
Σύνδεσμος απόφασης
Απόφαση 799 / 2025    (Γ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)
Αριθμός 799/2025
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ' Πολιτικό Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Αγάπη Τζουλιαδάκη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ιφιγένεια Ματσούκα, Φωτεινή Μηλιώνη, Ευαγγελία Στεργίου, Ευγενία Μπιτσακάκη-Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ, δημόσια, στο ακροατήριό του, στις 19 Φεβρουαρίου 2025, με την παρουσία και του γραμματέα Παναγιώτη Μπούκη, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπουμένου από τον κ. Υπουργό Οικονομικών (ΑΦΜ Υπουργείου Οικονομικών ...), που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα και ήδη από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΦΜ ..., Δ ? Δ.Ο.Υ. Αθηνών), ως εκπροσώπου του Δημοσίου, η οποία εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα από το Διοικητή αυτής και στην προκειμένη περίπτωση και από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Ε ? Θεσσαλονίκης, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τον Θησέα Κουρή, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, με δήλωση, κατ' άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, και δεν κατέθεσε προτάσεις.
Των αναιρεσιβλήτων: 1) Μ. Π. του Μ., 2) Σ. Π. του Μ., κατοίκων ... Ωραιοκάστρου, για τον εαυτό τους ατομικά και ως εξ αδιαθέτου κληρονόμων της μητέρας τους Κ. χήρας Μ. Π. - αρχικής ενάγουσας- η οποία απεβίωσε στις 7-2-2022, οι οποίες εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Σοφία Μουτίδου, με δήλωση, κατ' άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, και κατέθεσαν προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 4-7-2019 αγωγή των ήδη αναιρεσιβλήτων, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: ... οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και ... του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Την αναίρεση της τελευταίας αποφάσεως ζητεί το αναιρεσείον με την από 3-11-2022 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι) Με την από 3-11-2022 αίτηση αναίρεσης προσβάλλεται η κατά την τακτική διαδικασία και κατ' αντιμωλία των διαδίκων εκδοθείσα υπ' αριθμ. ... τελεσίδικη απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, με την οποία έγινε δεκτή η από 21-4-2021 (αριθμ. καταθ. ...) έφεση των αναιρεσιβλήτων κατά της υπ' αριθμ. ... οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, που είχε απορρίψει την κατά του αναιρεσείοντος από 4-7-2019 αγωγή των ιδίων και της αρχικής ενάγουσας Κ. χήρας Μ. Π., μητέρας τους, η οποία απεβίωσε στις 7-2-2022 και στη θέση της υπεισήλθαν εκείνες ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι της, περί ακύρωσης της αποδοχής της κληρονομιάς του αποβιώσαντος την 1-11-2017 Μ. Π. του Κ., συζύγου της αρχικά πρώτης ενάγουσας και πατέρα των λοιπών, που κατά πλάσμα του νόμου θεωρήθηκε ότι έγινε λόγω παρέλευσης άπρακτης της προθεσμίας αποποίησης και αναγνώρισης ως νομίμων και εμπροθέσμων των από 22-2-2019 δηλώσεων τους περί αποποίησης της κληρονομίας του ανωτέρω, για την οποία και συντάχθηκαν οι με αριθμό ... εκθέσεις αποποίησης της κληρονομιάς του ανωτέρω θανόντος του Γραμματέα του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης και αφού κράτησε και δίκασε την υπόθεση έκανε δεκτή την αγωγή ως κατ' ουσίαν βάσιμη. Η αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρ. 495, 552, 553, 556, 558, 560, 564 παρ. 1 566 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ). Είναι συνεπώς παραδεκτή (577 παρ.1 Κ.Πολ.Δ) και πρέπει να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 577 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ.).
