέτρων 0,41, 3~4 μήκους μέτρων 3,33 και 4~5 του διαγράμματος μήκους μέτρων 8,19, με ιδιοκτησία Σ. Γ. με αριθμό ΚΑΕΚ ... στις πλευρές 5-6 μήκους μέτρων 19,65 και 6-7 του διαγράμματος μήκους μέτρων 14,04, με ιδιοκτησία Ε. Γ. με αριθμό ΚΑΕΚ ... στις πλευρές 7-8 του διαγράμματος μήκους μέτρων 4,9 ·), 8-9 μήκους μέτρων 6,39, 9-18 μήκους μέτρων 18,31 με ιδιοκτησία Α. Χ. με αριθμό ΚΑΕΚ ... στις πλευρές 18-17 του διαγράμματος μήκους 3,05 και 17-16 του διαγράμματος μήκους μέτρων 3,ο9, με ιδιοκτησία Δ. Ν. - Α. με αριθμό ΚΑΕΚ ... στις πλευρές 16-15 του διαγράμματος μήκους μέτρων 28,65 και 15-14 του διαγράμματος μήκους μέτρων 1,07, με ιδιοκτησία Μ. Ν. με αριθμό ΚΑΕΚ ... στις πλευρές 14-13 του διαγράμματος μήκους μέτρων 11,81 και 13-12 του διαγράμματος μήκους μέτρων 7,49 και με ιδιοκτησία Δ. Ν. με αριθμό ΚΑΕΚ ... στις πλευρές 12-11 του διαγράμματος μήκους μέτρων 0,37 και 11-1 του διαγράμματος μήκους μέτρων 1,73. Σύμφωνα με το υπ' αριθμόν πρωτ. ... έγγραφο της Περιφερειακής Διεύθυνσης Δημόσιας Περιουσίας Θεσσαλίας, Στερεάς Ελλάδας βρίσκεται στην ευρύτερη περιοχή .... Στο συγκεκριμένο ακίνητο δεν αποδείχθηκε ότι το Ελληνικό Δημόσιο έχει αποκτήσει το εμπράγματο δικαίωμα κυριότητας με τους περιγραφόμενους στην κύρια παρέμβασή του τρόπους. Ειδικότερα, όπως εκτέθηκε στη νομική σκέψη της παρούσας απόφασης σχετικά με τα ευρισκόμενα στη νήσο Εύβοια κτήματα, αυτά δεν περιήλθαν στο Ελληνικό Κράτος, με δικαίωμα πολέμου, αφού η νήσος Εύβοια δεν κατακτήθηκε με όπλα αλλά παραχωρήθηκε στο νεοσύστατο Ελληνικό Κράτος, με βάση το από 03-02-1830
πρωτόκολλο του Λονδίνου (αριθ. 2 εδ. Γ αυτού) και την από 27.6/9-7-1832 Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης και έπρεπε να παραδοθεί μέχρι την 3οη Δεκεμβρίου του έτους 1832, αφού προηγηθεί της ενσωμάτωσης της η καταβολή αποζημιώσεων, παραδόθηκε τελικά την 25η Μαρτίου του έτους 1833 από τον εκπρόσωπο της Οθωμανικής Επιτροπής Χατζή Ισμαήλ Μπέη στο διορισμένο προς τούτο από το Ελληνικό Κράτος βασιλικό επίτροπο Ι. Ρ. - Ν. (Α.Π. 309/2012, Εφ.ΑΘ. 86/2009, Εφ. Αθ, 213/2008, Εφ. Αθ. 7455/2003 αδημοσίευτες στο Νομικό Τύπο, Γ.Π. Νάκου: Νομικό Καθεστώς των τέως δημοσίων Οθωμανικών Γαιών, σελ. 89, Ελ. Ηλία Παπαθανασόπουλου: Ανέκδοτα έγγραφα περί Τουρκικών Κτημάτων και της προσαρτήσεως της Εύβοιας {Εταιρεία Ευβοϊκών Σπουδών , σελ. 311 επομ,). Ούτε εξάλλου αποδείχθηκε ότι κατά τους ανωτέρω χρόνους, στους οποίους αναφέρεται το Ελληνικό Δημόσιο το ακίνητο αυτό εγκαταλείφθηκε από τους τούρκους