ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 783/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Α2)
print
Τίτλος:
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 783/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Α2)
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ 783/2025 (ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ - Α2)
Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 783 / 2025    (Α2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)


Αριθμός 783/2025

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Α2' Πολιτικό Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Μαρία Κουφούδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Παναγιώτη Βενιζελέα, Γεώργιο Σχοινοχωρίτη, Κορνηλία Πανούτσου και Μαρία Τατσέλου - Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 25 Νοεμβρίου 2024, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του αναιρεσείοντος: Α. Δ. του Η., κατοίκου Π.. Εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Εμμανουήλ Κοντογιάννη, με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του Κ.Πολ.Δ.

Των αναιρεσιβλήτων: 1) Γ. Π. του Σ., κατοίκου ..., 2) Θ. Δ. του Κ., κατοίκου ... και 3) Ν. Γ. του Χ., κατοίκου .... Εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Αντώνιο Ρουπακιώτη, με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του Κ.Πολ.Δ.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από ….2019 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο …... Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: …/2021 του ίδιου Δικαστηρίου και 147/2023 του Μονομελούς Πρωτοδικείου ….. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την από …-2023 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

1.- Με την υπό κρίσιν από ...2023 αίτηση αναιρέσεως προσβάλλεται η, αντιμωλία των διαδίκων και κατά την τακτική διαδικασία εκδοθείσα, υπ' αριθμ. 147/2023 τελεσίδικη απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου ….., το οποίο, δικάζοντας ως Εφετείο, δέχθηκε τυπικά, πλην απέρριψε κατ' ουσίαν την από ….2021 έφεση του ήδη αναιρεσείοντος κατά της υπ' αριθμόν …/2021 οριστικής αποφάσεως του Ειρηνοδικείου ……, με την οποία είχε απορριφθεί κατ' ουσίαν η από ….2019 αγωγή του αναιρεσείοντος περί καταβολής των αναφερομένων χρηματικών ποσών ως χρηματική ικανοποίηση ένεκα ηθικής βλάβης εξαιτίας προσβολής της προσωπικότητάς του από τις εις βάρος του υπαίτιες και παράνομες πράξεις των αναιρεσιβλήτων της ψευδούς ανωμοτί καταθέσεως και της συκοφαντικής δυσφημίσεως.
2.- Η αίτηση αναιρέσεως ασκήθηκε νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 552, 553, 556, 558, 564 παρ. 3 και 566 παρ. 1 του ΚΠολΔ), εντός της διετούς καταχρηστικής προθεσμίας του άρθρου 564 παρ.3 ΚΠολΔ, δοθέντος ότι δεν προκύπτει επίδοση της προσβαλλόμενης αποφάσεως (ΟΛΑΠ 12/2018) και από την επομένη της δημοσιεύσεώς της στις 17.03.2023, οπότε άρχισε να τρέχει η ως άνω προθεσμία των δύο ετών, μέχρι την άσκηση των αιτήσεως αναιρέσεως στις 19.07.2023 δεν είχε συμπληρωθεί η διετία. Είναι, συνεπώς, παραδεκτή (άρθρο 577 παρ. 1 του ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί, περαιτέρω, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 577 παρ. 1, 3 του ΚΠολΔ).
3.- Κατά τη διάταξη του άρθρου 560 αριθμός 5 του ΚΠολΔ, η οποία είναι κατά λέξη ταυτόσημη εκείνης του αριθμού 8 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, κατά των αποφάσεων των ειρηνοδικείων, καθώς και των αποφάσεων των πρωτοδικείων που εκδίδονται σε εφέσεις κατά των αποφάσεων των ειρηνοδικείων επιτρέπεται αναίρεση αν το δικαστήριο παρά το νόμο έλαβε υπόψη πράγματα που δεν προτάθηκαν ή δεν έλαβε υπόψη του πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Από τη διάταξη αυτή, σε συνδυασμό προς εκείνες των άρθρων 106, 335 και 338 του ΚΠολΔ, προκύπτει ότι "πράγματα", κατά την έννοια του άρθρου 559 αριθμός 8, των οποίων η λήψη υπόψη, καίτοι μη προταθέντων ή αντίθετα η μη λήψη υπόψη καίτοι προταθέντων, ιδρύει τον προβλεπόμενο από αυτήν αναιρετικό λόγο, αποτελούν οι αυτοτελείς και παραδεκτώς προβαλλόμενοι πραγματικοί ισχυρισμοί των διαδίκων, που θεμελιώνουν, καταλύουν ή παρακωλύουν τη βάση της αγωγής, ανταγωγής, ενστάσεως ή αντενστάσεως ή λόγου εφέσεως και ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης (ΟλΑΠ 22/2005, ΟλΑΠ 25/2003, ΟλΑΠ 3/1997), όχι, όμως, και οι ισχυρισμοί που συνέχονται με την ιστορική αιτία της αγωγής, της ενστάσεως, της αντενστάσεως ή λόγου εφέσεως, οι οποίοι αποκρούονται ή, αντιστοίχως, γίνονται δεκτοί με την παραδοχή ή την απόρριψη ως αβάσιμων ή βασίμων των θεμελιωτικών της αγωγής, ενστάσεως, αντενστάσεως ή λόγου εφέσεως πραγματικών γεγονότων. Ούτε αποτελούν "πράγματα" τα επικαλούμενα από τους διαδίκους αποδεικτικά μέσα και πολύ περισσότερο η αξιολόγηση από το δικαστήριο του περιεχομένου των εγγράφων και των λοιπών αποδεικτικών μέσων (ΑΠ 2086/2017, ΑΠ 1455/2009).
Συνεπώς δεν ιδρύουν τον παραπάνω λόγο αναιρέσεως οι αρνητικοί ισχυρισμοί που συνέχονται με την ιστορική βάση της αγωγής, ενστάσεως ή αντενστάσεως και αποτελούν αιτιολογημένη άρνηση της καθεμιάς εξ αυτών (ΟλΑΠ 8/2013), ούτε οι ισχυρισμοί που αποτελούν επιχειρήματα (νομικά ή πραγματικά) ή συμπεράσματα των διαδίκων ή του δικαστηρίου, τα οποία αντλούνται από το νόμο ή συνάγονται από την εκτίμηση των αποδείξεων (ΟλΑΠ 127/2018, ΟλΑΠ 469/1984), έστω και αν αυτοί προτείνονται ως λόγοι εφέσεως (ΑΠ 268/2020, ΑΠ 517/2019, ΑΠ 1557/2018, ΑΠ 261/2016). Ο ίδιος λόγος αναιρέσεως δεν στοιχειοθετείται και απορρίπτεται ως αβάσιμος, όταν το δικαστήριο έλαβε μεν υπόψη προταθέντα ισχυρισμό και τον απέρριψε ευθέως για οποιονδήποτε λόγο τυπικό ή ουσιαστικό (ΟλΑΠ 12/1997, ΟλΑΠ 12/1991), ρητώς ή σιωπηρώς (ΑΠ 839/ 2010), είτε κατά τρόπο έμμεσο και σαφή, όπως συμβαίνει και όταν από τις ουσιαστικές παραδοχές της προσβαλλομένης αποφάσεως προκύπτει ότι το δικαστήριο αντιμετώπισε τον ισχυρισμό και τον απέρριψε εκ των πραγμάτων με την παραδοχή ως