ΙΙ) Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1711, 1846, 1847, 1848, 1849, 1850, 1851 και 1856 ΑΚ συνάγεται ότι ο κληρονόμος, είτε καλείται από διαθήκη, είτε εξ αδιαθέτου, αποκτά αυτοδίκαια την κληρονομιά με μόνο το θάνατο του κληρονομουμένου, χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε ενέργεια από μέρους του, ακόμα και χωρίς τη γνώση ή θέλησή του. Το δικαίωμα όμως αυτό της αυτοδίκαιης κτήσης της κληρονομιάς είναι προσωρινό και μετακλητό, γιατί τελεί υπό την τιθέμενη από το νόμο διαλυτική αίρεση της εμπρόθεσμης αποποίησης της κληρονομιάς (άρθρ. 1847 ΑΚ), δηλαδή δικαιούται ο κληρονόμος να αποποιηθεί, κατά βούληση, την κληρονομιά που έχει επαχθεί σ' αυτόν από διαθήκη ή εξ αδιαθέτου, οπότε η κτήση αναιρείται εξαρχής και θεωρείται σαν να μην έγινε. Η αποποίηση της κληρονομιάς είναι δήλωση του προσωρινού κληρονόμου ότι αποκρούει - δεν δέχεται - την κληρονομιά που έχει επαχθεί σ' αυτόν από διαθήκη ή εξ αδιαθέτου. Η αποποίηση συνιστά μονομερή δικαιοπραξία διαπλαστικού χαρακτήρα μη απευθυντέα σε τρίτο, υποκείμενη σε συστατικό τύπο και είναι ανεπίδεκτη οποιασδήποτε αίρεσης ή προθεσμίας, χάριν της ασφάλειας των συναλλαγών (άρθρο 1851 εδ. β ΑΚ). Η σχετική δήλωση αποποίησης γίνεται ενώπιον του γραμματέα του δικαστηρίου της κληρονομιάς, μέσα σε προθεσμία τεσσάρων μηνών (με τη διαφοροποίηση του άρθρου 1847 παρ. 2 ΑΚ), που αρχίζει από τότε που ο κληρονόμος έλαβε γνώση της επαγωγής και του λόγου αυτής. Από την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας αποποίησης τεκμαίρεται αμαχήτως από το νόμο (άρθρ. 1850 εδ.β ΑΚ) η αποδοχή της κληρονομιάς. Η δήλωση αποποίησης έχει διαπλαστικό χαρακτήρα, αφού δημιουργεί μία νέα νομική κατάσταση ως προς το πρόσωπο του κληρονόμου. Η κληρονομιά επάγεται σ' εκείνον που θα είχε κληθεί, αν εκείνος που αποποιήθηκε δεν ζούσε κατά το χρόνο του θανάτου του κληρονομουμένου (άρθρ. 1856 ΑΚ). Περαιτέρω κατά τη διάταξη του άρθρου 1857 παρ. 1 και 2 ΑΚ, η αποδοχή ή η αποποίηση της κληρονομιάς είναι αμετάκλητη, ενώ αν αυτή οφείλεται σε πλάνη ή απάτη ή απειλή κρίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες. Δεν αποκλείεται όμως, παρά το ότι η διάταξη του άρθρου 1857 παρ. 1 ΑΚ καθιερώνει το αμετάκλητο της αποδοχής ή της αποποίησης ως μονομερούς δικαιοπραξίας, με προφανή σκοπό τη δημιουργία βεβαιότητας ως προς το πρόσωπο του κληρονόμου, η αποδοχή και η αποποίηση να είναι συνέπεια πλάνης που δεν αναφέρεται στο λόγο της επαγωγής, ή που είναι αποτέλεσμα απάτης ή απειλής. Στις περιπτώσεις αυτές, η διάταξη του άρθρου 1857 παρ. 2 ΑΚ προβλέπει τη δυνατότητα ακύρωσης της αποδοχής ή αποποίησης, σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις για τις ακυρώσιμες δικαιοπραξίες (άρθρ. 140 επ., 147 επ., 150 επ. ΑΚ), που εφαρμόζονται ενόσω δεν τροποποιούνται από τις ιδιαίτερες ρυθμίσεις των διατάξεων του άρθρου 1857 παρ. 2-4 ΑΚ. Ειδικότερα κατά το άρθρο 1857 εδ. β περ. α' , γ' και δ' του ίδιου Κώδικα, η αποδοχή της κληρονομίας που οφείλεται σε πλάνη κρίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις για τις δικαιοπραξίες, η δε πλάνη σχετικά με το ενεργητικό ή το παθητικό της κληρονομίας δεν θεωρείται ουσιώδης, ενώ οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται και σε αποδοχή που συνεπάγεται από την παραμέληση της προθεσμίας για αποποίηση, κατά δε το άρθρο 1901 εδ. α Α.Κ., ο κληρονόμος ευθύνεται και με τη δική του περιουσία για τα χρέη της κληρονομίας. Έτσι, εφόσον πρόκειται για δήλωση από πλάνη, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 140, 141 και 142 ΑΚ, αν κατά την κατάρτιση της δικαιοπραξίας, η δήλωση δεν συμφωνεί από ουσιώδη πλάνη με τη βούληση του δηλούντος, αυτός έχει το δικαίωμα να ζητήσει την ακύρωση της δικαιοπραξίας. Η πλάνη είναι ουσιώδης, όταν αναφέρεται σε σημείο ή ιδιότητα του προσώπου ή του πράγματος τέτοιας σπουδαιότητας για την όλη δικαιοπραξία ώστε, αν ο πλανηθείς γνώριζε την πραγματική κατάσταση, δεν θα επιχειρούσε τη δικαιοπραξία. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι η αποδοχή της κληρονομιάς που συνάγεται από την παραμέληση της προθεσμίας αποποίησης, μπορεί να προσβληθεί από τον κληρονόμο λόγω πλάνης όταν η, με τον τρόπο αυτό συναγόμενη, κατά πλάσμα του νόμου, αποδοχή, δεν συμφωνεί με τη βούλησή του από ουσιώδη πλάνη, δηλαδή από άγνοια ή εσφαλμένη γνώση της καταστάσεως που διαμόρφωσε τη βούλησή του, αν αυτή αναφέρεται σε σημείο τόσο σπουδαίο για την αποδοχή της κληρονομιάς, ώστε, αν ο κληρονόμος γνώριζε την αληθινή κατάσταση ως προς το σημείο αυτό, δεν θα άφηνε να παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αποποιήσεως. Η εσφαλμένη γνώση ή άγνοια, που δημιουργεί την μεταξύ βουλήσεως και δηλώσεως διάσταση, η οποία, όταν είναι ουσιώδης, θεμελιώνει δικαίωμα προσβολής της δηλώσεως λόγω πλάνης, μπορεί να οφείλεται και σε άγνοια ή εσφαλμένη γνώση των προαναφερόμενων νομικών διατάξεων για την αποδοχή της κληρονομιάς υπάρχει δε πλάνη περί το δίκαιο της αποδοχής της κληρονομιάς και όταν ο κληρονόμος τελεί σε άγνοια που ανάγεται α) στο σύστημα της κτήσεως της κληρονομιάς κατά το ΑΚ που επέρχεται αμέσως μετά το θάνατο του κληρονομουμένου, οπότε η προθεσμία του άρθρου 1847 ΑΚ δεν αρχίζει, γιατί η άγνοια αποκλείει τη γνώση της επαγωγής της κληρονομιάς και β) σε άγνοια μόνο της υπάρξεως της προθεσμίας του άρθρου 1847 ΑΚ προς αποποίηση ή της κατά το άρθρο 1850 ΑΚ νομικής σημασίας της παρόδου της προθεσμίας αυτής άπρακτης. Εάν έχει χωρήσει πλασματική αποδοχή της κληρονομιάς λόγω της προαναφερθείσας πλάνης, η έναρξη της προθεσμίας αποποιήσεως προϋποθέτει την ακύρωση της πλασματικής αποδοχής τελεσιδίκως, ώστε η εν συνεχεία αποποίηση να επιφέρει τα έννομα αποτελέσματά της (Ολ ΑΠ 858/1990, Α.Π.842/2022, Α.Π.1041/2022, 822/2017). Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 παρ. 1 του K.Πολ.Δ. αναίρεση επιτρέπεται μόνο, αν παραβιάσθηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών, αδιάφορο αν πρόκειται για νόμο ή έθιμο ελληνικό ή ξένο, εσωτερικού ή διεθνούς δικαίου. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται αν δεν εφαρμοσθεί, ενώ συνέτρεχαν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του, ή εάν εφαρμοσθεί, ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και εάν εφαρμοσθεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε ως ψευδής ερμηνεία του κανόνα δικαίου, δηλαδή όταν το δικαστήριο της ουσίας προσέδωσε σε αυτόν έννοια διαφορετική από την αληθινή, είτε ως κακή εφαρμογή, ήτοι εσφαλμένη υπαγωγή σ` αυτόν των περιστατικών της ατομικής περίπτωσης, που καταλήγει σε εσφαλμένο συμπέρασμα, με τη μορφή του διατακτικού (Ολ. Α.Π. 1/2016). Με τον παραπάνω λόγο αναίρεσης ελέγχονται τα σφάλματα του δικαστηρίου της ουσίας, κατά την εκτίμηση της νομικής βασιμότητας της αγωγής και των ισχυρισμών (ενστάσεων) των διαδίκων, καθώς και τα νομικά σφάλματα κατά την έρευνα της ουσίας της διαφοράς. Στην τελευταία δε περίπτωση, η παραβίαση του κανόνα αυτού ελέγχεται από τον Άρειο Πάγο αποκλειστικώς και μόνο με βάση τα πραγματικά περιστατικά που δέχεται το δικαστήριο της ουσίας ότι αποδείχθηκαν ή ότι δεν αποδείχθηκαν (Α.Π. 319/2017, Α.Π. 130/2016, Α.Π. 1420/2013). Εξάλλου κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 19 Κ.Πολ.Δ., αναίρεση επιτρέπεται αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης. Από τη διάταξη αυτή, προκύπτει ότι ο προβλεπόμενος από αυτή λόγος αναίρεσης ιδρύεται όταν στην ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου πραγματικά περιστατικά "έλλειψη αιτιολογίας" ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται βάσει του πραγματικού του εφαρμοστέου κανόνα ουσιαστικού δικαίου για την επέλευση της έννομης συνέπειας που απαγγέλθηκε ή την άρνησή της "ανεπαρκής αιτιολογία", ή όταν αντιφάσκουν μεταξύ τους "αντιφατική αιτιολογία". Ανεπάρκεια αιτιολογίας υπάρχει όταν από την απόφαση δεν προκύπτουν σαφώς τα περιστατικά που είτε είναι κατά νόμο αναγκαία για τη στοιχειοθέτηση στη συγκεκριμένη περίπτωση της διάταξης ουσιαστικού δικαίου που εφαρμόσθηκε, είτε αποκλείουν την εφαρμογή της, λόγω δε των ελλείψεων στην εκτίμηση των αποδείξεων προκαλείται ασαφές αποδεικτικό πόρισμα και, επομένως, αδυναμία του Αρείου Πάγου να ελέγξει την ορθή ή μη εφαρμογή του νόμου. Δεν υπάρχει όμως ανεπάρκεια αιτιολογίας όταν υφίστανται ελλείψεις στην ανάλυση, στάθμιση και γενικώς στην εκτίμηση των αποδείξεων, εφόσον το αποδεικτικό πόρισμα εκτίθεται με σαφήνεια και πληρότητα. Το κατά νόμο αναγκαίο περιεχόμενο της ελάσσονος πρότασης προσδιορίζεται από τον εκάστοτε εφαρμοστέο κανόνα ουσιαστικού δικαίου, του οποίου το πραγματικό πρέπει να καλύπτεται πλήρως από τις παραδοχές της απόφασης στο αποδεικτικό της πόρισμα και να μην καταλείπονται αμφιβολίες (ΟλΑΠ 9/2016, ΑΠ 322/2022, 1366/2021, 491/2019).