ιδιοκτήτες του κατά την αποχώρησή τους από τη νήσο Εύβοια και ότι, κατ' αυτό τον τρόπο, κατέστη αδέσποτο και ανήκει στο Ελληνικό Δημόσιο, σύμφωνα με το άρθρο 16 του Ν. της 21.6/10.7-1837 ούτε και αποτελούσε ανέκαθεν λειβάδιο ή βοσκότοπο, ώστε να ανήκει σε αυτό, σύμφωνα με το άρθρο 1 του από 3/15-12-1833· Άλλωστε, εντελώς αόριστα αποδίδει σε αυτό το χαρακτηρισμό είτε ως εγκαταλελειμμένο, είτε ως αδέσποτο, είτε ως λειβάδιο, είτε ως βοσκότοπος χωρίς ωστόσο να προσκομίζει οποιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο για την απόδειξη των ισχυρισμών του, ότι δηλαδή το επίδικο ακίνητο έχει περιέλθει στην κυριότητά του λόγω του χαρακτηρισμού του είτε ως εγκαταλελειμμένο, είτε ως αδέσποτο, είτε ως λειβάδιο, είτε ως βοσκότοπος. Κατ' ακολουθία των παραπάνω, δεν αποδείχθηκε ότι το επίδικο ακίνητο αποτελεί δημόσιο κτήμα, με συνέπεια να τυγχάνει απορριπτέος ο ισχυρισμός του εκκαλούντος ότι αποκλείεται η θεμελίωση ίδιου δικαιώματος κυριότητος από ιδιώτη, συμπεριλαμβανομένου και της εφεσίβλητης, καθώς δεν τυγχάνουν εφαρμογής στην προκειμένη περίπτωση οι διατάξεις των νόμων 8 παρ. 1 κωδ. (739, 9 παρ.1 Βας. (50.14) 2 παρ. 20 Πανδ. (41.4) 6 Πανδ.(44-3), 76 παρ. 1 Πανδ. (ι8.ι) και 7 παρ. 3 Παν. (23.3) του προϊσχύσαντος βυζαντινορωμαϊκού δικαίου, οι οποίες κατά το άρθρο 51 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα τυγχάνουν εφαρμογής για τον προγενέστερο της εισαγωγής του Αστικού κώδικα χρόνο σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 18 παρ. 21 του Νόμου της 21.6/3-7-1837 "Περί Διακρίσεως Δημοσίων Κτημάτων", τις διατάξεις αφενός μεν του Ν. Δ/τος ΔΖΗ/1912 και των Δια/των "Περί Δικαιοστασίου", που εκδόθηκαν με βάση το Νόμο αυτό και αφετέρου του άρθρου 21 του Ν. Δ/τος της 22.4/16.05.1926 "Περί Διοικητικής Αποβολής από των κτημάτων της Αεροπορικής Αμύνης", με τις οποίες απαγορεύθηκε η χρησικτησία τρίτων προσώπων σε αυτά (Α.Π. 309/2012 Δημοσιευμένη στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών "ΝΟΜΟΣ"), Για το λόγο αυτό στη συγκεκριμένη γεωγραφική - εδαφική περιοχή λάμβαναν χώρα πράξεις σύστασης, μετάθεσης κ.λ.π. εμπραγμάτων δικαιωμάτων κυριότητας σε αυτά τα κτήματα μεταξύ των ιδιωτών. Υπό το συγκεκριμένο καθεστώς η Δ. Ν. απέκτησε την πλήρη κυριότητα του ανωτέρω ακινήτου από τον παππού της, με βάση κληρονομική διαδοχή και συγκεκριμένα ως κληρονόμος από διαθήκη του Ι. Χ. του Κ. και Α., ο οποίος απεβίωσε την 25.09.1995. Ειδικότερα, με την υπ' αριθμόν ... δημόσια διαθήκη του, που