αποδειχθέντων γεγονότων αντίθετων προς αυτά που τον συγκροτούν (ΟλΑΠ 11/1996, ΑΠ 852/2015, ΑΠ 117/2013) και συνάγεται τούτο από το όλο περιεχόμενο της αποφάσεως (ΑΠ 54/2017). Επίσης, κατά τη διάταξη του άρθρου 560 αριθμός 6 του ΚΠολΔ, η οποία είναι κατά λέξη ταυτόσημη εκείνης του αριθμού 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ και αποτελεί κύρωση της παραβάσεως του άρθρου 93 παρ. 3 εδ. α' του Συντάγματος που επιτάσσει ότι η δικαστική απόφαση πρέπει να είναι ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένη, κατά των ιδίων ως άνω αποφάσεων επιτρέπεται αναίρεση αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Έλλειψη νομίμου βάσεως της αποφάσεως συντρέχει όταν στο αιτιολογικό της αποφάσεως, που αποτελεί την ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού της, δεν περιέχονται καθόλου ή δεν αναφέρονται με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία το δικαστήριο της ουσίας στήριξε την κρίση του επί ζητήματος με ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, με αποτέλεσμα έτσι να μην μπορεί να ελεγχθεί, αν στη συγκεκριμένη περίπτωση, συνέτρεχαν ή όχι οι όροι του κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που εφαρμόστηκε ή αν συνέτρεχαν οι όροι άλλου κανόνα που ήταν εφαρμοστέος. αλλά δεν εφαρμόσθηκε (ΟλΑΠ 1/1999, ΟλΑΠ 6/2006). Ανεπάρκεια αιτιολογίας υπάρχει όταν από την απόφαση δεν προκύπτουν σαφώς τα περιστατικά που, είτε είναι κατά το νόμο αναγκαία για τη στοιχειοθέτηση, στη συγκεκριμένη περίπτωση, της διατάξεως ουσιαστικού δικαίου που εφαρμόσθηκε, είτε αποκλείουν την εφαρμογή της. Αντίφαση στις αιτιολογίες υπάρχει στην απόφαση όταν τα πραγματικά περιστατικά, που αναγράφονται σε αυτήν και στηρίζουν το αποδεικτικό της πόρισμα για κρίσιμο ζήτημα, δηλαδή για ζήτημα αναφορικά με ισχυρισμό των διαδίκων που τείνει στη θεμελίωση, στην παρακώλυση ή στην κατάλυση του επιδίκου δικαιώματος, συγκρούονται μεταξύ τους και αλληλοαναιρούνται, αποδυναμώνοντας έτσι την κρίση της αποφάσεως για την υπαγωγή η μη της ατομικής περίπτωσης στο πραγματικό συγκεκριμένου κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που συνιστά και το νομικό χαρακτηρισμό της ατομικής περίπτωσης. Ελλείψεις, όμως, αναγόμενες μόνο στην ανάλυση και στάθμιση των αποδεικτικών μέσων και γενικότερα ως προς την αιτιολόγηση του αποδεικτικού πορίσματος, αν το πόρισμα από την εκτίμηση αυτή διατυπώνεται σαφώς, δεν συνιστούν ανεπαρκείς αιτιολογίες (ΑΠ 695/2020), διότι στην κρίση του αυτή το δικαστήριο προβαίνει ανελέγκτως κατά το άρθρο 561 παρ. 1 του ΚΠολΔ. Δηλαδή, μόνο το τι αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε είναι ανάγκη να εκτίθεται στην απόφαση πλήρως και σαφώς και όχι γιατί αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε (ΟλΑΠ 6/2020, ΟλΑΠ 1/2020, ΟλΑΠ 6/2019, ΟλΑΠ. 2/2019, ΟλΑΠ 15/2006). Για να είναι ορισμένος και επομένως παραδεκτός ο προβλεπόμενος από την άνω διάταξη λόγος αναιρέσεως πρέπει να αναφέρεται στο αναιρετήριο, εκτός από τις παραδοχές του δικαστηρίου, υπό τις οποίες συντελέστηκε η παραβίαση και ότι η απόφαση στερείται παντελώς αιτιολογιών ή έχει ανεπαρκείς ή αντιφατικές αιτιολογίες, η ουσιαστικού δικαίου διάταξη που παραβιάστηκε εκ πλαγίου και μάλιστα ενάριθμα (ΑΠ 357/2018) και σε τι συνίσταται η ανεπάρκεια ή η αντίφαση των αιτιολογιών, δηλαδή ποιες επιπλέον αιτιολογίες έπρεπε να περιλαμβάνει η απόφαση και που εντοπίζονται οι αντιφάσεις (ΟλΑΠ 20/2005, ΟλΑΠ 32/1996).
4.- Στην προκειμένη περίπτωση, από την παραδεκτή, κατά το άρθρο 561 παρ. 2 του ΚΠολΔ, επισκόπηση της προσβαλλομένης αποφάσεως προκύπτει ότι το ως Εφετείο δικάσαν Μονομελές Πρωτοδικείο ……, ερευνώντας την ένδικη αγωγή ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, μετά από συνεκτίμηση όλων των κατ' είδος αναφερόμενων αποδεικτικών μέσων (έγγραφα μεταξύ των οποίων και φωτογραφίες, ένορκες βεβαιώσεις) δέχτηκε, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί των πραγματικών γεγονότων κρίση του, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Ο ενάγων είναι υπάλληλος των Ελληνικών Ταχυδρομείων (ΕΛΤΑ) με ειδικότητα διανομέα οδηγού στο υποκατάστημα της Μονάδας Διανομής (Μ.Δ.) ….. Κατά το έτος 2018 οι εναγόμενοι ήταν επίσης υπάλληλοι των ΕΛΤΑ με την αυτή ειδικότητα του διανομέα - οδηγού στο ίδιο με τον ενάγοντα υποκατάστημα της Μ.Δ. …... Ο πρώτος των εναγόμενων ήταν και πρόεδρος του Συλλόγου Ταχυδρομικών Διανομέων ΕΛΤΑ Νομού ….. Στις 30-5-2018, ημέρα πανελλαδικής απεργίας των ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ και περί ώρα 7:30 π.μ., ο ενάγων, ο οποίος βρισκόταν στο χώρο εργασίας του ως προσωπικό ασφαλείας και ειδικότερα στην αίθουσα διανομής, όπου βρίσκονται τα γραφεία - θυριδωτά και άλλων υπαλλήλων, μεταξύ αυτών και του δεύτερου και τρίτου των εναγομένων, οι οπαίοι εκείνη την ημέρα εργάζονταν επίσης ως προσωπικό ασφαλείας, αντιλαμβανόμενος την παρουσία του πρώτου εναγομένου στον ίδιο χώρο, ο οποίος είχε δηλώσει ότι απεργούσε, μιλώντας στο μικρόφωνο ώστε να ακουστεί καθαρά σε όλη την αίθουσα, ζήτησε από όσους απεργούσαν να εξέλθουν της αίθουσας. Περαιτέρω, στις 5-6-2018, οι υπάλληλοι της Μονάδας Διανομής …..προσερχόμενοι στην εργασία τους διαπίστωσαν ότι επάνω στα θυριδωτά τους υπήρχε ανώνυμο έγγραφο με επισυναπτόμενη φωτογραφία του παρουσιολογίου της υπηρεσίας, της 30-5-2018, το οποίο έφερε τον τίτλο "ΤΕΤΑΡΤΗ 30 ΜΑΙΟΥ 2018 ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ ΓΣΕΕ - ΑΔΕΔΥ" με το εξής περιεχόμενο: "Η κλίκα δρα ανενόχλητη και οι ανίκανοι συνδικαλιστές ξεφυτρώνουν σαν την λερναία ύδρα........ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗ ΠΡΩΤΟΤΥΠΙΑ!!! Ο πρόεδρος του σωματείου ταχυδρόμων ….., την ημέρα της απεργίας, έκοβε βόλτες στην αίθουσα σαν χωροφύλακας, ισχυριζόταν πως απεργούσε, στο παρουσιολόγιο δεν ήταν δηλωμένος απεργός!!! Έδωσε μάλιστα αγώνα για να γίνει ο χρηματοεφοδιασμός της αίθουσας νωρίτερα, ώστε να εξυπηρετηθούν οι συνάδελφοι που εργάζονταν και να πληρώσουν τις επιταγές του ΙΚΑ!I! - Πείτε μας κύριε πρόεδρε, τι ακριβώς κάνατε εκείνη την ημέρα; - Απεργούσατε; είχατε άδεια; Εργαστήκατε; - Οι άλλοι συνδικαλιστές γνωρίζουν τα καμώματά σας; - Θα δηλώσετε παραίτηση εσείς ή κάποιοι έντιμοι από το συμβούλιό σας; Ίσως να μην παραιτηθεί και κανένας, άλλωστε συνηθίζετε τελευταία ......... μην χαλάσουμε και το σερί ...... Ακολούθως, στις 6-6-2018 και πάλι οι υπάλληλοι της Μονάδας Διανομής ….., βρήκαν στα θυριδωτά τους, έτερο ανώνυμο έγγραφο με επισυναπτόμενη φωτογραφία του φύλλου επίδοσης αντικειμένων της 30-5-2018, του υπαλλήλου Ν. Π., το οπαίο έφερε τον τίτλο "ΤΕΤΑΡΤΗ 30 ΜΑΙΟΥ 2018 ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ ΓΣΕΕ - ΑΔΕΔΥ", και το εξής περιεχόμενο: "Πείτε μας κύρις Π…, σε εσάς ανήκουν αυτά τα συστημένα; - Ο γραφικός χαρακτήρας είναι δικός σας; - Οι υπεύθυνοι των συστημένων αρνούνται ότι χτύπησαν συστημένα στο δρομολόγιο …1 και …1-1 εκείνη την ημέρα!!! - Μπαίνει στην αίθουσα των συστημένων όποιος θέλει και παίρνει συστημένα μόνος του; - Ποιος έκανε την επίδοση του ….1-1; Εσείς ή αυτός που απεργούσε στα λόγια, πήρε άδεια στα χαρτιά αλλά τελικά αποφάσισε να δουλέψει; - Η προϊσταμένη τα γνωρίζει; - Δεν είσαι υποχρεωμένος να απαντήσεις σε εμάς, δεν είμαστε αρμόδιοι εμείς για τέτοιου είδους παραπτώματα, ας ασχοληθούν οι υπεύθυνοι. Άλλωστε μέρος της κλίκας είσαι, θα καταφέρουν να καλύψουν και εσένα και τον άλλον ...... Εν συνεχεία, στις 6-6-2018 ο Σύλλογος Ταχυδρομικών Διανομέων ΕΛΤΑ Νομού …., πρόεδρος του οποίου όπως προαναφέρθηκε διατελούσε ο πρώτος των εναγομένων, απέστειλε προς την Διευθύντρια της Περιφερειακής Διεύθυνσης ……………………. το υπ' αριθμ. πρωτ. …/…2018 έγγραφο - αναφορά, που έφερε την υπογραφή του προέδρου και του γενικού γραμματέα του συλλόγου, το οποίο κοινοποιήθηκε στην προϊσταμένη της Μ.Δ. …. και την Π.Ο.Σ.Τ. ΕΛ.ΤΑ. και έλαβε αριθμό πρωτοκόλλου της Π.Δ.Π.Δ.Ε. …/.-2018, με το οποίο καταγγέλλει ότι στις 5-6-2018 και 6-6-2018 αντίστοιχα, μοιράστηκαν από άγνωστο πρόσωπο στους υπαλλήλους της Μ.Δ. …. ανώνυμα έγγραφα, τα οποία στρέφονταν κατά του Προέδρου και των μελών του Δ.Σ. του ως άνω συλλόγου, με τις ως άνω επισυναπτόμενες φωτογραφίες, ζητώντας ταυτόχρονα να γίνει επιθεώρηση, να ανοίξουν οι κάμερες στη Μονάδα Διανομής ….. και να διερευνηθεί ποιος υπάλληλος φωτογράφισε το παρουσιολόγιο και το φύλλο επίδοσης συστημένων, και ότι αυτό αποτελεί σοβαρή υπηρεσιακή παράβαση και εμπίπτει στο νόμο περί παραβάσεως των προσωπικών δεδομένων. Για τα αναφερόμενα στο ανωτέρω έγγραφο, η διευθύντρια της Περιφερειακής Διεύθυνσης ……………., στις 11-6-2018, ζήτησε από την Διεύθυνση Επιθεώρησης των ΕΛΤΑ τη διεξαγωγή διοικητικής έρευνας, η οποία ακολούθως με την υπ' αριθμ. ../…2018 εντολή της, ανέθεσε στους επιθεωρητές, Γ. Κ. και Ε. Σ., τη διεξαγωγή έρευνας, που αφορούσε στη διερεύνηση των ανωτέρω αναγραφομένων στο έγγραφο του Συλλόγου Ταχυδρομικών Διανομέων ΕΛΤΑ Νομού …. . Στο πλαίσιο της ως άνω διοικητικής εξέτασης κατέθεσαν μεταξύ άλλων ως μάρτυρες και οι εναγόμενοι. Ειδικότερα, στην υπ' αριθμ. ../..-2018 εξέτασή του, ως μάρτυρας, ενώπιον των ενεργούντων την διοικητική εξέταση, ο πρώτος εναγόμενος κατέθεσε μεταξύ άλλων τα εξής: " ... Μετά από λίγο είδα τον συνάδελφο Δ. Α. να φωτογραφίζει με το κινητό του τηλέφωνο το παρουσιολόγιο της ημέρας εκείνης (30-05-2018). Η ενέργεια αυτή του Δ… έγινε αντιληπτή από αρκετούς υπαλλήλους που παρευρίσκονταν και ενθυμούμαι σίγουρα τους Δ. Θ. και Γ. Ν.. Στη συνέχεια ο Δ…. άρχισε να διαδίδει στην αίθουσα ότι εγώ, παρότι απεργός πήρα χρήματα από την Κ. Διαχείριση για να πληρώσω τις επιταγές συντάξεων ΙΚΑ κάτι που ουδόλως ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και εύκολα μπορείτε να διαπιστώσετε. Κατά τη διάρκεια της παραμονής την ημέρα εκείνη στη Μονάδα μας το μόνο που έκανα ήταν να σημειώσω τα συστημένα του συναδέλφου Π. Ν. στο φύλλο επίδοσης αντικειμένων του, όταν εκείνος ζήτησε την βοήθειά μου καθότι εκείνος δεν απεργούσε. Στη συνέχεια εγώ αποχώρησα και φτάνουμε πλέον στις 5-6-2018, ημέρα Τρίτη, όταν προσερχόμενος στο χώρο εργασίας περί ώρα 7:00 π.μ. αντίκρυσα στο θυριδωτό μου ένα εκ των δύο ανώνυμων εγγράφων που αναφέρονται στην Αναφορά του Συλλόγου μας και συγκεκριμένα εκείνο με την επισυναπτόμενη φωτογραφία του παρουσιολογίου της 30-05-2018. Μετά την αρχική μου έκπληξη διαπίστωσα ότι το ίδιο ανώνυμο έγγραφο είχε διανεμηθεί και σε άλλα θυριδωτά συναδέλφων μου. Το ίδιο ακριβώς συνέβη και την επόμενη ημέρα 6-6-2018 αυτή τη φορά με άλλο ανώνυμο έγγραφο το οποίο είχε επισυναπτόμενη φωτογραφία του φύλλου επίδοσης αντικειμένων του συναδέλφου Π. Ν. κατά την 30-05-2018. ... Επειδή τα ως άνω ανώνυμα έγγραφα θίγουν την υπηρεσιακή και προσωπική μου οντότητα παρακαλώ για την διερεύνηση της υπόθεσης και τον εντοπισμό του προσώπου που τα διένειμε στους συναδέλφους μου .....". Ο δε δεύτερος των εναγομένων στην υπ' αριθμ. …/…2018 εξέτασή του, ως μάρτυρας, ενώπιον των ενεργούντων την διοικητική εξέταση, κατέθεσε μεταξύ άλλων τα εξής: "..... Στις 30-05-2018, ημέρα απεργίας, εγώ ήμουν προσωπικό ασφαλείας και επειδή το θυριδωτό μου βρίσκεται πλησίον της θέσης που είναι το παρουσιολόγιο, είδα τον συνάδελφο Δ. Α. να φωτογραφίζει το παρουσιολόγιο και λίγο αργότερα τον είδα επίσης να φωτογραφίζει και ένα φύλλο επίδοσης συστημένων αντικειμένων, χωρίς να γνωρίζω ποιου συναδέλφου ήταν αυτό. Οι φωτογραφίσεις αυτές έγιναν με το κινητό του τηλέφωνο. Τέλος και σε ό,τι αφορά τα ανώνυμα έγγραφα, λίγες ημέρες μετά δεν θυμάμαι ακριβώς πότε, είδα στο θυριδωτό μου ένα από αυτά τα ανώνυμα έγγραφα, το οποίο είχε επισυναπτόμενη φωτογραφία του παρουσιολογίου της 30-05-2018. ......". Ο τρίτος των εναγομένων στην υπ' αριθμ. …/..