ΙΙΙ) Στην προκειμένη περίπτωση το Εφετείο, όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση, για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου, της προσβαλλόμενης απόφασης (άρθρ. 561 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.), δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη κρίση του, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Στη 1-11-2017 απεβίωσε στη Θεσσαλονίκη ο Μ. Π. του Κ. και Κ., σύζυγος της πρώτης των εναγουσών και πατέρας των άλλων δύο εξ αυτών, κάτοικος εν ζωή τοπικής κοινότητας ... του Δήμου Ωραιοκάστρου Θεσσαλονίκης, χωρίς να αφήσει διαθήκη. Ο θανών, από το έτος 1983, ήταν οφειλέτης του Ελληνικού Δημοσίου καθόσον διατηρούσε βιοτεχνία κατασκευής πασουμιών και κατά το χρονικό διάστημα από το έτος 1983 έως το έτος 2013, βεβαιώθηκαν σε βάρος του, ατομικά αλλά και με την εταιρική του ιδιότητα λόγω της συμμετοχής του στην Ο.Ε. με την επωνυμία "... Ο.Ε." και στην Ο.Ε. με την επωνυμία "... Μ.Ο.Ε" - μεταξύ άλλων και ποσά που αφορούσαν έκτακτη εισφορά, εισόδημα, εισφορές ΦΜΑ ποσού 37.480,08 ευρώ, 43.961,39 ευρώ και 6.928,11 ευρώ αντίστοιχα (κεφάλαιο και προσαυξήσεις), σύμφωνα και με τον σχετικό πίνακα χρεών της Ε Δ.Ο.Υ. Θεσσαλονίκης με ημερομηνία υπολογισμού 7-11-2019, που προσκομίζεται από το ελληνικό δημόσιο. Το έτος 1990, δυνάμει της με αριθμό ... απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, η ανωτέρω εταιρία με την επωνυμία "...." και τα ομόρρυθμα μέλη αυτής Γ. Κ. και Μ. Π., μετά από αίτηση της ίδιας της εταιρίας και των ομόρρυθμων μελών αυτής λόγω αναστολής των εμπορικών της χρεών, κηρύχθηκαν σε κατάσταση πτώχευσης, με χρόνο παύσης πληρωμών την 7-11-1990. Μετά δε την διενέργεια αναγκαστικού πλειστηριασμού με επίσπευση του ΙΚΑ Θεσσαλονίκης, εκπλειστηριάστηκαν ποσοστά εξ αδιαιρέτου επί ακίνητων του θανόντος και δη επί ενός οικοπέδου και έξι αγροτεμαχίων που βρίσκονται την κοινότητα ... του Δήμου Ωραιοκάστρου με υπερθεματιστές τις θυγατέρες του άλλοτε εν ζωή Μ. Π. (δεύτερη και τρίτη των εναγουσών), σύμφωνα και με την με αριθμό ... περίληψη κατακυρωτικής έκθεσης ακινήτων της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης Φ. Μ. ενώ σύμφωνα με τον με αριθμό ... πίνακα κατάταξης στο πλειστηρίασμα που επιτεύχθηκε εκ ποσού 1.223.2000 δρχ. μετά την αφαίρεση εξόδων, κατατάχθηκε η Β ΔΟΥ για το υπόλοιπο ποσό των 875.2000 δρχ. Για το υπόλοιπο της ανωτέρω οφειλής η Ε Δ.Ο.Υ. Θεσσαλονίκης, κοινοποίησε στις ενάγουσες, την 29-1-2019, τις με αριθμό πρωτ. ... ατομικές ειδοποιήσεις της Δ.Ο.Υ. Ε Θεσσαλονίκης ληξιπρόθεσμων χρεών ως κληρονόμων του οφειλέτη και προκειμένου να καταβάλουν, λόγω οφειλών του κληρονομούμενου από τις ανωτέρω αιτίες, το ποσό των 2.547,09 ευρώ πλέον προσαυξήσεων ποσού 6.985,26 ευρώ και συνολικά το ποσό των 9.532,35 η πρώτη εξ αυτών (Κ. Π.) και το ποσό των 3.820,62 ευρώ πλέον προσαυξήσεων ποσού 10.477,86 ευρώ και συνολικά το ποσό των 14.298,48 ευρώ εκάστη της δεύτερης και τρίτης εξ αυτών κατά το λόγο της κληρονομικής τους μερίδας, την 29-5-2017. Ο ανωτέρω Μ. Π., κατά τον χρόνο του θανάτου του, κατέλειπε, ως μόνους πλησιέστερους συγγενείς του, τη σύζυγό του, Κ. το γένος Χ. Κ., η οποία απεβίωσε στη συνέχεια και δη την 7-2-2022 (στη δικονομική θέση της οποίας υπεισήλθαν οι θυγατέρες της, δεύτερη και τρίτη των εναγουσών) και τις θυγατέρες του, Μ. και Σ. Π. (δεύτερη και τρίτη των εναγουσών) οι οποίες τον κληρονόμησαν εξ αδιαθέτου, καλούμενες η πρώτη εξ αυτών σύζυγός του με τους