συντάχθηκε ενώπιον του Συμβολαιογράφου Χαλκίδας Ι. Γ., δημοσιευμένη από το Μονομελές Πρωτοδικείο Χαλκίδας με τα υπ' αριθμόν ... πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, ο αποβιώσας κατέλειπε το εμπράγματο δικαίωμα της κυριότητας στο συγκεκριμένο ακίνητο στη Δ. Ν., η οποία αποδέχθηκε την κληρονομιά, που της επήχθη, με την υπ' αριθμόν ... πράξη αποδοχής κληρονομιάς της Συμβολαιογράφου Χαλκίδας Π. - Γ. Δ. - Ν., μεταγεγραμμένης στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Χαλκίδας στον τόμο ..., όπως αυτή διορθώθηκε με την υπ' αριθμόν ... πράξη της ιδίας ως άνω Συμβολαιογράφου. Στο δικαιοπάροχο της Δ. Ν. το συγκεκριμένο ακίνητο περιήλθε σε μεγαλύτερη έκταση κατά μεν ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου με το υπ' αριθμόν ... συμβόλαιο αγοραπωλησίας του άλλοτε Συμβολαιογράφου Χαλκίδας Τ. Α., μεταγεγραμμένο στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Χαλκίδας στον τόμο ..., από αγορά από τον Κ. Σ. του Π. και κατά δε ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου από άτυπη παραχώρηση της συζύγου του Α. Χ., το γένος Α. και Μ. Μ. ήδη από το έτος 1957. Ειδικότερα, το εξ αδιαιρέτου ποσοστό κυριότητας στο επίδικο ακίνητο της Α. Χ. περιήλθε σε αυτήν με του προαναφερομένου συμβολαίου αγοραπωλησίας με αγορά από τον Κ. Σ. του Π.. Ο τελευταίος απέκτησε το αγροτεμάχιο από κληρονομιά του αποβιώσαντος την 04-04-1932 πατέρα του Π. Σ., ο οποίος κατέλειπε την υπ' αριθμόν ... δημόσια διαθήκη του, που συντάχθηκε ενώπιον του Συμβολαιογράφου Χαλκίδας Τ. Α., δημοσιευθείσα από το Μονομελές Πρωτοδικείο Χαλκίδος. Στον Π. Σ. του Α. είχε περιέλθει κατόπιν διανομής με τον αδελφό του Κ. Σ. του Α., με βάση το υπ' αριθμόν ... διανεμητήριο συμβόλαιο του Συμβολαιογράφου Χαλκίδος Σ. Σ., μεταγεγραμμένο την 22-09-1975 στα βιβλία μεταγραφών του τέως Δήμου Χαλκιδέων στον υπ' αριθμόν ..., περιγραφόμενο με τον αριθμό 10, ως εξής: " ..έτερον αγρόν εις την αυτήν θέσην ..., συνορευόμενον γύρωθεν με δρόμο με κληρονόμους Π. Γ. και Γ. Σ.". Μετά από την άτυπη παραχώρηση του ποσοστού συγκυριότητας στο παραπάνω ακίνητο στο δικαιοπάροχο της αιτούσας Δ. Ν., το έτος 1957 ο τελευταίος ασκούσε με διάνοια κυρίου όλες τις προσιδιάζουσες στη φύση του ακινήτου υλικές, εμφανείς στους τρίτους διακατοχικές πράξεις νομής, επιβλέποντας αυτό και καθαρίζοντας το από την άγρια βλάστηση, όργωνε δε και καλλιεργούσε αυτό με οπωρολαχανικά, συλλέγοντας τους καρπούς, που υπήρχαν μέσα σε αυτό και διαθέτοντας τους προς πώληση. Η