-2018 εξέτασή του, ως μάρτυρας, ενώπιον των ενεργούντων τη διοικητική εξέταση, κατέθεσε μεταξύ άλλων τα εξής: "... Την ημέρα εκείνη, 30-05-2018, ήμουν προσωπικό ασφαλείας και είδα κάποια στιγμή τον συνάδελφο Δ. Α. να φωτογραφίζει με το κινητό του τηλέφωνο το παρουσιολόγιο. Επίσης στις 5-6-2018 και 6-6-2018 βρήκα στο θυριδωτό μου δύο ανώνυμα έγγραφα, εκ των οποίων το ένα είχε επισυναπτόμενη φωτογραφία του παρουσιολογίου της 30-05- 2018, το δε άλλο του φύλλου επίδοσης αντικειμένων του συναδέλφου Π. Ν.. ...". Σημειώνεται ότι οι εντεταλμένοι επιθεωρητές δεν απέκτησαν πρόσβαση στο υλικό που είχαν καταγράψει οι κάμερες του ηλεκτρονικού συστήματος τηλεσκόπησης (CCTV) της Μ.Δ. …., κατά τις επίμαχες ημερομηνίες 30-5-2018, 5-6-2018 και 6-6-2018, καθώς η Προϊστάμενη της υπηρεσίας (Μ.Δ. ….) τους δήλωσε ότι δεν υπήρχε αποθηκευμένο υλικό στο CCTV και ότι αυτό πιθανόν να οφειλόταν σε βλάβη που προκλήθηκε από προηγηθείσα διακοπή ηλεκτρικού ρεύματος, όπως διαπίστωσε ο τεχνικός της D. S., όταν προσήλθε, στην ως άνω υπηρεσία, στις 7-6-2018, κληθείς από αυτήν (Προϊστάμενη) για την συλλογή αξιοποιήσιμου υλικού, σχετικά με τα καταγγελλόμενα. Μετά τη διενέργεια της διοικητικής έρευνας, συντάχθηκε η από 5-7-2018 πορισματική αναφορά, στην οποία, οι ανωτέρω επιθεωρητές περιέλαβαν, κατόπιν έρευνας την οποία είχαν διεξαγάγει, τις διαπιστώσεις τους, αναφορικά με το πρόσωπο που προέβη στην φωτογράφηση των ανωτέρω εγγράφων. Με βάση, τις σχετικές διαπιστώσεις τους, οι επιθεωρητές κατέληξαν, μεταξύ άλλων, στα ακόλουθα συμπεράσματα στην έκθεσή τους, ήτοι: "....... ότι ο υπάλληλος της Μ.Δ. Δ. Α., υπέπεσε στις παρακάτω υπηρεσιακές παραβάσεις: α) Παραβίασε τον Γενικό Κανονισμό Προσωπικών Δεδομένων (GDPR) περί προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα φωτογραφίζοντας στις 30-05-2018, τόσο το παρουσιολόγιο του προσωπικού, όσο και το φύλλο επίδοσης αντικειμένων του υπαλλήλου Π. Ν., φωτογραφίες των οποίων επισύναψε στη συνέχεια στα ανώνυμα έγγραφα που διένειμε στα θυριδωτά των συναδέλφων του στις 05 και 06 Ιουνίου 2018, β) Προχώρησε δια των ανωνύμων διανεμηθέντων εγγράφων στην συκοφαντική δυσφήμηση τόσο των μελών του Δ.Σ. του Συλλόγου Ταχυδρόμων ΕΛΤΑ Νομού …., όσο και των υπηρεσιακών παραγόντων με σαφείς υπαινιγμούς περί σχηματισμού κλίκας, ... έχοντας σαφή πρόθεση να βλάψει την τιμή τους και να τους ζημιώσει ηθικά στην συνείδηση των εργαζομένων οι οποίοι τους εκλέγουν ..." και διαβίβασαν την πορισματική αναφορά τους, με όλα τα συγκεντρωθέντα στοιχεία, στην Διεύθυνση Επιθεώρησης ΕΛΤΑ, προκειμένου να προβούν στις προσήκουσες ενέργειες για τη διερεύνηση τυχόν ευθύνης του ενάγοντος. Ακολούθως, μετά τη διαβίβαση της εν λόγω πορισματικής αναφοράς στην ως άνω αρμόδια υπηρεσία, ασκήθηκε από τον Γενικό Διευθυντή Ανθρωπίνου Δυναμικού, η υπ' αριθμ. …/…/../..-2018 πειθαρχική αγωγή κατά του ενάγοντος με την κατηγορία ότι υπέπεσε σε σοβαρές παράνομες και αντιυπηρεσιακές πράξεις και δη ότι συκοφάντησε και δυσφήμησε συγκεκριμένους συναδέλφους του, εξύβρισε άλλους αλλά και παραβίασε τον Γενικό Κανονισμό για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Περαιτέρω, μετά από την τήρηση της προβλεπόμενης διαδικασίας, το Πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο των Ελληνικών Ταχυδρομείων (ΕΛΤΑ), με την υπ' αριθμ. ../2019 απόφαση και πρακτικό, κήρυξε ομόφωνα αθώο τον εδώ ενάγοντα - εκκαλούντα, καθώς δεν προέκυψε πέραν πάσης αμφιβολίας η ενοχή του, λόγω έλλειψης επαρκών αποδεικτικών στοιχείων. Περαιτέρω, δεν αποδείχθηκε ότι οι εναγόμενοι, ως μάρτυρες ενώπιον των ως άνω επιθεωρητών, κατέθεσαν εν γνώσει του ψεύδους των πραγματικών περιστατικών που αναφέρονται στις καταθέσεις τους, αλλά αντιθέτως, ήταν απόλυτα πεπεισμένοι ότι αυτά που καταθέτουν αληθεύουν. Οι εν λόγω μάρτυρες αφενός μεν κατέθεσαν περιστατικά, που έλαβαν χώρα στο "γραφείο" τους (αίθουσα διανομής) και τα οποία οι ίδιοι αντιλήφθηκαν και αφετέρου επιθυμούσαν τη διερεύνηση και διαλεύκανση της υπόθεσης πρωτίστως και όχι την τιμωρία του ενάγοντος.
Συνεπώς, στόχος τους δεν ήταν ούτε να προκαλέσουν την καταδίωξη του ενάγοντος ούτε να θίξουν την τιμή και την υπόληψη του, επιπλέον δε ο πρώτος από τους εναγόμενους, αποσκοπούσε, αποκλειστικά, να υπερασπίσει την τιμή και την υπόληψή του η οποία θεωρούσε ότι κινδυνεύει, γι' αυτό και ζήτησε τη συνδρομή της διεύθυνσης επιθεώρησης, ως πρόεδρος του προαναφερθέντος συλλόγου, υποβάλλοντας την ως άνω αναφερθείσα αναφορά, επί της οποίας ουδόλως αναφέρει το πρόσωπο του ενάγοντος ως υπαιτίου του περιστατικού. Επίσης, ουδόλως προέκυψε ότι οι εναγόμενοι, ισχυρίστηκαν ή διέδωσαν ενώπιον των συναδέλφων τους- τρίτων, ότι είδαν τον ενάγοντα να φωτογραφίζει τα επίμαχα έγγραφα και ότι αυτός ήταν που τα διένειμε στα θυριδωτά τους. Ειδικότερα, οι εναγόμενοι ήταν σε θέση να αντιληφθούν πλήρως τις ενέργειες του ενάγοντος, δεδομένου ότι τα θυριδωτά γραφεία, τόσο του δεύτερου όσο και του τρίτου των εναγομένων, όπου οι τελευταίοι βρίσκονταν καθήμενοι, πλησίον των οποίων όρθιος βρισκόταν ο πρώτος των εναγομένων, βρίσκονται διαγωνίως απέναντι από τον πάγκο λευκής επιφάνειας που τηρείται το παρουσιολόγιο, μη παρεμβαλλόμενου οποιουδήποτε οπτικού εμποδίου μεταξύ αυτών, σε αντίθεση με το θυριδωτό - γραφείο του μάρτυρος Α. Μ., ο οποίος καταθέτει ότι δεν αντιλήφθηκε τον ενάγοντα να φωτογραφίζει το παρουσιολόγιο, αφού μεταξύ αυτού (του γραφείου του) και του πάγκου του παρουσιολογίου παρεμβάλλονται θυριδωτά με ψηλά ράφια, εμποδίζοντας την ορατότητά του προς αυτόν. Η ανωτέρω κρίση του Δικαστηρίου περί της αλήθειας των όσων κατέθεσαν οι εναγόμενοι επιρρωννύεται επίσης και από την κατάθεση της μάρτυρος Ε. Ζ., Προϊσταμένης στη Μονάδα Διανομής …., η οποία με σαφήνεια κατέθεσε, αφενός για την διάταξη των θυριδωτών γραφείων όπως παραπάνω αναφέρθηκε, αφετέρου ότι δύο υπάλληλοι της μονάδας, πλην των εναγόμενων, την ενημέρωσαν ότι αντιλήφθηκαν τον ενάγοντα να φωτογραφίζει το παρουσιολόγιο της 30-5-2018, αλλά και ότι η ίδια από το μεσημέρι της 29-5-2018, είχε ήδη σημειώσει στο παρουσιολόγιο της 30-5-2018 τους απεργούς και αδειούχους τραβώντας μία γραμμή δίπλα στα ονόματά τους, καθόσον αυτό είναι μία πάγια τακτική που ακολουθείται από την υπηρεσία για της ημέρες που προγραμματίζεται απεργία, δηλαδή την προηγούμενη ημέρα να επισυνάπτονται στο φύλλο του παρουσιολογίου οι λίστες με τα μέλη των σωματείων των υπαλλήλων, τα οποία θα βρίσκονται στην υπηρεσία ως προσωπικό ασφαλείας κατά την ημέρα της απεργίας και να σημειώνονται οι υπάλληλοι που ενημερώνουν ότι πρόκειται να απεργήσουν και οι αδειούχοι, προκειμένου να ενημερώνεται νωρίς το πρωί η Περιφερειακή Διεύθυνση για τον αριθμό των απεργών και για τους εν γένει παρόντες και απόντες στη Μονάδα, καθώς και ότι κατά τον έλεγχο που πραγματοποίησε αυτή (Προϊστάμενη) την 30-5-2018 και περί ώρα 7:30 - 7:45 π.