συγγενείς της πρώτης τάξης (τέκνα του θανόντος) στο τέταρτο της κληρονομιάς (1/4) και οι λοιποί εξ αυτών (τέκνα) στην πρώτη τάξη στο υπόλοιπο 3/4. Η πρώτη ενάγουσα είχε γεννηθεί το έτος 1936, η δεύτερη εξ αυτών το έτος 1955 και η τρίτη εξ αυτών το έτος 1960, κατά το χρόνο δε του θανάτου του κληρονομούμενου, η πρώτη εξ αυτών ήταν περίπου 80 ετών και ελάμβανε σύνταξη γήρατος, ενώ η δεύτερη εξ αυτών ήταν περίπου 62 ετών και η τρίτη 57 ετών, και η εργασία τους ήταν αυτή του νηπιαγωγού. Αμέσως μετά την 29- 1-2019, οι ενάγουσες έλαβαν για πρώτη φορά, σχετική νομική συμβουλή περί των σχετικών διατάξεων του νόμου για την επαγωγή της κληρονομιάς και την πλασματική αποδοχή της κληρονομιάς που συνάγεται από την άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας για την αποποίηση αυτής. Μέχρι τότε οι ενάγουσες αγνοούσαν την επαγωγή την κληρονομιάς σε αυτές και την ύπαρξη προθεσμίας αποποίησης, καθόσον θεωρούσαν ότι λόγω της πτώχευσης το έτος 1990 του συζύγου και πατέρα αντίστοιχα -Μ. Π.- και της ομόρρυθμης εταιρίας στην οποία αυτός ήταν ομόρρυθμος μέλος και του γεγονότος ότι ο θανών στερούνταν περιουσιακών στοιχείων καθόσον αυτά εκποιήθηκαν αναγκαστικά, δεν όφειλαν να προβούν σε αποποίηση της επαχθείσας σε αυτούς κληρονομιάς. Στη συνέχεια οι ενάγουσες, στις 22-2-2019, προέβησαν σε δήλωση αποποίησης της κληρονομιάς του Μ. Π. του Κ. και της Κ.ς, οπότε και συντάθηκαν οι με αριθμό ... δηλώσεις αποποίησης ενώπιον του γραμματέα του Ειρηνοδίκη Θεσσαλονίκης. Περαιτέρω κατά την ίδια ημερομηνία της 22-2-2019, προέβησαν στην κατάθεση ανακοπής κατά των ανωτέρω ατομικών ειδοποιήσεων που τους κοινοποιήθηκαν και αίτησης αναστολής εκτέλεσης των ανωτέρω διοικητικών πράξεων που εκδόθηκαν σε βάρος τους, ενώπιον του αρμόδιου Διοικητικού Πρωτοδικείου, η οποία (αίτηση αναστολής) έγινε δεκτή με την με αριθμό ... απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης. Αν οι ενάγουσες γνώριζαν όλα τα ανωτέρω γεγονότα δεν θα άφηναν να παρέλθει άπρακτη η παραπάνω προθεσμία. Ήδη στις 28-6-2018, η δεύτερη ενάγουσα, Μ. Π. υπέβαλε στην Δ.Ο.Υ Ιωνίας την με αριθμό ... δήλωση μεταβολής ατομικών στοιχείων του αποβιώσαντος πατέρα της Π. Μ. του Κ., με την οποία δήλωσε την ημερομηνία θανάτου του πατρός της, την 1-11-2017 και τις συγγενικές ιδιότητες της ίδιας, της αδελφής της (Σ. Π.) και της μητέρας της Κ.ς Π. ως εγγυτέρων συγγενών και ειδικότερα τη μητέρα της ως κληρονόμο, οπότε και παρέλαβε αυθημερόν τη βεβαίωση μεταβολής των ατομικών στοιχείων του πατέρα της. Η κρίση του Δικαστηρίου περί των ανωτέρω και δη περί της άγνοιας των εναγουσών για την επαγωγή της κληρονομιάς σε αυτές και την ύπαρξη προθεσμίας αποποίησης, δεν αναιρείται από το γεγονός της υποβολής της ανωτέρω δήλωσης μεταβολής στοιχείων του πατέρα τους στην ανωτέρω Δ.Ο.Υ. Ιωνίας και στη συνέχεια την χορήγησης της ανωτέρω βεβαίωσης όπου εκάστη των ανωτέρω αναφέρεται με την ιδιότητά της ως κληρονόμος του θανόντος, το οποίο δεν καταδεικνύει τη γνώση αυτών περί της επαγωγής της κληρονομιάς του θανόντος πατρός τους σε αυτές και του λόγου της επαγωγής κατά το χρονικό σημείο του θανάτου αυτού την 1-11-2017, όπως αβασίμως υποστηρίζει το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο, καθόσον οι ενάγουσες με την υποβολή της δήλωσης απέβλεπαν αποκλειστικά στην γνωστοποίηση του θανάτου του συζύγου και πατέρα τους αντίστοιχα την αρμόδια φορολογική αρχή. Συνακόλουθα ......., η ανυπαίτια άγνοια των εναγουσών, που δημιούργησε τη μεταξύ της βουλήσεώς τους και δηλώσεώς τους διάσταση, ήταν ουσιώδης και θεμελιώνει ουσιαστικά βάσιμο δικαίωμά τους για την προσβολή της πλασματικής, λόγω παρέλευσης της σχετικής τετράμηνης προθεσμίας, αποδοχής της κληρονομιάς του συζύγου και πατέρα τους αντίστοιχα, λόγω πλάνης, συνιστάμενη στην άγνοια των προαναφερόμενων νομικών διατάξεων για την αποδοχή της κληρονομιάς, αφού τελούσαν σε άγνοια περί των σχετικών διατάξεων περί επαγωγής της κληρονομιάς και ύπαρξης της προθεσμίας του άρθρου 1847 ΑΚ προς αποποίηση, όσο και της κατά το άρθρο 1850 Α.Κ. νομικής σημασίας της παρόδου της προθεσμίας αυτής άπρακτης, μετά το θάνατο του συζύγου και πατέρα αντίστοιχα. Τα ανωτέρω γίνονται δεκτά κυρίως ενόψει του γεγονότος της πτώχευσης που είχε λάβει χώρα το έτος 1990 και της αναγκαστικής εκποίησης της ακίνητης περιουσίας του θανόντος συνεπεία των οποίων αυτός στερούνταν οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου. Ως εκ τούτου οι ενάγουσες θεωρούσαν ότι οι οφειλές που είχαν δημιουργηθεί από την λειτουργία της ανωτέρω ομόρρυθμης εταιρίας είχαν εξοφληθεί με την ολοκλήρωση της διαδικασίας της πτώχευσης και ότι για το λόγο αυτό δεν όφειλαν να προβούν σε περαιτέρω νομικές ενέργειες. Η ουσιώδης πλάνη των εναγουσών συνεχίσθηκε μέχρι και την επίδοση σε αυτές, την 22-2-2019, των ανωτέρω ατομικών ειδοποιήσεων χρεών του θανόντος, οπότε στη συνέχεια προέβησαν -αφού έλαβαν σχετική νομική συμβουλή-, στις αντίστοιχες δηλώσεις αποποίησης της κληρονομιάς ενώπιον του Γραμματέα του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης. Η πλάνη των εναγουσών δεν αναφέρεται στο κατάχρεο της κληρονομιάς του θανόντος, στοιχείο, που, εξάλλου, δεν αποτελεί, κατά τις παραδοχές της αυτής μείζονας σκέψης, ουσιώδη πλάνη, αλλά στους λόγους που αναλυτικά προαναφέρθηκαν, οπότε απορριπτέος παρίσταται ο αντίθετος ισχυρισμός του ελληνικού δημοσίου. Εξάλλου, αν οι ενάγουσες γνώριζαν ότι παρά την ολοκλήρωση των διαδικασιών της πτώχευσης του θανόντος ατομικά και ως μέλους της ομόρρυθμου εταιρίας υπήρχαν χρέη σε βάρος του κληρονομούμενου που απέρρεαν από την άσκηση της εμπορικής του δραστηριότητας κατά το ανωτέρω χρονικό σημείο και δεν είχαν εξοφληθεί μέσω της διαδικασίας της αναγκαστικής εκποίησης της ακίνητης περιουσίας του θανόντος -η οποία όπως αναφέρθηκε δεν ήταν επαρκής για την πλήρη ικανοποίηση των απαιτήσεων των δανειστών του θανόντος καθόσον το ύψος των απαιτήσεων των δανειστών ήταν υψηλότερο του τιμήματος που επιτεύχθηκε μέσω του πλειστηριασμού ανερχόμενο στα ανωτέρω ποσά-, και είχαν γνώση της προθεσμίας για την αποποίηση της επαχθείσας σε αυτούς κληρονομιάς όσο και της νομικής σημασίας της παρόδου της προθεσμίας αυτής άπρακτης, είναι απολύτως βέβαιο ότι θα προέβαιναν σε άμεση αποποίηση, αφού, δεν υπήρχε περιουσία που ο θανών να είχε στην κυριότητά του κατά τον χρόνο θανάτου του. Συνακόλουθα, οι αναφερόμενες στο σκεπτικό της παρούσας πλασματικές αποδοχές της κληρονομιάς του Μ. Π. του Κ. και της Κ.ς, μετά την άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας των τεσσάρων μηνών από το θάνατο του ανωτέρω, την 1-11-2017, θα πρέπει να ακυρωθούν λόγω πλάνης, ενώ στη συνέχεια θα πρέπει να αναγνωρισθούν ως νόμιμες και εμπρόθεσμες οι με αριθμό ... δηλώσεις αποποίησης ενώπιον του γραμματέα του Ειρηνοδίκη Θεσσαλονίκης της κληρονομιάς του ανωτέρω Μ. Π. του Κ. και της Κ.ς, που απεβίωσε την 1-11-2017 στη Θεσσαλονίκη, κατοίκου εν ζωή τοπικής κοινότητας ... του Δήμου Ωραιοκάστρου Θεσσαλονίκης.