Δ. Ν., το έτος 1995 διαδέχθηκε τον παππού της στη νομή του επίδικου ακινήτου με πρόθεση εξουσίασης, εξακολουθώντας να διενεργεί σε αυτό τις αρμόζουσες στον προορισμό του πράξεις νομής. Επομένως, το συγκεκριμένο ακίνητο έχει περιέλθει στην κυριότητα της Δ. Ν. με παράγωγο τρόπο, δηλαδή, με αποδοχή κληρονομιάς από τον παππού της - αληθή κύριο (κατά δε το 1/2 ποσοστό συγκυριότητας αυτός είχε καταστεί κύριος του επίδικου ακίνητου σε κάθε περίπτωση με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας, αφού νεμόταν συνεχώς το ακίνητο πλέον της εικοσαετίας). Περαιτέρω, προέκυψε ότι με την 24414/ 4876/8-9-1997 απόφαση του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ, που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ 836/ΒΙ 17- 9~1997) η περιοχή του Δήμου Χαλκιδέων του νομού Εύβοιας, εντός των ορίων του οποίου βρίσκεται το ανωτέρω ακίνητο, κηρύχθηκε υπό κτηματογράφηση, στα πλαίσια εργασιών για τη δημιουργία του Εθνικού Κτηματολογίου, σύμφωνα με το Ν. 2308/1995. Κατά τα άρθρα 2 και 14 του ανωτέρω νόμου και της απόφασης 85187/4605/ 22-8-1996 (ΦΕΚ Β 814/04-09-1996) που εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση της τελευταίας ως άνω διάταξης, κλήθηκαν όσοι έχουν εμπράγματο ή άλλο εγγραπτέο στα κτηματολογικά βιβλία δικαίωμα σε ακίνητα της υπό κτηματογράφηση περιοχής, να υποβάλουν δήλωση με περιγραφή του δικαιώματος τους και αναφορά στην αιτία κτήσης του. Ακόμη, με τις υπ' αριθμόν ... και ... αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Κτηματογράφησης και Χαρτογραφήσεων Ελλάδος (Ο.Κ.Χ.Ε.), που δημοσιεύθηκαν στο Φ.Ε.Κ. 1128/11.08.2005, τεύχος Β', διαπιστώθηκε την 03.08.2005 η ολοκλήρωση της διαδικασίας καταχώρισης των πρώτων εγγραφών στα κτηματολογικά βιβλία για τα ακίνητα της περιοχής του Δημοτικού Διαμερίσματος Βασιλικού (πρώην Δήμος Βασιλικού) του Δήμου ... του Νομού Εύβοιας, κατά μεταφορά από τους αναμορφωμένους κτηματολογικούς πίνακες της Β' Ανάρτησης, οι οποίοι έχουν αριθμό ειδικού πρωτοκόλλου παραλαβής κτηματολογικών στοιχείων υπ' αριθμόν ... και ορίσθηκε η 11 Αυγούστου 2005 ως ημερομηνία έναρξης του κτηματολογίου στην ως άνω περιοχή. Ωστόσο, μετά το πέρας της κτηματογράφησης, στην πρώτη εγγραφή των κτηματολογικών βιβλίων του Κτηματολογικού Γραφείου Χαλκίδας, η ανωτέρω ιδιοκτησία καταχωρίσθηκε ως δύο αυτοτελή αγροτεμάχια, το με KAEK ... συνολικής έκτασης 664 τ.μ., κυριότητας της αιτούσας και το με ΚΑΕΚ ... συνολικής έκτασης 488 τ.μ., φερόμενο ως "αγνώστου ιδιοκτήτη".
Συνεπώς, η εγγραφή στα οικεία κτηματολογικά βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Χαλκίδας παρίσταται ως ανακριβής. Ακολούθως, η ανωτέρω ιδιοκτησία εσφαλμένα αποτυπώθηκε στο οικείο φύλλο ως δύο αγροτεμάχια και έχει καταχωρισθεί ως δύο αυτοτελείς ιδιοκτησίες με ΚΑΕΚ ..., συνολικής έκτασης 664 τ.μ., δεν αποτελεί δημόσιο κτήμα αλλά ανήκει κατά πλήρες δικαίωμα κυριότητας της Δ. Ν. και με ΚΑΕΚ ..., συνολικής έκτασης 488 τ.μ., οι οποίες καταχωρίστηκαν η μεν πρώτη ως ιδιοκτησία της τελευταίας, η δε δεύτερη καταχωρίσθηκε με την ένδειξη "αγνώστου ιδιοκτήτη". Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια ενιαία ιδιοκτησία, συνολικής έκτασης 1.152 τ.μ, όπως εμφαίνεται στο από Μαΐου 2019 τοπογραφικό διάγραμμα γεωμετρικών μεταβολών της Πολιτικού Μηχανικού Α. Μ., ώστε οι παραπάνω εγγραφές στα κτηματολογικά βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Χαλκίδας να είναι ανακριβείς. Άλλωστε σύμφωνα με την υπ' αριθμόν ... Θετική εισήγηση της "ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε", συντρέχουν οι τεχνικές προϋποθέσεις της απεικόνισης της γεωμετρικής μεταβολής που θα επέλθει με την αιτούμενη διόρθωση στα κτηματολογικά διαγράμματα. Μετά ταύτα, ενόψει των ανωτέρω, η ένδικη κύρια παρέμβαση του Ελληνικού Δημοσίου πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας"......Με βάση τις παραδοχές αυτές το Εφετείο εξαφάνισε την πρωτόδικη απόφαση, που είχε απορρίψει ως απαράδεκτη την κύρια παρέμβαση και αφού δίκασε κατ' ουσίαν την υπόθεση, απέρριψε την κύρια παρέμβαση ως ουσιαστικά αβάσιμη απορρίπτοντας τους ισχυρισμούς ιδίας κυριότητας του αναιρεσείοντος Ελληνικού Δημοσίου. Με τον πρώτο λόγο αναίρεσης προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η από τον αριθ. 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλεια επειδή το Εφετείο παραβίασε τις διατάξεις του βυζαντινορωμαϊκού δικαίου ν. 8 Κωδ. (7.39), 9 παρ. 1 Βασ. (50.14), 2 παρ. 20 Πανδ. 41.4, 6 Πανδ. (44.3), 76 παρ. 1 Πανδ. (18.1), 7 παρ. 3 Πανδ. (23.3), ν. 20 παρ. 12 Πανδ. (5.8), 27 Πανδ. (18.1), 10,17 και 48 Πανδ. (941.3), 3 Πανδ. 941.100 και 109 Πανδ. (50.16), ν. 11 Πανδ. (44.3), ν. 3 Κωδ. 7,30, ν.11. Κωδ. 7, 32 παρ. 12 και εκείνες του άρθρου 3 Οθωμανικού Νόμου της 7 Ραμαζάν 1274 (1856) "περί Γαιών", των άρθρων 5 και 6 του Πρωτοκόλλου της 3.2.1830 "περί της Ανεξαρτησίας της Ελλάδος" και τα μεταγενέστερα 4/16.6.1830 και 1/19.7.1830, της από 9.7.1832 Συνθήκης της Κωνσταντινουπόλεως περί οριστικού διακανονισμού των ορίων του πρώτου Ελληνικού Κράτους, την από 28.3.1835 Ελληνοτουρκική Σύμβαση, του άρθρου 1 ν. 3/15.12.1833 (περί βοσκοτόπων), του Β.Δ 17/29.11.1836 (περί ιδιωτικών δασών), των Β.Δ. 26/4/8.5.1838, από 26-6/8.7.1836 και 2/14.10.1836, του Ν. της 21.6/3.7.1837 "περί διακρίσεως δημοσίων κτημάτων", του Ν. ΔΞΗ' /1912 και των διαταγμάτων "περί δικαιοστασίου" που εκδόθηκαν βάσει αυτού και του άρθρου 21 του Ν.Δ. της 22.4/15.6.1926 "περί Διοικητικής αποβολής από κτημάτων της αεροπορικής αμύνης", διότι, "κατ'εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση αγνόησε παντελώς την αναγκαία διαδικασία των προβλεφθέντων τότε με τα ανωτέρω β.