μ., διαπίστωσε ότι από τέσσερις υπαλλήλους είχαν τεθεί εκτός των υπογραφών προσέλευσης και οι υπογραφές αποχώρησης, όπως άλλωστε συνήθιζαν να κάνουν οι υπάλληλοι παρά τις παρατηρήσεις της ιδίας. Κατόπιν τούτων, τα όσα οι εναγόμενοι κατέθεσαν ως μάρτυρες, κατά τα ανωτέρω ήταν αληθή και όχι ψευδή, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται ο ενάγων και συνακόλουθα δεν στοιχειοθετούνται σε βάρος τους οι άδικες πράξεις που τους καταλογίζει ο ενάγων, ήτοι της συκοφαντικής δυσφήμησης (άρθρο 363 ΠΚ), αφού δεν πληρούται το κύριο στοιχείο της αντικειμενικής της υπόστασης και δη το ψεύδος των ενώπιον των τρίτων ισχυρισμών, και της ψευδούς ανωμοτί κατάθεσης (άρθρο 225 ΠΚ πριν το ν. 4619/2019). Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι οι εναγόμενοι προέβησαν στην ενέργεια τους, όχι με σκοπό να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη του ενάγοντος, όπως άλλωστε προαναφέρθηκε, αλλά σε εκπλήρωση του νόμιμου καθήκοντος αλήθειας του μάρτυρα, όταν εξετάζεται ενώπιον των αρμοδίων αρχών, με αποτέλεσμα να μην στοιχειοθετείται σε βάρος τους ούτε η άδικη πράξη της απλής δυσφήμησης, δεκτού γινομένου του σχετικού ισχυρισμού των εναγομένων, που υποβλήθηκε με τις προτάσεις τους στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, κατ' εκτίμηση αυτών, και επαναφέρθηκε με τις προτάσεις τους στην κατ' έφεση δίκη.
Συνεπώς η ένδικη αγωγή είναι απορριπτέα ως ουσία αβάσιμη. Κατ' ακολουθίαν των προπαρατεθέντων, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο, διά της εκκαλούμενης απόφασής του, έκρινε παραδεκτή και νόμιμη την αγωγή στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 57, 59, 299, 340, 346, 914 επ., 920, 932 ΑΚ, 225 (πριν το ν. 4619/2019), 362, 363 ΠΚ, 176 ΚΠολΔ, την οποία απέρριψε ως ουσία αβάσιμη, ορθώς ερμήνευσε και εφήρμοσε το νόμο και δη τις προεκτεθείσες διατάξεις και σωστά εκτίμησε τις αποδείξεις.
Συνεπώς, πρέπει οι λόγοι έφεσης, να απορριφθούν ως αβάσιμοι και να απορριφθεί κατ' ουσίαν η υπό κρίση έφεση". Με βάση τις παραδοχές αυτές το ως Εφετείο δικάσαν Μονομελές Πρωτοδικείο ….. έκρινε ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπο των εναγομένων τα αντικειμενικά και υποκειμενικά στοιχεία της αδικοπραξίας, με την ειδικότερη μορφή των εγκλημάτων της ψευδούς ανωμοτί καταθέσεως και της συκοφαντικής δυσφημήσεως των άρθρων 225, 362 και 363 του ΠΚ, αλλά και της απλής δυσφημίσεως, που συνιστούν προσβολή της προσωπικότητας του ενάγοντος, ήδη αναιρεσείοντος και ότι πρέπει να γίνει δεκτός ο προβληθείς παραδεκτώς ισχυρισμός των εναγομένων ότι η πράξη τους δεν τελέσθηκε με σκοπό εξυβρίσεως και απέρριψε την έφεση του αναιρεσείοντος, επικυρώνοντας έτσι την ομοίως κρίνασα πρωτόδικη απόφαση. Ήδη, με τους πρώτο, δεύτερο και τρίτο, κατά το πρώτο σκέλος τους, λόγους της αιτήσεως αναιρέσεως ο αναιρεσείων αποδίδει στην προσβαλλόμενη απόφαση την εκ του αριθμού 5 του άρθρου 560 του ΚΠολΔ αναιρετική πλημμέλεια, με τις ειδικότερες αιτιάσεις ότι το ως Εφετείο δικάσαν Μονομελές Πρωτοδικείο ….. παρά το νόμο δεν έλαβε υπόψη τους ισχυρισμούς του και τους αντίστοιχους προς αυτούς λόγους της εφέσεώς του, με αποτέλεσμα να αχθεί σε εσφαλμένο διατακτικό, δεδομένου ότι οι ισχυρισμοί αυτοί ασκούσαν κατά νόμο ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Συγκεκριμένα, ο αναιρεσείων ισχυρίζεται: 1) Με τον πρώτο λόγο, κατά το πρώτο σκέλος του, ότι δεν έλαβε υπόψη τον ισχυρισμό του σχετικά με το ζήτημα της ανεμπόδιστης -εκ της θέσεώς τους- ορατότητας του δευτέρου και τρίτου των αναιρεσιβλήτων να δουν τη φωτογράφηση του παρουσιολογίου, που είναι ουσιώδες για την αλήθεια των καταθέσεών τους, και σύμφωνα με τους οποίους η ανεμπόδιστη οπτική του δευτέρου και τρίτου των αναιρεσιβλήτων ήταν μόνο προς τα θυριδωτά τους (ήτοι προς τα ψηλά έπιπλα με ράφια που υπάρχουν στα ταχυδρομεία), ενώ ανάμεσα σε αυτούς και τον πάγκο που τηρείται το παρουσιολόγιο παρεμβάλλονταν ο πρώτος αναιρεσίβλητος που στεκόταν όρθιος όπως δέχθηκε και η προσβαλλομένη, αλλά και οι λοιποί υπάλληλοι της Μονάδας, οι οποίοι εμπόδιζαν αναγκαστικά την ορατότητά τους, καθότι ήταν ώρα πρωινή και η προσέλευση μεγάλη, με συνέπεια, από τη μη λήψη υπόψη του παραπάνω ισχυρισμού του, να δεχθεί ότι ο δεύτερος και τρίτος των αναιρεσιβλήτων ήταν σε θέση να αντιληφθούν πλήρως τις ενέργειές του διότι τα θυριδωτά γραφεία τους όπου αυτοί καθόταν βρίσκονται διαγωνίως απέναντι από τον πάγκο λευκής επιφάνειας που τηρείται στο παρουσιολόγιο χωρίς να παρεμβάλλεται οποιοδήποτε οπτικό εμπόδιο ανάμεσα τους. 2) Με τον δεύτερο λόγο, κατά το πρώτο σκέλος του, ισχυρίζεται ότι δεν έλαβε υπόψη τον ισχυρισμό του σχετικά με το χρόνο φωτογράφησης του φύλλου επιδόσεως συστημένων αντικειμένων και συγκεκριμένα τον ισχυρισμό του σχετικά με την αντίφαση που υπήρχε στην υπ' αριθμόν ../….2018 ανωμοτί κατάθεση του δευτέρου αναιρεσιβλήτου, ο οποίος κατέθεσε ότι "είδα τον συνάδελφό μου Δ. Α. (αναιρεσείοντα) να φωτογραφίζει το παρουσιολόγιο και λίγο αργότερα ότι τον είδα επίσης να φωτογραφίζει και ένα φύλλο επίδοσης συστημένων αντικειμένων", αφού το "λίγο αργότερα" δεν ανταποκρίνεται στη λογική αλληλουχία των πραγματικών γεγονότων καθώς το παρουσιολόγιο φέρεται να φωτογραφήθηκε περί ώρα 7:30 πρωινή ενώ τα φύλλα επιδόσεως συστημένων τα επιστρέφει συμπληρωμένα ο διανομέας το μεσημέρι, από τη 13:00 και μετά, ενώ για τον ισχυρισμό του αυτό δεν υπήρξε ανταπόδειξη