Συνεπώς το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που απέρριψε την αγωγή ως ουσία αβάσιμη, και δέχθηκε ότι δεν υπήρχε πλάνη για την προθεσμία αποποίησης και τις συνέπειες της άπρακτης παρέλευσης αυτής αλλά (δέχθηκε) ότι υπήρχε πλάνη για το παθητικό της κληρονομιαίας περιουσίας, η οποία και δεν θεωρείται ουσιώδης, και για το λόγο αυτό δεν ακύρωσε τις επίμαχες πλασματικές αποδοχές των εναγουσών της κληρονομιάς του ανωτέρω αποβιώσαντος, πλημμελώς ερμήνευσε και εφάρμοσε τις νομικές διατάξεις, που στην παραπάνω νομική σκέψη εκτίθενται, όπως βασίμως διατείνονται οι εκκαλούσες με τους σχετικούς λόγους της κρινόμενης έφεσης.
Συνεπώς η υπό κρίση έφεση θα πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη κατ' ουσίαν". Ακολούθως αφού εξαφάνισε την εκκαλουμένη απόφαση και δίκασε επί της ένδικης αγωγής, δέχθηκε αυτήν ως βάσιμη κατ' ουσίαν, ακύρωσε τις αναφερόμενες πλασματικές αποδοχές των εναγουσών, με την άπρακτη παρέλευση της τετράμηνης προθεσμίας αποποίησης, της επαχθείσας σε αυτές κληρονομιάς του κληρονομούμενου Μ. Π. και αναγνώρισε ως νόμιμες και εμπρόθεσμες τις με αριθμό ... δηλώσεις αποποίησης των εναγουσών ενώπιον του γραμματέα του Ειρηνοδίκη Θεσσαλονίκης της κληρονομιάς του ανωτέρω Μ. Π. του Κ. Με τους λόγους αναίρεσης, υπό την επίκληση των αριθμών 1, και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, το αναιρεσείον πλήττει την προσβαλλόμενη απόφαση για παραβίαση ευθέως και εκ πλαγίου των ουσιαστικού δικαίου διατάξεων των άρθρων 1847, 1850, 1851, 1856,1857, 140 και 141 Α.Κ. που αναφέρονται στη νομική σκέψη, αποδίδοντας σε αυτήν, ότι με εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των ως άνω διατάξεων και με ανεπαρκείς αιτιολογίες, σχετικά με το ουσιώδες ζήτημα, της ύπαρξης ουσιώδους πλάνης λόγω άγνοιας των νομικών διατάξεων για την αποδοχή της κληρονομίας και των συνεπειών της άπρακτης προθεσμίας προς αποποίησή της, δέχθηκε, ότι η μη αποποίηση εκ μέρους των αρχικώς εναγουσών της κληρονομίας του θανόντος συζύγου και πατρός των οφείλεται σε ουσιώδη πλάνη τους και συγκεκριμένα στην ανυπαίτια άγνοια τους σχετικά με τις διατάξεις του νόμου, που διέπουν την αποποίηση κληρονομίας, ότι η ουσιώδης αυτή πλάνη δικαιολογεί την ακύρωση της από μέρους τους πλασματικής αποδοχής της κληρονομίας του άνω αποβιώσαντος ότι η υποβολή δήλωσης μεταβολής ατομικών στοιχείων του τελευταίου (ημερομηνία θανάτου, συγγενικές ιδιότητες) στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. δεν καταδεικνύει τη γνώση αυτών περί της επαγωγής της κληρονομίας του και του λόγου της επαγωγής κατά το χρονικό σημείο του θανάτου αυτού, αλλά συνιστά απλή γνωστοποίηση του θανάτου του άνω κληρονομούμενου στην αρμόδια φορολογική αρχή, ότι η ανυπαίτια άγνοια των εναγουσών, που δημιούργησε τη μεταξύ της βουλήσεώς και δηλώσεώς τους διάσταση, ήταν ουσιώδης και θεμελιώνει ουσιαστικά βάσιμο δικαίωμά τους για την προσβολή της πλασματικής, λόγω παρέλευσης της σχετικής τετράμηνης προθεσμίας, αποδοχής της κληρονομιάς του άνω αποβιώσαντος, λόγω πλάνης, συνιστάμενη στην άγνοια των προαναφερόμενων νομικών διατάξεων για την αποδοχή της κληρονομιάς και ότι η πλάνη των ανωτέρω συγγενών του δεν αναφέρεται στο κατάχρεο της κληρονομίας, δεχόμενο ακολούθως την ένδικη αγωγή. Αντίθετα, κατά τις αιτιάσεις του αναιρεσείοντος, στην προκειμένη περίπτωση, η μη υποβολή δήλωσης αποποίησης κληρονομίας των αρχικώς εναγουσών, δεν οφείλεται σε άγνοια των σχετικών διατάξεων νόμου ή σε ουσιώδη πλάνη περί του περιεχομένου αυτών, ώστε να τύχουν εφαρμογής οι προαναφερόμενες διατάξεις ουσιαστικού δικαίου, όπως εσφαλμένα δέχθηκε το Εφετείο, δεδομένου και ότι η ανωτέρω δήλωση μεταβολής των στοιχείων του θανόντος στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. συνιστά πράξη με την οποία εξωτερικεύτηκε η βούληση των ανωτέρω για την αποδοχή της κληρονομίας, η δε μεταστροφή τους αναφορικά με την αποποίηση της κληρονομίας οφείλεται αποκλειστικά σε πλάνη για το ενεργητικό και παθητικό της κληρονομίας, η οποία (πλάνη) και ήρθη με την αποστολή των αναφερομένων ατομικών ειδοποιήσεων οφειλών, πλάνη ωστόσο που δεν θεωρείται ουσιώδης. Οι λόγοι αυτοί αναίρεσης είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι. Και τούτο διότι με αυτά που δέχθηκε και έτσι που έκρινε το Εφετείο, διαλαμβάνοντας στην προσβαλλόμενη απόφασή του ότι αν οι ενάγουσες γνώριζαν την αληθή κατάσταση, ότι δηλαδή, παρά την πτώχευση το έτος 1990 του αποβιώσαντος συζύγου και πατέρα τους και παρά το γεγονός ότι αυτός στερούνταν περιουσιακών στοιχείων, καθόσον αυτά εκποιήθηκαν αναγκαστικά προς πληρωμή των χρεών του (τα οποία πίστευαν ότι εξοφλήθηκαν από το εκπλειστηρίασμα), όφειλαν να προβούν στην διαδικασία αποποίησης εκ μέρους τους της κληρονομίας αυτού, δεν θα άφηναν να παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αποποιήσεως και ότι η πλάνη τους αυτή είναι ουσιώδης και δικαιολογεί την ακύρωση της πλασματικής αποδοχής της κληρονομίας του θανόντος από αυτούς, δεν παραβίασε τις επικαλούμενες ουσιαστικές διατάξεις των άρθρων 1847, 1850, 1851, 1856,1857, 140 και 141 Α.Κ που αναφέρονται στη νομική σκέψη, με εσφαλμένη εφαρμογή και ερμηνεία, ενόψει του ότι στην απόφασή του υπάρχει νομική ακολουθία μεταξύ των περιστατικών που έγιναν δεκτά απ' αυτό και υπήχθησαν στις παραπάνω διατάξεις, όπως η έννοιά τους αναλύθηκε στη νομική σκέψη που προαναφέρθηκε και του συμπεράσματος του δικανικού συλλογισμού. Επί πλέον το Εφετείο με την προσβαλλομένη απόφασή του, δεν στέρησε την απόφασή του νομίμου βάσεως, αφού, όπως προκύπτει από το προαναπτυχθέν περιεχόμενο της, διέλαβε σ' αυτήν σαφείς, πλήρεις και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες που καθιστούν εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο, περί της ορθής ή μη εφαρμογής των πιο πάνω διατάξεων επί όλων των ασκούντων ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης ζητημάτων και δη της άγνοιας εκ μέρους των εναγουσών των νομικών διατάξεων της πλασματικής αποδοχής της κληρονομιάς λόγω άπρακτης παρόδου της προς αποποίηση προθεσμίας, της έχουσας χρέη κληρονομίας του θανόντος πατρός και συζύγου τους.
VΙ) Συνακόλουθα εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος αναίρεσης προς έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η ένδικη αίτηση για αναίρεση της ... τελεσίδικης απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Δικαστικά έξοδα δεν επιβάλλονται ελλείψει σχετικού αιτήματος των αναιρεσιβλήτων που νίκησαν (άρθρα 176 και 191 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.)
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 3-11-2022 αίτηση για αναίρεση της υπ' αριθμ. ... αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 30 Απριλίου 2025.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 7 Μαΐου 2025.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