δ. Μικτών Επιτροπών, με σκοπό την αναγνώριση των δικαιωμάτων των Οθωμανών ιδιωτών που παρέμειναν στην Εύβοια, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι η Εύβοια δεν περιήλθε ποτέ στο Ελληνικό Δημόσιο, υπονοώντας προφανώς ότι όλες οι ιδιοκτησίες της Εύβοιας, μεταξύ των οποίων και οι επίδικες εκτάσεις, ανήκαν σε Οθωμανούς ιδιώτες, οι οποίοι στη συνέχεια τις επώλησαν, ενώ, ορθά ερμηνεύοντας και εφαρμόζοντας τις ως άνω διατάξεις όφειλε το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο να κάνει δεκτό, αφενός ότι νόμιμο τίτλο μπορούσε να αποκτήσει κανείς μόνο μετά από αναγνώριση από την Μικτή Επιτροπή με απόφαση αυτής μεταγεγραμμένη, ο οποίος (νόμιμος τίτλος) και μόνον, εν όψει του υφισταμένου νομικού πλαισίου θα μπορούσε να προσπορίσει κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα σε ιδιώτη και ότι, αντιθέτως, άλλοι τίτλοι κτήσεως δεν συνιστούν, κατά τις προαναφερόμενες διατάξεις, νόμιμους τίτλους, εν όψει και της μη αναγνωρίσεώς τους από τα νόμιμα όργανα και κατά τη διαδικασία τη διαγραφόμενη στις ως άνω διατάξεις και, αφετέρου ότι οι απώτεροι δικαιοπάροχοι της αναιρεσίβλητης, σύμφωνα με τα προσκομισθέντα στοιχεία δεν διέθεταν τέτοιο νόμιμο τίτλο". Ο λόγος αυτός της αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, γιατί στηρίζεται στην εσφαλμένη προϋπόθεση ότι έγινε δεκτό ότι το επίδικο ακίνητο περιήλθε στην κυριότητα του αναιρεσείοντος με ένα από τους προαναφερόμενους τρόπους που επικαλέστηκε και ότι το ακίνητο αυτό ήταν δημόσιο κτήμα και δεκτικό χρησικτησίας μέχρι τις 11-9-1915, ενώ κατά τα ανελέγκτως γενόμενα ως άνω δεκτά πραγματικά περιστατικά το ένδικο ακίνητο δεν ήταν δημόσιο κτήμα, αλλά αγροτεμάχιο, το οποίο περιήλθε στην κυριότητα της αναιρεσίβλητης με παράγωγο τρόπο (κληρονομική διαδοχή) από τον παππού της, καταστάντα κύριο του επιδίκου με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας του Αστικού Κώδικα. Περαιτέρω έτσι που έκρινε και με αυτά που δέχθηκε το Εφετείο διέλαβε στην απόφασή του πλήρεις, σαφείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες, που επιτρέπουν τον αναιρετικό έλεγχο, ως προς το κρίσιμο ζήτημα της μη απόκτησης από το αναιρεσείον δικαιώματος κυριότητας στο επίδικο ακίνητο και απόκτησης κυριότητας σε αυτό από την αναιρεσίβλητη και, συνεπώς ο από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ δεύτερος λόγος αναίρεσης, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα πρέπει ν' απορριφθεί ως αβάσιμος.
Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης και να καταδικασθεί το αναιρεσείον στην αναφερόμενη στο διατακτικό δικαστική δαπάνη της αναιρεσίβλητης, κατά το νόμιμο αίτημά της (άρθρα 176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ) τα οποία όμως πρέπει να καταλογιστούν μειωμένα κατά τα άρθρα 22 παρ.1 του ν.3693/1957 που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 52 αρ.18 Εισ.Ν.Κ.Πολ.Δ, άρθρο 5 παρ.12 του ν.1738/1987 και 2 της ΥΑ 134423/1992 (Οικονομικών και Δικαιοσύνης)..
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 19-07-2022 αίτηση του Ελληνικού Δημοσίου για αναίρεση της υπ' αριθ. ... απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Ευβοίας.
Καταδικάζει το αναιρεσείον στην πληρωμή της δικαστικής δαπάνης της αναιρεσίβλητης, την οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 30 Απριλίου 2025.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 6 Μαΐου 2025.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