εκ μέρους των αντιδίκων του, με συνέπεια, από τη μη λήψη υπόψη του παραπάνω ισχυρισμού του, να δεχθεί ότι οι εναγόμενοι ήταν σε θέση να αντιληφθούν πλήρως τις ενέργειές του, μη παρεμβαλλομένου οποιουδήποτε εμποδίου στην ορατότητά τους και 3) με τον τρίτο λόγο, κατά το πρώτο σκέλος του, ισχυρίζεται ότι δεν έλαβε υπόψη τους ισχυρισμούς του ως προς την ώρα λήψης της φωτογραφίας και τη θέση του παρουσιολογίου πάνω σε επιφάνεια με χαρτιά και όχι στη λευκή επιφάνεια του πάγκου που τηρείται στο παρουσιολόγιο, κατά τους οποίους α) το παρουσιολόγιο φωτογραφήθηκε σε ώρα μετά την πρωινή προσέλευση και κατόπιν ελέγχου των παρουσιών από την Προϊσταμένη της Μονάδας Διανομής και β) στις άκρες της φωτογραφίας εμφανίζονται και άλλα χαρτιά σβησμένα, γεγονός που αποδεικνύει ότι το παρουσιολόγιο δεν ήταν μόνο του στο λευκό πάγκο εισόδου (όπου υπογράφουν οι υπάλληλοι), αλλά πάνω από άλλα χαρτιά, προφανώς πάνω στο γραφείο της Προϊσταμένης, ή οπουδήποτε αλλού καθώς ο ίδιος δεν μπορεί να γνωρίζει την ακριβή θέση του, με συνέπεια, από τη μη λήψη υπόψη των παραπάνω ισχυρισμών του, να δεχθεί ότι η Προϊσταμένη της Μονάδας Διανομής σημειώνει στο παρουσιολόγιο τους απεργούς και αδειούχους από το μεσημέρι της προηγούμενης ημέρας, ήτοι ότι αυτή από το μεσημέρι της 29ης.05. 2018 είχε ήδη σημειώσει στο παρουσιολόγιο της 30ης.05.2018 τους απεργούς και αδειούχους, τραβώντας μια γραμμή δίπλα στα ονόματά τους, κατά την πάγια τακτική που ακολουθείται από την υπηρεσία για τις ημέρες που προγραμματίζεται απεργία. Οι λόγοι αυτοί, κατά το πρώτο σκέλος τους, ερευνόμενοι ως σύνολο, είναι, προεχόντως, απαράδεκτοι, διότι οι ως άνω προβληθέντες πρωτοδίκως και επαναφερθέντες, μετά την απόρριψή τους, με λόγους εφέσεως, ισχυρισμοί του αναιρεσείοντος και οι βάσει αυτών προβαλλόμενες ως άνω αιτιάσεις, όπως και η επίκληση αποδεικτικών μέσων και το περιεχόμενό τους, όπως αναφέρεται σχετικά με την ανωμοτί κατάθεση του δευτέρου αναιρεσιβλήτου στον δεύτερο αναιρετικό λόγο, δεν αποτελούν "πράγμα" υπό την προεκτεθείσα έννοια του άρθρου 560 αριθμός 5 του ΚΠολΔ, αλλά συμπεράσματα του αναιρεσείοντος, τα οποία συνάγονται από την, κατά την εκδοχή του, εκτίμηση και αξιολόγηση των αποδείξεων και, τέλος, επίκληση αποδεικτικών στοιχείων προς αντίκρουση των ισχυρισμών των αναιρεσιβλήτων περί της αληθείας των όσων οι τελευταίοι περιέλαβαν στις καταθέσεις τους, ισχυρισμούς τους οποίους, ωστόσο, και τους σχετικούς με αυτούς λόγους της εφέσεως του αναιρεσείοντος, όπως τούτο προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση του εφετηρίου και της προσβαλλομένης αποφάσεως, έλαβε υπόψη το ως Εφετείο δικάσαν Μονομελές Πρωτοδικείο …. προκειμένου να καταλήξει στο αποδεικτικό του πόρισμα και τους απέρριψε εκ των πραγμάτων κατ' ουσίαν με την προσβαλλόμενη απόφασή του με την παραδοχή ως αποδειχθέντων γεγονότων διαφορετικών προς αυτά που τους συγκροτούν. Οι ίδιοι λόγοι, κατά το δεύτερο σκέλος τους ο καθένας, με τους οποίους ο αναιρεσείων αποδίδει στην προσβαλλόμενη απόφαση την εκ του αριθμού 6 του άρθρου 560 του ΚΠολΔ αναιρετική πλημμέλεια με την αιτίαση ότι στερείται νομίμου βάσεως λόγω ανεπαρκών και αντιφατικών αιτιολογιών ως προς τους παραπάνω ισχυρισμούς του, που περιέχονται στο πρώτο σκέλος των λόγων αυτών, ισχυριζόμενος ειδικότερα ότι η προσβαλλόμενη απόφαση έχει ανεπαρκείς και αντιφατικές αιτιολογίες ως προς την κρίση της περί της ανεμπόδιστης ορατότητας των αντιδίκων του, ως προς τον πραγματικό χρόνο φωτογράφησης του φύλλου επιδόσεως συστημένων και την ύπαρξη πάγιας τακτικής που επιτρέπει την αντικανονική συμπλήρωση του παρουσιολογίου από τους υπαλλήλους και συνδέονται τούτα με τα ουσιώδη ζητήματα της αλήθειας των καταθέσεων των αναιρεσιβλήτων, της ώρας λήψεως της φωτογραφίας του παρουσιολογίου και της πάγιας τακτικής συμπληρώσεως του παρουσιολογίου, είναι, κατά το σκέλος τους αυτό, προεχόντως απαράδεκτοι. Αφενός λόγω της πρόδηλης αοριστίας τους, διότι δεν διαλαμβάνεται σε αυτούς ο συγκεκριμένος κανόνας ή οι κανόνες του ουσιαστικού δικαίου, που φέρονται ότι παραβιάσθηκαν εκ πλαγίου προκειμένου να ερευνηθεί από το σύνολο των ουσιαστικών παραδοχών της προσβαλλομένης αποφάσεως αν υπάρχουν, σχετικά με την εφαρμογή τους, οι κατά τον αναιρεσείοντα υπάρχουσες ανεπάρκειες ή αντιφάσεις των αιτιολογιών της προσβαλλόμενης αποφάσεως ως προς το αποδεικτικό της πόρισμα, ούτε εξειδικεύονται στο αναιρετήριο οι επιπλέον παραδοχές τις οποίες έπρεπε να περιλαμβάνει η προσβαλλόμενη απόφαση ώστε η αιτιολογία της να είναι πλήρης (ΟλΑΠ 20/2005) και σε τι ακριβώς συνίστανται οι αντιφάσεις των αιτιολογιών της, ώστε να ερευνηθεί η συνδρομή ή μη της επικαλούμενης αναιρετικής πλημμέλειας, χωρίς να αρκούν γενικές εκφράσεις περί "ανεπάρκειας" και "αντιφάσεως" (ΟλΑΠ 32/1996). Αφετέρου, διότι με τους λόγους αυτούς, αλλά και με την περαιτέρω αιτίαση που περιλαμβάνεται στο δεύτερο λόγο, δια της οποίας ο αναιρεσείων, σχολιάζοντας τις αποδείξεις και δη την ανωμοτί κατάθεση του δευτέρου αναιρεσιβλήτου κατά τη διοικητική έρευνα, παραπονείται για τις παραδοχές της προσβαλλομένης αποφάσεως αναφορικά προς τα όσα κατέθεσε ο τελευταίος ως προς τον πραγματικό χρόνο φωτογραφήσεως του παρουσιολογίου, υπό την επίκληση της πλημμέλειας εκ του αριθμού 6 του άρθρου 560 του ΚΠολΔ, πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη, περί τα πράγματα, κατά το άρθρο 561 παρ. 1 του ΚΠολΔ, επί της ουσίας κρίση του ως Εφετείου δικάσαντος Μονομελούς Πρωτοδικείου. Σε κάθε, πάντως, περίπτωση, οι λόγοι αυτοί, κατά το δεύτερο σκέλος τους, είναι και αβάσιμοι, διότι αντιθέτως με τα όσα υποστηρίζει ο αναιρεσείων, η προσβαλλομενη απόφαση έχει σαφείς, επαρκείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες ως προς τα παραπάνω ζητήματα, δοθέντος ότι το εξαχθέν από τις αποδείξεις πόρισμά της εκτίθεται σε αυτήν με επάρκεια, πειστικότητα και χωρίς αντιφάσεις, κατά τις προαναφερθείσες παραδοχές της. Με το ίδιο δε σκέλος των λόγων αυτών, κατά τα λοιπά, πλήττεται πλέον, μέσω των προαναφερόμενων επιχειρημάτων του αναιρεσείοντος, τα οποία αφορούν την εκτίμηση των αποδείξεων, η ουσία αποκλειστικώς της υποθέσεως, που δεν υπόκειται σε αναιρετικό έλεγχο. 5.- Από τη διάταξη του άρθρου 560 του ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του ν. 4335/2015, προκύπτει ότι κατά των αποφάσεων των ειρηνοδικείων, καθώς και των αποφάσεων των πρωτοδικείων οι οποίες εκδίδονται σε εφέσεις κατά των αποφάσεων των ειρηνοδικείων, επιτρέπεται αναίρεση μόνο για ορισμένους λόγους, οι οποίοι απαριθμούνται περιοριστικά στην υπόψη διάταξη (ΟλΑΠ 45/1987, ΑΠ 304/2021, ΑΠ 1032/ 2019, ΑΠ 575/2018) και ότι σε αυτούς δεν περιλαμβάνεται ο από τον αριθμό 11 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ λόγος αναιρέσεως (ΑΠ 1312/2021, ΑΠ 930/2021, ΑΠ 64/2017), ο οποίος ιδρύεται και όταν το δικαστήριο της ουσίας παρά το νόμο δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν. Με τον τέταρτο λόγο της αιτήσεως αναιρέσεως, ο αναιρεσείων αποδίδει στην προσβαλλόμενη απόφαση την εκ του αριθμού 11 περ. γ' του άρθρου 559 του ΚΠολΔ αναιρετική πλημμέλεια, με την αιτίαση ότι το ως Εφετείο δικάσαν Μονομελές Πρωτοδικείο …., προκειμένου να καταλήξει στο ως άνω απορριπτικό αποδεικτικό του πόρισμα, δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικό μέσο, που νομίμως επικαλέσθηκε και προσκόμισε ενώπιόν του προς απόδειξη των αγωγικών ισχυρισμών του, του σχετικού λόγου εφέσεως και ανταπόδειξη των ισχυρισμών των αντιδίκων του και συγκεκριμένα δεν έλαβε υπόψη το υπ' αριθμόν …../….2018 έγγραφο της ΔΕΔΔΗΕ, επί του οποίου βεβαιώνεται ότι "δεν είχε υπάρξει καμία διακοπή ρεύματος κατά το επίμαχο διάστημα στην εγκατάσταση των ΕΛΤΑ", ενώ, παράλληλα, παρέκαμψε και τις κάμερες του ηλεκτρονικού συστήματος τηλεσκόπησης κατά τις επίμαχες ημερομηνίες μετά και την παραπλανητική παρέμβαση της Προϊσταμένης της Μονάδας Διανομής, από τις οποίες θα μπορούσαν να αναζητηθούν τα καταγεγραμμένα πλάνα, δεδομένου ότι στο από 02.07.2018 email της υπεύθυνης εταιρείας ασφαλείας D. S. βεβαιώνεται ότι ο τεχνικός διαπίστωσε ότι "το UPS που στηρίζει το σύστημα σε περίπτωση διακοπής ρεύματος, ήταν κλειστό", χωρίς να αναφέρει ότι δεν υπάρχει αποθηκευμένο υλικό ή ότι το UPS επηρέασε την καταγραφή ή ότι έγινε προσπάθεια ανεύρεσης υλικού και απέτυχε. Ο λόγος αυτός είναι απαράδεκτος, διότι η αποδιδόμενη πλημμέλεια για τη μη λήψη υπόψη αποδεικτικού μέσου συναρτάται, κατά τα προεκτεθέντα, με την ίδρυση της εκ του αριθμού 11 περ. γ' του άρθρου 559 του ΚΠολΔ αναιρετικής πλημμέλειας, η οποία δεν περιλαμβάνεται στους περιοριστικά αναφερόμενους λόγους του άρθρου 560 του ΚΠολΔ, για τους οποίους και μόνον επιτρέπεται αναίρεση κατά της προσβαλλομένης αποφάσεως, κατά της οποίας δεν μπορεί να προταθεί, διότι στην προκειμένη περίπτωση με την αίτηση αναιρέσεως προσβάλλεται απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου, εκδοθείσα μετά από έφεση κατά αποφάσεως του Ειρηνοδικείου. 6.- Με τον πέμπτο και τελευταίο λόγο της αιτήσεως αναιρέσεως, κατά το πρώτο σκέλος του, ο αναιρεσείων αποδίδει στην προσβαλλόμενη απόφαση την εκ του αριθμού 5 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ αναιρετική πλημμέλεια με την αιτίαση ότι το ως Εφετείο δικάσαν Μονομελές Πρωτοδικείο …., δεν έλαβε υπόψη τον ισχυρισμό του και τον αντίστοιχο με αυτόν λόγο εφέσεως σχετικά με την συντονισμένη ενέργεια, όπως ισχυρίζεται, των αναιρεσιβλήτων να βλάψουν την τιμή και την υπόληψή του και το δόλο των τελευταίων, που ήταν δεδομένος και προκύπτει αναμφισβήτητα από την οργανωμένη δράση τους, η οποία είχε πλάνο, σχεδιασμό, στρατηγική και βέβαια αποτέλεσμα, αφού πέτυχε την άσκηση της πειθαρχικής αγωγής εις βάρος του, ενόψει του ότι ο πρώτος αναιρεσίβλητος με την ανωμοτί κατάθεσή του εισέφερε κατά την εναντίον του διοικητική έρευνα το βασικό αλλά ψευδές στοιχείο ότι τον είδε να φωτογραφίζει με το κινητό του τηλέφωνο το παρουσιολόγιο και έδωσε έμφαση στο στοιχείο αυτό αναφέροντας ότι έγινε αντιληπτό και από άλλους κατονομάζοντας τους λοιπούς αναιρεσιβλήτους, αν και η ερώτηση των επιθεωρητών κατά την έρευνα ήταν γενική, με συνέπεια, από τη μη λήψη υπόψη του άνω ισχυρισμού του, να δεχθεί ότι δεν στοιχειοθετείται εις βάρος των αναιρεσιβλήτων ούτε η άδικη πράξη της απλής δυσφημίσεως καταλήγοντας έτσι στο εσφαλμένο αποδεικτικό πόρισμα ότι αυτοί προέβησαν στις καταθέσεις τους όχι με σκοπό βλάβης της τιμής και της υπόληψής του, αλλά σε εκπλήρωση του νομίμου καθήκοντος αληθείας του μάρτυρα. Ο λόγος αυτός, κατά το οικείο σκέλος του, είναι απαράδεκτος, διότι οι εκτιθέμενες στο αναιρετήριο αιτιάσεις και η άρνηση εκ μέρους του αναιρεσείοντος του ισχυρισμού των αναιρεσιβλήτων ότι οι τελευταίοι προέβησαν στις καταθέσεις τους σε εκπλήρωση του νομίμου καθήκοντος αληθείας του μάρτυρα και όχι με σκοπό βλάβης της τιμής και της υπόληψής του, δεν αφορούν σε "πράγματα", κατά την προεκτεθείσα έννοια, αλλά συνιστούν πραγματικό συμπέρασμα του δικαστηρίου, που προέκυψε από τις αποδείξεις, στο πλαίσιο εξετάσεως του ισχυρισμού των αναιρεσιβλήτων ότι κατέθεσαν σε εκπλήρωση του νομίμου καθήκοντος αληθείας που είχαν ως μάρτυρες κατά την εξέτασή τους στη διοικητική έρευνα. Ο ίδιος λόγος, κατά το δεύτερο σκέλος του, με τον οποίο ο αναιρεσείων σχολιάζοντας τις αποδείξεις που λήφθηκαν υπόψη αποδίδει στην προσβαλλόμενη απόφαση την εκ του αριθμού 6 του άρθρου 560 του ΚΠολΔ αναιρετική πλημμέλεια με την αιτίαση ότι στερείται νομίμου βάσεως λόγω ανεπαρκών και αντιφατικών αιτιολογιών σχετικά με τον παραπάνω ισχυρισμό του, που περιέχεται στο πρώτο σκέλος του λόγου αυτού, είναι, και κατά το σκέλος του αυτό, προεχόντως απαράδεκτος, αφενός λόγω της αοριστίας του, σύμφωνα και με όσα επισημάνθηκαν ήδη στους προαναφερθέντες λόγους αναιρέσεως, διότι δεν διαλαμβάνεται σε αυτόν ο συγκεκριμένος κανόνας ή οι κανόνες του ουσιαστικού δικαίου, που φέρονται ότι παραβιάσθηκαν εκ πλαγίου προκειμένου να ερευνηθεί από το σύνολο των ουσιαστικών παραδοχών της προσβαλλομένης αποφάσεως αν υπάρχουν, σχετικά με την εφαρμογή του, οι κατά τον αναιρεσείοντα υπάρχουσες ανεπάρκειες ή αντιφάσεις των αιτιολογιών της προσβαλλόμενης αποφάσεως ως προς το αποδεικτικό της πόρισμα, ούτε εξειδικεύονται στο αναιρετήριο οι επιπλέον παραδοχές τις οποίες έπρεπε να περιλαμβάνει η προσβαλλόμενη απόφαση ώστε η αιτιολογία της να είναι πλήρης (ΟλΑΠ 20/2005) και σε τι ακριβώς συνίστανται οι αντιφάσεις των αιτιολογιών, ώστε να ερευνηθεί η συνδρομή ή μη της επικαλούμενης αναιρετικής πλημμέλειας και αφετέρου διότι υπό της επίκληση πλημμέλειας εκ του αριθμού 6 του άρθρου 560 του ΚΠολΔ και μάλιστα με αναφορά σε επί μέρους αποδεικτικά μέσα (ανωμοτί κατάθεση πρώτου αναιρεσιβλήτου) πλήττει την ανέλεγκτη αναιρετικώς, κατά το άρθρο 561 παρ. 1 του ΚΠολΔ, επί της ουσίας κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. Σε κάθε, πάντως, περίπτωση, υπό τις προαναφερθείσες, στο σύνολό τους, πραγματικές παραδοχές της προσβαλλομένης αποφάσεως, προκύπτει ότι το ως Εφετείο δικάσαν Μονομελές Πρωτοδικείο …., δεν στέρησε την απόφασή του από τη νόμιμη βάση της (και δη από την απαιτούμενη σαφή, πλήρη και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογία της, την οποία άλλωστε ούτε ο αναιρεσείων εξειδικεύει, κατά τα προεκτεθέντα) εξαιτίας ανεπαρκών ή αντιφατικών αιτιολογιών αναφορικά με το παραπάνω ζήτημα, διότι καλύπτεται χωρίς λογικά κενά και αντιφάσεις και με πληρότητα και σαφήνεια το αποδεικτικό της πόρισμα ότι τα όσα ανέφεραν οι αναιρεσίβλητοι στις καταθέσεις τους ήταν αληθή, έτσι ώστε να μην πληρούται το πραγματικό των νομικών εννοιών της συκοφαντικής δυσφημίσεως και της ψευδούς ανωμοτί καταθέσεως και να δικαιολογείται η απόρριψη της ένδικης αγωγής του αναιρεσείοντος, κατ' αποδοχή του αντίστοιχου ισχυρισμού των αναιρεσιβλήτων, με την παραδοχή ότι η ενέργεια των τελευταίων, με την έννοια της απλής δυσφημίσεως, έγινε προς εκπλήρωση του νομίμου καθήκοντος αληθείας του μάρτυρος, δίχως να προκύπτει σκοπός εξυβρίσεως του αναιρεσείοντος, χωρίς να χρειαζόταν οποιαδήποτε άλλη περαιτέρω παραδοχή, το πραγματικό των εφαρμοστέων εδώ κανόνων ουσιαστικού δικαίου των άρθρων 57, 59, 914, 920 του ΑΚ και 225, 362 και 363 του ΠΚ, τις οποίες η προσβαλλόμενη απόφαση δεν παραβίασε εκ πλαγίου με ανεπαρκείς και αντιφατικές αιτιολογίες. Ειδικότερα, με σαφήνεια και πληρότητα, χωρίς λογικά κενά και αντιφάσεις, καταλήγει το δικαστήριο της ουσίας στο εξαχθέν από το αποδείξεις σχετικό περί τούτων πόρισμά του, στο οποίο κατέληξε με τα πραγματικά γεγονότα που δέχθηκε ως αποδειχθέντα και που στηρίζουν επαρκώς, μαζί με τις υπόλοιπες παραδοχές του, το διατακτικό της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπο των εναγομένων αναιρεσιβλήτων τα αντικειμενικά και υποκειμενικά στοιχεία της αδικοπραξίας, με την ειδικότερη μορφή των εγκλημάτων της ψευδούς ανωμοτί καταθέσεως και της συκοφαντικής δυσφημίσεως των άρθρων 225, 362 και 363 ΠΚ, που συνιστούν προσβολή της προσωπικότητας του ενάγοντος και ότι πρέπει να γίνει δεκτός ο προβληθείς ισχυρισμός των εναγομένων ότι η πράξη τους δεν τελέσθηκε με σκοπό εξυβρίσεως στο πρόσωπο του ανιρεσείοντος. Αρκούσαν δε προς τούτο και δικαιολογούσαν την απόρριψη της ένδικης αγωγής, ως προς το παραπάνω κρίσιμο ζήτημα, οι συνοπτικές μεν, πλην σαφείς παραδοχές του δικαστηρίου της ουσίας ότι ".... τα όσα οι εναγόμενοι κατέθεσαν ως μάρτυρες, κατά τα ανωτέρω, ήταν αληθή και όχι ψευδή, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται ο ενάγων και συνακόλουθα δεν στοιχειοθετούνται σε βάρος τους οι άδικες πράξεις που τους καταλογίζει ο ενάγων, ήτοι της συκοφαντικής δυσφήμισης (άρθρο 363 ΠΚ), αφού δεν πληρούται το κύριο στοιχείο της αντικειμενικής της υπόστασης και δη το ψεύδος των ενώπιων των τρίτων ισχυρισμών, και της ψευδούς ανωμοτί κατάθεσης (άρθρο 225 ΠΚ πριν το ν. 4619/2019)" και ακόμη ".....αποδείχθηκε ότι οι εναγόμενοι προέβησαν στην ενέργειά τους, όχι με σκοπό να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη του ενάγοντος, όπως άλλωστε προαναφέρθηκε, αλλά σε εκπλήρωση του νομίμου καθήκοντος αλήθειας του μάρτυρα, όταν εξετάζεται ενώπιον των αρμόδιων αρχών, με αποτέλεσμα να μην στοιχειοθετείται σε βάρος τους ούτε η άδικη πράξη της απλής δυσφήμησης, δεκτού γενομένου του σχετικού ισχυρισμού των εναγομένων, που υποβλήθηκε με τις προτάσεις τους στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, κατ' εκτίμηση αυτών, και επαναφέρθηκε με τις προτάσεις τους στην κατ' έφεση δίκη". Επομένως, τα όσα αντίθετα υποστηρίζει ο αναιρεσείων με τον πέμπτο, κατά το δεύτερο σκέλος του, λόγο της αιτήσεως αναιρέσεως εκ του αριθμού 6 του άρθρου 560 του ΚΠολΔ είναι αβάσιμα, όπως και ο αντίστοιχος λόγος αναιρέσεως, κατά το μέρος του αυτό. 7.- Κατόπιν τούτων και αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος αναιρέσεως προς έρευνα πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της η αίτηση αναιρέσεως, να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου που κατατέθηκε από τον αναιρεσείοντα για την άσκησή της στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ) και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων, λόγω της ήττας του, στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων, οι οποίοι παραστάθηκαν και κατέθεσαν κοινές προτάσεις, κατά το νόμιμο και βάσιμο περί τούτου αίτημά τους (άρθρα 106, 176,183 και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από …2023 αίτηση του Γ. Π. για αναίρεση της υπ' αριθμόν 147/2023 τελεσίδικης απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου …..

Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου, το οποίο κατατέθηκε από τον αναιρεσείοντα για την άσκηση της αιτήσεως αναιρέσεως, στο δημόσιο ταμείο.

Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των αναιρεσιβλήτων, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 10 Φεβρουαρίου 2025.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 7 Μαΐου 2025.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή